Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2025

ΜΑΝΙΑΤΙΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ

 


Τα γνήσια μανιάτικα ονόματα δεν έχουν καμιά ιδιαίτερη κατάληξη πριν το 1600. Ιδιαίτερα όσα είναι γνήσια επώνυμα και όχι πατρωνυμικά.
1) Γιατί τα από το βυζαντινό -άκιος προερχόμενα σε -άκης (και -άκος μεταγενέστερα) μανιάτικα ονόματα είναι πριν το 1600 πατρωνυμικά, και όχι επώνυμα. Περίπου το ίδιο συμβαίνει σε άλλες Ελληνικές «ατόφιες» περιοχές όπως η Αθήνα (τότε), το Μεσολόγγι, ο Μιστράς, το Ναύπλιο. Τελευταίοι που «κόλλησαν» το -άκης είναι οι Κρητικοί κι οι Αρβανίτες της Β. Ελλάδας (Θράκη κ.λ.π.) γι’ αυτό και το διατηρούν μιας και ενώθηκαν τελευταίοι με την Ελλάδα και το «κόλλησαν» αργότερα στα ονόματα τους ομαδικά.
Το -άκιος είναι βαφτιστικό αυτών πού λέγονταν «Ρωμιοί» δηλ. των απογόνων των κατοίκων του Ελλαδικού χώρου απ’ το 212 ως τον 10ο αιώνα μ.Χ. Από κει κι ύστερα γίνεται βαφτιστικό και πατρωνυμικό και από κει πατρωνυμικό και επώνυμο με τη μορφή του -άκης και -άκος. Το -άκος το πρόσθεσαν οι Μανιάτες μετά το ‘21 μιας και τόχαν κι αυτό σε μικρότερη κλίμακα και εναλλακτικά με το -άκης για να δείξουν ιδιαίτερη καταγωγή, αφού και το παλιό τους -άκης το είχαν ήδη από παλιά ή αντιγράψει απ’ αυτούς πολλοί άλλοι.
Έτσι πολλοί πού το όνομα τους ήταν σε -άκης το άλλαξαν σε -άκος. Αυτό συνέβαινε μέχρι και το 1960 (π.χ. ο Μιχαλιόλας έγινε μετά το 1930 Μιχαλολιάκος και «επέστρεψε» στο Μιχαλόλιας μετά το 1960. Ο Μπόφος έγινε Μποφάκος και «επέστρεψε» στο Μπόφος τώρα τελευταία. Ο Μουσούρος έγινε Μουσουράκος και ξανάγινε Μουσοϋρος ή Κάσσης (το παλιότερο του) μετά το 1970. Ο Γιατράκης τόκαμε Γιατράκος μετά το 1880 και το κρατά. Ο Λεοντακιανάκης τόκαμε Λεοντακιανάκος (δύο αδέρφια γράφονται ο ένας έτσι ο άλλος αλλιώς) . Ο Στρατογιαννάκης τόκαμε Στρατογιαννάκος και πλήθος άλλοι.
Επειδή όμως και οι κάτοικοι της Λακεδαίμονας είχαν από παλιά το –άκης, όπως κι οι Μανιάτες, για να μοιάσουν κι αυτοί με τους Μανιάτες, θαύμαζαν, ζήλευαν ή φοβόντουσαν τους άγριους ορεσίβιους — μην ξεχνάμε ότι οι Μανιάτες λεγόντουσαν, στην Επανάσταση του 1821 και πριν, επίσημα Σπαρτιάτες (η σημερινή Σπάρτη δεν υπήρχε) και συνοίκησαν κι αυτοί στην νέα Σπάρτη (1834 κ.ε.), μιας και η παροιμία τους αυτών των ίδιων λέει «ΟΙ Μανιάτες στη Βουλή κι οι Σπαρτιάτες; στη βοσκή», έπιασαν κι αυτοί και κάνανε τα ονόματά τους (με πιο φανατισμό απ’ τους ίδιους τους Μανιάτες) τώρα στον εικοστό αιώνα κι αυτοί σε —άκος. Ιδιαίτερα η πλευρά των Μπαρδουνοχωριών —Βόρ. Γυθείου— Β. Ταϋγέτου και Σπάρτης.
Έτσι οι σε -άκος πλήθυναν στη Λακωνία, χωρίς όμως όσοι τόχαν νάνε Μανιάτες, παρά μόνο σε πολύ μικρό ποσοστό. Αντίθετα στους Μέσα Μανιάτες (κι όσους απ’ τους Σπαρτιάτες τάχαν πριν από το 1821) διατηρήθηκε και το -άκης εξ ίσου με το -άκος. Αλλά στη Μέσα Μάνη όπως είπαμε το -άκης ήταν πατρωνυμικό και τόχαν όλοι. Τα πραγματικά ονόματά τους ήταν σε άλλες καταλήξεις που θα πούμε αμέσως μετά την επόμενη παράγραφο.
Τα οικογενειακά των Μανιατών όλων ήταν σε -ιάνος (ιταλόμορφα). Χωρίς κανείς να γράφεται στα χαρτιά έτσι, ανήκει σε μία (με στενή ή ευρεία έννοια) οικογένεια πούχει καταλήξεις σε -ιάνος (θηλ. -άνιζα) (Νικλιάνος, Τσουλιάνος. Μιχαλακιάνος. Μπαθριάνος. Ρικιάνος. Γιαννουκιάνος. Ζερβακιάνος). Το -ιάνος σημαίνει σύνολο ανθρώπων πούχουν συγγένεια εξ αίματος (άσχετο αν πολλοί «κολλούσαν» με τον καιρό, λόγω συμμαχίας ή αγχιστείας 😊 σώγαμπροι). Έτσι·. όλοι οι Μανιάτες οποιοδήποτε επώνυμο κι αν έχουν η οικογενειακή τους κατάληξη είναι -ιάνος, όσο κι αν διευρυνθεί γενεαλογικά.
Μιχαλίτσης, το μέλος της οικογένειας: Μιχαλιτσιάνος.
Δρακουλάκος, το μέλος της οικογένειας: Δρακουλιάνος.
Λεφατζής. το μέλος της οικογένειας: Λεφαγγιάνος.
Κάσσης. το μέλος της οικογένειας: Καχιάνος.
Μπράτης, το μέλος της οικογένειας: Μπραϊτιάνος.
Καγιάλες. το μέλος της οικογένειας: Καγιαλιάνος.
Αρμυράντες, το μέλος της οικογένειας: Αρμυραντιάνος.
Λιόπουλος, το μέλος της οικογένειας:Λιοπουλιάνος.
Οι συνοικισμοί πάλι πούχουν το όνομά τους από οικογένειες έχουν κατάληξη σε -ιάνικα: Κριελιάνικα. Σκαφιδιάνικα, Μερμηγκιάνικα. Νομίζω ότι όπου υπάρχουν στον Ελλαδικό χώρο τόποι ή χωριά με τέτοια κατάληξη μαρτυρούν μανιάτικη παρουσία εκεί.
2) Το —έας είναι παλαιά μανιάτικη κατάληξη (πριν το 1600 υπήρχε κι αλλού ίσως.) . Είναι αποκλειστικά σχεδόν μανιάτικη σήμερα. Όπου υπάρχει άνθρωπος σε —έας είναι Μανιάτης 99%. Συναντιέται συχνότερα μετά το 1800 στη Μεσσηνιακή Μάνη πριν ήταν εναλλακτικό με το —άκης. Στη Μέσα Μάνη σπανιότερο μετά το 1800. Το —έας προέρχεται από περιγραφικό (μεγεθυντικό σωματικών ή άλλων γνωρισμάτων) επίθετο, όπως π.χ. Αχειλαρέας (αυτός πούχει μεγάλα χείλη) , Κοιλαρέας, Παδαρέας, Μυταρέας κλπ. Έτσι έχομε το Καβλέας, Χορταρέας κλπ. και μετά, τα πατρωνυμικά Χρηστέας, Χριστοδουλέας, Σαραντέας πού γίνονται μετά και καταληκτικά επιθέτων (αν και το —έας είναι μεγεθυντικό, ενώ το -άκιος σμικρυντικό ωστόσο εναλλάσσονται) :Βαχαβιολέας, Κουρέας (από το Κούρος = κόκορας), Αρκουδέας, Κατσουλέας κλπ.
3) Τα σε —όγιαννης δείχνουν σίγουρη μεσομανιάτικη καταγωγή. Οι υπόλοιποι Ελλαδίτες έχουν την ίδια κατάληξη άλλα με άλλο τονισμό (-όγιαννης). Φραγκόγιαννης, Βαβουλόγιαννης, Βιτσιλόγιαννης, Γιωργουλόγιαννης, Λυκόγιαννης, Αγριόγιαννης, Λιόγιαννης, Ψουρόγιαννης, Κλεφτόγιαννης, Καλογερόγιαννης κλπ. (Πρβλ. τα Κεφαλογιάννης, Βαρδινογιάννης, Τσιρογιάννης, Κοντογιάννης).
4) Τα σε -όλιας δείχνουν σίγουρη μανιάτικη καταγωγή (τα μη μανιάτικα είναι σε -ολιάς). Το β’ συνθετικό είναι Λίας = Ηλίας (εκτός Μάνης είναι Λιάς). Έτσι: Μπουρόλιας. Πετρόλιας, Μιχαλόλιας κλπ. Τα σε -όκωτσος -όπετρος κλπ. γίνονται ανάλογα: Κουφόπετρος, Πηλόκωτσος κι όχι Κουφοπέτρος.
5) Τα σε -όδημας (β’ συνθ. είναι Δήμας) το ίδιο με τα προηγούμενα: Γιαννακόδημας Χουλόδημας, Παπαδόδημας κλπ. πρβλ.
εκτός Μάνης: Μπρεδήμας, Κατσαδήμας.
6) Τα σε -όγγονας είναι όλα μανιάτικα σίγουρα όσο κανένα άλλο (β’ συνθετικό: όγγονας): Παπαδόγγονας, Δημαρόγγονας, Λιακόγγονας.
7) Τα σε -έλος. Μοιάζουν με άλλα ανάλογα εκτός Μάνης π.χ. των νησιών): Ταυραντζέλος, Μπαθρέλος, Καπαρέλος, Κατσιβαρδέλος (ας σημειωθεί ότι μόνο η κατάληξη είναι ιταλόμορφη η υπόλοιπη ρίζα Ελληνική).
😎 Τα σε -άρος είναι χαρακτηριστικά μανιάτικα: Καλονάρος (Καλονιοί), Λαουνάρος, Κατσικάρος, Τσιμπιδάρος, Καπερνάρος, Τορνάρος, Σκανταλάρος, Αντώναρος, Κουτριγάρος, Καναβάρος, Κοντράρος.
Μερικά είναι παρατσούκλια που δίνονταν λόγω ομοιότητας με διάσημους άντρες.
9) Σε -ούρος (μη έχοντας όμως σχέση ή ρίζα τους με ιταλικά) : Κουμουνδούρος, Μουσούρος, Γιαννακούρος και Φατούρος, Φερεντούρος, Πατσούρος (που έχουν ιταλική ρίζα).
10) ιταλοκατάληκτα σε -ούτσος (χωρίς ιταλική ρίζα): Μαυρούτσος, Καρλούτσος.
11) Σε -ώτσος: Κοτρώτσος, Βρώτσος.
12) Σε -άτσος: Κουβάτσος.
13) Σε –ούνος: Μπουφούνος, Τσατσαρούνος.
14) Σε -ούζος: Κωσταντούζος, Αραούζος κλπ.
15) ιταλόμορφα: Κοβορίνος, Μπαλίνης, Κάσσης( 😉, Δεκούλος, Αλετουράνος, Μονέδας, Μαντούβαλος( 😉, Ρίτσος( 😉, Καντήρος( 😉, Ρόζος, Βεντίκος( 😉, Μπουρίκος( 😉, Σάσσαρης, Μαγγιόρος, Μπαλιτσάρης( 😉, Τσαπατσάρης( 😉, Βαραμέντης, Δραγουμάνος, Ντουρέκας( 😉, Μέντισης(=Γιατράκης).
16) Ξενικά: Νίκλος, Γαλλάκος, Γουλλιέρμος, Μόσκοβος, Ντούβας, Νέγκας, Μπράτης, Σκλαβούνος, Αρναούτης, Αρβανίτης, Καντραμπασιάνος, Σερεμετάκης, Καούρης, Μπραίμης, Κασίμης, Μπερδέσης( 😉, Καραντάνης, Μπιράκος( 😉, Μουσούλης, Αχριάνης, Σαλούφας( 😉, Χασανάκος, Σμαηλιάνος, Καραμαλής, Μουσταφάς, Κιοπέης, Μπουραζάνης( 🙂, Νταϊφάς, Καραμάνης, Σαλίχος, Κατσίρης, Μορφίρης( 😉, Μποντίλας, Μποζαγριέγος, Σιβίλιας, Κατελάνος, Αρμυράντες( 😉, Μπουδιγάδες (μετά Βουδιγάρης), Κάρλες, Καγιάλες, Κατσαφάδος, Κατραμάδος.
17) Βυζαντινά: Κοσμάς, Πόθος, Πάτρος (Πάτρων), Μόφορης, Δεμέστιχας, Γερακάρης, Μεσίσκλης, Λυμπέρης, Παντελέος, Καπηλωρύχος( 😉.
18) Σε -αίος: Κουτσιλαίος, Κοτιλαίος, Γιαμπαίος.
19) Τα σε -όπουλος είναι πατρωνυμικά, αλλά σπανιότατα επίθετα: Γεωργόπουλος, Μιχαλόπουλος, Δικαιόπουλος. Θάλεγε κανείς ότι ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα τα πατρωνυμικά -όπουλος έγιναν επίθετα, στην Μάνη «δεν πρόφτασαν» να γίνουν.
Κανένα από τα ξενικά επώνυμα δεν σημαίνει ξενική καταγωγή παρά μόνο σε σπανιότατες περιπτώσεις. Έδιναν ξενικό ή Ελληνικό παρατσούκλι σε ντόπιους Μανιάτες, επειδή έμοιαζαν στο παρουσιαστικό ή ήταν οπαδοί με κάποιον διάσημο άντρα έλληνα ή ξένο της εποχής τους (π.χ. Κουμουνδούρος, Μουσούρος, Καλλέργης). Αυτό συμβαίνει ως και σήμερα.
Από το βιβλίο του Κυριάκου Δ. Κάσση «Μοιρολόγια της Μέσα Μάνης Α’» Αθήνα 1979.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ " ΜΑΝΙΑΤΙΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ "

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2025

Τοπωνύµια από ονόµατα εξερευνητών ~


 ΣΥΝΗΘΗΣ τρόπος ονοµασίας µιας περιοχής που ανακαλυπτόταν για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια των µεγάλων εξερευνήσεων ήταν να πάρει το όνοµα τού εξερευνητή-θαλασσοπόρου που την ανακάλυψε. Το όνοµα αυτό δινόταν άλλοτε απευθείας από τον εξερευνητή, άλλοτε αργότερα προς τιµήν του.

▶ Η Αµερική (νεολατινικό America) οφείλεται στο όνοµα τού Ιταλού θαλασσοπόρου Amerigo Vespucci (1454-1512), ο οποίος πραγµατοποίησε τρία ταξίδια στην αµερικανική ήπειρο και παρέπλευσε τη δυτική ακτή τής Ν. Αµερικής το 1501.
▶ Το όνοµα του Βερίγγειου πορθµού µεταξύ ΒΑ. Ρωσίας και Δ. Αλάσκας (από το γαλλικό détroit de Béring ή το γερµανικό Beringstraße) οφείλεται στον Δανό εξερευνητή και χαρτογράφο Vitus J. Bering (1681-1741), που ηγήθηκε δύο εξερευνητικών αποστολών στην περιοχή για λογαριασµό τού τσάρου Πέτρου τού Μεγάλου και τής Ρωσικής αυτοκρατορίας.
▶ Το όνοµα Βερµούδες τής βρετανικής αποικίας στην Καραϊβική προέρχεται από το επώνυµο τού Ισπανού θαλασσοπόρου Χουάν δε Μπερµούδεθ (Juan de Bermúdez), ο οποίος ανακάλυψε το νησί το 1505.
▶ Το όνοµα Κολοµβία υιοθετήθηκε από τη χώρα το 1819 προς τιµήν τού σπουδαίου εξερευνητή Χριστόφορου Κολόµβου, ο οποίος εξερεύνησε τις ακτές της στο τέταρτο ταξίδι του (1502-1504).
____
Είναι σύνηθες, επίσης, να έχουν το όνοµα θαλασσοπόρου συστάδες νησιών που ανακαλύφθηκαν κατά τις εξερευνήσεις.
▶ Από τον πλοίαρχο Τζέιµς Κουκ (James Cook) πήραν το όνοµά τους οι Νήσοι Κουκ (Cook Islands), σύµπλεγµα από 24 ατόλες και νησιά κοντά στη Νέα Ζηλανδία.
▶ Οµοίως, οι Νήσοι Μάρσαλ, µεταξύ τής Χαβάης και τής Παπούας-Νέας Γουινέας, πήραν το όνοµα τού Βρετανού εξερευνητή Τζον Μάρσαλ (John Marshall), ο οποίος έφτασε στη χώρα το 1788.
▶ Η Τασµανία, µεγάλο νησί νοτίως τής Αυστραλίας, έχει το όνοµα τού Ολλανδού θαλασσοπόρου Άµπελ Τάσµαν (Abel Tasman), ο οποίος πρώτος σηµείωσε την ύπαρξη του νησιού το 1642.
▶ Το Κιριµπάτι, νησιωτική χώρα τού Ειρηνικού Ωκεανού αποτελούµενη από 33 νησιά, οφείλει το όνοµά του σε τοπική παραφθορά τού αγγλικού Gilbert (islands), από το επώνυµο τού Άγγλου θαλασσοπόρου Τόµας Γκίλµπερτ (Thomas Gilbert), ο οποίος διέπλευσε το αρχιπέλαγος αυτών των ατολών το 1788 και στη συνέχεια τις περιέγραψε.
____________________
✏️ από το βιβλίο
Γ. Μπαμπινιώτη «Λεξικό των Κυρίων Ονομάτων»
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ " Τοπωνύµια από ονόµατα εξερευνητών ~"

Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2024

ΠΩΣ Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΟΙΝΟΣ ΕΓΙΝΕ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΣΙ

 Το κρασί ονομάζεται "οίνος".



Πώς καταλήξαμε όμως να τον λέμε "κρασί";

Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν κρασί πολύ πιο δυνατό από το σύγχρονο.
Επειδή ήταν και της φιλοσοφίας "μέτρον ἄριστον" συνήθιζαν να το ανακατεύουν με νερό, ώστε να μην τους μεθάει και να το απολαμβάνουν σιγά -σιγά.
Το ρήμα που σημαίνει "ανακατεύω" στα αρχαία είναι το "κεράννυμι".
Η μετοχή του Παρακειμένου μας δίνει τον τύπο "κε-κρα-μένος" (αυτός που έχει ανακατευθεί), ενώ το ουσιαστικό που παράγεται είναι η "κρᾶ-σις".
Βλέπετε τώρα από πού προέκυψε η ρίζα της λέξεως (ΚΡΑ);
Κι έτσι έχουμε: "κρα - σί".
Η Ελληνική γλώσσα, ωστόσο, είναι τόσο πλούσια, ώστε για κάθε ιδιαίτερο "ανακατεύω" έχει και διαφορετική λέξη.
Δηλαδή:
"κεράννυμι"= ανακατεύω υγρό με υγρό.
"φύρομαι" = ανακατεύω υγρό με στερεό (π.χ. "αιμόφυρτος").
"μίγνυμι" = ανακατεύω στερεό με στερεό (π.χ. "μίγμα").
Ας πούμε, λοιπόν, πριν τσουγκρίσουμε τα ποτήρια με το κρασάκι μας "εὐοῖ εὐάν!", όπως έλεγαν οι πρόγονοί μας... είναι άλλωστε το επιφώνημα από το οποίο προκύπτει το..."εβίβα"!
Στην φωτογραφία:
Τετράδραχμο Χαλκιδαικό,
Κανάτα κρασιού με δύο τσαμπιά σταφύλια στα πλάγια.
490 π.Χ. - 480 π.Χ.

Ιερά Ελλάς

 Σπυρίδων Καλμπαρης

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΠΩΣ Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΟΙΝΟΣ ΕΓΙΝΕ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΣΙ"

Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2024

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 3/16 Δεκεμβρίου 1912: Ναυμαχία της Έλλης, ο θρίαμβος του “Αβέρωφ”

Στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο, μετά από αδράνεια δύο μηνών, που του στοίχισε την επικράτηση του ελληνικού στόλου και την απώλεια όλων σχεδόν των νησιών του Αιγαίου, ο τουρκικός στόλος, κινείται επιθετικά υπό την πίεση της κοινής γνώμης και τις εντολές του σουλτάνου.

Οι Τούρκοι παρέτασαν ένα καταδρομικό στόλου (“Μετζηντιέ”) και τέσσερα θωρηκτά (“Μπάρμπαρος Χαϊρεντίν”, “Τουρκούτ Ρεΐς” καθώς και τα παλιότερα “Μεσουντιέ” και “Ασαρ-ι-Τεβφίκ”), με τη συνοδεία τεσσάρων αντιτορπιλικών. Ο ελληνικός στόλος ήταν μικρότερος αριθμητικά και σε ισχύ πυρός, με ένα θωρακισμένο καταδρομικό (“Γ. Αβέρωφ”) και τρία θωρηκτά παράκτιας άμυνας (τα αναβαθμισμένα “Ύδρα”, “Σπέτσαι” και “Ψαρά”), συνοδευόμενα επίσης από τέσσερα αντιτορπιλικά.

“Η ναυμαχία της Έλλης”, πίνακας του Β. Χατζή, Ναυτικό Μουσείο Ελλάδας

Στις 8 το πρωΐ της 16ης Δεκεμβρίου (3η Δεκεμβρίου με το παλιό Ιουλιανό ημερολόγιο που χρησιμοποιούσε ακόμη η Ελλάδα), ο τουρκικός στόλος εξήλθε από τα Δαρδανέλια με το λάβαρο του Οθωμανού ναυάρχου Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα να κυματίζει. Ο καθαρός καιρός έκανε την στήλη καπνού των φουγάρων αμέσως διακριτή και ο ελληνικός στόλος που ναυλοχούσε στη Λήμνο, βγήκε προς συνάντησή του.

Συγκριτικός πίνακας του ελληνικού και τουρκικού στόλου το 1912

Στις 9:22, ο τουρκικός στόλος άνοιξε πυρ από τα 12.500 μέτρα αλλά τα πυρά του από μεγάλη απόσταση ήταν αρκετά άστοχα. Ο Ναύαρχος Κουντουριώτης από το “Αβέρωφ” κατηύθυνε με μεγαλύτερη πειθαρχία τη μάχη. Ο “Αβέρωφ” άνοιξε πρώτος πυρ στις 9:25 ακολουθούμενος από τα υπόλοιπα θωρηκτά. Δέκα λεπτά μετά, με πλήγματα που κατέστρεψαν τις καλωδιώσεις τηλεπικοινωνιών του “Αβέρωφ”, ο Κουντουριώτης ανυπόμονος από την αργή κίνηση των παλιών θωρηκτών έστειλε σήμα με σηματωρό «αναλαμβάνω ανεξάρτητη δράση» και σπάζοντας το σχηματισμό, ανέπτυξε μεγάλη ταχύτητα και κινήθηκε μόνος κατά του εχθρικού στόλου.

Θωρηκτό “Ύδρα”, αρχείο Πολεμικού Ναυτικού.

Εκμεταλλευόμενος την ευκινησία του, χαρακτηριστικό των ιταλικών σχεδιάσεων, ο “Αβέρωφ” διασταύρωσε τον τουρκικό σχηματισμό θέτοντάς τον μεταξύ διασταυρούμενων πυρών, δικών του και των άλλων τριών ελληνικών θωρηκτών. Ο ελιγμός “Τ” που, είχε εφαρμοστεί από τον ναύαρχο Νέλσωνα στο Τραφάλγκαρ και τους Ιάπωνες στη ναυμαχία της Τσουσίμα, έθεσε σε πολύ δύσκολη θέση τους Τούρκους, που ανέκρουσαν και κινήθηκαν προς τα μικρασιατικά παράλια, ώστε να τεθούν υπό το προστατευτικό πυρ των παρακτίων πυροβολαρχιών.

Το τουρκικό θωρηκτό “Turgutreis”, πρώην γερμανικό SMS “Wiessenburg”, σε μεταπολεμική φωτογραφία. Επέζησε των Βαλκανικών και του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα πυροβόλα του σώζονται ακόμα τοποθετημένα σε σταθερά πυροβολεία στην είσοδο των Δαρδανελίων.

Οι πυροβολαρχίες είχαν σχεδιαστεί και κατασκευαστεί από τη γερμανική στρατιωτική αποστολή, που επέβλεπε την αναδιοργάνωση του Οθωμανικού στρατού και ναυτικού (ήταν η ίδια που είχε οργανώσει και τις οχυρώσεις στο Μπιζάνι) και έθεταν τα Δαρδανέλια υπό μια εξαιρετικά αποτελεσματική κάλυψη (θα φαινόταν τέσσερα χρόνια μετά στην εκστρατεία της Καλλίπολης). Ο “Αβέρωφ” καταδίωξε από κοντά τον τουρκικό στόλο βάλλοντας συνεχώς μέχρι που άρχισε να δέχεται πυρά από τα τουρκικά φρούρια. Στο σημείο αυτό και έχοντας εκπληρώσει την αποστολή του, ο Κουντουριώτης γύρισε πίσω.

“Με την δύναμην του Θεού, τας ευχάς του Βασιλέως μας και εν ονόματι του Δικαίου, πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου και με την πεποίθησιν της νίκης εναντίον του εχθρού του Γένους”, το ιστορικό σήμα του ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη.

Η ναυμαχία της «Έλλης», όπως ονομάστηκε, αφού έλαβε χώρα στο στόμιο του Ελλησπόντου, έληξε με νίκη του ελληνικού στόλου. Ήταν η πρώτη φορά που κατίσχυε του τουρκικού μετά από την ελληνική επανάσταση (δεν υπήρξαν ναυτικές συγκρούσεις κατά τον πόλεμο του 1897) και αν και κανένα πλοίο δεν βυθίστηκε, η τακτική νίκη ήταν ξεκάθαρα ελληνική. Μικρές ζημιές είχαν δεχθεί τα ελληνικά πλοία με απώλειες 2 νεκρούς και 6 τραυματίες ενώ οι τουρκικές ήταν βαρύτερες, με 59 νεκρούς και τραυματίες, οι περισσότεροι από τη ναυαρχίδα “Μπάρμπαρος Χαϊρεντίν”, που δέχτηκε και τα σοβαρότερα πλήγματα.

Η νίκη του ελληνικού ναυτικού θα επιβεβαιωθεί στη δεύτερη έξοδο των Τούρκων στη ναυμαχία της Λήμνου (5/18 Ιανουαρίου) και θα σημάνει την πλήρη επικράτηση των Ελλήνων στο Αιγαίο και στην επικράτηση των Βαλκανίων συμμάχων στην ξηρά, λόγω της αδυναμίας των Οθωμανών να μεταφέρουν ενισχύσεις δια θαλάσσης.

 https://military-history.gr/1912-12-16-battle-elli/

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ – 3/16 Δεκεμβρίου 1912: Ναυμαχία της Έλλης, ο θρίαμβος του “Αβέρωφ”"

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2024

Κρητικά και ιδίως χανιώτικα επώνυμα στη Νάξο.

 Είναι ευρέως διαδεδομένη η πεποίθηση ότι η Κρήτη και η Νάξος είναι δύο νησιά που έχουν ιδιαιτέρως στενές μεταξύ τους ιστορικούς και πολιτισμικούς δεσμούς, αλλά και πιθανότατα δεσμούς αίματος.


Υπάρχουν οικογενειακές αφηγήσεις ανθρώπων που ζουν κυρίως στο ορεινότερο τμήμα της Νάξου, οι οποίες κάνουν λόγο για απώτερη καταγωγή τους από την Κρήτη, είτε λόγω διωγμού τους από τους Τούρκους είτε λόγω κάποιας βεντέτας, ενώ διάχυτη είναι η γενικότερη αντίληψη του αγροτοποιμενικού, κατά κύριο λόγο, πληθυσμού του νησιού, ιδίως των κατοίκων ορισμένων ορεινών χωριών, ότι οι Κρητικοί είναι συγγενείς τους. Επιπροσθέτως, ο παρόμοιος ποιμενικός, τρόπος ζωής, οι παραπλήσιοι κώδικες συμπεριφοράς, το παρεμφερές αξιακό σύστημα, καθώς και ορισμένες παρόμοιες συνήθειες (π.χ. ζωοκλοπή, παραγωγή και εκτεταμένη κατανάλωση ρακής, γαμήλιες μπαλωθιές και συνήθης ονοματοδοσία βαπτιστικών που εντοπίζονται κατ’ εξοχήν στην Κρήτη, όπως Μανώλης, Μιχάλης, Αντώνης, Φραγκίσκος, Μανούσος, Μαριέττα, Μαριάνθη, Καλλιόπη, Δέσποινα, Στέλλα κ.ά.) αποτελούν στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού του μεγαλύτερου νησιού των Κυκλάδων, τα οποία μάς παραπέμπουν συνειρμικά στην Κρήτη, χωρίς ωστόσο να αποτελούν απαραιτήτως και τεκμήρια της κρητικής καταγωγής των κατοίκων του, δεδομένου ότι κάποια από αυτά τα στοιχεία θεωρούνται κοινά για το νότιο Αιγαίο, αλλά και ενίοτε για τα μεγάλα νησιά της Μεσογείου γενικότερα.

 Ωστόσο, το γλωσσικό ιδίωμα της Νάξου, και δη ορισμένων ορεινών χωριών της, θεωρείται ιδιαιτέρως συγγενικό προς το κρητικό, και μάλιστα προς εκείνο της δυτικής Κρήτης, λόγω επαλλήλων κυμάτων κρητικών εποικισμών κατά τους παρελθόντες αιώνες.

Τ’ Απεράθου και οι σχέσεις του με τα Σφακιά
Το πλέον γνωστό πανελληνίως χωριό της Νάξου για την κρητική καταγωγή των κατοίκων του είναι τ’ Απεράθου ή η Απείρανθος, σύμφωνα με την επίσημη ονομασία του. Πρόκειται για το μοναδικό εκτός Κρήτης χωριό στο οποίο εντοπίζεται η ιδιότυπη προφορά του φθόγγου λ, παρόμοια με εκείνη του γλωσσικού ιδιώματος των Σφακίων, αλλά και των Ανωγείων, καθώς και άλλων χωριών της δυτικής Κρήτης. Επιπλέον, γραπτές μαρτυρίες του β΄ μισού του 19ου αιώνα και οικογενειακές αφηγήσεις διασώζουν την πεποίθηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού του χωριού ότι έλκουν την καταγωγή τους από τα Σφακιά: «Τα Κρητικόπουλα με το βασιλιά ντωνε κάνουσιν έφοδο τη νύχτα, πκιάνουσι ντο βασιλιά, βρίσκου γκαί τη βασίλισσα. Ετότες επομείνασι στ’ Απεράθου εφτά οικογένειες Σφακιανοί απού τα παλληκάρια του βασιλιά τση Κρήτης κ’ εχτίσα ντο χωριό μας». 

Πιστεύεται ότι σημαντικός αριθμός Σφακιανών εγκαταστάθηκε στο χωριό (1771-74), αμέσως μετά την καταστολή της Επανάστασης του Δασκαλογιάννη (1770-71), χωρίς ωστόσο να υπάρχουν γραπτές πηγές της εποχής οι οποίες να επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο, γεγονός στο οποίο βασίζεται η επιχειρηματολογία μερίδας Απεραθιτών που αρνούνται, “κατηγορηματικά” θα έλεγε κανείς, την ύπαρξη οποιουδήποτε μαζικού εποικισμού του χωριού τους από Κρητικούς. 

Επώνυμα πάντως που συνδέονται με κρητικούς εποικισμούς στο χωριό (τέλος 18ου αι.) θεωρούνται τα: Αρχοντάκης, Πυτιλάκης, Σκληράκης, Μηλιδάκης, Βασιλακάκης, Πρωτοπαπαδάκης, Φραγκούλης, Κρητικός, Σφακιανός, Φραγκίσκος, Μπαρδάνης ή Βαρδάνης, Γαλάνης, Βλαστός, Πατακός, καθώς και τα εξαφανισμένα πλέον Αγαθάκης, Βαφιανός, Καπράκης, Καπρακάκης, Πιταράκης, Δασκαλάκης, Σακελλαράκης Σηφάκης, Σκορδίλης ή Σκορδιλάκης, Διγενάκης κ.ά., όπως και τα ακόμη προγενέστερα: Ανουσάκης, Βλαχάκης, Παπαδάκης και Παυλονικολάκης. Επιχωριάζει δε εκεί το χαρακτηριστικό βαπτιστικό Φραγκίσκος (Φρατζέσκος) και πιθανόν παλαιότερα το Νταμουλής.

Η περίπτωση του Φιλωτίου
Στο Φιλώτι, το μεγαλύτερο χωριό της Νάξου, διάχυτη είναι στους κατοίκους η αίσθηση ότι υπάρχει συγγένεια με τους Κρητικούς. Σύμφωνα δε με προφορικές μαρτυρίες, οι δύο μεγαλύτερες οικογένειες του χωριού είναι κρητικής καταγωγής: οι Μουστάκηδες φέρεται να έλκουν την καταγωγή τους από την περιοχή του Σελίνου, οι δε Βασιλάκηδες ίσως από το Λουτρό Σφακίων, ενώ οι Σουλήδες κατάγονται από κάποιον Κρητικό φυγάδα ονόματι Μπαλή, που άλλαξε το επώνυμό του για να ξεφύγει από τους Τούρκους. Υπάρχουν σήμερα και άλλα κοινά με την Κρήτη επώνυμα, όπως τα: Μανιός και Κρασσάς, ενώ παλαιότερα, κατά την Τουρκοκρατία, εντοπίζονταν και άλλα: Σαλιαράκης (καπετάνιος από τα Χανιά), Λιμογιάννης, Μιξάκης, Τζι(μ)πλάκης, Βαρδαράκης, Παντελάκης, Τζαννιδάκης, Ταταδάκης, Ταταράκης, Καλλέργης, Βλαστός, Παπαδάκης, Περουλάκης, Περάκης, Κουντουράκης, Τζουανάκης, Γλιμάκης, Κουρούπης, Λαμπαδάκης, Σκουλούδης, Νανάς, Λαπαδάκης, Μιλιδάκης, Βαβουλάκης, Τζουνάκης, Σταματάκης, Σφυριδάκης, Μακαράκης(;), Κρητικός και Κρητικοπούλης, καθώς και το βαπτιστικό Μανούσος, πιθανόν δε και το Νταμουλής.

 Επιπλέον, το γλωσσικό ιδίωμα του χωριού φαίνεται να είναι παρόμοιο (βάσει γραμματικής και λεξιλογίου) με εκείνο της δυτικής Κρήτης, ίσως δε περισσότερο -κατά μία εκτίμηση- με εκείνο του Αποκόρωνα, με χαρακτηριστικότερο γνώρισμά του την αποβολή του φθόγγου λ προ των α, ο και ου, φαινόμενο κοινό, τουλάχιστον μέχρι πρότινος, και για ορισμένα χωριά των επαρχιών Κυδωνίας και Αποκορώνου, που βρίσκονται στις υπώρειες των Λευκών Ορέων, καθώς και για τα Ζωνιανά Μυλοποτάμου.

Κρητικά επώνυμα σε άλλα χωριά της Νάξου
Παρόμοιο γλωσσικό φαινόμενο επιχωριάζει και στην ιδιαιτέρως ορεινή Κωμιακή ή Κορωνίδα, όπου εντοπίζονται τα θεωρούμενα ως κρητικά επώνυμα Βιτζηλαίος, Νικολάκης, Παπαδάκης, καθώς και τα βαπτιστικά Φραγκίσκος και Μανούσος. Το Μανούσος επιχωριάζει και στον επίσης ορεινό Κυνίδαρο, όπου κατά το παρελθόν είχαν καταφύγει Σφακιανοί αγωνιστές (π.χ. Μανούσος Στρατίκης ή Κούτσουπας, πρωτοπαλλήκαρο του Δασκαλογιάννη), ενώ κυνιδαριώτικα επώνυμα που θεωρείται ότι έχουν κρητική προέλευση είναι τα Χανιώτης, Αντωνάκης, Λιαδάκης, Γεροντάκης, Καπετανάκης, Τρανουδάκης και Νανάς (από το Ναναδάκης), όπως και παλαιότερα τα Γιακουμηδάκης, Μηλιδάκης, Τσουνάκης και Φεραντάκης. Στο λεκανοπέδιο της Τραγαίας και
τα χωριά του εντοπίζονται τα
Μπαρότσης, Ψιλάκης, Λαμπαδάκης, Χριστοδουλάκης, Ψωμαδάκης, Φραγκουδάκης, Γαβαλάς, Παπαδάκης, Βλησίδης, Βασαλάκης, Μαράκης, Βενιεράκης, Κρητικοπούλης, Τζιμπλάκης, Λεκάκης κ.ά., στη Μονή τα Κωνσταντάκης και Περιστεράκης, ενώ στις Μέλανες το Βασιλάκης και στην Ποταμιά τα Μαρούλης και Γρυλλάκης. Σύμφωνα με οικογενειακές αφηγήσεις ατόμων που φέρουν τα παραπάνω επώνυμα, αυτά έλκουν ως επί το πλείστον την καταγωγή τους από τη δυτική Κρήτη, πρωτίστως από την ευρύτερη περιοχή των Χανίων.

 Επίσης, στην πεδινότερη Νάξο επιχωριάζουν μεταξύ άλλων τα: Μαρούλης, Φραγκιουδάκης, Σκουλούδης, Σκουλουδάκης, Ξενικουδάκης, Καπρής, Λαμπριανάκης, Χανιώτης, Χανιωτάκης, Χαμπάκης, Φλωράκης κ.ά., όπως και παλαιότερα το Βαρβατάκης. Τέλος, στη Χώρα της Νάξου, επώνυμα κρητικής προέλευσης θεωρούνται τα: Βλαχάκης, Σπυριδάκης, Ζωλοτάκης, Πιτταράκης, Κουτσογιαννάκης και Μελισσηνός, ενώ πριν από έναν περίπου αιώνα εντοπίζονταν ακόμη τα: Ψωμαδάκης, Μαυρογιαννάκης, Μανετάκης, Βαρότσης, Γαβαλάς, Σκορδύλης, Κάνδιας κ.ά.
Τα παραπάνω επομένως στοιχεία ενισχύουν την εκτίμηση ότι πράγματι υπήρξαν εποικιστικές μετακινήσεις από την Κρήτη προς την Νάξο, κυρίως κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Αξιοσημείωτη δε είναι η σχετικά μεγάλη αναλογία ναξιακών επωνύμων κοινών με τη δυτική Κρήτη και ιδίως με τον νομό Χανίων (σε αντιδιαστολή με την πλησιέστερη από γεωγραφική άποψη ανατολική Κρήτη), που σε συνδυασμό με το γεγονός των εμφανών γλωσσικών και των εν γένει πολιτισμικών ομοιοτήτων ανάμεσα στις δύο περιοχές, καθιστά μία περαιτέρω προσπάθεια διεπιστημονικής διερεύνησης των μεταξύ τους δεσμών ιδιαιτέρως ελκυστική.

*δρ Ιστορίας του Πολιτισμού

https://www.haniotika-nea.gr/kritika-ke-idios-chaniotika-eponima-sti-naxo/

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Κρητικά και ιδίως χανιώτικα επώνυμα στη Νάξο."

Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

Πώς γινόταν η ονοματοδοσία στους αρχαίους Έλληνες;

 

  Η μαρτυρία της Διοτίμας....

Η γνωστή Ελληνίδα φιλόλογος και ιστορικός κα Ευγενία Γ. Δαρβίρη, μέσα στο βιβλίο της «ΔΙΟΤΙΜΑ: Η πυθαγόρεια διδασκάλισσα του Σωκράτους», περιγράφοντας την πρώτη νύχτα της γέννησης και της «βάπτισης» της Διοτίμας, έτσι όπως αφήνει την ίδια την Διοτίμα να διηγείται στον Σωκράτη, γράφει μεταξύ άλλων και τα εξής:

«Το βράδυ εκείνο έγινε ο Σωκράτης για πρώτη φορά μύστης της γυναικείας αυτής ψυχής που ταξινομούσε τον κόσμο με τρόπο καινούργιο και παράδοξο. Όπως καθόταν απέναντί του στην αδύναμη λάμψη των λύχνων, φάνταζε σαν οπτασία έτοιμη να διαλυθεί στο ημίφως, παρά σαν γυναίκα με σάρκα και οστά. Την άκουγε καθισμένος στο σκαμνί του, σιωπαίνοντας κι αδυνατώντας να καταλάβει αν ζούσε στ’ αλήθεια τη σκηνή η αν βούλιαζε σε όνειρο. Είχε γυρέψει πρώτα – πρώτα τη ζωή της να μάθει, ν’ ακούσει πως ξεχώρισε και πως βρέθηκε στη λατρεία του Θεού. Δεν αρνήθηκε. Έμοιαζε πως ήθελε και κείνη να εξομολογηθεί κάπου, από κάτι να λυτρωθεί.
«….Γεννήθηκα στη Μαντίνεια της Αρκαδίας. Όμορφη πόλη, απλή, ποιμενική αλλά και μαζί ιερή, γεμάτη ναούς. Εμείς οι Αρκάδες, Σωκράτη, είμαστε πιο πρωτόγονοι και πιο δεμένοι με τη γη, απ’ όσο εσείς οι Αθηναίοι, γι’ αυτό και κρατάμε ατόφια την προγονική ευσέβεια που στοιχειώνει θαρρείς την περιοχή. Στα δυτικά της πόλης ξεκρίνει κανείς τα ιερά όρη του Πανός και των Νυμφών, που κλείνουν τον ορίζοντα και στα ανατολικά της μικρό κάμπο. Τη θεμελίωσε στα χρόνια τα παλιά η Αντινόη, του Κηφέα η κόρη κι έχει τείχος γερό και πολυγωνικό, που τη ζώνει από παντού, ενώ ταυτόχρονα με τις δεκαοχτώ πύλες του την ενώνει με τον κόσμο. Ολόγυρά του κυλά το φιδολύγιστο υδάτινο σώμα του ο ποταμός Όφις.

Εγώ γεννήθηκα κοντά στο παλλαϊκό ιερό των Διοσκούρων. Εκεί ήταν το πατρικό μου σπίτι. Πατέρας μου ο Λυκάων και μητέρα μου η Διοδώρα. Βγήκα στον κόσμο νύχτα, φωτισμένη ωστόσο μ’ αστραφτερή πανσέληνο που ασήμωνε την πόλη και τις κορυφές του Μαίναλου στο βάθος του ορίζοντα. Παρά τις μεγαλοπρεπείς θυσίες στην Ειλείθυια, η Διοδώρα είχε δύσκολη γέννα. Την ώρα που εγώ άφηνα τις πρώτες μου κραυγές δοκιμάζοντας τη δύναμη των μικρών πνευμόνων μου, η μητέρα μου ξεματωμένη και χλωμή, κυριευμένη από δυνατό επιλόχιο πυρετό, πάλευε να κρατηθεί στη ζωή. Με χώρισαν από κοντά της, με καθάρισαν, μ’ έπλυναν, με τύλιξαν σε σεντόνι και μ’ έφεραν στην αίθουσα υποδοχής όπου περίμενε ο πατέρας μου βηματίζοντας πάνω κάτω νευρικά.

Η γιαγιά μου, η Γοργώ, με τρεμάμενα χέρια με ακούμπησε κατάχαμα μπρος του. Σύμφωνα με το πανάρχαιο έθιμο, ο πατέρας αποφασίζει αν το παιδί θα παραμείνει στον οίκο όντας γερό, η θα απορριχτεί για να πεθάνει αν είναι ανάπηρο η άρρωστο. Η δεύτερη αυτή σκληρή μοίρα χτυπά συνήθως και τα νεογέννητα κοριτσάκια. Βάρος στην οικογένεια, κατά την αντίληψη πολλών, ανίκανα για ουσιώδη εργασία, της απομυζούν την περιουσία με την προίκα που θα την υποχρεώσουν να δώσει, ενώ οι αριστοκράτες ταυτόχρονα πικραίνονται διπλά που δεν μπορούν να διαιωνίσουν και το όνομα του οίκου τους… Μα η γυναίκα, Σωκράτη, διαιωνίζει τη ζωή. Τι σημασία μπορεί να έχει το όνομα που θα δώσεις στη ζωή; Και είναι αυτή που σταλάζει στη ζωή μια γλυκιά τρυφερότητα• αυτή είναι που σηκώνει τον Άνθρωπο μια σκάλα πάνω από τα αγρίμια. Το σκληρό δίκαιο των ανθρώπων ίσως φοβάται την παντοδυναμία της, γι’ αυτό και προσπαθεί, τρομαγμένο, να την περιορίσει…

Ο πατέρας μου, παρότι σκεφτόταν καλύτερα από άλλους της γενιάς και της σειράς του, δεν μπορώ να ορκιστώ πως δε θα απογοητεύτηκε κάπως όταν με είδε, πως καμμιά σκιά τεφρή δε θα πέρασε από το βλέμμα του. Σαν άντρας, ήθελε τον πολυπόθητο διάδοχο που θα διαφέντευε την περιουσία του οίκου του και θα κληρονομούσε το όνομά του• ίσως να αχνόβλεπε στο μέλλον και τον συνεχιστή του στη λατρεία των Διοσκούρων, γιατί λησμόνησα να σου πω, πως ήταν ιερέας τους.

Ωστόσο ήταν άνθρωπος ευσεβής και μειλίχιος. Δεν ήμουν παρά το πρώτο του παιδί κι άλλωστε δεν τον πίεζε η φτώχεια. Είχε τον τρόπο του..
Έσκυψε λοιπόν και καθώς τσίριζα κι αναδευόμουν στο σεντονάκι μου, με πήρε στην αγκαλιά του βάζοντας τέρμα στην αγωνία της Γοργώς και των άλλων γυναικών που τον κοίταζαν στα μάτια. Τώρα πια είχα αληθινά το δικαίωμα να ζήσω.

“Θα την πούμε Λυκομήδεια”, είπε ο πατέρας μου και χαμογέλασε με καλοσύνη. Μ’ αυτά τα δυο λόγια έδωσε νόημα και νομική υπόσταση στους πόνους και την εννιάμηνη δοκιμασία της Διοδώρας…

Έτσι πήρα το δρόμο για το βρεφικό μου λίκνο, καμωμένο από πλεχτά κλαδιά λυγαριάς και κρεμασμένο από ένα δοκάρι της οροφής για να μπορεί να κουνιέται και να με νανουρίζει. Με το ξημέρωμα μια μάλλινη πλεχτή εσάρπα είχε κιόλας αναρτηθεί πάνω από την εξώθυρα του σπιτιού μας, για να ανακοινώσει τη γέννηση θυγατέρας και να προσδιορίσει την κοινωνική μου θέση, τη θέση της συζύγου και της νοικοκυράς. Μάλλον διέψευσα τον τεχνητό αυτό οιωνό… Ας είναι.».

Εκλογή Άγγελος Σακκέτος
CUL-HUB

https://cognoscoteam.gr/%cf%80%cf%8e%cf%82-%ce%b3%ce%b9%ce%bd%cf%8c%cf%84%ce%b1%ce%bd-%ce%b7-%ce%bf%ce%bd%ce%bf%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%bf%ce%b4%ce%bf%cf%83%ce%af%ce%b1-%cf%83%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%82-%ce%b1%cf%81%cf%87%ce%b1/?fbclid=IwAR1sPGmmOI2DjA3DB31I5_zZqpiv2sxP7xwtMQiwKSI-F04QK088LYrOBFs

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Πώς γινόταν η ονοματοδοσία στους αρχαίους Έλληνες;"
Related Posts with Thumbnails