Σελίδες

Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2024

ΟΙ ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ..

 Αρχαία Ελλάδα, αλλοδαποί και μετανάστευση

Σε άρθρο του στον Πολιτη της Κυριακής 14/11/10, ο κ. Διονύσης Διονυσίου σύμβουλος έκδοσης του «Πολίτη της Κυριακής» επιχείρησε να θεμελιώσει τις απόψεις του υπέρ των μεταναστών, ανατρέχοντας στην Αρχαία Ελληνική Γραμματεία της οποίας παρέθεσε μεμονωμένα αποφθέγματα, τα οποία όχι μόνο δεν απηχούν αλλά διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα σχετικώς με την αντίληψη που οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν για τους αλλοεθνείς λαούς.
Εν πρώτοις παρέθεσε απόσπασμα από τον Θουκυδίδη (Περικλέους Επιτάφιος), στον οποίο ο Περικλής αναφέρει ότι οι Αθηναίοι διατηρούσαν την πόλη τους ανοικτή σε όλους, δεν έδιωχναν τους ξένους και δεν τους εμπόδιζαν να γνωρίσουν τον πολιτισμό της Αθήνας.
Η πραγματικότητα είναι ότι με τον όρο «ξένοι», ο Περικλής εννοεί τους υπόλοιπους Έλληνες, πλην των Αθηναίων και όχι τους αλλοεθνείς.
Γι’ αυτό τον λόγο οι μέτοικοι στην Αρχαία Αθήνα, οι οποίοι βεβαίως δεν είχαν την ιδιότητα του Αθηναίου πολίτη, ήσαν Έλληνες από άλλες πόλεις και όχι αλλοεθνείς (βάρβαροι, κατά την αρχαία ελληνική ορολογία).
Ο Περικλής αναφέρεται στα ως άνω για να καταδείξει την αντίθεση των Αθηνών με την αρχαία Σπάρτη, στην οποία δεν γίνονταν δεκτοί οι ξένοι, ούτε Έλληνες ούτε αλλοεθνείς για να μην τεθεί σε αμφισβήτηση το καθεστώς των Ομοίων, που θέσπισε ο Λυκούργος. Χαρακτηριστικό είναι ότι για να εδικαιούτο κάποιος την Αθηναϊκή ιθαγένεια έπρεπε να είναι Αθηναίος και από τους δύο γονείς του.
Ο ίδιος δε ο Περικλής δεινοπάθησε να παραχωρήσει στην εταίρα του Ασπασία (Ελληνίδα από την Μίλητο) την Αθηναϊκή ιθαγένεια κατ’ εξαίρεση.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο μεγάλος ρήτορας Δημοσθένης, εάν κάποιος νυμφευόταν μη Αθηναία έχανε τα πολιτικά του δικαιώματα, ενώ η περιουσία του δημευόταν. Την ίδια σημασία έχουν και οι αναφορές περί ξένων από τον Όμηρο στην Ιλιάδα.
Αναφέρει επιπρόσθετα ο κ. Διονυσίου τη ρήση του σοφιστή Αντιφώντα ότι «δεν διακρίνει Έλληνες και βάρβαρους, ελευθέρους και δούλους». Η άποψη του Αντιφώντα προφανώς ήταν μεμονωμένη στην αρχαία ελληνική σκέψη και οπωσδήποτε δεν απηχούσε το κοινό αίσθημα στην αρχαία Ελλάδα το οποίο καταδεικνύεται εναργώς από τα γραφόμενα γιγάντων της Αρχαίας Ελληνικής Σκέψης όπως τα παρακάτω:
Ο Ευριπίδης δια του στόματος της Ιφιγένειας («Ιφιγένεια εν Αυλίδι» 1400) διακηρύσσει ότι: Είναι φυσικό οι Έλληνες να άρχουν των βαρβάρων και όχι οι βάρβαροι των Ελλήνων.

Ο Πλούταρχος («Θεμιστοκλής» 6) αναφέρει ότι επαινείται η πράξη του Θεμιστοκλέους να θανατώσει, δια ψηφίσματος, τον διερμηνέα των Περσών, που εζήτησαν την παράδοση των Αθηναίων, διότι ετόλμησε να μεταχειρισθεί την Ελληνική γλώσσα, για να εξηγήσει τις προσταγές των βαρβάρων.
Ο Πλάτων («Πολιτεία» 469 – 470) συμπέρανε μετά από διαλεκτική έρευνα, ότι από τη φύση οι Έλληνες είναι εχθροί των βαρβάρων.
Θεμελιώδης πολιτική αρχή του Ισοκράτους ήταν ότι πρέπει να πολεμούμε τους βαρβάρους και να ευεργετούμε τους Έλληνες. Ο ίδιος ρήτορας επαινεί ως προτέρημα του κράτους των Αθηνών το γεγονός ότι ο πληθυσμός του δεν ήταν ανάμικτος εκ πολλών εθνών.
Ο Ηρόδοτος διαβεβαιώνει ότι το Ελληνικό έθνος διεκρίθη ως ευφυέστερον του βαρβαρικού.

Ο Όμηρος («Ϊλιάς» Ι, 648), φέρει τον Αχιλλέα να λέγει: «οργίζεται η καρδία μου σαν θυμηθώ πόσο προσβλητικώς μου εφέρθη ο υιός του Ατρέως, ωσάν να ήμουν κάποιος μετανάστης δίχως τιμή».
Ο Δημοσθένης θεωρεί τους βάρβαρους όχι πια μόνον μη Έλληνες, αλλά όντα αγροίκα, ακαλλιέργητα, όντα κατώτερα και γεννημένα για τη σκλαβιά.
Ο Πλάτωνας στην Πολιτεία μιλά με περισσή εχθρότητα για τους ξένους: «οι βάρβαροι είναι «φύσει» εχθροί μας. Το μίσος που νιώθουμε γι’ αυτούς είναι «φυσικό», πρέπει να τους πολεμήσουμε και να τους συντρίψουμε».

Για τον Αριστοτέλη, το δάσκαλο του Αλέξανδρου, οι βάρβαροι είναι «φύσει» τέτοιοι αλλά και «φύσει» δούλοι και συμβούλευε τον Αλέξανδρο «να συμπεριφέρεται στους Έλληνες σαν ηγεμόνας ενώ στους βάρβαρους σαν αφέντης, στους πρώτους σαν σε φίλους και οικείους και να μεταχειρίζεται τους δεύτερους όπως μεταχειρίζονται τα ζώα και τα φυτά». Κατά τον ίδιο, («Πολιτικά» Γ, 14, 32) το Ελληνικό Γένος ενωμένο έχει την δύναμη να εξουσιάσει τους πάντες.

Αλλά και σύγχρονοι διάσημοι Ελληνιστές ενισχύουν την αντίληψη ότι η Αρχαία Ελληνική Κοινωνία ήταν μία κοινωνία βασισμένη στα εθνοφυλετικά πρότυπα, αυτό που χαρακτηριστικά αναφέρει ο Ηρόδοτος (Ιστορία Η 44) ως«όμαιμον». Είναι δε επί τούτου χαρακτηριστικές οι αναφορές:

Των Victor Hanson και John Heath στο βιβλίο «Ποίος εφόνευσε τον Όμηρο;» «Οι κεντρικές αξίες της Ελλάδος είναι μοναδικές, αμετάβλητες και μη πολυπολιτισμικές».

Στο λεξικό LAROUSSE (16 ed. 1953, p. 97) ορίζεται, ότι οι Έλληνες, θεωρούν τον κάθε ξένο ως άνθρωπο κατώτερου πολιτισμού: «tout stranger tennu pour home de civilization inferieure».


Σε ότι αφορά το ρηθέν από τον Απόστολο Παύλο στην προς Γαλάτας επιστολή: «ουκ ενι Ιουδαίος ουδέ Έλλην κλπ», ο Απόστολος Παύλος ανέφερε αυτό στην επιστολή του επειδή τα χρόνια εκείνα οι Εβραίοι Χριστιανοί απαιτούσαν από τους εθνικούς που γίνονταν Χριστιανοί, όπως οι Γαλάτες, να κάνουν περιτομή. Οι Γαλάτες όπως και οι λοιποί εθνικοί διαμαρτυρήθηκαν για τούτο στον Απόστολο Παύλο, ο οποίος με την ως άνω επιστολή του θέλησε να καταδείξει ότι στον Χριστιανισμό γίνονται δεκτοί όλοι χωρίς να χρειάζεται να εγκαταλείψουν τα έθιμα τους και να υιοθετήσουν τα Ιουδαϊκά. Σε καμία περίπτωση ο Απόστολος Παύλος δεν υπονοεί με την επιστολή του αυτή την κατάργηση των εθνικών διαχωρισμών.
 Ούτως ή άλλως στην Αγία Γραφή ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ξεχώρισε την υλική – κοσμική διάσταση, στην οποία εντάσσονται οι εθνικοί διαχωρισμοί, από την πνευματική διάσταση της Δημιουργίας λέγοντας το γνωστό «τα του Καίσαρος (υλική – κοσμική διάσταση) τω Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ».

Ανεξαρτήτως των πιο πάνω, εμείς δεν μισούμε τους μετανάστες ούτε και οποιονδήποτε άνθρωπο. Αντιτασόμαστε, ωστόσο, στο φαινόμενο της μαζικής μετανάστευσης το οποίο είναι αίτιο πολλών δεινών και θυματοποιεί τόσο τους μετανάστες, τους οποίους αποκόπτει από την πατρική τους γη, δηλαδή το φυσικό τους βιοχώρο και τις ρίζες της παράδοσής τους, όσο και τις κοινωνίες υποδοχής τις οποίες καθιστά άμορφους πολτούς χωρίς συνεκτικούς δεσμούς και κοινωνική συνοχή. Προς το σκοπό αυτό, δηλαδή της διασάλευσης της φυσικής τάξης και της ανατροπής του φυσικού νόμου, τα οποία αποτελούν βασικές εκδηλώσεις της Θείας Βούλησης, οι εξουσιαστές της ανθρωπότητας προωθούν και υποθάλπουν το φαινόμενο της μετανάστευσης και το ιδεολόγημα του πολυπολιτισμού.

Εν ολίγοις ο κ. Διονυσίου και οι ομοϊδεάτες του μπορούν να καταφεύγουν σε οποιαδήποτε πηγή για να αντλήσουν επιχειρήματα για τις ιδέες τους. Όχι όμως στην Αρχαία Ελλάδα και στην Αρχαία Ελληνική Γραμματεία. Διότι η Αρχαία Ελληνική Γραμματεία προσφέρει επιχειρήματα μόνο για τα αντίθετα από αυτά που οι ίδιοι πιστεύουν. Από την Αρχαία Ελλάδα μπορεί να αντλήσει επιχειρήματα μόνο η δική μας ιδεολογία, η οποία ούτως ή άλλως δεν αποτελεί τίποτε άλλο παρά την αποκρυστάλλωση της αρχαίας ελληνικής σκέψης και την προσαρμογή της στα σύγχρονα κοινωνικά δεδομένα.
Οδυσσέας Διομήδους

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου