Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΠΩΝΥΜΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΠΩΝΥΜΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2024

Κρητικά και ιδίως χανιώτικα επώνυμα στη Νάξο.

 Είναι ευρέως διαδεδομένη η πεποίθηση ότι η Κρήτη και η Νάξος είναι δύο νησιά που έχουν ιδιαιτέρως στενές μεταξύ τους ιστορικούς και πολιτισμικούς δεσμούς, αλλά και πιθανότατα δεσμούς αίματος.


Υπάρχουν οικογενειακές αφηγήσεις ανθρώπων που ζουν κυρίως στο ορεινότερο τμήμα της Νάξου, οι οποίες κάνουν λόγο για απώτερη καταγωγή τους από την Κρήτη, είτε λόγω διωγμού τους από τους Τούρκους είτε λόγω κάποιας βεντέτας, ενώ διάχυτη είναι η γενικότερη αντίληψη του αγροτοποιμενικού, κατά κύριο λόγο, πληθυσμού του νησιού, ιδίως των κατοίκων ορισμένων ορεινών χωριών, ότι οι Κρητικοί είναι συγγενείς τους. Επιπροσθέτως, ο παρόμοιος ποιμενικός, τρόπος ζωής, οι παραπλήσιοι κώδικες συμπεριφοράς, το παρεμφερές αξιακό σύστημα, καθώς και ορισμένες παρόμοιες συνήθειες (π.χ. ζωοκλοπή, παραγωγή και εκτεταμένη κατανάλωση ρακής, γαμήλιες μπαλωθιές και συνήθης ονοματοδοσία βαπτιστικών που εντοπίζονται κατ’ εξοχήν στην Κρήτη, όπως Μανώλης, Μιχάλης, Αντώνης, Φραγκίσκος, Μανούσος, Μαριέττα, Μαριάνθη, Καλλιόπη, Δέσποινα, Στέλλα κ.ά.) αποτελούν στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού του μεγαλύτερου νησιού των Κυκλάδων, τα οποία μάς παραπέμπουν συνειρμικά στην Κρήτη, χωρίς ωστόσο να αποτελούν απαραιτήτως και τεκμήρια της κρητικής καταγωγής των κατοίκων του, δεδομένου ότι κάποια από αυτά τα στοιχεία θεωρούνται κοινά για το νότιο Αιγαίο, αλλά και ενίοτε για τα μεγάλα νησιά της Μεσογείου γενικότερα.

 Ωστόσο, το γλωσσικό ιδίωμα της Νάξου, και δη ορισμένων ορεινών χωριών της, θεωρείται ιδιαιτέρως συγγενικό προς το κρητικό, και μάλιστα προς εκείνο της δυτικής Κρήτης, λόγω επαλλήλων κυμάτων κρητικών εποικισμών κατά τους παρελθόντες αιώνες.

Τ’ Απεράθου και οι σχέσεις του με τα Σφακιά
Το πλέον γνωστό πανελληνίως χωριό της Νάξου για την κρητική καταγωγή των κατοίκων του είναι τ’ Απεράθου ή η Απείρανθος, σύμφωνα με την επίσημη ονομασία του. Πρόκειται για το μοναδικό εκτός Κρήτης χωριό στο οποίο εντοπίζεται η ιδιότυπη προφορά του φθόγγου λ, παρόμοια με εκείνη του γλωσσικού ιδιώματος των Σφακίων, αλλά και των Ανωγείων, καθώς και άλλων χωριών της δυτικής Κρήτης. Επιπλέον, γραπτές μαρτυρίες του β΄ μισού του 19ου αιώνα και οικογενειακές αφηγήσεις διασώζουν την πεποίθηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού του χωριού ότι έλκουν την καταγωγή τους από τα Σφακιά: «Τα Κρητικόπουλα με το βασιλιά ντωνε κάνουσιν έφοδο τη νύχτα, πκιάνουσι ντο βασιλιά, βρίσκου γκαί τη βασίλισσα. Ετότες επομείνασι στ’ Απεράθου εφτά οικογένειες Σφακιανοί απού τα παλληκάρια του βασιλιά τση Κρήτης κ’ εχτίσα ντο χωριό μας». 

Πιστεύεται ότι σημαντικός αριθμός Σφακιανών εγκαταστάθηκε στο χωριό (1771-74), αμέσως μετά την καταστολή της Επανάστασης του Δασκαλογιάννη (1770-71), χωρίς ωστόσο να υπάρχουν γραπτές πηγές της εποχής οι οποίες να επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο, γεγονός στο οποίο βασίζεται η επιχειρηματολογία μερίδας Απεραθιτών που αρνούνται, “κατηγορηματικά” θα έλεγε κανείς, την ύπαρξη οποιουδήποτε μαζικού εποικισμού του χωριού τους από Κρητικούς. 

Επώνυμα πάντως που συνδέονται με κρητικούς εποικισμούς στο χωριό (τέλος 18ου αι.) θεωρούνται τα: Αρχοντάκης, Πυτιλάκης, Σκληράκης, Μηλιδάκης, Βασιλακάκης, Πρωτοπαπαδάκης, Φραγκούλης, Κρητικός, Σφακιανός, Φραγκίσκος, Μπαρδάνης ή Βαρδάνης, Γαλάνης, Βλαστός, Πατακός, καθώς και τα εξαφανισμένα πλέον Αγαθάκης, Βαφιανός, Καπράκης, Καπρακάκης, Πιταράκης, Δασκαλάκης, Σακελλαράκης Σηφάκης, Σκορδίλης ή Σκορδιλάκης, Διγενάκης κ.ά., όπως και τα ακόμη προγενέστερα: Ανουσάκης, Βλαχάκης, Παπαδάκης και Παυλονικολάκης. Επιχωριάζει δε εκεί το χαρακτηριστικό βαπτιστικό Φραγκίσκος (Φρατζέσκος) και πιθανόν παλαιότερα το Νταμουλής.

Η περίπτωση του Φιλωτίου
Στο Φιλώτι, το μεγαλύτερο χωριό της Νάξου, διάχυτη είναι στους κατοίκους η αίσθηση ότι υπάρχει συγγένεια με τους Κρητικούς. Σύμφωνα δε με προφορικές μαρτυρίες, οι δύο μεγαλύτερες οικογένειες του χωριού είναι κρητικής καταγωγής: οι Μουστάκηδες φέρεται να έλκουν την καταγωγή τους από την περιοχή του Σελίνου, οι δε Βασιλάκηδες ίσως από το Λουτρό Σφακίων, ενώ οι Σουλήδες κατάγονται από κάποιον Κρητικό φυγάδα ονόματι Μπαλή, που άλλαξε το επώνυμό του για να ξεφύγει από τους Τούρκους. Υπάρχουν σήμερα και άλλα κοινά με την Κρήτη επώνυμα, όπως τα: Μανιός και Κρασσάς, ενώ παλαιότερα, κατά την Τουρκοκρατία, εντοπίζονταν και άλλα: Σαλιαράκης (καπετάνιος από τα Χανιά), Λιμογιάννης, Μιξάκης, Τζι(μ)πλάκης, Βαρδαράκης, Παντελάκης, Τζαννιδάκης, Ταταδάκης, Ταταράκης, Καλλέργης, Βλαστός, Παπαδάκης, Περουλάκης, Περάκης, Κουντουράκης, Τζουανάκης, Γλιμάκης, Κουρούπης, Λαμπαδάκης, Σκουλούδης, Νανάς, Λαπαδάκης, Μιλιδάκης, Βαβουλάκης, Τζουνάκης, Σταματάκης, Σφυριδάκης, Μακαράκης(;), Κρητικός και Κρητικοπούλης, καθώς και το βαπτιστικό Μανούσος, πιθανόν δε και το Νταμουλής.

 Επιπλέον, το γλωσσικό ιδίωμα του χωριού φαίνεται να είναι παρόμοιο (βάσει γραμματικής και λεξιλογίου) με εκείνο της δυτικής Κρήτης, ίσως δε περισσότερο -κατά μία εκτίμηση- με εκείνο του Αποκόρωνα, με χαρακτηριστικότερο γνώρισμά του την αποβολή του φθόγγου λ προ των α, ο και ου, φαινόμενο κοινό, τουλάχιστον μέχρι πρότινος, και για ορισμένα χωριά των επαρχιών Κυδωνίας και Αποκορώνου, που βρίσκονται στις υπώρειες των Λευκών Ορέων, καθώς και για τα Ζωνιανά Μυλοποτάμου.

Κρητικά επώνυμα σε άλλα χωριά της Νάξου
Παρόμοιο γλωσσικό φαινόμενο επιχωριάζει και στην ιδιαιτέρως ορεινή Κωμιακή ή Κορωνίδα, όπου εντοπίζονται τα θεωρούμενα ως κρητικά επώνυμα Βιτζηλαίος, Νικολάκης, Παπαδάκης, καθώς και τα βαπτιστικά Φραγκίσκος και Μανούσος. Το Μανούσος επιχωριάζει και στον επίσης ορεινό Κυνίδαρο, όπου κατά το παρελθόν είχαν καταφύγει Σφακιανοί αγωνιστές (π.χ. Μανούσος Στρατίκης ή Κούτσουπας, πρωτοπαλλήκαρο του Δασκαλογιάννη), ενώ κυνιδαριώτικα επώνυμα που θεωρείται ότι έχουν κρητική προέλευση είναι τα Χανιώτης, Αντωνάκης, Λιαδάκης, Γεροντάκης, Καπετανάκης, Τρανουδάκης και Νανάς (από το Ναναδάκης), όπως και παλαιότερα τα Γιακουμηδάκης, Μηλιδάκης, Τσουνάκης και Φεραντάκης. Στο λεκανοπέδιο της Τραγαίας και
τα χωριά του εντοπίζονται τα
Μπαρότσης, Ψιλάκης, Λαμπαδάκης, Χριστοδουλάκης, Ψωμαδάκης, Φραγκουδάκης, Γαβαλάς, Παπαδάκης, Βλησίδης, Βασαλάκης, Μαράκης, Βενιεράκης, Κρητικοπούλης, Τζιμπλάκης, Λεκάκης κ.ά., στη Μονή τα Κωνσταντάκης και Περιστεράκης, ενώ στις Μέλανες το Βασιλάκης και στην Ποταμιά τα Μαρούλης και Γρυλλάκης. Σύμφωνα με οικογενειακές αφηγήσεις ατόμων που φέρουν τα παραπάνω επώνυμα, αυτά έλκουν ως επί το πλείστον την καταγωγή τους από τη δυτική Κρήτη, πρωτίστως από την ευρύτερη περιοχή των Χανίων.

 Επίσης, στην πεδινότερη Νάξο επιχωριάζουν μεταξύ άλλων τα: Μαρούλης, Φραγκιουδάκης, Σκουλούδης, Σκουλουδάκης, Ξενικουδάκης, Καπρής, Λαμπριανάκης, Χανιώτης, Χανιωτάκης, Χαμπάκης, Φλωράκης κ.ά., όπως και παλαιότερα το Βαρβατάκης. Τέλος, στη Χώρα της Νάξου, επώνυμα κρητικής προέλευσης θεωρούνται τα: Βλαχάκης, Σπυριδάκης, Ζωλοτάκης, Πιτταράκης, Κουτσογιαννάκης και Μελισσηνός, ενώ πριν από έναν περίπου αιώνα εντοπίζονταν ακόμη τα: Ψωμαδάκης, Μαυρογιαννάκης, Μανετάκης, Βαρότσης, Γαβαλάς, Σκορδύλης, Κάνδιας κ.ά.
Τα παραπάνω επομένως στοιχεία ενισχύουν την εκτίμηση ότι πράγματι υπήρξαν εποικιστικές μετακινήσεις από την Κρήτη προς την Νάξο, κυρίως κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Αξιοσημείωτη δε είναι η σχετικά μεγάλη αναλογία ναξιακών επωνύμων κοινών με τη δυτική Κρήτη και ιδίως με τον νομό Χανίων (σε αντιδιαστολή με την πλησιέστερη από γεωγραφική άποψη ανατολική Κρήτη), που σε συνδυασμό με το γεγονός των εμφανών γλωσσικών και των εν γένει πολιτισμικών ομοιοτήτων ανάμεσα στις δύο περιοχές, καθιστά μία περαιτέρω προσπάθεια διεπιστημονικής διερεύνησης των μεταξύ τους δεσμών ιδιαιτέρως ελκυστική.

*δρ Ιστορίας του Πολιτισμού

https://www.haniotika-nea.gr/kritika-ke-idios-chaniotika-eponima-sti-naxo/

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Κρητικά και ιδίως χανιώτικα επώνυμα στη Νάξο."

Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2022

ΚΡΗΤΙΚΑ επώνυμα με ενετικές ρίζες

Μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Βενετούς το 1211, κατέφευγαν λόγω εποικισμού από την Βενετία στην Κρήτη πολλές οικογένειες ευγενείς, ηγετικές, για να τη διοικήσουν.--
Την ανώτατη κοινωνική βαθμίδα αποτελούσαν σι Βενετικοί ευγενείς και οι φεουδάρχες. Αριστοκράτες δεύτερης κατηγορίας ήταν οι Κρητικοί ευγενείς. Οι απλοί πολίτες των πόλεων λεγόταν αστοί, οι δε χωρικοί διακρινόταν σε “άγραφους”, σε “απελεύθερους”, σε “πάροικους” και δούλευαν στα κτήματα του Δημοσίου.
Πολλοί από τους ευγενείς Βενετούς με την πάροδο των χρόνων εξελληνίστηκαν τέλεια και περισσότερο όσοι έμεναν στην ύπαιθρο. Ο Αγ. Ξηρουχάκης «Η Βενετοκρ. Ανατολή» αναφέρει ότι στην έκθεσή τους προς την Γερουσία οι σύνδικοί της Γρίτης και Γκαρτζόνης το 1584 λένε για τους ευγενείς αποίκους της Κρήτης και ιθαγενείς ότι κατάγονται από την Ιταλία, αλλά η καταγωγή τους είναι τόσο απηρχαιωμένη και λησμονημένη, ώστε μπορούν να λέγονται Έλληνες.

Συνεχίζοντας ο Ξηρουχάκης αναφέρει, “Οι ευγενείς Βενετοί αναμίχθηκαν και συγχωνεύθηκαν με τους ιθαγενείς Έλληνες με μικτούς γάμους, που παρά τις απαγορευτικές διατάξεις του Δόγη και αφορισμούς του Πάπα δεν έπαυαν να συνάπτονται μεταξύ Βενετών αποίκων και ιθαγενών Ελλήνων της νήσου, ευγενών και μη”.
Ο ιστορικός Στ. Ξανθουδίδης (Κρητ. συμβ. Ενετοκρ. αναφέρει “ότι από τη βάπτιση και στεφάνωση Κρητών από τιμαριούχους, εδίδοντο βενετικά βαπτιστικά ονόματα και από αναδόχους που δεν ήταν Βενετοί για να κολακέψουν κάποιον άρχοντα, είτε γιατί οι γονείς τα πρότειναν λόγω θαυμασμού προς το πρόσωπο κάποιου ενετού”.
Ο Γ. Πλουμίδης, οι Βενετοκρ. Ελληνικές χώρες, αναφέρει ότι “Μεταξύ των πληθυσμών και στρατιωτών είχαν αναπτυχθεί στενές σχέσεις φιλικές και συγγενικές, αφού αρκετοί είχαν νυμφευθεί γυναίκες του τόπου”. Οι μικτοί αυτοί γάμοι, ενώ προηγουμένως ήταν αθέμιτοι και απαγορεύονταν, ύστερα από τη συνθήκη του Καλλέργη (1299) επιτράπηκαν.
Οι Βενετοί ιστορικοί επίσης, θέλοντας να δικαιολογήσουν την αφομοίωση και συγχώνευση των ευγενών Βενετών με τους Κρητικούς, γράφουν ότι “έχομε τα ίδια ονόματα, γιατί οι ευγενείς Βενετοί όταν βάπτιζαν τέκνα Κρητικών τους έδιναν το δικό τους όνομα”.
Από παρωνύμια για σκωπτικούς λόγους σχηματισμένα από ονόματα επιφανών Βενετών, που στο τέλος κατέληξε να γίνουν οικογενειακά ονόματα των προσώπων αυτών και των απογόνων τους.
 Αυτά όμως τα Βενετικά οικογενειακά πρέπει να είναι ελάχιστα. Ο Γενικός Προβλεπτής (1574 – 1577) Giakomo Foscarini στην έκθεσή του αναφέρει τα εξής σχετικά: “Από τους ευγενείς Βενετούς… πολλοί είναι, που δεν έχουν ανάμνηση της ευγενικής καταγωγής τους και πάρα πολλοί τόσο φτωχοί… εργάζονται με τα χέρια τους στις γεωργικές δουλειές και δεν διατηρούν τίποτε άλλο παρά το επίθετο και λίγο φέουδο, που τους έμεινε ύστερα από το μοίρασμα και το ξαναμοίρασμα, 
Έχουν χάσει εντελώς τη γνώση της ιταλικής γλώσσας. Και επειδή δεν υπάρχει δυνατότητα σε κανένα χωριό του νησιού αυτού να λειτουργούνται κατά το λατινικό δόγμα είναι αναγκασμένοι να μένουν στο χωριό να παρακολουθούν καμιά φτωχή θεία λειτουργία στις ορθόδοξες εκκλησίες, να βαφτίζουν τα παιδιά, να παντρεύονται και να θάβουν τους νεκρούς σύμφωνα με το ορθόδοξο δόγμα και τα ελληνικά έθιμα… Οικογένειες τέλεια ελληνικές, οι οποίες δεν πιστεύω πως μπορούν να υπόσχονται περισσότερα από ότι θα μπορούσαν να προσφέρουν οι ΄Ελληνες”.
“Ο F. Τhίriet ομιλεί για τον εξελληνισμό Βενετικών οικογενειών μέχρι του σημείου να φαίνεται ότι χειροτονούνται ορθόδοξοι ιερείς. 
Μετά τη μεγάλη επανάσταση των φεουδαρχών 1363 -65, που ένωσε τις αρχοντικές οικογένειες με τις βενετικές των πατρικίων, ένας μεγάλος αριθμός Βενετών γίνεται ορθόδοξος και αποδέχεται τις συνήθειες και τις πεποιθήσεις των Κρητικών με τις οποίες συζεί σχεδόν δύο αιώνες”.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία αναλύει με τον επιστημονικό και περίτεχνο τρόπο η κ. Χρυσ. Τσικριτσή – Κασιανάκη, καθηγήτρια της Φιλολογίας στο βιβλίο της “Κρητικά Επώνυμα Ένετικής Προελεύσεως” και καταλήγει, ότι τα οικογενειακά ονόματα ενετικής προελεύσεως προέρχονται:
1) από αναγνωρισμένα και υιοθετημένα νόθα παιδιά των Ενετών,
2) από μικτούς γάμους,
3) από εξελληνισμένους Βενετούς, που λόγω πτωχεύσεως έχασαν πρώτα την ευγένειά τους και ύστερα το εθνικό τους φρόνιμα,
4) από βενετικά βαπτιστικά και
5) πιθανόν να προέρχονται και μερικά από αυτά από ονόματα Βενετών που επικράτησαν ως παρωνύμια για σκωπτικούς λόγους.
Παραθέτουμε Παρακάτω τα Ανωγειανά επώνυμα ενετικής προελεύσεως κατ’ αλφαβητική σειρά.
Ι. Βιτώρος – Βιτώρης – Βιτ(τ)ώρος – Βιτωράκης – Βιτ(τ)ωράκης – Βικτωράκης – Βιτούρης – Βετούρης
Και σήμερα το βενετικό επώνυμο Vittοrί, Vittori, Vitturi και Vettore από το βαπτιστικό Vittirio. Προβλεπτής και γαλλικά Victor (λατ. = νικητής).
Η αρχοντική οικογένεια των Vitturi της Βενετίας, με δικό της οικόσημο ανέδειξε πολλές σημαίνουσες προσωπικότητες στην πολιτική, στο στρατό και την εκκλησία.
Μεταξύ αυτών ο Lorenzo Vittori του Daniel αρχιεπίσκοπος Κρήτης το 1595 και δούκας της Κρήτης το 1453 Benedetto Vitturi.
Οικογένεια Βιτούρη το 1600 στη Ζάκυνθο. Σε έγγραφο του 1637 ιδιοκτήτης μοναστηριού ο Ν. Sinior Manolesso Vittorio 1637.
Μεταξύ προσφύγων στη Ζάκυνθο έγγρ. 1682, Marietta Vittoropula, σύζυγος του Μάρκου Salemon και Μανόλης Γιαλινός λεγόμενος Vittorio.
Γνωστός ο προμαχώνας Βιτούρη (Vitturi) των ενετικών τειχών του Ηρακλείου Μarco Vitturi σε έγγραφο του 1212. Damianus Vittorio έγγραφο 1214 Candia. Βερνάδρος Βιτούρης και ο γιος του Σεβαστιανός σε έγγραφο του 1366 και 1375. Σε έγγραφο του 1364 Αndreolus Vittori gd joh, έγγραφο 1368. Bernardus Vittori consiliarius σε έγγραφο 1367 και 1368.
Ηernolaus ex recteuz de Sitia 1839, Νikoletus Antonius και Vituri έγγραφο 1395. Ο Bulgarus Victuzi έφερε στην Κρήτη σιτάρι, έγγραφο 1407.
Benedetto Vitturi σύμβουλος Κρήτης έγγραφο 1433. Σερ Laurentio Vitturi σύμβουλος Ρεθύμνου 1461.
Misser Vetturi το 1450. Αρχιεπίσκοπος Κρήτης το 1576 Lorenzo Vitturi. Ο ίδιος Ν. Venetus Laurentius Victuri Azchieriskopus Candie 1584 και αλλού ο ίδιος Lorenzo Bitturi.
2. Δακανάλης – Δακαναλάκης – Δαγκανάλης και Δακαναροπούλα.
Και σήμερα το βενετικό Da Canal και Ιταλικό Canale από τοπωνύμιο. Βλέπε και Καναλάκης και βυζαντινό Δεκανάλης, άσχετο με το κρητικό.
Το όνομα υπάρχει σε πολλές μαρτυρίες στην Κρήτη από το 1212 – 1623 με τους τύπους da Canale και de Canale ή de Canali.
Δούκες Johanes de Canali 1254 και Guidode Canale το1304 και 1308.
Στον Raynezio de Canalis παραχωρούνται δύο καβαλλαρίες στο διαμέρισμα Χανίων
1252 και Jacodo και Johanes de Canalis.Canaletto de Canale, 1320 στο Χάνδακα..
Georcio et Cuidoda Canal 1339, Ferdatores de Crete, Sclavurio και Νicolo da Canal.
Leonardus de Canali rtovidys vir• Feudatus noster in Creta, 1398. Επιθεώρηση του ιππικού Ηράκλειο από το τον Fadio da Canal Γενικό προβλεπτή το 1582. —•
Μεταξύ ευγενών Ηρακλείου και φεουδαρχών υπαίθρου, Alessio Canal, Domeniko, Marco, Nikolo, Marino Canal και άλλοι το 1583. —
Στο χρονικό του Τzivan 1644 μεταξύ των Νοd ven di Candia Canal. Σε έγγραφο του
1861 Δακαναροπούλα από τον Ξυδά.
3. Δραμουντάνης
Προβλεπτής βεν.Tramontin και ιταλικό Tramantana = chesta o viene Nord. Το όνομα δεν προέρχεται βέβαια από το βενετικό επώνυμο, αλλά από το όνομα του αέρα παρωνύμιο για κάποιον με δυναμική παρουσία.
4. Κουτάντος  Αcotanto Cotonto
Επώνυμο Αcotanto, Αcoitanto ven από 1112 στα παρωνύμια πιθανόν από αccogli tanto o tanti. Μήπως από contento που μαρτυρείται στην Κρήτη με προθετικό α;
Οι Αcotanto παλιά βενετική οικογένεια πατρικίων που μερικοί δέχονταν ότι προέρχονται από την Κωνσταντινούπολη.
Στη Βενετία το 1144 και 1184 έγγρ. Μάρκος και Δομένικος Αcotanto.Jocoro Acotanto 1212 και Marco Acotanto Jacobus Acotanto consiliarius σε έγγρ. 1219. Ciacomo Acotanto μάρτυρας και Jacomo Acotanto consiliere σε έγγραφα 1224 και 1225, Donnemico αδελφός του Ciuliano Acotanto και Marino 1225. Jacodus Acotanto deccarius na b. στο Χάνδακα εγγρ. 1271. Ιάκωβος Αccontanto κάτοικος στο Βούργο του Χάνδακα. Kalli χήρα του Μάρκου Αccontanto, Πέτρος Accontanto κάτοικος Χάνδακα, έγγραφα 1280- 81. Ιάκωβος Αccotanto του Λέανδρου σε έγγραφα 1301-1302. Σερ Jacobellus Acotanto Zogatus και ser Πέτρος και σερ Λουκάς Acotanto σε έγγραφα 1341, 1346, 1347. Ερμόλαος Acot Κομερκλάριος Κρήτης 1343.
Αcotanto Στέφανος στη Σητεία το 1370 και Πέτρος Cotanto σε έγγρ. Του 1399.
Άγγελος Ακοτάντος έγγρ. 1436. Ο Άγγελος Ακοτάντος ή Κοτάντος ζωγράφος είχε δύο αδελφούς τον Giovani επίσης ζωγράφο σε έγγραφα 1450 και 1477 και τον Θεόδωρο σχολάρχη. Dominus Pasguali Contonto Butano σε έγγρ. του 1495. σε έγγρ. του 1513 αναφέρεται η κόρη του πoτέ Magisstri Joannis Akotanto ζωγράφος Χάνδακα. Μανόλης Κουτάντος έγγρ. 1582 και Βιτζέντζος Κουτάντος έγγρ. 1583. Μιχαήλ Agvotanto de continios Agnetis 1222.
5. Μανιώρος – Μανιωράκης
Η συγγραφέας πιστεύει ότι προέρχεται από το Μανιός – Μανιόρος. Βαπτιστικό Μagno από λατινικό magnus = gande. Αλλά και Μario βαφτ. από λατινικό Μarius από το αρχαϊκό manus.
Σερ Sclavus Magno από τη Βενετία κάτοικος Χάνδακα 1352. Σε έγγραφα του Ι363 1395 σι Βενετοί Sclavus Magno, Madlus, Magno, Marius και Johanes Magno. Στα Χανιά το 1536 mastro Maro Mari και Mastro Manoli Mari, Retrus magnus thesaurarius 1545. Γιάννης υιός Μανιού έγγραφο 1672 και Μανόλης Μανιάς έγγρ. 1674. Αλοΐσιος (Αλεβίζε) Μάνιο, έκτακτος προβλεπτής Σούδας έγγρ. 1713. Μανιουδάκη από την Κρήτη το 1868 στη Ζάκυνθο.
6. Μανούσος, Μανουσάκης, Μανούσακας, Μανουσακάκης, Μανουσουδάκης, Μανουσιουδάκης, Μανουσιδάκης, Μανουσέλης, Μανουσελάκης και Μανουσογιαννάκης
Από το βαφτιστικό Μano, Manea, Manusso,Manoli προβλεπτής Μari, Maro, Matusso και Zane Zanessi,Zanusso, προβλεπτής Γιάννης Γιαννούκος – Γιαννούσος (επών. Γιαννουσάκης στις Μαργαρίτες Μυλοποτάμου), Μιχ. Γιαννούσος 1566.
Κατά την εποχή της Ενετοκρατίας το Εμμανουήλ – Μανόλης συνηθίζεται ως Μάνος – Μανός – Μανιός – Μανέας – Μανούκος – Μανούσος από επίδραση βενετική. Ο Οlinieri έχει Μani, Manuzio, Manuzzato, Manoli από το 1309, Μanolessus από το 1075 από μεσαίων. βαφτ. ο Εm. De Felice έχει βαφτίσει Μanolo υποκ. του Εmmanouele.
Σε έγγραφο του 1479 βαφτ. Μanussio Marci. Ser Manussio 1546. Μanutio Rireri στα Χανιά 1536, Μanusso di Candia 1559 και Μanusso Mara Candiote, 1569.Μανούσος Πρέβελης του Πέτρου 1591.
Σε έγγραφα του 1503 -1509 Μanoli da Candia και 1501 -1517 Μanusso da Candia που ο Αντ. Πάρδος ταυτίζει.
Στα κατάστιχα του νοταρίου Μ. Μαρά 1538 – 1578 βρίσκουμε αδιακρίτως Μανουήλ ή Μανέας, Μανώλης ή Μανούσος. Μανούσος Πηγάς δάσκαλος 1567 και 1582, Μανοήλ Πηγάς δάσκαλος 1572 το ίδιο πρόσωπο όπως δέχεται και ο Μέρτζιος. Και η Ασπασία Παπαδάκη από την ανάγνωση πολλών εγγράφων ταυτίζει το Εμμανουήλ – Μανέας – Μανούσος. Επίσης η Μ. Κωνσταντουδάκη ταυτίζει τον Μανέα Μουζουράκη ζωγράφο 1509-1534 με τον ser Manussio Mazurachi και με τον Μανέα Μουζουράκη μάρτυρα σε έγγρ. του 1549. Σε έγγρ. του 1692 Σταμάτης υιός Μανούσου και Παύλος υιός Μανούσου.
7. Μέμμος, Μεμάκης
Και σήμερα βενετικό Μemο. Ο Τριανταφυλλίδης το ετυμολογεί από Μεμάς υποκοριστικό του Γεράσιμος. Νομίζω από το βεν. επώμυνο Μemmo από βαφτ. Μπιο και Μemmο υποκ. του Gulielmo. Οι Μemo μεταξύ των αρχοντικών οικογενειών της Βενετίας ανέδειξε 3 δόγες, συγκλητικούς και επισκόπους.
Στην Κρήτη δούκας ο Ludonicus Memmo το 1584 και Αρχιεπίσκοπος Vitus το 1407 και Μichael Memmo 1448.
Νicolaus Memo κάτοικος Χάνδακα σε έγγραφα του 1272 και 1281. Masseo Memmo signore di notte εγγρ. 1349 και άλλοι.
Tzibanus Memo σε έγγρ. 1481, Αndrea Memo consilie 1482-1485 και Μichele Memo consiliere 1488-1491.
Πιέρος Μέμος σε διαθήκη του 1500. Ιωάθαν Μέμος αρχιγραμματέας, αρχειοφύλαξ και Δ/ντής αστυνομίας (1567-71). Μισέρ Βιττόρε Μέμο έγγρ. 1581.
Αμπέλι του ευγενή μισέρ Τζορτζή Μέμο έγγρ. 1618 Κωνσταντ. Μέμος (1699) διδάσκαλος του Ελληνικού Σχολείου στη Βενετία. Ασφαλώς ο ίδιος Κωνστ. Μέμος ακαδημαϊκός Αβλαβής (Πlesο) 1669 – 1701. Μέμος στον Αγ. Βασίλειο Πεδιάδος 1747.
8 . Μπαγγέρης – Μπαγκέρης – Παγκέρης – Μπαγκεράκης – Μπαγκράκης Από μπαγκέρης (danchiere = τραπεζίτης).
9. Μπρίνταλος, Μπρεδάκης – Μπρεδόπδυλος, Πρεντάκης, Μπριντάκης, Πρίνταλος, Μπρεντάης, Μπρεντάνας, Ντί Μπρέντα
Το Πρεντάκης – Μπρεδάκης έχει σχετίσει παλαιότερα με τη λέξη praeda η συγγραφέας και τα ονόματα Μπρεδολόγος και Πρεδευσής. Πιθανόν όμως να προέρχονται και απ’ ευθείας από το βενετικό όνομα Βreda, Bredani βενετικό οικογ. Breda, Bredo στα ονόματα από παρωνύμια.
ΙΟ. Σαλούστρος
Πιθανόν να σχετίζεται με τη λέξη σαλούστρο που απαντάνται στον Καστούρμπο και η σημασία και ετυμολογία της είναι άγνωστη. Πιθανότερο να προέρχεται από βαφτ. sallustio. Κρητικοί ευγενείς Ρεθύμνου οι Saluzzi 1574. Μεταξύ ευγενών Κρητών Ρεθύμνου 1583 Μattio Salustro του π. μισέρ Ραntalon Zuane του π. πισέρ Francessco και Ζυane Salustro il Vecchio.
Αndriana Salustopula έγγρ. 1683 μεταξύ Κρητών προσφύγων στην Κέρκυρα.
ΙΙ. Σμπώκος, Σπόκος και Σπώκος, Μπόκος
Από Sbocco = στόμιο, εκβολή, αιμόπτυση. Η συγγραφέας νομίζει το πιθανότερο από το Βocho όπως Βώλος – σβώλος, Κάνθαρος – σκαθάρι, κόκος – Σκόκος, βαφτιστικό βεν. Βοcco και Βodolinu και οικογ. Βοcchi, Bocho, Boccoli, Bocco. Ήδη από τον 11ο αιώνα βαφτ. Βocca, από παρωνύμιο Βocca ή Βυcca.
Σε έγγραφο του 1381 Βarnada Βοcho από τη Βενετία. Pres ditez Alonixius Bochos 1463. Επίσης Βοcho σε έγγρ. του 1535.
Ύστερα από επίπονες έρευνες που έκανε το Ιστορικό Αρχείο της Βενετίας ο γιατρός Δακανάλης Σπύρος, βρήκε τα οικόσημα τόσο το βενετικό, όσo και το Κρητικό της οικογένειας των Δακανάληδων.

Του ΜΑΝΟΛΗ ΜΙΧ.ΔΑΚΑΝΑΛΗ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΚΡΗΤΙΚΑ επώνυμα με ενετικές ρίζες"

Παρασκευή 5 Ιουνίου 2020

ΕΠΙΘΕΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΦΑΚΙΑ.


ΑΛΛΑΓΕΣ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΣΤΑ ΣΦΑΚΙΑ
................
Τους περασμένους αιώνες που δεν υπήρχαν ληξιαρχεία και δεν τηρούνταν εύκολα γραπτά κείμενα, τα επίθετα άλλαζαν από γενιά σε γενιά. ---Οι λόγοι ήταν κυρίως δύο ο ένας για να ξεχωρίζει ο ένας από τον άλλο π.χ. ξάδελφο ή αδελφό, ο δεύτερος λόγος ήταν για την απόκρυψη κάποιου που είχε κακές σχέσεις με το κατακτητή. -----Το γεγονός της αλλαγής επιθέτων συνέβαινε και στα Σφακιά, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που κάθε γενιά της ίδιας οικογένειας έπαιρνε διαφορετικό επίθετο συνήθως σαν απόρροια ενός παρατσουκλιού(παρανόμι), βέβαια μέχρι ενός σημείου γνώριζαν και αναγνώριζαν την συγγένεια με ότι αυτό συνεπαγόταν. Πολλοί από τους συντοπίτες μας όταν κατέβηκαν στα πεδινά ή μετακινήθηκαν εκτός Κρήτης οι ντόπιοι τους αποκαλούσαν ως Σφακιώτης ή Σφακιανάκης και με το καιρό αυτό γινόταν το νέο επίθετο τους.

Η κυριότερη οικογένεια των Σφακιών και με την οποία ξεκινώ ήταν οι Σκορδύλιδες και ακολουθούν οι Πατακοί κα. Παραθέτοντας τις μεγάλες οικογένειες σε κάθε επίθετο βάνω αρίθμηση ξεκινώντας από το ένα (1) για τους Σκορδύλιδες, δύο (2) για τους Πατακούς, τρία (3) για κάποια άλλη οικογένεια, οι δε απόγονοι τους θα αριθμούνται αντίστοιχα 1.1 για την πρώτη γνωστή γενιά 1.1.1 για την δεύτερη και ούτω καθεξής.


1. ΣΚΟΡΔΥΛΗΣ 961μ.Χ - 1182μ.Χ -

Ένα από τα δώδεκα αρχοντόπουλα του Βυζαντίου ήταν ο Μαρίνος Σκορδύλης(1182).

Μετά την αποκατάσταση της τάξης στο νησί, από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό,

η Κρήτη διαιρέθηκε σύμφωνα με το σύστημα της φεουδαρχίας σε 12 μέρη.

Κάθε τιμάριο παραχωρήθηκε σε ένα από τα δώδεκα αρχοντόπουλα του Βυζαντίου,

τα Σφακιά πήρε ο Μαρίνος Σκορδύλης. Οι οικογένειες των Σκορδυλών μα και των Φωκάδων

ήταν στο νησί από την εποχή του Νικηφόρου Φωκά το 961 μ.Χ. γι αυτό και σε κείμενο αναγράφεται

« Τους τα δώσασι όπως τ΄ είχαν και πρώτα » εννοώντας τα κτήματα τους.
Ο ιστορικός Ι. Μουρέλος σε διάλεξη που έδωσε στην στρατιωτική λέσχη Ηρακλείου με θέμα ΒΟΥΡΒΑΧΟΙ
αναφέρει τις παρακάτω οικογένειες που όπως ισχυρίζεται προέρχονται από τους Σκορδύλιδες.

ΒΟΥΡΒΑΧΟΙ, ΠΑΤΕΡΟΣ - ΜΑΥΡΟΠΑΤΕΡΟΣ (Βλέπε οικ.Πάτερων), ΨΑΡΟΜΙΛΗΓΓΟΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ,

ΣΕΒΑΣΤΟΣ, ΚΑΨΟΚΑΛΥΒΗΣ, ΝΟΜΙΚΟΣ, ΛΟΓΓΙΝΗΣ, ΣΑΡΑΚΗΝΟΣ, ΛΙΧΝΟΣ, ΦΙΝΙΚΑΛΟΣ,

ΜΑΡΑΦΑΡΑΣ, ΦΟΥΜΗΣ, ΛΟΥΜΠΙΝΗΣ, ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΙ, ΛΟΝΤΕΣ,

ΤΡΑΧΙΝΟΙ, ΒΙΤΣΙΛΟΠΟΥΛΟΙ, ΠΕΖΟΥΛΟΚΟΛΟΙ
Και από τις παραπάνω οικογένειες προήλθαν οι
ΔΑΣΚΑΛΙΑΝΟΙ
ΜΟΡΙΑΝΟΙ
ΒΛΑΧΟΙ
ΒΟΥΡΔΟΥΜΠΑΔΕΣ
ΤΣΙΡΙΝΤΑΝΗΔΕΣ
ΣΤΡΑΤΗΓΟΙ
ΠΑΠΑΔΙΑΝΟΙ
ΔΕΛΛΗΓΙΑΝΝΑΚΗΔΕΣ
ΖΑΜΠΕΤΑΚΗΔΕΣ

Ο Πάρις Κελαιδής στη σελίδα 306 της εγκυκλοπαίδειας των Σφακίων διαφοροποιείται από τον Μουρέλο ως προς τις πέντε τελευταίες οικογένειες.
Το πιθανότερο είναι να ισχύουν και οι δύο καταγραφές των παραπάνω ιστορικών, μάλιστα όσον αφορά τον Κανδανολέων, ήταν συγγενής των Σκορδυλών - Βουρβάχων σύμφωνα με κείμενο της οικογενείας μου.
1.1. ΠΑΤΕΡΟΣ =

1.1.1 ΜΑΥΡΟΠΑΤΕΡΟΣ =1.1.1.1 ΓΙΓΟΥΡΤΑΚΗΣ
1.1.2 ΚΟΥΚΟΥΤΣΗΣ = 1.1.2.1 ΜΠΟΥΖΟΥΝΙΕΡΑΚΗΣ 1.1.2.2 ΚΑΥΚΑΛΑΣ
1.1.3 ΦΛΕΦΛΕΣ=(1.1.3.1 ΜΠΟΥΧΛΗΣ, 1.1.3.2 ΤΣΙΤΣΙΡΙΔΗΣ, 1.1.3.3 ΤΣΟΥΡΔΟΣ, 1.1.3.4 ΜΠΡΕΔΟΛΟΓΟΣ, 1.1.3.5 ΚΛΑΔΟΣ,1.1.3.6 ΜΠΙΡΗΣ, 1.1.3.7 ΨΑΡΟΣ, 1.1.3.8 ΒΑΛΥΡΗΣ -ΒΑΛΥΡΑΚΗΣ, 1.1.3.9 ΛΕΦΑΣ -ΛΕΦΑΚΗΣ)
1.2. ΨΑΡΟΜΙΛΗΓΓΟΣ(1300) = 1.2.1 ΒΑΛΕΡΙΑΝΟΙ(1400)= 1.2.2 ΣΤΡΑΤΙΚΟΙ(1600) =
1.2.2.1.ΒΟΥΡΔΟΥΜΠΑ, 1.2.2.2 ΜΠΡΑΟΥ, 1.2.2.3 ΤΣΙΡΙΝΤΑΝΗ, 1.2.2.4 ΜΠΑΜΠΙΟΛΑΚΗ, 1.2.2.5 ΚΟΥΤΣΟΥΠΑ, 1.2.2.6 ΚΑΤΣΙΑ, 1.2.2.7 ΤΖΑΡΔΗ, 1.2.2.8 ΜΠΑΤΖΕΛΗ, 1.2.2.9 ΞΗΡΑ)
1.3. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ =1.3.1 ΔΑΣΚΑΛΙΑΝΟΙ=
(1.3.1.1 ΜΑΝΟΥΣΕΛΗΣ, 1.3.1.2 ΜΑΡΚΟΥΤΣΗΔΕΣ, 1.3.1.3 ΔΑΙΜΟΝΑΚΗΣ,1.3.1.4 ΠΡΟΚΟΠΑΚΗΣ, 1.3.1.5 ΤΣΙΡΜΙΡΗ, 1.3.1.6 ΟΡΦΑΝΟΥ, 1.3.1.7 ΠΩΛΑΚΗ, 1.3.1.8 ΠΕΤΡΟΥΛΗ Ή ΠΕΤΡΟΥΛΑΚΗ, 1.3.1.9 ΠΑΠΑΔΟΠΕΤΡΟΣ, 1.3.1.10 ΠΑΠΑΔΟΣΗΦΟΣ, 1.3.1.11 ΤΡΟΥΛΙΝΟΣ )

1.4. ΒΟΥΡΒΑΧΗΣ = 1.4.1 ΚΑΠΑΡΟΣ (Άνω Μέρος Αμαρίου), 1.4.2 ΣΠΟΝΤΙΔΑΚΗΣ(Ασφένδου), 1.4.3 ΤΣΑΚΑΛΑΚΗΣ (Δαφνές Ηρακλείου), 1.4.4 ΑΓΓΕΛΑΚΗΣ (Κουρνά μόνο), 1.4.5 ΤΖΟΥΓΑΝΑΚΗΣ (Μυριοκέφαλα) 1.4.6 ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ (Αθήνα )

1.5. ΚΑΨΟΚΑΛΥΒΗΣ 1.6. ΝΟΜΙΚΟΣ 1.7. ΛΟΓΓΙΝΗΣ
1.8. ΣΑΡΑΚΗΝΟΣ 1.9. ΛΙΧΝΟΣ 1.10. ΦΙΝΙΚΑΛΟΣ 1.11. ΜΑΡΑΦΑΡΑΣ
1.12. ΦΟΥΜΗΣ 1.13. ΛΟΥΜΠΙΝΗΣ 1.14 ΣΕΒΑΣΤΟΣ
1.15. ΛΕΩΝΗΣ 1.16. ΚΑΝΔΑΝΟΛΕΩΝ 1.17. ΚΟΝΤΟΣ 1.18. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ
1.19. ΠΑΡΔΙΩΤΗΣ
2. ΠΑΤΤΑΚΟΣ

Οικογένεια της Ίμπρου με μέγιστη προσφορά στους αγώνες του έθνους.

Οικογένειες με ρίζες από τους Παττακούς:
2.1 ΜΑΝΟΥΣΑΚΑΣ
2.2 ΜΑΝΟΥΣΟΓΙΑΝΝΗΣ –ΑΚΗΣ
2.3 ΒΟΛΟΥΔΑΚΗΣ – ΛΙΑΠΗΣ
2.4 ΠΩΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
2.5 ΠΩΛΟΓΕΩΡΓΗΣ
2.6 ΚΑΡΑΒΑΝΟΣ
2.7 ΖΕΡΒΟΣ
2.8 ΑΘΗΤΑΚΗΣ (Από Ασκύφου με ρίζες από τους Μπουζήδες)
2.9 ΚΟΥΤΡΟΥΜΠΑΣ (Πληρ. από το Σταύρο Γερωνυμάκη)
2.10 ΠΑΤΤΑΚΟΣ
3. ΚΕΛΑЇΔΗΣ
3.1 Κελαϊδης
3.2 Κελαϊδάκης
4. ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ
4. Στεφανίδες
4.1 Οικονομάκης.
4.1.1 Οικονομάκης, 4.1.2 Ζακυνθινάκης, 4.1.3 Τσαπάκης, 4.1.4 Γιαπιτζάκης,
4.1.5 Μπραουδάκης(Οι Ασκυφιώτες), 4.1.6 Παντερμάκης, 4.1.7 Σταυριανουδάκης.


http://www.e-sfakia.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=153:2010-04-28-10-39-46&catid=35&Itemid=79




ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΕΠΙΘΕΤΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΦΑΚΙΑ."

Κυριακή 21 Μαΐου 2017

Κρητικά χανιώτικα επώνυμα στη Νάξο

Κρητικά και ιδίως χανιώτικα επώνυμα στη Νάξο

κατάλοιπα κρητικών εποικισμών

Είναι ευρέως διαδεδομένη η πεποίθηση ότι η Κρήτη και η Νάξος είναι δύο νησιά που έχουν ιδιαιτέρως στενές μεταξύ τους ιστορικούς και πολιτισμικούς δεσμούς, αλλά και πιθανότατα δεσμούς αίματος.
Υπάρχουν οικογενειακές αφηγήσεις ανθρώπων που ζουν κυρίως στο ορεινότερο τμήμα της Νάξου, οι οποίες κάνουν λόγο για απώτερη καταγωγή τους από την Κρήτη, είτε λόγω διωγμού τους από τους Τούρκους είτε λόγω κάποιας βεντέτας, ενώ διάχυτη είναι η γενικότερη αντίληψη του αγροτοποιμενικού, κατά κύριο λόγο, πληθυσμού του νησιού, ιδίως των κατοίκων ορισμένων ορεινών χωριών, ότι οι Κρητικοί είναι συγγενείς τους. Επιπροσθέτως, ο παρόμοιος ποιμενικός, τρόπος ζωής, οι παραπλήσιοι κώδικες συμπεριφοράς, το παρεμφερές αξιακό σύστημα, καθώς και ορισμένες παρόμοιες συνήθειες (π.χ. ζωοκλοπή, παραγωγή και εκτεταμένη κατανάλωση ρακής, γαμήλιες μπαλωθιές και συνήθης ονοματοδοσία βαπτιστικών που εντοπίζονται κατ’ εξοχήν στην Κρήτη, όπως Μανώλης, Μιχάλης, Αντώνης, Φραγκίσκος, Μανούσος, Μαριέττα, Μαριάνθη, Καλλιόπη, Δέσποινα, Στέλλα κ.ά.) αποτελούν στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού του μεγαλύτερου νησιού των Κυκλάδων, τα οποία μάς παραπέμπουν συνειρμικά στην Κρήτη, χωρίς ωστόσο να αποτελούν απαραιτήτως και τεκμήρια της κρητικής καταγωγής των κατοίκων του, δεδομένου ότι κάποια από αυτά τα στοιχεία θεωρούνται κοινά για το νότιο Αιγαίο, αλλά και ενίοτε για τα μεγάλα νησιά της Μεσογείου γενικότερα. Ωστόσο, το γλωσσικό ιδίωμα της Νάξου, και δη ορισμένων ορεινών χωριών της, θεωρείται ιδιαιτέρως συγγενικό προς το κρητικό, και μάλιστα προς εκείνο της δυτικής Κρήτης, λόγω επαλλήλων κυμάτων κρητικών εποικισμών κατά τους παρελθόντες αιώνες.
Τ’ Απεράθου και οι σχέσεις του με τα Σφακιά
Το πλέον γνωστό πανελληνίως χωριό της Νάξου για την κρητική καταγωγή των κατοίκων του είναι τ’ Απεράθου ή η Απείρανθος, σύμφωνα με την επίσημη ονομασία του. Πρόκειται για το μοναδικό εκτός Κρήτης χωριό στο οποίο εντοπίζεται η ιδιότυπη προφορά του φθόγγου λ, παρόμοια με εκείνη του γλωσσικού ιδιώματος των Σφακίων, αλλά και των Ανωγείων, καθώς και άλλων χωριών της δυτικής Κρήτης. Επιπλέον, γραπτές μαρτυρίες του β΄ μισού του 19ου αιώνα και οικογενειακές αφηγήσεις διασώζουν την πεποίθηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού του χωριού ότι έλκουν την καταγωγή τους από τα Σφακιά: «Τα Κρητικόπουλα με το βασιλιά ντωνε κάνουσιν έφοδο τη νύχτα, πκιάνουσι ντο βασιλιά, βρίσκου γκαί τη βασίλισσα. Ετότες επομείνασι στ’ Απεράθου εφτά οικογένειες Σφακιανοί απού τα παλληκάρια του βασιλιά τση Κρήτης κ’ εχτίσα ντο χωριό μας». Πιστεύεται ότι σημαντικός αριθμός Σφακιανών εγκαταστάθηκε στο χωριό (1771-74), αμέσως μετά την καταστολή της Επανάστασης του Δασκαλογιάννη (1770-71), χωρίς ωστόσο να υπάρχουν γραπτές πηγές της εποχής οι οποίες να επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο, γεγονός στο οποίο βασίζεται η επιχειρηματολογία μερίδας Απεραθιτών που αρνούνται, “κατηγορηματικά” θα έλεγε κανείς, την ύπαρξη οποιουδήποτε μαζικού εποικισμού του χωριού τους από Κρητικούς. Επώνυμα πάντως που συνδέονται με κρητικούς εποικισμούς στο χωριό (τέλος 18ου αι.) θεωρούνται τα: Αρχοντάκης, Πυτιλάκης, Σκληράκης, Μηλιδάκης, Βασιλακάκης, Πρωτοπαπαδάκης, Φραγκούλης, Κρητικός, Σφακιανός, Φραγκίσκος, Μπαρδάνης ή Βαρδάνης, Γαλάνης, Βλαστός, Πατακός, καθώς και τα εξαφανισμένα πλέον Αγαθάκης, Βαφιανός, Καπράκης, Καπρακάκης, Πιταράκης, Δασκαλάκης, Σακελλαράκης Σηφάκης, Σκορδίλης ή Σκορδιλάκης, Διγενάκης κ.ά., όπως και τα ακόμη προγενέστερα: Ανουσάκης, Βλαχάκης, Παπαδάκης και Παυλονικολάκης. Επιχωριάζει δε εκεί το χαρακτηριστικό βαπτιστικό Φραγκίσκος (Φρατζέσκος) και πιθανόν παλαιότερα το Νταμουλής.
Η περίπτωση του Φιλωτίου
Στο Φιλώτι, το μεγαλύτερο χωριό της Νάξου, διάχυτη είναι στους κατοίκους η αίσθηση ότι υπάρχει συγγένεια με τους Κρητικούς. Σύμφωνα δε με προφορικές μαρτυρίες, οι δύο μεγαλύτερες οικογένειες του χωριού είναι κρητικής καταγωγής: οι Μουστάκηδες φέρεται να έλκουν την καταγωγή τους από την περιοχή του Σελίνου, οι δε Βασιλάκηδες ίσως από το Λουτρό Σφακίων, ενώ οι Σουλήδες κατάγονται από κάποιον Κρητικό φυγάδα ονόματι Μπαλή, που άλλαξε το επώνυμό του για να ξεφύγει από τους Τούρκους. Υπάρχουν σήμερα και άλλα κοινά με την Κρήτη επώνυμα, όπως τα: Μανιός και Κρασσάς, ενώ παλαιότερα, κατά την Τουρκοκρατία, εντοπίζονταν και άλλα: Σαλιαράκης (καπετάνιος από τα Χανιά), Λιμογιάννης, Μιξάκης, Τζι(μ)πλάκης, Βαρδαράκης, Παντελάκης, Τζαννιδάκης, Ταταδάκης, Ταταράκης, Καλλέργης, Βλαστός, Παπαδάκης, Περουλάκης, Περάκης, Κουντουράκης, Τζουανάκης, Γλιμάκης, Κουρούπης, Λαμπαδάκης, Σκουλούδης, Νανάς, Λαπαδάκης, Μιλιδάκης, Βαβουλάκης, Τζουνάκης, Σταματάκης, Σφυριδάκης, Μακαράκης(;), Κρητικός και Κρητικοπούλης, καθώς και το βαπτιστικό Μανούσος, πιθανόν δε και το Νταμουλής. Επιπλέον, το γλωσσικό ιδίωμα του χωριού φαίνεται να είναι παρόμοιο (βάσει γραμματικής και λεξιλογίου) με εκείνο της δυτικής Κρήτης, ίσως δε περισσότερο -κατά μία εκτίμηση- με εκείνο του Αποκόρωνα, με χαρακτηριστικότερο γνώρισμά του την αποβολή του φθόγγου λ προ των α, ο και ου, φαινόμενο κοινό, τουλάχιστον μέχρι πρότινος, και για ορισμένα χωριά των επαρχιών Κυδωνίας και Αποκορώνου, που βρίσκονται στις υπώρειες των Λευκών Ορέων, καθώς και για τα Ζωνιανά Μυλοποτάμου.
Κρητικά επώνυμα σε άλλα χωριά της Νάξου
Παρόμοιο γλωσσικό φαινόμενο επιχωριάζει και στην ιδιαιτέρως ορεινή Κωμιακή ή Κορωνίδα, όπου εντοπίζονται τα θεωρούμενα ως κρητικά επώνυμα Βιτζηλαίος, Νικολάκης, Παπαδάκης, καθώς και τα βαπτιστικά Φραγκίσκος και Μανούσος. Το Μανούσος επιχωριάζει και στον επίσης ορεινό Κυνίδαρο, όπου κατά το παρελθόν είχαν καταφύγει Σφακιανοί αγωνιστές (π.χ. Μανούσος Στρατίκης ή Κούτσουπας, πρωτοπαλλήκαρο του Δασκαλογιάννη), ενώ κυνιδαριώτικα επώνυμα που θεωρείται ότι έχουν κρητική προέλευση είναι τα Χανιώτης, Αντωνάκης, Λιαδάκης, Γεροντάκης, Καπετανάκης, Τρανουδάκης και Νανάς (από το Ναναδάκης), όπως και παλαιότερα τα Γιακουμηδάκης, Μηλιδάκης, Τσουνάκης και Φεραντάκης. Στο λεκανοπέδιο της Τραγαίας και
τα χωριά του εντοπίζονται τα
Μπαρότσης, Ψιλάκης, Λαμπαδάκης, Χριστοδουλάκης, Ψωμαδάκης, Φραγκουδάκης, Γαβαλάς, Παπαδάκης, Βλησίδης, Βασαλάκης, Μαράκης, Βενιεράκης, Κρητικοπούλης, Τζιμπλάκης, Λεκάκης κ.ά., στη Μονή τα Κωνσταντάκης και Περιστεράκης, ενώ στις Μέλανες το Βασιλάκης και στην Ποταμιά τα Μαρούλης και Γρυλλάκης. Σύμφωνα με οικογενειακές αφηγήσεις ατόμων που φέρουν τα παραπάνω επώνυμα, αυτά έλκουν ως επί το πλείστον την καταγωγή τους από τη δυτική Κρήτη, πρωτίστως από την ευρύτερη περιοχή των Χανίων. Επίσης, στην πεδινότερη Νάξο επιχωριάζουν μεταξύ άλλων τα: Μαρούλης, Φραγκιουδάκης, Σκουλούδης, Σκουλουδάκης, Ξενικουδάκης, Καπρής, Λαμπριανάκης, Χανιώτης, Χανιωτάκης, Χαμπάκης, Φλωράκης κ.ά., όπως και παλαιότερα το Βαρβατάκης. Τέλος, στη Χώρα της Νάξου, επώνυμα κρητικής προέλευσης θεωρούνται τα: Βλαχάκης, Σπυριδάκης, Ζωλοτάκης, Πιτταράκης, Κουτσογιαννάκης και Μελισσηνός, ενώ πριν από έναν περίπου αιώνα εντοπίζονταν ακόμη τα: Ψωμαδάκης, Μαυρογιαννάκης, Μανετάκης, Βαρότσης, Γαβαλάς, Σκορδύλης, Κάνδιας κ.ά.
Τα παραπάνω επομένως στοιχεία ενισχύουν την εκτίμηση ότι πράγματι υπήρξαν εποικιστικές μετακινήσεις από την Κρήτη προς την Νάξο, κυρίως κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Αξιοσημείωτη δε είναι η σχετικά μεγάλη αναλογία ναξιακών επωνύμων κοινών με τη δυτική Κρήτη και ιδίως με τον νομό Χανίων (σε αντιδιαστολή με την πλησιέστερη από γεωγραφική άποψη ανατολική Κρήτη), που σε συνδυασμό με το γεγονός των εμφανών γλωσσικών και των εν γένει πολιτισμικών ομοιοτήτων ανάμεσα στις δύο περιοχές, καθιστά μία περαιτέρω προσπάθεια διεπιστημονικής διερεύνησης των μεταξύ τους δεσμών ιδιαιτέρως ελκυστική.
*δρ Ιστορίας του Πολιτισμού
http://www.haniotika-nea.gr/kritika-ke-idios-chaniotika-eponima-sti-naxo/
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Κρητικά χανιώτικα επώνυμα στη Νάξο"

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2016

ΜΑΝΙΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΚΡΗΤΙΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ



Πολλά μανιάτικα σημερινά ονόματα εξελίχθηκαν από το βυζαντινο –άκιος σε άκις, σε –άκης και μετά σε –άκος.
Π.χ. Σταυράκιος – Σταυράκις - Σταυράκης - Σταυράκος Μεγάλα παλαιά μανιάτικα «τζάκια» όπως Τζανετάκης, Κουμουνδουράκης, Τζωρτζάκης, Βενετσανάκης, Δουράκης, Γρηγοράκης, Παπαδάκης (ο γιατρός) διατήρησαν τα επώνυμά τους λόγω «αξιωμάτων».
Εάν ανατρέξουμε στην κατάσταση του γιατρού Παπαδάκη που αναφέρει επώνυμα Μανιατών μεταξύ των ετών 1715 και 1763 τότε θα δούμε ότι τα περισσότερα είναι σε –ακης, όπως:
Αλαφάκης, Αλετουρανάκης, Αληφεράκης, Αμοραζάκης, Αμορατάκης,
Βασιλάκης, Βαφεάκης, Βιζηράκης, Βλαχάκης, Βλασάκης, Βλαστάκης, Βλασταράκης, Βολάκης, Βορβολάκης, Βρετάκης, Βοηδονηκολάκης,
Γαλητζάκης, Γαλιφάκης, Γαρδελάκης, Γηοργατζάκης, Γερακαράκης, Γεωργακάκης, Γηοργακάκης, Γηουλάκης, Γιανακάκης, Γιανουκάκης, Γιοργάκης, Γιοργουλάκης, Γουράκης, Γραματηκάκης, Γρυβάκης,
Δηκεάκης, Διμακάκης, Διμιτράκης, Διμνηανάκης, Δοδορακάκης,
Ζαμπουνάκης, Ζερβάκης, Ζερβογιάκης, Ζηριμονάκης, Ζουλάκης,
Θοδορακάκης, Θομογιανάκης,
Καλαμουτάκης, Καληακης, Καλκαντάκης, Καπετανάκης, Καπεταγιωργάκης, Καραμπατάκακης, Καρκαβελάκης, Κατελουζάκης, Κατζημπράκης, Κατζιωμαντάκης, Κηραγιανάκης, Κηραζάκης, Κοβορινάκης, Κουφονηκολάκης, Κεφαντζάκης, Κηριακάκης, Κηρηακουλάκης, Κοκοράκης, Κοντομηχαλάκης, Κουβαράκης, Κουζουνάκης, Κουμεντακάκης, Κορδιχάκης, Κουλεμπεάκης, Κουνεντάκης, Κουρογιανάκης, Κουρορχιδάκης, Κουσκάκης, Κουτζηογκανάκης, Κουτζογιανάκης, Κοσταντάκης, Κοσταταράκης, Κρεκράκης, Κριθαράκης, Κτενάκης,
Λαδακάκης, Λεκάκης, Λεκαράκης, Ληάκης, Ληακουτζάκης, Ληγοράκης, Ληκουρεζάκης, Ληράκης, Ληροφονάκης, Λιγορακκάκης, Λιωμπεράκης, Λουκάκης, Λουλουδάκης, Λουμπαρδάκης,
Μαβρακάκης, Μαζαράκης, Μανετάκης, Μανολάκης, Μαρκάκης, Μαστρομιχαλάκης, Ματαράκης, Ματζιαράκης, Μηχαλακάκης, Μηχελάκης, Μονεδογιανάκης, Μοράκης, Μουγάκης, Μουνκάκης, Μουντουράκης, Μουσάκης, Μπαζάκης, Μπατελάκης, Μπεταλάκης, Μπεχράκης, Μπιστηκάκης, Μπογάκης, Μπουβαλάκης, Μπουζογρεγάκης,Μπουλάκης
Νικωλουδάκης, Νιωνάκης,
Ξαρχάκης,
Παναγιωτάκης, Πανιωράκης, ΙΙαπαγιανάκης, Παπαδημητράκης, Παπουλάκης, Πατρικάκης, Περιφανάκης, Πετάκης, Πετρακάκης, Πετράκης, Πετρολαγάκης, Πηεράκης, Πηεροκανάκης, Πιεράκης, Πουληκάκης, Πονιωράκης, Ποντηκάκης, Πουλημενακάκης,
Ραυτάκης, Ρικουνάκης, Ροδάκης, Ρουτζάκης,
Σαλιμηδάκης, Σημφάκης, Σιγουτάκης, Σιφάκης, Σολομακάκης, Σουκαράκης, Σπιράκης, Στραβουλάκης, Στρατάκης, Στριλάκης, Σχουταράκης,
Ταταράκης, Ταουτάκης, Τζαλαμπουκάκης, Τζανετάκης, Τζανουλάκης, Τζερεκάκης, Τζουτζουράκης, Τζηκαράκης, Τζηκουνάκης, Τζητουράκης, Τζικνάκης, Τζιομπελάκης, Τζιμπλιακάκης, Τζιωνάκης, Τζοανετακής, Τζουβελαράκης, Τζουλάκης, Τζουλουφαττάκης, Τζουμπληακάκης, Τρουλοκολάκης, Τομαβροηδάκης, Τουράκης, Τραφαλάκης,
Φινογιανάκης,
Χανζηακάκης, Χασανάκης, Χοντράκης,
Ψιρογιανάκης, Ψουροκολάκης
Πολλοί θα αναγνωρίσουν τα ίδια επώνυμα με τη σημερινή τους κατάληξη σε –ακος
Στην Κρήτη παλαιότερα δεν υπήρχαν επώνυμα σε –άκης. Για παράδειγμα, σε Κρητικό κατάλογο του 1582 όπου υπάρχουν 33 επώνυμα όπως:Δραζίνος, Καλούδης, Στειακός, Καριώτης, Βόλτας, Κανέτος, Κατέλος, Καψής, Σακελάρης, Τζέρμιας, Ζουράρης, Κονταλάκαιρος, Πίτσικας, Ζητούνης, Σερέπετσης, Ζητούνης, Σερέπετσης, κ.α., και κανένα σε -άκης Τα εις –άκης τα βρίσκουμε στην Κρήτη μετά το 1750 όταν η Μάνη είχε υπερπληθυσμό και οι Μανιάτες μετανάστευαν παίρνοντας μαζί τα έθιμά τους και μεταξύ αυτών και την κατάληξη των επωνύμων τους σε –άκης.
Βιβλιοπωλειο-εκδοσεις "Αδουλωτη Μανη"
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΜΑΝΙΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΚΡΗΤΙΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ"

Τρίτη 5 Ιουλίου 2016

Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ -ΑΚΗΣ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ

-ΑΚΗΣ .Η ΚΑΤΑΛΗΞΗ ΤΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ ΑΥΤΩΝ ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΑΝΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΡΗΤΗ.---
Τα εις -άκης είναι τα παλαιότερα από τα επώνυμα με τις τυπικές μανιάτικες καταλήξεις. Τα συναντάμε ήδη σε διάφορα έγγραφα που έχουν φτάσει ως εμάς και χρονολογούνται απ' το 1600 και εξής.
Τα ανωτέρω επώνυμα είχαν αρχικώς υποκοριστική σημασία, που αργότερα εξελίχθηκε σε πατρωνυμική.
Ο σχηματισμός τους έπαψε, καθώς φαίνεται, οριστικά γύρω στα 1800, οπότε τα επώνυμα αυτά αντικαταστάθηκαν από εκείνα που έχουν καταλήξεις -έας και -άκος, τα γνωστά τυπικά μανιάτικα.
Τα επώνυμα με τις καταλήξεις σε -άκης διατηρούνται μέχρι τελευταία στη μανιάτικη αποικία της Κορσικής, γιατί η ιστορική μοίρα των Μανιατών αυτών υπήρξε διαφορετική.
Γνωρίζουμε βέβαια ότι τα επώνυμα σε -άκης επιχωριάζουν σήμερα κυρίως στην Κρήτη.
Αυτός είναι ένας λόγος, που μερικοί Μανιάτες, όχι λόγιοι ασφαλώς, πιστεύουν ότι όσοι έχουν τέτοια επώνυμα, κατάγονται από το ανωτέρω νησί.
Φαίνεται ότι πολλοί οδηγήθηκαν σ' αυτή την εσφαλμένη αντίληψη, επειδή τα ονόματα αυτά έπαψαν να σχηματίζονται κατά τη νεώτερη περίοδο. Άλλος λόγος που προκαλεί τη σύγχυση είναι ότι και οι Μανιάτες παλαιότερα φορούσαν βράκες.
Οπωσδήποτε πρέπει να εγκαταστάθηκαν Κρητικοί στη Μάνη καθώς και Μανιάτες στην Κρήτη, αλλά υστερότερα, ιδιαίτερα στις κρίσιμες ιστορικές στιγμές, όπως τα 1669 (υποταγή της Κρήτης στους Τούρκους), καθώς και στα 1715 (ανακατάληψη της Πελοποννήσου από τους Τούρκους) και 1770 (μετά τα Ορλωφικά).Συνεπως, τα επώνυμα αυτά δεν έχουν καμιά σχέση με τα παλαιότερα μανιάτικα, που υπήρχαν, όπως είδαμε, πριν από το 1600.
Συνάγεται, εξάλλου, με βάση τη μελέτη των παλαιότερων κρητικών εγγράφων, ότι ονόματα σε -άκης ουσιαστικά δεν συναντώνται στην Κρήτη πριν από το 1700. Απ' αυτό πρέπει να δεχτούμε ότι είναι πιθανότερη η μανιάτικη επίδραση στο σχηματισμό των κρητικών επωνύμων.
Ο λόγος της υπάρξεως των ανωτέρω επωνύμων στη Μάνη οφείλεται στο γεγονός ότι προέρχονται από ένα παλαιό βυζαντινό πολιτιστικό στρώμα.
Τα παλαιότερα αυτά ονόματα είχαν αρχική κατάληξη σε -άκιος (πρβλ. Σταυράκιος, Ισαάκιος), που μετέπεσε σε -άκης.
Αυτά διατηρήθηκαν στην Κρήτη, ενώ στη Μάνη μετά το 1800 αντικαταστάθηκαν από τα επώνυμα σε -έας και -άκος. Όπως ήδη αναφέραμε, τα επώνυμα σε -άκης είναι τα παλαιότερα.
Τα επώνυμα σε -άκης δεν συναντώνται σε μιαν ορισμένη περιοχή της Μάνης, αλλά σε όλη την έκτασή της.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ -ΑΚΗΣ ΤΩΝ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ"

Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016

ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ [2]

ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΙΉΊΉ 151
 Ώ ς προς τά ονόματα μέ ιταλική προέλευση.
τά περισσότερα σχηματίζονται άπο αυτούσιο το τοπωνύμιο (61%). Στά ονόματα
πού παραδίδονται μέ παραγωγικές καταλήξεις, ή πιο συνηθισμένη κατάληξη
είναι -ανος (58%).
Άν οί μετακινήσεις τών κατοίκων της Κρήτης μέσα στο ί'διο το νησί γίνονται
σέ περιορισμένη γεωγραφική ακτίνα, δέν συμβαίνει το ίδιο μέ τά άτομα
πού έρχονται άπα άλλα μέρη. "Ετσι, τά εθνικά ονόματα πού παραδίδονται άπο
τίς πηγές μαρτυρούν τήν παρουσία εκεί ατόμων πού κατάγονται άπο τήν Ανατολή
καί τή Δύση: άπο τήν Ίστρία1 καί το Αργυρόκαστρο ως τή Μικρά Ασία
καί τήν Αίγυπτο. Ά ς σημειωθεί δτι άπο τά 29 εθνικά ονόματα μέ προέλευση
ονομασίες διαφόρων άλλων περιοχών, τά μισά σχεδόν είναι βυζαντινής προέλευσης
καί παραπέμπουν σέ καταγωγή άπο περιοχές της βυζαντινής αυτοκρατορίας,
άπο οπού προήλθε το δνομα. Στις περιπτώσεις αυτές ό κάτοχος τοΰ ονόματος,
πού βρίσκεται τον 14ο ή τον 16ο αιώνα στην Κρήτη, δέν είναι βέβαιο
άν ήλθε τότε άπο τά μέρη αυτά ή άν είχε μεταναστεύσει σέ παλαιότερη εποχή.
Τά περισσότερα εθνικά ονόματα της κατηγορίας αυτής παραδίδονται μέ παραγωγικές
καταλήξεις (84%)" πιο κοινή εϊναι ή κατάληξη -ινος /-ηνος (28%)
καί ακολουθούν οί καταλήξεις -ίτης (21%) καί -ιώτης (14%).
Έκτος άπο τίς παραπάνω κατηγορίες ονομάτων, ήδη αναφέρθηκαν καί άλλες
ενότητες επωνύμων πού υποδηλώνουν γεωγραφική προέλευση καί πρέπει
να συμπεριληφθούν στά εθνικά οικογενειακά ονόματα. Συγκεκριμένα πρόκειται
για τά ακόλουθα ονόματα:
α) ονόματα πού δείχνουν προέλευση άπο ευρύτερη γεωγραφική περιφέρεια
ή καί εθνότητα2. Ανήκουν σέ κατηγορία ονομάτων, τά όποια πρέπει νά προσεγγίζονται
μέ μεγάλη προσοχή, γιατί δέν είναι ούτε εύκολο νά υποστηριχθεί
οτι δηλώνουν άμεσα εθνική καταγωγή, ούτε νά εντοπιστεί χρονικά ή στιγμή
κατά τήν οποία οικογένεια μέ το δνομα αυτό μετανάστευσε στην Κρήτη. Ακόμη,
δέν είναι σίγουρο, άν πράγματι πρόκειται για μετανάστευση3. Τά εθνικά
1. Ή Ίστρία ήταν βενετική κτήση άπο τον 13ο αιώνα καί ή Γαληνότατη Ικανέ κατά
καιρούς πολλές προσπάθειες για τον εποικισμό της. Δύο είναι οί γνωστές μετοικεσίες
Κρητικών στην περιοχή της Ίστρίας" ή πρώτη το 1570 άπο Κρητικούς τοϋ Ρεθύμνου, οί
όποιοι μετέβησαν στην Πόλα μετά τή λεηλασία τοϋ Ρεθύμνου άπο τον Ούλουτσή 'Αλή,
βλ. Μ α ρ γ. Κ ω ν σ τ α ν τ ι ν ί δ η, Ή άλλοτε εν Πόλα της 'Ιατρίας Ελληνική Κοινότης
καί οί εν τή περιφέρεια αυτής ελληνικοί συνοικισμοί (1540-1796), Εκκλησιαστικός Φάρος
12 (1913), σελ. 513. Ό δεύτερος εποικισμός Κρητικών προσφύγων, πού μεταφέρθηκαν
εκεί άπο τον Μοροζίνη, χρονολογείται το 1669, λίγο μετά τήν πτώση τοΰ Χάνδακα στους
Τούρκους, βλ. το άρθρο τοΰ Ρ. Κ a n d 1 e r, Ultima colonia di Greci trasportata in Istria,
Istria 7 (1852), σελ. 60 (το όποιο δέν μπόρεσα νά εντοπίσω)" πρβλ " Α ρ τ ε μ η ς Ξ α ν-
0 ο π ο ύ λ ο υ-Κ υ ρ ι α κ ο ϋ, Ειδήσεις για άγνωστη ελληνική αποικία στην Ίστρία τα
18ο αιώνα, Θησαυρίσματα 10 (1973), σελ. 202 σημ. 3.
2. Βλ. στον πίνακα 1 τήν κατηγορία εθνικών μέ τήν ένδειξη «"Αλλες εθνότητες».
3. Γιά τά προβλήματα της ενότητας αυτής τών εθνικών βλ Λ α ί ο υ, δ.π., σελ. 178.
152 ΒΟΥΛΑ ΚΟΝΤΗ
οικογενειακά ονόματα τής ενότητας αυτής πού εντοπίζονται στις πηγές της
βενετοκρατούμενης Κρήτης είναι τά έξης: Alamano, Anatolicus, Armeni,
Arvaniti καί Arvanitachi, Atingano, Catalano καί Catellanus, Frango καί
Krangopulo, Greco καί Γραικός, Κουρσάρος, Latino, Levanlinus, Romano
καί Romanili, Romeo καί Ρωμιόπουλος, Rosso καί Russeo, Sarachino,
Saraxino καί Sarachinopulo, Sciavo, Sciavero καί Sclavopulo, Spagnolo,
Spanopulo καί Σπανός, Surian καί Surianus, Teutonicus, Turcho, Τουρ-
κάκης καί Turcopulo, Vlaeho, Vulgari, Bulgarus καί Βούλγαρης,
β) ονόματα πού προέρχονται άπο ονομασίες μή συγκεκριμένου γεωγραφικού
χώρου: Apanomeriti, Cambiti, Catomeriti, Noto, Στεριανοπούλλα, Xeno,
Xenico καί Xenicopulo, Xomeriti,
γ) ονόματα, πού είναι πιθανότατα εθνικά, εξαιτίας τών χαρακτηριστικών
εθνικών καταλήξεων τους. Είναι γνωστό δτι ειδικά ή κατάληξη -ιώτης εϊναι,
σχεδόν αποκλειστικά, γνώρισμα εθνικών ονομάτων το 'ίδιο συμβαίνει, σέ μικρότερο
ίσως βαθμό, καί μέ τίς άλλες καταλήξεις. "Ετσι, έχουμε ονόματα πού
πρέπει νά χαρακτηριστούν ώς εθνικά, χωρίς δμως νά είναι δυνατή ή ταύτιση
τους μέ ονομασίες συγκεκριμένων χωριών1. Τά ονόματα τής ενότητας αυτής
είναι τά έξης: Abelachiano, Aeriti, Archioti, Asprioti, Avamamaiti, Cablinoti,
Calosoniti, Camanoti, Caroniti/Gharoniti. Chalichioti, Cochianiti,
Condolioti, Diminiti2, Εύγενιανός, Fluriotti, Geriti, Gialiti, Gulioti,
Καταμαζανός, Labangioti3, Lendariothi, Limeniti, Magidioti/Magridoti/
Μιγιδιώτης, Marmachioti, Melandhioti, Meriti, Messopothamiti, Mettoehiti,
Paleormiti, Parathioti, Pithioti, Poloniati, Prichiati, Protocopiti,
Remegnoti, Rezaniti, Sabiniti, Sarandino4 , Scarmignoti, Sinastioti/Sinaetiotti,
Stiralioti, Ταρχανιώτης/Trachanioti5, Trulino/Τουρλινός, T(h)eria-
1. Ό Τριανταφυλλίδης, δ.π., σελ. 29 § 56, σημειώνει δτι ή αδυναμία ταύτισης οφείλεται
στο γεγονός δτι ε'ίτε δέν ξέρουμε πολλές φορές τά ονόματα μικρών συνοικισμών πού
έχουν περιληφθεί σέ μεγαλύτερη περιφέρεια, είτε τά τοπωνύμια έχουν μετονομαστεί, ή
καί δέν σώζονται.
2. Για τήν πιθανή προέλευση τοΰ ονόματος άπο περιοχή Derrienna της Σικελίας βλ.
B r . L a ν a g n i n i, Demenna e Demenniti, Βυζάντιον. 'Αφιέρωμα στον 'Ανδρέα Ν.
Στράτο, τόμ. Α', 'Αθήνα 1986, σελ. 123-128.
3. "Ισως είναι παραφθορά τοΰ Λαμπανιτσιώτης, τοϋ καταγόμενου δηλ. άπο τή Λαμπα-
νίτσα, χωριό τής Παραμυθιάς, άπο δπου καί ό γνωστός ήπειρώτης λόγιος τοΰ 18ου αί.
Πολυζώης Λαμπανιτζιώτης (βλ. Π. Δ. Π α ν α γ ι ω τ ί δ η, Πολνζώης ό Λαμπανιτσιώτης
και αί εκδόσεις αυτού, ΕΦΣΚ 27 (1895-1899), σελ. 325 καί σημ. 3).
4. Δέν αποκλείεται νά δηλώνει καταγωγή άπο τους 'Αγίους Σαράντα τής Βορείου
Ηπείρου.
5. "Ισως δηλώνει καταγωγή άπο το χωριό Ταρχάνιον τής Θράκης (βλ. Κ. Ά μ ά ν τ ο υ,
Πόθεν το δνομα Ταρχανιώτης, Ελληνικά 2 (1929), σελ. 435-436 ( - Γλωσσικά Μελετήματα,
σελ. 319-320).— Δ. Ι. Π ο λ έ μ η , The Doukai. A Contribution to Byzantine Prosopography,
Λονδίνο 1968, σελ. 183).
ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ 153
no, Τραγανίτης, Vardhichiü, Vellayti, Vradiano, Zelaiti/Celaiti.
Ή Ιρευνα πού επιχειρήθηκε στις αρχειακές πηγές τής βενετοκρατούμενης
Κρήτης, μέ βάση τίς μνείες τών εθνικών οικογενειακών ονομάτων πού επισημαίνονται
στο νησί, μας επιτρέπει νά συμπεράνουμε δτι 1) τά μισά σχεδόν
άπο τά εθνικά ονόματα προέρχονται άπο τοπωνύμια τοΰ ίδιου τοΰ νησιοΰ,
2) ένας αρκετά μεγάλος αριθμός οικογενειών άπό τήν Ιίελοπόννησο, τά νησιά
τοΰ Αιγαίου, τήν ιταλική χερσόνησο, άλλα καί άπο διάφορα άλλα μέρη μαρ-
τυρεϊται νά έχει εγκατασταθεί στην Κρήτη κατά τήν περίοδο αύτη, καί 3) ενώ
τά εθνικά ονόματα δηλώνουν τήν καταγωγή τών εποίκων, μέ τήν αδυναμία
καθορισμού, Ιστω καί κατά προσέγγιση, τοΰ χρόνου τής μετανάστευσης, υποβαθμίζεται
ή ιστορική σημασία τοΰ ίδιου τοΰ γεγονότος τής εποίκισης. 'Η μελέτη,
ωστόσο, τών εθνικών οικογενειακών ονομάτων προσφέρει μια γενική εικόνα
τόσο τών μετακινήσεων τών πληθυσμών δσο καί τών δεσμών πού είχαν
αναπτυχθεί ανάμεσα στην Κρήτη καί σέ ορισμένες γεωγραφικές περιοχές.
Α. ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΑ
ΑΠΟ ΚΡΗΤΙΚΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ
1. 'Λγιώτης, άπό το χωριό Άγια Κυδωνιάς
1536: ό μαΐστρο Παΰλος Agiüti, ό γιος του Γεωργιλάς καί ό Θόδωρος Agioti
μνημονεύονται στον κατάλογο στρατευσίμων τών Χανιών1.
2. Άγκαραθέας, άπο τή μονή Άγκαράθου Πεδιάδας
1536: ό Γιάννης Angaratrea [Angarathea;] αναγράφεται στον κατάλογο στρατευσίμων
τοΰ κάστρου Άποκορώνου2.
3. Άμαθιανός, άπο το χωριό Άμαθιανά Κυδωνιάς (;)
τέλη 13ου αι.- α' δεκαετία 14ου αι.: ό Μιχαήλ Amathiano μνημονεύεται ώς
δανειστής τοΰ παπα Νικόλα Periptas3.
1536: è Νικολός Amantriano [Amathiano ;] αναγράφεται στον κατάλογο στρατευσίμων
τοΰ χ. Άρμένοι4· ό Μιχελής Amathiano, ό Μιχάλης Amatriano
1. Γ. II λ ο υ μ ί δ η, Κατάλογος στρατευσίμων Χανίων καί Άποκορώνου στην έκθεση
τοΰ ρίκτορα Μ. Α. Bernardo (1536), Κρ. Χρ. 25 (1973), σελ. 306-307, 314.
2. Ό . π . , σελ. 323.
3. Ζ. Ν. Τ σ ι ρ π α ν λ ή, «Κατάστιχο εκκλησιών καί μοναστηριών τον Κοινοϋ»
(1248-1548). Συμβολή στή μελέτη τών σχέσεων Πολιτείας και 'Εκκλησίας στή βενετοκρατούμενη
Κρήτη, 'Ιωάννινα 1985, σελ. 151 έ'γγρ. 21.
4. Π λ ο υ μ ί δ η, Κατάλογος στρατευσίμων, σελ. 324.
154 ΒΟΊΓΛΛ ΚΟΝΤΗ
[Amathiano;] καί ό Ιΐαΰλος Amatriano [Amathiano;] περιλαμβάνονται
στον κατάλογο στρατευσίμων τοΰ χ. Κάινα1* ό Γεωργιλάς Amathiano
αναφέρεται στον κατάλογο στρατευσίμων τοΰ χ. Surpo2.
1590: ό Γεώργιος Άμαθιανος τοΰ ποτέ Νικόλα, άπο το χ. Άμαθιανά, υπογράφει
ώς μάρτυρας σέ νοταριακο έγγραφο τών Χανιών, σχετικό μέ το
μοναστήρι τοΰ Σωτήρος Χρίστου τοΰ Άσπαλαθέα3 .
1600: ό Νικολός Άμαθιανος τοΰ ποτέ Κωνσταντή υπογράφει ώς μάρτυρας σέ
σύμβαση μαθητείας4.
4. Άμαρ(γ)ιανίτης, άπο το χωριό Άμαριανο Πεδιάδας ή ενδεχομένως άπο το
Άμάρι
13ος od.: -ò όνομα Aiiiorianitis μνημονεύεται στα κατάστιχα 18 καί 19 τοϋ
'Αρχείου τοΰ Δούκα τής Κρήτης5.
1488." ό Μανόλης Άμαριανίτης αναφέρεται σέ διαθήκη6.
1554: ό καλόγερος Ίωαννίκιος επονομαζόμενος Άμαργιανίτης, άπο το μοναστήρι
τοΰ Αγίου Αντωνίου (ή Φανερωμένης) τοΰ χ. Φουρνή Μεραμπέλ-
λου, παραγγέλνει εικονίσματα στο ζωγράφο Πέτρο Πολίτη7 (πρβλ. πιο
κάτω, σελ. 306, λ. ΙΙολίτης).
1573: στον Κωνσταντίνο Amargianiti, γιο τοΰ 'Ιωακείμ, άπο το Καστέλλι
τής Φουρνής, χορηγείται άδεια νά μεταβεί στά Κύθηρα, για νά χειροτονηθεί
παπάς* εγγυητής ό πατέρας του8 .
1581: ό Κωνσταντής Amarianiti εκλέγεται fante al peso del comun στή θέση
τοΰ Γιάκουμου Amarianiti9.
1."0.π., σελ. 329.
2. "Ο.π., σελ. 335.
3. 'Α ν. II. Β ο υ ρ δ ο υ μ π ά κ ι, Κρητικά έγγραφα εκ τής 'Ενετοκρατίας καί Τουρκοκρατίας,
Χριστιανική Κρήτη 2 (1913-15), σελ. 347-348 ^γγρ. II.
4. Μ α ρ ί α ς Γ. Κ ω ν σ τ α ν τ ο υ δ ά κ η , Νέα έγγραφα για ζωγράφους τον Χάνδακα
(ΙΣΤ' αί.) άπο τά αρχεία τον Λούκα και τών νοταρίων τής Κρήτης, Θησαυρίσματα
14 (1977), σελ. 195 Ιγγρ. Ζ'
5. Μ α ρ ί α ς Κ. Χ α ι ρ έ τ η, Τά παλαιότερα Κατάστιχα τοΰ 'Αρχείου τον /1ο?5κ«
τής Κρήτης ώς ίστορικαϊ πηγαί, Κρ. Χρ. 21 (1969), σελ. 512 καί σημ. 36.
6. Κ. Ν. Σ ά θ α, ΚρητικαΙ διαθήκαι, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τόμ. ΣΤ', Βενετία
1877 (φωτοτ. ανατ. 1972), σελ. 658-659 εγγρ 4.
7. Ά 0. Δ. Π α λ ι ο ύ ρ α, 'Π ζωγραφική είς τον Χάνδακα άπα 1550-1600, Θησαυρίσματα
10 (1973), σελ. 113.
8. Ν. Κ α ρ α π ι δ ά κ η, Administration et milieux administratifs en Crète vénitienne
(XVle siècle), [Παρίσι 1983], Β, σελ. 105 άρ. 65 ( = Περιλήψεις και έκδοση τών έγγραφων
τών registres Α, Β, G, D της busta 55 τοΰ 'Αρχείου τοΰ Δούκα τής Κρήτης: στο
εξής Κ α ρ α π ι δ ά κ η , Α, Β, C, D).
9. Κ α ρ α π ι δ ά κ η, C, σελ. 324 άρ. 111.
ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ 155
1583: ή Κατερίνα Amarianò καταβάλλει livello για σπίτια στην πόλη τοΰ
Χάνδακα1" ή Ελένη Amargianitissa καί ό Μανόλης Amargianiti περιλαμβάνονται
στους πακτωτές τοΰ Λασιθίου2.
1585: ό Νικολός Amarianiti εκλέγεται fante del peso del comun στή θέση
τοΰ πατέρα του Κωνσταντή, τοΰ οποίου έληξε ή θητεία3.
1612: ό μοναχός Άκάκιος Άμαργιανίτης τοΰ ποτέ Ίωαννικίου, παραχωρεί
στή μονή Άρετίου το μοναστήρι τοΰ Αγίου Αντωνίου στο Καρύδι, στην
περιοχή τοΰ Καστελλιοΰ τής Φουρνής, τοΰ οποίου είναι κτήτορας4.
1616: è Κωνσταντής Άμαργιανίτης τοΰ 'Ιωάννη υπογράφει ώς μάρτυρας σέ
διαθήκη πού συντάσσεται στο μοναστήρι τοΰ Αγίου Αντωνίου Σήμερσο5.
1630-1638: ό Γεώργιος Άμαργιανίτης, άπο το χ. Καινούριο τών Καρών, δημόσιος
νοτάριος, συντάσσει συμβολαιογραφικές πράξεις6.
1635: ό ιερομόναχος "Ιερεμίας Άμαργιανίτης, άπο το μοναστήρι τοΰ Τιμίου
Σταύρου τής Καρδαμούτζας, συντάσσει συμφωνητικό μοιρασιάς7.
1639: ό παπα Μανόλης Άμαργιανίτης, νοτάριος, αναφέρεται σέ νοταριακο
έγγραφο τοΰ μοναστηρίου τοΰ Άρετίου8.
Στις παραπάνω μνείες ας προστεθούν καί οί ακόλουθες πού άφοροϋν το εθνικό
όνομα Amur(g)iano, για το όποιο δμως δέν γνωρίζω άν προέρχεται άπό
το χ. Άμαριανο ή άν δηλώνει καταγωγή άπο τήν Αμοργό ή άλλο μέρος:
1304: ό ποτέ Θωμάς de Porto, κάτοικος Χάνδακα, είχε νοικιάσει στον 'Εμμανουήλ
Amuriano, στον 'Ιωάννη Gradonico, στον Πέτρο de Dragogna,
στον Μιχαήλ Barbo καί στον Μαρίνο Dragumano το χωριό του Μακρυτοΐ-
χος· τώρα, ό γιος του 'Ιωάννης de Porto ανανεώνει τήν ενοικίαση τοΰ τμήματος
πού κατέχει ό 'Ιωάννης Gradonico, κάτοικος τοΰ χ. Μακρυτοϊχος9.
1. Pietro Castrofilaca, Deserittione del Regno di Candia, cod. Marc. It. VI,
156 coli. 6005, φ. 45Γ (στο έξης P. Castrofilaca). Οί παραπομπές γίνονται στή νέα φυλ-
λαρίθμηση τοϋ χειρογράφου.
2. "Ο.π., φ. 54Γ, 56ν .— Σ τ . Γ. Σ π α ν ά κ η, Συμβολή στην ιστορία τον Λασιθίου
κατά τή βενετοκρατία, Ηράκλειο 1957, σελ. 46, 61 εγγρ. 12, 128 σημ. 218 (στο έξης
Σ π α ν ά κ η, Λασίθι).
3. Κ α ρ α π ι δ ά κ η, C, σελ. 429 άρ. 384.
4. Σ τ έ φ . Ξ α ν θ ο υ δ ί δ η , Κρητικά συμβόλαια εκ τής Ενετοκρατίας, Χριστιανική
Κρήτη 1 (1912), σελ. 46-47 εγγρ. XII καί σελ. 360.
5. Ό . π . , σελ. 56-57 Ιγγρ. XVI.
6. "Ο π., σελ. 143-144 έγγρ. LIV, 196-197 Ιγγρ. LXXV, 201-202 εγγρ. LXXVII.
Πρβλ. Σ π. Π. Θ ε ο τ ό κ η , Εισαγωγή εις τήν ερειηιαν τών μνημείων τής ιστορίας τον
Ελληνισμού καί ιδία της Κρήτης εν τω Κρατικώ Άρχείω τοΰ Βενετικού Κράτους, Κέρκυρα
[1926], σελ, 85.
7. Ξ α ν θ ο υ δ ί δ η , Κρητικά συμβόλαια, σελ. 182-183 έγγρ. LXIX.
8. Ό . π . , σελ. 225-227 έγγρ. LXXXVIH.
9. Pietro Pizolo, notaio in Gandia, τόμ. Β' (1304-1305), έκδ. S. C a r b o n e ,
Βενετία 1985, σελ 32 Ιγγρ. 759 (στο έξης Pietro Puolo, Π).
156 ΒΟΓΛΑ ΚΟΝΤΗ
1304: è πρεσβύτερος Μ. Amurian υπογράφει ώς μάρτυρας σέ νοταριακές
πράξεις1.
1304: ό Μάρκος, γιος τοΰ ποτέ 'Εμμανουήλ Amuriano, κάτοικος τοΰ χ. Μα-
κρυτοϊχος, νοικιάζει στον Γεώργιο Romano, κάτοικο τοΰ ίδιου χωριοΰ,
γη καί αμπέλια στο χωριό αυτό2.
1368-1369: το 1368 ό Μιχαήλ Amuriano απαλλάσσεται άπο τήν υποχρέωση
νά απασχοληθεί σέ αμπέλι στο χ. Σκαλάνι3" το 1369 οφείλει νά παραιτηθεί
άπο τήν κατοχή σπιτιών στο χ. Μακρυτοΐχος4.
1391: ό Μιχάλης Amurgiano, επονομαζόμενος Caçiano, μνημονεύεται δτι
θεραπεύτηκε άπό τραΰμα5.
πριν άπο τό 1578: ο Θεοτόκης Άμουργιανος αναφέρεται στά κατάστιχα τοΰ
νοταρίου Μιχαήλ Μαρά6.
5. Άμαρινίτης, πιθανότατα άπο το Άμάρι
1540: ό Κωστής Amariniti εκλέγεται scriba ponderis, προκειμένου νά συμπληρωθεί
ή θητεία τών τεσσάρων χρόνων τοΰ 'Ιωάννη Paduin7 (πρβλ.
πιο κάτω, σελ. 257, λ. Paduin).
1573: ό Μανόλης Amarmiti ζητά νά τον αντικαταστήσει ό γιος του Κωνσταντί-
νος στο αξίωμα τοΰ peso del Commun8.
1577: è 'Ιάκωβος Amariniti τοΰ Κωνσταντίνου εκλέγεται fante al peso del
comun, για τέσσερα χρόνια, στή θέση τοΰ Κωνσταντίνου Amariniti9.
6. 'Άπεζανιαηης, άπο τή μονή Άπεζανών Καινούργιου
1566-1584: ό ιερομόναχος Ίωνάς Άπεζανιώτης, άπο το μοναστήρι τής Παναγίας
Γεθσημανή, αναφέρεται κτήτορας τοΰ Σιναϊτικοΰ κώδικα άρ. 309
(1586)10.
Ι . ' Ό . π . , σελ. 39-41 εγγρ. 773-775.
2. Ό . π . , σελ. 99-100 εγγρ. 906-907.
3. E l i s a b e t h S a n l s c h i , Régestes des Arrêts Civils et des Mémoriaux (1363-
1399) des Archives du Duc de Crète, Βενετία 1976, σελ. 10 άρ. 40.
4. Ό . π . , σελ. 37 άρ. 161.
5. Ό . π . , σελ. 302 άρ. 1358.
6. Κ. Δ. Μ έ ρ τ ζ ι ο υ, Σταχνολογήματα άπα τά κατάστιχα τοϋ νοταρίου Κρήτης
Μιχαήλ. Μαρά (1538-1578), Πεπραγμένα Α' Διεθνούς Κρητολογικοϋ Συνεδρίου, τόμ. Β'
( Κρ. Χρ. 15-16, 1961-62), σελ. 304.
7. Κ α ρ α π ι δ ά κ η, Α, σελ. 68 άρ. 224.
8. Κ α ρ α π ι δ ά κ η, Β, σελ 99 άρ. 39.
9. Ό . π . , σελ. 203 άρ. 255.
10. Μ. Ι. Μ α ν ο ύ σ α κ α, Ή χειροτονία ιερέων τής Κρήτης άπα το μητροπολίτη Κορίνθου.
("Εγγραφα τοΰ ΙΣΤ αιώνα), ΔΧΑΕ περ. Δ' 4 (1964-1965), σελ. 326 σημ. 6-8.
ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ 157
7. Άριώτης καί Ario, άπο το χωριό Vescovado d'Ario Ρεθύμνου
1299: ό Νικηφόρος Arioti, πρώην βιλλάνος τοΰ μοναστηρίου τής Αγίας Βαρβάρας,
περιλαμβάνεται στους εκατό απελεύθερους βιλλάνους, τών οποίων
τά ονόματα μνημονεύονται στον πρώτο κατάλογο πού συνοδεύει τό κείμενο
τής συνθήκης μεταξύ Βενετών καί Καλλέργη1.
1405: ό Πέτρος Ario, άπό τά Χανιά, δέν έχει κατηγορηθεί ποτέ για ανθρωποκτονία
2.
8. 'Ασίζης, άπό τό χωριό "Ασος τής Σητείας ή ενδεχομένως άπο τήν "Ασσο
τής Μ. Ασίας3
1323: ό παπα 'Ιωάννης Assiti αναγράφεται στον κατάλογο τών εκατόν τριάντα
Ελλήνων κληρικών πού υπάγονται στή δικαιοδοσία τοΰ λατίνου αρχιεπισκόπου
Κρήτης4.
9. Βαγιωνίτης, άπο το χωριό Βαγιονιά Μονοφατσίου
1378: ό 'Ιάκωβος Vagioniti, κάτοικος τοΰ χ. Cacou, μνημονεύεται δτι θεραπεύτηκε
άπό τραΰμα5.
10. Βαθιανός, άπο το χωριό Βάθεια (σημ. Βαθύ Έλαίας) Πεδιάδας
1280: ό Ιωάννης Avathiano, κάτοικος βούργου Χάνδακα, έχει νοικιάσει άπό
τον 'Ιάκωβο Quirino τοΰ ποτέ Πέτρου, κάτοικο Χάνδακα, γή στο χ. Ρουσ-
σοχώρια6.
1368: ό Σκορδίλης Vathiano έχει σέ γονικό έ'ναν κήπο στο χ. Ανώγεια7.
1369: ό 'Εμμανουήλ Vadiano [Vathiano;], puer του Δημητρέλου Mauroceno,
μνημονεύεται οτι θεραπεύτηκε άπο τραΰμα8.
1. Κ. Δ. Μ έ ρ τ ζ ι ο υ, Ή συνθήκη 'Ενετών - Καλλέργη και οί συνοδεύοντες αυτήν
κατάλογοι, Κρ. Χρ. 3 (1949), σελ. 276 άρ. 23.
2. Duca di Candia, Ducali e lettere ricevute (1358-1360, 1401-1405), εκδ. F r .
T h i r i e t , Βενετία 1978, σελ. 192 Ιγγρ. 188 (στο έξης Duca di Gandia, Ducali).
3. Βλ. Τ σ ι κ ρ ι τ σ ή - Κ α τ σ α ν ά κ η , Συμβολή, σελ. 40.
4. Σ τ ε ρ. Γ. Σ π α ν ά κ η, Σνμβολή στην εκκλησιαστική ιστορία τής Κρήτης κατά
τή Βενετοκρατία, Κρ. Χρ. 13 (1959), σελ. 251 καί σημ. 25. Κατά τον Σπανάκη το τοπωνύμιο
Άσίτες προήλθε άπο το Ονομα τοϋ οικιστή τοϋ χωρίου 'Ασίτη. Πρβλ. Ζ. Ν. Τ σ ι ρ-
π α ν λ ή, Νέα στοιχεία σχετικά μέ τήν εκκλησιαστική ιστορία τής βενετοκρατούμενης
Κρήτης (13ος-17ος αί.) άπα ανέκδοτα βενετικά έγγραφα, Ελληνικά 20 (1967), σελ. 77.
5. S a n t s c h i , Régestes, σελ. 205 άρ. 852.
6. Leonardo Marcello, notaio in Candia, 1278-1281, εκδ. M. C h i a u d a n o καί
A. L o m b a r d o , Βενετία 1960, σελ. 95 Ιγγρ. 266 (στο εξής Leonardo Marcello).
7. S a n t s c h i , Régestes, σελ. 28 άρ. 120.
8. Ό π., σελ. 147 άρ. 390.
158 ΒΟΓΛΑ ΚΟΝΤΗ
1379: ό Θεόδωρος Vatiano, κάτοικος τοΰ χ. 'Επισκοπή Χερσονήσου, μνημονεύεται
δτι θεραπεύτηκε άπό τραΰμα1 .
1390: ή "Ελενα, σύζυγος τοΰ Νικολάου Vafiano [Vathiano;J, κάτοικος κάστρου
Τεμένους, μνημονεύεται δτι θεραπεύτηκε άπό τραΰμα2 .
1394: ό Μιχάλης Vatiano, pecorarius τοΰ Μιχαήλ Molida, κατοίκου τοΰ χ.
'Επισκοπή, μνημονεύεται δτι θεραπεύτηκε άπό τραΰμα3 .
*11. Βραδιάρης*, άπό τό χωριό Βραδιάρης Τεμένους
1268: οί κληρικοί Δημήτριος καί Ιωάννης Vradiari συγκαταλέγονται στους
εκατόν τριάντα "Ελληνες κληρικούς, οί όποιοι υπάγονται στή δικαιοδοσία
τοΰ λατίνου αρχιεπισκόπου Κρήτης5.
1320: ό 'Αντώνιος Vradhiari δηλώνει δτι δέν επιθυμεί νά εξασκήσει ξανά το
επάγγελμα τοϋ κρεοπώλη6.
12. Γαλιψιανός, άπο το χωριό Γαλίφα Πεδιάδας
1300: για τον Κώστα, γιό τοΰ βιλλάνου 'Ιωάννη Califiano, εγγυώνται στον
'Ιωάννη Çapani, κάτοικο Χάνδακα, ή Plecti Fornaria καί ή κόρη της Μαρία,
γιαγιά καί μητέρα τοϋ Κώστα, κάτοικοι Χάνδακα7.
1368: ό Στρατήγης Galifiano μνημονεύεται δτι τραυμάτισε τόν Γιάννη Smurdi,
κάτοικο τοΰ χ. Καρκαδιώτισσα8.
1374: ό Γιάννης Galifiano ορίζεται μάρτυρας σέ υπόθεση διεκδίκησης βιλλάνου
9.
1539: ό Μανόλης Galifiano εκλέγεται comandator extraordinario senza sellarlo
στή θέση τοΰ Λινάρδου Vernando1 0.
1. Ό.π., σελ. 215 άρ. 944.
2. "Ο.π., σελ. 292 άρ. 1324. Άν δέν πρόκειται για παραφθορά τοΰ ονόματος, τότε
πιθανότατα το Vafiano να προέρχεται άπο το χ. Βαφές Άποκορώνου.
3. Ό . π . , σελ. 354 άρ. 1642.
4. Ό Τσιρπανλης (Νέα στοιχεία, σελ. 73 σημ. 2) θεωρεί δτι το εθνικό όνομα προέρχεται
άπό το τοπωνύμιο, ένώ αντίθετα ή Κατσανάκη (Σνμβολή, σελ. 31) σημειώνει οτι
το τοπωνύμιο προήλθε άπο το επώνυμο.
5. Τ σ ι ρ π α ν λ ή , Νέα στοιχεία, σελ. 73 καί σημ. 2, 87 Ιγγρ. Α'.— Τ ο ΰ ϊ δ ι ο υ,
Κατάστιχο, σελ. 142 Ιγγρ. 7.
6. Duca di Candia, Bandi (1313-1329), Ικδ. P a o l a R a 11 i - V i d u 1 i c h,
Βενετία 1965, σελ. 106 εγγρ. 287 (στο έξης Duca di Candia, Bandi).
7. Pietro Pizolo, notaio in Candia, τόμ. A' (1300), έ'κδ. S. C a r b o n e , Βενετία
1978, σελ. 220 Εγγρ. 479 (στο έξης Pietro Pizolo, I).
8. S a n t s c h i , Régestes, σελ. 144 άρ. 361.
9. Ό.π., σελ. 193 άρ. 778.
10. Κ α ρ α π ι δ ά κ η , Α, σελ. 51 άρ. 164.
ΤΑ ΕΘΜΚΛ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ 159
1541 : στή θέση τοΰ ποτέ 'Εμμανουήλ Galifiano εκλέγεται κήρυκας ό Μάρκος
Berti1.
*13. Γαριπον, άπό τό χωριό Γαρίπα Μονοφατσίου
1368: ό Γεώργιος, γιος τής Έργίνας Garipu, κάτοικος Χάνδακα ad Zangariam,
μνημονεύεται δτι θεραπεύτηκε άπό τραΰμα2.
14. Γανδιοζος καί Γαβιδιώτης, άπό τή Γαΰδο
1271-1279: τό 1271 ό 'Ιωάννης Gaudioso εξουσιοδοτεί τον Ματθαίο Mudacius
καί τον Μάρκο Geno, κατοίκους Χάνδακα, νά δώσουν εξοφλητική
απόδειξη στον Ματθαίο Doto, κάτοικο τής συνοικίας τοΰ Αγίου Νικολάου
τής Βενετίας3- το 1279 ό Ιωάννης υπογράφει ώς μάρτυρας σέ νοταριακές
πράξεις4.
1280-1281: ό Νικόλαος Gaudioso υπογράφει ώς μάρτυρας σέ νοταριακές πράξεις
5- τό 1281 ό Νικόλαος Gaudioso, κάτοικος Χάνδακα, δανείζεται χρήματα
άπό τήν Ίακωβίνα, χήρα τοΰ Νικολάου Gisi, κάτοικο Χάνδακα6.
13ος αι.: τό δνομα Gavidiotis αναφέρεται στά κατάστιχα 18 καί 19 τοΰ Αρχείου
τοΰ Δούκα τής Κρήτης7.
1304: ό Laudesius Barbi, κουρέας, κάτοικος κάστρου Ρεθύμνου, δίνει εξοφλητική
απόδειξη στον Νικόλαο Goro, κάτοικο Χάνδακα, επίτροπο τής ποτέ
Μαρίας, συζύγου τοΰ ποτέ Σιμωνέτου Gaudioso, παπουτσή, για τήν dimissoria
πού ή Μαρία είχε αφήσει μέ τή διαθήκη της στην ανεψιά της
Φραντζέσκα, κόρη τοΰ Barbi8.
15. Γονρνιώτης καί Γορνάς, άπό χωριό Γούρνες (σέ διάφορα μέρη τής Κρήτης)
1300: ό Φραγκίσκος de Molino δίνει εξοφλητική απόδειξη στον Ανδρέα de
Raynaldo για χρέος του στον Γεώργιο Gurnioti9.
1345: ό ποτέ Μιχαήλ Gorna, παπουτσής, είχε σπίτι στή ruga inagistra πού
1. Ό.π., σελ. 89 άρ. 292.
2. S a n t s c h i , Régestes, σελ. 130 άρ. 211.
3. Imbreviature di Pietro Scardoii (1271), έκδ. A n t . L o m b a r d o , Τορίνο
1942, σελ. 51 Ιγγρ. 132 (στο έξης Pietro Scardon).
4. Leonardo Marcello, σελ. 50-51 Ιγγρ. 132, 134-136, 52 Ιγγρ. 137, 53 εγγρ. 144.
5. Ό.π., σελ. 57 εγγρ. 155, 58-59 Ιγγρ. 159, 81 εγγρ. 222, 114-115 Ιγγρ. 323-324,
132 Ιγγρ. 378, 136 Ιγγρ. 389, 150 Ιγγρ. 435.
6. Ό.π., σελ. 184 Ιγγρ. 551.
7. Χ α ι ρ έ τ η, 7'ά παλαιότερα Κατάστιχα, σελ. 512 καί σημ. 37.
8. Pietro Pizolo, 11, σελ. 149-150 εγγρ. 1017.
9. Pietro Pizolo, Τ, σελ. 211 Ιγγρ. 455.
160 BOTAΑ ΚΟΝΤΗ
μετά τό θάνατο του είχε περιέλθει στή χήρα του Μαρία- τό κατέχει τώρα
ή κόρη του "Ελενα, χήρα τοΰ Λαυρεντίου Eurlano, σιδηρουργού1 (πρβλ.
πιό κάτω, σελ. 242, λ. Furiano).
1373-1379: τό 1373 ό Μάρκος Gorna, κάτοικος Χάνδακα, μνημονεύεται δτι
τραυμάτισε τόν Γεώργιο Fariseo, bordonarius2' τό 1379 κατηγορείται
δτι τραυμάτισε τόν 'Ιωάννη, γιο τοΰ Δημήτρη de la Tore, άπό τήν Αμμόχωστο,
κάτοικο Χάνδακα3.
*16. Διαβατινός, άπό τό χωριό Diavattùli, στην περιοχή τοΰ Χάνδακα
1322: οί αδελφοί 'Ιωάννης καί Διαβατινός, γιοι τοΰ Çucolei, κάτοικοι τοΰ χ.
Στόλοι τοΰ ευγενούς Πέτρου Venerio, κατηγορούνται δτι κινήθηκαν αρματωμένοι
εναντίον τών servientes τοϋ κάστρου Μονοφατσίου4. Έδώ το
εθνικό χρησιμοποιείται ώς βαφτιστικό.
1391: ό 'Εμμανουήλ Diavatino, επονομαζόμενος Stravoiani, κάτοικος τοΰ χ.
Mesochefala, μνημονεύεται δτι θεραπεύτηκε άπό τραΰμα5 .
17. Έμπαρίτης, άπό τό χωριό "Εμπαρος Πεδιάδας
1363: ό Νικόλαος Embariti, βιλλάνος, κάτοικος τοΰ χ. Παναγιά, παντρεύτηκε
τήν Άννίτζα, σκλάβα τοΰ Μιχαήλ Beto, ή οποία είχε φύγει πριν άπό
χρόνια" τώρα ό Beto τή διεκδικεί, καθώς καί τά πέντε παιδιά πού έχει
αποκτήσει στό μεταξύ μέ τόν Embariti6.
1583: è Γιώργης Emtaritti [Embaritti;] μνημονεύεται μεταξύ τών πακτω-
τών τοΰ Λασιθίου7.
*18. Θοδωρίκης, άπό τό χωριό Todorici, στην περιοχή τοΰ Χάνδακα
1394: ό Πέτρος Todorici, κάτοικος τοΰ χ. Asprocorio, μνημονεύεται δτι θεραπεύτηκε
άπό τραΰμα8 .
1583: ό Μιχάλης Thodorici καταβάλλει livello για σπίτια στό βοΰργο τοΰ
Χάνδακα9 .
1. B r u n e h i l d e I m h a u s , Les maisons de la Commune dans le district de
Candie au XlVe siècle, Θησαυρίσματα 10 (1973), σελ. 136 εγγρ. 2.
2. S a n t s c h i, Régestes, σελ. 171 άρ. 615.
3. Ό.π., σελ. 210 άρ. 899.
4. Duca di Candia, Bandi, σελ. 119-120 εγγρ. 319.
5. S a n t s c h i , Régestes, σελ. 313 άρ. 1405.
6. "Ο.π., σελ. 97 άρ. 8.
7. P. Castrofilaca, φ. 54ν.— Σ π α ν ά κ η, Λασίθι, σελ. 51 εγγρ 12.
8. S a n t s c h i , Régestes, σελ. 352 άρ. 1629.
9. P. Castrofilaca, φ. 39r
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ [2]"

Τετάρτη 1 Ιουνίου 2016

ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑ

(1.°>ος-17ος αι.)-----
Για το σχηματισμό των Κρητικών οικογενειακών ονομάτων διαθέτουμε αρκετές
εργασίες, άπα τίς όποιες δμως οι περισσότερες αναφέρονται στα επαγγελματικά
επώνυμα και τα παρωνύμια1.
 Ή εργασία αύτη, βασισμένη σε αρχειακό
υλικό της περιόδου της βενετοκρατίας στην Κρήτη2, αποσκοπεί να συμβάλει
στην έρευνα των εθνικών οικογενειακών ονομάτων3 στη μεγαλόνησο κα-
1. Την παλαιότερη βιβλιογραφία βλ. συγκεντρωμένη στην εργασία του Δ. Β α γ ι άκ
α κ ο υ, Σχεδίασμα περί των τοπωνυμικών και άνΟρωπωννμικών σπουδών εν Ελλάδι,
1833-1962, 'Αθήνα 1964, σελ. 294-295. Οι μετά το 1962 μελέτες πού άφοροϋν τα κρητικά
οικογενειακά ονόματα είναι οι ακόλουθες: Β α σ . Βλ. Σ φ υ ρ ό ε ρ α , Κρητικά επώνυμα
είς τάς Κυκλάδας, Πεπραγμένα Β' Διεθνούς Κρητολογικοϋ Συνεδρίου, τόμ. Δ', Αθήνα
1969, σελ. 457-466.— Χ ρ υ σ ο ύ λ α ς Τ σ ι κ ρ ι τ σ ή, Κρητικά επώνυμα ί·ξ ονομάτων
φυτών και ζώων, Κρ. Χρ. 23 (1971), σελ. 440-466.— Τ η ς ί δ ι α ς , Striano- Suriano
- Siriano, 'Αθήνα 1972.— Χ ρ υ σ ο ύ λ α ς Ζ. Τ σ ι κ ρ ι τ σ ή - Κ α τ σ α ν ά κ η ,
Κρητικά οικογενειακά ονόματα από παρωνύμια, μέρος Α', Α - Μ, 'Αθήνα 1972.— I.A.
Θ ω μ ό π ο υ λ ο υ , Τα Κρητικά οικογενειακά ονόματα, 'Αμάλθεια 4 (1973), σελ. 290-
292.— Γ. Ι. Κ ο υ ρ μ ο ύ λ η, Περί τον σχηματισμού των επωνύμων των Ρεθυμνίων, Πεπραγμένα
Γ' Διεθνούς Κρητολογικοϋ Συνεδρίου, τόμ. Γ', "Αθήνα 1975, σελ. 153-186.—
Χ ρ υ σ ο ύ λ α ς Ζ. Τ σ ι κ ρ ι τ σ ή - Κ α τ σ α ν ά κ η, Το κρητικό επώνυμο Μονδάτσος -
Μονάτσος, Μοδάτσος - Μοάτσος, 'Αμάλθεια 7 (1976), σελ. 147-153.— Τ ή ς Ι' δ ι α ς, Οικογενειακά
ονόματα ποιητών Κρητικής Αναγεννήσεως, "Αμάλθεια 7 (1976), σελ. 281-
310.— Τ η ς ί δ ι α ς , Τα κρητικά οικογενειακά ονόματα Γριπάρης, Κάλβος, Παλαμάς,
Ροΐδης, Σολωμός, Τιπάλδος και Φώσκολος, 'Αμάλθεια 9 (1978), σελ. 3-15.— Τ η ς ί δ ι α ς ,
Κρητικά επώνυμα επαγγελματικά και δηλωτικά τίτλων και αξιωμάτων, 'Αθήνα 1981.—
Τ ή ς ϊ δ ι α ς, Τα κρητικά επώνυμα Βερνάρδος και Σιλιγάρδος, Προμηθεύς ό Πυρφόρος
7 (1983), σελ. 99-102.— Τ η ς ? δ ι α ς, Τα κρητικά ονόματα Βερίγος και Ματσαμάς, Ονόματα
8 (1983), σελ. 36-38.— Τ η ς ϊ S ι α ς, Μερικά κρητικά επώνυμα ενετικής προελεύσεως,
Ονόματα 9 (1984), σελ. 217-222.
2. Τίς ώς το 1971 δημοσιευμένες πηγές βλ. συγκεντρωμένες στη μελέτη τοϋ ΛΊ. Ι.
Μ α ν ο ύ σ α κ α, Σύντομος επισκόπησις των περί την βενετοκρατουμένην Κρήτην ερευνών,
Κρ. Χρ. 23 (1971), σελ. 245-308.
3. Μελέτες για τα εθνικά οικογενειακά ονόματα σε άλλες περιοχές της 'Ελλάδας:
Π. Γ. Ζ ε ρ λ έ ν τ η, Ναξίων εθνικά, 'Αθηνά 28 (1916), σελ. 297-306.— Α. Λ. Π α π α-
δ ό π ο υ λ ο υ, Τοπωνύμια και εθνικά tv Πόντιο, Αεξικογραφικόν Άρχεΐον 5 (1918), σελ.
203-209.— Σ. Μ ε ν ά ρ δ ο υ, Περί των τοπικών επιθέτων της νεωτέρας ελληνικής. Τ. Τοπικά
Τήνου καϊ Κεφαλληνίας, ΕΕΒΣ 4 (1927), σελ. 332-341.— Τ ο ϋ ' ί δ ι ο υ , Περί τών
144 ΒΟΤΛΑ KONTTT
τα την εποχή της βενετικής κυριαρχίας. ΟΊ πληροφορίες πού αντλούνται άπο
τίς πηγές πού μελετήθηκαν1 άφοροϋν κυρίως το διαμέρισμα του Χάνδακα καί,
σέ μικρότερη έκταση, τα διαμερίσματα της υπόλοιπης Κρήτης, καλύπτοντας
δλη σχεδόν τή διάρκεια της βενετοκρατίας, άπο τα μέσα περίπου του 13ου
αιώνα ώς τήν πτώση του Χάνδακα το 1669.
Τα εθνικά2, τοπικά ή πατριδωνυμικά οικογενειακά ονόματα δηλώνουν είτε
τον τόπο στον όποιο μετοίκησε ό παρονομαζόμενος, είτε, συχνότερα, τον τόπο
άπο οπού κατάγεται. Ό τόπος αυτός μπορεί να είναι μικρή ή μεγαλύτερη
γεωγραφική περιφέρεια: χωριό ή κωμόπολη, πόλη, επαρχία, ακόμη καί χώρα
τοπικών επιθέτων της νεωτέρας έλ,ληνικής. ΠΙ. Τοπικά Λέσβου και Ρόδου, ΕΕΒΣ 6 (1929),
σελ. 286-289.— Ν. Ι. Ζ α φ ε ι ρ ί ο υ, Τοπικά (εθνικά) επίθετα της Σάμον, Άρχεΐον Σάμου
1 (1946), σελ. 140-143.— Γ ε ρ. Η. Π α π α τ ρ έ χ α , 'Εθνικά και άνδρωνυμικά Ξη-
ρομέρον, Έπετηρίς 'Εταιρείας Στερεοελλαδικών Μελετών 1 (1968), σελ. 244-255.— Σ τ .
Γ. Κ α τ σ ο υ λ έ α, Τα τοπικά επώνυμα στή Λακωνία, Πρακτικά Α' Συνεδρίου Λακωνικών
Σπουδών, τόμ. Α' (—ΑακωνικαΙ Σπουδαί 4, 1979), 'Αθήνα 1979, σελ. 310-329.—
Ε λ έ ν η ς Ζ α χ α ρ ί ο υ - Μ α μ ά λ ί γ κ α , Τα επιθήματα των εθνικών ονομάτων (πα-
τριδωννμικών)στο ροδιακό ιδίωμα, Ονόματα 7 (1982), σελ. 49-58.— Ν. Χ. Α λ ι π ρ ά ν τ η,
Εθνικά ονόματα στην Πάρο. (Επώνυμα, παρωνύμια, τοπωνύμια), Ονόματα 8 (1983), σελ.
47-70.— Ν[. Γ. Κ ο ν τ ο σ ό π ο υ λ ο υ , Κεφαλληνιακά εθνικά ονόματα, Ονόματα 8 (1983),
σελ. 39-43.— Ε λ έ ν η ς Ζ α χ α ρ ί ο υ - Μ α μ ά λ ί γ κ α , Τα επίθετα των εθνικών ονομάτων
(πατριδωνυμικών) στο καλυμνιακό ιδίωμα, Ονόματα 11 (1987) σελ. 97-102.
1. Ή μελέτη αύτη δεν έχει την πρόθεση να εξαντλήσει δλες τίς έκδεδομένες πηγές:
περιορίζεται στή χρησιμοποίηση των πιο σημαντικών —κυρίως των νοταριακών, άλλα καί
αρχειακών σειρών τοΰ 'Αρχείου τοΰ Δούκα της Κρήτης— καθώς καί εργασιών πού έχουν
στηριχθεί σέ υλικό άπο τα 'Αρχεία της Βενετίας. Ή μόνη ανέκδοτη πηγή πού αποδελτιώθηκε
για τή μελέτη αύτη εΐναι ή «Περιγραφή της Κρήτης» τοϋ Πέτρου Καστροφύλακα.
2. 'Εθνικά χαρακτήριζε ήδη ό Στέφανος Βυζάντιος τα ονόματα των πολιτών τόσο τών
χωρών δσο καί τών πόλεων, βλ. Στεφάνου Βυζαντίου, Έκ τών Εθνικών, εκδ. Α. Meineke,
Βερολίνο 1849 (φωτοτ. ανατ. Graz 1958). Γενικά γιά τά εθνικά οικογενειακά ονόματα
στην Ελλάδα βλ. Η. M o r i t z , Die Zunamen bei den byzantinischen Historikern und
Chronisten. II. Teil, Landshut 1898, σελ. 34-44.—Ά θ. Χ. Μ π ο ύ τ ο υ ρ α, Τά νεοελληνικά
κι>ρια ονόματα Ιστορικώς και γλωσσικώς ερμηνενόμενα, 'Αθήνα 1912, σελ. 125-
130.— Κ. Ι. 'Α μ ά ν τ ο υ, Παρατηρήσεις τινές εις τήν μεσαιωνικήν γεωγραψίαν, ΕΕΒΣ
1 (1924), σελ. 50-53 (-Γλωσσικά Μελετήματα, 'Αθήνα 1964, σελ. 261-263).— Τ ο ϋ
ϊ δ ι ο υ, Τά εθνολογικά ονόματα εις τους βυζαντινούς συγγραφείς, 'Ελληνικά 2 (1929),
σελ. 97-104 (— Γλωσσικά Μελετήματα, σελ. 307-315).— ^ . Π. Ά ν δ ρ ι ώ τ η, Συμβολή
στή μορφολογία τών νεοελληνικών επωνύμων, 'Επιστημονική Έπετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής
Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης 6 (1950), σελ. 185-206.— Κ. Ι. Ά μ ά ν τ ο υ, Γλωσ-
σογεωγραφικά. Ι. Οικογενειακά ονόματα εξ εθνικών, ΕΊς μνήμην Γ. Π. Οικονόμου, 'Αθήνα
1954, σελ. 115-120 (= Γλωσσικά Μελετήματα, σελ. 537-540).— Ν. Γ. Κ ο ν τ ο σ ό π ο υ λ
ο υ , Les suffixes ethniques en grec moderne, Bulletin de la Société de Linguistique
de Paris 68 (1973), σελ. 105-127.— M. Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ ί δ η, Τα οικογενειακά-μας
ονόματα. Προλεγόμενα, επεξεργασία κειμένου, σχόλια Ε. Σ. Στάθη, Θεσσαλονίκη 1982,
σελ. 23-38.
ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ 145
ολόκληρη1. "Ετσι, λοιπόν, στή μελέτη αυτή εθνικά επώνυμα θεωρούνται -—καί
με τήν έννοια αυτή αποδελτιώθηκαν— δσα σχηματίζονται άπο το δνομα του
τόπου καταγωγής του κατόχου τους (αυτούσιο ή μέ παραγωγική κατάληξη):
π.χ. Γεώργιος Άμαθιανός, 'Αλέξης Μυλοποταμίτης.
 'Αντίθετα, δπου υπάρχει
κανονικό επώνυμο καί το δηλωτικό της καταγωγής αποτελεί συμπληρωματικό
μόνο στοιχείο του ονόματος, τότε το εθνικό δεν θεωρείται οικογενειακό ονομα
καί επομένως δεν αποδελτιώνεται2 (π.χ. Pollo Mazavacha Goroneo).
Μέ βάση το υλικό πού συγκεντρώθηκε, τά εθνικά οικογενειακά ονόματα
της βενετοκρατούμενης Κρήτης διακρίνονται σέ δύο βασικές κατηγορίες: α) σέ
εθνικά ονόματα πού προέρχονται άπο ονομασίες περιοχών της Κρήτης, καί
β) σέ εθνικά ονόματα πού προέρχονται εϊτε άπο ονομασίες περιοχών τοΰ υπόλοιπου
ελλαδικού χώρου (όρια της σημερινής Ελλάδας), είτε άπο ονομασίες
περιοχών της Ιταλικής χερσονήσου εϊτε, πάλι, άπο ονομασίες διαφόρων άλλων
μερών. Μικρότερη ομάδα εθνικών ονομάτων αναφέρεται σέ καταγωγή άπο ευρύτερη
γεωγραφική περιοχή ή καί εθνότητα (π.χ. Ρωμαίος, Γραικός, Ανατολικός).
Στα εθνικά κατατάσσονται επίσης καί οικογενειακά ονόματα πού δηλώνουν
αόριστα προέλευση άπο γεωγραφικό χώρο έκτος Κρήτης (π.χ. Ξένος)
ή μή συγκεκριμένη κρητική περιοχή (π.χ. Άπανωμερίτης). Τέλος, ορισμένα
ονόματα (π.χ. Condolioti, Marmachioti κ.ά.), λόγω τών χαρακτηριστικών
καταλήξεων τους εντάσσονται στα εθνικά, χωρίς ωστόσο να είναι δυνατή ή
εξακρίβωση της περιοχής μέ τήν οποία συνδέονται.
Ή μελέτη τών εθνικών οικογενειακών ονομάτων πού εντοπίστηκαν στην
Κρήτη μας επιτρέπει τήν εξαγωγή στατιστικών στοιχείων, τά όποια, εξαιτίας
της αποσπασματικότητας τών πηγών, δεν μπορούν βέβαια παρά να είναι ενδεικτικά
καί δχι απόλυτα. Συγκεκριμένα, άπο τον συνολικό αριθμό τών 252
εθνικών ονομάτων πού εντοπίζονται κατά τήν περίοδο της βενετοκρατίας, το
Ινα τρίτο περίπου προέρχεται άπο τήν 'ίδια τήν Κρήτη, Ινώ τά υπόλοιπα κατανέμονται
γεωγραφικά ώς έξης:
ΠΙΝΑΚΑΣ 1
Γεωγραφική προέλευση τών εθνικών ονομάτων'0
Κρήτη έκτος Κρήτης άλλες εθνότητες προέλευση άπο μή λόγω
συγκεκριμένο γεωγρ. χώρο καταλήξεων
79(31%) 95(38%) 22(9%) 7(3%) 49(19%)
1. Βλ. Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ ί δ η , ο.π., σελ. 23 § 52.
2. Βλ. καί Φ α ν ή ς Μ α υ ρ ο ε ι δ ή, Τά ονόματα τών 'Ελλήνων το Ιΰο αιώνα,
Ονόματα 9 (1984), σελ. 147.
3. Τά ποσά πού αναγράφονται έξω άπο τίς παρενθέσεις αντιπροσωπεύουν απόλυτους
αριθμούς.
10
146 ΒΟΪΛΑ ΚΟΝΤΗ
Ά ν τώρα εξεταστούν ειδικότερα οι δύο βασικές κατηγορίες τών εθνικών
οικογενειακών ονομάτων, εκείνων δηλαδή πού προέρχονται άπο τοπωνύμια της
Κρήτης καί εκείνων πού προέρχονται άπο τοπωνύμια έκτος μεγαλονήσου, διαπιστώνεται
δτι τά ονόματα πού προέρχονται άπο τοπωνύμια εκτός Κρήτης
εϊναι περισσότερα: τά εθνικά ονόματα πού παράγονται άπο κρητικά τοπωνύμια
είναι 79 (45%) καί τά εθνικά ονόματα πού προέρχονται άπο τοπωνύμια
έκτος Κρήτης 95 (55%)Κ
ΠΙΝΑΚΑΣ 2
Κατανομή τών εθνικών οικογενειακών ονομάτων κατά περιοχές2,
Κρήτη ελλαδικός χώρος ιταλική χερσόνησος άλλα μέρη
79(45%) 41(24%) 25(14%) 29(17%)
Τά περισσότερα εθνικά οικογενειακά ονόματα μέ κρητική προέλευση δέν
έχουν διαχρονική παρουσία" έκτος άπο το Χαντακίτης πού επιβιώνει σ' δλη
τή διάρκεια της βενετοκρατίας, συχνότερα επαναλαμβάνονται στή διάρκεια τών
.αιώνων δσα υποδηλώνουν ευρύτερη γεωγραφική περιφέρεια (π.χ. Κισαμίτης,
Πεδιώτης). 'Αντίθετα, επισημαίνονται συνεχώς αρκετά άπο τά ονόματα πού
προέρχονται άπο περιοχές τόσο του ελλαδικού χώρου (Κορφιώτης, Ρόδιος
κ.ά.) οσο καί της ιταλικής χερσονήσου (Lombardo, Trivisan κ.ά.) —για τά
όποια σώζονται πολυπληθέστατες μαρτυρίες—, καθώς καί άλλων περιοχών
(Καππάδοκας, Ραγουζαΐος κ.ά.). Ώ ς προς τον αριθμό τών εθνικών ονομάτων,
ή αποσπασματικότητα καί πάλι τών πηγών δέν μας επιτρέπει να σχηματίσουμε
πλήρη καί σαφή εικόνα για συγκριτική αύξηση ή μείωση τοΰ άριθμοΰ
τους, σέ δλο το χρονικό διάστημα της περιόδου αυτής. "Ετσι, ενδεικτική μόνο
μπορεί να είναι ή παρατήρηση δτι ό αριθμός τών εθνικών οικογενειακών ονομάτων
τόσο κατά τον 14ο αιώνα (118) δσο καί κατά τον 16ο αιώνα (122) είναι
περίπου ό ϊδιος. Ώ ς προς τον 15ο αιώνα, ό μειωμένος αριθμός τών εθνικών
ονομάτων πού απαντάται (μόνον 53) ερμηνεύεται άπο το γεγονός δτι οι
πηγές πού αποδελτιώθηκαν είναι πολύ λιγότερες άπο εκείνες πού άφοροϋν τους
άλλους δύο αιώνες.
'Από τήν αναλυτική εξέταση τών 79 εθνικών οικογενειακών ονομάτων πού
1. Στις απογραφές πού μελετά ή Ααΐου γιά τή Μακεδονία τον 14ο αι., τά πιο πολλά
εθνικά ονόματα προέρχονται άπο τήν 'ίδια τή Μακεδονία, βλ. ' Α γ γ ε λ ι κ ή ς Α α ΐ ο υ -
Θ ω μ α δ ά κ η, Peasant Society in the Late Byzantine Empire. A Social and Demographic
Study, Princeton N.J. 1977, σελ. 130· ελλ. μετάφρ. '// αγροτική κοινωνία στην
ϋστερη βυζαντινή εποχή, "Αθήνα 1987, σελ. 177.
2. Τά ποσά πού αναγράφονται ε"ξω άπο τίς παρενθέσεις αντιπροσωπεύουν απόλυτους
αριθμούς.
ΤΑ ΕΘΝΤΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ 147
προέρχονται άπο περιοχές της Κρήτης1 διαπιστώνεται, καταρχήν, δτι ή π?^ειο-
νότητά τους άφορα τοπωνύμια τοΰ διαμερίσματος τοΰ Χάνδακα" ακολουθούν
σέ μικρότερη έκταση τοπωνύμια άπο το διαμέρισμα τών Χανιών, τοΰ Ρεθύμνου
καί της Σητείας, ενώ μόνον Ινα τοπωνύμιο αναφέρεται στο Λασίθι καί
ακόμη ενα σέ ολόκληρο το νησί:
ΠΙΝΑΚΑΣ 3
'Εθνικά οικογενειακά ονόματα από τοπωνύμια της Κρήτης2
Χάνδακας Χανιά Ρέθυμνο Σητεία Λασίθι Κρήτη
34 (50%) 14 (21%) 11 (16%) 7 (10%) 1(1,5%) 1 (1,5%)
Ή κατανομή αυτή εύκολα εξηγείται, άφοΰ είναι γνωστό δτι τά αρχεία δλων
τών διαμερισμάτων της Κρήτης, έκτος άπο αυτά τοΰ Χάνδακα, έχουν χαθεί.
"Ετσι, οι πληροφορίες αναφέρονται κυρίως στην περιοχή της πρωτεύουσας, ενώ
για τά υπόλοιπα διαμερίσματα δχι μόνο τά στοιχεία εϊναι σποραδικά, άλλα
καί δέν καλύπτουν δλη τήν έκταση τοΰ νησιοΰ. Ά ς σημειωθεί δτι ό αριθμός
τών κρητικών τοπωνυμίων, άπο τά όποια προέρχονται τά εθνικά επώνυμα, άν
συγκριθεί μέ το συνολικό αριθμό τών χωριών της Κρήτης πού ανέρχονται
σύμφωνα μέ τήν απογραφή τοΰ Καστροφύλακα σέ 1250 περίπου, είναι πάρα
πολύ μικρός (μικρότερος άπο 10%).
Τά εθνικά ονόματα πού παράγονται άπο κρητικά τοπωνύμια διακρίνονται
σέ αυτά πού προέρχονται 1) άπο ονομασίες χωριών (Άμαργιανίτης, Πεντα-
μοδίτης), 2) άπο ονομασίες καστελλανιών (Συβριταΐος, Μυλοποταμίτης), καί
3) άπο ονομασίες διαμερισμάτων (Χαντακίτης, Χανιώτης, Σηθειακός3). "Ενα
μόνον όνομα αναφέρεται μέ προέλευση τήν ονομασία ολόκληρου τοΰ νησιοΰ
(Κρητικός). ΟΊ μετακινήσεις τών κατοίκων αυτών γίνονταν σέ μικρή ακτίνα,
συνήθως μέσα στο ϊδιο το διαμέρισμα4 . Ελάχιστα εθνικά ονόματα, κυρίως αυτά
που δηλώνουν μεγαλύτερη γεωγραφική περιφέρεια, εμφανίζονται καί σέ άλλο
διαμέρισμα5 (π.χ. Συβριταιος στα Χανιά).
1. Στην πραγματικότητα ό αριθμός τών τοπωνυμίων πού υπολογίστηκε ανέρχεται
στα 68 καί δχι στα 79, γιατί μερικές ονομασίες χωριών είναι κοινές στά διάφορα διαμερίσματα
της Κρήτης, ενώ άλλες δέν έχουν ταυτιστεί.
2. Τά ποσά πού αναγράφονται ε"ξω άπο τίς παρενθέσεις αντιπροσωπεύουν απόλυτους
αριθμούς.
3. Θα μπορούσε, όμως, νά σημαίνουν απλώς καί μόνον τον κάτοικο της πόλης τοΰ
Χάνδακα, τών Χανιών ή της Σητείας.
4. Καί σήμερα ακόμη συμβαίνει το ίδιο: στο νομό Ρεθύμνου το 50% τών εθνικών
επωνύμων προέρχεται άπο ονόματα χωριών τοϋ 'ίδιου τοϋ νομοϋ, βλ. Κ ο υ ρ μ ο ύ λ η ,
δ.π., σελ. 161.
5. Ή περιφέρεια πού δίνει το δνομά της είναι τόσο μεγαλύτερη, δσο πιο μακρινή είναι
ή απόσταση τοϋ τόπου, άπ' οπού προέρχεται ό μέτοικος, βλ. Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ ί δ η ,
δ.π., σελ. 24 § 54.
148 ΒΟΥΛΑ ΚΟΝΤΗ
Το γεγονός δτι πολλά έγγραφα είναι γραμμένα άπο βενετούς νοταρίους,
οι όποιοι συχνά σημειώνουν το δνομα παρεφθαρμένο, έχει ώς αποτέλεσμα να
δυσχεραίνεται ή ορθή απόδοση τών ονομάτων στά ελληνικά1 . "Ετσι, κατά τήν
αναγραφή τών λημμάτων, για να αποφεύγονται οι παρερμηνείες, αποδίδεται
μέν το δνομα στά ελληνικά, άλλα στην παράθεση τών μνειών πού ακολουθεί
το επώνυμο αναγράφεται μέ τή μορφή πού απαντάται στις πηγές. Ώ ς προς τά
τοπωνύμια, αναγράφονται μέ τή σημερινή τους μορφή στά ελληνικά" μέ τον
τύπο πού παραδίδονται στις πηγές σημειώνονται μόνον δσα τοπωνύμια δέν
σώζονται σήμερα. Ή περιφέρεια, στην οποία ανήκουν τά τοπωνύμια, ακολουθεί
τή διοικητική διαίρεση της Κρήτης κατά τή βενετοκρατία. "Ετσι, ή περιοχή τοΰ
Μιραμπέλλου, για παράδειγμα, περιλαμβάνεται στο διαμέρισμα τοΰ Χάνδακα.
Τά κρητικά εθνικά επώνυμα παραδίδονται μέ τους συνηθισμένους σέ δλα
τά εθνικά ονόματα τύπους: ονόματα μέ παραγωγικές καταλήξεις (74%) καί
ονόματα χωρίς παραγωγικές καταλήξεις, μέ -ς στο τέλος (26%). 'Αρκετά άπο
τά εθνικά οικογενειακά ονόματα παρουσιάζονται μέ περισσότερους άπο έναν
τύπους2. "Ετσι, μπορεί το ί'διο τοπωνύμιο να παράγει περισσότερα άπο Ινα
εθνικά ονόματα, δπως Κισαμίτης καί Κίσαμος, Πεδιαδίτης καί Πεδιώτης,
Χαντακίτης καί Καντιανός.
'Αναλυτικότερα, τά εθνικά οικογενειακά ονόματα της Κρήτης κατά τή βενετοκρατία
σχηματίζονται μέ τίς παραγωγικές καταλήξεις -ιώτης, -ίτης, -ια-
νος /-ανός, -ίνος, -ινός, -αΐος, -έας, -ακος καί -ικός3. 'Από αυτές ή συχνότερα
χρησιμοποιούμενη κατάληξη είναι -ιώτης (42%) καί ακολουθούν οι καταλήξεις
-ίτης (29%) καί -ανος (15%)4.
Ό δεύτερος δμως τύπος τών ονομάτων, αυτών δηλαδή πού σχηματίζονται
χωρίς παραγωγική κατάληξη, μέ μόνη τήν προσθήκη τοΰ τελικοΰ -ς στο αρσενικό
γένος, παρουσιάζει προβλήματα, δεδομένου δτι είναι γνωστή ή αμφίδρομη
σχέση πού υπάρχει ανάμεσα στά ονόματα καί τά τοπωνύμια5" έτσι, πολλές
φορές δέν ξέρουμε, άν το δνομα προέρχεται άπο το 'τοπωνύμιο ή το τοπωνύμιο
άπο το όνομα6. Λόγω της ασάφειας αυτής, δέν θεωρήθηκαν εδώ εθνικά
1. Για τό θέμα αυτό βλ. Μ α υ ρ ο ε ι δ ή, δ.π., σελ. 145-146.
2. Βλ. Κ ο ν τ ο σ ό π ο υ λ ο υ , Les suffixes, σελ. 121 καί σημ. 34.— Τ ρ ι α ν τ α φ
υ λ λ ί δ η , ο.π., σελ. 32-33 §62-63.
3. Γενικά για τις παραγωγικές καταλήξεις τών εθνικών βλ. Κ ο ν τ ο σ ό π ο υ λ ο υ ,
Les suffixes, σελ, 105-121.— Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ λ ί δ η , δ.π., σελ. 25-28 § 55.
4. Στην Κρήτη σήμερα τά περισσότερα εθνικά οικογενειακά ονόματα σχηματίζονται
μέ τήν κατάληξη -(ι)ανος (βλ. Κ ο ν τ ο σ ό π ο υ λ ο υ , Les suffixes, σελ. 114, σημ. 26,
117 καί 118 πίν. 2.— Κ ο υ ρ μ ο ύ λ η , δ.π., σελ. 162).
5. Βλ. Τ ρ ι α ν τ α φ υ λ . λ ί δ η , δ.π., σελ. λ' καί σημ. 15.
6. Βλ. ' Α ν δ ρ ι ώ τ η , δ.π., σελ. 188, 190 καί 199-206, δπου γίνεται προσπάθεια
να ερμηνευτεί ό τρόπος αυτός τοΰ σχηματισμού τών εθνικών επωνύμων. Πρβλ. Τ ρ ι α ν τ
α φ υ λ λ ί δ η , δ.π., σελ. 33-35 § 64-65.
ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ KPHTII 149
τά οικογενειακά ονόματα: 'Αρκάδιος, Άστράς, Βίδος, Βιζαράς, Βιτσίλος, Βρα-
κουλιάρης, Βροντίσης, Γερανός, Γράντος, Κασάνης, Καψοδάσος, Κόλενα, Κράσης,
Κυρμουσίν, Μαζάς, Μεταξάρης, Μουρτάρος, Ξιδάς, Πατσός, Ιίλεμένος,
Ροδάκινος, Ρουκάνης, Ρουφέας, Σαρχόπουλος, Σταυράκης, Σύμης, Σφακός,
Τουρτοΰλος, Φόδελε, Χανδράς καί Χανδρόπουλος, Χαρκιάς καί Χαρκιόπουλος,
Ψωμοπούλα1 . 'Ακόμη, δέν χαρακτηρίζονται ώς εθνικά τά έπο>νυμα Αουρέας,
Μελισσιώτης, Μιλιαρίσης καί Πλύτης2 . 'Ονόματα, τέλος, για τά όποια δέν
είναι γνωστό μέ βεβαιότητα, άν προήλθαν άπο τοπωνύμια ή άν, αντίστροφα,
παράγουν τά τοπωνύμια, θεωρούνται εθνικά μέ επιφυλάξεις καί δηλώνονται μέ
αστερίσκο στην αρχή τοΰ λήμματος.
ΟΊ στενοί δεσμοί πού συνέδεαν τή βενετοκρατούμενη Κρήτη τόσο μέ τήν
Πελοπόννησο δσο καί μέ τά νησιά τοΰ Αιγαίου πελάγους αντικατοπτρίζονται
στά εθνικά οικογενειακά ονόματα πού προέρχονται άπο τοπωνύμια τοΰ ελλαδικού
χώρου. "Ετσι, άπο τά 41 εθνικά ονόματα της κατηγορίας αυτής τά 14
(34%) προέρχονται άπο ονομασίες πόλεων ή περιοχών της Πελοποννήσου3
(συμπεριλαμβάνονται εδώ καί τά Κύθηρα, ενιαίος γεωγραφικά χώρος μέ τήν
Πελοπόννησο), 20 (49%) άπο ονομασίες διαφόρων νησιών τοΰ Αιγαίου πελάγους
καί 4 (10%) άπα ονομασίες τών 'Ιονίων νησιών4. Τρεις περιπτώσεις
1. Τά οικογενειακά αυτά ονόματα θεωρούνται δτι παρήγαγαν τά αντίστοιχα τοπωνύμια,
βλ. Χ ρ υ σ ο ύ λ α ς Ζ. Τ σ ι κ ρ ι τ σ ή - Κ α τ σ α ν ά κ η , Συμβολή στή μελέτη
τών τοπωνυμίων της Κρήτης. Τοπωνύμια άπα οικογενειακά ονόματα, 'Αμάλθεια 6 (1975),
σελ. 25-98.
2. Σύμφωνα μέ τήν Κατσανάκη (Κρητικά επώνυμα επαγγελματικά και δηλωτικά τίτλων
και αξιωμάτων, σελ. 130, 144-148, 150-151, 180), τά ονόματα αυτά περιλαμβάνονται
στά προερχόμενα άπο επαγγέλματα, παρόλο πού τά δύο πρώτα (Λουρέας, Μελισσκ»-
της) έχουν τίς χαρακτηριστικές καταλήξεις τών εθνικών.
3. Για τά εθνικά οικογενειακά ονόματα πού απαντώνται στην Πελοπόννησο καί δηλώνουν
καταγωγή άπο τήν Κρήτη (π.χ Κρητικός, Σφακιανος) βλ J . L o n g n o n - P .
Τ Ο ρ ρ i n g, Documents sur le régime des terres dans la principauté de Morée au XI Ve
siècle, Παρίσι 1969, σελ. 221-231: E v a T o p p i n g , Noms de personne, Appendix
Ι, δ.π., σελ. 225 ( = Ρ. Τ ο ρ ρ i n g, Studies on Latin Greece A.D. 1205-1715, Λονδίνο,
Variorum Reprints, 1977, άρ. VII).— Κ α τ σ ο υ λ έ α, δ.π., σελ. 324, 326.
4. Γιά τή μετανάστευση Κρητικών στά νησιά τοϋ 'Ιονίου βλ. Χ ρ ύ σ α ς Α. Μ α λ-
τ έ ζ ο υ, Πρόσφυγες άπα τήν Κρήτη στά Κύθηρα. ("Αγνωστες πληροφορίες άπο το 'Αρχείο
τών Κυθήρων), «Λειμών», Προσφορά στον καθηγητή Ν. Β. Τωμαδάκη, ( = ΕΕΒΣ
39-40, 1972-1973), "Αθήνα 1972-1973, σελ. 518-526 καί τή σημείωση 1 της σελ. 519,
δπου συγκεντρωμένη ή σχετική βιβλιογραφία. Βλ. ακόμη, Γ. Κ α β β α δ ί α, Κρήτη και
Κεφαλιά. Κρητικοί μεταναστεύσεις και επίδρασις τοϋ κρητικού πολιτισμού στην Κεφα-
λονιά, 'Αθήνα 1965.— Γ. Ν. Μ ο σ χ ό π ο υ λ ο υ, Μετοίκηση Κρητών στην Κεφαλονιά
στή διάρκεια τοΰ Κρητικού πολέμου (1645-1669), και υστέρα άπο τήν άλωση τον Χάνδακα,
Πεπραγμένα Δ' Διεθνούς Κρητολογικοϋ Συνεδρίου, τόμ. Β', 'Αθήνα 1981, σελ. 270-
291.— Γ. Η. Π ε ν τ ό γ α λ ο υ , 'Εποικισμός της Κεφαλονιάς άπα Κρητικές οικογένειες
στά πρώτα χρόνια τοϋ ΙΣΤ' αιώνα, Πεπραγμένα Δ' Διεθνούς Κρητολογικοϋ Συνεδρίου,
τόμ. Β', 'Αθήνα 1981, σελ. 412-425.
150 ΒΟΥΛΑ ΚΟΝΤΗ
ύποδηλαινουν μετακινήσεις άπο τήν 'Αθήνα, τή Ααμία (— Ζητούνι) καί τή
Θεσσαλονίκη προς τήν Κρήτη.
Ή ύπαρξη εθνικών οικογενειακών ονομάτων φανερώνει συνήθως εποικισμό
μιας περιοχής άπο κατοίκους του τόπου πού δηλώνει το δνομά τους. Ωστόσο,
ή γνωστή λ.χ. μετανάστευση, στά μέσα τοΰ 16ου αι., κατοίκων τοΰ Ναυπλίου
καί της Μονεμβασίας καί ή εγκατάσταση τους σέ περιοχές της Κρήτης1
δέν αποτυπώνεται στά εθνικά οικογενειακά ονόματα πού απαντώνται στο νησί
κατά τήν εποχή εκείνη. Ώς προς τά νησιά τοΰ Αιγαίου πελάγους, ή μετακίνηση
τών κατοίκων τους προς καί άπο τήν Κρήτη είναι συχνό φαινόμενο.
"Ετσι, επισημάνθηκαν εθνικά ονόματα πού δείχνουν εγκατάσταση στην Κρήτη
κατοίκων της 'Αμοργού, Καρπάθου, Μήλου κ.ά. καί αντίστοιχη εγκατάσταση
Κρητικών στά νησιά τοΰ Αιγαίου πελάγους: Κρητικός, Σφακιανός, Χανιώτης
καί Καντιώτης2. Οι μετακινήσεις τοΰ κρητικού πληθυσμού προς τά νησιά
αυτά πρέπει να εντοπιστούν χρονολογικά κυρίως μετά τήν πτώση τοΰ
Χάνδακα τό 1669.
'Από τά ονόματα αυτά, δσα παραδίδονται μέ παραγωγικές καταλήξεις αποτελούν
τήν πλειοψηφία (77%). Σέ ποσοστό 40% ανέρχονται εκείνα πού φέρουν
τήν κατάληξη -ιώτης καί σέ 18% τήν κατάληξη -αϊος.
Τά ονόματα πού προέρχονται άπο ονομασίες πόλεων καί περιοχών της
ιταλικής χερσονήσου είναι δηλωτικά τών δεσμών της μητρόπολης μέ τήν αποικία
της, άλλα καί τοΰ ενδιαφέροντος τών κατοίκων τών ιταλικών περιοχών
για σύναψη εμπορικών σχέσεων μέ τήν Κρήτη ή καί για εγκατάσταση ακόμη
στή μεγαλόνησο. Μέ τή μορφή ονόματος πού εκλαμβάνεται ώς επίθετο συναντάμε
έναν σχετικά μικρό αριθμό ονομάτων, τά όποια προέρχονται άπο τοπωνυμίες
της ιταλικής χερσονήσου: τήν εποχή αυτή πολύ συχνότερα χρησιμοποιείται
το βαφτιστικό καί ή εμπρόθετη δήλωση τοΰ τόπου καταγωγής για
1. Βλ. Σ τ . Γ. Σ π α ν ά κ η , Συμβολή στην Ιστορία τον Λασιθίου κατά τή Βενετο-
κρατία, 'Ηράκλειο 1957, σελ. 20-29 Ιγγρ. 7-8, 35-41 έ'γγρ. 1 2 . — Τ ο ΰ ί δ ι ο υ , Κρήτη
και Πελοπόννησος, Πρακτικά Β' Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, τόμ.
Γ', 'Αθήνα 1981-1982, σελ. 95-105.—Map ι ά ν ν α ς Κ ο λ υ β α - Κ α ρ α λ έ κ α - Έ ρ .
Μ ο ά τ σ ο υ, 'Αποκατάσταση Ναυπλιωτών καί Μονέμβασιωτών προσφύγων στην Κρήτη
τό 1548, BNJ 22 (1983), σελ. 375-452.
2. Βλ. Ν. Ι. Ζ α φ ε ι ρ ί ο υ, Τά εν Σάμω επώνυμα, Άρχεΐον Σάμου 2 (1947), σελ.
113.— Χ. Ι. Π α π α χ ρ ι σ τ ο δ ο ύ λ ο υ , Οικογενειακά επώνυμα Δωδεκανήσου, 'Αφιέρωμα
στή μνήμη τοϋ Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 324.— Σ φ υ ρ ό ε-
ρ α, δ.π., σελ. 459, 463.— Α λ ι π ρ ά ν τ η, δ.π., σελ. 50, 51, 56, 60.— Α ι κ α τ ε ρ ί ν η ς
Ά σ δ ρ α χ ä - Σ π. Ι. Ά σ δ ρ α χ δ, Βαφτιστικά και οικογενειακά ονόματα σέ μια νησιωτική
κοινωνία: Πάτμος (ΙΑ'-ΤΘ' αι.), 'Αμητος στή μνήμη Φώτη Άποστολόπουλου,
'Αθήνα 1984, σελ. 66, 69 (ανατύπωση: Σ π. Τ. Ά σ δ ρ α χ α, Οικονομία και νοοτροπίες,
'Αθήνα 1988, άρ. 9, σελ. 225, 229).— Ε υ τ υ χ ί α ς Δ. Λ ι ά τ α, /ί Σέριφος κατά την
Τουρκοκρατία (17ος-19ος αι.). Συμβολή στη μελέτη των κοινωνικών και οικονομικών δομών
και του κοινοτικού συστήματος, Αθήνα 1987, σελ. 189.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑ"
Related Posts with Thumbnails