Σελίδες

Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010

Αμοργινά επώνυμα ενετικής αρχής

 Αμοργινά επώνυμα ενετικής αρχής
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Το κάστρο της Αμοργού» (τεύχος 26 - Φεβρουάριος 2006)
του Μιχάλη Ευστ. Σκανδαλίδη εκπαιδευτικού – συγγραφέα - ονοματολόγου
Το «Κάστρο της Αμοργού» είναι μια εφημερίδα με την οποία συνεργάζομαι, όχι μόνο επειδή αγαπώ το Αιγαίο και το νησί του απέραντου γαλάζιου, την Αμοργό, αλλά και γιατί ο εκδότης της, ο καλός φίλος Νίκος Νικητίδης, την έχει υψώσει σε περιοδική έκδοση με πολύπλευρη και ποικίλη επιστημονική θεματική που θα ζήλευε κάθε άλλο επαρχιακό έντυπο.

Ο κ. Νικητίδης π.χ. με το ερευνητικό του πάθος γύρω από τα ονοματικά και την ιστορία της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Αμοργού, τροφοδοτεί, προβληματίζει και ενεργοποιεί, πιστεύω, όσους ασχολούνται με την ονοματολογία και την ιστορία του Αιγαίου. Έτσι, οι αναφορές του σε Αμοργινά επώνυμα στα τεύχη 1, 4, 5, 6, 10 και 15 της εφημερίδας καταδεικνύουν ότι στην Αμοργό, όπως και σε άλλες Κυκλάδες (Σύρο, Τήνο, Σαντορίνη, κ.α.) παρατηρείται το φαινόμενο της ύπαρξης οικογενειακών ονομάτων, που έχουν βενετικές ή εν γένει δυτικοευρωπαϊκές ρίζες, που ανάγονται στον 13ο αιώνα (1207), τρία χρόνια από την άλωση της Πόλης από στρατεύματα της Δ’ Σταυροφορίας, όταν Βενετοί τυχοδιώκτες καταλαμβάνουν τις Κυκλάδες και ακολουθεί, στη συνέχεια, εποικισμός των νησιών από Δυτικούς και κυρίως Βενετούς.

Θα αναφερθώ σε Αμοργινά επώνυμα, που καταγράφονται από τον κ. Νίκο Νικητίδη, ενετικής προέλευσης, έχοντας υπόψη την πολύ σπουδαία εργασία της Χρυσ. Τσικριτσή-Κατσιανάκη «Κρητικά Επώνυμα Ενετικής προελεύσεως» (Αθήνα 1999), με την παρατήρηση, όπως επισημάνθηκε στο Δ’ ονοματολογικό συνέδριο της Τήνου (20-22 Οκτωβρίου 2005) ότι δεν είναι πάντοτε βέβαιο ότι οι φέροντες Κυκλαδίτες σήμερα λατινογενή επώνυμα, είτε ορθόδοξοι είτε ρωμαιοκαθολικοί, έλκουν πάντοτε την καταγωγή τους από τη Δύση και δη από την Ιταλία, δεδομένου ότι δεν πρέπει να αποκλεισθούν και λατινικές επιδράσεις ως προς τις τοπικές πρακτικές ονοματοδοσίας, ειδικά δε στην περίπτωση της Αμοργού πιθανοί μεικτοί γάμοι, μετεγκαταστάσεις οικογενειών, κ.α.π.:

Βασσάλος. Ενετικό οικογενειακό όνομα Vassalo, μαρτυρημένο ήδη από τον 14ο αιώνα, από κάποιο φεουδάρχη Marcus Vassalo feudatore (1374), αλλά και βαφτιστικό που χαρακτηρίζει κοινωνική κατάσταση { vassalo «υποτελής, υπάκουος». Ο Ζερλέντης υποθέτει ότι ήτο και δηλωτικό κάποιου αξιώματος.

Βενετζάνος. Εθνικό, αλλά πιθανόν και από βαφτιστικό, πβ, το ιταλικό Veneziano. Στην Κρήη το συναντούμε από τον 14ο αιώνα με διάφορα γραφές: Venetiano, Venetsianus, Veneciano, Venecian, Veneziensis, Venezzan.

Βενιέρης. Το επώνυμο ξεκινά από την γνωστή παλιά οικογένεια πατρικίων της Βενετίας, των Venier, Venerius (912), veneri από βαφτιστικό Venerio, Venere, Venero και Venerando { Venerius.

Βλαβιανός. Το επώνυμο Flabiano απαντάται από το 960 στη Βενετία, όπου και σήμερα Flavio, Flaviani, πιθανόν από το flavius «ξανθό».

Γρίσπος. { Crispo. Η οικογένεια των Crispi θεωρείται βενετική ή καταγόμενη από την Βερόνα. Γνωστός στις Κυκλάδες, στα μέσα του 15ου αιώνα ο δούκας ου Αιγαίου στη Νάξο Johannis Crispi και ο ηγεμόνας Ίου και Θηρασίας (Nij et Terasie domini) Jacopi Crispi.

Δακορόνιας. Αλλού Δακορώνιας { Da Corognia.

Δανασής. { βενετικό Nasso, da Nasso, πιθανόν από Νάσος ( { Αθανάσιος), ή από τοπωνύμιο Nasso, πβ. στην Κρήτη τα Δανασής, Δανασάκης, παλαιότερα τα Ντενασής (1560), Ντανασσής (1715).

Δεναζάς, Δεναξάς, { de Naxia «Ναξιώτης».

Κλοζάκης. Η κατάληξη –άκης πιθανολογεί μετοικεσία από Κρήτη του βενετικής αρχής Κλόζας, -άκης, πατριδωνυμικό με αρχή σχηματισμού την πόλη Chioggia — Chiozza, που οι Βενετοί ονόμαζαν Clugia — Cluca — Cloza, όπως μας πληροφορεί η Χρ. Τσικριτσή-Κατσιανάκη. Πβ. Τα κρητικά Κλωντζάκης, Κλώντζας.

Λιζάρδος. Από το βαφτιστικό βενετικό Rizzardo, και βενετικό επώνυμο Ricciardo και Licciardo με τροπή ρ}λ. Πβ. Το αγγλικό όνομα Richard { ric «πλούσιος» + hard «γενναίος». Αλλού Λιζιάρδος.

Μάτσας. Από βενετικό επώνυμο Mazza, ιταλ. Mazza, Mazzeti, Mazzini { ρ. (am)mazzare, πβ. Τα σύνθετα Mazzamano, Mazzaconi. Στην Κρήτη Ματζαπετάκης, Ματσαμάνος, στην Κω Ματζάκος, στη Ρόδο Ματσαφάς, στην Κάρπαθο Ματσάκης.

Πετζετάκης. Νομίζω ότι βάση σχηματισμού είναι το μεσαιωνικό pettia κελτικής αρχής } ιταλ. pezza «κομμάτι υφάσματος» } pezzetta υποκοριστικό. Η Χρ. Τσικριτσή-Κατσιανάκη νομίζει από το Petazo-Pezo και πιθανότερο από το Μπέττος — Μπέτσος.

Ρόκος. { επώνυμο βενετικό Rocco, αλλά και βαφτιστικό. Στα Χανιά αναφέρεται σε επιγραφή που σώζεται, ναός San Roco.

Ρούσσος. { επώνυμο Russo «ξανθοκόκκινος, κοκκινωπός», και βαφτιστικό.

Σιγάλας. { Cicala.

Σκαρλάτος. { βενετικό scarlato «πορφυρός, κόκκινος», πβ. επώνυμο βενετικό Scarlata, ιταλικό Scarliati, στα Χανιά Σκαρλάτης.

Τορνέας. Τορνέζι, τορνέσι «χάλκινο βενετικό νόμισμα μικρής αξίας» αλλά και «αργυρό νόμισμα του πριγκιπάτου της Αχαΐας» που κόπηκε στη γαλλική πόλη Tours, από όπου και το όνομα: tourneis παλ. Γαλλικά, tornese ιταλ. Πβ. Στην Κρήτη Τορνεσάκης, Τορνεζάκης.
Φωστιέρης. Πιθανόν από forestiere «ξένος, αλλοδαπός», πβ. τα βενετικά επώνυμα Fostieri, Forestan.
Ο Μιχάλης Ε. Σκανδαλίδης γεννήθηκε στη Νίσυρο το 1935. Υπηρέτησε ως δάσκαλος και διευθυντής στα Πρότυπα Δημοτικά Σχολεία της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ρόδου (1966-1986) και Διευθυντής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Δωδεκανήσου (1986-1990). Είναι Γραμματέας της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών Δωδεκανήσου, αντεπιστέλλον μέλος του φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός», μέλος της Ελληνικής Ονοματολογικής Εταιρείας, της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας και της Δωδεκανησιακής Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας.
http://amorgosonoma.blogspot.com/search/label/%CE%A4%CE%BF%CF%80%CF%89%CE%BD%CF%8D%CE%BC%CE%B9%CE%B1

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου