Σελίδες

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

Aποκλειστική Oικονομική Zώνη. Από τη Στρατηγική Κίνηση στην Οικονομική Λύση

«Aποκλειστική Oικονομική Zώνη. Από τη Στρατηγική Κίνηση στην Οικονομική Λύση».
Συνεδριακό Κέντρο Εθνικής Ασφαλιστικής Λ. Συγγρού 103-105.
Αθήνα, 12/11/2011, 11.00 - 14:00

Η συμμετοχή της Αλβανίας στην επίθεση κατά της Ελλάδας την 28η Οκτωβρίου 1940


Ποιος ο ρόλος της Αλβανίας στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Του Χαράλαμπου Νικολάου / Ταξίαρχου ε.α., τ. καθηγητή Στρατιωτικής Ιστορίας ΣΣΕ


Ο "Βασιλιάς" της Αλβανίας Ζώγου
Το 1939 τα ιταλικά στρατεύματα, υπό τον στρατηγό Γκουτσόνι, αποβιβάσθηκαν στο Δυρράχιο, το πρωί της 7ης Απριλίου. Ο βασιλιάς Ζώγου δεν αιφνιδιάστηκε δεδομένου ότι είχαν προηγηθεί, πριν από έναν μήνα και πλέον, εντατικές διπλωματικές συνομιλίες. Υφίστατο το στοιχείο του αιφνιδιασμού για τις ξένες κυβερνήσεις, εκτός της Γερμανίας και ίσως της Γιουγκοσλαβίας. Δεν προβλήθηκε καμία σοβαρή αντίσταση κατά των Ιταλών. Ο αλβανικός λαός στην πλειοψηφία του υποδέχθηκε τους Ιταλούς στρατιώτες ως “ελευθερωτές”.



Τα γεγονότα έκτοτε διαδέχθηκαν το ένα το άλλο με κινηματογραφική ταχύτητα. Στις 14 Απριλίου 1939 η Αλβανία αποχώρησε από την Κοινωνία των Εθνών (ΚτΕ). Στις 15 Απριλίου έγινε δεκτή στο Κυρηνάλιο (ανάκτορο στη Ρώμη, θερινή διαμονή των Πάπων μέχρι το 1870, στη συνέχεια κατοικία του βασιλιά της Ιταλίας και αργότερα του προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας), πολυμελής αλβανική αντιπροσωπεία υπό τον πρωθυπουργό Βερλάτση. Αυτός προσφώνησε τον Bασιλιά αυτοκράτορα πρώτα στην αλβανική και έπειτα στην ιταλική γλώσσα και του προσέφερε το “στέμμα του Σκεντέρμπεη”. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας η ιταλική Βουλή έδωσε τη συναίνεση της για την “προσωπική ένωση” και την επομένη έπραξε το ίδιο η Γερουσία. Διορίστηκε τοποτηρητής του βασιλιά, όχι μέλος της δυναστείας (είχε γίνει λόγος για τον δούκα του Μπέργκαμο), αλλά ο πρεσβευτής Τζακομόνι.

Στις 21 Απριλίου αποφασίστηκε από την κυβέρνηση Βερλάτση η σύσταση Αλβανικού Φασιστικού Κόμματος. Στις 3 Ιουνίου έλαβε χώρα η τελευταία πράξη του αλβανικού οράματος: αντιπροσωπεία από τους Βερλάτση, Ντίνο και Κολίκβι και τρεις ανώτερους αξιωματικούς επέδωσε στον βασιλιά Βίκτωρα Εμμανουήλ απόφαση της αλβανικής κυβέρνησης σύμφωνα με την οποία ο Αλβανικός Στρατός ενσωματωνόταν στον Ιταλικό Στρατό.

Ο αλβανικός Τύπος προ του πολέμου παρουσίαζε άρθρα με πολεμική κατά της Ελλάδας. Μάλιστα ο υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας, Τσιάνο, διέταξε τον τοποτηρητή στην Αλβανία Τζακομόνι: “Φροντίστε ώστε ο αλβανικός Τύπος να συνεχίζει τη ζωηρή του πολεμική εναντίον της Ελλάδας”.
Γκαλεάτσο Τσιάνο
Ο Γερμανός καθηγητής πανεπιστημίου Χ. Ρίχτερ γράφει: “Οι ρίζες της πολεμικής αυτής εμπλοκής της Ιταλίας φθάνουν μέχρι το 1923, όταν ο Μουσολίνι επεχείρησε να καταλάβει την Κέρκυρα και αναγκάστηκε από τις Αγγλία και Γαλλία να εγκαταλείψει το εγχείρημα του”. Ο Τσιάνο στο ημερολόγιο του γράφει ότι τον Αύγουστο του 1940 ο Μουσολίνι δήλωσε πως οι Έλληνες επλανώντο, αν θεωρούσαν ότι είχε ξεχάσει εκείνο το επεισόδιο, και ότι ο λογαριασμός τους έμενε ανοικτός.
Στις αρχές Ιουνίου του 1939 οι Μουσολίνι και Τσιάνο, θέλοντας να μειώσουν την οργή των Αλβανών για την απώλεια της ανεξαρτησίας τους, προσπάθησαν να τους παραπλανήσουν καλλιεργώντας τους ελπίδες αλυτρωτισμού για το Κοσσυφοπέδιο και την Τσαμουριά, που έπρεπε να απελευθερωθούν.
Σύμφωνα με ιταλικές πηγές, η στάση της αλβανικής ηγεσίας λίγο πριν κηρυχθεί ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος ήταν υπέρ των Ιταλών. Ο Ιταλός τοποτηρητής Τζακομόνι, σε τηλεγράφημα του προς τον Τσιάνο, στις 24 Αυγούστου 1940, μεταξύ των άλλων ανέφερε τα εξής: “Από παντού καταφθάνουν έγγραφα που αποδεικνύουν τον ορθό προσανατολισμό των Αλβανών, άπειρες είναι οι αιτήσεις για κατάταξη στα εθελοντικά σώματα (…). Σε όλα τα κεντρικά σημεία της Αλβανίας παρατηρείται ζωηρό ενδιαφέρον και προσήλωση στις προσταγές του Ντούτσε. Η κίνηση του στρατού προκάλεσε μεγάλη ζωηρότητα κι’ ανυπομονησία για δράση…”.

Μπαντόλιο
Κατά τη σύσκεψη της 15ης Οκτωβρίου 1940 στο Παλάτσο Βενέτσια, ο τοποτηρητής Τζακομόνι, σε ερώτηση του Ντούτσε για το πώς βλέπει την κατάσταση στην Αλβανία, απάντησε: “Στην Αλβανία αναμένουν την ενέργεια με ανυπομονησία. Η χώρα έχει ξεσηκωθεί και οι κάτοικοι είναι γεμάτοι χαρά. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι ο ενθουσιασμός τους είναι τόσο ζωηρός ώστε τον τελευταίο καιρό έχουν κάπως δυσαρεστηθεί επειδή η ενέργεια δεν έχει ακόμα εκδηλωθεί”.

Ο Ιταλός στρατηγός Σ. Βισκόντι Πράσκα, στο βιβλίο του για τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο, έγραφε τα εξής: “Σύμφωνα με υπόσχεση του στρατάρχη Μπαντόλιο προ του πολέμου, θα μπορούσαν να αποσταλούν στην Αλβανία για την ενδεχόμενη ενέργεια κατά της Ελλάδας….10.000 τυφέκια για τον εξοπλισμό των αλβανικών ταγμάτων εθελοντών, τα οποία θα χρησιμοποιούντο ως τμήματα κάλυψης”.
Κατά τη διάρκεια της σύσκεψης στο Παλάτσο Βενέτσια (15 Οκτωβρίου 1940)” Ο Μουσολίνι, ακόμα, ζήτησε από τον Τζακομόνι κι εμένα πληροφορίες για τα αλβανικά τμήματα, ενώ διατύπωσε την αρχή ότι ο ρόλος των Αλβανών θα έπρεπε να περιοριστεί σε στενά πλαίσια…”. “Ειδικότερα είχαν συγκροτηθεί τρία τάγματα διοικητικής μέριμνας από εφέδρους Ιταλούς (…) και από εφέδρους Αλβανούς (…).

Κατόπιν προχωρήσαμε στην ίδρυση δύο ταγμάτων Φασιστικής Πολιτοφυλακής από Αλβανούς (…). Πρότεινα στον Τζακομόνι να συστήσει μερικά τάγματα από Αλβανούς εθελοντές, δύο διαφορετικών τύπων: Τάγματα καθορισμένα για την άμυνα συγκεκριμένων διαβάσεων ή κοιλάδων στο μέτωπο και τάγματα πιο ευκίνητα, δυνάμενα να προσκολληθούν στα μάχιμα στρατεύματα μας.
Με τη βοήθεια της αλβανικής κυβέρνησης και διαφόρων αρχηγών φυλών εξασφαλίστηκε η δυνατότητα συγκρότησης 10-12 ελαφρών ταγμάτων συνολικής δύναμης 6-7.000 ανδρών, επιλεγέντων από τις πιο πολεμικές φυλές και μάλιστα από αυτούς που υπήρχε ενδεχόμενη σχέση με πληθυσμούς εκτός συνόρων (σ.σ. προφανώς εννοούσε τους Τσάμηδες). Τα ευκίνητα τάγματα, τύπου ανταρτικών ομάδων, προορίζονταν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη των μεραρχιών μας (…).
Το Υπουργείο Στρατιωτικών, κατόπιν επανειλημμένων οχλήσεων, τελικά ενέκρινε την αποστολή του οπλισμού για τη συγκρότηση των αλβανικών μονάδων. Όμως αργότερα άλλαξε γνώμη και διέταξε τον περιορισμό της σύστασης των εθελοντικών αλβανικών ταγμάτων μόνο στη νότια Αλβανία (σε αυτήν όπου υφίστατο το μεγαλύτερο μέρος των φιλελληνικών στοιχείων), δηλαδή συνολικά έξι τάγματα” (σ.σ. Ο Β. Πράσκα αναφέρει ως “φιλελληνικά = grecofili” τα αμιγώς ελληνικά βορειοηπειρωτικά φύλα).

Σε ερώτηση του Ντούτσε, κατά τη σύσκεψη, “Ποια η συνεισφορά των Αλβανών τόσο σε τακτικό στρατό, όσο και σε άτακτους στους οποίους δίδω μεγάλη σημασία”, ο Πράσκα απάντησε “Για το θέμα αυτό έχουμε καταρτίσει ανάλογο σχέδιο. Προτείνουμε την οργάνωση συγκροτημάτων άτακτων από 2.500 ως 3.000 άνδρες, στελεχωμένων με αξιωματικούς μας”.

Ο τοποτηρητής Τζακομόνι, σε μυστικό υπόμνημα του προς τον υπουργό Αλβανικών Υποθέσεων, Μπενίνι, στις 19 Οκτωβρίου 1940, μεταξύ των άλλων γράφει: “…Από την άλλη προετοιμάζω αλβανικά στοιχεία, εξακριβωμένα θαρραλέα, ειδικά Τσαμουριώτες, τα οποία θα έχουν ως αποστολή να εισέλθουν κρυφά στο ελληνικό έδαφος και εκεί, την ώρα που θα επιτεθεί ο στρατός μας, θα διαπράξουν με τη βοήθεια των πέρα από τα σύνορα φίλων τους τις παρακάτω πράξεις: καταστροφή τηλεγραφικών και τηλεφωνικών συρμάτων, εξάλειψη των φυλακίων και των παρατηρητηρίων κατά μήκος των συνοριακών γραμμών (…).

Μερικά από τα στοιχεία αυτά θα εφοδιαστούν από την υπηρεσία στρατιωτικών πληροφοριών με μερικούς φορητούς πομπούς, χάρη στους οποίους η διοίκηση του στρατεύματος θα έχει ακριβείς ειδήσεις περί των θέσεων των ελληνικών στρατευμάτων”. Πληροφορεί δε τον Μπενίνι ότι μεταξύ των Αλβανών παρατηρείται αίσθημα αναμονής, εμπιστοσύνης και άγριας διάθεσης. Ο ίδιος στις 21 Οκτωβρίου γράφει στον Μπενίνι: “Θα μπορούσε να αποσπασθεί, όσο θα διαρκούν οι εχθροπραξίες, το Τάγμα της Βασιλικής Αλβανικής Φρουράς”.

Ο αντιβασιλιάς της Αλβανίας βεβαίωσε “ότι είναι πάρα πολλές οι αιτήσεις των Αλβανών να καταταγούν στα σχηματιζόμενα αλβανικά σώματα, προοριζόμενα να κτυπήσουν τους Ελληνες και να συνεργαστούν με τον Ιταλικό Στρατό, και ότι ο πληθυσμός ελπίζει, επίσης, να κληθούν υπό τα όπλα μερικές ηλικίες…”.

Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ – Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΑΛΒΑΝΩΝ.

Ο πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, που άρχισε την 28η Οκτωβρίου 1940, επεκτάθηκε αυτόματα και μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας. Η Αλβανία, συνδεδεμένη την εποχή εκείνη με καθεστώς “προσωπικής ένωσης” με την Ιταλία, είχε δεχθεί με νόμο του Κοινοβουλίου της (Αλβανικός Νόμος, 10 Ιουνίου 1940) ότι: “το Βασίλειο της Αλβανίας αναγνωρίζει ότι θα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τα κράτη τα οποία θα βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση με το Βασίλειο της Ιταλίας”.


Συνεπώς με την κήρυξη του πολέμου από την Ιταλία εναντίον της Ελλάδας βρέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση με την πατρίδα μας. Γι’ αυτό η Ελλάδα με το Βασιλικό Διάταγμα (ΒΔ) της 10ης Νοεμβρίου 1940, το οποίο εκδόθηκε σε εφαρμογή του ΑΝ (Αναγκαστικού Νόμου) 2636/1940 “Περί δικαιοπραξιών εχθρών και μεσεγγυήσεως εχθρικών περιουσιών”, όρισε ως εχθρικά κράτη “την Ιταλία
τσάμηδες με Ιταλικές στολές επιθεωρούνται από Γερμανό αξιωματικό.jpg
μαζί με τις κτήσεις, τα αυτοκρατορικά της εδάφη και τις αποικίες, καθώς και την Αλβανία”.
Ο Ιταλός στρατηγός Βισκόντι Πράσκα σε διαταγή του της 21ης Οκτωβρίου 1940 αποκαλύπτει ότι είχε αναθέσει σε ειδικούς αξιωματικούς, συνοδευόμενους από Αλβανούς οδηγούς, να εκτελούν αναγνωρίσεις στην άμεση περιοχή των συνόρων. Περαιτέρω η διαταγή καθόριζε ότι έπρεπε να οργανωθούν ειδικά τμήματα αποτελούμενα ως επί το πλείστον από Αλβανούς, πλαισιούμενους μόνο από Ιταλούς, και επιφορτισμένα με την εξουδετέρωση των μεμονωμένων Ελλήνων σκοπών και με την αποκοπή των τηλεφωνικών γραμμών.

Η προκήρυξη που διάβασε ο πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου Βερλάτσι, στις 28 Οκτωβρίου 1940, αναφέρει μεταξύ άλλων και τα εξής: “…Οι στρατιώτες του ένδοξου Ιταλικού Στρατού, στις τάξεις του οποίου περιλαμβάνονται πολλές μονάδες Αλβανών στρατιωτών…”. Ο Ιταλός ιστορικός Μάριο Τσέρβι γράφει: “Στις ιταλικές μεραρχίες περιλαμβάνονταν επίσης αλβανικά τμήματα (…). Εκπαιδεύτηκαν ακόμα και Αλβανοί, που θα ήθελαν να συμμετάσχουν στις επιχειρήσεις”.

Ο Γερμανός καθηγητής Χ. Ρίχτερ σημειώνει: “…Η συνολική δύναμη του Ιταλικού Στρατού στην Αλβανία δύο ημέρες πριν από την επίθεση ανερχόταν σε 140.000 άνδρες, συμπεριλαμβανομένων (…) και των Αλβανών εθελοντών”. Ο Αμερικανός καθηγητής του πανεπιστημίου Χάρτφοντ, Μπ.Φίσερ, στην ανακοίνωση του κατά το Συνέδριο του ΙΜΧΑ (Ίδρυμα Μελετών της Χερσονήσου του Αίμου), τον Οκτώβριο του 1990, ανέφερε σχετικά τα εξής: “Ο Μουσολίνι είχε δώσει διαταγές να υπάρχουν δύο αλβανικά τάγματα σε κάθε ιταλική μεραρχία, που χρησιμοποιήθηκαν για την εισβολή στην Ελλάδα, και επί πλέον είχαν σχηματιστεί τρία τάγματα Αλβανών μελανοχιτώνων, που είχαν το σύνθημα “Πεθαίνουμε όλοι για τον Ντούτσε”.

Διάφορες μυστικές διαταγές επιχειρήσεων του διοικητή της Μεραρχίας “Τζούλια”, στρατηγού Μάριο Τζιρότι, χρονολογούμενες από τις 21 Οκτωβρίου 1940 και μετά, οι οποίες έπεσαν αργότερα στα χέρια του Ελληνικού Στρατού, αποκαλύπτουν ότι είχε αναθέσει εργασίες σε ειδικούς αξιωματικούς, συνοδευόμενους από ντόπιους Αλβανούς, φέροντες ενδυμασίες χωρικών…Κατά την αρχική προέλαση της Μεραρχίας “Τζούλια” στον τομέα της Πίνδου οι επιτιθέμενοι Ιταλοί χρησιμοποιούσαν Αλβανούς οι οποίοι γνώριζαν ελληνικά και φώναζαν στους Ελληνες στρατιώτες να παραδοθούν, λέγοντας ότι ο αγώνας τους ήταν πλέον μάταιος εφόσον στην Αθήνα είχε γίνει επανάσταση, η κυβέρνηση Μεταξά είχε πέσει, η νέα κυβέρνηση είχε συμμαχήσει με τον Άξονα κ.ά. Στις 2 Νοεμβρίου 1940 τάγμα Αλβανών επιτέθηκε στο Καλπάκι απεγνωσμένα, χωρίς επιτυχία. Αλβανοί αυτόμολοι παρείχαν πληροφορίες στον Ελληνικό Στρατό.

Ο υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, διοικητής της VIII Μεραρχίας η οποία αντιμετώπισε την κύρια προσπάθεια της ιταλικής επίθεσης, γράφει για τη συμμετοχή αλβανικών δυνάμεων στον τομέα της Μεραρχίας: “Συμμετείχαν τρία τάγματα μελανοχιτώνων (Ι, II, III), δύο αλβανικά τάγματα πεζικού (“Γκράμος” και “Ντρίνος”), αλβανική ορειβατική πυροβολαρχία (“Νταϊτι”), τάγμα Αλβανών εθελοντών και σώματα άτακτων Αλβανών”.

Όπως καταγγέλλει ο υποστράτηγος, κατά τον Οκτώβριο του 1940 ο Αλβανός υπουργός Δικαιοσύνης συγκροτούσε συμμορίες με σκοπό να δράσουν στο ελληνικό έδαφος. Ο αντιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος, αρχιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού κατά τον πόλεμο 1940-41, σημειώνει: “Όλες οι ιταλικές μεραρχίες πεζικού ήταν ενισχυμένες σε πεζικό με τάγματα Αλβανών…”.

Ο Β. Πράσκα στο τμήμα του βιβλίου του “Εξέλιξη των επιχειρήσεων από 28 έως 31 Οκτωβρίου 1940″, ανακεφαλαιώνοντας γράφει για τη συμμετοχή των αλβανικών μονάδων τα εξής: “…Φάλαγγα “Σολίνας” II Τάγμα της 1ης Λεγεώνας Αλβανών εθελοντών. (…) Κεντρική Φάλαγγα και Διοίκηση Μεραρχίας “Φερράρα” Ι Τάγμα Αλβανών Εθελοντών. (…) Παραλιακό Συγκρότημα… Τα τμήματα διαπεραιώθηκαν με την κάτωθι σειρά… 6) Τα τάγματα Αλβανών εθελοντών “Πεσκοσόλιντο” και “Κιαραβάλλε”. (…) “Τα αλβανικά τάγματα εθελοντών, προπορευόμενα του 3ου Συντάγματος Γρεναδιέρων και κινούμενα…”…”Τα τάγματα Αλβανών εθελοντών, επίσης, ήλεγχαν πλήρως την αμαξιτή οδό (Ηγουμενίτσας-Βάρφανης).

Στην επίθεση εναντίον του υψώματος 1289 του Λαπιστέτ, στις 09.30 της 4ης Νοεμβρίου 1940, έλαβε μέρος ένα από τα πιο επίλεκτα τμήματα των Αλβανών, το τάγμα “Τιμόρ”, το οποίο και κατόρθωσε να το καταλάβει. Με άμεση αντεπίθεση των Ελλήνων το τάγμα “Τιμόρ” αναδιπλώθηκε και διασκορπίστηκε στην κοιλάδα με άτακτη φυγή. Υποχρεώθηκαν να επέμβουν οι βερσαλιέροι για να σταματήσουν τους Αλβανούς.

Στην αναφορά που ακολούθησε διαπιστώθηκε ότι από τη δύναμη των 1.200 ανδρών του τάγματος είχαν απομείνει μόνο μερικές εκατοντάδες. Μεταξύ των νεκρών ήταν και ο απαρηγόρητος, όπως γράφει ο Μ. Τσέρβι, διοικητής του Τάγματος. Αλβανικό τάγμα στις 25 Νοεμβρίου 1940 συμμετείχε με τα ιταλικά στρατεύματα στην επίθεση για την κατάληψη του σταυροδρομιού παρά το Δελβινάκι. Οι Αλβανοί αρχικά κατέλαβαν το χωριό αλλά την επόμενη με αντεπίθεση των Ελλήνων αυτό ανακαταλήφθηκε. Το αλβανικό τάγμα είχε απώλειες και αρκετοί άνδρες του συνελήφθησαν αιχμάλωτοι.

Στις 12 Νοεμβρίου αυτομόλησε στις ελληνικές γραμμές λόχος Αλβανών στρατιωτών με τους αξιωματικούς του. Κατά τις πρώτες ημέρες του πολέμου, οπότε οι Ιταλοί είχαν εισχωρήσει στο ελληνικό έδαφος σε μερικούς τομείς, Αλβανοί με μια σημαία τους εισήλθαν στην Κόνιτσα μαζί με τους Ιταλούς, τον Διαμαντή και τον εξωμότη Ματούση. Ο Διαμαντής μάλιστα εκφώνησε λόγο λέγοντας ότι θα απελευθερώσει την Κόνιτσα και θα σχηματίσει την Ομοσπονδία της Πίνδου.
Η απάντηση του Μουσολίνι (22/11) σε επιστολή του Χίτλερ (20/11) αναφέρει μεταξύ των άλλων: Η αποτυχία των Ιταλών οφείλεται και στη λιποταξία των αλβανικών δυνάμεων, οι οποίες στασίασαν εναντίον των Ιταλών…”.

Αποκαλυπτικά είναι τα όσα γράφει στο ημερολόγιο του ο Φερνάντε Κομπιόνε, έφεδρος υπολοχαγός πεζικού της 51ης Ορεινής Μεραρχίας “Σιέννα”: “…Κατά το χρονικό διάστημα από 28 Οκτωβρίου ως 14 Νοεμβρίου 1940, οπότε ιταλικά τμήματα είχαν εισχωρήσει σε περιοχές της Ελλάδας, οι Τσάμηδες υποδέχονταν σε όλα τα χωριά τους Ιταλούς ως ελευθερωτές, με ζητωκραυγές και ενθουσιασμό…”.
Ο Ιταλός ιστορικός Μ. Τσέρβι γράφει: “Όπως αναφέρει ο στρατηγός Β. Πράσκα σε συζήτηση του με τον Πρίκολο (σ.σ. Αρχηγός του Επιτελείου της Αεροπορίας), ένας εθελοντής, πληγωμένος βαριά, πριν ξεψυχήσει αναφώνησε “Είμαι ευχαριστημένος που πεθαίνω για να μπορέσει ο (Αρχηγός του Επιτελείου της Αεροπορίας) να περάσει”.

Κατά τη διάρκεια της ιταλικής εαρινής επίθεσης (Μάρτιος 1941) ο Μουσολίνι επισκεπτόταν διάφορες μονάδες για να τονώσει το ηθικό των ανδρών, στη ζώνη του Δέβολη και στην περιοχή του Βερατίου. Μεταξύ άλλων επισκέφθηκε ομάδες ταγμάτων και εθελοντών Αλβανών, των ιδίων για τους οποίους αρχικά εκείνος και ο Τσιάνο πίστευαν ότι είχαν προκαλέσει τις πρώτες ιταλικές ήττες. Κατά τις συνομιλίες που είχε μαζί τους έμεινε ενθουσιασμένος από το παράστημα και το πολεμικό τους μένος.

Ο Γερμανός συγγραφέας Βίλιμπαλντ Κόλεγκερ, σε βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 1942, για τη στάση των Αλβανών κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-41 γράφει τα εξής: “…Οι Ελληνες
στρατηγός Τζιακομόνι
αναγκάζονταν να πολεμούν εναντίον Αλβανών συμμοριτών, κατά τη στιγμή που Αλβανοί εθελοντές προσέρχονταν αθρόα στις ιταλικές φάλαγγες. Δεν αγνοούσαν οι από γόνοι του Σκεντέρμπεη ποίοι ήταν οι πραγματικοί φίλοι τους. (…) Αγωνίσθηκαν με επιμονή και γενναιότητα όπου και αν τοποθετήθηκαν. (…). Απειράριθμες υπήρξαν οι περιπτώσεις απονομής τιμητικών διακρίσεων σε Αλβανούς…”.
Ο Μ. Τσέρβι γράφει ότι ο τοποτηρητής Τζακομόνι πληροφορούσε τον βασιλιά της Ιταλίας: “…Εδώ και έναν μήνα οι Αλβανοί είναι εξαιρετικά έμπιστοι και άριστα προσαρμοσμένοι στο περιβάλλον, το φρόνημα τους στέκεται ψηλά, η δε εργατικότητα και η αποδοτικότητα των υπαλλήλων κρίνεται εξαιρετική…”.

Ο Τζακομόνι είχε οργανώσει, όπως γράφει ο Μ. Τσέρβι, “ομάδες Αλβανών για τη διενέργεια δολιοφθορών, που ο ρόλος τους ήταν να εισχωρούν στο ελληνικό έδαφος και να προβαίνουν σε καταστροφή του τηλεφωνικού δικτύου, να καταστρέφουν φυλάκια, να αφοπλίζουν φρουρούς, να προκαλούν ταραχές στα μετόπισθεν, να διενεργούν δολοφονικές απόπειρες εναντίον στρατηγών του εχθρικού στρατοπέδου και να προπαρασκευάζουν και να υποκινούν κινήματα ανάμεσα στη λαϊκή μάζα”. Ο Ιταλικός Στρατός δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να επωφεληθεί από τη δραστηριότητα τους.
Ο στρατηγός Μπαντόλιο στα απομνημονεύματα του αναφέρει: “Οι Ελληνες δεν έδειξαν καμμία διάθεση συνεργασίας. Αντίθετα οι Αλβανοί στρατιώτες, που υπό μορφή ταγμάτων συμμετείχαν στις δικές μας μεραρχίες, αποδείχθηκαν άπιστοι και δόλιοι, καθώς επιδόθηκαν σε πράξεις δολιοφθοράς εναντίον μας, ή πέρασαν στις τάξεις των Ελλήνων…”.

Ο στρατηγός Αλ. Εδιπίδης γράφει ότι “Τμήματα αλβανικά, άρτια συγκροτημένα και με ομοιογενή στελέχη (αξιωματικοί και στρατιώτες Αλβανοί) πολέμησαν στις 27 Νοεμβρίου στο Φράσερι προς την Κλεισούρα).

Ο πρεσβευτής Άδωνις Κύρου σημειώνει: “…Όταν, τέλος, εξερράγη ο Ελληνο-Ιταλικός πόλεμος, συμμετέσχον εις αυτόν παρά το πλευρόν των Ιταλών με ενθουσιασμόν και ανθελληνικήν λύσσαν άπειροι Αλβανοί – ενώ ουδείς εξ αυτών εσκέφθη να προσδράμη εις βοήθειαν του νικηφόρου Ελληνικού Στρατού, καίτοι ούτος, συμφώνως προς την ραδιοφωνικήν διακήρυξιν του Ιωάννου Μεταξά, ήρχετο προς αποκατάστασιν της αλβανικής ελευθερίας, ανεξαρτησίας και ακεραιότητας…”.
Όταν ο Ελληνικός Στρατός προήλαυνε εντός του αλβανικού εδάφους, τα περισσότερα σώματα στρατού των Αλβανών είχαν διαλυθεί, ενώ στα πρόσωπα των λιγοστών Αλβανών που εκινούντο στους δρόμους, ανάμεσα στους Ιταλούς, ζωγραφιζόταν άγριος θυμός εναντίον ενός στρατεύματος που το νόμιζαν παντοδύναμο και το έβλεπαν να οπισθοχωρεί μπροστά στις ελληνικές δυνάμεις.
Η Αγγλίδα ιστορικός Μ. Βίκερς τοποθετείται διαφορετικά: “…Η αλβανική κοινή γνώμη αρχικά πανηγύρισε για τον ελληνικό θρίαμβο, η στάση της όμως άλλαξε όταν η Αθήνα άρχισε να φανερώνει τις προθέσεις της να προσαρτήσει τη νότια Αλβανία…”(!!!).

Ενώ υπάρχουν όλα τα παραπάνω περί συμμετοχής των Αλβανών στον πόλεμο, οι Αλβανοί ιστορικοί, διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα, προσπάθησαν μεταπολεμικά να μας πείσουν ότι δεν συμμετείχαν με το μέρος των Ιταλών ή ότι συμμετείχαν λίγα τμήματα δια της βίας.
Συγκεκριμένα οι Αλβανοί ιστορικοί Σ. Πόλο και Α. Πούτο γράφουν σχετικά τα εξής: “Τα δύο αλβανικά τάγματα που στάλθηκαν με τη βία στον πόλεμο του 1940 αρνήθηκαν να πολεμήσουν. Οι Ιταλοί τους έκλεισαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην κεντρική Αλβανία. (….) Στην ελληνική κυβέρνηση η πορεία των γεγονότων φαινόταν πως έδινε την ευκαιρία να πραγματοποιήσει τα παλαιά προσαρτιστικά σχέδια τους για τις περιοχές της Κόρτσας (σ.σ. Κορυτσάς) και του Γκιροκάστρ (σ.σ. Αργυρόκαστρου)”.

Σε άλλο σημείο συνεχίζουν: “Το 1940 ήταν μοναδική ευκαιρία να ενωθεί με τον Ελληνικό Στρατό ο Αλβανικός”. Έτσι εξηγείται η κατηγορηματική άρνηση του Ελληνικού Στρατηγείου στην πρόταση των Αλβανών αντιφασιστών πατριωτών να σχηματίσουν δύο τάγματα και να πολεμήσουν με την εθνική τους σημαία στο πλευρό των ελληνικών δυνάμεων εναντίον των Ιταλών εισβολέων!
Στην πραγματικότητα οι Αλβανοί έδειξαν πλήρη δυσπιστία και απροθυμία να συνεργαστούν με τον Ελληνικό Στρατό. Αντιθέτως συνεργάστηκαν με τους Ιταλούς. Ο Ιταλός παρατηρητής Τζακομόνι βεβαίωσε κατηγορηματικά και με συγκεκριμένα στοιχεία, ενώπιον του Ανώτατου Ιταλικού Δικαστηρίου, τα εξής: “Και οι Αλβανοί βοήθησαν παντού και πάντα τον Ιταλικό Στρατό, χωρίς να σημειωθεί πουθενά οποιοδήποτε επεισόδιο.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

(1) Εκδ. ΔΙΣ/ΓΕΣ: Ο ΕΛΛΗΝΟΪΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ 1940-1941, Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ, Α9ήναι, 1960.

(2) Εκδ. Υπουργείου Εξωτερικών: 1940-1941,ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ, Αθήνα, 1980.

(3) Παπάγου Αλεξ.: Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ 1940-1941, εκδ. "Οι Φίλοι του Βιβλίου", Α9ήναι, 1945.

(4) Κατσιμήτρου Χαρ.: Η ΗΠΕΙΡΟΣ ΠΡΟΜΑΧΟΥΣΑ, εκδ. ΓΕΣ, Μήνα, 1982.

(5) Τσέρβι Μ.: Ο ΕΛΛΗΝΟΪΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, έκδοση Αlvin Redma Hellas, Α9ήνα, 1987.

(6) Κόρου Αδωνι: ΧΡΟΝΙΚΟΝ 1940-1944.

(7) Κύρου Αλ.: ΟΙ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΓΕΙΤΟΝΕΣ ΜΑΣ, Α9ήναι, 1962.

(8) Σιωμοπούλου Στυλ.: Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΜΕΡΑΡΧΙΑ "TΖΟΥΛΙΑ" ΣΤΗΝ ΠΙΝΔΟ, Ηπειρωτική Εστία, 1994.

(9) Τριαντάφυλλου Κ.: ΤΑ ΑΠΟΡΡΗΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ 1940-41, Πάτρα, 1981.

(10) Τσιρπανλή Ζαχ.: ΠΩΣ ΕΙΔΑΝ OI ΙΤΑΛΟΙ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1940-41, Αθήνα, 1974.

(11) Ζαούση Αλεξ.: OI ΔΥΟ ΟΧΘΕΣ 1939-1945, εκδ. Παπαζήση, 1987.

(12) Richter Heinz: Η ΙΤΑΛΟ-ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, Γκοβόστης, 1998.

(13) Μιχαλοπούλου Δημ.: ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΑΛΒΑΝΙΑΣ 1923-1928.

(14) Πράσκα Βισκόντι: ΕΓΩ ΕΙΣΕΒΑΛΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, Γκοβόστης, 1999.

(15) Vickers Miranda: ΟΙ ΑΛΒΑΝΟΙ, εκδ. Οδυσσέας, 1997.

(16) ΡοΙΙο S. - Ρυtο Α.: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ, εκδ. Ομάδα.

(17) Νικολάου Χαρ.: ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ -ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ, εκδ. Φλώρου, 1996.

(18) Ημερήσιος Τύπος της εποχής.
ΠΗΓΗ
http://www.istorikathemata.com/2010/10/28-1940.html

Δύο μεγάλες εθνικές εκκρεμότητες προς τους πεσόντες του ελληνο-ιταλικού πολέμου


Είναι γεγονός ότι κατά το Επος του ’40 βρήκαν την πλήρη έκφρασή τους τα βασικά γνωρίσματα των Ελλήνων: η ομοψυχία στις κρίσιμες στιγμές, η άκρατη φιλοπατρία, η χωρίς όρια αυτοθυσία και αυταπάρνηση, η πίστη στα ανθρώπινα ιδανικά. Ολα αυτά μας κάνουν υπερήφανους.

Ομως το Επος του ’40 έχει και την πίσω, την αθέατη πλευρά, την άγνωστη στους πολλούς Ελληνες. Πρόκειται για δύο μεγάλες εθνικές εκκρεμότητες. Για 70 χρόνια 7.963 πεσόντες στα πεδία των μαχών της Β. Ηπείρου παραμένουν άταφοι ή προσωρινά θαμμένοι σε ομαδικούς τάφους. Είναι οδυνηρό να βλέπεις οστά διάσπαρτα και ομαδικούς τάφους. Στην Πρεμετή με 1.400 πεσόντες και στα στενά της Κλεισούρας με 400.

Υπάρχει και μια άλλη εθνική εκκρεμότητα. Δεν υπάρχει μνημείο στην Ελλάδα για τους 13.976 που έπεσαν ηρωικά μαχόμενοι κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου από τον Οκτώβριο του 1940 έως τον Απρίλιο του 1941. Αραγε πόσοι γνωρίζουν ότι τόσοι πολλοί έπεσαν για την πατρίδα την περίοδο εκείνη; Αν επισκεφθείς τα πεδία των μαχών στη Β. Ηπειρο αισθάνεσαι συγκίνηση αλλά και ενοχές. Συγκίνηση όταν περπατάς στα ποτισμένα με ελληνικό αίμα χώματα και ενοχές όταν έρχεσαι απέναντι σε μια σκληρή πραγματικότητα με τα διάσπαρτα οστά των ηρώων μας.

Η συγκίνηση και η αμηχανία κορυφώνονται όταν βρεθείς με τα παιδιά των πεσόντων, όπως έγινε με την παρουσίαση του βιβλίου «Οι ήρωες του 1940 περιμένουν» σε περισσότερες από 60 πόλεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ολοι ρωτούν με πόνο ψυχής για τον πατέρα που δεν γνώρισαν και που έμεινε στη Β. Ηπειρο, γιατί δεν υπήρξε κανένα ενδιαφέρον από την Πολιτεία για την περισυλλογή των οστών; Γιατί δεν έγιναν αυτά που οι παραδόσεις από την αρχαία Ελλάδα επιτάσσουν, το θρησκευτικό και πατριωτικό καθήκον υπαγορεύει για τους νεκρούς και μάλιστα για τους νεκρούς του πολέμου; Πότε θα μπορέσουν να επισκεφθούν τον τόπο όπου έπεσαν, για να προσευχηθούν;

Οι διαπιστώσεις αυτών των εκκρεμοτήτων σού υπαγορεύουν ότι πρέπει να συμβάλεις στην προσπάθεια αποκατάστασης, αγώνα που άρχισε ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και Πάσης Αλβανίας Αναστάσιος για την κατασκευή στρατιωτικών κοιμητηρίων στη Ν. Αλβανία. Η ώρα του καθήκοντος ήρθε όταν κατατέθηκε στη Βουλή των Ελλήνων η κύρωση σύμβασης για την ένταξη της Αλβανίας στο ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Τότε ελέχθη το μικρό «Οχι» από όλους τους βουλευτές, αν δεν συμφωνηθεί η λειτουργία των στρατιωτικών κοιμητηρίων.
Στις 25 Μαρτίου κυρώθηκε η συμφωνία από τη Βουλή της Αλβανίας για την περισυλλογή των οστών, το άνοιγμα των ομαδικών τάφων και την ίδρυση δύο κοιμητηρίων στους Βουλιαράτες και στα Στενά της Κλεισούρας. Ως προς τους 13.976 πεσόντες, αποφασίστηκε η ανέγερση μνημείου στο Καλπάκι κάτω από το άγαλμα του «Μαχητή», σε έκταση που παραχώρησε ο δήμος, και ήδη ξεκίνησαν οι διαδικασίες δημοπράτησης.
Αυτή είναι η αθέατη πλευρά στην οποία αναφέρεται λεπτομερώς και εμπεριστατωμένα το βιβλίο «Οι ήρωες του 1940 περιμένουν». Βέβαια οι ήρωές μας και οι συγγενείς τους δεν περιμένουν από εμάς μόνο την απόδοση τιμών ως οφείλουμε, αλλά να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες τους, να κάνουμε πάντα το καθήκον μας για την πατρίδα και ιδιαίτερα αυτή τη χρονική περίοδο, που απαιτείται εθνική ομοψυχία.

Γ. Σούρλας

Πηγή

"Καθημερινή" 
http://www.istorikathemata.com/2010/11/blog-post_14.html 

BMW και Hugo Boss: Δυο μεγάλα ονόματα της αυτοκινητοβιομηχανίας και της μόδας, συνδεδεμένα με τον ναζισμό


Rs77NaziSidecar
Επρεπε να περάσουν περισσότερα από εξήντα χρόνια από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου για να σηκωθεί το πέπλο που σκέπαζε τη δραστηριότητα δύο μεγάλων ονομάτων made in Germany την περίοδο του ναζισμού, αναφέρει σε δημοσίευμα της η εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ. Το ένα όνομα είναι του Ούγκο Μπος, ιδιοκτήτη της ομώνυμης μάρκας ρούχων. 

Το άλλο είναι των Κουάντ, της οικογένειας που σήμερα κατέχει περίπου τις μισές μετοχές τηςαυτοκινητοβιομηχανίας BMW. Και στις δύο περιπτώσεις, το πέπλο σηκώθηκε περισσότερο από ανάγκη και λιγότερο από επιλογή. Για δύο μάρκες τόσο γνωστές στο ευρύ κοινό, η διαφάνεια είναι κανόνας.




 Hugo_Boss_unifΗ Hugo Boss, η οποία ιδρύθηκε το 1924 από τον Ούγκο Φέριναντ Μπος, έβλεπε τα τελευταία χρόνια να αυξάνονται οι φήμες που ήθελαν τον ιδρυτή της εταιρείας «ράφτη του Χίτλερ» και «εμπνευστή των στολών των SS». Το βιβλίο «Hugo Boss, 1924 - 1945» του ιστορικού Ρόμαν Κέστερ περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τη σχέση ανάμεσα στην επιχείρηση και το ναζιστικό καθεστώς. 

«Η Hugo Boss έραβε στολές για τη Βέρμαχτ, τα SS, τη χιτλερική νεολαία», εξηγεί ο συγγραφέας στη «Μοντ». «Αλλά εκείνη την εποχή, η μάρκα δεν ήταν ιδιαίτερα γνωστή και λειτουργούσε σε μια αγορά ιδιαίτερα αποκεντρωμένη. Οι επιχειρήσεις αυτές δεν εμπλέκονταν στον σχεδιασμό των πατρόν των στολών». Οπως πολλές επιχειρήσεις εκείνη την εποχή, η Hugo Boss κατέφυγε στις υπηρεσίες της καταναγκαστικής εργασίας χρησιμοποιώντας 140 εργάτες.

Για την οικογένεια Κουάντ, όμως, τα πράγματα είναι σαφώς διαφορετικά. «Η άνοδος των Κουάντ», ένα βιβλίο που υπογράφει ο ιστορικός Γιοακίμ Σκόλτισεκ, αποκαλύπτει τις σχέσεις ανάμεσα στη δυναστεία των επιχειρηματιών και το ναζιστικό καθεστώς. 
Ο πατριάρχης Γκίντερ Κουάντ ήταν μέλος του ναζιστικού κόμματος από το 1933 και περιγράφεται από τον συγγραφέα ως «πιόνι του ναζιστικού καθεστώτος», του οποίου η οικονομική πρόοδος «σχετίζεται άμεσα με τον εθνικοσοσιαλισμό». Επωφελούμενος από την «αρειοποίηση» των εβραϊκών επιχειρήσεων, ο Γκίντερ Κουάντ χρησιμοποίησε μέσω της καταναγκαστικής εργασίας πάνω από 50.000 εργάτες στα εργοστάσιά του.

Στην περίπτωση των Κουάντ, το πέπλο άρχισε να σηκώνεται το 2007 όταν ένας πρώην κρατούμενος σε στρατόπεδο εργασίας διηγήθηκε την εμπειρία του στα εργοστάσια της αυτοκινητοβιομηχανίας. Επειτα από εκείνη τη μαρτυρία οι έως τότε σιωπηλοί Κουάντ αποφάσισαν να προσφέρουν τα αρχεία τους στη διάθεση των ερευνητών.

Πηγή

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

Αυτή η Ελλάδα πολέμησε με τέσσερις στρατούς

Οι σημερινοί ηγέτες σε Ελλάδα και Κύπρο
να ακούσουν την φωνή του Λαού και να πουν «ΟΧΙ» στην ιμπεριαλιστική δουλεία
Του Χ.Κ. Λαζαρόπουλου
Όταν ήμουν παιδί είχα βρει μια φωτογραφία ταυτότητας του παππού Ευάγγελου. Ήταν ντυμένος με τη στολή του στρατιώτη και το δίκοχο. Δεν τον γνώρισα ποτέ γιατί έχει πεθάνει από το 1948, αλλά από την ιστορία του κατάλαβα τι σημαίνει να είσαι Ρωμιός. Τι σημαίνει να είσαι Έλληνας και πατριώτης.
Ο Ευάγγελος είχε γεννηθεί το 1908 στην Κωνσταντινούπολη. Σε ηλικία 11 χρονών έφυγε με την οικογένειά του αναζητώντας μια καλύτερη ζωή στη μητέρα πατρίδα, αφιλόξενη και σκληρή. Την αγάπησε κι έκανε προκοπή σε μια γειτονιά του Πειραιά που εκείνη την εποχή είχε περιβόλια, λίγα αρχοντικά και πεύκα.
Το 1940 πήγε στο μέτωπο να πολεμήσει και διέθεσε δύο λεωφορεία που είχε για τη μεταφορά των στρατιωτών. Συμμετείχε στην εποποιΐα του 1940 – 1941. Ήταν μεταξύ των απελευθερωτών της Βορείου Ηπείρου. Βοήθησε στην απόκρουση των τμημάτων που εισέβαλαν στη χώρα από τη Βουλγαρία κατά την εαρινή επίθεση των Ναζί την άνοιξη του 1941.
Ύστερα από ενάμισι χρόνο πολέμου γύρισε με τα πόδια στον Πειραιά. Λίγο πριν πεθάνει τον Δεκέμβριο του 1948 άφησε έξι γυναίκες πίσω του. Έλεγε στη γυναίκα του, τη Μάρω: «Να προσέχεις τα κορίτσια. Αυτές είναι η ζωή που χάσαμε… Είναι η Ελλάδα που ονειρευτήκαμε εμείς».
Κάπως έτσι σχηματίσθηκε στο μυαλό μου πώς πρέπει να είναι ένας Έλληνας. Να είναι αγωνιστής. Να είναι αγέρωχος. Να είναι περήφανος ακόμα και στις χειρότερες κακουχίες, ακόμα και στη μεγαλύτερη φτώχεια. Η αλήθεια είναι ότι οι γενιές που ακολούθησαν με κορυφαία αυτή τη λεγόμενη «γενιά του Πολυτεχνείου» δεν έχει καμμιά σχέση μ’ αυτούς τους Έλληνες.
Και για να μην παρεξηγηθώ, ο Έλληνας (με τη σημασία της λέξης κι όχι τον οποιοδήποτε άλλο προσδιορισμό που θυμίζει ρατσιστική ετικέτα) μοιάζει λίγο στον Ελύτη, στον Σικελιανό, στονΣεφέρη, στον Χατζηδάκι, στον Μίκη Θεοδωράκη. Έλληνας και πατριώτης ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς και κρίνεται θετικά εκ του αποτελέσματος. Έλληνας και πατριώτης ήταν ο Νίκος Μπελογιάννης που θυσιάστηκε άδικα για το ιδανικό της ελευθερίας και της δημοκρατίας.
Τι να δούμε σήμερα
Πέρα από τα κομματικά και ιδεολογικά χαρακώματα πρέπει να δούμε σε επετείους όπως είναι η σημερινή ποιες είναι οι δικές μας υποχρεώσεις για την πατρίδα μας. Πώς πρέπει να αλλάξουμε εμείς πρώτα τη σκέψη μας και τις πρακτικές μας ώστε να αναγκάσουμε και τους πολιτικούς να προσαρμοστούν ή να αποσυρθούν.
Στην πρώτη περίπτωση θα μιλάμε για ένα ημίμετρο. Στη δεύτερη περίπτωση, η οποία θα έρθει νομοτελειακά και με την αλλαγή μιας ολόκληρης γενιάς, θα δώσει το στίγμα μιας νέας εποχής, ενός νέου πατριωτικού οράματος για την Ελλάδα που θέλουμε.
Η Ελλάδα του 1940 ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση απ’ αυτήν που είναι σήμερα όσον αφορά στις παραγωγικές δομές και την προπαρασκευή. Μπορεί ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ και ο τότε δικτάτορας (και για πολλούς διορισμένος πρωθυπουργός) Ιωάννης Μεταξάς να φάνταζαν σκληροί και απρόσιτοι ηγέτες, ο δεύτερος ωστόσο γνώριζε πολύ καλά τη διαχείριση της εξουσίας και την άσκηση πολιτικής.
Ο επιτελάρχης της εποποιΐας των βαλκανικών πολέμων του 1912 – 1913 χρησιμοποιούσε μια φράση του Αισχύλου. «Μόνοι μες, (ο λληνες) ντίθετα π τος βαρβάρους, δν μετρομε ποτ τ πλθος το χθρο στν μάχη» έλεγε και δεν είχε άδικο.
Τέσσερις στρατοί έναντι των Ελλήνων
Αυτό μας δείχνουν τα στοιχεία. Η εποποιΐα του 1940 – 1941 δεν ανέδειξε την αρτιότητα και την αποτελεσματικότητα του Έλληνα αξιωματικού και δεν επιβεβαίωσε την ανάγκη εκπαίδευσης των στρατιωτών (υπηρετούτων, εφέδρων και επιστράτων πριν από το καλοκαίρι του 1940). Μαρτυρά ότι με το κατάλληλο ηθικό, η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει τέσσερις στρατούς ταυτοχρόνως. Απέναντι στον Ελληνικό Στρατό παρατάχθηκαν ο Ιταλικός, ο Γερμανικός, ο Αλβανικός και ο Βουλγαρικός.
Αυτό είναι ένα στοιχείο που ξεχνούν οι σημερινοί ιστορικοί και οι σημερινοί πολιτικοί «ηγέτες». Την ώρα που οι Ευρωπαίοι «εταίροι» εξαπολύουν χολή εναντίον της Ελλάδας θα πρέπει να γνωρίζουν ότι αυτή η χώρα, αυτός ο λαός, αντιστάθηκε – αγωνίστηκε – πολέμησε λιονταρίσια επί 219 ημέρες! Δεν παραδόθηκε από κόπωση. Δεν έπεσε όπως οι στρατιώτες στη γραμμή Μαζινώ. Παραδόθηκε μόνον όταν τελείωσε και η τελευταία σφαίρα από τα αποθεματικά μέσα στα οχυρά.
Η στρατιωτική αντίσταση
Στα αρχεία της Διευθύνσεως Ιστορίας Στρατού αναφέρεται σε έκδοση του 1945 που έγραψε ο ταγματάρχης Πυροβολικού Θεόδωρος Δρ. Βουδικλάρης αναφέρεται ότι μετά την Ελλάδα, η Νορβηγία αντιστάθηκε για 61 ημέρες στις δυνάμεις του Άξονα, η υπερδύναμη της εποχής Γαλλία μόλις 43 ημέρες, η Πολωνία 30, το Βέλγιο 18, η Ολλανδία τέσσερις και η Γιουγκοσλαβία μόλις τρεις.
Η Δανία που αγαπά ο ΓΑΠ
Παραδόθηκαν αμαχητί το Λουξεμβούργο, η Τσεχοσλοβακία και η αγαπημένη του Γιώργου Παπανδρέου, η Δανία. Ο άνθρωπος που θέλει να μετατρέψει τη χώρα μας σε Δανία του Νότου θα πρέπει να γνωρίζει ότι οι Δανοὶ “παραδώθηκαν σὲ ἕναν μοτοσικλετιστὴ τοῦ Χίτλερ, ὁ ὁποῖος μετέφερε στὸν Δανὸ βασιλιὰ απαίτηση τοῦ Χίτλερ γιὰ διέλευση τῶν ναζιστικῶν στρατευμάτων. Ο Δανὸς βασιλιὰς σὲ ἔνδειξη ὑποταγῆς παρέδωσε τὸ στέμμα του στὸν μοτοσικλετιστὴ γιὰ νὰ τὸ πάει στὸ Βερολίνο καὶ στὸν Χίτλερ”.
Ίσως με τέτοια πρότυπα ο κ. Παπανδρέου προωθεί την οικονομική υποταγή στα δόλια και ιμπεριαλιστικά συμφέροντα που προωθούν σε απόλυτη αρμονία με το πολυεθνικό βιομηχανικό κατεστημένο η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ και ο υπουργός της Βόλφγκαγκ Σόιμπλε.
Το καθήκον των σημερινών αξιωματικών, των σημερινών πολιτικών και όλων όσων θέλουμε να λεγόμαστε Έλληνες είναι να τιμήσουμε αυτήν την ιστορία. Να δείξουμε ότι είμαστε αντάξιοι αυτής της ιστορίας.
Οι απώλειες
Στις 219 ημέρες της στρατιωτικής αντίστασης και αντεπίθεσης στους εισβολείς σκοτώθηκαν 13.676 στρατιώτες. Οι Αλβανοί εκτέλεσαν 1.165 στην Πάργα, στο Μαργαρίτιο και στην Παραμυθιά. Οι Ιταλοί εκτέλεσαν 8.000 στρατιώτες, οι Βούλγαροί 25 χιλιάδες και οι Γερμανοί 50 χιλιάδες.
Οι απώλειες της Ελλάδος κόστισαν τη ζωή στο 10% του πληθυσμού όταν η γιγαντιαία Σοβιετική Ένωση έχασε το 2,8%, η Γαλλία το 2%, η Πολωνία 1,8% και η Γιουγκοσλαβία 1,7%.
Αυτές τις απώλειες, αυτές τις ζωές τιμούμε σήμερα κι όχι τα τρωκτικά που ροκανίζουν τον εθνικό πλούτο τις τελευταίες δεκαετίες. Οι κύκλοι και οι περίοδοι της Μεταπολίτευσης έκλεισαν. Ξεκίνησαν με την ανάγκη του εκδημοκρατισμού και κατέληξαν σε μια άτιμη υποδούλωση με οικονομικά στοιχεία σε ξένα κέντρα.
Τι κάνει η γενιά μας
Αφού εξευτέλισαν ο,τιδήποτε χαρακτήριζε τους Έλληνες, αφού τα «αμερικανάκια» που τους ρίχναμε φάπες στο σχολείο έγιναν trendy και must, αφού η ελληνική γλώσσα έγινε “greenglish” απέμεινε να θυμηθούμε τι έκαναν οι πατεράδες και οι παππούδες μας.
Το μήνυμα από τις ενέργειές τους είναι ένα: Αντίσταση σε ό,τι στρέφεται κατά της εθνικής κυριαρχίας, της λαϊκής κυριαρχίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Οι Ούννοι της Μέρκελ δεν ξέχασαν τις εμμονές τους. Για να δείξουν πως είναι δήθεν ανώτερος λαός επιδιώκουν να υποδουλώσουν με οικονομικά μέσα κατ’ αρχήν ένα λαό με τέτοια ιστορία και τέτοιο υπόβαθρο όπως ο ελληνικός.
Όπως οι πατέρες και παππούδες μας είπαν όχι στον φασισμό τότε, έτσι πρέπει να πούμε κι εμείς όχι σ’ αυτόν τον πλουτοκρατικό, απάνθρωπο και αντιδημοκρατικό ιμπεριαλισμό που θέλει να μας μετατρέψει σε ανθρωπόμορφους πίθηκους.
Είναι υποχρέωση των ηγετών μας σε Ελλάδα και την Κύπρο να ακούσουν την φωνή του Λαού.
ΠΗΓΗ
http://www.arkoleon.com/?p=1158 

Ὁ Φάκελος τῆς Ἑλλάδος Τὶ ἔκανε ἡ Ἑλλὰς καὶ τὶ δὲν κάναν οἱ ἄλλοι..τό 1940-44

Βέβαια,αύτά τώρα τά έχουν ξεχάσει,οί τότε φίλοι μας καί σύμμαχοι....

(Λάζαρος Πηνιάτογλου, 29ο τεῦχος τῆς σειρᾶς Ε.Ε.Α. (Ἐκδόσεις «Ἑλληνικοῦ Αἵματος»), Σεπτέμβριος 1944)
    Ὁ δημοσιογράφος καὶ ἀγωνιστὴς Λάζαρος Πηνιάτογλου (1909-1945), ἐν ὄψει τοῦ τέλους τοῦ πολέμου, παρουσιάζει ἕνα προσχέδιο τοῦ «Φακέλου τῆς Ἑλλάδος», ἀντιπαραθέτοντας σὲ δύο στῆλες, σημεῖο πρὸς σημεῖο, «τὶ ἔκανε ἡ Ἑλλὰς καὶ τὶ δὲν κάναν οἱ ἄλλοι», σὲ κάθε ἕναν ἀπὸ τοὺς ἀκόλουθους τομεῖς.










ΠΗΓΗ

http://pheidias.antibaro.gr/1940/piniatoglou.htm