Πολλοί από τους δικούς μας που αναρωτιούνται ακόμα κατά πόσο η έννοια της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μας επιτρέπει να βγούμε από το αδιέξοδο παλαιότερων διακρατικών διαπραγματεύσεων, έχουν την εντύπωση ότι η Τουρκία μπορεί να προκηρύξει ένα νέο Casus belli που να αφορά στην ΑΟΖ. Δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι οι τρεις διακρατικές συμφωνίες της Κύπρου με το Λίβανο, την Αίγυπτο και το Ισραήλ ανέδειξαν το ορθολογικό υπόβαθρο του προβληματισμού τους. Δεν έχουν αντιληφθεί ότι η ελληνο-αλβανική συμφωνία είναι θέμα χρόνου να υλοποιηθεί και ότι ο χρόνος είναι μαζί μας, πράγμα το οποίο αποδεικνύει de facto ότι η πρόθεση για Casus belli δεν έχει νόημα εκ μέρους της Τουρκίας. Ας αναλύσουμε όμως αυτό το θέμα δομικά.
Μετά τη θέσπιση της ΑΟΖ η Ελλάδα μπορεί να υπογράψει διακρατικές συμφωνίες με την Αλβανία, την Ιταλία τη Λιβύη, την Κύπρο, την Αίγυπτο και την Τουρκία. Η ανάλυση μέσω θεωρίας παιγνίων οδηγεί στο στρατηγικό συμπέρασμα ότι η διαπραγμάτευση με την Τουρκία πρέπει να είναι η τελευταία. Για όλες τις προηγούμενες η Τουρκία δεν συμμετέχει και κατά συνέπεια είναι το τρίτο μέρος. Σε αυτές έχουμε δύο κατηγορίες.
Η πρώτη είναι αυτή όπου η Τουρκία δεν έχει καμιά ανάμειξη όσον αφορά στα διαγράμματα Voronoi. Σε αυτή την κατηγορία, ένα Casus belli της Τουρκίας δεν θα είχε de facto νόημα. Στη δεύτερη κατηγορία, η Τουρκία θα πρέπει να πείσει και το δεύτερο κράτος για να αποδεχθεί το αίτημά της, κατά συνέπεια το Casus belli θα ήταν στην ουσία διπλό, πράγμα το οποίο είναι επικίνδυνο. Σε αυτές τις δύο κατηγορίες αναδεικνύεται η ιδέα ότι το τρίτο μέρος δυσκολεύεται να αναμειχθεί σε μια διακρατική σχέση μεταξύ δύο κρατών. Αυτό είναι το παράδειγμα της Κύπρου.
Το δομικό πρόβλημα είναι ότι το θέμα της ΑΟΖ δεν είναι μια μονομερής απόφαση μόλις υπάρχουν επικαλύψεις. Τώρα όσον αφορά την περίπτωση της Ελλάδας με την Τουρκία, το Casus belli δεν αποτελεί μοχλό πίεσης, αφού επαρκεί στην Τουρκία να μην υπογράψει τη διακρατική συμφωνία. Αποδείξαμε λοιπόν εξετάζοντας εξαντλητικά όλες τις περιπτώσεις, ότι το Casus belli στην περίπτωση της ΑΟΖ δεν θα ήταν αποτελεσματικό. Δεν υπάρχει λοιπόν αναλογία με το Casus belli που αφορά στα 12 Ν.Μ. Η διαφορά που κάνει τη διαφορά είναι απλή και είναι η εξής: η επέκταση στα 12 Ν.Μ. είναι μια μονόπλευρη απόφαση. Έτσι το Casus belli μπορεί με την ύπαρξή του να ακυρώσει αυτή την απόφαση, ακόμα και αν έχουμε υπογράψει τη Συνθήκη του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας. Δεν πρέπει λοιπόν να κάνουμε λανθασμένες αναλογίες, οι οποίες ευνουχίζουν τη σκέψη μας. Τελικά η ΑΟΖ δεν έχει τα ίδια δομικά προβλήματα που έχουν τα χωρικά ύδατα ακόμα κι αν μοιάζουν φαινομενικά. Έτσι η ΑΟΖ αποφεύγει τα προβλήματα του παρελθόντος και επιτρέπει την ύπαρξη ενός δυναμικού πλαισίου το οποίο είναι εφικτό να μετατραπεί σε συμμαχικό πεδίο δράσης. Δεν υπάρχει λόγος να έχουμε φοβίες για ένα θέμα που έχει δείξει σε πολλές περιπτώσεις ανά τον κόσμο την αφοπλιστική του αποτελεσματικότητα ακόμα και με παραδοσιακά δύσκολους παίκτες.
Μετά τη θέσπιση της ΑΟΖ η Ελλάδα μπορεί να υπογράψει διακρατικές συμφωνίες με την Αλβανία, την Ιταλία τη Λιβύη, την Κύπρο, την Αίγυπτο και την Τουρκία. Η ανάλυση μέσω θεωρίας παιγνίων οδηγεί στο στρατηγικό συμπέρασμα ότι η διαπραγμάτευση με την Τουρκία πρέπει να είναι η τελευταία. Για όλες τις προηγούμενες η Τουρκία δεν συμμετέχει και κατά συνέπεια είναι το τρίτο μέρος. Σε αυτές έχουμε δύο κατηγορίες.
Η πρώτη είναι αυτή όπου η Τουρκία δεν έχει καμιά ανάμειξη όσον αφορά στα διαγράμματα Voronoi. Σε αυτή την κατηγορία, ένα Casus belli της Τουρκίας δεν θα είχε de facto νόημα. Στη δεύτερη κατηγορία, η Τουρκία θα πρέπει να πείσει και το δεύτερο κράτος για να αποδεχθεί το αίτημά της, κατά συνέπεια το Casus belli θα ήταν στην ουσία διπλό, πράγμα το οποίο είναι επικίνδυνο. Σε αυτές τις δύο κατηγορίες αναδεικνύεται η ιδέα ότι το τρίτο μέρος δυσκολεύεται να αναμειχθεί σε μια διακρατική σχέση μεταξύ δύο κρατών. Αυτό είναι το παράδειγμα της Κύπρου.
Το δομικό πρόβλημα είναι ότι το θέμα της ΑΟΖ δεν είναι μια μονομερής απόφαση μόλις υπάρχουν επικαλύψεις. Τώρα όσον αφορά την περίπτωση της Ελλάδας με την Τουρκία, το Casus belli δεν αποτελεί μοχλό πίεσης, αφού επαρκεί στην Τουρκία να μην υπογράψει τη διακρατική συμφωνία. Αποδείξαμε λοιπόν εξετάζοντας εξαντλητικά όλες τις περιπτώσεις, ότι το Casus belli στην περίπτωση της ΑΟΖ δεν θα ήταν αποτελεσματικό. Δεν υπάρχει λοιπόν αναλογία με το Casus belli που αφορά στα 12 Ν.Μ. Η διαφορά που κάνει τη διαφορά είναι απλή και είναι η εξής: η επέκταση στα 12 Ν.Μ. είναι μια μονόπλευρη απόφαση. Έτσι το Casus belli μπορεί με την ύπαρξή του να ακυρώσει αυτή την απόφαση, ακόμα και αν έχουμε υπογράψει τη Συνθήκη του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας. Δεν πρέπει λοιπόν να κάνουμε λανθασμένες αναλογίες, οι οποίες ευνουχίζουν τη σκέψη μας. Τελικά η ΑΟΖ δεν έχει τα ίδια δομικά προβλήματα που έχουν τα χωρικά ύδατα ακόμα κι αν μοιάζουν φαινομενικά. Έτσι η ΑΟΖ αποφεύγει τα προβλήματα του παρελθόντος και επιτρέπει την ύπαρξη ενός δυναμικού πλαισίου το οποίο είναι εφικτό να μετατραπεί σε συμμαχικό πεδίο δράσης. Δεν υπάρχει λόγος να έχουμε φοβίες για ένα θέμα που έχει δείξει σε πολλές περιπτώσεις ανά τον κόσμο την αφοπλιστική του αποτελεσματικότητα ακόμα και με παραδοσιακά δύσκολους παίκτες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου