Η αρχή του 20ου αιώνα, σημαδεύτηκε από δύο στρατιωτικά κινήματα, τά οποία έμελλαν νά σφραγίσουν τή μοίρα εκατομμυρίων ανθρώπων στήν Ελλάδα καί στήν Τουρκία.
Τό ένα κίνημα, τό κίνημα των Νεότουρκων του Κομιτάτου «Ενωση και Προόδος», έγινε τό 1908 καί στόχο είχε τήν κατάργηση του θεοκρατικού καθεστώτος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας καί τήν αντικατάστασή του μέ ένα καθεστώς, ευρωπαϊκού τύπου. Τό κίνημα αυτό ξεκίνησε μέ τούς καλύτερους οιωνούς γιά τίς μειονότητες της Τουρκίας, αφού δεσμευόταν γιά ίσα δικαιώματα όλων των πολιτών ανεξαρτήτου θρησκείας καί υπόσχοταν φιλελεύθερη πολιτική. Οταν όμως οι Νεότουρκοι κατέλαβαν τήν εξουσία, προέβησαν σέ μία απίστευτης βαρβαρότητας εξόντωση όλων των χριστιανών της τουρκικής επικράτειας, η οποία ξεκίνησε μέ τήν τριανδρία Εμβέρ - Τζεμάλ - Ταλαάτ καί κορυφώθηκε μέ τήν εμφάνιση του εθνικιστικού κινήματος του 1921 υπό τήν ηγεσία του Κεμάλ Ατατούρκ.
Οτι δέν κατάφεραν οι σουλτάνοι καί οι βεζύρηδες των θεοκρατικών καθεστώτων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας σέ 5 αιώνες, τό κατάφεραν οι ευρωπαϊστές - εκσυγχρονιστές Τούρκοι μέσα σέ 8 μόλις χρόνια (1914-1922), μέ τήν ανοχή καί τήν συνεργασία πολλές φορές των ευρωπαϊκών "πολιτισμένων" κρατών. Πέτυχαν τό βίαιο ξερίζωμα χιλιόχρονων πολιτισμών καί τήν γενοκτονία πανάρχαιων λαών όπως ήταν οι Αρμένιοι, οι Ασσύριοι καί οι Ελληνες.
Μία χαρακτηριστική περίπτωση ήταν η ολoκληρωτική καταστροφή της Φώκαιας (γενέτειρας της Μασσαλίας) την 14η Ιουνίου 1914 που καταγράφηκε από τον Γάλλο αρχαιολόγο Φελιξ Σαρτιώ, ο οποίος βρισκόμενος στην Φώκαια ενημέρωσε γιά τις σφαγές και τίς λεηλασίες, τή γαλλική κοινή γνώμη.
Τό Οικουμενικό Πατριαρχείο ανακήρυξε τήν εκκλησία εν διωγμώ τον Μάιο του 1914. Η κατάσταση χειροτέρευσε με την είσοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στά τέλη Οκτωβρίου 1914. Σε πολλές εκθέσεις και αναφορές πρεσβευτών ουδέτερων χωρών αναφέρεται ο ρόλος της Γερμανίας στην παρότρυνση της οθωμανικής κυβέρνησης να εφαρμόσει μαζική εθνοκάθαρση με όλα τα χαρακτηριστικά που σήμερα θεωρείται ότι συνιστούν «Εθνοκάθαρση ή Γενοκτονία».
Επιμένω στήν χρονολογία 1914, διότι οι τουρκόδουλοι της σημερινής εποχής επιμένουν ότι η είσοδος του ελληνικού στρατού στή Σμύρνη καί τά εγκλήματα των Ελλήνων στρατιωτών στά τουρκικά χωριά - πού σίγουρα έγιναν - ευθύνονται γιά τήν στάση των Τούρκων. Ξεχνούν νά αναφέρουν ότι οι Ελληνες στρατιώτες πάτησαν τή γή της Ιωνίας, πέντε χρόνια αργότερα....
Στήν αντίπερα όχθη του Αρχιπελάγους, στίς 15 Αυγούστου 1909, έγινε τό κίνημα στό Γουδή, όπου συμμετείχαν περίπου 2000 αξιωματικοί καί στρατιώτες.
Ανάμεσα στούς στασιαστές ήταν ο Θεόδωρος Πάγκαλος και ο λαοφιλής Σπύρος Σπυρομήλιος (ο Καπετάν Μπούας του Μακεδονικού Αγώνα). Απογοητευμένοι από τήν διαφθορά καί τήν ανικανότητα των πολιτικών, από τήν οικονομική δυσπραγία, τήν ήττα του 1897 καί τήν αδράνεια στό μακεδονικό καί στό κρητικό ζήτημα, Ελληνες αξιωματικοί του "Στρατιωτικού Συνδέσμου" μέ επικεφαλής τόν συνταγματάρχη Νικόλαο Ζορμπά εστασίασαν ζητώντας τήν παραίτηση της κυβέρνησης καί τήν επιβολή νέων μέτρων.
Η επανάσταση στό Γουδί, βρήκε ευρεία απήχηση στίς λαϊκές μάζες, ενώ η εφημερίδα "Ακρόπολις" έγραφε γιά: "Μίαν Ειρηνικήν Επανάστασιν, η οποία απήχει μέ τό εγερτήριον σάλπισμά της τάς ελπίδας δι' εν καλύτερον μέλλον, διά μίαν νέαν Ελλάδα, τήν εκμηδένισιν των παλαιών τζακιών, τήν αναδιοργάνωσιν της εθνικής οικονομίας, τήν καλυτέρευσιν της θέσεως των εργαζομένων..." Ακολουθούν τά κύρια σημεία της διακήρυξης του Στρατιωτικού Συνδέσμου:
«Προς την Α.Μ. τον βασιλέα, την Κυβέρνησιν και τον Ελληνικόν Λαόν:
Η πατρίς μας ευρίσκεται υπό δυσχερεστάτας περιστάσεις, το δε επίσημον Κράτος, υβρισθέν και ταπεινωθέν, αδυνατεί να κινηθή προς άμυναν των δικαίων του.
Aπας ο Ελληνισμός, βαρυαλγών δια την λυπηράν ταύτην κατάστασιν, εξεδήλωσεν ότι ποθεί διακαώς την λήψιν συντόνων μέτρων προς αποτροπήν παρομοίων κινδύνων εν τω μέλλοντι. Aλλως τε υπό ξένων ακόμη, επισήμων και μη, επανειλημμένως υπεδείχθη, ότι το Έθνος μας δεν θα υφίστατο τ' ατυχήματα και τους εξευτελισμούς ους μέχρι τούδε υπέστη, εάν είχομεν παρασκευασμένην προς άμυναν Στρατιωτικήν και Ναυτικήν Δύναμιν επαρκή.
Ο Σύνδεσμος των αξιωματικών του Εθνικού στρατού της Ξηράς και του Ναυτικού, εμφορούμενος υπό των αυτών συναισθημάτων και συναισθανόμενος, ως πάντες οι Έλληνες, το δεινόν των περιστάσεων και την προς άμυναν του πατρίου εδάφους και των δικαίων του Έθνους ανάγκην υπάρξεως αξιομάχου στρατού και στόλου, γιγνώσκων δε ότι υπό των εκάστοτε αρμοδίων ημελήθη ο πλήρης καταρτισμός αυτών, ουχί εκ κακής θελήσεως, αλλ' επί τη αδικαιολογήτω προφάσει της ανεπαρκείας των προσόδων του Κράτους, κατασπαταλωμένων εν τούτοις εική και ως έτυχε, προβαίνει εις την υποβολήν ιεράς παρακλήσεως προς τον Βασιλέα, τον - κατά τον θεμελιώδη Νόμον - Αρχηγόν των κατά ξηράν και Θάλασσαν στρατιωτικών δυνάμεων του κράτους, και προς την κυβέρνησίν Του, όπως ολοψύχως εποδοθώσιν εις την άμεσον και ταχείαν ανόρθωσιν των κακώς εν γένει εχόντων, ιδία δε των του Στρατού και Ναυτικού.
Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος δεν επιδιώκει την κατάργησιν της Δυναστείας ή την αντικατάστασιν του Βασιλέως, ούτινος το πρόσωπον είναι ιερόν δια τους αποτελούντας αυτόν, ουδ' επιθυμεί να εγκαθιδρύση την απολυταρχίαν, ή την στρατοκρατίαν, ή να θίξη καθ' οιονδήποτε τρόπο το Συνταγματικόν Πολίτευμα, διότι οι αποτελούντες αυτόν αξιωματικοί εισί και αυτοί πολίται Έλληνες και έχουσιν ορκισθή εις την τήρησιν του Συντάγματος.
Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ποθεί όπως η θρησκεία μας υψωθεί εις τόν εμπρέποντα ιερόν προορισμόν της, όπως η Διοίκησις της Χώρας καταστή χρηστή και έντιμος, όπως η Δικαιοσύνη απονέμηται ταχέως μετ' αμεροληψίας και ισότητος προς άπαντας εν γένει τους πολίτας αδιακρίτως τάξεως, όπως η Εκπαίδευσις του Λαού καταστή λυσιτελής δια τον πρακτικόν βίον και τας στρατιωτικάς ανάγκας της Χώρας, όπως η ζωή, η τιμή και η περιουσία των πολιτών εξασφαλισθώσιν, και τέλος όπως τα οικονομικά ανορθωθώσιν, λαμβανομένων των απαιτουμένων μέτρων προς λελογισμένην διαρρύθμισιν των εσόδων και εξόδων του Κράτους, ώστε αφ' ενός μεν ο σχεδόν πενόμενος Ελληνικός λαός ανακουφισθή εκ των επαχθών φόρων, ους ήδη καταβάλλει και οίτινες ασπλάχνως κατασπαταλώνται προς διατήρησιν πολυτελών και περιττών υπηρεσιών και υπαλλήλων, χάριν της απαισίας συναλλαγής, αφ' ετέρου δε καθορισθώσι θετικώς τα όρια εντός των οποίων δύναται ν' αυξηθώσιν αι δαπάναι δια την στρατιωτικήν της Χώρας παρασκευήν και δια την συντήρησιν του στρατού και του στόλου εν ειρήνη....»
άνοδος Βενιζέλου
Οι στρατιωτικοί πολύ ορθά δέν επιθυμούσαν νά αναλάβουν οι ίδιοι κυβερνητικό έργο, απλά έψαχναν μία κυβέρνηση η οποία θά έφερνε εις πέρας τό πρόγραμμα του Στρατιωτικού Συνδέσμου. Οι παλαιοί πολιτικοί Θεοτόκης καί Ράλλης είχαν παραιτηθεί καί ο Ζορμπάς κάλεσε έναν πολιτικό, ο οποίος είχε δείξει πυγμή καί αποφασιστικότητα στό κρητικό ζήτημα καί ο οποίος δέν ήταν άλλος από τόν Ελευθέριο Βενιζέλο.
Ο κρητικός πολιτικός έφθασε στήν Αθήνα στό τέλος του έτους καί απέρριψε τήν αίτηση νά ανακηρυχθεί δικτάτωρ ή νά αναλάβη τήν πρωθυπουργία. Στίς 10 Ιανουαρίου 1910 ανέλαβε πρωθυπουργός ο Στέφανος Δραγούμης, μέ υπουργό στρατιωτικών τό Νικόλαο Ζορμπά καί ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος διαλύθηκε. Τόν Αύγουστο του 1910 έγιναν βουλευτικές εκλογές μέ αντιπάλους πολιτικούς πού εξέφραζαν τά παλαιά κόμματα (Θεοτόκης, Ράλλης, Ζαΐμης) καί νέους πολιτικούς όπως ήταν ο Βενιζέλος. Μετά από τίς επαναληπτικές εκλογές γιά Αναθεωρητική Βουλή (12 Οκτωβρίου 1910), ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ηγέτης του κόμματος των Φιλελευθέρων, εξασφάλισε 307 από τίς 362 έδρες στή νέα Βουλή αναλαμβάνοντας έτσι γιά πρώτη φορά τήν πρωθυπουργία της χώρας. Αρχιζε μια νέα εποχή....
«Ερχομαι απλός σημαιοφόρος νέων πολιτικών ιδεών καί υπό τήν σημαίαν ταύτην καλώ πάντας εκείνους, οίτινες συμμερίζονται τάς ιδέας ταύτας, εμπνέονται από τόν ιερόν πόθον ν'αφιερώσωσι πάσας τάς δυνάμεις της ψυχής καί του σώματος, νά συντελέσωσιν εις τήν επιτυχίαν των ιδεών τούτων. Η ιθύνουσα τήν πολιτείαν μου κεντρική αρχή είναι ότι ο πολιτικός ανήρ οφείλει νά έχη γνώμονα πάσης αυτού πράξεως τό κοινόν συμφέρον καί εις τό συμφέρον τούτο νά υποτάσση άνευ ενδοιασμού τό συμφέρον του κόμματος εις ό ανήκει, ότι οφείλει νά έχη πάντοτε τό θάρρος των γνωμών αυτού, μηδέποτε διαψεύδων ταύτας διά νά γίνεται αρεστός πρός τά άνω ή πρός τά κάτω, ότι πρός τήν εξουσίαν πρέπει νά αποβλέπη ουχί ως σκοπόν, αλλ' ως μέσον πρός επιτυχίαν άλλου υψηλοτέρου σκοπού...»
Ο Βενιζέλος ως πρωθυπουργός εξασφάλισε μεγάλο γαλλικό δάνειο γιά τήν ανόρθωση των οικονομικών καί γιά τήν προμήθεια εξοπλισμών οδηγώντας τή χώρα σέ εσωτερική ανασυγκρότηση, περαιτέρω εκβιομηχάνιση καί πολιτική σταθερότητα.
Ρυθμίστηκαν θέματα πού αφορούσαν τά αγροτικά θέματα, τήν εργατική τάξη, τά δικαιώματα των γυναικών καί τήν αναδιοργάνωση του στρατού, ο οποίος είχε χάσει τό γόητρό του μετά τόν πόλεμο του 1897. Γάλλοι ανέλαβαν τήν εκπαίδευση του στρατού καί Βρετανοί ανέλαβαν τήν οργάνωση του στόλου. Τόν Μάρτιο του 1912, επανήλθε ως αρχηγός του στρατεύματος ο διάδοχος Κωνσταντίνος. Τό θωρηκτό "Γεώργιος Αβέρωφ" έφθασε στό Φάληρο τό Σεπτέμβριο του 1911 καί θά αποτελούσε τήν πιό σύγχρονη μονάδα του ελληνικού στόλου απέναντι στόν οθωμανικό στόλο. Στό εσωτερικό, εκτός των άλλων, υπήρχε τό πρόβλημα του γλωσσικού ζητήματος μέ τή διαμάχη γιά τήν καθιέρωση ως επίσημης γλώσσας της καθαρεύουσας ή της δημοτικής.
Περίφημη είναι η φράση του δημοτικιστή Λορέντζου Μαβίλη: «Δέν υπάρχει χυδαία γλώσσα. Υπάρχουν χυδαίοι άνθρωποι.»
Στό εξωτερικό, η Βουλγαρία είχε ανακηρυχθεί σέ ανεξάρτητο βασίλειο, η αυτόνομη Κρητική Πολιτεία είχε κηρύξει τήν ένωσή της μέ τήν Ελλάδα, ενώ οι χριστιανικοί πληθυσμοί της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, πού είχαν χαιρετίσει μέ ικανοποίηση τήν επανάσταση των Νεότουρκων, είδαν τίς ελπίδες νά διαψεύδονται οικτρά, καθώς άρχιζαν οι πρώτες διώξεις καί η κατάργηση των προνομίων τους από τό νέο καθεστώς. Οι μεγάλες αποικιακές δυνάμεις της Ευρώπης προσπαθούσαν νά επεκταθούν στίς ηπείρους της Αφρικής καί της Ασίας, η μία εις βάρος της άλλης καί ήταν έτοιμες νά κατασπαράξουν τό πτώμα του "Μεγάλου Ασθενούς", ο οποίος δέν ήταν άλλος από τήν Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Ιταλία πού δέν ήθελε νά μείνει αμέτοχη στήν αποικιοκρατική επέκταση εκήρυξε τόν πόλεμο στήν Υψηλή Πύλη καί στίς 5 Οκτωβρίου 1911 κατέλαβε τήν Τρίπολη της Λιβύης ενώ τόν επόμενο χρόνο θά κατελάμβανε τά Δωδεκάνησα. Οι Σάμιοι μέ ηγέτη τόν Θεμιστοκλή Σοφούλη, εξεγέρθησαν ζητώντας τήν ένωσι μέ τήν μητέρα Ελλάδα καί ακολούθησε αντίστοιχη εξέγερση καί στήν Ικαρία.
Οι νέες συνθήκες της εποχής οδήγησαν σέ προσέγγιση τίς όμορες πρός τήν αυτοκρατορία χώρες της Βουλγαρίας, της Σερβίας καί της Ελλάδος. Από τό φθινόπωρο του 1911 τα βαλκανικά αυτά κράτη επιδόθησαν σέ ένα μαραθώνιο μυστικών διαπραγματεύσεων, οι οποίες κατέληξαν σέ μία σειρά από διμερείς συνθήκες καί στρατιωτικές συμβάσεις. Στήν Αθήνα, πλήν του Βενιζέλου, του βασιλιά Γεωργίου Α', του υπουργού εξωτερικών Γρυπάρη καί του πρεσβευτή στή Σόφια Δημητρίου Πανά, ελάχιστοι γνώριζαν γιά τήν ύπαρξη μυστικών διαπραγματεύσεων. Η Ρωσία, μέ παραδοσιακούς συμμάχους τή Σερβία καί τή Βουλγαρία, προσπαθούσε νά κατέλθει νότια υφαρπάζοντας εδάφη της καταρρέουσας Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Εμπόδιο σταθερό, κάτι πού άλλωστε ισχύει καί σήμερα, θά έβρισκε τήν "Γηραιά Αλβιώνα", η οποία ουδόλως θά επέτρεπε τήν κάθοδο της Ρωσίας στή Μεσόγειο. Αυτός ήταν καί συνεχίζει νά είναι ο λόγος γιά τόν οποίο η Αγγλία υποστήριζε καί ενίσχυε τήν Τουρκία. Η πολιτική αυτή είναι σταθερή από παλαιότερα καί είναι γνωστή άλλωστε η φράση του Βρετανού Πρέσβη Σερ Λάιονς, σε ένα υπόμνημα του (1844):
«Μια ανεξάρτητη Ελλάδα είναι παραλογισμός. Η Ελλάδα θα είναι είτε ρωσική, είτε αγγλική. Κι αφού δεν πρέπει να είναι ρωσική, θα είναι αγγλική».
Ο Βενιζέλος θά ήταν αυτός πού θά δένονταν σταθερά μέ τό άρμα της Βρετανίας σέ ολόκληρη τήν πολιτική του καρριέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου