Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1922. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1922. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 10 Αυγούστου 2021

10 Αυγούστου 1920: Σέβρες, η συνθήκη της “Μεγάλης Ελλάδος” των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών

Υπογράφεται στο δημαρχείο της γαλλικής πόλης των Σεβρών (Sèvres) η ομώνυμη συνθήκη με την οποία διαμελιζόταν η Οθωμανική αυτοκρατορία μεταξύ των νικητών του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου.

Βάσει των αποφάσεων της Κοινωνίας των Εθνών, η Μεσοποταμία και η Υπεριορδανία θα τελούσαν προσωρινά υπό βρετανική εντολή μέχρι να οργανωθεί ο κρατικός κορμός που θα τους επέτρεπε να αποκτήσουν την λειτουργική τους ανεξαρτησία. Το ίδιο συνέβη με τις περιοχές Συρίας-Λιβάνου που περνούσαν υπό γαλλική αντίστοιχα εντολή.

Παράλληλα, περιοχές επιρροής και ελέγχου αποκτούσαν οι Γάλλοι στην Νοτιοανατολική Μικρά Ασία, οι Ιταλοί στην Νοτιοδυτική και οι Έλληνες στην Δυτική (περιοχές Σμύρνης-Αϊδινίου). Η περιοχή της Κωνστνατινούπολης τασσόταν υπό διεθνή έλεγχο με απόλυτη αποστρατικοποίηση των Στενών που επέτρεπαν την ελευθερη πλεύση πλοίων όλων των εθνών. Τα σημαντικότερα λιμάνια της πρώην μεγάλης αυτοκρατορίας ανακηρύσσονταν ελεύθερες ζώνες εμπορίου (Κωνσταντινούπολη, Χαϊδάρ πασά, Σμύρνη, Αλεξανδρέτα, Χάιφα, Βασόρα και Βατούμι).

η τουρκική αντιπροσωπεία στις Sevres

Με ειδικές ελληνο-ιταλικές συμφωνίες η Ελλάδα θα αναλάμβανε την περιοχή της Βορείου Ηπείρου, των Δωδεκανήσων (πλην Ρόδου-Καστελορίζου που θα παραχωρούνταν σε αυτήν αν και εφόσον ολοκληρωνόταν η παραχώρηση της Κύπρου από τη Βρετανία στην Ελλάδα). Τέλος, στην Ελλάδα παραχωρούνταν τα νησιά της Ίμβρου και της Τενέδου, τα νησιά της θάλασσας του Μαρμαρά και η Ανατολική Θράκη. Επιπλέον, η Αρμενία, το Κουρδιστάν και η Χετζάζ (σημ. Σαουδική Αραβία) καθίσταντο ανεξάρτητα.

Η συνθήκη, αν και χαιρετίστηκε από πολλούς ως δίκαιη και απαρχή μιας νέας περιόδου ελευθερίας και ανεξαρτησίας των εθνών, δεν κυρώθηκε από τα εθνικά κοινοβούλια και ξεπεράστηκε τελικά από τις εξελίξεις στη Μικρά Ασία, την επικράτηση των εθνικιστών της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης και την υπογραφή μιας σειράς νέων συμφωνιών (συνθήκες της Μόσχας, του Αλεξανδρόπολ, του Καρς, της Άγκυρας και τελικά των Μουδανιών και της Λωζάννης). 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "10 Αυγούστου 1920: Σέβρες, η συνθήκη της “Μεγάλης Ελλάδος” των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών"

Σάββατο 24 Απριλίου 2021

Γενοκτονία Αρμενίων: Η φρικιαστική εξόντωση ενός λαού που η Τουρκία θέλει να ξεχάσουμε

 

 Γενοκτονία-Αρμενίων-(1)

Εκατόν έξι χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τις 24 Απριλίου 1915, που έχει θεσμοθετηθεί ως ημέρα μνήμης της Αρμενικής γενοκτονίας.

Ήταν η πρώτη γενοκτονία του 20ου αιώνα, με τη συστηματική εξόντωση ενάμισυ εκατομμυρίου ανθρώπων από τις Οθωμανικές αρχές την τριετία 1915-1918. Υπήρξε ο προάγγελος του Εβραϊκού Ολοκαυτώματος, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Στα τέλη του 19ου αιώνα, οι Αρμένιοι, ένας πανάρχαιος χριστιανικός λαός της Εγγύς Ανατολής, μοιράζονταν μεταξύ της Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Στην τσαρική Ρωσία ζούσαν κάτω από ένα σχετικά ανεκτικό καθεστώς (αν και δεν έλειπαν μαζικοί εκρωσισμοί), αλλά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία υφίσταντο παντός είδους διωγμούς, όπως και οι άλλοι χριστιανικοί λαοί της αυτοκρατορίας (Έλληνες, Ασσύριοι κλπ).

Με την ανάδυση των εθνικισμών, ο Σουλτάνος τούς υποπτευόταν για αποσχιστικές τάσεις, ενώ και οι Ρώσοι, που εποφθαλμιούσαν εδάφη του «μεγάλου ασθενούς», υπέθαλπαν τις όποιες φιλοδοξίες τους. Έτσι, ο Αβδούλ Χαμίτ Β’ δεν δίστασε να προβεί σε άγριους διωγμούς εναντίον των Αρμενίων της επικράτειάς του, με αποκορύφωμα τις σφαγές στο Σασούν (1894), τις μαζικές εκτελέσεις της διετίας 1895-1896, που στοίχισαν τη ζωή σε 300.000 Αρμενίους.

Η επικράτηση των Νεοτούρκων τον Ιούλιο του 1908, παρά τις αρχικές ελπίδες που γέννησε, δεν άλλαξε την κατάσταση για τους χριστιανούς της αυτοκρατορίας. Αντί για τον σεβασμό των συνθηκών και την πραγμάτωση των μεταρρυθμίσεων, όπως είχε υποσχεθεί, το νέο καθεστώς προέβη σε νέους διωγμούς των Αρμενίων τον Απρίλιο του 1909 στα Άδανα και την ευρύτερη περιοχή της Κιλικίας.

Η συστηματική, όμως, εξόντωση των Αρμενίων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγινε κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν ο σουλτάνος και ο τσάρος βρέθηκαν σε διαφορετικά στρατόπεδα. Το σχέδιο του Υπουργού Εσωτερικών, Ταλαάτ Πασά, μπήκε σε εφαρμογή στις 24 Απριλίου του 1915, με τη σύλληψη 250 επιφανών Αρμενίων στην Κωνσταντινούπολη, οι οποίοι εκτελέστηκαν το ίδιο βράδυ.

Η 24η Απριλίου έχει καθιερωθεί ως Ημέρα Μνήμης για την Αρμενική Γενοκτονία και τιμάται κάθε χρόνο από την Αρμενική διασπορά.

Αμέσως μετά άρχισαν ομαδικές σφαγές του αρμενικού λαού στην Ανατολική Μικρά Ασία. Χαρακτηριστικό είναι το τηλεγράφημα του Ταλαάτ στις 28 Απριλίου 1915 προς τους νομάρχες των περιοχών αυτών: «Αποφασίσθηκε να τεθεί τέρμα στο ζήτημα των Αρμενίων με εκτόπισίν τους στις ερήμους και την εξόντωση αυτού του ξενικού στοιχείου».

Έως το 1918 πάνω από ενάμισυ εκατομμύριο Αρμένιοι έχασαν τη ζωή τους ή αναγκάστηκαν να εκπατριστούν.

Η γενοκτονία του 1915 παρέμεινε ατιμώρητη από τη διεθνή κοινότητα, παρότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία, ως σύμμαχος των Κεντρικών Δυνάμεων, βρισκόταν στους ηττημένους του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Αδόλφος Χίτλερ τη χρησιμοποίησε ως παράδειγμα για να δικαιολογήσει το Εβραϊκό Ολοκαύτωμα. «Ποιος μιλάει σήμερα για τον αφανισμό των Αρμενίων;» διερωτήθηκε το 1939.

Η Αρμενική Γενοκτονία ήταν εν γνώσει των Γερμανών, συμμάχων των Οθωμανών στον Μεγάλο Πόλεμο, οι οποίοι όμως επέβαλαν καθεστώς λογοκρισίας στην πατρίδα τους. Ο μόνος πολιτικός που προσπάθησε μάταια να καταγγείλει την εξόντωση των Αρμενίων ήταν ο σοσιαλδημοκράτης Καρλ Λίμπκνεχτ, μετέπειτα ιδρυτής του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, στις 11 Ιανουαρίου 1916. Η ιστορική έρευνα έχει φέρει στο φως ντοκουμέντα ότι οι Γερμανοί ενθάρρυναν τους Οθωμανούς στην εξόντωση των Αρμενίων, επειδή τους θεωρούσαν προσκείμενους στους Ρώσους.

Μόλις το 2015 η Γερμανία υπαναχώρησε από τη σταθερή μέχρι τώρα άρνησή της να χρησιμοποιήσει τον όρο «γενοκτονία» για την εξόντωση των Αρμενίων από τους Οθωμανούς Τούρκους, υποκύπτοντας στις πιέσεις βουλευτών.«Η σφαγή των Αρμενίων πριν από 100 χρόνια υπήρξε γενοκτονία, το κλασικό παράδειγμα εθνοκάθαρσης, μαζικής καταστροφής και απέλασης», δήλωσε ο πρόεδρος της Γερμανίας Γιοακίμ Γκάουκ, κατά την διάρκεια επιμνημόσυνης δέησης που έγινε σε ναό του Βερολίνου στις 23 Απριλίου.

Σκοπός  των Τούρκων ήταν να “εξαφανίσουν” τον χριστιανικό λαό που ζούσε στην Ανατολική Μικρά Ασία, περίπου 2 εκατομμύρια Αρμένιοι. Οι Τούρκοι εκτόπισαν τους Αρμένιους, και τους ανάγκασαν σε εξαντλητικές πορείες θανάτου μέσα στην έρημο.

Πυροβολούσαν όσους σταματούσαν να περπατούν και τους βασάνιζαν. Μάλιστα, οι Τουρκική κυβέρνηση είχε ορίσει “τάγματα σφαγής”, εγκληματίες που ανέλαβαν να εξοντώσουν το χριστιανικό στοιχείο. Λεηλάτησαν τα χωριά τους, όπου εγκατέστησαν μουσουλμανικές οικογένειες.

Παράλληλα έστειλαν τις γυναίκες σε χαρέμια και όσες δεν αλλαξοπίστησαν τις βίαζαν και στη συνέχεια τις παλούκωναν .

Σκότωναν όσους Αρμένιους έβρισκαν στον δρόμο τους και απήγαγαν τα παιδιά τους, τα οποία προσηλύτισαν στο Ισλάμ.

Υπολογίζεται ότι τρία χρόνια μετά είχαν πεθάνει 1,5 εκατομμύριο Αρμένιοι, ενώ σύμφωνα με τους Τούρκους έχασαν τη ζωή τους περίπου 600-700 χιλιάδες άνθρωποι.

Το σίγουρο είναι ότι μετά τις εκκαθαρίσεις των Νεότουρκων είχαν επιβιώσει μόλις 388.000 Αρμένιοι.

 

Παρά τις ανηλεείς διώξεις τους στα τέλη 19ου και αρχές 20ου αιώνα που έχουν ως αποτέλεσμα 150.000 σφαγιασθέντες και άγνωστο αριθμό βίαια εξισλαμισμένων, οι Αρμένιοι πιστεύουν ότι οι διωγμοί τους αποτελούν μεμονωμένη πολιτική του διεφθαρμένου σουλτάνου Αβδούλ Χαμμίτ Β και όχι εθνική στρατηγική.

Έτσι, εντάσσονται στο κίνημα των Νεότουρκων που παίρνει την εξουσία του 1908, επαναφέροντας  το Σύνταγμα του 1876 που αναγνωρίζει αυξημένα δικαιώματα στις μειονότητες και διακηρύττει τις αρχές της ισότητας και του σεβασμού όλων των θρησκευτικών μειονοτήτων.

Ακόμα και οι νέες σφαγές 15.000 Αρμενίων στα Άδανα το 1909, αποδίδονται σε ανθρώπους του παλαιού καθεστώτος.

Το τραγικό μέλλον Αρμενίων και  Ελλήνων της περιοχής κρίνεται το 1911, όταν στο συνέδριο των Νεότουρκων στη Θεσσαλονίκη χαράσσεται η στρατηγική της οθωμανοποίησης όλων των υπηκόων της παρακμάζουσας αυτοκρατορίας με την, με κάθε τρόπο, εξαφάνιση όλων των μειονοτήτων της επικράτειας.

Το τηλεγράφημα του υπουργού Εσωτερικών της εποχής Μεχμέτ Ταλαάτ Πασά, στις 13 Σεπτεμβρίου 1915, είναι ενδεικτικό αυτής της αντίληψης: «Σύμφωνα με προγενέστερη κοινοποίηση η κυβέρνηση έχει αποφασίσει την ολοσχερή εξόντωση των διαβιούντων στη Χώρα Αρμενίων.

Πας όστις ήθελε αντιταχθεί στη διαταγή αυτή δεν μπορεί πλέον ν’ αποτελεί μέρος της διοίκησης.

Άνευ ουδεμίας διάκρισης για τις γυναίκες, τα παιδιά και τους αναπήρους, οσονδήποτε τραγικά κι αν είναι τα μέσα εξόντωσης και αφού καταπνιγεί η φωνή της συνειδήσεως πρέπει να τεθεί τέρμα στην ύπαρξή τους».

Η «ευκαιρία» πραγματοποίησης αυτού που μερικά χρόνια αργότερα θα ονομαστεί «εθνοκάθαρση», δίνεται στην Τουρκία με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου όταν, με άλλοθι την εθελοντική συμμετοχή κάποιων Αρμενίων στον πόλεμο στην πλευρά των Σοβιετικών, αρχικά στοχοποιείται όλος ο Αρμενικός πληθυσμός ως προδότες.

Μέσα σε λίγες ημέρες δολοφονείται πολιτική και θρησκευτική του ηγεσία,  αφοπλίζονται οι στρατιώτες του, ενώ αρχίζουν οι ατέλειωτες πορείες αμάχων στις νοτιοανατολικές ερήμους της χώρας.

Υπολογίζεται ότι σε αυτές τις πορείες θανάτου που ξεκινούν τον Απρίλιο του 1915 και συνεχίζονται μέχρι το τέλος του 1916, χάνουν τη ζωή τους περίπου ενάμιση εκατομμύριο Αρμένιοι, που αποτελούν σχεδόν το 70% του συνολικού πληθυσμού τους εκείνη την εποχή στην Τουρκία.

Κάποιοι επιλέγουν τον εξισλαμισμό από τη ζωή τους, ενώ πολλοί απ’ όσους φυγαδεύονται στην Ρωσία, χάνουν την ζωή τους από κακουχίες και τις εκεί διώξεις.

Με το αρμενικό πρόβλημα «λυμένο», η Τουρκία μπορεί πλέον να ασχοληθεί απερίσπαστη με τους ελληνικούς πληθυσμούς της περιοχής, όπου ή ιδία φιλοσοφία και μεθοδολογία, οδηγεί στο ίδιο φρικτό αποτέλεσμα…

πηγη

https://www.pentapostagma.gr/politismos/istoria/7006255_genoktonia-armenion-i-frikiastiki-exontosi-enos-laoy-poy-i-toyrkia
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Γενοκτονία Αρμενίων: Η φρικιαστική εξόντωση ενός λαού που η Τουρκία θέλει να ξεχάσουμε"

Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2017

Γιατί ηττηθήκαμε στην Μικρά Ασία!!

 Ένα Αναπάντητο Ερώτημα---



---Του Δρ. Σπυρίδωνος Πλακούδα*---

Ο Αύγουστος αποτελεί τον «μαύρο» μήνα του Ελληνισμού εξαιτίας δύο επετείων: της Μάχης του Αφιόν Καραχισάρ το 1922 (και κατ΄ επέκταση, της ήττας της Ελλάδας στην Μικρασιατική Εκστρατεία) και τον Αττίλα ΙΙ στην Κύπρο το 1974. Οι δύο επέτειοι σηματοδοτούν το τέλος της Μεγάλης Ιδέας και τη δραστική περιστολή του Ελληνισμού εντός των στενών ορίων του καχεκτικού νεοελληνικού κράτους από τον Έβρο έως το Καστελόριζο.

Παρά ταύτα, δεν έχουν έως σήμερα εξαχθεί τα κατάλληλα διδάγματα για τις επονείδιστες ήττες του Ελληνισμού· ακριβέστερα, απουσιάζει μια εις βάθος μελέτη ως προς τα αίτια της ήττας μας στην Μικρά Ασία και την Κύπρο υπό το πρίσμα της υψηλής στρατηγικής. 
Τουναντίον, τα αναρίθμητα έργα (εκ των οποίων τα πλείστα αποτελούν πρωτογενείς πηγές όπως αυτοβιογραφίες και ημερολόγια) είτε διαπνέονται από άκρατη συνωμοσιολογία (πως δηλαδή οι «κακοί ξένοι» ευθύνονται αποκλειστικώς για τις εν λόγω ήττες) και/ή αυτομαστίγωση (πως δηλαδή ο δαίμων της διχόνοιας προεξοφλεί την ήττα για την Ελλάδα) είτε αποδίδουν μια υπερβολική έμφαση σε τακτικής φύσεως ζητήματα (πως δηλαδή θα είχε εξελιχθεί ο πόλεμος εάν η αεροπορία είχε δράσει κτλ).
 Με βάση την θεωρία της υψηλής στρατηγικής, θα ελεγχθούν ένα προς ένα τα «κριτήρια» περί της ορθότητας μιας υψηλής στρατηγικής ώστε να απαντηθεί το εξής ουσιαστικό ερώτημα: γιατί η Ελλάδα ηττήθηκε το 1922.
Τα Αίτια της Ήττας στην Μικρά Ασία
Οι περισσότεροι στην Ελλάδα (επιστήμονες και μη) υποκύπτουν στον πειρασμό (εν πολλοίς ένεκα των πολιτικών πεποιθήσεών τους υπέρ ή εναντίον του Βενιζέλου) να εξετάζουν τον Μικρασιατικό Αγώνα αποσμασματικά και υποκειμενικά: δηλαδή, ερευνούν εάν η ήττα ήταν προεξοφλημένη (άρα «χρεώσιμη» στον Βενιζέλο) λόγω των αρνητικών συσχετισμών ισχύος (στρατός, πληθυσμός κτλ.) ή εάν οφειλόταν στην υπερεξάπλωση μετά τον Νοέμβριο του 1920 (άρα «χρεώσιμη» στους αντιβενιζελικούς).
 Ορισμένοι, βέβαια, εξετάζουν εάν οι όροι της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάνης ήταν απευκταίοι. Παρά ταύτα, δεν εξετάζεται η υψηλή στρατηγική αυτή καθεαυτή της Ελλάδας στον Μικρασιατική Εκστρατεία[1].
Ως υψηλή στρατηγική (grand strategy) ή στρατηγική ορίζεται, εν συντομία, το τρίπτυχο «ends, ways, means»[2]· δηλαδή, πως ένα κράτος χρησιμοποιεί τα διαθέσιμα μέσα (means) κατά μοναδικούς τρόπους (ways) ώστε να υλοποιήσει τους υπέρτατους στόχους του (ends) εν καιρώ ειρήνης ή πολέμου. 
Όπως ο μέγας θεωρητικός της στρατηγικής Κλαούζεβιτζ δήλωσε αξιωματικά, ο στόχος πρέπει να είναι πολιτικός και ρεαλιστικός. Ποιος ήταν, λοιπόν, ο στόχος της Ελλάδας κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία; Ήταν ο εν λόγω στόχος πολιτικός και ρεαλιστικός;
Η Ελλάδα, κατόπιν έκτακτης πρόσκλησης των Αγγλο-Γάλλων, αποβίβασε μια ισχνή εκστρατευτική δύναμη στη Σμύρνη το 1919 για την τήρηση του νόμου και της τάξης εν αναμονή της συνθήκης ειρήνης. Ούτε καν τα όρια της ζώνης κατοχής («εντολής» κατά την ορολογία της εποχής) της Ελλάδας στη δυτική Μικρά Ασία δεν είχαν αποφασισθεί. 
Εξ αρχής η παγίωση της ελληνικής εξουσίας στη διαφιλονικούμενη ζώνη συνάντησε ισχυρή αντίσταση από εθνικιστές Τούρκους αντάρτες. Η Ελλάδα απάντησε με ευρείες αντιαντάρτικες επιχειρήσεις το δεύτερο ήμισυ του 1919 που επεξέτειναν τη ζώνη κατοχής της στο βιλαέτι του Αϊδινίου. 
Το θέρος του 1920 η Ελλάδα συνέδραμε τη Βρετανία στην εκστρατεία της εναντίον των εθνικιστών Τούρκων ανταρτών στην Προποντίδα και προωθήθηκε έως τη Νίκαια. 
Ποιος ήταν, λοιπόν, ο στόχος της Ελλάδας κατά την πρώτη φάση του πολέμου; στόχος της Αθήνας ήταν η απώθηση των ανταρτών και, ει δυνατόν, η επέκταση της ζώνης κατοχής – όχι η εξάλειψη ενός αντάρτικου εν τη γενέσει του. Επομένως, η Αθήνα δρούσε με οδηγό την τακτική – όχι την υψηλή στρατηγική. Αν και ισχυρότερη στρατιωτικά, η Ελλάδα αδυνατούσε να ειρηνεύσει τη δυτική Μικρά Ασία. Αφού υπήρχε μια ενδοχώρα φιλική προς τους αντάρτες, οι διαρκείς εκκαθαριστικές επιχειρήσεις της Ελλάδας παρήγαν αποτελέσματα μόνο προσωρινού χαρακτήρα.
Τον Ιούλιο του 1920, υπογράφεται η Συνθήκη Ειρήνης των Σεβρών που επιδικάζει στην Ελλάδα, συν τοις άλλοις, τη Ζώνη της Σμύρνης υπό καθεστώς «εντολής». Η συνθήκη, εν ολίγοις, επικυρώνει de jure τις κατακτήσεις de facto της Ελλάδας στη δυτική Μικρά Ασία.
 Όμως η συνθήκη δεν αναγνωρίζεται από τον Κεμάλ Ατατούρκ – τον ηγέτη των εθνικιστών Τούρκων ανταρτών. Ήδη από τον Μάιο του 1919 ο Κεμάλ αψηφά τις αποφάσεις των νικητών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και οργανώνει την αντίσταση εναντίον τους σε τέσσερα μέτωπα: ανατολικά (εναντίον των Αρμενίων), νότια (εναντίον των Γάλλων και Αρμενίων της Κιλικίας), δυτικά (εναντίον των Ελλήνων και Βρετανών) και, τέλος, βόρεια (εναντίον των αυτονομιστών Ελλήνων ανταρτών στον Πόντο). 
Γιατί η Αθήνα δεν ανέλαβε νωρίτερα μια αποφασιστική εκστρατεία εναντίον του Κεμάλ ενόσω ο ίδιος δεν είχε ακόμη ισχυροποιηθεί ουσιαστικά; Eξαιτίας δύο κύριων παραγόντων: α) μόλις τον Δεκέμβριο του 1919 ο Ατατούρκ σταθεροποίησε την εξουσία του ως ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης της αντίστασης εναντίον του Σουλτάνου και των Συμμάχων και β) η Ελλάδα υποτίμησε τον Κεμάλ ως στρατιωτικό ηγέτη. 

Ο Κεμάλ, όμως, είχε ήδη αποδείξει την αξία του στα πεδία της μάχης της Λιβύης (κατά τον Ιταλο-Τουρκικό Πόλεμο του 1911) και της Καλλίπολης (κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο). Οπότε η Ελλάδα διέπραξε ένα τραγικό σφάλμα: δεν εξουδετέρωσε το αντάρτικο του Κεμάλ εν τη γενέσει του – όπως διατείνονται οι διαπρεπείς στρατιώτες-φιλόσοφοι (π.χ. Sir Robert Thompson, David Galula κτλ.).[3]
Η ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 από τους αντιβενιζελικούς οδηγεί στην εντατικοποίηση του αγώνα. Οι μέχρι πρότινος υποστηρικτές του «οίκαδε» υιοθέτησαν μια στρατηγική εκμηδένισης (strategy of annihilation): εν ολίγοις, η Ελλάδα θα επιχειρούσε να εξουδετερώσει τον Κεμάλ δια της στρατιωτικής οδού.
 Ο αντικειμενικός σκοπός της Ελλάδας ήταν περιορισμένος: η καταστροφή των Κεμαλικών στρατιωτικών δυνάμεων δια της αποφασιστικής μάχης (decisive battle). Εξ ου η πλάνη της Αθήνας. Πρώτον, η Αθήνα δεν είχε ταυτοποιήσει ορθά το κέντρο βάρους του αντιπάλου. Το κέντρο βάρους δεν ήταν ο στρατός, αλλά ο ίδιος ο Κεμάλ. Η εξόντωσή του και όχι η ήττα του στρατού του θα ήταν ο καταλύτης. Δεύτερον, ο αντικειμενικός σκοπός δεν ήταν ρεαλιστικός αφού η ισορροπία δυνάμεων στα τέλη του 1920 ευνοούσε πλέον τον Κεμάλ. Πώς συνέβη αυτό όμως;
Οι Σύμμαχοι, κατ’ αρχάς, δεν ήταν πρόθυμοι να υποστηρίξουν στρατιωτικά μια τέτοια στρατηγική εκ μέρους της Ελλάδας. Η Ιταλία, ανταγωνιστής της Ελλάδας στην Μικρά Ασία, είχε ήδη συνδιαλλαγεί με τον Κεμάλ.
 Οι Γάλλοι είχαν ηττηθεί στην Κιλικία από τον Κεμάλ και διατηρούσαν μετά δυσκολίας τον έλεγχο επί της Συρίας (λάφυρο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου), ενώ οι Άγγλοι είχαν απορροφηθεί με τον αυτονομιστικό αγώνα της Ιρλανδίας και τις εξεγέρσεις στο Ιράκ. 
Ύστερα από τις εκατόμβες κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Αγγλο-Γάλλοι δεν ήταν ούτε πρόθυμοι ούτε ικανοί να αναλάβουν μια υπερπόντια εκστρατεία υπέρ της Ελλάδας – η οποία, υποτίθεται, δρούσε ως εντολοδόχος των Συμμάχων στην Μικρά Ασία ώστε να μην υποχρεωθούν να εκστρατεύσουν αυτοί. 
Συν τοις άλλοις, η ΕΣΣΔ συμμάχησε με τον Κεμάλ και συνέπηξε ένα κοινό μέτωπο εναντίον τόσο των Αγγλο-Γάλλων (που είχαν επέμβει υπέρ των «Λευκών» κατά τον Ρωσικό Εμφύλιο Πόλεμο) όσο και των Αρμενίων (που αντιδρούσαν στην επέκταση της εξουσίας των Μπολσεβίκων στον Καύκασο). Το 1920, οι Αρμένιοι ηττήθηκαν αποφασιστικά και οι Γάλλοι συμβιβάστηκαν με τον Κεμάλ ενώ το αντάρτικο στον Πόντο υποχωρούσε εξαιτίας των θηριωδιών του Κεμάλ. 
Επιπρόσθετα, η «δύσκολη» γεωγραφία της κεντρικής Μικράς Ασίας (πενιχρό σιδηροδρομικό δίκτυο, υψηλά όρη, μη πλωτοί ποταμοί, αραιός πληθυσμός) και ο υπέρτερος πληθυσμός της Ανατολίας (σε αναλογία 2.5 προς 1) ήταν στην υπηρεσία του Κεμάλ. Συν τοις άλλοις, ο στρατός του Κεμάλ ήταν απείρως ισχυρότερος από ό,τι εσφαλμένα εκτιμούσαν οι επιτελείς του ΓΕΣ στην Αθήνα. Κατ’ αρχάς, ο Οθωμανικός Στρατός είχε ηττηθεί μόνο στο μέτωπο της Συρίας – Παλαιστίνης και της Μεσοποταμίας· ακριβέστερα, η καρδιά της Τουρκίας (Μικρά Ασία και ανατολική Θράκη) δεν είχαν υποστεί εισβολή και οι Τούρκοι προήλαυναν στον Καύκασο έως την υπογραφή της εκεχειρίας στον Μούδρο τον Οκτώβριο του 1918. 
Εν ολίγοις, ο Κεμάλ αναδιοργάνωσε έναν στρατό που δεν είχε εντελώς αποσυντεθεί όπως οι σύμμαχοι στρατοί της Αυστρο-Ουγγαρίας ή Γερμανίας. Χάρη στην υποστήριξη των Μπολσεβίκων, ο Κεμάλ συγκρότησε έναν στρατό υποδεέστερο του Ελληνικού μόνον ως προς τους αριθμούς.
Τρίτον, τα διαθέσιμα εργαλεία προς επίτευξιν του (ήδη μη ρεαλιστικού)στόχου ήταν πενιχρά. Κατ’ αρχάς, ο Εθνικός Διχασμός μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών είχε πλήξει ανεπανόρθωτα την αξία και το ηθικό του στρατεύματος. Η αντικατάσταση των ικανών βενιζελικών αξιωματικών από οπαδούς της αντιβενιζελικής παράταξης προοιωνιζόταν μόνο κακά. Επιπλέον, οι Σύμμαχοι δεν ήταν πρόθυμοι ή ικανοί να υποστηρίξουν μια εκστρατεία της Ελλάδας εναντίον του Κεμάλ.
 Ο τελευταίος μάλιστα είχε ήδη εντυπωσιακά αναβαθμίσει τη διεθνή θέση του, ιδίως εντός του Ισλαμικού Κόσμου όπου εκθειαζόταν ως ένας μοντέρνος «γαζής» (ήτοι, πολεμιστής της Ισλαμικής πίστης). Εν κατακλείδι, το πολιτικό σύστημα της χώρας ταλανιζόταν από διαρκείς κρίσεις (τρεις βραχύβιες κυβερνήσεις μεταξύ Νοεμβρίου 1920 και Σεπτεμβρίου 1922) ενώ η οικονομία παρέπαιε – όπως επίσης το ηθικό της κοινής γνώμης εξαιτίας της χρόνιας κόπωσης.
Όταν, λοιπόν, εκδηλώθηκε η αρχική επίθεση της Στρατιάς της Μικράς Ασίας εναντίον του Κεμάλ στην περιοχή του Εσκί Σεχίρ (Δορυλαίου) τον Ιανουάριο του 1921, η επίθεση αποκρούστηκε.
 Όταν το θέρος του ίδιου έτους η Στρατιά της Μικράς Ασίας εξαπέλυσε την ισχυρότερη επίθεση για την εξόντωση του στρατού του Κεμάλ, απώθησε αλλά δεν εξουδετέρωσε τον αντίπαλο. Παρά τον ηρωισμό των οπλιτών και αξιωματικών της Στρατιάς της Μικράς Ασίας, η τελευταία απέτυχε να εγκλωβίσει και να εξοντώσει τους Κεμαλιστές στην Μάχη της Κιουτάχειας (Ιούλιος 1921) και να διατρήσει την αμυντική περίμετρο των Τούρκων στην Μάχη του Σαγγαρίου (Αύγουστος – Σεπτέμβριος 1922). Παρά ταύτα, τυχόν νίκη στον Σαγγάριο και κατάληψη της Άγκυρας δεν θα είχε ωφελήσει στρατηγικά την Ελλάδα. Ο Κεμάλ, όχι ο στρατός ή η πρωτεύουσά του, ήταν το κέντρο βάρους του εχθρού.
Η Στρατιά της Μικράς Ασίας υποχώρησε από τον ποταμό Σαγγάριο αλλά δεν συμπτήχθηκε πλησίον της Ζώνης της Σμύρνης.
 Η στρατιά παρέμεινε διεσπαρμένη σε τεράστιο πλάτος και ευάλωτη σε τυχόν διείσδυση του εχθρού – όπερ εγένετο έναν χρόνο αργότερα. Αντιλαμβανόμενη τη διαρκώς επιδεινούμενη ισορροπία ισχύος, η Ελλάδα επεδίωξε μια ειρηνική διευθέτηση της σύγκρουσης χάρη σε διαμεσολάβηση των Συμμάχων από τα τέλη του 1921 έως το πρώτο ήμισυ του 1929· μολαταύτα, ο Κεμάλ απέρριπτε τα ειρηνευτικά διαβήματα ιταμώς. Τον Αύγουστο του 1922, η Μάχη του Αφιόν Καραχισάρ σηματοδότησε την αρχή της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Lessons Learned
Αρκετοί ιστορικοί ερίζουν εάν ήταν αναπόφευκτη η απώλεια της ανατολικής Θράκης και των νησιών Ίμβρος και Τένεδος ή εάν μια επίθεση εναντίον της Κωνσταντινούπολης θα ήταν επιτυχής. Οι Σύμμαχοι όμως είχαν ήδη a priori αποδεχθεί την εκκένωση της ανατολικής Θράκης από την Ελλάδα (ερήμην των διπλωματών της Αθήνας) κατά την υπογραφή της ανακωχής στα Μουδανιά τον Σεπτέμβριο του 1920.
 Η Ελλάδα σύστησε τη Στρατιά του Έβρου και σήμανε την πρόθεσή της για επανάληψη των εχθροπραξιών σε περίπτωση αδιαλλαξίας των Τούρκων. Παρά τις περί αντιθέτου εισηγήσεις από στρατιωτικούς όπως ο Πάγκαλος, ο Βενιζέλος δεν ήταν πρόθυμος να αντιπαρατεθεί εκ νέου με τον Κεμάλ δίχως την υποστήριξη των Συμμάχων – πρωτίστως της Βρετανίας. Ως εκ τούτου, η απόφαση για την εκκένωση της ανατολικής Θράκης (και των νησιών Ίμβρος και Τένεδος) ήταν πολιτικής φύσεως, όχι στρατιωτικής[4].
Η κρίση της ανατολικής Θράκης μεταξύ 1922 και 1923 απέδειξε πως η Ελλάδα δεν ήταν σε θέση να αντιπαρατεθεί επί ίσοις όροις εναντίον της Ελλάδας δίχως την υποστήριξη της Δύσης. Ιστορικά, η Ελλάς έχει σημειώσει μόνο ήττες όταν συγκρούεται με τους Τούρκους δίχως την υποστήριξη της Δύσης. 
Ως εκ τούτου, η Μικρασιατική Εκστρατεία μας διδάσκει το εξής: μια υψηλή στρατηγική εναντίον της Τουρκίας προϋποθέτει την εκπόνηση μιας υψηλής στρατηγικής με ρεαλιστικό(ούς) στόχο(υς) και την εξασφάλιση ισχυρών διεθνών συμμαχιών. Η εμπλοκή της Τουρκίας στη δίνη του Κουρδικού Ζητήματος και των περιφερειακών διενέξεων της Μέσης Ανατολής προσφέρει (υπό προϋποθέσεις) την ευκαιρία στην χώρα μας να ανασχέσει τον επεκτατισμό της Τουρκίας στο Αιγαίο Πέλαγος και την Κύπρο και, κατ’ επέκταση, τη διαρκή συρρίκνωση του Ελληνισμού.


*Ο Δρ Σπυρίδων Πλακούδας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Στρατηγικής και Διεθνών Σχέσεων στο American University in the Emirates και Επιστημονικός Συνεργάτης του ΚΕΔΙΣΑ.

[1] Mια φωτεινή εξαίρεση αποτελεί το εξής βιβλίο: Διονύσης Τσιριγώτης: Η Ελληνική Στρατηγική στην Μικρά Ασία 1919-1922 (Αθήνα: Εκδόσεις Ποιότητα, 2010).
[2] Για μια σύνοψη του όρου της υψηλής στρατηγικής, δείτε: Spyridon Plakoudas: «Strategy: Ends, Ways, Means», διάλεξη στο American University in the Emirates, 19/6/2017https://www.academia.edu/33409299/Strategy_Ends_Ways_Means
[3] Περί ανταρτοπολέμου, δείτε: Σπυρίδων Πλακούδας: «Ανταρτοπόλεμος: Το Ορφανό Παιδί της Στρατηγικής», Διακλαδική Επιθεώρηση, Τεύχος 30 (Ιούλιος-Οκτώβριος 2014), σσ. 7-18https://www.academia.edu/33869358/%CE%91%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%81%CF%84%CE%BF%CF%80%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%BF%CF%82_%CE%A4%CE%BF_%CE%9F%CF%81%CF%86%CE%B1%CE%BD%CF%8C_%CE%A0%CE%B1%CE%B9%CE%B4%CE%AF_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%A3%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%B7%CE%B3%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82
[4] Περί της εκκένωσης της ανατολικής Θράκης, δείτε: Γεώργιος Σπέντζος: «Η Στρατιά του Έβρου, οι Ελληνικές Εναλλακτικές και η Συνθήκη της Λωζάννης», Βαλκανικά Σύμμεικτα Τεύχος 16 (2005-2016), σσ. 168-192.
liberal.gr

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Γιατί ηττηθήκαμε στην Μικρά Ασία!!"

Δευτέρα 28 Αυγούστου 2017

Η Ελληνικη Αριστερά συνεργος στην κατάρρευση της Μικρασιατικής Εκστρατειας

Αποκάλυψη Σοκ για το ρόλο της Αριστεράς στην κατάρρευση της Μικρασιατικής Εκστρατειας

Σχετικά με τα αίτια της κατάρρευσης του Μετώπου και την αποχώρηση του Ελληνικού Στρατού κατά την Μικρασιατική εκστρατεία τον Αύγουστο του 1922, είναι βέβαιο ότι «παίχτηκαν» πολλά εις βάρος του Ηρωϊκού Ελληνικού Στρατού που προδόθηκε πανταχόθεν.

Διότι δεν είναι δυνατόν αυτή η εκπληκτική στρατιωτική μηχανή, που από το 1919 είχε εξευτελίσει τους Τούρκους σε όσες μάχες είχαν δοθεί και είχε επιτύχει το ακατόρθωτο, ξαφνικά να αποχωρεί αναίτια, έχοντας φτάσει λίγο έξω από την Άγκυρα.

Ο Ελληνικός Στρατός είχε τόση γενναιότητα, παλικαριά, ανδρεία καί ηρωϊσμό που δεν θα έχανε με τίποτα, παρότι στην όλη προσπάθειά του, είχε μόνο εχθρούς –ξένους και εγχώριους- και κανενός την βοήθεια!…

Έχοντας αφήσει άναυδους τους Τούρκους και όλους τους «πονηρούς» ξένους συμμετέχοντες στις πολεμικές επιχειρήσεις της Μικρασίας, φαντάζει ακατανόητη αυτή η ξαφνική αποχώρηση καί εγκατάλειψη των εδαφών που είχαν ανακτηθεί και απελευθερωθεί μετά από αιώνες.

Αφήνοντας στο έλεος του Θεού εκατομμύρια αθώους αμάχους κάθε ηλικίας Έλληνες Μικρασιάτες και Ποντίους, έρμαια στα γιαταγάνια και τα μαινόμενα στίφη των Τούρκων.

Εκτός τους ραδιούργους «συμμάχους» της Αντάντ που έπαιξαν πολύ βρώμικο ρόλο, υπήρχαν και οι εντός συνόρων προδότες.

Άπλετο «φως» σ’ αυτή την προδοσία που διετελέσθη ώστε να καταρρεύσει το Μέτωπο, ρίχνει ένα πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της εφημερίδας «Ριζοσπάστης» στις 12 Ιουλίου του 1935 (αριθμ. φύλ. 409), παραδεχόμενο ευθέως και ξεδιάντροπα ότι οι Κομμουνιστές είχαν «εργασθεί» δολίως για να φύγει ο Ελληνικός Στρατός από την Μικρασία!!!

Ιδού τι γράφει με τον πιο επαίσχυντο τρόπο:

«…Γι’ αυτό εμείς όχι μόνο δεν λυπηθήκαμε, για την αστικοτσιφλικάδικη ήττα στη Μικρά Ασία, αλλά και την επιδιώξαμε».

Επίσης, το περιοδικό του ΚΚΕ «Νέος Κόσμος» γράφει τον Σεπτέμβριο του 1957 σε άρθρο του Β. Γεωργίου: «…ένας από τους διεθνιστικούς και πατριωτικούς τίτλους που έγραψε στην ιστορία του το νεαρό τότε κόμμα μας (το ΚΚΕ), είναι η κατηγορηματική αντίθεσή του και θαρραλέα πάλη στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο και την εκστρατεία του Σαγγάριου.

Στελέχη, μέλη και οπαδοί του κόμματος, καθώς και στελέχη και μέλη της Ομοσπονδίας των εργατών Ελλάδας, ανέπτυξαν σοβαρή αντιπολεμική δράση στο μέτωπο και στα μετόπισθεν.

Ήταν πράξη επαναστατικού διεθνισμού».

Άκουσον άκουσον!!!

Είναι γεγονός ότι κατά την διάρκεια της Μικρασιατικής εκστρατείας, ήταν έκδηλο κυρίως στην Αθήνα, το μεγάλο μίσος των Κομμουνιστών εναντίον του Βενιζέλου.]

Με συνθήματα κατά του πολέμου, οι Κομμουνιστές προσχώρησαν μεθοδικά, διαβρώνοντας τον Ελληνικό Στρατό, ο οποίος πολεμούσε ενάντια στους Τούρκους και τους υποστηρικτές τους, Γάλλους, Ιταλούς, Αμερικάνους, Γερμανούς, καθώς και τις «πονηρές δολοπλοκίες» των υποτιθέμενων «φίλων» Άγγλων, που όλοι μαζί έπαιζαν ύπουλα και άνανδρα παιχνίδια υπέρ των βρώμικων συμφερόντων τους σε ξένους τόπους.

Οι Κομμουνιστές αξιωματικοί προπαγάνδιζαν με συνωμοτικά αντιβενιζελικά συνθήματα την εξέλιξη του πολέμου και μαζί τους συνεργούσαν στην Μικρασία και οι εργαζόμενοι κομμουνιστές στους σιδηροδρόμους της Αθήνας, οι οποίοι εξορίστηκαν και στάλθηκαν εκεί για να εκτίσουν τιμωρητική ποινή, τοποθετούμενοι βλακωδώς σε καίρια πόστα, ελέγχοντας πολλές καταστάσεις σε εμπιστευτικές θέσεις, τηλεφωνικά κέντρα και μονάδες ανεφοδιασμού, με αποτέλεσμα:

ενώ οι αποθήκες ανεφοδιασμού ήταν γεμάτες τρόφιμα, οι στρατιώτες μας στο Σαγγάριο έτρωγαν κρεμμύδια και ρέγκες μέσα στη ζέστη και τα καλώδια των επικοινωνιών από τα αρχηγεία προς το Μέτωπο ήταν κομμένα, γι’ αυτό και δεν έφταναν ποτέ όλα τα σήματα!

Βρίσκοντας έτσι ευκαιρία οι εξόριστοι… στον πόλεμο, να εκδικηθούν και να τιμωρήσουν τους τιμωρούς τους, εφαρμόζοντας πλήρως την κομματική γραμμή που ήθελε να σαμποτάρει τον πόλεμο την στιγμή που οι Έλληνες στρατιώτες νικούσαν προελαύνοντας ακάθεκτοι.

Οι κομμουνιστές βρήκαν την ευκαιρία να μεταφέρουν παντού προπαγανδιστικό υλικό κατά του πολέμου, το οποίο πέρασε στο Μέτωπο, παρακινώντας και βοηθώντας δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες να λιποτακτήσουν.

Επίσης, μετέφεραν και προώθησαν στελέχη του κόμματος που προπαγάνδιζαν ελεύθεροι και ανενόχλητοι, κηρύττοντας και διαδίδοντας εν μέσω πολέμου, ιδέες και λόγια προδοτικά ανάμεσα στις τάξεις του Στρατού μας, όπως ότι έπρεπε να αφήσουν τον Κεμάλ στην χώρα του(;) και να επιστρέψουν οι Έλληνες στρατιώτες στα σπίτια τους, λες και ήταν ξένη χώρα η τρισχιλιετούς ιστορίας Ελληνική Μικρασία, ο Πόντος, η Πόλη και τάχα ο Κεμάλ τα βρήκε όλα αυτά από τον παππού του τον Εβραίο.

Ώσπου έφτασε η προδοτική στιγμή να δοθεί η εντολή της αποχώρησης του Ελληνικού Στρατού από το Μέτωπο και όχι της υποχώρησης όπως γράφουν μερικοί. Διότι ακόμα και αποχωρώντας ο Ελληνικός Στρατός έδινε γενναία μαθήματα στους Τούρκους, οι οποίοι ποθούσαν να πετύχουν έστω και μια μοναδική νίκη σε κάποια μάχη σώμα με σώμα.

Τότε λοιπόν, ήταν που δύο Κομμουνιστές λοχίες του 41ου Συντάγματος, χωρίς να έχουν καμία αρμοδιότητα, έδωσαν πρώτοι το σύνθημα της ταπεινωτικής φυγής, λίγο έξω από την Άγκυρα και λίγα λεπτά της ώρας πριν ο Κεμάλ διατάξει την υποχώρηση των Τούρκων που είχαν υπερβεί τα όρια των αντοχών τους!

Με τέτοιους λοιπόν «έλληνες» πώς να κερδισθεί πόλεμος;

Αφού αντί να πάνε να πολεμήσουν όλοι αυτοί οι προδότες, εκείνοι δολιοφθορούσαν με κάθε τρόπο εις βάρος του Στρατού και της Ελλάδας, υποστηρίζοντας ουσιαστικά τους αντιπάλους Τούρκους. Κοπτόμενοι και υπερηφανευόμενοι οι διάδοχοί τους μέχρι σήμερα, ότι αγωνίζονται για τα συμφέροντα και τα δίκαια του λαού.

Όλα αυτά τα προαναφερθέντα, μαζί με σωρεία και άλλων τραγικών λαθών που έγιναν μετά τις εκλογές (Νοέμβριος 1920), επέφεραν την κατάρρευση του Μετώπου και την επακολουθείσα Μικρασιατική καταστροφή, με την σφαγή εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων αμάχων, το διωγμό εκατομμυρίων προγόνων μας από τις πατρογονικές εστίες τους και την απώλεια εδαφών, χάριν ενός αρρωστημένου κομματισμού που καταστρέφει μέχρι και σήμερα την χώρα μας, διαιρώντας τους πολίτες, που πέφτουν στην παγίδα μιας ανόητης εμφύλιας αντιπαλότητας.

Παρασέρνοντας με τον πιο ευτελή τρόπο πολλούς ανθρώπους να φανατίζονται, υπηρετώντας ένα ΤΙΠΟΤΑ, που κατέστρεψε και καταστρέφει την πατρίδα μας, φέρνοντας τρόϊκες και «παρέες», αποδεικνύοντας περίτρανα ποια είναι τα αποτελέσματα αυτού του χωρίς νόημα στείρου κομματισμού!

Στρατής Ανδριώτης

Πηγή

https://national-pride.org/ %CE%B1%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%AC/
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η Ελληνικη Αριστερά συνεργος στην κατάρρευση της Μικρασιατικής Εκστρατειας"

Τετάρτη 5 Ιουλίου 2017

Η αιματηρή κατάληψη της Νάξου από τους βενιζελικούς της "Εθνικής Αμύνης"

Η αιματηρή κατάληψη της Νάξου από τους βενιζελικούς της "Εθνικής Αμύνης" στα χρόνια του Εθνικού Διχασμού (Φεβρουάριος 1917)

Βρισκόμαστε στα 1916-1917. Είναι τα χρόνια που λαμβάνει τη μεγαλύτερη έκταση και γνωρίζει τη μεγαλύτερη ένταση ο Εθνικός Διχασμός, που γεννιέται και οξύνεται σαν αποτέλεσμα εσωτερικών και εξωτερικών αντιθέσεων που βρίσκονται σε μια διαρκή αλληλεπίδραση. Η Ευρώπη, διηρημένη από το 1904 σε δυο εχθρικά στρατόπεδα, προετοιμάζεται για τον πόλεμο. Τα δυο αντιμαχόμενα στρατόπεδα 
η "τριανδρία της "Εθνικής άμυνας" 
προσπαθούν να προσελκύσουν στο δικό τους στρατόπεδο τα μικρά κράτη, σαν δορυφόρους τους. Οι αντιθέσεις μεταξύ των ανεπτυγμένων κρατών, καθώς μεταφέρονται στον ελλαδικό χώρο, φορτώνουν με τα περιεχόμενα και τις σημασίες τους τις εσωτερικές αντιφάσεις της ελληνικής κοινωνίας.
Οι φιλελεύθερες δυνάμεις της αστικής τάξης, συνασπισμένες υπό την ηγεσία του Ελευθερίου Βενιζέλου, που προωθούν τον εκσυγχρονισμό του κράτους και ολοκληρώνουν τον εμπορομεσιτικό χαρακτήρα της ελληνικής κοινωνίας στα χρόνια αυτά, επιμένουν στην πολιτική που θέλει την Ελλάδα στο πλευρό των παραδοσιακών συμμάχων της, στο πλευρό της Αντάντ, επιδιώκοντας εδαφικά οφέλη. Αντίθετα, οι εκπρόσωποι του νεό¬φερτου πρωσικού ιμπεριαλισμού, που ήδη από τα πρώτα χρόνια του αιώνα είχε κάνει την εμφάνιση του στον οικονομικό τομέα με τραπεζικές επενδύσεις και στον πολιτιστικό με το νιτσεϊσμό, βρίσκουν πολιτικό στήριγμα στη «Μικρή Αυλή» του διαδόχου Κωνσταντίνου και της αδελφής του Γερμανού αυτοκράτορα Σοφίας, και επιμένουν στην ουδετερότητα της Ελλάδας στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.


Μ' αυτούς θα ταχθούν, μετά και από την πείνα που προκάλεσε ο αποκλεισμός της νοτιότερης Ελλάδας από τις δυνάμεις της Αντάντ, που απέβλεπε στο να εξαναγκάσει τη βασιλική κυβέρνηση των Αθηνών να εισέλθει στο πλευρό της στον πόλεμο, ένα μεγάλο μέρος των μικροαστικών και λαϊκών στρωμάτων των πόλεων και της υπαίθρου. Όλα αυτά, όπως είναι γνωστό, οδήγησαν στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας και στο χωρισμό του κράτους σε «Κράτος των Αθηνών» και σε «Κράτος της Θεσσαλονίκης». Η προσωρινή κυβέρνηση Βενιζέλου, στην προσπάθεια της να στρατολογήσει άνδρες για τη δημιουργία ισχυρού στρατού, ήρθε σε σύγκρουση, σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, με τα κοινωνικά αυτά στρώματα. Νομίζω ότι κάτι ανάλογο συνέβη και στη Νάξο το 1917.


Στις 2 Δεκεμβρίου 1916 φθάνει στο λιμάνι της Νάξου το ατμόπλοιο «Έλδα» με δύναμη 80 ανδρών περίπου, υπό τον ανθυπολοχαγό Νικόλαο Ρουσσάκη και τον πολιτικό αντιπρόσωπο της κυβέρνησης 
η Νάξος το 1910
της Θεσσαλονίκης Τσιριμωνάκη. Το «Έλδα» συνοδευόταν από αγγλικό ανιχνευτικό αλιευτικό. Η στρατιωτική δύναμη έγινε δεκτή από τους κατοίκους της Νάξου χωρίς καμιά αντίσταση ή επιθετική διάθεση. Μετά και από τη «διαβεβαίωση» του δημάρχου της πόλης καθώς και του αστυνομικού διευθυντή Αριστείδη Καλούτση, ο στρατός και δύναμη χωροφυλακής στρατοπέδευσαν στο δημοτικό σχολείο της πόλης. Κλήθηκαν τότε οι πρόεδροι όλων των Κοινοτήτων για να δηλώσουν ότι αναγνωρίζουν ως νόμιμη την κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης. Οι πρόεδροι της Μονής και τ' Απεραθιού αρνήθηκαν. Το απόσπασμα βάδισε εναντίον της Μονής όπου η πρώτη ενέργεια ήταν να αφαιρεθεί από τους κατοίκους κάθε τι που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για αντίσταση.

«Μπαίνανε μες τα σπίτια οι στρατιώτες και ψάχνανε. Αν ήθελε νά ‘βρουνε τουφέκι, μαχαίρι, ξυράφι, το παίρνανε για ν' αφοπλίσουνε τσ' αθρώποι»,αφηγείται η γερόντισσα, πια, Φωτεινή Χαμηλοθώρη. Αφού περικύκλωσαν το χωριό έκαναν έφοδο και μπήκαν μέσα. Οι Μονιάτες τους αντιμετώπισαν με γιουχαϊτά και βρισιές όπως «Κάτω οι προδότες, ζήτω ο Βασιλιάς». Μάζεψαν τέλος τον κόσμο στην πλατεία και έγιναν κάποια μικροεπεισόδια. Μια γερόντισσα, δηλαδή, έβαλε μέσα στην τσέπη της στάχτη και τους την πέταξε, κάποιος άλλος πέταξε μια πέτρα χωρίς να επιτύχει το στόχο του. Στη συνέχεια συνέλαβαν τον πρόεδρο της Κοινότητας μαζί με 19 άλλα άτομα και τους έστειλαν με αγγλικό αλιευτικό στη Σύρο, όπου τους απαγγέλθηκε κατηγορία «επί εξυβρίσει και εσχάτη προδοσία». Μόλις αποβιβάστηκαν στο λιμάνι της Ερμουπόλεως, ο πρόεδρος εδάρη από τον στρατιωτικό διοικητή Αιγαίου, Νικόστρατο Καλομενόπουλο, και οι άλλοι διαπομπεύτηκαν από τους βενιζελικούς της Σύρου. Μετά απ' όλ' αυτά υπογράφτηκε στη Μονή το πρωτόκολλο αναγνώρισης της κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης και ο ανθυπολοχαγός Ρουσσάκης ξεκίνησε για τ' Απεράθου.

Στ' Απεράθου φιλοξενήθηκε για τέσσερις μέρες από τους κατοίκους αλλά στάθηκε αδύνατο να τους πείσει να «προσχωρήσουν εις την Εθνικήν Κυβέρνησιν». Στο διάστημα αυτό οι Άγγλοι συμφώνησαν με τους Απεραθίτες να αναγνωριστούν ουδέτε¬ροι για όσο καιρό θα διαρκούσε ο πόλεμος. Οι όροι της συμφωνίας ήσαν: α) ο λαός της Απειράνθου να παραδίδει όπως και πρώτα σμύριδα και β) να 
Βασιλιάς Κωνσταντίνος
δεχθεί βενιζελική αστυνομία. Για λόγους, όμως, που μέχρι σήμερα δεν έχουν γίνει γνωστοί η συμφωνία αυτή δεν υπογράφτηκε. Ο Ρουσσάκης αφού εξάντλησε όλα τα περιθώρια για να τους πείσει με ειρηνικά μέσα επέστρεψε στην Τραγαία και απέκλεισε τ' Απεράθου.

Οι Απεραθίτες είχαν κυνηγετικά όπλα, ελάχιστα όπλα τύπου γκρα, μερικά παλιά περίστροφα και λίγα πυρομαχικά. Είχαν όμως δυναμίτιδα την οποία χρησιμοποιούσαν για την εξόρυξη της σμύριδας και την κατείχαν βάσει ειδικών νόμων. Τη νύχτα, όταν κατάλαβαν ότι είχαν περικυκλωθεί, άναβαν φωτιές στις βουνοκορφές του χωριού και έριχναν φυσίγγια δυναμίτιδας για να διασκεδάζουν αλλά και για να δείξουν ότι έχουν οπλισμό. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε μέχρι το τέλος του Δεκέμβρη 1916, οπότε ήρθε στη Νάξο από τη Σύρο όλη η στρατιωτική δύναμη του Αιγαίου με αρχηγό τον υπολογαχό, Δ. Σαμαρτζή, που προσπάθησε, καλώντας στην Τραγαία τους θεωρούμενους ως υποκινητές του λαού, να τους πείσει να υπογράψουν πρωτόκολλο αναγνώρισης της κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης. Συγχρόνως το τορπιλοβόλο «Θέτις» άραξε στον όρμο Μουτσούνα — το κοντινότερο σημείο τ' Απεραθιού από τη θάλασσα - απ' όπου ο υπολοχαγός Σαμαρτζής, έστειλε το ακόλουθο τελεσίγραφο:

«Προς τους κατοίκους Απειράνθου.
Εξαντληθέντων πάντων των μέσων της επιεικείας, πάντων των στοιχείων της υπομο¬νής, οφειλομένων εις την ελπίδα ότι ηθέλετε σκεφθεί πραγματικότερον, ευρίσκομαι εις την ανάγκη να σας δηλώσω ότι η κατάστασις αύτη δεν είναι ανεκτή πλέον, και ότι θα επιβληθεί το κράτος του νόμου, ότι παρουσιάζεται απόλυτος πλέον η ανάγκη της ησυχίας της νήσου... Σας προσκαλώ όπως, αφού σκεφθήτε ωριμότατα, αφού αφήσητε κατά μέρος κάθε ελατήριον το οποίο σας έκαμε να δημιουργηθεί η υφισταμένη κατάστα¬σις, να υπογράψητε την προσχώρησιν, συγχρόνως δε φέρετε το ψήφισμα και παραδώσητε τα όπλα μέρχι της έκτης  μεταμεσημβρινής ώρας. Εγώ θα ευρίσκομαι εν Χαλκί (Τραγαία). Από της ώρας εκείνης εάν δεν δηλώσητε προθύμως προσχώρησιν και δεν παραδώσητε τα υπάρχοντα όπλα εις εμέ, τα οποία θα σας επιστραφώσιν εν καιρώ, θα θεωρηθήτε ως εχθροί, το χωρίον θα κηρυχθή εις κατάστασιν πολιορκίας, θα κηρυχθή ο στρατιωτικός νόμος, θα συσταθή έκτακτον Στρατοδικείον και θα κτυπηθήτε από ξηράς και θαλάσσης. Δε μας εξέλειπε και η τελευταία ελπίς ότι θα σκεφθήτε πραγματικώς πλέον.
Εκ του πολεμικού «Θέτις» ώρα 10.05'
Ο διοικητής της εν Νάξω στρατιωτικής δυνάμεως
Δ. ΣΑΜΑΡΤΖΗΣ υπολ. πεζικού»


Το τελεσίγραφο έγινε γνωστό σ' ολόκληρο τον απεραθίτικο λαό ο οποίος, όμως, το έκρινε «ανάξιον οιασδήποτε απαντήσεως». Ιδιαίτερη βαρύτητα είχε η γνώμη του Κολέα (Εμμ. Ζευγώλη) για τη λήψη της απόφασης. Μετά την απάντηση αυτή, την επόμενη μέρα 2 Ιανουαρίου 1917, ημέρα Δευτέρα, χαράματα σχεδόν, η στρατιωτική δύναμη προχωρεί προς το χωριό σε τάξη μάχης. Μόλις το αντελήφθησαν οι κάτοικοι ανέβηκαν στα δώματα των σπιτιών τους, άλλοι ανέβηκαν στη θέση Αγ. Παρασκευή (απ' αυτή την είσοδο θα έμπαινε ο στρατός στο χωριό).
Ναξιώτες το 1910
Ο πρόεδρος της κοινότητας έσπευσε αμέσως να συναντήσει τον Σαμαρτζή, που του έθεσε προθεσμία δεκαπέντε λεπτών για να εκτελέσει το τελεσίγραφο. Ο πρόεδρος, βενιζελικός ο ίδιος, αρνήθηκε μεταφέροντας στον Σαμαρτζή την άποψη των κατοίκων, ότι δηλαδή θεωρούν ως αλλαξοπιστία την προσχώρηση. Μ' έναν ελιγμό, ο πρόεδρος προσπάθησε να αποφύγει το κακό. Είπε ότι δεν βλέπει το λόγο για τον οποίο θα πρέπει να καταστραφεί το χωριό, αφού μπορεί κάλλιστα να εισέλθει και αν κάποιος πάθει οτιδήποτε, θα μπορούσε να κρατηθούν ο πρόεδρος και άλλοι ως όμηροι και υπεύθυνοι για κάθε καταστροφή. Ο Σαμαρτζής αρνήθηκε και τότε ο πρόεδρος επέστρεψε και ανακοίνωσε στους συγκεντρωμένους κατοίκους την απόφαση του υπολοχαγού. Ακολουθεί νέα άρνηση των κατοίκων. Τότε ο υπολοχαγός αρχίζει να εκτελεί το σχέδιο του.


Στις 9 περίπου το πρωί το τορπιλοβόλο «Θέτις» από τον όρμο της Μουτσούνας άρχισε να βάλει κατά του χωριού δεν είχε όμως ορατότητα και γι' αυτό οι βολές που έριξαν δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Ο δε υπολοχαγός Σαμαρτζής διέταξε τα πυρά ομαδόν με επαναληπτικά όπλα τύπου γκρα και ενός πολυβόλου, εναντίον του συγκεντρωμένου πλήθους που απείχε μόλις 80 περίπου βήματα από τους στρατιώτες. Κατόπιν με έφοδο ο στρατός μπήκε στο χωριό όπου συνέχισε τις βιαιότητες. Σκότωσαν με ξιφολόχη έξω από το σπίτι του το γέρο-Μπελιώτη, μέσα δεστο σπίτι του με χειροβομβίδα το Σταύρο Ν. Σταυριανό, όπως επίσης και τον Μιχαήλ Γρατσία ο οποίος τόλμησε να πει: «Βρε παιδιά, μα Τουρκιά μας ήβρηκε;». Εσύλησαν ακόμη αρκετούς, όπως το Δημήτρη Εμ. Βάσιλα, το Βασίλη Ιωαν. Καραπάτη και την Ειρήνη Εμ. Κώτσου της οποίας της έκοψαν το δάχτυλο για να αφαιρέσουν το δαχτυλίδι που φορούσε.

Το χωριό ολόκληρο, μετά την υπόδειξη του παπά Φραγκίσκου, σήκωσε λευκές σημαίες. Το αποτέλεσμα της σύγκρουσης ήταν 32 νεκροί και 44 πληγωμένοι, από τους οποίους οι 15 έμειναν ανάπηροι. Μετά συνέλαβαν περίπου 120 άνδρες, οι οποίοι αφού περισυνέλεξαν τα πτώματα, τα έθαψαν σε κοινό λάκκο χωρίς καμιά θρησκευτική τελετή και, στη συνέχεια, φυλακίστηκαν για μια βδομάδα στην εκκλησία. Απ' αυτούς 80 μεταφέρθηκαν στο Δημοτικό Σχολείο της Χώρας. Αφού κρατήθηκαν εκεί για δέκα περίπου ημέρες αποφυλακίστηκαν όλοι, εκτός από την κλάση του 1916 που τους επιστράτευσαν και τους έστειλαν στη Σύρο. Τη διαταγή της αποφυλάκισης έδωσε ο Νικόστρατος Καλομενόπουλος, στρατιωτικός διοικητής Αιγαίου, που είχε έρθει από τη Σύρο για να ενημερωθεί για την κατάσταση. Η διοίκηση του αγγλικού πολεμικού ναυτικού μαθαίνοντας την ύπαρξη πληγωμένων έστειλε γιατρό και είδη νοσηλείας. Αμέσως μετά επεβλήθη στ' Απεράθου στρατιωτικός νόμος. Το κοινοτικό συμβούλιο τ' Απεράθου με το παρακάτω πρακτικό αναγκάστηκε να αναγνωρίσει τελικά το νέο καθεστώς:

«ΤΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΕΙΡΑΝΘΟΥ.
Λαβόν υπ' όψιν ότι τα πρακτικά της σημερινής συνεδριάσεως, εν οις γίνεται λόγος περί προσχωρήσεως εις την Εθνικήν Κυβέρνησιν και έχον την γνώμην ότι η μέχρι σήμε¬ρα ασκηθείσα πολιτική, παρά την εκπεφρασμένη γνώμη του ελληνικού λαού και τα συνταγματικά δικαιώματα, απομακρύνουσα το έθνος από το πλευρό των ευεργέτιδων δυνάμεων δεν ανταποκρίνεται ούτε προς τις παραδόσεις, ούτε προς το φρόνημα αυτού, ή αντιστρατεύεται προς τα πραγματικά εθνικά συμφέροντα, ευρισκόμενα εις άκραν αντί¬θεσιν, προς τα συμφέροντα των πατροπαράδοτων αυτού εχθρών. Και ότι η ίδια αύτη πολιτική υπεβίβασε το κράτος από της περιοπής εις ην είχε αναβαθμιστεί δια των δύο νικηφόρων πολέμων, εις την σημερινήν αυτού αθλιότητα και ούτως διατρέχει μέγιστον κίνδυνον η ελληνική φυλή. Αποφαίνεται παμψηφεί: Προσχωρεί εις την Προσωρινήν Κυβέρνησιν με την πεποίθηση ότι αυτή θέλει περισώσει το κινδυνεύον ελληνικόν έθνος.
Εγένετο και εξεδώθη εν Απειράνθω εν τω κοινοτικώ καταστήματι
σήμερον την 5ην Φεβρουαρίου 1917 έτους
ΤΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ.
Ο πρόεδρος Γ.Ν. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ
Τα μέλη: Ι. ΣΚΛΗΡΑΚΗΣ, ΜΙΧ. Ν. ΠΡΩΤΟΝΟΤΑΡΙΟΣ, Ι. ΕΜΜ. ΚΑΜ¬ΠΟΥΡΗΣ, Ε.Γ. ΜΠΟΥΓΙΟΥΚΑΣ, Γ.Α. ΓΡΑΤΣΙΑΣ, ΗΛ. ΗΛΙΑΔΗΣ, ΝΙΚ.Γ. ΚΑΤΙΝΑΣ, Λ.Γ. ΠΑΝΤΕΛΗΣ».
Την ίδια μέρα, 5 Φεβρουαρίου 1917, καταργήθηκε ο στρατιωτικός νόμος με την παρακάτω ανακοίνωση:
«ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΑΠΕΙΡΑΝΘΟΥ.
Λαβόντες υπ' όψιν την μετά την προσχώρησιν υμών ελληνοπρεπή διαγωγήν σας, δι' ης αποδεικνύεται ότι ο λαός της Απειράνθου μένει πιστός εις τα πάτρια ιδεώδη, αίρομεν τον στρατιωτικόν νόμον. Πεποιθότες ότι και εις το μέλλον θα εμμείνητε πιστοί και ακραιφνείς υποστηρικταί του εθνικού μας αγώνος.
Απείρανθος 5η Φεβρουαρίου 1917.
Ο εν Νάξω αντιπρόσωπος του Γενικού Στρατιωτικού Διοικητού
Ν. ΡΟΥΣΣΑΚΗΣ ανθυπολοχαγός πεζικού».

Τα γεγονότα κατά την άποψη των Βενιζελικών


Την πρώτη αναφορά των βενιζελικών για το θέμα της Απειράνθου τη συναντάμε στο τηλεγράφημα του ίδιου του Βενιζέλου. «Γεγονότα Νάξου έθλιψαν ημάς. Αποστείλατε τάχιστα ενισχύσεις εις τους μαχόμενους άνδρας μας κατά επιστράτων Νάξου. Ανάγκην αποσπάσωμεν ωραίαν νήσον από κράτους προδοτών Αθηνών. Μη φεισθήτε ουδενός». Για τους βενιζελικούς, μέσα στο κλίμα της γενικής έντασης και του διχασμού, και θεωρώντας τους προδότες της Αθήνας εμπόδιο για την ολοκλήρωση των σχεδίων τα οποία επαγγέλονταν, τα γεγονότα της Απειράνθου ήσαν η μοιραία, η αναγκαία κατάληξη της αντίστασης «ην οργάνωσαν γνωστοί αντιδραστικοί», οι οποίοι κατάφεραν να εμπνεύσουν τέτοιο τυφλό φανατισμό στους οπαδούς τους ώστε «μεθ' όλα τα ληφθέντα προς αυτούς ευγενή μέτρα ου μόνον δεν έστερξαν να προσχωρήσωσιν εις το εθνικόν κίνημα και εξακολουθήσωσιν τας εργασίας των, υπό την προστασίαν του νέου καθεστώτος, αλλά καθ' εκάστην χλευαστικότατα προεκάλουν τον στρατόν, ρίπτοντας δυναμίτιδας και πυροβολούντες, όστις και έθεσεν αυτούς εν αποκλεισμό».
«Κατά τα αιματηρά γεγονότα που ηκολούθησαν εφονεύθηκαν υπό των διεξαγόντων την αντίδρασιν και πολλά γυναικόπαιδα, εν οις και η αδελφή του υπολοχαγού Σκευοφύλακος μετά του τέκνου της».Οι Απειράνθιοι, οι ορεσέβιοι τούτοι και γενναίοι άνδρες, φιλοπάτριδες και ειλικρινείς, έπιπτον θύματα ηθικών αυτουργών, αλλαχού διαμενόντων, έπιπτον θύματα της νοσηράς καθολικής καταστάσεως ήτις επεκράτη τότε».
«Μετά την άσκοπον αιματοχυσίαν η τάξις όχι μόνον αποκατέστη αλλά και το κοινοτικόν συμβούλιον Απειράνθου ανεγνώρισε πλήρως το νέον καθεστώς, προς τιμήν δε των Απειρανθίων πρέπει να λεχθεί ότι μόλις και απηλλάγησαν των ηθικών δηλητηριάσεων, αμέ-σως και πρώτοι έσπευσαν εις την φωνήν της πατρίδος, να υπηρετήσωσιν υπό τας σημαίας του εθνικού στρατού της Αμύνης, εις ου και υπηρετούν επίλεκτοι Απειράνθιοι αξιωματικοί». Διακρίνουμε λοιπόν μια προσπάθεια δικαιολόγησης της υπόθεσης από τη μεριά των βενιζελικών. Οι Απεραθίτες αντιμετωπίζονται σαν τα θύματα της κατάστασης που επικρατούσε τότε, αλλά ήσαν ανταγωνιστές άξιοι σεβασμού.

Τα γεγονότα όπως τα είδαν οι αντιβενιζελικοί
Για τους αντιβενιζελικούς, βέβαια, τα γεγονότα δεν ήταν παρά «κακούργημα, ο παρόμοιον δεν απαντάται εν τη ανθρωπινή ιστορία, δια τα τε προκαλέσαντα τούτο ελατήρια, ως και δια την ψυχραιμίαν μεθ' ης εξετελέσθη». Κατά τον αποκλεισμόν δε «φαινομενικώς μόνον κατέλαβαν στρατιωτικώς δήθεν την δυτικήν οροσειράν του δήμου επί της οποίας την νύκτα ήναπτον πυρά, ενίοτε δε και έρριπτον φυσίγγια δυναμίτιδας, ουχί κατά των στρατιωτικών του αποκλεισμού, αλλά διασκεδάζοντες μεταξύ των και ίνα εμπνεύσωσιν αμοιβαίον θάρρος».

Έπειτα «ουδείς επίστευεν ότι η παθητική αντίστασις τούτων θα κατεβάλετο δια της βίας των όπλων, αλλά δια του αποκλεισμού μάλλον και άλλων ηπιότερων μέσων, αποκλειόμενης της επιδειχθείσης αγριότητας». Κατά την περίοδο που ακολούθησε την αιματοχυσία, «και μέχρι σχεδόν της καταλύσεως της τυραννίας οι κάτοικοι διετέλεσαν υπό αληθή τρομοκρατίαν. Οι αστυνομικοί σταθμάρχαι, ελλείψει πραγματικής βασιλείας, εθεώρουν εαυτούς ανωτέρους παντός άρχοντος... Ούτω και δια το ελάχιστον έτι, άνδρας πρώτης γραμμής, πολλάκις μόλις επιστρέψαντες εκ του μετώπου, γέροντας και γυναίκας άξιους παντός σεβασμού συνελάμβανον και έδερον ανηλεώς... ήσαν ούτοι οι μάλλον μισητοί υπήκοοι της καταλυθείσης τυραννίας. Η απειλή της εξορίας ήτο η τρομερότερα όλων». Για τους αντιβενιζελικούς η αντίσταση ήταν αυθόρμητη. Οι Απεραθίτες σαν μοναδικό γνώρισμα της πορείας τους είχαν την ιδεολογία τους.

Πηγή 
http://naxios.blogspot.com
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η αιματηρή κατάληψη της Νάξου από τους βενιζελικούς της "Εθνικής Αμύνης" "
Related Posts with Thumbnails