Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ

Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2014

ΤΑ ΜΟΥΣΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ


Οι αρχαίοι Έλληνες έδιναν θεϊκή προέλευση στα πάντα και φυσικά και στη Μουσική.---- Έτσι, έπλασαν τις Μούσες. Αυτές οι θεές, εννιά τον αριθμό (Κλειώ, Ευτέρπη, Θάλεια, Μελπομένη, Τερψιχόρη, Ερατώ, Πολύμνια, Ουρανία, Καλλιόπη), ήταν κόρες του Δία και της Μνημοσύνης. Για αρχηγό τους (Μουσηγέτη) είχαν τον Απόλλωνα που ήταν θεός του φωτός, της μαντικής, της μουσικής και της ποίησης.--- Οι Μούσες, αν και έμεναν μόνιμα στον Όλυμπο, εύρισκαν τον καιρό και κατέβαιναν κρυφά για να εμπνεύσουν όσους θνητούς συμπαθούσανε. Από την αρχαία ελληνική μουσική δε διασώθηκαν μέχρι σήμερα παρά ελάχιστα γραπτά μουσικά αποσπάσματα .Τα πιο γνωστά όργανα της αρχαίας μουσικής ήταν τα εξής:
H ΛΥΡΑ : 

Το πλέον διαδεδομένο έγχορδο της αρχαίας Ελλάδας, ένα μουσικό όργανο ιδιαίτερα δημοφιλές αφού δεν ήταν όργανο απαραίτητα των επαγγελματιών. Σύμβολο του Απόλλωνα, η λύρα δεν χρησιμοποιείτο σε εκδηλώσεις σε ανοιχτούς χώρους, ενώ ήταν το κατεξοχήν όργανο για εκπαίδευση των νέων. Μπορεί να χαρακτηριστεί ως το εθνικό όργανο των αρχαίων Ελλήνων. 
Η ΦΟΡΜΙΓΞ :

Η παλαιότερη ίσως μορφή / εκδοχή της αρχαίας κιθάρας, κατεξοχήν συνδεδεμένη με την απόδοση από ραψωδούς των ομηρικών επών. Θεωρείτο ιερό όργανο και ίσως υπήρξε το πιο αρχαίο έγχορδο.
Η ΚΙΘΑΡΙΣ
Συνήθως με τετράγωνη βάση είναι το μουσικό όργανο που απαιτεί δεξιοτεχνία γι’αυτό χαρακτηρίζεται ως το όργανο των επαγγελματιών κιθαρωδών και των μεγάλων μουσικών αγώνων. Μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένας πιο τελειοποιημένος τύπος λύρας με περισσότερες χορδές (7 ή 8 χορδές στην κλασσική εποχή ενώ αργότερα συναντούμε και όργανα με περισσότερες) και πιο δυνατό ήχο.
Η ΒΑΡΒΙΤΟΣ :

Με πιο μεγάλους βραχίονες και ως εκ τούτου με πιο μεγάλες χορδές, το μουσικό αυτό όργανο έχει χαμηλότερη έκταση, και ήχο γλυκύτερο και πιο βαρύ από εκείνο της λύρας.

Η ΠΑΝΔΟΥΡΑ Ή ΠΑΝΔΟΥΡΙΣ :



Τρίχορδο όργανο, πρόγονος του λαούτου, ονομαζόμενο από τους αρχαίους και ως τρίχορδον.

 Πνευστά

Ο ΑΥΛΟΣ & Ο ΔΙΑΥΛΟΣ :
Το σημαντικότερο αρχαιοελληνικό πνευστό, χρησιμοποιείτο σε όλες σχεδόν τις ιδιωτικές και δημόσιες τελετές, στους εθνικούς αγώνες, στις πομπές και φυσικά στις παραστάσεις τραγωδίας. Είχε χαρακτήρα οργιαστικό και ήταν συνδεδεμένος με την λατρεία του θεού Διονύσου.
Η ΣΥΡΙΓΞ :
Πνευστό ιδιαίτερα ταπεινής θέσης, χρησιμοποιείτο ευρύτατα από τους ποιμένες ήταν μάλιστα συνδεδεμένη με τον θεό Πάνα – η πολυκάλαμη εκδοχή του οργάνου ονομαζόταν μάλιστα «σύριγγα του Πανός». Η σύριγγα δεν χρησιμοποιείτο για καλλιτεχνικούς σκοπούς.

Η ΣΑΛΠΙΓΞ :

Κατασκευασμένη από χαλκό. Δεν χρησιμοποιούνταν για καθαρά μουσικούς σκοπούς, αλλά για πολεμικά σαλπίσματα καθώς και για τελετουργικούς σκοπούς.

ΤΟ ΚΟΧΥΛΙ :


Μια φυσική σάλπιγγα. Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν συνήθως τρίτωνα ή κάσση ή στρόμβο.

Κρουστά

ΤΟ ΤΥΜΠΑΝΟ :

Όργανο κατεξοχήν «γυναικείο», χρησιμοποιείτο περισσότερο στις οργιαστικές λατρείες – πχ Βακχικές. Όπως και όλα εξάλλου τα κρουστά, δεν χρησιμοποιείτο για καθαρά μουσικούς σκοπούς, αλλά κυρίως σε τελετές και λατρευτικού χαρακτήρα θρησκευτικές εκδηλώσεις.
ΤΑ ΚΡΟΤΑΛΑ Ή ΚΡΕΜΒΑΛΑ :

Ξύλινα κρουστά αντίστοιχα με τις σημερινές καστανιέτες. Χρησιμοποιούνταν για να κρατάνε τον ρυθμό των χορευτών και συνήθως τα κρατούσαν γυναίκες.

ΤΑ ΚΥΜΒΑΛΑ :


 Κατασκευασμένα από μέταλλο, συνδέονταν κατεξοχήν με την διονυσιακή λατρεία και τελετές. Είχαν ασιατική προέλευση και μολονότι χρησιμοποιούντο δεν θεωρούντο όργανα με ουσιαστική αξία.

ΤΟ ΣΕΙΣΤΡΟ :

Κρουστό αφρικανικής / αιγυπτιακής προέλευσης που με τον οξύ του ήχο αποτελούσε ένα είδος ρυθμικής συνοδείας.
ΠΗΓΕΣ:http://www.lyravlos.gr/ancient-greek-instruments.asp
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΤΑ ΜΟΥΣΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ "

Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2014

Πόσα τεθωρακισμένα, αεροπλάνα και πολεμικά πλοία διαθέτει κάθε έθνος;

IISS: 40.000 άρματα μάχης συγκεντρώνουν 15 χώρες    
IISS: 40.000 άρματα μάχης συγκεντρώνουν 15 χώρες  (IISS)Ποια χώρα διαθέτει τα περισσότερα χρήματα για τις ένοπλες δυνάμεις της; Πόσα τεθωρακισμένα, αεροπλάνα και πολεμικά πλοία διαθέτει κάθε έθνος; Αυτά τα ερωτήματα διευκρινίζει η ετήσια έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (IISS). Για μια φορά ακόμη οι Βρετανοί ερευνητές κατατάσσουν και για το 2014 τα έθνη βάσει της στρατιωτικής τους ισχύ - και διακινδυνεύουν μια τεκμηριωμένη αξιολόγηση της παγκόσμιας στρατιωτικής ισορροπίας.
Παρά το γεγονός ότι οι εξεργέσεις και οι επιχειρήσεις καταστολής και σταθεροποίησης έχουν καταστεί προτεραιότητα για πολλές ένοπλες δυνάμεις κατά την τελευταία δεκαετία, ένας μικρός αριθμός κρατών συνεχίζει να σχεδιάζει συμβατικά – για απρόβλεπτες μεγάλης έντασης επιχειρήσεις, και να διατηρήσει τον εξοπλισμό που ταιριάζει καλύτερα.
Η ετήσια έκδοση "Military Balance 2014" του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (IISS) καταγράφει περίπου 60.000 άρματα μάχης στην ενεργό υπηρεσία σε όλο τον κόσμο (δηλαδή εκτός εκείνων που βρίσκονται σε καθεστώς μακροχρόνιας αποθήκευσης κ.οκ.) Από αυτά, πάνω από 40.000 συγκεντρώνονται στο δυναμικό μόλις 15 χωρών: Αλγερία, Κίνα, Αίγυπτος, Ελλάδα, Ινδία, Ιράν, Βόρεια και Νότια Κορέα, Πακιστάν, Ρωσία, Συρία, Τουρκία, Ουκρανία, Ηνωμένες Πολιτείες και Βιετνάμ. Αυτή η λίστα περιλαμβάνει πιθανούς μονομάχους σε πολλές από τις καυτές περιοχές του παγκόσμιου χάρτη, όπως την κορεατική χερσόνησο και την ινδική υποήπειρο.
Η «Στρατιωτική Ισορροπία 2014» από το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών για την ετήσια αξιολόγηση στρατηγικών μελετών των στρατιωτικών και των οικονομικών δυνατοτήτων του τομέα της άμυνας από 171 χώρες σε όλο τον κόσμο, που κυκλοφορεί επίσημα από τις 5 Φεβρουαρίου, είναι ένα βασικό εργαλείο για εκείνους που εμπλέκονται στις λήψεις αποφάσεων της πολιτικής της ασφάλειας. (IISS)Σχεδόν το ήμισυ του παγκόσμιου συνόλου αποτελείται από σοβιετικά / ρωσικά σχέδια, κυρίως ως συνέπεια της παραγωγής από τη σοβιετική εποχή και τα προγράμματα στρατιωτικής βοήθειας, με το Τ-72 να παραμένει με περίπου 10.000 κομμάτια ακόμη σε λειτουργία. Η Κίνα εξακολουθεί να έχει το μεγαλύτερο ενεργό στόλο, παρά τη μικρή μείωση που προκύποτει από την πρόσφατη μετατροπή των τεθωρακισμένων μεραρχιών σε ταξιαρχίες.
Η «Στρατιωτική Ισορροπία 2014» από το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών για την ετήσια αξιολόγηση στρατηγικών μελετών των στρατιωτικών και των οικονομικών δυνατοτήτων του τομέα της άμυνας από 171 χώρες σε όλο τον κόσμο, που κυκλοφορεί επίσημα από τις 5 Φεβρουαρίου, είναι ένα βασικό εργαλείο για εκείνους που εμπλέκονται στις λήψεις αποφάσεων της πολιτικής της ασφάλειας.
http://www.fox2magazine.net/
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Πόσα τεθωρακισμένα, αεροπλάνα και πολεμικά πλοία διαθέτει κάθε έθνος;"

Συνέντευξη του Ν. Λυγερού στο REAL FM 97.8 FM, 04/02/2014

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Συνέντευξη του Ν. Λυγερού στο REAL FM 97.8 FM, 04/02/2014"

Κβαντική Αποκάλυψη

Κβαντική φυσική και φιλοσοφία ------
Κατά την παραδοσιακή ή νευτώνεια φυσική, κάθε φαινόμενο της φύσης πρέπει να εξηγείται κατά τρόπο μηχανιστικό, δηλαδή ως αποτέλεσμα μιας αιτίας. H αιτιοκρατική και μηχανιστική αυτή αντίληψη της παραδοσιακής φυσικής κορυφώθηκε με τον ισχυρισμό του Laplace, σύμφωνα με τον οποίο όχι μόνο μπορούμε να γνωρίσομε την παρούσα φάση του σύμπαντος, αλλά, βάσει των κατάλληλων μετρήσεων, είμαστε σε θέση να γνωρίζομε και τη μελλοντική του κατάσταση (αιτιοκρατία).

Μία άλλη θεμελιώδης έννοια της παραδοσιακής φυσικής είναι η θεωρία για την αντικειμενικότητα της ύλης. Κατά την ατομική θεωρία του Dalton, ορισμένως, τα πράγματα υπάρχουν ανεξάρτητα από τη συνείδηση μας ως συνθέσεις συμπαγών ατόμων.





H κβαντική φυσική – μία από τις μεγαλύτερες επαναστάσεις στην ιστορία της επιστήμης της φυσικής, που έλαβε την ονομασία της από τα κβάντα, με τα οποία αποδίδεται η στοιχειώδης ποσότητα εκπεμπόμενης ακτινοβολίας, και διαμορφώθηκε μέσω των ερευνών του Louis de Broglie, του Werner Heisenberg, του Paul Dirac και του Neils Bohr - αναίρεσε, μεταξύ άλλων, τα παραπάνω χαρακτηριστικά της παραδοσιακής φυσικής.

Έτσι, στο πλαίσιο της κβαντικής φυσικής, υποστηρίχθηκε ότι, εν αντιθέσει προς την έννοια της αντικειμενικότητας της ύλης, στοιχειώδη σωματίδια, όπως τα φωτόνια, τα ηλεκτρόνια και τα κουάρκς, δεν υφίστανται ως πράγματα, ως υλικά στοιχεία, αλλά ως κυματοδέσμη με δυναμικό χαρακτήρα.

Αυτό σημαίνει ότι ο υλικός κόσμος δεν απαρτίζεται, όπως υπέθεσαν οι εκπρόσωποι της παραδοσιακής φυσικής, από άτμητα υλικά άτομα αλλά ότι βρίσκεται σε ένα διαρκές καθεστώς άπειρων και εύπλαστων δυνατοτήτων.Κατ’ αντιδιαστολή προς την άποψη της αιτιοκρατίας, εξάλλου, ο Heisenberg διατύπωσε την αρχή της απροσδιοριστίας, σύμφωνα με την οποία είναι αδύνατον να επισημανθούν επακριβώς τα χαρακτηριστικά ενός υποσωματιδίου σε μία δεδομένη στιγμή χωρίς να αλλάξουν την επόμενη. Και τούτο, γιατί η ίδια η διαδικασία της παρατήρησης, μέσω της οποίας, π.χ., μετρούμε μία ιδιότητα ενός φωτονίου, αλλάζει κάποια άλλη του ιδιότητα. Αυτό σημαίνει ότι ο ίδιος ο παρατηρητής παρεμβαίνει στη φύση του παρατηρούμενου αντικειμένου.

H ερμηνεία αυτή προβλήθηκε από τα μέλη της λεγόμενης σχολής της Κοπεγχάγης και ιδιαίτερα από τον αρχηγό της Bohr. Άμεση συνέπεια της ερμηνείας αυτής ήταν η κατάρριψη της άποψης της αιτιοκρατίας. Επειδή δεν μπορούμε να προσδιορίσομε τις ιδιότητες των υποσωματιδίων, παρά μόνον αφού έχομε ήδη παρέμβει στη φύση των ιδιοτήτων αυτών μέσω της παρατήρησης, έπεται ότι δεν μπορούμε να προβλέψομε τις μελλοντικές των κινήσεις.

O Αϊνστάιν δεν δέχθηκε την αντιρεαλιστική αυτή θέση. «Ο Θεός δεν παίζει ζάρια», αναφώνησε αναφερόμενος στην ερμηνεία του Bohr. «Μην λες στο Θεό τι να κάνει και τι να μην κάνει!», λέγεται πως ήταν η πληρωμένη απάντηση του Bohr στον Αϊνστάιν.

O Bohr, ο οποίος αντιλαμβανόταν το σύμπαν ως ένα διαρκώς ανοικτό ορίζοντα πιθανοτήτων και δυνατοτήτων, επέμεινε στην άποψη του αυτή παρά τους ισχυρισμούς του Αϊνστάιν για το αντίθετο. Κλασικό, εν προκειμένω, είναι το νοητό πείραμα του Αυστριακού φυσικού Erwin Schrodinger, γνωστό ως η γάτα του Σρέντινγκερ. Σύμφωνα με το πείραμα αυτό, μία γάτα βρίσκεται σε ένα απολύτως σκοτεινό κουτί, το οποίο συνδέεται με ένα μηχανισμό αποτελούμενο από ένα μετρητή Γκάιγκερ, μία φιάλη δηλητηρίου και ελάχιστη ποσότητα ραδιενεργού υλικού.

Οι πιθανότητες να συμβεί κάποια διάσπαση ενός ατόμου του ραδιενεργού υλικού είναι 5θ%. Αν συμβεί τούτο, τότε θα ενεργοποιηθεί ο μετρητής, πράγμα που θα έχει ως συνέπεια ο μηχανισμός να σπάσει το φιαλίδιο και να δηλητηριαστεί η γάτα. Αν δεν συμβεί η διάσπαση, δεν θα απελευθερωθεί το δηλητήριο και η γάτα θα εξακολουθεί να ζει.

O Σρέντινγκερ υποστήριξε ότι, από την πλευρά της κβαντικής θεωρίας, μέχρι ο παρατηρητής να ανοίξει το κουτί και να διαπιστώσει την έκβαση του φαινομένου, η γάτα δεν είναι ούτε ζωντανή ούτε νεκρή. Έως τότε, όμως, καμιά πρόβλεψη ως προς το αν η γάτα είναι ζωντανή ή νεκρή δεν μπορεί να υποστηριχθεί.

Προκειμένου να ελέγξει τη θεωρία της απροσδιοριστίας, ο Αϊνστάιν διεξήγαγε το γνωστό νοητό πείραμα EPR, το οποίο έλαβε την ονομασία αυτή από τα αρχικά των τριών επιστημόνων που συμμετείχαν σε αυτό -του Αϊνστάιν [Einstein], του Podolsky και του Rosen. Το πόρισμα του πειράματος αυτού ήταν πως ένα υποσωματίδιο μπορεί να επιδρά σε ένα άλλο υποσωματίδιο, που στην αρχή ήταν μαζί και χωρίστηκαν οπότε βρίσκονται μακριά το ένα από το άλλο. Ακόμη και αν φαινομενικά ουδεμία σύνδεση υπάρχει μεταξύ των σωματιδίων, εν τούτοις μπορούν να επιδρούν το ένα επί του άλλου (φαινόμενο διεμπλοκής).





Έτσι, αίρεται κάθε μορφής αιτιοκρατία, αφού τα κβαντικά φαινόμενα εξηγούνται, μόνον εάν πολλές και διαφορετικές διαδικασίες συμβαίνουν ταυτόχρονα χωρίς αιτιακή εξάρτηση της μιας από την άλλη. Κατά τον Μπορ, οι φιλοσοφικές συνέπειες της ερμηνείας των κβαντικών φαινομένων από τη σχολή της Κοπεγχάγης υπήρξαν τόσο εντυπωσιακές, όσο εκείνες της κοπερνίκειας επανάστασης. Το γεγονός ότι ο παρατηρητής μετέχει μέσω της διαδικασίας της παρατήρησης στα αποτελέσματα των μετρήσεων σημαίνει ότι δεν μπορούμε να έχομε ακριβείς μετρήσεις των φυσικών φαινομένων.

Έτσι, υποστηρίχθηκε μία νέα μορφή αγνωσιαρχίας, σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχει μία αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά υφίστανται πολλές μορφές πραγματικότητας εξαρτημένες από το πρόσωπο που τις μετρά και τις λογίζεται.

O φυσικός Hugh Everett διατύπωσε το 1957 τη θεωρία των πολλών ή παράλληλων συμπάντων θεμελιώνοντας στην κβαντική φυσική την υπόθεση του Λάιμπνιτς για τους δυνατούς κόσμους, ότι δηλαδή ο κόσμος εντός του οποίου ζούμε δεν είναι ο μόνος κόσμος που μπορεί να υπάρχει. H θεωρία των παράλληλων κόσμων παραπέμπει σε ριζοσπαστικές ερμηνείες, όπως ότι, παράλληλα προς το δικό μας σύμπαν, θα μπορούσε θεωρητικά να υπάρχει και ένα άλλο σύμπαν όμοιο με το δικό μας, από όπου, όμως, μπορεί να απουσιάζει η ζωή, επειδή οι συνθήκες δεν το επέτρεψαν.

Τέτοιες υποθέσεις αντιμετωπίζονται μεν από πολλούς φυσικούς επιστήμονες και φιλοσόφους με σκεπτικισμό, πλην όμως ερεθίζουν το στοχασμό και δημιουργούν νέα ερωτήματα για την υφή του κόσμου και τη σχέση του ανθρώπου προς τον τελευταίο αυτό.

Από το «Λεξικό της Φιλοσοφίας» του Θ. Πελεγρίνη

ΠΗΓΗ

ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟ ΕΝΑΤΟ ΚΥΜΑ
........................................................................................................................................................
Στο παρακάτω βίντεο θα δείτε επιστήμονες να μιλάνε για την πραγματικότητα της ύπαρξης. Όλα όσα λένε είναι πραγματικότητα... και υπάρχει περίπτωση να έρθετε σε πολύ δύσκολη θέση ψυχολογικά να χωνέψετε αυτή την αλήθεια.







Την πληροφορία αυτή, ως άνθρωποι, δεν θα έπρεπε σε καμία περίπτωση να την ξεσκαλίσουμε και να την γνωρίσουμε... είναι το τελευταίο σκαλοπάτι της γνώσης... διότι έχοντας αυτή τη γνώση στο μυαλό σου, "χάνονται" πολλές αξίες της ζωής σου... όσον αφορά την αντίληψή σου για την ζωή.



http://www.defencenet.gr/defence
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Κβαντική Αποκάλυψη "

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014

Πολιτικοί «νάνοι» ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΩΝ γκρίζαραν τα Ιμια

Του ΜΙΧΑΛΗ ΙΓΝΑΤΙΟΥ--


Πέρασαν 18 χρόνια από την κρίση των Ιμίων, όταν οι τότε πολιτικοί ηγέτες αποδείχθηκαν «νάνοι» αποδεχόμενοι διπλωματική ήττα και «γκριζάρισμα» μιας περιοχής του Αιγαίου που βεβαίως αποτελεί ελληνικό έδαφος, κάτι που ουδείς αμφισβητεί εκτός της πάντα προκλητικής Τουρκίας.---Εχο­ντας στην ουσία να αντιμετωπίσουν μόνο την Τουρκία, αφού οι Αμερικα­νοί για πρώτη φορά στη νεότερη ελληνική ιστορία επέλεξαν να είναι «ανεξάρτητοι» και έπαιξαν την Αθήνα και την Αγκυρα επί ίσοις όροις, ο τότε πρωθυπουρ­γός Κώστας Σημίτης προτίμησε, χωρίς δεύτερη κουβέντα, τη διπλωματική λύση, ακόμα και αν αυτή αποδείχθηκε όχι καλή για τα ελληνικά συμφέροντα.

Δεν είμαι από αυτούς που υποστηρίζουν πολέμους και άλλες παρόμοιες λύσεις, εκτός εάν εξαναγκαστεί ένα κράτος να αμυνθεί απέναντι σε εχθρική επίθεση. Στις περιπτώσεις αυτές οι λαοί πολεμούν και τα δίνουν όλα.

Στην Κύπρο χάσαμε τον πόλεμο, που μας επιβλήθηκε, επειδή είμασταν μόνοι μας, 500 χιλιάδες ψυχές, διχασμένοι από ένα απαίσιο εμφύλιο.

Και είχαμε να αντιμετωπίσουμε την Τουρκία των 50 εκατομμυρίων τότε, που την υποστήριζαν οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί.

Ούτε χρησιμοποιώ τις λέξεις «προδότης» και «προδοσία» – είναι πολύ βαριές για τον πολιτισμό μου.

Η κρίση στα Ιμια προκλήθηκε βασικά από τους δημοσιογράφους.

Το γράφω και επιμένω, διότι οι εκπρόσωποι των ΜΜΕ ήταν κατώτεροι των περιστάσεων.

Ξεκίνησαν τις προκλήσεις οι Τούρκοι και ακολούθησαν οι δικοί μας ανεγκέφαλοι, σε σημείο που η κατάσταση ξέφυγε και η Ελλάδα με την Τουρκία έφτασαν στο χείλος του πολέμου, όπως μετέδιδαν τότε κινδυνολογώντας τα διεθνή τηλεοπτικά δίκτυα.

Εχω μελετήσει σωρεία αμερικανι­κών εγγράφων για το θέμα. Αρκετά δημοσιεύθηκαν στο σχετικό βιβλίο που έγραψα μαζί με τον συνάδελφο Αθ. Ελλις, και πολλά έγιναν κτήμα μου αργότερα ερευνώντας τη συμφωνία της Μαδρίτης, μεταξύ του κ. Σημίτη και του προέδρου της Τουρκίας Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ.

Το συμπέρασμά μου με βάση τα έγγραφα των Αμερικανών, είναι ότι δεν ήταν σχεδιασμένη η κρίση και δεύτερον ότι η Ελλάδα έχασε έναν αγώνα πριν μπει καν στο γήπεδο.

Και αυτό συνέβη επειδή όπως και ο κ. Παπανδρέου τον Μάιο του 2010, έτσι και ο κ. Σημίτης φοβήθηκε το πολιτικό και κομματικό (θα έλεγα) κόστος.

Ο πρώτος στηρίχθηκε στους Γερμανούς, που τον άδειασαν, και ο δεύτερος στους Αμερικανούς που του πρόσφεραν “λύση”.

Ο τότε πρωθυπουργός άρπαξε ανα­κουφι­σμένος ό,τι του προσέφεραν, γνωρίζοντας ότι οι βραχονησίδες των Ιμίων θα είναι πλέον αμφισβητούμενη περιοχή.

Ο κ. Πάγκαλος κατηγορήθηκε απ’ όλους για τη συμφωνία των Ιμίων και αποχώρησε από την πολιτική με το στίγμα της απόσυρ­σης της σημαίας.

Την ευθύνη για την «γκριζοποίηση» ελληνικού εδάφους έπρε­­­­­­­­πε να αναλάβει μαζί του και ο τότε πρωθυπουργός.

Διότι όσοι τον γνωρίζουν διαβεβαιώνουν ότι δεν θα άφηνε ποτέ τον υπουργό των Εξωτερικών, και δη τον κ. Πάγκαλο, να κάνει του κεφαλιού του…

Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο “Εθνος της Κυριακής” στις 2 Φεβρουαρίου 2014


http://national-pride.org/2014/02/03/%cf%80%ce%bf%ce%bb%ce%b9%cf%84%ce%b9%ce%ba%ce%bf%ce%af-%ce%bd%ce%ac%ce%bd%ce%bf%ce%b9-%ce%b3%ce%ba%cf%81%ce%af%ce%b6%ce%b1%cf%81%ce%b1%ce%bd-%cf%84%ce%b1-%ce%b9%ce%bc%ce%b9%ce%b1/
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Πολιτικοί «νάνοι» ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΩΝ γκρίζαραν τα Ιμια"

Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2014

ΟΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ

1. Ἡ ἔννοια «διάλεκτος».---
Κάθε γλῶσσα μιλιέται κατὰ τόπους διαφορετικά. Αὐτὲς οἱ κατὰ τόπους (δηλ. οἱ γεωγραφικὲς) παραλλαγὲς τῆς γλώσσας ὀνομάζονται διάλεκτοι.-------
Ἡ δημιουργία διαλέκτων εἶναι μία περίπλοκη διαδικασία ποὺ συνδέεται μὲ ποικίλους ἐνδο- ἀλλὰ καὶ ἐξωγλωσσικοὺς (κοινωνικούς, ἱστορικοὺς κ.ἄ.) παράγοντες. Ἄλλωστε ἡ ποικιλία στὴ γλῶσσα, εἴτε σὲ γεωγραφικὸ (βλ. διάλεκτοι) εἴτε σὲ κοινωνικὸ εἴτε σὲ ἀτομικὸ ἐπίπεδο ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς βασικότερες ἰδιότητές της, ὅπως συμβαίνει σὲ πολλὲς ἄλλες ἐκφάνσεις τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ καὶ γενικὰ τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητας. Ἔτσι γιὰ παράδειγμα, καὶ γιὰ νὰ παραμείνουμε στὸ γεωγραφικὸ ἐπίπεδο, ὅπως ὑπάρχει ἔντονη ποικιλία στὶς παραδοσιακὲς ἐνδυμασίες, στὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα, στὴν παραδοσιακὴ μουσικὴ καὶ τοὺς χορούς, στὴν παραδοσιακὴ ἀρχιτεκτονική, τὴν κουζίνα κ.λπ., κατὰ ἀνάλογο τρόπο ἔχει καὶ ἡ γλῶσσα κατὰ τόπους διαφορετικὴ μορφή. Ἡ σταδιακὴ διάσπαση μίας ἀρχικὰ «ἑνιαίας» γλώσσας σὲ γεωγραφικὲς παραλλαγές, δηλ. σὲ διαλέκτους, μπορεῖ νὰ ἐνισχυθεῖ ἀπὸ ἐξωγλωσσικοὺς παράγοντες, ὅπως π.χ. ἡ γεωγραφικὴ ἀπομόνωση ὁμόγλωσσων περιοχῶν μεταξύ τους ἐξαιτίας φυσικῶν ἐμποδίων (ὀροσειρές, μεγάλα ποτάμια, θάλασσες) ἢ ὁ πολιτικὸς κατακερματισμὸς τοῦ γλωσσικοῦ χώρου (π.χ. στὸν ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κόσμο) ποὺ εὐνοοῦν τὴν ἀραίωση ἢ καὶ τὴν πλήρη ἔλλειψη ἐπικοινωνίας μεταξὺ ὁμόγλωσσων πληθυσμῶν ἀπὸ διάφορες περιοχές, καθὼς καὶ ἀπὸ ἄλλους ἰδιαίτερους σὲ κάθε περίπτωση παράγοντες.



Οἱ διάλεκτοι ἀποτελοῦν πλήρη γλωσσικὰ συστήματα, τὰ ὁποῖα, ὅπως καὶ κάθε μορφὴ γλώσσας, ἐξυπηρετοῦν κατὰ τὸν καλύτερο δυνατὸ τρόπο τὶς ἐπικοινωνιακὲς ἀνάγκες τῶν χρηστῶν τους. Ἔτσι δὲν ἐπιδέχονται κανενὸς εἴδους ἀξιολόγηση ὡς πρὸς τὴ λειτουργικότητά τους ἢ γενικὰ τὴν «ἀξία» τους, ὅπως κι ἂν τὴν ἐννοήσουμε. Μὲ ἄλλα λόγια δὲν εἶναι οὔτε «καλύτερες» ἀλλὰ οὔτε καὶ «χειρότερες» ἀπὸ τὴν ἐπίσημη γλῶσσα. Γεννιοῦνται μέσα ἀπὸ διαδικασίες ποὺ ἀνέκαθεν λάμβαναν χώρα σὲ ὅλες τὶς γλῶσσες, καὶ σὲ καμία περίπτωση δὲν πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζονται ὡς «παραφθορές». Ὁ συνήθης καὶ πιὸ διαδεδομένος τρόπος ἀντιμετώπισής τους (τουλάχιστον στὴν περίπτωση τῆς Νέας Ἑλληνικῆς) γενικὰ δὲν εἶναι θετικός, γεγονὸς ποὺ ὀφείλεται στὸ ὅτι στὸ σύνολό τους οἱ διάλεκτοι ἀποκλίνουν ἀπὸ τὴν ἐπίσημη γλῶσσα-πρότυπο, ἡ ὁποία στὰ μάτια τῶν περισσοτέρων ὁμιλητῶν (ἀκόμη καὶ τῶν διαλεκτόφωνων) εἶναι ἡ μόνη «σωστὴ» γλῶσσα. Ἐπιπλέον διατηροῦνται πλέον κυρίως στὸ λόγο ἀνθρώπων περιορισμένης μορφώσεως, ἐνῶ παλαιότερα χρησιμοποιοῦνταν ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀπάρτιζαν τὶς τοπικὲς κοινωνίες. Τέλος, στὴ συντριπτική τους πλειονότητα οἱ διάλεκτοι δὲν διαθέτουν λογοτεχνικὴ παράδοση καὶ ἡ χρήση τους παρέμεινε ἀποκλειστικὰ σχεδὸν προφορική, ἐξυπηρετώντας τὶς ἐπικοινωνιακὲς ἀνάγκες κυρίως ἀγροτοποιμενικῶν κοινωνιῶν1. Ἐξαίρεση ἀποτελοῦν διάλεκτοι ὅπως ἡ Κρητική, ἡ ὁποία ὑπῆρξε τὸ γραπτὸ ὄργανο σημαντικῆς λογοτεχνικῆς παραγωγῆς μέχρι τὸ 1669 (ὁπότε καὶ ἡ Κρήτη ἐντάχθηκε στὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία), ἢ διάλεκτοι, οἱ ὁποῖες συνδέονται στενὰ μὲ τὴν ταυτότητα τῶν πληθυσμῶν ποὺ τὶς μιλοῦν, καὶ ἀποκτοῦν ἔντονα συμβολικὸ χαρακτήρα, εἰδικὰ ἂν μιλιοῦνται σὲ περιβάλλον κατὰ πλειοψηφία ἀλλόγλωσσο (π.χ. ἡ Ποντιακὴ σὲ πλειοψηφία τουρκόφωνων στὴ Μικρὰ Ἀσία πρὶν τὸ 1922) ἢ ἀποτελοῦν πολύτιμα κατάλοιπα παλαιότερων ἐποχῶν, ὅπως εἶναι οἱ σημερινὲς ἑλληνικὲς διάλεκτοι τῆς Κάτω Ἰταλίας (Ἀπουλίας καὶ Καλαβρίας).



Τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ διάλεκτοι, ἐκτὸς ἐξαιρέσεων, χρησιμοποιοῦνται μόνο στὸν προφορικὸ λόγο, δημιουργεῖ στὸ μὴ ἐξειδικευμένο κοινὸ μία αἴσθηση «ἀνεπάρκειας» τῶν διαλέκτων ὡς ἐπικοινωνιακῶν συστημάτων. Γιὰ τὴν ἐπιστήμη τῆς γλωσσολογίας ὅμως ἡ ἀντιμετώπιση αὐτὴ θεωρεῖται ἐσφαλμένη, ἐπειδὴ οἱ διάλεκτοι εἶναι, ὅπως καὶ ἡ ἐπίσημη γλῶσσα, λειτουργικῶς πλήρη συστήματα. Γιὰ παράδειγμα, τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν ὑπάρχουν σὲ αὐτὲς ὅροι π.χ. τῆς τεχνολογίας ἢ τῆς σύγχρονης διοίκησης δὲν σχετίζεται μὲ ἐγγενῆ συστημικὴ ἀνεπάρκεια ἀλλὰ μὲ τὴ δομὴ καὶ τὴ λειτουργία τῶν κοινωνιῶν, τῶν ὁποίων ἀποτέλεσαν δημιούργημα καὶ ἐπικοινωνιακὸ μέσο. Ἄλλωστε καὶ ἡ Ἀρχαία Ἑλληνικὴ δὲν διέθετε ἐπιστημονικὴ καὶ φιλοσοφικὴ ὁρολογία μέχρι ἡ ἐξέλιξη τῆς κοινωνίας νὰ γεννήσει τὴν ἀνάγκη γιὰ τὴ δημιουργία αὐτῆς τῆς ὁρολογίας.



Σημ.: 1. Διάλεκτοι βέβαια μιλιοῦνταν παλαιότερα καὶ στὰ ἀστικὰ κέντρα τῆς ἑλληνικῆς περιφέρειας μὲ διαλεκτόφωνη ἐνδοχώρα (π.χ. Ἰωάννινα, Τρίπολη, Λιβαδειὰ κ.λπ.).



2. Γένεση τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων.



Ἡ Ἀρχαία Ἑλληνικὴ ἦταν καὶ αὐτὴ διασπασμένη σὲ πλῆθος τοπικῶν διαλέκτων, τὶς ὁποῖες οἱ γλωσσολόγοι κατατάσσουν συνήθως σὲ τέσσερις ὁμάδες: τὴν Ἰωνικὴ (ποὺ περιλαμβάνει καὶ τὴν ἀττικὴ διάλεκτο), τὴ Δυτικὴ Ἑλληνικὴ (τὴ Δωρικὴ μὲ τὴν εὐρύτερη ἔννοια), τὴν Αἰολικὴ καὶ τὴν Ἀρκαδοκυπριακή. Ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 4ου αἰ. π.Χ. ἀρχίζει μὲ βάση τὴν ἀττικὴ διάλεκτο, ἡ ὁποία εἶχε ἀναχθεῖ σὲ διάλεκτο μὲ ἰδιαίτερα αὐξημένο κῦρος, νὰ διαμορφώνεται μία μορφὴ γλώσσας ὑπερτοπική, ἡ ὁποία ἐκτοπίζει τὶς παλαιὲς διαλέκτους ἀρχικὰ ἀπὸ τὸ γραπτὸ λόγο (μὲ πρώτη τὴν συγγενική της Ἰωνική), ἐνῶ σταδιακὰ διεισδύει καὶ στὴν προφορικὴ χρήση ὀδηγώντας τες μέχρι τὸ τέλος τῆς ἀρχαιότητας σὲ ἐξαφάνιση. Αὐτὴ ἡ μορφὴ γλώσσας, τὴν ὁποία ὀνομάζουμε Ἀλεξανδρινὴ Κοινή, ὁμιλεῖται πλέον ἀπὸ τὸ σύνολο σχεδὸν τοῦ ἑλληνόφωνου κόσμου τῆς ἐποχῆς. Ἀπὸ τὴ βυζαντινὴ ἐποχὴ ἀρχίζει νέα διάσπαση τῆς Ἑλληνικῆς, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στὴ διαμόρφωση τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων.



Ἑπομένως οἱ νεοελληνικὲς διάλεκτοι δὲν ἕλκουν τὴν καταγωγή τους ἀπὸ τὶς ἀρχαῖες ἑλληνικὲς διαλέκτους (ἄλλωστε δὲν ταυτίζονται τὰ γεωγραφικὰ ὅρια τῶν μὲν καὶ τῶν δέ), ἀλλὰ οἱ ρίζες τους βρίσκονται στὴν κατὰ τόπους διαφοροποίηση τῆς ὕστερης Ἀλεξανδρινῆς Κοινῆς / μεσαιωνικῆς Ἑλληνικῆς. Στοιχεῖα βέβαια τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν διαλέκτων (λεξιλογικὰ ἀλλὰ καὶ ἄλλου εἴδους) καὶ γενικότερα ἀρχαϊσμοὶ ἐπιβιώνουν στὶς νεοελληνικὲς διαλέκτους μέχρι σήμερα. Ἀπὸ τὶς νεοελληνικὲς διαλέκτους μόνη ἡ Τσακωνική, ποὺ μιλιέται στὴν περιοχὴ τῆς Κυνουρίας τοῦ σημερινοῦ Νομοῦ Ἀρκαδίας (Λεωνίδιο, Καστάνιτσα, Σίταινα, Τυρός, Μέλανα κ.λπ.) καὶ ἐμφανίζει ἐντονότατη διαφορὰ ἀπὸ τὴν Κοινὴ Νεοελληνικὴ ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὶς ὑπόλοιπες διαλέκτους, μπορεῖ στὸ μεγαλύτερο μέρος της νὰ ἀναχθεῖ στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ δωρικὴ διάλεκτο τῆς Λακωνίας.



3. Κατάταξη τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων καὶ ἰδιωμάτων.



Πρὶν προχωρήσουμε στὴν κατάταξη καὶ τὴν παρουσίαση τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων εἶναι ἀναγκαία μία διευκρίνιση. Στὴν ἑλληνικὴ γλωσσολογία γίνεται ἀπὸ παλαιότερα ἡ διάκριση μεταξὺ διαλέκτου καὶ ἰδιώματος. Μὲ τὸν πρῶτο ὅρο νοοῦνται παραλλαγὲς τῆς γλώσσας, οἱ ὁποῖες διαφέρουν ἀπὸ τὴν Κοινὴ Νεοελληνικὴ (τὴν ἐπίσημη γλῶσσα μας) σὲ βαθμὸ ποὺ σὲ πολλὲς περιπτώσεις νὰ καθίσταται δύσκολη ἕως ἀδύνατη ἡ κατανόηση τῶν λεγομένων τῶν διαλεκτόφωνων ἀπὸ τοὺς ὁμιλητὲς τῆς Κοινῆς Νεοελληνικῆς (ἢ ἄλλων παραλλαγῶν τῆς Νέας Ἑλληνικῆς). Στὴν κατηγορία αὐτὴ ἐντάσσονται παραλλαγὲς τῆς Νέας Ἑλληνικῆς ὅπως ἡ Ποντιακή, τὰ Καππαδοκικά, ἡ Τσακωνικὴ καὶ ἡ Κατωιταλική. Καταχρηστικὰ ἐντάσσονται σὲ αὐτὴ τὴν κατηγορία καὶ ἡ Κυπριακὴ καὶ ἡ Κρητική, παρότι οἱ διαφορές τους ἀπὸ τὴν Κοινὴ Νεοελληνικὴ δὲν θεωροῦνται τόσο μεγάλες. Μὲ τὸν ὅρο ἰδίωμα χαρακτηρίζονται τοπικὲς παραλλαγὲς τῆς Νέας Ἑλληνικῆς, οἱ ὁποῖες διαφέρουν μὲν ἀπὸ τὴν Κοινή, οἱ διαφορές τους ὅμως ἐλάχιστα δυσχεραίνουν τὴν κατανόηση. Σὲ αὐτὴ τὴν κατηγορία ἐντάσσονται παραλλαγὲς ὅπως τὰ Ἑπτανησιακά, τὰ Εὐβοϊκά, τὰ Κυκλαδίτικα κ.ἄ. Μὲ τὸν ἴδιο ὅρο (ἰδίωμα) δηλώνονται ἐπίσης τοπικὲς διαφοροποιήσεις ἐντὸς μίας διαλέκτου, π.χ. κυπριακὴ διάλεκτος – ἰδίωμα τῆς Πάφου, κρητικὴ διάλεκτος – ἰδίωμα τῶν Σφακίων.



Ἡ «κλασικὴ» κατάταξη τῶν γεωγραφικῶν παραλλαγῶν τῆς Νέας Ἑλληνικῆς ἀνάγεται στὸν «πατέρα» τῆς ἑλληνικῆς γλωσσολογίας Γεώργιο Χατζιδάκι (1848-1941). Περιλαμβάνει δύο εὐρύτερες ζῶνες, τὰ νότια ἰδιώματα καὶ τὰ βόρεια ἰδιώματα. Μία τρίτη ἐνδιάμεση κατηγορία συνιστοῦν τὰ λεγόμενα ἡμιβόρεια ἰδιώματα. Tὸ κριτήριο κατάταξης εἶναι μεταβολὲς τῶν ἄτονων φωνηέντων e καὶ ο, καὶ i καὶ u2.



Ἔτσι στὰ βόρεια ἰδιώματα τὰ φωνήεντα i καὶ u, ὅταν δὲν τονίζονται, ἀποβάλλονται, ἐνῶ τὰ e καὶ ο, ὅταν δὲν τονίζονται, μεταβάλλονται σὲ i καὶ u ἀντίστοιχα. Στὰ νότια ἰδιώματα τὰ παραπάνω φωνήεντα παραμένουν ἀμετάβλητα:



Νότια ιδιώματα: χωράφι, κεφάλι, παιδί, γουρούνι



Βόρεια ιδιώματα: χουράφ’, κιφάλ’, πιδί, γ’ρούν’



Στὰ ἡμιβόρεια ἰδιώματα διακρίνονται δύο ὑποκατηγορίες: Στὴ μία συμβαίνει μόνο ἀποβολὴ τῶν ἄτονων i καὶ u, ἐνῶ στὴ δεύτερη μόνο μεταβολὴ τῶν μὴ τονιζόμενων e καὶ o σὲ i καὶ u ἀντίστοιχα:



χουράφι, κιφάλι, πιδί, γουρούνι



χωράφ’, κεφάλ’, παιδί, γ’ρούν’



Ὑπάρχουν βέβαια καὶ περιπτώσεις ἰδιωμάτων ποὺ δὲν μποροῦν νὰ καταταγοῦν μὲ σαφήνεια σὲ κάποια ἀπὸ τὶς παραπάνω εὐρύτερες ὁμάδες (βόρεια, νότια, ἡμιβόρεια), ἀλλὰ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὅτι κατέχουν ἐνδιάμεση θέση.



Στὰ βόρεια ἰδιώματα περιλαμβάνονται τὰ ἰδιώματα τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδας (ἐκτὸς τῶν Μεγάρων, τῆς Παλαιᾶς Ἀθήνας καὶ τῆς νότιας Εὔβοιας), τοῦ μεγαλύτερου μέρους τῆς Ἠπείρου (ἐκτὸς τῆς Θεσπρωτίας καὶ τῶν ἑλληνόφωνων περιοχῶν τῆς Ἀλβανίας), τῆς Θεσσαλίας, τῆς Μακεδονίας, τοῦ δυτικοῦ τμήματος τῆς Θράκης, τῆς βόρειας Εὔβοιας, τῶν νησιῶν τῶν Σποράδων (ἐκτὸς τῆς Σκύρου), τῆς Τήνου, ἑνὸς τμήματος τῆς Ἀνδρου, τὰ ἰδιώματα τῶν νησιῶν Σάμου, Λέσβου, Λήμνου, Σαμοθράκης, Ἅι-Στράτη, Ἴμβρου, Τενέδου καὶ Θάσου, καθὼς καὶ τὸ ἰδίωμα τοῦ Ἀϊβαλὶ (Κυδωνιῶν) καὶ τῆς γύρω περιοχῆς στὴ Μικρὰ Ἀσία.



Στὰ ἡμιβόρεια ἰδιώματα, τὰ ὁποῖα δὲν ἐμφανίζουν γεωγραφικὴ συνέχεια καὶ δὲν συνδέονται μὲ σχέση κοινῆς καταγωγῆς μεταξύ τους, περιλαμβάνονται τὰ ἰδιώματα τῆς Σκύρου, τῆς Λευκάδας, τῆς Μυκόνου, τῆς Νάουσας (στὴ Μακεδονία), τοῦ χωριοῦ Λεῦκες τῆς Πάρου, τοῦ χωριοῦ Μεστὰ τῆς Χίου, τὰ ἰδιώματα τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης (πλὴν τῆς Κωνστανινούπολης) καὶ τῶν ἑλληνόφωνων περιοχῶν στὶς ἀκτὲς τοῦ Εὐξείνου Πόντου στὴ σημερινὴ Βουλγαρία (Μεσημβρία, Ἀγχίαλος κ.λπ.), τῆς κωμόπολης Λιβίσι τῆς Μικρᾶς Ἀσίας (ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Ρόδο) κ.λπ.



Στὰ νότια ἰδιώματα περιλαμβάνονται τὰ ἰδιώματα τῆς Πελοποννήσου, τῆς Μάνης3, τῆς ὁμάδας Μεγάρων-Αἴγινας-Παλαιᾶς Ἀθήνας-κεντρικῆς καὶ νότιας Εὔβοιας, τὰ ἰδιώματα τῶν Ἑπτανήσων, τῶν Κυκλάδων (ἐκτὸς τῆς Τήνου, τῆς Μυκόνου καὶ τμήματος τῆς Ἄνδρου), τῶν Δωδεκανήσων, τῆς Χίου καὶ τῆς Ἰκαρίας. Περιλαμβάνονται ἐπίσης τὰ κωνσταντινουπολίτικα, τὸ σμυρναίικο ἰδίωμα, τὸ ἰδίωμα τῆς κωμόπολης Βουρλὰ τῆς Σμύρνης, τὸ ἰδίωμα τῆς κωμόπολης Ἀλάτσατα στὴ χερσόνησο τῆς Ἐρυθραίας στὴ Μικρὰ Ἀσία ἀπέναντι ἀπὸ τὴ Χίο, καὶ μερικὰ ἀκόμη μικρασιατικὰ ἰδιώματα. Νότιο φωνηεντισμὸ ἐμφανίζουν τέλος καὶ ἡ κυπριακὴ καὶ ἡ κρητικὴ διάλεκτος.



Κατὰ καιροὺς ἔχουν προταθεῖ καὶ ἐναλλακτικὲς κατατάξεις τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων καὶ ἰδιωμάτων, οἱ ὁποῖες βασίζονται σὲ διάφορα φαινόμενα, ὅπως εἶναι ἡ διατήρηση τοῦ ληκτικοῦ –ν (π.χ. ἔφερεν) ἢ ἡ χρήση τῆς ἐρωτηματικῆς ἀντωνυμίας εἴντα ἀντὶ τοῦ τί (χαρακτηριστικὸ ποὺ συμβαδίζει μὲ ἄλλα καὶ χωρίζει τὸν ἑλληνόφωνο χῶρο σὲ δύο μεγάλες ζῶνες, βλ. Contossopoulos 1983-4)4, ἀλλὰ καμία ἀπὸ αὐτὲς δὲν ἔχει πρὸς τὸ παρὸν ἀντικαταστήσει τὴν κατάταξη τοῦ Γεωργίου Χατζιδάκι στὶς δύο ζῶνες, βόρεια καὶ νότια (καὶ τὴν ἐνδιάμεση κατηγορία τὰ ἡμιβόρεια).



Ἄλλα εὐρέως διαδεδομένα φαινόμενα ποὺ ἀπαντῶνται σὲ νεοελληνικὲς διαλέκτους καὶ ἰδιώματα εἶναι ἐνδεικτικά:



(1) Ὁ τσιτακισμός: Ἡ προφορὰ τοῦ κ καὶ τοῦ γκ/γγ ὡς τσ καὶ τζ ἀντίστοιχα ὅταν ἀκολουθοῦν τὰ φωνήεντα e καὶ i: τσαι (=καί), παιδάτσι (=παιδάκι), ἄ(ν)τζελος (= ἄγγελος). Ἀπαντᾶται σὲ πολλὲς διαλέκτους καὶ ἰδιώματα (π.χ. στὴν Κυπριακὴ ἀλλὰ καὶ ἀλλοῦ).

(2) Ἡ ἀποβολὴ τοῦ γ μεταξὺ φωνηέντων, π.χ. ἔφαε, ἐπῆε, πέλαο κ.λπ.

(3) Ἡ διατήρηση τῶν διπλῶν (παρατεταμένων) συμφώνων στὴν κυπριακὴ διάλεκτο καὶ ἀλλοῦ, π.χ. ἄλ-λος.

(4) Ἡ διατήρηση ἀσυνίζητων τύπων ὅπως φωτία, καρδία, τὰ παιδία, ἡ μηλέα κ.λπ.

(5) Οἱ καταλήξεις –ουσι καὶ -ασι τοῦ γ΄ προσώπου πληθυντικοῦ τοῦ ρήματος, π.χ. ἔχουσι, εἴχασι.

(6) Ἀόριστος σὲ –κα ἀντὶ σὲ –σα, π.χ. ροβόληκα = ροβόλησα, βόηθηκα = βοήθησα, ἔφτακα = ἔφτασα, ἔπιακα = ἔπιασα, κ.λπ.

(7) Ἡ λεγόμενη ἐπίταξη τοῦ ἀσθενοῦς τύπου τῶν προσωπικῶν ἀντωνυμιῶν: εἶπα σου = σοῦ εἶπα, ἐπῆρα την = την πῆρα.

(8) Τὸ ἔμμεσο ἀντικείμενο σὲ αἰτιατικὴ (σύνηθες στὸ βορειότερο τμῆμα τοῦ ἑλληνόφωνου χώρου): με εἶπε = μου εἶπε, τον ἔδωσε ἕνα βιβλίο = του ἔδωσε ἕνα βιβλίο.



Ἕνα ζήτημα, τὸ ὁποῖο δὲν ἔχει ἐρευνηθεῖ ἐπαρκῶς ἂν καὶ εἶναι γνωστὸ ἀπὸ παλαιότερα, εἶναι οἱ ἐπιδράσεις ξένων γλωσσῶν σὲ νεοελληνικὲς διαλέκτους. Ἔτσι οἱ ἐπιδράσεις τῶν γειτονικῶν ἰταλικῶν διαλέκτων, ὅπως εἶναι ἀναμενόμενο, εἶναι ἔντονες καὶ ἐμφανεῖς στὴν Κατωιταλική. Ἕνα ἄλλο παράδειγμα ἰσχυρότατων ἐπιδράσεων ξένης γλώσσας σὲ νεοελληνικὴ διάλεκτο συνιστοῦν τὰ καππαδοκικὰ ἰδιώματα, τὰ ὁποῖα μιλιοῦνταν γιὰ αἰῶνες καὶ μέχρι τὸ 1922 σὲ μικρὲς ἑλληνόφωνες νησίδες ἐντὸς τοῦ τουρκόφωνου χώρου στὰ βάθη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ στὰ ὁποῖα εἶναι ἐμφανὴς ἡ υἱοθέτηση στοιχείων καὶ δομῶν τῆς Τουρκικῆς καθὼς καὶ ἡ παρουσία πολυάριθμων λεξιλογικῶν δανείων ἀπὸ τὴν ἴδια γλῶσσα. Σὲ ἄλλες περιπτώσεις ἡ ἐπίδραση εἶναι κυρίως λεξιλογική, ὅπως π.χ. στὰ ἑπτανησιακὰ ἰδιώματα, ὅπου εἶναι ἔντονη ἡ παρουσία ἰταλικῶν δάνειων λέξεων. Τὸ ἐρευνητικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ ζητήματα ὅπως αὐτὰ ἔχει σημαντικὰ αὐξηθεῖ τὰ τελευταῖα χρόνια.



Σημ.: 2. Χρησιμοποιεῖται ἐδῶ ὁ συμβολισμὸς τοῦ Διεθνοῦς Φωνητικοῦ Ἀλφαβήτου.

3. Μανιάτικο ἰδίωμα μιλιόταν μέχρι πρὶν μερικὲς δεκαετίες στὸ Καργκέζε τῆς Κορσικῆς ἀπὸ ἀπογόνους Μανιατῶν ἀπὸ τὸ Οἴτυλο ποὺ ἐγκαταστάθηκαν ἐκεῖ τὸ 17ο αἰ.

4. Contossopoulos, N. 1983-1984. "La Grèce du τι et la Grèce du εἶντα". Γλωσσολογία 2-3, 149-162.



4. Πηγὲς – ἔρευνα ἐπὶ τῶν διαλέκτων / ἰδιωμάτων.



Οἱ παλαιότερες γραπτὲς μαρτυρίες ποὺ διαθέτουμε ἀπὸ νεοελληνικὴ διάλεκτο προέρχονται ἀπὸ τὴν Κύπρο. Πρόκειται γιὰ τὶς Ἀσσίζες (νομικὸ κείμενο τοῦ 14ου αἰ. γραμμένο ἀρχικὰ στὴ Γαλλικὴ) καὶ τὰ χρονικά τοῦ Λεόντιου Μαχαιρᾶ καὶ τοῦ Γεωργίου Βουστρωνίου (καὶ τὰ δύο τοῦ 15ου αἰ.). Ἀπὸ τὴν Κρήτη διαθέτουμε τὴν πλούσια λογοτεχνικὴ παραγωγὴ κυρίως κατὰ τὸν 16ο -17ο αἰῶνα (π.χ. ὁ Ἐρωτόκριτος τοῦ Βιτσέντζου Κορνάρου). Πολύτιμες πληροφορίες γιὰ τὴν παλαιότερη μορφὴ καὶ τὴν ἐξέλιξη τῶν διαλέκτων μποροῦμε νὰ ἀντλήσουμε σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἀπὸ τὰ νοταριακὰ (=συμβολαιογραφικὰ) ἔγγραφα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα διαθέτουμε πλούσιο ὑλικὸ κυρίως σὲ περιοχές, οἱ ὁποῖες γνώρισαν τὴν κυριαρχία τῶν Ἑνετῶν, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ λογοτεχνικὰ καὶ ἄλλου εἴδους κείμενα.



Ἀπὸ τὸν ὕστερο 19ο αἰ. ἀρχίζει, μὲ τὴν εἰσαγωγὴ τῆς γλωσσικῆς ἐπιστήμης καὶ στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὸν Γεώργιο Χατζιδάκι, ἡ ἐπιστημονικότερη μελέτη τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων καὶ ἰδιωμάτων, ἐμφανίζονται οἱ πρῶτες ἐπιστημονικὲς περιγραφὲς τῶν διαλέκτων. Τὸ ἐρευνητικὸ ἐνδιαφέρον Ἑλλήνων ἀλλὰ καὶ ξένων ἐρευνητῶν στράφηκε τότε σὲ μεγάλο βαθμὸ πρὸς τὶς διαλέκτους ἐκεῖνες, οἱ ὁποῖες ἐμφάνιζαν μεγάλη διαφορὰ τόσο ἀπὸ τὴν Κοινὴ Νεοελληνικὴ ὅσο καὶ ἀπὸ τὶς ὑπόλοιπες διαλέκτους, καὶ ἐπιπλέον ἐθεωρεῖτο ὅτι διέσωζαν ἐνδιαφέροντα ἀρχαϊκὰ στοιχεῖα καὶ μποροῦσε (ἀπὸ ἑλληνικῆς πλευρᾶς τουλάχιστον) νὰ θεωρηθεῖ ὅτι ἀποδείκνυαν τὴ συνέχεια τοῦ ἑλληνισμοῦ (π.χ. Κατωιταλική, Τσακωνική).



Τὸ παλαιότερο καὶ ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα κέντρα ἔρευνας ἐπὶ τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων/ἰδιωμάτων εἶναι τὸ Κέντρο Ἐρεύνης Νεοελληνικῶν Διαλέκτων καὶ Ἰδιωμάτων (Κ.Ε.Ν.Δ.Ι, πρώην Κέντρον Συντάξεως τοῦ Ἱστορικοῦ Λεξικοῦ) τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, στὸ ὁποῖο ἐδῶ καὶ πολλὲς δεκαετίες συλλέγεται καὶ μελετᾶται διαλεκτικὸ ὑλικὸ ἀπὸ κάθε γωνιὰ τοῦ ἑλληνόφωνου χώρου. Σημαντικότατο ἐρευνητικὸ ἔργο ἐπιτελεῖται ἐπίσης στὸ Ἰνστιτοῦτο Νεοελληνικῶν Σπουδῶν (Ἵδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη) καὶ στὸ Ἐργαστήριο Νεοελληνικῶν Διαλέκτων τοῦ Τομέα Γλωσσολογίας τοῦ Τμήματος Φιλολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Πατρῶν. Γενικὰ τὰ τελευταῖα χρόνια τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ἐπὶ τῶν νεοελληνικῶν διαλέκτων καὶ ἰδιωμάτων ἔχει αὐξηθεῖ κατακόρυφα καὶ ἐξαπλώνεται ραγδαία, καθὼς ἔχει ἀναγνωριστεῖ τὸ ἐνδιαφέρον ποὺ παρουσιάζουν γιὰ τὸν ἐπιστήμονα γλωσσολόγο, ἐνῶ ἔχουν ἐνταθεῖ καὶ οἱ προσπάθειες καταγραφῆς καὶ διάσωσης τοῦ γλωσσικοῦ ὑλικοῦ πρὶν οἱ διάλεκτοι καὶ τὰ ἰδιώματα ὑποχωρήσουν ὁριστικὰ ὑπὸ τὴν πίεση τῆς Κοινῆς Νεοελληνικῆς.



5. Ὑποχώρηση τῶν διαλέκτων / ἰδιωμάτων.



Παλαιότερα μία διάλεκτος ἦταν ἡ μόνη σχεδὸν μορφὴ γλώσσας ποὺ χρησιμοποιοῦσαν στὸν προφορικό τους λόγο σὲ ὅλες σχεδὸν τὶς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς τους οἱ τοπικὲς κοινωνίες. Ἡ ἄρση ὅμως τῆς ἀπομόνωσης πολλῶν περιοχῶν μὲ τὴ βελτίωση ἢ τὴ δημιουργία τῶν συγκοινωνιακῶν ὑποδομῶν, ἡ ἐξάπλωση τῆς σχολικῆς παιδείας, καὶ ἰδιαίτερα κατὰ τὶς τελευταῖες δεκαετίες, τῶν μέσων ἐπικοινωνίας καὶ τῶν μέσων μαζικῆς ἐνημέρωσης, ὁδήγησαν στὴν ἔναρξη τῆς διαδικασίας ὑποχώρησης τῶν περισσότερων διαλέκτων / ἰδιωμάτων. Σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις ἡ διαδικασία αὐτὴ ξεκίνησε ἀρκετὰ νωρίς. Ἔτσι στὴν περίπτωση τῆς κοντινῆς στὴν πρωτεύουσα Πελοποννήσου ἔχουμε μαρτυρίες ὅτι ἤδη ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 19ου / ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰ. εἶχαν ἀρχίσει νὰ ὑποχωροῦν τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά τῶν τοπικῶν ἰδιωμάτων. Μία ἄλλη ἐνδιαφέρουσα ἀλλὰ ἄγνωστη στὸ εὐρὺ κοινὸ περίπτωση συνιστᾶ ἡ Ἀθήνα, στὴν ὁποία μέχρι τὰ μέσα τοῦ 19ου αἰ. μιλιόταν ἕνα ἰδίωμα συγγενὲς μὲ τὰ ἰδιώματα τῶν γειτονικῶν Μεγάρων, τῆς Αἴγινας καὶ τοῦ νοτιότερου τμήματος τῆς Εὔβοιας. Ἡ μεταφορὰ τὸ 1834 τῆς πρωτεύουσας τοῦ νέου ἑλληνικοῦ κράτους στὴ μικρὴ καὶ μᾶλλον ἀσήμαντη τότε Ἀθήνα συνέβαλε στὴν ἐγκατάσταση πλήθους Ἑλλήνων ἀπὸ πολλὲς περιοχὲς τοῦ ἑλληνόφωνου κόσμου (ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὶς παροικίες τοῦ ἐξωτερικοῦ) στὴν πόλη μὲ ἀποτέλεσμα μέσα σὲ λίγες δεκαετίες νὰ σιγήσει τὸ παλαιὸ ἰδίωμά της. Στὴν Κάτω Ἰταλία ἡ ἑλληνοφωνία ἦταν γεωγραφικῶς σχετικὰ ἀρκετὰ ἐκτεταμένη μέχρι τὸν 16ο αἰ. τουλάχιστον, ἀλλὰ ἔκτοτε ὑποχωρεῖ διαρκῶς ὑπὸ τὴν πίεση τῶν γειτονικῶν ἰταλικῶν διαλέκτων (καὶ τῆς ἐπίσημης Ἰταλικῆς σήμερα).



Ἡ ὑποχώρηση τῶν διαλέκτων / ἰδιωμάτων ἐπιταχύνθηκε μετὰ τὸν 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο καὶ ὁδηγεῖ σταθερὰ στὴν ἐξαφάνισή τους. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι σὲ πολλὲς περιπτώσεις ἀκόμη καὶ ἡλικιωμένα ἄτομα διασώζουν μόνο ὑπολείμματα τῶν παλαιῶν διαλέκτων στὸ λόγο τους. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ καθιστᾶ ἐπιτακτικὴ τὴν ἀνάγκη νὰ συλλεγεῖ καὶ νὰ καταγραφεῖ τὸ γλωσσικὸ ὑλικὸ προτοῦ χαθεῖ ὁριστικά. Δυστυχῶς σὲ ἀρκετὲς περιπτώσεις τὸ ὑλικὸ ποὺ διαθέτουμε εἶναι πενιχρό, ὅπως π.χ. ἀπὸ ὁρισμένα μικρασιατικὰ ἰδιώματα. Τὰ κενὰ στὴν καταγραφὴ δὲν εἶναι διόλου ἀσήμαντα, καὶ πλέον δὲν ἀναπληρώνονται εὔκολα ἐξαιτίας τοῦ βαθμοῦ ὑποχώρησης τῶν διαλέκτων / ἰδιωμάτων. Στὴν περίπτωση τῶν ἰδιωμάτων τῶν προσφύγων ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία ὁ ξεριζωμὸς τῶν φορέων τους ἀπὸ τὶς ἑστίες τους καὶ ἡ ἔνταξή τους στὴν ἑλλαδικὴ κοινωνία ὁδήγησε σὲ ταχεία ἐξαφάνιση τῶν ἰδιωμάτων ἀπὸ τὸ λόγο τῶν ἀπογόνων τους. Ἐπιπλέον οἱ παλαιοὶ ὁμιλητὲς αὐτῶν τῶν διαλέκτων / ἰδιωμάτων (δηλ. ἡ πρώτη γενιὰ προσφύγων) δὲν βρίσκονται πλέον στὴ ζωὴ ὥστε νὰ χρησιμεύσουν ὡς πληροφορητές, καὶ ἔτσι συχνὰ εἴμαστε ἀναγκασμένοι νὰ στηριχτοῦμε σὲ γραπτὲς πηγὲς καὶ παλαιότερες καταγραφές, (μὲ ὅλα τα μειονεκτήματά τους) γιὰ νὰ ἀντλήσουμε πληροφορίες.



Μποροῦν βέβαια νὰ ἐντοπιστοῦν ἀκόμη ἐνδιαφέροντες θύλακες διατήρησης τῶν διαλέκτων (ἔστω καὶ μὲ ἰσχυρὴ τὴν ἐπίδραση τῆς Κοινῆς Νεοελληνικῆς), κυρίως στὸ λόγο ἡλικιωμένων ἀτόμων μὲ χαμηλὴ ἕως ἀνύπαρκτη μόρφωση καὶ περιορισμένη ἐπαφὴ μὲ τὶς πόλεις, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄτομα ποὺ ἀνήκουν σὲ νεότερες γενιές. Ἐπίσης θύλακες διατήρησης διαλέκτων ἐντοπίζονται σὲ περιοχὲς ἐκτὸς τῶν ὁρίων τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους (στὴν Ἀπουλία καὶ τὴν Καλαβρία στὴν Κάτω Ἰταλία, στὴν Ἀλβανία, στὴν Τουρκία στὴν περιοχὴ τοῦ Ὄφη ὅπου διαβιοῦν μουσουλμάνοι ἑλληνόφωνοι Πόντιοι, στὴν Οὐκρανία καὶ τὴν περιοχὴ τῆς Κριμαίας καὶ τῆς Ἀζοφικῆς), ἂν καὶ ἀντιμετωπίζουν καὶ αὐτὲς γιὰ ποικίλους ὅσο καὶ γνωστοὺς λόγους τὸ φάσμα τῆς ἐξαφάνισης καὶ τῆς ἀντικατάστασής τους ἀπὸ τὶς γλῶσσες τῆς πλειοψηφίας τῶν τοπικῶν πληθυσμῶν, παρὰ τὶς ἀξιόλογες προσπάθειες ποὺ γίνονται σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις γιὰ τὴ διατήρησή τους (π.χ. στὴν Ἀπουλία). Ἰδιαίτερα ζωντανὴ εἶναι ἀκόμη ἡ κυπριακὴ διάλεκτος, ἂν καὶ παρατηρεῖται καὶ σὲ αὐτὴν ἰσχυρὴ ἐπίδραση τῆς Κοινῆς Νεοελληνικῆς, ἐνῶ ἔχει ξεκινήσει στὸν προφορικὸ λόγο διαδικασία ἐξάλειψης τῶν τοπικῶν ἰδιαιτεροτήτων πρὸς τὴν κατεύθυνση τῆς δημιουργίας μίας «κυπριακῆς κοινῆς». Ζωντανὴ παραμένει ἐπίσης ἡ Ποντιακὴ στὶς περιοχὲς ἐγκατάστασης ποντίων προσφύγων ἰδιαίτερα στὴ βόρεια Ἑλλάδα.





Ἐπιλογὴ βιβλιογραφίας.



Ἡ βιβλιογραφία γιὰ τὶς νεοελληνικὲς διαλέκτους καὶ τὰ ἰδιώματα εἶναι τεράστια. Δίνεται ἐδῶ μόνο μία μικρὴ ἐπιλογή.

Κοντοσόπουλος, Ν. 2001. Διάλεκτοι καὶ ἰδιώματα τῆς Νέας Ἑλληνικῆς. Ἀθήνα: Ἐκδόσεις «Γρηγόρη».

Διαλεκτικοὶ θύλακοι τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Ἔκδοση «Κέντρου Ἑλληνικῆς Γλώσσας». Ἀθήνα 1999.

Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ οἱ διάλεκτοί της. Ἔκδοση «Κέντρου Ἑλληνικῆς Γλώσσας». Ἀθήνα 2000.

Τζιτζιλής, Χρ. (ὑπὸ ἔκδ.). Νεοελληνικὲς Διάλεκτοι. Θεσσαλονίκη: Ἰνστιτοῦτο Νεοελληνικῶν Σπουδῶν (Ἵδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη).

Τριανταφυλλίδης, Μ. 1981. Νεοελληνικὴ Γραμματική: Ἱστορικὴ εἰσαγωγὴ (1938). Στὸ: Ἅπαντα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, τόμ. 3ος. Θεσσαλονίκη: Ἰνστιτοῦτο Νεοελληνικῶν Σπουδῶν (Ἵδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). 19815.



Σημ.: 5. Στὶς σελ.233-308 γίνεται ἐκτενὴς ἀναφορὰ στὶς νεοελληνικὲς διαλέκτους καὶ τὰ ἰδιώματα. Περιλαμβάνονται καὶ κείμενα.



* Ὁ Νικόλαος Παντελίδης εἶναι Ἀναπληρωτὴς Καθηγητὴς Γλωσσολογίας τοῦ Τομέα Γλωσσολογίας στὸ Τμῆμα Φιλογίας τοῦ Πανεπιστήμιου Ἀθηνῶν. http://www.odeg.gr/oi-neoellinikes-dialektoi.html
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΟΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΙ"

Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Ελληνική ΑΟΖ και Greece Mega Project

Του Νίκου Λυγερού
Το όραμα της ελληνικής ΑΟΖ επηρεάζει ήδη την πραγματικότητα αφού δημιούργησε ήδη τη βάση δεδομένων Greece Mega Project που περιλαμβάνει 12.500 km σεισμικών γραμμών της PGS, 9.000 km επανεπεξεργασμένων και 9.000 km πρόσθετων που έχουν τροποποιηθεί για να συνδυάζονται με τις άλλες. Έτσι η Ελλάδα έχει αποκτήσει μια ολοκληρωμένη εικόνα της ΑΟΖ της σε ενεργειακό επίπεδο, η οποία θα βρίσκεται στο Υ.ΠΕ.Κ.Α. ανάλογο data rooms στο Λονδίνο, στο Όσλο και στο Χιούστον. Το ενδιαφέρον υπάρχει στο επιστημονικό επίπεδο με τη νορβηγική εταιρεία PGS αλλά και τη γαλλική BEICIP, οι οποίες έχουν παίξει ήδη ένα σημαντικό ρόλο και στο θέμα της κυπριακής ΑΟΖ. Αυτά τα δεδομένα αποδεικνύουν ήδη την αξία της ελληνικής ΑΟΖ στο επίπεδο των υδρογονανθράκων, πράγμα το οποίο είναι ήδη εξωπραγματικό για πολλούς δικούς μας διότι είχαν παραπληροφορηθεί εδώ και τόσα χρόνια. Έχει επίσης ενδιαφέρον ότι το Greece Mega Project έρχεται σε λειτουργία στην περίοδο της Ελληνικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία ξέρουμε πόσο σημαντική είναι για την προώθηση του θέματος της θέσπισης της ελληνικής ΑΟΖ αλλά και των οριοθετήσεών της. Ο συνδυασμός όλων αυτών των δεδομένων, μας προσφέρει ένα δυναμικό πλαίσιο για να παίξουμε στρατηγικά και ορθολογικά. Διότι όλα τα στρατηγικά κοιτάσματα βρίσκονται στην ελληνική ΑΟΖ και όχι στα εθνικά χωρικά ύδατα. Κατά συνέπεια, η οργάνωση των διαδικασιών και του στρατηγικού σχεδιασμού πρέπει να είναι αποτελεσματική και ανθεκτική.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles.php?n=14342&l=gr
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Ελληνική ΑΟΖ και Greece Mega Project"

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

Η ανάκαμψη ως καινοτομία

Του Νίκου Λυγερού
Σε έναν κόσμο όπου όλοι μιλούν για την ανάπτυξη, δίχως να δείχνουν την παραμικρή υλοποίηση, η ανάκαμψη παρουσιάζεται ως μία καινοτομία. Και είναι όντως αυτό για την πατρίδα μας, αφού είναι ελάχιστοι αυτοί που πιστεύουν ότι αξίζει. Εργαλεία χειροπιαστά, όπως είναι η ελληνική Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη κι ο ελληνικός ζεόλιθος ακόμα δεν έχουν πείσει την κοινωνία μας ότι αποτελούν μία στρατηγική ανάκαμψης για την Ελλάδα. Υπάρχει βέβαια η νοητική αδράνεια που είναι πάντα ένα εμπόδιο, αλλά σίγουρα η παραπληροφόρηση για τα στρατηγικά μας αποθέματα δεν βοηθάει, αφού σπάνιοι είναι αυτοί που ξέρουν τα δεδομένα. Σημασία έχει ότι τώρα με τις πρόσφατες έρευνες γνωρίζουμε όλοι ότι τα κοιτάσματά μας είναι όντως μεγάλα. Ένα ανάλογο πρόβλημα έχει σχέση με την ίδια την ελληνική καινοτομία που ακόμα πρέπει ν’ αποδείξει ότι έχει νόημα, ενώ υπάρχει. Για ν΄αλλάξουμε τα δεδομένα που όλοι θεωρούν δεδομένα, πρέπει να αξιοποιήσουμε την ΑΟΖ, τον ζεόλιθο και την καινοτομία μας. Σε αυτό το πλαίσιο η ανάκαμψη έχει μία αυτοαναφορική ιδιότητα σε σχέση με την καινοτομία. Διότι κανείς δεν πιστεύει στο απίστευτο. Ενώ η νοημοσύνη μπορεί να κάνει θαύματα. Αν αυτό το νοητικό σχήμα περάσει στο λαό μας, τότε το ηθικό του θα αλλάξει κι θ’ αρχίσει την αναδίπλωσή του, για ν’ ανταποκριθεί στην ανάγκη της εξέλιξης.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles.php?n=14360&l=gr
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η ανάκαμψη ως καινοτομία"
Related Posts with Thumbnails