Σελίδες

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ


Στο σπουδαίο αυτό βιβλίο ο Κ. Καστοριάδης προσπαθεί να συλλάβει αυτό, που διακρίνει και διαφοροποιεί την αρχαιοελληνική δημιουργία από οποιαδήποτε άλλη μορφή ανθρώπινου πολιτισμού, δηλαδή να αναδείξει τι συνιστά την ελληνική ιδιαιτερότητα.

Προς τον σκοπό αυτό ανατρέχει στις πηγές τού ελληνικού πολιτισμού, στα ομηρικά και ησιόδεια έπη, καθώς επίσης στα καταγωγικά κείμενα τού φιλοσοφικού στοχασμού, στούς προσωκρατικούς στοχαστές, Αναξίμανδρο, Ξενοφάνη, Ηράκλειτο και Δημόκριτο.

Η ανάλυσή του αναδεικνύει μια άλλη αντίληψη και πρόταση, που κομίζει ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός: ενώ η κυρίαρχη ερμηνεία (λ.χ. Heidegger, Κ. Παπαϊωάννου) υποστηρίζει, ότι ο αρχαιοελληνικός κόσμος διέπεται από το μέτρο και την αρμονία, από την «αποκάλυψη» τής αλήθειας και τού όντος, ο Κ. Καστοριάδης θεωρεί, ότι ο κόσμος αυτός χαρακτηρίζεται από το μη-νόημα και το μη-ον, ότι δεν έχει ένα προκαθορισμένο νόημα δοσμένο από κάποιο εξωκοινωνικό και εξωανθρώπινο, φυσικό ή υπερβατικό ον. Αυτό σημαίνει, ότι δεν υπάρχει αρμονία, αντιστοιχία ανάμεσα στη σκέψη και στις πράξεις ούτε ανάμεσα στις ανθρώπινες επιθυμίες και το είναι. Δεν υπάρχει αντιστοιχία και αρμονία ανάμεσα στον ανθρώπινο βίο και τον κόσμο των θεών.

Για τούς έλληνες δεν υπάρχει αθανασία τής ψυχής, δεν υπάρχει ένας άλλος μετά θάνατον βίος ανώτερος και οντολογικώς καλύτερος. Ο άνθρωπος είναι θνητός και η λέξη θνητός σημαίνει άνθρωπος. Οι μόνοι αθάνατοι είναι οι θεοί, οι οποίοι, όμως, δεν είναι αιώνιοι ούτε παντοδύναμοι. Ούτε δημιούργησαν τον κόσμο και τον άνθρωπο και συνεπώς δεν ενδιαφέρονται γι΄ αυτόν, δεν είναι υπεύθυνοι γι΄ αυτόν, δεν τού παρέχουν πρότυπα, εντολές, νόημα για τη ζωή του. Δεν είναι πρότυπα ηθικής, αντιθέτως η συμπεριφορά τους είναι μη ηθική. Οι αντιλήψεις αυτές διαφαίνονται ήδη στα μεγάλα ποιητικά κείμενα τού Ομήρου και τού Ησιόδου, τα οποία περιέχουν και τούς μύθους τής αρχαιοελληνικής θρησκείας.

Στον Ησίοδο, λ.χ. στον μύθο τής Πανδώρας, η ελπίς, που μένει στο κουτί, συμβολίζει την πίστη, ότι δεν υπάρχει ελπίδα για το ανθρώπινο γένος. Η ελπίδα εδώ δεν εννοείται υπό την τετριμμένη καθημερινή έννοια, αλλά υπό την οντολογική ή μεταφυσική έννοια, δηλαδή δεν υπάρχει ελπίδα, λύτρωση και ανταμοιβή για τον άνθρωπο από κάποια υπερβατική οντότητα σε κάποια άλλη ζωή.

Επίσης στην ησιόδεια Θεογονία, ο κόσμος αναδύεται από το χάος (από το ρήμα χαίνω, που σημαίνει το κενό), από την άβυσσο, από το ακαθόριστο, από το μη-ον. Χάος είναι η απουσία τάξεως, η απουσία θετικής αντιστοιχίας ανάμεσα από τη μια στις ανθρώπινες προθέσεις - πράξεις και από την άλλη στα αποτελέσματά τους. Το είναι είναι χάος, μη-νόημα, πράγμα, που επιβεβαιώνει και ο Αναξίμανδρος: αρχήν και στοιχείον των όντων... το άπειρον. Το άπειρον εννοείται εδώ, όχι με τη μαθηματική, ποσοτική έννοια αλλά ως το απροσδιόριστο, το μη καθορίσιμο. Ετσι κατά τον Κ. Καστοριάδη οι ελληνικοί μύθοι αποκαλύπτουν μια σημασία τού κόσμου ως μη-νοήματος, την οποία παραλαμβάνουν για λογαριασμό τους οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι.

Ακριβώς, αυτή η πρωταρχική φαντασιακή σύλληψη τού κόσμου ως μη-νοήματος και η απουσία υπερβατικής πηγής τής σημασίας, τού νόμου ή τού κανόνα είναι, που ελευθερώνουν τους έλληνες και τους επιτρέπουν να αποκτήσουν αυτοσυνείδηση, να συγκροτήσουν το δικό τους νόημα, τον δικό τους κόσμο, να δημιουργήσουν θεσμούς και γραπτούς νόμους, να δημιουργήσουν την πολιτική, τη δημοκρατία και τη φιλοσοφία - για πρώτη φορά στην ιστορία. Οι φαντασιακές αυτές δημιουργίες οφείλονται κυρίως στην αμφισβήτηση των κληρονομημένων αντιλήψεων και των υπαρχόντων θεσμών, δηλαδή στην αμφισβήτηση ταυτοχρόνως και στον χώρο τής σκέψεως και στον χώρο τής πράξεως. Η πρώτη δίνει τη φιλοσοφία, η δεύτερη την πολιτική και τη δημοκρατία.

Η αμφισβήτηση στον χώρο τής σκέψεως φαίνεται ήδη στούς πρώτους προσωκρατικούς, Θαλή, Αναξίμανδρο, Ξενοφάνη και συνεχίζεται με τον Ηράκλειτο (στον οποίο ο Κ. Καστοριάδης αφιερώνει μια εξαίρετη ανάλυση) και τούς άλλους φιλοσόφους. Η αμφισβήτηση στον χώρο τής πράξεως συγκροτεί το φαινόμενο των πόλεων, που χαρακτηρίζονται από την απαίτηση δικαιοσύνης και την επίτευξη γραπτών νόμων. Ειδικώς στην Αθήνα έχουμε ένα κοινωνικο-πολιτικό κίνημα, που οδηγεί κατ΄ αρχάς στη νομοθεσία τού Δράκοντα τον 7ο αιώνα, εν συνεχεία στις μεταρρυθμίσεις τού Σόλωνα στις αρχές τού 6ου αιώνα και τέλος στην εγκαθίδρυση τής δημοκρατίας με τις μεταρρυθμίσεις τού Κλεισθένη στο τέλος τού 6ου αιώνα.

Η αμφισβήτηση αυτή είναι ανύπαρκτη στούς άλλους λαούς (Ιουδαίους, Αιγυπτίους, Βαβυλωνίους, Κινέζους κ.λπ), οι οποίοι αποδέχονται την κληρονομημένη σκέψη και την δεδομένη θέσμιση τής κοινωνίας. Εδώ βρίσκεται η ελληνική ιδιαιτερότητα, αυτό, που συγκροτεί και διαφοροποιεί τον ελληνικό πολιτισμό από όλους τους άλλους. Η διαφοροποίηση αυτή γίνεται καλύτερα κατανοητή άν έχουμε υπ’όψιν τη βασική οντολογία τού Κ. Καστοριάδη. Αυτή έχει ως κεντρικό άξονα την ιδέα, ότι η συγκρότηση τής κοινωνίας, κάθε κοινωνίας είναι θέσμιση των κοινωνικών σημασιών της, είναι θέσμιση ενός μάγματος φαντασιακών σημασιών, που ενσαρκώνονται σε δημιουργίες και θεσμούς. Αυτοί οι θεσμοί και αυτές οι σημασίες, είναι που διαφοροποιούν τις κοινωνίες. Η ελληνική κοινωνία συγκροτήθηκε από τις φαντασιακές σημασίες τού μη-νοήματος, από την αμφισβήτηση τής κληρονομημένης παράστασης και θέσμισης τής κοινωνίας, από τη δημιουργία τής φιλοσοφίας, τής πολιτικής και τής δημοκρατίας, από τις φαντασιακές σημασίες τής ελευθερίας, τής ισότητας, τής δικαιοσύνης, τής αυτονομίας, για πρώτη φορά στην ιστορία.

Συνεπώς, η ελληνική ιδιαιτερότητα δεν ανευρίσκεται σε άλλες ιστορικές περιόδους, δυστυχώς έσβησε με τον ενταφιασμό τής δημοκρατίας από τις φάλαγγες τής μακεδονικής μοναρχίας. Ως εκ τούτου δεν υπάρχει κανενός είδους συνέχεια από την κλασική εποχή στην ελληνιστική ή στη ρωμαϊκή και βυζαντινή, αλλά ρήξη, ρήγμα και τομή.

Το εξαίρετο αυτό βιβλίο τού Κ. Καστοριάδη συνιστάται ιδιαιτέρως και επειγόντως σε μια κατηγορία νεοελλήνων, οι οποίοι συγχέουν (συνειδητώς ή ανεπιγνώστως) τη φιλοσοφία με τη θεολογία, τούς φιλοσόφους με τούς πατέρες τής εκκλησίας, την αρχαιοελληνική ελευθερία και δημοκρατία με το ανελεύθερο θεοκρατικό χριστιανικό Βυζάντιο, διακηρύσσουν δε, ότι το τελευταίο είναι η συνέχεια τού αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Ομως, οι δύο αντιλήψεις και πρακτικές είναι εκ διαμέτρου αντίθετες, αντιφατικές και εχθρικές. (Γιώργος Ν. Οικονόμου, δρ. Φιλοσοφίας, oikonomouyorgos.blogspot.com. O δρ Οικονόμου σπούδασε Μαθηματικά, Μουσική και Φιλοσοφία। Παρακολούθησε στο Παρίσι τα μεταπτυχιακά σεμινάρια των Κ. Καστοριάδη, J. Derrida, A. Touraine, P. Bourdieu, J. Bouveresse. Έχει Master Φιλοσοφίας τού Πανεπιστημίου τής Σορβόννης και είναι Διδάκτωρ Φιλοσοφίας τού Πανεπιστημίου Κρήτης).
ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου