Βιβλίο γιά τόν Διχασμό – Βραβεῖο στούς ἀριστεύσαντες τοῦ Δήμου Χαϊδαρίου
OTAN ἡ ἰσοπεδωτική Ἀριστερά ἀποφασίζει νά τιμήσει τήν ἀριστεία, θά πρέπει νά ἀνησυχοῦμε. Ὅταν ἕνας ἀριστερός δήμαρχος ἀποφασίζει νά βραβεύσει ἀριστούχους μαθητές, αὐτό πού στήν πραγματικότητα συμβαίνει εἶναι ὅτι θέτει σέ ἐφαρμογή ἕνα σχέδιο νά δηλητηριάσει τίς ψυχές τους καί νά καταστείλει τίς δημιουργικές διαθέσεις τους. Αὐτή εἶναι ἡ περίπτωσις τοῦ δημάρχου Χαϊδαρίου Μιχάλη Σελέκου, ὁ ὁποῖος ἐσχάτως δώρησε στούς ἀριστούχους τοῦ Δήμου του ἕνα βιβλίο πού ἀναδεικνύει τήν ἀριστερή μισαλλοδοξία διαστρεβλώνοντας τήν ἱστορία καί καταρρακώνοντας κάθε ἔννοια ἠθικῆς. Ὁ Μιχάλης Σελέκος εἶναι πτυχιοῦχος ΤΕΙ, ἐργάζεται στό νοσοκομεῖο «Ἁγία Βαρβάρα», ἀλλά κυρία ἀπασχόλησίς του εἶναι νά ἐκπροσωπεῖ τό ΚΚΕ στόν Δῆμο Χαϊδαρίου ὡς ἐκλεγόμενος δημοτικός σύμβουλος ἀπό τό 1994.
Αὐτός ὁ κ. Σελέκος ἐπέλεξε ὡς βραβεῖο ἀριστείας ἕνα βιβλίο ὑπό τόν τίτλο «Ἡ μεγάλη νύχτα». Πρόκειται γιά βιβλίο τῶν ἐκδόσεων «Σύγχρονη Ἐποχή», τοῦ ἐκδοτικοῦ οἴκου τοῦ ΚΚΕ δηλαδή, τό ὁποῖο ἀπό τήν ἀρχή μέχρι τό τέλος εἶναι ἕνα κήρυγμα διχασμοῦ καί μισαλλοδοξίας, βασισμένο σέ μία ἐξοργιστική διαστρέβλωση τῶν ἱστορικῶν γεγονότων. Ὁ συγγραφεύς Τάσος Αὐγερινός ἀποφεύγει ἐπιμελῶς νά ἀναφερθεῖ στό γεγονός ὅτι ἡ πολιτική ἀνωμαλία τῆς περιόδου ἐκείνης ἦταν ἀποτέλεσμα τοῦ γεγονότος, ὅτι ἕνα κόμμα καί συγκεκριμένως τό ΚΚΕ ἐπεχείρησε νά καταλύσει τό Κράτος διά τῶν ὅπλων. Ἤδη δέ, ἀπό τό προοίμιο τοῦ βιβλίου, δίδει τό στίγμα του: «Μετά τήν λήξη τοῦ Ἐμφύλιου πολέμου τό 1949 οἱ νικητές τῆς σύρραξης ἐγκαθιδρύουν στή χώρα ἕνα κράτος βίας, τρόμου καί παραλογισμοῦ μέ ἀποτέλεσμα νά ἁπλωθεῖ σέ ὁλόκληρη τήν ἑλληνική ἐπικράτεια μιά ἀτελείωτη νύχτα». Γεννηθείς τό 1946 βέβαια δέν μπορεῖ νά εἶχε ἰδίαν ἀντίληψη τῶν γεγονότων καί ἔτσι ἡ τεραστία ἀναπτυξιακή προσπάθεια τῆς Ἑλλάδος τῆς δεκαετίας τοῦ ’50, ἡ ὁποία ξαναέστησε τήν χώρα στά πόδια της καί τήν ἔφερε στήν χορεία τῶν προηγμένων λαῶν τῆς Εὐρώπης, πέρασε ἀπαρατήρητη.
Ἔτσι τό βιβλίο του περιλαμβάνει δέκα διηγήματα τά ὁποῖα ἐξιστοροῦν μίαν ἐφιαλτική εἰκόνα «μέ τά ἔκτακτα στρατοδικεῖα, τίς ἐκτελέσεις, τίς ἐκτοπίσεις, τή δράση τῶν παρακρατικῶν ὀργανώσεων καί τήν παραφροσύνη τῶν δημόσιων ἀρχῶν». Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο περιγράφει τήν Ἑλλάδα μιᾶς ἐποχῆς κατά τήν ὁποία πέρα ἀπό τήν ἀνάπτυξη λειτούργησαν οἱ δημοκρατικοί θεσμοί, σέ σημεῖο τό κόμμα πού ἐκπροσωποῦσε τό ΚΚΕ, ἡ ΕΔΑ δηλαδή, νά φθάσει νά γίνει ἀξιωματική Ἀντιπολίτευσις. Ὅμως ὁ συγγραφεύς δέν ἔβλεπε τίποτε ἄλλο ἀπό ἔκτακτα στρατοδικεῖα καί ἐκτοπίσεις. Τό χειρότερο ὅμως εἶναι ὅτι αὐτό τό στρεβλό μήνυμα θέλει ὁ δήμαρχος Χαϊδαρίου νά τό περάσει στούς μικρούς μαθητές. Νά δηλητηριάσει τίς ψυχές τους μέ κηρύγματα μίσους καί νά διατηρήσει ζωντανό τό σπέρμα τοῦ Ἐμφυλίου σπαραγμοῦ.
Αὐτόν τόν στόχο υἱοθετεῖ προφανῶς καί ὁ δήμαρχος Χαϊδαρίου, καί γι’ αὐτόν τόν λόγο δωρίζει τό συγκεκριμένο βιβλίο. Τό μοιράζει δέ ὅπως προαναφέραμε στούς ἀριστεύσαντες, διότι αὐτοί ἀποτελοῦν τόν πρῶτο στόχο. Αὐτοί εἶναι πού μεγαλώνοντας θά μποῦν στόν στίβο τῆς ζωῆς καί ἐνδεχομένως καί τῆς πολιτικῆς, συνιστώντας ἀνάχωμα στίς ἀναχρονιστικές ἐπιδιώξεις τῆς Ἀριστερᾶς. Γι’ αὐτό καί θέλει αὐτούς εἰδικῶς νά δηλητηριάσει. Γι’ αὐτό, ἐνοχλημένοι οἱ γονεῖς, ἐπιστρέφουν τό βιβλίο ὁ ἕνας μετά τόν ἄλλον.
«Τό φίδι» εἶναι ὁ τίτλος τοῦ πρώτου διηγήματος, στό ὁποῖο μέσα ἀπό ἀναφορές σέ κάποιον πού «εἶχε γίνει χαφιές τῶν ναζί καί κατέδιδε πατριῶτες», ὑμνεῖται ἡ ἐγκληματική διάθεσις ἀφοῦ ἡ λύσις γιά τόν ἥρωα τοῦ διηγήματος δέν εἶναι ἡ προσφυγή στήν δικαιοσύνη, ἀλλά «νά τοῦ κάρφωνε ἕνα μαχαίρι» καί μάλιστα «στήν πλάτη».Ἐκφράσεις, πού δέν προσήκουν στήν Παιδεία πού πρέπει νά δίδεται σέ μαθητές ὅπως«σκουλῆκι, κτῆνος, ἀπεχθής συμπολίτης», διανθίζουν τό διήγημα. Ἡ φράσις ἐξ ἄλλου «Θά βρῶ τή δύναμη νά τόν σκοτώσω» ἐξιδανικεύει μία πράξη ἐξόχως ἐγκληματική. Στό δεύτερο διήγημα πού τιτλοφορεῖται «Ὁ ἐξόριστος» ἐντύπωση προκαλεῖ τό λεξιλόγιο πού χρησιμοποιεῖται καί τό ὁποῖο ὑποτίθεται ὅτι χρησιμοποιοῦν οἱ λειτουργοί τοῦ Κράτους. Ἡ φράσις «βούλωσέ το καθίκι καί μήν κάνεις τόν ψόφιο κοριό»φιγουράρει στήν πρώτη κιόλας σελίδα τοῦ διηγήματος. Προφανής στόχος τοῦ συγγραφέως εἶναι νά καλλιεργήσει ἀντιπάθεια ἄν μή καί μῖσος γι’ αὐτούς. Σέ μιά σκόπιμη προσπάθεια συκοφαντήσεως τῶν κρατικῶν θεσμῶν προσπαθεῖ νά φορτίσει συναισθηματικά τήν διαδικασία ἐκτελέσεως ἑνός κατασκόπου, γιά νά καταλήξει στήν αὐτοκτονία ἑνός μέλους τοῦ ἐκτελεστικοῦ ἀποσπάσματος.
Περιγραφές φαυλότητος σέ ἄλλο διήγημα ὑπό τόν τίτλο «Γιά μιά θέση στό δημόσιο», ὅπου ἀπαξιώνεται τό ἴδιο τό Κράτος, ἐνῶ σέ ἄλλο ὑπό τόν τίτλο «Ἡ συμμορία» περιγράφονται τραμπουκισμοί καί παρακρατική δρᾶσις. Ὅλα αὐτά βεβαίως εἰς βάρος τῶν μή κατονομαζομένων ἀριστερῶν, οἱ ὁποῖοι πάντα κατά τόν συγγραφέα εἶναι «ἀθῶες περιστερές».
Αὐτή λοιπόν εἶναι «Ἡ μεγάλη νύχτα», ἡ ὁποία δυστυχῶς ὑπάρχει. Εἶναι ἡ νύχτα τοῦ ἀριστεροῦ σκοταδισμοῦ, τήν ὁποία ὁ δήμαρχος Χαϊδαρίου καί οἱ ὅμοιοί του θέλουν νά ἐπιβάλλουν στήν σημερινή Ἑλλάδα. Ἡ νύχτα διά τῆς ὁποίας θέλουν νά συσκοτίσουν τά ἀθῶα μυαλά τῶν νεαρῶν μαθητῶν. Ἡ νύχτα τῆς ἱστορικῆς διαστρεβλώσεως καί τοῦ ψεύδους. Ὅμως ἡ νύχτα δέν εἶναι κάτι τό αὐθύπαρκτο. Ἡ νύχτα καί τό σκότος εἶναι ἡ ἀπουσία τοῦ φωτός. Τό ὁποῖο ἐν τέλει θά ἐπικρατήσει εἰς πεῖσμα τῆς Ἀριστερᾶς. Ὅμως πράξεις ὅπως αὐτή τοῦ δημάρχου Χαϊδαρίου μᾶς δίδουν μίαν ἔνδειξη τοῦ τί μπορεῖ νά γίνει στήν περίπτωση κατά τήν ὁποία τεθοῦν σέ ἐφαρμογή τά σχέδια τοῦ Κώστα Γαβρόγλου γιά τήν ἀναθεώρηση τῆς ὕλης, ὥστε νά διδάσκεται καί ὁ «ἐμφύλιος πόλεμος» στά σχολεῖα.