Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΡΗΤΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΚΡΗΤΗ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 5 Ιουνίου 2020

ΕΠΙΘΕΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΦΑΚΙΑ.


ΑΛΛΑΓΕΣ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΣΤΑ ΣΦΑΚΙΑ
................
Τους περασμένους αιώνες που δεν υπήρχαν ληξιαρχεία και δεν τηρούνταν εύκολα γραπτά κείμενα, τα επίθετα άλλαζαν από γενιά σε γενιά. ---Οι λόγοι ήταν κυρίως δύο ο ένας για να ξεχωρίζει ο ένας από τον άλλο π.χ. ξάδελφο ή αδελφό, ο δεύτερος λόγος ήταν για την απόκρυψη κάποιου που είχε κακές σχέσεις με το κατακτητή. -----Το γεγονός της αλλαγής επιθέτων συνέβαινε και στα Σφακιά, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που κάθε γενιά της ίδιας οικογένειας έπαιρνε διαφορετικό επίθετο συνήθως σαν απόρροια ενός παρατσουκλιού(παρανόμι), βέβαια μέχρι ενός σημείου γνώριζαν και αναγνώριζαν την συγγένεια με ότι αυτό συνεπαγόταν. Πολλοί από τους συντοπίτες μας όταν κατέβηκαν στα πεδινά ή μετακινήθηκαν εκτός Κρήτης οι ντόπιοι τους αποκαλούσαν ως Σφακιώτης ή Σφακιανάκης και με το καιρό αυτό γινόταν το νέο επίθετο τους.

Η κυριότερη οικογένεια των Σφακιών και με την οποία ξεκινώ ήταν οι Σκορδύλιδες και ακολουθούν οι Πατακοί κα. Παραθέτοντας τις μεγάλες οικογένειες σε κάθε επίθετο βάνω αρίθμηση ξεκινώντας από το ένα (1) για τους Σκορδύλιδες, δύο (2) για τους Πατακούς, τρία (3) για κάποια άλλη οικογένεια, οι δε απόγονοι τους θα αριθμούνται αντίστοιχα 1.1 για την πρώτη γνωστή γενιά 1.1.1 για την δεύτερη και ούτω καθεξής.


1. ΣΚΟΡΔΥΛΗΣ 961μ.Χ - 1182μ.Χ -

Ένα από τα δώδεκα αρχοντόπουλα του Βυζαντίου ήταν ο Μαρίνος Σκορδύλης(1182).

Μετά την αποκατάσταση της τάξης στο νησί, από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό,

η Κρήτη διαιρέθηκε σύμφωνα με το σύστημα της φεουδαρχίας σε 12 μέρη.

Κάθε τιμάριο παραχωρήθηκε σε ένα από τα δώδεκα αρχοντόπουλα του Βυζαντίου,

τα Σφακιά πήρε ο Μαρίνος Σκορδύλης. Οι οικογένειες των Σκορδυλών μα και των Φωκάδων

ήταν στο νησί από την εποχή του Νικηφόρου Φωκά το 961 μ.Χ. γι αυτό και σε κείμενο αναγράφεται

« Τους τα δώσασι όπως τ΄ είχαν και πρώτα » εννοώντας τα κτήματα τους.
Ο ιστορικός Ι. Μουρέλος σε διάλεξη που έδωσε στην στρατιωτική λέσχη Ηρακλείου με θέμα ΒΟΥΡΒΑΧΟΙ
αναφέρει τις παρακάτω οικογένειες που όπως ισχυρίζεται προέρχονται από τους Σκορδύλιδες.

ΒΟΥΡΒΑΧΟΙ, ΠΑΤΕΡΟΣ - ΜΑΥΡΟΠΑΤΕΡΟΣ (Βλέπε οικ.Πάτερων), ΨΑΡΟΜΙΛΗΓΓΟΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ,

ΣΕΒΑΣΤΟΣ, ΚΑΨΟΚΑΛΥΒΗΣ, ΝΟΜΙΚΟΣ, ΛΟΓΓΙΝΗΣ, ΣΑΡΑΚΗΝΟΣ, ΛΙΧΝΟΣ, ΦΙΝΙΚΑΛΟΣ,

ΜΑΡΑΦΑΡΑΣ, ΦΟΥΜΗΣ, ΛΟΥΜΠΙΝΗΣ, ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΙ, ΛΟΝΤΕΣ,

ΤΡΑΧΙΝΟΙ, ΒΙΤΣΙΛΟΠΟΥΛΟΙ, ΠΕΖΟΥΛΟΚΟΛΟΙ
Και από τις παραπάνω οικογένειες προήλθαν οι
ΔΑΣΚΑΛΙΑΝΟΙ
ΜΟΡΙΑΝΟΙ
ΒΛΑΧΟΙ
ΒΟΥΡΔΟΥΜΠΑΔΕΣ
ΤΣΙΡΙΝΤΑΝΗΔΕΣ
ΣΤΡΑΤΗΓΟΙ
ΠΑΠΑΔΙΑΝΟΙ
ΔΕΛΛΗΓΙΑΝΝΑΚΗΔΕΣ
ΖΑΜΠΕΤΑΚΗΔΕΣ

Ο Πάρις Κελαιδής στη σελίδα 306 της εγκυκλοπαίδειας των Σφακίων διαφοροποιείται από τον Μουρέλο ως προς τις πέντε τελευταίες οικογένειες.
Το πιθανότερο είναι να ισχύουν και οι δύο καταγραφές των παραπάνω ιστορικών, μάλιστα όσον αφορά τον Κανδανολέων, ήταν συγγενής των Σκορδυλών - Βουρβάχων σύμφωνα με κείμενο της οικογενείας μου.
1.1. ΠΑΤΕΡΟΣ =

1.1.1 ΜΑΥΡΟΠΑΤΕΡΟΣ =1.1.1.1 ΓΙΓΟΥΡΤΑΚΗΣ
1.1.2 ΚΟΥΚΟΥΤΣΗΣ = 1.1.2.1 ΜΠΟΥΖΟΥΝΙΕΡΑΚΗΣ 1.1.2.2 ΚΑΥΚΑΛΑΣ
1.1.3 ΦΛΕΦΛΕΣ=(1.1.3.1 ΜΠΟΥΧΛΗΣ, 1.1.3.2 ΤΣΙΤΣΙΡΙΔΗΣ, 1.1.3.3 ΤΣΟΥΡΔΟΣ, 1.1.3.4 ΜΠΡΕΔΟΛΟΓΟΣ, 1.1.3.5 ΚΛΑΔΟΣ,1.1.3.6 ΜΠΙΡΗΣ, 1.1.3.7 ΨΑΡΟΣ, 1.1.3.8 ΒΑΛΥΡΗΣ -ΒΑΛΥΡΑΚΗΣ, 1.1.3.9 ΛΕΦΑΣ -ΛΕΦΑΚΗΣ)
1.2. ΨΑΡΟΜΙΛΗΓΓΟΣ(1300) = 1.2.1 ΒΑΛΕΡΙΑΝΟΙ(1400)= 1.2.2 ΣΤΡΑΤΙΚΟΙ(1600) =
1.2.2.1.ΒΟΥΡΔΟΥΜΠΑ, 1.2.2.2 ΜΠΡΑΟΥ, 1.2.2.3 ΤΣΙΡΙΝΤΑΝΗ, 1.2.2.4 ΜΠΑΜΠΙΟΛΑΚΗ, 1.2.2.5 ΚΟΥΤΣΟΥΠΑ, 1.2.2.6 ΚΑΤΣΙΑ, 1.2.2.7 ΤΖΑΡΔΗ, 1.2.2.8 ΜΠΑΤΖΕΛΗ, 1.2.2.9 ΞΗΡΑ)
1.3. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ =1.3.1 ΔΑΣΚΑΛΙΑΝΟΙ=
(1.3.1.1 ΜΑΝΟΥΣΕΛΗΣ, 1.3.1.2 ΜΑΡΚΟΥΤΣΗΔΕΣ, 1.3.1.3 ΔΑΙΜΟΝΑΚΗΣ,1.3.1.4 ΠΡΟΚΟΠΑΚΗΣ, 1.3.1.5 ΤΣΙΡΜΙΡΗ, 1.3.1.6 ΟΡΦΑΝΟΥ, 1.3.1.7 ΠΩΛΑΚΗ, 1.3.1.8 ΠΕΤΡΟΥΛΗ Ή ΠΕΤΡΟΥΛΑΚΗ, 1.3.1.9 ΠΑΠΑΔΟΠΕΤΡΟΣ, 1.3.1.10 ΠΑΠΑΔΟΣΗΦΟΣ, 1.3.1.11 ΤΡΟΥΛΙΝΟΣ )

1.4. ΒΟΥΡΒΑΧΗΣ = 1.4.1 ΚΑΠΑΡΟΣ (Άνω Μέρος Αμαρίου), 1.4.2 ΣΠΟΝΤΙΔΑΚΗΣ(Ασφένδου), 1.4.3 ΤΣΑΚΑΛΑΚΗΣ (Δαφνές Ηρακλείου), 1.4.4 ΑΓΓΕΛΑΚΗΣ (Κουρνά μόνο), 1.4.5 ΤΖΟΥΓΑΝΑΚΗΣ (Μυριοκέφαλα) 1.4.6 ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ (Αθήνα )

1.5. ΚΑΨΟΚΑΛΥΒΗΣ 1.6. ΝΟΜΙΚΟΣ 1.7. ΛΟΓΓΙΝΗΣ
1.8. ΣΑΡΑΚΗΝΟΣ 1.9. ΛΙΧΝΟΣ 1.10. ΦΙΝΙΚΑΛΟΣ 1.11. ΜΑΡΑΦΑΡΑΣ
1.12. ΦΟΥΜΗΣ 1.13. ΛΟΥΜΠΙΝΗΣ 1.14 ΣΕΒΑΣΤΟΣ
1.15. ΛΕΩΝΗΣ 1.16. ΚΑΝΔΑΝΟΛΕΩΝ 1.17. ΚΟΝΤΟΣ 1.18. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ
1.19. ΠΑΡΔΙΩΤΗΣ
2. ΠΑΤΤΑΚΟΣ

Οικογένεια της Ίμπρου με μέγιστη προσφορά στους αγώνες του έθνους.

Οικογένειες με ρίζες από τους Παττακούς:
2.1 ΜΑΝΟΥΣΑΚΑΣ
2.2 ΜΑΝΟΥΣΟΓΙΑΝΝΗΣ –ΑΚΗΣ
2.3 ΒΟΛΟΥΔΑΚΗΣ – ΛΙΑΠΗΣ
2.4 ΠΩΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
2.5 ΠΩΛΟΓΕΩΡΓΗΣ
2.6 ΚΑΡΑΒΑΝΟΣ
2.7 ΖΕΡΒΟΣ
2.8 ΑΘΗΤΑΚΗΣ (Από Ασκύφου με ρίζες από τους Μπουζήδες)
2.9 ΚΟΥΤΡΟΥΜΠΑΣ (Πληρ. από το Σταύρο Γερωνυμάκη)
2.10 ΠΑΤΤΑΚΟΣ
3. ΚΕΛΑЇΔΗΣ
3.1 Κελαϊδης
3.2 Κελαϊδάκης
4. ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ
4. Στεφανίδες
4.1 Οικονομάκης.
4.1.1 Οικονομάκης, 4.1.2 Ζακυνθινάκης, 4.1.3 Τσαπάκης, 4.1.4 Γιαπιτζάκης,
4.1.5 Μπραουδάκης(Οι Ασκυφιώτες), 4.1.6 Παντερμάκης, 4.1.7 Σταυριανουδάκης.


http://www.e-sfakia.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=153:2010-04-28-10-39-46&catid=35&Itemid=79




ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΕΠΙΘΕΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΦΑΚΙΑ."

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016

ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ [2]

ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΙΉΊΉ 151
 Ώ ς προς τά ονόματα μέ ιταλική προέλευση.
τά περισσότερα σχηματίζονται άπο αυτούσιο το τοπωνύμιο (61%). Στά ονόματα
πού παραδίδονται μέ παραγωγικές καταλήξεις, ή πιο συνηθισμένη κατάληξη
είναι -ανος (58%).
Άν οί μετακινήσεις τών κατοίκων της Κρήτης μέσα στο ί'διο το νησί γίνονται
σέ περιορισμένη γεωγραφική ακτίνα, δέν συμβαίνει το ίδιο μέ τά άτομα
πού έρχονται άπα άλλα μέρη. "Ετσι, τά εθνικά ονόματα πού παραδίδονται άπο
τίς πηγές μαρτυρούν τήν παρουσία εκεί ατόμων πού κατάγονται άπο τήν Ανατολή
καί τή Δύση: άπο τήν Ίστρία1 καί το Αργυρόκαστρο ως τή Μικρά Ασία
καί τήν Αίγυπτο. Ά ς σημειωθεί δτι άπο τά 29 εθνικά ονόματα μέ προέλευση
ονομασίες διαφόρων άλλων περιοχών, τά μισά σχεδόν είναι βυζαντινής προέλευσης
καί παραπέμπουν σέ καταγωγή άπο περιοχές της βυζαντινής αυτοκρατορίας,
άπο οπού προήλθε το δνομα. Στις περιπτώσεις αυτές ό κάτοχος τοΰ ονόματος,
πού βρίσκεται τον 14ο ή τον 16ο αιώνα στην Κρήτη, δέν είναι βέβαιο
άν ήλθε τότε άπο τά μέρη αυτά ή άν είχε μεταναστεύσει σέ παλαιότερη εποχή.
Τά περισσότερα εθνικά ονόματα της κατηγορίας αυτής παραδίδονται μέ παραγωγικές
καταλήξεις (84%)" πιο κοινή εϊναι ή κατάληξη -ινος /-ηνος (28%)
καί ακολουθούν οί καταλήξεις -ίτης (21%) καί -ιώτης (14%).
Έκτος άπο τίς παραπάνω κατηγορίες ονομάτων, ήδη αναφέρθηκαν καί άλλες
ενότητες επωνύμων πού υποδηλώνουν γεωγραφική προέλευση καί πρέπει
να συμπεριληφθούν στά εθνικά οικογενειακά ονόματα. Συγκεκριμένα πρόκειται
για τά ακόλουθα ονόματα:
α) ονόματα πού δείχνουν προέλευση άπο ευρύτερη γεωγραφική περιφέρεια
ή καί εθνότητα2. Ανήκουν σέ κατηγορία ονομάτων, τά όποια πρέπει νά προσεγγίζονται
μέ μεγάλη προσοχή, γιατί δέν είναι ούτε εύκολο νά υποστηριχθεί
οτι δηλώνουν άμεσα εθνική καταγωγή, ούτε νά εντοπιστεί χρονικά ή στιγμή
κατά τήν οποία οικογένεια μέ το δνομα αυτό μετανάστευσε στην Κρήτη. Ακόμη,
δέν είναι σίγουρο, άν πράγματι πρόκειται για μετανάστευση3. Τά εθνικά
1. Ή Ίστρία ήταν βενετική κτήση άπο τον 13ο αιώνα καί ή Γαληνότατη Ικανέ κατά
καιρούς πολλές προσπάθειες για τον εποικισμό της. Δύο είναι οί γνωστές μετοικεσίες
Κρητικών στην περιοχή της Ίστρίας" ή πρώτη το 1570 άπο Κρητικούς τοϋ Ρεθύμνου, οί
όποιοι μετέβησαν στην Πόλα μετά τή λεηλασία τοϋ Ρεθύμνου άπο τον Ούλουτσή 'Αλή,
βλ. Μ α ρ γ. Κ ω ν σ τ α ν τ ι ν ί δ η, Ή άλλοτε εν Πόλα της 'Ιατρίας Ελληνική Κοινότης
καί οί εν τή περιφέρεια αυτής ελληνικοί συνοικισμοί (1540-1796), Εκκλησιαστικός Φάρος
12 (1913), σελ. 513. Ό δεύτερος εποικισμός Κρητικών προσφύγων, πού μεταφέρθηκαν
εκεί άπο τον Μοροζίνη, χρονολογείται το 1669, λίγο μετά τήν πτώση τοΰ Χάνδακα στους
Τούρκους, βλ. το άρθρο τοΰ Ρ. Κ a n d 1 e r, Ultima colonia di Greci trasportata in Istria,
Istria 7 (1852), σελ. 60 (το όποιο δέν μπόρεσα νά εντοπίσω)" πρβλ " Α ρ τ ε μ η ς Ξ α ν-
0 ο π ο ύ λ ο υ-Κ υ ρ ι α κ ο ϋ, Ειδήσεις για άγνωστη ελληνική αποικία στην Ίστρία τα
18ο αιώνα, Θησαυρίσματα 10 (1973), σελ. 202 σημ. 3.
2. Βλ. στον πίνακα 1 τήν κατηγορία εθνικών μέ τήν ένδειξη «"Αλλες εθνότητες».
3. Γιά τά προβλήματα της ενότητας αυτής τών εθνικών βλ Λ α ί ο υ, δ.π., σελ. 178.
152 ΒΟΥΛΑ ΚΟΝΤΗ
οικογενειακά ονόματα τής ενότητας αυτής πού εντοπίζονται στις πηγές της
βενετοκρατούμενης Κρήτης είναι τά έξης: Alamano, Anatolicus, Armeni,
Arvaniti καί Arvanitachi, Atingano, Catalano καί Catellanus, Frango καί
Krangopulo, Greco καί Γραικός, Κουρσάρος, Latino, Levanlinus, Romano
καί Romanili, Romeo καί Ρωμιόπουλος, Rosso καί Russeo, Sarachino,
Saraxino καί Sarachinopulo, Sciavo, Sciavero καί Sclavopulo, Spagnolo,
Spanopulo καί Σπανός, Surian καί Surianus, Teutonicus, Turcho, Τουρ-
κάκης καί Turcopulo, Vlaeho, Vulgari, Bulgarus καί Βούλγαρης,
β) ονόματα πού προέρχονται άπο ονομασίες μή συγκεκριμένου γεωγραφικού
χώρου: Apanomeriti, Cambiti, Catomeriti, Noto, Στεριανοπούλλα, Xeno,
Xenico καί Xenicopulo, Xomeriti,
γ) ονόματα, πού είναι πιθανότατα εθνικά, εξαιτίας τών χαρακτηριστικών
εθνικών καταλήξεων τους. Είναι γνωστό δτι ειδικά ή κατάληξη -ιώτης εϊναι,
σχεδόν αποκλειστικά, γνώρισμα εθνικών ονομάτων το 'ίδιο συμβαίνει, σέ μικρότερο
ίσως βαθμό, καί μέ τίς άλλες καταλήξεις. "Ετσι, έχουμε ονόματα πού
πρέπει νά χαρακτηριστούν ώς εθνικά, χωρίς δμως νά είναι δυνατή ή ταύτιση
τους μέ ονομασίες συγκεκριμένων χωριών1. Τά ονόματα τής ενότητας αυτής
είναι τά έξης: Abelachiano, Aeriti, Archioti, Asprioti, Avamamaiti, Cablinoti,
Calosoniti, Camanoti, Caroniti/Gharoniti. Chalichioti, Cochianiti,
Condolioti, Diminiti2, Εύγενιανός, Fluriotti, Geriti, Gialiti, Gulioti,
Καταμαζανός, Labangioti3, Lendariothi, Limeniti, Magidioti/Magridoti/
Μιγιδιώτης, Marmachioti, Melandhioti, Meriti, Messopothamiti, Mettoehiti,
Paleormiti, Parathioti, Pithioti, Poloniati, Prichiati, Protocopiti,
Remegnoti, Rezaniti, Sabiniti, Sarandino4 , Scarmignoti, Sinastioti/Sinaetiotti,
Stiralioti, Ταρχανιώτης/Trachanioti5, Trulino/Τουρλινός, T(h)eria-
1. Ό Τριανταφυλλίδης, δ.π., σελ. 29 § 56, σημειώνει δτι ή αδυναμία ταύτισης οφείλεται
στο γεγονός δτι ε'ίτε δέν ξέρουμε πολλές φορές τά ονόματα μικρών συνοικισμών πού
έχουν περιληφθεί σέ μεγαλύτερη περιφέρεια, είτε τά τοπωνύμια έχουν μετονομαστεί, ή
καί δέν σώζονται.
2. Για τήν πιθανή προέλευση τοΰ ονόματος άπο περιοχή Derrienna της Σικελίας βλ.
B r . L a ν a g n i n i, Demenna e Demenniti, Βυζάντιον. 'Αφιέρωμα στον 'Ανδρέα Ν.
Στράτο, τόμ. Α', 'Αθήνα 1986, σελ. 123-128.
3. "Ισως είναι παραφθορά τοΰ Λαμπανιτσιώτης, τοϋ καταγόμενου δηλ. άπο τή Λαμπα-
νίτσα, χωριό τής Παραμυθιάς, άπο δπου καί ό γνωστός ήπειρώτης λόγιος τοΰ 18ου αί.
Πολυζώης Λαμπανιτζιώτης (βλ. Π. Δ. Π α ν α γ ι ω τ ί δ η, Πολνζώης ό Λαμπανιτσιώτης
και αί εκδόσεις αυτού, ΕΦΣΚ 27 (1895-1899), σελ. 325 καί σημ. 3).
4. Δέν αποκλείεται νά δηλώνει καταγωγή άπο τους 'Αγίους Σαράντα τής Βορείου
Ηπείρου.
5. "Ισως δηλώνει καταγωγή άπο το χωριό Ταρχάνιον τής Θράκης (βλ. Κ. Ά μ ά ν τ ο υ,
Πόθεν το δνομα Ταρχανιώτης, Ελληνικά 2 (1929), σελ. 435-436 ( - Γλωσσικά Μελετήματα,
σελ. 319-320).— Δ. Ι. Π ο λ έ μ η , The Doukai. A Contribution to Byzantine Prosopography,
Λονδίνο 1968, σελ. 183).
ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ 153
no, Τραγανίτης, Vardhichiü, Vellayti, Vradiano, Zelaiti/Celaiti.
Ή Ιρευνα πού επιχειρήθηκε στις αρχειακές πηγές τής βενετοκρατούμενης
Κρήτης, μέ βάση τίς μνείες τών εθνικών οικογενειακών ονομάτων πού επισημαίνονται
στο νησί, μας επιτρέπει νά συμπεράνουμε δτι 1) τά μισά σχεδόν
άπο τά εθνικά ονόματα προέρχονται άπο τοπωνύμια τοΰ ίδιου τοΰ νησιοΰ,
2) ένας αρκετά μεγάλος αριθμός οικογενειών άπό τήν Ιίελοπόννησο, τά νησιά
τοΰ Αιγαίου, τήν ιταλική χερσόνησο, άλλα καί άπο διάφορα άλλα μέρη μαρ-
τυρεϊται νά έχει εγκατασταθεί στην Κρήτη κατά τήν περίοδο αύτη, καί 3) ενώ
τά εθνικά ονόματα δηλώνουν τήν καταγωγή τών εποίκων, μέ τήν αδυναμία
καθορισμού, Ιστω καί κατά προσέγγιση, τοΰ χρόνου τής μετανάστευσης, υποβαθμίζεται
ή ιστορική σημασία τοΰ ίδιου τοΰ γεγονότος τής εποίκισης. 'Η μελέτη,
ωστόσο, τών εθνικών οικογενειακών ονομάτων προσφέρει μια γενική εικόνα
τόσο τών μετακινήσεων τών πληθυσμών δσο καί τών δεσμών πού είχαν
αναπτυχθεί ανάμεσα στην Κρήτη καί σέ ορισμένες γεωγραφικές περιοχές.
Α. ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΑ
ΑΠΟ ΚΡΗΤΙΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ
1. 'Λγιώτης, άπό το χωριό Άγια Κυδωνιάς
1536: ό μαΐστρο Παΰλος Agiüti, ό γιος του Γεωργιλάς καί ό Θόδωρος Agioti
μνημονεύονται στον κατάλογο στρατευσίμων τών Χανιών1.
2. Άγκαραθέας, άπο τή μονή Άγκαράθου Πεδιάδας
1536: ό Γιάννης Angaratrea [Angarathea;] αναγράφεται στον κατάλογο στρατευσίμων
τοΰ κάστρου Άποκορώνου2.
3. Άμαθιανός, άπο το χωριό Άμαθιανά Κυδωνιάς (;)
τέλη 13ου αι.- α' δεκαετία 14ου αι.: ό Μιχαήλ Amathiano μνημονεύεται ώς
δανειστής τοΰ παπα Νικόλα Periptas3.
1536: è Νικολός Amantriano [Amathiano ;] αναγράφεται στον κατάλογο στρατευσίμων
τοΰ χ. Άρμένοι4· ό Μιχελής Amathiano, ό Μιχάλης Amatriano
1. Γ. II λ ο υ μ ί δ η, Κατάλογος στρατευσίμων Χανίων καί Άποκορώνου στην έκθεση
τοΰ ρίκτορα Μ. Α. Bernardo (1536), Κρ. Χρ. 25 (1973), σελ. 306-307, 314.
2. Ό . π . , σελ. 323.
3. Ζ. Ν. Τ σ ι ρ π α ν λ ή, «Κατάστιχο εκκλησιών καί μοναστηριών τον Κοινοϋ»
(1248-1548). Συμβολή στή μελέτη τών σχέσεων Πολιτείας και 'Εκκλησίας στή βενετοκρατούμενη
Κρήτη, 'Ιωάννινα 1985, σελ. 151 έ'γγρ. 21.
4. Π λ ο υ μ ί δ η, Κατάλογος στρατευσίμων, σελ. 324.
154 ΒΟΊΓΛΛ ΚΟΝΤΗ
[Amathiano;] καί ό Ιΐαΰλος Amatriano [Amathiano;] περιλαμβάνονται
στον κατάλογο στρατευσίμων τοΰ χ. Κάινα1* ό Γεωργιλάς Amathiano
αναφέρεται στον κατάλογο στρατευσίμων τοΰ χ. Surpo2.
1590: ό Γεώργιος Άμαθιανος τοΰ ποτέ Νικόλα, άπο το χ. Άμαθιανά, υπογράφει
ώς μάρτυρας σέ νοταριακο έγγραφο τών Χανιών, σχετικό μέ το
μοναστήρι τοΰ Σωτήρος Χρίστου τοΰ Άσπαλαθέα3 .
1600: ό Νικολός Άμαθιανος τοΰ ποτέ Κωνσταντή υπογράφει ώς μάρτυρας σέ
σύμβαση μαθητείας4.
4. Άμαρ(γ)ιανίτης, άπο το χωριό Άμαριανο Πεδιάδας ή ενδεχομένως άπο το
Άμάρι
13ος od.: -ò όνομα Aiiiorianitis μνημονεύεται στα κατάστιχα 18 καί 19 τοϋ
'Αρχείου τοΰ Δούκα τής Κρήτης5.
1488." ό Μανόλης Άμαριανίτης αναφέρεται σέ διαθήκη6.
1554: ό καλόγερος Ίωαννίκιος επονομαζόμενος Άμαργιανίτης, άπο το μοναστήρι
τοΰ Αγίου Αντωνίου (ή Φανερωμένης) τοΰ χ. Φουρνή Μεραμπέλ-
λου, παραγγέλνει εικονίσματα στο ζωγράφο Πέτρο Πολίτη7 (πρβλ. πιο
κάτω, σελ. 306, λ. ΙΙολίτης).
1573: στον Κωνσταντίνο Amargianiti, γιο τοΰ 'Ιωακείμ, άπο το Καστέλλι
τής Φουρνής, χορηγείται άδεια νά μεταβεί στά Κύθηρα, για νά χειροτονηθεί
παπάς* εγγυητής ό πατέρας του8 .
1581: ό Κωνσταντής Amarianiti εκλέγεται fante al peso del comun στή θέση
τοΰ Γιάκουμου Amarianiti9.
1."0.π., σελ. 329.
2. "Ο.π., σελ. 335.
3. 'Α ν. II. Β ο υ ρ δ ο υ μ π ά κ ι, Κρητικά έγγραφα εκ τής 'Ενετοκρατίας καί Τουρκοκρατίας,
Χριστιανική Κρήτη 2 (1913-15), σελ. 347-348 ^γγρ. II.
4. Μ α ρ ί α ς Γ. Κ ω ν σ τ α ν τ ο υ δ ά κ η , Νέα έγγραφα για ζωγράφους τον Χάνδακα
(ΙΣΤ' αί.) άπο τά αρχεία τον Λούκα και τών νοταρίων τής Κρήτης, Θησαυρίσματα
14 (1977), σελ. 195 Ιγγρ. Ζ'
5. Μ α ρ ί α ς Κ. Χ α ι ρ έ τ η, Τά παλαιότερα Κατάστιχα τοΰ 'Αρχείου τον /1ο?5κ«
τής Κρήτης ώς ίστορικαϊ πηγαί, Κρ. Χρ. 21 (1969), σελ. 512 καί σημ. 36.
6. Κ. Ν. Σ ά θ α, ΚρητικαΙ διαθήκαι, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τόμ. ΣΤ', Βενετία
1877 (φωτοτ. ανατ. 1972), σελ. 658-659 εγγρ 4.
7. Ά 0. Δ. Π α λ ι ο ύ ρ α, 'Π ζωγραφική είς τον Χάνδακα άπα 1550-1600, Θησαυρίσματα
10 (1973), σελ. 113.
8. Ν. Κ α ρ α π ι δ ά κ η, Administration et milieux administratifs en Crète vénitienne
(XVle siècle), [Παρίσι 1983], Β, σελ. 105 άρ. 65 ( = Περιλήψεις και έκδοση τών έγγραφων
τών registres Α, Β, G, D της busta 55 τοΰ 'Αρχείου τοΰ Δούκα τής Κρήτης: στο
εξής Κ α ρ α π ι δ ά κ η , Α, Β, C, D).
9. Κ α ρ α π ι δ ά κ η, C, σελ. 324 άρ. 111.
ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ 155
1583: ή Κατερίνα Amarianò καταβάλλει livello για σπίτια στην πόλη τοΰ
Χάνδακα1" ή Ελένη Amargianitissa καί ό Μανόλης Amargianiti περιλαμβάνονται
στους πακτωτές τοΰ Λασιθίου2.
1585: ό Νικολός Amarianiti εκλέγεται fante del peso del comun στή θέση
τοΰ πατέρα του Κωνσταντή, τοΰ οποίου έληξε ή θητεία3.
1612: ό μοναχός Άκάκιος Άμαργιανίτης τοΰ ποτέ Ίωαννικίου, παραχωρεί
στή μονή Άρετίου το μοναστήρι τοΰ Αγίου Αντωνίου στο Καρύδι, στην
περιοχή τοΰ Καστελλιοΰ τής Φουρνής, τοΰ οποίου είναι κτήτορας4.
1616: è Κωνσταντής Άμαργιανίτης τοΰ 'Ιωάννη υπογράφει ώς μάρτυρας σέ
διαθήκη πού συντάσσεται στο μοναστήρι τοΰ Αγίου Αντωνίου Σήμερσο5.
1630-1638: ό Γεώργιος Άμαργιανίτης, άπο το χ. Καινούριο τών Καρών, δημόσιος
νοτάριος, συντάσσει συμβολαιογραφικές πράξεις6.
1635: ό ιερομόναχος "Ιερεμίας Άμαργιανίτης, άπο το μοναστήρι τοΰ Τιμίου
Σταύρου τής Καρδαμούτζας, συντάσσει συμφωνητικό μοιρασιάς7.
1639: ό παπα Μανόλης Άμαργιανίτης, νοτάριος, αναφέρεται σέ νοταριακο
έγγραφο τοΰ μοναστηρίου τοΰ Άρετίου8.
Στις παραπάνω μνείες ας προστεθούν καί οί ακόλουθες πού άφοροϋν το εθνικό
όνομα Amur(g)iano, για το όποιο δμως δέν γνωρίζω άν προέρχεται άπό
το χ. Άμαριανο ή άν δηλώνει καταγωγή άπο τήν Αμοργό ή άλλο μέρος:
1304: ό ποτέ Θωμάς de Porto, κάτοικος Χάνδακα, είχε νοικιάσει στον 'Εμμανουήλ
Amuriano, στον 'Ιωάννη Gradonico, στον Πέτρο de Dragogna,
στον Μιχαήλ Barbo καί στον Μαρίνο Dragumano το χωριό του Μακρυτοΐ-
χος· τώρα, ό γιος του 'Ιωάννης de Porto ανανεώνει τήν ενοικίαση τοΰ τμήματος
πού κατέχει ό 'Ιωάννης Gradonico, κάτοικος τοΰ χ. Μακρυτοϊχος9.
1. Pietro Castrofilaca, Deserittione del Regno di Candia, cod. Marc. It. VI,
156 coli. 6005, φ. 45Γ (στο έξης P. Castrofilaca). Οί παραπομπές γίνονται στή νέα φυλ-
λαρίθμηση τοϋ χειρογράφου.
2. "Ο.π., φ. 54Γ, 56ν .— Σ τ . Γ. Σ π α ν ά κ η, Συμβολή στην ιστορία τον Λασιθίου
κατά τή βενετοκρατία, Ηράκλειο 1957, σελ. 46, 61 εγγρ. 12, 128 σημ. 218 (στο έξης
Σ π α ν ά κ η, Λασίθι).
3. Κ α ρ α π ι δ ά κ η, C, σελ. 429 άρ. 384.
4. Σ τ έ φ . Ξ α ν θ ο υ δ ί δ η , Κρητικά συμβόλαια εκ τής Ενετοκρατίας, Χριστιανική
Κρήτη 1 (1912), σελ. 46-47 εγγρ. XII καί σελ. 360.
5. Ό . π . , σελ. 56-57 Ιγγρ. XVI.
6. "Ο π., σελ. 143-144 έγγρ. LIV, 196-197 Ιγγρ. LXXV, 201-202 εγγρ. LXXVII.
Πρβλ. Σ π. Π. Θ ε ο τ ό κ η , Εισαγωγή εις τήν ερειηιαν τών μνημείων τής ιστορίας τον
Ελληνισμού καί ιδία της Κρήτης εν τω Κρατικώ Άρχείω τοΰ Βενετικού Κράτους, Κέρκυρα
[1926], σελ, 85.
7. Ξ α ν θ ο υ δ ί δ η , Κρητικά συμβόλαια, σελ. 182-183 έγγρ. LXIX.
8. Ό . π . , σελ. 225-227 έγγρ. LXXXVIH.
9. Pietro Pizolo, notaio in Gandia, τόμ. Β' (1304-1305), έκδ. S. C a r b o n e ,
Βενετία 1985, σελ 32 Ιγγρ. 759 (στο έξης Pietro Puolo, Π).
156 ΒΟΓΛΑ ΚΟΝΤΗ
1304: è πρεσβύτερος Μ. Amurian υπογράφει ώς μάρτυρας σέ νοταριακές
πράξεις1.
1304: ό Μάρκος, γιος τοΰ ποτέ 'Εμμανουήλ Amuriano, κάτοικος τοΰ χ. Μα-
κρυτοϊχος, νοικιάζει στον Γεώργιο Romano, κάτοικο τοΰ ίδιου χωριοΰ,
γη καί αμπέλια στο χωριό αυτό2.
1368-1369: το 1368 ό Μιχαήλ Amuriano απαλλάσσεται άπο τήν υποχρέωση
νά απασχοληθεί σέ αμπέλι στο χ. Σκαλάνι3" το 1369 οφείλει νά παραιτηθεί
άπο τήν κατοχή σπιτιών στο χ. Μακρυτοΐχος4.
1391: ό Μιχάλης Amurgiano, επονομαζόμενος Caçiano, μνημονεύεται δτι
θεραπεύτηκε άπό τραΰμα5.
πριν άπο τό 1578: ο Θεοτόκης Άμουργιανος αναφέρεται στά κατάστιχα τοΰ
νοταρίου Μιχαήλ Μαρά6.
5. Άμαρινίτης, πιθανότατα άπο το Άμάρι
1540: ό Κωστής Amariniti εκλέγεται scriba ponderis, προκειμένου νά συμπληρωθεί
ή θητεία τών τεσσάρων χρόνων τοΰ 'Ιωάννη Paduin7 (πρβλ.
πιο κάτω, σελ. 257, λ. Paduin).
1573: ό Μανόλης Amarmiti ζητά νά τον αντικαταστήσει ό γιος του Κωνσταντί-
νος στο αξίωμα τοΰ peso del Commun8.
1577: è 'Ιάκωβος Amariniti τοΰ Κωνσταντίνου εκλέγεται fante al peso del
comun, για τέσσερα χρόνια, στή θέση τοΰ Κωνσταντίνου Amariniti9.
6. 'Άπεζανιαηης, άπο τή μονή Άπεζανών Καινούργιου
1566-1584: ό ιερομόναχος Ίωνάς Άπεζανιώτης, άπο το μοναστήρι τής Παναγίας
Γεθσημανή, αναφέρεται κτήτορας τοΰ Σιναϊτικοΰ κώδικα άρ. 309
(1586)10.
Ι . ' Ό . π . , σελ. 39-41 εγγρ. 773-775.
2. Ό . π . , σελ. 99-100 εγγρ. 906-907.
3. E l i s a b e t h S a n l s c h i , Régestes des Arrêts Civils et des Mémoriaux (1363-
1399) des Archives du Duc de Crète, Βενετία 1976, σελ. 10 άρ. 40.
4. Ό . π . , σελ. 37 άρ. 161.
5. Ό . π . , σελ. 302 άρ. 1358.
6. Κ. Δ. Μ έ ρ τ ζ ι ο υ, Σταχνολογήματα άπα τά κατάστιχα τοϋ νοταρίου Κρήτης
Μιχαήλ. Μαρά (1538-1578), Πεπραγμένα Α' Διεθνούς Κρητολογικοϋ Συνεδρίου, τόμ. Β'
( Κρ. Χρ. 15-16, 1961-62), σελ. 304.
7. Κ α ρ α π ι δ ά κ η, Α, σελ. 68 άρ. 224.
8. Κ α ρ α π ι δ ά κ η, Β, σελ 99 άρ. 39.
9. Ό . π . , σελ. 203 άρ. 255.
10. Μ. Ι. Μ α ν ο ύ σ α κ α, Ή χειροτονία ιερέων τής Κρήτης άπα το μητροπολίτη Κορίνθου.
("Εγγραφα τοΰ ΙΣΤ αιώνα), ΔΧΑΕ περ. Δ' 4 (1964-1965), σελ. 326 σημ. 6-8.
ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ 157
7. Άριώτης καί Ario, άπο το χωριό Vescovado d'Ario Ρεθύμνου
1299: ό Νικηφόρος Arioti, πρώην βιλλάνος τοΰ μοναστηρίου τής Αγίας Βαρβάρας,
περιλαμβάνεται στους εκατό απελεύθερους βιλλάνους, τών οποίων
τά ονόματα μνημονεύονται στον πρώτο κατάλογο πού συνοδεύει τό κείμενο
τής συνθήκης μεταξύ Βενετών καί Καλλέργη1.
1405: ό Πέτρος Ario, άπό τά Χανιά, δέν έχει κατηγορηθεί ποτέ για ανθρωποκτονία
2.
8. 'Ασίζης, άπό τό χωριό "Ασος τής Σητείας ή ενδεχομένως άπο τήν "Ασσο
τής Μ. Ασίας3
1323: ό παπα 'Ιωάννης Assiti αναγράφεται στον κατάλογο τών εκατόν τριάντα
Ελλήνων κληρικών πού υπάγονται στή δικαιοδοσία τοΰ λατίνου αρχιεπισκόπου
Κρήτης4.
9. Βαγιωνίτης, άπο το χωριό Βαγιονιά Μονοφατσίου
1378: ό 'Ιάκωβος Vagioniti, κάτοικος τοΰ χ. Cacou, μνημονεύεται δτι θεραπεύτηκε
άπό τραΰμα5.
10. Βαθιανός, άπο το χωριό Βάθεια (σημ. Βαθύ Έλαίας) Πεδιάδας
1280: ό Ιωάννης Avathiano, κάτοικος βούργου Χάνδακα, έχει νοικιάσει άπό
τον 'Ιάκωβο Quirino τοΰ ποτέ Πέτρου, κάτοικο Χάνδακα, γή στο χ. Ρουσ-
σοχώρια6.
1368: ό Σκορδίλης Vathiano έχει σέ γονικό έ'ναν κήπο στο χ. Ανώγεια7.
1369: ό 'Εμμανουήλ Vadiano [Vathiano;], puer του Δημητρέλου Mauroceno,
μνημονεύεται οτι θεραπεύτηκε άπο τραΰμα8.
1. Κ. Δ. Μ έ ρ τ ζ ι ο υ, Ή συνθήκη 'Ενετών - Καλλέργη και οί συνοδεύοντες αυτήν
κατάλογοι, Κρ. Χρ. 3 (1949), σελ. 276 άρ. 23.
2. Duca di Candia, Ducali e lettere ricevute (1358-1360, 1401-1405), εκδ. F r .
T h i r i e t , Βενετία 1978, σελ. 192 Ιγγρ. 188 (στο έξης Duca di Gandia, Ducali).
3. Βλ. Τ σ ι κ ρ ι τ σ ή - Κ α τ σ α ν ά κ η , Συμβολή, σελ. 40.
4. Σ τ ε ρ. Γ. Σ π α ν ά κ η, Σνμβολή στην εκκλησιαστική ιστορία τής Κρήτης κατά
τή Βενετοκρατία, Κρ. Χρ. 13 (1959), σελ. 251 καί σημ. 25. Κατά τον Σπανάκη το τοπωνύμιο
Άσίτες προήλθε άπο το Ονομα τοϋ οικιστή τοϋ χωρίου 'Ασίτη. Πρβλ. Ζ. Ν. Τ σ ι ρ-
π α ν λ ή, Νέα στοιχεία σχετικά μέ τήν εκκλησιαστική ιστορία τής βενετοκρατούμενης
Κρήτης (13ος-17ος αί.) άπα ανέκδοτα βενετικά έγγραφα, Ελληνικά 20 (1967), σελ. 77.
5. S a n t s c h i , Régestes, σελ. 205 άρ. 852.
6. Leonardo Marcello, notaio in Candia, 1278-1281, εκδ. M. C h i a u d a n o καί
A. L o m b a r d o , Βενετία 1960, σελ. 95 Ιγγρ. 266 (στο εξής Leonardo Marcello).
7. S a n t s c h i , Régestes, σελ. 28 άρ. 120.
8. Ό π., σελ. 147 άρ. 390.
158 ΒΟΓΛΑ ΚΟΝΤΗ
1379: ό Θεόδωρος Vatiano, κάτοικος τοΰ χ. 'Επισκοπή Χερσονήσου, μνημονεύεται
δτι θεραπεύτηκε άπό τραΰμα1 .
1390: ή "Ελενα, σύζυγος τοΰ Νικολάου Vafiano [Vathiano;J, κάτοικος κάστρου
Τεμένους, μνημονεύεται δτι θεραπεύτηκε άπό τραΰμα2 .
1394: ό Μιχάλης Vatiano, pecorarius τοΰ Μιχαήλ Molida, κατοίκου τοΰ χ.
'Επισκοπή, μνημονεύεται δτι θεραπεύτηκε άπό τραΰμα3 .
*11. Βραδιάρης*, άπό τό χωριό Βραδιάρης Τεμένους
1268: οί κληρικοί Δημήτριος καί Ιωάννης Vradiari συγκαταλέγονται στους
εκατόν τριάντα "Ελληνες κληρικούς, οί όποιοι υπάγονται στή δικαιοδοσία
τοΰ λατίνου αρχιεπισκόπου Κρήτης5.
1320: ό 'Αντώνιος Vradhiari δηλώνει δτι δέν επιθυμεί νά εξασκήσει ξανά το
επάγγελμα τοϋ κρεοπώλη6.
12. Γαλιψιανός, άπο το χωριό Γαλίφα Πεδιάδας
1300: για τον Κώστα, γιό τοΰ βιλλάνου 'Ιωάννη Califiano, εγγυώνται στον
'Ιωάννη Çapani, κάτοικο Χάνδακα, ή Plecti Fornaria καί ή κόρη της Μαρία,
γιαγιά καί μητέρα τοϋ Κώστα, κάτοικοι Χάνδακα7.
1368: ό Στρατήγης Galifiano μνημονεύεται δτι τραυμάτισε τόν Γιάννη Smurdi,
κάτοικο τοΰ χ. Καρκαδιώτισσα8.
1374: ό Γιάννης Galifiano ορίζεται μάρτυρας σέ υπόθεση διεκδίκησης βιλλάνου
9.
1539: ό Μανόλης Galifiano εκλέγεται comandator extraordinario senza sellarlo
στή θέση τοΰ Λινάρδου Vernando1 0.
1. Ό.π., σελ. 215 άρ. 944.
2. "Ο.π., σελ. 292 άρ. 1324. Άν δέν πρόκειται για παραφθορά τοΰ ονόματος, τότε
πιθανότατα το Vafiano να προέρχεται άπο το χ. Βαφές Άποκορώνου.
3. Ό . π . , σελ. 354 άρ. 1642.
4. Ό Τσιρπανλης (Νέα στοιχεία, σελ. 73 σημ. 2) θεωρεί δτι το εθνικό όνομα προέρχεται
άπό το τοπωνύμιο, ένώ αντίθετα ή Κατσανάκη (Σνμβολή, σελ. 31) σημειώνει οτι
το τοπωνύμιο προήλθε άπο το επώνυμο.
5. Τ σ ι ρ π α ν λ ή , Νέα στοιχεία, σελ. 73 καί σημ. 2, 87 Ιγγρ. Α'.— Τ ο ΰ ϊ δ ι ο υ,
Κατάστιχο, σελ. 142 Ιγγρ. 7.
6. Duca di Candia, Bandi (1313-1329), Ικδ. P a o l a R a 11 i - V i d u 1 i c h,
Βενετία 1965, σελ. 106 εγγρ. 287 (στο έξης Duca di Candia, Bandi).
7. Pietro Pizolo, notaio in Candia, τόμ. A' (1300), έ'κδ. S. C a r b o n e , Βενετία
1978, σελ. 220 Εγγρ. 479 (στο έξης Pietro Pizolo, I).
8. S a n t s c h i , Régestes, σελ. 144 άρ. 361.
9. Ό.π., σελ. 193 άρ. 778.
10. Κ α ρ α π ι δ ά κ η , Α, σελ. 51 άρ. 164.
ΤΑ ΕΘΜΚΛ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ 159
1541 : στή θέση τοΰ ποτέ 'Εμμανουήλ Galifiano εκλέγεται κήρυκας ό Μάρκος
Berti1.
*13. Γαριπον, άπό τό χωριό Γαρίπα Μονοφατσίου
1368: ό Γεώργιος, γιος τής Έργίνας Garipu, κάτοικος Χάνδακα ad Zangariam,
μνημονεύεται δτι θεραπεύτηκε άπό τραΰμα2.
14. Γανδιοζος καί Γαβιδιώτης, άπό τή Γαΰδο
1271-1279: τό 1271 ό 'Ιωάννης Gaudioso εξουσιοδοτεί τον Ματθαίο Mudacius
καί τον Μάρκο Geno, κατοίκους Χάνδακα, νά δώσουν εξοφλητική
απόδειξη στον Ματθαίο Doto, κάτοικο τής συνοικίας τοΰ Αγίου Νικολάου
τής Βενετίας3- το 1279 ό Ιωάννης υπογράφει ώς μάρτυρας σέ νοταριακές
πράξεις4.
1280-1281: ό Νικόλαος Gaudioso υπογράφει ώς μάρτυρας σέ νοταριακές πράξεις
5- τό 1281 ό Νικόλαος Gaudioso, κάτοικος Χάνδακα, δανείζεται χρήματα
άπό τήν Ίακωβίνα, χήρα τοΰ Νικολάου Gisi, κάτοικο Χάνδακα6.
13ος αι.: τό δνομα Gavidiotis αναφέρεται στά κατάστιχα 18 καί 19 τοΰ Αρχείου
τοΰ Δούκα τής Κρήτης7.
1304: ό Laudesius Barbi, κουρέας, κάτοικος κάστρου Ρεθύμνου, δίνει εξοφλητική
απόδειξη στον Νικόλαο Goro, κάτοικο Χάνδακα, επίτροπο τής ποτέ
Μαρίας, συζύγου τοΰ ποτέ Σιμωνέτου Gaudioso, παπουτσή, για τήν dimissoria
πού ή Μαρία είχε αφήσει μέ τή διαθήκη της στην ανεψιά της
Φραντζέσκα, κόρη τοΰ Barbi8.
15. Γονρνιώτης καί Γορνάς, άπό χωριό Γούρνες (σέ διάφορα μέρη τής Κρήτης)
1300: ό Φραγκίσκος de Molino δίνει εξοφλητική απόδειξη στον Ανδρέα de
Raynaldo για χρέος του στον Γεώργιο Gurnioti9.
1345: ό ποτέ Μιχαήλ Gorna, παπουτσής, είχε σπίτι στή ruga inagistra πού
1. Ό.π., σελ. 89 άρ. 292.
2. S a n t s c h i , Régestes, σελ. 130 άρ. 211.
3. Imbreviature di Pietro Scardoii (1271), έκδ. A n t . L o m b a r d o , Τορίνο
1942, σελ. 51 Ιγγρ. 132 (στο έξης Pietro Scardon).
4. Leonardo Marcello, σελ. 50-51 Ιγγρ. 132, 134-136, 52 Ιγγρ. 137, 53 εγγρ. 144.
5. Ό.π., σελ. 57 εγγρ. 155, 58-59 Ιγγρ. 159, 81 εγγρ. 222, 114-115 Ιγγρ. 323-324,
132 Ιγγρ. 378, 136 Ιγγρ. 389, 150 Ιγγρ. 435.
6. Ό.π., σελ. 184 Ιγγρ. 551.
7. Χ α ι ρ έ τ η, 7'ά παλαιότερα Κατάστιχα, σελ. 512 καί σημ. 37.
8. Pietro Pizolo, 11, σελ. 149-150 εγγρ. 1017.
9. Pietro Pizolo, Τ, σελ. 211 Ιγγρ. 455.
160 BOTAΑ ΚΟΝΤΗ
μετά τό θάνατο του είχε περιέλθει στή χήρα του Μαρία- τό κατέχει τώρα
ή κόρη του "Ελενα, χήρα τοΰ Λαυρεντίου Eurlano, σιδηρουργού1 (πρβλ.
πιό κάτω, σελ. 242, λ. Furiano).
1373-1379: τό 1373 ό Μάρκος Gorna, κάτοικος Χάνδακα, μνημονεύεται δτι
τραυμάτισε τόν Γεώργιο Fariseo, bordonarius2' τό 1379 κατηγορείται
δτι τραυμάτισε τόν 'Ιωάννη, γιο τοΰ Δημήτρη de la Tore, άπό τήν Αμμόχωστο,
κάτοικο Χάνδακα3.
*16. Διαβατινός, άπό τό χωριό Diavattùli, στην περιοχή τοΰ Χάνδακα
1322: οί αδελφοί 'Ιωάννης καί Διαβατινός, γιοι τοΰ Çucolei, κάτοικοι τοΰ χ.
Στόλοι τοΰ ευγενούς Πέτρου Venerio, κατηγορούνται δτι κινήθηκαν αρματωμένοι
εναντίον τών servientes τοϋ κάστρου Μονοφατσίου4. Έδώ το
εθνικό χρησιμοποιείται ώς βαφτιστικό.
1391: ό 'Εμμανουήλ Diavatino, επονομαζόμενος Stravoiani, κάτοικος τοΰ χ.
Mesochefala, μνημονεύεται δτι θεραπεύτηκε άπό τραΰμα5 .
17. Έμπαρίτης, άπό τό χωριό "Εμπαρος Πεδιάδας
1363: ό Νικόλαος Embariti, βιλλάνος, κάτοικος τοΰ χ. Παναγιά, παντρεύτηκε
τήν Άννίτζα, σκλάβα τοΰ Μιχαήλ Beto, ή οποία είχε φύγει πριν άπό
χρόνια" τώρα ό Beto τή διεκδικεί, καθώς καί τά πέντε παιδιά πού έχει
αποκτήσει στό μεταξύ μέ τόν Embariti6.
1583: è Γιώργης Emtaritti [Embaritti;] μνημονεύεται μεταξύ τών πακτω-
τών τοΰ Λασιθίου7.
*18. Θοδωρίκης, άπό τό χωριό Todorici, στην περιοχή τοΰ Χάνδακα
1394: ό Πέτρος Todorici, κάτοικος τοΰ χ. Asprocorio, μνημονεύεται δτι θεραπεύτηκε
άπό τραΰμα8 .
1583: ό Μιχάλης Thodorici καταβάλλει livello για σπίτια στό βοΰργο τοΰ
Χάνδακα9 .
1. B r u n e h i l d e I m h a u s , Les maisons de la Commune dans le district de
Candie au XlVe siècle, Θησαυρίσματα 10 (1973), σελ. 136 εγγρ. 2.
2. S a n t s c h i, Régestes, σελ. 171 άρ. 615.
3. Ό.π., σελ. 210 άρ. 899.
4. Duca di Candia, Bandi, σελ. 119-120 εγγρ. 319.
5. S a n t s c h i , Régestes, σελ. 313 άρ. 1405.
6. "Ο.π., σελ. 97 άρ. 8.
7. P. Castrofilaca, φ. 54ν.— Σ π α ν ά κ η, Λασίθι, σελ. 51 εγγρ 12.
8. S a n t s c h i , Régestes, σελ. 352 άρ. 1629.
9. P. Castrofilaca, φ. 39r
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ [2]"

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2016

ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑ

(1.°>ος-17ος αι.)-----
Για το σχηματισμό των Κρητικών οικογενειακών ονομάτων διαθέτουμε αρκετές
εργασίες, άπα τίς όποιες δμως οι περισσότερες αναφέρονται στα επαγγελματικά
επώνυμα και τα παρωνύμια1.
 Ή εργασία αύτη, βασισμένη σε αρχειακό
υλικό της περιόδου της βενετοκρατίας στην Κρήτη2, αποσκοπεί να συμβάλει
στην έρευνα των εθνικών οικογενειακών ονομάτων3 στη μεγαλόνησο κα-
1. Την παλαιότερη βιβλιογραφία βλ. συγκεντρωμένη στην εργασία του Δ. Β α γ ι άκ
α κ ο υ, Σχεδίασμα περί των τοπωνυμικών και άνΟρωπωννμικών σπουδών εν Ελλάδι,
1833-1962, 'Αθήνα 1964, σελ. 294-295. Οι μετά το 1962 μελέτες πού άφοροϋν τα κρητικά
οικογενειακά ονόματα είναι οι ακόλουθες: Β α σ . Βλ. Σ φ υ ρ ό ε ρ α , Κρητικά επώνυμα
είς τάς Κυκλάδας, Πεπραγμένα Β' Διεθνούς Κρητολογικοϋ Συνεδρίου, τόμ. Δ', Αθήνα
1969, σελ. 457-466.— Χ ρ υ σ ο ύ λ α ς Τ σ ι κ ρ ι τ σ ή, Κρητικά επώνυμα ί·ξ ονομάτων
φυτών και ζώων, Κρ. Χρ. 23 (1971), σελ. 440-466.— Τ η ς ί δ ι α ς , Striano- Suriano
- Siriano, 'Αθήνα 1972.— Χ ρ υ σ ο ύ λ α ς Ζ. Τ σ ι κ ρ ι τ σ ή - Κ α τ σ α ν ά κ η ,
Κρητικά οικογενειακά ονόματα από παρωνύμια, μέρος Α', Α - Μ, 'Αθήνα 1972.— I.A.
Θ ω μ ό π ο υ λ ο υ , Τα Κρητικά οικογενειακά ονόματα, 'Αμάλθεια 4 (1973), σελ. 290-
292.— Γ. Ι. Κ ο υ ρ μ ο ύ λ η, Περί τον σχηματισμού των επωνύμων των Ρεθυμνίων, Πεπραγμένα
Γ' Διεθνούς Κρητολογικοϋ Συνεδρίου, τόμ. Γ', "Αθήνα 1975, σελ. 153-186.—
Χ ρ υ σ ο ύ λ α ς Ζ. Τ σ ι κ ρ ι τ σ ή - Κ α τ σ α ν ά κ η, Το κρητικό επώνυμο Μονδάτσος -
Μονάτσος, Μοδάτσος - Μοάτσος, 'Αμάλθεια 7 (1976), σελ. 147-153.— Τ ή ς Ι' δ ι α ς, Οικογενειακά
ονόματα ποιητών Κρητικής Αναγεννήσεως, "Αμάλθεια 7 (1976), σελ. 281-
310.— Τ η ς ί δ ι α ς , Τα κρητικά οικογενειακά ονόματα Γριπάρης, Κάλβος, Παλαμάς,
Ροΐδης, Σολωμός, Τιπάλδος και Φώσκολος, 'Αμάλθεια 9 (1978), σελ. 3-15.— Τ η ς ί δ ι α ς ,
Κρητικά επώνυμα επαγγελματικά και δηλωτικά τίτλων και αξιωμάτων, 'Αθήνα 1981.—
Τ ή ς ϊ δ ι α ς, Τα κρητικά επώνυμα Βερνάρδος και Σιλιγάρδος, Προμηθεύς ό Πυρφόρος
7 (1983), σελ. 99-102.— Τ η ς ? δ ι α ς, Τα κρητικά ονόματα Βερίγος και Ματσαμάς, Ονόματα
8 (1983), σελ. 36-38.— Τ η ς ϊ S ι α ς, Μερικά κρητικά επώνυμα ενετικής προελεύσεως,
Ονόματα 9 (1984), σελ. 217-222.
2. Τίς ώς το 1971 δημοσιευμένες πηγές βλ. συγκεντρωμένες στη μελέτη τοϋ ΛΊ. Ι.
Μ α ν ο ύ σ α κ α, Σύντομος επισκόπησις των περί την βενετοκρατουμένην Κρήτην ερευνών,
Κρ. Χρ. 23 (1971), σελ. 245-308.
3. Μελέτες για τα εθνικά οικογενειακά ονόματα σε άλλες περιοχές της 'Ελλάδας:
Π. Γ. Ζ ε ρ λ έ ν τ η, Ναξίων εθνικά, 'Αθηνά 28 (1916), σελ. 297-306.— Α. Λ. Π α π α-
δ ό π ο υ λ ο υ, Τοπωνύμια και εθνικά tv Πόντιο, Αεξικογραφικόν Άρχεΐον 5 (1918), σελ.
203-209.— Σ. Μ ε ν ά ρ δ ο υ, Περί των τοπικών επιθέτων της νεωτέρας ελληνικής. Τ. Τοπικά
Τήνου καϊ Κεφαλληνίας, ΕΕΒΣ 4 (1927), σελ. 332-341.— Τ ο ϋ ' ί δ ι ο υ , Περί τών
144 ΒΟΤΛΑ KONTTT
τα την εποχή της βενετικής κυριαρχίας. ΟΊ πληροφορίες πού αντλούνται άπο
τίς πηγές πού μελετήθηκαν1 άφοροϋν κυρίως το διαμέρισμα του Χάνδακα καί,
σέ μικρότερη έκταση, τα διαμερίσματα της υπόλοιπης Κρήτης, καλύπτοντας
δλη σχεδόν τή διάρκεια της βενετοκρατίας, άπο τα μέσα περίπου του 13ου
αιώνα ώς τήν πτώση του Χάνδακα το 1669.
Τα εθνικά2, τοπικά ή πατριδωνυμικά οικογενειακά ονόματα δηλώνουν είτε
τον τόπο στον όποιο μετοίκησε ό παρονομαζόμενος, είτε, συχνότερα, τον τόπο
άπο οπού κατάγεται. Ό τόπος αυτός μπορεί να είναι μικρή ή μεγαλύτερη
γεωγραφική περιφέρεια: χωριό ή κωμόπολη, πόλη, επαρχία, ακόμη καί χώρα
τοπικών επιθέτων της νεωτέρας έλ,ληνικής. ΠΙ. Τοπικά Λέσβου και Ρόδου, ΕΕΒΣ 6 (1929),
σελ. 286-289.— Ν. Ι. Ζ α φ ε ι ρ ί ο υ, Τοπικά (εθνικά) επίθετα της Σάμον, Άρχεΐον Σάμου
1 (1946), σελ. 140-143.— Γ ε ρ. Η. Π α π α τ ρ έ χ α , 'Εθνικά και άνδρωνυμικά Ξη-
ρομέρον, Έπετηρίς 'Εταιρείας Στερεοελλαδικών Μελετών 1 (1968), σελ. 244-255.— Σ τ .
Γ. Κ α τ σ ο υ λ έ α, Τα τοπικά επώνυμα στή Λακωνία, Πρακτικά Α' Συνεδρίου Λακωνικών
Σπουδών, τόμ. Α' (—ΑακωνικαΙ Σπουδαί 4, 1979), 'Αθήνα 1979, σελ. 310-329.—
Ε λ έ ν η ς Ζ α χ α ρ ί ο υ - Μ α μ ά λ ί γ κ α , Τα επιθήματα των εθνικών ονομάτων (πα-
τριδωννμικών)στο ροδιακό ιδίωμα, Ονόματα 7 (1982), σελ. 49-58.— Ν. Χ. Α λ ι π ρ ά ν τ η,
Εθνικά ονόματα στην Πάρο. (Επώνυμα, παρωνύμια, τοπωνύμια), Ονόματα 8 (1983), σελ.
47-70.— Ν[. Γ. Κ ο ν τ ο σ ό π ο υ λ ο υ , Κεφαλληνιακά εθνικά ονόματα, Ονόματα 8 (1983),
σελ. 39-43.— Ε λ έ ν η ς Ζ α χ α ρ ί ο υ - Μ α μ ά λ ί γ κ α , Τα επίθετα των εθνικών ονομάτων
(πατριδωνυμικών) στο καλυμνιακό ιδίωμα, Ονόματα 11 (1987) σελ. 97-102.
1. Ή μελέτη αύτη δεν έχει την πρόθεση να εξαντλήσει δλες τίς έκδεδομένες πηγές:
περιορίζεται στή χρησιμοποίηση των πιο σημαντικών —κυρίως των νοταριακών, άλλα καί
αρχειακών σειρών τοΰ 'Αρχείου τοΰ Δούκα της Κρήτης— καθώς καί εργασιών πού έχουν
στηριχθεί σέ υλικό άπο τα 'Αρχεία της Βενετίας. Ή μόνη ανέκδοτη πηγή πού αποδελτιώθηκε
για τή μελέτη αύτη εΐναι ή «Περιγραφή της Κρήτης» τοϋ Πέτρου Καστροφύλακα.
2. 'Εθνικά χαρακτήριζε ήδη ό Στέφανος Βυζάντιος τα ονόματα των πολιτών τόσο τών
χωρών δσο καί τών πόλεων, βλ. Στεφάνου Βυζαντίου, Έκ τών Εθνικών, εκδ. Α. Meineke,
Βερολίνο 1849 (φωτοτ. ανατ. Graz 1958). Γενικά γιά τά εθνικά οικογενειακά ονόματα
στην Ελλάδα βλ. Η. M o r i t z , Die Zunamen bei den byzantinischen Historikern und
Chronisten. II. Teil, Landshut 1898, σελ. 34-44.—Ά θ. Χ. Μ π ο ύ τ ο υ ρ α, Τά νεοελληνικά
κι>ρια ονόματα Ιστορικώς και γλωσσικώς ερμηνενόμενα, 'Αθήνα 1912, σελ. 125-
130.— Κ. Ι. 'Α μ ά ν τ ο υ, Παρατηρήσεις τινές εις τήν μεσαιωνικήν γεωγραψίαν, ΕΕΒΣ
1 (1924), σελ. 50-53 (-Γλωσσικά Μελετήματα, 'Αθήνα 1964, σελ. 261-263).— Τ ο ϋ
ϊ δ ι ο υ, Τά εθνολογικά ονόματα εις τους βυζαντινούς συγγραφείς, 'Ελληνικά 2 (1929),
σελ. 97-104 (— Γλωσσικά Μελετήματα, σελ. 307-315).— ^ . Π. Ά ν δ ρ ι ώ τ η, Συμβολή
στή μορφολογία τών νεοελληνικών επωνύμων, 'Επιστημονική Έπετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης 6 (1950), σελ. 185-206.— Κ. Ι. Ά μ ά ν τ ο υ, Γλωσ-
σογεωγραφικά. Ι. Οικογενειακά ονόματα εξ εθνικών, ΕΊς μνήμην Γ. Π. Οικονόμου, 'Αθήνα
1954, σελ. 115-120 (= Γλωσσικά Μελετήματα, σελ. 537-540).— Ν. Γ. Κ ο ν τ ο σ ό π ο υ λ
ο υ , Les suffixes ethniques en grec moderne, Bulletin de la Société de Linguistique
de Paris 68 (1973), σελ. 105-127.— M. Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ ί δ η, Τα οικογενειακά-μας
ονόματα. Προλεγόμενα, επεξεργασία κειμένου, σχόλια Ε. Σ. Στάθη, Θεσσαλονίκη 1982,
σελ. 23-38.
ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ 145
ολόκληρη1. "Ετσι, λοιπόν, στή μελέτη αυτή εθνικά επώνυμα θεωρούνται -—καί
με τήν έννοια αυτή αποδελτιώθηκαν— δσα σχηματίζονται άπο το δνομα του
τόπου καταγωγής του κατόχου τους (αυτούσιο ή μέ παραγωγική κατάληξη):
π.χ. Γεώργιος Άμαθιανός, 'Αλέξης Μυλοποταμίτης.
 'Αντίθετα, δπου υπάρχει
κανονικό επώνυμο καί το δηλωτικό της καταγωγής αποτελεί συμπληρωματικό
μόνο στοιχείο του ονόματος, τότε το εθνικό δεν θεωρείται οικογενειακό ονομα
καί επομένως δεν αποδελτιώνεται2 (π.χ. Pollo Mazavacha Goroneo).
Μέ βάση το υλικό πού συγκεντρώθηκε, τά εθνικά οικογενειακά ονόματα
της βενετοκρατούμενης Κρήτης διακρίνονται σέ δύο βασικές κατηγορίες: α) σέ
εθνικά ονόματα πού προέρχονται άπο ονομασίες περιοχών της Κρήτης, καί
β) σέ εθνικά ονόματα πού προέρχονται εϊτε άπο ονομασίες περιοχών τοΰ υπόλοιπου
ελλαδικού χώρου (όρια της σημερινής Ελλάδας), είτε άπο ονομασίες
περιοχών της Ιταλικής χερσονήσου εϊτε, πάλι, άπο ονομασίες διαφόρων άλλων
μερών. Μικρότερη ομάδα εθνικών ονομάτων αναφέρεται σέ καταγωγή άπο ευρύτερη
γεωγραφική περιοχή ή καί εθνότητα (π.χ. Ρωμαίος, Γραικός, Ανατολικός).
Στα εθνικά κατατάσσονται επίσης καί οικογενειακά ονόματα πού δηλώνουν
αόριστα προέλευση άπο γεωγραφικό χώρο έκτος Κρήτης (π.χ. Ξένος)
ή μή συγκεκριμένη κρητική περιοχή (π.χ. Άπανωμερίτης). Τέλος, ορισμένα
ονόματα (π.χ. Condolioti, Marmachioti κ.ά.), λόγω τών χαρακτηριστικών
καταλήξεων τους εντάσσονται στα εθνικά, χωρίς ωστόσο να είναι δυνατή ή
εξακρίβωση της περιοχής μέ τήν οποία συνδέονται.
Ή μελέτη τών εθνικών οικογενειακών ονομάτων πού εντοπίστηκαν στην
Κρήτη μας επιτρέπει τήν εξαγωγή στατιστικών στοιχείων, τά όποια, εξαιτίας
της αποσπασματικότητας τών πηγών, δεν μπορούν βέβαια παρά να είναι ενδεικτικά
καί δχι απόλυτα. Συγκεκριμένα, άπο τον συνολικό αριθμό τών 252
εθνικών ονομάτων πού εντοπίζονται κατά τήν περίοδο της βενετοκρατίας, το
Ινα τρίτο περίπου προέρχεται άπο τήν 'ίδια τήν Κρήτη, Ινώ τά υπόλοιπα κατανέμονται
γεωγραφικά ώς έξης:
ΠΙΝΑΚΑΣ 1
Γεωγραφική προέλευση τών εθνικών ονομάτων'0
Κρήτη έκτος Κρήτης άλλες εθνότητες προέλευση άπο μή λόγω
συγκεκριμένο γεωγρ. χώρο καταλήξεων
79(31%) 95(38%) 22(9%) 7(3%) 49(19%)
1. Βλ. Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ ί δ η , ο.π., σελ. 23 § 52.
2. Βλ. καί Φ α ν ή ς Μ α υ ρ ο ε ι δ ή, Τά ονόματα τών 'Ελλήνων το Ιΰο αιώνα,
Ονόματα 9 (1984), σελ. 147.
3. Τά ποσά πού αναγράφονται έξω άπο τίς παρενθέσεις αντιπροσωπεύουν απόλυτους
αριθμούς.
10
146 ΒΟΪΛΑ ΚΟΝΤΗ
Ά ν τώρα εξεταστούν ειδικότερα οι δύο βασικές κατηγορίες τών εθνικών
οικογενειακών ονομάτων, εκείνων δηλαδή πού προέρχονται άπο τοπωνύμια της
Κρήτης καί εκείνων πού προέρχονται άπο τοπωνύμια έκτος μεγαλονήσου, διαπιστώνεται
δτι τά ονόματα πού προέρχονται άπο τοπωνύμια εκτός Κρήτης
εϊναι περισσότερα: τά εθνικά ονόματα πού παράγονται άπο κρητικά τοπωνύμια
είναι 79 (45%) καί τά εθνικά ονόματα πού προέρχονται άπο τοπωνύμια
έκτος Κρήτης 95 (55%)Κ
ΠΙΝΑΚΑΣ 2
Κατανομή τών εθνικών οικογενειακών ονομάτων κατά περιοχές2,
Κρήτη ελλαδικός χώρος ιταλική χερσόνησος άλλα μέρη
79(45%) 41(24%) 25(14%) 29(17%)
Τά περισσότερα εθνικά οικογενειακά ονόματα μέ κρητική προέλευση δέν
έχουν διαχρονική παρουσία" έκτος άπο το Χαντακίτης πού επιβιώνει σ' δλη
τή διάρκεια της βενετοκρατίας, συχνότερα επαναλαμβάνονται στή διάρκεια τών
.αιώνων δσα υποδηλώνουν ευρύτερη γεωγραφική περιφέρεια (π.χ. Κισαμίτης,
Πεδιώτης). 'Αντίθετα, επισημαίνονται συνεχώς αρκετά άπο τά ονόματα πού
προέρχονται άπο περιοχές τόσο του ελλαδικού χώρου (Κορφιώτης, Ρόδιος
κ.ά.) οσο καί της ιταλικής χερσονήσου (Lombardo, Trivisan κ.ά.) —για τά
όποια σώζονται πολυπληθέστατες μαρτυρίες—, καθώς καί άλλων περιοχών
(Καππάδοκας, Ραγουζαΐος κ.ά.). Ώ ς προς τον αριθμό τών εθνικών ονομάτων,
ή αποσπασματικότητα καί πάλι τών πηγών δέν μας επιτρέπει να σχηματίσουμε
πλήρη καί σαφή εικόνα για συγκριτική αύξηση ή μείωση τοΰ άριθμοΰ
τους, σέ δλο το χρονικό διάστημα της περιόδου αυτής. "Ετσι, ενδεικτική μόνο
μπορεί να είναι ή παρατήρηση δτι ό αριθμός τών εθνικών οικογενειακών ονομάτων
τόσο κατά τον 14ο αιώνα (118) δσο καί κατά τον 16ο αιώνα (122) είναι
περίπου ό ϊδιος. Ώ ς προς τον 15ο αιώνα, ό μειωμένος αριθμός τών εθνικών
ονομάτων πού απαντάται (μόνον 53) ερμηνεύεται άπο το γεγονός δτι οι
πηγές πού αποδελτιώθηκαν είναι πολύ λιγότερες άπο εκείνες πού άφοροϋν τους
άλλους δύο αιώνες.
'Από τήν αναλυτική εξέταση τών 79 εθνικών οικογενειακών ονομάτων πού
1. Στις απογραφές πού μελετά ή Ααΐου γιά τή Μακεδονία τον 14ο αι., τά πιο πολλά
εθνικά ονόματα προέρχονται άπο τήν 'ίδια τή Μακεδονία, βλ. ' Α γ γ ε λ ι κ ή ς Α α ΐ ο υ -
Θ ω μ α δ ά κ η, Peasant Society in the Late Byzantine Empire. A Social and Demographic
Study, Princeton N.J. 1977, σελ. 130· ελλ. μετάφρ. '// αγροτική κοινωνία στην
ϋστερη βυζαντινή εποχή, "Αθήνα 1987, σελ. 177.
2. Τά ποσά πού αναγράφονται ε"ξω άπο τίς παρενθέσεις αντιπροσωπεύουν απόλυτους
αριθμούς.
ΤΑ ΕΘΝΤΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ 147
προέρχονται άπο περιοχές της Κρήτης1 διαπιστώνεται, καταρχήν, δτι ή π?^ειο-
νότητά τους άφορα τοπωνύμια τοΰ διαμερίσματος τοΰ Χάνδακα" ακολουθούν
σέ μικρότερη έκταση τοπωνύμια άπο το διαμέρισμα τών Χανιών, τοΰ Ρεθύμνου
καί της Σητείας, ενώ μόνον Ινα τοπωνύμιο αναφέρεται στο Λασίθι καί
ακόμη ενα σέ ολόκληρο το νησί:
ΠΙΝΑΚΑΣ 3
'Εθνικά οικογενειακά ονόματα από τοπωνύμια της Κρήτης2
Χάνδακας Χανιά Ρέθυμνο Σητεία Λασίθι Κρήτη
34 (50%) 14 (21%) 11 (16%) 7 (10%) 1(1,5%) 1 (1,5%)
Ή κατανομή αυτή εύκολα εξηγείται, άφοΰ είναι γνωστό δτι τά αρχεία δλων
τών διαμερισμάτων της Κρήτης, έκτος άπο αυτά τοΰ Χάνδακα, έχουν χαθεί.
"Ετσι, οι πληροφορίες αναφέρονται κυρίως στην περιοχή της πρωτεύουσας, ενώ
για τά υπόλοιπα διαμερίσματα δχι μόνο τά στοιχεία εϊναι σποραδικά, άλλα
καί δέν καλύπτουν δλη τήν έκταση τοΰ νησιοΰ. Ά ς σημειωθεί δτι ό αριθμός
τών κρητικών τοπωνυμίων, άπο τά όποια προέρχονται τά εθνικά επώνυμα, άν
συγκριθεί μέ το συνολικό αριθμό τών χωριών της Κρήτης πού ανέρχονται
σύμφωνα μέ τήν απογραφή τοΰ Καστροφύλακα σέ 1250 περίπου, είναι πάρα
πολύ μικρός (μικρότερος άπο 10%).
Τά εθνικά ονόματα πού παράγονται άπο κρητικά τοπωνύμια διακρίνονται
σέ αυτά πού προέρχονται 1) άπο ονομασίες χωριών (Άμαργιανίτης, Πεντα-
μοδίτης), 2) άπο ονομασίες καστελλανιών (Συβριταΐος, Μυλοποταμίτης), καί
3) άπο ονομασίες διαμερισμάτων (Χαντακίτης, Χανιώτης, Σηθειακός3). "Ενα
μόνον όνομα αναφέρεται μέ προέλευση τήν ονομασία ολόκληρου τοΰ νησιοΰ
(Κρητικός). ΟΊ μετακινήσεις τών κατοίκων αυτών γίνονταν σέ μικρή ακτίνα,
συνήθως μέσα στο ϊδιο το διαμέρισμα4 . Ελάχιστα εθνικά ονόματα, κυρίως αυτά
που δηλώνουν μεγαλύτερη γεωγραφική περιφέρεια, εμφανίζονται καί σέ άλλο
διαμέρισμα5 (π.χ. Συβριταιος στα Χανιά).
1. Στην πραγματικότητα ό αριθμός τών τοπωνυμίων πού υπολογίστηκε ανέρχεται
στα 68 καί δχι στα 79, γιατί μερικές ονομασίες χωριών είναι κοινές στά διάφορα διαμερίσματα
της Κρήτης, ενώ άλλες δέν έχουν ταυτιστεί.
2. Τά ποσά πού αναγράφονται ε"ξω άπο τίς παρενθέσεις αντιπροσωπεύουν απόλυτους
αριθμούς.
3. Θα μπορούσε, όμως, νά σημαίνουν απλώς καί μόνον τον κάτοικο της πόλης τοΰ
Χάνδακα, τών Χανιών ή της Σητείας.
4. Καί σήμερα ακόμη συμβαίνει το ίδιο: στο νομό Ρεθύμνου το 50% τών εθνικών
επωνύμων προέρχεται άπο ονόματα χωριών τοϋ 'ίδιου τοϋ νομοϋ, βλ. Κ ο υ ρ μ ο ύ λ η ,
δ.π., σελ. 161.
5. Ή περιφέρεια πού δίνει το δνομά της είναι τόσο μεγαλύτερη, δσο πιο μακρινή είναι
ή απόσταση τοϋ τόπου, άπ' οπού προέρχεται ό μέτοικος, βλ. Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ ί δ η ,
δ.π., σελ. 24 § 54.
148 ΒΟΥΛΑ ΚΟΝΤΗ
Το γεγονός δτι πολλά έγγραφα είναι γραμμένα άπο βενετούς νοταρίους,
οι όποιοι συχνά σημειώνουν το δνομα παρεφθαρμένο, έχει ώς αποτέλεσμα να
δυσχεραίνεται ή ορθή απόδοση τών ονομάτων στά ελληνικά1 . "Ετσι, κατά τήν
αναγραφή τών λημμάτων, για να αποφεύγονται οι παρερμηνείες, αποδίδεται
μέν το δνομα στά ελληνικά, άλλα στην παράθεση τών μνειών πού ακολουθεί
το επώνυμο αναγράφεται μέ τή μορφή πού απαντάται στις πηγές. Ώ ς προς τά
τοπωνύμια, αναγράφονται μέ τή σημερινή τους μορφή στά ελληνικά" μέ τον
τύπο πού παραδίδονται στις πηγές σημειώνονται μόνον δσα τοπωνύμια δέν
σώζονται σήμερα. Ή περιφέρεια, στην οποία ανήκουν τά τοπωνύμια, ακολουθεί
τή διοικητική διαίρεση της Κρήτης κατά τή βενετοκρατία. "Ετσι, ή περιοχή τοΰ
Μιραμπέλλου, για παράδειγμα, περιλαμβάνεται στο διαμέρισμα τοΰ Χάνδακα.
Τά κρητικά εθνικά επώνυμα παραδίδονται μέ τους συνηθισμένους σέ δλα
τά εθνικά ονόματα τύπους: ονόματα μέ παραγωγικές καταλήξεις (74%) καί
ονόματα χωρίς παραγωγικές καταλήξεις, μέ -ς στο τέλος (26%). 'Αρκετά άπο
τά εθνικά οικογενειακά ονόματα παρουσιάζονται μέ περισσότερους άπο έναν
τύπους2. "Ετσι, μπορεί το ί'διο τοπωνύμιο να παράγει περισσότερα άπο Ινα
εθνικά ονόματα, δπως Κισαμίτης καί Κίσαμος, Πεδιαδίτης καί Πεδιώτης,
Χαντακίτης καί Καντιανός.
'Αναλυτικότερα, τά εθνικά οικογενειακά ονόματα της Κρήτης κατά τή βενετοκρατία
σχηματίζονται μέ τίς παραγωγικές καταλήξεις -ιώτης, -ίτης, -ια-
νος /-ανός, -ίνος, -ινός, -αΐος, -έας, -ακος καί -ικός3. 'Από αυτές ή συχνότερα
χρησιμοποιούμενη κατάληξη είναι -ιώτης (42%) καί ακολουθούν οι καταλήξεις
-ίτης (29%) καί -ανος (15%)4.
Ό δεύτερος δμως τύπος τών ονομάτων, αυτών δηλαδή πού σχηματίζονται
χωρίς παραγωγική κατάληξη, μέ μόνη τήν προσθήκη τοΰ τελικοΰ -ς στο αρσενικό
γένος, παρουσιάζει προβλήματα, δεδομένου δτι είναι γνωστή ή αμφίδρομη
σχέση πού υπάρχει ανάμεσα στά ονόματα καί τά τοπωνύμια5" έτσι, πολλές
φορές δέν ξέρουμε, άν το δνομα προέρχεται άπο το 'τοπωνύμιο ή το τοπωνύμιο
άπο το όνομα6. Λόγω της ασάφειας αυτής, δέν θεωρήθηκαν εδώ εθνικά
1. Για τό θέμα αυτό βλ. Μ α υ ρ ο ε ι δ ή, δ.π., σελ. 145-146.
2. Βλ. Κ ο ν τ ο σ ό π ο υ λ ο υ , Les suffixes, σελ. 121 καί σημ. 34.— Τ ρ ι α ν τ α φ
υ λ λ ί δ η , ο.π., σελ. 32-33 §62-63.
3. Γενικά για τις παραγωγικές καταλήξεις τών εθνικών βλ. Κ ο ν τ ο σ ό π ο υ λ ο υ ,
Les suffixes, σελ, 105-121.— Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ ί δ η , δ.π., σελ. 25-28 § 55.
4. Στην Κρήτη σήμερα τά περισσότερα εθνικά οικογενειακά ονόματα σχηματίζονται
μέ τήν κατάληξη -(ι)ανος (βλ. Κ ο ν τ ο σ ό π ο υ λ ο υ , Les suffixes, σελ. 114, σημ. 26,
117 καί 118 πίν. 2.— Κ ο υ ρ μ ο ύ λ η , δ.π., σελ. 162).
5. Βλ. Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ . λ ί δ η , δ.π., σελ. λ' καί σημ. 15.
6. Βλ. ' Α ν δ ρ ι ώ τ η , δ.π., σελ. 188, 190 καί 199-206, δπου γίνεται προσπάθεια
να ερμηνευτεί ό τρόπος αυτός τοΰ σχηματισμού τών εθνικών επωνύμων. Πρβλ. Τ ρ ι α ν τ
α φ υ λ λ ί δ η , δ.π., σελ. 33-35 § 64-65.
ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ KPHTII 149
τά οικογενειακά ονόματα: 'Αρκάδιος, Άστράς, Βίδος, Βιζαράς, Βιτσίλος, Βρα-
κουλιάρης, Βροντίσης, Γερανός, Γράντος, Κασάνης, Καψοδάσος, Κόλενα, Κράσης,
Κυρμουσίν, Μαζάς, Μεταξάρης, Μουρτάρος, Ξιδάς, Πατσός, Ιίλεμένος,
Ροδάκινος, Ρουκάνης, Ρουφέας, Σαρχόπουλος, Σταυράκης, Σύμης, Σφακός,
Τουρτοΰλος, Φόδελε, Χανδράς καί Χανδρόπουλος, Χαρκιάς καί Χαρκιόπουλος,
Ψωμοπούλα1 . 'Ακόμη, δέν χαρακτηρίζονται ώς εθνικά τά έπο>νυμα Αουρέας,
Μελισσιώτης, Μιλιαρίσης καί Πλύτης2 . 'Ονόματα, τέλος, για τά όποια δέν
είναι γνωστό μέ βεβαιότητα, άν προήλθαν άπο τοπωνύμια ή άν, αντίστροφα,
παράγουν τά τοπωνύμια, θεωρούνται εθνικά μέ επιφυλάξεις καί δηλώνονται μέ
αστερίσκο στην αρχή τοΰ λήμματος.
ΟΊ στενοί δεσμοί πού συνέδεαν τή βενετοκρατούμενη Κρήτη τόσο μέ τήν
Πελοπόννησο δσο καί μέ τά νησιά τοΰ Αιγαίου πελάγους αντικατοπτρίζονται
στά εθνικά οικογενειακά ονόματα πού προέρχονται άπο τοπωνύμια τοΰ ελλαδικού
χώρου. "Ετσι, άπο τά 41 εθνικά ονόματα της κατηγορίας αυτής τά 14
(34%) προέρχονται άπο ονομασίες πόλεων ή περιοχών της Πελοποννήσου3
(συμπεριλαμβάνονται εδώ καί τά Κύθηρα, ενιαίος γεωγραφικά χώρος μέ τήν
Πελοπόννησο), 20 (49%) άπο ονομασίες διαφόρων νησιών τοΰ Αιγαίου πελάγους
καί 4 (10%) άπα ονομασίες τών 'Ιονίων νησιών4. Τρεις περιπτώσεις
1. Τά οικογενειακά αυτά ονόματα θεωρούνται δτι παρήγαγαν τά αντίστοιχα τοπωνύμια,
βλ. Χ ρ υ σ ο ύ λ α ς Ζ. Τ σ ι κ ρ ι τ σ ή - Κ α τ σ α ν ά κ η , Συμβολή στή μελέτη
τών τοπωνυμίων της Κρήτης. Τοπωνύμια άπα οικογενειακά ονόματα, 'Αμάλθεια 6 (1975),
σελ. 25-98.
2. Σύμφωνα μέ τήν Κατσανάκη (Κρητικά επώνυμα επαγγελματικά και δηλωτικά τίτλων
και αξιωμάτων, σελ. 130, 144-148, 150-151, 180), τά ονόματα αυτά περιλαμβάνονται
στά προερχόμενα άπο επαγγέλματα, παρόλο πού τά δύο πρώτα (Λουρέας, Μελισσκ»-
της) έχουν τίς χαρακτηριστικές καταλήξεις τών εθνικών.
3. Για τά εθνικά οικογενειακά ονόματα πού απαντώνται στην Πελοπόννησο καί δηλώνουν
καταγωγή άπο τήν Κρήτη (π.χ Κρητικός, Σφακιανος) βλ J . L o n g n o n - P .
Τ Ο ρ ρ i n g, Documents sur le régime des terres dans la principauté de Morée au XI Ve
siècle, Παρίσι 1969, σελ. 221-231: E v a T o p p i n g , Noms de personne, Appendix
Ι, δ.π., σελ. 225 ( = Ρ. Τ ο ρ ρ i n g, Studies on Latin Greece A.D. 1205-1715, Λονδίνο,
Variorum Reprints, 1977, άρ. VII).— Κ α τ σ ο υ λ έ α, δ.π., σελ. 324, 326.
4. Γιά τή μετανάστευση Κρητικών στά νησιά τοϋ 'Ιονίου βλ. Χ ρ ύ σ α ς Α. Μ α λ-
τ έ ζ ο υ, Πρόσφυγες άπα τήν Κρήτη στά Κύθηρα. ("Αγνωστες πληροφορίες άπο το 'Αρχείο
τών Κυθήρων), «Λειμών», Προσφορά στον καθηγητή Ν. Β. Τωμαδάκη, ( = ΕΕΒΣ
39-40, 1972-1973), "Αθήνα 1972-1973, σελ. 518-526 καί τή σημείωση 1 της σελ. 519,
δπου συγκεντρωμένη ή σχετική βιβλιογραφία. Βλ. ακόμη, Γ. Κ α β β α δ ί α, Κρήτη και
Κεφαλιά. Κρητικοί μεταναστεύσεις και επίδρασις τοϋ κρητικού πολιτισμού στην Κεφα-
λονιά, 'Αθήνα 1965.— Γ. Ν. Μ ο σ χ ό π ο υ λ ο υ, Μετοίκηση Κρητών στην Κεφαλονιά
στή διάρκεια τοΰ Κρητικού πολέμου (1645-1669), και υστέρα άπο τήν άλωση τον Χάνδακα,
Πεπραγμένα Δ' Διεθνούς Κρητολογικοϋ Συνεδρίου, τόμ. Β', 'Αθήνα 1981, σελ. 270-
291.— Γ. Η. Π ε ν τ ό γ α λ ο υ , 'Εποικισμός της Κεφαλονιάς άπα Κρητικές οικογένειες
στά πρώτα χρόνια τοϋ ΙΣΤ' αιώνα, Πεπραγμένα Δ' Διεθνούς Κρητολογικοϋ Συνεδρίου,
τόμ. Β', 'Αθήνα 1981, σελ. 412-425.
150 ΒΟΥΛΑ ΚΟΝΤΗ
ύποδηλαινουν μετακινήσεις άπο τήν 'Αθήνα, τή Ααμία (— Ζητούνι) καί τή
Θεσσαλονίκη προς τήν Κρήτη.
Ή ύπαρξη εθνικών οικογενειακών ονομάτων φανερώνει συνήθως εποικισμό
μιας περιοχής άπο κατοίκους του τόπου πού δηλώνει το δνομά τους. Ωστόσο,
ή γνωστή λ.χ. μετανάστευση, στά μέσα τοΰ 16ου αι., κατοίκων τοΰ Ναυπλίου
καί της Μονεμβασίας καί ή εγκατάσταση τους σέ περιοχές της Κρήτης1
δέν αποτυπώνεται στά εθνικά οικογενειακά ονόματα πού απαντώνται στο νησί
κατά τήν εποχή εκείνη. Ώς προς τά νησιά τοΰ Αιγαίου πελάγους, ή μετακίνηση
τών κατοίκων τους προς καί άπο τήν Κρήτη είναι συχνό φαινόμενο.
"Ετσι, επισημάνθηκαν εθνικά ονόματα πού δείχνουν εγκατάσταση στην Κρήτη
κατοίκων της 'Αμοργού, Καρπάθου, Μήλου κ.ά. καί αντίστοιχη εγκατάσταση
Κρητικών στά νησιά τοΰ Αιγαίου πελάγους: Κρητικός, Σφακιανός, Χανιώτης
καί Καντιώτης2. Οι μετακινήσεις τοΰ κρητικού πληθυσμού προς τά νησιά
αυτά πρέπει να εντοπιστούν χρονολογικά κυρίως μετά τήν πτώση τοΰ
Χάνδακα τό 1669.
'Από τά ονόματα αυτά, δσα παραδίδονται μέ παραγωγικές καταλήξεις αποτελούν
τήν πλειοψηφία (77%). Σέ ποσοστό 40% ανέρχονται εκείνα πού φέρουν
τήν κατάληξη -ιώτης καί σέ 18% τήν κατάληξη -αϊος.
Τά ονόματα πού προέρχονται άπο ονομασίες πόλεων καί περιοχών της
ιταλικής χερσονήσου είναι δηλωτικά τών δεσμών της μητρόπολης μέ τήν αποικία
της, άλλα καί τοΰ ενδιαφέροντος τών κατοίκων τών ιταλικών περιοχών
για σύναψη εμπορικών σχέσεων μέ τήν Κρήτη ή καί για εγκατάσταση ακόμη
στή μεγαλόνησο. Μέ τή μορφή ονόματος πού εκλαμβάνεται ώς επίθετο συναντάμε
έναν σχετικά μικρό αριθμό ονομάτων, τά όποια προέρχονται άπο τοπωνυμίες
της ιταλικής χερσονήσου: τήν εποχή αυτή πολύ συχνότερα χρησιμοποιείται
το βαφτιστικό καί ή εμπρόθετη δήλωση τοΰ τόπου καταγωγής για
1. Βλ. Σ τ . Γ. Σ π α ν ά κ η , Συμβολή στην Ιστορία τον Λασιθίου κατά τή Βενετο-
κρατία, 'Ηράκλειο 1957, σελ. 20-29 Ιγγρ. 7-8, 35-41 έ'γγρ. 1 2 . — Τ ο ΰ ί δ ι ο υ , Κρήτη
και Πελοπόννησος, Πρακτικά Β' Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, τόμ.
Γ', 'Αθήνα 1981-1982, σελ. 95-105.—Map ι ά ν ν α ς Κ ο λ υ β α - Κ α ρ α λ έ κ α - Έ ρ .
Μ ο ά τ σ ο υ, 'Αποκατάσταση Ναυπλιωτών καί Μονέμβασιωτών προσφύγων στην Κρήτη
τό 1548, BNJ 22 (1983), σελ. 375-452.
2. Βλ. Ν. Ι. Ζ α φ ε ι ρ ί ο υ, Τά εν Σάμω επώνυμα, Άρχεΐον Σάμου 2 (1947), σελ.
113.— Χ. Ι. Π α π α χ ρ ι σ τ ο δ ο ύ λ ο υ , Οικογενειακά επώνυμα Δωδεκανήσου, 'Αφιέρωμα
στή μνήμη τοϋ Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 324.— Σ φ υ ρ ό ε-
ρ α, δ.π., σελ. 459, 463.— Α λ ι π ρ ά ν τ η, δ.π., σελ. 50, 51, 56, 60.— Α ι κ α τ ε ρ ί ν η ς
Ά σ δ ρ α χ ä - Σ π. Ι. Ά σ δ ρ α χ δ, Βαφτιστικά και οικογενειακά ονόματα σέ μια νησιωτική
κοινωνία: Πάτμος (ΙΑ'-ΤΘ' αι.), 'Αμητος στή μνήμη Φώτη Άποστολόπουλου,
'Αθήνα 1984, σελ. 66, 69 (ανατύπωση: Σ π. Τ. Ά σ δ ρ α χ α, Οικονομία και νοοτροπίες,
'Αθήνα 1988, άρ. 9, σελ. 225, 229).— Ε υ τ υ χ ί α ς Δ. Λ ι ά τ α, /ί Σέριφος κατά την
Τουρκοκρατία (17ος-19ος αι.). Συμβολή στη μελέτη των κοινωνικών και οικονομικών δομών
και του κοινοτικού συστήματος, Αθήνα 1987, σελ. 189.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑ"

