Σελίδες

Τρίτη 17 Ιουνίου 2014

Τα παρασκήνια της Iταλικής επιθέσεως κατά της Ελλάδος






Αν κι έχουν περάσει 74 ολόκληρα χρόνια από την λήξη του Β΄Π.Π., υπάρχουν πολλά μυστικά που δεν έχουν αποκαλυφθεί ακόμα. Μεταξύ των άλλων, είναι και το ποιοι προκάλεσαν τον ελληνοϊταλικό πόλεμο ή μάλλον ποιοί ώθησαν τον υπερφίαλο Μουσσολίνι να επιτεθεί στην Ελλάδα.

 Εδώ βεβαίως, οφείλουμε να πούμε πως ο απαίσιος Μουσσολίνι είχε ως τελικό του σκοπό την ανασύσταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την κυριαρχία στην Μεσόγειο θάλασσα (το λεγόμενον «mare nostrum», η δική μας θάλασσα), οπότε είχε έτσι κι αλλιώς σκοπό να καταλάβει κάποια στιγμή την Ελλάδα. Όμως, άλλο πράγμα είναι τα μακροπρόθεσμα σχέδια του καθενός, κι άλλο η δυνατότητά του να τα επιτύχει.

Εδώ θα εξετάσουμε το ποιοι έπεισαν τον Μουσσολίνι το 1940, ότι ήλθε η κατάλληλη στιγμή να σκλαβώσει την Ελλάδα. Σήμερα, λοιπόν, θα σηκώσουμε το σκοτεινό πέπλο του μυστηρίου και θα δούμε το ένοχο μυστικό που μας κρύβουν οι διεθνείς επικυρίαρχοι, που έχουν συγγράψει την Ιστορία στα μέτρα τους.

Τι προηγήθηκε, λοιπόν, της ιταλικής επιθέσεως; Ποιο ήταν το παρασκήνιο της αποφάσεως για εισβολή στην Ελλάδα; Κατ’ αρχάς θα βασιστούμε στο γνωστό αστυνομικό ερώτημα: Cui prodest? (ποιος ωφελείται;). Ποιος, λοιπόν, ωφελήθηκε από τον ελληνοϊταλικό πόλεμο; Μήπως ο Χίτλερ και η Γερμανία; Οι Γερμανοί νικούσαν σ’ όλα τα μέτωπα και προετοιμάζονταν ήδη για την μεγάλη εκστρατεία τους προς ανατολάς. Το μόνο που δεν ήθελαν εκείνη τη στιγμή, ήταν το άνοιγμα ενός νέου μετώπου στα Βαλκάνια, ή οπουδήποτε αλλού, που θα καθυστερούσε την εκστρατεία τους. Είναι, λοιπόν, ιστορικά επιβεβαιωμένο απ’ όλες τις πηγές, ότι ο Χίτλερ δεν συμφωνούσε με την ιταλική επίθεση κατά της Ελλάδος, κι ούτε γνώριζε τίποτα γι’ αυτήν.
Είχε δηλώσει μάλιστα, πως «αν είχα ειδοποιηθεί θα μετέβαινα αεροπορικώς στη Ρώμη για να εμποδίσω αυτή την εκστρατεία» (πηγή: «Η Ιταλία στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο», Πέτρο Μπαντόλιο, Αρχηγός Ιταλικού Επιτελείου).

Στην δε πολιτική του διαθήκη, την οποία υπαγόρευσε σε πιστούς συνεργάτες του λίγο πριν το τέλος, ο Χίτλερ ανέφερε τα εξής:«Είναι ολοφάνερο πως η συμμαχία με τους Ιταλούς εξυπηρέτησε περισσότερο τους εχθρούς, παρά εμάς τους ίδιους. Η καλύτερη υπηρεσία που θα μπορούσε να μας προσφέρει η Ιταλία θα ήταν να είχε μείνει μακριά απ’ αυτή τη σύγκρουση. Οι Ιταλοί είχαν το θράσος να ριχτούν, χωρίς να ζητήσουν την συμβουλή μας και χωρίς να μας δώσουν προηγούμενη προειδοποίηση για τους σκοπούς τους σε μια άσκοπη εκστρατεία στην Ελλάδα. Οι ντροπιαστικές ήττες που έπαθαν έκαναν μερικά βαλκανικά κράτη να μας βλέπουν με οργή και περιφρόνηση. Εδώ, και πουθενά αλλού βρίσκονται οι αιτίες της σκλήρυνσης της στάσης της Γιουγκοσλαβίας και της μεταστροφής της την άνοιξη του 1941. Αυτό μας υποχρέωσε, αντίθετα με όλα τα σχέδιά μας, να επέμβουμε στα Βαλκάνια κι αυτό με την σειρά του οδήγησε σε μια καταστρεπτική καθυστέρηση στην εξαπόλυση της επίθεσής μας εναντίον της Ρωσίας. Υποχρεωθήκαμε να στείλουμε εκεί μερικές από τις καλύτερες μεραρχίες μας. Και σαν καθαρό αποτέλεσμα, υποχρεωθήκαμε τότε να καταλάβουμε μεγάλες περιοχές όπου, αν δεν ήταν η ανόητη αυτή επίδειξη, η παρουσία των στρατευμάτων μας θα ήταν απολύτως περιττή. Τα Βαλκανικά κράτη θα ήταν απολύτως ικανοποιημένα, αν τους επιτρεπόταν, να διατηρήσουν στάση ευνοϊκής ουδετερότητας απέναντί μας. Όσο για τους αλεξιπτωτιστές μας, θα προτιμούσα να τους είχα εξαπολύσει εναντίον του Γιβραλτάρ, παρά εναντίον της Κορίνθου ή της Κρήτης».

Επίσης, είναι βέβαιον ότι ο Μουσολίνι δεν είχε ενημερώσει τον Χίτλερ για την επικείμενη εισβολή του στην Ελλάδα, για να μην τον σταματήσει. Αλλά και για να του δείξει την αγανάκτησή του,  για το γεγονός ότι ούτε αυτός τον ενημέρωνε εκ των προτέρων για τις ενέργειές του : «Όχι, είπε καταγανακτισμένος στον Τσιάνο. Με θέτει πάντοτε προ τετελεσμένου γεγονότος, Αλλ’ αυτή τη φορά θα τον πληρώσω με το ίδιο νόμισμα. Θα μάθει από τις εφημερίδες ότι κατέλαβα την Ελλάδα» (πηγή: «Ο Μουσολίνι και η Ελλάδα» - Ι. Γκίκα, σελ. 110). Την άποψη αυτή επιβεβαιώνει και ο γνωστός ιστορικός Ρεμόν Καρτιέ, ο οποίος παραθέτει στο βιβλίο του «Ιστορία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου – Τόμος 1ος, τον διάλογο μεταξύ Μουσολίνι-Μπαντόλιο, πριν την 28η Οκτωβρίου: «Ύστερα, ο Μπαντόλιο, τόλμησε να ρωτήσει τι σκέπτονται οι Γερμανοί για το σχέδιο της επιθέσεως εναντίον της Ελλάδος. Ο Μουσολίνι θυμώνει. Μήπως ο Χίτλερ τον συμβουλεύτηκε, όταν χτύπησε την Πολωνία, την Νορβηγία, την Γαλλία; Μήπως έλαβε υπ’ όψη του την ευαισθησία του συμμάχου του; Αυτός, ο Μουσολίνι, κρίνει πως η Ελλάδα πρέπει να ενταχθεί στη στρατηγική σφαίρα της Ιταλίας. Θα προσαρτήσει την Ήπειρο και τα νησιά του Ιονίου, και θα εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη, αρέσει δεν αρέσει στη Γερμανία».

Από την άλλη μεριά, σύμφωνα με πολλούς ιστορικούς, η κύρια ευθύνη της ιταλικής επίθεσης κατά της Ελλάδος, ανήκει στον τότε υπουργό των εξωτερικών της Ιταλίας, και γαμπρό του Μουσολίνι, τον κόμη Γκαλεάτσο Τσιάνο: «…Από το ίδιο το ημερολόγιό του, προκύπτει ότι ο Τσιάνο είναι εκείνος που συνέλαβε πρώτος την ιδέα για κατάληψη της Ελλάδος… Κατά τη σύσκεψη, εξ άλλου, της 15ης Οκτωβρίου 1940, στην οποία απεφασίσθηκε η επίθεση εναντίον μας, ο Τσιάνο όχι μόνο συνηγόρησε, αλλά και έσπευσε να πει, απαντώντας στο ερώτημα του Μουσολίνι ποια είναι η ψυχολογική κατάσταση του ελληνικού λαού: Υπάρχει σαφής διάσταση μεταξύ του λαού και της ιθύνουσας πολιτικοστρατιωτικής τάξεως, η οποία διατηρεί στη χώρα αγγλόφιλο πνεύμα. Η τάξη αυτή είναι πάρα πολύ μικρή, ενώ ο υπόλοιπος πληθυσμός αδιαφορεί για όλα τα γεγονότα, συμπεριλαμβανομένης και της εισβολής μας» (πηγή: «Ο Μουσολίνι και η Ελλάδα» - Ιωάννη Γκίκα).

Επίσης «…Ίσως ο Χίτλερ ήταν αυστηρός με τον Τσιάνο, διότι εγνώριζε ότι αυτός ήταν ο πραγματικός εμπνευστής της εκστρατείας κατά της Ελλάδος» (πηγή: «Μεταξάς- Χίτλερ» - Α. Βελιάδη). Είναι, λοιπόν, αναμφισβήτητο το γεγονός ότι ο Τσιάνο έπεισε τον Μουσολίνι, χρησιμοποιώντας παραπλανητικές πληροφορίες, ότι η επίθεση στην Ελλάδα θα ήταν ένας σύντομος και υγιεινός περίπατος για τα ιταλικά στρατεύματα. Τι ρόλο έπαιζε ο Τσιάνο; Το 1943 αποκαλύφθηκε ότι ήταν πράκτορας των Άγγλων και εκτελέστηκε!

Πραγματικά, οι μόνοι που είχαν συμφέρον από το άνοιγμα ενός νέου μετώπου στα Βαλκάνια ήταν οι Άγγλοι. Οι οποίοι Άγγλοι «…ήταν τόσο βέβαιοι για την εκδήλωση ιταλικής επίθεσης κατά της Ελλάδος, ώστε στις 27 Αυγούστου είχαν ήδη ετοιμάσει σχέδιο διαγγέλματος του Βασιλέως της Αγγλίας που θα απευθυνόταν προς τον ελληνικό λαό, ευθύς ως θα εκδηλωνόταν η ιταλική εισβολή» (πηγή: «Μεταξάς-Χίτλερ» - Α. Βελιάδη).

Το γεγονός επιβεβαιώνεται και από τα ίδια τα αρχεία του Φόρεϊν Όφφις, που αποχαρακτηρίστηκαν 30 χρόνια μετά. Αναφέρει σχετικά τα αρχεία: «Οι Άγγλοι προβλέπουν τα πάντα κι έχουν ετοιμάσει από τον Αύγουστο διάγγελμα του βασιλέως των προς τον ελληνικό λαό που θα διαβαστεί την ημέρα της ιταλικής επιθέσεως κατά της Ελλάδος» (πηγή: «Τα μυστικά αρχεία του Φόρεϊν Όφφις» - εκδ. «Πάπυρος» -1971). Μάλιστα, στην επομένη σελίδα (121) του παραπάνω βιβλίου δημοσιεύεται ολόκληρο το διάγγελμα, με τον τίτλο «Σχέδιον μηνύματος του βασιλέως προς τον ελληνικόν λαόν επί τη εκρήξει του πολέμου μετά της Ιταλίας»! Πως ήταν τόσο βέβαιοι οι Άγγλοι για την ιταλική επίθεση εναντίον μας; Τι κάνει… νιάου-νιάου στα κεραμίδια;

Γιατί, όμως, οι Άγγλοι ετοίμαζαν διάγγελμα από τον Αύγουστο; Μήπως οι Ιταλοί ήταν έτοιμοι για επίθεση από τότε, αλλά κάποιος τους εμπόδισε; Την επομένη του τορπιλισμού της Έλλης, ο Ιταλός πρεσβευτής στο Βερολίνο καλείται στο γραφείο του Χίτλερ για να δώσει εξηγήσεις. Ο Ιταλός πρέσβης, σχεδόν τρέμοντας από τον φόβο του, δικαιολογεί τον τορπιλισμό ως εξής: «ήταν μια προληπτική πράξη για να προληφθεί τυχόν αποβίβαση γερμανικών στρατευμάτων στην Ελλάδα»(πηγή: Knox, Mac Gregor, «Mussolini Unleashed 1939-1941», εκδ. Cambridge University Press). Ο Χίτλερ διαμηνύει στον Τσιάνο την επιθυμία του «για ειρήνη στα νότια σύνορα της Γερμανίας» (πηγή: ό. π.). Όπως αναφέρει ο Τσιάνο στο προσωπικό του ημερολόγιο, στις 17 Αυγούστου ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Ρίμπεντροπ, συναντήθηκε με την σειρά του με τον Ιταλό πρεσβευτή και του ξεκαθάρισε πως η Γερμανία ήταν αντίθετη με τα ιταλικά σχέδια για επίθεση σε Γιουγκοσλαβία και Ελλάδα. Έτσι, τελειώνει άδοξα η πρώτη απόπειρα του Τσιάνο. Ωστόσο, οι Άγγλοι  δεν πετούν το διάγγελμα. Είναι σίγουροι πως θα το χρειασθούν στο άμεσο μέλλον…

Εν τω μεταξύ, ένα καινούργιο πρόβλημα, εσωτερικής φύσεως, προέκυψε για τους Βρετανούς στα τέλη Αυγούστου του 1940. Μέχρι τον Ιούνιο του 1939 είχαν πρεσβευτή στην Αθήνα τον Ουάτερλόου. Αυτός, εξέφραζε –προφανώς κατόπιν σχετικής εντολής της βρετανικής κυβερνήσεως- την πλήρη αντίθεσή του με το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, γεγονός που είχε προκαλέσει  τριβές στις ελληνο-βρετανικές σχέσεις και έντονη ενόχληση του Μεταξά. Τον Ιούνιο του 1939, όταν οι Βρετανοί αποφάσισαν να παρασύρουν στο παιχνίδι την Ελλάδα, αντικατέστησαν τον δύστροπο πρεσβευτή τους με τον Πάλαιρετ, ο οποίος πήρε εντολή να είναι υπέρ του δέοντος φιλικός με την κυβέρνηση Μεταξά.

 Όμως, ο Πάλαιρετ, πιθανώς από φιλελληνισμό, στα τέλη Αυγούστου του ’40, κι ενώ η ιταλική εισβολή φαινόταν να έρχεται, άρχισε να πιέζει την κυβέρνησή του για την παροχή βρετανικών εγγυήσεων προς την Ελλάδα, που οπωσδήποτε θα απέτρεπαν την ιταλική επίθεση: «Η διεθνής γνώμη σίγουρα περιμένει από μας να μπορέσουμε να βοηθήσουμε την Ελλάδα, την οποία σε αντίθεση με άλλες χώρες για τις οποίες εγγυηθήκαμε, έχουμε τώρα τη δυνατότητα να βοηθήσουμε. Το γόητρό μας και η δημοτικότητά μας εδώ είναι τόσο υψηλά ώστε θα ήταν τραγικό να χαθούν όλα αυτά εξαιτίας της αδυναμίας μας να ανταποκριθούμε όσο μπορούμε στο κάλεσμα της Ελλάδος την ώρα αυτή που έχει ανάγκη» (πηγή: αποχαρακτηρισμένα έγγραφα του Foreign Office, υπ’ αριθμόν 371/24917/R7278, 24ης  Αυγούστου 1940).

Το βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών εκνευρίζεται με την αφέλεια του πρεσβευτή του, που προφανώς δεν είναι ενήμερος του παρασκηνίου και των πραγματικών σχεδίων της Βρετανίας για την Ελλάδα και του απαντά αμέσως με το ακόλουθο τηλεγράφημα:«Λυπούμεθα που αδυνατούμε να ενθαρρύνουμε την ελληνική κυβέρνηση υποσχόμενοι βοήθεια… Αν η Ιταλία είναι πραγματικά αποφασισμένη να πολεμήσει είναι προς το συμφέρον μας να εμπλακεί σ’ έναν βαλκανικό πόλεμο με όλες τις αβεβαιότητες και τις περιπλοκές που αυτό συνεπάγεται, ειδικότερα τώρα που σχεδιάζει την επίθεση στην Αίγυπτο» (πηγή: F.O. 371/24917/R7225, 24 Αυγούστου 1940).

Εν τέλει, ο Τσιάνο επιτυγχάνει να πείσει τον Μουσσολίνι, κι έτσι στις 13 Οκτωβρίου ο Μπαντόλιο λαμβάνει εντολές να προετοιμάσει την επίθεση κατά της Ελλάδος για τα τέλη του μηνός, σε εφαρμογή (αλλά με κάποιες αλλαγές) του σχεδίου επιθέσεως του Αυγούστου (της ματαιωθείσης από τον Χίτλερ επιθέσεως). Έτσι, στις 15 Οκτωβρίου, έγινε σύσκεψη των Μουσσολίνι και Τσιάνο με τον στρατάρχη Μπαντόλιο και τους στρατηγούς Σοντού, Ροάττα, Τζακομόνι, προς τους οποίους παρουσιάστηκε το νέο σχέδιο επιθέσεως. Ο Μπαντόλιο εξέφρασε τις επιφυλάξεις του κι ο Τσιάνο έσπευσε να τον καθησυχάσει, λέγοντάς του πως η στιγμή για την επίθεση είναι η πιο κατάλληλη, καθώς η Ελλάδα είναι απομονωμένη, καθώς ούτε η Τουρκία ούτε η Γιουγκοσλαβία θα προστρέξουν προς βοήθειά της, ενώ σε περίπτωση εμπλοκής της Βουλγαρίας, αυτή θα είναι με το μέρος της Ιταλίας. Επιπλέον, του κατέστησε βέβαιο ότι παρά την αισιοδοξία των Ελλήνων δεν αναμένεται να υπάρξει καμία έμπρακτη βοήθεια εκ μέρους της Βρετανίας.

Κάπως έτσι, λοιπόν, εφαρμόζοντας εντέχνως την γνωστή πολιτική του «διαίρει και βασίλευε», οι Βρετανοί «φίλοι» και «σύμμαχοί» μας ώθησαν τους Ιταλούς να μας επιτεθούν, εμπλέκοντας την Ελλάδα στον Β΄Π.Π., την μεγαλυτέρα ανθρωποσφαγή του αιώνος, με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα. –

Γ. Δημητρακόπουλος
Συνταξιούχος Εκπαιδευτικός
Π. Φάληρο – Αθήναι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου