Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ

Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2022

ΚΡΗΤΙΚΑ επώνυμα με ενετικές ρίζες

Μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Βενετούς το 1211, κατέφευγαν λόγω εποικισμού από την Βενετία στην Κρήτη πολλές οικογένειες ευγενείς, ηγετικές, για να τη διοικήσουν.--
Την ανώτατη κοινωνική βαθμίδα αποτελούσαν σι Βενετικοί ευγενείς και οι φεουδάρχες. Αριστοκράτες δεύτερης κατηγορίας ήταν οι Κρητικοί ευγενείς. Οι απλοί πολίτες των πόλεων λεγόταν αστοί, οι δε χωρικοί διακρινόταν σε “άγραφους”, σε “απελεύθερους”, σε “πάροικους” και δούλευαν στα κτήματα του Δημοσίου.
Πολλοί από τους ευγενείς Βενετούς με την πάροδο των χρόνων εξελληνίστηκαν τέλεια και περισσότερο όσοι έμεναν στην ύπαιθρο. Ο Αγ. Ξηρουχάκης «Η Βενετοκρ. Ανατολή» αναφέρει ότι στην έκθεσή τους προς την Γερουσία οι σύνδικοί της Γρίτης και Γκαρτζόνης το 1584 λένε για τους ευγενείς αποίκους της Κρήτης και ιθαγενείς ότι κατάγονται από την Ιταλία, αλλά η καταγωγή τους είναι τόσο απηρχαιωμένη και λησμονημένη, ώστε μπορούν να λέγονται Έλληνες.

Συνεχίζοντας ο Ξηρουχάκης αναφέρει, “Οι ευγενείς Βενετοί αναμίχθηκαν και συγχωνεύθηκαν με τους ιθαγενείς Έλληνες με μικτούς γάμους, που παρά τις απαγορευτικές διατάξεις του Δόγη και αφορισμούς του Πάπα δεν έπαυαν να συνάπτονται μεταξύ Βενετών αποίκων και ιθαγενών Ελλήνων της νήσου, ευγενών και μη”.
Ο ιστορικός Στ. Ξανθουδίδης (Κρητ. συμβ. Ενετοκρ. αναφέρει “ότι από τη βάπτιση και στεφάνωση Κρητών από τιμαριούχους, εδίδοντο βενετικά βαπτιστικά ονόματα και από αναδόχους που δεν ήταν Βενετοί για να κολακέψουν κάποιον άρχοντα, είτε γιατί οι γονείς τα πρότειναν λόγω θαυμασμού προς το πρόσωπο κάποιου ενετού”.
Ο Γ. Πλουμίδης, οι Βενετοκρ. Ελληνικές χώρες, αναφέρει ότι “Μεταξύ των πληθυσμών και στρατιωτών είχαν αναπτυχθεί στενές σχέσεις φιλικές και συγγενικές, αφού αρκετοί είχαν νυμφευθεί γυναίκες του τόπου”. Οι μικτοί αυτοί γάμοι, ενώ προηγουμένως ήταν αθέμιτοι και απαγορεύονταν, ύστερα από τη συνθήκη του Καλλέργη (1299) επιτράπηκαν.
Οι Βενετοί ιστορικοί επίσης, θέλοντας να δικαιολογήσουν την αφομοίωση και συγχώνευση των ευγενών Βενετών με τους Κρητικούς, γράφουν ότι “έχομε τα ίδια ονόματα, γιατί οι ευγενείς Βενετοί όταν βάπτιζαν τέκνα Κρητικών τους έδιναν το δικό τους όνομα”.
Από παρωνύμια για σκωπτικούς λόγους σχηματισμένα από ονόματα επιφανών Βενετών, που στο τέλος κατέληξε να γίνουν οικογενειακά ονόματα των προσώπων αυτών και των απογόνων τους.
 Αυτά όμως τα Βενετικά οικογενειακά πρέπει να είναι ελάχιστα. Ο Γενικός Προβλεπτής (1574 – 1577) Giakomo Foscarini στην έκθεσή του αναφέρει τα εξής σχετικά: “Από τους ευγενείς Βενετούς… πολλοί είναι, που δεν έχουν ανάμνηση της ευγενικής καταγωγής τους και πάρα πολλοί τόσο φτωχοί… εργάζονται με τα χέρια τους στις γεωργικές δουλειές και δεν διατηρούν τίποτε άλλο παρά το επίθετο και λίγο φέουδο, που τους έμεινε ύστερα από το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα, 
Έχουν χάσει εντελώς τη γνώση της ιταλικής γλώσσας. Και επειδή δεν υπάρχει δυνατότητα σε κανένα χωριό του νησιού αυτού να λειτουργούνται κατά το λατινικό δόγμα είναι αναγκασμένοι να μένουν στο χωριό να παρακολουθούν καμιά φτωχή θεία λειτουργία στις ορθόδοξες εκκλησίες, να βαφτίζουν τα παιδιά, να παντρεύονται και να θάβουν τους νεκρούς σύμφωνα με το ορθόδοξο δόγμα και τα ελληνικά έθιμα… Οικογένειες τέλεια ελληνικές, οι οποίες δεν πιστεύω πως μπορούν να υπόσχονται περισσότερα από ότι θα μπορούσαν να προσφέρουν οι ΄Ελληνες”.
“Ο F. Τhίriet ομιλεί για τον εξελληνισμό Βενετικών οικογενειών μέχρι του σημείου να φαίνεται ότι χειροτονούνται ορθόδοξοι ιερείς. 
Μετά τη μεγάλη επανάσταση των φεουδαρχών 1363 -65, που ένωσε τις αρχοντικές οικογένειες με τις βενετικές των πατρικίων, ένας μεγάλος αριθμός Βενετών γίνεται ορθόδοξος και αποδέχεται τις συνήθειες και τις πεποιθήσεις των Κρητικών με τις οποίες συζεί σχεδόν δύο αιώνες”.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία αναλύει με τον επιστημονικό και περίτεχνο τρόπο η κ. Χρυσ. Τσικριτσή – Κασιανάκη, καθηγήτρια της Φιλολογίας στο βιβλίο της “Κρητικά Επώνυμα Ένετικής Προελεύσεως” και καταλήγει, ότι τα οικογενειακά ονόματα ενετικής προελεύσεως προέρχονται:
1) από αναγνωρισμένα και υιοθετημένα νόθα παιδιά των Ενετών,
2) από μικτούς γάμους,
3) από εξελληνισμένους Βενετούς, που λόγω πτωχεύσεως έχασαν πρώτα την ευγένειά τους και ύστερα το εθνικό τους φρόνιμα,
4) από βενετικά βαπτιστικά και
5) πιθανόν να προέρχονται και μερικά από αυτά από ονόματα Βενετών που επικράτησαν ως παρωνύμια για σκωπτικούς λόγους.
Παραθέτουμε Παρακάτω τα Ανωγειανά επώνυμα ενετικής προελεύσεως κατ’ αλφαβητική σειρά.
Ι. Βιτώρος – Βιτώρης – Βιτ(τ)ώρος – Βιτωράκης – Βιτ(τ)ωράκης – Βικτωράκης – Βιτούρης – Βετούρης
Και σήμερα το βενετικό επώνυμο Vittοrί, Vittori, Vitturi και Vettore από το βαπτιστικό Vittirio. Προβλεπτής και γαλλικά Victor (λατ. = νικητής).
Η αρχοντική οικογένεια των Vitturi της Βενετίας, με δικό της οικόσημο ανέδειξε πολλές σημαίνουσες προσωπικότητες στην πολιτική, στο στρατό και την εκκλησία.
Μεταξύ αυτών ο Lorenzo Vittori του Daniel αρχιεπίσκοπος Κρήτης το 1595 και δούκας της Κρήτης το 1453 Benedetto Vitturi.
Οικογένεια Βιτούρη το 1600 στη Ζάκυνθο. Σε έγγραφο του 1637 ιδιοκτήτης μοναστηριού ο Ν. Sinior Manolesso Vittorio 1637.
Μεταξύ προσφύγων στη Ζάκυνθο έγγρ. 1682, Marietta Vittoropula, σύζυγος του Μάρκου Salemon και Μανόλης Γιαλινός λεγόμενος Vittorio.
Γνωστός ο προμαχώνας Βιτούρη (Vitturi) των ενετικών τειχών του Ηρακλείου Μarco Vitturi σε έγγραφο του 1212. Damianus Vittorio έγγραφο 1214 Candia. Βερνάδρος Βιτούρης και ο γιος του Σεβαστιανός σε έγγραφο του 1366 και 1375. Σε έγγραφο του 1364 Αndreolus Vittori gd joh, έγγραφο 1368. Bernardus Vittori consiliarius σε έγγραφο 1367 και 1368.
Ηernolaus ex recteuz de Sitia 1839, Νikoletus Antonius και Vituri έγγραφο 1395. Ο Bulgarus Victuzi έφερε στην Κρήτη σιτάρι, έγγραφο 1407.
Benedetto Vitturi σύμβουλος Κρήτης έγγραφο 1433. Σερ Laurentio Vitturi σύμβουλος Ρεθύμνου 1461.
Misser Vetturi το 1450. Αρχιεπίσκοπος Κρήτης το 1576 Lorenzo Vitturi. Ο ίδιος Ν. Venetus Laurentius Victuri Azchieriskopus Candie 1584 και αλλού ο ίδιος Lorenzo Bitturi.
2. Δακανάλης – Δακαναλάκης – Δαγκανάλης και Δακαναροπούλα.
Και σήμερα το βενετικό Da Canal και Ιταλικό Canale από τοπωνύμιο. Βλέπε και Καναλάκης και βυζαντινό Δεκανάλης, άσχετο με το κρητικό.
Το όνομα υπάρχει σε πολλές μαρτυρίες στην Κρήτη από το 1212 – 1623 με τους τύπους da Canale και de Canale ή de Canali.
Δούκες Johanes de Canali 1254 και Guidode Canale το1304 και 1308.
Στον Raynezio de Canalis παραχωρούνται δύο καβαλλαρίες στο διαμέρισμα Χανίων
1252 και Jacodo και Johanes de Canalis.Canaletto de Canale, 1320 στο Χάνδακα..
Georcio et Cuidoda Canal 1339, Ferdatores de Crete, Sclavurio και Νicolo da Canal.
Leonardus de Canali rtovidys vir• Feudatus noster in Creta, 1398. Επιθεώρηση του ιππικού Ηράκλειο από το τον Fadio da Canal Γενικό προβλεπτή το 1582. —•
Μεταξύ ευγενών Ηρακλείου και φεουδαρχών υπαίθρου, Alessio Canal, Domeniko, Marco, Nikolo, Marino Canal και άλλοι το 1583. —
Στο χρονικό του Τzivan 1644 μεταξύ των Νοd ven di Candia Canal. Σε έγγραφο του
1861 Δακαναροπούλα από τον Ξυδά.
3. Δραμουντάνης
Προβλεπτής βεν.Tramontin και ιταλικό Tramantana = chesta o viene Nord. Το όνομα δεν προέρχεται βέβαια από το βενετικό επώνυμο, αλλά από το όνομα του αέρα παρωνύμιο για κάποιον με δυναμική παρουσία.
4. Κουτάντος  Αcotanto Cotonto
Επώνυμο Αcotanto, Αcoitanto ven από 1112 στα παρωνύμια πιθανόν από αccogli tanto o tanti. Μήπως από contento που μαρτυρείται στην Κρήτη με προθετικό α;
Οι Αcotanto παλιά βενετική οικογένεια πατρικίων που μερικοί δέχονταν ότι προέρχονται από την Κωνσταντινούπολη.
Στη Βενετία το 1144 και 1184 έγγρ. Μάρκος και Δομένικος Αcotanto.Jocoro Acotanto 1212 και Marco Acotanto Jacobus Acotanto consiliarius σε έγγρ. 1219. Ciacomo Acotanto μάρτυρας και Jacomo Acotanto consiliere σε έγγραφα 1224 και 1225, Donnemico αδελφός του Ciuliano Acotanto και Marino 1225. Jacodus Acotanto deccarius na b. στο Χάνδακα εγγρ. 1271. Ιάκωβος Αccontanto κάτοικος στο Βούργο του Χάνδακα. Kalli χήρα του Μάρκου Αccontanto, Πέτρος Accontanto κάτοικος Χάνδακα, έγγραφα 1280- 81. Ιάκωβος Αccotanto του Λέανδρου σε έγγραφα 1301-1302. Σερ Jacobellus Acotanto Zogatus και ser Πέτρος και σερ Λουκάς Acotanto σε έγγραφα 1341, 1346, 1347. Ερμόλαος Acot Κομερκλάριος Κρήτης 1343.
Αcotanto Στέφανος στη Σητεία το 1370 και Πέτρος Cotanto σε έγγρ. Του 1399.
Άγγελος Ακοτάντος έγγρ. 1436. Ο Άγγελος Ακοτάντος ή Κοτάντος ζωγράφος είχε δύο αδελφούς τον Giovani επίσης ζωγράφο σε έγγραφα 1450 και 1477 και τον Θεόδωρο σχολάρχη. Dominus Pasguali Contonto Butano σε έγγρ. του 1495. σε έγγρ. του 1513 αναφέρεται η κόρη του πoτέ Magisstri Joannis Akotanto ζωγράφος Χάνδακα. Μανόλης Κουτάντος έγγρ. 1582 και Βιτζέντζος Κουτάντος έγγρ. 1583. Μιχαήλ Agvotanto de continios Agnetis 1222.
5. Μανιώρος – Μανιωράκης
Η συγγραφέας πιστεύει ότι προέρχεται από το Μανιός – Μανιόρος. Βαπτιστικό Μagno από λατινικό magnus = gande. Αλλά και Μario βαφτ. από λατινικό Μarius από το αρχαϊκό manus.
Σερ Sclavus Magno από τη Βενετία κάτοικος Χάνδακα 1352. Σε έγγραφα του Ι363 1395 σι Βενετοί Sclavus Magno, Madlus, Magno, Marius και Johanes Magno. Στα Χανιά το 1536 mastro Maro Mari και Mastro Manoli Mari, Retrus magnus thesaurarius 1545. Γιάννης υιός Μανιού έγγραφο 1672 και Μανόλης Μανιάς έγγρ. 1674. Αλοΐσιος (Αλεβίζε) Μάνιο, έκτακτος προβλεπτής Σούδας έγγρ. 1713. Μανιουδάκη από την Κρήτη το 1868 στη Ζάκυνθο.
6. Μανούσος, Μανουσάκης, Μανούσακας, Μανουσακάκης, Μανουσουδάκης, Μανουσιουδάκης, Μανουσιδάκης, Μανουσέλης, Μανουσελάκης και Μανουσογιαννάκης
Από το βαφτιστικό Μano, Manea, Manusso,Manoli προβλεπτής Μari, Maro, Matusso και Zane Zanessi,Zanusso, προβλεπτής Γιάννης Γιαννούκος – Γιαννούσος (επών. Γιαννουσάκης στις Μαργαρίτες Μυλοποτάμου), Μιχ. Γιαννούσος 1566.
Κατά την εποχή της Ενετοκρατίας το Εμμανουήλ – Μανόλης συνηθίζεται ως Μάνος – Μανός – Μανιός – Μανέας – Μανούκος – Μανούσος από επίδραση βενετική. Ο Οlinieri έχει Μani, Manuzio, Manuzzato, Manoli από το 1309, Μanolessus από το 1075 από μεσαίων. βαφτ. ο Εm. De Felice έχει βαφτίσει Μanolo υποκ. του Εmmanouele.
Σε έγγραφο του 1479 βαφτ. Μanussio Marci. Ser Manussio 1546. Μanutio Rireri στα Χανιά 1536, Μanusso di Candia 1559 και Μanusso Mara Candiote, 1569.Μανούσος Πρέβελης του Πέτρου 1591.
Σε έγγραφα του 1503 -1509 Μanoli da Candia και 1501 -1517 Μanusso da Candia που ο Αντ. Πάρδος ταυτίζει.
Στα κατάστιχα του νοταρίου Μ. Μαρά 1538 – 1578 βρίσκουμε αδιακρίτως Μανουήλ ή Μανέας, Μανώλης ή Μανούσος. Μανούσος Πηγάς δάσκαλος 1567 και 1582, Μανοήλ Πηγάς δάσκαλος 1572 το ίδιο πρόσωπο όπως δέχεται και ο Μέρτζιος. Και η Ασπασία Παπαδάκη από την ανάγνωση πολλών εγγράφων ταυτίζει το Εμμανουήλ – Μανέας – Μανούσος. Επίσης η Μ. Κωνσταντουδάκη ταυτίζει τον Μανέα Μουζουράκη ζωγράφο 1509-1534 με τον ser Manussio Mazurachi και με τον Μανέα Μουζουράκη μάρτυρα σε έγγρ. του 1549. Σε έγγρ. του 1692 Σταμάτης υιός Μανούσου και Παύλος υιός Μανούσου.
7. Μέμμος, Μεμάκης
Και σήμερα βενετικό Μemο. Ο Τριανταφυλλίδης το ετυμολογεί από Μεμάς υποκοριστικό του Γεράσιμος. Νομίζω από το βεν. επώμυνο Μemmo από βαφτ. Μπιο και Μemmο υποκ. του Gulielmo. Οι Μemo μεταξύ των αρχοντικών οικογενειών της Βενετίας ανέδειξε 3 δόγες, συγκλητικούς και επισκόπους.
Στην Κρήτη δούκας ο Ludonicus Memmo το 1584 και Αρχιεπίσκοπος Vitus το 1407 και Μichael Memmo 1448.
Νicolaus Memo κάτοικος Χάνδακα σε έγγραφα του 1272 και 1281. Masseo Memmo signore di notte εγγρ. 1349 και άλλοι.
Tzibanus Memo σε έγγρ. 1481, Αndrea Memo consilie 1482-1485 και Μichele Memo consiliere 1488-1491.
Πιέρος Μέμος σε διαθήκη του 1500. Ιωάθαν Μέμος αρχιγραμματέας, αρχειοφύλαξ και Δ/ντής αστυνομίας (1567-71). Μισέρ Βιττόρε Μέμο έγγρ. 1581.
Αμπέλι του ευγενή μισέρ Τζορτζή Μέμο έγγρ. 1618 Κωνσταντ. Μέμος (1699) διδάσκαλος του Ελληνικού Σχολείου στη Βενετία. Ασφαλώς ο ίδιος Κωνστ. Μέμος ακαδημαϊκός Αβλαβής (Πlesο) 1669 – 1701. Μέμος στον Αγ. Βασίλειο Πεδιάδος 1747.
8 . Μπαγγέρης – Μπαγκέρης – Παγκέρης – Μπαγκεράκης – Μπαγκράκης Από μπαγκέρης (danchiere = τραπεζίτης).
9. Μπρίνταλος, Μπρεδάκης – Μπρεδόπδυλος, Πρεντάκης, Μπριντάκης, Πρίνταλος, Μπρεντάης, Μπρεντάνας, Ντί Μπρέντα
Το Πρεντάκης – Μπρεδάκης έχει σχετίσει παλαιότερα με τη λέξη praeda η συγγραφέας και τα ονόματα Μπρεδολόγος και Πρεδευσής. Πιθανόν όμως να προέρχονται και απ’ ευθείας από το βενετικό όνομα Βreda, Bredani βενετικό οικογ. Breda, Bredo στα ονόματα από παρωνύμια.
ΙΟ. Σαλούστρος
Πιθανόν να σχετίζεται με τη λέξη σαλούστρο που απαντάνται στον Καστούρμπο και η σημασία και ετυμολογία της είναι άγνωστη. Πιθανότερο να προέρχεται από βαφτ. sallustio. Κρητικοί ευγενείς Ρεθύμνου οι Saluzzi 1574. Μεταξύ ευγενών Κρητών Ρεθύμνου 1583 Μattio Salustro του π. μισέρ Ραntalon Zuane του π. πισέρ Francessco και Ζυane Salustro il Vecchio.
Αndriana Salustopula έγγρ. 1683 μεταξύ Κρητών προσφύγων στην Κέρκυρα.
ΙΙ. Σμπώκος, Σπόκος και Σπώκος, Μπόκος
Από Sbocco = στόμιο, εκβολή, αιμόπτυση. Η συγγραφέας νομίζει το πιθανότερο από το Βocho όπως Βώλος – σβώλος, Κάνθαρος – σκαθάρι, κόκος – Σκόκος, βαφτιστικό βεν. Βοcco και Βodolinu και οικογ. Βοcchi, Bocho, Boccoli, Bocco. Ήδη από τον 11ο αιώνα βαφτ. Βocca, από παρωνύμιο Βocca ή Βυcca.
Σε έγγραφο του 1381 Βarnada Βοcho από τη Βενετία. Pres ditez Alonixius Bochos 1463. Επίσης Βοcho σε έγγρ. του 1535.
Ύστερα από επίπονες έρευνες που έκανε το Ιστορικό Αρχείο της Βενετίας ο γιατρός Δακανάλης Σπύρος, βρήκε τα οικόσημα τόσο το βενετικό, όσo και το Κρητικό της οικογένειας των Δακανάληδων.

Του ΜΑΝΟΛΗ ΜΙΧ.ΔΑΚΑΝΑΛΗ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΚΡΗΤΙΚΑ επώνυμα με ενετικές ρίζες"

Κυριακή 12 Ιουνίου 2022

Η κατάκτηση της ευτυχίας κατά τον Έλληνα φιλόσοφο Επίκουρο



Όλοι γνωρίζουμε ότι ο Επίκουρος (341 π.Χ. – 270 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος και ότι ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή, η οποία ονομαζόταν Κήπος του Επίκουρου. Θεωρείται μια από τις πιο γνωστές σχολές της ελληνικής φιλοσοφίας. Ο Επίκουρος πίστευε πως η ευτυχία μπορεί να κατακτηθεί μέσω ορισμένων βασικών αποκτημάτων. Ποια είναι όμως αυτά; Ακολουθεί η επικούρεια λίστα αποκτημάτων :

Ι. Φιλία

Επιστρέφοντας στην Αθήνα το 306 π.Χ., ο Επίκουρος στην ηλικία των 35, επέλεξε μια ασυνήθιστη κατοικία. Εντόπισε μια μεγάλη οικία λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας, στον δήμο της Μελίτης, μεταξύ αγοράς και λιμανιού στον Πειραιά, και μετακόμισε εκεί με μια παρέα φίλων. Ο Επίκουρος παρατήρησε ότι: «Από όσα παρέχει η σοφία για την ευτυχία της ζωής συνολικά, το κατά πολύ πιο σημαντικό είναι η απόκτηση φίλων».Τέτοια ήταν η προσήλωση του στην ευχάριστη παρέα, ώστε ο Επίκουρος συνιστούσε να προσπαθεί κανείς να μην τρώει ποτέ μόνος:

«Προτού φας ή πιεις οτιδήποτε, σκέψου προσεκτικά με ποιον τρως ή πίνεις παρά τι τρως και τι πίνεις: το να τρέφεσαι χωρίς κάποιο φίλο θυμίζει τη ζωή λέοντα ή λύκου».

Δεν υπάρχουμε παρά μόνο αν υπάρχει κάποιος που διαπιστώνει την ύπαρξη μας, όσα λέμε δεν έχουν νόημα μέχρι να τα καταλάβει κάποιος. Ο Επίκουρος, διακρίνοντας την κρυφή μας ανάγκη, αναγνώρισε πως μια χούφτα πραγματικοί φίλοι μπορούσαν να παρέχουν την αγάπη και το σεβασμό που πιθανόν να μην επιτύγχανε μια ολόκληρη περιουσία.

ΙI. Ελευθερία

Ο Επίκουρος και οι φίλοι του εισήγαγαν μια δεύτερη ριζοσπαστική καινοτομία. Προκειμένου να μην αναγκάζονται να δουλεύουν για άτομα που δεν συμπαθούσαν και να είναι υπόλογοι σε δυνητικά ταπεινωτικές ιδιοτροπίες, αποσύρθηκαν από τις εμπορικές δραστηριότητες των Αθηνών («πρέπει να ελευθερώσουμε τον εαυτό μας από το κάτεργο της καθημερινής ρουτίνας και της πολιτικής») και ξεκίνησαν κάτι που θα μπορούσε να περιγραφεί ακριβέστερα ως κοινόβιο, αποδεχόμενοι έναν απλούστερο τρόπο ζωής με αντάλλαγμα την ανεξαρτησία. Θα διέθεταν λιγότερα χρήματα αλλά δε θα αναγκάζονταν ποτέ ξανά να ακολουθήσουν τις διαταγές απεχθών ανωτέρων. Έτσι αγόρασαν έναν κήπο κοντά στο σπίτι, άρχισαν να καλλιεργούν διάφορα λαχανικά και αγκινάρες. Διαιτολόγιο όχι πολυτελές, ούτε άφθονο, αλλά γευστικό και θρεπτικό.

ΙΙΙ. Σκέψη

Υπάρχουν ελάχιστες καλύτερες γιατρειές για το άγχος από τη σκέψη. Γράφοντας ένα πρόβλημα ή αναφέροντάς το σε μια κουβέντα, επιτρέπουμε να αναδειχθούν οι ουσιαστικές πλευρές του. Και γνωρίζοντας τον χαρακτήρα του, απομακρύνουμε, αν όχι το ίδιο το πρόβλημα, τουλάχιστον τα δευτερεύοντα, επιβαρυντικά χαρακτηριστικά του: τη σύγχυση, τη μετατόπιση, την έκπληξη.
Στον Κήπο -όπως έγινε γνωστή η κοινότητα του Επίκουρου- η διαδικασία της σκέψης ενθαρρυνόταν ιδιαίτερα. Πολλοί από αυτούς τους φίλους ήταν συγγραφείς. Στα κοινά δωμάτια του σπιτιού στη Μελίτη και στον κήπο με τα λαχανικά, πρέπει να υπάρχουν συνεχείς ευκαιρίες για την εξέταση προβλημάτων με ανθρώπους ευφυείς που συμμεριζόταν τα ίδια ιδανικά.

Ο Επίκουρος ενδιαφερόταν ιδιαίτερα ώστε εκείνος και οι φίλοι του να μάθουν να αναλύουν τις αγωνίες τους με το χρήμα, την αρρώστια, τον θάνατο και το υπερφυσικό. Αν κάποιος σκεφτόταν λογικά το θέμα της θνησιμότητας, θα μπορούσε, όπως υποστήριζε ο Επίκουρος, να συνειδητοποιήσει ότι μετά το θάνατο δεν υπήρχε τίποτα πέρα από τη λήθη, και πως


«αδίκως θλιβόμαστε περιμένοντας ένα πράγμα που σαν το’χουμε δίπλα μας δεν μας ενοχλεί».

Είναι άσκοπο να θορυβείται κανείς προκαταβολικά για μια κατάσταση που δεν θα βιώσει ποτέ:

«Γιατί τίποτα μέσα στη ζωή δεν είναι φοβερό για όποιον έχει στ’ αλήθεια κατανοήσει ότι τίποτε φοβερό δεν υπάρχει στο να μη ζει κανείς.»

Η νηφάλια ανάλυση ηρεμούσε το μυαλό. Απέτρεπε τους φίλους τους Επίκουρους από το να ρίχνουν κλεφτές ματιές στις δυσκολίες που θα τους στοίχειωναν στο αστόχαστο περιβάλλον πέραν του Κήπου.

Φυσικά ο πλούτος είναι απίθανο να κάνει κάποιον δυστυχή. Όμως ο πυρήνας του επιχειρήματος του Επίκουρου είναι πως αν διαθέτουμε χρήματα δίχως φίλους, ελευθερία και μια μοναδική ανάλυση της ζωής μας, δεν θα είμαστε ποτέ αληθινά ευτυχισμένοι. Και αν τα διαθέτουμε αλλά στερούμαστε πλούτου, δεν θα είμαστε ποτέ δυστυχισμένοι. Για να τονίσει τι είναι απαραίτητο για την ευτυχία και τι θα μπορούσε να αποποιηθεί δίχως ιδιαίτερη στεναχώρια κάποιος που στερείται την ευμάρεια λόγω κοινωνικής αδικίας ή οικονομικών δυσκολιών, ο Επίκουρος διαίρεσε τις ανάγκες μας σε τρεις κατηγορίες : Από τις επιθυμίες, ορισμένες είναι φυσικές και αναγκαίες, ορισμένες είναι φυσικές αλλά όχι αναγκαίες, και, τέλος, ορισμένες άλλες δεν είναι ούτε φυσικές ούτε αναγκαίες.

ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΤΥΧΙΑ

Φυσικά και αναγκαία
Φίλοι / Ελευθερία / Σκέψη

Φυσικά και όχι αναγκαία
Μεγάλο σπίτι / Ιδιωτικά λουτρά / Συμπόσια / Υπηρέτες / Ψάρι, κρέας

Ούτε φυσικά, ούτε αναγκαία
Φήμη / Εξουσία

Ο τριμερής διαχωρισμός του Επίκουρου υπονοούσε – καίρια για όσους δεν μπορούν να βγάλουν χρήματα ή φοβούνται μην τα χάσουν – ότι η ευτυχία βασιζόταν σε ορισμένα περίπλοκα ψυχολογικά αγαθά αλλά ήταν σχετικά ανεξάρτητη από τα υλικά, πέρα από τα μέσα για την αγορά μερικών ζεστών ενδυμάτων, μιας κατοικίας και τροφής – μια ομάδα προτεραιοτήτων σχεδιασμένη να προκαλέσει σκέψεις σε όσους είχαν εξισώσει την ευτυχία με την πραγμάτωση μεγάλων οικονομικών σχεδίων, και τη δυστυχία με το φτωχικό εισόδημα.

“Μια σκέτη σούπα σου δίνει ίση ευχαρίστηση με ένα πολυτελές γεύμα, όταν έχει φύγει όλο το δυσάρεστο αίσθημα από την έλλειψη.”

“Τίποτα δεν ικανοποιεί τον άνθρωπο που δεν ικανοποιείται με τα λίγα.”

“Δεν ελευθερώνουν τη ψυχή από την ταραχή και δεν φέρνουν την αληθινή χαρά τα αμέτρητα πλούτη.”

Στην σημερινή πραγματικότητα δίνεται έμφαση στις πολυτέλειες και στα πλούτη, και σπάνια στη φιλία, στην ελευθερία και στη σκέψη. Η κυριαρχία της κενοδοξίας δεν είναι συμπτωματική. Οι εμπορικές επιχειρήσεις έχουν συμφέρον να αλλοιώσουν την ιεράρχηση των αναγκών μας, να προωθήσουν ένα υλικό όραμα του καλού και να υποβαθμίσουν κάποιο δυσπώλητο. Και ο τρόπος να μας δελεάσουν είναι μέσα από την ύπουλη διασύνδεση των περιττών αντικειμένων με όσες άλλες μας ανάγκες έχουμε ξεχάσει.

Πηγή :  roadartist από το βιβλίο του Αλαίν ντε Μποττόν “παρηγορία της φιλοσοφίας” , Εκδόσεις Πατάκης

Αντικλείδι , https://antikleidi.com

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η κατάκτηση της ευτυχίας κατά τον Έλληνα φιλόσοφο Επίκουρο"

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2022

Η αρχαία ελληνική Ουκρανία

 Η αρχαία ελληνική Ουκρανία:

Αχαιοί, Θράκες, Αργοναύτες,
Υπερβόρειοι, κ.ά.

Του Γιώργου Λεκάκη

Η αρχαία Σαρματία χωριζόταν (από τους αρχαίους γεωγράφους ακόμη) σε ευρωπαϊκή και ασιατική[1].

Οι Σαρμάτες[2] (< Σαυρομάτες[3] > Σαμάτες) ήταν Σκύθες. Όλοι οι Σκύθες ήσαν περίφημοι ιππείς. Ήσαν νομάδες, πολεμικοί, κοντοί, ξανθοί, παχύσαρκοι, με γαλάζια μάτια, δολιχοκέφαλοι και λεπτοπρόσωποι. Ήταν παιδιά των Αμαζόνων, με εντοπίους άνδρες. Η κάτοικος της χώρας τους ελέγετο Σαυρομάτις, ή Σαρμάτισσα. Ο σχετιζόμενος με την Σαρματία, ελέγετο σαυροματικός, σαρματικός.[4]

Ο πρώτος που αναφέρει αυτό το όνομα ως χώρα ήταν ο Πομπώνιος Μέλας (1ος αι. μ.Χ.), για να δηλώσει το βόρειο μέρος της Ευρασίας, από τον ποταμό Βιστούλα και των Σαρματικών ορέων προς Δ., τα οποια την εχώριζαν από την Γερμανία, μέχρι του ποταμού Ρα ή Λύκου (νυν Βόλγας) προς Α., ο οποίος την εχώριζε από την Σκυθία. Προς ΝΔ. και Ν. οριζόταν υπό των ποταμών Δουνάβεως, Τισία (Theiss) και Τύρα (Δνείστερ), οι οποίοι την εχώριζαν από την Παννονία (των Κρητών) και την Δακία (των Θρακών), και μακρύτερα από τον Εύξεινο και τον Καύκασο, ο οποίος την εχώριζε από την Κολχίδα, την Ίβηρία και την Αλβανία. Εκτεινόταν προς Β. μέχρι την Βαλτική θάλασσα και των «άγνωστων χωρών» της Β. Ευρώπης.

Οι Σαρμάτες κατοικούσαν μικρό μόνο μέρος αυτής της χώρας, των σκυθικών και όχι μόνον φυλών:

- Ουενέδαι / Βενέδαι επί της Βαλτικής, στο βόρειο μέρος, γερμανικής καταγωγής,

- Ρωξολανοί και Αμαξόβιοι κατά τα Ν. της Ρωσίας,

- Άλαννοι / Άλανοι προς Δ. του ποταμού Τανάϊδος (νυν Δον)[5], κ.ά.

Στα Ν. της Ρωσίας κατοικούσαν και οι Ιάζυγες. Οι Ιάζυγες επήραν το όνομά τους από τον Ιάσωνα, τον περίφημο αρχηγό των Αργοναυτών. Αναφέρονται ως Jazygues, Iaziges, Iazyges, Iasses, Jasses, Jassics ή Jasones και Lazygues[6]. Ο πρίγκηψ Ιάσων από την Ιωλκό, έμεινε στην μνήμη ακόμη και των ανατολικότερων ως Yâsia, Yârya, Yrætta, που σημαίνει επίσης «ευγενής», και έδωσε τα τοπωνύμια Jász ή Jassie, Iașing ή Jassy / Ιάσιο στην Ρουμανία!

Όλη η χώρα διαιρείτο δια του ποταμού Τανάϊδος (Ντον) σε δύο μέρη:

- Την Ευρωπαϊκή ή Δυτική Σαρματία (που περιελάμβανε την Απολλωνία / Πολωνία και την Ρωσία), και

- την Ασιατική ή Ανατολική Σαρματία (η οποία περιελάμβανε τις χώρες πέραν τής Κασπίας θαλάσσης).

Η Ταυρική χερσόνησος (νυν Κριμαία), μολονότι ήταν στα παραπάνω όρια, εν τούτοις δεν εθεωρείτο τμήμα της Σαρματίας, αλλά ιδιαιτέρα χώρα.[7]

Σκύθες, Σαρμάτες και Βαστάρνες ήταν αναμεμειγμένοι με τα θρακικά ελληνικά φύλα.[8] Οι αρχαίοι Έλληνες εγνώριζαν την περιοχή, όπως προκύπτει από τα πλείστα ελληνικά τοπωνύμια, την επισκέπτονταν συχνάκις για εμπόριο, την εκπολίτισαν και ίδρυσαν αποικίες.[9]

Οι Σαρμάτες κατοικούσαν κυρίως μεταξύ του Ευξείνου Πόντου και της Κασπίας Θαλάσσης. Αλλά κατά τον 1ο μ.X. αιώνα έφτασαν να κατοικούν σε όλη την ανατολική και βόρεια Ευρώπην, μέχρι την Σουηδική / Βαλτική Θάλασσα. Τον 4ο αι μ.Χ. νικήθηκαν από τους Γότθους, επέδραμαν στην (κρητική) Παννονία, αλλά και εκεί απεκρούσθησαν από τον Βαλεντινιανό, το 375 μ.Χ. Τέλος, υποτάχθηκαν υπό των Ούννων, τους οποίους και ακολούθησαν προς την Δύση, ενώ κάποιοι εξ αυτών κατέφυγαν, τον 6ο μ.Χ. αι. ξανά στα παράλια της Βαλτικής θάλασσας και έκτοτε δεν ξανα-αναφέρονται πλέον στην ιστορία…

Ο Αντίγονος στις «Θαυμαστές Ιστορίες» μεταφέρει πληροφορία του Ηρακλείδη, ότι στην Σαρματία υπάρχει λίμνη που κανένα όρνεο δεν μπορεί να την περάσει (αορνίτις), ενώ από την οσμή της μπορεί να πεθάνει κανείς![10]

Ιδού η ασιατική Σαρματία, κατά Κλαύδιο Πτολεμαίο, μεγάλο μέρος της οποίας σήμερα, καλύπτει η Ουκρανία:

Σαρματίας τῆς ἐν Ἀσίᾳ θέσις.

Ἀσίας πίναξ β.

Ἡ ἐν Ἀσίᾳ Σαρματία περιορίζεται ἀπὸ μὲν ἄρκτων ἀγνώστῳ γῇ, ἀπὸ δὲ δύσεως τῇ ἐν Εὐρώπῃ Σαρματίᾳ ἕως τῶν πηγῶν τοῦ Τανάϊδος ποταμοῦ, καὶ αὐτῷ τῷ Τανάϊδι ποταμῷ ἕως τῶν ἐκβολῶν αὐτοῦ εἰς τὴν Μαιῶτιν[11] λίμνην, καὶ τῆς Μαιώτιδος λίμνης τῷ ἀπὸ τοῦ Τανάϊδος ἀνατολικῷ μέρει μέχρι τοῦ Βοσπόρου τοῦ Κιμμερίου, οὗ μέρους ἡ θέσις ἔχει οὕτως· μετὰ τὰς τοῦ Τανάϊδος ποταμοῦ ἐκβολάς,

Πανιαρδίς ξζ νγ

Μαρουβίου ἢ Μαραβίου ποταμοῦ ἐκβολαί ξη νγ

Παταρούη[12] ξη νβ

Ῥομβίτου[13] Μεγάλου ποταμοῦ ἐκβολαί ξη νβ.

Θεοφανίου ποταμοῦ ἐκβολαί ξη να γο

Ἄζαρα πόλις ξη να γ

Ῥομβίτου Μικροῦ ποταμοῦ ἐκβολαί ξθ ν

Ἀξαβῖτις Ταινία ξη ν

Κυράμβη ἢ Τυράμβη ξθ γο μθ γ

Ἀττικίτου ποταμοῦ ἐκβολαί ο μθ γ

Γέρουσα πόλις ο μθ

Ψάθιος ποταμοῦ ἐκβολαί ξθ μη δ

Μάτητα ξθ μη

Οὐαρδάνου / Βαρδάνου ποταμοῦ ἐκβολαί ξη μη γ

Κιμμέριον ἄκρον ξζ μη

Ἀπάτουργος ξ μη δ

Ἀχίλλειον[14] ἐπὶ τοῦ στόματος ξδ μη

ἐν δὲ τῷ Βοσπόρῳ τῷ Κιμμερικῷ,

Φαναγορία . ξδ μζ γ

Κοροκονδάμη . ξδ δ μζ .

Απὸ δὲ μεσημβρίας τῷ τε ἐντεῦθεν μέρει τοῦ Εὐξείνου Πόντου μέχρι Κόρακος ποταμοῦ, ἔτι τε Κολχίδι καὶ Ἰβηρίᾳ καὶ Ἀλβανίᾳ μέχρι τῆς Ὑρκανίας τῆς καὶ Κασπίας θαλάσσης, ἧς πλευρᾶς ἡ περιγραφὴ ἔχει οὕτως·

μετὰ τὴν Κοροκονδάμην ἐν τῷ Πόντῳ πάλιν,

Ἑρμώνασσα ξε μζ

Σινδικὸς λιμήν . ξε μζ γ

Σίνδα κώμη ή Σινδικός λιμένας, ή Σινδική, ή Σύνδικος, ξ μη.[15]

Βάτα λιμήν ξ μζ γο

Βάτα κώμη ξ γ μζ γ

Ψύχρου ποταμοῦ ἐκβολαί . ξ γο μζ γ

Ἀχαΐα κώμη ξζ μζ

Κερκετίδος κόλπος ξζ μζ γ

Ταζὸς πόλις ξη μζ

Τορετικὴ ἄκρα ξη μζ

Ἄμψαλις πόλις ξη μζ δ

Βούρκα ποταμοῦ ἐκβολαί ξθ μζ δ

Οἰνανθία ξθ γο μζ δ·

Θεσσύριος ποταμοῦ ἐκβολαί ο μζ

Καρτερὸν Τεῖχος ο μ γ

Κόρακος ποταμοῦ ἐκβολαί ο μζ

τὸ ἐντεῦθεν ἐπὶ τὴν πλευρὰν τῆς Κολχίδος πέρας οε μζ

Τὸ ἐφ’ εξῆς ἐπὶ τὸ τέλος τῆς Ἰβηρίας, ἐν ᾧ καὶ

αἱ Σαρματικαὶ Πύλαι οζ μζ.[16]

τὸ ἐντεῦθεν ἐπὶ τὴν Ἀλβανίαν μέχρι τῆς Ὑρκανίας θαλάσσης πέρας, ἐφ᾽ οὗ

Σοάνα ποταμοῦ ἐκβολαί π μζ

ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν τῷ ἐντεῦθεν μέρει τῆς Ὑρκανίας θαλάσσης, ἐν ᾧ μετὰ τὴν τοῦ Σοάνα ποταμοῦ ἐκβολὴν, ἧς ἡ θέσις π μζ

Ἀλόντα ποταμοῦ ἐκβολαί π μζ γο

Οὔδωνος ποταμοῦ ἐκβολαί πζ μη γο

Ῥᾶ ποταμοῦ ἐκβολαί πζ μη γ

καὶ τῇ Σκυθίᾳ παρὰ τὸν Ῥᾶ ποταμὸν μέχρι τῆς ἐπιστροφῆς, ἧς ἡ θέσις ἐπέχει μοίρας πε νδ καὶ παρὰ τὸν ἐντεῦθεν μεσημβρινὸν μέχρι τῆς ἀγνώστου γῆς.

Ἔστι δὲ καὶ ἑτέρα τοῦ Ῥᾶ ποταμοῦ ἐκβολὴ πλησιάζουσα τῇ τοῦ Τανάϊδος, ἧς ἡ θέσις ἐπέχει μοίρας . οδ ν·

ὑπὲρ ἣν συμβάλλουσι δύο ποταμοὶ ῥέοντες ἀπὸ τῶν Ὑπερβορείων ὀρέων,

καὶ ἡ μὲν τῆς συμβολῆς θέσις ἐπέχει μοίρας οθ νη

αἱ δὲ πηγαὶ τοῦ μὲν δυτικωτέρου αὐτῶν ἐπέχουσι μοίρας ο ξα τοῦ δὲ ἀνατολικωτέρου . ξα

Διέζωκε δὲ καὶ ἕτερα ὄρη τὴν Σαρματίαν καὶ ὀνομάζεται

τά τε Ἱππικὰ,

καὶ τὰ Κεραύνια[17],

καὶ ὁ Κόραξ ὄρος, εἰς ὃ περαιοῦται τὰ διὰ τῆς Κολχίδος καὶ τῆς Ἰβηρίας ἀνιόντα, καλούμενα δὲ Καυκάσια, καὶ ἔτι ἡ ὑπὲρ τὴν Ἰβηρίαν αὐτῶν ἐπιστροφὴ, Καύκασος καὶ αὐτὴ καλουμένη.[18]

Τὰ μὲν οὖν τῶν Ἱππικῶν ὀρέων ἄκρα ἐπέχει μοίρας . οδ νδ καὶ πα νβ

τὰ δὲ τῶν Κεραυνίων πθ μθ καὶ πδ νβ

τὰ δὲ τοῦ Κόρακος ξθ μη καὶ οε μη

τὰ δὲ τοῦ Καυκάσου οε μζ καὶ πε μη

ἐπέχουσι δὲ καὶ αἱ μὲν Ἀλεξάνδρου Στῆλαι μοίρας . π να

αἱ δὲ Σαρματικαὶ Πύλαι πα μη

Ἀλβάνιαι δὲ Πύλαι π μζ

Κατανέμονται δὲ τὴν Σαρματίαν ἐν μὲν τοῖς πρὸς τῇ ἀγνώστῳ γῇ κλίμασιν

οἱ Υπερβόρειοι Σαρμάται,

ὑπὸ δὲ τούτους οἵ τε Βασιλικοὶ Σαρμάται,

καὶ Μοδόκαι ἔθνος,

καὶ Ἱπποφάγοι Σαρμάται,

καὶ ἔτι ὑπὸ τούτους Ζακάται,

καὶ Σουαρδηνοὶ

καὶ Ἀσαῖοι·

εἶτα παρὰ μὲν τὴν βόρειον τοῦ Τανάϊδος ποταμοῦ ἐπιστροφὴν

Περιέρβιδοι, μέγα ἔθνος,

παρὰ δὲ τὴν νότιον Ἰαξαμάται ἔθνος.

Πόλεις δὲ:

Ἑξάπολις οβ νε γο

Ναύαρις ο νε

Τάναϊς ξζ νδ γο

Ὑπὸ δὲ τοὺς Σουαρδηνοὺς Χαινίδες,

καὶ ἀπ᾽ ἀνατολῶν τοῦ Ῥᾶ ποταμοῦ Φθειροφάγοι,

καὶ Ματῆροι,

καὶ ἡ Νησιῶτις χώρα·

εἶτα ὑπὸ μὲν τοὺς Ἰαξαμάτας

Σιρακηνοί[19]

μεταξὺ δὲ τῆς Μαιώτιδος λίμνης καὶ τῶν Ἱππικῶν ὀρῶν μετὰ τοὺς Σιρακηνοὺς Ψήσσιοι·

εἶτα οἱ Θεμεῶται,

ὑφ᾽ οὓς Τυράμβαι.

εἶτα Ἀστουρικανοί·

εἶτα μέχρι τοῦ Κόρακος ὄρους

Ἄριχοι,

καὶ Ζιγχοί·

ὑπὲρ δὲ τὰ εἰρημένα τοῦ Κόρακος ὄρη

Κοναψηνοί,

καὶ Μέτειβοι,

καὶ Ἀγορῖται·

μεταξὺ δὲ τοῦ Ῥᾶ ποταμοῦ καὶ τῶν Ἱππικῶν ὀρέων ὑπὸ μὲν τοὺς Σιρακηνοὺς

ἡ Μιθριδάτου χώρα,

ὑφ᾽ ἣν οἱ Μελάγχλαινοι,

εἶτα Σαποθρῆναι. Κατοικούσαν μεταξύ του ποταμού Ρα (νυν Βόλγας) και των Ιππικών ορέων, προς Ν. των Μελαγχλαίνων.

ὑφ᾽ οὓς Σκυμνῖται.

εἶτα Ἀμαζόνες·

καὶ μεταξὺ μὲν τῶν Ἱππικῶν ὀρέων καὶ τῶν Κεραυνίων ὀρέων

Σουρανοί,

καὶ Σακανοί ή Σακασανοί. Αυτοί κατοικούσαν παρά τα μεθόρια της Αλβανίας, μεταξύ των Ιππικών και Κεραύνιων ορέων[20].

μεταξὺ δὲ τῶν Κεραυνίων ὀρέων καὶ τοῦ Ῥᾶ ποταμοῦ

Ὀριναῖοι,

καὶ Οὐάλοι / Βάλοι,

καὶ Σέρβοι[21].

μεταξὺ δὲ τοῦ Καυκάσου ὄρους καὶ τῶν Κεραυνίων

Τοῦσκοι,

καὶ Δίδουροι·

καὶ παρὰ τὴν Κασπίαν θάλασσαν

Οὖδαι,

καὶ Ὀλόνδαι,

καὶ Ἰσόνδαι,

καὶ Γέῤῥοι·

ὑπὸ δὲ τὰς ὀρεινὰς ῥάχεις

Βοσπορανοὶ μὲν ἐφ᾽ ἑκατέρᾳ τοῦ Κιμμερίου Βοσπόρου·

παρὰ δὲ τὸν Πόντον

Ἀχαιοί,

καὶ Κερκέται,

καὶ Ἡνίοχοι,

καὶ Σουαννοκόλχοι,

ὑπὲρ δὲ τὴν Ἀλβανίαν

Σαναραῖοι.

Πόλεις δ᾽ ὀνομάζονται καὶ κῶμαι παρὰ μὲν τὸν Μικρὸν Ῥομβίτην·

Ἀζάραβα ο ν ·

παρὰ δὲ τὸν Ψάθιν ποταμὸν

Αὐχίς οβ γο μθ γο·

παρὰ δὲ τὸν Οὐαρδάνην ποταμὸν

Σκόπελος[22] ξη μη

πολεοις

Σούρουβα οβ μη γ

Κορουσία ογ γο μη

Ἐβριάπα οε γ μη

Σεράκα οζ μη γο·

καὶ παρὰ μὲν τὸν Βοῦρκαν ποταμὸν

Κουκοῦνδα ο μζ

παρὰ δὲ τὸν Θέσσυριν ποταμὸν

Βατραχή οα μζ

παρὰ δὲ τὸν Κόρακα ποταμὸν

Ναάνα ογ μζ δ

ἐν δὲ ταῖς ὀρειναῖς ῥάχεσι πόλεις

Ἀβουνίς ογ μη

Νασουνία οδ μη

Ἁλμία οε μη

ΠΗΓΗ: Κλ. Πτολεμαίος «Γεωγρ. Υφήγησις». Γ. Λεκάκης «Σύγχρονης Ελλάδος περιήγησις» (απόσπ.). ΑΡΧΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, 3.4.2019.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] Βλ. Μαρκιανός, Στέφ. Βυζ., κ.ά.

[2] Το Σαρματικός το βρίσκουμε ως όνομα στην αρχαία Ιταλία και το Σαρμάτης, επίσης ως όνομα, σε επιγραφές στην Μεγ. Ελλάδα.

[3] Το όνομα Σαυρομάτες, που χρησιμοποίησε ο Ηρόδοτος, προέρχεται από την ελληνική λέξη σαύρος > σαύρα, που παραπέμπει στην πανοπλία τους η οποία έμοιαζε να είναι με… λέπια.

Κατ’ άλλους, από τα περσικά sar- (= πηδώ, H. W. Bailey), ή tsaru- (= κυνηγός), ή sar- (= γυναίκα) + ma(n)t / wa(n)t (= δυνατός) > sar-ma(n)t (= δύναμη των γυναικών, όνομα που τους συνδέει με τον ελληνικό μύθο των Αμαζόνων, βλ. Ol. Troubachev).

[4] Βλ. Στρ. 7.4.8, Πτολ. Geog.5.8.5, al. Ηρόδ. 4.21,110, 4.123, Σκύμν. 876, Pl.Lg. 804eAdj., GDI2274.4, al. (Delph., ii B.C.), IPE12.54 (Olbia),Adj. Αριστοτ.GA783a14. Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, Διονύσιος Περιηγητής, Thomas de Pinedo, Στέφ. Βυζ. Διόδ. Σικελ.

[5] Επίσης λαός σκυθικός. Αυτοί προερχόμενοι εκ της Ασίας εγκατεστάθησαν στα κεντρικά της Ρωσίας.

[6] Εξ ων και οι Λαζοί!

[7] Σε μαρμάρινη τιμητική στήλη (του 280 π.Χ.) η οποία ευρέθη στην Χερρόνησο της Ταυρίδοας, διαβάζουμε:

Ἡρακλείδας Παρμένοντος ἐπὶ τᾶς διοικήσε[ος] ἐ̣ὼν κ̣[αὶ νομοφύλ]ακες Πολύστρατος Κλε[μυ]τ̣ά̣δ̣α̣(?), [Ἀπολλω]ν̣ίδας(?) Δαμοκλεῖος, Ἡρώιδα̣[ς] [τοῦ δεῖνος] κ̣α̣ὶ̣ τ̣αμίας Βάβων Ἀθαναί[ου] [εἶπαν· ὅπως ἂν καλ]ῶς ἔχῃ τοῖς πολίταις τὰ [ἱερὰ(?) τὰ ποτὶ Παρθ]ένον καὶ τᾶς γενομένας [σωτηρίας διὰ θεὰν τὰ]ν ἐνδεχομέναν ὁ δᾶ[μος ἀποδιδοὺς ἀξί]α̣ν̣ αὐτᾶι φαίνηται χάριν [πρότερόν τε ἤδη πολ]λ̣ά̣κι σωθεὶς δι’ αὐτὰν [ἐκ τῶν μεγίστων κινδ]ύ̣ν̣ων καὶ νῦν ἐκπεπο[ρευμένων σωμάτων ἐλ]ε̣υ̣θ̣έρων μετὰ τέκνων [καὶ γυναικῶν ἐπὶ σ]υγκομιδὰν τοῦ Διονυσί[ου μηνὸς ἔφοδόν τε π]ο̣ιησαμένων παράλο[γον τῶν παροικούν]των βαρβάρων καὶ δυ[νάμεος εἰσβαλούσας(?) τᾶς] Σ̣α̣ρματᾶν εἰς πᾶσα[ν] [περίστασιν ἐμπεσόντα(?) σώματα τὰ ἐ]λ̣εύθερα [ἐκινδύνευσεν ἁλόντα ὑπὸ τῶν βαρβάρω]ν̣(?) πρη[θῆναι εἰς Σαρματίαν— — — — — — — — — — —]

ΠΗΓΗ: IosPE I² 343 — VDI (1997.3) pp. 104-124.

[8] Ποσειδώνιος frgm. 45.3, Στρ. κ.ά.

[9] Σε επιτάφιο επιγραφή που αφηγείται τα ταξείδια νεκρού, από τα Οινόανδα Λυκίας Μ. Ασίας, στην σαρκοφάγο, διαβάζουμε:

 7», 18, 36.

[10] Antigonus Historiae mirabiles CLII, ΗρακλΠοντικός frgm. 121.1, CfParadoxogrFlorent. 22.

[11] Οι Μαιώται ήταν αγρότες, στην χερσόνησο Taman και στην περιοχή του Καυκάσου. Επίσης επηρεάστηκαν έντονα από τον ελληνικό πολιτισμό.

[12] Θυμηθείτε την πατάρα και τα Πάταρα της Λυκίας Μ. Ασίας.

[13] Με το όνομα Ρομβίτης αναφέρονται δύο ποταμοί της Σαρματίας της εν Ασία: Ο Μέγας και ο Μικρός, μεταξύ των οποίων έρεε ο Θεοφάνιος ποταμός. Ο Μέγας έβριθε ιχθύων (ρόμβων) καταλλήλων προς ταριχεία. Ο Μικρός εσχημάτιζε φερώνυμη ακτοταινία, που λεγόταν και την Αζαβίτης ταινία. Πρόκειται περί δυο εκ των πολλών ποταμών των εκβαλλόντων στον κόλπο τον νυν λεγόμενο Γέισκ της ανατολικής Αζοφικής.

Αλλά και το πρότερον όνομα του ποταμού Έβρου της Θράκης, ήταν Ρόμβος.

Βλ. Πτολεμ. Ε, θ, 3 καί 4, εκδ. Nobbe. Στράβ, Ζ; δ, 18, εκδ. Teubner.

[14] Θεωρείται μια ακόμη από τις περιοχές που εξερεύνησε ο μέγας Αχιλλεύς, βασιλιάς των Μυρμιδόνων, κατά την εποχή παραμονής του στο Τρωικό πεδίον, όπως και το νησί Αχιλλέως Δρόμος, στις εκβολές του Ίστρου / Δουνάβεως. Το ίδιο συνέβη και με τον Οδυσσέα και την Οδυσσό.

[15] Στην ΒΑ. παραλία του Εύξείνου Πόντου, στο βασιλείο των Σινδών. Απείχε 180 στάδια από την Κοροκονδάμη (νυν Ταμάν) και 36,5 μίλια από τον Κιμμέριο Βόσπορο (νυν Κέρτς). Εκαλείτο επίσης και Γόργίππος ή Γοργιπία. Μαζί με την Φαναγορία (παρά το Ταμάν) ήταν το όριο της χώρας των Ασπουργιανών. Υπήρξε λιμήν της Παλαιάς Λαζικής. Ταυτίζεται προς τήν σύγχρονη Ανάπα. Οι ελληνικές αποικίες της Σινδικής (Φαναγόρια, Κήποι, Σίνδα και Πάτοι) συνετέλεσαν στον εκπολιτισμό της χώρας.

Βλ. Πτολ. Γεωγρ. V, 8, 4. Σκύλ. Καρ. Περίπλ. 72. Στρβ. XX, 496. Αρριανού Περίπλ. Ευξ, Ποντ. 28. Στεφ. Βυζ.

[16] Αυτές ήσαν οχυρώτατες δίοδοι του Καυκάσου, 200 μίλια από τον Εύξεινο Πόντο. Οδηγούσαν από την Ιβηρία στην Σαρματία. Οι Ρωμαίοι τις έλεγαν Κάσπιαι πύλαι (Caspiae Portae) ή claustra Caspiarum (κλείδες Κασπίων). Αναφέρονται δύο δίοδοι: «τα επί Κύρω και επί Αράξη στενά», αποληγούσες στην Αρμοζική και την Σευσόμαρα. Την μεν πρώτη εχρησιμοποίησε ο Πομπήιος (56 π.Χ.), την δε δεύτερη, ο Κανίδιος (36 π.X.) κατά την εξ Αρμενίας εισβολή του. Κατά τον Πεουτιγγεριανό χάρτη έκειντο επί της προς Αρτάξατα – βλ. Στρ. I, 500.

[17] Όρη με αυτό το όνομα βρίσκουμε και στην Ήπειρο, στην χώρα που σήμερα κατοικούν Αλβανοί.

[18] Στην ασιατική Σαρματία αναφέρονται και τα Ρυμμικά ή Ρυμνικά όρη (τα νυν Ουράλια), όπου κατοικούσαν οι Ρύμνοι ή Ρύμμοι ή Ρυμμικοί, στις όχθες του ποταμού Ρύμνου. Αυτός πηγάζει από τα Ουράλια και εκβάλλει στην Κασπία Θάλασσα, μεταξύ του ποταμού Ρα (Βόλγας) και του Δάικου (< Δάιξ, Δάικος, νυν Ουράλης). Ίσως ο νυν Naryn-Chara.

[19] Αυτοί κατοικούσαν γύρω από την πίλη Σεράκα στην χώρα των Σιράκων, παρά τον Ουάρδανο / Βάρδανο ή Ουαρδάνη / Βαρδάνη ποταμό (νυν Kopyl). Οι Σιράκοι ήταν μία από τις μικρότερες σε πληθυσμό φυλές των Σαρματών. Κατοικούσαν αρχικώς στο Καζαχστάν. Τον 5ο αιώνα π.Χ. μετανάστευσαν στις περιοχές βόρεια της Μαύρης Θάλασσας και εγκαταστάθηκαν στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. μεταξύ του Ντον και του Καυκάσου, όπου τελικά απέκτησαν τον έλεγχο της περιοχής Κουμπάν. Αλλά οι Σιράκοι είχαν ζωηρούς δεσμούς με την Αυτοκρατορία του Βοσπόρου. Έτσι πολλοί από αυτούς εγκατέλειψαν τον ημινομαδικό τρόπο ζωής τους και εγκαταστάθηκαν μόνιμα στις ελληνικές αποικίες, υιοθετώντας την ελληνική κουλτούρα και γλώσσα.

[20] Πτολ. Γεωγρ. Ε, 8, 13, Πλιν., VI, 11, 1.

[21] Βαρβαρικός λαός που κατοικούσε στην Ανατ. Σαρματία, μεταξύ τών Κεραύνιων ορέων, προς Β. του Καυκάσου και του ποταμού Ρα (νυν Βόλγα), απ’ όπου ήλθαν στην Βαλκανική.

[22] Πόλις παρά τον Ουάρδανο / Βάρδανο ποταμό (νυν Kopyl), παραπόταμο του σκυθικού Υπάνεως (νυν Κουμπάν). Κατά πάσαν πιθανότητα έκειτο όπου η νυν πόλις Kopyl, επί του Κουμπάν, ή παρά το Kurly, όπου σώζονται αρχαία ελληνικά ερείπια.

http://www.arxeion-politismou.gr/2022/02/arxaia-elliniki-Oukrania.html?spref=fb&m=1&fbclid=IwAR0AtGpI4YW2MmLObfSbiEEG3dZv5AFzzGFa4j-XZHfKt-6NDl8oVOphyI8

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η αρχαία ελληνική Ουκρανία"
Related Posts with Thumbnails