Σελίδες
Δευτέρα 31 Αυγούστου 2009
ΕΠΩΝΥΜΑ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ
-Απλά ρήματα από τον ενεστώτα της οριστικής στο πρώτο ενικό πρόσωπο:
Βήχος (βήχω), Βλάβος( βλάβω), Θαρρός (θαρρώ), Καταλειπός (καταλείπω), Καπνίζος (καπνίζω), Καταντός (καταντώ), Κατέχος (κατέχω), Κιλαηδώνης (κελαηδώ), Κλάνος( κλάνω), Κλώθος (κλώθω), Κρένος (κρένω), Λέγος (λέγω), Λυγίζος (λυγίζω), Νυστάζος-Νυσταζόπουλος(νυστάζω), Πιστευός (πιστεύω), Τρέμος (τρέμω), Ψάχος (ψάχω).
-Επώνυμα από τον ενεστώτα στο τρίτο ενικό πρόσωπο, με προσθήκη του πτωτικού –ς της ονομαστικής των αρσενικων ονομάτων:
Αγρεύης (αγριεύει), Ασημώνης (ασημώνει), Βουλώνεις (βουλώνει), Γαργαλής (γαργαλεί), Γουρλώνης (γουρλώνει), Δένης (δένει), Κακιώνης (κακιώνει), Κατέχης (κατέχει), Κολώνης (κωλώνει),Κουμαντάρης-Κουμανταράκης (κουμαντάρει), Κουτσοπίνης (κουτσοπίνει), Κρυώνης (κρυώνει), Μαγκώνης (μαγκώνει), Μαργώνης (μαργώνει), Παρασύρης (παρασύρει), Παχύνης (παχύνει), Περιμένης (περιμένει), Πλάλης (πιλαλεί), Ροβόλης (ροβολεί), Τρέμης (τρέμει), Τρίζης (τρίζει) κτλ.
-Επώνυμα που έχουν βάση τους γραμματικούς τύπους του μέλλοντα και του αόριστου:
Ακλάσης( κλάσει), Βροντήσης (βροντήσει), Γανώσης (γανώσει), Γδύσης (γδύσει), Γελάσης-Γελασέας-Γελασάκης (γελάσει), Κακίσης (κακίσει), Καπνίσης (καπνίσει), Καταφέρης (καταφέρει), Κατέβης (κατέβει), Κλάψης-Κλαψής (κλάψει), Κοιμίσης (κοιμίσει), Κολάσης (κολάσει), Κορδώσης (κορδώσει), Κορώσης (κορώσει), Κράξης (κράξει), Λιμάξης (λιμάξει), Μαλώσης (μαλώσει), Σιμώσης (σιμώσει), Φάης (φάει), Χάψης (χάψει).
Από την αντιστοιχία αυτή του τρίτου ενικού προσώπου του ρήματος και του επωνύμου φαίνονται να παρεκκλίνουν τα Παίξος, Χάσος, Συλλάβος όπου υπόκεινται μάλλον στο πρώτο ενικό πρόσωπο, και τα Γράψας, Γραψίας, Δώσας, Λάμψας, Παίξας, Πλακώσας, Χάσας και Χάψας που είτε προέρχονται από το τρίτο πρόσωπο του ενικού ή πρόκειται για μετοχές αορίστου.
Επώνυμα από τον ενεστώτα της προστακτικής:
Αγνάντας, Αλησμονής, Γαργάλας, Γύρνας, Ζήβας(ζήβα=σβήσε), Ζούπας, Καβάλας, Καβαλίκας, Καρτέρας, Κατέβας, Κλότσας, Κοίτας, Λάσκας, Λειτούργης, Μάινας(μαϊνάρω), Ξεφλούδας, Παρηγόρης, Πασπάτης, Περπάτης, Πιλάλης, Ρούφας, Σαλαπάτας, Σάλταςμ Σκούντας, Σκύφτας, Συντήρηςμ Σφύρας, Τραγούδας, Τρέχας(πρβ.Παπατρέχας), Τσάκος(τσάκω=προστακτική του τσακώνω), Τσαλαπάτας, Τσίμπας, Τσαλαβούτας, Τσουρούφλιας, Φέγγας, Φεύγας και Φευγάς, Χαιρέτας.
Πέμπτη 27 Αυγούστου 2009
ΟΚΤΩ ΜΗΝΕΣ GREEK SURNAMES
Τρίτη 25 Αυγούστου 2009
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ
Σύμφωνα με τον Διόνυσο τον Θράκα (εκδ.G Uhling) (εθνικόν έστιν το έθνους δηλωτικόν, ως Φρύξ , Γαλάτης) τα ονόματα αυτά που σχηματίζονται από ονόματα χωρών πόλεων κλπ.
Από τα κλασσικούς χρόνους και αργότερα μεγάλη χρήση των εθνικών ονομάτων: Εκαταίος ο Μιλήσιος , Απολλώνιος ο Τυανεύς Κόιντος ο Σμυρναίος κλπ.
Τα βυζαντινά παρωνύμια που προϋποθέτουν εθνικό όνομα συγκαταλέγονται ανάμεσα σε άλλα και τα εξής: Αρμενιάκος , Βούλγαρος , Καππαδόκης , Φράγκος , Καλυβίτης ( Τα νεοελληνικά εθνικά επώνυμα σχηματίζονται συνήθως με αρχαιοελληνικά η αρχαιότερης καταγωγής επιθήματα και σπανιότερα με ξένα: Αθηναίος , Θηβαίος , Κερκυραίος , Μυτιληναίος. -ανός/ιανός Αμοργιανός (Αμοργός) , Καλαματιανός , Κουταλιανός ( Εθνικό ως επώνυμο μπορεί να προκύψει με την προσθήκη ενός -ς σ’ένα τοπωνύμιο Αϊδίνης ,Βαλαώρας , Γκούρας (Γκούρα Φθιώτιδος) , Γρανίτσας (Γρανίτσα Ιωαννίνων) κλπ. Επαγγελματικά Δήλωναν αρχικά επάγγελμα η αξίωμα , αλλά γρήγορα καθιερώθηκαν ως επώνυμα , καθώς διευκόλυναν τη διάκριση ατόμων με το ίδιο όνομα σε κλειστές ιδίως κοινωνίες. Εκφέρονται κανονικά στην ονομαστική (Αμπελάς ,Γούναρης ) και σπάνια στη γενική (Ιατρού ,Οικονόμου).
Επαγγελματικά Ονόματα
Τα επαγγελματικά ονόματα εμφανίζονται ήδη από τα αρχαία χρόνια (Αιπολός , Βουκόλος , Ακέστωρ <ιατρός> , Ναυπηγός , και
πολλαπλασιάζεται στα βυζαντινά χρόνια : Αμπελάς . Λαχανάς ,Ζωναράς ,Καμπανάρης , Γραμματικός ,Παλαιολόγος <που ασχολείται με τα παλαιά>.
Μια μεγάλη κατηγορία βυζαντινών επαγγελματικών ονομάτων περιλαμβάνει ονόματα κοσμικών και εκκλησιαστικών αξιωμάτων : Δομέστικος ,Δούκας , Λογοθέτης , Νοταράς , Σχολάριος <σωματοφύλακας του αυτοκράτορα>.
Αρκετά από τα βυζαντινά επαγγελματικά που προσδιορίζουν εκκλησιαστικά αξιώματα διατηρήθηκαν έως σήμερα είτε ως αξιώματα είτε ως επώνυμα χάρη στην εκκλησιαστική παράδοση : Δομέστιχος , Έξαρχος ,-άκος , -ίδης , -όπουλος , Ευταξίας (ο επί <της ευταξίας> της εκκλησίας).
Τα πιο συνηθισμένα παραγωγικά επιθήματα για τον σχηματισμό των νεοελληνικών επαγγελματικών είναι τα -άρης και ας. –άρης:Αρκουδάρης , Γελαδάρης. –ας Ασβεστάς, Βαγενάς (βαρελάς). Τα περισσότερα από τα ξένα επαγγελματικά που πέρασαν στη γλώσσα μας έχουν τούρκικη καταγωγή: Αλμπάνης –οπουλος και Ναλμπάνης (nalbant πεταλωτής) .
Ορισμένα από τα επαγγελματικά τουρκικής προέλευσης δηλώνουν αξίωμα:Βεζίρης , Δερβέναγας , Ζαΐμης , Κεχαγιάς .
Το παραγωγικό επίθημα των επαγγελματικών τουρκικής αρχής είναι το –τζής /-τσής (-ξής ) ,Αλτιντζής –όγλου (altinci χρυσοχόος ) Πεσμαζόγλου (pestamalci κατασκευαστής και πωλητής πετσετών μπάνιου).
Από τα ξένα επιθέματα επαγγελμάτων εκπροσωπούνται με περιορισμένα παραδείγματα τα ιταλικά –iere (Καροτσιέρης ,Κασιέρης , Μπαρμπέρης.κλπ) και -oro (Σπαγγαδόρος).
Παρωνύμια
Αποτελούν το κύριο όγκο των επωνύμων και προέρχονται από χαρακτηρισμούς των παρονομαζομένων που βασίζονται , σε σωματικές , πνευματικές , ηθικές και άλλες ιδιότητες . Ο Μ.Τριανταφυλλίδης χρησιμοποιεί τον όρο παρατσούκλι.Την λέξη Παρωνύμιο την συναντάμε και σαν πινόμι , πινομή ,παραγκώμι , προσονείδιν (ποντιακό) , Περιγέλιο ,σουσούμι κλπ.
Οι βυζαντινοί χρησιμοποιούσαν τις εκφράσεις :την κλήσιν , την επίκ-λησιν , το επίκλην , τουπίκλην , την επωνυμία ,το επώνυμον , την προσηγορία , τούνομα έχων παρωνύμιο φέρων κλπ.
Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούν για το παρωνύμιο τον όρο επίθετον.
Το παρωνύμιο ορίζεται από τον Διονύσιο τον Θράκα ως εξής :<παρώνυμον Δε έστι το παρ’ όνομα ποιηθέν , οίον θέων>
Τα αρχαία παρωνύμια αναφέρονται σε σωματικές ιδιότητες (Γάστρων , Γνάθων ,Δόναξ , Κεφάλων , Μέτωπος.)
Σε ψυχικές ιδιότητες :(Δέξιος , Μαργίτης , Βίαιος ,Πράος κ.α.)
σε παρομοιώσεις με ζώα :(Αμνός , Γρύλος , Δράκων , Ιέραξ , Μέλισσος κ.α.)
και φυτά :(Άλατος ,Καρδάμα ,Κρόκος ,κ.α.)
στην ημέρα της γέννησης (Ανθεστήριος , Λήναιος , Πανιώνιος , Σωτήριος κ.α.)
Στα βυζαντινά χρόνια και ιδιαίτερα από τον 9ον αιώνα και εξής δημιουργούνται πολλά παρωνύμια που χρησιμοποι-ούνται ως βυζαντινά και νεοελληνικά οικογενειακά ονόματα :Γρηγόριος ο Πτερωτός ,Βάρδας ο Πλατυπόδης , Βασίλειος ο Πετεινός κ.α.
Πολύ γνωστά βυζαντινά παρωνύμια είναι λ.χ. τα :Βαρβάτος , Μυστάκων , Μουρζουφλός .
Η κατάταξη των παρωνυμίων γίνεται με τα εξής κριτήρια:
α)Σωματικές ιδιότητες :Βεργής , Βραχνός ,Ζερβός ,Καμπούρης κ.α.
Β )Ψυχικές , πνευματικές ,ηθικές ,και άλλες ιδιότητες : Αγέλαστος , Βιαστικός ,Θλιμμένος , Κοιμήσης , Λεβέντης ,Τεμπέλης , Κατεργαράκος , Νταής , Νυστάζος κ.α.
Γ) Παρομοιώσεις με ζώα :Αλεπουδέλης , Γάτος , Ζυγούρης , Λύκος , Ποντίκης , Τσάκαλος , Γκιόνης ,Κίρκος κ.α.
Δ) Παρομοιώσει με φυτά : Βλιτάς ,Γαρούφαλος , Καρπουζάς , Πιπέρης , Ρεβίθης κ.α.
Ε) Αντικείμενα καθημερινού βίου .Βελέντζας , Δακτυίδης , Κουλούρας , Λαγάνας , Ταγάρης κ.α.
ΣΤ) Καιρός και χρόνος: Βοριάς ,Γρέκος , Σορόκος ,Κατσιφάρας , Χιόνης κ.α.
Ζ) Συγγένεια και ηλικία :Αφεντάκης , Εγγονόπουλος , Κανακάρης , Ορφανός ,Παπούλιας , Πατέρας –άκης .
Η ) Φράσεις (που συνήθιζε ο παρονομαζόμενος) Καλλιώρας ,Καλώστος , Καληνύχτας , Σιαπέρας κ.α.
Δευτέρα 24 Αυγούστου 2009
ΑΡΒΑΝΙΤΙΚΑ-ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ
Τ.
Κυριακή 23 Αυγούστου 2009
ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΑ ΚΑΙ ΟΡΦΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Ο Διόνυσος είναι ο «νεώτερος» θεός που εντάχθηκε στο αρχαιοελληνικό πάνθεον, ο οποίος όμως επέδρασε καταλυτικά μετά τον 6ο αιώνα, τόσο στην θρησκεία όσο και στην τέχνη, το θέατρο και την ποίηση. Σύμφωνα με την μυθολογία ο Διόνυσος ήταν υιός Θεού -του Δία- και μίας θνητής της Σεμέλης, την οποία γονιμοποίησε ο Δίας, με τη μορφή χρυσής βροχής.
Πέμπτη 13 Αυγούστου 2009
Η Μαγεία της Ελληνικής Γλώσσας Μέρος 7ο
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ
Τα Ελληνικά είναι η μόνη γλώσσα στον κόσμο που ομιλείται και γράφεται συνεχώς επί 4.000 τουλάχιστον συναπτά έτη, καθώς ο Arthur Evans διέκρινε τρείς φάσεις στην ιστορία της Μηνωικής γραφής, εκ των οποίων η πρώτη απο το 2000 π.Χ. ώς το 1650 π.Χ. [13]. Μπορεί κάποιος να διαφωνήσει και να πεί ότι τα Αρχαία και τα Νέα Ελληνικά είναι διαφορετικές γλώσσες, αλλά κάτι τέτοιο φυσικά και είναι τελείως αναληθές.
Ο ίδιος ο Οδυσσέας Ελύτης είπε «Εγώ δεν ξέρω να υπάρχει παρά μία γλώσσα, η ενιαία Ελληνική γλώσσα. Το να λέει ο Έλληνας ποιητής, ακόμα και σήμερα, ο ουρανός, η θάλασσα, ο ήλιος, η σελήνη, ο άνεμος, όπως το έλεγαν η Σαπφώ και ο Αρχίλοχος, δεν είναι μικρό πράγμα. Είναι πολύ σπουδαίο. Επικοινωνούμε κάθε στιγμή μιλώντας με τις ρίζες που βρίσκονται εκεί. Στα Αρχαία.». Ο μεγάλος διδάσκαλος του γένους Αδαμάντιος Κοραής είχε πεί «Όποιος χωρίς την γνώση της Αρχαίας επιχειρεί να μελετήσει και να ερμηνεύση την Νέαν, ή απατάται ή απατά.». Ενώ ο Γιώργος Σεφέρης γράφει «Από την εποχή που μίλησε ο Όμηρος ως τα σήμερα, μιλούμε, ανασαίνουμε και τραγουδούμε την ίδια γλώσσα.». [10]
Παρόλο που πέρασαν χιλιάδες χρόνια, όλες οι Ομηρικές λέξεις έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα. Μπορεί να μην διατηρήθηκαν ατόφιες, άλλα έχουν μείνει στην γλώσσα μας μέσω των παραγώγων τους. Μπορεί να λέμε νερό αντί για ύδωρ αλλά λέμε υδροφόρα, υδραγωγείο και αφυδάτωση. Μπορεί να μην χρησιμοποιούμε το ρήμα δέρκομαι (βλέπω) αλλά χρησιμοποιούμε την λέξη οξυδερκής. Μπορεί να μην χρησιμοποιούμε την λέξη αυδή (φωνή) αλλά παρόλα αυτά λέμε άναυδος και απήυδησα. Επίσης σήμερα δεν λέμε λωπούς τα ρούχα, αλλά λέμε την λέξη «λωποδύτης» που σημαίνει «αυτός που βυθίζει (δύει) το χέρι του μέσα στο ρούχο σου (λωπή) για να σε κλέψει». Τα παραδείγματα που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε εδώ είναι πραγματικά αμέτρητα.
Η Γραμμική Β’ είναι και αυτή καθαρά Ελληνική, γνήσιος πρόγονος της Αρχαίας Ελληνικής. Ο Άγγλος αρχιτέκτονας Μάικλ Βέντρις αποκρυπτογράφησε βάση κάποιων ευρημάτων την γραφή αυτή και απέδειξε την Ελληνικότητά της. Μέχρι τότε φυσικά όλοι αγνοούσαν πεισματικά έστω και το ενδεχόμενο να ήταν Ελληνική... Το γεγονός αυτό έχει τεράστια σημασία καθώς πάει τα Ελληνικά αρκετούς αιώνες ακόμα πιο πίσω στα βάθη της ιστορίας. Αυτή η γραφή σίγουρα ξενίζει, καθώς τα σύμβολα που χρησιμοποιεί είναι πολύ διαφορετικά από το σημερινό Αλφάβητο. Παρόλα αυτά η προφορά είναι παραπλήσια, ακόμα και με τα Νέα Ελληνικά. Για παράδειγμα η λέξη «TOKOSOTA» σημαίνει «Τοξότα» (κλητική). Είναι γνωστό ότι «κ» και «σ» στα Ελληνικά μας κάνει «ξ» και με μια απλή επιμεριστική ιδιότητα όπως κάνουμε και στα μαθηματικά βλέπουμε ότι η λέξη αυτή εδώ και τόσες χιλιετίες δεν άλλαξε καθόλου. Ακόμα πιο κοντά στην Νεοελληνική, ο «άνεμος», που στην Γραμμική Β’ γράφεται «ANEMO», καθώς και «ράπτης», «έρημος» και «τέμενος» που είναι αντίστοιχα στην Γραμμική Β’ «RAPTE», «EREMO», «TEMENO», και πολλά άλλα παραδείγματα. [8]
Ένα μικρό πείραμα
Ο γνωστός τραγουδιστής Διονύσης Σαββόπουλος έχει διαπιστώσει ότι η προφορά των μακρών και των βραχέων φωνηέντων είναι εγγενής και αυθύπαρκτη στην Ελληνική γλώσσα, παρά την κακοποίηση που έχει υποστεί αυτή με την κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων. Όπως περιγράφει και ο ίδιος:
«Έδωσα σε έναν ανύποπτο νέο που παρευρίσκετο στο στούντιο να διαβάσει λίγες φράσεις. Εκεί μέσα είχα βάλει σκοπίμως την ίδια λέξη ως επίθετο και ώς επίρρημα, διότι είχα πάντα την περιέργεια να διαπιστώσω αν προφέρουμε διαφορετικά το ωμέγα από το όμικρον. Μαγνητοφωνήσαμε τις φράσεις 1. Είναι ακριβός αυτός ο αναπτήρας και 2. Ναί, ακριβώς αυτό ήθελα να πώ. Ελάχιστη διαφορά στο αυτί, ο ηχολήπτης μόνο επέμενε ότι το δεύτερο ήταν κάπως πιο φαρδύ. Τότε συνδέσαμε τον παλμογράφο. Το διάγραμμα του επιρρήματος που γράφεται με ωμέγα είναι πολύ πλουσιότερο. Καταπληκτικό! Ο παλμογράφος μου φάνηκε σαν μια σκαπάνη που κάτω από το έδαφος της καθημερινής ομιλίας ανακαλύπτει αυτό που δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει, έστω μέσα σε χειμερία νάρκη, αυτό που συνειδητοποίησαν και προσπάθησαν να μνημειώσουν οι Αλεξανδρινοί 2.300 χρόνια πριν. Τίποτε δεν χάθηκε. Όλα υπάρχουν.» [7]
Άλλωστε η ίδια η γλώσσα είναι ξεκάθαρη. Το «όμικρον» είναι «ο» αλλά μικρό, ενώ το «ωμέγα» είναι και αυτό μεν «ο», είναι μέγα όμως, σαν δύο όμικρον μαζί, και ακόμα και το σύμβολό του είναι πραγματικά σαν δύο όμικρον κολλημένα. Μέγα και σε διάρκεια λοιπόν. Για αυτό όταν θέλουμε να γράψουμε το επιφώνημα θαυμασμού «πω πω» χρησιμοποιούμε ενστικτωδώς το ωμέγα και όχι το όμικρον. Γραμμένο με όμικρον φαίνεται γελοίο.
Πολλοί ίσως να μην καταλαβαίνουν την τεράστια σημασία του πειράματος αυτού. Είναι εκτός όλων των άλλων και μια τρανταχτή απόδειξη για την συνέχεια της Ελληνικής φυλής, καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να παραμείνει στην γλώσσα μόνο περνώντας την γλώσσα από τον γονέα στο παιδί, σε αντίθετη περίπτωση θα είχε χαθεί.
Υπολογίζοντας όμως έστω και με τις συμβατικές χρονολογίες, οι οποίες τοποθετούν τον Όμηρο γύρω στο 1.000 π.Χ., έχουμε το δικαίωμα να ρωτήσουμε: Πόσες χιλιετίες χρειάστηκε η γλώσσα μας από την εποχή που οι άνθρωποι των σπηλαίων του Ελληνικού χώρου την πρωτοάρθρωσαν με μονοσύλλαβους φθόγγους μέχρι να φτάσει στην εκπληκτική τελειότητα της Ομηρικής επικής διαλέκτου, με λέξεις όπως «ροδοδάκτυλος», «λευκώλενος», «ωκύμορος», κτλ; Ο Πλούταρχος στο «Περί Σωκράτους δαιμονίου» μας πληροφορεί ότι ο Αγησίλαος ανεκάλυψε στην Αλίαρτο τον τάφο της Αλκμήνης, της μητέρας του Ηρακλέους, ο οποίος τάφος είχε ως αφιέρωμα «πίνακα χαλκούν έχοντα γράμματα πολλά θαυμαστά, παμπάλαια...». [7] Φανταστείτε περί πόσο παλαιάς γραφής πρόκειται, αφού οι ίδιοι οι αρχαίοι Έλληνες την χαρακτηρίζουν «αρχαία»...
Φυσικά δεν γίνεται ξαφνικά, «από το πουθενά» να εμφανιστεί ένας Όμηρος και να γράψει δύο λογοτεχνικά αριστουργήματα, είναι προφανές ότι από πολύ πιο πρίν πρέπει να υπήρχε γλώσσα (και γραφή) υψηλού επιπέδου. Πράγματι, απο την αρχαία Ελληνική Γραμματεία γνωρίζουμε ότι ο Όμηρος δεν υπήρξε ο πρώτος, αλλά ο τελευταίος και διασημότερος μιάς μεγάλης σειράς επικών ποιητών, των οποίων τα ονόματα έχουν διασωθεί (Κρεώφυλος, Πρόδικος, Αρκτίνος, Αντίμαχος, Κιναίθων, Καλλίμαχος) καθώς και τα ονόματα των έργων τους (Φορωνίς, Φωκαϊς, Δαναϊς, Αιθιοπίς, Επίγονοι, Οιδιπόδεια, Θήβαις...) δεν έχουν όμως διασωθεί τα ίδια τα έργα τους. [6]
___________________________________________________έπεται συνέχεια...__________________Σάββατο 8 Αυγούστου 2009
Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Μέρος 6ο
Όλοι γνωρίζουμε ότι οι Ευρωπαϊκές γλώσσες έχουν τις ρίζες τους στα Λατινικά. Αυτό που ίσως μερικοί να αγνοούν είναι ότι τα ίδια τα Λατινικά έχουν βασιστεί πάνω στα Ελληνικά. Από το ίδιο το αλφάβητο (οι Ρωμαίοι πήραν αυτούσιο και απαράλλακτο το Χαλκιδικό αλφάβητο) μέχρι και την πλειοψηφία του λεξιλογίου.
Πρίν ο Κικέρων, ο δημιουργός ουσιαστικά της Λατινικής γλώσσας, έρθει στην Ελλάδα για να σπουδάσει, οι Ρωμαίοι είχαν μερικές εκατοντάδες μόνο λέξεις με αγροτικό, οικογενειακό και στρατιωτικό περιεχόμενο. Όταν επέστρεψε στην Ρώμη, πήρε μαζί του κάποιες χιλιάδες Ελληνικές λέξεις δηλωτικές πολιτισμού και ένα «κλειδί» με το οποίο πολλαπλασίασε την αξία και την σημασία τους. Το «κλειδί» αυτό ήταν οι προθέσεις. [10]
Για του λόγου το αληθές, να αναφέρουμε ότι το ιστορικό αυτό γεγονός το έχει τονίσει και ο διάσημος Γάλλος γλωσσολόγος Meillet «Τα Λατινικά ως λόγια γλώσσα, είναι ανάτυπο των Ελληνικών. Ο Κικέρων μεταφέρει στην Λατινική, την Ελληνική ρητορική και φιλοσοφία. Ο Χριστιανισμός ακολούθως συνετέλεσε και αυτός στην επίδραση των Ελληνικών επί των Λατινικών. Το Λατινικό λεξιλόγιο είναι μετάφραση του αντιστοίχου Ελληνικού, και για αυτό τα Λατινικά δεν παραμέρισαν τα Ελληνικά στην Ανατολή. Διότι η μίμηση δεν είχε αρκετό γόητρο ώστε να αντικαταστήσει το πρωτότυπο.». [10]
Μόνο και μόνο όσον αφορά τους επιστημονικούς όρους, όπου η συντριπτική πλειοψηφία των λέξεων είναι Ελληνικές, οι ξένες γλώσσες στην κυριολεξία θα κατέρρεαν χωρίς την Ελληνική. Η Ελληνική είναι η μοναδική γλώσσα η οποία είναι πραγματικά αυτόφωτη χωρίς να εξαρτάται από καμία άλλη. Δύο εκ του πλήθους ξένων επιστημόνων που το έχουν διαπιστώσει αυτό είναι οι Jean Bouffartigue και Anne-Marie Delrieu. Στο βιβλίο τους «Οι Ελληνικές ρίζες στην Γαλλική γλώσσα» διαβάζουμε «Η κατανόηση της δικής μας γλώσσης, η εκ νέου ανακάλυψη της ουσίας της – να ποιά είναι η χρησιμότητα του να γνωρίζει κανείς τις Ελληνικές ρίζες. Οι Ελληνικές ρίζες δίνουν στην Γαλλική το πιο βαθύ στήριγμά της και συγχρόνως της παρέχουν την πιο υψηλή δυνατότητα για αφαίρεση. Μακρινή πηγή του πολιτισμού μας, η Ελλάδα βρίσκεται ζωντανή μέσα στις λέξεις που λέμε. Σχηματίζει κάθε μέρα την γλώσσα μας.». [10]
Υπάρχουν ακόμα σοβαρές απόψεις έγκριτων ξένων επιστημόνων, που υποστηρίζουν ότι μέχρι και τα Σανσκριτικά (αρχαία Ινδικά) προέρχονται από τα Ελληνικά. «Ο πρώτος ο οποίος παρετήρησε αυτήν την ομοιότητα των ριζών είναι ο Φ. Μπάγιερ (1690-1738), καθηγητής γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αγ. Πετρουπόλεως, καταλήγοντας στα συμπέρασμα ότι τα σανσκριτικά προέρχονται από τα Ελληνικά.» [6] συμπέρασμα στο οποίο είχε καταλήξει στα τέλη του περασμένου αιώνος και ο Γερμανός Βορρ. Η συντακτική ομάδα του περιοδικού «Halcon - Ιέραξ» μας λέει «Συγκρίνοντας καλά την Σανσκριτική με την αρχαία Ελληνική, εύκολα αντιλαμβανόμεθα ότι η Ελληνική όχι μόνο είναι πιο αρχαία, αλλά και ότι επί πλέον όλοι οι συντακτικοί και γραμματικοί τύποι της είναι ανώτεροι και μεγαλυτέρας γλωσσικής αξίας. Η δε σύνταξις καθ’υπόταξιν είναι καθαρά Ελληνική.». [6] Ας μην ξεχνάμε ότι ο Μέγας Αλέξανδρος προσπάθησε με την εκστρατεία του, εκτός όλων των άλλων, και να «συναγωνιστεί» τους Έλληνες που είχαν εκστρατεύσει στην Ανατολή πρίν από αυτόν, τον Ηρακλή και τον Διόνυσο δηλαδή. Τα «Διονυσιακά» του Νόννου, έπος το οποίο περιγράφει την εκστρατεία του Διονύσου στις Ινδίες (αντίστοιχο με αυτά του Ομήρου), σώζεται μέχρι σήμερα.
