Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2016

ΗΘΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ


      ΗΘΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

 Οι Ρωμαίοι ευθαρσώς έλεγαν ότι:
<<Καταλάβαμε καθαρά και έγκαιρα πως καθυποτάσσοντας ξένους λαούς αναλαμβάνουμε μιαν ευθύνη για την ευημερία τους.
Τούτη η συνείδηση της ευθύνης διακρίνει τους βαρβάρους κατακτητές από τους κοσμοκράτορες.
Μονάχα ο Mέγας Αλέξανδρος είχε την συνείδηση τούτης της ευθύνης.
Ευτυχώς για την δόξα της Ρώμης , πέθανε νέος , γιατί αλλιώς θα ήτανε οι Έλληνες σήμερα οι άρχοντες του κόσμου.>>
Περιδιαβαίνοντας τα κεφάλαια της ιστορίας των Ελλήνων διαπιστώνει κανείς ότι ο Έλληνας είναι εγωιστής το άτομό του είναι «πάντων χρημάτων μέτρον» κατά το ρητό του Πρωταγόρα.
Αδέσμευτο , αυθαίρετο και ατίθασο , αλλά και αληθινά ελεύθερο , ορθώνεται το «εγώ» των Ελλήνων.
Χάρις σε αυτό σκεφτήκανε πηγαία, πρώτοι αυτοί , όσα οι άλλοι αναγκάζονται σήμερα να σκεφθούν σύμφωνα με την σκέψη τους.
Χάρις σε αυτό βλέπουμε με τα μάτια τους και όχι με τα μάτια εκείνων που είδαν πριν από αυτούς.
Χάρις σε αυτό η σχέση τους με το σύμπαν , με τα πράγματα και τους ανθρώπους δεν μπαγιατεύει , αλλά είναι πάντα νέα , δροσερή και το κάθε τι , χάρις σε αυτό το «εγώ» αντιχτυπάει σαν πρωτοφανέρωτο στην ψυχή τους.
Είναι όμως και του καλού και του κακού πηγή τούτο το χάρισμα.
Το ίδιο «εγώ» που οικοδομεί τα ιδανικά πολιτικά συστήματα, αυτό διαλύει και τις πραγματικές πολιτείες των ανθρώπων.
Και ήρθανε καιροί όπου ο ελληνικός εγωισμός ξέχασε την τέχνη που οικοδομεί τους ιδανικούς κόσμους, αλλά δεν ξέχασε την τέχνη που γκρεμίζει τις πραγματικές πολιτείες.
Το ελληνικό άτομο περιφρονεί τον νόμο.
Δεν παραδέχεται άλλη κρίση δικαίου παρά την ατομική του , που δυστυχώς στηρίζεται σε ατομικά κριτήρια.
Είναι να απορεί κανείς πως η πατρίδα των πιο μεγάλων νομοθετών , έχει τόση λίγη πίστη στον νόμο.
Και όμως από τέτοιες αντιθέσεις πλέκεται η ψυχή των ανθρώπων και η πορεία της ζωής τους.
Σπάνια οι Έλληνες πείθονται «τοις κείνων ρήμασι».
Πείθονται μόνο στα ρήματα τα δικά τους και ή αλλάζουν τους νόμους κάθε λίγο ανάλογα με τα κέφια της στιγμής , η όταν δεν μπορούν να τους αλλάξουν , τους αντιμετωπίζουν σαν εχθρικές δυνάμεις και τότε μεταχειρίζονται εναντίον τους ή τη βία ή τον δόλο.
Α! πόσο την χαίρεται ο Έλληνας την εύστροφη καταδολίευσή τους , τους σοφιστικούς διαλογισμούς που μεταβάλλουν τους νόμους σε ράκη!
Ο Έλληνας έχει αδύνατη μνήμη , έχει λιγότερη συνέχεια στον πολιτικό του βίο.
Είναι ανυπόμονος και κάθε τόσο , μόλις δυσκολέψουν λίγο τα πράγματα, αποφασίζει ριζικές μεταρρυθμίσεις.
Αν θέλει κάποιος να σαγηνεύσει τους Έλληνες αρκεί να τους πει ;
«Σας υπόσχομαι αλλαγή» , «Θα θεσπίσω νέους νόμους»
Αυτό αρκεί.
Με αυτό χορταίνει η ανυπομονησία τους , το αψίκορο πάθος τους.
Μέσα στους πιο πολλούς Έλληνες , άμα σκάψει κάποιος λίγο , θα βρει ένα ισχνό υπερόπτη Κοριολανό , έναν άσημο εκδικητικό Αλκιβιάδη , ένα εγώ μεγαλύτερο από την πατρίδα.
Όχι βέβαια σε όλους , αλλιώς δεν θα υπήρχε σαν λαός σήμερα .
Οι Έλληνες λίγα πράγματα σέβονται και σπάνια όλοι τους τα ίδια.
Για να κρίνουν αν ένας νόμος είναι δίκαιος , θα τον μετρήσουν με το μέτρο της προσωπικής τους περίπτωσης ακόμα κι όταν υπεύθυνα τον κρίνουν στα δικαστήρια.
Ο Έλληνας ζητεί από τον νόμο δικαιοσύνη για την δική του προσωπική περίπτωση.
Εάν τύχει και ο νόμος , δίκαιος στην ολότητά του και δεν ταιριάζει σε λίγες περιπτώσεις όπως η δική του , δεν μπορεί αυτό να το παραδεχτεί.
Και εν τούτοις 2.500 χρόνια τώρα το διακήρυξε ο μεγάλος Πλάτων , πως τέτοια είναι η μοίρα και η φύση των νόμων , πως άλλο νόμος και άλλο δικαιοσύνη.
Το διακήρυξε αυτό και ο Αριστοτέλης , διαχωρίζοντας το δίκαιο από το επιεικές.
Δεν δέχεται να θυσιάσει την δική του περίπτωση , το δικό του εγώ σε έναν νόμο σκόπιμο και δίκαιο στην γενικότητά του.
Του αρέσει να δίνει στον ασθενέστερο , στον αβοήθητο.
Είναι κι αυτό ένας τρόπος υπεροχής….
Δεν χάνει τον καιρό του σε επαίνους ο Έλληνας.
Δεν χαίρεται τον έπαινο.
Χαίρεται όμως τον ψόγο και γι αυτόν πάντα βρίσκει καιρό.
Για την κατανόηση , την αληθινή, αυτήν που βγαίνει από την συμπάθεια δεν θέλει τίποτε να θυσιάσει.
Το κίνητρο της δικαιοσύνης δεν τον κινεί για να επαινέσει ότι αξίζει τον έπαινο.
Όχι πως δεν θα ήθελε να είναι δίκαιος , αλλά δεν αντιλαμβάνεται καν την αδικία που κάνει στον άλλο.
Θαυμάζει ότι είναι ο δικός του κόσμος.
Κάθε άλλον τον υποτιμά !
Όταν ένας πολίτης άξιος , δεν αναγνωρίζεται κατά την αξία του , λέει ο Έλληνας: αφού δεν αναγνωρίζομαι εγώ ο αξιώτερός του , τι πειράζει αν και αυτός δεν αναγνωρίζεται;
Ο εγωκεντρισμός αφαιρεί από τον Έλληνα την δυνατότητα να είναι δίκαιος.
Μόνον όταν δημιουργηθούν συμφέροντα που συμβαίνει να είναι κοινά σε πολλά άτομα μαζί , βλέπεις την συναδέλφωση και την αλληλεγγύη.
Στον κάθε Έλληνα τα ιδανικά είναι ατομικά.
Γι αυτό οι πολιτικές του φατρίες είναι φατρίες συμφερόντων, και το ιδανικό του κάθε ηγέτη είναι ο εαυτός του.
Κινούμενος από την ίδια εγωπάθεια , την ρίζα αυτή του κάθε ελληνικού κακού , ο Έλληνας δεν συγχωρεί στον συμπολίτη του καμία προκοπή.
Όποιον τον ξεπεράσει , ο Έλληνας τον φθονεί με πάθος και αν είναι στο χέρι του να τον γκρεμίσει από εκεί που ανέβηκε θα το κάνει.
Μα το πιο σημαντικό , για να καταλάβουμε τον Έλληνα , είναι να σπουδάσει κανείς τον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνει τον φθόνο του, τον τρόπο που εφηύρε για να γκρεμίζει καλύτερα.
Είναι ένας τρόπος κομψός.
Δεν του αρέσει η χοντροκομμένη δολοφονία στους διαδρόμους, αλλά η λεπτοκαμωμένη συκοφαντία, ένα είδος αναίμακτου , ηθικού φόνου, ενός φόνου διακριτικότερου και εντελέστερου, που αφήνει του δολοφονημένου την σάρκα σχεδόν ανέπαφη , να περιφέρει την ατίμωση και την γύμνια της στους δρόμους και στις πλατείες.
Γιατί και την συκοφαντία, την έχουνε αναγάγει σε τέχνη οι θαυμάσιοι, και φιλότεχνοι Έλληνες , οι πρώτοι δημιουργοί του καλού και του κακού λόγου.
Το να επινοήσεις ένα ψέμα για κάποιον και να το διαλαλήσεις , αυτό είναι κοινότυπο και άτεχνο.
Σε πιάνει ο άλλος από το αυτί και σε αποδείχνει εύκολα συκοφάντη και σε εξευτελίζει.
Η τέχνη είναι να συκοφαντείς χωρίς να ενσωματώνεις πουθενά ολόκληρη την συκοφαντία, μόνο να την αφήνεις να την συνάγουν οι άλλοι από τα συμφραζόμενα και έτσι ασυνείδητα να υποβάλλεται σε όποιον την ακούει.
Η τέχνη είναι να βρίσκεις τον διφορούμενο λόγο , που άμα σε ρωτήσουν γιατί τον είπες , να μπορείς να πεις πως τον είπες με την καλή σημασία, και πάλι εκείνος που τον ακούει να αισθάνεται πως πρέπει να τον εννοήσει με την κακή του σημασία.
Αυτό είναι το αγχέμαχο όπλο με το οποίο πολεμάει ο Έλληνας τον Έλληνα , ο ηγέτης τον ηγέτη , ο φιλόσοφος τον φιλόσοφο , ο ποιητής τον ποιητή αλλά και ο ανάξιος τον άξιο , ο ουσιαστικά αδύνατος τον ουσιαστικά δυνατό.
Θα απορήσει κανείς σε τι κοινωνική περιωπή βάζουν οι Έλληνες τους δεξιοτέχνες της συκοφαντίας!!
Απλά τους φοβούνται οι πολλοί και οι καλοί , και τους υπολήπτονται οι χρησμοθήρες.
Το ανυπότακτο σε κάθε πειθαρχία , η περιφρόνηση των άλλων και ο φθόνος , η αρρωστημένη διόγκωση της ατομικότητας σπρώχνουν σχεδόν τον Έλληνα να θεωρεί τον εαυτό του πρώτο ανάμεσα στους άλλους.
Αδιαφορώντας για όλους και για όλα , παραβλέποντας ότι γίνηκε πριν και ότι γίνεται γύρω του, αρχίζει κάθε φορά από την αρχή και δεν αμφιβάλλει πως πορεύεται πρώτος τον δρόμο το σωστό.
Ταλαιπωρεί από αιώνες την Ελληνική ζωή η υπέρμετρη εμπιστοσύνη του Έλληνα στην προσωπική του γνώμη και στις προσωπικές του δυνατότητες.
Παρά να υποβάλει τη σκέψη του στην βάσανο μιας ομαδικής συζήτησης , προτιμάει να ριψοκινδυνεύει με μόνες τις προσωπικές του δυνάμεις.
Αν προσέξουμε τις συσκέψεις των ηγετών των πολιτικών ομάδων τους με τους δήθεν συνεργάτες τους θα δούμε ότι οι περισσότερες είναι προσχήματα.
Ο ηγέτης λέει την γνώμη του , βελτιώνει την διατύπωσή της με τις πολλές επαναλήψεις , χωρίς ούτε να περιμένει , ούτε να θέλει καμία αντιγνωμία.
Και οι συνεργάτες του το ξέρουν καλά αυτό και πάνε σε αυτές τις συσκέψεις ή για να μάθουν τα νέα της ημέρας ή για να βρουν ευκαιρία να κολακέψουν τον ηγέτη.
Το αποτέλεσμα είναι ότι ο Έλληνας πολιτικός ανακυκλώνεται μόνος του μέσα στις δικές του σκέψεις , γιατί πιστεύει πως αυτές αρκούν για το έργο του , ή το χειρότερο γιατί η χρησιμοποίηση και των άλλων στην εκτέλεσή του , θα περιόριζε την κυριότητά του επάνω στο έργο , θα το έκανε περισσότερο τέλειο , αλλά λιγότερο δικό του , και εκείνο που προέχει για τον Έλληνα δεν είναι το πρώτο , αλλά το δεύτερο.
Έτσι σε πρώτη μοίρα έρχεται η τιμή του και σε δεύτερη η αξία του έργου.
Αυτή είναι η αδυναμία του πολιτικού ήθους που παρατηρεί κανείς στους Έλληνες δημόσιους άνδρες.
Η αρετή της μετριοφροσύνης απουσίαζε και απουσιάζει πάντα από την ελληνική πολιτική ζωή.
Αυτή η μοιραία για την τύχη των Ελλήνων εγωπάθεια φέρνει και ένα άλλο χειρότερο δεινό :
Όπου βασιλεύει , τα έργα σχεδιάζονται πάντα μέσα στα στενά όρια της ατομικότητας, σύντομα και βιαστικά, για να συντελεστούν όλα , πριν το πρόσωπο εκλείψει.
Η πολιτική όμως που θεμελιώνει τα μεγάλα έθνη ΔΕΝ σηκώνει ούτε βιασύνη , ούτε συντομία.
Σχεδιάζεται σε έκταση αιώνων.
ΔΕΝ προσδένεται σε άτομα, αλλά σε ομάδες προσώπων , σε διαδοχικές γενιές.
Στην εκτύλιξή της εξαφανίζεται το εφήμερο άτομο και παίρνουν την πρώτη θέση , διαρκέστερες υποστάσεις , λαοί , οικογένειες ,πολιτικές μερίδες , η κοινωνικές τάξεις.
Τα εδραία πολιτικά έργα μέσα στην ιστορία είναι υπέρ προσωπικά .
Και δυστυχώς, οι Έλληνες μόνο σε προσωπικά έργα επιδίδονται με ζήλο.
Γι αυτό ή δεν φτάνουν ως την τελείωση ενός άξιου πολιτικού έργου , ή όταν φτάσουν φέρνει μέσα του το έργο του το ίδιο το σπέρμα της φθοράς.
Και αυτό είναι δίκαιο.
Γιατί σκοπός των Ελλήνων είναι η πρόσκαιρη λάμψη του πρόσκαιρου ατόμου , όχι η μόνιμη απρόσωπη ευόδωση του ιδίου του έργου.
Έπρεπε εξαιρετικά ευνοϊκές περιστάσεις να συντρέξουν με την μεγαλοφυΐα του Μεγάλου Αλέξανδρου του Μακεδόνα για να αποκτήσουν για λίγα χρόνια οι Έλληνες μια κυρίαρχη πολιτική θέση στην οικουμένη.
Αλλά και εκεί το έργο , στηριγμένο σε ένα πρόσωπο , όχι σε μιαν κοινότητα ανθρώπων , ούτε σε μία πολύχρονη παράδοση , μόλις εξαφανίστηκε ο δημιουργός του , διαλύθηκε μέσα σε χέρια των ιδίων εκείνων ανθρώπων που όταν ο Αλέξανδρος ζούσε , στάθηκαν οι απαραίτητοι συντελεστές του.
Αλλά το έργο, το διαπιστώνει εύκολα κανείς, δεν ήταν δικό τους!
Δεν τους είχε κάνει ο αυταρχικός ηγέτης κοινωνούς στην τιμή του έργου , αλλά θήτες του γιγάντιου εγωισμού του.
Με αυτά και αυτά δεν θέλω να πω ότι λείπει η πολιτική σκέψη από την Ελλάδα.
Απεναντίας πιστεύω πως αφθονεί, περισσότερο μάλιστα απ’ όσο φαντάζεται όποιος βλέπει τα πράγματα από έξω.
Μόνο που δεν μας είναι αισθητή η παρουσία της , γιατί οι άνδρες που την κατέχουν φθείρονται ο ένας από τον άλλον σε μιαν αδιάκοπη πεισματική και το πιο συχνά , μάταιη σύγκρουση.
Εάν λείπει κάτι των Ελλήνων πολιτικών, δεν είναι ούτε η δύναμη της σκέψης , ούτε η αγωνιστική διάθεση.
Στο χαρακτήρα , στο ήθος φωλιάζει η αρρώστια.
Φωλιάζει στην άρνησή τους να δεχθούν να εξαφανίσουν το άτομό τους για την ευόδωση ενός ομαδικού έργου.
Δεν κρίνουν ποτέ με δικαιοσύνη το συναγωνιστή τους και γι αυτό δεν υποτάσσονται ποτέ στην υπεροχή του.
Δεν έχουν την υπομονή μέσα στον κύκλο των ισοτίμων , να περιμένουν με την τάξη του κλήρου η της ηλικίας την σειρά τους.
Ξεχνούν το όταν ψάχνεις να βρεις τι είναι σωστό συμβιβάζεσαι και συμβαδίζεις με την ηθική του κόσμου.

Όταν επιδιώκεις το ωφέλιμο εκμαιεύεις το ήθος από την ψυχή σου.
Έτσι διασπαθίζοντας την δύναμη και τις αρετές του κατάντησε ο λαός με την υψηλότερη και πλουσιότερη στην θεωρία πολιτική σκέψη, να μείνει τόσο πίσω στις πρακτικές πολιτικές του επιδόσεις.
Τα δεινά , όσα υπέφεραν ως τα σήμερα οι Έλληνες , και όσα θα υποφέρουν στο μέλλον , μία έχουν κύρια και πρώτη πηγή :
την φιλοπρωτία , την νόμιμη θυγατέρα του τρομερού τους εγωισμού.
Μάταια ξεχώρισε ο μεγάλος Αριστοτέλης την «δημοκρατία» (Σ.Μ. οχλοκρατία) από την «πολιτεία» (Σ.Μ. ορθή δημοκρατία).
Η θέλησή των Ελλήνων για ισότητα , άμα την αναλύσει κανείς , θα δει ότι δεν απορρέει από την αγάπη της δικαιοσύνης , αλλά από τον φθόνο της υπέρτερης αξίας.
«Μια που εγώ , λέει ο Έλληνας, δεν είμαι άξιος να ανέβω ψηλότερα από σένα τότε τουλάχιστον και εσύ να μην ανέβεις από μένα ψηλότερα.
Συμβιβάζομαι με την ισότητα».
Συμβιβάζεται με την ισότητα ο Έλληνας , γιατί τι άλλο είναι παρά συμβιβασμός να πιστεύεις ανομολόγητα πως αξίζεις την πρώτη θέση και να δέχεσαι μία ίση με των άλλων !
Μέσα του λοιπόν δεν αδικεί τόσο ο Έλληνας , όσο πλανάται.
Γεννήθηκε με την ψευδαίσθηση της υπεροχής .
Και ύστερα θα συναντήσει κανείς και μεταξύ των Ελλήνων την άλλη ψευδαίσθηση που τους κάνει να υπερτιμούν την μία αρετή που έχουν και να υποτιμούν τις άλλες που τους λείπουν.
Έχω δει δειλούς που φαντάζονταν πως μπορούν να ξεπεράσουν όλους μονάχα με την εξυπνάδα τους και ανδρείους που πίστευαν πως φτάνει για να ξεπεράσουν όλους η ανδρεία τους.
Είδα έξυπνους που φαντάζονταν ότι δεν χρειάζεται για να γίνουν πρώτοι , ούτε η επιστήμη , ούτε η αρετή.
Είδα κάτι σοφούς που ήθελαν να σταθούν επάνω από τους έξυπνους και από τους ανδρείους με μόνη την επιστήμη και την σοφία.
Πόσο αλήθεια άμαθοι της ζωής μπορεί να είναι αυτοί οι αφεντάδες της γνώσης!
Και έχω δει τέλος και κάτι ενάρετους , που δεν το χώνευαν να μην είναι πρώτοι στη κοινωνική ζωή , αφού ήταν πρώτοι στην αρετή.
Και βέβαια δεν στασίαζαν όπως οι βάναυσοι και οι κακοί , αλλά αποσύρονταν σιωπηλοί και απογοητευμένοι, αφήνοντας την διοίκηση της χώρας στα χέρια των δημαγωγών και των συκοφαντών , ή δηλητηρίαζαν την ίδια τους την αρετή και τους ωραίους της λόγους με την πίκρα της αποτυχίας των , σαν οι ηγεσίες των πολιτικών ομάδων να μην ήταν μοιραία υποταγμένες στις ιδιοτροπίες της τύχης και του χρόνου και σε λογής άλλους συνδυασμούς δυνάμεων που συνεχώς τις απομακρύνουν από την ιδεατή τους μορφή και τις παραδίνουν στα χέρια των ανάξιων η των μέτριων.
Τέτοια είναι τα πάθη και οι αδυναμίες που φθείρουν τους ηγέτες μας.
Όσο για τους οπαδούς των ηγετών αυτών, έχουν και αυτοί την ιδιοτυπία τους στον μακάριο αυτό τόπο που λέγεται ΕΛΛΑΣ.
Είναι οπαδοί, πραγματικοί οπαδοί , μόνο όσοι έχασαν οριστικά την ελπίδα να γίνουν και αυτοί ηγέτες.
Ελάχιστοι είναι οι οπαδοί από πίστη ιδεολογική η από πίστη στον ηγέτη.
Οι πολλοί είναι πειθαναγκασμένοι από τα πράγματα , γιατί ατύχησαν , γιατί βαρέθηκαν η λιγοψύχησαν.
Γι αυτό είναι και όλοι προσωρινοί , άπιστοι , ενεδρεύοντες οπαδοί.
Μα και αυτοί που μένουν και όσο μένουν οπαδοί , προσπαθούν συνεχώς να αναποδογυρίσουν την τάξη της ηγεσίας και να διευθύνουν αυτοί από το παρασκήνιο τον ηγέτη.
Γι αυτό και βλέπει κανείς τόσο συχνά να είναι περιζήτητοι οι μέτριοι ηγέτες που προσφέρονται ευκολότερα στην παρασκηνιακή ηγεσία των οπαδών τους.
Σε πολλές περιπτώσεις δεν έχει σημασία να ξέρει κανείς ποιος είναι ο ονομαστικός ηγέτης μιας πολιτικής ομάδας αλλά ποιοι εκ του αφανούς τον διευθύνουν.
Βλέπουμε λοιπόν ότι είναι μερικοί άνθρωποι που δεν είναι προικισμένοι με τα χαρίσματα με τα οποία αποκτά κανείς τα φαινόμενα της ηγεσίας αλλά μόνο με εκείνα που χρειάζονται για την ουσία της , δηλαδή για την άσκηση της εξουσίας .
Είναι αναγκασμένοι λοιπόν οι τέτοιοι να περιορίζονται στον ρόλο του υποβολέα και να αφήσουν τους άλλους που κατέχουν τα φαινόμενα να χαριεντίζονται επάνω στην σκηνή.
Όμως θα έλεγα να μην παραπονιόμαστε τόσο πολύ για την Ελληνική εγωπάθεια γιατί έχει και την εξαίσια πλευρά της η υπερτροφία αυτή της προσωπικότητας.
Έχει την πλευρά την δημιουργική , στην φιλοσοφία , στην ποίηση , στις τέχνες , στις επιστήμες , ακόμη και στο εμπόριο και στον πόλεμο.
Από αυτήν αναβλύζει όλη η δόξα των Ελλήνων.
Φοβάμαι μονάχα πως φτάσαμε στον καιρό , που η φωτεινή πλευρά της προσωπικότητάς των ΕΛΛΗΝΩΝ πηγαίνει όλο μικραίνοντας και αντίθετα η σκοτεινή όλο και αυξάνει , και δεν ξέρω , δεν μπορώ να ξέρω αν αυτός ο κατήφορος μπορεί ποτέ πια να σταματήσει!!!!!!
Ο εγωισμός δεν κάνει τους Έλληνες μόνο κακούς πολίτες ,τους κάνει και καλούς στρατιώτες στον πόλεμο.
Έχουνε αιώνων τρόπαια που μέσα στην μνήμη τους γίνονται σαν νόμοι άγραφοι και επιβάλλουν την περιφρόνηση της κακουχίας και του κινδύνου.
Να μην συγχέουμε την παρακμή της Ελλάδας σήμερα ,που έχει κατά κύριο λόγο τις εμφύλιες έριδες , με την ατομική γενναιότητα καθώς και την πολεμική δεξιοτεχνία των Ελλήνων .
Δεν είναι μόνο στον πόλεμο ο Έλληνας γενναίος και άξιος μαχητής , αλλά και στην ειρήνη.
Ακριβώς γιατί η γενναιότητά του δεν είναι συλλογική , σαν των περισσοτέρων λαών , αλλά ατομική , γι αυτό δεν φοβάται , και εκεί που βρίσκεται μόνος του , να ριψοκινδυνεύσει, στην ξενιτιά , στο παράτολμο ταξίδι , στην εξερεύνηση του αγνώστου.
Γι αυτό και τόλμησε τέτοια που οι άλλοι δεν θα τολμούσαν ποτέ.
Αναρωτιέται κανείς γιατί τα τολμάει αυτά τα παράτολμα ο Έλληνας;
Επειδή είναι γενναίος ο Έλληνας , είναι και παίκτης.
Παίζει την περιουσία του, την ζωή του και κάποτε την τιμή του.
Γεννήθηκε για να σκέπτεται μόνος , για να δρα μόνος , για να μάχεται μόνος και γι αυτό δεν φοβάται την μοναξιά.
Οι Έλληνες δεν δέχονται , όσο αφήνεται η φύση τους ελεύθερη , να μοιραστούν τίποτε με κανέναν.
Μπορεί οι Έλληνες να είναι υπερόπτες αλλά είναι και φιλότιμοι!
Μπορεί να είναι γκρεμισμένοι κοσμοκράτορες, αλλά ποτέ όμως τόσο χαμηλά πεσμένοι ώστε να ξεχάσουν τι ήταν κάποτε !
Η πολυσύνθετη ψυχή τους χωράει κάθε λογής αντιφάσεις.
Δεν πρέπει ποτέ να δώσεις την εντύπωση στον Έλληνα ότι του αφαίρεσες την ελευθερία του.
Άφησε τον , όσο μπορείς, να ταράζεται, να θορυβεί , και να ικανοποιεί την πολιτική του μανία.
Παρ’ όλα αυτά ακόμη και σήμερα οι Έλληνες διατηρούν τα ίχνη μερικών αρετών που μοιάζουν με την χόβολη μίας μεγάλης πυρράς.
Μελετητές της ψυχής των ατόμων και του όχλου , θα δεις τους Έλληνες να εκτελούν μερικούς θαυμάσιους ελιγμούς , να χαράζουν πολιτικά σχέδια περίλαμπρα , με μια ευκινησία στην σκέψη και μια γοργότητα στις αντιδράσεις που κανείς άλλος λαός δεν έφτασε.
Μόνο που ύστερα θα μελαγχολήσει κανείς βλέποντας πως είναι πια ασήμαντοι οι σκοποί για τους οποίους ξοδεύονται αυτά τα εξαίσια χαρίσματα.
Καθώς οι Έλληνες τρέφονται από την οπτασία των περασμένων τους μεγαλείων και δεν μπορούν να συμμορφωθούν με τις σημερινές τους διαστάσεις, ταλαιπωρούν πολύ κόσμο με την αξίωσή τους να μην επεμβαίνουν στη ζωή και τα αυτοτροφοδοτούμενα προβλήματα τους.

Επιμέλεια παρουσίασης : Γιώργος Χαβαλές


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΗΘΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ"

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2016

Η ΕΛΠΙΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΘΛΙΒΕΡΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ!!!

        Η ΕΛΠΙΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΘΛΙΒΕΡΕΣ  
                ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ!!!
                                

Θεσμικά η Ελλάδα έχει Δημοκρατία είναι κράτος κυρίαρχο και έθνος ενωμένο είναι και γένος ιστορικά αδιαμφισβήτητο.

Αυτά που σας λέω μπορεί να σας φαίνονται αφελή και κοινότυπα αλλά όταν χρειάστηκε στο παρελθόν να αποδειχτούν στην πράξη τότε πέρα από κάποιες σχολαστικές θεωρήσεις οι Έλληνες απέδειξαν μέσα από την ουτοπία ή ακόμα και την αυθυποβολή την πίστη τους να συνεχίσουν να υπάρχουν.

Βέβαια σήμερα η εικόνα που παρουσιάζει γενικά η πατρίδα μας ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΕΙΚΩΣ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ!!!

Συμφωνώ ότι μόνο με διαπιστώσεις τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο!!!!

Οι Έλληνες πολίτες μπορεί να έχουν ένα μεγάλο μερίδιο ευθύνης για αυτή την κατάσταση αλλά να μου επιτρέψετε να πω ότι εν δυνάμει παραπλανήθηκαν και προδόθηκαν για πολλοστή φορά από τους ελληνόφωνους πολιτικούς που ο λαός τους δίνει το δικαίωμα να κυβερνήσουν τον τόπο μέσα από δυο βασικές προϋποθέσεις: 

Να κάνουν χρηστή και σωστή διαχείριση των οικονομικών πόρων και 
• Nα προβλέπουν τις εξελίξεις μετά από τις όποιες πολιτικές επιλογές που αποφασίζουν να εφαρμόσουν.

Όμως κανένας πολιτικός κυρίως μετά το 1974 δεν στάθηκε στο ύψος αυτών των περιστάσεων!!

Όλοι εξασφάλιζαν το προσωπικό πολιτικό και οικονομικό συμφέρον τους δημιουργώντας οικογενειοκρατίες αυτοκρατορικού τύπου.

Και ασφαλώς όλες οι λανθασμένες επιλογές τους δεν είχαν καμία ποινική χροιά παρά μονό ανώδυνες πολιτικές ευθύνες!!

Το να προβληθεί και να ανέλθει στα ψηλά πατώματα της πολιτικής σκηνής ένας απλός ταλαντούχος Έλληνας πατριώτης ακόμα και σήμερα θεωρείται αντικανονικό μαρκάρισμα και αποβάλλεται από το πολιτικό προσκήνιο.

Σήμερα όλοι αυτοί οι <<ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ>> γύπες πολιτικοί που εξακολουθούν να βρίσκονται στα πολιτικά ΔΡΩΜΕΝΑ πρέπει να πάνε (ίσως όχι όλοι) αν όχι φυλακή τουλάχιστον στα σπίτια τους.

Έχουν κάνει και συνεχίζουν να κάνουν μεγάλο κακό στον τόπο μας.

Μαζί με την αλλαγή στην νοοτροπία μας για να αναγεννηθεί η Ελλάδα χρειάζεται και μια καινούργια αρχή αλλά από λευκό χαρτί!!!

Δυστυχώς έτσι όπως έχει δεθεί χειροπόδαρα η Οικονομία μας από τους ΔΑΝΕΙΣΤΕΣ/ΔΥΝΑΣΤΕΣ με την ανοχή και την σύμφωνη γνώμη των πολιτικών ολετήρων της τελευταίας πενταετίας η ανατολή για ένα νέο και ελπιδοφόρα ξεκίνημα αργεί πολύ, πάρα πολύ......................

Έρχονται για μία ακόμα φορά δύσκολοι καιροί και σκοτεινοί χρόνοι για την αγαπημένη μας πατρίδα.

Ωστόσο όπως έλεγαν προφητικά οι αρχαίοι Έλληνες διδάσκαλοι """ΕΣΣΕΤΑΙ ΗΜΑΡ ΙΝ ΑΜΑΤΑ ΠΑΝΤΑ¨¨ όπου το Απολλώνιο φως θα λάμψει και πάλι και θα φωτίσει τους Έλληνες να συνεχίσουν προς την πορεία του Ορθού Λόγου!!

Έγραψε : ο Γιώργος Χαβαλές



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η ΕΛΠΙΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΘΛΙΒΕΡΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ!!! "

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2016

ΑΙΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΊΩΝΕΣ - ΕΛΛΗΝΕΣ ΓΡΑΚΟΙ

Οι Ίωνες μάλλον προέρχονται κυρίως από Αιολικά φύλα, όπως του Νηλέα της Πύλου, αδελφού του Αίσονα και του Ποσειδώνος Πελία, θείου του Ιάσονα, από την Αιολική Ιωλκό της Θεσσαλίας.-----
Ακούμε πολλούς ξένους, στη γλώσσα τους ν' αναφέρονται στην Ελλάδα πότε ως Γραικία και πότε ως Γιουνανιστάν. Η Ελλάς ως Ελλάς ή Hellas δεν φαίνεται να είναι πουθενά η πρωταρχική λέξη που να δείχνει στην Ελλάδα στις γλώσσες των Ξένων. Στα λεξικά τους αναφέρουν ότι Hellas είναι η λέξις των Γραικών για την Γραικία. Στην παραδεκτή μετάφραση αυτό γίνεται "η λέξις των Ελλήνων για την Ελλάδα". Αυτή η μετάφραση όμως εμπεριέχει ανακριβείς μετατροπές που εξισώνουν τον Γραικό με τον Έλληνα, δύο διαφορετικά πρόσωπα.
Οι περισσότερες χώρες έχουν ονομασία χωρίς μετάφραση. Η περίπτωση της Ελλάδος (όπου κανένας ξένος δεν την ξέρει στη δική του γλώσσα με την λέξη Ελλάδα) δημιουργεί απορίες καθώς οι ρίζες των δύο λέξεων: Γραικία και Γιουνάν επίσης δημιουργούν ερωτηματικά όσον αφορά τη σύνδεση αυτών με την Ελλάδα.
Γραικός: (μυθ.) επώνυμος ήρωας των Γραικών, γιος του Δία και της Πανδώρας.
Γραικοί: όνομα των Ελλήνων, αβέβαιης ετυμολογίας, που καθιερώθηκε από τους Ρωμαίους και γενικεύθηκε στις νεότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Η αρχαία περιοχή Γραία, κοντά στον Ωρωπό, όπως αυτή αναφέρεται στο δεύτερο μέρος της ραψωδίας Β' στην Ιλιάδα του Ομήρου, αυτή που ονομάζουμε ραψωδία των πλοίων, ενδέχεται να είναι η ρίζα της ονομασίας των Γραικών.
Γραικύλος: Έλληνας ανάξιος του ονόματος.
Γραικυλισμός: (ο) ουσ. (υβριστ.) συμπεριφορά που προσιδιάζει σε γραικύλο, έλλειψη εθνικής αξιοπρέπειας.
Στον Δυτικό Κόσμο την Ελλάδα και τους Έλληνες, οι Ξένοι ονομάζουν Γραικία και Γραικούς. Εκτός από τον γιο του με την Πανδώρα τον Γραικό, ο Δίας είχε και πολλούς άλλους γιους, όπως π.χ. τον Αιακό τον πατέρα του Τελαμώνα, (παππού του Αίαντα του Μεγάλου από την Σαλαμίνα) και τον Πηλέα, πατέρα του Αχιλλέα, τους περισσότερους Θεούς, πολλούς ημίθεους κι αρίθμητους άλλους. Στον Ανατολικό Κόσμο αντίστοιχες ονομασίες των Ελλήνων και της Ελλάδος είναι Γιουνάν και Γιουνανιστάν που θεωρούμε ότι προέρχονται από την ρίζα για Ίωνες και Ιωνία.
Έλληνες, Γραικοί και Γραικύλοι
Εμείς θεωρούμε εαυτούς παιδιά του Δευκαλίωνος Έλληνα και ονομαζόμαστε Έλληνες, οι Δυτικοί όμως μας ονομάζουν Γραικούς και όσοι θεωρούν τιμή τους να 'ναι Έλληνες, διαχωρίζουν τους άλλους Γραικούς που δεν τους ενδιαφέρει να 'ναι Έλληνες, ως Γραικύλους. Ο Γραικός δεν ήταν παιδί του Έλληνα. Ο πατέρας του Γραικού: ο Δίας, δεν κάνει αυτομάτως τον Γραικό Έλληνα, αφού ο Δίας δεν είναι πατέρας μόνο των Ελλήνων, αλλά σχεδόν όλων (εκτός από τ' αδέλφια του: Ποσειδών, Πλούτων, Δήμητρα και κάποιων άλλων). Ο Πλούτων που τον ονομάζουμε και Άδη όπου είναι Άρχων, δεν πρέπει να είναι (ο Άδης) το ίδιο με την Άβυσο όπου άρχων εκεί είναι ο Απολλύων ή Αβαδδών, που δεν ανάγει το γένος του στον Δία αλλά σε κάποιον άλλον άρχοντα του Σκότους όπως πχ τον Διάβολο.
(βλέπε: Deus -Δίας/Ζευς/Θεός -δέος, δέομαι, δέησις, deity -θεότης, divinity -Θεϊκότητα, όπου ο Ζευς/Δίας είναι η ρίζα)
Αντίθετα με τους Σημιτικούς Θεούς των φυλών, ο Δίας (Σωτήρ και Ελευθέριος) πέραν από Πολιεύς και Ξένιος είναι παγκόσμια θεότητα.
Είναι βέβαιον ότι ο Γραικός και ο Έλληνας δεν έχουν τους ίδιους γονείς, κατά συνέπεια πρόκειται για δυο διαφορετικά πρόσωπα. Η Πανδώρα (γιαγιά) και ο Επιμηθέας είναι όμως προγενέστεροι από την Δευκαλίωνος Πανδώρα (εγγονή), την μικρή αδελφή του Έλληνα. Όπως όλοι οι Εβραίοι δεν είναι ή ήταν απαραιτήτως και Ιουδαίοι ή Φαρισαίοι, αντιστοίχως όλοι οι Γραικοί δεν πρέπει να 'ναι απαραιτήτως κι Έλληνες ούτε όλοι οι Έλληνες απαραιτήτως πρέπει να 'ναι και Γραικοί.
Ενδέχεται οι Γραικοί (κατά την άποψη μερικών) να 'ναι προγενέστεροι των Ελλήνων, ασχέτως αν η ονομασία αυτή καθιερώθηκε από τους Ρωμαίους οι οποίοι ήκμασαν κατά την Ελληνιστική περίοδο του Αλεξάνδρου, με βάση την αρχαία Ελληνική Γραμματεία και γλώσσα, όταν η Ελλάδα είχε εισέλθει σε περίοδο παρακμής στην οποία μάλλον παραμένει ακόμα, με κάποιες αναλαμπές από καιρού εις καιρόν, (πχ πατριάρχης Φώτιος, Πλήθων Γεμιστός, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Μακρυγιάννης ίσως και Άρης Βελουχιώτης) ενός σβήνοντος λύχνου.
Η Πανδώρα όμως είναι μικρότερη αδελφή του Έλληνα, συνεπώς ο Γραικός (το παιδί της με τον Δία) δεν μπορεί να είναι πριν τον Έλληνα, άρα η άποψη περί προγενεστέρων Γραικών δεν στέκει: Ο Γραικός προκύπτει ανιψιός από αδελφή του Έλληνα, εάν η Πανδώρα η μητέρα του Γραικού δεν είναι η Πανδώρα η μητέρα της Πύρρας.Ο Δευκαλίων και η Πύρρα απόκτησαν και δικά τους παιδιά. τον Έλληνα, τον Αμφικτύονα, τη Πρωτογένεια, τη Μελανθώ, τη Θυία (ή Αιθυία) και την Πανδώρα. Ο πρωτότοκος γιος τους ο Έλλην έγινε γενάρχης των Ελλήνων. Ο Αμφικτύων, είπαν πως κυβέρνησε την Αθήνα μετά τον Κραναό. Ο ίδιος ο Δευκαλίων, λένε ότι έγινε ο βασιλιάς της Φθίας μιας περιοχής της Θεσσαλίας. Η Θεσσαλία, δε αρχικά λεγόταν Πύρρα από το όνομα της βασίλισσας και γυναίκας του Δευκαλίωνα. Ο γενάρχης των Ελλήνων ο Έλλην γέννησε με την Ορσύς τρεις γιους, τον Δώρο τον Ξούθο και τον Αίολο τους πρώτους αρχηγούς των Ελλήνων.
Ο Ξούθος βασίλεψε στη Πελοπόννησο και έκανε δύο γιους, τον Αχαιό και τον Ιωνα από τους οποίους οι Αχαιοί και οι Ίωνες πήραν τα ονόματά τους. Ο Αίολος βασίλεψε στη Θεσσαλία και οι κάτοικοι ονομάσθηκαν Αιολείς απ' αυτόν. Ο Δώρος και οι άνθρωποι του που ονομάστηκαν Δωριείς εγκαταστάθηκαν στις περιοχές ανατολικά του Παρνασσού.
Ο Αμφικτύων ήταν πατέρας του Λοκρού, ο οποίος ίδρυσε την Λοκρίδα. Λοκρός ήταν και ο μικρός Αίας (του Οϊλέα) στην Ιλιάδα και Οδύσσεια του Ομήρου.
Αλήθεια όμως είναι ότι η ονομασία Έλληνες, επικράτησε μετά τα Τρωϊκά, όμως στην Μεγάλη Ελλάδα, Σικελία και Νότιο Ιταλία οι Ελληνόφωνες Γραικοί ή Grico ήταν στη Σικελία και πριν την ίδρυση των αποικιών από την Εύβοια, Κόρινθο και Αιγαίο περί τα 800 π.Χ. και πριν φθάσουν στην Απουλία τόσο ο Διομήδης από το Άργος όσο και ο Αινείας από την Τροία, μετά τα Τρωϊκά. Η σικελή γραία-οικονόμος του Λαέρτη στην Ιθάκη προφανώς όμιλούσε την ίδια γλώσσα μ' αυτή του Λαέρτη και του Οδυσσέα. Η διάλεκτος Grico των σημερινών Ελληνοφώνων της Νοτίου Ιταλίας, ίσως κρύβει μέσα της συνδέσεις με τις άλλες γνωστές διαλέκτους: Αιολική, Αρκαδοκυπριακή, Δωρική, Ιωνική-Αττική και Κοινή.
Εάν η θεωρία περί της Αιολικής διαλέκτου ως αρχαιοτέρα είναι σωστή και εάν η θεωρία περί υπάρξεως Ελληνοφώνων στη Σικελία και πριν των Τρωϊκών είναι επίσης σωστή, τότε η ανάλυση της διαλέκτου Grico θα πρέπει να βρεί συνδέσεις με την Αιολική διάλεκτο της Ελληνικής γλώσσας. Η Αία του Καυκάσου, η Γραία στο Ωρωπό και οι Αιολείς, ίσως δεν είναι ασύνδετες έννοιες.
Οι Ίωνες όμως, (όπως και τ' αδέλφια τους οι Αχαιοί) Μυθολογικά τουλάχιστον έπονται κάποια γενεά από τους Αιολείς, αφού πατέρας τους είναι ο Ξούθος ο αδελφός του Αιόλου και του Δώρου που και οι τρεις είχαν πατέρα τους τον Δευκαλίωνος και Πύρρας, Έλληνα. Η Πύρρα (μητέρα του ανθρώπινου γένους) βέβαια ήταν κόρη του Επιμηθέα και της Πανδώρας. Συνεπώς στην Πανδώρα συναντούνται τόσο τα παιδιά του Δευκαλίωνος όσο και το παιδί του Δία, ο Γραικός εάν αυτός δεν είναι παιδί της Πανδώρας της μικρής αδελφής του Έλληνα. Η συγγένεια Γραικού και Αιακού ίσως να μην είναι και τόσο μακρινή εάν δεχθούμε ότι μητέρα του Γραικού είναι η Πανδώρα η μικρή αδελφή του Έλληνα και όχι η σύζυγος του Επιμηθέα. Η Αία του Αιακού μπορεί να 'ναι στον Καύκασο της Ευρασίας, μπορεί όμως και να 'ναι στο Αιγαίο, στο νησί του Μάκαρα και των Μακάρων, νότια της Θράκης και των Δαρδαναλίων. Υπάρχει μια αμφίδρομη μετανάστευση λαών μεταξύ Κολχίδος, Αιγαίου, Θράκης, Θεσσαλίας-Φθίας, χωρίς να μπορούμε να εντοπίσουμε το αρχικό σημείο ή περίοδο. Η προιστορική Βιωτική Γραία ίσως να μην είναι άσχετη με την Αία του Αιακού. Ο καθαρά θαλάσσιος δρόμος είναι δια Ευξείνου Πόντου, ο μεικτός είναι από την Κιλικία (δια ξηράς ή με μικρά πλεούμενα στον Ευφράτη).
Αρχαιότερη ελληνική διάλεκτος θεωρείται απ' όλους η Αιολική. Οι παραλιακές ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας διαχωρίζονται σε Αιολικές και Ιωνικές, εκτός από αυτές της Καρίας, Λυδίας, Λυκίας, Κιλικίας και αυτές του Ευξείνου Πόντου. Η Σμύρνη π.χ. άρχισε ως Αιολική και κατέληξε Ιωνική. Οι Ίωνες ξεχωρίζουν από τους Αιολείς, με την διαφορετική διάλεκτό τους που μέχρι σήμερα εύκολα εντοπίζεται και διαχωρίζεται στις διαλέκτους της Αττικής και Θεσσαλίας-Λέσβου. Η διαφορά στην διάλεκτο, που για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα δεν χάθηκε, πρέπει να πιστοποιεί κι άλλες διαφορές (κυρίως στις κοσμοθεωρίες) μεταξύ των δύο φύλων, παρόλο την πολύ κοντινή συγγένεια των δύο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΑΙΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΊΩΝΕΣ - ΕΛΛΗΝΕΣ ΓΡΑΚΟΙ"

Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016

Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ



ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ ΞΥΓΓΡΑΦΗΣ
ΙΙ 34-46----

ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΛΟΓΟΣ του ΠΕΡΙΚΛΗ
τον οποίο εκφώνησε κατά την ταφή των πρώτων νεκρών Αθηναίων στρατιωτών
στο πρώτο έτος του ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ----

Κατά τη διάρκεια του χειμώνα οι Αθηναίοι, ακολουθώντας πατροπαράδοτο έθιμο, έθαψαν δημοσία δαπάνη τους πρώτους πεσόντες του παρόντος πολέμου κατά τον ακόλουθο τρόπο: Κατασκευάζουν μια σκηνή, στην οποία εκθέτουν τα οστά των πεσόντων επί τρεις ημέρες προ της ταφής, και ο καθένας προσκομίζει για τον δικό του νεκρό ό,τι (αφιέρωμα) θέλει. Κατά την ταφή δε δέκα λάρνακες από ξύλο κυπαρισσιού, μια δηλαδή για κάθε φυλή, φέρονται με άμαξες.

Σε κάθε μια δε από τις λάρνακες αυτές τοποθετούνται τα οστά των ανηκόντων σε αυτή την φυλή. Φέρουν δε επί πλέον στα χέρια τους και ένα κενό φέρετρο σκεπασμένο με σάβανο για τους αφανείς, για όλους δηλαδή όσων τα πτώματα δεν βρέθηκαν για να ενταφιασθούν. Συνοδεύει δε την κηδεία όποιος θέλει, είτε αστός είτε ξένος, οι δε γυναίκες, οι συγγενείς των πεσόντων, παρευρίσκονται στον τόπο του ενταφιασμού και αρχίζουν να θρηνούν.
Τοποθετούν λοιπόν τα οστά στο δημόσιο μνημείο, το οποίο βρίσκεται στο ωραιότερο προάστειο της πόλης, και στο οποίο θάπτουν πάντοτε τους νεκρούς των πολέμων, όλους τους άλλους τουλάχιστον εκτός από αυτούς που έπεσαν στον Μαραθώνα. Διότι την ανδρεία εκείνων την θεώρησαν σαν κάτι το εξαιρετικό, γι’ αυτό και τους έθαψαν εκεί όπου και έπεσαν μαχόμενοι.
Αφού δε τους σκεπάσουν με χώμα, ένας από τους θεωρούμενους ως πολύ μυαλωμένος και από τους πιο ευυπόληπτους, τον οποίο οι πολίτες διαλέγουν από πριν για τον σκοπό αυτόν, εκφωνεί προς τιμήν των πεσόντων τον κατάλληλο επιτάφιο λόγο. Έπειτα από αυτό φεύγουν. Κατ’ αυτόν λοιπόν τον τρόπο θάπτουν τους νεκρούς των πολέμων. και την συνήθεια αυτή τήρησαν σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, όσες φορές τους παρουσιάζεται τέτοια περίπτωση.
Προς τιμήν λοιπόν αυτών των πρώτων νεκρών του πολέμου, εξελέγη να εκφωνήσει τον επιτάφιο ο Περικλής ο γιος του Ξανθίππου.
Και στην κατάλληλη στιγμή προχώρησε από το μνημείο σε ένα βάθρο στημένο ψηλά, ώστε να ακούγεται από όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του ακροατηρίου, και μίλησε ως εξής περίπου:

«Οι περισσότεροι από όσους ως τώρα έχουν μιλήσει από το βήμα αυτό συνηθίζουν να επαινούν εκείνον, ο οποίος στον νόμο που διέπει την ταφή των νεκρών πρόσθεσε την διάταξη αυτή περί επιταφίου λόγου, γιατί θεωρούν ότι αξίζει τον κόπο να απονέμεται μια τέτοια τιμή στους νεκρούς των πολέμων κατά τον ενταφιασμό τους.
Σε μένα εν τούτοις θα φαινόταν ότι είναι προτιμότερο, οι τιμές που απονέμονται σε άνδρες, οι οποίοι αναδείχθηκαν γενναίοι με τα έργα τους, να εκδηλώνονται και αυτές με έργα μόνο, όπως είναι π.χ. αυτές, τις οποίες τώρα βλέπετε γύρω από τον ενταφιασμό τους, που έγινε δημοσία δαπάνη, και όχι να εξαρτώνται οι αρετές των πολλών από την ικανότητα ή την ανικανότητα ενός ανθρώπου, να κανονίζεται δηλαδή η περί αυτών εκτίμηση των ακροατών από την ευφράδεια ή μη ευφράδεια του ρήτορα. Γιατί είναι δύσκολο πράγμα να μιλήσει κανείς αντικειμενικά (χωρίς δηλαδή να πει ούτε λιγότερα ούτε περισσότερα από ό,τι πρέπει) για κάποιο θέμα, για το οποίο είναι δύσκολο να εξακριβωθεί και αυτή ακόμα η απλή ιδέα, ότι τα λεγόμενα από τον ρήτορα είναι αληθινά.
Γιατί ο ακροατής, ο οποίος γνωρίζει τα πράγματα και είναι ευνοϊκά διατεθειμένος προς αυτούς που τα έπραξαν, θα σχημάτιζε ίσως την ιδέα, ότι αυτά εκτέθηκαν κάπως κατώτερα από ό,τι αυτός γνωρίζει και επιθυμεί, ενώ αντίθετα, όποιος τα αγνοεί, θα σκεπτόταν ότι μερικά εκτέθηκαν αρκετά μεγαλοποιημένα, και αυτό από φθόνο, τον οποίο δοκιμάζει ο άνθρωπος, όταν ακούει κάτι το οποίο υπερβαίνει τις δικές του φυσικές δυνάμεις.
Γιατί οι άνθρωποι ανέχονται τους επαίνους που λέγονται για άλλους μόνο εφόσον κάθε ακροατής έχει τη γνώμη, ότι και αυτός είναι ικανός να πράξει κάτι από αυτά που ακούει.
Ενώ για κάθε τι, το οποίο είναι ανώτερο από τις δυνάμεις του, αισθάνεται δια μιας φθόνο και δυσπιστία. Εφόσον όμως οι πρόγονοί μας έκριναν ότι με αυτόν τον τρόπο πρέπει να γίνονται τα πράγματα αυτά, πρέπει κι εγώ να ακολουθήσω το έθιμο αυτό και να προσπαθήσω να ικανοποιήσω την επιθυμία και την γνώμη του καθενός σας όσο μπορέσω περισσότερο.

Θα μιλήσω πρώτα πρώτα για τους προγόνους μας.
 Γιατί είναι δίκαιο, αλλά συγχρόνως και πρέπον, σε μια τέτοια περίσταση, κατά την οποία θρηνούμε και εγκωμιάζουμε τους νεκρούς μας, να τους απονέμεται η τιμή αυτή να μνημονεύονται πρώτοι. Γιατί δεν υπήρξαν ούτε μια στιγμή, κατά την οποία να έπαυσαν να κατοικούν την χώρα αυτή, και χάρις στην ανδρεία τους διαφύλατταν την ελευθερία της από γενεά σε γενεά μέχρι των ημερών μας και μας την παράδωσαν ελεύθερη.
Και εκείνοι λοιπόν είναι άξιοι επαίνου αλλά ακόμη περισσότερο οι πατέρες μας. Γιατί επί πλέον εκείνων, τα οποία κληρονόμησαν, απέκτησαν με πολλούς κόπους και κληροδότησαν σε μας τους σημερινούς όλη αυτή την επικράτεια που κατέχουμε σήμερα.
Το δε έργο της περαιτέρω βελτίωσης, το επιτελέσαμε εμείς οι ίδιοι που είμαστε συγκεντρωμένοι εδώ, οι οποίοι βρισκόμαστε ακόμη σε αυτήν ακριβώς την ηλικία μας, και εμείς εφοδιάσαμε την πόλη μας με όλα τα πράγματα, ώστε να είναι αυταρκέστατη και για πόλεμο και για ειρήνη.
Από όλα δε αυτά εγώ όσα μεν αναφέρονται σε πολεμικά κατορθώματα, με τα οποία έγινε η κάθε μια κατάκτηση, ή αφορούν την ενεργητικότητα, με την οποία αποκρούσαμε, είτε εμείς οι σημερινοί είτε οι πρόγονοί μας, τους εκάστοτε επελθόντες εναντίον μας Βαρβάρους ή Έλληνες, όλα αυτά, θα τα παραλείψω, γιατί δεν επιθυμώ να απεραντολογώ ενώπιον ανθρώπων, οι οποίοι τα γνωρίζουν.
Αλλά με ποιον τρόπο φθάσαμε στο σημείο αυτό της δύναμης που είμαστε σήμερα, και με ποια μορφή πολιτεύματος και με ποιες συνήθειες έγινε μεγάλη η δύναμή μας, όλα αυτά θα αναπτύξω πρώτα, και έπειτα θα προχωρήσω στο εγκώμιο αυτών εδώ των νεκρών, γιατί νομίζω ότι δεν είναι ανάρμοστο να λεχθούν αυτά και για την παρούσα περίσταση, και δεν είναι ανώφελο να τα ακούσουν όλοι οι παρευρισκόμενοι, αστοί και ξένοι.

Έχουμε δηλαδή πολίτευμα, το οποίο δεν αντιγράφει τους νόμους άλλων, μάλλον δε εμείς οι ίδιοι είμαστε υπόδειγμα σε μερικούς παρά μιμούμαστε άλλους.
Και ονομάζεται μεν δημοκρατία, γιατί η διοίκηση είναι στα χέρια των πολλών και όχι των ολίγων, έναντι δε των νόμων είναι όλοι ίσοι στις ιδιωτικές τους διαφορές, ενώ ως προς την θέση τους στον δημόσιο βίο κάθε ένας προτιμάται για ένα από τα δημόσια αξιώματα ανάλογα με την επίδοση την οποία σημειώνει σε αυτά, δηλαδή η δημόσιά του σταδιοδρομία εξαρτάται μάλλον από την ατομική του αξία και όχι από την κοινωνική τάξη, από την οποία προέρχεται, ούτε πάλι ένας, ο οποίος είναι μεν φτωχός έχει όμως την ικανότητα να παράσχει κάποια υπηρεσία στην πατρίδα του, εμποδίζεται σε αυτό από το γεγονός ότι είναι άγνωστος.
Ζούμε δε σαν ελεύθεροι άνθρωποι, και σαν πολίτες στον δημόσιο βίο και σαν άτομα στον ιδιωτικό, στις επιδιώξεις μας της καθημερινής ζωής, κατά τις οποίες δεν κοιτάμε ο ένας στον άλλον με καχυποψία, δεν θυμώνουμε με τον γείτονά μας, όταν κάνει ό,τι του αρέσει, ούτε παίρνουμε μια φυσιογνωμία σκυθρωπή, η οποία μπορεί να μην βλάπτει τον άλλο, πάντως όμως είναι δυσάρεστη.
Ενώ δε στην ιδιωτική μας ζωή συναναστρεφόμαστε μεταξύ μας χωρίς να ενοχλεί ο ένας τον άλλον, στην δημόσιά μας ζωή, σαν πολίτες, από σεβασμό προ πάντων δεν παραβαίνουμε τους νόμους, υπακούμε δε στους εκάστοτε κατέχοντες τα δημόσια αξιώματα και στους νόμους, προ περισσότερο σε εκείνους από τους νόμους, που έχουν θεσπιστεί για υποστήριξη των αδικούμενων, και σε άλλους, οι οποίοι αν και άγραφοι, η παράβασή τους φέρνει πανθομολογούμενη ντροπή στους παραβάτες.

Αλλά και για το πνεύμα μας έχουμε εφεύρει πλείστους όσους τρόπους να το ανακουφίζουμε από τους κόπους, με εορταστικούς αγώνες και θυσίες, τις οποίες έχουμε καθιερώσει καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, και με ευπρεπή ιδιωτικά οικήματα, η δε ευχαρίστηση την οποία καθημερινά απολαμβάνουμε από όλα αυτά, διώχνει την μελαγχολία.
Λόγω δε του μεγάλου αριθμού των κατοίκων της πόλης μας εισάγονται σε αυτήν προϊόντα όλου του κόσμου, και συμβαίνει να απολαμβάνουμε έτσι τα προϊόντα των άλλων χωρών με όση οικειότητα καταναλώνουμε τα προϊόντα της Αττικής (σαν να είναι δηλαδή δικά μας).

Υπερέχουμε δε από τους αντιπάλους μας και στην πολεμική προετοιμασία κατά τα εξής: Την πόλη μας π.χ. την παρέχουμε ανοιχτή σε όλον τον κόσμο, και ποτέ δεν αποκλείουμε κανέναν διώχνοντας τους ξένους από οποιοδήποτε ακρόαμα ή θέαμα, από το οποίο, αν δεν το κρατήσουμε μυστικό και το δεί κανείς από τους εχθρούς μας, είναι δυνατόν να ωφεληθεί, και αυτό γιατί έχουμε εμπιστοσύνη όχι τόσο στις πολεμικές προετοιμασίες και τα στρατηγήματα όσο στην έμφυτη γενναιότητά μας όσον αφορά τα έργα.
Στο ζήτημα δε πάλι της αγωγής, ενώ εκείνοι υποβάλλονται από την νεαρή τους ακόμα ηλικία σε συνεχή και επίπονη άσκηση, με την οποία επιδιώκουν να γίνουν γενναίοι, εμείς ζούμε με όλες τις ανέσεις και όμως είμαστε εξ ίσου πρόθυμοι να αντιμετωπίσουμε τους κινδύνους, τους οποίους αντιμετωπίζουν και αυτοί.
Και να η απόδειξη: ενώ οι Λακεδαιμόνιοι εκστρατεύουν κατά της χώρας μας με όλους τους τους συμμάχους και ποτέ μόνοι, εμείς επερχόμαστε κατά των άλλων εντελώς μόνοι, και τις περισσότερες φορές νικάμε χωρίς καμία δυσκολία τους αντιπάλους μας, μολονότι εκείνοι μεν μάχονται υπέρ βωμών και εστιών, εμείς δε είμαστε σε ξένο έδαφος.
Και κανείς από τους εχθρούς μας δεν αντιμετώπισε μέχρι σήμερα τις δυνάμεις μας ενωμένες, γιατί αφ’ ενός καταβάλλουμε πολλές φροντίδες ταυτόχρονα και για το ναυτικό μας, και αφ’ ετέρου κατατέμνουμε τις δυνάμεις μας του πεζικού και τις στέλνουμε σε πολλά σημεία της επικράτειάς μας. Αν δε κάπου με μέρος μόνο της δύναμής μας συμπλακούν οι αντίπαλοί μας, τότε, αν μεν νικήσουν, καυχώνται ότι μας νίκησαν όλους, αν δεν νικηθούν, διακηρύσσουν ότι νικήθηκαν από όλους.
Και βέβαια, αν εμείς αντιμετωπίζουμε με πολλή προθυμία τους κινδύνους, μάλλον με μια αφροντισία και άνεση παρά μετά από επίπονη άσκηση, και με ανδρεία, η οποία οφείλεται όχι τόσο στην επιβολή των νόμων όσο στην φυσική μας ευψυχία, έχουμε το πλεονέκτημα ότι δεν καταπονούμεθα προκαταβολικά για δεινά, τα οποία ανήκουν ακόμα στο μέλλον, και ότι, όταν φθάσει η ώρα των δεινών αυτών, αποδεικνυόμαστε ότι δεν είμαστε λιγότερο τολμηροί από εκείνους που μοχθούν αδιάκοπα. Δεν είναι δε σε αυτά μόνο αξιοθαύμαστη η πόλη μας αλλά και σε πολλά ακόμη.

Γιατί είμαστε λάτρες του ωραίου, όμως χωρίς σπατάλη χρήματος, και καλλιεργούμε το πνεύμα χωρίς να χάνουμε την ανδρεία μας.
Και μεταχειριζόμαστε τον πλούτο περισσότερο σαν μια ευκαιρία δράσης παρά σαν αφορμή κομπορρημοσύνης, το να ομολογεί δε κανείς την φτώχεια του δεν είναι ντροπή, είναι όμως αισχρότερο το να μην προσπαθεί να την αποφύγει με την εργασία.
Επί πλέον, οι ίδιοι εμείς όλοι είμαστε σε θέση να φροντίζουμε ταυτόχρονα για τις ιδιωτικές μας υποθέσεις και για τις υποθέσεις της πόλης μας, και όσοι από εμάς είναι απασχολημένοι με ιδιωτικές επιχειρήσεις και αυτοί ακόμα κατέχουν τα πολιτικά ζητήματα στην εντέλεια.
Γιατί είμαστε ο μόνος λαός που τον μη αναμειγνυόμενο καθόλου στα κοινά δεν τον θεωρούμε φιλήσυχο αλλά άχρηστο, και οι μόνοι που όποτε δεν τα επινοούμε και δεν τα προτείνουμε οι ίδιοι πάντως έχουμε τη δύναμη να κρίνουμε σωστά τα λαμβανόμενα μέτρα, τους δε λόγους δεν τους θεωρούμε καθόλου εμπόδιο των έργων, αλλά μάλλον θεωρούμε σαν εμπόδιο το να μην έχουμε κατατοπισθεί προφορικά σε όσα έχουμε να κάνουμε, πριν καταπιαστούμε με αυτά. Γιατί υπερέχουμε από τους άλλους και ως προς αυτό ακόμη, ότι δηλαδή εμείς οι ίδιοι αποφασίζουμε για όσα πρόκειται να επιχειρήσουμε και εμείς οι ίδιοι τα επιχειρούμε.
Ενώ ως προς αυτό οι άλλοι... σε αυτούς η μεν αμάθεια τους κάνει να αποφασίζουν η δε σκέψη τους κάνει να διστάζουν.
Πιο τολμηροί όμως από όλους είναι σωστό να θεωρούνται όσοι γνωρίζουν με σαφήνεια ποιες είναι οι συμφορές και ποια τα ευχάριστα, και όμως η γνώση αυτή δεν τους κάνει να αποφεύγουν τους κινδύνους. Αλλά και στα ζητήματα της καλωσύνης διαφέρουμε από την πλειονότητα των ανθρώπων. Γιατί εμείς τους φίλους τους αποκτάμε μάλλον ευεργετώντας παρά ευεργετούμενοι από αυτούς.
Σταθερότερος δε φίλος είναι ο ευεργετών τον άλλον, γιατί είναι φυσικό να προσπαθεί να διατηρεί την ανάμνηση της ευεργεσίας με το να φέρεται πάντοτε καλά προς τον ευεργετούμενο. Ενώ αντιθέτως αυτός που οφείλει την ευεργεσία είναι ψυχρότερος στις σχέσεις του, γιατί γνωρίζει, ότι πρόκειται να ανταποδώσει την καλωσύνη σαν πληρωμή χρέους και όχι για να εξασφαλίσει την ευγνωμοσύνη του άλλου.
Και είμαστε οι μόνοι που βοηθάμε τον άλλο χωρίς την ελάχιστη ανησυχία, και αυτό μάλλον από την εμπιστοσύνη που εμπνέει η ελευθερία παρά από συμφεροντολογικούς υπολογισμούς.

Ανακεφαλαιώνοντας λοιπόν τα παραπάνω τονίζω, ότι η όλη πόλη είναι σχολείο της Ελλάδας και ότι, κατά τη γνώμη μου, ο καθένας από εμάς έχει την ικανότητα να προσαρμοστεί προς τις πλέον διαφορετικές μορφές δράσεως με την μεγαλύτερη ευστροφία και χάρη. Και ότι αυτά είναι μάλλον η πραγματική αλήθεια και όχι απλή κομπορρημοσύνη, κατάλληλη για την παρούσα περίσταση, το αποδεικνύει αυτή η δύναμη της πόλης, την οποία αποκτήσαμε με τις ικανότητές μας αυτές. Γιατί είναι η μόνη πόλη από τις σημερινές που όταν δοκιμάζεται αποδεικνύεται ανώτερη της φήμης της, και η μόνη, η οποία ούτε στον εχθρό, που της επιτίθεται, δίνει αφορμή να αγανακτήσει με όσα παθαίνει από τέτοιους αντιπάλους, ούτε στους υπηκόους της δίνει αφορμή για παράπονα, γιατί τάχα εξουσιάζονται από ανάξιους να έχουν την εξουσία.
Η δύναμή μας δε αυτή δεν είναι βέβαια χωρίς αποδείξεις, αλλά υπάρχουν μεγαλοπρεπή μνημεία αυτής, για τα οποία μας θαυμάζουν» οι σύγχρονοί μας και θα μας θαυμάζουν και οι μελλοντικές γενιές, και μάλιστα χωρίς να χρειαζόμαστε τους επαίνους ούτε του Ομήρου ούτε κανενός άλλου, του οποίου οι στίχοι είναι δυνατόν να ευχαριστήσουν προς στιγμήν, θα έλθει όμως η πραγματικότητα, η οποία θα αποκαλύψει ψεύτικη την ιδέα που σχηματίστηκε για τα πράγματα, αλλά γιατί ολόκληρη τη θάλασσα και την ξηρά την εξαναγκάσαμε να γίνει προσιτή στην τόλμη μας, ιδρύσαμε δε παντού αιώνια μνημεία και της φιλίας μας και της έχθρας μας.
Υπέρ αυτής λοιπόν της πόλης και αυτοί εδώ λοιπόν πολέμησαν γενναία και βρήκαν τον θάνατο, γιατί δεν μπορούσαν να ανεχθούν την στέρησή της, και από εμάς τους απομένοντες στην ζωή ο καθένας πρέπει να έχει την προθυμία να μοχθήσει γι’ αυτήν.

Γι’ αυτόν λοιπόν το λόγο μακρηγόρησα για όσα αφορούν την πόλη, αφ’ ενός μεν δηλαδή γιατί ήθελα να σας δείξω, ότι εμείς δεν αγωνιζόμαστε για τον ίδιο σκοπό, για τον οποίο αγωνίζονται όσοι δεν έχουν κανένα από αυτά τα πλεονεκτήματα σε ίσο βαθμό με μας, και αφ’ ετέρου γιατί με αυτόν τον τρόπο ήθελα να κάνω φανερό με αποδείξεις, ότι είναι δίκαιο το εγκώμιο των ανδρών αυτών, για τους οποίους μιλάω τώρα.
 Και έχω ήδη αναφέρει τα κυριότερα σημεία τούτου του εγκωμίου.
Γιατί όσα είπα για την πόλη για να την εξυμνήσω, είναι στολίδια, με τα οποία την στόλισαν οι αρετές αυτών εδώ και άλλων ομοίων με αυτούς, και πολύ λίγοι Έλληνες υπάρχουν, για τους οποίους μπορεί να λεχθεί, ό,τι μπορεί να λεχθεί γι’ αυτούς εδώ, ότι δηλαδή φήμη τους ισοσταθμίζει τα έργα τους.
Έχω δε τη γνώμη, ότι θάνατος σαν αυτόν εδώ των προκείμενων νεκρών παρέχει το αληθινό μέτρο της αξίας ενός ανθρώπου, και άλλοτε μεν είναι ο πρώτος που την προαναγγέλλει άλλοτε δε ο τελευταίος που την επισφραγίζει. Γιατί και εκείνοι ακόμη που υστερούν κατά τα άλλα, δικαιούνται να προβάλλουν για υπεράσπισή τους την ανδραγαθία, την οποία επέδειξαν κατά τους πολέμους, μαχόμενοι υπέρ της πατρίδας.
Γιατί εξέλειψαν το κακό δια του καλού, και με τις καλές τους υπηρεσίες σαν υπερασπιστές της πατρίδας την ωφέλησαν περισσότερο απ’ όσο την έβλαψαν με τα τυχόν σφάλματά τους στην ιδιωτική τους ζωή. Από αυτούς όμως εδώ κανείς δεν δείχθηκε δειλός μπροστά στον θάνατο εξ αιτίας του πλούτου του, δεν προτίμησε δηλαδή να συνεχίσει την απόλαυσή του, ούτε απέφυγε τον κίνδυνο εξ αιτίας της φτώχειας του, από την ελπίδα δηλαδή ότι μπορεί να την αποφύγει επί τέλους κάποτε και να γίνει πλούσιος.
Αλλά περισσότερο από όλα τα αγαθά πόθησαν την τιμωρία των εχθρών τους, και συνάμα θεώρησαν ότι δεν υπάρχει ενδοξότερος κίνδυνος από αυτόν εδώ, και για τούτο προθυμοποιήθηκαν να ριφθούν σε αυτόν, για να εκδικηθούν τους εχθρούς τους αφ’ ενός, και για να επιδιώξουν την απόκτηση των αγαθών αυτών αφ’ ετέρου, την μεν αβεβαιότητα δηλαδή της επιτυχίας την εμπιστεύθηκαν στην ελπίδα, ως προς δε τον κίνδυνο του θανάτου που βρισκόταν μπροστά τους κατά την μάχη ήταν αποφασισμένοι να στηριχθούν στον εαυτό τους και μόνο. Και μέσα στη μάχη θεώρησαν πάντα προτιμότερο να αντισταθούν και να βρουν τον θάνατο παρά να σωθούν τρεπόμενοι σε φυγή, και γι’ αυτό απέφευγαν την αισχρή φήμη της δειλίας, και υπέβαλαν τα σώματά τους σε όλα τα δεινά της μάχης, σε μια δε κρίσιμη στιγμή, που ήταν στα χέρια της τύχης, στο ύψος της δόξας μάλλον παρά του τρόμου, βρήκαν τον θάνατο.

Και αυτοί μεν εδώ τέτοιου είδους άνθρωποι υπήρξαν, αντάξιοι της πατρίδας τους. Σεις δε οι επιζώντες πρέπει να εύχεσθε, το γενναίο σας φρόνημα απέναντι στους εχθρούς να είναι περισσότερο τυχερό από αυτό των προηγούμενων νεκρών, με κανέναν όμως τρόπο να καταδέχεσθε να είναι λιγότερο τολμηρό, και να μην κρίνετε την αξία του φρονήματος αυτού από τους επαίνους του ρήτορα μόνο, ο οποίος θα μπορούσε να την μεγαλοποιήσει όσο ήθελε ενώπιόν σας – αν και σεις τα ξέρετε το ίδιο καλά με αυτόν – αναφέροντας όλα τα καλά που υπάρχουν στην άμυνα εναντίον των εχθρών, αλλά μάλλον να παρατηρείτε καθημερινά τη δύναμη της πόλης, όπως αυτή παρουσιάζεται με έργα, και να κυριεύεσθε λίγο από έρωτα προς αυτήν, και όταν σας φανεί ότι είναι μεγάλη, να συλλογίζεσθε ότι όλα αυτά τα απέκτησαν άνθρωποι τολμηροί που είχαν συναίσθηση του καθήκοντός τους, και κατά την ώρα της μάχης είχαν πάντοτε μπροστά στα μάτια τους τον φόβο του ντροπιάσματος, όσες φορές δε αποτύγχαναν σε κάποια τους προσπάθεια, δεν νόμιζαν ότι για τον λόγο αυτό έπρεπε να στερήσουν και την πόλη από τις υπηρεσίες τους, αλλά συνεισέφεραν υπέρ αυτής την ωραιότερη συνεισφορά.
Γιατί ενώ όλοι μαζί από κοινού πρόσφεραν στην υπηρεσία της πατρίδας τα σώματά τους, απελάμβαναν ατομικά κάθε ένας, σαν ανταμοιβή τρόπον τινά, τον έπαινο, ο οποίος δεν γερνάει ποτέ, και τον πιο επίσημο τάφο, που είναι δυνατόν να αποκτήσει άνθρωπος, δεν εννοώ δε τον τάφο, στον οποίο έχουν εναποτεθεί τα λείψανά τους, αλλά μάλλον τον τάφο, στον οποίο απομένει μετά θάνατον η δόξα τους και μνημονεύεται αιωνίως σε κάθε παρουσιαζόμενη κάθε φορά ευκαιρία είτε λόγου είτε έργου.
Γιατί των επιφανών ανδρών τάφος είναι η Γη ολόκληρη, και την ύπαρξή τους δεν την φανερώνει μόνο η επιγραφή μιας στήλης σε κάποιο μέρος της πατρίδας τους, αλλά και στα ξένα μέρη είναι εγκατεστημένη μια άγραφη ανάμνηση αυτών σκαλισμένη όχι σε κάποιο έργο τέχνης αλλά μάλλον στις καρδιές ενός εκάστου των ανθρώπων.
Αυτούς λοιπόν , εσείς τώρα να τους μιμηθείτε, και με τη σκέψη ότι ευδαιμονία είναι η ελευθερία, ελευθερία δε η τόλμη, μην τρομοκρατείσθε από τους κινδύνους του πολέμου. Γιατί δεν θα ήταν δικαιότερο να αψηφούν την ζωή τους οι δυστυχούντες άνθρωποι, οι οποίοι δεν ελπίζουν να απολαύσουν κανέναν καλό, αλλά οι ευτυχισμένοι, οι οποίοι κατά την διάρκεια ακόμη της ζωής τους διατρέχουν τον κίνδυνο να δουν την κατάστασή τους να μεταβάλλεται στην αντίθετη, δηλαδή την δυστυχία, και για τους οποίους θα ήταν πολύ σημαντική η διαφορά, αν υποτεθεί ότι πάθαιναν κανένα ατύχημα.
Γιατί προξενεί μεγαλύτερο πόνο, σε έναν βέβαια που έχει κάποια υψηλοφροσύνη, η εξαθλίωση που συνοδεύεται από εκφυλισμό, παρά ο θάνατος που του έρχεται ξαφνικά, χωρίς καν να γίνει αισθητός, επάνω στην ακμή της σωματικής του δύναμης και επάνω στις ελπίδες που τρέφει και ο κάθε θνητός.

Γι’ αυτόν λοιπόν τον λόγο και σας τους γονείς των ηρώων αυτών, όσοι είσθε παρόντες, δεν σας κλαίω την στιγμή αυτή, αλλά μάλλον θα προσπαθήσω να σας παρηγορήσω. Γιατί, όπως όλοι, γνωρίζουν και αυτοί ότι μεγάλωσαν μέσα σε ποικίλες εναλλαγές της τύχης, και ότι ευτυχισμένοι μπορεί να θεωρούνται μόνο εκείνοι, στους οποίους έλαχε η μεγίστη τιμή, είτε ένας έντιμος θάνατος είναι αυτή, όπως αυτών εδώ, είτε μια έντιμη λύπη, όπως η δική σας, και εκείνοι, των οποίων οι ημέρες της ζωής τους κανονίστηκαν κατά τέτοιον τρόπο, ώστε το τέρμα της ευτυχίας τους να συμπέσει με το τέρμα της ζωής τους.
Γνωρίζω βέβαια ότι είναι δύσκολο να σας πείσω γι’ αυτά, μια τέτοια στιγμή κατά την οποία η ευτυχία των άλλων θα σας κάνει να θυμηθείτε πολλές φορές την ευτυχία, που κάποτε αισθανθήκατε και σεις. Και λύπη αισθάνεται κανείς όχι για την έλλειψη των αγαθών που δεν δοκίμασε ποτέ στην ζωή του, αλλά για την στέρηση εκείνων, τα οποία πριν του αφαιρεθούν αποτέλεσαν μέρος της ζωής του. Όσοι δε από εσάς είσθε σε ηλικία που επιτρέπει την τεκνοποιία, πρέπει να υποφέρετε τον πόνο σας με περισσότερη υπομονή, γιατί ελπίζετε να αποκτήσετε και άλλα παιδιά. Γιατί όχι μόνο για τον καθένα σας ιδιαίτερα εκείνα που θα γεννηθούν θα σας κάνουν να λησμονήσετε σιγά σιγά αυτά που χάσατε στον πόλεμο, αλλά και για την πόλη το κέρδος θα είναι διπλό, γιατί με αυτόν τον τρόπο, αφ’ ενός αποφεύγεται η απειλούμενη ερήμωση από την ελάττωση του πληθυσμού, και αφ’ ετέρου ενισχύεται η ασφάλειά της.
Γιατί τίποτε το σωστό και δίκαιο δεν είναι σε θέση να σκεφθούν και να συμβουλεύσουν την πόλη όσοι δεν έχουν παιδιά να τα εκθέσουν στον κίνδυνο που εκτίθενται τα παιδιά όλων των άλλων. Όσοι δε πάλι έχετε προσπεράσει το όριο αυτό της ηλικίας, πρέπει να θεωρείτε κέρδος το ότι περάσατε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σας ευτυχισμένοι, η δε περίοδος της λυπημένης ζωής σας θα είναι σύντομη, και να ανακουφίζεσθε από την δόξα αυτών εδώ των ηρωικώς πεσόντων παιδιών σας.
Γιατί το μόνο πράγμα που δεν γερνάει ποτέ είναι η φιλοδοξία, και εκείνο που ευχαριστεί τον άνθρωπο στην γεροντική του ηλικία, όταν είναι άχρηστος πια, δεν είναι το κέρδος, όπως ισχυρίζονται μερικοί, αλλά η απόλαυση τιμών.

Ως προς σας δε εξ άλλου, τους γιους και αδελφούς τους, όσοι είσθε παρόντες, βλέπω ότι η προσπάθεια, την οποία θα πρέπει να καταβάλλετε, για να τους μιμείσθε, είναι τρομακτικά δύσκολη. Γιατί όλοι συνηθίζουν να επαινούν εκείνον που δεν υπάρχει πλέον, οσοδήποτε δε υπέροχη και αν υποτεθεί ότι είναι η αρετή σας, μόλις και μετά βίας θα θεωρούσατε ότι είσθε, όχι όμοιοι, αλλά κατά τι κατώτεροι. Γιατί και μεταξύ των ζώντων υπάρχει φθόνος αμοιβαίος εκ μέρους των εκάστοτε αντιζήλων, όποιος δε πεθαίνει και δεν είναι εμπόδιο σε κανέναν τιμάται με μια εύνοια απαλλαγμένη από κάθε αντίδραση.

Αν δε πρέπει να κάνω λόγο και για την γυναικεία αρετή, σχετικά με αυτές που θα ζουν ως εξής σαν χήρες, θα συμπεριλάβω όλα όσα έχω να πω σε μια σύντομη παραίνεση: θα είναι μεγάλη η δόξα σας, αν δεν δειχθείτε κατώτεροι του φυσικού σας χαρακτήρα, και μάλιστα αν για την κάθε μια σας γίνεται όσο το δυνατόν λιγότερος λόγος μεταξύ των ανδρών, είτε προς έπαινον είτε προς κατηγορία (είτε για καλό είτε για κακό).

Εκφώνησα λοιπόν κι εγώ, σύμφωνα με την επιταγή του νόμου, τον επιτάφιο, και είπα ό,τι είχα να πω κατάλληλο για την περίσταση, και με έργα δε αυτοί, τους οποίους θάπτουμε, εν μέρει μεν έχουν τιμηθεί τώρα αμέσως, εν μέρει δε θα τιμώνται στο μέλλον, γιατί η πόλη θα ανατρέφει τα παιδιά τους δημοσία δαπάνη μέχρι που να γίνουν έφηβοι, απονέμουσα έτσι και σε αυτούς εδώ και στους επιζώντες χρήσιμη αμοιβή, αντί στεφάνου τρόπον τινά, για αυτούς τους αγώνες τους υπέρ της πατρίδας.
Γιατί όπου τα βραβεία της αρετής είναι τα πιο μεγάλα, εκεί συγκαταλέγονται μεταξύ των πολιτών και οι πιο ενάρετοι άνδρες.
Και τώρα να χορτάσει ο καθένας θρηνώντας τον δικό του και έπειτα να αποχωρήσει».

Με αυτόν λοιπόν τον τρόπο τελέστηκε ο ενταφιασμός των πεσόντων κατά αυτόν τον χειμώνα, με το τέλος του οποίου συνέπεσε και το τέλος του πρώτου έτους του παρόντος πολέμου.

geovisit();
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ"

Σαν Σήμερα:Το χρονικό της Κρίσης των Ιμίων

Ο τότε δήμαρχος της Καλύμνου Δημήτρης Διακομιχάλης, θορυβημένος από το γεγονός ότι η Τουρκία εγείρει εδαφικές αξιώσεις στα Ίμια, ύψωσε την ελληνική σημαία σε ένα από αυτά τα δύο νησιά στις 25 Ιανουαρίου 1996, συνοδευόμενος από τον αστυνομικό διευθυντή Καλύμνου Γ. Ριόλα, έναν ιερέα και δύο κατοίκους του νησιού.

Τα τουρκικά τηλεοπτικά κανάλια μετέδωσαν εικόνες με την ελληνική σημαία υψωμένη στα Ίμια, κάτι που προκάλεσε σάλο στην κοινή γνώμη της Τουρκίας. Δύο δημοσιογράφοι του γραφείου της εφημερίδας Χουριέτ στη Σμύρνη, μετέβησαν με ελικόπτερο στη Μεγάλη Ίμια, υπέστειλαν την ελληνική σημαία και ύψωσαν την τουρκική σημαία. Η όλη επιχείρηση των δημοσιογράφων βιντεοσκοπήθηκε και προβλήθηκε από το τηλεοπτικό κανάλι που ανήκει στη Χουριέτ. Το γεγονός αυτό πήρε σημαντικές διαστάσεις. Σύντομα, ελληνικά και τουρκικά πολεμικά σκάφη κινήθηκαν στην περιοχή.

Η κρίση κλιμακώθηκε τις επόμενες μέρες. Στις 28 Ιανουαρίου 1996 το περιπολικό "Αντωνίου" του Πολεμικού Ναυτικού κατέβασε την τουρκική σημαία και ύψωσε την ελληνική. Επίσης, το βράδυ της 28ης Ιανουαρίου, Έλληνες βατραχάνθρωποι αποβιβάστηκαν στη Μεγάλη Ίμια χωρίς να τους αντιληφθούν τα παραπλέοντα εκεί τουρκικά πολεμικά.

Στις 29 Ιανουαρίου, ο νέος πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, στις προγραμματικές του δηλώσεις στη Βουλή, στέλνει μήνυμα προς την Τουρκία, ότι σε οποιαδήποτε πρόκληση η Ελλάδα θα αντιδράσει άμεσα και δυναμικά. Στις 30 Ιανουαρίου, η πρωθυπουργός της Τουρκίας Τανσού Τσιλέρ δηλώνει κατηγορηματικά μέσα στην Τουρκική βουλή ότι την επόμενη μέρα η Ελληνική σημαία θα έχει κατέβει από τα Ίμια.

Στις 31 Ιανουαρίου και ώρα 01:40 Τουρκικές ειδικές δυνάμεις αποβιβάζονται στη Μικρή Ίμια. Στις 05:30 της ίδιας μέρας ελικόπτερο του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, που απονηώθηκε από τη φρεγάτα Ναυαρίνο για να διαπιστώσει την πληροφορία παρουσίας Τούρκων στη μικρή βραχονησίδα κατέπεσε κατά την επιστροφή του στη φρεγάτα και τα τρία μέλη του πληρώματος, ο υποπλοίαρχος Χριστόδουλος Καραθανάσης, ο υποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος και ο αρχικελευστής Έκτορας Γιαλοψός, σκοτώθηκαν. Σχετικά με τις αιτίες πτώσης του ελικοπτέρου έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις. Η επίσημη θέση του Πολεμικού Ναυτικού είναι ότι το ελικόπτερο κατέπεσε λόγω κακοκαιρίας και απώλειας προσανατολισμού του πιλότου (Vertigo). Την θέση αυτή υποστήριξε πρόσφατα ο πρώην αρχηγός ΓΕΝ ναύαρχος Αντώνης Αντωνιάδης, αναφέροντας μάλιστα πως η τουρκική φρεγάτα Γιαβούζ προσφέρθηκε να βοηθήσει, αλλά πήρε άμεσα από τους πιλότους του ελικοπτέρου αρνητική απάντηση.[4] Ωστόσο, υπάρχει διαδεδομένη στην Ελλάδα η άποψη ότι το ελικόπτερο καταρρίφθηκε είτε από το Τουρκικό Ναυτικό είτε από τους τούρκους καταδρομείς που υπήρχαν πάνω στο νησί, και ότι η αληθινή αιτία της πτώσης αποκρύφτηκε προκειμένου να λήξει η κρίση και να μην οδηγηθούν οι δύο χώρες σε γενικευμένη σύρραξη ή ακόμα και σε πόλεμο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Σαν Σήμερα:Το χρονικό της Κρίσης των Ιμίων"
Related Posts with Thumbnails