Παρασκευή 3 Ιουλίου 2015

Η προέλευση των Λασιθιωτών



Δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα για τους κατοίκους του Οροπεδίου Λασιθίου 1000 χρόνια πριν από την κατάκτηση της Κρήτης από τους Ενετούς το 1211 μ.Χ. ----

Τα ελάχιστα βυζαντινά μνημεία που διατηρήθηκαν δεν είναι αρκετά, για να υπερκαλύψουν την παντελή ανυπαρξία γραπτών πηγών και άλλων ντοκουμέντων.-- Το βέβαιον είναι ότι ο πληθυσμός του Λασιθίου ήταν πολύ αραιός και όχι πάντα μόνιμος λόγω των εξαιρετικά δυσμενών καιρικών συνθηκών που επικρατούν τους χειμερινούς μήνες. Οι Ενετοί κατακτητές φρόντισαν με επιμέλεια να ισοπεδώσουν τα όποια ιδιωτικά οικήματα υπήρχαν στο Λασίθι, για να έχομε γνώση του ιδιωτικού τους βίου.

Από το 1293 μέχρι το 1514, με εξαίρεση μικρές χρονικές περιόδους, οι Ενετοί παρέδωσαν το Λασίθι στα αγρίμια των βουνών, εκδιώξαντες με τη βία από τον τόπο τους και τους ανθρώπους και τα κοπάδια τους. Όσοι τολμούσαν να αγνοήσουν τις απαγορευτικές διατάξεις των κατακτητών περί μη επιστροφής στο Λασίθι τιμωρούνταν με αυστηρότατες ποινές: αποκοπή ποδιού, θάνατος, δήμευση ποιμνίου κ.λπ. Οι καταγγέλλοντες τους απείθαρχους αμείβονταν με μεγάλα χρηματικά ποσά. Για να καταστήσουν εντελώς αφιλόξενο για ανθρώπους τον λασιθιώτικο κάμπο, κατακρήμνισαν τα σπίτια και ξερίζωσαν όλα τα καρποφόρα δέντρα. Όλα αυτά βέβαια συνέβησαν, γιατί το Λασίθι ως ισχυρότατο - σχεδόν απόρθητο και δυσπρόσιτο - φυσικό οχυρό με αυτονομία στην παραγωγή τροφίμων, προσέλκυε όλες τις επαναστατικές φυσιογνωμίες της κεντρικής, ανατολικής και όχι μόνο Κρήτης, που με επαναστάσεις απειλούσαν την ενετική κυριαρχία. Στο Λασίθι, έγιναν οι επαναστάσεις των Καλλεργών, των Χορτάτζηδων, των Αγιοστεφανιτών, των Ψαρομηλίγκων κ.α. ενάντια στους Βενετσιάνους. Γι’ αυτό οι τελευταίοι το βάφτισαν “αγκάθι στην καρδιά της Βενετίας - Spina nel cuore di Venezia” και το κατέστρεψαν μαζί με τον Μυλοπόταμο και των Ανώπολη των Σφακίων, πολλές φορές.

Η μακρόχρονη εξορία των Λασιθιωτών από τον τόπο τους (περίπου 200 χρόνια) ήταν φυσικό να αποξενώσει εντελώς τις νεώτερες γενιές από τη γη των πατέρων τους. Ίσως να έμειναν μόνο κάποιες ασαφείς μνήμες από τη ζωή των παλαιότερων στο Λασίθι. Γι’ αυτό όταν το 1514 μ.Χ. οι Ενετοί διακηρύσσουν στα κάτω μέρη ότι ενοικιάζουν, “παχτώνουν” το λασιθιώτικο κάμπο, προκειμένου να χρησιμοποιήσουν το σιτάρι που θα παραγόταν για να θρέψουν τις συμμαχικές τους δυνάμεις στο διαφαινόμενο βενετοτουρκικό πόλεμο, ελάχιστοι απόγονοι των εξορισμένων Λασιθιωτών από το 1293 ενθυμούνται την καταγωγή τους και ενθουσιάζονται με την ιδέα της επιστροφής στα πάτρια μεν αλλά παγερά μέρη. Οι Ενετοί όμως παρακάμπτουν τη γενική απροθυμία υποσχόμενοι στους υποψήφιους ενοικιαστές δύο σημαντικά πράγματα: απαλλαγή τους από τις εξουθενωτικές αγγαρείες οικοδόμησης των τειχών του Χάνδακα και εξαίρεσή τους από την φρικτή υπηρεσία ως κωπηλατών στις γαλέρες τις Ενετικές.

Τα κίνητρα αυτά υπήρξαν ισχυρά να διαλύσουν τις όποιες αμφιβολίες των υποψηφίων νέων κατοίκων του Λασιθίου. Έτσι πολύ γρήγορα συνέρρευσαν στο Οροπέδιο του Λασιθίου εκατοντάδες ενοικιαστών από την Ιεράπετρα, το Μεραμπέλλο, την Πεδιάδα, το Μονοφάτσι, τη Βιάννο και το Χάνδακα. Οι κατάλογοι των οφειλετών - ενοικιαστών που - ευτυχώς - διεσώθησαν στα αρχεία της Βενετίας και δημοσίευσε ο μέγας μελετητής της Κρητικής Ιστορίας Στέργιος Σπανάκης, παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες για την προέλευση αυτών των ανθρώπων. Έτσι βλέπομε ότι τα ονόματα, παρατσούκλια και επώνυμα πολλών από αυτούς διατηρούνται μέχρι σήμερα στο Λασίθι, όπως: Πλεύρης, Τσαμάνδουρας, Μαυρομάτης, Ρούσος, Ταμιόλης κ.λπ., απαράλλακτα ή ελαφρώς μεταλλαγμένα με την προσθήκη της κατάληξης - άκης κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Στους νέους κατοίκους συμπεριλαμβάνονται αρκετοί Ενετοί από την περιοχή της Μονεμβασιάς, της Μάνης και του Ναυπλίου που, μετά την επικράτηση των Τούρκων στην Πελοπόννησο το 1540, εγκατέστησαν οι Βενετοί άρχοντες και στο Λασίθι, παραχωρώντας τους την ιδιοκτησία των καλύτερων μεριδίων της περιοχής, όπως: Ντανασή (Δανασής), Κόντε (χωριό Αβρακόντε), Σανούδο, Μουδάτσιο (Μουδάτσος) κ.α. Μαζί με τους Ενετούς ευγενείς της Πελοποννήσου ήλθαν και κατοίκησαν στο Λασίθι πολλοί Αλβανοί, πρώην μισθοφόροι των Ενετών. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν Λασιθιώτες με το παρωνύμιο Αρναούτης που στα τουρκικά είναι Arnavut και σημαίνει ο Αλβανός.

Το ετερόκλητο αυτό πλήθος, προερχόμενο από διαφορετικούς τόπους, εγκαταστάθηκε κατά τον Καστροφύλακα σε 49 και κατά τον Βασιλικάτο σε 40 μετόχια κυκλοτερώς του κάμπου στις ρίζες των βουνών καλλιεργώντας τη γη και αποδίδοντας στη Βενετία σε σιτάρι το ενοίκιο των αγρών τους. Με την πάροδο των χρόνων, εξαιτίας των κακών καιρικών συνθηκών και των σιτοδειών, πολλοί ενοικιαστές, λόγω και της χαλάρωσης της Ενετικής Κατοχής, εγκατέλειψαν το Λασίθι και ξαναγύρισαν στα χωριά τους. Στους καταλόγους των οφειλετών διαβάζομε σήμερα τέτοια επώνυμα που δεν χρησιμοποιούνται πια στο Λασίθι, αλλά μόνο στα εκτός αυτού χωριά των Νομών Ηρακλείου και Λασιθίου, όπως: Φούσκης (Μεραμπέλλο), Καβαλάκης (Κράσι), Κανετάκης (Χερσόνησος) κ.λπ. Αποτέλεσμα αυτής της φυγής είναι η μεγάλη αραίωση του πληθυσμού που σημειώνεται το 1584 (1054 άτομα) και το 1630 (303 σπίτια).

Το ανομοιογενές αυτό πληθυσμιακό συνονθύλευμα απέκτησε τελικά θαυμαστή ομοιογένεια που συντηρείται μέχρι σήμερα. Οι τόσο διαφορετικοί έποικοι του 1514 είχαν να αντιμετωπίσουν δύο φοβερούς αντιπάλους: Τον σκληρό κατακτητή που απαιτούσε, βρέξει-λιάσει, το ενοίκιο σε σιτάρι και τον εξίσου σκληρό λασιθιώτικο χειμώνα. Για να επιβιώσουν έπρεπε να παλαίψουν ηρωικά και με τους δύο. Η αίσθηση της αδικίας που υφίσταντο από τρίτους παράγοντες σφυρηλάτησε την κοινή λασιθιώτικη ψυχή και νοοτροπία τους. Για να ζήσουν έπρεπε να κάνουν οικονομία δυνάμεων και να έχουν σε εγρήγορση συνεχώς το νου τους. Κατά την Τουρκοκρατία ο ομογενοποιημένος πια λαός του Λασιθίου, απετέλεσε τη μαγιά με την οποία αυγάτισε η επαναστατική ζύμη και το οχυρό αυτό ξανάγινε, όπως και επί Ενετών, η φωλιά των επαναστατών, το άντρο των τιμωρών χαΐνηδων. Το ίδιο συνέβη και κατά τη Γερμανική Κατοχή. Το ίδιο θα επαναληφθεί, αν χρειαστεί, στο μέλλον.

Σήμερα οι Λασιθιώτες εξακολουθούν να είναι όπως τους περιγράφει το 1633 ο ειδικός απεσταλμένος του Γενικού Προβλεπτού Κρήτης, Nicolo Zen: “... Είναι άνθρωποι μακρόβιοι, εύρωστοι και η όψη των δεν είναι τόσο μελαμψή, όσο είναι το συνηθισμένο χρώμα των ανθρώπων στο Βασίλειο αυτό (Κρήτη)”.

Η προφορά τους διαφέρει από εκείνη των υπολοίπων Κρητικών, ως προς την μουσικότητα, που θυμίζει έντονα την προσωδιακή (μουσική) προφορά των αρχαίων Ελλήνων. Σε μερικά χωριά του Λασιθίου (Αγ. Γεώργιος, Κουδουμαλιά, Αβρακόντες) η μουσικότητα της προφοράς είναι εντονότατη, που νομίζεις ότι οι άνθρωποι δεν ομιλούν αλλά τραγουδούν. Κάθε χωριό έχει ξεχωριστό ομιλητικό ύφος που παραπέμπει στο ομιλητικό ύφος του εκτός Λασιθίου χωριού που προερχόταν η ιδρυτική οικογένεια του λασιθιώτικου χωριού.

Άλλο ξεχωριστό γνώρισμα των σύγχρονων Λασιθιωτών είναι το χιούμορ, ο λόγος ο σκωπτικός χωρίς να πληγώνει την ψυχή του άλλου. Αυτό το χάρισμα το συναντά κανείς στα χωριά με τη μουσική ομιλία. Εδώ δεν υπήρχαν ποτέ Τούρκοι, για να έλθουν με την ανταλλαγή πρόσφυγες. Για το λόγο αυτό εδώ οι παραδόσεις είναι πιο γνήσια κρητικές, ανόθευτες από ξένες επιδράσεις.

Δυστυχώς όμως το σημερινό Λασίθι έχει έναν κοινό παροΡνομαστή με το Λασίθι του 1630. Οι άνθρωποί του συνεχώς το εγκαταλείπουν. Οι λόγοι είναι γνωστοί και όχι του παρόντος σημειώματος. Κάποτε ίσως χρειαστεί το Ελληνικό Κράτος να θεσπίσει ΚΙΝΗΤΡΑ ΠΑΡΑΜΟΝΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗΣ ανθρώπων, όπως είχαν κάμει οι Βενετοί το 1514 και έδωσαν ψυχή στο νεκρό τότε Λασίθι. Αν χρειαστεί, ας έλθουν άνθρωποι από μακριά. Η δυνατή Λασιθιώτικη ψυχή είναι βέβαιο πως θα τους αφομοιώσει και θα τους κάμει, σε συνεργασία με τον αέρα τον αορίτικο, βέρους Λασιθιώτες. Αλλιώς θα πεθάνει και είναι κρίμα.

Του Εμμ. Συμιανάκη Φιλόλογου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ " Η προέλευση των Λασιθιωτών"

Τρίτη 15 Ιουλίου 2014

Κρητικα επώνυμα με ενετικές ρίζες


 Aνωγειανά επώνυμα με ενετικές ρίζες  --                                           
Μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Βενετούς το 1211, κατέφευγαν λόγω εποικισμού από την Βενετία στην Κρήτη πολλές οικογένειες ευγενείς, ηγετικές, για να τη διοικήσουν.
Την ανώτατη κοινωνική βαθμίδα αποτελούσαν σι Βενετικοί ευγενείς και οι φεουδάρχες. Αριστοκράτες δεύτερης κατηγορίας ήταν οι Κρητικοί ευγενείς.
Οι απλοί πολίτες των πόλεων λεγόταν αστοί, οι δε χωρικοί διακρινόταν σε “άγραφους”, σε “απελεύθερους”, σε “πάροικους” και δούλευαν στα κτήματα του Δημοσίου.
Πολλοί από τους ευγενείς Βενετούς με την πάροδο των χρόνων εξελληνίστηκαν τέλεια και περισσότερο όσοι έμεναν στην ύπαιθρο. Ο Αγ. Ξηρουχάκης «Η Βενετοκρ. Ανατολή» αναφέρει ότι στην έκθεσή τους προς την Γερουσία οι σύνδικοί της Γρίτης και Γκαρτζόνης το 1584 λένε για τους ευγενείς αποίκους της Κρήτης και ιθαγενείς ότι κατάγονται από την Ιταλία, αλλά η καταγωγή τους είναι τόσο απηρχαιωμένη και λησμονημένη, ώστε μπορούν να λέγονται Έλληνες.

Συνεχίζοντας ο Ξηρουχάκης αναφέρει, “Οι ευγενείς Βενετοί αναμίχθηκαν και συγχωνεύθηκαν με τους ιθαγενείς Έλληνες με μικτούς γάμους, που παρά τις απαγορευτικές διατάξεις του Δόγη και αφορισμούς του Πάπα δεν έπαυαν να συνάπτονται μεταξύ Βενετών αποίκων και ιθαγενών Ελλήνων της νήσου, ευγενών και μη”.
Ο ιστορικός Στ. Ξανθουδίδης (Κρητ. συμβ. Ενετοκρ. αναφέρει “ότι από τη βάπτιση και στεφάνωση Κρητών από τιμαριούχους, εδίδοντο βενετικά βαπτιστικά ονόματα και από αναδόχους που δεν ήταν Βενετοί για να κολακέψουν κάποιον άρχοντα, είτε γιατί οι γονείς τα πρότειναν λόγω θαυμασμού προς το πρόσωπο κάποιου ενετού”.
Ο Γ. Πλουμίδης, οι Βενετοκρ. Ελληνικές χώρες, αναφέρει ότι “Μεταξύ των πληθυσμών και στρατιωτών είχαν αναπτυχθεί στενές σχέσεις φιλικές και συγγενικές, αφού αρκετοί είχαν νυμφευθεί γυναίκες του τόπου”. Οι μικτοί αυτοί γάμοι, ενώ προηγουμένως ήταν αθέμιτοι και απαγορεύονταν, ύστερα από τη συνθήκη του Καλλέργη (1299) επιτράπηκαν.
Οι Βενετοί ιστορικοί επίσης, θέλοντας να δικαιολογήσουν την αφομοίωση και συγχώνευση των ευγενών Βενετών με τους Κρητικούς, γράφουν ότι “έχομε τα ίδια ονόματα, γιατί οι ευγενείς Βενετοί όταν βάπτιζαν τέκνα Κρητικών τους έδιναν το δικό τους όνομα”.
Από παρωνύμια για σκωπτικούς λόγους σχηματισμένα από ονόματα επιφανών Βενετών, που στο τέλος κατέληξε να γίνουν οικογενειακά ονόματα των προσώπων αυτών και των απογόνων τους. Αυτά όμως τα Βενετικά οικογενειακά πρέπει να είναι ελάχιστα.
Ο Γενικός Προβλεπτής (1574 – 1577) Giakomo Foscarini στην έκθεσή του αναφέρει τα εξής σχετικά: “Από τους ευγενείς Βενετούς… πολλοί είναι, που δεν έχουν ανάμνηση της ευγενικής καταγωγής τους και πάρα πολλοί τόσο φτωχοί… εργάζονται με τα χέρια τους στις γεωργικές δουλειές και δεν διατηρούν τίποτε άλλο παρά το επίθετο και λίγο φέουδο, που τους έμεινε ύστερα από το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα,
Έχουν χάσει εντελώς τη γνώση της ιταλικής γλώσσας.
Και επειδή δεν υπάρχει δυνατότητα σε κανένα χωριό του νησιού αυτού να λειτουργούνται κατά το λατινικό δόγμα είναι αναγκασμένοι να μένουν στο χωριό να παρακολουθούν καμιά φτωχή θεία λειτουργία στις ορθόδοξες εκκλησίες, να βαφτίζουν τα παιδιά, να παντρεύονται και να θάβουν τους νεκρούς σύμφωνα με το ορθόδοξο δόγμα και τα ελληνικά έθιμα… Οικογένειες τέλεια ελληνικές, οι οποίες δεν πιστεύω πως μπορούν να υπόσχονται περισσότερα από ότι θα μπορούσαν να προσφέρουν οι ΄Ελληνες”.
“Ο F. Τhίriet ομιλεί για τον εξελληνισμό Βενετικών οικογενειών μέχρι του σημείου να φαίνεται ότι χειροτονούνται ορθόδοξοι ιερείς. Μετά τη μεγάλη επανάσταση των φεουδαρχών 1363 -65, που ένωσε τις αρχοντικές οικογένειες με τις βενετικές των πατρικίων, ένας μεγάλος αριθμός Βενετών γίνεται ορθόδοξος και αποδέχεται τις συνήθειες και τις πεποιθήσεις των Κρητικών με τις οποίες συζεί σχεδόν δύο αιώνες”.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία αναλύει με τον επιστημονικό και περίτεχνο τρόπο η κ. Χρυσ. Τσικριτσή – Κασιανάκη, καθηγήτρια της Φιλολογίας στο βιβλίο της “Κρητικά Επώνυμα Ένετικής Προελεύσεως” και καταλήγει, ότι τα οικογενειακά ονόματα ενετικής προελεύσεως προέρχονται:
1) από αναγνωρισμένα και υιοθετημένα νόθα παιδιά των Ενετών,
2) από μικτούς γάμους,
3) από εξελληνισμένους Βενετούς, που λόγω πτωχεύσεως έχασαν πρώτα την ευγένειά τους και ύστερα το εθνικό τους φρόνιμα,
4) από βενετικά βαπτιστικά και
5) πιθανόν να προέρχονται και μερικά από αυτά από ονόματα Βενετών που επικράτησαν ως παρωνύμια για σκωπτικούς λόγους.
Παραθέτουμε Παρακάτω τα Ανωγειανά επώνυμα ενετικής προελεύσεως κατ’ αλφαβητική σειρά.
Ι. Βιτώρος – Βιτώρης – Βιτ(τ)ώρος – Βιτωράκης – Βιτ(τ)ωράκης – Βικτωράκης – Βιτούρης – Βετούρης
Και σήμερα το βενετικό επώνυμο Vittοrί, Vittori, Vitturi και Vettore από το βαπτιστικό Vittirio. Προβλεπτής και γαλλικά Victor (λατ. = νικητής).
Η αρχοντική οικογένεια των Vitturi της Βενετίας, με δικό της οικόσημο ανέδειξε πολλές σημαίνουσες προσωπικότητες στην πολιτική, στο στρατό και την εκκλησία.
Μεταξύ αυτών ο Lorenzo Vittori του Daniel αρχιεπίσκοπος Κρήτης το 1595 και δούκας της Κρήτης το 1453 Benedetto Vitturi.
Οικογένεια Βιτούρη το 1600 στη Ζάκυνθο. Σε έγγραφο του 1637 ιδιοκτήτης μοναστηριού ο Ν. Sinior Manolesso Vittorio 1637.
Μεταξύ προσφύγων στη Ζάκυνθο έγγρ. 1682, Marietta Vittoropula, σύζυγος του Μάρκου Salemon και Μανόλης Γιαλινός λεγόμενος Vittorio.
Γνωστός ο προμαχώνας Βιτούρη (Vitturi) των ενετικών τειχών του Ηρακλείου Μarco Vitturi σε έγγραφο του 1212. Damianus Vittorio έγγραφο 1214 Candia. Βερνάδρος Βιτούρης και ο γιος του Σεβαστιανός σε έγγραφο του 1366 και 1375. Σε έγγραφο του 1364 Αndreolus Vittori gd joh, έγγραφο 1368. Bernardus Vittori consiliarius σε έγγραφο 1367 και 1368.
Ηernolaus ex recteuz de Sitia 1839, Νikoletus Antonius και Vituri έγγραφο 1395. Ο Bulgarus Victuzi έφερε στην Κρήτη σιτάρι, έγγραφο 1407.
Benedetto Vitturi σύμβουλος Κρήτης έγγραφο 1433. Σερ Laurentio Vitturi σύμβουλος Ρεθύμνου 1461.
Misser Vetturi το 1450. Αρχιεπίσκοπος Κρήτης το 1576 Lorenzo Vitturi. Ο ίδιος Ν. Venetus Laurentius Victuri Azchieriskopus Candie 1584 και αλλού ο ίδιος Lorenzo Bitturi.
2. Δακανάλης – Δακαναλάκης – Δαγκανάλης και Δακαναροπούλα.
Και σήμερα το βενετικό Da Canal και Ιταλικό Canale από τοπωνύμιο. Βλέπε και Καναλάκης και βυζαντινό Δεκανάλης, άσχετο με το κρητικό.
Το όνομα υπάρχει σε πολλές μαρτυρίες στην Κρήτη από το 1212 – 1623 με τους τύπους da Canale και de Canale ή de Canali.
Δούκες Johanes de Canali 1254 και Guidode Canale το1304 και 1308.
Στον Raynezio de Canalis παραχωρούνται δύο καβαλλαρίες στο διαμέρισμα Χανίων
1252 και Jacodo και Johanes de Canalis.Canaletto de Canale, 1320 στο Χάνδακα..
Georcio et Cuidoda Canal 1339, Ferdatores de Crete, Sclavurio και Νicolo da Canal.
Leonardus de Canali rtovidys vir• Feudatus noster in Creta, 1398. Επιθεώρηση του ιππικού Ηράκλειο από το τον Fadio da Canal Γενικό προβλεπτή το 1582. —•
Μεταξύ ευγενών Ηρακλείου και φεουδαρχών υπαίθρου, Alessio Canal, Domeniko, Marco, Nikolo, Marino Canal και άλλοι το 1583. —
Στο χρονικό του Τzivan 1644 μεταξύ των Νοd ven di Candia Canal. Σε έγγραφο του
1861 Δακαναροπούλα από τον Ξυδά.
3. Δραμουντάνης
Προβλεπτής βεν.Tramontin και ιταλικό Tramantana = chesta o viene Nord. Το όνομα δεν προέρχεται βέβαια από το βενετικό επώνυμο, αλλά από το όνομα του αέρα παρωνύμιο για κάποιον με δυναμική παρουσία.
4. Κουτάντος Αcotanto Cotonto
Επώνυμο Αcotanto, Αcoitanto ven από 1112 στα παρωνύμια πιθανόν από αccogli tanto o tanti. Μήπως από contento που μαρτυρείται στην Κρήτη με προθετικό α;
Οι Αcotanto παλιά βενετική οικογένεια πατρικίων που μερικοί δέχονταν ότι προέρχονται από την Κωνσταντινούπολη.
Στη Βενετία το 1144 και 1184 έγγρ. Μάρκος και Δομένικος Αcotanto.Jocoro Acotanto 1212 και Marco Acotanto Jacobus Acotanto consiliarius σε έγγρ. 1219. Ciacomo Acotanto μάρτυρας και Jacomo Acotanto consiliere σε έγγραφα 1224 και 1225, Donnemico αδελφός του Ciuliano Acotanto και Marino 1225. Jacodus Acotanto deccarius na b. στο Χάνδακα εγγρ. 1271. Ιάκωβος Αccontanto κάτοικος στο Βούργο του Χάνδακα. Kalli χήρα του Μάρκου Αccontanto, Πέτρος Accontanto κάτοικος Χάνδακα, έγγραφα 1280- 81. Ιάκωβος Αccotanto του Λέανδρου σε έγγραφα 1301-1302. Σερ Jacobellus Acotanto Zogatus και ser Πέτρος και σερ Λουκάς Acotanto σε έγγραφα 1341, 1346, 1347. Ερμόλαος Acot Κομερκλάριος Κρήτης 1343.
Αcotanto Στέφανος στη Σητεία το 1370 και Πέτρος Cotanto σε έγγρ. Του 1399.
Άγγελος Ακοτάντος έγγρ. 1436.
Ο Άγγελος Ακοτάντος ή Κοτάντος ζωγράφος είχε δύο αδελφούς τον Giovani επίσης ζωγράφο σε έγγραφα 1450 και 1477 και τον Θεόδωρο σχολάρχη. Dominus Pasguali Contonto Butano σε έγγρ. του 1495. σε έγγρ. του 1513 αναφέρεται η κόρη του πoτέ Magisstri Joannis Akotanto ζωγράφος Χάνδακα. Μανόλης Κουτάντος έγγρ. 1582 και Βιτζέντζος Κουτάντος έγγρ. 1583. Μιχαήλ Agvotanto de continios Agnetis 1222.
5. Μανιώρος – Μανιωράκης
Η συγγραφέας πιστεύει ότι προέρχεται από το Μανιός – Μανιόρος. Βαπτιστικό Μagno από λατινικό magnus = gande. Αλλά και Μario βαφτ. από λατινικό Μarius από το αρχαϊκό manus.
Σερ Sclavus Magno από τη Βενετία κάτοικος Χάνδακα 1352. Σε έγγραφα του Ι363 1395 σι Βενετοί Sclavus Magno, Madlus, Magno, Marius και Johanes Magno. Στα Χανιά το 1536 mastro Maro Mari και Mastro Manoli Mari, Retrus magnus thesaurarius 1545. Γιάννης υιός Μανιού έγγραφο 1672 και Μανόλης Μανιάς έγγρ. 1674. Αλοΐσιος (Αλεβίζε) Μάνιο, έκτακτος προβλεπτής Σούδας έγγρ. 1713. Μανιουδάκη από την Κρήτη το 1868 στη Ζάκυνθο.
6. Μανούσος, Μανουσάκης, Μανούσακας, Μανουσακάκης, Μανουσουδάκης, Μανουσιουδάκης, Μανουσιδάκης, Μανουσέλης, Μανουσελάκης και Μανουσογιαννάκης
Από το βαφτιστικό Μano, Manea, Manusso,Manoli προβλεπτής Μari, Maro, Matusso και Zane Zanessi,Zanusso, προβλεπτής Γιάννης Γιαννούκος – Γιαννούσος (επών. Γιαννουσάκης στις Μαργαρίτες Μυλοποτάμου), Μιχ. Γιαννούσος 1566.
Κατά την εποχή της Ενετοκρατίας το Εμμανουήλ – Μανόλης συνηθίζεται ως Μάνος – Μανός – Μανιός – Μανέας – Μανούκος – Μανούσος από επίδραση βενετική. Ο Οlinieri έχει Μani, Manuzio, Manuzzato, Manoli από το 1309, Μanolessus από το 1075 από μεσαίων. βαφτ. ο Εm. De Felice έχει βαφτίσει Μanolo υποκ. του Εmmanouele.
Σε έγγραφο του 1479 βαφτ. Μanussio Marci. Ser Manussio 1546. Μanutio Rireri στα Χανιά 1536, Μanusso di Candia 1559 και Μanusso Mara Candiote, 1569.Μανούσος Πρέβελης του Πέτρου 1591.
Σε έγγραφα του 1503 -1509 Μanoli da Candia και 1501 -1517 Μanusso da Candia που ο Αντ. Πάρδος ταυτίζει.
Στα κατάστιχα του νοταρίου Μ. Μαρά 1538 – 1578 βρίσκουμε αδιακρίτως Μανουήλ ή Μανέας, Μανώλης ή Μανούσος. Μανούσος Πηγάς δάσκαλος 1567 και 1582, Μανοήλ Πηγάς δάσκαλος 1572 το ίδιο πρόσωπο όπως δέχεται και ο Μέρτζιος. Και η Ασπασία Παπαδάκη από την ανάγνωση πολλών εγγράφων ταυτίζει το Εμμανουήλ – Μανέας – Μανούσος. Επίσης η Μ. Κωνσταντουδάκη ταυτίζει τον Μανέα Μουζουράκη ζωγράφο 1509-1534 με τον ser Manussio Mazurachi και με τον Μανέα Μουζουράκη μάρτυρα σε έγγρ. του 1549. Σε έγγρ. του 1692 Σταμάτης υιός Μανούσου και Παύλος υιός Μανούσου.
7. Μέμμος, Μεμάκης
Και σήμερα βενετικό Μemο. Ο Τριανταφυλλίδης το ετυμολογεί από Μεμάς υποκοριστικό του Γεράσιμος. Νομίζω από το βεν. επώμυνο Μemmo από βαφτ. Μπιο και Μemmο υποκ. του Gulielmo. Οι Μemo μεταξύ των αρχοντικών οικογενειών της Βενετίας ανέδειξε 3 δόγες, συγκλητικούς και επισκόπους.
Στην Κρήτη δούκας ο Ludonicus Memmo το 1584 και Αρχιεπίσκοπος Vitus το 1407 και Μichael Memmo 1448.
Νicolaus Memo κάτοικος Χάνδακα σε έγγραφα του 1272 και 1281. Masseo Memmo signore di notte εγγρ. 1349 και άλλοι.
Tzibanus Memo σε έγγρ. 1481, Αndrea Memo consilie 1482-1485 και Μichele Memo consiliere 1488-1491.
Πιέρος Μέμος σε διαθήκη του 1500. Ιωάθαν Μέμος αρχιγραμματέας, αρχειοφύλαξ και Δ/ντής αστυνομίας (1567-71). Μισέρ Βιττόρε Μέμο έγγρ. 1581.
Αμπέλι του ευγενή μισέρ Τζορτζή Μέμο έγγρ. 1618 Κωνσταντ. Μέμος (1699) διδάσκαλος του Ελληνικού Σχολείου στη Βενετία. Ασφαλώς ο ίδιος Κωνστ. Μέμος ακαδημαϊκός Αβλαβής (Πlesο) 1669 – 1701. Μέμος στον Αγ. Βασίλειο Πεδιάδος 1747.
8 . Μπαγγέρης – Μπαγκέρης – Παγκέρης – Μπαγκεράκης – Μπαγκράκης Από μπαγκέρης (danchiere = τραπεζίτης).
9. Μπρίνταλος, Μπρεδάκης – Μπρεδόπδυλος, Πρεντάκης, Μπριντάκης, Πρίνταλος, Μπρεντάης, Μπρεντάνας, Ντί Μπρέντα
Το Πρεντάκης – Μπρεδάκης έχει σχετίσει παλαιότερα με τη λέξη praeda η συγγραφέας και τα ονόματα Μπρεδολόγος και Πρεδευσής. Πιθανόν όμως να προέρχονται και απ’ ευθείας από το βενετικό όνομα Βreda, Bredani βενετικό οικογ. Breda, Bredo στα ονόματα από παρωνύμια.
ΙΟ. Σαλούστρος
Πιθανόν να σχετίζεται με τη λέξη σαλούστρο που απαντάνται στον Καστούρμπο και η σημασία και ετυμολογία της είναι άγνωστη. Πιθανότερο να προέρχεται από βαφτ. sallustio. Κρητικοί ευγενείς Ρεθύμνου οι Saluzzi 1574. Μεταξύ ευγενών Κρητών Ρεθύμνου 1583 Μattio Salustro του π. μισέρ Ραntalon Zuane του π. πισέρ Francessco και Ζυane Salustro il Vecchio.
Αndriana Salustopula έγγρ. 1683 μεταξύ Κρητών προσφύγων στην Κέρκυρα.
ΙΙ. Σμπώκος, Σπόκος και Σπώκος, Μπόκος
Από Sbocco = στόμιο, εκβολή, αιμόπτυση. Η συγγραφέας νομίζει το πιθανότερο από το Βocho όπως Βώλος – σβώλος, Κάνθαρος – σκαθάρι, κόκος – Σκόκος, βαφτιστικό βεν. Βοcco και Βodolinu και οικογ. Βοcchi, Bocho, Boccoli, Bocco. Ήδη από τον 11ο αιώνα βαφτ. Βocca, από παρωνύμιο Βocca ή Βυcca.
Σε έγγραφο του 1381 Βarnada Βοcho από τη Βενετία. Pres ditez Alonixius Bochos 1463. Επίσης Βοcho σε έγγρ. του 1535.

Του ΜΑΝΟΛΗ ΜΙΧ.ΔΑΚΑΝΑΛΗ---
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Κρητικα επώνυμα με ενετικές ρίζες "

Παρασκευή 27 Ιουνίου 2014

Μόνο στην Κρήτη διατηρήθηκαν όλες οι ελληνικές γραφές

 File:Crete-Johnston-1861.png


Της ΝΙΝΕΤΤΑΣ ΚΟΝΤΡΑΡΟΥ-ΡΑΣΣΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 1 Μαρτίου 2014 
Οι Κρήτες μπορεί να είναι υπερήφανοι γιατί στον τόπο τους διατηρήθηκαν όλες οι μορφές ελληνικής γραφής από την 3η χιλιετία π.Χ. μέχρι τα ελληνιστικά χρόνια. Είναι η μόνη περιοχή της Ελλάδας στην οποία συμβαίνει αυτό αποδεδειγμένα και τεκμηριωμένα, σύμφωνα με τον πρώην διευθυντή του Επιγραφικού Μουσείου Χαράλαμπο Κριτζά.
Επιγραφή της Γόρτυνας γραμμένη βουστροφηδόν σε δωρική διάλεκτο
Επιγραφή της Γόρτυνας γραμμένη βουστροφηδόν σε δωρική διάλεκτο
«Στην Κρήτη έχουμε γραφές με ιδεογράμματα και εικονογράμματα πάνω σε σφραγιδόλιθους που χρονολογούνται στο τέλος της 3ης χιλιετίας π.Χ.» μας είπε ο κ. Κριτζάς, μετά την ομιλία του στο πλαίσιο των μαθημάτων της Αρχαιολογικής Εταιρείας που είναι αφιερωμένα στην Κρήτη, καθώς φέτος συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την απελευθέρωσή της από τους Τούρκους.
Η αφήγηση του κ. Κριτζά ακολουθεί την εξέλιξη της ελληνικής γραφής, κάνοντας την πρώτη στάση στη λεγόμενη ιερογλυφική γραφή, η οποία είναι, όπως ο ίδιος επισημαίνει, μια συστηματικότερη μορφή γραφής, με κύριο παράδειγμα το Δίσκο της Φαιστού, που κρατάει ώς σήμερα το μυστήριό του, καθώς δεν μπορεί ακόμη να διαβαστεί. Τα τελευταία δείγματα της ιερογλυφικής γραφής φθάνουν ώς το 1500 π.Χ.
«Ηδη όμως από το 1800 περίπου πρωτοεμφανίστηκε η Γραμμική Α, η οποία απέδιδε περισσότερα σύμβολα και για ένα διάστημα συνυπήρχε με τα ιερογλυφικά. Η Γραμμική Α παρέμεινε σε χρήση μέχρι το 1450 και ένα τουλάχιστον δείγμα της σώζεται σε ένα ειδώλιο με γραπτή επιγραφή που χρονολογείται στα 1375 π.Χ.».
Ο δίσκος της Φαιστού
Ο δίσκος της Φαιστού
Ποια όμως ήταν η γλώσσα στη Γραμμική Α; «Είναι η μινωική που δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί και η μετεξέλιξη της Γραμμικής Α είναι η Γραμμική Β που σχετίζεται με τη μυκηναϊκή παρουσία στην Κρήτη. Τα παλαιότερα δείγματά της έχουν βρεθεί στην Κνωσό και χρονολογούνται στα 1470-1400 π.Χ. και τα νεότερα στην αρχαία Κυδωνία (σημερινά Χανιά), 1250-1200 π.Χ. Η Γραμμική Β αποκρυπτογραφήθηκε το 1952 και είδαμε με ευχάριστη έκπληξη ότι η γλώσσα που κατέγραφε ήταν η ελληνική σε μια πρώιμη μορφή της.
Επομένως η Κρήτη, που ώς τότε είχε μια δική της γλώσσα προελληνική, έκτοτε έγινε κατά κύριο λόγο ελληνόφωνη περιοχή. Εμειναν όμως θύλακοι μέσα στο νησί κυρίως σε ακραίες περιοχές της ανατολικής Κρήτης, την Πραισό και Δρήρο και ενδεχομένως στην κεντρική Κρήτη την περιοχή των Αρκάδων. Εκεί οι θύλακοι φαίνεται ότι διατήρησαν την παλιά γλώσσα των Μινωιτών για τη μεταξύ τους συνεννόηση και παρέμειναν πιθανότατα μέχρι τον 3ο αι. π.Χ. δίγλωσσοι.
Οι αρχαίες πηγές από τον Ομηρο και την Οδύσσεια τους αναφέρουν ως Ετεόκρητες γηγενείς και γνήσιους Κρήτες. Εχουν σωθεί περί τις δέκα επιγραφές γραμμένες με ελληνικούς χαρακτήρες, αλλά σε μια κατανοητή γλώσσα. Ετσι, συμπεραίνουν οι επιστήμονες ότι είναι η μινωική που διεσώθη στο στόμα των γηγενών κατοίκων».
Είναι δηλαδή σαν τα καραμανλήδικα; ρωτάμε τον κ. Κριτζά.
«Ακριβώς, σωστή η παρατήρησή σας. Είναι σαν την καραμανλήδεια γραφή, που είναι μια συμβατική γραφή της τουρκικής γλώσσας με ελληνικούς χαρακτήρες. Τη χρησιμοποιούσαν οι τουρκόφωνοι Ελληνες των ανατολικών επαρχιών της Μικράς Ασίας. Στην Κύπρο ωστόσο συνέβη το ακριβώς αντίστροφο. Εχουμε πολλές επιγραφές γραμμένες μέχρι και τα ύστερα Ελληνιστικά χρόνια σε ελληνική γλώσσα, αλλά με συλλαβογράμματα της προελληνικής κυπριακής γραφής. Στα συλλαβογράμματα ξέρουμε τη φωνητική τους αξία και διαβάζουμε έτσι μια ελληνική γλώσσα. Υπάρχουν πάρα πολλές επιγραφές στην Πάφο που τεκμηριώνουν αυτό ακριβώς».
Ας γυρίσουμε όμως στην Κρήτη.
«Μετά την κατάρρευση του μυκηναϊκού κόσμου αρχίζουν οι λεγόμενοι σκοτεινοί αιώνες. Λέγονται έτσι γιατί από τον 11ο έως τις αρχές του 9ου αι. π.Χ. δεν έχουμε γραπτά μνημεία. Πλήρες σκότος. Οι Ελληνες έρχονται σε επαφή με τους Φοίνικες στις ακτές βορείως της Παλαιστίνης και της Συρίας, οι οποίοι είχαν αλφαβητική γραφή, υιοθετούν το φοινικικό αλφάβητο, το οποίο όμως δεν είχε φωνήεντα. Προσθέτουν φωνήεντα κι έτσι δημιουργήθηκε το πρώιμο αλφάβητο που στην Κρήτη ειδικά είχε 18 σύμβολα. Τα γράμματα τα λέγανε "φοινικήια γράμματα", εκείνος που ήξερε να γράφει τα νέα γράμματα λεγόταν "φοινικιστής" και ο γραφέας αυτών των γραμμάτων "φοινικογράφος". Η αρχαιότερη γραφή διασώζεται σε ένα αγγείο του 830-770 π.Χ. που έχει βρεθεί στη νεκρόπολη Osteria Dell’ Osa στο Λάτιο της Ν. Ιταλίας. Είναι μια σύντομη επιγραφή με πέντε γράμματα».
Στην Κρήτη η παλαιότερη γραφή έχει εντοπιστεί στη Φαιστό πάνω σε ένα πιθάρι του τέλους του 8ου αι. π.Χ. Γράφει ότι αυτός ο πίθος είναι του Ερπετίδαμου, του γιου της Παιδοφίλας.
Εκτοτε έχουμε πάρα πολλές αρχαϊκές επιγραφές νομικού χαρακτήρα, τις οποίες χάραζαν στους τοίχους δημόσιων κτηρίων και ναών. Με αυτό τον τρόπο τις δημοσίευαν για να γίνουν σεβαστές. Κυριότερο παράδειγμα, η λεγόμενη «βασίλισσα των επιγραφών» της Γόρτυνας (480-460 π.Χ.), που είναι γραμμένη βουστροφηδόν σε δωρική διάλεκτο και αποτελεί τον πρώτο κώδικα της Ευρώπης. Είναι μια συλλογή νομικών διατάξεων αστικού κυρίως δικαίου, το οποίο αυτή την περίοδο δεν είναι διακριτό από το ποινικό δίκαιο. Η επιγραφή της Γόρτυνας αποκαλύφθηκε πλήρως το 1884 και όπως λέει ο κ. Κριτζάς έχει πρωτοποριακές διατάξεις για τα δικαιώματα των γυναικών.
Για παράδειγμα, προστάτευε την περιουσία της γυναίκας ώστε να μην μπορεί να την πουλήσει ο άνδρας της και να την κληρονομήσουν τα παιδιά της. Επίσης προστάτευε και τα δικαιώματα των δούλων, ενώ ο νομοθέτης λάμβανε πρόνοια και για τις ορφανές από πατέρα κοπέλες, οι οποίες έπρεπε να παντρευτούν άνδρα κατά προτεραιότητα από τη φυλή τους και αν δεν βρισκόταν τέτοιος να αναζητούνταν κάποιος από άλλη φυλή.
Η πρώτη διάταξη πάντως μετά την επίκληση του θείου σε αυτή την επιγραφή αφορούσε την απαγόρευση σύλληψης κάποιου πριν από τη δίκη. «Οποιος πρόκειται να αρχίσει δικαστικό αγώνα περί ελευθέρου ή δούλου να μην τον συλλαμβάνει πριν τη δίκη» γράφει. Κι αυτό συνέβαινε για να αποτραπεί η αυτοδικία από τους ισχυρούς. Ο νόμος μάλιστα προστάτευε και εκείνον που θα παρείχε άσυλο στον υπόδικο. Στη δίκη πάντως μεγάλο ρόλο έπαιζαν οι μάρτυρες και ήταν πολύ ισχυρός ο όρκος, ο οποίος είχε μάλιστα τεράστια αποδεικτική αξία στην Κρήτη, σύμφωνα με τον κ. Κριτζά.
Υπάρχουν επίσης επιγραφές που αφορούν σε συνθήκες μεταξύ πόλεων και νησιών, αλλά και παράκτιων ιερών. Ηταν ο μόνος τρόπος για να εξασφαλίσουν την ασυλία τους σε περίπτωση που τους προσλάμβαναν Κρήτες πειρατές, οι οποίοι λυμαίνονταν τις παράκτιες περιοχές.
Η ελληνική γλώσσα διατηρήθηκε στην Κρήτη και στην περίοδο της Ρωμαιοκρατίας. Ελάχιστες είναι οι λατινικές επιγραφές που έχουμε σκαλισμένες σε οικοδομήματα. Η ελληνική γραφή και γλώσσα κυριαρχεί βεβαίως και στα βυζαντινά χρόνια. Ακολούθησαν οι Αραβες κατακτητές της Κρήτης από το 823 μέχρι το 921, οι οποίοι χρησιμοποιούν για τα επίσημα έγγραφα και τα νομίσματα τα αραβικά. Στην Κρήτη έχουν μείνει ελάχιστα τοπωνύμια από αυτή την περίοδο, ενώ οι Ενετοί που ακολούθησαν (1210-1669) άφησαν άφθονες επιγραφές στη γλώσσα τους πάνω στα τείχη, σε δημόσια οικοδομήματα, κρήνες κ.λπ. Ο λαός όμως όχι μόνο δεν έχασε τη λαλιά του αλλά τη μετέδωσε και στους κατακτητές. Κατά την τουρκική κατάκτηση στα επίσημα έγγραφα χρησιμοποιούνται τα τουρκικά, αλλά οι Ελληνες διατηρούν τη γραφή και την ομιλία τους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Μόνο στην Κρήτη διατηρήθηκαν όλες οι ελληνικές γραφές"

Πέμπτη 30 Μαΐου 2013

Η λεβεντογέννα Κρήτη

 Η Κρήτη, ἡ μεγαλόνησος, ἡ λεβεντογέννα Κρήτη, πάντοτε ἔδινε «τὸ παρὼν» στοὺς ἐθνικοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῶν σκλαβωμένων τμημάτων τῆς μάνας Ἑλλάδος. --Κρῆτες ἐπάνδρωσαν τὰ ἀπελευθερωτικὰ σώματα τῆς Μακεδονίας μας, τῆς Ἠπείρου, τῆς Βορείου Ἠπείρου, τῆς Κύπρου, παντοῦ. Ἀλλὰ καὶ ὅταν ἡ ἴδια ἡ Κρήτη ἀπειλήθηκε τὸ 1941 ἀπὸ τὸν πιὸ πάνοπλο ἐπιδρομέα, τὸν Γερμανό, σήκωσε αὐθόρμητα τὴν κορμοστασιά της καὶ ἀναμετρήθηκε μαζί του. Διότι:


«Κρήτη...γεννήτρα παλικαριῶν

Κρήτη μου πρωτοπόρα

ὅποτε καὶ ὅπου χρειασθεῖ

τηνὲ τιμᾶς τὴ χώρα».

Καὶ τὴν ἐτίμησε ὅλος, σύσσωμος ὁ λαός τῆς Κρήτης, ἄνδρες καὶ γυναῖκες. Νὰ πὼς περιγράφει Γερμανὸς ἀξιωματικὸς τῶν ἀλεξιπτωτιστῶν ἕνα περιστατικὸ στὴν περιοχὴ Γαλατᾶ Χανίων, ὅπου πραγματοποιήθηκε καὶ ἡ κυρία προσπάθεια τῶν Γερμανῶν: «Στὸ λιγοστὸ φῶς τῆς ἡμέρας θυμᾶμαι ποὺ πετάχθηκε σὰν ἀγρίμι μέσα ἀπὸ τοὺς ἀγκαθωτοὺς θάμνους, σὰν ἀστραπή, μιὰ λεβεντόκορμη σιλουέτα, στὰ μαύρα ντυμένη, μὲ ψηλὲς μπότες καὶ σαρίκι στὸ κεφάλι, ποὺ δίχως καθυστέρηση φύτεψε μὲ τὸ γερμανικὸ αὐτόματο, ποὺ κρατοῦσε, πέντε σφαῖρες στὸ στομάχι δύο ἀλεξιπτωτιστῶν. Πρὶν προλάβουμε νὰ ἀντιδράσουμε, ἔπεσε κάτω, γλιστρώντας σὰν φίδι μέσα στοὺς θάμνους μὲ δαιμονισμένη ταχύτητα. Ἀντιδρῶντας γρήγορα, τὸν κυκλώσαμε καὶ προσπαθήσαμε νὰ τὸν ἐξουδετερώσουμε. Ὅταν ἔφθασα κοντά του δὲν εἶχε ἀκόμα πεθάνει. Τὰ μάτια του ἀνοικτά, κατάμαυρα, λὲς καὶ φοβέριζε τὸν ἐρχομὸ τοῦ θανάτου, ὅμως ὅλο σχεδὸν τὸ κορμί του ἦταν χτυπημένο ἀπὸ τὰ θραύσματα τῆς χειροβομβίδας. Τὸν σήκωσα καὶ ἀκούμπησα τὴν πλάτη του στὸν κορμὸ μιᾶς χοντρῆς ἐλιᾶς. Εἰλικρινὰ μὲ εἶχε συναρπάσει ἡ τακτικὴ ποὺ μαχόταν. Θὰ ἦταν περίπου 18 χρονῶν. Πρὶν ξεψυχήσει, κοίταξε βαθιὰ μέσα στὰ μάτια τὸ στοχασμό μου καὶ χαμογέλασε. Ξαφνιάστηκα. Δὲν ξέρω ἄν χαμογελοῦσε σὲ μένα ἤ στὸν θάνατο, ποὺ φτερούγιζε γιὰ νὰ τὸν πάρει. Σήκωσε μὲ κόπο τὸ δεξί του χέρι, πῆρε ἀπὸ τὸ λαιμό του ἕνα σταυρό ποὺ κρεμόταν, τὸν φίλησε κι ἔγειρε τὸ κεφάλι πλάγια, ξεψυχώντας μὲ καρφωμένο στὰ χείλη του τὸ χαμόγελο. Ὅμως, ἡ ἔκπληξή μου ἔμελλε νὰ κορυφωθεῖ, ὅταν τραβῶντας τὸ σαρίκι του γιὰ νὰ τὸν ξαπλώσω χάμω, ξεχύθηκαν ἀπ’ τὸ κεφάλι του μισὸ μέτρο κατάμαυρα μαλλιά. Τότε μόνο κατάλαβα πὼς ἦταν γυναῖκα. Βουβάθηκα. Ἦταν κάτι ποὺ δὲν τὸ περίμενα. Ἔνοιωσα στὸ λαιμό μου ἕναν κόμπο νὰ μὲ πνίγει. Ἦταν ἡ πρώτη φορὰ ποὺ συνειδητοποίησα ὅτι ἡ μοίρα τῶν ἀλεξιπτωτιστῶν θὰ ‘ ταν πολὺ δύσκολη στὴν Κρήτη. Ἔφυγα, ἀφήνοντας τὴ σκέψη μου κάτω ἀπὸ τὴ γέρικη ἐλιά, κοντὰ στὴ νεκρὴ κοπέλα».

Αὐτὸ σήμαινε, ἀγαπητοί μου, Μάχη τῆς Κρήτης. Ἕνα περιστατικὸ ποὺ τὸ ἀφηγεῖται Γερμανὸς ἀξιωματικός τῶν ἀλεξιπτωτιστῶν.

Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι πολλοί συνέβαλαν καί κουράστηκαν γιά τήν πραγματοποίηση τῆς Ἐκδηλώσεως αὐτῆς. Θερμές εὐχαριστίες ὀφείλονται : Στὸν Δῆμο Πωγωνίου πού μᾶς παρεχώρησε εὐγενῶς τήν αἴθουσα. Νὰ ποῦμε, γιὰ ὅσους δὲν τὸ γνωρίζουν, ὅτι τὸ κτίριο ἔχει ἱστορία, ἀφοῦ ἀπὸ τὸ 1875 στεγάζονταν τὰ Ἐκπαιδευτήρια τῆς περιοχῆς. Οἱ τότε ἀρχιτέκτονες σὲ καιροὺς σκλαβιᾶς ἔδωσαν στὴν κάτοψή τοῦ κτιρίου τὸ γράμμα Ε, ποὺ δηλώνει τὸ ἀρχικὸ Γράμμα τῆς λέξεως Ἐλευθερία, Ἑλλάδα, Ἐκκλησία. Μάλιστα σὲ μιὰ προμετωπίδα του γράφει τὸ παλαιοδιαθηκικό: «Ἀρχή σοφίας φόβος Κυρίου» (Παροιμ. 1,7 καὶ Ψαλμ.110,10).

http://anastasiosk.blogspot.gr/2012/05/20-31-1941.html#more
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η λεβεντογέννα Κρήτη"

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

Τό Ολοκαύτωμα τού Αρκαδίου.

Η Μονή στο Αρκάδι Ρεθύμνου

1866.—Ο Τούρκος έν Κρήτη αρχιστράτηγος Μουσταφά πασσάς, θέλων νά εκδικηθή τούς επαναστάτας διά τάς αλλεπαλλήλους ήττας τών πασσάδων Σαβρή καί Γιαχιά, ορμά μέ δύναμιν 12—15।000 στρατού καί 28 πυροβόλα είς τήν επαρχίαν Μυλοποτάμου. Είς τήν εκεί Μονήν τού Αρκαδίου, χρονολογουμένην από τής εποχής τού Ηρακλείου (εκτίσθη πιθανόν τώ 641) καί τιμωμένην επ’ ονόματι τού Κωνσταντίνου, ευρίσκοντο 900 περίπου άνθρωποι, έκ τών οποίων 250 ασθενείς ή τραυματίαι καί 400 γυναικόπαιδα. Η φρουρά απετελείτο έκ 250 ανδρών, υπό αρχηγόν τόν γενναίον έκ Βυτίνης αξιωματικόν Ιωάννην Δημακόπουλον. Παρά τό πλευρόν του ευρίσκοντο καί οί έκ τής ελευθέρας Ελλάδος εθελονταί ανθυπασπιστής τών πυροσβεστών Ξάνθης, Αδαμάντιος Πετρίτσης, Λοντόπουλος, Χαιρέτης, Μορίτσης, Ράλλης, Μιττόφ καί άλλοι. Ηγούμενος τής μονής ήτο ό Γαβριήλ Μάνεσης. Ο Μουσταφά πασσάς ήρχισε σφοδρόν κνονιοβολισμόν κατά τού Αρκαδίου μέ πολιορκητικά πυροβόλα, τά οποία μετέφερεν έκ Χανίων, ταυτοχρόνως δέ, τήν 7ην Νοεμβρίου, προέτεινεν είς τούς εγκλείστους νά παραδοθούν. Αλλ’ ούτοι απέρριψαν τάς προτάσεις του καί, έπειτα από κατανυκτικήν λειτουργίαν είς τόν ναόν, έλαβον τήν απόφασιν νά αποθάνουν υπέρ πίστεως καί πατρίδος. Πρός τούτο ήνοιξαν παρά τήν είσοδον τής μονής καί είς άλλα σημεία υπονόμους, τάς οποίας εγέμισαν μέ πυρίτιδα. Τήν 8ην Νοεμβρίου, οί Τούρκοι ενήργησαν γενικήν επίθεσιν, ήτις απεκρούσθη μέ πολλάς δι’ αυτούς απωλείας. Τήν 9ην Νοεμβρίου, τά πυροβόλα τού Μουσταφά ήνοιξαν μέγα ρήγμα παρά τό ηγουμενείον. Εν τω μεταξύ, ό πρό τής μονής χώρος είχε στρωθή μέ πτώματα Τούρκων. Αλλά καί έκ τών γενναίων υπερασπιστών τής μονής είχον απομείνει μόνον 70. Οι Τούρκοι κατώρθωσαν νά διαρρήξουν τήν σιδηράν θύραν τής μονής καί εισέδυσαν εντός αυτής. Ο ηγούμενος τής μονής Γαβριήλ, συμφώνως πρός τά προαποφασισθέντα, όταν είδε ότι ή μονή είχε πληρωθή Τούρκων, έθεσε πύρ είς τήν πυριτιδαποθήκην. Χριστιανοί καί Τούρκοι ανετινάχθησαν τότε είς τόν αέρα. Οι ευρόντες τον θάνατον εκ των Τούρκων υπερέβησαν τούς δισχιλίους. Εκ των πολιορκουμένων, ελάχιστοι, οίτινες ηγωνίζοντο είς άλλα σημεία τής μονής, κατώρθωσαν, επωφελούμενοι τής συγχύσεως νά διαφύγουν. Οι Τούρκοι κατέσφαξαν 65 γυναικόπαιδα καί 43 τραυματίας, οίτινες είχαν σωθή επίσης έκ τής εκρήξεως. «Η Ιστορία, έγραψε ό Επ. Κυριακίδης, αποκαλύπτεται μετά θαυμασμού ενώπιον τοιούτων γεγονότων καί ό ιστοριογράφος είς τού οποίου τό έθνος ανήκουσιν άνδρες επιτελούντες τοιαύτα, περιστέλει μετά δυσχερείας τήν κατακλύζουσαν αυτόν συγκίνησιν, διότι τοίς ποιηταίς απόκειται ή εξύμνησις αυτών. Έκεί όπου ή επιστήμη σιωπά, έρχεται νά ομιλήση ή τέχνη».

.

.

.

Αφήγηση του διασωθέντος Ανδρέα Εμμ. Μπιρίκου(1)

.
.

.

«Τρίτη μέρα αξέχαστα ήρθανε πρωί πρωί οι Τούρκοι στ’ Αρκάδι την ώρα που λειτουργούσανε. Εγώ ήμουν δίπλα στο μπάρμπα μου το Γούμενο μέσα στην Εκκλησία και έρχεται ο βαρδιάνος και του λέει: «Γούμενε, το «Νίκη» επαίξανε στα Σκουλούφια και πέψε να δεις ανε φαίνωνται οι Τούρκοι». Ως τ’ άκουσεν ο Γούμενος έπεψε ένα ογρήγορο πολεμιστή κι οντεν εγύρισε εφώνιαξε απού τη πόρτα: «Ετοιμαστήτε, οι Τούρκοι όπου να ‘ναι φτάνουνε στο Μοναστήρι». Ετοτεσάς εγίνηκε στο Μοναστήρι μεγάλη φασαρία. Οι άντρες επιάσανε τ’ άρματα κι επήγανε στα μιτιρίζα και τα γυναικόπαιδα είπενε ο Γούμενος και μαζωχτήκανε στα κελλιά και στα Μεσοκούμια. Πολλοί ερρίχνανε μπαλωτές στον αέρα κι εφωνιάζανε «καλώς ωρίσετε».
Πριν κλείσουνε τσοι πόρτες του Μοναστηριού, εβάλανε μέσα ούλα τα ζωντανά κι απόεις εστελιώσανε την πόρτα με μεσοδόκια και πελέκια.
Απής εζώσανε οι Τούρκοι το Μοναστήρι εμήνυσε πάλι ο Πασσάς του Γουμένου να παραδοθούνε και δε μας κάνουνε πράμα, κι όντιμως μερικοί για να δοκιμάσουνε τσοι Τούρκους εβγάλανε στην Χανιώτικη Πόρτα από πάνω ένα Τουρκάκι πούχανε πιασμένο αποβραδύς κι ό,τι ώρα είδανε οι Τούρκοι το κοπέλλι του παίξανε και το σκοτώσανε κι αποκειδά εκαταλάβανε οι Χριστιανοί, είντα τύχη τσ’ ανήμενε.
Την πρώτη μέρα, στσ’ οκτώ του Νοέμπρη τσ’ έντεκα το βράδυ άλε τούρκα (5 μ.μ.) αρχίξανε να παίζουνε καννωνιές στην πόρτα, μ’ αυτή δεν επάθαινε κακό κι εφωνιάζανε οι γ’ εδικοί μας «α δε βαρειούνται, ας χτυπούνε μα κι η πόρτα και τα μπεντένια (τείχη) δεν πέφτουνε».
Το ίδιο βράδυ εξαναμήνυσε ο Πασσάς να παραδοθούνε κι όμως τσοι μαντατοφόρους του αρχίξανε στσοι μπαλωτές και φύγανε.
Τα μεσάνυχτα τσ’ ίδιας μέρας εφέρανε ένα μεγάλο καννώνι κι εστέσασίν το αντίκρυτα στη Χανιώτικη Πόρτα. Ξημερώματα στσ’ εννιά του Νοέμπρη εμάζωξε ο Γούμενος στην εκκλησιά τα γυναικόπαιδα και τσοι πολεμιστές κι εκειά γίνηκε ένα πράμα, που ώστε να ζω θα το θυμούμαι.
Έπαιρνε ο ένας τ’ αλλού συγχώρεση και εσίμωνε και τον εμεταλάβενε ο Γούμενος. Κι απόκειας ο Γούμενος εστάθηκε στην πόρτα τσ’ Εκκλησάς και μίλησε για την Πίστη, για την Πατρίδα, για το μεγάλο αγώνα και τη λευτεριά μας.
Το πρωί αρχίσανε οι Τούρκοι με τη μπουρμπάρδα κι επαίζανε τση πόρτας. Με πέντε – έξε καννωνιές εχαλάσανε την πόρτα. Από το χάλασμα αυτό εμπήκανε και πατήσανε οι Τούρκοι το Μοναστήρι…
Δυο λαγούμια είχανε ανοίξει οι Χριστιανοί, ένα στην ανατολική κι ένα στη δυτική μεριά. Όταν εμπήκαν πολλοί Τούρκοι, έβαλαν φωθιά στο λαγούμι της δυτικής μπάντας, μα δεν επήρενε φωθιά, γιατί είχε βραχεί το μπαρούτι.
Μια ώρα πέρασε από τότες, που μπήκανε οι Τούρκοι στ’ Αρκάδι και βάνει ο Κωστής ο Γιαμπουδάκης φωθιά με μπιστόλα στο μπαρούτι της κρασαποθήκης. Εμούχρωνε μπλειό (άρχισε να νυκτώνει), όταν βγήκε μια λάμψη θεόρατη κι ακούστηκε ένα βρούχος σα να παίξανε χίλια καννώνια, κι εσείστηκε η γης ούλη. Ο Γούμενος είχενε σκοτωθεί στην ταράτσα δυο ώρες πριν. Αυτό τόμαθα από άλλους, που τον ηύρανε…
Ένα μπαϊράκι 36 Λιβαδιώτες, Κρανιώτες και Ζωνιανοί ήσανε σφαλισμένοι στην «Τράπεζα». Οι Τούρκοι των είπαν να παραδοθούν και δε θα πάθουν τίποτα. Σκέφτηκαν: «Και να δώσωμε τα τουφέκια μας κακό και να μη τα δώσωμε, χωρίς φυσέκια είναι άχρηστα. Τότε ας τα δώσωμε και μπορεί να σωθούμε». Άμα τάδωσαν τους έσφαξαν. Στη μεγάλη Τράπεζα φαίνονται ακόμη οι μαχαιριές.
Το βράδυ στση εννιά του Νοέμβρη μπήκε ο τακτικός στρατός στη Μονή. Δόθηκε επίσημος υπόσχεσις ότι δεν θα σκοτωθεί κανείς κι έτσι όσοι ζούσανε στα κελλιά παραδοθήκανε κι ήμαστε ούλοι μαζί 114 ψυχομέτρι. Τσοι εθελοντές ετουφεκίσανε. Εκείνοι που φερθήκανε άγρια στους αιχμαλώτους ήσανε οι ντόπιοι Τούρκοι».
Ο γέρος ετελείωσε τη διήγησή του μ’ ένα βαθύ αναστεναγμό και πρόσθεσε: «Αυτό το κακό και το θρήνος, που έγινε στο Μοναστήρι, θα το διηγούνται χρόνοι και αιώνες».

*Απόσπασμα αφήγησης διασωθέντος Ανδρέα Μπιρίκου από το μνημειώδες έργο του Μητροπολίτη Τιμόθεου Βενέρη «Το Αρκάδι δια των αιώνων».
(1) Ο Ανδρέας Μπιρίκος ή Μπιρικάκης γεννήθηκε στο Πίκρι Ρεθύμνης το 1848. Υπήρξε υποτακτικός (δασκάλι) του Ιερομόναχου της Μονής Αρκαδίου Χρυσάνθου Βογιατζάκη. Θυμάται την επαναστατική κίνηση στη Μονή κατά την επανάσταση του Μαυρογένη και ιδιαίτερα το Αρκαδικό δράμα, καθότι διέμενε τότε στο Αρκάδι με την οικογένειά του. Μετά τη σύλληψή του κατόρθωσε να δραπετεύσει από τη θέση «Μετοχάκι» τη νύχτα της 9 Νοεμβρίου 1866. Πέθανε στο Πίκρι στις 14-12-1932.

.

.

Πηγή: Το κείμενο το βρήκα στην σελίδα του “Scribd” και δυστυχώς δεν έφερε την πρωταρχική πηγή.

.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Τό Ολοκαύτωμα τού Αρκαδίου."
Related Posts with Thumbnails