Σελίδες

Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

Οι πληροφορίες που “κρύβει” το επώνυμό σας

«Τα περισσότερα ελληνικά επώνυμα προέρχονται συνήθως είτε από τοπωνύμια- όπως Μανιάτης από τη Μάνη, Μωραΐτης από το Μοριά- είτε από διάφορα παρατσούκλια τα οποία ενέπνεαν στους ανθρώπους».---
 Αυτό αναφέρει η κα. Φούλα Πισπιρίγκου, φιλόλογος, και προσθέτει πως : «Από εκεί και πέρα υπάρχουν και μερικές καταλήξεις οι οποίες υποδηλώνουν καταγωγή, όπως για παράδειγμα τα σε ‘ίδης’ και ‘άδης’ που είναι καταλήξεις των Ποντίων, τα σε ‘ογλου’ που είναι Μικρασιατικά και σημαίνουν ο γιος του τάδε, το ‘πουλος’ που απαντάται στην Πελοπόννησο, το «άκος» στη Μάνη και το «άκης» που είναι κρητικό». Συνοψίζοντας, λοιπόν, μπορούμε να διακρίνουμε τα επώνυμα σύμφωνα με τη σημασία τους σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες, που δηλώνουν αντίστοιχα βαφτιστικό όνομα, καταγωγή, επάγγελμα και παρατσούκλια (ή προσωνύμια). Πατρωνυμικά: Αυτά που χρησιμοποιούν για ρίζα τους βαφτιστικά ονόματα, είναι μαζί με τα παρατσούκλια το συχνότερο είδος των οικογενειακών ονομάτων.
Τα συναντούμε σε ονομαστική πτώση (π.χ. Κωστής, Γεωργής), σε γενική (π.χ. Γεωργίου, Δημητρίου), αλλά και με πολλές καταλήξεις ή υποκοριστικά (π.χ. Στεφανίδης, Αθανασούλας). Μητρωνυμικά: Αυτά τα οποία βασίζονται στο όνομα της μητέρας, για παράδειγμα Κώστας Ελένης (δηλαδή ο Κώστας της Ελένης).
Είναι αρκετά σπάνια και χωρίζονται και αυτά σε κατηγορίες ανάλογα με το επάγγελμα της μητέρας ή του άντρα της (Καλογραίας, Μακαρονούς, Μαμμής, Τσαγκαρίνας), την καταγωγή της μητέρας (Αμουργιανής, Αραπίνης, Βλάχας), ακόμα και το… ελάττωμα της μητέρας (Βουβής, Καμπούρας). Εθνικά: Είναι τα επώνυμα τα οποία δηλώνουν καταγωγή και φανερώνουν τον τόπο που γεννήθηκε ή έζησε αυτός που έχει το όνομα. Αναφέρονται συνήθως σε χωριά ή ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές και οι καταλήξεις τους είναι δεκάδες. Οι πιο συνήθεις είναι οι εξής: -(ι)ώτης: Τσιριγώτης, Λεπενιώτης, Ανδριώτης, Ηπειρώτης κτλ. -ίτης: Μπεγλίτης, Πολίτης, Αργυροκαστρίτης κτλ. -ιανος: Κουταλιανός, Ελεκιστριάνος, Ψαριανός, Σακαρετσιάνος, Χρυσοβιτσιάνος κ.α. -ινός: Πατρινός, Παργινός, Ζακυνθινός, Καλαβρυτινός -αίος: Κερκυραίος, Ρωμαναίος κτλ. Επαγγελματικά: Επώνυμα τα οποία δηλώνουν επαγγέλματα τα οποία χάνονται στα βάθη των αιώνων. Από τα βυζαντινά χρόνια (Αμπελάς, Λαχανάς, Ζωναράς, Καμπανάρης, Γραμματικός, Παλαιολόγος, Δούκας, Λογοθέτης) μέχρι τα νεοελληνικά (Γελαδάρης, Αρκουδάρης, Περιβολάρης, Ψαράς, Σαμαράς, Κουρέας, Ασβεστάς, Βαγενάς). Παρατσούκλια: Αποτελούν τον κύριο όγκο των επωνύμων μαζί με τα πατρωνυμικά και προέρχονται κατά κύριο λόγο από χαρακτηρισμούς που βασίζονται σε σωματικές (Βραχνός, Ζερβός, Καμπούρης, Λεβέντης), πνευματικές και ηθικές ιδιότητες (Βιαστικός, Αγέλαστος, Θλιμμένος, Κατεργαράκος). Μπορούν να προέρχονται όμως και από παρομοιώσεις με ζώα (Αλεπουδέλης, Γάτος, Ζυγούρης, Λύκος, Ποντίκης), με φυτά (Γαρούφαλος, Καρπούζης, Πιπέρης, Ρεβίθης) ή να υποδηλώνουν συγγένεια και ηλικία (Εγγονόπουλος, Κανακάρης, Ορφανός, Παπούλιας, Πατέρας).
Τα επώνυμα όμως, δεν εμφανίστηκαν μόνο με τον αρχικό τους τύπο. Πολλά από αυτά σχηματίζουν παράγωγα με διάφορες καταλήξεις ή είναι σύνθετα με την βοήθεια λέξεων οι οποίες χρησιμεύουν ως πρώτο συνθετικό. Όσον αφορά τις καταλήξεις, αποτελούν ένα γλωσσικό… GPS για να καταλάβουμε από ποιο μέρος της Ελλάδας κατάγεται κάποιος. Έτσι έχουμε τα εξής: -ίδης: Πόντος (Τουντουλίδης, Κοντογιαννίδης, Πετρίδης) -άδης: Πόντος (Γεωργιάδης, Καλγρεάδης, Φωτιάδης) -ούδης ή – ουδάς: Μακεδονία – Θράκη (Λαμπρινούδης, Νικολούδης, Σπανούδης, Φραγκούδης, Ψαρούδας, Μαρούδας) -όγλου: Μικρά Ασία (Πεσμαζόγλου, Κουρατζόγλου, Ασλάνογλου) -άκης: Κρήτη (Παπαδάκης, Σαββάκης) -άκος: Μάνη (Παντελάκος, Δημητράκος, Μαυροειδάκος) -πουλος: Κυρίως στην Πελοπόννησο (Νικολακόπουλος, Αβραμόπουλος, Ανδρικόπουλος) -άτος: Κεφαλονιά (Δημητράτος, Γιανουλάτος, Γερολυμάτος) -έλης: Μυτιλήνη, Αϊβαλί, Λήμνο, Ίμβρο (Παπαδέλης, Χαμαλέλλης, Χωριατέλλης, Ξαφέλλης, Κοντέλλης) -ούσης: Χίος (Χαλκούσης,Παϊδούσης) Ας δούμε λοιπόν την ετυμολογία μερικών εκ των πιο συνηθισμένων ελληνικών επωνύμων: Παλαιολόγος: Από το μτγν.ρημ.παλαιολογώ, λέω, ομιλώ περί αρχαίων-παλαιών πραγμάτων. Επώνυμο της τελευταίας δυναστείας του Βυζαντίου. Συνηθέστατο επώνυμο σήμερα, κυρίως λόγω της χρησιμοποίησης του «Παλαιολόγος» ως βαφτιστικού. Βασιλόπουλος: Αρκετά συνηθισμένο επώνυμο, με προφανή προέλευση από το βαφτιστικό Βασίλειος, με το επίσης σύνηθες τρόπο σχηματισμού επωνύμου με την κατάληξη -όπουλος. Οικονόμου: Συχνότατο ελληνικό επώνυμο, κυρίως λόγω της σημασίας της λέξης οικονόμος ως εκκλησιαστικός αξιωματούχος, κληρικός, υπεύθυνος κυρίως για την οικονομική διαχείριση εκκλησίας ή μοναστηριού. Παπαδόπουλος: Γιος ή απόγονος του παπά (παπαδοπαίδι), ίσως το πολυπληθέστερο όνομα στην Ελλάδα μαζί με την κατάληξη -οπουλος. Καραγιάννης: Σύνθετο όνομα από τούρκικη λέξη kara = μαύρος, μελαχρινός συν το βαφτιστικό όνομα Γιάννης. Κωνσταντόπουλος: Γιος ή απόγονος του Κωνσταντίνου.
Ο Κωνσταντίνος προέρχεται από το λατινικό Constantinus. Αγγελόπουλος : Επώνυµο πατρωνυµικό που προέρχεται από το βαφτιστικό όνοµα Άγγελος συν την κατάληξη –όπουλος. Ρήγας: Από το νεοελληνικό ρήγας, λαϊκότροπα ο βασιλιάς (μεσαιωνικό ρήγας). Προέρχεται από το ελληνιστικό ρηξ, αιτιατική ρήγα, που προέρχεται από το λατινικό rex. Χατζής: Σύνηθες πρόθεμα σε πολλά ελληνικά επίθετα(Χατζηνικολάου, Χατζηδημητρίου, Χατζόπουλος, Χατζίδης , Χατζηδάκης κ.α.). Σύμφωνα με τον Τριανταφυλλίδη: Άτονη προτακτική λέξη που ακολουθείται πάντα από το ενωτικό (-) και έμπαινε πριν από βαφτιστικά ή οικογενειακά ονόματα ως τιμητικός τίτλος για να δηλώσει ότι ένας ορθόδοξος χριστιανός επισκέφτηκε ως προσκυνητής τους Άγιους Τόπους. Βουδούρης: Επώνυμο το οποίο έχει την ίδια αρχή με το Μπουντούρης, προέρχεται απο τη δημώδη/διαλεκτική λέξη βουδούρης (μπουντούρης) που δηλώνει το βραχύσωμο και παχύ άνθρωπο .Η λέξη προέρχεται απο το τουρκικό bodur, με την ίδια σημασία. Μίχας: Πρόκειται για αρβανίτικη παραλλαγή του ονόματος Μιχαήλ-Μιχάλης. Σε ελληνόφωνους πληθυσμούς η υποκοριστική παραλλαγή του ονόματος ήταν συνήθως “Μίχος”. Περδικάρης: Επαγγελματικό επώνυμο, απο το ουσ. περδικάρης(παλαιοτ. περδικάριος), απο το ουσ. πέρδικα( Πολίτης: Η ετυμολογία του επωνύμου αυτού είναι προφανής. Η περίπτωση να προέρχεται από μια οποιαδήποτε πόλη, εκτός από την Πόλη, δεν είναι τόσο πιθανή επειδή δεν υπήρχε λόγος να μην σχηματιστεί το επώνυμο π.χ. Γιαννιώτης από τα Γιάννενα, Σμυρνιός από τη Σμύρνη κ.ο.κ.
Πηγή: ipaideia.gr

Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Oι γραπτές πηγές που διαθέτουμε για την ελληνική γλώσσα καλύπτουν -σχεδόν χωρίς διακοπές- μια περίοδο τριανταπέντε αιώνων.----
Aυτή η σπάνια στην ιστορία των γλωσσών μακροβιότατα γίνεται ακόμη πιο σημαντική ενόψει του γεγονότος ότι αφορά μία γλώσσα, αναγνωρίσιμη στις δομές της και σε ένα μεγάλο τμήμα του λεξιλογίου της, σε όλη τη διάρκεια της ιστορικής αλυσίδας. ...η προβληματική της νέας ελληνικής γλώσσας είναι μια προβληματική ποικιλίας και πολυμορφίας.
 Tο ζήτημα της εθνικής γλώσσας που όφειλε να συνοδεύει την συγκρότηση του σύγχρονου ελληνικού κράτους στο 19o αιώνα είχε τεθεί με όρους διγλωσσίας· και σήμερα που η διγλωσσία αυτή φαίνεται οριστικά ξεπερασμένη, η γλωσσική κοινότητα στρέφεται προς τις διαλέκτους της, που παρουσιάζονται ως διατηρητέα κληρονομιά, ως πλούτος που πρέπει στο εξής να αναδειχθεί.

1. Aυτή η πολυμορφία μέσα στην ενότητα διαφαίνεται από τις πρώτες γραπτές πηγές που μας έχουν σωθεί, σε συλλαβικό σύστημα, και που χρονολογούνται στον 15ο αιώνα π.X.
H εμφάνιση του αλφαβήτου μερικούς αιώνες αργότερα φέρνει την διαλεκτική πολυμορφία στην επιφάνεια. H πολυμορφία αυτή είναι παρούσα ήδη στις πρώτες επιγραφικές πηγές, και αναδεικνύεται στο πρώτο λογοτεχνικό μνημείο: η γλώσσα των ομηρικών ποιημάτων είναι, όπως και το ίδιο το περιεχόμενο των αφηγήσεων, μια ραψωδία. Eπιπλέον, οι διάλεκτοι συνυπάρχουν για καιρό χωρίς την παρουσία μιας τυποποιημένης γλώσσας αναφοράς. H έννοια αυτή μάλιστα φαίνεται ότι ήταν ξένη για την γλωσσολογική σκέψη των αρχαίων.
Yπήρχαν λοιπόν διάλεκτοι στην αρχαία ελληνική, υπάρχουν διάλεκτοι και στην νέα ελληνική. Eδώ θα μπορούσε κανείς να διατυπώσει πολλά ερωτήματα διαφορετικής τάξης και άνισης σημασίας στις διάφορες αναλύσεις του ζητήματος:
- Παρατηρείται συνέχεια ανάμεσα στις αρχαίες και τις σύγχρονες διαλέκτους;
- Σε ποιο βαθμό η γνώση των αρχαίων διαλέκτων μπορεί να συμβάλει στην κατανόηση της συγκρότησης της νέας ελληνικής γλώσσας;
- Σε ποιο βαθμό είναι χρήσιμη για τη μελέτη των αρχαίων διαλέκτων η συνεξέταση της νέας ελληνικής και των ποικιλιών της;
2. Oι πρώτες αλφαβητικές πηγές παρουσιάζουν διαλεκτικά χαρακτηριστικά. Σε γενικές γραμμές όμως οι πηγές αυτές είναι λίγες σε αριθμό έως την κλασική εποχή και σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις επιτρέπουν μια ολοκληρωμένη περιγραφή του διαλεκτικού συστήματος που εκπροσωπούν. Συχνά οδηγούμαστε στη διαπίστωση ότι η μελέτη μιας αρχαίας ελληνικής διαλέκτου ισοδυναμεί με την ιστορία της υποχώρησής της απέναντι στην κοινή.
 Mε βάση αυτήν την διαπίστωση θα μπορούσαμε ίσως να κάνουμε την ακόλουθη σχηματική περιγραφή της ιστορίας της ελληνικής στην αρχαιότητα:
(1) Tην υποθετική αρχική ενότητα της πρωτοελληνικής, (2) ακολουθεί μια πρώτη διάσπαση σε διαλέκτους, αρχαιότερη από τις παλιότερες γραπτές πηγές. Tο συλλαβογραφικό σύστημα που είναι γνωστό ως γραμμική B καταγράφει την γλωσσική μορφή που συμβατικά ονομάζουμε μυκηναϊκή. H γλωσσική αυτή μορφή εμφανίζει χαρακτηριστικά τα οποία, ανεξάρτητα από την ερμηνεία που τους δίνουμε, προϋποθέτουν κάποια διαλεκτική διαφοροποίηση.
Παρατηρούμε έτσι την εξέλιξη του ti σε si στον τύπο o-di-do-si du-ru-to-mo/ t δίδωσι δρυτόμος (PY Vn 10, 1), ενώ άλλες διάλεκτοι διατηρούν το ti κατά την πρώτη χιλιετία. Aυτό σημαίνει ότι στην εποχή των μυκηναϊκών ανακτόρων πολλοί Έλληνες σε περιοχές που βρίσκονται στα όρια της μυκηναιόφωνης κοινότητας χρησιμοποιούσαν διαφορετική προφορά. Γραφηματικές παραλλαγές όπως pe-mo/ pe-ma (σπέρμα) φαίνεται ότι μαρτυρούν την απουσία απόλυτης ομοιογένειας ακόμη και στο εσωτερικό της μυκηναιόφωνης κοινότητας. (3)
H μυκηναϊκή λοιπόν είχε από νωρίς το ρόλο μιας ομοιογενοποιημένης διοικητικής γλώσσας που γραφόταν από γραφείς των οποίων τα μητρικά ιδιώματα ενδεχομένως ήταν διαφορετικά και οι οποίοι ίσως διατηρούσαν διαφοροποιημένες χρήσεις στον προφορικό λόγο.
(4) Mετά την κατάρρευση των βασιλείων της δεύτερης χιλιετηρίδας, η διάσπαση σε διαλέκτους ακολουθεί ελεύθερη πορεία. Πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα, όπως η δημιουργία των πόλεων-κρατών και ο αποικισμός σε όλο το μήκος των ακτών της Mεσογείου, ευνοούν την ανάπτυξή τους έως την έλευση της κλασικής εποχής.
(5) Aπό τον 5ο αιώνα όμως αρχίζει μια σταδιακή διαδικασία ενοποίησης.
Oι διάλεκτοι των πόλεων χάνουν έδαφος μπροστά στην αττικο-ιωνική κοινή, και η διαδικασία αυτή, που επιταχύνεται σημαντικά με την αυτοκρατορία του Mεγάλου Aλεξάνδρου και τα ελληνιστικά βασίλεια, ολοκληρώνεται κάτω από την ρωμαϊκή κυριαρχία, όταν η κοινή γίνεται η πιο διαδεδομένη γλώσσα επικοινωνίας του ανατολικού τμήματος της αυτοκρατορίας.
(6) H διάλυση του ρωμαϊκού κράτους και στη συνέχεια οι ανακατατάξεις της βυζαντινής αυτοκρατορίας δημιουργούν τις συνθήκες για μια νέα διάσπαση σε διαλέκτους και τη δημιουργία ενός αυξανόμενου χάσματος ανάμεσα στην ομιλούμενη και τη γραφόμενη γλώσσα, (7) οδηγώντας έτσι στη γνωστή προβληματική κατάσταση και τις γνωστές διαμάχες για τον καθορισμό της εθνικής γλώσσας που εκδηλώθηκαν κατά τη δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
3. Mια τέτοια σχηματική παρουσίαση της ιστορίας της ελληνικής ακυρώνει καταρχήν την πιθανότητα ύπαρξης συνέχειας ανάμεσα στις αρχαίες διαλέκτους, που υποχώρησαν μπροστά στην κοινή, και τις σύγχρονες διαλέκτους, η διαίρεση των οποίων έχει διαφορετική βάση από αυτήν των αρχαίων διαλεκτικών ομάδων.
Ωστόσο αναγνωρίζονται γενικά δύο εξαιρέσεις στην αρχική αυτή θέση: 1. ο πελοποννησιακός θύλακος της τσακωνικής συσχετίζεται άμεσα με την αρχαία διάλεκτο της Σπάρτης, τη λακωνική· 2. η παρουσία ελληνικών διαλεκτικών θυλάκων στη νότια Iταλία ερμηνεύεται συχνά -αν και αυτό είναι αμφιλεγόμενο- ως κατάλοιπο των δωρικών αποικιών που ιδρύθηκαν εκεί στην πρώτη χιλιετία π.X.
4. ...η πορεία των διαλέκτων εξαρτάται καθοριστικά από τη γεωγραφία και την ιστορία, από τη δημογραφία και την οικονομία.
H μελέτη των αρχαίων διαλέκτων, όπως και των σύγχρονων, δεν πρέπει να εξαντλείται στην εξέταση του ρεπερτορίου των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους ούτε των ισογλώσσων που τις συνδέουν με τις γειτονικές διαλέκτους. Mε δεδομένη τη μεσολάβησή της κοινής, είναι απαραίτητο να υποβάλουμε και αυτήν στη μικροσκοπική ανάλυση που χρησιμοποιείται και για τις διαλέκτους. Bλέπουμε λοιπόν ότι ο όρος κοινή απέχει πολύ από το να περιγράφει μία και μόνη πραγματικότητα, ακόμη και όταν την περιορίζουμε στη γραπτή της μορφή, που παρεμβάλλεται στο εγχείρημα της πρόσβασης στην ομιλούμενη γλώσσα.
Για να περιοριστώ σε μία μόνο πλευρά, που μου φαίνεται ότι προσφέρεται για κάποιο παραλληλισμό με το ζήτημα της διαμόρφωσης της νεοελληνικής κοινής, παρατηρούμε ότι από τη μια περιοχή στην άλλη δεν είναι πάντα οι ίδιες κοινωνικές ομάδες που λειτουργούν ως κινητήριες δυνάμεις για την εισαγωγή της κοινής. Tέτοιο ρόλο κάποτε έχουν οι άρχουσες πολιτικές τάξεις, όπως π.χ. στη Mακεδονία κατά τον 5ο και τον 6ο π.X. αιώνα [...], ή στη Λυκία, για να αναφέρουμε το παράδειγμα ενός μη ελληνικού κράτους [...].
Oι έμποροι και άλλοι παράγοντες της ιδιωτικής οικονομίας χρησιμοποίησαν από πολύ νωρίς την κοινή ως γλώσσα των συναλλαγών. 'Ετσι, από τον 5ο αιώνα, οι επιγραφές που αφορούν τον κατασκευαστικό τομέα συντάσσονται, σχεδόν σε όλο τον ελληνικό κόσμο, στην κοινή [...]. Στην Aθήνα, τα λαϊκά στρώματα, εν μέσω ενός κοσμοπολίτικου περιβάλλοντος, λειτούργησαν ως ένας από τους φορείς της γλωσσικής αλλαγής [...]. 'Ενας άλλος φορέας της εξέλιξης εκπροσωπείται από τις μορφωμένες ελίτ που ελκύονταν από το γόητρο της ιωνικής λογοτεχνικής γλώσσας και τις απασχολούσε η "απο-επαρχιοποίηση" της γλώσσας τους, έτσι ώστε να γίνει ένα ανταγωνιστικό προς την πρώτη όργανο [...].
Tα επίπεδα ύφους της γλώσσας που επηρεάστηκαν ποικίλλουν βέβαια ανάλογα με τους εν λόγω παράγοντες της αλλαγής, καθώς επίσης ποικίλλει και ο ρυθμός αντικατάστασης της διαλέκτου από την κοινή και, αρχικά, και η ίδια η λειτουργία της κοινής: εδώ γλώσσα της διοίκησης, αλλού lingua franca. Στη συνέχεια οι λειτουργίες συγκεντρώνονται σχηματίζοντας ένα συνεχές [...].
H διάδοση όμως της κοινής δεν επιτεύχθηκε χωρίς αντιστάσεις. Φαίνεται ότι κατά την ελληνιστική εποχή αρκετές πόλεις επέλεξαν να ακολουθήσουν ή τουλάχιστον θέλησαν να εξαγγείλουν γλωσσικές πολιτικές, διατηρώντας παράλληλα αυτούσια τη χρήση της αρχαίας διαλέκτου στα επίσημα κείμενα. Eυδοκιμούν λοιπόν άφθονα χαρακτηριστικά μιας κοινής και υπερδιαλεκτισμοί που προδίδουν το πρόβλημα της πραγματικής γνώσης της διαλέκτου -δεν αντιστοιχεί πια στη γλωσσική πραγματικότητα των γραφέων.
Aκόμη, εμφανίζονται ενδιάμεσα στάδια ανάμεσα στις διαλέκτους και την κοινή. 'Ετσι, κυρίως στην επικράτεια της δωρικής, παράλληλα με την κοινή και ανταγωνιστικά προς αυτήν, αναπτύσσονται μορφές κοινών, με βάση ένα είδος standard, "πρότυπης δωρικής", απαλλαγμένης από τα πολύ ειδικά χαρακτηριστικά των τοπικών ιδιωμάτων. Ωστόσο τα υποκατάστατα αυτά, παρόλο που καθυστέρησαν -σε ορισμένες περιπτώσεις για μεγάλο διάστημα- την εισαγωγή της αττικο-ιωνικής στα επίσημα κείμενα, διευκόλυναν ταυτόχρονα τη διείσδυσή της στην τρέχουσα χρήση, υποβιβάζοντας το γόητρο της τοπικής γλώσσας και στιγματίζοντας τις πιο έντονες ιδιαιτερότητές της.
Πριν επιβληθεί η κοινή ως νόρμα αλλά και ως καθημερινό όργανο, η πλειοψηφία των Eλλήνων χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει, για ένα διάστημα μεγαλύτερο ή μικρότερο ανάλογα με τον τόπο, συγχρόνως δύο ή τρεις διαφορετικούς κώδικες. Σε αυτό τους βοήθησε ένα παλιό βασικό χαρακτηριστικό της ελληνικής κουλτούρας: τουλάχιστον από την καθιέρωση των Oλυμπιακών Aγώνων (γεγονός αφετηριακό), οι αρχαίοι Έλληνες είχαν έντονα τη συνείδηση ότι ανήκουν στην ίδια κοινότητα, πέρα και παρά τις ιδιαιτερότητές τους.
 Παρόλο που μιλούσαν διαφορετικές διαλέκτους, δεν αισθάνονταν λιγότερο ελληνόφωνοι, και τα λογοτεχνικά έργα -αυτό το κοινό πολιτισμικό κεφάλαιο που ξεκίνησε με τα ομηρικά ποιήματα- δημιουργούσε ένα αίσθημα οικειότητας ως προς τη διαφορετικότητα των γειτονικών συστημάτων. Tα πνεύματα και τα αυτιά πρέπει λοιπόν να ήταν αρκετά προετοιμασμένα να δεχτούν την κοινή και τις κοινές.
5. H αναφορά σε ένα κοινό πρότυπο δεν εγγυάται την πλήρη ομοιομορφία στη χρήση. H αρχαία ελληνική κοινή δεν είναι απαλλαγμένη από κατά τόπους διαφοροποιήσεις. Aυτές εκδηλώνονται κυρίως σε φωνολογικά χαρακτηριστικά και στο λεξιλόγιο. Oι τοπικές αυτές ποικιλίες είναι προφανώς παράγωγες των διαλέκτων ή των γλωσσών που βρίσκονταν σε χρήση παλιότερα στην περιοχή, και η μελέτη τους συμπληρώνει εκείνη των διαλέκτων ή των γλωσσών αυτών. Ένα δείγμα τέτοιων εργασιών μπορεί να βρει κανείς στον Brixhe 1998.
Aπό την άλλη, οι νεότερες απολήξεις φαινομένων που παρατηρούνται στην κοινή εν είδει παραλλαγών αξίζει επίσης να ερευνηθούν και να αναλυθούν. H κατανόηση των αρχαίων δεδομένων και η κατανόηση των νεότερων δεδομένων μπορούν να βοηθηθούν αμοιβαίως. Aν και οι αρχαίες διάλεκτοι δεν διασώθηκαν ως οργανωμένα γλωσσικά συστήματα, ορισμένα χαρακτηριστικά μπόρεσαν να επιζήσουν στη διάρκεια των ιστορικών ανακατατάξεων σε μια δεδομένη γεωγραφική περιοχή, και μάλιστα να εξαπλωθούν και να βρουν σήμερα την πλήρη έκφρασή τους.
 Δύο παραδείγματα είναι αρκετά: 1. με αφετηρία τη διπλή θέση των εγκλιτικών προσωπικών αντωνυμιών στη γλώσσα της Kαινής Διαθήκης, ο Janse (1993) επισημαίνει την ύπαρξη διαφοροποίησης ανάμεσα στις ηπειρωτικές νεοελληνικές διαλέκτους, που γενικεύουν την πρόταξη, και τις νησιωτικές-μικρασιατικές διαλέκτους, που δείχνουν προτίμηση στην επίταξη. 2. O Brixhe (1999) αναγνωρίζει σε πρόσφατα δημοσιευμένα μακεδονικά επιγραφικά κείμενα μια τάση για κλείσιμο των μεσαίων φωνηέντων, χαρακτηριστικό που συνεισέφερε η μακεδονική στην τοπική κοινή και που σήμερα το μοιράζεται "με μια μεγάλη ζώνη που περιλαμβάνει την Aττική, τη Bοιωτία και τη Θεσσαλία".
6. Eπιστρέφω, κλείνοντας, στα τρία ερωτήματα που διατυπώθηκαν στην αρχή αυτής της ανακοίνωσης: σε σχέση με το πρώτο περιορίζομαι να απαντήσω ότι η ύπαρξη άμεσης συνέχειας ανάμεσα στις αρχαίες και τις σύγχρονες διαλέκτους είναι σε γενικές γραμμές απίθανη και πάντως μη αποδείξιμη. Ωστόσο δεν βρίσκεται εκεί η ουσία, αφού, ως προς τα δύο επόμενα ερωτήματα μου φαίνεται εύλογο οι ειδικοί και των δύο περιόδων να έχουν έκδηλο ενδιαφέρον να γνωρίσουν τη δουλειά ο ένας του άλλου και να διασταυρώσουν τις μελέτες τους.
Στην ουσία, παρά τον άστατο χαρακτήρα των εκδηλώσεών της στην πορεία των αιώνων, την ιστορία της ελληνικής διατρέχει το ίδιο πρόβλημα: το ευρέως διαδεδομένο συναίσθημα μιας διπλής ένταξης, α. στην μεγάλη ελληνόφωνη κοινότητα και στην παιδεία της, β. στην ιδιαίτερη πατρίδα -φορέα ιδιαίτερων αξιών- και στο ιδίωμά της.
Για τον λόγο αυτό, περισσότερο ίσως από ό,τι σε άλλους τομείς, η πολιτική, κοινωνική και πολιτισμική ιστορία έχει διαπλακεί και διαπλέκεται ακόμη με την καθαυτό γλωσσική εξέλιξη, παρόλο που τα φαινόμενα που σχετίζονται με την εξέλιξη αυτή δεν αποκτούν την πλήρη σημασία τους παρά μόνο μέσα στη μακρά διάρκεια
Mετάφραση Ελένη Μπακαγιάννη

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2015

Τούρκικες λέξεις που χρησιμοποιούμε καθημερινά


Για να μιλαμε σωστα Ελληνικα,--------220 τούρκικες λέξεις που αθελα μας χρησιμοποιούμε καθημερινά.
Πλάι σε κάθε "τούρκικη" λέξη, ο αρχικός συντάκτης δίνει, σε παρένθεση, ένα συνώνυμο ή μια εξήγηση με "αμιγώς ελληνικές" λέξεις. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι μπορούμε να αντικαταστήσουμε τις "τούρκικες" λέξεις με τις "εγχώριες", όπως επιχείρησαν κάποιοι σε ένα μήνυμα, που χρησιμοποιεί αυτόν τον κατάλογο λέξεων, και που το κοροϊδεύει δεόντως ο Γιάννης Χάρης σε πρόσφατο σχόλιό του, δίνοντας μερικά παραδείγματα τέτοιας (υποθετικής και αγλωσσολόγητης) αντικατάστασης:
«Το βράδυ τρώω μόνο ένα πηγμένο γάλα» (γιαούρτι)
«Θα μας τρελάνουν πάλι οι ετησίες άνεμοι» (μελτέμια)
«Κάναμε πολλή ευδιαθεσία χτες στου Νίκου» (κέφι)
«Με τη ζέστη ένα υδροπεπόνι είναι ό,τι πρέπει» (καρπούζι)
«Οι φοιτητές στη Λάρισα πήγαν από πύραυνο» (μαγκάλι)
«Τον κοιτούσε κι έτρεχαν τα πυκνόρρευστα διαλύματα ζάχαρης» (σιρόπια)
Λοιπόν, οι 218 (220-2) τουρκικής προέλευσης λέξεις του καταλόγου είναι:
1. Αγάς (δεσποτικός-αυταρχικός),
2. Αγιάζι (πρωινό ή νυχτερινό κρύο),
3. Αλάνα (ανοιχτός χώρος),
4. Αλάνι (αλήτης)
5. Γιακάς (περιλαίμιο),
6. Γιαπί (οικοδομή),
7. Γιαρμάς (ροδάκινο),
8. Γιαούρτι (πηγμένο γάλα)
9. Γιλέκο (περιθωράκιον)
10. Γινάτι (πείσμα),
11. Γιουρούσι (επίθεση)
12. Γκάιντα (άσκαυλος),
13. Γκέμι (χαλινάρι)
14. Γλέντι (διασκέδαση)
15. Γούρι (τύχη),
16. Γρουσούζης (κακότυχος),
17. Δερβένι (κλεισούρα),
18. Εργένης (άγαμος),
19. Ζαμάνια (μεγάλο χρονικό διάστημα),
20. Ζαρζαβατικά (λαχανικά),
21. Ζόρι (δυσκολία),
22. Ζουμπούλι (υάκινθος),
23. Καβγάς (φιλονικία),
24. Καβούκι (καύκαλο),
25. Καβουρδίζω (φρυγανίζω-ξεροψήνω),
26. Καζάνι (λέβητας),
27. Καΐκι (βάρκα)
28. Καλέμι (γραφίδα),
29. Καλούπι (μήτρα-πρότυπο),
30. Κάλπικος (κίβδηλος),
31. Καπάκι (σκέπασμα- κάλυμμα),
32. Καραούλι (φρουρά-σκοπιά),
33. Καρπούζι (υδροπέπων),
34. Κασμάς (αξίνα-σκαπάνη)
35. Κατσίκα (ερίφι-γίδα)
36. Καφάσι (κιβώτιο),
37. Κελεπούρι (ανέλπιστο εύρημα)
38. Κέφι (ευδιαθεσία)
39. Κιμάς (ψιλοκομμένο κρέας),
40. Κιόσκι (περίπτερο),
41. Κολάι (ευκολία-άνεση),
42. Κολαούζος (οδηγός),
43. Κόπιτσα (πόρπη),
44. Κοτζάμ (τεράστιος-πελώριος),
45. Κοτσάνι (μίσχος),
46. Κότσι (αστράγαλος),
47. Κουβαρντάς (γενναιόδωρος-ανοιχτοχέρης)
48. Κουβάς (κάδος-αγγείο),
49. Κουμπαράς (δοχείο χρημάτων),
50. Κουσούρι (ελάττωμα-μειονέκτημα),
51. Κουτουρού (ασύνετα-απερίσκεπτα),
52. Λαγούμι (υπόνομος-οχετός),
53. Λαπάς (χυλός),
54. Λεβέντης (ανδρείος-ευσταλής),
55. Λεκές (κηλίδα),
56. Λελέκι (πελαργός),
57. Λούκι (υδροσωλήνας),
58. Μαγιά (προζύμη-ζυθοζύμη),
59. Μαγκάλι (πύραυνο),
60. Μαγκούφης (έρημος),
61. Μαϊντανός (πετροσέλινο-μακεδονίσι)
62. Μαντζούνι (φάρμακο),
63. Μαούνα (φορτηγίδα)
64. Μανάβης (οπωροπώλης),
65. Μαράζι (φθίση),
66. Μαραφέτι (μικρό εργαλείο),
67. Μασούρι (μικρό ξύλο),
68. Μαχαλάς (συνοικία),
69. Μεζές (ορεκτικά),
70. Μελτέμι (άνεμος ετησίας),
71. Μενεξές (εύοσμο λουλούδι),
72. Μεντεσές (στρόφιγγα),
73. Μεράκι (πόθος),
74. Μερεμέτι (επισκευή-επιδιόρθωση)
75. Μουσαμάς (κερωμένο-αδιάβροχο ύφασμα),
76. Μουσαφίρης (φιλοξενούμενος-επισκέπτης),
77. Μπαγιάτικο (μη νωπό),
78. Μπαγλαρώνω (δένω-φυλακίζω),
79. Μπαϊράκι (σημαία)
80. Μπακάλης (παντοπώλης),
81. Μπαλτάς (πελέκι),
82. Μπάμια (ιβίσκος ο εδώδιμος),
83. Μπαμπάς (πατέρας),
84. Μπάμπαλης (ο πολύ γέρος),
85. Μπαξές (περιβόλι-κήπος),
86. Μπαρούτι (πυρίτιδα),
87. Μπατζάκι (κνήμη-σκέλη),
88. Μπατζανάκης (σύγαμπρος-συννυφάδα),
89. Μπατίρισα (πτωχεύω-χρεοκοπώ),
90. Μπαχαρικό (αρωματικό άρτυμα),
91. Μπεκρής (μέθυσος),
92. Μπελάς (ενόχληση),
93. Μπινές (κίναιδος-ασελγής)
94. Μπογιά (βαφή-χρώμα),
95. Μπογιατζής (ελαιοχρωματιστής)
96. Μπόι (ανάστημα-ύψος),
97. Μπόλικος (άφθονος)
98. Μπόρα (καταιγίδα)
99. Μπόσικος (χαλαρός),
100. Μποστάνι (λαχανόκηπος),
101. Μπούζι (πάγος-ψύχρα),
102. Μπουλούκι (στίφος-άτακτο πλήθος),
103. Μπουλούκος (καλοθρεμμένος-παχουλός),
104. Μπουνταλάς (κουτός-ανόητος),
105. Μπουντρούμι (φυλακή),
106. Μπουρί (καπνοσωλήνας),
107. Μπούτι (μηρός),
108. Μπούχτισμα (κορεσμός),
109. Νάζι (κάμωμα-φιλαρέσκεια),
110. Νταβαντούρι (σύγχυση)
111. Νταμάρι (φλέβα-λατομείο),
112. Νταμπλάς (αποπληξία),
113. Νταντά (παραμάνα-τροφός),
114. Νταραβέρι (συναλλαγή-αγοραπωλησία) *** Λάθος, το νταραβέρι είναι ιταλικής προέλευσης (dare e avere, δούναι και λαβείν). Το τουρκογενές αντίστοιχο είναι το αλισβερίσι.
115. Ντελάλης (διαλαλητής),
116. Ντελής (παράφρονας),
117. Ντέρτι (καημός)
118. Ντιβάνι (κρεβάτι)
119. Ντιπ για ντιπ (ολωσδιόλου),
120. Ντουβάρι (τοίχος),
121. Ντουλάπι (ιματιοθήκη),
122. Ντουμάνι (καταχνιά-καπνός),
123. Ντουνιάς (κόσμος-ανθρωπότητα),
124. Παζάρι (αγορά-διαπραγμάτευση),
125. Παντζάρι (κοκκινογούλι-τεύτλο),
126. Πατζούρι (παραθυρόφυλλο),
127. Παπούτσι (υπόδημα),
128. Περβάζι (πλαίσιο θυρών),
129. Πιλάφι (ρύζι),
130. Πούστης (κίναιδος-ασελγής)
131. Ραχάτι (ησυχία)
132. Ρουσφέτι (χαριστική εξυπηρέτηση),
133. Σακάτης (ανάπηρος),
134. Σαματάς (θόρυβος),
135. Σεντούκι (κιβώτιο),
136. Σέρτικο (τσουχτερό, βαρύ),
137. Σινάφι (συντεχνία, κοινωνική τάξη),
138. ΣιντριβάνιΙ(πίδακας),
139. Σιρόπι (πυκνόρρευστο διάλυμα ζάχαρης),
140. Σαΐνι (ευφυής),
141. Σοβάς (ασβεστοκονίαμα),
142. Σόι (καταγωγή-γένος),
143. Σοκάκι (δρόμος),
144. Σόμπα (θερμάστρα),
145. Σουγιάς (μαχαιράκι),
146. Σουλούπι (μορφή-σχήμα)
147. Ταβάνι (οροφή),
148. Ταμπλάς (αποπληξία-συγκοπή),
149. Ταπί (χωρίς χρήματα)
150. Ταραμάς (αυγοτάραχο),
151. Τασάκι (σταχτοδοχείο),
152. Ταχίνι (αλεσμένο σουσάμι),
153. Ταψί (μαγειρικό σκεύος),
154. Τεκές (καταγώγιο)
155. Τεμπέλης (οκνηρός-ακαμάτης),
156. Τενεκές (δοχείο),
157. Τερτίπι (τέχνασμα-απάτη),
158. Τεφαρίκι (εκλεκτό-αριστούργημα),
159. Τεφτέρι (κατάστιχο)
160. Τζάκι (παραγώνι),
161. Τζάμι (υαλοπίνακας-γυαλί),
162. Τζάμπα (δωρεάν),
163. Τζαναμπέτης (κακότροπος-δύστροπος),
164. Τόπι (σφαίρα),
165. Τουλούμι (ασκός),
166. Τουλούμπα (αντλία),
167. Τουμπεκί (σιωπή),
168. Τράμπα (ανταλλαγή),
169. Τσαίρι (λιβάδι-βοσκοτόπι),
170. Τσακάλι (θώς),
171. Τσακίρης (γαλανομάτης),
172. Τσακμάκι (αναπτήρας),
173. Τσάντα (δερμάτινη θήκη),
174. Τσαντίρι (σκηνή),
175. Τσαπατσούλης (ανοικοκύρευτος-άτσαλος),
176. Τσάρκα (επιδρομή-περιπλάνηση),
177. Τσαντίζω (εξοργίζω-προσβάλω),
178. Τσαχπίνης (κατεργάρης-πονηρός),
179. Τσέπη (θυλάκιο)
180. Τσιγκέλι (αρπάγη-σιδερένιο άγκιστρο),
181. Τσιγκούνης (φιλάργυρος)
182. Τσιμπούκι (καπνοσύριγγα),
183. Τσιράκι (ακόλουθος),
184. Τσίσα (ούρα)
185. Τσίφτης (άψογος-ικανός) **αυτό είναι μάλλον λάθος, διότι ο τσίφτης πρέπει να πρόερχεται από τα αλβανικά· αντικαταστήστε το με το "τσιφλίκι"
186. Τσιφούτης (φιλάργυρος),
187. Τσομπάνης (βοσκός-ποιμένας)
188. Τσουβάλι (σακί),
189. Τσουλούφι (δέσμη μαλλιών),
190. Τσογλάνι (νέος)
191. Τσοπάνης (βοσκός) Υπάρχει και πιο πάνω, ας βάλω στη θέσητου το τσουρέκι να μη χαλάσει η αρίθμηση
192. Φαράσι (φτυάρι-σκουπιδολόγος),
193. Φαρσί (τέλεια-άπταιστα),
194. Φιντάνι (φυτώριο),
195. Φιστίκι (πιστάκη),
196. Φιτίλι (θρυαλλίδα),
197. Φλιτζάνι (κύπελλο),
198. Φουκαράς (κακομοίρης-άθλιος),
199. Φουντούκι (λεπτοκάρυο-λεφτόκαρο),
200. Φραντζόλα (ψωμί),
201. Χαβάς (μουσικός σκοπός)
202. Χαβούζα (δεξαμενή νερού),
203. Χάζι (ευχαρίστηση),
204. Χαλαλίζω (συγχωρώ),
205. Χάλι (άθλιο),
206. Χαλί (τάπητας),
207. Χαλκάς (κρίκος),
208. Χαμάλης (αχθοφόρος)
209. Χαμπάρια (αγγελία-νέα),
210. Χάνι (πανδοχείο),
211. Χάπι (καταπότι),
212. Χαράμι (άδικα),
213. Χαρμάνης (χασισοπότης),
214. Χαρτζιλίκι (μικρό χρηματικό ποσό),
215. Χασάπικο (κρεοπωλείο),
216. Χατίρι (χάρη),
217. Χαφιές (καταδότης),
218. Χουζούρεμα (ανάπαυση),
219. Χούι (ιδιοτροπία),
220. Χουνέρι (πάθημα-εξαπάτηση)

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015

Τα Δώρα των Μάγων... βρίσκονται στην Ελλάδα;

Γνωρίζετε ότι τα Δώρα των Μάγων... βρίσκονται στην Ελλάδα; Δείτε κάποια πράγματα για τα Χριστούγεννα που λίγοι γνωρίζουν!--------  Πότε γεννήθηκε ο Χριστός; Γιορτάζονταν πάντοτε τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου; Πόσοι ήταν οι Μάγοι και πού βρίσκονται σήμερα τα δώρα τους; Τι ήταν το άστρο της Βηθλεέμ;
1. Πότε γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα;
Κάθε χρόνο γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα. Μια σταθερή γιορτή για τη γέννηση του Χριστού που πέφτει στις 25 Δεκεμβρίου. Μα ήταν πάντα έτσι;
Τα Ευαγγέλια (ένα για την ακρίβεια) μας ενημερώνουν για τη γέννηση του Χριστού αλλά φυσικά δεν μας παρέχουν καμία συγκεκριμένη ημερομηνία. Επιπλέον ο Ιησούς ζητούσε από τους μαθητές τους να εορτάζουν την ανάμνηση του θανάτου του. (Λουκ 22:19, 20).
Αυτό μπορεί να οφείλεται στην Εβραϊκή παράδοση, καθώς οι Εβραίοι της εποχής δεν γιόρταζαν γενέθλια, διότι ήταν ταυτισμένα με τις παγανιστικές εορτές των Ρωμαίων. Η ανάπτυξη του εορτασμού των Χριστουγέννων έγινε μετά το τέλος των διωγμών των Χριστιανών περί τον 3ο μ.Χ. αιώνα. Οι πρώτοι Χριστιανοί συνήθιζαν να γιορτάζουν τα Χριστούγεννα μαζί με την Βάπτιση του Ιησού στις 6 Ιανουαρίου, τα περίφημα «Θεοφάνια».
Η απόφαση να μεταφερθεί ο εορτασμός των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου έγινε για να επικαλείψει την μεγάλη παγανιστική εορτή των Ρωμαίων, που ήταν αφιερωμένη στον «ανίκητο Ήλιο». (Dies Invictis Solis)
Επίσης μεγάλες εορτές ήταν τα Saturnalia (προς τιμήν του Κρόνου) και τα Broumalia. Η εορτές αυτές είχαν περίοπτη θέση στο Ρωμαικό ημερολόγιο αφού σηματοδοτούσαν το τέλος του χειμερινού ηλιοστάσιου.
Η 21η Δεκεμβρίου είναι η μικρότερη μέρα του χρόνου ενώ για τις τρεις επόμενες μέρες ο Ήλιος φαίνεται στάσιμος. Την 25η Δεκεμβρίου οι μέρες αρχίζουν και πάλι να δυναμώνουν, σηματοδοτώντας τη νίκη του φωτός έναντι του σκότους. Έτσι η εορτή των Χριστουγέννων τοποθετήθηκε και συμβολικά αλλά και πολιτικά: σηματοδοτούσε την νίκη των Χριστιανών επί των ειδωλολατρών. Ο Ήλιος της Δικαιοσύνης είναι λοιπόν ο Ιησούς που είναι «το φώς του κόσμου» (Ιωαν 8:12) και όχι ο παγανιστικός θεός Ήλιος των Ρωμαίων.
2. Πόσοι ήταν οι Μάγοι;
Όλοι ξέρουμε τον Βαλτάσαρ, τον Μελχιορ και τον Γκασπάρ, τους Μάγους εξ Ανατολών που ήρθαν να επισκεφθούν το Θείο Βρέφος. Αυτό δεν είναι απόλυτα σωστό. Τα Ευαγγέλια ΔΕΝ αναφέρουν πόσοι και ποιοί Μάγοι επισκέφθηκαν τον Ιησού, αλλά αναφέρονται σε αριθμό δώρων! Τα ονόματα των μάγων μας είναι γνωστά από απόκρυφα Ευαγγέλια. Σύμφωνα με την παράδοση, οι Μάγοι ήταν Πέρσες, καθώς η Περσία ήταν η μόνη χώρα που συνόρευε με τη Ρωμαική Αυτοκρατορία όπου οι Μάγοι θεωρούντο σημαντικοί επιστήμονες.
3.Τι ήταν το άστρο της Βηθλεέμ;
Πολλοί μελετητές έχουν προσπαθήσει να «αποκρυπτογραφήσουν» το περίφημο Άστρο της Βηθλεέμ. Με βάση αστρονομικές παρατηρήσεις, το «άστρο» δεν ήταν παρά μια σύνοδος Δία-Κρόνου ή Δία-Αφροδίτης. Το άστρο δεν ήταν στην Ανατολή όπως λανθασμένα πιστέυουν κάποιοι. Τα Ευαγγέλια αναφέρουν οτι είδαν το άστρο «εν τη ανατολή» δηλαδή στην ανατολή του, πράγμα που σημαίνει ότι το αστέρι ήταν ψηλά στον Ουρανό όλη τη νύχτα. Ανέτειλε όπως ο ήλιος και στάθηκε όπως ο ήλιος. Αυτό είναι μια από τις πέντε κύριες αστρολογικές θέσεις των Βαβυλωνίων, όταν θεωρήθηκε ότι έτσι συνέβαινε για να έχει ένα ουράνιο σώμα τη μέγιστη επιρροή του στα παγκόσμια γεγονότα.
Σε κάθε περίπτωση, είτε το 7 π.Χ είτε το 2 π.Χ οπότε έγιναν οι σύνοδοι Δία-Κρόνου ή Δία-Αφροδίτης έγιναν δύο θαυμαστά γεγονότα που μπορεί να θεωρήθηκαν σημεία για τους αστρονόμους.
Στην περίπτωση Δία-Κρόνου, βλέπουμε ότι ο Δίας και ο Κρόνος ήρθαν σε στενή επαφή στον Ουρανό τρεις φορές. Στις 27 Μαΐου του 7 π.Χ., σταμάτησαν απέχοντας απόσταση μία μοίρα και δύο μήνες αργότερα ήταν σε απόσταση 3 μοιρών.
Ακολούθως έκαναν σύνοδο δύο περισσότερες φορές, απέχοντας 1 μοίρα στις 6 Οκτωβρίου και στις 1 Δεκεμβρίου του 7 π.Χ. προτού να απομακρυνθούν οριστικά ο ένας από τον άλλον. Ήταν αυτό που οι αστρονόμοι καλούν τριπλή σύνοδος. Ένα αστρονομικό γεγονός που συμβαίνει κάθε 20 χρόνια, έγινε τρεις φορές σε λίγους μήνες. Μάλιστα στις 25 Φεβρουαρίου ο Άρης συμμετείχε στη σύνοδο, σχηματίζοντας ένα ισοσκελές τρίγωνο με τον Δία και τον Κρόνο!
Στην περίπτωση Δία-Αφροδίτης που έγινε το 2π.Χ έγινε κάτι πραγματικά περίεργο! Ο Δίας φάνηκε να περνά μπροστά από την Αφροδίτη, να σταματά και να κινείται ανάδρομα παιρνόντας δεύτερη φορά από την Αφροδίτη και τελικά να ξαναβρίσκει την κανονική του πορεία και να »προσπερνά» την Αφροδίτη για τρίτη φορά!
4. Τελικά πότε γεννήθηκε ο Χριστός;
Με βάση τους παραπάνω αστρονομικούς υπολογισμούς και τα ιστορικά δεδομένα μπορούμε να υπολογίσουμε την ημερομηνία γέννησης του Χριστού. Εάν γεννήθηκε το 7 π.Χ., όπως πολλοί θεωρούν σωστό, και εάν η θεωρία συνόδου είναι σωστή τότε αυτό δείχνει τη Γέννηση του Ιησού τον Αύγουστο ή το Σεπτέμβριο, όπως αναφέρει το xorisorianews.
Δεν έχουμε κανέναν τρόπο να είμαστε βέβαιοι για την ακριβή ημέρα αλλά θα μπορούσαμε να πάρουμε την ημέρα κατά την οποία ο Δίας και ο Κρόνος όταν ήταν στον ουρανό όλη η νύχτα, την Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου του 7 π.Χ.
Η ημερομηνία αυτή αντιστοιχεί στον εβραϊκό μήνα Τισρί, ο οποίος τοποθετείται από τα μέσα Σεπτεμβρίου έως στις αρχές του Οκτωβρίου- θυμίζουμε οτι το Εβραικό Ημερολόγιο είναι ΣΕΛΗΝΙΑΚΟ. Σύμφωνα με τις Γραφές ο Ζαχαρίας, πατέρας του Ιωάννη του Πρόδρομου, ήταν ιερέας και συνάντησε τον αρχάγγελο Γαβριήλ τις ημέρες της εφημερίας του στον Ναό. Αυτό συνέβη τον μήνα Ταμμούζ (Ιούνιο-Ιούλιο). Μετά την υπηρεσία του, η στείρα γυναίκα του, η Ελισάβετ, συνέλαβε – όπως προανήγγειλε ο αρχάγγελος – τον Ιωάννη τον Πρόδρομο.
Όταν η Ελισάβετ βρισκόταν στον έκτο μήνα κυήσεως, πιθανώς τον μήνα Τεμπέθ (Δεκέμβριος-Ιανουάριος), ο αρχάγγελος Γαβριήλ ανήγγειλε και στην Παρθένο Μαρία ότι πρόκειται να γίνει μητέρα του Υιού του Θεού. Έτσι η γέννηση 9 μήνες αργότερα, τοποθετείται στον μηνά Τισρί, δηλαδή τον Σεπτέμβριο, που ίσως είναι ο μήνας γέννησης του Χριστού.
5. Τι αντιπροσωπεύουν τα δώρα;
Σύμφωνα με την παράδοση, χρυσός, σμύρνα και λιβάνι προσφέρθηκαν από τους Μάγους. Ο χρυσός ήταν δώρο που προσφέροταν σε Βασιλείς και συμβολίζει τη Βασιλεία των Ουρανών. Το λιβάνι, χρησιμοποιείτο σε θρησκευτικές τελετές και συμβολίζει τον Ιησού ώς Ιερέα. Τέλος τα σμύρνα χρησίμευαν στην παραγωγή αρωμάτων και στην περιποίηση των νεκρών. Συμβολίζει την αθανασία του Χριστού. Παρόλα αυτά, το πιο εντυπωσιακό είναι ότι και τα τρία δώρα δεν χάνουν ΠΟΤΕ τις φυσικές τους ιδιότητες παρά το πέρασμα του χρόνου. Σμύρνα, χρυσός και λιβάνι παραμένουν τα ίδια ακριβώς όπως και οι ιδιότητες του Χριστού τις οποίες συμβολίζουν!
6. Ξέρετε οτι τα Δώρα των Μάγων βρίσκονται στην…Ελλάδα;
Σύμφωνα με την παράδοση, η Παρθένος Μαρία τα παρέδωσε στην Εκκλησία των Ιεροσολύμων όπου και φυλάσσονταν μέχρι το 400 μ.Χ. Τότε ο Αυτοκράτορας Αρκάδιος τα μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Όταν η πόλη κυριεύθηκε από τους Σταυροφόρους το 1204, τα Δώρα μεταφέρθηκαν στην Νικομήδεια (Ιζνίκ). Με την ανακατάληψη της Πόλης τα Δώρα επέστρεψαν στην Κωνσταντινούπολη μέχρι την Άλωση. Το 1453 με την Άλωση της Πόλης στους Οθωμανούς, η μητριά του Μωάμεθ του Πορθητή, Σέρβα στην καταγωγή και Χριστιανή, τα μετέφερε στο Άγιον Όρος για να τα προστατεύσει.
Όταν το πλοιάριο έφτασε στο λιμάνι του Αγίου Όρους, η Μάρω συνάντησε ως εκ θαύματος την Παναγία η οποία της είπε να μην προχωρήσει διότι υπήρχε Άβατο στο Άγιο Όρος και δεν έπρεπε να το παραβιάσει. Έτσι τα άφησε να τα παραλάβουν οι μοναχοί.
Σήμερα, τα Δώρα των Μάγων βρίσκονται στην Μονή Αγ. Παύλου στο Άγιο Όρος. Τα Δώρα αποτελούνται από 28 πλακίδια χρυσού και 60 μπάλλες σμύρνων και λιβανιού.
 - See more at: http://www.pronews.gr/ 

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015

Η προέλευση των Ελλήνων και το όνομα Ελλάς


Ο Θουκυδίδης η προέλευση των Ελλήνων και το όνομα Ελλάς---------
Όπως γνωρίζουμε ενδεχομένως από τα σχολικά μας χρόνια, ο Έλλην ιστορικός Θουκυδίδης έζησε μεταξύ 460 – 398 π.Χ.. και έγινε παγκοσμίως γνωστός για τη συγγραφή της κλασικής Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου.. Στο έργο της ζωής του αφηγείται γεγονότα που συνέβησαν κατά τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ της Αθήνας και της Σπάρτης· ο Πελοποννησιακός Πόλεμος κράτησε από το 431 έως το  404 π.Χ., με ένα επτάχρονο διάλειμμα “ύποπτης ανακωχής”. Στο προοίμιο του έργου διαβάζουμε:

1. Θουκυδίδης, ο Αθηναίος, έγραψε την ιστορίαν του πολέμου μεταξύ των Πελοποννησίων και των Αθηναίων. Την συγγραφήν αυτού ήρχισεν ευθύς εξ αρχής της εκρήξεώς του, διότι προείδεν ότι θ’ απέβαινε μεγάλος και περισσότερον αξιομνημόνευτος από κάθε προηγούμενον πόλεμον, και εσυμπέραινε τούτο από το γεγονός ότι αμφότερα τα Κράτη κατήρχοντο εις αυτόν, ενώ ευρίσκοντο εις την ακμήν της παντός είδους στρατιωτικής δυνάμεώς των, και ότι έβλεπε τους λοιπούς Έλληνας είτε τασσόμενους αμέσως, είτε διανοουμένους τουλάχιστον να ταχθούν προς το εν ή το άλλο μέρος. [1] Προοίμιον (1-23)

Η κίνησις αυτή ετάραξε τωόντι βαθύτατα την Ελλάδα, και μέρος υπό τους βαρβάρους και σχεδόν τον κόσμον όλον. Τα προγενέστερα γεγονότα και τα έτι παλαιότερα δεν δύνανται να εξακριβωθούν σαφώς, ένεκα της παρόδου πολλού χρόνου. Αλλά από τεκμήρια, τα οποία, ωθών την έρευνάν μου μέχρι του απωτάτου παρελθόντος, κρίνω αξιόπιστα, άγομαι να πιστεύσω ότι δεν υπήρξαν μεγάλα, ούτε υπό πολεμικήν, ούτε υπό άλλην έποψιν.

Ο Πελοποννησιακός Πόλεμος ανάμεσα στη Αθηναϊκή και την Πελοποννησιακή Συμμαχία, υπό την ηγεμονία της Σπάρτης, διήρκεσε, με μερικές ανακωχές, από το 431 π.Χ. έως το 404 π.Χ. και έληξε με την ολοκληρωτική ήττα των Αθηναίων, δίνοντας τέλος στον πολιτισμικό «χρυσό αιώνα».
Ως προς την καταγωγή του, ο ίδιος αναφέρει ότι ήταν Θραξ, καθώς πατέρας του ήταν ο Όλορος, όνομα το οποίο επίσης ανήκε σε πολλούς βασιλείς της Θράκης. Ο Όλορος ήταν ιδιοκτήτης χρυσωρυχείων στην παράκτια περιοχή απέναντι από τη Θάσο και συνεπώς ευκατάστατος. Ο Θουκυδίδης γεννήθηκε στον Άλιμο και είχε συγγενικούς δεσμούς με τον Αθηναίο πολιτικό και στρατηγό Μιλτιάδη και έναν από τους  γιούς του, τον Κίμωνα. Κατά την διάρκεια μιας εκστρατείας στην χερσόνησο της Κριμαίας, ο Μιλτιάδης παντρεύτηκε την Ηγησιπύλη, κόρη του Ολόρου, βασιλιά της Θράκης. Ο μέγας ιστορικός έλαβε κλασική μόρφωση και επηρεάσηκε από την σπουδαία φιλοσοφική παράδοση των Σοφιστών, αν και ήταν μάλλον αριστοκρατικής πολιτικής καταγωγής. Η συγγένεια και η συναναστροφή με τους κύκλους της αριστοκρατίας τον έφερε σε επαφή με ανθρώπους που διαμόρφωσαν την ιστορία της περιόδου για την οποία έγραψε. Ο χαρακτήρας του λέγεται ότι ήταν ψυχρός, μελαγχολικός και απαισιόδοξος.

Ως προς την καταγωγή του, ο ίδιος αναφέρει ότι ήταν Θραξ, καθώς πατέρας του ήταν ο Όλορος, όνομα το οποίο επίσης ανήκε σε πολλούς βασιλείς της Θράκης. Ο Όλορος ήταν ιδιοκτήτης χρυσωρυχείων στην παράκτια περιοχή απέναντι από τη Θάσο και συνεπώς ευκατάστατος. Ο Θουκυδίδης γεννήθηκε στον Άλιμο και είχε συγγενικούς δεσμούς με τον Αθηναίο πολιτικό και στρατηγό Μιλτιάδη και έναν από τους  γιούς του, τον Κίμωνα. Κατά την διάρκεια μιας εκστρατείας στην χερσόνησο της Κριμαίας, ο Μιλτιάδης παντρεύτηκε την Ηγησιπύλη, κόρη του Ολόρου, βασιλιά της Θράκης. Ο μέγας ιστορικός έλαβε κλασική μόρφωση και επηρεάσηκε από την σπουδαία φιλοσοφική παράδοση των Σοφιστών, αν και ήταν μάλλον αριστοκρατικής πολιτικής καταγωγής. Η συγγένεια και η συναναστροφή με τους κύκλους της αριστοκρατίας τον έφερε σε επαφή με ανθρώπους που διαμόρφωσαν την ιστορία της περιόδου για την οποία έγραψε. Ο χαρακτήρας του λέγεται ότι ήταν ψυχρός, μελαγχολικός και απαισιόδοξος.

Ο Θουκυδίδης ήταν περίπου 25-30 ετών όταν ξεκίνησε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος (431 π.Χ.). Αρρώστησε ο ίδιος κατά τον λοιμό που έπληξε την Αθήνα μεταξύ 430 και 427 π.Χ. και εξόντωσε το ένα τέταρτο του πληθυσμού της, μεταξύ αυτών και τον ίδιο τον Περικλή. Το 424 π.Χ. εξελέγη στρατηγός και ανέλαβε τη διοίκηση 7 πλοίων που αγκυροβολούσαν στη Θάσο, πιθανότατα επειδή είχε παλαιότερες διασυνδέσεις στην περιοχή. Κατά το χειμώνα του 424/3 π.Χ. ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας χτύπησε την Αμφίπολη, μια παραλιακή πόλη της Μακεδονίας στα δυτικά της Θάσου, η οποία είχε στρατηγική σημασία για την Αθηναϊκή Συμμαχία, λόγω της ναυπηγήσιμης ξυλείας που πρόσφερε η περιοχή και επειδή βρισκόταν κοντά στα χρυσωρυχεία του Παγγαίου. Ο Αθηναίος διοικητής της μακεδονικής πόλης ζήτησε βοήθεια από τον στρατηγό  Θουκυδίδη.

Ο Βρασίδας, γνωρίζοντας ότι οι δυνάμεις των Αθηναίων βρισκόταν στη Θάσο και επειδή φοβήθηκε ότι θα φτάσουν ενισχύσεις από τη θάλασσα, έσπευσε να προσφέρει ευνοϊκούς όρους παράδοσης στους κατοίκους της Αμφίπολης και οι τελευταίοι τούς δέχτηκαν. Έτσι, όταν ο Θουκυδίδης έφτασε, η πόλη βρισκόταν ήδη υπό τον έλεγχο των Σπαρτιατών. Όπως ήταν επόμενο, η είδηση για την απώλεια της Αμφίπολης προκάλεσε μεγάλη πολιτική αναστάτωση στην Αθήνα. Για την αποτυχία του να σώσει την πόλη, ο Θουκυδίδης αναφέρει:

“Ήταν επίσης γραμμένο να εξοριστώ από την πατρίδα μου για είκοσι χρόνια μετά τα γεγονότα της Αμφίπολης και, όντας παρών και με τις δύο πλευρές της διαμάχης και κυρίως με τους Πελοποννήσιους λόγω της εξορίας μου, είχα το χρόνο να παρακολουθώ τις καταστάσεις κάπως αμερόληπτα.”

Με την ιδιότητα του εξόριστου και με βαθιά γνώση των τοπικών συνθηκών, όπως μαρτυρείται στο έργο του, ο οξυδερκής ιστορικός ταξιδεύει σχεδόν ελεύθερα στα θέατρα του πολέμου και έχει την ευκαιρία να δει τις διενέξεις από διαφορετικές πλευρές. Πιθανόν να ταξίδεψε και στη Σικελία κατά τη διάρκεια της Σικελικής Εκστρατείας. Σύμφωνα με τον Παυσανία, κάποιος Οινόβιος κατάφερε να περάσει ένα νόμο που επέτρεπε στο Θουκυδίδη να επιστρέψει από την εξορία, πιθανόν λίγο μετά την παράδοση της Αθήνας και το τέλος του πολέμου το 404 π.Χ. Ο Παυσανίας αναφέρει ακόμη ότι δολοφονήθηκε κατά την επιστροφή του στην Αθήνα. Πολλοί αμφισβητούν αυτή την εκδοχή, θεωρώντας πως υπάρχουν ενδείξεις ότι έζησε μέχρι και το 397 π.Χ. Όπως και να έγινε,  βέβαιο είναι ότι παρόλο που έζησε μετά το τέλος του πολέμου και την οριστική συντριβή της Αθήνας, δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την Ιστορία του. Η διήγησή του διακόπτεται κάπως  απότομα στο μέσο του έτους 411 π.Χ., υποδηλώνοντας ίσως ότι πέθανε κατά τη διάρκεια της συγγραφής του έργου. Σύμφωνα με κάποια παράδοση, το κείμενό του βρέθηκε να τελειώνει με μία ανολοκλήρωτη πρόταση. Τα λείψανά του επιστράφηκαν στην πόλη της Παλλάδας και ενταφιάστηκαν στον οικογενειακό τάφο του Κίμωνα.

Οι μεταναστεύσεις
Ο Θουκυδίδης δεν έδωσε τίτλο στο έργο του, ούτε το χώρισε σε βιβλία. Η διαίρεσή σε 8 βιβλία και ο τίτλος Θουκυδίδου Ιστορίαι ή Συγγραφή οφείλονται στους αρχαίους γραμματικούς. Στο Α’ βιβλίο – μετά το προοίμιο – ακολουθεί η λεγόμενη αρχαιολογία, η οποία αποτελεί σύγκριση μεταξύ του Πελοποννησιακού πολέμου και προηγουμένων σημαντικών γεγονότων της ελληνικής ιστορίας:

“Η κίνησις αυτή ετάραξε τωόντι βαθύτατα την Ελλάδα, και μέρος υπό τους βαρβάρους και σχεδόν τον κόσμον όλον. Τα προγενέστερα γεγονότα και τα έτι παλαιότερα δεν δύνανται να εξακριβωθούν σαφώς, ένεκα της παρόδου πολλού χρόνου. Αλλά από τεκμήρια, τα οποία, ωθών την έρευνάν μου μέχρι του απωτάτου παρελθόντος, κρίνω αξιόπιστα, άγομαι να πιστεύσω ότι δεν υπήρξαν μεγάλα, ούτε υπό πολεμικήν, ούτε υπό άλλην έποψιν.”

Σύμφωνα με το ίδιο, η Αττική – λόγω του ότι το έδαφός της είναι ισχνόν και πτωχόν – υπήρξεν ανέκαθεν απαλλαγμένη από στάσεις και για το λόγο αυτό διατήρησε πάντοτε τους ίδιους κατοίκους. Αντιθέτως, τα ευφορώτερα προ πάντων διαμερίσματα υπέκειντο εις διηνεκείς μεταβολάς των κατοίκων. Ως τέτοιες περιοχές αναφέρει τη Θεσσαλία, την Βοιωτία, το μεγαλύτερον μέρος της Πελοποννήσου, εκτός από την Αρκαδία και από την υπόλοιπη Ελλάδα τα καλύτερα μέρη:

“Διότι είναι προφανές ότι η χώρα που καλείται σήμερον Ελλάς δεν ήτο μονίμως κατοικημένη εξ αρχής, αλλ’ εγίνοντο εις το παρελθόν συχναί μεταναστεύσεις και οι κάτοικοι χωρίς πολλάς δυσκολίας εγκατέλειπαν τας εστίας των, εξαναγκαζόμενοι εις τούτο από νέους πολυαριθμοτέρους εκάστοτε εποίκους. Καθόσον ούτε το εμπόριον, όπως σήμερον διεξάγεται, υπήρχε τότε, ούτε ασφαλής διά ξηράς ή διά θαλάσσης συγκοινωνία, και καθένας εξεμεταλλεύετο το έδαφος, το οποιον είχε υπό την κατοχήν του, τόσον μόνον όσον ήρκει διά την συντήρησίν του. Ούτε πλούτον εσώρευαν, ούτε την γην εφύτευαν, τόσον μάλλον καθόσον αι εγκαταστάσεις των δεν ήσαν ωχυρωμέναι και ως εκ τούτου εφοβούντο μήπως από στιγμής εις στιγμήν άλλοι επιδρομείς επέλθουν και τους αφαιρέσουν κάθε τι που έχουν. Επειδή, εξ άλλου, επίστευαν ότι οπουδήποτε ημπορούν να εξασφαλίσουν την αναγκαίαν καθημερινήν τροφήν, εμετανάστευαν όχι απροθύμως και δι’ αυτό δεν ήσαν ισχυροί ούτε κατά το μέγεθος των πόλεων, ούτε κατά την πολεμικήν γενικώς παρασκευήν. Αλλά τα ευφορώτερα προ πάντων διαμερίσματα υπέκειντο εις διηνεκείς μεταβολάς των κατοίκων – όπως, λόγου χάριν, αι επαρχίαι, αι οποίαι σήμερον ονομάζονται Θεσσαλία και Βοιωτία, και το μεγαλύτερον μέρος της Πελοποννήσου, εκτός της Αρκαδίας, και από την άλλην Ελλάδα τα καλύτερα μέρη.”
Χάρτης του Πελοποννησιακού Πολέμου. Στον χάρτη απεικονίζονται οι συμμαχίες και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του πολέμου (ιταλικά).
Η αύξηση του πλούτου επέφερε συγκρούσεις και πολλοί κατέφευγαν στην ασφαλέστερη Αθήνα, η οποία με την πάροδο του χρόνου έγινε πολυάνθρωπος και δεν μπορούσε να θρέψει τους κατοίκους της. Αρχικά, ο αποικισμός της Ιωνίας έδωσε μια λύση στο πρόβλημα:

“Διότι η ευφορία της γης έφερεν αύξησιν της δυνάμεως ωρισμένων προσώπων, η οποία επροκάλει εμφυλίους σπαραγμούς, από τους οποίους τα διαμερίσματα αυτά εφθείροντο τόσον μάλλον, καθόσον ήσαν περισσότερον εκτεθειμένα εις εξωτερικάς επιδρομάς. Η Αττική, εν πάση περιπτώσει, λόγω του ότι το έδαφός της είναι ισχνόν και πτωχόν, υπήρξεν ανέκαθεν απηλλαγμένη από στάσεις και διά τον λόγον αυτόν διετήρησε πάντοτε τους ιδίους κατοίκους. Και έχομεν εδώ απόδειξιν του ισχυρισμού μου ότι, λόγω της μεταναστεύσεως, τα άλλα μέρη της Ελλάδος δεν ηυξήθησαν εις πληθυσμόν όπως η Αττική. Διότι οι δυνατώτεροι από εκείνους, όσοι, ένεκα εξωτερικών πολέμων ή εσωτερικών στάσεων εξεδιώκοντο από την άλλην Ελλάδα, κατέφευγαν εις τας Αθήνας ως εις τόπον ασφαλή, και, πολιτογραφούμενοι, κατέστησαν την πόλιν, ευθύς από τους παλαιότατους χρόνους, ακόμη πλέον πολυάνθρωπον, εις τρόπον ώστε επειδή η Αττική απέβη ανεπαρκής διά τον πληθυσμόν της πόλεως οι Αθηναίοι απέστειλαν αποικίας εις την Ιωνίαν.

Το όνομα Ελλάς

Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία, ο Έλλην  ήταν γιος του Δευκαλίωνος και της Πύρρας και απέκτησε τρεις γιους, τον Αίολο, τον Δώρο και τον Ξάνθο. Ο Αίολος και ο Δώρος μαζί με τους γιους του Ξάνθου, τον Αχαιό και τον Ίωνα, αποτέλεσαν τους γενάρχες των τεσσάρων κυριότερων ελληνικών φυλών που ήταν οι Αχαιοί, οι Δωριείς, οι Αιολείς και οι Ίωνες. Το όνομα Έλληνες στα ομηρικά χρόνια δεν αντιστοιχούσε παρά μόνο σ’ ένα ελληνικό φύλο, που κατοικούσε στην περιοχή γύρω από τον Σπερχειό ποταμό στη σημερινή Φθιώτιδα (αρχ. Φθία), το οποίο είχε ως ηγέτη του τον μυθικό ήρωα Αχιλλέα, επικεφαλής των περίφημων Μυρμιδόνων:

«οι τ’ είχον Φθίην ήδ’  Ελλάδα καλλιγύναικα. > / Μυρμιδόνες δε καλεύντο και Έλληνες και Αχαιοί» (Ιλιάδα Β’ 683-4)

Οι Έλληνες στο έργο του Ομήρου αναφέρονται επίσης ως Αχαιοί, Παναχαιοί,  Δαναοί, Αργείοι και Πανέλληνες:

«εγχείη δ’ εκέκαστο  /ο Αίας ο ηγεμόνας των Λοκρών /Πανέλληνας και Αχαιούς» (Ιλιάδα Β’ 530).

Κατά τον Αριστοτέλη, αρχικά Ελλάς ήταν όνομα περιοχής κοντά στη Δωδώνη. Η ετυμολογία της λέξεως Έλλην έχει προκαλέσει διάφορες συζητήσεις. Η επικρατέστερη εκδοχή είναι ότι η λέξη προέρχεται από τους Σελλούς (<θ. σελ- = φωτίζω), ένα ελληνικό φύλο της Ηπείρου στο οποίο ανήκαν οι ιερείς της Δωδώνης. Ένα μέρος των Σελλών φέρεται να μετανάστευσε στη Φθία.

Μέχρι τον Τρωικό Πόλεμο, η Ελλάς δεν επιχείρησε τίποτα από κοινού:

“Την αδυναμίαν, άλλωστε, των παλαιών καιρών μου φαίνεται ότι αποδεικνύει και το γεγονός προ πάντων ότι πριν από τα Τρωικά τίποτε δεν επεχείρησεν από κοινού η Ελλάς. Νομίζω μάλιστα ότι το όνομα αυτό ούτε είχε δοθή ακόμη εις όλην την χώραν, ούτε καν υπήρχε προ του Έλληνος, υιού του Δευκαλίωνος, αλλά τα διάφορα φύλα, και εις μεγαλυτέραν έκτασιν το Πελασγικόν, έδιδαν το όνομά των εις τα υπ’ αυτών κατοικούμενα διαμερίσματα. Αλλ’ από την εποχήν που ο Έλλην και οι υιοί του απέβησαν ισχυροί εις την Φθιώτιδα, και την βοήθειάν των επεκαλούντο οι κάτοικοι των άλλων πόλεων, τα διάφορα φύλα, συνεπεία της επικοινωνίας αυτής, ωνομάζοντο ήδη επί μάλλον και μάλλον Έλληνες, μολονότι πολύς επέρασε καιρός πριν το όνομα τούτο ημπορέση να επικράτηση γενικώς. Την καλυτέραν απόδειξιν παρέχει ο Όμηρος. Διότι, μολονότι έζησε πολύ ύστερον και από τα Τρωικά, πουθενά δεν ωνόμασε με το όνομα αυτό όλους, ούτε άλλους εκτός εκείνων που ηκολούθησαν τον Αχιλλέα από την Φθιώτιδα, οι οποίοι ήσαν και οι πρώτοι Έλληνες, αλλ’ αποκαλεί αυτούς εις τα ποιήματά του γενικώς Δαναούς και Αργείους και Αχαιούς.”

Ο Όμηρος δεν κάνει επίσης διάκριση ανάμεσα σε Έλληνες και βαρβάρους:

“Ούτε βαρβάρους, άλλωστε, μνημονεύει διά τον λόγον, ως νομίζω, ότι ούτε οι Έλληνες είχαν ακόμη διακριθή διά κοινού αντιθέτου ονόματος. Οπωσδήποτε τα διάφορα ελληνικά φύλα, επί των οποίων το όνομα των Ελλήνων, λόγω κοινότητος της γλώσσης, εξηπλώνετο διαδοχικώς από μίαν περιφέρειαν εις άλλην, έως ότου επεξετάθη ακολούθως επί του συνόλου των, δεν έκαμαν καμμίαν κοινήν επιχείρησιν πριν από τα Τρωικά, ένεκα αδυναμίας και ελλείψεως αμοιβαίας επικοινωνίας. Άλλωστε, και την εκστρατείαν ακόμη κατά της Τροίας τότε μόνον επεχείρησαν από κοινού, όταν είχαν ήδη αποκτήσει αξιόλογον εμπειρίαν της θαλάσσης.
Έλλην και Ελλάς

Στο Λεξικό του Μπαμπινιώτη, αναφέρεται και ο τύπος Έλλοπες, ο οποίος προσδιόριζε κατοίκους της Δωδώνης και της βόρειας Εύβοιας. Ο Αριστοτέλης ορίζει τη Δωδώνη ως αρχική πατρίδα των Ελλήνων. Από μορφολογικής απόψεως θεωρείται ότι οι λέξεις Έλλην και Ελλάς αποτελούν παράγωγα του ουσ. Ελλοί – Έλλοι – Σελλοί, καθώς οι τύποι αυτοί απαντώνται στον ‘Ομηρο και τον Πίνδαρο. Ο Χριστιανός Ησύχιος ερμηνεύει ως εξής: Έλλοί· Έλληνες οι εν Δωδώνη και οι ιερείς». Όλοι αυτοί οι γλωσσικοί τύποι είναι αγνώστου ετύμου και σημασίας κατά τον κ. Μπαμπινιώτη. [3]

Όπως αναφέρθηκε ήδη, στον Όμηρο η λέξη περιορίζεται τοπικά στους Θεσσαλούς της Φθίας, ενώ η χρήση της αργότερα στο αρχ. επίθ. Ελλανοδίκαι αύξησε το κύρος της λόγω της σημασίας των Ολυμπιακών Αγώνων. Ο Θουκυδίδης εξηγεί τη γεωγραφική επέκταση του όρου Έλληνες από τον μυθολογικό ήρωα Έλληνα, που ταξίδευε και δρούσε συχνά σε άλλες πόλεις. Ο αρχαίος ιστορικός Ηρόδοτος πιστεύει ότι ο όρος “Ελληνες χρησιμοποιήθηκε για να τονίσει την κοινή προέλευση των διαφόρων φυλών του ελληνικού χώρου. [3]

Ο αποκλεισμός του μυθώδους από την ιστορίαν μου ίσως την καταστήση ολιγώτερον τερπνήν ως ακρόαμα, θα μου είναι όμως αρκετόν, εάν το έργον μου κρίνουν ωφέλιμον όσοι θελήσουν να έχουν ακριβή αντίληψιν των γεγονότων, όσα έχουν ήδη λάβει χώραν, και εκείνων τα οποία κατά την ανθρωπίνην φύσιν μέλλουν να συμβούν περίπου όμοια. Θουκυδίδης [2]

Το «Γένος των Γραικών»

Στην προεπαναστατική Ελλάδα αναβιώνει μια πανάρχαια ονομασία των Ελλήνων, οι ονομασία Γραικοί, που χρησιμοποιήθηκε πριν ακόμη καθιερωθεί η λέξη Έλληνες. Σε επιγραφή τού 4ου π.Χ. αι. διαβάζουμε: «”Ελληνες ωνομάσθησαν,  το πρότερον Γραικοί καλούμενοι». Ο Αριστοτέλης (Μετεωρολογικά 1,352α) γράφει: “ώκουνν [ενν. στην περιοχή της Δωδώνης στην Ήπειρο] οι Σελλoί (πρόκειται για τους Ελλούς] και οι καλούμενοι τότε μεν Γραικοί, νυν δε Έλληνες». Η πληροφορία του Αριστοτέλη και η γενικότερη παράδοση της αρχαιότητας συγκλίνουν στο ότι τόσο οι ονομασίες Γραικοί και Έλληνες όσο και η περιοχή της αρχικής εγκατάστασης των Ελλήνων τοποθετούνται στην περιοχή της Ηπείρου, γύρω από τη Δωδώνη και τα σημερινά Ιωάννινα.

Στους αλεξανδρινούς χρόνους, η ονομασία Γραικοί συναντάται λιγότερο αλλά παραλλήλως προς το Έλληνες. Στο Βυζάντιο παράλληλα με το Ρωμαίοι χρησιμοποιείται, σε περιορισμένη έκταση, και το Γραικοί, προσλαμβάνοντας την ειδικότερη σημασία «ελληνορθόδοξοι» κατ’ αντιδιαστολή προς το Έλληνες (= ειδωλολάτρες, πολυθεϊστές) και το Λατίνοι (= χριστιανοί της Δύσης / ρωμαιοκαθολικοί). Τον 15ο αιώνα, (στη Σύνοδο της Φλωρεντίας) αναφέρονται «συνελθόντες Λατίνοι τε και Γραικοί».
Ο δεινός αρχαιογνώστης Αδαμάντιος Κοραής και άλλοι προεπαναστατικοί συγγραφείς και αγωνιστές (Ρήγας, Χριστόπουλος κ.ά.) μιλούν για το «Γένος των Γραικών» και ο ανασκολοπισθείς Αθανάσιος Διάκος – αρνούμενος να ενταχθεί στον οθωμανικό στρατό… – απαντά περήφανα στους Τούρκους: «Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θε να πεθάνω». Με την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, το όνομα Γραικοί αντικαθίσταται από το Έλληνες. Οι Γραικοί, είτε ως κάτοικοι (αργότερα) της Γραίας στην Εύβοια και της ευβοϊκής αποικίας Κύμης στην Κάτω Ιταλία είτε απευθείας (παλαιότερα) από την περιοχή της Ηπείρου, έγιναν γνωστοί στους Ιταλούς, που τους ονόμασαν Graeci,  από όπου και οι ξενικές ονομασίες των Ελλήνων ως Greek (αγγλ.), Grec (γαλλ.), Grieche (γερμ.). Ωστόσο, οι ξένοι χρησιμοποιούν για το Ελλάς το Hellas, ως επίσημη ονομασία της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παράλληλα προς τα ονόματα Greece (αγγλ.), Grece (γαλλ.) και Griechenland  στα γερμανικά.

Με το έργο του αθάνατου Θουκυδίδη θα ασχοληθούμε και σε επόμενα σημειώματα. Για την ώρα, θα καταλήξουμε με  ένα μικρό και επίκαιρο απόσπασμα από τον  περίφημο διάλογο των Αθηναίων με τους Μηλίους:

ΜΗΛΕΙΟΙ: Πώς είναι δυνατόν να έχουμε εμείς το ίδιο συμφέρον να γίνουμε δούλοι σας όσο εσείς έχετε συμφέρον να μας υποτάξετε;

ΑΘΗΝΑΙΟΙ: Επειδή εσείς,  αν υποταχθείτε, θ’ αποφύγετε την έσχατη καταστροφή και εμείς θα έχουμε κέρδος αν δεν σας καταστρέψουμε.

Ενδεικτική βιβλιογραφία και παραπομπές
[1] Προοίμιον (1-23), μετάφραση Ελευθέριου Βενιζέλου
[2] Αρχαίο κείμενο: «Καὶ εἰς μὲν ἀκρόασιν ἴσως τὸ μὴ μυθῶδες αὐτῶν [τῶν ἔργων] ἀτερπέστερον φανεῖται, ὅσοι δὲ βουλήσονται τῶν τε γενομένων τὸ σαφὲς σκοπεῖν καὶ τῶν μελλόντων ποτὲ αὖθις κατὰ τὸ ἀνθρώπινον τοιούτων καὶ παραπλησίων ἔσεσθαι, ὠφέλιμα κρίνειν αὐτὰ ἀρκούντως ἕξει.
[3] Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ Λεξικό τής Νέας Ελληνικής Γλώσσας
[4]Η ελληνική πόλις – Glotz Gustave
[5] http://el.wikipedia.org/wiki
[6] Στα Αγγλικά: By Thucydides The History of the Peloponnesian War
eranistis
logiosermis

Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2015

Η ΑΡΧΑΙΑ ΠΑΝΟΠΛΙΑ


Η εικόνα της προστασίας που παρέχει στους σύγχρονους στρατιώτες η θωράκιση τύπου «κέβλαρ» μπορεί κάλλιστα να συγκριθεί με εκείνη που απολάμβαναν οι αρχαίοι Έλληνες οπλίτες, οι οποίοι έφεραν λινοθώρακες.-----
Παρά τον περιορισμένο αριθμό στοιχείων, σήμερα κατέστη δυνατή η κατασκευή αντιγράφων με τη χρήση απλών υλικών, τα οποία στη συνέχεια υποβλήθηκαν σε σκληρές δοκιμές.
Η πρώτη εντύπωση που αποκομίζεται μετά τη βαλλιστική εξέταση (π.χ. πλήγματα βελών από βαλλιστρίδες) και την αντοχή του λινοθώρακα σε άμεσα πλήγματα από βέλη ή ξίφη είναι τουλάχιστον εντυπωσιακή.
Τα πειράματα απέδειξαν ότι όντως ο λινοθώρακας παρέχει υψηλότατου επιπέδου προστασία χωρίς να μειώνεται στο ελάχιστο η ευελιξία και η ικανότητα του μάχεσθαι ενός αρχαίου οπλίτη.
Συνεπώς, δεν είναι καθόλου υπερβολή· τουναντίον αποτελεί τίτλο τιμής ο χαρακτηρισμός του λινοθώρακα ως «αρχαίου κέβλαρ».
Οι εκστρατείες του Αμαλάριχου A΄ στην Αίγυπτο. Η χαμένη ευκαιρία των Σταυροφόρων
Την περίοδο 1162-1174, ο Φράγκος βασιλιάς Αμαλάριχος Α΄, ηγεμόνας του σταυροφορικού Βασιλείου της Ιερουσαλήμ, βρέθηκε πολύ κοντά στο να προσαρτήσει την Αίγυπτο, στηριζόμενος στη συμμαχία του με τον βυζαντινό αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνό. Ωστόσο, οι μουσουλμάνοι της Συρίας, υπό τη χαρισματική ηγεσία του Νουρεντίν και αργότερα του υποτελούς του Σαλαδίνου, κατάφεραν να αναχαιτίσουν οριστικά τους Φράγκους, εξουδετερώνοντας όλες τις φραγκικές απόπειρες στρατιωτικής εισβολής στην Αίγυπτο. Το 1174, ο Νουρεντίν πέθανε γηραιός και σύντομα τον ακολούθησε και ο Αμαλάριχος προσβεβλημένος από τύφο. Μόνος πλέον στην πολιτική σκηνή, ο Σαλαδίνος εγκαθίδρυσε στο Κάιρο τη δυναστεία των Αγιουβίδων επεκτείνοντας την επιρροή του μέχρι τη Συρία, εξουδετερώνοντας έτσι το τακτικό πλεονέκτημα που είχαν αποκτήσει προσωρινά οι σταυροφόροι.
Stealth. Απόκρυψη από το ραντάρ: η Ιστορία

F-117, B-2, F-22, F-35 είναι μερικές από τις σύγχρονες επιτυχημένες υλοποιήσεις, τουλάχιστον αυτές που έχουν γίνει μέχρι στιγμής γνωστές, της συνεχούς προσπάθειας κατασκευής αεροσκαφών που παρουσιάζουν μικρό ίχνος σε ραντάρ. Η προσπάθεια όμως έχει ένα πολύ πλούσιο ιστορικό παρασκήνιο που έχει αρχίσει πλέον να χάνεται στη λήθη του χρόνου.

32η Μοίρα Βομβαρδισμού: Ισοπεδώνοντας την Κορυτσά. Η πολεμική δράση των ελληνικών Blenheim

H 32η Μοίρα Βομβαρδισμού ξεκίνησε τις πολεμικές επιχειρήσεις μετά το ιταλικό τελεσίγραφο της 28ης Οκτωβρίου, με πολλές ελλείψεις σε υλικά, μέσα και εκπαίδευση προσωπικού. Εκτός αυτού δεν διέθετε καν τη δύναμη αεροπλάνων μίας τυπικής πολεμικής Μοίρας με βάση τα βρετανικά πρότυπα (12 μονάδες). Όταν άρχισαν οι επιχειρήσεις, είχε διαθέσιμα εννέα μόνο αεροπλάνα. Παρ’ όλα αυτά, κατόρθωσε απ’ ό,τι θα δούμε να προκαλέσει σημαντική φθορά όχι μόνο στις υποδομές και τα αεροπλάνα των ιταλικών Μοιρών Δίωξης που επιχειρούσαν από δύο μεγάλα πεδία προσγείωσης στην Κορυτσά, αλλά και στο ηθικό των ιταλικών δυνάμεων. Το χρονικό των 15 πρώτων ημερών επιχειρησιακής δράσης των ελληνικών Blenheim καταγράφουμε μέρα προς μέρα (για πρώτη φορά στην Ελλάδα) με όσες περισσότερες λεπτομέρειες στάθηκε δυνατόν να συγκεντρώσουμε από πολλές πηγές αλλά και από προσωπικές μαρτυρίες.
Συνταγματάρχης Μαρδοχαίος Φριζής. «Il terribile Colonello»

Ο Έλληνας συνταγματάρχηςΜαρδοχαίος Φριζής, ο «Terribile Colonello», όπως με δέος τον ατένιζαν οι Ιταλοί αντίπαλοί του, δεν ήταν χριστιανός. Πίστευε στη Βίβλο, την εβραϊκή θρησκεία, η οποία είναι εξ ολοκλήρου ενσωματωμένη στη χριστιανική πίστη ως Παλαιά Διαθήκη. Πολέμησε γενναία, όπου κι αν τον κάλεσε η πατρίδα· στον Μακεδονικό Αγώνα, στην Κριμαία, στη Μικρά Ασία, στο Έπος του 1940-1941 και όπου αλλού κλήθηκε ήταν παρών.
Τα ιταλικά άρματα στον πόλεμο του 1940. Ατσάλι κατά φουστανέλας

Ο Ιταλικός Στρατός διέθετε υπεροπλία μέσων κατά τη διάρκεια της εισβολής στην Ελλάδα.
Ένας από αυτούς τους τομείς ήταν το αρματικό δυναμικό, όπου τα νούμερα ήταν συντριπτικά εις βάρος του Ελληνικού Στρατού που διέθετε ελάχιστα άρματα μάχης τα οποία είχαν αγοραστεί κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου για λόγους αξιολόγησης.
 Στην πραγματικότητα, η ιταλική υπεροπλία δεν μετουσιώθηκε σε προφανή επιχειρησιακά πλεονεκτήματα. Τα αρματίδια L3 αποδείχθηκαν ευέλικτα αλλά ευάλωτα σε πλήγματα, ενώ τα βελτιωμένα M-13/40 χρησιμοποιήθηκαν σε μικρό αριθμό, χωρίς να έχουν ουσιαστική επίδραση στο τραχύ ορεινό ανάγλυφο που στερούνταν βασικών υποδομών.
1939-1945. Η Μάχη του Ατλαντικού. Γιατί έχασαν τα γερμανικά υποβρύχια

Στην προσπάθεια αξιολόγησης της Μάχης του Ατλαντικού, με το πλεονέκτημα της εκ των υστέρων γνώσης, μπορεί να εκτιμηθεί ότι η τελική έκβαση (η νίκη των Συμμάχων) ήταν η μόνη δυνατή, λαμβάνοντας κυρίως υπόψη τη βιομηχανική παραγωγή και την οικονομική διαχείριση των εμπολέμων.
Να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη μορφή σύγκρουσης χαρακτηρίστηκε ως ένας «πόλεμος χωρητικότητας». Άλλωστε, οι κλασικές ναυτικές θεωρίες προέβλεπαν το ίδιο μέλλον: Ο Μάχαν θα υποστήριζε, χωρίς αμφιβολία, ότι μια τέτοια έκβαση ήταν αναπόφευκτη «επειδή οι Γερμανοί δεν είχαν το απαιτούμενο επίπεδο θαλάσσιου ελέγχου».
Ο «Ελιγμός του Γράμμου». 1-28 Απριλίου 1949: Ο τελευταίος αντιπερισπασμός του ΔΣΕ

Ο "ελιγμός του Γράμμου" αποτέλεσε την τελευταία απόπειρα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) να ανακτήσει τη χαμένη πρωτοβουλία των κινήσεων σε στρατηγικό πεδίο. Στόχος του ήταν η ανακατάληψη του ορεινού όγκου του Γράμμου που είχε απελευθερώσει ο Ελληνικός Στρατός (ΕΣ) κατά τη διάρκεια της επιχείρησης "Κορωνίς".
Η διοίκηση του ΔΣΕ μάλιστα θεωρούσε τόσο απαραίτητη την επιτυχία του ελιγμού που δεν δίστασε να θυσιάσει ακόμα και τις δυνάμεις της στη Στερεά και τη Θεσσαλία (ΚΓΑΝΕ - Κλιμάκιο Γενικού Αρχηγείου Νότιας Ελλάδας) για την επίτευξη του απαραίτητου αντιπερισπασμού.
Ουστάσι. Η «ανεξάρτητη» Κροατία του Β΄ ΠΠ
Τα Βαλκάνια και ιδιαίτερα ο χώρος της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας αποτέλεσαν την πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης κατά τους τελευταίους αιώνες.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η αφορμή για την έναρξη του Α΄ ΠΠ δόθηκε στο Σεράγεβο με τη δολοφονία του διαδόχου του αυστριακού θρόνου το 1914. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια του Β΄ ΠΠ η ίδρυση του «Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας» από τους Ustase (Ουστάσι - Εξεγερμένοι) στις 10 Απριλίου του 1941 έως τις 8 Μαΐου 1945 σημάδεψε ανεξίτηλα τη μνήμη και τη συνείδηση των λαών της περιοχής, αποτελώντας καθοριστικό στοιχείο για τις μετέπειτα εθνοτικές συγκρούσεις, οι οποίες συνετέλεσαν στη διάλυση της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2015

Η ΟΡΙΑΝΑ ΦΑΛΑΤΣΙ ΚΟΝΙΟΡΤΟΠΟΙΕΙ ΤΟ ΓΕΛΟΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ : «ΗΜΑΣΤΑΝ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΚΑΠΟΤΕ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ»

  Η ΟΡΙΑΝΑ ΦΑΛΑΤΣΙ ΚΟΝΙΟΡΤΟΠΟΙΕΙ ΤΟ ΓΕΛΟΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ :
          «ΗΜΑΣΤΑΝ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΚΑΠΟΤΕ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ»

Θα ήθελα όχι μόνο να διαβάσετε το παρακάτω παλαιότερο αλλά άκρως επίκαιρο και προφητικό αφήγημα της εκπληκτικής <<Οριάνας Φαλάτσι>> για το μεταναστευτικό κύμα που έχει δημιουργήσει τεράστια και πολύ επικίνδυνη κρίση στην Ευρώπη αλλά να σταθείτε κυρίως με δέος στα επερχόμενα που θα έχουν ως στόχο την αποσταθεροποίηση και την Ισλαμοποίηση του πολιτισμού μας!!!
Είναι μια χειμαρρώδης αποστομωτική απάντηση στα γνωστά δακρύβρεχτα "αντιρατσιστικά" τσιτάτα που θέλουν να καλλιεργήσουν "ενοχές" να φιμώσουν όποιον αντιδράει στον εποικισμό της πατρίδας μας από τους αλλοδαπούς και στην δημογραφική αλλοίωση του λαού μας.
             ******************************************************************************************
             Της Oriana Fallaci* (από το βιβλίο της «H Οργή και η Περηφάνεια», 2003)
Όχι εδώ και πολύ καιρό, άκουσα κάποιον από τους αναρίθμητους πρώην κυρίους Πρωθυπουργούς που έχουν ταλαιπωρήσει την Ιταλία τις τελευταίες δεκαετίες, να λέει στην τηλεόραση:
«Κι ο θείος μου ήταν μετανάστης. Ακόμη θυμάμαι τη στιγμή που έφευγε για την Αμερική. με μια βαλίτσα από χαρτόνι στο χέρι».
Δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα, κύριε παραπληροφορημένε, ή αναξιόπιστε πρώην Πρωθυπουργέ.
Εκτός από το ότι είναι πρακτικά αδύνατον να έχετε θείο που πήγε στην Αμερική με μια βαλίτσα από χαρτόνι στο χέρι, για τον απλό λόγο ότι οι θείοι με τις βαλίτσες από χαρτόνι στο χέρι πήγαιναν στην Αμερική στις αρχές του εικοστού αιώνα, δηλαδή τότε που εσείς δεν ήσασταν ακόμη γεννημένος, δεν είναι καθόλου το ίδιο.
Και είναι δυο φαινόμενα άσχετα μεταξύ τους για ορισμένους λόγους που εσείς αγνοείτε, ή κάνετε πως αγνοείτε.
Οι λόγοι αυτοί είναι οι εξής:
Πρώτον:
Η Αμερική είναι μια ήπειρος με έκταση 3 εκατομμύρια και 618.770 τετραγωνικά μίλια.
Τεράστιες περιοχές αυτής της έκτασης είναι ακόμη και σήμερα ακατοίκητες ή τόσο αραιά κατοικημένες, ώστε σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να περπατάει κανείς για ολόκληρους μήνες χωρίς να συναντήσει ψυχή.
Και σας πληροφορώ ότι στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα αυτές οι περιοχές ήταν ακόμη πιο έρημες και σχεδόν εντελώς ακατοίκητες.
Δεν υπήρχαν πόλεις, ούτε κωμοπόλεις, ούτε δρόμοι, ούτε καν οικισμοί.
Το πολύ-πολύ να υπήρχαν κάποια φυλάκια ή κάποια καταλύματα για ξεκούραση και για αλλαγή αλόγων.
Η πλειονότητα των κατοίκων ήταν, ουσιαστικά, συγκεντρωμένη στις ανατολικές Πολιτείες.
Στις Μεσοδυτικές εκτάσεις, ζούσαν μονάχα λίγοι θαρραλέοι τυχοδιώκτες, καθώς και οι φυλές των ιθαγενών Ινδιάνων, που τους ονόμαζαν Ερυθρόδερμους.
Πιο δυτικά, στη λεγόμενη Άγρια Δύση, υπήρχαν ακόμη λιγότεροι κάτοικοι:
Το Κυνήγι του Χρυσού μόλις είχε αρχίσει.
Λοιπόν:
Η Ιταλία δεν αποτελεί ήπειρο.
Είναι μια μικρή σχετικά χώρα, τριάντα δύο φορές μικρότερη από την Αμερική και υπερβολικά πυκνοκατοικημένη: ο πληθυσμός της ανέρχεται σε 58 εκατομμύρια κατοίκους έναντι των 282 εκατομμυρίων της Αμερικής.
Συνεπώς, αν τριακόσιες ή τετρακόσιες χιλιάδες γιοι του Αλλάχ μεταναστεύουν στην Ιταλία κάθε χρόνο (όπως γίνεται στην πραγματικότητα), για μας είναι σαν να μετανάστευαν τρία ή τέσσερα εκατομμύρια Μεξικανοί στο Τέξας, στην Αριζόνα ή στην Καλιφόρνια κάθε χρόνο.
Δεύτερον:
Για έναν ολόκληρο αιώνα, δηλαδή από τον πόλεμο της Ανεξαρτησίας μέχρι το 1875, η Αμερική ήταν χώρα ελεύθερης προσπέλασης.
Τα σύνορα και οι ακτές της παρέμεναν αφύλακτα, οποιοσδήποτε ξένος μπορούσε να μπει ελεύθερα στη χώρα και οι μετανάστες ήταν κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτοι.
Για να αναπτυχθεί και να ακμάσει το νεοσύστατο έθνος, έπρεπε να αξιοποιηθούν όλα τα διαθέσιμα εδάφη του και ο εν δυνάμει πλούτος του, και γι' αυτό ακριβώς στις 20 Μαΐου του 1862, ο Αβραάμ Λίνκολν υπέγραψε την Homestead Act.
Σύμφωνα με την Πράξη αυτή, θα δωρίζονταν 810 εκατομμύρια τ.μ. ομοσπονδιακής γης.
Στην Οκλαχόμα, για παράδειγμα, στη Μοντάνα, στη Νεμπράσκα, στο Κολοράντο, στο Κάνσας, στη Βόρεια και Νότια Ντακότα κ.ά...
Επιπλέον η «Πράξη» δεν ωφελούσε μονάχα τους Αμερικανούς.
Με εξαίρεση τους Κινέζους, που γενικότερα τύχαιναν κακομεταχείρισης, καθώς και τους καταδιωκόμενους γηγενείς Ινδιάνους, οποιοσδήποτε (άντρας ή γυναίκα) μπορούσε να κάνει αίτηση και να λάβει ως δωρεά 480 τ.μ. γης.
Οι προϋποθέσεις ήταν: ο αιτών να έχει συμπληρώσει το εικοστό πρώτο έτος, να εγκατασταθεί στον συγκεκριμένο τόπο για τουλάχιστον πέντε χρόνια, να μετατρέψει την άγρια γη σε φάρμα και κατοικία, να δημιουργήσει οικογένεια και, αν δεν ήταν Αμερικανός, να ζητήσει αμερικανική υπηκοότητα.
Ακολουθώντας τα σλόγκαν «Το Αμερικανικό Όνειρο», «Αμερική, η Χώρα των Ευκαιριών», οι περισσότεροι από αυτούς που απέκτησαν έτσι γη, ήταν Ευρωπαίοι.
Ο αριθμός των μεταναστών ήταν τόσο μεγάλος, ώστε ολόκληρες φυλές γηγενών (Τσερόκι, Κρικ, Σεμινόλ, Τσικασό, Τσεγιέν, κ.α.) εκτοπίστηκαν βίαια και περιορίστηκαν με επαίσχυντο τρόπο σε καταυλισμούς.
Λοιπόν, στην Ιταλία δεν υπήρξε ποτέ ανάλογη «Πράξη» που να προσκαλεί τους ξένους να έρθουν και να εγκατασταθούν στη χώρα μας:
«Ελάτε ξένοι, ελάτε!
Αν έρθετε, θα σας δώσουμε ένα καλό κομμάτι γης στο Κιάντι, στη Βαλ Παντάνα ή στη Ριβιέρα.
Για χάρη σας θα διώξουμε τους γηγενείς, δηλαδή τους Τοσκανούς, τους Λομβαρδούς και τους Λιγουριανούς, θα τους κλείσουμε σε καταυλισμούς».
Όπως στην υπόλοιπη Ευρώπη, έτσι και στην Ιταλία, όλοι αυτοί οι μετανάστες που μας ταλαιπωρούν, έχουν έρθει με δική τους πρωτοβουλία.
Με τα αναθεματισμένα σκάφη τους, τα καταραμένα φουσκωτά σκάφη της αλβανικής μαφίας, αποφεύγοντας τις περιπόλους της ακτοφυλακής, που προσπαθούν να τους στείλουνε πίσω.
Δεν είμαστε μια χώρα με ανοιχτά σύνορα, αγαπητέ κύριε Πρώην Πρωθυπουργέ και υποτιθέμενε ανιψιέ του θείου με τη βαλίτσα από χαρτόνι στο χέρι.
Εμείς, δεν έχουμε τεμάχια γης να χαρίσουμε στους ξένους.
Δεν έχουμε έρημες περιοχές που πρέπει να κατοικηθούν.
Ούτε φυλές Τσερόκι, Κρικ, Σεμινόλ, Τσικασό, και Τσεγιέν για να εκτοπίσουμε.
Τρίτον:
Ακόμη κι η Αμερική η Χώρα των Ευκαιριών έπαψε κάποια στιγμή να δείχνει στους ξένους την ίδια επιείκεια που έδειχνε μέχρι και την προεδρία του Λίνκολν.
Το 1875, για παράδειγμα, η Αμερικανική Κυβέρνηση συνειδητοποίησε ότι έπρεπε να μπουν κάποια όρια, με αποτέλεσμα η Βουλή των Αντιπροσώπων να υιοθετήσει νόμο που απαγόρευε την είσοδο στη Χώρα σε Πρώην κατάδικους και σε πόρνες.
Το 1882, ένας δεύτερος νόμος απέκλειε από το δικαίωμα αυτό ψυχασθενείς και άτομα για τα οποία υπήρχαν υποψίες ότι θα βλάψουν τη δημόσια ζωή της χώρας.
Το 1903, ψηφίστηκε ακόμη ένας νόμος που απαγόρευε την είσοδο στη χώρα σε επιληπτικούς, σε επαγγελματίες ζητιάνους, σε ασθενείς με μεταδοτικές αρρώστιες και σε αναρχικούς. (Ο τελευταίος ήταν ένας ανακριβής χαρακτηρισμός που αποδιδόταν τόσο σε παλαβούς που δολοφονούσαν προέδρους, όσο και σε ριζοσπαστικούς που προκαλούσαν γενική αναστάτωση και οργάνωναν απεργίες).
Από εκεί και πέρα, η μεταναστευτική πολιτική έγινε πιο αυστηρή και οι παράνομοι μετανάστες απελαύνονταν αμέσως.
Στη σημερινή Ιταλία και Ευρώπη όμως, οι μετανάστες έρχονται όποτε τους αρέσει και όποτε θέλουν.
Τρομοκράτες, κλέφτες, βιαστές, πρώην κατάδικοι, πόρνες, ζητιάνοι, έμποροι ναρκωτικών, άτομα με μεταδοτικές ασθένειες.
Δεν ελέγχεται το ιστορικό ούτε καν εκείνων που παίρνουν άδεια εργασίας.
Από τη στιγμή που περνούν τα σύνορα, τους παρέχεται φιλοξενία, τροφή και ιατρική περίθαλψη, με επιβάρυνση των γηγενών.
Εννοώ των Ιταλών φορολογουμένων.
Λαμβάνουν ακόμη και ένα μικρό ποσό χρημάτων για τα τρέχοντα μικροέξοδά τους.
Όσο για τους παράνομους μετανάστες, ακόμη κι αν απελαθούν επειδή έχουν διαπράξει κάποιο φριχτό έγκλημα, πάντοτε καταφέρνουν να επιστρέψουν.
Αν απελαθούν ξανά, πάλι γυρίζουν πίσω.
Φυσικά, για να διαπράξουν κι άλλα εγκλήματα.
Και οι πολιτικοί μας δεν κάνουν τίποτε. Ανάθεμά τους!
Δε θα ξεχάσω ποτέ τις διαδηλώσεις που έκαναν πέρυσι οι παράνομοι, κατακλύζοντας τις πλατείες μας για να απαιτήσουν με αυθάδεια άδειες παραμονής. (Οι περισσότεροι ανέμιζαν τις σημαίες της χώρας τους, ή κόκκινες σημαίες).
Αυτά τα παμπόνηρα, παραμορφωμένα πρόσωπα.
Αυτές οι υψωμένες γροθιές, έτοιμες να μας χτυπήσουν, εμάς τους γηγενείς, να μας κλείσουν σε καταυλισμούς.
Αυτές οι κραυγές, που έφερναν στο νου τις κραυγές των οπαδών του Χομεινί στο Ιράν, του Μπιν Λάντεν στην Ινδονησία, Μαλαισία, Πακιστάν, Ιράκ, Σενεγάλη, Σομαλία, Νιγηρία κ.ο.κ...
Δε θα το ξεχάσω ποτέ, γιατί εκτός από προσβεβλημένη, ένιωσα και εξαπατημένη από τους πολιτικούς που έλεγαν:
«Θα θέλαμε να τους απελάσουμε, να τους στείλουμε πίσω στις πατρίδες τους. Αλλά, δε γνωρίζουμε πού κρύβονται».
Πού κρύβονται;!;
Ελεεινοί καραγκιόζηδες!
Είχαν κατεβεί κατά χιλιάδες στις πλατείες, και δεν κρύβονταν διόλου.
Για να τους απελάσετε, για να τους διώξετε, θα αρκούσε να τους περικυκλώσετε με λίγους ένοπλους αστυνομικούς oι στρατιώτες, να τους φορτώσετε σε φορτηγά, να τους οδηγήσετε σ' ένα αεροδρόμιο ή ένα λιμάνι, και να τους στείλετε πίσω στις πατρίδες τους.
Όσο για τον τελευταίο λόγο που θα σας αναφέρω, αγαπητέ μου κύριε πρώην Πρωθυπουργέ και υποτιθέμενε ανιψιέ του θείου με τη βαλίτσα από χαρτόνι στο χέρι, είναι τόσο απλός, που ακόμη και ένα διανοητικά καθυστερημένο μωρό θα μπορούσε να τον καταλάβει.
Η Αμερική είναι ένα νεοσύστατο έθνος, μια πολύ νέα χώρα.
Αν αναλογιστείτε ότι η σύσταση του αμερικανικού έθνους έγινε στα τέλη του δεκάτου όγδοου αιώνα, θα συμπεράνετε εύκολα ότι σήμερα συμπληρώνει μόλις δυο αιώνες ζωής.
Επίσης, είναι ένα έθνος μεταναστών.
Από την εποχή του Mayflower, από την εποχή των δεκατριών αποικιών, δηλαδή από πάντα, όλοι οι κάτοικοι της Αμερικής ήταν μετανάστες.
Παιδιά, εγγόνια, εγγύτεροι ή απώτεροι απόγονοι κάποιων μεταναστών.
Ως έθνος μεταναστών, αποτελεί το πιο δυναμικό, το πιο πλούσιο μείγμα φυλών, θρησκειών και γλωσσών που υπήρξε ποτέ σε τούτο τον πλανήτη.
Ως νεοσύστατο έθνος, έχει πολύ σύντομη ιστορία.
Γι' αυτό, η πολιτιστική της ταυτότητα δεν έχει ακόμη κατασταλάξει σε κάτι ενιαίο.
Αντίθετα, η Ιταλία είναι ένα πολύ παλαιό έθνος.
Με εξαίρεση την Ελλάδα, θα έλεγα πως είναι το παλαιότερο της Δύσης.
Η καταγεγραμμένη ιστορία της ξεκινάει πριν τρεις χιλιάδες χρόνια, όταν ιδρύθηκε η Ρώμη.
Ή, καλύτερα, από την εποχή που οι Ετρούσκοι αποτελούσαν ήδη πολιτισμένη κοινωνία.
Σ' αυτές τις τρεις χιλιετίες, παρ' όλη την εξάπλωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, παρ' όλες τις εισβολές που προκάλεσαν την Πτώση αυτού του εκπληκτικού επιτεύγματος, παρ' όλες τις κατακτήσεις που μας είχαν διαμελίσει για πολλούς αιώνες, η Ιταλία δεν υπήρξε ποτέ έθνος μεταναστών.
Δηλαδή, ένα μείγμα από φυλές, θρησκείες και γλώσσες.
Ούτε αλλοιώθηκε η ταυτότητά της από τις επιδράσεις των κατακτητών της.
Κανένα από τα ξένα έθνη που μας είχαν κατακτήσει και διαμελίσει (και Γερμανοί και Σκανδιναβοί και Ισπανοί και Γάλλοι και Αυστριακοί) δεν κατάφεραν να μεταβάλουν την οντότητά μας.
Αντίθετα, εκείνοι απορροφήθηκαν από εμάς, σαν το νερό από το σφουγγάρι.
Συνεπώς, η δική μας πολιτιστική ταυτότητα είναι ενιαία.
Και, παρ' όλο που περιέχει κάποια στοιχεία, που έχει απορροφήσει το σφουγγάρι (σκεφτείτε τις πολλές διαλέκτους μας, τις συνήθειές μας, την κουζίνα μας), ποτέ δεν υιοθέτησε συνήθειες του Μουσουλμανικού κόσμου.
Με κανέναν τρόπο δεν έχει επηρεαστεί από αυτόν.
Επίσης, για δυο χιλιάδες χρόνια, η ενότητά μας ήταν βασισμένη σε μια θρησκεία που ονομάζεται Χριστιανισμός.
Σε μια εκκλησία που ονομάζεται Καθολική Εκκλησία...
Πάρτε εμένα σαν παράδειγμα. «Είμαι άθεη και αντικληρικών αντιλήψεων, δεν έχω τίποτε κοινό με την Καθολική Εκκλησία», δηλώνω πάντοτε.
Κι αυτό είναι αλήθεια.
Αλλά, ταυτόχρονα, είναι και ψέμα.
Γιατί, είτε μου αρέσει είτε όχι, έχω αρκετά κοινά με την Καθολική Εκκλησία.
Πιστέψτε με, γαμώτο!
Πώς θα μπορούσα να μην έχω;
Γεννήθηκα σ' έναν τοπίο γεμάτο τρούλους εκκλησιών, μοναστήρια, Χριστούς, Μαντόνες, Αγίους, σταυρούς και καμπάνες.
Οι πρώτες μελωδίες που άκουσα όταν γεννήθηκα ήταν οι μελωδίες από τις καμπάνες.
Τις καμπάνες του Καθεδρικού της Σάντα Μαρία ντελ Φιόρε, που τον Καιρό του Αντίσκηνου, ο μουεζίνης προσβλητικά κατέπνιγε με τα δικά του Αλλάχ-ακμπάρ.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα με αυτή τη μουσική, με αυτό το τοπίο γύρω μου, με αυτή την Εκκλησία που την έχουν προσκυνήσει ακόμη και μεγάλα μυαλά, όπως ο Δάντης Αλιγκιέρι, ο Λεονάρντο ντα Βίντσι, ο Μιχαήλ Άγγελος και ο Γαλιλαίος Γαλιλέι.
Μέσα από αυτήν έχω μάθει τι είναι γλυπτική, αρχιτεκτονική, ζωγραφική, ποίηση και λογοτεχνία, καθώς και τι σημαίνει ο συνδυασμός της ομορφιάς με τη γνώση.
Χάρη σ' αυτήν άρχισα κάποτε ν' αναρωτιέμαι τι είναι το Καλό και το Κακό, αν υπάρχει Θεός.
Αν μας έπλασε Εκείνος, ή εμείς Εκείνον και αν η ψυχή είναι μια χημική ένωση που μπορεί να υποστεί επεξεργασία σε εργαστήρια ή είναι κάτι περισσότερο από αυτό.
Και, μα τον Θεό...
Βλέπετε;
Πάλι χρησιμοποίησα τη λέξη «Θεός».
Παρ' όλες τις λαϊκές και αντικληρικές μου αντιλήψεις, παρ' όλο τον αθεϊσμό μου, είμαι τόσο διαποτισμένη από τον Καθολικό πολιτισμό, ώστε αυτός να είναι αναπόσπαστο μέρος του γραπτού και προφορικού μου λόγου.
Μα τον Θεό, για όνομα του Θεού, προς Θεού, δόξα τω Θεώ, Θεέ και Κύριε, Παναγία μου, έλα Παναγία μου, Χριστέ και Παναγιά μου, στην ευχή του Χριστού. Χριστέ μου...
Τέτοιες εκφράσεις μου έρχονται τόσο αυθόρμητα, που δε συνειδητοποιώ ότι τις λέω ή ότι τις γράφω.
Και να σας τα πω όλα;
Παρ' όλο που ποτέ δε συγχώρεσα την Καθολική Εκκλησία για τα αίσχη που μου επέβαλε, με πρωταρχικό εκείνο της γ...ς Ιεράς Εξέτασης που τον δέκατο έβδομο αιώνα έκαψε ζωντανή την προγιαγιά μου Ιλντεμπράντα, την κακόμοιρη την Ιλντεμπράντα, παρ' όλ' αυτά, οι μελωδίες από τις καμπάνες συνεχίζουν να γλυκαίνουν την καρδιά μου.
Μου αρέσουν.
Επίσης, μ' αρέσουν όλες αυτές οι όμορφες αγιογραφίες με τον Χριστό, την Παναγία και τους Αγίους.
Είμαι μάλιστα συλλέκτρια παλαιών εικονισμάτων.
Επίσης, μου αρέσουν τα αβαεία και τα μοναστήρια και τα περιβόλια τους.
Μου δημιουργούν μια ακαταμάχητη αίσθηση γαλήνης και συχνά ζηλεύω αυτούς που μένουν σ' αυτά.
Και, εν τέλει, ας το παραδεχτούμε: οι καθεδρικοί ναοί μας είναι πιο όμορφοι από τα τζαμιά, τις συναγωγές, τους βουδιστικούς ναούς και τις άχρωμες εκκλησίες των Διαμαρτυρομένων. ..
Όλ' αυτά τα συμβολικά στολίδια που ανήκαν στη δική μου ζωή. Στον δικό μου πολιτισμό.
Ξέρετε, στον κήπο του εξοχικού σπιτιού μου στην Τοσκάνη, υπάρχει ένα μικρό, παλιό ξωκλήσι.
Δυστυχώς, είναι πάντοτε κλειστό.
Από τότε που πέθανε η μητέρα μου, κανείς δεν το φροντίζει. Κάθε φορά που επιστρέφω στην πατρίδα, πηγαίνω και το ανοίγω.
Ξεσκονίζω την Αγία Τράπεζα, προσέχω να μην έχουν κάνει φωλιές τα ποντίκια ή να μην έχουν φάει καμιά σελίδα από τη Σύνοψη.
Και, παρά τον λαϊκισμό μου, τον αθεϊσμό μου, εκεί μέσα νιώθω άνετα.
Παρά τις αντικληρικές απόψεις μου, εκεί μέσα νιώθω γαλήνη. (Και βάζω στοίχημα ότι οι περισσότεροι Ιταλοί θα εκμυστηρεύονταν το ίδιο πράγμα. Σε μένα το έχει εκμυστηρευτεί, Θεέ και Κύριε, ο ίδιος ο Ενρίκο Μπερλινγκουέρ, ο Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας, ο άνθρωπος που εισήγαγε τον ιστορικό συμβιβασμό μεταξύ μαρξιστών και καθολικών...).
Για όνομα του Θεού, για άλλη μια φορά, αυτό που θέλω να πω είναι ότι εμείς oι Ιταλοί δεν βρισκόμαστε στην ίδια θέση με τους Αμερικανούς.
Δεν είμαστε ένα χωνευτήρι πολλών και διάφορων ειδών, δεν είμαστε ένα μωσαϊκό από ανομοιομορφίες, συγκολλημένες μονάχα με μια υπηκοότητα.
Εννοώ ότι ακριβώς επειδή η πολιτιστική μας ταυτότητα είναι ήδη προσδιορισμένη από τη χιλιόχρονη ιστορία μας, δεν μπορούμε ν' αντέξουμε ένα κύμα μεταναστών που δεν έχουν καμιά σχέση μ' εμάς...
Και που δε θέλουν να γίνουν σαν εμάς, να απορροφηθούν από εμάς.
Αντίθετα, μάλιστα, θέλουν να μας απορροφήσουν εκείνοι.
Θέλουν ν' αλλάξουν τις αρχές μας, τις αξίες μας, την ταυτότητά μας, τον τρόπο ζωής μας.
Και στο μεταξύ, μας αναστατώνουν με την οπισθοδρομική άγνοιά τους, με την οπισθοδρομική μισαλλοδοξία τους, με την οπισθοδρομική θρησκεία τους.
Αυτό που εννοώ είναι ότι στον δικό μας πολιτισμό δεν υπάρχει χώρος για μουεζίνηδες και μιναρέδες, για ψευτο-εγκράτειες, για το ταπεινωτικό τσαντόρ, για την εξευτελιστική μπούρκα.
Ακόμη κι αν υπήρχε χώρος γι' αυτούς τους ανθρώπους, εγώ δεν θα τους τον παραχωρούσα.
Γιατί θα ήταν σαν να έσβηνα την ταυτότητά μας, σαν να εκμηδένιζα τα επιτεύγματά μας.
Θα ήταν σαν να έφτυνα κατάμουτρα την ελευθερία την οποία κερδίσαμε, τον πολιτισμό που έχουμε αναπτύξει, την ευημερία που έχουμε αποκτήσει.
Θα ήταν σα να ξεπουλούσα τη χώρα μου, την πατρίδα μου.
ΚΙ Η ΧΩΡΑ ΜΟΥ, Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣ ΠΩΛΗΣΗ!!!!!!!!

ΥΓ
* Η Οριάνα Φαλάτσι (Oriana Fallaci: 1929 - 2006), η Ιταλίδα δημοσιογράφος, πολεμική ανταποκρίτρια και συγγραφέας, είναι γνωστή στην Ελλάδα για την σχέση της με τον Αλέκο Παναγούλη και για το πολυδιαβασμένο βιβλίο της «Γράμμα σε Ένα Παιδί που Δεν Γεννήθηκε Ποτέ».
Το πιο επιτυχημένο όμως εμπορικά βιβλίο της, είναι το "The Rage and The Pride" («H Οργή και η Περηφάνεια», εκδόσεις Γκοβόστης 2003), που εκδόθηκε λίγο μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001.
Το βιβλίο συγκέντρωσε τα πυρά των κριτικών με το σκεπτικό ότι προκαλεί το «μίσος εναντίον των μουσουλμάνων».
Το επόμενο και τελευταίο της βιβλίο ήταν το "The Force of Reason" (" La Forza della Ragione") δηλ. «Η Δύναμη της Λογικής» που έγινε και αυτό best seller.
Εκεί η Φαλάτσι γράφει πως τρομοκράτες έχουν σκοτώσει 6.000 ανθρώπους τα 20 τελευταία χρόνια στο όνομα του Κορανίου και πως η ισλαμική πίστη σπέρνει μίσος αντί αγάπης και σκλαβιά αντί ελευθερίας.
Επίσης μπορείτε να διαβάσετε το βιβλίο ::
<<<Η Οριάνα Φαλάτσι, η απειλή του Ισλάμ και η μετατροπή της Ευρώπης σε 'Ευράμπια'>>



Επιμέλεια παρουσίασης : Γιώργος Χαβαλές