ΚΕΙΜΕΝΟ/ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ
Οι πτυχώσεις του χιτώνα του, όπως και το χέρι που κρατάει τα χαλινάρια σε απόλυτα φυσιοκρατική απόδοση.
Τα μάτια του Ηνίοχου είναι ζωντανά. Ίσως, κανένα άλλο άγαλμα δεν δίνει αυτή τη μοναδική. Ο Ηνίοχος είναι το θαύμα! Με τέσσερις λέξεις: η έκφραση της τελειότητας!
Λένε ότι στο πρόσωπό του έχει αιχμαλωτιστεί η στιγμή αμέσως μετά τη νίκη και η ικανοποίηση του νικητή, χωρίς να έχει σβήσει ακόμη από την έκφραση του προσώπου η ένταση, αλλά και η αυτοσυγκέντρωση που απαιτούσε ο αγώνας, με το τέθριππο.
Το δυνατό, καθαρό βλέμμα είναι ένα από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον Ηνίοχο.
«Τα μάτια του Ηνίοχου μαγνητίζουν», αποφαίνονται κάποιοι από τους μελετητές του μοναδικού ορειχάλκινου αγάλματος.
Ο αρχαιολόγος Μανόλης Ανδρόνικος σε ένα κείμενό του χρησιμοποιεί την έκφραση «ξυπνή ματιά», για να περιγράψει με αυτό τον τρόπο το «ζωντανό» βλέμμα του εξαίσιου αγάλματος. Ο αείμνηστος αρχαιολόγος δεν είναι ο μοναδικός που αναφέρεται στα μάτια και στο βλέμμα αυτού του εντυπωσιακού χάλκινου άνδρα της αρχαιότητας, και δεν είναι μόνο τα μάτια του που εντυπωσιάζουν, αλλά και τα χέρια του, που κρατούν με στιβαρό τρόπο τα ηνία του τέθριππου. Το ίδιο εκπληκτική είναι και η απόδοση των ποδιών του Ηνίοχου, που πατούν στέρεα στο βάθρο, με τις φλέβες τους να δίνουν την εντύπωση ότι σφύζει μέσα τους το αίμα.
Για τους βολβούς των ματιών χρησιμοποιήθηκε λευκό σμάλτο, ώστε να υπάρχει μια τέλεια απόδοση που προσεγγίζει απόλυτα ένα φυσικό ανθρώπινο μάτι. Για την ίριδά τους χρησιμοποιήθηκε καστανή ημιπολύτιμη πέτρα, ενώ οι κόρες των ματιών είναι κατάμαυρες. Οι βλεφαρίδες αποδόθηκαν με μικρά χάλκινα σύρματα, ενώ λεπτά φύλλα κοκκινωπού χαλκού ζωντανεύουν τα σαρκώδη χείλη του.
Τα μαλλιά του μοιάζουν να είναι ακόμη υγρά από τον ιδρώτα, στο τέλος της υπερπροσπάθειας για τη νίκη. Είναι κολλημένα στο κεφάλι, σε μικρούς βοστρύχους και συγκρατούνται από μια ένθετη ασημένια ταινία, που περιδένει το κεφάλι. Αυτή η μαιανδρική κορδέλα στο κεφάλι λέγεται ότι είναι το επίσημο έμβλημα των νικητών Καβείρων.
Τα μαλλιά του μοιάζουν να είναι ακόμη υγρά από τον ιδρώτα, στο τέλος της υπερπροσπάθειας για τη νίκη. Είναι κολλημένα στο κεφάλι, σε μικρούς βοστρύχους και συγκρατούνται από μια ένθετη ασημένια ταινία, που περιδένει το κεφάλι. Αυτή η μαιανδρική κορδέλα στο κεφάλι λέγεται ότι είναι το επίσημο έμβλημα των νικητών Καβείρων.
Η αριστερή πλευρά του αγάλματος. Στο εσωτερικό μέρος του βραχίονα «πάλλονται» οι φλέβες.
Πολύς κόσμος συγκεντρώνεται γύρω από το περίοπτο άγαλμα, που έχει πια μια δική του, αποκλειστική, αίθουσα στο Μουσείο των Δελφών. Δεν αρκεί μια περαστική ματιά για να το δεις. Πρέπει να σταθείς, κοιτάζοντάς το προσεκτικά απ’ όλες τις πλευρές, θαυμάζοντας ένα πλήθος από λεπτομέρειες στο σώμα και στον περίτεχνο, χάλκινο χιτώνα του.
Το άγαλμα έχει ύψος 1.80μ. και είναι μέρος ενός συνόλου γλυπτών που αφιερώθηκαν στον Απόλλωνα από τον Πολύζαλο, που ήταν τύραννος της Γέλας, στη Σικελία και έχει υμνήσει τις νίκες του ο Πίνδαρος.
Ο Πολύζαλος ήταν γιος του Δεινομένη και αδελφός του Θρασύβουλου, του Γέλωνα και του Ιέρωνα, της γνωστής οικογένειας των τυράννων των Συρακουσών. Μετά τη νίκη του στα Πύθια, το 478 π.Χ., ο Πολύζαλος αφιέρωσε το τέθριππο άρμα με τον Ηνίοχο στο ιερό του Απόλλωνα, στους Δελφούς. Είναι πιθανό να υπήρχε και άλλη ανθρώπινη μορφή στο χάλκινο αυτό σύνολο, και αυτή η μορφή θα πρέπει να ήταν ενδεχομένως το παιδί που κρατάει τα άλογα.
Το χάλκινο αυτό σύνολο έμεινε στη θέση του περίπου ενάμισι αιώνα, και κατακρημνίσθηκε το 373 π.Χ., από ένα μεγάλο σεισμό, που συντάραξε το Ιερό των Δελφών και σώριασε σε ερείπια πολλά από τα κτίσματά του, ακόμη και τον ίδιο τον ναό του Απόλλωνα.
Ο περιηγητής Παυσανίας που επισκέπτεται τους Δελφούς στο δεύτερο μισό του 2ου μ.Χ. αιώνα, ενώ περιγράφει με λεπτομέρειες το Ιερό του Απόλλωνα και τα αγάλματα που βρίσκονται εκεί, δεν αναφέρει καθόλου τον Ηνίοχο. Όπως φαίνεται άλλωστε, στις περιγραφές του, πολλά από τα ιερά των Δελφών είχαν σωριαστεί ήδη σε ερείπια.
Ο περιηγητής Παυσανίας που επισκέπτεται τους Δελφούς στο δεύτερο μισό του 2ου μ.Χ. αιώνα, ενώ περιγράφει με λεπτομέρειες το Ιερό του Απόλλωνα και τα αγάλματα που βρίσκονται εκεί, δεν αναφέρει καθόλου τον Ηνίοχο. Όπως φαίνεται άλλωστε, στις περιγραφές του, πολλά από τα ιερά των Δελφών είχαν σωριαστεί ήδη σε ερείπια.
Η δεξιά πλευρά του Ηνιόχου και το δυνατό χέρι που κρατάει τα χαλινάρια.
Όπως και τότε, έτσι και σήμερα οι βράχοι των Φαιδριάδων εξακολουθούν να είναι μια μόνιμη απειλή για τον αρχαιολογικό χώρο. Οι επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς συχνά αποκολλούνται κομμάτια βράχων και πέφτουν. Μετά τον καταστροφικό σεισμό του 373 π.Χ., το κατεστραμμένο χάλκινο σύνολο, με το τέθριππο άρμα και τον Ηνίοχο, θάφτηκε από τους Ιερείς του Μαντείου, σε μια κρύπτη, ανάμεσα στο Ναό και στο θέατρο των Δελφών.
Από αυτή την κρύπτη τον ανέσυραν οι αρχαιολόγοι το 1896, όταν μέσα από τα ερείπια ενός σπιτιού, λίγο πιο πάνω από τον ναό του Απόλλωνα, φάνηκε η πίσω κνήμη ενός χάλκινου αλόγου σε φυσικό μέγεθος. Γρήγορα ανασύρθηκαν τα ηνία και ένας «ενεπίγραφος λίθος», με την επιγραφή: «Πολύζαλος μ’ ανέθηκεν .ον άεξ ευώνυμ’ Απόλλον». Σε μια ελεύθερη απόδοση αυτή η επιγραφή λέει: «ο Πολύζαλος με αφιέρωσε, φέρε τον ω Απόλλωνα προς το καλό, κάμε τον να ευτυχήσει».
Εδώ φαίνεται το ελάττωμα, με τη δυσαναλογία του αγάλματος, για να φαίνεται καλύτερα ο κορμός από το άρμα.
Ο Ηνίοχος, 22 αιώνες από τότε που χτυπήθηκε από το φοβερό σεισμό, επιστρέφει στο φως, αφίνοντας έκθαμβους τους αρχαιολόγους που τον ανέσυραν από τη γη.
Ο Ηνίοχος συγκεντρώνει πάνω του τον παγκόσμιο θαυμασμό, γιατί αγγίζει την τελειότητα. Ο αρχαιολόγος Μανόλης Ανδρόνικος μοιάζει γοητευμένος από το χάλκινο αριστούργημα, στην περιγραφή που ακολουθεί:
«Ορθός, με τα γυμνά του πόδια στερεωμένα επάνω στο άρμα, υψώνει το ανάστημά του, ο νέος άντρας, ενώ με τα χέρια του (σώζεται μόνο το δεξιό) κρατά χαλαρά τα ηνία. Ντυμένος το μακρύ φόρεμα του ηνιόχου, σφιγμένο στις μασχάλες από τον «ανάλαβο», για να μην το ανεμίζει η δυνατή πνοή του αγέρα στην ξέφρενη αρματοδρομία, με την ταινία του νικητή στο κεφάλι (ένθετη από ασήμι), καρφώνει τη ματιά του μπροστά, φωτισμένη και ελαφρά κουρασμένη από την ένταση του αγώνα. Η κορμοστασιά του, η διάπλαση του ψηλόλιγνου σώματος, η διάθεση των πτυχών του χιτώνα του, το στέρεο πάτημα των γυμνών ποδιών, η δυνατή και μαζί άνετη χειρονομία του δεξιού χεριού με τα ηνία, οι ανεπαίσθητες μικρές κινήσεις και αποκλίσεις από την αυστηρά μετωπική στάση, εκφράσεις μιας δονούμενης εσωτερικής ζωής, όλα τούτα, που συντελούνται με τρόπο μοναδικό και με τη συμβολή αναρίθμητων λεπτομερειών, κατορθώνουν να δώσουν στον Ηνίοχο των Δελφών τη μνημειακή επιβολή και τον παλμό του ζωντανού πλάσματος».
Μαγευτική περιγραφή, από έναν σπουδαίο αρχαιολόγο, που δεν κρύβει τον θαυμασμό του γι’ αυτό το μοναδικό από κάθε άποψη γλυπτό της κλασικής αρχαιότητας.
Εκπληκτικό κεφάλι στην κάθε του λεπτομέρεια.
Ωστόσο, αυτό το γλυπτό, που μοιάζει να αγγίζει την τελειότητα έχει από την κατασκευή του μια δυσαναλογία στο σώμα του. Ο κορμός του από τη μέση και πάνω είναι δυσανάλογα μικρότερος από ότι είναι το σώμα από τη μέση και κάτω.
Το «λάθος» φαίνεται να είναι σκόπιμο από τον δημιουργό του αγάλματος. Η σκοπιμότητα που εξυπηρετεί αυτό το κατασκευαστικό τρικ είναι η ακόλουθη: Επειδή το άγαλμα του Ηνιόχου έστεκε όρθιο μέσα στο άρμα, ο δημιουργός του έδωσε μεγαλύτερο ύψος στο σώμα από τη μέση και κάτω, που κρυβόταν από το άρμα, για να μπορεί να φαίνεται καλύτερα ο κορμός (δηλαδή το άγαλμα από τη μέση και πάνω), που ήταν έξω από το άρμα. Τώρα, που το άγαλμα στέκεται μόνο του, χωρίς το άρμα, αυτή η δυσαναλογία είναι αντιληπτή και αισθητή.
Ένα χάλκινο άγαλμα γεμάτο εντυπωσιακές λεπτομέρειες, που αποσπούν τον θαυμασμό. Ένα άγαλμα που κρύβει μέσα του πνοή ζωής και καρφώνει με επιμονή τα μάτια του, στα μάτια αυτού που το κοιτάζει.
Ο Ηνίοχος πάντα έχει κόσμο γύρω του...
Ο Ηνίοχος των Δελφών
του Ζαχαρία Παπαντωνίου
Ο Πολύζαλος, τύραννος της Γέλας, αδελφός του Ιέρωνος των Συρακουσών, νικητής στην αρματοδρομία, έστησε στους Δελφούς ανάθημα, ένα τέθριππο άρμα με επιβάτη τον ίδιο τον τύραννο και δίπλα τον ηνίοχο του. Στα 373 π. Χ. βράχοι από τις Φαιδριάδες πέτρες κύλισαν επάνω στο ιερά και μαζί με άλλα αναθήματα έκαμαν συντρίμματα το χάλκινο αναβάτη, το άλογο, το άρμα. Σώθηκε ο Ηνίοχος. Χάσαμε βέβαια μεγάλο και ενδιαφέρον σύμπλεγμα, έργο των χαλκοπλαστικών εργαστηρίων, τα οποία έδιναν στην Ήλιδα και στους Δελφούς την υστεροφημία των αθλητών. Ο νέος όμως, που έμεινε ολομόναχος, χωρίς τ’ άλογά του, χωρίς το άρμα, που τον έκρυβε ως τη ζώνη, χωρίς τον ηγεμόνα στο πλευρό του, κεντρίζοντας τη φαντασία των ανθρώπων για τους συντρόφους του, που λείπουν και για το γλύπτη που είναι άγνωστος, έγινε η πλέον περίεργη και θελκτική μορφή της αρχαίας γλυπτικής – αυτής που μας είναι γνωστή.
Του ηνιόχου το λαμπρό μέρος είναι τα κάτω άκρα, που δεν επρόκειτο να φανούν. Τα γυμνά πόδια. Χωρίς να λογαριάσει, πως θα ήταν κρυμμένα πίσω από το άρμα, ο τεχνίτης έκαμε το καθήκον του προς τα νιάτα. Στήριξε την ολόρθη στήλη του νεανικού αυτού κορμιού στο ωραιότερο ζευγάρι γυμνών ποδιών, που βγήκαν ποτέ από την γλυπτική στην αρχαία Ελλάδα και κατόπιν. Τα γραμμένα δάχτυλα ξεχωρίζοντας ένα ένα, απλώνονται στο δεξί με κάποιο ριπιδωτό άνοιγμα Οι κόμποι των αστραγάλων καθαρά πεταγμένοι, το λεπτό ανέβασμα της κνήμης, τα πέλματα, που πατούν ολόκληρα και κρατούν το σώμα αναπαυμένο και βέβαιο, σχηματίζουν μιαν ενότητα ξεχωριστή, όσο κι αν το σύνολο ήταν ένα και αδιαχώριστο.
Στην ακινησία του Ηνιόχου βλέπουμετον φρενιτιώδη αγώνα, που έχει προηγηθεί. Πλούσια ηρεμία. Είναι η στιγμή που η τρικυμία των μυώνων ησύχασε. Το σώμα ηρεμεί. Χαϊδεύεται από το θρίαμβο. Ήρθε ο ρόλος του πλήθους. Είναι η αμοιβή του νικητού. Η παρέλαση. Ο νικητής μετά το αποτέλεσμα περνά σε αργή περιφορά μπροστά στα πλήθη και δέχεται τη χαρμόσυνη βοή της επευφημίας, ακίνητος επάνω στο άρμα του, το οποίο ένας πεζός οδηγεί κρατώντας τα χαλινάρια των αλόγων. Από το παιδί, που παράστησε στη θέση του πεζού γλύπτης, βρέθηκε ένα χέρι.
Ο Ηνίοχος αυτός, που έδωσε τη νίκη, υψώνεται χυτός μέσα στον ποδήρη χιτώνα του. Οι πτυχές πέφτουν ίσιες και βαριές. Πατεί και στα δυο πέλματα. Είναι αυστηρή στήλη στημένη στη δόξα. Οι φυσικές και ηθικές του δυνάμεις πειθαρχούν. Η στάση του συγκρατεί το θρίαμβο. Δεν του επιτρέπει καμιά κίνηση έξω από τη γαλήνη και την ευπρέπεια. Δυο κινήσεις σχηματίζουν τη δωρική αυτήν αρμονία.
