Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΥΝΑΙΚΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΓΥΝΑΙΚΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 29 Αυγούστου 2014

Βελίκα Τράϊκου: Η ηρωίδα δασκάλα του Μακεδονικού Αγώνα


ελληνικό σχολείο στα ΣκόπιαΚαυτές ἱστορικές μνῆμες κουβαλᾶ τοῦτος ὁ μήνας. Ζωντανεύει μπροστά μας καί τούς νικηφόρους βαλκανικούς πολέμους τοῦ 1912-13. Πολλές πόλεις τῆς Μακεδονίας γιορτάζουν τοῦτες τίς μέρες τά ἐλευθέριά τους ἀπό τή μακρόχρονη τουρκική σκλαβιά καί παιανίζουν τή νίκη τους κατά τῶν Βουλγάρων κομιτατζήδων. ᾿Αλλά, μέχρι νά φουντώσει καί νά θεριέψει ὁ Μακεδονικός ᾿Αγώνας, πόσοι καί πόσες δέν ἐργάστηκαν ἀνύσταχτα πολλές δεκαετίες πρίν, δέν ριψοκινδύνευσαν καί δέν ἔγιναν ὁλοκαυτώματα, σπέρνοντας ἀπό τό δικό του μετερίζι ὁ καθένας τό σπόρο τῆς λευτεριᾶς!
Νεαρή δασκάλα Μακεδονομάχος εἶναι ἡ Βελίκα Τράικου ἀπό τό Γραδεμπόρι,σημερινό Πεντάλοφο Θεσσαλονίκης. Δέν εἶναι τυχαία ἐκπαιδευτικός. ῎Εχει ἀποφοιτήσει ἀπό τό ξακουστό ἐκπαιδευτήριο, τό ᾿Ανώτερο Παρθεναγωγεῖο Θεσσαλονίκης. Σ᾿ ἐκεῖνο τό πνευματικό φυτώριο πυροδοτήθηκε ἡ καρδιά της κι ἄναψαν οἱ μεγάλοι πόθοι νά ὑπηρετήσει τή χειμαζόμενη μακεδονική γῆ, ὅπου καί νά τή στείλουν. Καί νά την, ἕτοιμη δασκαλίτσα, διορίζεται, στά 1900, σ᾿ ἕνα χωριό κυκλωμένο ἀπό κομιτατζῆδες, στήν Καρατζόβα, στά βόρεια τῆς ῎Εδεσσας. ῎Εχει ὑπεράνθρωπο ἔργο νά ἐπιτελέσει.
Πόσο στενοχωριέται πού βλέπει τά μικρά ῾Ελληνόπουλα, τά μαθητούδια της, νά μή γνωρίζουν τήν ἑλληνική γλώσσα, τήν ἱστορία τῶν προγόνων τους! Συνειδητοποιεῖ γιά ἄλλη μιά φορά πώς ἡ ἀγαπημένη της Μακεδονία ψυχορραγεῖ, πώς ἡ βουλγαρική ἐξαρχία ἔχει βάλει στόχο νά τήν ἀποκόψει ἀπό τίς θαλερές της ρίζες, τόν ῾Ελληνισμό καί τήν ᾿Ορθοδοξία. ῾Η Βελίκα ἀνασκουμπώνεται. Τό σκοτάδι τῆς ἀμάθειας πρέπει νά διαλυθεῖ. Στίς παιδικές ὑπάρξεις μέ τά σπινθηροβόλα ματάκια ἐμφυσᾶ τά ἰδανικά τῆς φυλῆς μας.
Σέ ἀπόσταση ἀναπνοῆς ἀπό τή φωλιά τῶν κομιτατζήδων ἡ ἀτρόμητη δασκάλα ἐπιτελεῖ ἄλλου εἴδους μάχες, ἀφυπνίζοντας πνευματικά τά Μακεδονόπουλα. Χαρακτηριστικά εἶναι τά λόγια πού εἶχε ξεστομίσει σ᾿ ἐκεῖνο τό συνέδριο τῶν Μακεδονομάχων, πού ἔγινε στή Μητρόπολη Θεσσαλονίκης τόν Αὔγουστο τοῦ 1901·
«῾Οπλίστε τούς χωρικούς!.. Κι ὅταν ἐμεῖς προετοιμάσουμε τό ἔδαφος, ἀπό παντοῦ θ᾿ ἀνάψει ὁ ἀγώνας!…».
᾿Αλλ᾿ ὁ ἡρωισμός μιᾶς τέτοιας ψυχωμένης δασκάλας παίρνει καταπληκτικές διαστάσεις, πού μᾶς ἀφήνει ἔκθαμβους.
Εἶναι φθινόπωρο τοῦ 1901. ῾Ο διπλωμάτης στό ἑλληνικό Προξενεῖο τοῦ Μοναστηρίου, ὁ῎Ιων Δραγούμης, ἔχει κάνει ἔκκληση στό «Κέντρο» τῆς Θεσσαλονίκης νά τοῦ στείλουν ἕνα ταλαντοῦχο πρόσωπο γιά μιά πολύ σοβαρή, ἐχέμυθη καί ἐπικίνδυνη ἀποστολή. Θά ἀποτελοῦσε τό σύνδεσμο τοῦ ἑλληνικοῦ κομιτάτου ἀνάμεσα στό Μοναστήρι – Καστοριά – Θεσσαλονίκη. ᾿Αναρωτιέται ποιόν ἄραγε θά τοῦ στείλουν. Μένει βουβός, σάν ἀντικρύζει μπροστά του τή δεκαοκτάχρονη Βελίκα ἕτοιμη ν᾿ ἀναλάβει καθήκοντα. Κι ὅμως, ἡ γυναικεία καρδιά της κρύβει σπάνιους θησαυρούς.
Ποιά εἶναι ἐκείνη ἡ ἀξιολύπητη μές στά κουρέλια, δίχως παπούτσια, πού μιλᾶ τούρκικα κι ἀφήνει τό Μοναστήρι, διασχίζει δυσκολοδιάβατα μέρη, βουνά, ρεματιές, φαράγγια, λαγκάδια μέ προορισμό τήν ῎Εδεσσα ἤ τήν Καστοριά, τά Γιαννιτσά ἤ τή Θεσσαλονίκη; Κανείς δέν τῆς δίνει σημασία. ῞Ολοι τήν ἀποστρέφονται καί τήν οἰκτείρουν. Μέ μιά τρελή Τουρκάλα θά ἀσχοληθοῦν;
῾Ο φακός τῆς ἱστορίας φωτογραφίζει καί μία ἄλλη.
Εἶναι μιά φτωχή Βουλγάρα, πού ρίχνεται καθημερινά στόν ἀγώνα τῆς βιοπάλης. Τριγυρνάει στή φύση καί συνεχῶς σκυμμένη μαζεύει ραδίκια. ῎Επειτα πάει στά παζάρια τῶν Τούρκων ἤ τῶν Βουλγάρων νά πουλήσει τίς λιγοστές της πραμάτειες, χόρτα ἤ γάλα, γιά νά βγάλει «τόν ἐπιούσιον».
Στ᾿ ἀλήθεια, τί παράξενο! Εἶναι πολλές φορές πού ὁ φακός συλλαμβάνει τήν τρελή Τουρκάλα ἤ τή βουλγάρα ραδικοῦ ἤ γαλατοῦ ἔξω ἀπό Προξενεῖα, Μητροπόλεις, Διοικητήρια, ᾿Αστυνομίες, στρατόπεδα. Τί γυρεύει ἐκεῖ; Κι ὅμως, ποιός θά τό ὑποπτευόταν;
῾Η τραγική αὐτή φιγούρα γίνεται ὁ σύνδεσμος ἀνάμεσα στόν ῎Ιωνα Δραγούμη, στόν Δεσπότη Καστοριᾶς Γερμανό Καραβαγγέλη καί στόν Πρόξενο τῆς Θεσσαλονίκης. Τί κι ἄν οἱ περαστικοί κουνοῦν τό κεφάλι τους καί τήν ἐλεεινολογοῦν; ῾Η Βελίκα ἔχει πλήρη συναίσθηση τῶν πράξεών της. ῾Υπηρετεῖ τό χειμαζόμενο ἔθνος της. Χαλάλι γιά τήν πατρίδα της νά κάνει τρομερές ὑπερβάσεις, νά χάσει καί τήν ὑπόληψή της.
Παριστάνοντας τήν Τουρκάλα ἤ τή Βουλγάρα, μέσα στίς πυκνές πλεξοῦδες της ἤ κάτω ἀπό τόν ξεφτισμένο ποδόγυρό της κρύβει καλοβαλμένα πολύτιμα ἔγγραφα τοῦ ᾿Αγώνα. Σκιαγμένη συνεχῶς μήπως τ᾿ ἁρπάξει ὁ ἐχθρός, τά μεταφέρει στούς κατά τόπους ὑπευθύνους τοῦ ἑλληνικοῦ κομιτάτου. Τούς ἐνημερώνει γιά ὅ,τι ἅρπαξε τό αὐτί της ἀπό τούς Βουλγάρους καί τούς Τούρκους, ἀφοῦ γνωρίζει καλά καί τίς δύο γλῶσσες. Κι ὅταν καταφθάνει στή μακεδονική γῆ ὁ σταυραετός τοῦ ᾿Αγώνα, ὁ Παῦλος Μελᾶς, κι οἱ μάχες πιότερο ἀνάβουν, ἡ λεπτεπίλεπτη δασκάλα συνεχίζει, παρ᾿ ὅλους τούς κινδύνους, νά«μεταμορφώνεται» καί νά ἀποτελεῖ «τό μάτι καί τό αὐτί τοῦ ᾿Αγώνα».

Ξαφνικά, στίς 28 Αὐγούστου τοῦ 1904, τό ἐθνικό ἔργο τῆς ἡρωίδας ἀνακόπτεται. ῞Ενας βούλγαρος κομιτατζής τήν ἀνταμώνει στά Γιαννιτσά καί μπήγει τό μαχαίρι του στό στῆθος της. Τή βασανίζει ἄγρια. Θέλει ν᾿ ἁρπάξει τά μυστικά της. Μά ἡ τρελή Τουρκάλα τά παίρνει μαζί της στήν αἰωνιότητα. Θρηνεῖ γοερά στήν κηδεία της ἡ Θεσσαλονίκη τό ἄξιο βλαστάρι της καί καταγράφει τό ὄνομά της στό πάνθεο τῶν ἡρώων.
Στή μνήμη σου, μαρτυρική ἡρωίδα δασκάλα, καταθέτουμε εὐγνωμοσύνης στεφάνι καί ὑποκλινόμαστε μπρός στό μεγαλεῖο σου. ῾Υπερέβης τά ὅρια τῆς γυναικείας ἀντοχῆς. Παραμέρισες ἀξιοπρέπειες καί κοσμιότητες. Προτίμησες νά ξευτελιστεῖ ἡ ἴδια σου ἡ προσωπικότητα γιά χάρη μιᾶς ἐλεύθερης ἑλληνικῆς Μακεδονίας. [῾Ελληνίς – Περιοδικό «Απολύτρωσις»
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Βελίκα Τράϊκου: Η ηρωίδα δασκάλα του Μακεδονικού Αγώνα"

Κυριακή 1 Ιουνίου 2014

Γυναίκα, δουλεία και ελευθερία στην ελληνική αρχαιότητα

Δρ. Αρχαίας Ιστορίας
Πανεπιστήμιο Bristol

Τα κοινωνικά συστήματα της αρχαιότητας είχαν ενσωματώσει το θεσμό της δουλείας στις δομές τους. Γνωρίζουμε από πληθώρα πηγών ότι, ενώ οι ενήλικοι άνδρες συνήθως θανατώνονταν είτε στο πεδίο της μάχης είτε κατά την κατάληψη κάποιας πόλης, οι γυναίκες και τα παιδιά αιχμαλωτίζονταν και πωλούνταν ως δούλοι (ήδη από την ομηρική εποχή).[1]
Η Γυναίκα στην Αρχαιότητα. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Ποια ήταν όμως η σχέση ανάμεσα στους δούλους, άνδρες και γυναίκες, και στις γυναίκες της δουλοκτητικής τάξης; Υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστέψει κανείς ότι οι γυναίκες-δουλοκτήτες ή οι σύζυγοι των δουλοκτητών ήταν πιο ήπιες στη μεταχείριση των δούλων, ότι δεν τους εκμεταλλεύονταν άγρια τόσο στο οικονομικό όσο και στο σεξουαλικό επίπεδο; Η απάντηση δεν είναι εύκολο να δοθεί, όμως φαίνεται ότι οι γυναίκες δεν υπήρξαν καλύτερες, ούτε χειρότερες, από τους άνδρες σε καμία εποχή, και ότι το φύλο του εκμεταλλευτή δεν επηρέαζε αποφασιστικά το βαθμό εκμετάλλευσης των δούλων, εκτός από σπάνιες περιπτώσεις.
Ανταγωνισμός μεταξύ νόμιμης συζύγου και δούλης – παλλακίδας
Από την ομηρική εποχή ο σεξουαλικός ανταγωνισμός μεταξύ της νόμιμης συζύγου και της δούλης-παλλακίδας ήταν έντονος, ιδιαίτερα αν η σύζυγος ήταν στείρα ή είχε γεννήσει μόνο κόρες: αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τα ομηρικά έπη ως ιστορικές πηγές, τότε θα συμπεράνουμε ότι τα νόθα παιδιά που ήταν οι καρποί των ενώσεων του κυρίου και κάποιας δούλης είχαν μια στοιχειώδη κοινωνική αναγνώριση και ίσως κάποια δικαιώματα στην πατρική περιουσία. Τουλάχιστον σε αυτά τα συμπεράσματα καταλήγει κανείς, αν αναλογιστεί ότι στην Οδύσσεια ο Τηλέμαχος, όταν επισκέπτεται το παλάτι του Μενελάου και της Ελένης στη Σπάρτη, παρευρίσκεται σε διπλές γαμήλιες τελετές: της νόμιμης θυγατέρας του ζεύγους Ερμιόνης αλλά και του νόθου γιου που ο Μενέλαος είχε αποκτήσει από τη σχέση του με μια δούλη.[2]
Στην Ιλιάδα, η ιέρεια της Αθηνάς, η Θεανώ, αποτελεί σπάνιο παράδειγμα ανεκτικής συζύγου: έφθασε στο σημείο να θηλάζει η ίδια τον νόθο γιο του άνδρα της, του Αντήνορα, για να τον ευχαριστήσει.[3] Ο Ευριπίδης βάζει στο στόμα της Ανδρομάχης παρόμοια λόγια, που όμως φαίνεται να είναι επινόηση του τραγικού ποιητή, καθώς στην Ιλιάδα δεν υπάρχει σχετική αναφορά και το παράδειγμα της Θεανώς αναφέρεται ως σπανιότατη περίπτωση συζυγικής ανοχής.[4]
Καθώς σε κάθε πατριαρχική κοινωνία η γυναίκα αξιολογείται με μοναδικά κριτήρια την ομορφιά της και την αναπαραγωγική της ικανότητα, καμία νόμιμη σύζυγος δεν θα ήταν τόσο ανόητη ώστε να αποδεχτεί την παλλακίδα του άνδρα της και τα νόθα παιδιά του: κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε σοβαρό κλονισμό της θέσης της μέσα στον «οίκο».
Απεικόνιση της δολοφονίας της Κασσάνδρας σε ερυθρόμορφη κύλικα του 5ου αι. π.χ.\
Δεν είναι τυχαίο ότι πολλές από τις σωζόμενες τραγωδίες και των τριών μεγάλων τραγικών έχουν ως κεντρικό ή δευτερεύον θέμα τη σύγκρουση συζύγου και παλλακίδας: στο πρώτο έργο της αισχύλειας τριλογίας Ορέστεια, τον Αγαμέμνονα, κυριαρχεί η σύγκρουση της δεσποτικής και αρχομανούς Κλυταιμνήστρας και της αιχμάλωτης παλλακίδας του Αγαμέμνονα, της Κασσάνδρας. Οι ομηρικές βασίλισσες φαίνεται ότι βρίσκονταν συχνά στην ίδια θέση με τις ασσύριες ομόλογές τους, που υποδέχονταν τις αιχμάλωτες γυναίκες και συχνά ήταν υπεύθυνες για την επιλογή των παλλακίδων που θα στελέχωναν το χαρέμι του άνδρα τους.[5]
Όμως, οι αρχαίες βασίλισσες του ελληνικού χώρου δεν ήταν τόσο ανεκτικές: στην Οδύσσεια αναφέρεται ότι ο πατέρας του Οδυσσέα, ο Λαέρτης, αν και αγόρασε αντί υψηλής τιμής τη δούλη Ευρύκλεια, δεν την έκανε παλλακίδα του, για να μη στενοχωρήσει τη νόμιμη σύζυγό του, την Αντίκλεια.[6] Στην Ιλιάδα, αντίθετα, υπάρχει η σύγκρουση ανάμεσα στον Φοίνικα και στον πατέρα του, σύγκρουση με μήλο της έριδας την παλλακίδα του πατέρα και με υποκινήτρια τη νόμιμη σύζυγο και μητέρα του Φοίνικα.[7]
Η Κλυταιμνήστρα δολοφονεί τόσο το σύζυγό της Αγαμέμνονα, όσο και την αθώα παλλακίδα του, την Κασσάνδρα, όχι γιατί τρέφει αγάπη για το σύζυγό της και αισθάνεται προδομένη αλλά γιατί προσβλήθηκε η βασιλική της τιμή:
«Και αυτήν την απόφασίν μου ενόρκως σου την ανακοινώνω. Μα την τελεία Δίκη της θυγατέρας μου, μα την Άττην και την Ερινύα, χάριν των οποίων εφόνευσα αυτόν εδώ, δεν θα πατήσει μέσα εις το σπίτι μου ίχνος φοβίας, όσον καιρό ανάβει την εστία ο Αίγισθος αφοσιωμένος σε μένα, όπως και πριν. Αυτός αποτελεί για μένα θαρραλέα προστατευτική ασπίδα. Κάτω νεκρός ευρίσκεται αυτός, αφού επρόδωσε εμένα και εχαριτολογούσε με τις Χρυσηίδες εις την Τροία. Το ίδιο κείται νεκρή και αυτή η αιχμαλωτισμένη μάντισσα και ερωμένη του, η πιστή του συγκοιμώμενη, με την οποία πλάγιαζε στο στρώμα του πλοίου. Δεν έμειναν ατιμώρητοι. Αυτός με τον τρόπο που σας περιέγραψα. Και αυτή, αφού σαν κύκνος θρήνησε τον θάνατό της, έπεσε πάνω στον αγαπημένο της νεκρή».[8]
Έχει προηγηθεί η σύγκρουση των δύο γυναικών, κατά την οποία η Κασσάνδρα παρέμεινε βουβή, ενώ η Κλυταιμνήστρα οδηγήθηκε από έναν ψευδή οίκτο προς μια προσπάθεια ταπείνωσης της Κασσάνδρας, η οποία αντιμετωπίζεται ως βάρβαρη, άλαλη, αγρίμι που μόλις έχει αιχμαλωτιστεί.[9] Η D.E. McCoskey ανέπτυξε την εξής θέση, με βάση τη σύγκρουση των δύο γυναικών: η Κλυταιμνήστρα, τυφλωμένη από την αρχομανία της, δεν θέλει να δει ότι μπορεί να υπάρχουν κοινά σημεία ανάμεσα στην Κασσάνδρα και την ίδια, και οι δύο ως γυναίκες είναι θύματα της πατριαρχίας.
Όμως, η Κλυταιμνήστρα επιδιώκει να δράσει ως «υπερ-γυναίκα», αρνούμενη το φύλο της, και η θεά Αθηνά θα την πληρώσει με το ίδιο νόμισμα, καθώς, αρνούμενη τη θηλυκή της υπόσταση, θα ψηφίσει υπέρ της αθώωσης του γιου και δολοφόνου της αργείας βασίλισσας.[10]
Αργότερα, ο Δίων Χρυσόστομος, εκπρόσωπος της λεγόμενης Δεύτερης Σοφιστικής, που έζησε κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ., επιχείρησε να ρίξει φως στην άγνωστη προσωπικότητα της πρώτης παλλακίδας του Αγαμέμνονα, της Χρυσηίδας, και έμμεσα στη συμπεριφορά της Κλυταιμνήστρας, στον 61ο λόγο του, με τίτλο «Χρυσηίδα».
Εκεί υποστηρίζει ότι η βουβή, ως χαρακτήρας, Χρυσηίδα ήταν μια έξυπνη γυναίκα που ώθησε τον πατέρα της να την εξαγοράσει μόνον όταν κατάλαβε πόσο ωμός ήταν ο Αγαμέμνονας: αφού πρόσβαλε δημόσια τη νόμιμη γυναίκα του, που ήταν η μητέρα των παιδιών του και βασίλισσα, πώς θα φερόταν απέναντι στην ίδια, μια ασήμαντη δούλη-παλλακίδα, μόλις κουραζόταν από τα θέλγητρά της (Ιλιάδα Α 113-115); Επίσης, ο Δίων παρουσιάζει τη Χρυσηίδα να προβληματίζεται όταν μαθαίνει ότι οι Aτρείδες «γυναικοκρατούνταν» και ότι η Κλυταιμνήστρα ήταν μια σκληρή και δυναμική γυναίκα: μια τέτοια σύζυγος ήταν κακός οιωνός για οποιαδήποτε παλλακίδα.
Η σύγκρουση συζύγου-παλλακίδας παίρνει τρομακτικές διαστάσεις στην τραγωδία του Ευριπίδη Ανδρομάχη, όπου η νόμιμη σύζυγος του Νεοπτόλεμου, η Ερμιόνη και η παλλακίδα του, η Ανδρομάχη, συγκρούονται άγρια: η Eρμιόνη παραμένει στείρα και, έξαλλη που η Ανδρομάχη έχει χαρίσει γιο στον Νεοπτόλεμο, αποπειράται, με τη βοήθεια του πατέρα της Μενέλαου, να σκοτώσει και την Ανδρομάχη και το γιο της. Στη μακρά στιχομυθία ανάμεσα στις δύο γυναίκες, η Ερμιόνη, ελαφρόμυαλη και αλαζονική, προσπαθεί να υποβιβάσει την αντίπαλό της στο επίπεδο του «φύσει δούλου», του ανόητου βάρβαρου. Της τονίζει ότι είναι ένα τίποτα, μια αιχμάλωτη, δούλη σε ξένη γη, χωρίς ελπίδα για βοήθεια από κανέναν.[11]
Η Ερμιόνη περηφανεύεται για την πλούσια προίκα της, για τη δυνατότητα που της δίνει να μιλάει ελεύθερα, αλλά δεν έχει καμία δύναμη απέναντι στον άνδρα της: αν αυτός καταλάβει το σχέδιό της την περιμένει ο θάνατος ή η υποδούλωση.[12] Όντας γυναίκα, η εξουσία της πάνω στους δούλους περιορίζεται σημαντικά από εκείνη του συζύγου της επάνω της.
Οι γυναίκες ως λάφυρα πολέμου: μετά την κατάληψη της Τροίας, ο Αίος ο Λοκρός βιάζει την Κασσάνδρα. Ερυθρόμορφο κύπελλο, περ. 440-430 π.Χ., Μουσείο του Λούβρου.


Το ίδιο ισχύει για την άτυχη σύζυγο του Ηρακλή, τη Δηιάνειρα, αν και αυτή παρουσιάζεται στην τραγωδία του Σοφοκλή Τραχίνιαι  ως μια συμπαθής μορφή. Ύστερα από χρόνια μοναξιάς και ανοχής των άπειρων απιστιών του συζύγου της, δεν μπορεί να αντέξει να μοιράζεται το συζυγικό κρεβάτι με μια άλλη: αυτό συνιστά κλονισμό της θέσης της στον οίκο και δεν μπορεί να το αφήσει έτσι. Όμως, σε αντίθεση με την Κλυταιμνήστρα και την Ερμιόνη, είναι μια καλόψυχη γυναίκα: συμπονά την άτυχη Ιόλη, την παλλακίδα του Ηρακλή, όταν τη βλέπει μέσα στο κοπάδι των αιχμάλωτων γυναικών που ο Ηρακλής στέλνει στον οίκο του ως λάφυρα, μετά την άλωση της Οιχαλίας: «Με πλημμυρίζει, φίλες μου, οίκτος να βλέπω αυτές τις άμοιρες στην ξένη γη, ξεσπιτωμένες κι ορφανές και σκλάβες. Γεννήθηκαν ελεύθερες και τώρα το πικρό ψωμί θα τρώνε της δουλείας».[13]
Η Δηιάνειρα δεν έχει σκοπό να σκοτώσει την Ιόλη ούτε να τη βλάψει με κάποιον άλλο τρόπο. Θα επιχειρήσει απλά να ξανακερδίσει την αγάπη του Ηρακλή με το μαγικό φίλτρο που της έδωσε ο Κένταυρος Νέσσος πριν πεθάνει, δίχως να γνωρίζει ότι πρόκειται για δηλητήριο.
Από τις τρεις αυτές τραγικές ηρωίδες εκείνη που πλησιάζει περισσότερο τη μέση αρχαία Ελληνίδα είναι η Δηιάνειρα. Η θέση της νόμιμης συζύγου μπορούσε να κλονιστεί σοβαρά από το δεσμό του άνδρα της με μια δούλη, αν και στην Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. η νομοθεσία δεν άφηνε περιθώρια για να γίνουν τα παιδιά ενός τέτοιου δεσμού τίποτα περισσότερο από δούλοι.
Για την ακρίβεια καθ’ όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας η νομική θέση ενός παιδιού καθοριζόταν από τη νομική θέση της μητέρας του: το παιδί μιας δούλης ήταν, από νομική άποψη, δούλος. Όμως, διαφορετικές πηγές μας παρουσιάζουν δούλες να σφετερίζονται αντικείμενα και προνόμια της κυρίας τους χάρη στην εύνοια του κυρίου. Σε ένα μύθο του Αισώπου, μια άσχημη και κακότροπη δούλη κατάφερε να την αγαπήσει ο κύριός της και εκείνη με το χρυσάφι που της έδινε στολιζόταν και μάλωνε με την κυρά της.[14] Τελικά, χρειάστηκε η επέμβαση της θεάς Αφροδίτης, για να συμμαζευτεί κάπως η υπερφίαλη δούλη.
Πολύ πιο ενδιαφέρουσα είναι μια επιγραφή (αχρονολόγητη) χαραγμένη σε όστρακο, που βρέθηκε στην αρχαία αγορά της Αθήνας: πρόκειται για το κείμενο της επιστολής μιας Αθηναίας που, ενώ βρισκόταν στην Κόρινθο, έμαθε ότι κατά την απουσία της ο σύζυγός της όχι μόνο απελευθέρωσε τη δούλη και ερωμένη του αλλά και συζούσε ανοιχτά μαζί της και της επέτρεπε να χρησιμοποιεί τα ρούχα και τα κοσμήματα της γυναίκας του. Η αθηναία κυρία έγινε έξαλλη που ο σύζυγος ξεπέρασε κάθε όριο και έγραψε αμέσως στους συγγενείς της, ζητώντας τους να επέμβουν γιατί η συμπεριφορά του συζύγου εξευτέλιζε όχι μόνο την ίδια αλλά και ολόκληρο το γένος τους.[15]
Σε μια ερμηνεία ονείρου από τον Αρτεμίδωρο (2ος αι. μ.Χ.), μια υπηρέτρια που κάποιος την είδε στον ύπνο του να απαγγέλλει ευριπίδειους στίχους («Ψήσε, κατάκαψε τις σάρκες μου, χόρτασε από μένα»), έπεσε θύμα της άγριας ζηλοτυπίας της κυρίας της, κι ο συγγραφέας βρήκε πολύ φυσικό το ότι απήγγειλε στίχους από την Ανδρομάχη.[16]
Όμως και μια δούλη μπορούσε να βλάψει την κυρία της: σε ένα άλλο όνειρο, αυτή τη φορά μιας ελεύθερης γυναίκας, η υπηρέτρια έπλεκε τα μαλλιά της και χρησιμοποίησε παρά τη θέλησή της την εικόνα της που ήταν ζωγραφισμένη σε έναν πίνακα, καθώς και τα ρούχα της, σαν να επρόκειτο να παρελάσει σε πομπή. Πολύ σύντομα, η υπηρέτρια τη χώρισε από τον άνδρα της, με συκοφαντίες.[17]
Τέλος, κάποιες επιγραφικές μαρτυρίες (από την ελληνιστική εποχή) υποδηλώνουν ότι αν η νόμιμη σύζυγος ήταν στείρα, ο σύζυγος που αποκτούσε γιο από μια δούλη-παλλακίδα μπορούσε να απελευθερώσει την ίδια και το παιδί και να τους καταστήσει συγκληρονόμους με τη νόμιμη χήρα του. Αυτό έπραξε κάποιος Κλεομάντης σε μια απελευθερωτική επιγραφή του 2ου αιώνα π.Χ. από τους Δελφούς.[18]
Ιδιαίτερα αποκαλυπτική είναι η απελπισία της Κρέουσας, της βασίλισσας της Αθήνας στην τραγωδία Ίων του Ευριπίδη, όταν οι ακόλουθές της τής ανακοινώνουν ότι ο βασιλικός της σύζυγος, ο Ξούθος, ανακάλυψε ότι έχει έναν νόθο γιο και ότι σκοπεύει να τον φέρει στην Αθήνα και να τον αναγορεύσει διάδοχο του θρόνου που ανήκε στην ίδια, η οποία καταγόταν από τον Κέκροπα, τον πρώτο βασιλιά της Αττικής. Η αθηναία πριγκίπισσα δεν μπορεί να δεχτεί ότι στον οίκο της θα γίνει διάδοχος ο γιος ενός ξένου (ο Ξούθος δεν ήταν Αθηναίος) και μιας δούλης: «Και το χειρότερο θα πάθεις, Δέσποινα. Έναν χωρίς μάνα και όνομα και σκλάβας γιο θα σου στήσει αφέντη. Αν ήταν γιος αρχόντισσας και σ’ έπειθε αφού είσαι άτεκνη – ας το ’φερνε αν ήθελε».[19]
Η συμπεριφορά των γυναικών της δουλοκτητικής τάξης απέναντι στους δούλους

Κυρία, η οποία απολαμβάνει τον ελεύθερο χρόνο της, ενώ μια δούλη τη δροσίζει κουνώντας μια βεντάλια. Αμφορέας της Απουλίας των μέσων του 4ου αι. π.χ.
         Αφήνοντας κατά μέρος την ιδιάζουσα συμπεριφορά απέναντι στις δούλες-παλλακίδες, ποια ήταν η γενικότερη στάση των ελεύθερων γυναικών απέναντι στους δούλους; Οι γυναίκες δεν διέφεραν σε γενικές γραμμές από τους άνδρες στη συμπεριφορά τους απέναντι στους δούλους: εκμεταλλεύονταν την εργασία τους, τους τιμωρούσαν το ίδιο σκληρά όταν έκαναν σφάλματα ή όταν επιχειρούσαν να δραπετεύσουν.
Στις τραγωδίες του Ευριπίδη Μήδεια, Ίων, Ιππόλυτος, οι ηρωίδες, Μήδεια, Κρέουσα και Φαίδρα, στηρίζονται για βοήθεια σε δούλους: η Μήδεια και η Φαίδρα βασίζονται στη βοήθεια της παλιάς τους τροφού, ενώ η Κρέουσα απολαμβάνει την πολύτιμη βοήθεια του ηλικιωμένου παιδαγωγού της. Οι παλιοί παιδαγωγοί, οι παλιές τροφοί συνδέονται με έντονους συναισθηματικούς δεσμούς με τις κυρίες (και τους κυρίους τους), όπως φαίνεται και από τα πορίσματα της διατριβής της Κατερίνας Συνοδινού.[20] Αυτό δεν είναι καθόλου ασυνήθιστο. Οι παιδαγωγοί και οι τροφοί είναι οι δούλοι που είχαν τις περισσότερες πιθανότητες να απελευθερωθούν και χωρίς υλικά ανταλλάγματα.
Αλλά και οι ίδιες οι κυρίες συχνά έτρεφαν μεγάλη αγάπη για τους θρεπτούς και τις θρεπτές, δούλους και δούλες που τους ανέθρεψαν οι ίδιες μαζί με τα αληθινά παιδιά τους: έτσι, η θρεπτή της σκληρής Βίτιννας, που θέλει να στείλει τον εραστή δούλο της στον δημόσιο χώρο βασανιστηρίων για να μαστιγωθεί ως τιμωρία στην απιστία του με μια φίλη της, μεσολαβεί για χάρη του με επιτυχία[21] ( 3ος αι. π.Χ.). Η Βίτιννα την είχε αναθρέψει μαζί με την κόρη της.
Η Α. Ρουσσοπούλου σε ένα νομικό άρθρο της σχολίασε μια απελευθερωτική επιγραφή από την Κάλυμνο του 2ου αιώνα μ.Χ. Σε αυτήν κάποια Αγαθή Δωροθέου, Αντιόχισσα, απελευθέρωσε ένα κορίτσι το οποίο είχε «λάβει», και όχι αγοράσει, αφού πρώτα, το κορίτσι αυτό, η Αφροδεισία, «παρέμενε» κοντά της έως το θάνατό της. Σύμφωνα με τη Ρουσσοπούλου, η Αφροδεισία δεν ήταν «θρεπτή», αλλά παραδόθηκε βρέφος στην Αγάθη μάλλον από τους γονείς της.
Η Αγάθη, προφανώς άτεκνη, χρειαζόταν την υποστήριξη της Αφροδεισίας στα γηρατειά της. Η Ρουσσοπούλου βρήκε παραλληλισμό με τις «ψυχοκόρες» της νεότερης εποχής.[22] Σε μια άλλη επιγραφή από τη Βέροια, της ίδιας εποχής, μια ηλικιωμένη γυναίκα, η Αριάγνη, στην αίτηση για βοήθεια που έστειλε στα αδέλφια της πήρε αρνητική απάντηση μαζί με τη συμβουλή να μην απελευθερώσει τη δούλη της καθώς ήταν το στήριγμα των γηρατειών της.[23]
Αλλά και για τις ταφικές τιμές, όταν δεν υπήρχαν παιδιά, ήταν απαραίτητοι οι δούλοι: δεν είναι τυχαίο ότι στις επιγραφές της Λυκίας απαντά η λέξη «μνημόδουλος», αυτός ήταν ο δούλος που αναλάμβανε τη φροντίδα του τάφου του κυρίου του με ανταμοιβή την απελευθέρωσή του. Στο λεξικό Liddel-Scott αναφέρεται ως αμφίβολης σημασίας και ότι απαντά στο ΤΑΜ 2 (3) στην πόλη Αρύκανδα.
Στην ίδια όμως πόλη μια γυναίκα, η Αρισταινέτη, μετά το θάνατο της κόρης της αναφέρει σε επιγραφή ότι θα απελευθερώσει τις δύο «προικαίαις» δούλες της για να προσφέρουν ταφικές τιμές στους τάφους της ίδιας και της κόρης της.[24]
Το ότι οι θρεπτοί αποτελούσαν μέλη του οίκου αποδεικνύεται από λυκιακές επιγραφές όπου οι θρεπτοί εξασφαλίζουν μια θέση στον οικογενειακό τάφο: π.χ. σε μια επιγραφή από την Τερμεσσό, η Αυρηλία Αθηναΐς αναφέρει ότι κατασκεύασε τη σωματοθήκη για την ίδια, τις κόρες της και τη θρεπτή της.[25]
Ταφική στήλη της Μνησαρέτης, όπου νεαρή υπηρέτρια κοιτάζει την αποθανούσα κυρία της. Αττική, περ. 380 π.χ., Γλυπτοθήκη του Μονάχου.
Όμως και η άλλη όψη, εκείνη της σκληρότητας που άγγιζε την απανθρωπιά ήταν εξίσου συχνή: οι γυναίκες-δούλοι ειδικά βρίσκονταν στο έλεος των κυριών τους, καθώς περνούσαν τον περισσότερο καιρό μαζί τους στον οίκο.
Έτσι στους «Μιμίαμβους» του Ηρώνδα οι κυράδες φέρονται βάναυσα στις δούλες τους, τις κατηγορούν για τεμπελιά και τις απειλούν με ξυλοδαρμό «Κορριτώ: Κάθησε, Μητρώ. (Στη δούλα). Ξεκουμπίσου και φέρε μια πολυθρόνα στην κυρία. Σήκω όρθια, είπα! Πρέπει όλα να της τα λες. Δεν θα κάνεις τίποτα, κακομοίρα μου, από μόνη σου; Δεν βαριέσαι, κοτρώνα έχω βάλει σε αυτό το σπίτι, όχι δούλα. Όταν όμως έρθει η ώρα να λάβεις το μερτικό σου από το αλεύρι, μετράς και τον τελευταίο κόκκο. Κι αν τόσο δα χυθεί στο πάτωμα, όλη τη μέρα γκρινιάζεις και ξεφυσάς και οι φωνές διαπερνούν όλους τους τοίχους. Τι τρίβεις εκεί; Βρήκες την ώρα, μωρή λησταρχία, να τα γυαλίσεις; Να ’χεις χάρη που έχω επίσκεψη την κυρία γιατί αλλιώς θα σου έδειχνα εγώ τι γεύση έχει το χέρι μου».[26]
Σε έναν άλλο μιμίαμβο, το «Προσκύνημα στον Ασκληπιό», μία από τις προσκυνήτριες μεταχειρίζεται με εξίσου άθλιο τρόπο την (μάλλον νουμιδή) δούλη της: «Στ’ ορκίζομαι σ’ αυτόν τον θεό Κύδιλλα, γιατί με κάνεις να ανάβω χωρίς να το θέλω, στ’ ορκίζομαι λέω που θα έρθει μέρα που το βρωμοκέφαλό σου αυτό θα το ξύνεις και θα κλαις».[27]
Σε ένα μύθο του Αισώπου, ένας άνδρας έχει εκπλαγεί τόσο από τη σκληρή συμπεριφορά της γυναίκας του προς τους οικιακούς δούλους ώστε την έστειλε στον πατέρα της με κάποιο πρόσχημα για να δει αν θα συμπεριφερόταν με τον ίδιο τρόπο και σε εκείνους τους δούλους που δούλευαν έξω από το σπίτι. Όταν γύρισε και τη ρώτησε γι’ αυτό το θέμα, του απάντησε ότι οι αγελαδάρηδες και οι βοσκοί την κοίταζαν με μισό μάτι, και τότε ο σύζυγος εξερράγη από το θυμό του για τη συμπεριφορά της.[28]
Στην τραγωδία του Ευριπίδη Υψιπύλη, η ηρωίδα, πρώην βασίλισσα της Λήμνου, και δούλη-τροφός του Οφέλτη, γιου του βασιλιά της Νεμέας Λυκούργου και της Ευρυδίκης, άθελά της γίνεται αιτία του θανάτου του νήπιου: η βασίλισσα Ευρυδίκη είναι ανελέητη στην απόφασή της για την τιμωρία της τροφού: «Δούλα ξενόφερτη κι αγορασμένη, που ’χεις στην κάθε ανάγκη εύκολο δάκρυ, θα μου πληρώσεις το χαμό του γιου μου με το δικό σου θάνατο, να ξέρεις».[29]
Η μητέρα του γιατρού του 2ου αιώνα μ.Χ., του Γαληνού, χαρακτηρίζεται από το γιο της ως οργιλωτάτη, ως μια δεύτερη Ξανθίππη.[30] Αυτή η γυναίκα, που ζούσε στα οικογενειακά κτήματα έξω από την Πέργαμο, όταν πάθαινε κρίσεις θυμού, ξεσπούσε δαγκώνοντας και δέρνοντας τις δούλες της. Η κακομεταχείριση των δούλων από τις καταπιεσμένες γυναίκες της δουλοκτητικής κοινωνίας ήταν συχνή ιδίως στη ρωμαϊκή περίοδο: αποκλεισμένες από τον δημόσιο βίο, υποταγμένες στο σύζυγο, με περιορισμένα δικαιώματα, αυτές οι γυναίκες ξεσπούσαν την οργή τους πάνω στους δούλους που βρίσκονταν πιο χαμηλά από τις ίδιες στην κοινωνική ιεραρχία.
Ρωμαία κυρία, καθισμένη σε πολυθρόνα, απολαμβάνει τις περιποιήσεις τεσσάρων θεραπαινίδων. Μαρμάρινο ανάγλυφο από το Neumagen της Γερμανίας, 3ος αι. μ.Χ
Αυτό δεν σημαίνει ότι έλειπαν και παραδείγματα γυναικών που κατόρθωσαν να διατηρήσουν τη στοιχειώδη για ανθρώπινα όντα ευαισθησία: π.χ. στο μυθιστόρημα του Αχιλλέα Τάτιου Λευκίππη και Κλειτοφών (2ος αι. μ.Χ.), το πορτρέτο της πλούσιας κυρίας Μελίττης είναι ανθρώπινο: έχοντας χηρέψει πρόσφατα, η Μελίττη ξαναπαντρεύεται με ένα νεότερό της άνδρα, τον ήρωα του έργου, τον Κλειτοφώντα, και ενώ επισκεπτόταν για επιθεώρηση τα κτήματά της, έπεσε στα πόδια της μια γυναίκα σε άθλια κατάσταση, παρακαλώντας την, σαν γυναίκα προς γυναίκα, να δείξει οίκτο.[31]
Η γυναίκα αυτή ήταν η αληθινή σύζυγος του Κλειτοφώντα, η Λευκίππη, που είχε πωληθεί ως δούλη από τους απαγωγείς της, και τώρα βασανιζόταν από τον σαδιστή επιστάτη της Μελίττης, γιατί αρνιόταν να υποκύψει στις σεξουαλικές του ορέξεις: η Μελίττη έδειξε οίκτο αλλά κάτι τέτοιο ήταν σπάνιο την εποχή εκείνη. Ήταν μια σπάνια περίπτωση όπου η κυρία ένιωθε τα κοινά στοιχεία που την ένωναν με τη δούλα: την αδυναμία τους ως γυναικών σε μια πατριαρχική κοινωνία.
Από την ομηρική εποχή εκφράστηκε η άποψη της δυστυχίας της αρχόντισσας που ο πόλεμος τη μετέτρεψε σε δούλη: π.χ. στο διάλογο του Έκτορα και της Ανδρομάχης, ο Έκτορας ανάμεσα στα άλλα λέει: «Όταν χαλκάρματος κάποιος Αχαιός πάρει τη λευτεριά σου και ξοπίσω του σε σέρνει δακρυσμένη. Και στο Άργος πέρα υφαίνεις έπειτα στον αργαλειό μιας ξένης κι από τη Μεσσηίδα ή την Υπέρεια σου λέει νερό να φέρνεις, πολύ άθελά σου, μα ανημπόρετη θα σε βαραίνει ανάγκη».[32]
Εξάλλου, όταν η Εκάβη μαθαίνει ότι δόθηκε με κλήρο στον Οδυσσέα, τον χειρότερο δυνατό αφέντη, και εκφράζει την απελπισία της, δέχεται την παρηγοριά του Ταλθύβιου, που της λέει ότι έτυχε σε καλή δέσποινα, εννοώντας την Πηνελόπη.[33]
Για τις δούλες, που κατά κανόνα δούλευαν στον οίκο, σημασία είχε κυρίως το ποιόν της δέσποινας, κάτω από την επίβλεψη της οποίας θα δούλευαν και λιγότερο του αφέντη, ο οποίος ασχολούνταν με την επίβλεψη των αρσενικών που δούλευαν στα χωράφια. Εξάλλου, και ο Ισχόμαχος, ο ήρωας του διαλόγου «Οικονομικός» του Ξενοφώντα (4ος αιώνας π.Χ.), στην εκπαίδευση της νεαρής συζύγου του, τονίζει ότι ανάμεσα στα βασικά της καθήκοντα είναι η επίβλεψη των δούλων του οίκου ακόμα και ο έλεγχος της σεξουαλικής ζωής τους.[34]  «Εκείνη όμως έπρεπε επίσης να καταπιαστεί ενδεχομένως με τα εργόχειρα. Κυρίως να πλησιάζει τον αργαλειό για να διδάξει ό,τι ήξερε καλύτερα από τους άλλους και να μάθει απ’ τη μεριά της ό,τι γνώριζε λιγότερο καλά».[35]
Είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποδεχθεί κανείς την άποψη του καθηγητή κοινωνιολογίας Orlando Patterson ότι η ιδέα της προσωπικής ελευθερίας είχε εφευρεθεί από τις γυναίκες της ελληνικής τραγωδίας. Πολύ σωστά η καθηγήτρια φιλοσοφίας Βούλα Λαμπροπούλου επισημαίνει ότι αν και στις τραγωδίες οι γυναικείες φωνές υψώνονται προς υπεράσπιση της ειρήνης και της ελευθερίας, σε πρακτικό επίπεδο οι γυναίκες της αρχαίας Ελλάδας δεν είχαν τη δυνατότητα, ίσως ούτε την επιθυμία να προκαλέσουν κοινωνικές μεταβολές. Επιπλέον, όντας μέλη βασιλικών οίκων δεν είχαν κοινά ταξικά συμφέροντα με τους δούλους και εκείνο που είχε σημασία για τις ίδιες ήταν η ευημερία του οίκου τους.[36]
Αν και οι γυναίκες, όπως και οι δούλοι, ανήκαν στα καταπιεσμένα στρώματα της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας, η καταπίεσή τους δεν ήταν ομόλογη: σαφώς οι γυναίκες της ελίτ κυριαρχούσαν επί των δούλων ή ακόμα και επί των φτωχών ελεύθερων ανδρών, τουλάχιστον από την ελληνιστική εποχή.
Υποσημειώσεις


[1] Βλ. Κ. Μαντάς, «Δούλοι και δουλεία στην αρχαιότητα», Corpus 24 (2001), σ. 44-52.
[2] Βλ. Α. Λεντάκης, Είναι η γυναίκα κατώτερη από τον άνδρα ή Πώς κατασκευάζεται η γυναίκα;, Αθήνα 1986, σ. 260-261.
[3] Ιλιάδα Ζ 298 κ.ε.
[4] Ευριπίδης, Ανδρομάχη, 213-214.
[5]Βλ. G. Lerner, The Creation of Patriarchy, ΝέαΥόρκη 1985.
[6] Οδύσσεια  α  430-433.
[7] Ιλιάδα  Ι 447-457.
[8] Αισχύλος, Αγαμέμνων, 132 κ.ε, εκδ. ΓΕΣ, Αθήνα 1973, σ. 69.
[9] Στο ίδιο, 56.
[10] D.E. McCoskey, «Slavery and the division of women in Aeschylus’ Oresteia», στο S.R. Joshel /S. Murnaghan (επιμ.), Women and Slaves in Greco-Roman Culture, Λονδίνο-ΝέαΥόρκη 1998, σ. 35-55.
[11] Ευριπίδης, Ανδρομάχη, 137 κ.ε.
[12] Στο ίδιο, 927.
[13] Σοφοκλής, Τραχίνιαι, 298-302, μετ. Κ. Γεωργουσόπουλος, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2003.
[14] Αισώπου μύθοι, τ. Α΄, εκδ. Τολίδη, μετ. Τ. Βουρνάς, Αθήνα χ.χ., σ. 41.
[15]Α.Ν. Oikonomides, «Graffiti-inscriptions from the excavations of the Αthenian agora at Kerameikos», Horos 4 (1986), σ. 57-58.
[16]Αρτεμίδωρος, 4.59.284.
[17] Στοίδιο.
[18] T. Wiedemann, Greek and Roman Slavery, Λονδίνο 1988, σ. 48-49.
[19]Ευριπίδης, Ίων, 835-841.
[20] K. Synodinou, On the Concept of Slavery in Euripides, Ιωάννινα 1977, σ. 62-65.
[21] Ηρώνδας, Μιμίαμβοι, μετ. Ρ. Μανθούλης, Αθήνα 2000, σ. 74-75.
[22] Α. Ρουσσοπούλου, «Ο θεσμός της ψυχοκόρης εις τα πλαίσια της συγχρόνου εποχής και του αρχαίου ελληνικού δικαίου», Νομικό Bήμα 13 (1965), σ. 163-165.
[23] SEG  XXXVI, 1986, num.590.
[24] SEG  XLIV, 1994, num. 1155.
[25]ΤΑΜ  ΙΙΙ.Ι, num. 237.
[26] Ηρώνδας, ό.π.,σ. 83.
[27] Στο ίδιο, σ. 61.
[28] Αισώπου μύθοι, ό.π.
[29] Ευριπίδης, Υψιπύλη, μετ.- διασκευή Τ. Ρούσσος, εκδ. Κάκτος, σ. 95.
[30] Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάννικα, λ. «Γαληνός».
[31] Αχιλλέας Τάτιος, Λευκίππη και Κλειτοφών, 5.17.
[32] Ιλιάδα Ζ  454, κ.ε., μετ. Καζαντζάκη-Κακριδή.
[33] Ευριπίδης, Τρωάδες, 275-280.
[34] Ξενοφών, Οικονομικός  VII, 36-37.
[35] Y. Garlan, Η δουλεία στην Αρχαία Ελλάδα, Αθήνα 1988, σ. 179.
[36] Βούλα Λαμπροπούλου, Ο νους δεν έχει φύλο, Αθήνα 2006, σ. 15-19.


Βιβλιογραφία

 
·         GARLAN Y., Η δουλεία στην Αρχαία Ελλάδα, Αθήνα 1988.
·         JOSHEL S.R. / S. MURNAGHAM, Women and Slaves in Graeco-Roman Culture, Λονδίνο-ΝέαΥόρκη 1998.
·         ΛΑΜΠΡΟΠΟΥΛΟΥ Β., Ο νους δεν έχει φύλο, Αθήνα 2006.
·         ΛΕΝΤΑΚΗΣ Α., Είναι η γυναίκα κατώτερη από τον άνδρα;, Αθήνα 1986.
·         LERNER G., The Creation of Patriarchy, Νέα Υόρκη 1985.
·         ΜΑΝΤΑΣ K., «Δούλοι και ελεύθεροι στην αρχαιότητα», Corpus 24 (2001), σ. 44-52.
·         —, Όψεις του θεσμού της δουλείας στους διαλόγους του Δίωνα Χρυσοστόμου, Αθήνα 2008.
·         OIKONOMIDES A.N., «Graffiti-inscriptions from the excavations of the Athenian agora at Kerameikos», Horos 4 (1986), σ. 57-58.
·         ΡΟΥΣΣΟΠΟΥΛΟΥ Α., «Ο θεσμός της ψυχοκόρης εις τα πλαίσια της συγχρόνου εποχής και του αρχαίου ελληνικού δικαίου», Νομικό Βήμα 13 (1965), σ. 163-165.
·         SYNODINOU Κ., On the Concept of Slavery in Euripides, Ιωάννινα 1977.
·         WIEDEMANN Τ.Ε.J., Greek and Roman Slavery, Λονδίνο 1988.


Περιοδικό, «Αρχαιολογία & Τέχνες», τεύχος 112, Σεπτέμβριος 2009.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Γυναίκα, δουλεία και ελευθερία στην ελληνική αρχαιότητα"

Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

Άγνωστες μορφές του Ελληνισμού: Λένω Μπότσαρη


Η ατρόμητη Σουλιώτισσα
Στις 12 Δεκεμβρίου του 1803 στις κακοτράχαλες πλαγιές του Σουλίου ακούγονται κλάματα και οιμωγές. Άντρες και γυναίκες από το Σούλι τραβάνε τον μακρύ δρόμο του ξεριζωμού από την γλυκιά τους πατρίδα. Ο καταραμένος ο Αλή πασάς τα κατάφερε να τους διώξει με την στενή πολιορκία, καθώς δεν έμπαινε τίποτε στο Σούλι, μήτε σπυρί σιταριού. Το μακρύ ποτάμι των Σουλιωτών χωρίζεται σε τρεις φάλαγγες. Η πρώτη και πιο πολυπληθής με 2000 ψυχές και αρχηγό τον Φώτο Τζαβέλα, θα τραβήξει προς την ανυπόταχτη πολιτεία της Πάργας, στις ακτές του Ιονίου. Οι άλλες δύο φάλαγγες στάθηκαν πιο άτυχες καθώς χτυπήθηκαν αλύπητα από τους τουρκαλβανούς στρατιώτες του Αλή πασά. Σε μια από αυτές ήταν και η Λένω Μπότσαρη, κόρη του Νότη Μπότσαρη και πρώτη ξαδέρφη του Μάρκου Μπότσαρη, ήρωα της επανάστασης.
Η ομορφιά και η εξυπνάδα της Λένως ήταν ξακουστή σ’ όλη την Ήπειρο, μέχρι που κι’ ο ίδιος ο Αλής είχε τάξει μεγάλη αμοιβή σ’ όποιον την έφερνε στο χαρέμι του. Ήταν μόλις 20 ετών, μα η γενναιότητα και η τόλμη της μπορούσαν να βάλουν κάτω δεκάδες άντρες. Ο Νότης, ο πατέρας της καμάρωνε την κόρη του που ήξερε να χειρίζεται το ντουφέκι και το σπαθί καλύτερα από πολλούς άντρες. Τα γαλάζια μάτια και τα κατάξανθα μαλλιά της, έδιναν την αίσθηση νεράιδας βγαλμένης από κάποιο παραμύθι.
Η Λένω ακολούθησε κι’ αυτή την μοίρα των υπολοίπων Σουλιωτών και βαδίζοντας μέσα από κακοτράχαλους δρόμους και βουνά. Μέσα στον σκληρό χειμώνα τα παιδιά, οι τραυματίες και οι μεγαλύτερες γυναίκες δεν άντεχαν, αλλά η Λένω ήταν εκεί για να τις εμψυχώσει αν και μόλις 20 χρονών αναδείχτηκε σε αρχηγό των γυναικών.
Τράβηξαν για το μοναστήρι στο Ζάλογγο που είναι φύσει οχυρή θέση, αλλά δυστυχώς χωρίς έξοδο διαφυγής. Οχυρώθηκαν και περίμεναν. Ήξεραν πως ο Αλής, όπως πάντα, δεν επρόκειτο να τηρήσει τις υποσχέσεις και τους όρκους που τους έδωσε. Ο Μπεκίρ Τζογαδούρος, ο αρχηγός της τουρκοαλβανικής ορδής, επιτέθηκε στις 16 Δεκεμβρίου με αλαλαγμούς στο μοναστήρι. Οι Σουλιώτες ήταν 1.148 και αμύνθηκαν λυσσαλέα χτυπώντας τους τουρκαλβανούς με τα ντουφέκια τους.
Καθώς η μάχη είχε ανάψει τα κορμιά των λιάπηδων (μουσουλμάνων αλβανών) κάλυπταν την χέρσα γη σαν ένα μεγάλο χαλί. Όσο εξελισσόταν η μάχη το χιόνι σκέπαζε τα κορμιά και το κρύο τρυπούσε τα κόκαλα. Μετά από ώρες τα βόλια των Σουλιωτών σώθηκαν και έμειναν με τα σπαθιά και τα γυμνά τους χέρια.
Στις 17 Δεκεμβρίου οι λιάπηδες ορμήσαν σαν τσακάλια πάνω στους Σουλιώτες για να ξεσκίσουν τις σάρκες τους, αλλά οι Σουλιώτες ως άλλοι Σπαρτιάτες και αυτοί τους χτυπούσαν με ό,τι μέσο διέθεταν. Ο θείος της Λένως, ο Κίτσος Μπότσαρης, βλέποντας το μάταιο του αγώνα, κάλεσε την Λένω κοντά του και της είπε: «απόψε σουρουπώνοντας καλά, θα βγούμε με τα σπαθιά. Θα μάσεις τις γυναίκες, θα μπεις μπροστά, θα σας βάλουμε στην μέση». Η Λένω άκουσε τα λόγια του θείου της. Έτρεξε να συντονίσει τις υπόλοιπες γυναίκες και να τις ενθαρρύνει να μην λιγοψυχήσουν αυτές τις δύσκολες ώρες, αν και ήξερε πως οι Σουλιώτισσες δεν είναι σαν τις υπόλοιπες γυναίκες, αλλά σωστά παλληκάρια δίπλα στους άνδρες και τους αδελφούς τους.
Όταν είχε πια σκοτεινιάσει για τα καλά, οι Σουλιώτες μαζεύτηκαν γύρω από τους αρχηγούς τους Κίτσο και Νότη Μπότσαρη για τις τελευταίες οδηγίες.
Μια βουή ακούστηκε μέσα από το μοναστήρι. Οι λιάπηδες έσφιγγαν στα χέρια τους τα ντουφέκια κι’ η καρδιά τους χτυπούσε δαιμονισμένα, μιας και ήξεραν τι είναι ικανοί να κάνουν έστω και μια δράκα Σουλιωτών.
Οι Σουλιώτες ξεχύθηκαν σαν ένα σώμα και πέσαν μ’ ορμή πάνω στους τουρκαλαβανούς. Μέσα στο πηχτό σκοτάδι δεν ξεχώριζες ποιοι είναι οι Σουλιώτες και ποιοι οι λιάπηδες. Το τουφεκίδι ανάβει. Η Λένω βρισκόταν στην μέση της φάλαγγας. Το σπαθί της παίρνει φωτιά σκοτώνοντας πολλούς λιάπηδες στο πέρασμά της. Πατούσε τα κορμιά τους και σαν μπροστάρισα που ήταν άνοιγε δρόμο για τις άλλες γυναίκες που μετέφεραν μωρά παιδιά και τραυματίες στις πλάτες τους. Οι στιγμές τραγικές και ηρωικές συνάμα.
Η Λένω προχωρούσε μπροστά μην μπορώντας να δει τι γίνεται πίσω της. Μερικά γυναικόπαιδα αποκλείσθηκαν από τους τουρκαλβανούς και μην έχοντας να κάνουν κάτι καλύτερο τραβιούνται για το Ζάλογγο. Το ξημέρωμα της επόμενης μέρας 56 γυναίκες μαζί με τα παιδιά τους και 13 άνδρες θα βρεθούν γαντζωμένοι στο φρύδι του Ζαλόγγου.
Οι Τουρκαλβανοί πλησιάζουν με άγριες διαθέσεις, θέλουν να τις ατιμάσουν. Οι Σουλιώτισσες όμως ήταν αποφασισμένες. Δεν επρόκειτο να αφήσουν κανένα χέρι ξένο να τις αγγίξει, πάνω από όλα γι’ αυτές ήταν η Τιμή. Πιάστηκαν χέρι – χέρι, χορεύοντας και τραγουδώντας, κι’ αφού έριξαν τα παιδιά τους στο κενό, ακολουθούν μετά μία – μία, φιλώντας η πρώτη την δεύτερη και η δεύτερη την τρίτη. Τα σώματά τους έπεφταν στο βάραθρο σαν φύλλα το φθινόπωρο. Τόσο ανάλαφρα και αέρινα, πέρα από κάθε τι υλικό και ανθρώπινο.
Η Λένω σώθηκε και μαζί με τους άλλους Σουλιώτες που έσπασαν τον κλοιό των λιάπηδων κατευθύνθηκαν νότια. Δεν γνώριζαν προς τα πού πήγαιναν, απλά και μόνο βάδιζαν.
Μέσα στις κακουχίες ο πόνος για τον χαμό των οικείων δεν ζυγώνει. Δεν είχαν καιρό για στεναχώριες και για κλάματα.
Φτάνοντας στο χωριό Βουλγαρέλι της Άρτας αποφάσισαν να πάνε προς τα απάτητα βουνά των Αγράφων, για να ενωθούν με άλλους αγωνιστές από την Θεσσαλία και να πολεμήσουν τους τούρκους. Μετά από πολλές ταλαιπωρίες έφτασαν στην Βρεστένιτσα και συνέχισαν προς την οχυρή θέση της μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στον Σέλτσο. Την 22α Δεκεμβρίου έφτασαν εκεί και εγκαταστάθηκαν κατάκοποι από τις πορείες μέσα στο καταχείμωνο. Κάτω από το μοναστήρι περνάει σαν ένα μεγάλο φίδι ο ποταμός Αχελώος (ή Ασπροπόταμος).
Οι Σουλιώτες μάζεψαν προμήθειες και μπαρουτόβολα από τις γύρω περιοχές για την άμυνά τους. Έβαλαν τέσσερις φρουρές στην περίμετρο του μοναστηριού και φύλαγαν κάθε μονοπάτι. Ήξεραν καλά, ότι ο Αλή πασάς δεν θα ησυχάσει αν δεν ξεπαστρέψει όλη την Σουλιώτικη φάρα.
Στο μεταξύ, ο Αλή πασάς μάζεψε στρατό περίπου 5.000 λιάπηδων υπό την αρχηγία του Μπεκήρ Τζογαδούρου και του Βασιάρη για να κυνηγήσουν τους Σουλιώτες και να μην αφήσουν ούτε έναν ζωντανό. Τους ζήτησε μόνο να του φέρουν την Λένω στο χαρέμι του να δει από κοντά την ομορφιά της.
Έρχεται η στιγμή που 8000 τουρκαλβανοί θα κυκλώσουν την Μονή Σέλτσου μαζί με τον Βελή πασά, γιο του Αλή πασά. Οι μήνες όμως, περνάνε χωρίς να μπορούν να κάνουν κάτι οι λιάπηδες για να εξοντώσουν τους Σουλιώτες.
Κάποιος Γιώργης Κίριος από τα Γιάννενα, δασκαλεμένος από τον Αλή πασά που του είχε τάξει το αρματολίκι της Λάκκας, παριστάνει τον μετανιωμένο και ζήτησε μαζί με τον αδελφό του να πολεμήσει στο πλευρό των Σουλιωτών. Ο Κίτσος Μπότσαρης με την μεγαλοψυχία που τον διέκρινε, τον συγχωρεί και τον βάζει στην φρουρά του μοναστηριού. Αυτός όμως τις νύχτες, έχοντας πάντα στον νου του την προδοσία έστελνε μηνύματα στον Μπεκήρ Τζογαδούρο και του αποκάλυψε ένα μονοπάτι που πάει ίσια στην Μονή.
Μέτα την αποκάλυψη του μονοπατιού, οι στρατηγοί καταστρώνουν το ύπουλο σχέδιό τους. Ο Τζογαδούρος θα έκανε ένα ψεύτικο αιφνιδιασμό και θα χτυπούσε τις θέσεις με τους περισσότερους Σουλιώτες όταν 3.000 τουρκαλβανοί με 1.200 εφεδρικούς αλβανούς θα χτυπούσαν τους Σουλιώτες από ένα δύσβατο μονοπάτι στο πιο αδυνατισμένο σημείο από την πλευρά του προφήτη Ηλία.
Στις 15 Απριλίου τα μεσάνυχτα, όπως πριν από κάθε καταιγίδα, έτσι και τότε, η γαλήνια ηρεμία έσπασε με τουφεκίδι και κραυγές τρόμου. Οι λιάπηδες επιτέθηκαν σαν τις ύαινες που περιμένουν να ξεσκίσουν το κουφάρι του ετοιμοθάνατου ζώου. Όμως, οι Σουλιώτες δεν τους έκαναν την χάρη και τους χτύπησαν με ό,τι είχαν. Η κολασμένη νύχτα γέμισε κλάματα, βρισιές και κατάρες πότε στα Ελληνικά πότε στα αλβανικά και πότε στα τούρκικα.
Ο πατέρας της Λένως, ο Νότης Μπότσαρης λαβώνεται στο σώμα. Δύο βόλια τον βρήκαν. Μέχρι να τρέξει να τον βοηθήσει η Λένω τον χτύπησε και τρίτο βόλι. Όταν τον βρήκε ήταν κάτω από ένα δέντρο στον περίβολο του μοναστηριού. Προσπάθησε να τον γιατρέψει όπως – όπως και με λόγια γλυκά να του απαλύνει τον πόνο. Ο Νότης όμως, το ένοιωθε πως είχε φτάσει πια το τέλος του.
Όταν τον ρώτησε η Λένω τι να κάνει, αυτός της αποκρίθηκε: «να πεθάνεις παιδί μου, ήρθε η ώρα σου», όπως απαντούσαν τα αρχαία χρόνια οι Σπαρτιάτισσες μανάδες στους γιους τους «ή ταν ή επί τας».
Εκείνη την στιγμή ένα τέταρτο και τελευταίο βόλι βρίσκει τον Νότη Μπότσαρη στο μέτωπο σωριάζοντας το άψυχο σώμα του στα πρώτα χόρτα του Απρίλη ποτίζοντάς τα με το άγιο αίμα του.
Η Λένω έτρεξε με το σπαθί στο χέρι να ξεφύγει από τους διώκτες της που κατέφθαναν με βήμα ταχύ. Οι άλλες Σουλιώτισσες ξέροντας τον δρόμο της Τιμής πήγαν στην άκρη του γκρεμού που στεφανώνει το μοναστήρι και έπεσαν από ύψος 300 μέτρων στο σκοτεινό βάραθρο. Ένα δεύτερο Ζάλογγο μόλις είχε γεννηθεί.

Η Λένω με χίλια βάσανα κατεβαίνει την απότομη πλαγιά και κατευθύνεται προς τον Αχελώο. Χωρίς δεύτερη σκέψη βούτηξε στα παγωμένα νερά του ποταμού και κολύμπησε με όλη την δύναμη που της είχε απομείνει. Οι τουρκαλβανοί σαν λυσσασμένα σκυλιά την ακολουθούν για να την κατασπαράξουν. Μετά από πολύ πάλεμα στα νερά του ορμητικού ποταμού κατάφερε να φτάσει μια λωρίδα γης που σχηματίστηκε μέσα στο ποτάμι. Κατάκοπη μα σώα βγήκε έξω. Από απέναντι την κοιτούσαν οι λιάπηδες σκεφτόμενοι την αμοιβή που τους έταξε ο πασάς αν του την φέρουν ζωντανή. Ένας λιάπης της φωνάζει «Δεν λυπάσαι πουλάκι μου τα νιάτα σου; Έλα να σε γλυτώσω». Της έδωσε το ντουφέκι του από την λαβή. Η Λένω όμως, ως Σουλιώτισσα προτιμάει χίλιες φορές τον θάνατο πάρα την αιχμαλωσία στα χέρια των πιο αδίστακτων εχθρών της. Προσποιήθηκε λοιπόν πως πάει να πιάσει το ντουφέκι, και χουφτώνει την σκανδάλη. Το βόλι φεύγει σαν μαχαίρι και βρίσκει τον λιάπη σωριάζοντάς τον κάτω. Ένας άλλος βλέποντας την τόλμη της κοπέλας όρμησε κατά πάνω της. Η Λένω τον χτύπησε με τα χέρια της και του έσφιξε τον λαιμό για να το πνίξει. Πάλεψε μ’ όλη της την δύναμη. Του έμπηξε τα νύχια της στα μάτια και στο σώμα. Τέλος τον έσπρωξε στα αφρισμένα νερά του Αχελώου και πέσαν μαζί μέσα κάνοντας πάταγο. Συνέχισε να μάχεται σαν πραγματική λέαινα.
Αυτό ήταν δεν ξαναείδε κανείς πια ζωντανή την γενναία Σουλιώτισσα, την Λένω την κόρη του Νότη Μπότσαρη μα ούτε και τον λιάπη. Από τότε εκείνο το σημείο της όχθης λέγεται «το πήδημα της Καπετάνισσας». Από όλο αυτόν τον χαμό έμειναν όρθιοι μόνο 80 από τους 1.400 Σουλιώτες και άλλους Έλληνες που είχαν συγκεντρωθεί εκεί. Όλοι οι υπόλοιποι ή σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Για την αυτοθυσία της Λένως γράφτηκαν μετά πολλά δημοτικά τραγούδια, για να θυμίζουν πως μόνη μια κοπέλα 20 χρονών τα έβαλε με την τουρκιά και την «νίκησε». Αυτό είναι το δημοτικό τραγούδι της Λένως.
Όλαις οι καπετάνισσαις από το Κακοσούλι
όλαις την Άρτα πέρασαν, ‘ς τα Γιάννινα τοις πάνε,
σκλαβώθηκαν οι αρφαναίς, σκλαβώθηκαν οι μαύραις,
κʼ η Λένω δεν επέρασε, δεν την επήραν σκλάβα.
Μόν πήρε δίπλα τα βουνά, δίπλα τα κορφοβούνια,
σέρνει τουφέκι σισανέ κ’ εγγλέζικα κουμπούρια,
έχει και ʽς τη μεσούλα της σπαθί μαλαματένιο.
Πέντε Τούρκοι την κυνηγούν, πέντε τζοχανταραίοι.
Τούρκοι, για μην παιδεύεστε, μην έρχεστε σιμά μου,
σέρνω φουσέκια ‘ς την ποδιά και βόλια ‘ς τοις μπαλάσκαις
-Κόρη, για ρηξε τ’ άρματα, γλύτωσε τη ζωή σου.
-Τι λέτε, μωρ’ παλιότουρκοι και σεις παλιοζαγάρια;
Εγώ είμαι η Λένω Μπότσαρη, η αδελφή του Γιάννη,
και ζωντανή δεν πιάνουμαι εις των Τουρκών τα χέρια”.
Πυρήνας Καβάλας - Αίας ο Τελαμώνιος
http://xryshaygh.wordpress.
http://antistasi.org/?p=23317
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Άγνωστες μορφές του Ελληνισμού: Λένω Μπότσαρη"

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012

Ήρα - Η Θεά των Ουρανών

H Ήρα είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες μορφές του αρχαίου ελληνικού Δωδεκάθεου. Κόρη του Κρόνου και της Ρέας, μοναδική νόμιμη σύζυγος του Δία, θεά των ουρανών, προστάτιδα του γάμου και των παντρεμένων, ιδιαίτερα, γυναικών και προσωποποίηση της συζυγικής πίστης. Η Ήρα ενσαρκώνει τις αρετές και τα ελαττώματα της παντρεμένης γυναίκας. Είναι η πιστή και αφοσιωμένη, η τρυφερή και υποταγμένη στον κύριο και αφέντη της γυναίκα, αλλά και η δυναμική και πολυμήχανη, εριστική και γκρινιάρα, καταπιεστική και ζηλόφθονη, παθιασμένη και εκδικητική σύζυγος. Η εκδίκησή της, αφρισμένη κατεβασιά, σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά της.

Μάχεται, αγωνίζεται απεγνωσμένα για ό,τι δικαιωματικά της ανήκει, για το αντικείμενο του πόθου της.Λαός εύθυμος, με σκωπτική διάθεση και πηγαίο, ανεξάντλητο χιούμορ, οι αρχαίοι Έλληνες έδωσαν μια περισσότερο ανθρώπινη διάσταση στις θεότητές τους. Φαντάστηκαν το γάμο της Ήρας και του Δία ένα πεδίο διαρκούς αντιπαλότητας, αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων και το βασιλιά θνητών και αθανάτων, το νεφεληγερέτη, αστραποβόλο και κεραυνοβόλο Δία, να κατατρέχεται ασταμάτητα από μια ζηλόφθονη και εκδικητική σύζυγο και να καταφεύγει σε τεχνάσματα και μηχανορραφίες για να αποφύγει τις θυελλώδεις εκρήξεις της οργής της.

Η γέννηση της βασίλισσας των θεών τοποθετείται στη Σάμο και κατα άλλους στη Στυμφαλία ή στην Εύβοια. Η μοίρα της δεν ήταν διαφορετική από αυτή των αδερφών της. Ο ανελέητος Κρόνος την κατάπιε, προσπαθώντας να πολεμήσει τη μοίρα του. Μόνο όταν η πολυμήχανη Ρέα κατόρθωσε, με τέχνασμα, να ξεγελάσει τον Κρόνο, τότε η Ήρα, μαζί με τα υπόλοιπα αδέρφια της, ξαναείδε το φως. Μετά την εκθρόνιση του Κρόνου, ο Δίας τη ζήτησε σε γάμο. Εκείνη τον απέκρουσε με περηφάνια. Τρελός από έρωτα για την αδερφή του ο Δίας δεν παραιτήθηκε από τους σκοπούς του. Μια βροχερή, χειμωνιάτικη μέρα, καθώς η θεά περπατούσε στο δάσος, ο Δίας μεταμορφώθηκε σε κούκο, που έπεσε στα πόδια της ανυποψίαστης Ήρας. Η θεά λυπήθηκε το μισοπαγωμένο πλασματάκι. Έσκυψε, το πήρε στην αγκαλιά της, το χάιδεψε με τα τρυφερά της χέρια και το ζέστανε στους παρθενικούς της κόρφους. Τότε ο βασιλιάς των θεών πήρε την πραγματική του μορφή. Μεγαλόπρεπος, επιβλητικός, πανίσχυρος και ακαταμάχητος, εξουδετέρωσε και τις τελευταίες ικμάδες αντίστασης της θεάς. Η Ήρα νικήθηκε, υποτάχτηκε, έγινε για πάντα δική του, αφού πρώτα εξασφάλισε "υπόσχεση γάμου".

Ο γάμος τους έγινε με θεϊκή λαμπρότητα. Η ζωή τους όμως δεν ήταν πάντοτε ευτυχισμένη. Αντίθετα, ήταν τρικυμιώδης και πολυτάραχη, όπως, άλλωστε, θυελλώδης υπήρξε και ο έρωτάς τους. Οι αλλεπάλληλες εκρήξεις οργής και ζήλιας της θεάς και οι συχνοί καβγάδες ανάμεσα στο θεϊκό ζευγάρι, έτρεφαν τη φαντασία των αρχαίων Ελλήνων και αποτελούσαν προσφιλείς διηγήσεις και αναγνώσματα.

Εκείνος, υπερόπτης, άστατος και άπιστος σύζυγος, τσάκιζε συχνά την αξιοπρέπειά της και πλήγωνε ανεπανόρθωτα τη γυναικεία περηφάνια της. Δε δίσταζε, μάλιστα, να καυχιέται, μπροστά της, για τις αμέτρητες περιπέτειές του με θεές και θνητές.

Εκείνη, αδάμαστη και αγέρωχη, επικαλούνταν την τιμημένη καταγωγή της και πρόβαλλε τα αναφαίρετα δικαιώματά της -την ιδιότητά της, της νόμιμης συζύγου.

Ο Δίας, μέσα από τους ομηρικούς στίχους, δήλωνε ότι περιφρονούσε την οργή και την γκρίνια της και της ζητούσε, επίμονα, υποταγή. Δε δίστασε, μάλιστα, να κάνει κάποτε πράξεις τις απειλές του, όταν, δεμένη χειροπόδαρα, την κρέμασε ανάμεσα στον αιθέρα και στα σύννεφα.

Πηγή:" Ελληνικό Αρχείο"
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Ήρα - Η Θεά των Ουρανών"

Τρίτη 21 Αυγούστου 2012

Η παιδεία των γυναικών στην αρχαία Ελλάδα


Στοιχειώδη εκπαίδευση: Γραφή, ανάγνωση, λυρική και επιλεγμένη επική ποίηση, χορός. Περίπου μέχρι δώδεκα χρονών.

Μέση και ανωτέρα εκπαίδευση: Μέχρι περίπου τα είκοσι της χρόνια εκπαιδεύεται συνήθως από την μητέρα της στην οικονομία και διαχείριση του νοικοκυριού, υφαντική, χειροτεχνία, διακοσμητική. Επίσης υπήρχαν για τις κόρες πλουσιοτέρων Αθηναίων ιδιωτικά οικοδιδασκαλεία στα οποία σπούδαζαν μουσική, κιθαρωδία, όρχηση κ.λ.π.




Ανωτάτη εκπαίδευση: Πλήθος ανωτάτων σχολών δεχόταν ευχαρίστως γυναίκες!
Επειδή η ιστορία ασχολείται κυρίως με πολέμους οι οποίοι με εξαίρεση των Αμαζόνων και ολιγοστών εξαιρέσεων άλλων γυναικών είναι ανδροκρατική, δεν έχουμε όλα ...
τα ονόματα των γυναικών επιστημόνων. Παρ όλα αυτά υπάρχουν πάρα πολλές γυναίκες που διέπρεψαν στον χώρο της επιστήμης.

Στην Ανωτάτη Φιλοσοφική και Μαθηματική Σχολή του κορυφαίου Διδασκάλου Πυθαγόρα διέπρεψαν: Οι Θεανώ, Θεόκλεια, Ασκληπιγένεια, Περικτιόνη, Φιλτύς, Μελίσσσα,, Τιμύχα, Μιλλία, Χειλωνίς, Κρατησόκλεια,Βοιώ, Θεάδουσα και πολλές άλλες.

Και ξέρετε ποιος ήταν ο Διδάσκαλος των « Ηθικών αρχών» του Πυθαγόρα; Η Θεμιστόκλεια, η Ιέρεια των Δελφών!
Η Σχολή του Επίκουρου: Οι Ανθεια, Λεόντιον, Ερώτιον.
Η Πλατωνική Ακαδημία:Το Πανεπιστήμιο της Αρχαίας Ελλάδας, διήρκεσε σχεδόν 1000 χρόνια μέχρι που ο Ιουστινιανός για να σώσει τον κόσμο από …την ιερόσυλο τρέλα των Ελλήνων (Ιουστινιανός Κώδιξ) το έκλεισε. Διεσώθησαν τα ονόματα της Λασθένειας, και της Αξιοθέας.


Ανώτατες Σχολές Ιατρικής: Κνίδος, Κως, Αλεξάνδρεια.
Διέπρεψαν οι: Αγνοδίκη, Δεινομάχη, Ερμιόνη, Ευτυχία, Φιλονίλα, Κλεοπάτρα μάλιστα βοηθός και συνεργάτρια του μεγάλου ιατρού Γαληνού, Ολυμπιάς, Σάλπη και πολλές άλλες. Γνωρίζετε ότι η Ελληνίδα Φαραώ της Αιγύπτου Κλεοπάτρα δεν έφτιαχνε μόνο δηλητήρια αλλά και φάρμακα και ότι έγραψε ένα βιβλίο περί φαρμάκων;
Αυτά εν ολίγοις για την ανώτατη εκπαίδευση στην αρχαία Ελλάδα. Αλλά σκεφτήκατε από πότε συμμετέχουν οι γυναίκες στην ανώτατη εκπαίδευση στον μοντέρνο κόσμο;
Το 1890 μ.Χ. διέγραψαν όλες τις γυναίκες που θέλησαν να λάβουν μέρος στην ανώτατη εκπαίδευση. Αυτό δεν έγινε ούτε στην Αφρική ούτε στην Ασία, αλλά στην πεπολιτισμένη Μ Βρετανία! Στην Ελλάδα παρά τις επελάσεις της έφιππης αστυνομίας στο πανεπιστήμιο τόλμησε να σπουδάσει μόλις το 1896 μ.Χ. η Ελληνίδα Αγγελική Παναγιωτάκη.

Το Όρος του Άθω και οι γυναίκες
Η εντύπωση ότι στο όρος Άθως ζούσαν μόνο άντρες είναι λάθος. Μάλλον θα πρέπει οι αρθρογράφοι να μας εξηγήσουν για ποίο λόγο δεν το αναφέρουν. Είναι ύποπτο να ξεκινάς την Ιστορία της Ελλάδος από τους μοναχούς…. Από την μυθολογία μαθαίνουμε ότι το όρος είχε παραχωρηθεί από τον Δία στην „χρυσόθρονον αγνήν Αρτέμιδα“. Σε πολλούς είναι επίσης γνωστό ότι λέγεται και ο „κήπος της Παναγίας“, και πρωτύτερα ονομαζόταν „ο κήπος της Αρτέμιδος“. Μάλιστα ο αρχιμανδρίτης Ανδρέας Αγιορείτης ο οποίος έζησε μία δεκαετία σε Σκήτη αναφέρει ότι βρέθηκε εκεί νόμισμα με απεικόνιση της θεάς Αρτέμιδος. Επίσης ο Παυσανίας (Αρκαδικά 31,8) αναφέρει ότι σε ιερά αφιερωμένα σε θεές επιτρεπόταν η είσοδος σε γυναίκες αλλά σε άνδρες μόνο μία φορά τον χρόνο.

Γυναικεία ιερατικά αξιώματα
Τα ιερατικά αξιώματα των γυναικών ήταν: Ιέρεια, Πρωθιερέα, Μυσταγωγός, Υδρανός (για βάφτιση), Παναγείς (πάναγνες), Ιεροφάντιδες, Ιεαραπόλοι, Αρχιέρεια, Προμάντις.

Γιορτές γυναικών
Ανθεσφόρια ( Ηροσάνθεια), Γυναικοθύνθια (Αλεαία), Εκδύσια (Αποδύσια), Ενδυμάτια, Ηρώα, Ηραία Θύεια: Οι γυναικείοι Ολυμπιακοί αγώνες, Θυίεια, Μύσια, Τιτθηνίδια,Μύσια, Καρυάτεια.
Στα Καρυάτεια, στην πόλη Καρυές της Αρκαδίας όμορφες γυναίκες έδειχναν τα κάλλη τους σε άνδρες και επιλέγανε έναν για σύζυγο.




http://wwwaristofanis.
blogspot.com
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η παιδεία των γυναικών στην αρχαία Ελλάδα"

Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

Δόμνα Βιζβίζη. Η Θρακιώτισσα Ηρωίδα που την ξέχασε το Ελληνικό κράτος

Κείμενο Θόδωρου Ορδουμποζάνη


(Αφιερωμένο στις χιλιάδες ξεχασμένους αγωνιστές της Θράκης)

Μια από τις Θρακιώτισσες ηρωίδες γυναίκες που αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στον αγώνα για την απελευθέρωση του έθνους και προσέφερε και όλη την περιουσία της υπήρξε και η εξ Αίνου Ανατολικής Θράκης καταγόμενη Δόμνα Βισβίζη. Αφιερώθηκε εις την Μεγάλην ιδέαν της Φιλικής Εταιρείας, εις την οποία μυήθηκε μετά τον σύζυγό της Χατζηαντώνη Βισβίζη, ξόδεψε για τον αγώνα και τον τελευταίο οβολό της, δια τη συντήρηση του πλοίου της ως ετοιμοπόλεμου και μάχιμου και όταν δεν μπορούσε η ίδια να το συντηρήσει, το προσέφερε και αυτό στον αγώνα. Το τέλος της; Πέθανε εγκαταλειμμένη, πτωχή και λησμονημένη. Μέσα από μια σειρά εγγράφων, αποσπάσματα των οποίων παρατίθενται, διαπιστώνει κανείς την αγωνία της Θρακιώτισσας αγωνίστριας για την επιτυχία του αγώνα, την μεγάλη προσφορά της αλλά και την ολοσχερή εγκατάλειψη από την πολιτεία.

Το Μνημείο του Χατζη Αντώνη και Δόμνας Βιζβίζη στη παραλιακή Λεωφόρο της Αλεξανδρούπολης. Φιλοτεχνήθηκε το 1987 από τον Γλύπτη Γιώργο Μέγφκουλα. Στη βάση του αναγράφεται: “ΧΑΤΖΗΑΝΤΨΝΗΣ & ΔΟΜΝΑ ΒΙΣΒΙΖΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΝΟ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΘΡΑΚΗΣ. ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ 1921. ΣΥΛΛΟΓΟΣ “ΕΛΛΗΝΟΜΟΥΣΕΙΟΝ ΑΙΝΟΥ” ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ 1987″.

Η Δόμνα Βισβίζη προσέφερε και θυσίασε τα πάντα στον αγώνα. Ο Δημήτριος Υψηλάντης σε μια επιστολή του την προσφωνεί «Ευγενεστάτη και Γενναιοτάτη». Υπήρξε κόρη πλούσιας οικογένειας από την Αίνο όπου και γεννήθηκε το 1784 και το 1808 παντρεύτηκε τον Αντώνη Βισβίζη, πλούσιο πλοίαρχο και καραβοκύρη. Φλεβάρης του 21 και ο Θρακιώτης Χατζηαντώνης Βισβίζης αρματώνει το ιδιόκτητο καράβι του, την“Καλομοίρα”, ένα μπρίκι ναυπηγημένο στην Οδησσό με 16 κανόνια και 140 ναύτες και ξεκινά να μπει στην δούλεψη του Γένους, εγκαταλείποντας την εύπορη ζωή του Αίνου. Χωρίς δεύτερη σκέψη τον ακολουθεί η γυναίκα του Δόμνα, παίρνοντας μαζί της στο καράβι τα πέντε παιδιά τους, όλα τα χρήματα και τα τιμαλφή της οικογένειας και ενώνεται με τον στόλο των Ψαριανών.

Το βάπτισμα του πυρός το πήρε στην Ίμβρο και έκτοτε ξεκίνησε μια ζωή γεμάτη αγώνες, περιπέτειες, μεγάλες δυσκολίες, φτώχια, δυστυχία και εγκατάλειψη. Το μπρίκι μεταφέρει στον Άθω μαζί με πολεμοφόδια και όπλα και τον επαναστάτη Εμμανουήλ Παπά, το Σερραίο μεγαλέμπορο και τραπεζίτη που κι αυτός ξόδεψε την περιουσία του και τη ζωή του για χάρη της πατρίδας. Το ζευγάρι των καπεταναίων συμμετέχει στον αγώνα του 21 και βρίσκεται παρών σ’ ολόκληρο το Αιγαίο κυβερνώντας την «Καλομοίρα», ναυμαχώντας παλικαρίσια, υπερασπίζοντας παγιδευμένους αγωνιστές και πολιορκώντας τους εχθρούς.«Για να κτισθή το χρυσό παλάτι της Ελευθερίας», όπως συνήθιζε να λέει το ζεύγος.

Στις 21 του Ιούλη του 1822 η Δόμνα με τον άνδρα της που κυβερνά το πλοίο τους, πρωτοστατούν στην από θαλάσσης πολιορκία της Εύβοιας. Κάποια στιγμή ο άνδρας της σκοτώνεται. Η Δόμνα δίνει εντολή να τον κλάψουν τα παιδιά και να τον ετοιμάσει ο παπάς και αυτή αναλαμβάνει πλήρως σαν καπετάνισσα την «Καλομοίρα» και συνεχίζει τον αγώνα. Η σκέψη να ξαναγυρίσει στην πλούσια ζωή που άφησε πίσω της δεν της περνά καν από το μυαλό. Παίρνει μέρος σε μπλόκα, σε ναυμαχίες και βοηθά με κάθε δυνατό τρόπο στην επιτυχία της Επανάστασης.

“Η ευπειθεστάτη πατριώτισσα και δούλη, Δόμνα Βισβίζη“… Η υπογραφή της σεμνής Θρακιώτισσας ηρωϊδας.

Τέλος του 1823, σε μια αναφορά της προς το Υπουργείο Ναυτικών, η Δόμνα Βισβίζη γράφει: «Κατά το 1822 έτος, εσυμφώνησεν ο μακαρίτης άνδρας μου μετά των αρεοπαγιτών και εφόρων της Εύβοιας δια να σταθή με το πλοίο του εις την πολιορκίαν της Εύβοιας, μέλλων να πληρώνεται παρά των αρεοπαγιτών. Μ΄ όλον δ΄ ότι ο ρηθείς άνδρας μου ετελεύτησε, μόλον τούτο, μηδόλως παραβάσα από μέρους μου τας άνωθι συμφωνίας, ένα ήμιση ολόκληρον χρόνον , μ΄ όλον τον πατριωτικόν ζήλον τας εκτέλεσα. Αγκαλά δε δις, τρις και πολλάκις να εζήτησα το να πληρωθώ εν καιρώ, ως η συμφωνία μας, με το σήμερον και αύριον όμως αναβαλλομένου του καιρού, και μηδ΄ οβολού μη δοθέντος μοι, στενοχωρηθείσα δ΄ από τους ναύτας, και φοβούμενη μήπως ήθελον αναχωρήση, ενώ άνευ τούτων, ήτο αδύνατον το να κρατηθή η πολιορκία, ελπίζουσα δε και ότι επομένως ήθελα πληρωθή, επλήρωσα εξ ιδίων τα μηνιαία των, εξοδεύσασα δε προς τούτοις εις αυτό το διάστημα, τόσον εις τας των ναυτών τροφάς, όσον και εις πολεμοφόδια, ποσότητα όχι ευκαταφρόνητον, καθώς καλώτατα γινώσκει το έξοχον υπουργείον, με πόσην ποσότητα χρημάτων δύναται να εξοικονομηθή εν πολεμικόν πλοίον, από εβδομήκοντα πέντε ναύτας κυβερνούμενον, με την πρόβλέψιν των τροφών, πολεμοφοδίων και μηνιαίων».

Το μεγαλοπρεπές και επιβλητικό πλοίο της οικογένειας Βισβίζη, η “ΚΑΛΟΜΟΙΡΑ”, που προκαλούσε τον τρόμο και φόβο του Τουρκικού στόλου.

Πράγματι η προσφορά της Δόμνας Βισβίζη στην πολιορκία της Εύβοιας ήταν σημαντική. Και αυτό βεβαιώνεται από τους προκρίτους της Εύβοιας που σε μια επιστολή τους αναφέρουν «…ο μακαρίτης σύζυγός της, ζων, και αυτή μετά τον θάνατον εκείνου, εις την νήσον Εύβοιαν κατά το βόρειον μέρος, με ειλικρίνειαν και πατριωτικόν ζήλον, χωρίς να παρακούσωσι τας προσταγάς, εδούλευσεν με το πλοίον του». Και από άλλα πολλά έγγραφα που διασώθηκαν επιβεβαιώνεται η μεγάλη προσφορά του ζεύγους Χατζηαντώνη και Δόμνας Βισβίζη στον μεγάλο αγώνα. Στο υπ΄ αριθμ. 17293/15.8.1922 έγγραφο του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Άνθιμου Γαζή, μεταξύ των άλλων αναφέρεται: «…ο φιλογενέστατος Καπετάνιος Χατζή Αντώνιος Βισβίζης με το καράβι του από αρχάς Απριλίου του 1822, δεύτερον έτος της ελευθερίας, μέχρι τέλους Ιουλίου εδούλευεν εις τον Άρειον Πάγον και μετά πάσης προθυμίας και πίστεως, ως ουδείς άλλος, περιπλέων αδιαλείπτως το Βόρειον στενόν της Ευβοίας και καταπολεμών τον εχθρόν εις τε την Στυλίδα, Θερμοπύλας και Εύριπον και εις τα Βρυσάκια, ρίπτων ακαταπαύστως κανόνια με τα ίδια του εφόδια πολεμικά και φανείς ευδόκιμος εν πάσι, γίνεται δήλον…». Αλλά και ο ίδιος ο Οδησέας Ανδρούτσος σε έγγραφό του περί των υπηρεσιών του Καπετάν Αντ. Βισζβίζη που έγραψε στη Λιβάδα στις 13 Μαϊου 1822, γράφει μεταξύ των άλλων:«…Εκ τούτου φανερώνω ότι ο Καπ΄ Αντώνης Βιζβίζης ευρισκόμενος εις Λιβάθα με το πλοίον του, το εις την πολιορκίαν στρατόπεδόν μας έχων μεγαλωτάτην ανάγκην τόσον από τροφάς όσον και από πολεμοφόδια μας έδωσεν ο ρηθείς 3, τρία κανόνια του κάμπου, διακοσίας πενήντα επτά οκ΄΄ Μπαρούτι, πεντακόσια δεκάρια φυσέκια ντουφεκιών, πενήντα μπάλας των κανονιών, εννενήντα μπάλες γρανάτες, εικοσιπέντε σακέτα μπάλα μιδραλία, εβδομήντα πέντε κα΄΄ παξιμάδι και πεντακόσια εξήντα οκ΄΄ αλεύρι και υπεσχέθη να μας οικονομίση και άλλα, αν λάβωμεν χρείαν. Και ούτω εκρατήσαμεν την πολιορκίαν πάλιν και εστάθημεν επειδή είμεθα έτοιμοι να σκορπίσωμεν όλοι. Διό δίδεται το παρόν δια να έχη να παρρησιασθή εν καιρώ εις το Γένος δια ταύτην του την δούλευσιν και τον πατριωτισμόν».

Όμως ο καιρός περνά και τα γρόσια αρχίζουν εξανεμίζονται. Τα έξοδα για τη διατήρηση σε διαρκή πολεμική ετοιμότητα ενός καραβιού με 16 κανόνια και 140 ναύτες είναι δυσβάσταχτα. Η κάσα της Καπετάνισσας είναι πια άδεια. Και παρά την πλειάδα εγγράφων και συστατικών επιστολών που έχει για την προσφορά του άνδρα της και της ιδίας στον αγώνα κανείς δεν ενδιαφέρεται για τις ανάγκες του σκάφους της και των πολεμιστών του. Τον Σεπτέμβριο του 1824 η“Καλομοίρα” περνά στα χέρια του Κράτους, καθώς η Δόμνα Βισβίζη αναγκάζεται να την παραχωρήσει. Συγκεκριμένα στα τέλη του 1823 οι Υδραίοι ζητούν από την Δόμνα το πλοίο της για τις ανάγκες του υδραίικου στόλου και χωρίς δεύτερη σκέψη η Δόμνα παραχωρεί την «Καλομοίρα» για να χρησιμοποιηθεί σαν πυρπολικό «μ΄ όλα τ΄ αναγκαία εξοπλισμένον», ενώ τα άλλα πλοία που προσέφεραν για τον ίδιο σκοπό ήταν «γυμνά τε και πάντων υστερημένα πλοία». Το τέλος της «Καλομοίρας», του πλοίου που όργωσε τις θάλασσες και απετέλεσε απρόσιτο φρούριο και φόβος και τρόμος των Τούρκων, ήταν εξίσου ηρωικό και επάξιο της καπετάνισσάς του! Με το πλοίο αυτό το 1924 ο Πιπίνος έκαψε τη Τουρκική φρεγάτα του Χαζνέ Γκεμνισί.

Η υπέροχη αυτή γυναίκα που έδωσε τον άνδρα της, το καράβι της, άδειασε γενναιόδωρα τη γεμάτη χρυσό κασέλα της, αφιέρωσε την ικμάδα της νιότης της αναζητώντας πατρίδα και λευτεριά, παράτησε έρημα σπίτια και ακίνητα στα χέρια του Τούρκου, έμεινε ολομόναχη να συντηρήσει και να αναθρέψει σε ξένο τόπο τα παιδιά της. Την παρακολουθούμε μέσα από έγγραφα που σώθηκαν στα ελληνικά αρχεία – να τριγυρνά από τόπο σε τόπο, την Ερμιόνη, το Ναύπλιο, την Ερμούπολη της Σύρου στερημένη, περιφρονημένη, άστεγη με τα πέντε παιδιά της, να προστρέχει “εις το έλεος της σεβαστής επιτροπής της Ελλάδας” και να ζητά βοήθεια»…
Το 1924 την βρίσκει χωρίς το καράβι της, πάμπτωχη, με τα πέντε ορφανά της «…υστερούμενα και αυτού του επιούσιου…. Μη έχουσα ούτε οίκον, ούτε μίαν πατρίδα, ούτε τα λοιπά αναγκαία» στην αρχή για λίγο στην Ύδρα και τη Σύρα και στη συνέχεια στο Ναύπλιο. Εκεί αναγκάζεται για να επιβιώσει να ζητήσει βοήθεια από τη Διοίκηση με την ελπίδα ότι «δεν θέλει αφήσει εγκαταλελειμμένα και απροστάτευτα τα υπέρ της πατρίδος αποθανόντος πατρός τέκνα, και εξοδεύσασα και όλη του την περιουσία, αλλά θέλει χορηγήσει εις αυτά τα προς το ζην αναγκαία από την πικράν ορφανίαν των και σκληράν δυστυχίαν, δια να παρακινώνται και οι λοιποί ομογενείς εις τον Ιερόν τούτον αγώναν αλύπως, βλέποντες την Διοίκησιν προστάτην των ορφανών και χηρών». Αλλά η Διοίκηση κωφεύει και αδιαφορεί!

Με τον καιρό η κατάσταση χειροτερεύει. Μέσα στο καταχείμωνο του 1826 η Δόμνα βρίσκεται σε απελπιστική κατάσταση. Στο λιμό που είχε προηγηθεί έχασε το ένα από τα πέντε παιδιά της και απελπισμένη γράφει«….Κλαίω, ευσπλαχνίαν δεν ευρίσκω ουδεμίαν. Άχρι και των ουρανών κραυγάζω. Ώτα ανεωγμένα δεν βλέπω! Πως άλλως να εκφράσω τον πόνο μου; Ή με οποίον άλλον τρόπο να κινήσω ανθρώπων σπλάγχνα εις συμπάθειαν»; Αλλά όλα αυτά φωνή βοώντος εν τη ερήμω! Και τα χρόνια περνούσαν αλλά η κατάσταση της Δόμνας δεν διορθωνόταν. Ήταν Αύγουστος του 1829 και η καπετάνισσα άρρωστη βαριά, πήρε την απόφαση να γράψει από το Άργος όπου βρισκόταν στον Κυβερνήτη Καποδίστρια.

«…Γνωρίζω ότι φαίνομαι όχι μόνον οχληρά και βαρετή, αλλά και τολμηρά. Ανάγκη όμως μεγίστη μ΄ αναγκάζει και μάλλον με βιάζει! Κατ΄ ανάγκη λιμού, λιμοκτονίας και άκρας πτωχείας κατήντησα κλινήρης εις τόπον ξένον, μακράν των δυστυχών μου ορφανών και ανηλίκων. Δεν είμαι εις κατάστασιν να επιστρέψω εις αυτά, επειδή έμεινα έρημος και αυτής της εφημέρου τροφής στερούμενη, κινδυνεύομεν να αποθάνομεν από την πείναν! Επί Μάρτυρι Θεώ δεν έχω καν τα αναγκαία μου έξοδα να επιστρέψω προς την ατυχή οικογένειά μου…. Ο πατήρ των ανηλίκων ορφανών μου εθυσίασεν και ζωήν και κατάστασιν υπέρ του έθνους, τα παιδιά του λιμοκτονούν, πεθαίνουν από την πείναν! Το έθνος δεν ευσπλαγχνίζεται; Κινδυνεύουν και εντός ολόγου χάνονται…. Προστρέχω προς την έμφυτον φιλανθρωπίαν σας, θερμώς παρακαλούσα όπως μοι γίνη καν μικρά εξοικονόμησις, ίνα περιθάλψω και δυνηθή ανακουφίσω τα τέκνα μου και προλάβω αυτά πριν, ή εκ της λιμοκτονίας εξοντωθώσι. Της εξοχότητός της δούλη, η δυστυχής χήρα Δόμνα Βισβίζη».

Kαι η βοήθεια κάποια στιγμή ήρθε. Κάποιοι φρόντισαν να βγάλουν για την καπετάνισσα μια μικρή σύνταξη μόλις τριάντα (30) δραχμών το μήνα. Τόσο αξιολόγησαν τη μεγάλη της προσφορά στον αγώνα! Όμως οι 30 αυτές δραχμές το μήνα ήρθαν ν΄ ανακουφίσουν τη φτώχια της Δόμνα στη Μύκονο, όπου έζησε μέχρι το 1832. Μετά έφυγε και πήγε στη Σύρα, όπου έμεινε μέχρι το 1845 για να καταλήξει γερόντισσα, ξεχασμένη απ΄ όλους και πικραμένη και να πεθάνει στον Πειραιά, πάμπτωχη και εγκαταλελειμμένη σε ηλικία 66 ετών! Αυτή ήταν η ανταμοιβή της για την προσφορά και τη θυσία του συζύγους της και της ιδίας στον μεγάλο του γένους αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδας. Όχι βέβαια της δικής της πατρίδας, γιατί η αγαπημένη της Αίνος ουδέποτε ανάσαινε της λευτεριάς αγέρα. Και όπως έλεγε και η ίδια: « ….Η Αίνος, λοιπόν, και συγχωράτε με που όλη ώρα μιλώ για τον τόπο μου, μα έτσι γίνεται σαν αγαπάς κάτι πολύ, και την Αίνο την αγαπώ. Και τη στερήθηκα, όσο λέω πως τώρα, να ήρθεν η ώρα να γυρίσω πίσω, τόσο μου βγαίνουν εμπόδια. Κι είναι και τούτη η πίκρα πως ο τόπος μου μένει πάνω εκεί αλύτρωτος ακόμα..».

Η Δόμνα Βιζβίζη μέσα στην αρρώστια και στη δυστυχία της, δεν σταμάτησε ποτέ να ενδιαφέρεται και για το μέλλον των παιδιών της. Κυρίως όμως για τον πρωτότοκο γιος της, τον Θεμιστοκλής, για τον οποίο ζήτησε μια συστατική επιστολή απ΄ τη Διοίκηση για να τη δώσει στον Γ. Δρακάτο, ο οποίος της υποσχέθηκε ότι θα τον έπαιρνε μαζί του στο Λονδίνο, ύστερα από παράκληση της μητέρας του «…Δια να ωφεληθή και ο παις μου και ωφελήση και την πατρίδα του», όπως του έλεγε. Όταν το 1824 ήλθε στην Ελλάδα, ως απεσταλμένος του Φιλελληνικού Συλλόγου των Παρισίων, ο Γάλλος στρατηγός Ρος, για να πάρει μαζί του μερικά Ελληνόπουλα, τα οποία θα σπούδαζαν με υποτροφία στη Γαλλία, μεταξύ των 10 συνολικά επιλεγέντων, κατά προτίμηση από τους απογόνους των ονομαστών αγωνιστών της Επανάστασης, όπως του Κανάρη, του Γιαννίτση, του Μπότσαρη, του Μπαλάσκα και άλλων, με τη φροντίδα του Γ. Δρακάτου συμπεριλήφθηκε και ο μεγαλύτερος και ομορφότερος γιος του Χατζηαντώνη και της Δόμνας Βισβίζη, ο 12χρονος Θεμιστοκλής, ο οποίος, όταν έφθασε στη Γαλλία, έγινε το αγαπημένο παιδί των φιλελληνικών κύκλων των Παρισίων και έτυχε της ιδιαιτέρας προστασίας της κυρίας Ρεκαμιέ και της επί Ελληνική καταγωγή καυχώμενης δούκισσας Νταμπρεντές, ενώ η Γαλλίδα καλλιτέχνης Αδέλα Ταρντιέ φιλοτέχνησε την προσωπογραφία του, η οποία κυκλοφόρησε τότε σε χιλιάδες δελτάρια σε ολόκληρη τη Γαλλία, ως αντιπροσωπευτική μορφή Ελληνόπουλου. Γνωστά έγιναν από τους Φιλέλληνες στην Ευρώπη κι έτσι μαθεύτηκαν τ΄ όνομά της και το έργο της παντού, τα λόγια του αποχωρισμού προς τον γιό της, όταν έφευγε για το Παρίσι: «Παιδί μου! Πρόκειται να υιοθετηθείς και να ανατραφείς από την γαλλική γενναιοδωρία. Όταν θα μεγαλώσεις, ίσως να μην ζω πια. Στοχάσου τότε, ότι έχεις να εκδικηθείς τον θάνατο του πατέρα σου». Και σαν να το ήξερε η Καπετάνισσα, ο γιος της μετά από λαμπρές σπουδές στο Παρίσι, επέστρεψε στην Ελλάδα και πρόκοψε! Το 1842 διορίσθηκε ακόλουθος στο υπουργείο των Εξωτερικών ενώ το 1845 ανέλαβε την ανώτατη θέση του διοικητή της Νάξου. Την προτομή του στη παραλία της Αλεξανδρούπολης, δίπλα στη προτομή της μάνας του και κάτω από το ηρώο των Βιζβίζιδων, φιλοτέχνησε ο γλύπτης Γιώργος Δημητριάδης ο Αθηναίος (1880-1941).

Η προτομή του Θεμιστοκλή Αντωνίου Βισβίζη στη παραλιακή λεωφόρο της Αλεξανδρούπολης. Φιλοτεχνήθηκε από τον γλύπτη Γιώργο Δημητριάδη τον Αθηναίο (1880 – 1941).

Η ηρωική στάση της , η αντρίκια παλικαριά της, η αγέρωχη αντιμετώπιση της μοίρας στις κρίσιμες στιγμές της ζωής της και του αγώνα, την αναδεικνύουν πρόσωπο πρωταγωνιστικό. Την υψώνουν σε δυσθεώρητα μεγέθη και την κατατάσσουν τουλάχιστον στην ίδια θέση με την Μπουμπουλίνα και την Μαντώ Μαυρογένους. Πέθανε το 1850. Ήταν Αρχόντισσα! Ήταν Καπετάνισσα. Ήταν Ηρωίδα! Ίσως για αυτό και να την παραμμέλησε η Ελληνική Πολιτεία. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι, ” ……οι ήρωες χρειάζονται μόνο την εποχή του πολέμου! Είναι επικίνδυνοι στην εποχή της ειρήνης”!

Βιβλιογραφία:
Σωτηρίας Ι. Αλιμπέρτη
: «Αι Ηρωϊδες τη Ελληνικής Επαναστάσεως», έκδοση Στ. Ταρουσόπουλου, Αθήνα 1933.
Μανώλη Τασούλα: «Δόμνα Βισβίζη. Τα έδωσε όλα αλλά η πατρίδας την ξέχασε», Ελευθεροτυπία 2 Μαϊου 1989.
Γκέρτσου – Σαρρή Άννα: «Μ΄ ενάντιους ανέμους», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ 1996.
Ευθυμιάδης Απόστολος: «Η Συμβολή της Θράκης εις τους απελευθερωτικούς αγώνας του Έθνους», Αλεξανδρούπολη 2005.
«Τα Νίτικα»: Περιοδική έκδοση του Συλλόγου «Ελληνομουσείον Αίνου», Αλεξανδρούπολη (τεύχος 2 – 2006).
Θρακικά, τόμος Γ΄ παράρτημα, τόμος 27ος, τόμος 2ος.

Από: http://ordoumpozanis-teo.blogspot.com/2011/07/blog-post_27.html

http://www.athriskos.gr/?p=7405

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Δόμνα Βιζβίζη. Η Θρακιώτισσα Ηρωίδα που την ξέχασε το Ελληνικό κράτος"
Related Posts with Thumbnails