Επειδή μπορεί κάποιος να σκεφτεί σε αυτό το σημείο ότι το Ελληνικό αλφάβητο είναι Φοινικικής προελεύσεως, να αναφέρουμε απλά ότι τέτοιες αντιεπιστημονικές θεωρίες είναι προ πολλού ξεπερασμένες καθώς η αξιοπιστία τους έχει κλονιστεί σοβαρά από διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα. Απορίας άξιον είναι το γεγονός ότι η ύπαρξη των ευρημάτων αυτών δεν αναφέρεται πουθενά στα Ελληνικά (;) σχολεία, όπου προβάλλεται ως δεδομένη και αδιαμφισβήτητη η θεωρία της Φοινικικής προελεύσεως. Ένα από τα καρφιά στο φέρετρο της θεωρίας αυτής είναι και το κεραμικό θραύσμα που βρέθηκε στην νησίδα «Γιούρα» των Βορείων Σποράδων από τον Αρχαιολόγο Α. Σαμψών. Χρονολογήθηκε το 5.500-6.000 π.Χ. και φέρει καθαρά πάνω του εγχάρακτα τα γράμματα Α, Δ και Υ. Να σημειώσουμε εδώ ότι οι Φοίνικες προτοεμφανίστηκαν στην ιστορία το 1.300 π.Χ. Και αυτό το εύρημα δεν είναι «μόνο» του. Τα γράμματα Μ, Ν, Κ, Χ, Ξ, Π, Ο, και Ε διακρίνουμε σε πρωτοκυκλαδικά αγγεία της Μήλου τα οποία είναι της 3 π.Χ. χιλιετίας [2]. Επιπλέον υπάρχει και η λίθινη σφραγίδα των Γιαννιτσών που ανακαλύφθηκε από τον αρχαιολόγο Π. Χρυσοστόμου η οποία χρονολογείται την 5 π.Χ. χιλιετία. Ακόμη η επιγραφή του Δισπηλιού που ανεσύρθη από τον καθηγητή Γ. Χουρμουζιάδη χαρακτηρίστηκε ως η πρώτη γραφή του κόσμου, αφού χρονολογήθηκε από τον «Δημόκριτο» βάση της μεθόδου του «άνθρακα 14» με απόλυτη ακρίβεια στο 5.250 π.Χ. Τέλος να αναφέρουμε τον δίσκο της Φαιστού ο οποίος χρονολογείται (με τις πιο συντηρητικές απόψεις) στο 1.700 π.Χ. και φέρει σύμβολα τα οποία όμως είναι τυπωμένα με κινητά στοιχεία (σφραγίδες), και για αυτόν τον λόγο το εύρημα αυτό αποτελεί το αρχαιότερο δείγμα τυπογραφίας του κόσμου. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκε πηλός εξαιρετικής ποιότητος είς τον οποίον αφού απετυπώθησαν οι χαρακτήρες ο δίσκος εψήθη. [3]
Το 1989, στο υπ αρίθμ. 16 τεύχος του αρχαιολογικού περιοδικού «NESTOR», το οποίο εκδίδει το πανεπιστήμιο της Ινδιάνας, ο καθηγητής Πώλ Φώρ ανακοινώνει ότι στην Ιθάκη του 2.700 π.Χ. μιλούσαν και έγραφαν Ελληνικά. Με την βοήθεια χαραγμένης εικόνας πλοίου επάνω στο όστρακο και σε σύγκριση με την ήδη αποκρυπτογραφημένη Γραμμική Γραφή Β’ ο καθηγητής Φώρ κατώρθωσε να διαβάσει «Νύμφη με έσωσε». Εδιάβασε ακόμα, αναγνωρίζοντας αριθμητικά και συλλαβές «Ιδού εγώ ο Αρεάδης δίδω είς την άνασσα Θεά Ρέα 100 αίγες, 10 πρόβατα...». [6] Σημειωτέον ότι ακόμα και σήμερα διδάσκεται στα Ελληνικά σχολεία η άποψη ότι τα χρόνια του Ομήρου δεν υπήρχε γραφή και συνεπώς τα δύο έπη (Ιλιάδα και Οδύσσεια) μεταφέρονταν από γενεά σε γενεά προφορικώς (κάτι το οποίο ούτως ή άλλως μόνο και μόνο βάσει της κοινής λογικής είναι αδύνατον).
Είς την Ελληνικήν γλώσσα τέλος παρατηρούνται όλα τα γλωσσολογικά φαινόμενα, πχ. αφομοίωση (είς φθόγγος γίνεται όμοιος με άλλον), εναλλαγή (χρησιμοποίηση άλλου φθόγγου αντ’άλλου), συγχώνευση (ενοποίηση πολλών φθόγγων), ανομοίωση (αποβολή του ενός εκ των δύο ομοίων φθόγγων της ιδίας λέξεως), ανταλλαγή (αμοιβαία αλλαγή φθόγγων) κλπ κλπ. [15]
Ορισμένοι μάλιστα ήχοι όπως το Γ το Δ το Θ το Χ και το Ψ αποτελούν πολύ μεταγενέστερη και αποκλειστικά Ελληνική επινόηση, αφού δεν τους συναντάμε σε άλλη γλώσσα έστω και αν περιέχονται στις δανεισμένες Ελληνικές λέξεις. [11]
___________________________________έπεται συνέχεια...___________________
Παρασκευή 7 Αυγούστου 2009
ΕΛΓΙΝΕΙΑ ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΛΕΗΛΑΣΙΑΣ.
Ο δισδάρης της Ακρόπολης βλέποντας τους λίθους του ναού να κατακρημνίζονται από το 300μελές συνεργείο του Έλγιν και τα θρυμματισμένα κομμάτια μιας μετόπης να διασκορπίζονται, επιχείρησε να ματαιώσει την προσπάθεια των Άγγλων.
Ήταν ανελέητη όμως η ισχύς της προστάτιδος Μεγάλης Δυνάμεως.
Κιβώτια άρχισαν να συσκευάζονται και να μεταφέρονται φορτωμένα με τους θεούς των Ελλήνων.
Ο Παρθενώνας, το Ερεχθείο, ο Ναός της Απτέρου Νίκης, τα Προπύλαια, όλα λεηλατούνταν.
Τα πρώτα κιβώτια με τα γλυπτά φορτώθηκαν στο ιδιωτικό πλοιάριο του Έλγιν “Μέντωρ”, στον Πειραιά, τον Ιανουάριο του 1802.
Το πλοίο λίγες μέρες αργότερα ναυάγησε έξω από τα Κύθηρα, παραμένοντας στον βυθό του Αιγαίου περίπου έναν μήνα.
Στον Βρετανό πρόξενο στα Κύθηρα ο Έλγιν θα γράψει: “Τα κιβώτια περιέχουν πέτρες χωρίς ιδιαίτερα μεγάλη αξία, αλλά είναι για μένα πολύ σημαντικό να τις περισώσω”.
Οι θεοί των Ελλήνων ταξίδεψαν οριστικά τον Φεβρουάριο του 1803 με το πλοίο Braakel για τη σκοτεινή Γηραιά Αλβιώνα.
Το 1807 τα μάρμαρα του Παρθενώνα εκτέθηκαν για το κοινό στο σπίτι του λόρδου στο Park Lane.
Η έκθεση έκλεισε μετά από δύο χρόνια και παρέμεινε προσιτή μόνο σε προνομιούχους επισκέπτες.
Οικονομικές δυσπραγίες οδήγησαν τον Έλγιν σε σκέψεις για την οικονομική εκμετάλλευση της συλλογής, με τη μετατροπή του σπιτιού του στο Park Lane σε ιδιωτικό μουσείο και στην καθιέρωση εισιτηρίου για το κοινό.
Άλλη σκέψη του ήταν να την κληροδοτήσει στο βρετανικό κράτος.
Στις αρχές του 1810 το Βρετανικό Μουσείο προσέγγισε τον Έλγιν προκειμένου να εξασφαλίσει τη συλλογή.
Τον Ιούνιο του 1816, ύστερα από μια μακροχρόνια συζήτηση με εκτεταμένες και έντονες διαφωνίες, η Βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων ψήφισε ένα διάταγμα: “ ο ανωτέρω αναφερόμενος λόρδος συμφώνησε να πουλήσει τα γλυπτά αυτά δια το ποσόν των τριάντα χιλιάδων λιρών, υπό τον όρο ότι όλη η παραπάνω αναφερόμενη συλλογή θα παραμείνει αδιαχώριστη στο Βρετανικό Μουσείο και ανοικτή για επιθεώρηση και θα φέρει την ονομασία “Ελγίνεια Μάρμαρα” και ο ανωτέρω αναφερόμενος λόρδος και κάθε πρόσωπο που θα αποκτά τον τίτλο του λόρδου του Έλγιν θα πρέπει να προστίθεται στους επίτροπους του Βρετανικού Μουσείου”.
Κατά την σύνοδο της Βουλής των Κοινοτήτων στις 7 Ιουνίου 1816 ο βουλευτής Hugh Hammerslay κάνει την πρώτη καταγεγραμμένη πρόταση για την επιστροφή των μαρμάρων.
Πρότεινε μάλιστα να φυλαχθούν προσεκτικά στο Βρετανικό Μουσείο “μέχρι να ζητηθούν από τους τωρινούς ή τους οποιουσδήποτε κυρίους της πόλης των Αθηνών”.
Τα μάρμαρα απετέλεσαν πάλι αντικείμενο διαμάχης σε μια ανταλλαγή απόψεων, οι οποίες δημοσιεύτηκαν σε συνέχειες το 1890-`91 στο περιοδικό του Λονδίνου Nineteenth Century.
Στη συζήτηση έλαβε μέρος και ο Κωνσταντίνος Καβάφης, γράφοντας ότι “η τιμιότης είναι η καλλιτέρα πολιτική και τιμιότης εις την περίπτωση των Ελγινείων Μαρμάρων σημαίνει απόδοσις”.
Το θέμα επανήλθε το 1924, όταν ο Harold Nicolson, της Υπηρεσίας Μέσης Ανατολής του Βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών, πρότεινε στην επέτειο της εκατονταετηρίδας από τον θάνατο του Byron στο Μεσολόγγι (19 Απριλίου 1824) να επιστραφεί η μία Καρυάτιδα του Ερεχθείου, την οποία είχε μεταφέρει ο Έλγιν στην Αγγλία.
Τη δεκαετία του 1960 ο Colin Mclnnes με την εκτενή αρθρογραφία του επανέφερε στο προσκήνιο το θέμα της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα.
Πρότεινε μάλιστα να γίνει η αρχή με την επιστροφή της Καρυάτιδας και του κίονα από το Ερεχθείο.
Η επανόρθωση μάλιστα της ζημιάς επιτεύχθηκε με τη χρήση ενός είδους κεριού αναμεμιγμένου με τέιον, για να δοθεί στα μάρμαρα απόχρωση “λευκού ιριδισμού” όμοια με την αρχική τους την οποία έχει κάθε σπασμένη επιφάνεια λευκού μαρμάρου.
Τμήματα μάλιστα των γλυπτών ίσως να σμιλεύτηκαν εκ νέου.
Οι λεπτομέρειες του δεύτερου αυτού βανδαλισμού βρίσκονται ακόμα επτασφράγιστες στα βρετανικά απόρρητα μυστικά έγγραφα και στα ημερολόγια συντήρησης του Βρετανικού Μουσείου, επιτείνοντας, 60 χρόνια αργότερα, την ένοχη σιωπή και την αμηχανία των “υπευθύνων” φορέων του Βρετανικού Μουσείου και του Κοινοβουλίου.
(Απόσπασμα από "Λεηλασίες αρχαιοτήτων")
Πέμπτη 6 Αυγούστου 2009
Ελληνικές γιορτές υπέρ του Ηρακλέους.
«Τα Ηράκλεια»
Στο νέο τεύχος του Μαΐου-Ιουνίου 2009
του γνωστού (46χρονου) περιοδικού
«Νέα Σκέψη»
δημοσιεύθηκε άρθρο του Γιώργου Λεκάκη
με τον παραπάνω τίτλο.
Αφορά τις αρχαίες ελληνικές γιορτές υπέρ του Ηρακλέους.
Το άρθρο μπορείτε να το διαβάσετε,
να το αποθηκεύσετε
ή να το εκτυπώσετε, εάν από την στήλη ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ
εισέλθετε στην ενότητα
ΠΑΝΗΓΥΡΟΛΟΓΙΟ
της παρακάτω ηλεκτρονικής διευθύνσεως:
ΥΓ: Εάν το βρίσκεις ενδιαφέρον,
προώθησέ το σε φίλους σου.
Επιτρέπεται η αναδημοσίευσις των άρθρων μου,
αρκεί να αναφέρεται ο συγγραφέας,
η πηγή και η ημερομηνία
πρώτης δημοσιεύσεώς τους.
Τετάρτη 5 Αυγούστου 2009
"Η ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΑ"
Σάββατο 1 Αυγούστου 2009
Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Μέρος 5ο
Η Ελληνική φωνή κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν «αυδή». Η λέξη αυτή δεν είναι τυχαία, προέρχεται από το ρήμα «άδω» που σημαίνει τραγουδώ. Όπως γράφει και ο μεγάλος ποιητής και ακαδημαϊκός Νικηφόρος Βρεττάκος:
«Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φώς
θα ελιχθώ προς τα πάνω, όπως ένα
ποταμάκι που μουρμουρίζει.
Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα
στους γαλάζιους διαδρόμους
συναντήσω αγγέλους, θα τους
μιλήσω Ελληνικά, επειδή
δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε
Μεταξύ τους με μουσική.» [8]
Ο γνωστός Γάλλος συγγραφεύς Ζακ Λακαρριέρ επίσης μας περιγράφει την κάτωθι εμπειρία από το ταξίδι του στην Ελλάδα «Άκουγα αυτούς τους ανθρώπους να συζητούν σε μια γλώσσα που ήταν για μένα αρμονική αλλά και ακατάληπτα μουσική. Αυτό το ταξίδι προς την πατρίδα – μητέρα των εννοιών μας – μου απεκάλυπτε έναν άγνωστο πρόγονο, που μιλούσε μια γλώσσα τόσο μακρινή στο παρελθόν, μα οικεία και μόνο από τους ήχους της. Αισθάνθηκα να τα έχω χαμένα, όπως αν μου είχαν πεί ένα βράδυ ότι ο αληθινός μου πατέρας ή η αληθινή μου μάνα δεν ήσαν αυτοί που με είχαν αναστήσει.» [4]
Ο διάσημος Έλληνας και διεθνούς φήμης μουσικός Ιάνης Ξενάκης είχε πολλές φορές τονίσει ότι η μουσικότητα της Ελληνικής είναι εφάμιλλη της συμπαντικής. Αλλά και ο Γίββων μίλησε για μουσικότατη και γονιμότατη γλώσσα, που δίνει κορμί στις φιλοσοφικές αφαιρέσεις και ψυχή στα αντικείμενα των αισθήσεων. [10] Ας μην ξεχνάμε ότι οι Αρχαίοι Έλληνες δεν χρησιμοποιούσαν ξεχωριστά σύμβολα για νότες, χρησιμοποιούσαν τα ίδια τα γράμματα του αλφαβήτου.
«Οι τόνοι της Ελληνικής γλώσσας είναι μουσικά σημεία που μαζί με τους κανόνες προφυλάττουν απο την παραφωνία μια γλώσσα κατ’εξοχήν μουσική, όπως κάνει η αντίστιξη που διδάσκεται στα ωδεία, ή οι διέσεις και υφέσεις που διορθώνουν τις κακόηχες συγχορδίες» όπως σημειώνει η φιλόλογος και συγγραφεύς Α. Τζιροπούλου Ευσταθίου. [7]
Είναι γνωστό εξ’άλλου πως όταν οι Ρωμαίοι πολίτες πρωτάκουσαν στην Ρώμη Έλληνες ρήτορες, συνέρρεαν να αποθαυμάσουν, ακόμη και όσοι δεν γνώριζαν Ελληνικά, τους ανθρώπους που «ελάλουν ώς αηδόνες» [8]. Δυστυχώς κάπου στην πορεία της Ελληνικής φυλής, η μουσικότητα αυτή (την οποία οι Ιταλοί κατάφεραν και κράτησαν) χάθηκε, προφανώς στα μαύρα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Να τονίσουμε εδώ ότι οι άνθρωποι της επαρχίας του οποίους συχνά κοροϊδεύουμε για την προφορά τους, είναι πιο κοντά στην Αρχαιοελληνική προφορά από ότι εμείς οι άνθρωποι της πόλεως.
Η Ελληνική γλώσσα επεβλήθη αβίαστα (στους Λατίνους) και χάρη στην μουσικότητά της. Όπως γράφει και ο Ρωμαίος Οράτιος «Η Ελληνική φυλή γεννήθηκε ευνοημένη με μία γλώσσα εύηχη, γεμάτη μουσικότητα». Και δεν είναι τυχαίο που απομνημονεύουμε ευκολότερα ένα ποίημα παρά μια σελίδα πεζογραφήματος. [8] Και όπως ακριβώς έλεγαν και οι ίδιοι οι Ρωμαίοι, η Ελληνική γλώσσα θα παραμένει «η ευπρεπεστάτη των γλωσσών και η γλυκυτέρα είς μουσικότητα». [16]
Άλλος ξένος καθηγητής, ο Στέφεν Ντόιτς, διαπιστώνει έκθαμβος ότι μέσα από τους στίχους του Ομήρου αναδύεται μουσική «Είναι τόσο έντεχνα συντεθειμένοι, ώστε απολαμβάνοντας την ανάγνωση απολαμβάνεις και την μουσική.». Και ο Ζάκ Μπουσάρ, Καναδός καθηγητής γράφει ότι «Η απαγγελία σέβεται τα μακρά και τα βραχέα φωνήεντα, δηλαδή το καλούπι του εξαμέτρου», και αναλύει «πως η ψιλή και η δασεία, η περισπωμένη και η οξεία, η μακρόχρονη λήγουσα και τα βραχύχρονα φωνήεντα... γίνονται νότες.». [7]