Η μία είναι η ακαμψία του, που δείχνει το σώμα από τη μέση και κάτω ίσιο και ατάραχο, με τις πτυχές του μακρύτατου χιτώνα βαριές και ατρικύμιστες. Η δεύτερη κίνηση είναι το γέρμα του κορμιού προς τα δεξιά και ακόμα εντονότερα της κεφαλής, η οποία γέρνει κι αυτή προς το ίδιο μέρος. Η κεφαλή είναι βυθισμένη, σ’ ελαφρό όνειρο ευτυχίας. Ακούει τη μουσική του πλήθους. Βλέπει το μεγάλο παλμό του και τη γραφική ανωμαλία του. Το στόμα του μισανοιγμένο. Τα χείλη μικρά και σαρκωμένα. Στόμα λουλουδένιο. Η ίσια μύτη καταλήγει σε χαριτωμένο λέπτυσμα. Τα ρουθούνια ρουφούν απολαυστικά τον αέρα, που χρειάζεται το κουρασμένο σώμα. Βλέπεις σ’ αυτά το λαχάνιασμα. Τρέμουν. Τα μαλλιά περιγραμμένα με θαυμαστή λιτότητα, αφήνουν τους λιτούς τους βοστρύχους να ξεφεύγουν από την ταινία της νίκης, που τα δένει. Τα τόξα των φρυδιών γράφουν την καθαρή καμπύλη τους επάνω από τη λαμπρή ματιά. Αλλά τα μάτια! Στην ασπράδα κάποιου σμάλτου ο τεχνίτης έμπηξε δυο κύκλους διαφορετικών μετάλλων με ρεαλισμό, που αν δεν μπορούμε να τον συλλάβουμε, του χρωστούμε το θαυμασμό και την ευγνωμοσύνη μας. Το φως βυθίζεται και παίζει σ’ αυτά τα πετράδια. Τα μάτια χαίρονται και σκέπτονται. Καθρεφτίζουν το θρίαμβο.
Είναι νιάτα στην αρχαία γλυπτική, που δείχνουν το χάδι του φωτός επάνω τους.Είναι νιάτα με τη σταθερή γραμμή τους, που δοξάζουν την παλαίστρα και τη δωρική πολιτεία. Μα νιάτα συμπυκνωμένα έτσι στην αυστηρότητα μιας λεπτής στήλης, τόσο δυνατά στην ακινησία, τόσο δροσερά έπειτα από το άσθμα των αγώνων δεν ξανάγιναν. Ποτέ από χιτώνα δεν είδαμε βραχίονα να προβάλει τόσο δυνατός και γραμμένος. Ποτέ χέρι σαν το δεξί του Ηνιόχου, που κρατά ελαφρά τα χαλαρά ηνία, δεν έδειξε γραμμή τόσο μουσική.
Ποιος είναι ο εξαίσιος τεχνίτης τέτοιων άκρων; Είναι, όπως νομίζεται, ο Πυθαγόρας εκ Ρηγίου, που έκαμε το έργο; Ήταν Αθηναίος ή χαλκοπλάστης της Αιγίνης; Ίσως αυτό θα μείνει άγνωστο. Αλλά θα ξέρουμε πάντοτε, πως και το έργο τούτο το έδωσε η αόριστη εποχή, που είναι τέλος του αρχαϊσμού, η στιγμή που προαισθάνεται το Φειδία. Όπως το δέντρο, όταν νιώθει την παρακμή του, πετά ορμητική και άφθονη άνθηση, η αρχαϊκή τέχνη ετοίμασε τον αποχαιρετισμό της σε λίγα έργα, στα οποία τα αρχαϊκά στοιχεία συγκεντρώθηκαν κι έδωσαν το απροχώρητο του θελγήτρου τους, αφήνοντας στην ψυχή των φίλων της τέχνης συναίσθημα, που αν δεν είναι θαυμασμός είναι χαρμόσυνη ταραχή κι ευδαιμονία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου