Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 24 Ιουλίου 2020

Μέγας Αλέξανδρος: O σπουδαιότερος στρατηλάτης της παγκόσμιας στρατιωτικής ιστορίας



Σαν σήμερα το 356 π.Χ γεννήθηκε στην Πέλλα της Μακεδονίας ο Μέγας Αλέξανδρος, ένας από τους μεγαλύτερους ηγεμόνες όλων των εποχών
Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε στις 20 ή 21 Ιουλίου του 356 π.Χ στην Πέλλα της Μακεδονίας. Πατέρας του ήταν ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Β’ και μητέρα του η Ολυμπιάδα, κόρη του βασιλιά της Ηπείρου Νεοπτόλεμου. Από τον πατέρα του ο Αλέξανδρος κληρονόμησε την οξεία αντίληψη, τις οργανωτικές ικανότητες και την ταχύτητα ενεργειών. Και από τη μητέρα του τη φιλοδοξία, την υπερηφάνεια και την ισχυρή θέληση.
Στα παιδικά του χρόνια εκπαιδεύτηκε από τους παιδαγωγούς Λεωνίδα το Μολοσσό και Λυσίμαχο τον Ακαρνάνα. Σε ηλικία 13 ετών μαθήτευσε κοντά στον Αριστοτέλη. Ο μεγάλος φιλόσοφος τον μόρφωσε με τα ελληνικά ιδεώδη και του ενέπνευσε τον θαυμασμό και την αγάπη για το ελληνικό πνεύμα και πολιτισμό. Στον Αριστοτέλη έδειχνε πάντα σεβασμό και ευγνωμοσύνη. Έλεγε πως τον πατέρα του χρωστάει “το ζην” και στο δάσκαλό του το “ευ ζην”.
Από τον πατέρα του έλαβε σπουδαία μαθήματα πολιτικής και στρατηγικής. Πάντοτε βρισκόταν κοντά του, όταν εκείνος συζητούσε με ξένους πρεσβευτές και απεσταλμένους. Τον ακολουθούσε στις εκστρατείες, όπου έπαιρνε μαθήματα στρατιωτικής τέχνης. Έτσι, από πολύ νωρίς απέκτησε πολιτική και στρατιωτική ωριμότητα. Σε ηλικία 16 ετών, ως αντικαταστάτης του πατέρα του, που έλειπε σε εκστρατεία, κατέπνιξε την επανάσταση της θρακικής φυλής των Μαίδων, ενώ σε ηλικία 18 ετών, στη Μάχη της Χαιρώνειας (2 Αυγούστου 338 π.Χ.) ήταν διοικητής στρατιωτικού σώματος και διακρίθηκε για τις πολεμικές του αρετές.
Σε ηλικία 20 ετών έγινε βασιλιάς της Μακεδονίας, μετά τη δολοφονία του πατέρα του το 336 π.Χ. Από πολύ νωρίς αντιμετώπισε οργανωμένες συνωμοσίες εναντίον του, τις οποίες διέλυσε με αστραπιαία ταχύτητα. Με την ίδια αστραπιαία ταχύτητα και αποφασιστικότητα εξεστράτευσε εναντίον των πόλεων της Νότιας Ελλάδας, οι οποίες μόλις έμαθαν το θάνατο του Φιλίππου επαναστάτησαν. Μόλις, όμως, πληροφορήθηκαν την εκστρατεία του Αλεξάνδρου εναντίον τους, έσπευσαν να δηλώσουν υποταγή και σε συνέδριο, που έγινε στην Κόρινθο, τον ανακήρυξαν Ηγεμόνα της Ελλάδας, όπως και νωρίτερα τον πατέρα του και αρχιστράτηγο στην επικείμενη εκστρατεία κατά των Περσών.
Ο Αλέξανδρος ικανοποιημένος γύρισε στη Μακεδονία. Για να απαλλάξει το βασίλειό του από κάθε κίνδυνο, προτού εκστρατεύσει εναντίον των Περσών, εκστράτευσε εναντίον των βαρβαρικών φυλών, που κατοικούσαν βόρεια της Μακεδονίας (335 π.Χ.). Νίκησε τις φυλές αυτές, έφθασε ως τον Δούναβη και επέστρεψε στην Πέλλα. Απερίσπαστος πια άρχισε την προετοιμασία για τη μεγάλη εκστρατεία κατά των Περσών. Βρέθηκε, όμως, στην ανάγκη να έλθει για δεύτερη φορά στη Νότιο Ελλάδα, όπου οι Θηβαίοι και οι Αθηναίοι είχαν και πάλι επαναστατήσει. Αφού κατέστειλε την ανταρσία των δύο πόλεων, επέστρεψε στη Μακεδονία και συμπλήρωσε τις ετοιμασίες του για την εκστρατεία κατά της Περσίας.
Την άνοιξη του 334 π.Χ, ο Αλέξανδρος ξεκίνησε με 50.000 πεζούς και 6.000 ιππείς, αφού άφησε για επίτροπό του στη Μακεδονία το στρατηγό Αντίπατρο. Προχώρησε από τη Θράκη κι έφθασε στον Ελλήσποντο. Εκεί τον περίμενε ο στόλος του, που τον αποτελούσαν 120 πολεμικά και πολλά άλλα βοηθητικά πλοία. Πέρασε στην Τροία, όπου επισκέφθηκε τον τάφο του Αχιλλέα, προσευχήθηκε κι έκανε θυσίες.
Στις όχθες του Γρανικού ποταμού είχε συγκεντρωθεί ο περσικός στρατός, έτοιμος ν’ αντιμετωπίσει τον Αλέξανδρο. Στον Γρανικό έγινε η πρώτη μάχη μεταξύ των Μακεδόνων και των Περσών (22 Μαΐου 334 π.Χ.). Ο Αλέξανδρος οδηγούσε ο ίδιος το στρατό του και πολέμησε ο ίδιος στήθος προς στήθος με τους γενναιότερους πολεμιστές των Περσών. Κινδύνευσε, μάλιστα, σοβαρά. Οι Πέρσες, τελικά, δεν κατόρθωσαν ν’ αναχαιτίσουν την ορμή των Μακεδόνων, εγκατέλειψαν τον αγώνα και υποχώρησαν άτακτα.
Χωρίς να χάσει χρόνο, ο Αλέξανδρος προχώρησε νότια και απελευθέρωσε τις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας. Τον χειμώνα του 334 π.Χ. έφθασε στην πόλη Γόρδιο στις όχθες του Σαγγάριου ποταμού, όπου αποφάσισε να ξεχειμωνιάσει. Εκεί, στο βασιλικό ανάκτορο, υπήρχε ο περίφημος Γόρδιος Δεσμός. Η παράδοση έλεγε πως όποιος τον έλυνε θα κυρίευε την Ασία. Ο Αλέξανδρος απλά τον έκοψε με το σπαθί του.

Την άνοιξη του 333 π.Χ, βάδισε προς τα νότια, πέρασε το όρος Ταύρος και μπήκε στην Κιλικία. Κυρίευσε την πόλη Ταρσό και σταμάτησε εκεί για ν’ αναπαυθεί ο στρατός του. Ύστερα από ένα λουτρό στα κρύα νερά του ποταμού Κύδνου, ο Αλέξανδρος αρρώστησε, αλλά γρήγορα έγινε καλά και συνέχισε την πορεία του προς τη Συρία. Συνάντησε τότε για δεύτερη φορά τον περσικό στρατό από 500.000 μαχητές κι έδωσε μάχη κοντά στην πόλη Ισσό της Κιλικίας (12 Νοεμβρίου 333 π.Χ.). Οι Πέρσες υπέστησαν πανωλεθρία και διαλύθηκαν. Ο βασιλιάς Δαρείος κινδύνευσε και γλίτωσε μόνο με τη φυγή του. Στην Ισσό ο Αλέξανδρος κυρίευσε πλούσια λάφυρα και αιχμαλώτισε την οικογένεια του Δαρείου, αλλά της φέρθηκε μεγαλόψυχα.
Ο Αλέξανδρος, αντί να συνεχίσει την καταδίωξη του Δαρείου, προχώρησε νότια, για να γίνει κύριος όλων των παραλίων της Μεσογείου και να εξουδετερώσει κάθε απειλή του περσικού στόλου. Κατέλαβε, κατά σειρά, τη Φοινίκη, την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο. Επισκέφθηκε στην έρημο το μαντείο του Άμμωνος Διός, όπου οι ιερείς τον χαιρέτισαν ως τον νέο Δία. Στις ακτές της Αιγύπτου, κοντά στις εκβολές του Νείλου και σε θέση κατάλληλη για την ανάπτυξη του εμπορίου, όρισε να χτιστεί η Αλεξάνδρεια. Ο ίδιος χάραξε τα τείχη και τους δρόμους της.
Επιστρέφοντας από την Αίγυπτο στην Ασία συνάντησε στα Γαυγάμηλα, πέρα από τον Τίγρη ποταμό, νέο πολυάριθμο περσικό στρατό και τον νίκησε (1 Οκτωβρίου 331 π.Χ). Ο Δαρείος σώθηκε και πάλι, αλλά δολοφονήθηκε από τον σατράπη της Βακτριανής Βήσσο. Ο περσικός στρατός καταστράφηκε, οι σπουδαιότερες πόλεις της Περσίας – Βαβυλώνα, Σούσα και Περσέπολη, όπου το ανάκτορο του Δαρείου- παραδόθηκαν στον Αλέξανδρο και ολόκληρη η Περσία κατακτήθηκε.
Ψηφιδωτό στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης
Ο Αλέξανδρος, όμως, δεν σταμάτησε στην Περσία. Προχώρησε προς τα ανατολικά για να υποτάξει τις φυλές που κατοικούσαν εκεί και ν’ απαλλάξει έτσι το μεγάλο του βασίλειο από μελλοντικό κίνδυνο. Πέρασε τη Σογδιανή και τη Βακτριανή και το 327 π.Χ. μπήκε στις Ινδίες, όπου νίκησε τον βασιλιά Πώρο. Οι στρατιώτες του, όμως, κουράστηκαν και αρνήθηκαν να προχωρήσουν. Αναγκάσθηκε τότε να ανακόψει την επική πορεία του προς Ανατολάς. Ένα μέρος του στρατού το έστειλε με πλοία στην Περσία, με επικεφαλής τον ναύαρχο Νέαρχο. Αυτός με το υπόλοιπο στράτευμα πέρασε την έρημο Γεδρωσία, όπου χάθηκαν πολλοί στρατιώτες του από την πείνα και τη δίψα, και επέστρεψε στα Σούσα.
Άρχισε τότε να σκέφτεται την οργάνωση της επικράτειάς του. Μελετώντας τον τρόπο της ζωής των Περσών και τον τρόπο της διοικήσεώς τους, έβγαλε το συμπέρασμα πως για να διατηρηθεί το αχανές κράτος που δημιούργησε έπρεπε να συμφιλιώσει τους Πέρσες ευγενείς με τους Έλληνες. Φαντάστηκε τον εαυτό του σαν ελληνοπέρση βασιλιά και μιμήθηκε την ενδυμασία και γενικά τον τρόπο ζωής τους. Παντρεύτηκε την κόρη του Δαρείου Στάτειρα και την ανιψιά της Παρυσάτιδα (324 π.Χ.), ενώ παρακίνησε τους αξιωματικούς και τους στρατιώτες του να παντρευτούν κι αυτοί Περσίδες. Νωρίτερα (327 π.Χ.) είχε παντρευτεί τη Ρωξάνη, κόρη τοπικού ηγεμόνα της Βακτριανής, παρά την αντίδραση των στρατηγών του. Η Ρωξάνη τού χάρισε και τον μοναδικό του απόγονο, τον Αλέξανδρο Δ’, ο οποίος γεννήθηκε δύο μήνες μετά το θάνατο του στρατηλάτη και σκοτώθηκε σε ηλικία 12 ετών με διαταγή του Κάσσανδρου, στρατηγού του Μεγάλου Αλεξάνδρου και σφετεριστή του θρόνου της Μακεδονίας.
Στους Μακεδόνες δεν άρεσε η αλλαγή αυτή του Αλέξανδρου. Μερικοί από τους στρατηγούς του, μάλιστα, οργάνωσαν εναντίον του συνωμοσίες, τις οποίες ο Αλέξανδρος ανακάλυψε και τιμώρησε σκληρά τους πρωταίτιους. Οι πολλές διοικητικές φροντίδες, οι κόποι και τελευταία ο θάνατος του πιο στενού του φίλου, Ηφαιστίωνα, του έφθειραν την υγεία. Ο Αλέξανδρος αρρώστησε βαριά και στις 10 ή 11 Ιουνίου του 323 π.Χ. άφησε την τελευταία του πνοή στη Βαβυλώνα, σε ηλικία μόλις 32 ετών.
Μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου το απέραντο κράτος του διαμοιράστηκε μεταξύ των στρατηγών του, που επί πολλά χρόνια διαφωνούσαν για τη διανομή. Δεν χάθηκε, όμως, το εκπολιτιστικό έργο του. Οι κατακτήσεις του άνοιξαν τα σύνορα μεταξύ του ελληνικού χώρου και της Ανατολής. Η επικοινωνία με τους “βαρβάρους” συνέβαλε στη διάδοση του ελληνικού πολιτισμός στις χώρες της Ασίας και της Αιγύπτου. 
Η ελληνική γλώσσα έγινε διεθνής.
Τα ελληνική ήθη πέρασαν σ’ όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Ανέτειλε ο πολιτισμός της λεγόμενης “Ελληνιστικής Εποχής”, που αποτελεί μία νέα λάμψη του ελληνικού πνεύματος. 
Δικαιολογημένα, η ιστορία ανακήρυξε τον Αλέξανδρο “Μέγα” για το γιγάντιο έργο του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Μέγας Αλέξανδρος: O σπουδαιότερος στρατηλάτης της παγκόσμιας στρατιωτικής ιστορίας"

Δευτέρα 20 Απριλίου 2020

Περίτας: Το σκυλί του Μεγάλου Αλεξάνδρου που τον συνόδευε κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του εκστρατείας

Ο Περίτας ήταν το αγαπημένο σκυλί του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που τον συνόδευε κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του εκστρατείας. Το όνομα Περίτας φαίνεται να προέρχεται από την μακεδονική λέξη για τον Ιανουάριο.
Έχει ακουστεί ότι το όνομα το έδωσε ο Αλέξανδρος από την λέξη περιττός = εξαιρετικός. Αλλά στα αρχαία κείμενα του Πλουτάρχου αναγράφεται με ένα ταφ. (Πλούταρχος, Βίοι παράλληλοι, Αλέξανδρος 61).
Λένε ότι ο Αλέξανδρος ήταν ο πρώτος που θέσπισε νόμο για την προστασία των ζώων. Ο Περίτας ήταν αυτός που δάγκωσε έναν ελέφαντα στο πεδίο της μάχης,πολεμώντας εναντίον του Δαρείου Γ’ όταν ο Αλέξανδρος είχε βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση κάποια στιγμή στην μάχη.Εκεί ήταν που μάλλoν σκοτώθηκε και αυτό. Θεωρήται ένα από τα δέκα σκυλιά που άφησαν το αποτύπωμα τους στην ιστορία.
Η ράτσα είναι δύσκολο να εξακριβωθεί και παραμένει άγνωστη,πιθανότατα ήταν Μολοσσος Ηπείρου.Άλλοι θα πουν ότι ήταν λαγωνικό αλλά και μπουλντόγκ όπως έχει αναφερθεί επίσης.
Ιστορίες Για Τον Περίτα
Σύμφωνα με τον Πλίνιο, ήταν ίσως ο βασιλιάς Πύρρος της Ηπείρου (ΒΔ Ελλάδα), οι οποίοι ενθουσιασμένοι από τον Αλέξανδρο, έδωσαν ένα σκυλί που είχε επιτεθεί και ξυλοκοπήθηκε τόσο με λιοντάρι αλλά και με έναν ελέφαντα.
Ένα παραμύθι λέει ότι όταν ο Αλέξανδρος ήταν παγιδευμένος πίσω από τις οχυρώσεις των Μαλλών,μαζί με τον Λεοννάτο,Πέυκεστα και τον Αβρέαο. Ο Λεοννάτος άκουσε Περίτα ουρλιαχτό από πίσω του. Ενώ εξακολουθούν να αγωνίζονται,φώναξε και ο Λεοννάτος Περίτα για να τρέξει στον Αλέξανδρο. Και ο Περίτας επιτέθηκε στους Μαλλούς.
Ο Αλέξανδρος τίμησε τον πιστό σκύλο του Περίτα δίνοντας το όνομά του σε μία πόλη.
Η Πόλη
Η Περίτα ήταν μια αρχαία ελληνική πόλη της Ινδίας. Αναφέρεται από τον Πλούταρχο στους Βίους παράλληλους στον Αλέξανδρο (Αλέξανδρος 61). Οι πληροφορίες για την ύπαρξη της πόλεως είναι αμυδρές, γιατί όπως ο ίδιος αναφέρει ότι το έμαθε από τον Σωτίωνα και αυτός από τον ρήτορα Ποτάμωνα τον Λέσβιο (75 π.Χ. -15 μ.Χ.) στο έργο του Για τον Αλέξανδρο τον Μακεδόνα.

Εν πάση περιπτώσει η πόλη ιδρύθηκε στην Πενταποταμία της βορειοδυτικής Ινδίας (σημ. Punjab) από τον Μέγαλο Αλέξανδρο (ίσως κοντά στην Βουκεφάλα και την Νίκαια). Άγνωστη η σημερινή της τοποθεσία..Και οι δύο πόλεις η Περίτα και η Βουκεφάλα ήταν λάφυρα του πολέμου για τον Αλέξανδρο, αφού νίκησε τον Βασιλιά Πώρο στην Μάχη του Υδάσπη για να τιμήσει τον σκύλο του Περίτα που τον είχε αναθρέψει και τον αγαπούσε πολύ όπως και το άλογο του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Περίτας: Το σκυλί του Μεγάλου Αλεξάνδρου που τον συνόδευε κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του εκστρατείας"

Κυριακή 7 Ιουλίου 2019

Ο Bουκεφάλας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το ενδοξότερο άλογο της Ιστορίας


Κανένα ίσως άλογο στην ιστορία δεν είχε την τύχη της επωνυμίας του Βουκεφάλα, του μοναδικού ίσως αλόγου που μοιράστηκε ένα μέρος από τη δόξα του αναβάτη του, ακολουθώντας και εισπράττοντας, ταυτόχρονα, την εξέλιξη της μορφής του Αλεξάνδρου από ιστορική σε μυθική, και τη μετατροπή της εκστρατείας του από συγκροτημένη χρονική αλληλουχία γεγονότων σε υπερφυσική περιήγηση στον κόσμο των θαυμάτων.

Η μυθοπλαστική προσέγγιση και η υπερφυσική διάσταση της εκστρατείας του Αλεξάνδρου στην Ανατολή, όπως καταγράφηκε στο Μυθιστόρημα του Αλεξάνδρου (αλλιώς Βίος του Αλεξάνδρου του Μακεδόνος), έξι αιώνες μετά τον θάνατό του, από έναν άγνωστο aλεξανδρινό που συμβατικά ονομάζεται Ψευδοκαλλισθένης (τέλος 3ου μ.Χ. αι.), εγκαινίασε μια μεγάλη σειρά από μεταφράσεις, διασκευές και παραλλαγές του, που διέδωσαν τις περιπέτειές του, διανθίζοντάς τες με πλήθος υπερβατικών επεισοδίων άσχετων με την ιστορική πραγματικότητα. Τελευταία ανάμεσά τους, H Φυλλάδα του Μεγαλέξαντρου, τυπωμένη στα τέλη του 17ου αι., αναδείχτηκε σε αγαπημένο λαϊκό ανάγνωσμα μέχρι και τις αρχές του 20ού αιώνα.

Η παλαιότερη φιλολογική μαρτυρία για τον Βουκεφάλα διασώζεται από τον Πλούταρχο (Βίος Αλεξάνδρου, 6) και αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίον το άλογο αγοράστηκε από τον Φίλιππο στη μυθική τιμή των δεκατριών ταλάντων. Ο Φίλιππος ήταν έτοιμος να απορρίψει την προσφορά του Φιλόνικου από τη Θεσσαλία, επειδή κανείς δεν κατάφερε να τιθασεύσει το άλογο, αλλά υποχώρησε στην επιμονή του νεαρού Αλεξάνδρου να δοκιμάσει και εκείνος, και δέχτηκε το στοίχημα που του πρότεινε, να του πληρώσει, αν δεν τα κατάφερνε, το υπέρογκο ποσό. 

Ο Αλέξανδρος είχε παρατηρήσει πως το ζώο τρόμαζε από τη σκιά του, καθώς την έβλεπε να σαλεύει μπροστά και γύρω του.
Αρπαξε λοιπόν τα χαλινάρια και έστρεψε το άλογο προς τη μεριά του ήλιου. Ο Βουκεφάλας ηρέμησε λίγο, αφού δεν έβλεπε πια τη σκιά του, κι ο Αλέξανδρος κατάφερε να τον ιππεύσει. Μαλακά στην αρχή, πιο έντονα ύστερα, τον παρότρυνε να τρέξει. O Φίλιππος και οι άλλοι παρακολουθούσαν αμίλητοι τη σκηνή. Oταν ο Αλέξανδρος επέστρεψε σοβαρός και περήφανος για το κατόρθωμά του, όλοι ζητωκραύγασαν και ο πατέρας του που δάκρυσε, λένε, από τη χαρά του, τον φίλησε και του είπε: «Γιε μου, ψάξε πια για βασίλειο αντάξιό σου. Η Μακεδονία δε σε χωράει.»

O Aλέξανδρος δαμάζει τον Βουκεφαλα. Πίνακας του Γερμανού ζωγράφου, F. Schommer, 19ος αιώνας. 

Για τον Βουκεφάλα και τη μετέπειτα σχέση του με τον Αλέξανδρο, διαφωτιστικά είναι τα λιγοστά που αναφέρει ο Αρριανός (Αλεξάνδρου Ανάβασις, V. 19) με αφορμή τη μάχη στον Υδάσπη ποταμό, στα 327 π.Χ.: «Μετά τη νίκη του εναντίον των Ινδών, ο Αλέξανδρος ίδρυσε δύο πόλεις. Τη μια, στη θέση της μάχης, την ονόμασε Νίκαια, σε ανάμνηση της νίκης του. Την άλλη, στο σημείο που επρόκειτο να διασχίσει τον Υδάσπη, Βουκεφάλεια, στη μνήμη του αλόγου του, που πέθανε εκεί, όχι επειδή πληγώθηκε στη μάχη, αλλά από την κούραση και τα χρόνια.

Ο Βουκεφάλας ήταν κιόλας τριάντα χρόνων και εξαντλημένος. Είχε μοιραστεί με τον Αλέξανδρο πολλές δυσκολίες και είχε αντιμετωπίσει μαζί του πολλούς κινδύνους για πολλά χρόνια. Κανένας δεν είχε καταφέρει όλα αυτά τα χρόνια να τον ιππεύσει, εκτός από τον ίδιο τον Αλέξανδρο. Μεγαλύτερος από το φυσιολογικό και γεμάτος σφρίγος, είχε χαραγμένη επάνω του, σημάδι να τον διακρίνει, μια κεφαλή βοδιού, και μερικοί πιστεύουν πως γι’ αυτό τον ονόμασαν Βουκεφάλα. Αλλοι όμως λένε πως ήταν μαύρος και είχε στο μέτωπό του ένα σημάδι που έμοιαζε πολύ με κεφάλι βοδιού. 

Στη χώρα των Οξιανών, το άλογο εξαφανίστηκε και ο Αλέξανδρος απείλησε πως θα σκοτώσει όλους τους κατοίκους της αν δεν του φέρουν πίσω το άλογό του, με αποτέλεσμα να του επιστραφεί αμέσως. Τόσο μεγάλη ήταν η αγάπη που είχε ο Αλέξανδρος στο άλογό του και τόσο μεγάλος ο φόβος που ενέπνεε στους βαρβάρους».

Tο όνομα Bουκεφάλας

Βυζαντινοί σχολιαστές αρχαίων κειμένων αναφέρουν τη χρήση του όρου «βουκέφαλος» για τη δήλωση μιας συγκεκριμένης θεσσαλικής ράτσας αλόγων που είχαν για σφραγίδα τους ένα κεφάλι βοδιού. Αυτήν την παράδοση ακολουθούν οι πηγές, που αναφέρουν πως ο Βουκεφάλας είχε χαραγμένο στον μηρό του ένα κεφάλι βοδιού, και αυτή η ερμηνεία του ονόματος φαίνεται, επομένως, η πιο πιθανή. 


Αλεξανδρος και Βουκεφαλας. Βυζαντινο χειρογραφο, Μαρκιανη βιβλιοθηκη.


Η εναλλακτική προέλευση του ονόματος Βουκεφάλας από ένα λευκό σημάδι όμοιο με κεφαλή βοδιού που είχε εκ γενετής στο μέτωπό του, όπως αναφέρει ο Αρριανός, δεν πιστοποιείται στις λιγοστές απεικονίσεις του, οι οποίες ανάγονται στα χρόνια του Αλεξάνδρου.

Τον Βουκεφάλα θα πρέπει να αναγνωρίσουμε στο χάλκινο αγαλμάτιο που αναπαριστά τον έφιππο Αλέξανδρο σε δράση. Πιστεύεται πως αναπαράγει τμήμα ενός μεγάλου συνόλου χάλκινων έργων του Λυσίππου, το οποίο αφιέρωσε ο aλέξανδρος στο Ιερό του Δία στο Δίον, μετά τη νίκη του στον Γρανικό. Φλωρεντία, aρχαιολογικό Mουσείο.dot clear Ο Bουκεφάλας του Μεγάλου Αλεξάνδρου

Oτι το όνομά του Βουκεφάλα προέρχεται, όπως αναφέρει ο Στράβων (XV,698) από το εύρος του μετώπου του, θα μπορούσε, ενδεχομένως, να συνδυαστεί με τη μαρτυρία του Αρριανού ότι ο Βουκεφάλας ήταν μεγαλύτερος από το φυσιολογικό είναι, εν τούτοις, αδύνατο επίσης να αποδειχτεί από τα λιγοστά έργα της τέχνης που τον απεικονίζουν.

Με αφορμή το όνομά του, μεταγενέστερες πηγές προσέδωσαν τερατικές μορφές στον Βουκεφάλα. Oτι είχε κεφάλι ή κέρατα βοδιού και πως το προσωνύμιο Δικέρατος (Dho’l Qarnayn), με το οποίο αναφέρεται ο Αλέξανδρος στο Κοράνιο, προέρχεται στην ουσία από τα κέρατα του αλόγου του.

Τερατικές απεικονίσεις του Βουκεφάλα με κέρατα, εμπνευσμένες προφανώς από τις μυθοπλαστικές διασκευές της ιστορίας, αποτυπώνονται σε ταπισερί που κοσμούνται με σκηνές από τις περιπέτειες του Αλεξάνδρου. Στις τερατικές προσεγγίσεις του Βουκεφάλα θα έπρεπε, από την άποψη αυτή, να ενταχτεί, τουλάχιστον ως προς τη συνήθειά του να τρώει ανθρώπους, και η ποιητική περιγραφή του από τον Ιωάννη Τζέτζη, αν βεβαίως δεν θεωρηθεί ως απλή μεταφορά που αποσκοπεί να δηλώσει απλώς και μόνον την άγρια φύση του:

«Του Βουκεφάλου σύμπασαν έχεις την ιστορίαν,

Ως ίππος ήν ατίθασσος ανθρώπους κατεσθίων.

Μόνω δε Μακεδόνι υπείκων Αλεξάνδρω

Την Βουκεφάλα κλήσιν δε τοιουτοτρόπως έσχε.

Βοός ως έχων κεφαλήν εν τω μηρώ σφραγίδα,

Ού μην βοός εκέκτητο ή κεφαλήν ή κέρας».

O Βουκεφάλας στο μοναδικό νόμισμα του Βασιλιά Σέλευκου Α’ Νικάτωρ 281 π.Χ, ενός από τους διαδόχους του Αλέξανδρου, ιδρυτού της δυναστείας των Σελευκιδών.

Εκτός από τον Πλούταρχο, που μας πληροφορεί πως ο Βουκεφάλας ήταν από τη Θεσσαλία και αγοράστηκε από τον Φίλιππο μετά την πετυχημένη προσπάθεια του νεαρού διαδόχου του να τον τιθασεύσει, μεταγενέστερη πηγή αναφέρει πως ο Βουκεφάλας ήταν από την Καππαδοκία και δόθηκε δώρο στον Φίλιππο όταν ο Αλέξανδρος ήταν περίπου δώδεκα χρόνων. Η καππαδοκική καταγωγή του Βουκεφάλα αναφέρεται σε μια ακόμη πηγή, που λέει ότι ο Δημάρατος από την Κόρινθο έδωσε στον Αλέξανδρο «Βουκέφαλον ίππον. Καππάδοξ δε ην».

Η μυθοπλαστική λογική που διέπει όλες τις μη ιστορικές αναφορές στον Αλέξανδρο είχε επίδραση και στον Βουκεφάλα. Tα θρυλούμενα πως γεννήθηκε από την ένωση ελέφαντα με καμήλα δρομάδα, ή αλόγου και γρύπα, δεν μπορούν βεβαίως να θεωρηθούν παρά μόνο μέσα από το σκοτεινό πρίσμα της μεσαιωνικής Ευρώπης.

Η στενή σχέση του Βουκεφάλα με τον Αλέξανδρο, σε συνδυασμό με την πληροφορία του Αρριανού πως το άλογο πέθανε στα τριάντα του χρόνια, επέτρεψαν αρχικώς συνειρμικούς συσχετισμούς με τον θάνατο του Αλεξάνδρου στα τριάντα τρία του χρόνια. Εν τούτοις, είναι δύσκολο να αποδεχτούμε πως ο Βουκεφάλας ήταν κιόλας δεκατριών ή δεκατεσσάρων χρόνων όταν τον τιθάσευσε ο Αλέξανδρος.  Είναι πιθανότερο πως το άλογο που γνώρισε ο Αλέξανδρος στη Μακεδονία και πήρε μαζί του στην Ασία δεν ήταν παραπάνω από τριών ή τεσσάρων χρόνων, αν όχι λιγότερο.

Μ. Αλέξανδρος και Βουκεφάλας. Τμήμα από γερμανική γκραβούρα του 19ου αιώ.

Ακόμη πιο έντονη είναι η προσπάθεια συσχετισμού ιππέα και αναβάτη στην αραβική εκδοχή του Mυθιστορήματος του Αλεξάνδρου, όπως διασώθηκε στην αιθιοπική παραλλαγή του, από την οποία προκύπτει πως σχεδόν ταυτόχρονα με τη σύλληψη του Αλεξάνδρου, από το σμίξιμο της Ολυμπιάδας με τον αετό, λιοντάρι και δράκοντα Νεκτανεβώ, μια από τις φοράδες του βασιλιά Φιλίππου συνέλαβε τον Βουκεφάλα, πίνοντας νερό από την πηγή που λούστηκε ο Νεκτανεβώ όταν άφησε την Ολυμπιάδα.

Οι τερατικές μορφές του αλόγου και του αναβάτη του, όπως αποτυπώθηκαν με αφορμή το ψευδοκαλλισθένειο μυθιστόρημα και τις μεταγενέστερες μεταφράσεις, παραλλαγές ή διασκευές του, δεν είναι δυνατό να συμβάλουν στη γνώση μας για τον Βουκεφάλα της ιστορίας. Ούτε βεβαίως είναι εφικτό, στα περιορισμένα όρια του κειμένου αυτού, να περιλάβουμε τους τρόπους με τους οποίους εικονίστηκε το άλογο του Αλεξάνδρου στην τέχνη της Ευρώπης ή της Ανατολής. Αν θέλουμε να απαλλάξουμε τον Βουκεφάλα από τις μεταπλάσεις τις οποίες δέχτηκε στη διάρκεια της μακρόχρονης επίδρασης που είχε η εκστρατεία του Αλεξάνδρου στη λογοτεχνία, την τέχνη και τη λαϊκή συνείδηση, πρέπει να περιοριστούμε στις λιγοστές απεικονίσεις του έφιππου Αλέξανδρου που ανάγονται στα χρόνια της ιστορικής δράσης του, ή αντανακλούν απεικονίσεις του που χρονικά σχετίζονται με αυτήν.
Απεικονίσεις

Αν δεχτούμε πως ο Αλέξανδρος ήταν περίπου δωδεκαετής όταν απέκτησε τον Βουκεφάλα, είναι πολύ πιθανό πως στην εντυπωσιακή τοιχογραφία με το κυνήγι που διατηρείται στην πρόσοψη του τάφου του Φιλίππου στη Βεργίνα θα πρέπει να αναγνωρίσουμε στο άλογο του νεαρού ιππέα που εικονίζεται στο κέντρο της παράστασης, την παλαιότερη προφανώς απεικόνιση του Βουκεφάλα.


Τοιχογραφία με πολυπρόσωπη σκηνή κυνηγιού, στην πρόσοψη του μεγαλύτερου από τους μακεδονικούς τάφους της Μεγάλης Τούμπας, στη Βεργίνα. (άνω: η αυθεντική τοιχογραφία, κάτω: αναπαράστασή της)

Στο περίφημο ψηφιδωτό δάπεδο από την Πομπηία, σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης, όλοι οι ερευνητές αναγνωρίζουν το αντίγραφο ενός μεγάλου, χαμένου σήμερα, ζωγραφικού έργου του 4ου π.Χ. αι., που εικόνιζε μιαν από τις μεγάλες μάχες του Αλεξάνδρου στην Ανατολή.

Αντανάκλαση του ίδιου ζωγράφου που κόσμησε με την τοιχογραφία του την πρόσοψη του τάφου του Φιλίππου, το ψηφιδωτό αναπαράγει με θαυμαστή ακρίβεια τα εικονογραφικά στοιχεία του πρωτοτύπου, ανάμεσά τους και τον Βουκεφάλα, στο καστανόχρωμο, αλλά αποσπασματικά διατηρημένο άλογο που ιππεύει ο Αλέξανδρος. Είναι κρίμα ότι δεν σώζεται κανένας από τους μηρούς του εικονιζόμενου αλόγου, που θα επιβεβαίωνε ή θα αναιρούσε την πληροφορία για το εγκεκαυμένο σημάδι σε σχήμα κεφαλής βοδιού που αναφέρουν οι φιλολογικές μαρτυρίες.

Αντιθέτως, είναι σαφές πως η πληροφορία του Αρριανού πως ο Βουκεφάλας ήταν μαύρος, με ένα λευκό σημάδι όμοιο με κεφάλι βοδιού στο μέτωπό του, δεν πιστοποιείται ούτε στην τοιχογραφία με το κυνήγι, στη Βεργίνα ούτε, πολύ περισσότερο, στο κατά τα άλλα εντυπωσιακό -για τη λεπτομερειακή απόδοση των εικονογραφικών στοιχείων του ζωγραφικού προτύπου του- ψηφιδωτό δάπεδο από την Πομπηία. Η αναντιστοιχία, επομένως, ανάμεσα στη γραπτή και τις εικαστικές μαρτυρίες θα πρέπει να ερμηνευτεί μάλλον ως ανακριβής πληροφόρηση του συγγραφέα, που έγραψε για τον Αλέξανδρο πέντε αιώνες μετά τη δράση του, παρά ως καλλιτεχνική αυθαιρεσία του σύγχρονου με τον Αλέξανδρο μεγάλου ζωγράφου των ύστερων κλασικών χρόνων που ανέλαβε να απεικονίσει σκηνές από τη δράση του στη Μακεδονία και την Ασία. Οι απεικονίσεις, επομένως, του Βουκεφάλα σε δύο έργα που δημιουργήθηκαν στα χρόνια του Αλεξάνδρου βεβαιώνουν πως το άλογό του ήταν καστανόχρωμο, χωρίς σημάδι σαν κεφαλή βοδιού στο μέτωπό του.

Τον Βουκεφάλα θα πρέπει, επίσης, να αναγνωρίσουμε σ’ ένα μικρής κλίμακας χάλκινο αγαλμάτιο, που αναπαριστά τον έφιππο Αλέξανδρο σε δράση και πιστεύεται πως αναπαράγει τμήμα ενός μεγάλου συνόλου χάλκινων έργων του Λυσίππου, το οποίο αφιέρωσε ο Mακεδόνας βασιλιάς στο Ιερό του Δία, στο Δίον της Μακεδονίας, μετά τη νικηφόρα μάχη του στον Γρανικό ποταμό.

Tέλος, στην πίσω όψη ενός αναμνηστικού αργυρού νομίσματος που κυκλοφόρησε με αφορμή τη νίκη των Μακεδόνων εναντίον των Ινδών το 327 π.Χ. έχουμε την τελευταία απεικόνιση του Αλέξανδρου με τον Βουκεφάλα, αντιμέτωπων με τον Πώρο και τον ελέφαντά του, στη μεγάλη μάχη στις όχθες του Υδάσπη (σημ. Τζέλουμ), όπου κοντά στη θέση Τζαλαλπούρ της πολύπαθης Κεντρικής Ασίας, θα πρέπει να αναζητήσουμε και την πόλη που έχτισε ο Αλέξανδρος για να τιμήσει τον Bουκεφάλα.
της Χρυσούλας Σαατσόγλου – Παλιαδέλη,

Πηγή: istoria-korosisgeorge.blogspot.gr, hellinon.net, irakleitos.blogspot.gr
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Ο Bουκεφάλας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το ενδοξότερο άλογο της Ιστορίας"

Πέμπτη 4 Μαΐου 2017

Οι περίφημοι στρατοί του αρχαίου κόσμου των Ελλήνων

Από την αρχαιότητα  μέχρι και τον Μεσαίωνα, εμφανίστηκαν στρατοί τρομεροί που έμοιαζαν με την πειθαρχία και την ανωτερότητά τους ως μαζικές ειδικές δυνάμεις, την ίδια ώρα που μεμονωμένα σώματα μάχης κατάφεραν να ξεχωρίσουν και να γίνουν φόβητρο απαράμιλλο για κάθε εχθρό που είχε την τραγική ατυχία να τα αντιμετωπίσει στο πεδίο της σύγκρουσης.----
Είτε μιλάμε για πόλεις-κράτη με σιδηρά στρατιωτική οργάνωση, όπως η περίφημη αρχαία Σπάρτη, είτε για επίλεκτα σώματα στρατών, το δόγμα ότι ο πόλεμος είναι μια τέχνη που κατακτιέται με την εκπαίδευση ποτέ δεν βρήκε καλύτερη ενσάρκωση στα πρώιμα αυτά χρόνια των ανθρώπινων συρράξεων.
Εδώ θα μιλήσουμε τόσο για περίφημα
στρατεύματα που ο κόσμος δεν είχε ξαναδεί και κανείς δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει, όσο και για μεμονωμένα εκλεκτά τάγματα που έκαναν πάντα τη μεγάλη διαφορά σε όρους φονικής αποτελεσματικότητας, όπως τις παρακάτω που δεν μπορείς να τις προσπεράσεις, καθώς έμειναν ορόσημα ανδρείας και θανάσιμης ικανότητας…
Οι Μυρμιδόνες του Αχιλλέα
Η ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Φθίας (η σημερινή ανατολική Φθιώτιδα) φιλοξενούσε, σύμφωνα με τον Όμηρο, τον περίφημο πολεμικό λαό των Μυρμιδόνων και αποτελούσε πατρίδα του Αχιλλέα, γιου του Πηλέα και της Θέτιδας. Ο ημίθεος Αχιλλέας και οι Μυρμιδόνες του πήραν μέρος στον Τρωικό Πόλεμο με 50 πλοία και διέπρεψαν με τα στρατιωτικά ανδραγαθήματά τους και τον απαράμιλλο ηρωισμό τους στη μάχη. Ένας στρατός που λειτούργησε άψογα ως επίλεκτο σώμα δηλαδή, καθώς οι Μυρμιδόνες του Αχιλλέα ήταν υπόδειγμα πολεμιστή στην αρχαία Ελλάδα αλλά και άνθρωποι υπερήφανοι που η λέξη «ήττα» δεν περιλαμβανόταν στο λεξιλόγιό τους.
Οι ηρωικοί τους άθλοι προκάλεσαν τον θαυμασμό θεών και ανθρώπων, στέλνοντας μυριάδες στον άλλο κόσμο: στα πρώτα χρόνια του Τρωικού Πολέμου, ο Αχιλλέας λεηλάτησε με τους Μυρμιδόνες του 11 πολιτείες γύρω από την Τροία και 12 σε γειτονικά νησιά, παραδίδοντας μάλιστα όλα τα λάφυρα στον αρχιστράτηγο Αγαμέμνονα. Αν πιστέψουμε το ομηρικό έπος, κανείς από τους Αχαιούς δεν προκάλεσε μεγαλύτερες απώλειες αλλά και τρόμο ανείπωτο στους Τρώες από τον Αχιλλέα και το επίλεκτο στράτευμά του…
Η Σπαρτιατική Φάλαγγα
Ήταν η πόλη του Λυκούργου, ειδικά μετά τους Μεσσηνιακούς Πολέμους, που καθόρισε τον τρόπο «επιστημονικής» διεξαγωγής του πολέμου, αναγορεύοντας τη μάχη σε υπέρτατη πολεμική τέχνη. Η Σπάρτη δημιούργησε τον πρώτο τακτικό στρατό του αρχαίου κόσμου, έναν στρατό επαγγελματικό μεν, αλλά χωρίς μισθό, στον οποίο ο πολίτης ήταν διά βίου (μέχρι το 65ο έτος της ηλικίας του) και για όλο το διάστημα της ημέρας οπλίτης. Η αξιοθαύμαστη δομή του σπαρτιατικού στρατού, ήδη από τον 5ο αιώνα π.Χ., είχε ως κύριο σώμα μάχης τη λακωνική φάλαγγα, ενώ ο βασικός πυρήνας του αποτελούνταν από άντρες που ήταν στενά δεμένοι μεταξύ τους με όρκο.
Οι οπλίτες της λακωνικής φάλαγγας φορούσαν ερυθρά χλαίνη -για να μην είναι άμεσα ορατό το αίμα τους κατά τον τραυματισμό-, κρατούσαν χάλκινη ασπίδα μεγάλου μεγέθους (με σήμα ένα τεράστιο κεφαλαίο «Λ») και πολεμούσαν με δόρυ 3-4 μέτρων. Για τις μάχες σώμα με σώμα (εκ του συστάδην) χρησιμοποιούσαν τα ειδικής κατασκευής λακωνικά ξίφη τους. Η μακρά πολεμική παράδοση των Λακεδαιμονίων δεν συγχωρούσε εκείνους που έδειχναν δειλία προ του εχθρού: ονομάζονταν χλευαστικά «τρέσαντες» (τρέμοντες) και τόσο οι ίδιοι οι «ριψασπίδες» όσο και οι οικογένειές τους δεν είχαν πλέον καμία υπόληψη στην πόλη.
Η πολεμική αρχή των Σπαρτιατών, το «νικάν ή απόλλυσθαι» (να νικούν ή να σκοτωθούν) είναι που έκανε τον στρατό τους πανίσχυρο, αφού στην αρχαία Σπάρτη δεν ήταν αξιοσημείωτο το να είναι αλλά το να μην είναι κανείς γενναίος. Βέβαια, παρά το αξιόμαχο του συνόλου του σπαρτιατικού στρατεύματος, υπήρχε ωστόσο ένα επίλεκτο τμήμα 300 ανδρών, οι περίφημοι «Ιππείς», το οποίο συγκροτούσαν οι καλύτεροι σπαρτιάτες «Όμοιοι» πολεμιστές, δηλαδή οι καλύτεροι των καλυτέρων! Αυτοί είχαν την τιμή να πολεμούν στην πρώτη γραμμή, δίπλα στον βασιλιά τους. Οι «Ιππείς» δεν είχαν καμιά διαφορά στον τρόπο μάχης από τον υπόλοιπο στρατό των Λακεδαιμονίων, καθώς σχημάτιζαν κι αυτοί φάλαγγες. Αν και ονομάζονταν «Ιππείς», ήταν στην πραγματικότητα πεζοί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα δράσης των «Ιππέων» ήταν η μάχη των Θερμοπυλών, όπου ο Λεωνίδας ηγούνταν αυτού ακριβώς του τμήματος…
 Ιερός Λόχος Θηβών
Ο Ιερός Λόχος των Θηβών ήταν μια από τις κορυφαίες πολεμικές μονάδες που έδρασαν ποτέ στην αρχαία Ελλάδα. Ιδρύθηκε το 379 π.Χ. από τον Γοργίδα, σε μια εποχή που η Θήβα είχε αποτινάξει τον σπαρτιατικό ζυγό. Ο λόχος απαρτιζόταν από 300 άνδρες, από τους πλέον εξέχοντες νέους της πόλης στις αθλοπαιδιές και ειδικά στην πάλη. Είχαν όλοι τους αριστοκρατική καταγωγή και ήταν προσεκτικά διαλεγμένοι σε ζευγάρια επιστήθιων φίλων, για να κρατούν τις γραμμές του λόχου αδιάσπαστες. Η εντατική εκπαίδευση και οι συχνές μάχες τους, με δημόσια δαπάνη, έκαναν τον λόχο φόβητρο ξακουστό.
Οι μεγαλύτερες στιγμές του λόχου σημειώθηκαν υπό τις διαταγές του Πελοπίδα, καθώς παρέμεινε αήττητος για 35 ολόκληρα χρόνια σφοδρών συγκρούσεων, ενώ καταστράφηκε ολοκληρωτικά στη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.) από το Μακεδονικό Ιππικό του Φιλίππου, το οποίο διοικούσε πλέον ο γιος του Μέγας Αλέξανδρος. Αν πιστέψουμε τον Πλούταρχο, ο Ιερός Λόχος των Θηβών ιδρύθηκε από τον Γοργίδα, αν και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης μαρτυρεί ωστόσο την ύπαρξη του Ιερού Λόχου ήδη από το 424 π.Χ., κατά τη μάχη του Δηλίου…
Το Αθηναϊκό Ναυτικό
Μέχρι το 490 π.Χ., η μετέπειτα θαλασσοκράτειρα Αθήνα διέθετε μεν στόλο, την ανταγωνίζονταν ωστόσο στη θάλασσα στα ίσα τόσο οι Μεγαρείς όσο και οι Κορίνθιοι. Τη χρησιμότητα ισχυρού στόλου την αντιλήφθηκε πρώτος ο Θεμιστοκλής, ο οποίος και έπεισε τους Αθηναίους να αναλάβουν τις σχετικές δαπάνες. Για την επάνδρωση των πλοίων πολλοί οπλίτες αναγκάστηκαν να μετατραπούν σε ναύτες, κατηγορώντας τον Θεμιστοκλή ότι μετέτρεψε τους αριστοκράτες από ευγενείς πολεμιστές σε κωπηλάτες.
Το 480 π.Χ. ωστόσο, κατά την εισβολή των Περσών, η Αθήνα μπορούσε να αντιπαρατάξει 200 ετοιμοπόλεμες τριήρεις και να νικήσει τους Πέρσες κατά κράτος στη θάλασσα. Μετά την ήττα των Περσών, η Αθήνα είχε ήδη μετατραπεί σε σημαντική ναυτική δύναμη, ενώ με τους φόρους επί των συμμάχων της κατάφερε να αυξήσει κι άλλο τον στόλο της σε 400 τριήρεις. Η αθηναϊκή θαλασσοκρατορία ήταν πλέον αδιαμφισβήτητη και το ναυτικό της ήταν το επίλεκτο σώμα του στρατιωτικού δυναμικού της! Από τότε ως και τον θάνατο του Αλέξανδρου (323 π.Χ.), η Αθήνα αποτελούσε τη μεγαλύτερη ναυτική δύναμη της Ελλάδας…
Η Μακεδονική Φάλαγγα
Την ώρα που το ιππικό που συντρόφευε τον μέγα στρατηλάτη Αλέξανδρο ήταν το επίλεκτο σώμα του στρατού του, η τιμή οφείλει να πάει στον τρόπο παράταξης της μακεδονικής φάλαγγας, που μεταμορφώθηκε έτσι σε ένα από τα πλέον αξιόμαχα στρατεύματα του αρχαίου κόσμου! Ο χαρακτηριστικός τρόπος παράταξης μάχης, αρχικά των Μακεδόνων και στη συνέχεια όλων των κρατών των επιγόνων του Αλεξάνδρου, ήταν και ο πρώτος σχηματισμός βαρέως πεζικού στη Μακεδονία, παραμένοντας ο πιο αποτελεσματικός στρατιωτικά σχηματισμός της αρχαιότητας. Η μακεδονική φάλαγγα, στην πλήρη ανάπτυξή της, αποδίδεται στον Μέγα Αλέξανδρο, η μεταρρύθμιση πάντως της οπλιτικής φάλαγγας στην περίφημη μακεδονική συντελέστηκε από τον Φίλιππο Β’.
Η φάλαγγα αποτελούταν από ελεύθερους επαγγελματίες της Μακεδονίας, από μικροϊδιοκτήτες αγρότες και αστούς των πόλεων, ενώ η προέλευση κάθε τάξης στη φάλαγγα από συγκεκριμένη περιοχή συνέβαλε στο να σφυρηλατείται το ομαδικό πνεύμα και να εξασφαλίζεται έτσι η καλύτερη απόδοση του σώματος. Υπό τη διοίκηση λοιπόν του Φιλίππου Β’ και μετέπειτα του γιου του Αλεξάνδρου, η Μακεδονική Φάλαγγα έγινε πανίσχυρος σχηματισμός, με ακρογωνιαίο λίθο της πολεμικής της τακτικής την περίφημη σάρισα: η τρομερή εμπρόσθια δύναμη κρούσης της φάλαγγας, με τις σάρισες των τριών πρώτων σειρών να εκτείνονται τουλάχιστον πέντε μέτρα μπροστά από το μέτωπό της, της έδινε μια ακαταμάχητη ορμή που ήταν πρακτικά αδύνατο να σταματηθεί κατά μέτωπο. Το μακεδονικό υπερόπλο έδωσε στον Αλέξανδρο την υπεροχή στην εκστρατεία του στα πέρατα της οικουμένης…
Οι Αθάνατοι της Περσικής Αυτοκρατορίας
Περιγράφοντας τον πανίσχυρο στρατό των Περσών, ο ιστορικός Ηρόδοτος έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα σε ένα ελίτ τάγμα που ονόμασε «Αθάνατοι» και αποτελούταν από 10.000 στρατιώτες. Κι ενώ ο περσικός στρατός ήταν ένα συνονθύλευμα εθνών και φυλών, οι Αθάνατοι κατάγονταν όλοι από τις κεντρικές επαρχίες της χώρας. Ντυμένοι με πολύχρωμα ενδύματα, που έκρυβαν τη θωράκισή τους, οι Αθάνατοι ήταν εφοδιασμένοι με τόξα και ξίφη, ενώ τέτοια ήταν η φήμη και τα προνόμια που απολάμβαναν ώστε να εκστρατεύουν με ομάδα από μάγειρες και παλλακίδες. Χιλιάδες χρόνια αργότερα, ο σάχης του Ιράν, σε μια προσπάθεια να αναβιώσει το ένδοξο παρελθόν, ονόμασε τη δική του ελίτ στρατιωτική μονάδα «Javidan» («Αθάνατοι»)…
Η Ρωμαϊκή Πραιτοριανή Φρουρά
Την ώρα που η πανίσχυρη ρωμαϊκή λεγεώνα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί επίλεκτο σώμα της εποχής, ακολουθώντας το παράδειγμα της σπαρτιατικής και μακεδονικής φάλαγγας, εδώ θα μιλήσουμε μόνο για την Πραιτοριανή Φρουρά, καθώς δεν είναι και πολύ συχνό το φαινόμενο ένα ελίτ τάγμα να γίνεται παντοδύναμο, να ξεκόβεται από τη στρατιωτική πεπατημένη και να αναλαμβάνει ρόλους πολύ μεγαλύτερους από αυτούς για τους οποίους φτιάχνεται. Ορόσημο στέκει εδώ η αυτοκρατορική φρουρά του Ρωμαίου ηγεμόνα, οι φοβεροί και τρομεροί Πραίτορες, οι οποίοι από την αρχή σχεδόν της ίδρυσής τους ως αυτοκρατορικοί σωματοφύλακες διαδραμάτισαν κεφαλαιώδη ρόλο στο εσωτερικό της κοινωνίας.
Η αυτοκρατορική φρουρά ήταν σχεδόν αδιαχώριστη από τον όλο κρατικό μηχανισμό και δεν ήταν σπάνιο να ανεβάζει και να κατεβάζει αυτοκράτορες (όπως τη δολοφονία του Καλιγούλα), για τέτοια δύναμη μιλάμε. Από την ίδρυσή της το 27 π.Χ. από τον Αύγουστο μέχρι και την οριστική της διάλυση το 312 μ.Χ. από τον Κωνσταντίνο, η Πραιτοριανή Φρουρά ήταν το επίλεκτο σώμα των ρωμαϊκών δυνάμεων. Το σώμα αποτελούταν από 9 κοόρτεις (αργότερα έγιναν 10) των 1.000 αντρών η καθεμία. Όλα τα μέλη του ήταν ιταλοί εθελοντές, η δε αμοιβή τους ήταν διπλάσια ή τριπλάσια από τις απολαβές ενός λεγεωνάριου. Ο Τιβέριος κράτησε το επίλεκτο σώμα συγκεντρωμένο στη Ρώμη χτίζοντας οχυρωμένους στρατώνες στα τείχη της πόλης και παρέχοντάς του ακόμα πιο αυξημένες αρμοδιότητες.
Μολονότι κάποιες από τις κοόρτεις μπορεί να στέλνονταν σε ξένες χώρες, τρεις ήταν πάντοτε εγκατεστημένες στη Ρώμη και μία από αυτές κατέλυε σε ειδικούς στρατώνες που επικοινωνούσαν απευθείας με το ανάκτορο του αυτοκράτορα. Εφόσον η Πραιτοριανή Φρουρά ήταν βασικά το μοναδικό μόνιμο στρατιωτικό σώμα στην Ιταλία, κατέληξε να αποτελεί ισχυρή πολιτική δύναμη όσον αφορά στην υποστήριξη ή την ανατροπή του αυτοκράτορα. Με τον καιρό, το μέγεθος και η σύσταση της Πραιτοριανής Φρουράς άλλαξαν και πλέον γίνονταν δεκτοί σε αυτή ακόμη και άντρες από τις επαρχίες, παραμένοντας πάντα το πλέον αξιόμαχο ρωμαϊκό σώμα…
Η Βυζαντινή Βαράγγια Φρουρά
Την ώρα που ο πανίσχυρος βυζαντινός στρατός χρησιμοποιούσε πολλές μισθοφορικές εθνοτικές ομάδες, με πολλές από αυτές να λειτουργούν ως ειδικά επίλεκτα σώματα, και μια σειρά ακόμα από τάγματα να μεταμορφώνονται σε ελίτ προσωπικές φρουρές του αυτοκράτορα και των συγκλητικών οίκων του Βυζαντίου (όπως οι εξκουβίτορες και οι βουκελάριοι), ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει στους θρυλικούς Βάραγγους, απογόνους των πρώτων Βίκινγκς που κατοικούσαν σε οικισμούς της σημερινής Ουκρανίας, Ρωσίας και Λευκορωσίας και ο πρίγκιπας του Κιέβου, Βλαδίμηρος Α’, έστειλε ως δώρο στον βυζαντινό αυτοκράτορα Βασίλειο Β’ περί το 988 μ.Χ. Η αγριότητα και η απαράμιλλη ανδρεία τους στη μάχη οδήγησαν τους βάραγγους μισθοφόρους να ενταχθούν στις τάξεις των πλέον παντοδύναμων στρατών της Μεσογείου.
Στις αρχές του 11ου αιώνα, ο Βασίλειος Β’ σχημάτισε την επίλεκτη βασιλική του φρουρά αποκλειστικά από Βάραγγους, καθώς φοβόταν τις ίντριγκες και τις δολοπλοκίες της αυλής του. Για τους επόμενους δύο αιώνες, η Βαράγγια Φρουρά θα γινόταν ο φόβος και ο τρόμος της αυτοκρατορίας, επεμβαίνοντας σε διαμάχες και επιβάλλοντας τον νόμο. Το επίλεκτο σώμα των Βάραγγων ξεθώριασε με την παρακμή του Βυζαντίου, όμοια με τους Πραιτοριανούς της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, αφού έδωσαν βέβαια ένα καλό μάθημα στους Σταυροφόρους που άλωσαν την Κωνσταντινούπολη το 1204…
Οι Κατάφρακτοι
Ο ελληνικός και αργότερα ρωμαϊκός όρος «κατάφρακτος» αναφερόταν στο πολύ καλά θωρακισμένο και πάνοπλο ιππικό που χρησιμοποιούσαν οι λαοί της Ανατολής, όπως οι Πέρσες, οι Πάρθοι, οι Σασανίδες κ.λπ. Η ολόσωμη θωράκιση τόσο του αλόγου όσο και του ιππέα έκαναν το ιδιαίτερο αυτό σώμα ιδιαίτερα αποτελεσματικό στο πεδίο της μάχης, τόσο μάλιστα που σύντομα Ρωμαίοι και Βυζαντινοί θα το υιοθετούσαν στις πολεμικές τους μηχανές.
Σασσανίδες: Κλιβανάριος δεξιά Κατάφρακτος
Από ανασκαφές στην Κεντρική Ασία, ξέρουμε σήμερα ότι οι παλιότερες εκδοχές των κατάφρακτων όργωναν τις στέπες της Ασίας ήδη από τον 6ο αιώνα π.Χ., αν και με τη μορφή του πάνοπλου και θωρακισμένου μέχρι τα νύχια έφιππου πολεμιστή που τους ξέρουμε θα έπρεπε να περιμένουμε μερικούς ακόμα αιώνες για να εμφανιστούν. Ασσύριοι, Πέρσες και ιδιαίτερα οι Αχαιμενίδες χρησιμοποιούσαν για αιώνες το επίλεκτο σώμα, πριν οι επίγονοι του Αλεξάνδρου και ειδικά οι Σελευκίδες το εισάγουν στον στρατό τους.
Δεξιά κατάφρακτοι του στρατού των Σελευκιδών
Ο βασιλιάς των Σελευκιδών, Αντίοχος Γ’ ο Μέγας, θεωρείται ο πρώτος που οργάνωσε τάγματα στα πρότυπα του ανατολίτη κατάφρακτου και αυτά πήραν στα σίγουρα μέρος στις μάχες κατά των Πτολεμαίων και των Ρωμαίων περί τα 200-180 π.Χ. Κι έτσι πέρασαν αργότερα στο ρωμαϊκό στράτευμα, το οποίο επιζητούσε να εντάξει τα καλύτερα ξένα στοιχεία στην πολεμική του μηχανή, με τους πρώτους ρωμαίους κατάφρακτους να εμφανίζονται πλάι στις λεγεώνες κάπου δύο αιώνες αργότερα.
Κι έτσι οι Πέρσες, Σκύθες και Πάρθες κατάφρακτοι έφτασαν μέχρι και τη Ανατολική Ρωμαϊκή (βυζαντινή) αυτοκρατορία ακόμα, πριν μετατραπούν στον κλασικό ιππότη της μεσαιωνικής Ευρώπης.
Κατάφρακτοι του ρωμέϊκου «Βυζαντινού» στρατού
Από τους Βασιλικούς Κατάφρακτους των Περσών μέχρι και τους βυζαντινούς αντίστοιχούς τους, ο περίφημος ιππέας ήταν πάντα τρομερός και πειθαρχημένος πολεμιστής, αν και σαφώς λιγότερο ευέλικτος από τους άλλους ιππείς. Στο Βυζάντιο γνώρισαν ιδιαίτερη δόξα πλάι στον αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά, καθώς πλέον ένα ακόμα πιο βαριά οπλισμένο σώμα κατάφρακτων είχε εμφανιστεί, οι διαβόητοι Κλιβανοφόροι!
Οι Ασασίνοι
Στον 12ο και 13ο αιώνα, μια αποσχισθείσα σέχτα Νιζαριτών Ισμαηλιτών βρήκε την πολιτική και στρατιωτική φωνή της στους Ασασίνους. Καθώς η Μέση Ανατολή συνταρασσόταν από τις Σταυροφορίες και τις εισβολές των Σελτζούκων πολεμάρχων, οι Ασασίνοι (το όνομα των οποίων φημολογείται ότι προέρχεται από την τάση του τάγματος να εντρυφάτε στο χασίς, αν πιστέψουμε τουλάχιστον τους Σταυροφόρους) ανέλαβαν το δύσκολο έργο να υπερασπιστούν τα εδάφη τους από τους χριστιανούς κατακτητές και τις τουρκικές δυναστείες, θεωρώντας τους σουνίτες χαλίφηδες ακόμα χειρότερους και από τους χριστιανούς εισβολείς.
Ο Χασάν-ι-Σαμπάχ, που ίδρυσε το τάγμα των Ασασίνων κάποια στιγμή του 11ου αιώνα στο μακρινό Ιράν, οδήγησε τους ακολούθους του στη σημερινή βορειοδυτική Συρία. Οι Ασασίνοι έφτιαξαν κάποια στιγμή και δικό τους βασίλειο πάνω στα βουνά. Το τάγμα ήταν πρακτικά ανίκητο, ενώ ο χειρισμός του γιαταγανιού έμεινε στην Ιστορία. Οι Ασασίνοι ήταν τόσο έμπειροι και επιδέξιοι στον ανταρτοπόλεμο και τις πολιτικές δολοφονίες των αντιπάλων τους, που η αγγλική λέξη για τον δολοφόνο «assassin» έλκει την καταγωγή της από το περίφημο τάγμα των Ασασίνων!
Το σιιτικό στρατιωτικό-θρησκευτικό τάγμα με τις τόσες πολιτικές δολοφονίες στη φαρέτρα του σκόρπισε τον τρόπο στη Μέση Ανατολή για τουλάχιστον ενάμιση αιώνα, μέχρι να το διαλύσουν οι μογγολικές ορδές στα ορμητήριά του στην Περσία και οι Μαμελούκοι στα εναπομείναντα κάστρα του στη Μέση Ανατολή (γύρω στο 1265 μ.Χ.)…
http://maiandros.blog-spot.gr/2015/03/06/perifimi-strati-ke-tagmata-tou-archeou-kosmou-stis-perioches-ton-ellinon/

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Οι περίφημοι στρατοί του αρχαίου κόσμου των Ελλήνων"
Related Posts with Thumbnails