Τουρκικό αεροπλανοφόρο: μύθος ή πραγματικότητα;
Του Χρήστου Μηνάγια
Στις 12-3-2012 τα τουρκικά ΜΜΕ προέβαλαν την είδηση ότι, σε συνέντευξη
του στο περιοδικό PROCEEDINGS (σ.σ. εκδίδεται από τη Ναυτική Ακαδημία
των Ηνωμένων Πολιτειών) ο αρχηγός των ναυτικών δυνάμεων της Τουρκίας
ναύαρχος Murat Bilgel υποστήριξε την άποψη ενίσχυσης του τουρκικού
στόλου με ένα αεροπλανοφόρο. Συγκεκριμένα, ο Τούρκος ναύαρχος ανέφερε
τα εξής: «LΟι στρατηγικές προτεραιότητες του στόλου μας τα επόμενα 5, 10
και 20 χρόνια είναι η δημιουργία ναυτικών δυνάμεων καλά εκπαιδευμένων και
άρτια εξοπλισμένων, οι οποίες θα μπορούν να προωθούνται σε σύντομο
χρονικό διάστημα και να επιχειρούν στις περιοχές στρατηγικού ενδιαφέροντος.
Ο σχεδιασμός των τουρκικών ναυτικών δυνάμεων για την επόμενη δεκαετία
περιλαμβάνει και την απόκτηση ενός αεροπλανοφόρου το οποίο θα εστιασθεί
στην κάλυψη των επιχειρησιακών αναγκών πέραν των πολεμικών
επιχειρήσεων. Σκοπεύουμε να αυξήσουμε τη μεταφορική δυνατότητα των
αεροπορικών μας μέσων και να αποκτήσουμε πλοίο υποστήριξης πολεμικών
επιχειρήσεων, φρεγάτες πολλαπλού ρόλου, μη επανδρωμένα ελικόπτερα και
υποβρύχια που θα επιχειρούν εν καταδύσει για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σχεδιάζουμε την απόκτηση ενός πλοίου πολλαπλών δυνατοτήτων
προσνήωσης-απονήωσης, το οποίο θα έχει περιορισμένες δυνατότητες
προσβολής στόχων.» Στη συνέχεια, ο Bilgel επισήμανε ότι οι τουρκικές
αεροπορικές δυνάμεις δεν διαθέτουν αεροσκάφη που θα μπορούν να
προσνηώνονται σε αεροπλανοφόρο, ωστόσο θα προμηθευθούν αεροσκάφη
F-35 (STOVL) που έχουν τη δυνατότητα κάθετης προσνήωσης-απονήωσης.
Η Τουρκία πρόκειται να προμηθευθεί 100 F-35 (σ.σ. το 2015 θα παραλάβει τα
πρώτα δύο αεροσκάφη) και σύμφωνα με τον Bilgel είτε ένα μέρος αυτών θα
είναι τύπου STOVL, είτε θα προβλεφθεί συμπληρωματική αγορά αεροσκαφών
του τύπου αυτού. Αναφορικά με το αεροπλανοφόρο, ο Τούρκος ναύαρχος
γνωστοποίησε ότι αυτό θα παρέχει υποστήριξη στα πολεμικά αεροσκάφη και
ελικόπτερα του ΝΑΤΟ κατά τη διεξαγωγή διεθνών επιχειρήσεων, θα είναι
24.000 τόνων, θα έχει μήκος 140 μ., θα κοστίσει 1,5 δισ. δολάρια, θα
2
μπορέσει να ναυπηγηθεί σε 5 χρόνια και θα είναι επιχειρησιακά διαθέσιμο σε
6-7 χρόνια.
Επιπρόσθετα, ενδεικτικό της τουρκικής αντίληψης για την θαλάσσια πολιτική
και την απόκτηση αεροπλανοφόρου αποτελούν οι απόψεις του ναυάρχου
Salim Dervisoglu πρώην αρχηγού των τουρκικών ναυτικών δυνάμεων, ο
οποίος σε συνέντευξή του σε τουρκικό think tank (BILGESAM) τον Απρίλιο
του 2011 ανέφερε τα εξής: «Όταν αναφερόμαστε στις ένοπλες δυνάμεις δεν
πρέπει αμέσως να σκεπτόμαστε την ένοπλη σύρραξη, διότι η μεγαλύτερη
χρησιμότητά τους είναι η αποτροπή. Οι ένοπλες δυνάμεις, συμμετέχοντας σε
συμμαχικούς συνασπισμούς, συμβάλουν σημαντικά στις διεθνείς σχέσεις. -ς
πρόσφατο παράδειγμα αναφέρω τη Λιβύη: στείλαμε 4 πολεμικά πλοία, ένα
πλοίο υποστηρίξεως και ένα υποβρύχιο, πραγματοποιώντας επιχειρήσεις
ανθρωπιστικής βοήθειας, εκκένωσης πληθυσμού, έρευνας-διάσωσης κ.λπ. με
σκοπό να αποκτήσει η χώρα μας μεγαλύτερη προβολή και γόητρο. Οι ναυτικές
μας δυνάμεις σε σχέση με το στρατό και την πολεμική αεροπορία έχουν ένα
ξεχωριστό χαρακτηριστικό: κατά την ειρηνική περίοδο είναι πολύ σημαντικές
διότι με την επίδειξη της τουρκικής σημαίας στα λιμάνια διαφόρων χωρών που
επισκέπτονται αλλά και στα δρομολόγια που ακολουθούν προβάλλουν την
ισχύ της χώρας μας. Οι ναυτικές δυνάμεις αναπτύσσουν δραστηριότητες για
μεγάλα χρονικά διαστήματα, όπως, επιχειρούν συνεχώς στις ανοικτές
θάλασσες και επιδεικνύουν, με τη παρουσία τους στις περιοχές των κρίσεων,
τη στρατιωτική ισχύ της Τουρκίας2. Ο στρατός ξηράς αποτελεί μια δύναμη
που διαφυλάττει την άμυνα, τα κυριαρχικά δικαιώματα και την εσωτερική
ασφάλεια της χώρας μας. Η πολεμική αεροπορία, σε διεθνές επίπεδο,
πραγματοποιεί επιχειρήσεις στο διεθνή εναέριο χώρο και στις ανοικτές
θάλασσες, ωστόσο όμως για μικρό χρονικό διάστημα. Επομένως μόνο οι
ναυτικές δυνάμεις δύνανται να επιχειρούν επί μακρόν και σε πολύ μεγάλες
αποστάσεις2. Τα τελευταία 50 χρόνια και ειδικά μετά την ένταξη μας στο
ΝΑΤΟ, αποκτήσαμε μεγάλο αριθμό πολεμικών πλοίων, εκσυγχρονίσαμε το
στόλο μας, επαγγελματοποιήσαμε το προσωπικό και αναβαθμίσαμε την
εκπαίδευση του κ.λπ. Στην επίλυση των προβλημάτων του Αιγαίου οι ναυτικές
μας δυνάμεις αποτέλεσαν το σημαντικότερο μέσο. Παρόλο που στο παρελθόν
βιώσαμε περιόδους πολύ έντονης κρίσης, η ναυτική μας ισχύς ήταν ένας από
τους παράγοντες που δεν δημιουργήθηκε μια σοβαρή σύγκρουση μεταξύ
Τουρκίας και Ελλάδος2.. Ο στόλος των υποβρυχίων μας έχει μεγάλη ισχύ και
το προσωπικό του είναι πολύ καλά εκπαιδευμένο και ικανό. Η Τουρκία διαθέτει
ένα ισχυρό ναρκαλιευτικό στόλο στη ναυτική βάση του Erdek, που
δημιουργήθηκε πρόσφατα (σ.σ. ευρίσκεται στη θάλασσα του Μαρμαρά), με
πολύ σύγχρονα ναρκαλιευτικά και ναρκοθηρευτικά πλοία2. Όταν
αναφερόμαστε στη ναυτική ισχύ δεν πρέπει να σκεφτόμαστε μόνο τις ένοπλες
δυνάμεις, αλλά το σύνολο της ναυτικής μας πολιτικής, της ναυπήγησης
πλοίων, της αλιείας και ναυτιλίας του έθνους2. Η αμφίβια δύναμη των
3
τουρκικών ναυτικών δυνάμεων ίσως είναι η μεγαλύτερη της Μεσογείου.
Διαθέτουμε μια Ταξιαρχία Πεζοναυτών και τα απαραίτητα αποβατικά και
αρματαγωγά πλοία για να τη μεταφέρουν. Επίσης, υπάρχει σε εξέλιξη το
πρόγραμμα ναυπήγησης του πλοίου LSD, το οποίο θα μπορεί να μεταφέρει
ένα τάγμα πεζοναυτών με τον εξοπλισμό του και 7-9 ελικόπτερα. -ς εκ τούτου,
οι ναυτικές μας δυνάμεις διαθέτουν μια επιχειρησιακή δύναμη που μπορεί να
συμμετάσχει σε εθνικές και συμμαχικές επιχειρήσεις σε μεγάλες αποστάσεις2
Η Τουρκία δίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στη δημιουργία ναυτικών βάσεων. Το πιο
χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ναυτική βάση του Aksaz, απ’ όπου
μπορούμε να φθάσουμε στις ανοικτές θάλασσες σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Εν γένει, υπάρχει μια συνεχής δραστηριότητα στο θέμα των βάσεων. Κατόπιν
των παραπάνω, διαπιστώνουμε ότι οι τουρκικές ναυτικές δυνάμεις έχουν την
ικανότητα να καλύψουν τις ανάγκες της Τουρκίας, όπως π.χ. η διαφύλαξη της
σταθερότητας στην περιοχή μας, η προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων
στη Μεσόγειο ή ακόμη εάν αποσκοπούμε σε μια ηγετική θέση στη Ευρωπαϊκή
Ένωση ως μέλος αυτής2. Πρέπει να προγραμματίσουμε την απόκτηση
αεροπλανοφόρου για τους εξής λόγους: πρώτον, αυτό θα εξασφαλίσει πολύ
μεγάλο γόητρο στις ναυτικές μας δυνάμεις, οι οποίες αποτελούν βασικό μέσο
υποστήριξης της εξωτερικής μας πολιτικής. Δεύτερον, θα μειωθούν οι
επιχειρησιακές δαπάνες δεδομένου ότι το αεροπλανοφόρο θα μεταφέρει
αεροσκάφη κάθετης απονήωσης και ελικόπτερα. Τρίτον, ένα αεροπλανοφόρο
14.000 τόνων, όπως της Ταϋλάνδης, μαζί με τις φρεγάτες που θα το
συνοδεύουν θα αποτελούν μία ναυτική δύναμη που θα έχει το δικαίωμα λόγου
και την ικανότητα ανάληψης διοικήσεως στα πλαίσια συμμαχικών δυνάμεων2.
Μια ναυτική δύναμη υποστηρίζεται με τη δημιουργία βάσεων και τον
ανεφοδιασμό στη θάλασσα. Πέραν τούτου, δεν είναι δυνατόν τον 21ο αιώνα να
διεξαχθεί μια ναυτική επιχείρηση χωρίς την απαραίτητη αεροπορική
υποστήριξη. Φυσικά, θα πρέπει τα μέσα της αεροπορικής υποστήριξης,
συμπεριλαμβανομένων και των μαχητικών αεροσκαφών, να ανήκουν οργανικά
στις ναυτικές δυνάμεις. Τούτο όμως έχει άμεση εξάρτηση από την οικονομική
κατάσταση2. Η Μεσόγειος είναι μια θάλασσα ιδιαίτερης σημασίας για την
Τουρκία. Εκτός από την πολιτική και εμπορική της αξία, σημαντική είναι η
ασφάλεια των θαλασσίων διαδρόμων και ο έλεγχος της θαλάσσιας
κυκλοφορίας λόγω της μεταφοράς των προϊόντων ενέργειας2.»
Το θέμα της απόκτησης αεροπλανοφόρου από την Τουρκία δεν είναι κάτι
καινούργιο. Συγκεκριμένα:
• Στις 14-10-1995 το τουρκικό περιοδικό Αksiyon σε άρθρο του με τίτλο: «Η
Τουρκία υποχρεούται να αποκτήσει αεροπλανοφόρο» γνωστοποίησε ότι η
Διοίκηση των Τουρκικών Ναυτικών Δυνάμεων συνέταξε μια έκθεση
προκειμένου ο τουρκικός στόλος να αποκτήσει ένα αεροπλανοφόρο εν
4
όψει των συνεχώς μεταβαλλόμενων διεθνών συνθηκών ασφαλείας και του
δόγματος θαλασσίων επιχειρήσεων εναντίον της Ελλάδος.
• Στις 13-4-1998 η τουρκική εφημερίδα Milliyet σε άρθρο της ανέφερε τα
εξής: «Πιστεύεται ότι σύντομα η Τουρκία θα περιλαμβάνεται μεταξύ των 8
χωρών που αποτελούν το κλαμπ των χωρών που διαθέτουν
αεροπλανοφόρα. Ένα αεροπλανοφόρο χαμηλού κόστους 10.000-15.000
τόνων θα προσδώσει στη χώρα που το διαθέτει μια μεγάλη ισχύ, θα
εξασφαλίσει την επίδειξη της σημαίας του στόλου της στις ανοικτές
θάλασσες, θα της εξασφαλίσει μια θέση μεταξύ των μεγάλων κρατών, ο
λόγος της θα ακούγεται από τη διεθνή κοινότητα, θα αυξηθεί η εκτίμησή της
και θα λαμβάνονται υπόψη οι θέσεις της.»
• Στις 3-4-2011 ο υποδιευθυντής της Γενικής Διεύθυνσης Ναυπηγείων του
Τουρκικού υφυπουργείου Ναυτιλίας Mustafa Kizilkaya, σχετικά με τις
δυνατότητες της Τουρκίας να ναυπηγήσει αεροπλανοφόρο, ανέφερε τα
εξής: «Μέχρι το 2003 στην Τουρκία υπήρχαν 37 ναυπηγεία, ενώ τώρα
υπάρχουν 70. Εάν συνυπολογίσουμε και τα 56 ναυπηγεία που
κατασκευάζονται, τότε ο συνολικός αριθμός τους θα ανέλθει στα 126. Με
την επάρκεια που διαθέτουμε σε εργατικό δυναμικό και σε ικανότητες στον
τομέα της ναυπήγησης πλοίων θα μπορούσαμε να κατασκευάσουμε
αεροπλανοφόρο. Απλώς περιμένουμε το πρόγραμμα (σ.σ. εννοεί την
επίσημη εξαγγελία απόκτησης αεροπλανοφόρου). Παγκοσμίως υπάρχουν
23 αεροπλανοφόρα, ενώ σχεδιάζεται η ναυπήγηση 6 επιπλέον. Τα πιο
μεγάλα πλοία έχουν μήκος 300 μ. και πλάτος 50 μ. Η δεξαμενή του
στρατιωτικού ναυπηγείου μας στο Penkik της Κωνσταντινούπολης έχει
μήκος 300 μ. και πλάτος 70 μ. Στα ναυπηγεία μας στην Καλλίπολη
συνεχίζονται τα έργα κατασκευής δύο δεξαμενών που θα έχουν μήκος 440
μ. και πλάτος 76 μ. Επιπλέον, ο ναυπηγικός τομέας, ο οποίος διαθέτει την
τεχνολογία και τη δυναμική να κατασκευάσει αεροπλανοφόρο, μέχρι σήμερα
πραγματοποίησε τη ναυπήγηση για αμυντικούς σκοπούς, αξίας 980 εκατ.
Τ.Λ., δύο πλοίων της ακτοφυλακής μήκους 35,5 μ., δύο ταχέων σκαφών
μήκους 35,5 μ., έξι σκαφών περιπολίας και τεσσάρων σκαφών της
ακτοφυλακής. Ο τομέας της τουρκικής ναυτιλίας στον σημείο που έφθασε,
δεν περιορίζεται μόνο σ’ αυτά τα πλοία.»
• Στις 7-5-2011 η τουρκική εφημερίδα Sabah δημοσίευσε συνέντευξη του
επικεφαλής στο υφυπουργείο Αμυντικής Βιομηχανίας Murad Bayar, ο
οποίος ανέφερε τα εξής: «LΠροκειμένου η Τουρκία να γίνει μια ισχυρή
περιφερειακή δύναμη δεν έχει σημασία εάν έχει τη δυνατότητα να
ναυπηγήσει αεροπλανοφόρο, αλλά εάν υπάρχει η ανάγκη απόκτησής του,
δεδομένου ότι:
Το κόστος απόκτησης του είναι πολύ υψηλό.
Απαιτούνται ειδικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις συντήρησής του.
Για μια επιχειρησιακή του αποστολή απαιτείται η συνοδεία τουλάχιστον
δύο φρεγατών, ενός υποβρυχίου, τεσσάρων πυραυλακάτων, αριθμού
5
ελικοπτέρων συμβατικής υποστήριξης, ενός πλοίου ανθυποβρυχιακού
πολέμου, ενός πλοίου αεράμυνας, ενός πετρελαιοφόρου και 40
αεροσκαφών που θα έχουν τη δυνατότητα προσνήωσης-απονήωσης σε
αεροπλανοφόρο.
Επίσης, πέραν των παραπάνω θα πρέπει να λάβουμε υπόψη και το
προσωπικό που απαιτείται, 1.000-5.000 άτομα ανάλογα με το μέγεθος του
αεροπλανοφόρου.»
• Στις 27-2-2012 η τουρκική εφημερίδα Radikal αναδημοσίευσε άρθρο της
εφημερίδας Τakvim, όπου ο Αμερικανός δημοσιογράφος Seymour Hersh
γνωστοποίησε ότι: «LΜετά το 2007 η Τουρκία εισήλθε σε μία νέα τροχιά
και έχει λόγο σε περιφερειακό επίπεδο. Η Τουρκία που αποτελεί μια
περιφερειακή δύναμη, έκανε πολύ σημαντικά βήματα στο στρατιωτικό τομέα
για να γίνει μια παγκόσμια δύναμη. Η μόνη αδυναμία της είναι ότι δεν
διαθέτει αεροπλανοφόρο, όμως δραστηριοποιήθηκε για να το αποκτήσει.».
Επίσης, ο Hersh ανέφερε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Αγγλία, η Γερμανία,
η Ρωσία, η Γαλλία και η Ιταλία είναι πολύ ενοχλημένες διότι η Τουρκία έχει
λόγο σε περιφερειακό επίπεδο και ότι το επόμενο έτος θα είναι πολύ
κρίσιμο διότι θα διαγραφεί το μέλλον των χωρών για τα επόμενα τριάντα
χρόνια.
Οι κύριες επιχειρησιακές περιοχές της τουρκικής ναυτικής και αεροπορικής
ισχύος είναι το Αιγαίο, η Μαύρη Θάλασσα και η Μεσόγειος. Ειδικότερα δε, για
το κενό που υποτίθεται ότι δημιουργεί η έλλειψη αεροπλανοφόρου στις
περιοχές αυτές, θα πρέπει να τονισθεί ότι αυτό καλύπτεται από τα 7
αεροσκάφη ΚΤC-135R εναερίου ανεφοδιασμού που διαθέτουν οι τουρκικές
αεροπορικές δυνάμεις. Συγχρόνως, θα πρέπει να επισημανθεί ο
προβληματισμός του Μurat Bayar (σ.σ. θεωρείται ένας από τους στενούς
συνεργάτες του Ερντογάν) για το εάν υφίσταται η αναγκαιότητα απόκτησης
αεροπλανοφόρου, ο οποίος απ’ ότι φαίνεται δεν ασπάζεται πλήρως τις
απόψεις των Τούρκων ναυάρχων. Αν βέβαια στους προβληματισμούς του
Bayar προστεθεί και ο χρόνος επιχειρησιακής διαθεσιμότητας του
αεροπλανοφόρου, μετά από 6-7 χρόνια, οπότε σύμφωνα με τις εκτιμήσεις θα
έχει διαγραφεί και το μέλλον των εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο, τότε η
απόκτηση ενός πλοίου της κατηγορίας αυτής από τις τουρκικές ναυτικές
δυνάμεις πιθανόν να είναι ετεροχρονισμένη. Όμως, η αναφορά του θέματος
απόκτησης αεροπλανοφόρου, από τον νυν και έναν πρώην αρχηγό των
τουρκικών ναυτικών δυνάμεων, ένα υψηλόβαθμο στέλεχος του τουρκικού
υφυπουργείου Ναυτιλίας και τον επικεφαλής του υφυπουργείου Αμυντικής
Βιομηχανίας θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο συνεχούς και ψύχραιμης
παρακολούθησης χωρίς υπερβολές. Τέλος, θα πρέπει να συνυπολογισθεί το
γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Αγγλία, η Γερμανία, η Ρωσία, η Γαλλία
και η Ιταλία θα αντιμετωπίσουν αρνητικά μια τέτοια κίνηση των Τούρκων διότι
θα αισθανθούν ότι μειώνεται και κατ’ επέκταση απειλείται η ισχύς τους στη
6
Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή και στη Βόρειο Αφρική, δεδομένου ότι η
Τουρκία τα τελευταία χρόνια καταδεικνύει μια αλαζονική συμπεριφορά
επέκτασης της πολιτικής, πολιτιστικής, οικονομικής και στρατιωτικής της
επιρροής στις εν λόγω περιοχές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου