Του Νίκου Λυγερού
Με τη χρήση της
βαρύτητας για τον διαχωρισμό του χρυσού από τα ορυκτά στα οποία είναι
αναμεμειγμένος, λόγω της πυκνότητας του (19,3), μπορεί να γίνει μια
μηχανική εξόρυξη. Το πρόβλημα είναι ότι είναι αποδοτική μόνο και μόνο
όταν η ποσότητα χρυσού είναι αρκετά μεγάλη. Έτσι η εξέλιξη του τομέα
προσανατολίζεται προς την αμαλγάμωση. Αρχικά αυτή η διαδικασία που
χρησιμοποιεί την ιδιότητα του υδράργυρου λειτουργεί για την εκμετάλλευση
του αργυρού και στη συνέχεια του χρυσού ειδικά στα προσχωματικά
κοιτάσματα. Το πρόβλημα με αυτή τη μεθοδολογία είναι ότι μόνο το 60% του
χρυσού μπορεί να επανέλθει για χρήση. Επιπλέον ο υδράργυρος είναι
τοξικός και μολύνει το περιβάλλον με καταστροφικό τρόπο. Έτσι έρευνα
επέλεξε τελικά την κυάνωση ως πιο αποτελεσματική ειδικά σε περιπτώσεις
όπου οι ποσότητες χρυσού είναι ελάχιστες μέσα στο ορυκτό. Αυτή τη φορά, η
μέθοδος χρησιμοποιεί την διαλυτότητα του χρυσού σε διάλυμα με κυανιούχο
νάτριο. Όμως αυτή η ουσία είναι πάρα πολύ τοξική και απαιτεί ειδικό
χειρισμό σε εργαστήριο. Και εδώ μπαίνει ένας οικονομικός παράγοντας, ο
οποίος ωθεί την εταιρεία εκμετάλλευσης να κάνει αυτή τη χρήση στην
ύπαιθρο, για να βελτιστοποιήσει την μέθοδο. Και εδώ εισχωρούμε στο
απαράδεκτο σε οικολογικό και ανθρώπινο επίπεδο, διότι η τοξικότητα του
προϊόντος είναι τόσο ισχυρή που διαλύει τα πάντα, ακόμα και σε μοριακό
επίπεδο για τους οργανισμούς. Κατά συνέπεια, η γη δεν είναι πια
αξιοποιήσιμη, ούτε σε βάθος χρόνου. Στην πραγματικότητα ακόμα και το
σεληνιακό τοπίο είναι σε καλύτερη κατάσταση. Η χημική εξόρυξη μέσω
κυάνωσης ή αρσενικό δεν επιτρέπει στη συνέχεια καμία χρήση της γης και
αυτό έχει άμεσες επιπτώσεις στους κατοίκους που συνήθως απομακρύνονται
για να μην υποβληθούν σε παρενέργειες που μπορούν να έχουν θανάσιμο
αποτέλεσμα. Γι’ αυτό το λόγο η έρευνα σε αυτόν τον τομέα πρέπει να
εξελιχθεί ακόμα, διότι προς το παρόν είναι απάνθρωπη.
Πηγή: http://www.lygeros.org/articles.php?n=12061&l=gr