Σελίδες

Τρίτη 31 Μαρτίου 2015

ΕΠΩΝΥΜΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Τα Κοζανίτικα επώνυμα αποκαλύπτουν την ετερογένεια του πληθυσμού----

Διαβάζοντας το βιβλίο «Όψεις της Ετερότητας*», μια έκδοση που έχει άμεση σχέση με το πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, αφού οι ερευνητές που υπογράφουν εργάζονται σε αυτό, βρήκαμε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο που προσπαθεί να εξάγει συμπεράσματα για την καταγωγή, την ταξική διάρθρωση και την κουλτούρα της περιοχής της Κοζάνης μέσα από τα επώνυμα των ανθρώπων.
 Η έρευνα αυτή βασίζεται σε ένα δείγμα 2.159 επωνύμων της Κοζάνης. Εμείς θα επικεντρωθούμε σε κάποια σημεία της που θεωρούμε πιο σημαντικά, ώστε να κατανοήσουμε ότι είμαστε ένα μίγμα ετερογενούς πληθυσμού, να αποδεχθούμε αυτή τη πραγματικότητα και να προσπαθήσουμε να αμβλύνουμε κάποιες ρατσιστικές αντιλήψεις που εντάσσουν αυθαίρετα και ανιστορικά τους ανθρώπους σε υποτιθέμενες ομοιογενείς συλλογικότητες, τονίζοντας έτσι διαφορές που τελικά οδηγούν ακόμα και σε συγκρούσεις.
 Όλοι έχουμε αναρωτηθεί κάποτε γιατί τόσο εμείς όσο και οι υπόλοιποι άνθρωποι έχουμε αυτό το όνομα και όχι κάποιο διαφορετικό και πώς προέκυψε αυτό. Κάποια από τα ονόματα αυτά δείχνουν φανερά την σημασία τους, κάποια άλλα ενώ τα θεωρούμε αυτονόητα, μόλις προσέξουμε λίγο περισσότερο, διαπιστώνουμε πως μας είναι αδιευκρίνιστα και μοιάζουν χωρίς σημασία.Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:
Γιατί δίνουμε ονόματα;
«Τα ονόματα που δίνονται στους ανθρώπους, συνιστούν μια πανάρχαια πανανθρώπινη συνήθεια, που έχει σαν βάση την λαϊκή δοξασία ότι το όνομα έχει κάποια μαγική δύναμη και συνδέεται κατά έναν ιδιαίτερο τρόπο με το άτομο που το φέρει […] […] Η ονοματοθεσία γινόταν πάντα με ιδιαίτερη επιμέλεια , καθώς θεωρείτο ότι ένα καλό όνομα θα είχε σημαντική επίδραση στη τύχη του ανθρώπου που θα το έφερε σε όλη του τη ζωή. Είναι αναμφισβήτητο από την άλλη το γεγονός ότι η ονοματοθεσία σχετίζεται με τον ιστορικό βίο κάθε λαού, τις περιπέτειές του, τις ιδιαίτερες κλίσεις και τη νοοτροπία του. Αντλεί επίσης σημαντικό μέρος του υλικού της από τις καθημερινές ασχολίες των ανθρώπων, από περιστατικά της ζωής τους και από τα αντικείμενα με τα οποία έρχεται σε επαφή. Κάποια εποχή το όνομα που έφερε ένας άνθρωπος, και κυρίως αυτό που επικράτησε να ονομάζεται «επώνυμο», είχε λειτουργική αξία και άμεση σχέση με το επάγγελμα ή την καταγωγή εκείνου που το έφερε, με τα σωματικά, ηθικά ή άλλα χαρακτηριστικά του, και μάλιστα δημιουργείτο με βάση αυτά. Έτσι ένας Σαμαράς για παράδειγμα υποδηλώνει το επάγγελμα που ασκούσε ο έτσι επονομαζόμενος και ένας Κουτσογιάννης δεν μπορεί παρά να λεγόταν Γιάννης και να ήταν κουτσός. Αργότερα αυτή η λειτουργική σχέση μετατρέπεται σε εντελώς συμβατική και αποτελεί ένα αυθαίρετο σημείο αναγνώρισης ατόμων-απογόνων του συγκεκριμένου προσώπου, οι οποίοι το φέρουν πια μόνο για λόγους ιστορίας και παράδοσης.
[…] Με την έννοια αυτή στα επώνυμα αντανακλάται η πολλαπλή ετερότητα που χαρακτηρίζει μια κοινωνία ανθρώπων, γεγονός που καθιστά τη μελέτη τους χρήσιμη και ενδιαφέρουσα. Επώνυμα για παράδειγμα που εξαίρουν την σωματική δύναμη και το ψυχικό σθένος των ανθρώπων ανταποκρίνονται σε ηρωικές εποχές. Κάποια άλλα που δηλώνουν αξιώματα αντανακλούν την ταξική διαφοροποίηση και την κοινωνική διαστρωμάτωση μιας κοινωνίας. Άλλα τέλος που σατιρίζουν σωματικά ή ψυχικά ελαττώματα των ανθρώπων καταδεικνύουν την εύθυμη διάθεση ενός λαού και το ειρωνικό πνεύμα.
Κατηγορίες επωνύμων
Όσον αφορά στη θεματική τους κατηγοριοποίηση τα επώνυμα διακρίνονται συνήθως σε πατρωνυμικά ή μητρωνυμικά, εθνικά ή πατριδωνυμικά, επαγγελματικά και παρωνύμια (παρατσούκλια). Στο δείγμα των Κοζανίτικων επωνύμων, απαντούν εκτός από των Ελληνικής προέλευσης και επώνυμα που έλκουν την καταγωγή τους από κάποια λέξη προερχόμενη από μια από τις γειτονικές βαλκανικές γλώσσες ή από κάποια μακρινότερη δυτικοευρωπαϊκή ή φέρουν παραγωγική κατάληξη ή πρώτο συνθετικό από μία από αυτές τις γλώσσες.
Τουρκικά
Πιο συγκεκριμένα από τα 2.159 επώνυμα τα 385 (ποσοστό 17,83%) έχουν κάποιο στοιχείο που μαρτυρεί σχέση με την Τουρκική γλώσσα.
(Πχ. Γκάγκαλιας (Το Τουρκικό «gaga»= ράμφος+ την Τουρκική κατάληξη -li))
(Λαφαζάνης (Το Τούρκικο Lafazan= φλύαρος,ψωροπερήφανος)
(Σακαλής (Το Τούρκικο Sakalli= γενειοφόρος))
(Ντεληγιάννης (Το Τούρκικο «deli»= τρελός+ Γιάννης)) κλπ
Τα 113 επώνυμα (ποσοστό 29,09%) δηλώνουν κάποιο επάγγελμα που το όνομά του έχει είτε Τούρκικη προέλευση είτε Τούρκικη κατάληξη ή πρόθεμα.
(πχ. Κιρατζής (Το Τούρκικο «Kiraci»= Ενοικιαστής) ή Τουφεκτσής (απο το Τούρκικο Tufekci=οπλοπώλης κλπ))
Τα 20 επώνυμα (ποσοστό 5,19%) δηλώνουν καταγωγή ή είναι εθνικά.
(πχ Δράμαλης (Η πόλη Δράμα + την τούρκικη κατάληξη -li))
(Ρώμπαπας (Το Τούρκικο rum= Ρωμιός+ παππάς «Ελληνοπαππάς»))
Τέλος τα 7 επώνυμα (1,82%), δηλώνουν αξίωμα.
(πχ. Μουχτάς (Το Τούρκικο muhtar=Προεστός,Δημογέροντας))
(Βέιος (Το Τούρκικο bey= Κύριος))
Οι Τουρκικές παραγωγικές καταλήξεις που εμφανίζονται συχνότερα είναι οι: -ci που δηλώνει κυρίως επάγγελμα, -li, που δηλώνει κυρίως τόπο καταγωγής και -oglu, που αντιστοιχεί στην Ελληνική κατάληξη -όπουλος και -ίδης. Το πιο συχνό πρόθεμα είναι το kara- που σημαίνει κυρίως «μαύρος».
Σλαβικά
128 επώνυμα (ποσοστό 5,84%) δηλώνουν σχέση με κάποια Σλαβική διάλεκτο (κυρίως Βουλγαρική και τις διαλέκτους της ή την γλώσσα της FYROM). Τα περισσότερα επώνυμα σε αυτή τη κατηγορία είναι τα παρωνύμια (παρατσούκλια).(83 επώνυμα,ποσοστό 67,48%).
(πχ. Λιούτας απο το σλαβικό ljut=καυτερός,άγριος)
(Ζάικος απο το Σλαβικό Zaek= λαγός)
Τα 22 επώνυμα είναι πατρωνυμικά ή μητρωνυμικά (ποσοστό 17,89%)
(πχ. Λέντζης (Lence,Σλαβικό υποκοριστικό του Ελένη))
(Νίτζιος (Απο το Σλαβικό Nico,υποκοριστικό του Νικόλαος)
Τα 12 επώνυμα δηλώνουν επάγγελμα (ποσοστό 9,76%)
(πχ. Βαγινάς (Βαγένι(Σλαβικά vagan)=βαρέλι για κρασί))
(Κούιας (Σλαβικό kuja= πεταλωτής)
Τα 9 (7,14%) δηλώνουν καταγωγή ή εθνικότητα
(πχ. Ζαγορίτης απο το τωπονύμιο «Ζαγόρι» (Σλαβικά Zad=πίσω+ gora=βουνό+την κατάληξη -ίτης))
(Καζάκης (Απο το Τουρκικό ή Σλάβικο kazak=Κοζάκος)
Τέλος τα 2 (1,63%) δηλώνουν αξίωμα
(Κράιας και Κράλιας (απο το Σλαβικό kral= βασιλιάς)
Αλβανικά
Τα επώνυμα που φέρεται να έχουν σχέση με την Αλβανική γλώσσα ή τα αρβανίτικα του Ελλαδικού χώρου είναι 117 (ποσοστό 5,28%)
Πάνω από τα μισά είναι παρωνύμια (65,ποσοστό 57,02%).
(πχ Γκιάτας (απο το Αλβανικό gjate=ψηλός/μακρύς))
(Χατζημπύρος (Το Τούρκικο haci= προσκυνητής+ το Αλβανικό bir=γιός/τέκνο)
Τα 23 (20,18%) δηλώνουν καταγωγή ή εθνικότητα
(πχ Γκέκας (Απο το Αλβανικό gege-a=κάτοικος της Γκεγκουριάς))
(Λιάπης (Απο το Αλβανικό liap,μιά απο τις 4 αλβανικές «φυλές»,μουσουλμάνος της Λιαπουριάς «Laberia» στη Νότια Αλβανία)

Τα 22 (19,3%) είναι πατρωνυμικά ή μητρωνυμικά 
(πχ. Γκίνος (Το Αλβανικό Gjin= Γιάννης))
(Λέκκας (Το Αλβανικό Leke-a= Αλέξανδρος))
Τα 7 επώνυμα (6,14%), δηλώνουν επάγγελμα 
(Ντέρος (απο το Αλβανικό dere=πόρτα-πορτατζής-)
(Στούπης (Απο το Αλβανικό shtupe-a= το στουπί/το πώμα)
Κανένα από τα επώνυμα που σχετίζονται με την Αλβανική γλώσσα δεν δηλώνει αξίωμα.
Η μόνη παραγωγική κατάληξη Αλβανικής καταγωγής είναι το υποκοριστικό -ush που στα κοζανίτικα επίθετα γίνεται -ούσης.
Δυτικοευρωπαϊκές – Νεολατινικές γλώσσες
46 επώνυμα (ποσοστό 2,18%) έχουν σχέση με δυτικοευρωπαϊκή ή νεολατινική γλώσσα. Τα 36 δέχονται Ιταλικές επιδράσεις, ενώ τα υπόλοιπα μοιράζονται σε άλλες γλώσσες με πρώτη την Βενετική (8) Το μεγαλύτερο ποσοστό τους είναι παρωνύμια 
(πχ Καραματσούκας (Το Τούρκικο kara= μαύρος+ Ελληνικό ματσούκα (το οποίο έρχεται από το βενέτικο mazzoca, που με την σειρά του έρχεται από το λατινικό maxuca)
Τα 12 επώνυμα (25,53%) δηλώνουν επάγγελμα 
(πχ. Σολδάτος (Απο το Ιταλικο soldato=Στρατιώτης/μαχητής))
(Μπερέτος (Απο το Ιταλικό beretto=σκούφος)
Τα 10 είναι πατρωνυμικά ή μητρωνυμικά 
(πχ. Μαντώνας (Απο το Ιταλικό madonna=Δέσποινα/κυρά)
Τα 2 δηλώνουν καταγωγή (Αγγλογάλλος και φρατζέζος) και 1 δηλώνει αξίωμα (Κόντης από το Ιταλικό conte)
Συμπεράσματα του ερευνητή: (Γλωσσικές παρατηρήσεις)
Αυτό που εντυπωσιάζει στα Κοζανίτικα επώνυμα είναι καταρχήν η συνύπαρξη γλωσσικών στοιχείων από τόσες πολλές γλώσσες (Ελληνική,Τουρκική,Βουλγαρική/Σλαβική ή άλλη Λατινογενής γλώσσα), σε έναν τόσο περιορισμένο γεωγραφικά χώρο, όπως είναι μια ολιγάριθμη πληθυσμιακά πολίχνη του 19ου αιώνα. 
Η εξήγηση δίνεται βέβαια από την ίδια την γεωγραφία και την ιστορία. Η περιοχή αυτή γλωσσικά βρίσκεται στα όρια των συμπαγών νεοελληνικών ιδιωμάτων και αυτού που στη γλωσσολογία ονομάζεται «Γλωσσική Μεταβατική Περιοχή». 
Πρόκειται για μια περιοχή που φτάνει μέχρι τα Σκόπια ένθεν κι ένθεν της οποίας έχουμε αμιγείς γλωσσικές περιοχές: Ελληνόφωνη και Σλαβόφωνη, ενώ στο εσωτερικό της, σε γειτονιά και διάσπαρτες συναντούμε ετερόκλητες γλωσσικές ομάδες: Ελληνόφωνες, Σλαβόφωνες, Βλαχόφωνες και Αλβανόφωνες, με επικρατέστερες στο Νότο τις Ελληνόφωνες και στο βορρά τις Σλαβόφωνες. Απ’ την άλλη μεριά είναι γνωστή η για πάνω από 500 χρόνια συνύπαρξη των πληθυσμών αυτών με τους Τούρκους κατακτητές. Η γλωσσική αυτή πραγματικότητα αποτυπώνεται στα επώνυμα της Κοζάνης αφού 672 από τα 2.159 επώνυμα (ποσοστό 31,13%) έχουν λεξιλογικού κυρίως ή και κάποιου άλλου τύπου γλωσσικές επιδράσεις από κάποια από τις παραπάνω γλώσσες.
Η ανάμιξη των καταλήξεων από τις ετερόκλητες αυτές γλώσσες έχει ως αποτέλεσμα να προκύπτουν διαφορετικά επώνυμα, τα οποία όμως σημασιολογικά συμπίπτουν απόλυτα. (πχ δίπλα στο Ελληνικό «Παπαδόπουλος» συναντούμε το Τουρκικό «Παπάζογλου» (Τουρκικό papaz=παπάς+κατάληξη -oglou) 
Οι ξένες επιδράσεις και ο λεξιλογικός δανεισμός είναι ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει κάθε γλώσσα καταρρίπτοντας τον ιδεολογικώς φορτισμένο μύθο της γλωσσικής καθαρότητας. Είναι απόλυτα φυσικό οι λαοί οι οποίοι για λόγους ιστορικούς βρέθηκαν πολύ κοντά ο ένας στον άλλο να έχουν ανταλλάξει πολιτιστικά και άρα γλωσσικά στοιχεία.
*(Κωνσταντίνος Ντίνας- Όψεις της Ετερότητας, εκδόσεις Gutenberg,2005)
ethelontiki-kastoria.gr

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ


Βολονάσης - Μπολονάσης ---- 
Το επώνυμο συναντιέται και με διαφορετική φωνητική (Βολο- και Μπολο-) και με διαφορετική ορθογράφηση (Βολο- / Μπολο- και Βόλω-/Μπολω-). 
Οι διαφορετικές αυτές φωνητικές και ορθογραφικές εκδοχές αφορούν όχι μόνο Το επώνυμο Μπολονάσης, αλλά ένα πλήθος άλλων επωνύμων, συνθέτουν και παράγωγων. Με δεδομένο δε ότι η ορθογράφηση (με ο ή ω) λίγο ενδιαφέρει, παραθέτω μερικά από τα σχετικά επώνυμα με βάση τη φωνητική τους ([β] / [ν]).- 
  
Εκτός από τα παραπάνω σύνθετα ή παράγωγα επώνυμα πρέπει να αναφέρουμε την ύπαρξη των απλών αρχικών επών.: Μπόλας / -•ης / -ος και Βόλ(λ)ας /-ης /-ος (και Βώλος) και να σημειώσουμε: 
α. Από τις δύο σειρές επών. η σειρά [b] πρέπει να θεωρηθεί η αρχική δεδομένου ότι η τροπή του [b] (καθώς και των [d], [g]) σε [ν] (και [d], [g]) αντίστοιχα, δηλ. ο λεγόμενος λόγιος εξελληνισμός, είναι εφικτή στην ελληνική. Αντίστροφη τροπή [ν] > [b] δεν είναι συνηθισμένη. 
β. Η αστάθεια ορθογράφησης με ο ή ω υποδηλώνει πως η αρχική λέξη απ' όπου σχηματίζονται τα ανθρωπωνύμια δεν είναι αναγνωρίσιμη άρα είναι άγνωστη. 
γ. Τα σύνθετα ανθρωπωνύμια παραπέμπουν στην ύπαρξη ενός προθήματος1 του τύπου: βλαχο-: Βλαχαντρέας, Βλαχοθανάσης κλπ., γερο-: Γερογιάννης, Γεροδήμος κλπ., με β' συνθετικό βαφτιστικό η παρωνύμιο. Κάτω από αυτές τις συνθήκες από την ελληνική γλώσσα μόνο οι λ. βόλος, ο "η ριξιά //η πλεκτάνη // το δίχτυ κλπ." και βώλος, ο "μικρός όγκος, μάζα χώματος, Σβώλος // συνεκδ. γη, χώρα, έδαφος κλπ." θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση δημιουργίας του προθήματος. Ωστόσο οι σημασίες αυτών των λ. δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την ονοματοδοσία ενός ανθρώπου. 
δ. Με βάση αυτές τις παρατηρήσεις θα μπορούσε να ενισχυθεί η απόδοση των αρχικών επών. Μπόλας /-ης /-ος2 στη σλαβ. λ. bolu "μεγαλύτερος, καλύτερος"3 με την οποία σχηματίζονται πολυάριθμα προσωπωνύμια, στο σλαβόφωνο χώρο: ΒοΙοje, Βοlek, Βοlkο, ΒοΙkα, Βοlinu/Bolbnu, ΒοΙbjb-slavu, Βοlbjb-boru, Βοl'ut, Βοlislav κλπ.4 
Από το σλαβ. αυτό προσηγ. προέκυψαν τα επών. Μπόλας /-ης /-ος (και Βόλας / -ης /-ος) με λόγιο εξελληνισμό, από τα οποία προέκυψε το ανθρωπωνυμικό πρόθημα μπολο-, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη σημ. 1: Κάποιος που έφερε το βαφτιστικό Νάσης για να προσδιοριστεί ακριβέστερα ονομάστηκε Νάσης του Μπόλα / -η, / -ου και στο σύνθετο ως Μπολο-νάσης.5 

Βρέλ(λ)ης 
Το επώνυμο πρέπει να σχετιστεί με το αλβ. ουσ. burr/e, i "άντρας, γενναίος" και να αποδοθεί στα επών. Μπούρης, Μπούρος, Μπούρας 6 απ' όπου και τα: Βούρης, Βούρος, Βούρας με τροπή του [β] σε [ν] (λόγιος εξελληνισμός). Από τη σειρά των τελευταίων με την υποκορ. κατάλ. -έλ(λ)ης προέκυψε Το επώνυμο Βουρέλ(λ)ης 7 και Βρέλ(λ)ης με αποβολή του άτονου [u] κατά τον βόρειο φωνηεντισμό. 
Λιγότερο πιθανή η απόδοση του επών. στο σλαβ. vrelo "πηγή" (απ' όπου και δάνειο στην αλβ. vrelle), λέξη από την οποία δημιουργούνται πολυάριθμα τοπν. σχεδόν αποκλειστικά στο χώρο της σερβοκροατικής (Udolph 1979: 528-529).
 Κατευθείαν σύνδεση του επών. με το σλαβ. ουσ., λόγω της σημασίας, δεν θα ήταν δυνατή, όπως φαίνεται και από την απουσία σχετικών ανθρωπωνυμικών σχηματισμών στις σλαβικές γλώσσες. Γι' αυτό πιστεύω πως, αν θα μπορούσε να συνδεθεί Το επώνυμο με τις σλαβ. γλώσσες, αυτό θα μπορούσε να γίνει μέσω ενός τοπωνυμίου, π.χ. τοπν. Vrelo ή Vreliκλπ. (<> Γρηγορίου (πβ. και επών. Δημητρίου, Ιωάννου, Γεωργίου κλπ.)18. 


Δεβέκος - Ντεβέκος - Δεβές - Ντεβές
Σπάνιο επών.19 που εμφανίζεται με τους τύπους Δεβέκος (5χ) και Ντεβέκος. Ο τύπος Δεβέκος από το Ντεβέκος με τροπή [d] > [d] (λόγιος εξελληνισμός). 
Το επώνυμο πρέπει να αποδοθεί στο επώνυμο Ντεβές (και Δεβές) με την προσθήκη της μεγεθυντικής κατάλ. -έκος η οποία χρησιμοποιείται και στο σχηματισμό ανθρώπων.: Αγγελέκος (< Άγγελος), Καλαμιδέκος (< Καλαμίδας), Σταματέκος (< Σταμάτης) κλπ.20. Το επώνυμο21 Ντεβές προέρχεται από το τουρκ. δάνειο της ελληνικής: ντεβές, ο "η καμήλα"22 (< τουρκ. deve "το ίδιο"). Της ίδιας ετυμολογικής αρχής είναι και τα επών.: Ντεβετζής, Ντεβετζίδης κλπ. και Δεβεσιάδης, Δεβετζάκης, Δεβετζής, Δεβετζίδης, Δεβιτζόγλου κλπ. 

Ζιώγας
Το επώνυμο προέρχεται από το αντίστοιχο βαφτιστικό Ζιώγας (και Τζιώγας) αντί του Γεώργιος23. Τόσο ο Κατσάνης όσο και ο Ντίνας θεωρούν το βαφτιστικό ως αρομ. υποκορ. του Γεώργιος24. Ωστόσο όχι μόνο στα βλαχόφωνα χωριά αλλά και αλλού (π.χ. Πιρσόγιανη) χρησιμοποιείται το Ζιώγας αντί του Γεώργιος (πβ. το όνομα του πρωτομάστορα Ζιώγα Φρόντζου από την Πιρσόγιανη25, ο οποίος μαρτυρείται ότι έχτισε το πέτρινο γεφύρι της Κόνιτσας 

Καρακίτσος
Πρόκειται για ένα "προθηματικό" επών. που σχηματίζεται από το πρόθημα καρα-26 (πβ. και επών. Καράς < καράς "μαύρος" < τουρκ. kara "το ίδιο") και το βαφτιστικό Κίτσ(ι)ος. Το βαφτιστικό Κίτσ(ι)ος27 αντί του Χρίστος. 

Κωσταδήμας
Σε αντίθεση με τα προσδιοριστικά σύνθετα προσηγορικά: αγριοπερίστερο, κρασοπότηρο, νεροπότηρο, ψυχοσάββατο κλπ. και τα σύνθετα επώνυμα με α' μέρος σύνθεσης εθνικά: Καστρινογιάννης, Μωραΐτόγιαννος, Σμυρνογιάννης κλπ. και επαγγελματικά: Αλευρογιάννης, Γυφτογιάννης, Καλογερογιάννης κλπ.28, στα σύνθετα επών., όπου και τα δυο συνθετικά είναι βαφτιστικό, το β' συνθετικό της σύνθεσης προσδιορίζει το α' βαφτιστικό: π.χ. Σπυρομήλιος "ο Σπύρος (ο γιος) του (Αι)μίλιου", Χριστοβασίλης "ο Χρίστος (ο γιος) του Βασίλη", ο Αποστολογιάννης "ο Αποστόλης / -'-ος (ο γιος) του Γιάννη" κοκ. 
Η αντιστροφή της σειράς: προσδιορισμός + προσδιοριζόμενο που ακολουθείται, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, στα προσδιοριστικά σύνθετα αίρεται στην περίπτωση σύνθετων επών. με δύο βαφτιστικό, γιατί ακολουθείται η σειρά της εννοούμενης εκφοράς.
 Το ίδιο συμβαίνει και με τα σύνθετα παρωνύμια με α' συνθετικό αρσεν. βαφτιστικό (του συζύγου) + β' συνθετ. θηλ. βαφτιστικό (της συζύγου) της οποίας η κοινωνική θέση, η δυναμικότητα και η εν γένει παρουσία επισκιάζει εκείνη του συζύγου: π.χ. Κωτσοαμαλίας "ο Κώτσος (ο σύζυγος) της Αμαλίας", ο Γιωργολένης "ο Γιώργος (ο σύζυγος) της Ελένης" κλπ.
 Στην ίδια περίπτωση ανάγονται και τα σύνθετα με δύο βαφτιστικό εκ των οποίων το α' (βαφτιστικό του γιου) προσδιορίζεται από το β' (το βαφτιστικό της μητέρας). Έτσι το Γιωργολένης που αναφέρθηκε παραπάνω, θα μπορούσε να είναι "ο Γιώργος (ο γιος) της Ελένης" κλπ.
 Μετά από όσα αναφέρθηκαν παραπάνω στο επώνυμο Κωσταδήμας, σύνθετο με δύο βαφτιστικά, το α' συνθετικό (Κώστας) προσδιορίζεται από το β' συνθετικό (Δήμας). Το Κώστας είναι συγκεκομμένος τύπος του Κωνσταντίνος και το Δήμας29 από το Δήμος (συγκεκομμένος τύπος του Δημήτριος) με εναλλαγή της κατάλ. -ος / -ας, όπως πραγματοποιείται στα ανθρώπων: Γκέκος / -ας, Τσέφος / -ας κλπ. 

Μπάης
Το επώνυμο προέρχεται από την τουρκ. λ. bay η οποία πριν από ανθρωπωνύμια και τίτλους έχει τη σημασία "ο κύριος Χ", όταν όμως δεν συνοδεύει ανθρωπωνύμιο ή τίτλο έχει τη σημασία "κύριος."30 Με την ίδια λειτουργία χρησιμοποιούνται και οι σημασιολογικά αντίστοιχες αλβ. λέξεις: zot, -i "κύριος Χ": π.χ. zoti president "κύριος πρόεδρος", zoti minister "κύριος υπουργός" κλπ., αλλά και αυτοδύναμα zot, -/'"κύριος", και zonj/e, -a "η κυρία Χ": π.χ. zonja vjeherr "η κυρα-πεθερά", αλλά και "κυρία, οικοδέσποινα". Όπως η τουρκ. λ. bay έτσι και οι αλβ. zot, -i και zonj/e, -a αποτελούν βασικές λέξεις για το σχηματισμό ανθρωπωνυμίων: Ζότος (και Ζώτος), Ζόνιος (και Ζώνιος). 

Μπαϊρακτάρης - Βαϊρακτάρης 
Το επώνυμο που εμφανίζεται και με το λαϊκότερο τύπο Μπαϊραχτάρης ([kt]>[ht])31 και με το λογιότερο Βαϊρακτάρης32 ([b] > [ν]: λόγιος εξελληνισμός) προέρχεται από το κοινό ΝΕ μπαϊρακτάρης "ο σημαιοφόρος" < τουρκ. bayraktar "το ίδιο" 

Μπένος - Μπενάτος, Μπενετάτος, Μπενέτος
Πρόκειται για επών. δημιουργημένο από το ιταλ. βαφτιστικό Benedetto (= Βενέδικτος) με συγκοπή. Πβ. και τα ίδιας ετυμολογικής αρχής: Μπενάτος, Μπενετάτος, Μπενέτος (< βενετ. Beneto, συγκεκομμένος τύπος του Benedetto)35. Μπονιάκος Το επώνυμο προέρχεται από το αλβ. bonjak, -u "ο ορφανός"36. Ας σημειωθεί πως με τη σημασία "ορφανός" σχηματίζονται ταυτόσημα επών. με λεξιλογικά στοιχεία διάφορων γλωσσών της Βαλκανικής: πβ. το ελλην. Ορφανός (και Ορφανάκος, Ορφανίδης, Ορφανάκης, Ορφανόπουλος κλπ.), τα σλαβ. (από το προσηγ. siru "ορφανός"37): Siraku, Sirotan, Sirota, Siroslawκλπ.38, τα σλαβ. αρχής ελληνικά Σιράκος (και Συράκος) κλπ., τα τουρκ. προέλευσης Γετήμ, Γετίμης κλπ. (< τουρκ. yetim "ορφανός", λ. η οποία απαντά ως δάνειο και στην αλβ. με τον τύπο jetim) κλπ. 

Νικολός
Το επώνυμο προέρχεται από το βαφτιστικό Νικολός39 κι αυτό από το βαφτιστικό Νικολής. Ο μετασχηματισμός του βαφτιστικό Νικολής σε Νικολός αναλογικά προς τα σε -ός επίθ. αντί των επιθ. της ΑΕ σε -ης: ακριβής - ακριβός. συμμιγής - σμιγός, ψευδής - τσευδός κλπ. Το Νικολής από το Νικόλαος και την κατάλ. -ής με την οποία σχηματίζονται χαϊδευτικά βαφτιστικά (π.χ. Γιωργής, Θοδωρής, Παυλής, Στεφανής κλπ.), κατάλ. που προέρχεται από ουδ. υποκορ. σε -ί (π.χ. Γιωργί, Θοδωρί, Παυλί, Στεφανί κλπ.)40. 

Παπαγεωργίου Παπαθεοδώρου Παπανικολάου 
Πρόκειται για τρία σύνθετα επών. με α' συνθετ. το πρόθημα41 παπα42 και τα πατρωνυμικά επών. Γεωργίου, Θεοδώρου, Νικολάου ως β' συνθετικά.
 Τζουμάκας
 Το επώνυμο σχετίζεται με τα Ηπειρωτ. τζουμάκ', το "μακρύ ραβδί // το ειδικό ρόπαλο που στηρίζουν τα κουδούνια τα παιδιά που τραγουδούν τα τραγούδια του Λαζάρου", τζομάκης, ο "ο χοντροκέφαλος" και τζομάκα, η "Ο στάχυς του καλαμποκιού"• πβ. και ρ. τζουμακιάζω "ξυλοδέρνω"43.
 Ο σχηματισμός του επών. από τις σημασίες "χοντροκέφαλος" ← "ρόπαλο, ξύλο". Πρόκειται για δάνειο από το τουρκ. comak "ρόπαλο, μπαστούνι", λ. η οποία πέρασε στις περισσότερες γλώσσες της ΝΑ Ευρώπης μέχρι και τα ρωσικά44. Έτσι έχουμε τα αρομ. ciumag (ουδ.), ciumaga (θηλ.) "μπαστούνι, μαγκούρα"45, το ρουμ. ciomag "ρόπαλο, μπαστούνι"46, τα αλβ. comak και comage "(μεγάλη) ποιμενική ράβδος"47 κλπ. Λιγότερο πιθανή η προέλευση του επων. 

Τζουμάκας - Τζούμας 
+ τη μεγεθ. κατάλ. -άκας η οποία χρησιμοποιείται και στα ανθρωπωνύμια: π.χ. Αντωνάκας, (Α)ποστολάκας, Γεωργάκας Δημητράκας, Σιαφάκας: κλπ.48. Το επώνυμο Τζούμας από το Ηπειρωτ. τσ'ούμα, η "κορυφή βουνού // πέτρινο γουδί" με ηχηροποίηση του [ts] σε [dž] στη συμπροφορά με το [-n] του άρθρου στην αιτιατική. Πβ. και τη γνωστή φρ. "ντιπ τζούμας είσι" που λέγεται για ισχυρογνώμονες και κουτούς ανθρώπους49. 

Τσιάντας 
Το επώνυμο, που φαινομενικά παραπέμπει στο κοινό Ν Ε τσάντα, η (< τουρκ. ςαηtα), δεν θα μπορούσε να αναχθεί στο δάνειο της ελληνικής από την τουρκική για λόγους σημασιολογικούς. Θα ήταν δύσκολο κάποιος να ονομαστεί ως "σάκκος, π.χ. κυρίας, μαθητή, κυνηγού κλπ.".
 Γι' αυτό το λόγο Το επώνυμο πρέπει να σχετιστεί με το βαφτιστικό Τσ(ι)άντα, που είναι συγκεκομμένος τύπος του Αλεξάνδρα50 και να θεωρηθεί μητρωνυμικό κατά το σχήμα: της Τσ(ι)άντας (ο γιος) απ' όπου Τσιάντας.
 1. Βλ. Τριανταφυλλίδης, 1982: 106-107. Πβ. και τα ξένης αρχής προθήματα με τη βοήθεια των οποίων σχηματίζονται σύνθετα επώνυμα.
 Τόσο τα ελληνικής όσο και τα ξένης αρχής προθήματα, εκτός από τη συμβολή τους στο σχηματισμό των σύνθετων επων., σχηματίζουν και απλά επών.: π.χ. 
Σαρής
(< τουρκ. sari "κίτρινος, ξανθός, χλωμός") απ΄ όπου και τα Σαρηκώστας, Σαρηβαλάσης κλπ.

Δελής/Ντελής 
(< τουρκ. deli "τρελός, παλικαράς") απ' όπου τα Δεληγιάννης, Δεληπέτρος, Δελη-στοώροζ κλπ. Πιστεύω πως ακριβώς η ύπαρξη αυτών των απλών επών. συντέλεσε στη δημιουργία των προθημάτων, όπου αρχικά με τα σαρη-/ δελη- κλπ. προσδιοριζόταν ο Κώστας, ο Βαλάσης κλπ. του Σαρή, ο Γιάννης, ο Πέτρος, ο Σταύρος κλπ. Του Δελή κοκ.
 Μπόλης
στο τουρκ. bol "μπόλικος, άφθονος" (βλ. Τριανταφυλλίδης, 1982: 71 και Τομπαΐδης, 1990: 125), αφού δεν σχηματίζονται ανθρωπωνύμια από τη λ. στα τουρκικά. 3.Μiklosich, 1970:17 (λ. bolij) Berneker,1924 2:72 (λ. bolbjb) Vasmer, M.Q Russisches etymologisches Worterbuch, τ. 1,105, Heidelberg 1953. 4.Miclosch, 1927:35' Schlimbert, 1978:19' Malingoudis 1981:25.
 5. Αυτό γίνεται και στα προσηγορικά προσδιοριστικά σύνθετα: νερο-πότηρο, κρασο-πότηρο, αγριο-περίστερο, όπου το α' μέρος της σύνθεσης προσδιορίζει ακριβέστερα το β΄ μέρος, που αποτελεί μια γενικότερη έννοια.
 6. Τα επών. είναι πολύ συχνά στην Αθήνα (βλ. ΟΤΕ Αθ.), την αλβ. ποοέλευση των επών.
Μπούρης, Μπούρας 
υποστηρίζει και ο Τριανταφυλλίδης (1982: 78), ενώ παρακάτω (σελ. 80) θεωρεί πως Το επώνυμο Μπούρας προέρχεται από το σλαβ. bura "τρικυμία".
7. Οι παραλλαγές των επών. που παραθέτω περιλαμβάνονται στον κατάλογο ΟΤΕ Αθηνών.
 8. Βλ. σχετικά τοπν. στου Udolph (1979: 528-529)• πβ. επίσης τοπν. Vrelo (πρώην Τaskinlar) και Βριάλα "πηγή στην Πογδορά" < βουλγ. vrelo (Symeonidis, 2000): 245• Vasmer, 1970:26). 
9. Βλ. Andriotis, 1974: στη λ: Δημητράκος, 1933-1959: στη λ: Κριαράς, 1969- 1997: στη λ.' Ακαδημία Αθηνών 1933-1989: στη λ. 
10. ΟΤΕ Αθ.• ΟΤΕ Θεσσ. 
11. Τριανταφυλλίδης, 1982: 16-17 και 99.
 12. Μπόγκας, 1964:95. 
13. Papahagi, 1974:609. Το δίψηφο gh φωνητικά αποδίδει τον υπερωικό, κλειστό, ηχηρό φθόγγο [g].
 14. Papahagi, 1974:608. 
15. Μκόγκας, 1966:117. 16. Γκίνης, 1998: .185. 17. Meyer, 1891:190-191.
 18. Βλ. Τριανταφυλλίδης, 1982:11.
 19. Συναντιέται στους καταλόγους του ΟΤΕ ως εξής: 1 φορά στην Αθήνα, 3 φορές στα Γιάννινα, 1 φορά στην Αρτα.
 20. Βλ. Μηνάς, 1978: 74. Η κατάλ. αυτή, μολονότι συναντιέται στη Θάσο στο σχηματισμό προσηγορικών και ανθρωπωνυμίων, είναι δυνατό να εμφανίζεται και σε άλλες περιοχές, αφού τα επών. "ταξιδεύουν" μαζί με τους φορείς τους.
 21. Τομπαΐδης, 1990: 132. 
22. Δημητράκος, 1933-1959: στη λ.
23. Βλ. Κατσάνης, Ν.: Ονομαστικό Νυμφαίου (Νέβεσκας), Θεσσαλονίκη 1990, 74. Ντίνας, Κ.: Κοζανίτικα επώνυμα 1759)-1916, Κοζάνη 1995, 131.
24. Και στο βλαχόφωνο Περιβόλι το Ζιώγας χρησιμοποιείται αντί του Γεώργιο: (πληροφορία του συναδέλφου Βασ. Λαΐτσου).
 25. Β. Παπαγεωργίου - Αργ. Πετρονώτης, "Ο πυρσογιαννίτης πρωτομάστορας Ζιώγας Φρόντζος και τα έργα του" (= Δήμος Κόνιτσας: Η επαρχία Κόνιτσας στο χώρο και το χρόνο, Κόνιτσα 1996), 219.
 26. Πβ. και τα επών. -ου σχηματίζονται με το ίδιο πρόθημα: Καραβαγγέλης. Καραβασίλης, Καραγιώργος κλπ.
 27. Το ίδιο βαφτιστικό παρουσιάζεται και στη βουλγαρική ανθρωπωνυμία με τους τύπους Kico, Kico και Kica κατά τον Συμειωνίδη (2001:33) αντί των Kirjakico 
28. Βλ. και σΤο επώνυμο Μπολονάσης. Μια συστηματική συλλογή και εξέταση των σύνθετων ανθρωπωνυμίων θα μπορούσε να δώσει μια πληρέστερη εικόνα για τη θέση του προσδιοριστικού και του προσδιοριζόμενου μέρους.
 29. Το Δήμας ως βαφτιστικό συναντιέται στα βουλγ.με τον τύπο Dima (χαϊδευτικό των Dimitru < href="http://www.zosimaia.gr/MeNuDynamic.asp?menu=6&submenu=17&aID=266">Περιοδικό Οι Ζωσιμάδες, άρθρο του Αναπλ. Καθηγητή του Παν. Ιωαννίνων, Γλωσσολόγου Κώστα Οικονόμου 

Η αρχαιότερη πόλη της Ελλάδας

Ποια είναι η αρχαιότερη πόλη της Ελλάδας;-----Πέρασε καιρός και η γη άρχισε να κατοικείται από ανθρώπους, αφού οι μεγαλύτερες και οι μικρότερες θεότητες, οι δυνάμεις και οι μορφές του σύμπαντος, οι αρχέγονες παρουσίες της ζωής ένιωθαν αδιάκοπα το κίνητρο του έρωτα και της αναπαραγωγής.---
Αλλά η επιλογή κάποιου μεταξύ των αθανάτων είχε γίνει αυστηρά επιλεκτική. Σύμφωνα με τον Παυσανία (2, 15,5), οι τοπικοί μύθοι ανέφεραν ότι ο πρώτος άνθρωπος που κατοίκησε την Αργολίδα ήταν ο Φορωνέας, γιος του θεού-ποταμού Ίναχου και της νύμφης Μελίας.
Ο Ίναχος είχε επιλεγεί ως κριτής στη διαμάχη μεταξύ της Ήρας και του Ποσειδώνα για την κατοχή της περιοχής και προφανώς, εκτιμώντας τους συναισθηματικούς δεσμούς της θεάς με τη γη που είχε φιλοξενήσει το πρώτο αγκάλιασμα με τον άντρα της, αποφάσισε υπέρ της.
Από τότε η Ήρα τύγχανε ιδιαίτερης λατρείας στο Άργος. Ο Ποσειδώνας όμως πήρε πολύ άσχημα την αποτυχία που ματαίωνε τις φιλοδοξίες του να κατακτήσει ένα ζωτικό χώρο στη στεριά. Μια ανάλογη ήττα υπέστη και αλλού, όπως μαρτυρεί το πρώτο επεισόδιο της αθηναϊκής μυθολογίας.
Εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του ως βασιλιά της θάλασσας και όλων των υδάτων, ξέρανε τον Ίναχο και τον κατάντησε ένα χείμαρρο που γεμίζει νερό μόνο την εποχή των βροχών” και η τιμωρία επεκτάθηκε σ” ολόκληρη την περιοχή του Άργους, το οποίο η lλιάδα (Δ, στ. 171) περιγράφει με το επίθετο «πολυδίψιον».
Στο ίδιο εδάφιο, ο Παυσανίας αναφέρει ότι ο Φορωνέας «ο γιος του Ινάχου, συγκέντρωσε πρώτος τους ανθρώπους σε κοινωνικό σύνολο. Πριν οι οικογένειες ζούσαν σποραδικά και μόνες.
Ο τόπος όπου για πρώτη φορά συγκεντρώθηκαν ονομάστηκε Φορωνικόν. Αυτή η ένδοξη πρωτιά συνδυάζεται, στα πλαίσια της γενιάς του, με μια άλλη, εξίσου τιμητική.
Ο Φορωνέας απόκτησε μια κόρη με το όνομα Νιόβη, την οποία δεν πρέπει να συγχέουμε με την ομώνυμη και κακότυχη ηρωίδα που μεταμορφώθηκε σε πέτρα από τον πόνο για το θάνατο των παιδιών της, όπως διαβάσαμε στη μυθολογία της Θήβας.
Η Νιόβη της Αργολίδας δοξάστηκε, όπως αναγνωρίζουν ομόφωνα οι μυθογράφοι, όντας η πρώτη θνητή γυναίκα με την οποία ενώθηκε ερωτικά ο Δίας, αφού η μοίρα ήθελε εκείνη η γη να αποτελέσει για την Ήρα την αρχή του καλού και του κακού που έχουν ως αιτία, και για τους θεούς όπως και για τους ανθρώπους, την ηδονή του έρωτα.
Από τη λαμπρή ένωση γεννήθηκε ο ήρωας Άργος. Δεν είναι σαφές αν αυτός έδωσε το όνομά του στην πόλη του Φορωνέα ή αν σ” αυτόν οφείλεται η ίδρυση μιας νέας πόλης. Σε κάθε περίπτωση, οι Έλληνες θεωρούσαν το Άργος την αρχαιότερη πόλη της χώρας τους.
Κόσμησαν αυτό τον ασύγκριτο τίτλο ευγενείας μ” ένα στέμμα από θαυμάσιους μύθους, οι οποίοι αφήνουν να διαφανούν τα γεγονότα που έδωσαν μορφή στον ελληνικό πολιτισμό μέσω των σχέσεων με τους άλλους πολιτισμούς της ανατολικής Μεσογείου.
Στην lλιάδα οι πολεμιστές της Ελληνικής στρατιάς αποκαλούνται Αχαιοί, αλλά και Αργείοι και Δαναοί, ένα άλλο όνομα το οποίο, όπως θα δούμε, ανήκει στη μυθολογική παράδοση του Άργους.
Έχουν προταθεί διάφορες ερμηνείες γι” αυτό το γεγονός. Ίσως όμως θα πρέπει να αναγνωρίσουμε και σ” αυτό τα ίχνη της πανάρχαιης παράδοσης που συνέδεε το Άργος με τις πρώτες εκδηλώσεις της οργανωμένης κοινωνικής συμβίωσης στην Ελληνική Γη.
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr  

Ο έλληνας ευεργέτης της Βιέννης

Με μια συναυλία στη Musikverein της Βιέννης τιμήθηκε η μνήμη του μεγάλου ευεργέτη της και προστάτη των τεχνών Νικολάου Δούμπα----
Ο έλληνας ευεργέτης της Βιέννης 
Εκπρόσωπος του παροιμιώδους «βιεννέζικου πνεύματος», τόσο χαρακτηριστικού της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής της πρωτεύουσας των Αψβούργων, ο Νικόλαος Δούμπας, έμπορος και επιχειρηματίας, υπήρξε η κατ' εξοχήν φυσιογνωμία της εποχής της Ringstrasse (RingstrassenEpoche), δηλαδή της εποχής, λίγο μετά τα μέσα του 19ου αιώνα, κατά την οποία κρημνίζονται τα τείχη που περιέβαλλαν την παλιά Βιέννη και δημιουργείται η μεγάλη περιφερειακή λεωφόρος η οποία ονομάστηκε Ring επειδή κυκλώνει σαν δαχτυλίδι την πόλη. Είναι μια εποχή ανάπτυξης της αυστριακής πρωτεύουσας, η οποία σε λίγο ­ το 1867 ­ θα γίνει η πρωτεύουσα της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, και θριάμβου της μεγαλοαστικής τάξης των εμπόρων και των επιχειρηματιών που αναδεικνύουν τη Ringstrasse σε πεδίο ευγενούς ανταγωνισμού, καλαισθησίας, πλούτου και μεγαλείου. Τα μέγαρα του δρόμου αυτού, που σήμερα στεγάζουν τράπεζες, επιχειρήσεις και αντιπροσωπείες πολυτελών αυτοκινήτων, ήταν κάποτε τα ιδιωτικά μέγαρα-κατοικίες των Βιεννέζων της Ringstrassen- Epoche. Ανάμεσά τους και το Μέγαρο του Δούμπα (Dumba-Palais), στον αριθμό 4 της ParkRing, στον πρώτο τομέα της Βιέννης, τον πιο μεγαλοαστικό τομέα της πόλης.
Μέλος του Συλλόγου Ανδρικής Χορωδίας της Βιέννης (Wiener Maennergesang-Verein) από το 1852, πρόεδρός του από το 1865 και από τους ιδρυτές της Musikverein, ο Νικόλαος Δούμπας ήταν το «θέμα» της συναυλίας που έγινε στις 23 Μαρτίου στη μεγάλη αίθουσα της Musikverein, ημέρα του θανάτου του Δούμπα. Το πρόγραμμα, με τον Σύλλογο της Ανδρικής Χορωδίας, την Ορχήστρα των Musikfreunde και διακεκριμένους σολίστ, περιελάμβανε σχεδόν άγνωστα έργα του Σούμπερτ, του Γιόχαν Στράους υιού και του Μπραμς, που είτε ήταν αφιερωμένα στον Δούμπα είτε προήρχοντο από τη μεγάλη συλλογή του αυτογράφων μουσικών έργων. Ο Νικόλαος Δούμπας ήταν μεγάλος συλλέκτης αυτογράφων του Σούμπερτ, φίλος του Στράους και του Μπραμς, αλλά και του Βάγκνερ, φίλος επίσης ­ και προστάτης ­ πολλών καλλιτεχνών της Βιέννης, όπως του ζωγράφου Γκούσταβ Κλιμτ.
Η συναυλία, στην κατάμεστη μεγάλη αίθουσα της Musikverein, όπου μεταξύ των ακροατών ήταν πολλοί Ελληνες από την εύρωστη βιεννέζικη παροικία, άνοιξε συμβολικά με το βαλς του Γιόχαν Στράους «Νέα Βιέννη», για ανδρική χορωδία και πιάνο, σύνθεση τόσο χαρακτηριστική του πνεύματος της RingstrassenEpoche. «Βάλαμε το χέρι βαθιά στην τσέπη και, σαν τον Φοίνικα που αναγεννάται από τις στάχτες του, δημιουργήθηκε η Νέα Βιέννη, η Νέα Βιέννη για μας. Και αν τώρα πολλά μας φαίνονται αλλιώς, μία είναι η πόλη, μία είναι η Βιέννη» λένε οι στίχοι του Γιόζεφ Βάιλ σε αυτό το δοξαστικό και μακρύ βαλς του Στράους. Η σύνθεση μας θύμισε ότι το βαλς είναι βιεννέζικος ρυθμός που σχολιάζει τα πάνω και τα κάτω της βιεννέζικης πατρίδας, τη λάμψη και το σκότος, τον θρίαμβο και την πτώση, ένας χορός που δεν απευθυνόταν στους χαροκόπους των μεγάρων αλλά σε ό,τι έκρυβαν όλοι αυτοί μέσα τους, σε ό,τι έκρυβε μέσα της η Βιέννη.
Πατέρας του Νικολάου ήταν ο Στέργιος Δούμπας (1794-1870), που από το χωριό Μπλέτσι της Μακεδονίας εγκαταστάθηκε το 1817 στη Βιέννη για να δουλέψει ως υπηρέτης και να αναδειχθεί πολύ σύντομα σε μεγάλο έμπορο και επιχειρηματία της πρωτεύουσας των Αψβούργων. Ο Στέργιος υπήρξε μεγάλος ευεργέτης του αυστριακού κράτους αλλά και του νεαρού ελληνικού (από τους ευεργέτες του Εθνικού Πανεπιστημίου) και το πνεύμα της φιλανθρωπίας και της δημόσιας δράσης κληροδότησε αυτούσιο στα παιδιά του. Ο Νικόλαος διακρίθηκε ιδιαίτερα και η Βιέννη οφείλει σε αυτόν όχι μόνο μουσικά χειρόγραφα, κτίρια συναυλιών και μουσικές δομές αλλά και τα κτίρια της Βουλής, του Πανεπιστημίου, της Ακαδημίας Καλών Τεχνών, του Δημαρχείου, πολλά αγάλματα και ανδριάντες.
Στο δείπνο που παρέθεσε στις 24 Μαρτίου ο πρεσβευτής μας κ. Γιάννης Γεννηματάς στο κτίριο της πρεσβείας (ένα υπέροχο κτίριο ιστορικιστικού μπαρόκ στην οδό Αργεντινής, πολύ κοντά στη Musikverein), τα μέλη της ελληνικής αποστολής που βρέθηκαν στη Βιέννη, χάρη στην ευγενική πρόσκληση του ραδιοφωνικού σταθμού της Αθήνας Galaxy 92, μπόρεσαν να πάρουν μερικές πληροφορίες για τους Ελληνες της Βιέννης, τις ιστορικές μορφές της κοσμοπολίτικης παροικίας μας, που, αν εξαιρέσουμε τον βαρόνο Σίνα, είναι άγνωστες. Σε αυτό το φιλόξενο ελληνικό σπίτι, αγορασμένο από τον Τσουδερό τη δεκαετία του 1920 για λογαριασμό του ελληνικού Δημοσίου, το πνεύμα του Δούμπα ήταν ζωντανό, σπινθηροβόλο, σαν τον ημίγλυκο ελληνικό οίνο που συνόδευε το εξαιρετικό ουγγρικό φουά γκρα με μάνγκο του πρεσβευτικού δείπνου. Ετσι κι αλλιώς ο «μύθος της αυτοκρατορίας» οφείλει πολλά και στους έλληνες υπηκόους του, στον Νικόλαο Δούμπα και στους άλλους.
http://www.tovima.gr/relatedarticles/article/?aid=121062

Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΕΒΡΑΙΚΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ

 ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΞ ΤΩΝ ΣΥΝΗΘΕΣΤΕΡΩΝ ΚΥΡΙΩΝ ΕΒΡΑΪΚΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ----
Α
Ἀαρών = ΑΓΝΩΣΤΟΥ(ΙΣΩΣ ΑΥΓΥΠΤΙΑΚΗΣ) ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ
Ἄβελ = ΠΕΝΘΙΜΟΣ (ΟΡΑ ΙΩΣΗΠΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛ. ΒΙΒΛ. Α’ ΑΡ. 52)
Ἀβραάμ = ΠΑΤΗΡ ΠΟΛΛΩΝ ΛΑΩΝ
Ἀδάμ = ΠΥΡΡΟΓΕΝΗΣ (ΙΩΣΗΠΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛ. ΒΙΒΛ. Α’ ΑΡ. 34)
Ἀμπά = ΠΑΤΗΡ
Ἀσέρ = ΕΥΤΥΧΙΟΣ, ΜΑΚΑΡΙΟΣ
Β
Βαρούχ = ΕΥΛΟΓΗΤΟΣ
Βενιαμίν = (Μπέν – γιαμίν), ΥΙΟΣ ΠΡΟΣΦΙΛΗΣ (ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ : ΥΙΟΣ ΕΚ ΔΕΞΙΩΝ)
Γ
Γαβριήλ = ΘΕΟΑΝΔΡΕΙΩΜΕΝΟΣ (ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ: ΗΝΔΡΩΣΕΝ Ο ΘΕΟΣ)
Γάδ = ΑΦΘΟΝΙΑ (ΟΡΑ ΓΕΝΕΣΙΝ ΚΕΦ Β’ ΑΡ. 11)
Γιερμιγιά = (ΙΕΡΕΜΙΑΣ) = ΘΕΟΠΡΟΒΛΗΤΟΣ (ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ : ΜΕ ΑΝΕΔΕΙΞΕΝ Ο ΘΕΟΣ)
Γιομτόβ = ΚΑΛΗΜΕΡΗΣ
Γιοχανάν = (ΙΩΑΝΝΗΣ) = ΘΕΟΧΑΡΙΣΤΟΣ
Δ
Δαυίδ = ΑΓΑΠΗΤΟΣ (Η ΕΒΡΑΪΚΗ ΡΙΖΑ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΕΙΤΑΙ)
Δάν = Ο ΚΡΙΘΕΙΣ
Δανιήλ = ΘΕΟΚΡΙΤΟΣ (ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ : ΜΕ ΕΚΡΙΝΕΝ Ο ΘΕΟΣ)
Δεβόρα = ΜΕΛΙΣΣΑ
Ε
Ἐζρά = ΒΟΗΘΟΣ
Ἐλαζάρ = (Ἒλ - αζάρ) = ΘΕΟΒΟΗΘΗΤΟΣ (ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ : ΜΕ ΕΒΟΗΘΗΣΕΝ)
Ἐλιέζερ = (Ἐλί - ἔζερ) = Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ ΒΟΗΘΟΣ
Ἐλκανά = ΘΕΟΑΓΟΡΑΣΤΟΣ (ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ : Ο ΘΕΟΣ ΕΞΗΓΟΡΑΣΕ)
Ἐμανουήλ = (Ἳμ - ἄνου - Ἒλ) = ΜΑΖΙ ΜΑΣ Ο ΘΕΟΣ
Ἐσθήρ = (Ἐστέρ) = ΑΣΤΡΟΝ (ΑΣΤΕΡΩ)
Ζ
Ζαβουλών = Ο ΠΡΟΙΚΙΣΘΕΙΣ (ΟΡΑ ΓΕΝΕΣΙΝ ΚΕΦ. Λ’ ΑΡ. 30)
Ζαδίκ = ΔΙΚΑΙΟΣ
Η
Ἠλίας = (Ἐλί – Γιά) = Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ ΘΕΟΣ
Θ
Θάμαρ = (Τάμαρ) = ΦΟΙΝΙΞ
Ι
Ἰακώβ = ΠΤΕΡΝΙΣΤΗΣ
Ἰσαάκ = ΓΕΛΑΣΤΟΣ
Ἰσάχαρ = Ο ΑΝΤΑΜΕΙΦΘΕΙΣ (ΟΡΑ ΓΕΝΕΣΙΝ ΚΕΦ. Λ’ ΑΡ.24)
Ἰσραέλ – (Ἰσρά - Ἒλ) = ΘΕΟΔΥΝΑΜΟΤΟΣ (ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ : ΕΝΕΔΥΝΑΜΩΣΕΝ Ο ΘΕΟΣ)
Ἰωσαφάτ = (Γιό – σσαφάτ) = ΘΕΟΚΡΙΤΟΣ (ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ : Ο ΘΕΟΣ ΕΚΡΙΝΕ)
Ἰωσήφ = ΠΡΟΣΘΕΤΟΣ (ΟΡΑ ΓΕΝΕΣΙΝ ΚΕΦ Λ’ ΑΡ. 24)
Κ
Κάϊν = ΑΠΟΚΤΗΜΑ (ΟΡΑ ΙΩΣΗΠΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛ. ΒΙΒΛ. Α’ ΑΡΙΘΜ. 52)
Κοέν = ΙΕΡΕΥΣ
Λ
Λεά = Η ΑΠΗΥΔΙΣΜΕΝΗ , Η ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΗ
Λεβῆ = ΒΟΗΘΟΣ ΙΕΡΕΥΣ

Μ
Μαζαλτώβ = ΕΥΤΥΧΙΑ
Μαλκά = ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ
Μαλλάχ = ΑΓΓΕΛΟΣ
Ματαθίας = θεοδωρος
Μαριάμ = (ΜΥΡΙΑΜ) = ΠΟΘΗΤΗ, ΕΠΙΘΥΜΗΤΗ
Μεγήρ = ΦΩΤΕΙΝΟΣ
Μενασσέ = ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΟΣ (ΟΡΑ ΙΩΣΗΠΟΥ ΙΟΥΔ. ΑΡΧ. ΒΙΒΛ. Β’ ΑΡΙΘ.92)
Μεναχέμ = ΠΑΡΗΓΟΡΟΣ
Μιχαέλ = (ΜΙ-ΚΑ-ΕΛ) = ΘΕΟΜΟΙΑΣΤΟΣ (ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ : ΠΟΙΟΣ ΩΣ Ο ΘΕΟΣ)
Μορδοχάϊ = ΑΠΟ ΤΟ ΜΟΡΔΟΥΚ (ΟΝΟΜΑ ΘΕΟΥ ΤΩΝ ΒΑΒΥΛΩΝΙΩΝ, ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΣΗΜΑΣΙΑΣ)
Μωυσῆς = (Μωσσέ) = ΥΔΑΤΟΣΩΣΤΟΣ
Ν
Ναχούμ = ΠΑΡΗΓΟΡΗΘΕΙΣ
Νεφταλί = ΠΑΛΑΙΣΤΗΣ (ΟΡΑ ΓΕΝΕΣΙΝ ΚΕΦ Δ’ ΑΡΙΘ. 8)
Νεχεμιά = (Ναχάμ – γιά) = ΘΕΟΠΑΡΗΓΟΡΗΤΟΣ (ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ : ΕΠΑΡΗΓΟΡΗΣΕΝ Ο ΘΕΟΣ)
Νησίμ – ΘΑΥΜΑΣΤΟΣ (νές = ΘΑΥΜΑ, ΠΛΗΘ. νησίμ)
Ο
Ὀβαδίας = (Ὀβάδ – Γιά) = ΘΕΟΔΟΥΛΟΣ
Ρ
Ραφαέλ = (Ραφά - Ἒλ) = ΘΕΟΣΩΣΤΟΣ (ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ : ΕΘΕΡΑΠΕΥΣΕΝ Ο ΘΕΟΣ)
Ραχήλ = ΑΜΝΑΣ (ΠΡΟΒΑΤΙΝΑ ΜΗ ΓΕΝΝΗΣΑΣΑ)
Ρεβέκα = (Ρίβκα) = ΑΓΝΩΣΤΟΥ (ΙΣΩΣ ΑΡΑΜΑϊΚΗΣ) ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑΣ
Ρεουμπέν = (ρεού – μπέν) ΕΙΔΟΝ ΤΟΝ ΥΙΟΝ
Ρούθ = (Ρούτ) = ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ
Σ
Σαλομών = ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ
Σαμουέλ = ΘΕΟΑΚΟΥΣΤΟΣ (ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ : ΗΚΟΥΣΑΝ ΤΟΝ ΘΕΟΝ)
Σαμπετάϊ = ΣΑΒΒΑΤΙΑΝΟΣ
Σάρρα = ΑΡΧΟΝΤΙΣΣΑ , ΠΡΙΓΚΗΠΙΣΣΑ
Σαούλ = Ο ΕΡΩΤΗΘΕΙΣ, Ο ΑΝΑΖΗΤΗΘΕΙΣ (ΥΠΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ)
Σιαλώμ = ΕΙΡΗΝΗ
Σεμτώβ = (Σμέμ – τόβ) = ΚΑΛΩΝΥΜΟΣ
Σίμσσι = (SIMSHI) = ΟΥΡΑΝΙΟΣ (ΑΠΟ ΤΟ SHEMESH = ΟΥΡΑΝΟΣ)
Σιμχά = ΧΑΡΑ, ΧΑΡΙΣ
Σαμσών = (SHIMSHON) = ΜΙΚΡΟΣ ΗΛΙΟΣ
Συμεών = ANTAΛΛΑΓΜΑ ΜΙΣΟΥΣ (ΟΡΑ ΓΕΝΕΣΙΝ ΚΕΦ. Κ΄ΑΡ. 33)
Τ
Τόβα = ΚΑΛΗ, ΑΓΑΘΗ
Χ
Χάβα = (ΕΥΑ) = ΜΗΤΗΡ ΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΖΩΝΤΩΝ (ΟΡΑ ΙΩΣΗΠΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛ. ΒΙΒΛ. Α΄ΑΡ.36)
Χαῒμ = ΖΗΣΙΜΟΣ



eothetis.blogspot.com

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΟΤΑΜΙΩΝ

Πώς πήραν τα ονόματα τους τα ελληνικά ποτάμια;---- της Ηρώς Κουνάδη ------
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία (και τη Θεογονία του Ησίοδου, πιο συγκεκριμένα) όλα τα ελληνικά ποτάμια ήταν θεοί: Οι ελάχιστα γνωστοί πια Ποτάμιοι Θεοί, παιδιά του Ωκεανού και της Τηθύος –οι οποίοι με τη σειρά τους ήταν Τιτάνες, οι προκάτοχοι δηλαδή των ολύμπιων θεών. Τα ονόματα που χρησιμοποιούμε σήμερα για τα ποτάμια της Ελλάδας είναι σχεδόν στο σύνολό τους αυτά των ποτάμιων θεών με τους οποίους αντιστοιχούσαν στην αρχαιότητα. Αυτή είναι η σύντομη απάντηση στην ερώτηση «πώς πήραν τα ονόματά τους τα ελληνικά ποτάμια;». Αν, τώρα, ενδιαφέρεστε για περισσότερες λεπτομέρειες, παρακάτω συγκεντρώνουμε τις ιστορίες –και τις ετυμολογίες, στις σπάνιες περιπτώσεις που υπάρχουν– δέκα εξ αυτών.
Αχελώος: Ποτάμιος θεός που απεικονίζεται από την μέση και κάτω σαν ψάρι, γενειοφόρος και με κέρατα στο κεφάλι. Μία από τις πιο γνωστές ιστορίες του, είναι η μάχη με τον Ηρακλή, για τα μάτια (και το κρεβάτι) της όμορφης Διηάνειρας. Ο Αχελώος, αν και άσσος στις μεταμορφώσεις, έχασε τη μάχη και ένα από τα δύο κέρατά του από τον Ηρακλή, ο οποίος όμως του το έδωσε πίσω. Ο ποτάμιος θεός του χάρισε σε αντάλλαγμα το κέρας της Αμάλθειας, το οποίο ο ήρωας δώρισε εν συνεχεία στον πατέρα της αγαπημένης του, για να τον αφήσει να την παντρευτεί.
Ενιπέας: Το ομορφότερο από τα παιδιά του Ωκεανού, ο καρδιοκατακτητής Ενιπέας πρωταγωνιστεί μεταξύ άλλων και σε μια από τις ιστορίες του Ομήρου. Σύμφωνα με αυτήν, τον Ενιπέα ερωτεύθηκε η Τυρώ, κόρη του θεσσαλού βασιλιά Σαλμωνέως, την οποία ήθελε απεγνωσμένα ο Ποσειδώνας. Καταλαβαίνοντας ότι δεν είχε πολλές ελπίδες μπροστά στον μορφονιό που της είχε πάρει τα μυαλά, ο άρχοντας της θάλασσας αποφάσισε να παίξει το χαρτί των μεταμορφώσεων, και εμφανίστηκε μπροστά στο αντικείμενο του πόθου του με τη μορφή του Ενιπέα. Ακολούθησαν σκηνές που δεν μπορούμε να περιγράψουμε γιατί μας διαβάζουν και παιδιά, και από τον έρωτά τους γεννήθηκαν τελικά δύο δίδυμα αγόρια, ο Πελίας και ο Νηλέας. Οι δυο τους θα τσακωθούν αργότερα για τον θρόνο της Ιωλκού, πυροδοτώντας μια σειρά από γεγονότα που οδηγούν τελικά στην Αργοναυτική Εκστρατεία και την σφαγή των παιδιών της Μήδειας.
Αχέροντας: Ετυμολογικά, το όνομά του σημαίνει «χωρίς χαρά» –λογικό, αν σκεφτεί κανείς ότι μιλάμε για τον ποταμό που καταλήγει στον Άδη. Ως γνήσιος γιος των Τιτάνων, ο Αχέροντας συμμάχησε προφανώς με τους γονείς του κατά την Τιτανομαχία, προσφέροντάς τους νερό για να ξεδιψάνε ανάμεσα στις μάχες. Η πράξη του αυτή εξόργισε τον Δία, ο οποίος μαύρισε και πίκρανε τα νερά του, που δεν ξαναέγιναν γλυκά μέχρι να εμφανιστεί ο Άι-Δονάτος της χριστιανικής παράδοσης και να σκοτώσει το τέρας που τα δηλητηρίαζε.
Πηνειός: Ένας από τους λίγους Ποτάμιους Θεούς που απέκτησαν απογόνους, ο Πηνειός ερωτεύτηκε σφόδρα την ναϊάδα νύμφη Κρέουσα. Καρπός του έρωτά τους ήταν ο μετέπειτα βασιλιάς των Λαπιθών (μυθολογικών όντων που έμοιαζαν με τους Κενταύρους) Υψέας αλλά και οι θεσσαλίδες νύμφες, η Στίλβη, η Κυρήνη και η Μενίππη, που αργότερα θα παντρευόταν τον Πελασγό.
Κηφισός: Άλλος ένας ποτάμιος θεός που ευτύχησε να αποκτήσει παιδιά, ο Κηφισός είναι πατέρας του γνωστού και μη εξαιρετέου Νάρκισσου. Μητέρα του πανέμορφου πλην αδικοχαμένου νεαρού (που ερωτεύτηκε το είδωλό του και πνίγηκε στα νερά της λίμνης όπου το χάζευε με τις ώρες) είναι η νύμφη Λειριόπη.
Ευρώτας: Οι απόψεις για τον Ευρώτα διίστανται. Κατά μία θεωρία, είναι και αυτός ένας από τους Ποτάμιους Θεούς, γιος του Ωκεανού και της Τηθύος, ενώ κατά μία άλλη είναι ο πατέρας της Σπάρτης, ένας από τους πρώτους βασιλιάδες της περιοχής, εντελώς άνθρωπος και καθόλου θεός. Σύμφωνα με αυτήν την δεύτερη θεωρία, ο βασιλιάς Ευρώτας θέλησε να δώσει διέξοδο στα νερά που λίμναζαν γύρω από την πόλη του, γι' αυτό άνοιξε διώρυγα και διοχέτευσε τα νερά προς τη θάλασσα. Έτσι δημιουργήθηκε το ποτάμι, που πήρε το όνομα του.
Λάδωνας: Το ποτάμι που ο Παυσανίας περιγράφει ως «το ομορφότερο της Ελλάδας» πήρε το όνομά του από (το μαντέψατε;) τον Ποτάμιο Θεό που παντρεύτηκε την Στυμφαλία, με την οποία απέκτησε δυο κόρες, τη Μετώπη και τη Δάφνη. Αυτή την τελευταία ερωτεύτηκε κάποια στιγμή ο Απόλλωνας, που την κυνηγούσε νυχθημερόν στα δάση γύρω από τα νερά του ποταμού-πατέρα της. Εκείνη, που για κάποιο μυστήριο λόγο δεν έβρισκε τον ομορφότερο των θεών του γούστου της, ζήτησε φωνάζοντας από την Ήρα να την απαλλάξει από αυτό το μαρτύριο, και εκείνη την «έσωσε», μεταμορφώνοντάς τη στο γνωστό δέντρο.
Αλφειός: Ερωτοχτυπημένος αδερφός όλων των παραπάνω, ήθελε απεγνωσμένα μια νύμφη, την Αρεθούσα, η οποία τον απέφευγε –να σημειωθεί εδώ ότι οι Ποτάμιοι Θεοί, με την εξαίρεση του Ενιπέα, δεν ήταν ακριβώς αυτό που θα έλεγε κανείς τέρατα ομορφιάς. Η Αρεθούσα, λοιπόν, τρέχοντας να ξεφύγει από τον Αλφειό που την κυνηγούσε, πέφτει κάποια στιγμή στη θάλασσα και με τη βοήθεια της Αρτέμιδας καταλήγει στις Συρακούσες, όπου μεταμορφώνεται σε πηγή. Το σχέδιο της θεάς, βέβαια, δεν ήταν ακριβώς ιδιοφυές, καθότι ο ποτάμιος θεός μπορούσε όποτε ήθελε να περάσει κάτω από την θάλασσα, να φτάσει στις Συρακούσες και να ενώσει τα νερά του με εκείνα της αγαπημένης του… υπογείως (κυριολεκτικά και μεταφορικά). Όπως και έκανε. 
 

Σάββατο 28 Μαρτίου 2015

Θερμοπύλες

ΚΩΝΣΤ. ΚΑΒΑΦΗΣ---------

Θερμοπύλες----
Εκτύπωση
Τιμή σ’ εκείνους όπου στην ζωή των-
ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες.
Ποτέ από το χρέος μη κινούντες·
δίκαιοι κ’ ίσιοι σ’ όλες των τες πράξεις,
αλλά με λύπη κιόλας κ’ ευσπλαχνία·
γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν-
είναι πτωχοί, πάλ’ εις μικρόν γενναίοι,
πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε·
πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες,
πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους.

Και περισσότερη τιμή τούς πρέπει-
όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)-
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος,
κ’ οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε.---
(Από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984) 

http://www.kavafis.gr/poems/content.asp?id=150&cat=1

ΑΡΜΑΤΟΛΟΙ ΚΑΙ ΚΛΕΦΤΕΣ

ΑΡΜΑΤΟΛΟΙ ΚΑΙ ΚΛΕΦΤΕΣ ΤΑ ΕΝΟΠΛΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821------






Γράφει ο
Παναγιώτης Ι. Παπαδόπουλος
Φιλόλογος-Καθηγητής------

Είναι γεγονός ότι η οικονομική και πνευματική ανάπτυξη των Ελλήνων στα χρόνια της Τουρκοκρατίας οδήγησε στην εθνική αφύπνιση. 
Μέσα στους νάρθηκες των εκκλησιών και των απομακρυσμένων μοναστηριών σφυρηλατήθηκε η ψυχή των Ελλήνων για να είναι έτοιμη όταν έρθει η ώρα να διεκδικήσει την ελευθερία. Εκεί μέσα έσπαζαν οι κρίκοι της αλυσίδας που κρατούσε δέσμια την αγάπη για την ελευθερία.

Έτσι, δεν άργησε, όταν η τουρκική αυθαιρεσία περνούσε τα ανθρώπινα όρια, να γεμίσουν τα βουνά του Ολύμπου και της Πίνδου από τους ατίθασους και απείθαρχους αντάρτες. Τότε γεννήθηκε η κλεφτουριά που έγραψε τις δικές της σελίδες στην ιστορία του έθνους. Άπειρα είναι τα ποιήματα και τα τραγούδια του λαού με τα οποία εξύμνησε τα ηρωικά κατορθώματα των κλεφτών. Αλλά για ποιους κλέφτες μιλάμε. Είναι εκείνοι που αρνήθηκαν το ζυγό, αρνήθηκαν την ταπείνωση και τον εξευτελισμό.

Πήραν τα βουνά της Πίνδου και του Ολύμπου. Κλέφτες τους ονόμαζαν οι Τούρκοι στους Έλληνες των χωριών και των πόλεων στην προσπάθειά τους να τους πείσουν να αρνηθούν τον εφοδιασμό των ανταρτών με τρόφιμα και ρουχισμό. Η ελληνική, όμως, ψυχή αγιοποίησε τη λέξη «κλέφτης» ώστε να συμβολίζει τον γενναίο, τον τολμηρό που καλείται να υπερασπιστεί τις ζωές και τις περιουσίες των συμπατριωτών του αλλά και τα ιδεώδη μιας ολόκληρης φυλής.

Κάποιες φορές, όμως, οι αντάρτες από τα Άγραφα κατεβαίνουν στην θεσσαλική πεδιάδα, ληστεύουν τις ιδιοκτησίες των Τούρκων. Με την πάροδο του χρόνου εξελίχθησαν οι κλέφτες, οι τιμωροί των Τούρκων στην προσπάθειά τους να περιορίσουν τις αυθαιρεσίες τους αλλά πολλές φορές και για να εξασφαλίσουν τα αναγκαία τρόφιμα για την επιβίωσή τους.

«Ο κλέφτης της ελληνικής εκείνης εποχής, δεν είναι ούτε ο άριστος τύπος των ανθρώπων, ούτε ο άσχημος, ούτε ο αστός, ούτε ο χωριάτης, ούτε ο γεωργός, αλλά είναι και θα είναι και θα παραμένει στην ιστορία αυτός που είναι. Είναι ατόφιος, ο Έλληνας, ο κλέφτης με την ξεχωριστή και την ιδιόρρυθμη λεβεντιά του, την γεμάτη περηφάνια και ανδρεία. Μια γονιμότητα και μια δύναμη είναι φωλιασμένη στην ψυχή του». (1)

Η ζωή του κλέφτη επάνω στου βουνό έχει τις δικές της δυσκολίες, κυρίως, τις εποχές του χειμώνα όταν επικρατούν συνθήκες ακραίων καιρικών φαινομένων. Όταν όλα γύρω του είναι χιονισμένα και παγωμένα. Πρώτα η αναζήτηση στέγης σε κάποια σπηλιά μαζί με τα άγρια ζώα, σε κάποια ξεχασμένη μάντρα ή και τα σπίτια κάποιου απομακρυσμένου χωριού.

Δεν είναι μόνο οι στερήσεις των φυσικών αγαθών. Είναι και οι στερήσεις των δικών τους προσώπων στο χωριό ή στην πόλη. Αναρωτήθηκε κανείς γιατί την ώρα της Ανάστασης, το Πάσχα, ή της πρωτοχρονιάς επικράτησε σήμερα το έθιμο να πυροβολούν στον αέρα; Η απάντηση βρίσκεται στην ιστορία. Η οικογένεια του αντάρτη ειδοποιούσε με τον τρόπο αυτό την ώρα της Ανάστασης, για να τσουγκρίσει το κόκκινο αυγό με τον συμπολεμιστή του. Του έλειπε η οικογένεια, τα παιδιά και αυτό δεν διαρκούσε κάποια χρόνια, παρά ολόκληρη τη ζωή του.

Κάποια στιγμή θα ανέβαινε στο βουνό και το παιδί του, είτε παρασυρμένο από το κλέφτικο τραγούδι, γοητευμένο από τα κατορθώματα του πατέρα του ή και από την εκδικητική μανία των Τούρκων όταν αναζητούσε το παιδί του.

Ήταν υποχρεωμένος ο αντάρτης-κλέφτης να γυμνάζεται μαζί με τους συμπολεμιστές του. Να ασκεί το σώμα του αλλά και τη ψυχή του. Να ασκείται στην σκοποβολή για να έχει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα αφού τα πυρομαχικά του είναι πάντα περιορισμένα έναντι των Τούρκων.

Ήταν συνήθως ηλιοκαμένος, λεπτός και αδύνατος. Φορούσε την παραδοσιακή ενδυμασία της φουστανέλας ζωσμένος στη μέση με τις πιστόλες της εποχής εκείνης και τα μαχαίρια για την προσωπική του ασφάλεια αλλά και για την υπεράσπιση των ιδανικών του.

Αχώριστος σύντροφος των κλεφτών είναι το καριοφίλι, το ντουφέκι του, γύρω από το οποίο η λαϊκή μούσα έχει πλέον τα ομορφότερα τραγούδια.
«Πολλά τουφέκια πέφτουνε, μιλιόνια, καριοφίλια» (2)

Στην προσπάθειά τους οι Τούρκοι να περιορίσουν τις δραστηριότητες των ανταρτών αναγκάστηκαν να εξοπλίσουν, να αρματώσουν Έλληνες με σκοπό να επιβάλουν την τάξη και να προστατέψουν τους τουρκικούς πληθυσμούς, ίδρυσαν το αρματολίκι. Δηλαδή μια συγκεκριμένη περιοχή την οποία αναλάμβαναν οι αρματολοί να διαφυλάξουν με ανταλλάγματα, φυσικά οικονομικά. Αμοιβές, φοροαπαλλαγές και, κυρίως, απαλλαγές των παιδιών τους από την υποχρέωση των γενιτσάρων. Το τελευταίο ήταν μια καλή ευκαιρία να γλιτώσει το παιδί από τα χέρια του δυνάστη, αλλά και να εκπαιδευτεί ο πατέρας στα όπλα, ήταν κάτι που υπολόγιζε ο σκλαβωμένος Έλληνας.

Για να προστατευτούν, λοιπόν, οι Τούρκοι από τις επιδρομές των ανταρτών-κλεφτών αναγκάστηκαν να δημιουργήσουν το θεσμό του αρματολού. Του ένοπλου, δηλαδή στρατευμένου Έλληνα που θα προστάτευε τις ζωές και τις περιουσίες των Τούρκων και των Ελλήνων. Ο σουλτάνος Μουράτ Β’ (1421-1451) λίγα χρόνια πριν την άλωση της Πόλης αναγκάζεται να δημιουργήσει το πρώτο αρματολίκι στην περιοχή του ελλαδικού-τουρκοκρατούμενου χώρου, αναθέτοντας σε ένα από τους παλιούς κλέφτες.

Σκοπός του ήταν η τήρηση της τάξης. Βέβαια, τη θέση αυτή δεν την κρατούσε πολύ γιατί κάποιες ενέργειες του κλέφτη-αρματολού θα κινούσαν την υποψία των Τούρκων ότι εξυπηρετεί τους Έλληνες ή τους ευρωπαίους χριστιανούς. Ο αρματολός αφού έπεσε στη δυσμένεια των Τούρκων, ξαναγύριζε στο βουνό κοντά στους συμπατριώτες του για να ζήσει κοντά τους υπερασπιζόμενος τους Έλληνες και τα ιδανικά τους.

Ο θεσμός των αρματολών θα γενικευτεί σε πολλά μέρη της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδος, της Ηπείρου και της Μακεδονίας, κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. Πολλοί αρματολοί φρόντισαν να κάνουν τα αρματολίκια τους κληρονομικά με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί τελικά μια κλειστή σχεδόν τάξη, τα «τζάκια» που προκάλεσε και την εχθρότητα των Ελλήνων.

Στην ιστορία έγιναν γνωστά πάντως τα αρματολίκια των Αγράφων και του Ολύμπου γιατί στις περιοχές εκείνες είχαν καταφύγει στα βουνά της οι κλέφτες από πολλές περιοχές. (3)

Εκείνο, όμως, που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι: στις δύο αυτές ομάδες πολεμιστών στηρίχθηκε η ελληνική επανάσταση. Αυτοί αποτέλεσαν τον ένοπλο πυρήνα του στρατού που θα πήγαινε μπροστά για να συγκρουστεί με τον τακτικό στρατό της Τουρκίας. Κοντά τους θα συσπειρωθούν πολλοί Έλληνες την ημέρα του ξεσηκωμού. Μέσα από αυτούς θα προκύψουν και πολέμαρχοι που θα τους οδηγήσουν στη νίκη.

Συνεχίζεται
Βιβλιογραφία
1.Η κλεφτουριά του Μωριά, Ανδρέα Μιχαλόπουλου. Αθήνα 1963
2.Το κλέφτικο τραγούδι, Γιάννη Αποστολάκη Εκδ. Ι. Κολλάρου
3.Ν. Ελληνική ιστορία του Απ. Βακαλόπουλου. Εκδ. Βάσια σελ. 93-95
http://mathainoumeellinikiistoria.blogspot.gr/2010/09/1821.html