Σελίδες

Κυριακή 13 Μαρτίου 2011

Ο αθάνατος Ευαγόρας Παλληκαρίδης


Ευαγόρας Παλληκαρίδης

1957.—Στην Κύπρο, εκτελείται δια απαγχονισμού από τους άγγλους ο μαθητής Γυμνασίου Ευαγόρας Παλλικαρίδης.

Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης γεννήθηκε στην Τσάδα της Πάφου, στις 28 Φεβρουαρίου 1938. Ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας του Μιλτιάδη ενώ δεύτερος ξάδελφός του ήταν ο άλλος ήρωας, ο Στέλιος Μαυρομμάτης.

Στις 18 Δεκεμβρίου 1956 μαζί με άλλους 2 συναγωνιστές του μετέφεραν όπλα και τρόφιμα από την Λυσό. Ξαφνικά βρέθηκαν αντιμέτωποι με αγγλική περίπολο. Οι 2 συναγωνιστές του Ευαγόρα κατάφεραν να διαφύγουν αλλά ο ίδιος συνελήφθη. Κατηγορήθηκε για κατοχή και διακίνηση οπλισμού και μεταφέρθηκε στη Λευκωσία και η δίκη ορίστικε για τις 15 Μαρτίου. Στη δίκη του ο Παλλικαρίδης δεν άφησε περιθώρια στους δικηγόρους του να τον υπερασπιστούν, αφού παρά τις αντιρρήσεις τους παραδέχθηκε την ενοχή του με τον εξής αξιοθαύμαστο τρόπο. «Γνωρίζω ότι θα με κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο.»

Στο τελευταίο του γράμμα δήλωσε: «Θ΄ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί.»

Απαγχονίστηκε μεσάνυχτα 13 προς 14 Μαρτίου 1957. Ήταν ο νεαρότερος αλλά και ο τελευταίος αγωνιστής που απαγχονίστηκε από τους Άγγλους.

Ο τάφος του βρίσκεται στα Φυλακισμένα Μνήματα στη Λευκωσία.

Τα Φυλακισμένα Μνήματα


Ήταν 18 ετών. Είναι αθάνατος.

ΛΕΥΤΕΡΙΑ

Θα πάρω μιαν ανηφοριά,
Θα πάρω μονοπάτια,
Να βρώ τα σκαλοπάτια
Που παν στη Λευτεριά.

Θ’ αφήσω αδέρφια, συγγενείς,
τη ΜΑΝΑ, τον ΠΑΤΕΡΑ,
μεσ’ στα λαγκάδια πέρα,
και τις βουνοπλαγιές.

Ψάχνοντας για τη λευτεριά,
θα ‘χω παρέα ΜΟΝΗ,
κατάλευκο το χιόνι,
βουνά και ρεματιές.

Τώρα κι’ άν είναι χειμωνιά,
θαρθεί το καλοκαίρι,
τη Λευτεριά να φέρει,
σε πόλεις και χωριά.

Μα δεν μπορώ να καρτερώ.

Θα πάρω μιαν ανηφοριά,
Θα πάρω μονοπάτια,
Να βρώ τα σκαλοπάτια
Που παν στη Λευτεριά.

Τα σκαλοπάτια θ’ ανεβώ,
θα μπω σ’ ένα παλάτι,
το ξέρω – θαν’ απάτη,
δε θάναι αληθινό.

Μεσ’ στο παλάτι θα γυρνώ
ώσπου να βρω τον θρόνο
βασίλισσα μια μόνο
θα κάθεται σ’ αυτόν.

Κόρη πανώρια, θα της πω,
άνοιξε τα φτερά σου
και πάρε με κοντά σου,
Μονάχ’ αυτό ζητώ.

http://eistorias.wordpress.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου