Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 16 Μαρτίου 2019

Στα αμέτρητα χρόνια της σκλαβιάς, είχαν προηγηθεί 123 ξεσηκωμοί κατά των Τούρκων

1453-1821: 124 επαναστάσεις ενάντια στους Οθωμανούς Τούρκους
Στα αμέτρητα χρόνια της σκλαβιάς, είχαν προηγηθεί 123 ξεσηκωμοί κατά των Τούρκων. Οι περισσότεροι, αυθόρμητοι κι απαράσκευοι. Όχι λίγοι, με προτροπή ξένων δυνάμεων, που εγκατέλειπαν στην πορεία τους ξεσηκωμένους. Πνίγηκαν όλες στο αίμα.

Ένας ταχυδρόμος έφερε το δυσάρεστο μήνυμα στην Υψηλή Πύλη, την 1η Μαρτίου του 1821: Ο υπασπιστής του τσάρου Αλέξανδρου Α’ της Ρωσίας, στρατηγός Αλέξανδρος Υψηλάντης, εδώ και πέντε μέρες, ξεσήκωσε τους Έλληνες της Μολδοβλαχίας σε επανάσταση και βοηθά και τους Βλάχους του Βλαδιμηρέσκου που επαναστάτησαν από τις 17 Ιανουαρίου. Για τον σουλτάνο Μαχμούτ Β’, το μήνυμα ήταν σαφές: Ο τσάρος παρασπόνδησε τη στιγμή που η Οθωμανική αυτοκρατορία είχε προβλήματα και προσπαθούσε να του πάρει κι άλλα εδάφη. Το ίδιο άλλωστε είχε κάνει και η μεγάλη Αικατερίνη, καμιά τριανταριά χρόνια πριν.

Με τον Αλή πασά επαναστατημένο και τους Σουλιώτες να έχουν γυρίσει στα μέρη τους και να ξαναχτυπούν τους Τούρκους στην Ήπειρο, με τους Μολδαβούς ξεσηκωμένους στον Δούναβη και με προβλήματα στην Περσία, στη Συρία (με τους Δρούσους), στην Αραβία (με τους σεΐχηδες) και στην Αίγυπτο που έδειχνε χωριστικές τάσεις, ένα του έλειπε του Μαχμούτ: Ν’ ανοίξει μέτωπο και με τους Ρώσους. Θα περνούσε καιρός, ώσπου να μάθει πως ο τσάρος δεν είχε καμιά σχέση. Ως τότε, η ασπίδα της επανάστασης θα κρατούσε τους Τούρκους μακριά από την Πελοπόννησο. Το σχέδιο της Φιλικής Εταιρείας πετύχαινε στο ακέραιο.
Στις 21 Φεβρουαρίου, οι Έλληνες είχαν την πρώτη τους «ανεπίσημη» σύγκρουση με τους Τούρκους, τους οποίους εξόντωσαν στο Γαλάτσι της Μολδαβίας. Στις 23 του μήνα, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης είχε απευθυνθεί «προς το έθνος της Μολδαβίας» διαβεβαιώνοντάς τους ότι οι Έλληνες θα σταθούν στο πλευρό τους. Ήταν 24 Φεβρουαρίου του 1821, όταν, στο Ιάσιο της Μολδαβίας, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης δημοσιοποίησε την προκήρυξή του με τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Ήταν η προκήρυξη της επανάστασης. Άρχιζε με την αναγγελία: «Η ώρα ήλθεν, ω Έλληνες». Και κατέληγε: «Εις τα όπλα, λοιπόν, φίλοι, η Πατρίς μας προσκαλεί». Την ίδια μέρα, έγραφε στον τσάρο, ζητώντας τη βοήθειά του.

Τα νέα έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη την 1η Μαρτίου, μέρα που ο Υψηλάντης άφηνε το Ιάσιο και με 2000 επαναστάτες βάδιζε δυτικά, παραγγέλλοντας στους Έλληνες ναυτικούς, στο Γαλάτσι, ν’ αναπλεύσουν τον Δούναβη και να χτυπήσουν τα τουρκικά πλοία. Έφτασε στο Βουκουρέστι.
Αντιδρώντας, ο σουλτάνος Μαχμούτ ετοίμαζε θρησκευτικό πόλεμο φανατίζοντας τους Τούρκους. Προγραμμάτισε γενική σφαγή των χριστιανών. Όμως, ο ανώτατος θρησκευτικός αρχηγός των Οθωμανών, Χατζή Χαλίλ εφέντης, αρνήθηκε να υπογράψει τον φετφά. Την ίδια ώρα, 49 Φαναριώτες που κατείχαν ανώτατες θέσεις, υπέγραφαν κοινή δήλωση ότι «το γένος αγνοεί την επαναστατικήν εταιρείαν». Στις 23 Μαρτίου, διαβάστηκε στις εκκλησίες αμνηστία του σουλτάνου προς τους επαναστάτες, με την προϋπόθεση ότι θα κατέθεταν τα όπλα, και αφορισμός του Αλέξανδρου Υψηλάντη από το ορθόδοξο πατριαρχείο. Ο αφορισμός υπογράφηκε με τη σκέψη ότι έτσι θα γλίτωναν οι Έλληνες της Πόλης. Όμως, από τις 24 Μαρτίου, οι Τούρκοι άρχισαν να δολοφονούν όποιον είχε ίδιο όνομα με κάποιον επαναστάτη.

Έτσι κι αλλιώς, η επανάσταση δεν μπορούσε πια ν’ ανακοπεί. Την ημέρα, που οι επαναστάτες αφορίζονταν (23 Μαρτίου), η Μεσηνιακή Σύγκλητος ανήγγειλε την επίσημη έναρξη του Αγώνα, με την «προειδοποίησιν προς τας ευρωπαϊκάς αυλάς». Ανάλογη προκήρυξη επιδιδόταν στους προξένους των ευρωπαϊκών δυνάμεων, στις 26 Μαρτίου, από το Αχαϊκό Διευθυντήριο.
Ήταν ο 124ος ξεσηκωμός. Στα αμέτρητα χρόνια της σκλαβιάς, είχαν προηγηθεί 123 ξεσηκωμοί κατά των Τούρκων. Οι περισσότεροι, αυθόρμητοι κι απαράσκευοι. Όχι λίγοι, με προτροπή ξένων δυνάμεων που εγκατέλειπαν στην πορεία τους ξεσηκωμένους. Πνίγηκαν όλες στο αίμα.
Ήταν στα 1481, μόλις 28 χρόνια μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, όταν ο Κορκόδειλος Κλαδάς και οι Μανιάτες αγωνιστές επαναστάτησαν. Έφτασαν ως την Ήπειρο κι απελευθέρωσαν την περιοχή της Χιμάρας. Αβοήθητος από τη Δύση, που τον είχε ενθαρρύνει, ο Κλαδάς αιχμαλωτίστηκε, εννέα χρόνια αργότερα, και γδάρθηκε ζωντανός.

Ήταν το 1489, όταν ο τελευταίος του βυζαντινού αυτοκρατορικού οίκου Ανδρέας Παλαιολόγος σήκωσε την επαναστατική σημαία στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα. Από το 1492, ο επαναστατικός άνεμος πήρε τη μορφή σταυροφορίας με σύμμαχο τον Κάρολο Η’ της Γαλλίας. Πέντε χιλιάδες επαναστάτες απελευθέρωσαν την Ήπειρο και μεγάλο μέρος της Θεσσαλίας. Ο αγώνας είναι τόσο δυνατός (γράφει ο Κωνσταντίνος Σάθας), ώστε οι Τούρκοι «αποσύρονται εκ των παραλίων και ετοιμάζονται να εγκαταλείψωσι την Κωνσταντινούπολιν». Όμως, συνασπισμός χριστιανικών κρατών συμμαχεί κατά του Καρόλου, που αναγκάζεται να γυρίσει στη Γαλλία. Αβοήθητοι, οι Έλληνες σφάζονται ανηλεώς. Το 1496, η επανάσταση έχει σβήσει.

Νέες επαναστατικές κινήσεις, από το 1525 ως το 1533, κατέληξαν στη σφαγή των Ελλήνων:
Στη Ρόδο, του μητροπολίτη Ευθυμίου και των προυχόντων. Στην Πελοπόννησο, των επαναστατών που εγκαταλείφθηκαν στη Μεθώνη από τους ιππότες της Μάλτας. Και, το 1565, πνίγεται στο αίμα ο ξεσηκωμός στην Ήπειρο, με αιτία το παιδομάζωμα.

Η ναυμαχία της Ναυπάκτου, το 1571 με την καταστροφή του τουρκικού στόλου, έδωσε νέες ελπίδες στους ραγιάδες. Η συμμαχία Ενετών, Ισπανών και πάπα ώθησε σε νέα επανάσταση. Οι ξεσηκωμένοι εγκαταλείφθηκαν για μια ακόμη φορά. Ακολούθησαν σφαγές στην Παρνασσίδα, στη Θεσσαλονίκη, στο Αιγαίο. Οι μητροπολίτες Πατρών και Θεσσαλονίκης κάηκαν ζωντανοί.

Νέος ξεσηκωμός στην Ακαρνανία και την Ήπειρο, το 1585: Οι αρματολοί της Βόνιτσας Θόδωρος Μπούας Γρίβας και της Ηπείρου Πούλιος, Δράκος και Μαλάμος ελευθέρωσαν Βόνιτσα, Ξηρόμερο, Άρτα και βάδισαν για τα Γιάννενα. Νικήθηκαν, όμως, και οι πολλοί σκοτώθηκαν. Ο Μπούας έφυγε στην Ιθάκη, όπου πέθανε υποκύπτοντας στις πληγές του. Εκατόν πενήντα χρόνια αργότερα, οι κλέφτες του Γιάννη Μπουκουβάλα πήραν εκδίκηση πολεμώντας τους προγόνους του Αλή πασά.
Από το 1609 ως το 1624, ο δούκας του Νέβερ της Γαλλίας και Έλληνες συνωμότες οργάνωσαν ένα φιλόδοξο σχέδιο για να διώξουν τους Τούρκους από την Ελλάδα και δημιούργησαν τη χριστιανική στρατιά που θα ενωνόταν με τους επαναστάτες. Το σχέδιο ποτέ δεν μπήκε σ’ εφαρμογή. Όμως, στα δεκαπέντε αυτά χρόνια, οι Μανιάτες επαναστάτησαν κάμποσες φορές, ενώ ο μητροπολίτης Τρίκκης Διονύσιος ξεσήκωσε τους χωρικούς και, το 1616, εκστράτευσε στα Γιάννενα και κυρίευσε την πόλη. Νικήθηκε τελικά, αιχμαλωτίστηκε και γδάρθηκε ζωντανός. Το 1659, ξέσπασε νέα επανάσταση των Μανιατών που κράτησε ως το 1667. Τρία χρόνια αργότερα, οι Στεφανόπουλοι και άλλοι Μανιάτες έφυγαν στην Κορσική.

Αλλεπάλληλοι ξεσηκωμοί των Ελλήνων, από το 1660, υποκινήθηκαν από τους Ενετούς. Ο Μοροζίνι ναυμαχούσε και πολεμούσε τους Τούρκους, ενισχυμένος από ενθουσιώδεις Έλληνες επαναστάτες. Πεθαίνει το 1694 στο Ναύπλιο αλλ’ ο ξεσηκωμός συνεχιζόταν. Το 1699, το βασίλειο της Πελοποννήσου πέρασε στους Ενετούς. Το κράτησαν ως το 1716, οπότε το ξαναπήραν οι Τούρκοι.
Όμως, από το 1711, μια ακόμη μεγάλη δύναμη ενεπλάκη στην Ελλάδα: Ο τσάρος της Ρωσίας, Μέγας Πέτρος, εξέδωσε προκήρυξη, με την οποία καλούσε τους Έλληνες να επαναστατήσουν. Ονόμασε τον εαυτό του «Ρωσογραικών αυτοκράτορα», δίνοντας τροφή στη φαντασία. Στις εκκλησιές, μνημόνευαν τ’ όνομά του, ο Αγαθάγγελος προφήτευε τον λυτρωμό που «θα φέρει το ξανθό γένος» και, στα βουνά, τραγουδούσαν:

Ακόμη τούτ’ η άνοιξη, ραγιάδες, ραγιάδες,
τούτο το καλοκαίρι, καημένη Ρούμελη.
Όσο να ρθει ο Μόσκοβος, ραγιάδες, ραγιάδες
να φέρει το σεφέρι, Μοριά και Ρούμελη.

Πενηνταπέντε χρόνια αργότερα, τα κοσμοκρατορικά σχέδια της Μεγάλης Αικατερίνης οδήγησαν στην επανάσταση του 1766 και στα ορλωφικά του 1770. Οι επαναστάτες εγκαταλείφθηκαν και πάλι. Άντεξαν ως το 1779, οπότε η Πελοπόννησος ειρήνευσε.
Την αμέσως επόμενη χρονιά, το 1780, οι Τούρκοι βάλθηκαν να ξεπαστρέψουν τους κλέφτες της Πελοποννήσου. Οι Κολοκοτρωναίοι αντιστάθηκαν δώδεκα μερόνυχτα στη Μάνη και μετά έκαναν ηρωική έξοδο. Χάθηκαν οι περισσότεροι. Ο δεκάχρονος τότε Θόδωρος Κολοκοτρώνης, η μάνα του και μια του αδερφή οι μόνοι που σώθηκαν.

Ο νέος ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1787 ώθησε την Αικατερίνη να ζητήσει από τους Έλληνες να επαναστατήσουν και πάλι. Τα ορλωφικά, όμως, ήταν πρόσφατα. Λίγοι σηκώθηκαν. Το 1788, επαναστάτησαν οι Σουλιώτες. Την ίδια χρονιά, φάνηκε στις θάλασσες ο μικρός στόλος του Λάμπρου Κατσώνη. Ήταν χιλίαρχος του ρωσικού στρατού. Ο οπλαρχηγός Ανδρίτσος με 500 κλέφτες επάνδρωσε τα καράβια. Ως το 1790, τσάκισαν πολλές φορές τους Τούρκους σε ναυμαχίες. Εκείνη τη χρονιά (1790), σε μια φοβερή σύγκρουση ανάμεσα στην Άνδρο και την Εύβοια καταναυμάχησε τους Τούρκους αλλ’ έμεινε με επτά μόνο πλοία. Την επόμενη μέρα, βρέθηκε ανάμεσα σε δυο εχθρικούς στόλους και νικήθηκε.

Ο Λάμπρος Κατσώνης και ο Ανδρίτσος συνέχισαν να πολεμούν. Το 1792, Ρωσία και Τουρκία υπέγραψαν ειρήνη. Ο Κατσώνης αρνήθηκε να καταθέσει τα όπλα και εξέδωσε προκήρυξη, την περίφημη «Φανέρωσιν του χιλιάρχου Λάμπρου Κατσώνη», με την οποία κατάγγελλε την Αικατερίνη και διακήρυσσε πως μόνοι τους οι Έλληνες θ’ αποκτούσαν την ελευθερία τους. Κατσώνης και Ανδρίτσος νικήθηκαν στο ακρωτήριο Ταίναρο και χώρισαν. Ο Κατσώνης αποσύρθηκε. Ο Ανδρίτσος με τους 500 του, πολεμώντας σαράντα μερόνυχτα, κατόρθωσε να φτάσει στην Πρέβεζα.
Η επανάσταση των Σουλιωτών έσβησε στις 12 Δεκεμβρίου του 1803 με τη συνθήκη, που τους επέτρεπε να φύγουν με τον οπλισμό τους. Ο Αλή πασάς, όμως, παρασπόνδησε και τους κυνήγησε. Μια ομάδα Σουλιώτες βρέθηκε, στις 23 Δεκεμβρίου στη Ρινιάσα, ανάμεσα στην Πρέβεζα και την Άρτα. Πάνω τους έπεσαν στίφη Αλβανών και τους κατέσφαξαν. Η Δέσπω Μπότση, με δέκα κόρες, εγγονές κι εγγόνια, πρόλαβε να οχυρωθεί στον πύργο του Δημουλά. Οι Αλβανοί την πολιόρκησαν. Αντιστάθηκε όσο μπορούσε. Στο τέλος, ανατινάχτηκαν όλοι, για να μην πέσουν ζωντανοί στα χέρια του εχθρού.

Ο Κίτσος Μπότσαρης κατάφερε να φτάσει ως τ’ Άγραφα, όπου τον πρόλαβαν οι Αλβανοί. Οχυρώθηκε σ’ ένα μοναστήρι κι άντεξε ως τον επόμενο Απρίλιο. Ογδόντα κατάφεραν να ξεφύγουν. Τα παιδιά του Κίτσου, ο Γιάννης και η δεκαπεντάχρονη Λένω, συνέχιζαν να πολεμούν. Ο Γιάννης σκοτώθηκε στο μοναστήρι. Η Λένω έφτασε σ' έναν θείο της, που πολεμούσε στον Αχελώο. Με το όπλο στο χέρι, η Λένω έγινε ο φόβος των εχθρών της. Όταν έμεινε μόνη και κυκλώθηκε, η 15χρονη Σουλιώτισσα βούτηξε στο ποτάμι και πνίγηκε.

Νέος επαναστατικός άνεμος διέτρεχε την Ελλάδα, το 1806, από την Πελοπόννησο ως τη Μακεδονία, καθώς οι Ρώσοι και οι Γάλλοι του Ναπολέοντα ανταγωνίζονταν, ποιοι θα προσεταιριστούν τους Έλληνες. Για μια ακόμα φορά, οι ξεσηκωμένοι εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους και οι Τούρκοι ξέσπασαν επάνω τους. Στην Πελοπόννησο, οι Τούρκοι ζητούσαν να τελειώνουν με τους Κολοκοτρωναίους. Οι σύντροφοι του Θόδωρου Κολοκοτρώνη δεν ήθελαν να φύγουν. Πολέμησαν μήνες, ώσπου να αναγκαστούν να περάσουν στα Κύθηρα κι από κει, στη Ζάκυνθο.
Ακολούθησαν η εποποιία του Νικοτσάρα στη Μακεδονία και του Γιάννη Σταθά στο Αιγαίο, που ανάγκασαν την Υψηλή Πύλη να έρθει σε συνδιαλλαγή με τους επαναστάτες.


Στα 1814, ιδρύθηκε η Φιλική Εταιρεία. Επτά χρόνια αργότερα, ξεσπούσε ο 124ος ξεσηκωμός που οδήγησε στην ελευθερία.
ΠΗΓΗ http://mathainoumeellinikiistoria.blogspot.com
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Στα αμέτρητα χρόνια της σκλαβιάς, είχαν προηγηθεί 123 ξεσηκωμοί κατά των Τούρκων"

Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2019

Ποιος ήταν ο Κατεχάκης που πήρε το όνομα της η ομώνυμη λεωφόρος;


Γεώργιος Κατεχάκης: Ο θρυλικός Καπετάν Ρούβας!

Γνωρίζετε ποιος είναι ο Κατεχάκης, τον οποίο τίμησε ο Δήμος Αθηναίων και έδωσε τ’ όνομά του σε μια μεγάλη λεωφόρο, που όλοι γνωρίζουμε.
Ο Γεώργιος Κατεχάκης γεννήθηκε το 1881, στην Πόμπια Ηρακλείου Κρήτης. Εγγονός του οπλαρχηγού Χατζή Μιχαήλ Κατεχάκη, που έλαβε μέρος στον αγώνα του 1821 και γιος του Αποστόλου Κατεχάκη, πολεμιστή της Κρήτης των επαναστάσεων 1866-1869, του 1880 και του 1896 και αριστίνδην βουλευτή της Κρητικής Βουλής.
Έζησε την εθνική ταπείνωση του 1897 και έβαλε στόχο της ζωής του (μαζί με τον Π. Μελά, τον Π. Γύπαρη, τον Κ. Μαζαράκη κ.ά.) την ενίσχυση και διάσωση του Ελληνισμού της Μακεδονίας. Αποφοίτησε το 1902 από τη Σχολή Ευελπίδων και ονομάστηκε ανθυπολοχαγός. Έλαβε μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα (1904-1906), ως αρχηγός 27 εθελοντών Κρητών παλικαριών.
Ο αρχηγός του αγώνα Παύλος Μελάς έγραψε στον μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη, ο οποίος συντόνιζε τον αγώνα των Ελλήνων κατά των Κομιτατζήδων: «Οι Κρητικοί που σας στέλλομεν, αποφασιστικοί, φιλόδοξοι και έχοντες ανεπτυγμένον το εθνικόν αίσθημα. Είμαι βέβαιος ότι θα ενισχύσωσιν καταπληκτικώς τον αγώνα σας». Ας παρακολουθήσουμε ένα επεισόδιο, μια μάχη του Κατεχάκη και των συντρόφων του:
«…Ένας Τούρκος φιλέλληνας, από το χωριό Σκλήθρο, φτάνει στο Λέχοβο, που είναι ο Kατεχάκης με τους άντρες του, και τον πληροφορεί πως την Κυριακή 19 Νοεμβρίου 1904 (σε λίγες μέρες), θα γίνει στο Σκλήθρο ένας γάμος όπου θα παρευρίσκονταν κι ο αρχικομιτατζής Kόλε, μ’ άλλους έντεκα, καθώς και δύο Βούλγαροι αξιωματικοί!
O Κατεχάκης αποφασίζει να χτυπήσει τους κομιτατζήδες, στη διάρκεια του γάμου. Τα Σώματα κινούνται νύχτα και με χιονόνερο αθόρυβα σχεδόν, ως το χωριό.
Πλησιάζουν το σπίτι. Πρώτος ο Kαούδης, τοποθετεί σ’ επίκαιρες θέσεις σκοπούς. Πίσω του ο Πούλακας, πιο ’κει ο Nικολούδης, ο Σκαλίδης και δίπλα ο Kατεχάκης με τους άντρες του. Όλοι μαζί τριάντα πέντε!
Το σπίτι του γάμου θεοσκότεινο, θόρυβος κανείς. Οι κομιτατζήδες είχαν πάρει τα μέτρα τους. O μανδρότοιχος ψηλός.
H μεγάλη αυλόπορτα σφιχταμπαρωμένη. Πρώτος πηδά στην αυλή ο Δούκας κι ανοίγει την αυλόπορτα.
Ορμούν με προφυλάξεις: ο Kλειδής, ο Kαραβίτης, ο Kαλογεράκης μέσα στο σπίτι και προτείνουν τα όπλα στους διασκεδάζοντες κομιτατζήδες, ντόπιους και Τούρκους.
Το τι επακολούθησε δεν περιγράφεται. Οι κομιτατζήδες ξεφεύγοντας πέφτουν στα πυρά του Kατεχάκη και των άλλων.
Πυροβολισμοί, μάχη που γενικεύεται, αναστατώνει το χωριό. Κατορθώνει να διασωθεί ο Kόλε, που γι’ αντίποινα, κατακρεουργεί τους Kοζανίτες που συναντά καθώς γύριζαν με τα κάρα τους από το Μοναστήρι. Ηταν 19 Νοεμβρίου 1904…».
Μετά τον θάνατο του Παύλου Μελά ο Κατεχάκης ορίστηκε αρχηγός του Αγώνα στο βιλαέτι του Μοναστηρίου.
Μετά τον Παύλο Μελά, ασφαλώς ο Κατεχάκης κατέχει την επόμενη θέση στη δρακογενιά των Μακεδονομάχων.
Τη θέση αυτή δεν κατέκτησε μόνο από τις διαταγές του διορισμού μου, αλλά κυρίως και πρωτίστως από τον ηρωισμό του, την ικανότητά του ως στρατιωτικού.
Αλλαξε αυτογνωμόνως τη θέση της Αθήνας, η οποία ήταν άτοπη και αναποτελεσματική. Έλεγε η Αθήνα να διαφωτίσουν οι εθελοντές τους Έλληνες της Μακεδονίας, να τιμωρούν τους προδότες και πράκτορες των Βουλγάρων κ.λπ.
Έτσι, ο Κατεχάκης ανέλαβε στρατιωτική δράση, η οποία θορύβησε την Βουλγαρική Κυβέρνηση, τρομοκράτησε τους κομιτατζήδες (που μετρούσαν τους νεκρούς τους) και αναπτέρωσε το φρόνημα των Ελλήνων.
Στις 30 Νοεμβρίου 1804 στη μάχη του Ζέλοβου (Ανταρτικού) οι κομιτατζήδες μέτρησαν 12 νεκρούς τους. Σπόροι ελευθερίας εσπάρησαν στη Δυτική Μακεδονία και έδωσαν εθνικούς καρπούς 8 χρόνια αργότερα (1912 – 1913).
Το 1908 γύρισε στην Κρήτη και ανέλαβε την οργάνωση της πολιτοφυλακής. Ο Γεώργιος Κατεχάκης έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους (1912 – 1913) και βοήθησε αποτελεσματικά στις νίκες του ελληνικού στρατού (γενικός αρχηγός των εθελοντικών τμημάτων της Μακεδονίας και επιμελητής της Μεραρχίας Ηπείρου).
Από τα χρόνια εκείνα ήταν διαχρονικά στο πλευρό του Ελευθερίου Βενιζέλου. Το 1914 διορίστηκε επιτελάρχης της 9ης Μεραρχίας Θεσ/κης (ταγματάρχης).
Το 1916 έλαβε μέρος στο κίνημα της Θεσ/κης και διορίστηκε από την Κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου προσωπάρχης του Υπουργείου Στρατιωτικών.
Το 1917 διορίστηκε επιτελάρχης του σώματος στρατού Εθνικής Αμύνης και με το βαθμό αυτό συμμετείχε στις επιχειρήσεις του συμμαχικού μετώπου στη Μακεδονία μέχρι την υπογραφή της ανακωχής (1919).
Ευθύς αμέσως αναλαμβάνει αρχηγός της ελληνικής στρατιωτικής αποστολής στην Κων/πολη, έμεινε δε στη θέση αυτή μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου 1920, (είχαν προηγηθεί οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920, οι οποίες έφεραν τον Ελ. Βενιζέλο εκτός Κυβερνήσεως).
Με αίτησή του αποστρατεύεται με το βαθμό του Υποστρατήγου (1920), καταστάς ο νεότερος σε ηλικία (39 ετών) Στρατηγός από της συστάσεως του Ελληνικού Κράτους.
Το 1922 επανήλθε στην ενεργό στρατιωτική δράση και διορίστηκε Γενικός Διοικητής Θράκης.
Μετά την υπογραφή της Συνθήκες της Λοζάνης (1923) αποστρατεύεται και εκλέγεται βουλευτής Ηρακλείου Κρήτης. Το 1924 αναλαμβάνει Υπουργός Στρατιωτικών στην Κυβέρνηση Θεμ. Σοφούλη.
Το 1928 διορίστηκε διοικητής Κρήτης και το 1929 εξελέγη γερουσιαστής Ηρακλείου Κρήτης. Το 1930 δώρισε την πατρική του περιουσία, για να ιδρυθεί διδασκαλείο στο Ηράκλειο (στο οποίο υπάρχει και ανδριάντας του). Δωρητής στο Δήμο Ρεθύμνου και σε πολλούς Ιερούς Ναούς της Κρήτης και Πρόεδρος του Ιδρύματος Ανδρέου και Μαρίας Καλοκαιρινού.
Πέθανε στις 22 Απριλίου 1939, σε ηλικία 58 ετών. Ο Κατεχάκης ήταν ένα γνήσιο παιδί της ανδρογέννας Κρήτης, που ήταν φτιαγμένο από ατσάλι και φωτιά, ήταν ένα απ’ της Αμύνης τα παιδιά, που θάματα πέτυχαν.
Ήταν ένας της δρακογενιάς των σύγχρονων Τιτάνων, που άνοιξαν δρόμους ανθηρούς να περπατήσει η δόξα.
Ένας από τα παλικάρια εκείνα που ανακάτευαν το χώμα με το αίμα τους, που έβαζαν στοίχημα ποιος θα πεθάνει πρώτος για την Ελλάδα, που έκαναν το θάνατο ζωή, τους τάφους πανηγύρι.

Ήταν ο Κατεχάκης ένας απ’ τους μαχητές εκείνους των ετών 1904-1922 που προχωρούσαν κι άλλο εμπρός, ψάχνοντας κι άλλη Ελλάδα, πιο λαμπερή, πιο δροσερή, πιο δυνατή στον κόσμο. Κι έγιναν τα ελληνόπουλα αυτά δίκαια, παιδιά του Κανάρη, του Ανδρούτσου, του Μπότσαρη και του Καραϊσκάκη, ανίψια του Παπαφλέσσα και εγγόνια του Θεμιστοκλή και του Διομήδη.
https://www.pronews.gr/istoria/751788_gnorizetai-poios-itan-o-katehakis-poy-pire-onoma-tis-i-omonymi-leoforos

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ " Ποιος ήταν ο Κατεχάκης που πήρε το όνομα της η ομώνυμη λεωφόρος;"

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

Η αντιστασιακή δράση του Στρατηγού Γεώργιου Γρίβα – Διγενή, κατά τη γερμανική κατοχή

Εις μνήμην Στρατηγού Γεώργιου Γρίβα – Διγενή

Ένα ιστορικό ντοκουμέντο επιβεβαιώνει και καταρρίπτει όλα τα μυθεύματα αυτόκλητων ιστορικών κατά της «X» και του αρχηγού της.

Ο Γεώργιος Γρίβας Διγενής αποτελεί μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες που ανέδειξε η νεότερη κυπριακή ιστορία, με σημαντική προσφορά και στην ευρύτερη ελληνική Iστορία. Ο Γεώργιος Γρίβας έλαβε μέρος και διακρίθηκε σε όλους τους αγώνες του Έθνους, από τη Μικρασιατική Εκστρατεία (1919-1922), στο Έπος της Πίνδου (1940-1941) στην Εθνική Αντίσταση κατά της γερμανικής κατοχής (1941-1944) και στην απόκρουση της κομουνιστικής προσπάθειας για μετατροπή της Ελλάδας σε Λαϊκή Δημοκρατία (1944). Η κορυφαία, όμως, εθνική συνεισφορά του ήταν η οργάνωση και η διεξαγωγή του επικού Αγώνα της ΕΟΚΑ (1955-1959), που οδήγησε στην ανεξαρτησία της Κύπρου.
Στο σημείωμα που ακολουθεί, φέρουμε σε γνώση του κυπριακού Ελληνισμού ένα ιδιαίτερα βαρυσήμαντο και ιστορικό ντοκουμέντο, το οποίο υπογράφει ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος και με το οποίο επιβεβαιώνεται η αντιστασιακή δράση του Γεώργιου Γρίβα, κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής της Ελλάδας. Το έγγραφο αυτό, το οποίο ήταν άγνωστο σ’ εμάς, φέρει ημερομηνία 14 Ιουνίου 1947 και κατά τον πιο κατηγορηματικό τρόπο επιβεβαιώνει ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος, ότι ο Γεώργιος Γρίβας και η οργάνωση της οποίας ηγείτο, η «Χ», ανέπτυξαν πλούσια αντιστασιακή δράση. Στη συνέχεια παραθέτουμε αυτούσιο το ιστορικό αυτό έγγραφο, το οποίο δημοσιεύθηκε στο βιβλίο του Γιώργου Ν. Καραγιάννη, «Η Εκκλησία από την Κατοχή στον Εμφύλιο»:
Αθήνα 2001. σσ. 353-354
«Βεβαίωσις Ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος βεβαιοί ότι ο αντισυνταγματάρχης κ. Γεώργιος Γρίβας, αρχηγός της Εθνικής Στρατιωτικής οργανώσεως «Χ» κατά την περίοδο της κατοχής:
1. Ευρίσκετο εν στενή επαφή μετ’ εμού διά την τηρητέαν στάσιν υπό της οργανώσεως «Χ» και ελάμβανε οδηγίας, τας οποίας είχον εξ επαφών μου μετά της εν Καΐρω Ελληνικής Κυβερνήσεως και προς τα οποίας ούτος συνεμορφώθη.
2. Οργάνωσε μαχητικά τμήματα εντός των πόλεων Αθηνών – Πειραιώς και εις τα Περίχωρα, διά δράσιν κατά του κατακτητού και ειδοποίησε τόσο την Ελληνικήν Κυβέρνησιν Καΐρου όσον και το στρατηγείον Μ. Ανατολής, ότι αυταί ήσαν εις την διάθεσίν των δι’ οιανδήποτε αποστολήν.
3. Εξόπλισεν τα τμήματα ταύτα δι’ οπλισμού προερχόμενοι εξ αγοράς διά συλλεγέντων εράνων υπό της εν Αθήναις Εθνικής Επιτροπής.
4. Απέστειλε αξιωματικούς της οργανώσεως δι’ ενίσχυσιν των ανταρτικών σωμάτων Ζέρβα και Ψαρρού.
5. Συνειργάζετο μετά της εν Αθήναις μυστικής αγγλικής υπηρεσίας πληροφοριών «Κόδρος», μετά της οποίας είχον θέσει τούτον εις επαφήν, και εις την οποίαν διέθεσε προσωπικόν εξ αξιωματικών και πολιτών της οργανώσεων διά την συλλογήν πληροφοριών προς όφελος του Στρατηγείου Μ. Ανατολής.
6. Παρέδωσε εις ενταύθα Αγγλικήν υπηρεσίαν διάγραμμα των ναρκοπεδίων των λιμένων Πατρών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, προς αποστολήν τούτου εις το Γενικόν Στρατηγείον Μ. Ανατολής.
7. Ηρνήθη οιανδήποτε συνεργασίαν της οργανώσεως μετά της Κυβερνήσεως Ράλλη, ου ένεκεν αρκετοί αξιωματικοί αυτής εδιώχθησαν. Ο ίδιος δε ο αρχηγός της οργανώσεως, διατεθείς εις τα τάγματα ασφαλείας διά διαταγής της Κυβερνήσεως Ράλλη, δεν συνεμορφώθη προς την διαταγήν ταύτης, εξ ου και εστερήθη των αποδοχών του και εδιώχθη, επιχειρηθείσης μάλιστα υπό της Κυβερνήσεως Ράλλη και της συλλήψεώς του.
8. Λόγω της δράσεώς του ταύτης εδιώκετο απηνώς μετά των κυριωτέρων συνεργατών του υπό των Γερμανών από τον Μάρτιον 1943 μέχρι και της αποχωρήσεώς των εξ Ελλάδος, και
9. Επί παρουσία μου παρεδόθη υπό του κ. Χρήστου Ζαλοκώστα εις τον αντισυνταγματάρχη κ. Γ. Γρίβα, ως αρχηγόν της στρατιωτικής οργανώσεως «Χ», αποσταλέν προς αυτόν τηλεγράφημα εκ Καΐρου υπό του τότε πρωθυπουργού κ. [Γεωργίου] Παπανδρέου έχον ούτως:
«Εθνική Ένωσις απολύτως αναγκαία. Δι’ επίτευξιν σκοπού ωρίσαμεν Στρατιωτικόν Διοικητήν Αττικής. Σας διατάσσομεν εκτελέσητε διαταγάς του, όταν κληθήτε διά στρατιωτικήν ενέργειαν».
Εν Αθήναις τη 14η Ιουνίου 1947
Ο Βεβαιών Ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος»
Το άνω έγγραφο αποτελεί μιαν αποστομωτική απάντηση στους αυτόκλητους «ιστορικούς» της αριστεράς ή των «συνοδοιπόρων» της, οι οποίοι εμφανίζονται κατά καιρούς να γράφουν αβασάνιστα ότι «Η «Χ» δεν είχε την παραμικρή δράση κατά των Γερμανών» (βλ. Μακάριος Δρουσιώτης, «ΕΟΚΑ: Η σκοτεινή όψη» σ. 28). Η ιστορική βαρύτητα της μαρτυρίας του Αρχιεπισκόπου Χρύσανθου, καταδεικνύεται από την πορεία του θαυμαστού αυτού Έλληνα ιεράρχη και από την προσφορά του στο Έθνος.
Ο Χρύσανθος Φιλιππίδης (1881 – 1949) διετέλεσε Μητροπολίτης Τραπεζούντας (1913 – 1913) σε μιαν ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο για τον Ποντιακό Ελληνισμό. Ήταν τότε που ο Κεμάλ Αττατούρκ επιχειρούσε να αφανίσει τους Ποντίους. Έλαβε μέρος στις διαπραγματεύσεις για την τύχη του Πόντου και συνεργάστηκε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκε στην Αθήνα ως αποκρισάριος του Οικουμενικού Θρόνου. Το 1938 ο Χρύσανθος εκλέγηκε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και παρέμεινε στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο μέχρι το 1941. Με την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα, αρνήθηκε να ορκίσει την κυβέρνηση των δοσίλογων του Γεώργιου Τσολάκογλου (γνωστή ως κυβέρνηση Κουΐσλινγκς). Η άρνηση του Χρύσανθου να συνεργαστεί με τους Ναζί προκάλεσε την αντίδραση των γερμανικών κατοχικών αρχών και τον υποχρέωσαν να απομακρυνθεί από τον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο.
Ο Χρύσανθος έχει και μιαν ενδιαφέρουσα σύνδεση με την Κύπρο. Την περίοδο της χηρείας του Αρχιεπισκοπικό Θρόνου της Κύπρου, μετά το θάνατο του Κύριλλου του Γ΄ (1933) ο Χρύσανθος προτάθηκε για Αρχιεπίσκοπος Κύπρου. Οι Άγγλοι, όμως, αντέδρασαν άμεσα και δεν τον δέχθηκαν, γιατί αντιλαμβάνονταν ότι οι εθνικές και αγωνιστικές περγαμηνές τού Χρύσανθου και η ισχυρή προσωπικότητά του θα φούντωναν ακόμη περισσότερο τον ενωτικό πόθο των Κυπρίων.
Με αυτό το σύντομο οδοιπορικό στους αγώνες και τη δράση του Χρύσανθου, καταδεικνύεται πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η βεβαίωση, που υπογράφει για την εθνική προσφορά του Γεώργιου Γρίβα κατά την Κατοχή, αποκτά τεράστια ιστορική βαρύτητα. Όταν φυσιογνωμίες, όπως του πρώην Μητροπολίτου Τραπεζούντας, επιβεβαιώνουν και επικυρώνουν την εθνική προσφορά του Αρχηγού Διγενή κατά την περίοδο της Κατοχής, οι εμπάθειες και οι διαστρεβλώσεις των κονδυλοφόρων της κομουνιστικής αριστεράς εναντίον του Γεώργιου Γρίβα μένουν στο κενό.
Η κομουνιστική Αριστερά στην Κύπρο και στην Ελλάδα δεν συγχώρεσαν στον Γεώργιο Γρίβα το γεγονός ότι το Δεκέμβριο του 1944 τους ανέτρεψε τα σχέδια να μεταστρέψουν την Ελλάδα σε Λαϊκή Δημοκρατία. Η ιστορία, όμως, και η συνείδηση του Ελληνισμού τον έχει κατατάξει μεταξύ των εξέχουσων φυσιογνωμιών του Έθνους. Δεν είναι τυχαίο ότι τόσο η Ελληνική όσο και η Κυπριακή Βουλή έχουν ανακηρύξει τον Γεώργιο Γρίβα – Διγενή άξιον τέκνον της πατρίδος, με την ανοχή τόσο της ΕΔΑ (το 1959) όσο και του ΑΚΕΛ (το 1974).
Πηγή ΕΛΛΑΣ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η αντιστασιακή δράση του Στρατηγού Γεώργιου Γρίβα – Διγενή, κατά τη γερμανική κατοχή"

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2016

Ποδοσφαιρική ομάδα “Πόντος”:

Ποδοσφαιρική ομάδα “Πόντος”: Απαγχονίστηκαν, για να τιμήσουν τη φανέλα τους------

  Ήταν παιδιά της γης του Πόντου. Δεν έπαιξαν πότε σε μεγάλες οργανώσεις. Δε λατρεύτηκαν ποτέ ως θεοί από το αφιονισμένο πλήθος, δεν είδαν ποτέ τους οπαδούς να γεμίζουν πλατείες και να κλείνουν δρόμους για να εκδηλώσουν την εθνική υπερηφάνεια τους (τι χυδαίες που φαίνονται, ορισμένες φορές, οι λέξεις).

Οι ήρωες (αν ακόμα έχουν, ακόμα, νόημα οι λέξεις) της ομάδας “Πόντος” ήταν καθηγητές, μαθητές και απόφοιτοι του κολεγίου Ανατολία(3) της Μερζιφούντας . Οι μαθητές αποφασίσαν να τιμήσουν τη φανέλα τους και γι αυτό, παρά την τρομοκρατία και τις απειλές των Κεμαλικών, αγωνίστηκαν με εμφάνιση που θυμίζει τη γαλανόλευκη (άσπρες και γαλάζιες ρίγες) και στη μέση το γράμμα Π. Αυτό θα αποτελέσει τη βασική κατηγορία των Κεμαλικών, οι οποίοι θα οδηγήσουν τους Έλληνες αθλητές στο “δικαστήριο” με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας (12 Φεβρουαρίου 1921) και τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου θα απαγχονιστούν στην Αμάσεια(4).
Η μάνα τρελή στους έρημους τους δρόμους με ρωτάει απεγνωσμένα αν μιλάνε για αυτούς τους ήρωες του ποδοσφαίρου και της πατρίδας στις δεκάδες τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές. Μήπως αναφέρουν ένα μονόστηλο οι δεκάδες αθλητικές εφημερίδες ή τους μνημονεύουν όλα εκείνα τα τέρατα της μνήμης, που θυμούνται ακόμα και το δευτερόλεπτο που σημειώθηκε κάποιο γκολ, σε κάποιον αγώνα, πριν τριάντα χρόνια (ήταν, βλέπετε, πολύ σοβαρό γεγονός για τη μετέπειτα ζωή τους). Μήπως κάποια κινηματογραφική ταινία; κάποιο βιβλίο; ή έστω κάποιο τραγουδάκι τους αναφέρει;
Κατεβάζω ντροπιασμένος το κεφάλι μου.
Μου λέει και μου ξαναλέει τα ονόματα, μήπως και τα έχω ακούσει σε κάποια ιαχή των φιλάθλων
Γ. Θεοχαρίδης,
Χ. Γεωργίου,
Α. Συμεών,
Α. Παυλίδης,
Σ. Ανανιάδης
Κατεβάζω ακόμα πιο ντροπιασμένος το κεφάλι μου.
Τότε εκείνη ανεβάζει το τόνο της φωνή της και ωρύεται: “Τι ηρωικότερο έχει να επιδείξει το Ελληνικό και το παγκόσμιο ποδόσφαιρο απ αυτούς τους ήρωες; Καλά οι ξένοι, αλλά τι θα πείραζε, όλες τις ελληνικές ομάδες, να αγωνιστούν για μία μόνο αγωνιστική, με ένα περιβραχιόνιο με το γράμμα Π
Κατεβάζω και άλλο το κεφάλι μου.
Κάθε 19 Μαΐου, ημέρα μνήμης της γενοκτονίας των Ποντίων, θα ξανάρθει η μάνα τρελή στους έρημους τους δρόμους και με τον αλαφροήσκιωτο τρόπο της θα με ξαναρωτήσει: “γιατί κλαιν τα ματοπήγαδα;” και ακόμα δεν έχω βρει απάντηση. Μήπως κανένας από σας γνωρίζει;
Τι είδανε και κλαίνε αυτά τα πεγαδομάτε;
(1)στίχος από το ποίημα στο Νίκο Ε…1949 (Παρενθέσεις), του Μανόλη Αναγνωστάκη.
(2)κλαίν τα πεγαδομάτε (ματοπήγαδα, τα στόμια των πηγάδιων) στίχος από τον ιερότερο θρήνο του Ελληνισμού: το “Τσάμπασιν” (Πόντος). Για την ιστορία του τραγουδιού δες 24γράμματα ( Ε. εσείς μεταφράζετε)
(3)Το Αnatolia college in Merzifon ιδρύθηκε το 1886. Το 1924 διέκοψε τη λειτουργία στη Μερζιφούντα και μεταφέρθηκε στη Θεσαλλονίκη, όπου και λειτουργεί ως και σήμερα. Η Μερζιφούντα (Μερζιφώνη, Ηλιούπολις) αναφέρεται από τον Στράβωνα για τα περίφημα ιαματικά λουτρά της.Χτίστηκε το 222 π.Χ., στα ερείπια της πόλης Φαζιμούντας, ανάμεσα στους ποταμούς Σκύλακα και Άλυ. Πολλοί τη θεωρούν και ως τη γενέτειρα της Αγίας Βαρβάρας.
(4)Πρόκειται για την πατρίδα του αρχαίου Έλληνα γεωγράφου Στράβωνα (63π.Χ – 23μ.Χ)
Γιώργος Δαμιανός
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Ποδοσφαιρική ομάδα “Πόντος”:"

Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Έλληνες πρωθυπουργοί που πέθαναν στην ψάθα

Επέλεξαν να ζήσουν λιτά, χάρισαν περιουσίες, «έφυγαν» πάμφτωχοι.----

Έλληνες πρωθυπουργοί που πέθαναν στην ψάθα Επέλεξαν να ζήσουν λιτά, χάρισαν περιουσίες, έφυγαν πάμφτωχοι

Από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα ο Ιωάννης Καποδίστριας, με τον πρώτο κυβερνήτη της χώρας να κάνει λιτή ζωή, παρότι ήταν εύπορος, όπως αναφέρει σε σχετικό αφιέρωμα η εφημερίδα«Ελεύθερος Τύπος». Μάλιστα, μοίρασε αρκετή από την περιουσία του στις ανάγκες του κράτους και των συμπολιτών του, ενώ αρνήθηκε να λαμβάνει το μισθό του κυβερνήτη, δηλώνοντας ότι τα ιδιαίτερα εισοδήματά του του αρκούν για να ζήσει.
Έλληνες πρωθυπουργοί που πέθαναν στην ψάθα

Μπορεί τη σημερινή εποχή να κυριαρχεί η γενική καχυποψία για τους πολιτικούς και πόσους από αυτούς βάζουν το… χέρι στο μέλι, αλλά υπήρξαν κάποιοι στο παρελθόν, ακόμη και πρωθυπουργοί, που πέθαναν πάμφτωχοι, είτε γιατί χάρισαν την περιουσία τους είτε γιατί επέλεξαν σε όλη τους τη ζωή ένα λιτό τρόπο διαβίωσης.
Ο εκ των πρωταγωνιστών της επανάστασης του 1821 Ανδρέας Λόντος, πρώην μεγαλοκτηματίας έδωσε στον εθνικό αγώνα μεγάλο τμήμα της περιουσίας του. Εφτασε στη θέση του υπουργού Εσωτερικών και μοίρασε τα χρήματά του και τη σύνταξη που λάμβανε ως στρατηγός σε πρώην συναγωνιστές του. Τα τελευταία του χρόνια ζούσε πάμφτωχος, ξεπουλώντας τα τελευταία του υπάρχοντα, ενώ το 1846 αυτοκτόνησε.
Το ίδιο φτωχός έφυγε από τη ζωή το 1879 ο εξάκις πρωθυπουργός Επαμεινώντας Δεληγιώργης. Την επόμενη της κηδείας του η Πολιτεία χορήγησε στην οικογένειά του σύνταξη 500 δραχμών το μήνα, για να μην πεινάσουν τα παιδιά του.Τα παραδείγματα από πρώην πρωθυπουργός που «έφυγαν» δίχως να έχουν περιουσία είναι πολλά από την ελληνική ιστορία. Ο Ζηνόβιος Βάλβης, που έκανε δύο θητείες ως πρωθυπουργός, ζούσε αρκετά λιτά και είχε τη συνήθεια να ντύνεται με κάπα τσοπάνου. Πέθανε πάμφτωχος το 1872 και κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη.
Φτωχότερος από ότι μπήκε στην πολιτική έφυγε και ο επτάκις πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης. Είχε αναγκαστεί να πουλήσει σχεδόν ολόκληρη την πατρική του περιουσία, ενώ τα τελευταία χρόνια της ζωής του έμενε σε νοικιασμένο σπίτι.
Ανάλογη στάση κράτησε και ο Γεώργιος Καφαντάρης, ο οποίος διετέλεσε πρωθυπουργός το 1924. Οταν μάλιστα πληροφορήθηκε ότι κάποιος πολιτικός μηχανικός θέλησε να του παραχωρήσει δωρεάν κάποιο σπίτι για να μείνει, καθώς γνώριζε τα οικονομικά και προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, αρνήθηκε κατηγορηματικά, δηλώνοντας «πού ξέρω τι αξιώσεις θα προβάλει και τι θέματα θα έχει να επιλύσει για να προτείνει τέτοιο πράγμα». Χρειάστηκε να κάνει συμβολαιογραφικό έγγραφο ο πολιτικός μηχανικός, στο οποίο δήλωνε ρητά ότι δεν θα προβάλει καμία αξίωση, για να γίνει τελικά δεκτή η δωρεά του.
Τέλος, ο Νικόλαος Πλαστήρας έμεινε στην ιστορία ως φτωχός πρωθυπουργός, για τον λιτό τρόπο ζωής του. Απαγόρευε στους συγγενείς του να χρησιμοποιούν το όνομά του για δικό τους όφελος έμενε στο νοίκι, ενώ αρνήθηκε να βάλει τηλέφωνο φωνάζοντας «Μα τι λέτε; Η Ελλάδα πένεται και εμένα θα μου βάλετε τηλέφωνο;».
Μάλιστα, είχε επιστρέψει ένα χρυσό στιλό που του είχε στείλει ο εκδότης Δημήτρης Λαμπράκης, ενώ στο σπίτι του κοιμόταν σε στρατιωτικό ράντσο. Οταν πέθανε το 1953, άφησε μόνο 216 δραχμές στην ψυχοκόρη του, δέκα δολάρια και μία προφορική διαθήκη «Ολα για την Ελλάδα».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Έλληνες πρωθυπουργοί που πέθαναν στην ψάθα "

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015

Η Μάχη του Ρίμινι


Η 3η Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία -------

 Η ΙΙΙ Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία (ΕΟΤ) έγραψε μια ακόμη σελίδα δόξας στην πλούσια ιστορία του Ελληνικού Έθνους.---- Παρακάτω παρατίθεται περιληπτικά ένα σύντομο ιστορικό για τη συγκρότηση και τη δράση της ΙΙΙ ΕΟΤ μέχρι και την μάχη του Ρίμινι.


Συγκρότηση της III Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας.
Μετά την καταστολή του στασιαστικού κινήματος της 6ης Απριλίου 1944, τη διάλυση των μονάδων που αναμίχθηκαν σε αυτό, τον αφοπλισμό των ανδρών τους και τη μεταφορά τους σε διάφορα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, άρχισαν έντονες ενέργειες της Ελληνικής Κυβερνήσεως προς το Γενικό Στρατηγείο Δυνάμεων Μέσης Ανατολής (ΓΣΔΜΑ), για την αναδιοργάνωση του Ελληνικού Στρατού Μέσης Ανατολής και τη συγκρότηση νέων μονάδων, ικανών να συμμετάσχουν στις επιχειρήσεις των Συμμάχων στα διάφορα μέτωπα.

Οι συνεννοήσεις της Ελληνικής Κυβερνήσεως με το ΓΣΔΜΑ κατέληξαν στην απόφαση να συγκροτηθεί από επιλεγμένους αξιωματικούς και οπλίτες των μονάδων που διαλύθηκαν ή από μονάδες που δεν είχαν λάβει μέρος στο στασιαστικό κίνημα της 6ης Απριλίου, με βάση αυτές της II Ταξιαρχίας, μια νέα ταξιαρχία ορεινής συνθέσεως. Το σχετικό έγγραφο του ΓΣΔΜΑ εκδόθηκε στις 31 Μαΐου 1944 και αμέσως προχώρησε, με την εποπτεία της 9ης Βρετανικής Στρατιάς, η συγκρότηση της νέας ταξιαρχίας, με την επωνυμία "III Ελληνική Ορεινή Ταξιαρχία" (III EOT). Ως χώρος συγκροτήσεως της Ταξιαρχίας ορίσθηκε το Στρατόπεδο Ινσαρίγιε του Λιβάνου και πρώτος διοικητής αυτής ο Συνταγματάρχης Πεζικού Τσακαλώτος Θρασύβουλος.

Η συγκρότηση και επάνδρωση της ολοκληρώθηκε στις 19 Ιουνίου, οπότε η Ταξιαρχία μεταφέρθηκε στην Τρίπολη του Λιβάνου, στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Ορεινού Αγώνα (ΚΕΟΑ), για σύντομη εκπαίδευση σε αντικείμενα ορεινού αγώνα και προετοιμασία της με προοπτική τη συμμετοχή της στις επιχειρήσεις των Συμμάχων στην Ιταλία. Η εκπαίδευση και η συμπλήρωση της στην εμπόλεμη σύνθεση ολοκληρώθηκαν στις 28 Ιουλίου 1944.


Η Μεταφορά της III Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας στην Ιταλία
Από τις 28 Ιουλίου 1944, σύμφωνα με διαταγή του ΓΣΔΜΑ, άρχισε η προώθηση του υλικού της Ταξιαρχίας στο λιμένα της Βηρυτού, για τη φόρτωση του σε πλοία. Το προσωπικό της άρχισε να μεταφέρεται σιδηροδρομικώς, από το πρωί της 4ης Αυγούστου, στο λιμένα της Χάιφα.
Η μετακίνηση της Ταξιαρχίας έγινε από το ολλανδικό υπερωκεάνιο "Ρουίς", το οποίο απέπλευσε από το λιμένα της Χάιφας στις 04:45 της 7ης του μηνός, με προορισμό τον Τάραντα της Ιταλίας, όπου έφτασε το πρωί της 11ης Αυγούστου 1944.
Κατόπιν μετακινήθηκε στην περιοχή του Σπολέτο, και τέθηκε τακτικώς υπό τις διαταγές της 2ης Νεοζηλανδικής Μεραρχίας του Στρατηγού Weir (Γουέιρ). Στις 28 Αυγούστου, αφού ενισχύθηκε με τρεις ουλαμούς Μεταφορών από τη Μεραρχία διατάχθηκε απ' αυτή να προωθηθεί στη ζώνη των πρόσω.

Η Είσοδος της III Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχίας στον Αγώνα
Στις 3 Σεπτεμβρίου, η III EOT άλλαξε τακτική υπαγωγή, τέθηκε υπό τις διαταγές της 5ης Καναδικής Μεραρχίας ως εφεδρική της και διατάχθηκε να μετακινηθεί στην περιοχή της Σάντα Μαρία Πιετραφίττα, οκτώ χιλιόμετρα από τη γραμμή του μετώπου.
Το μεσημέρι της 7ης Σεπτεμβρίου ο Διοικητής της Ταξιαρχίας κλήθηκε στο Στρατηγείο της 1ης Καναδικής Μεραρχίας, προκειμένου να ενημερωθεί για την τακτική κατάσταση και την αποστολή του. Σύμφωνα με αυτή, η Ταξιαρχία έπρεπε να κινηθεί τη νύχτα 8/9 Σεπτεμβρίου και να αντικαταστήσει την 3η Καναδική Ταξιαρχία, που είχε εγκατασταθεί αμυντικώς βορειοδυτικά της πόλεως Καττόλικα. Αποστολή της ήταν να καλύπτει το δεξιό πλευρό της 1ης Καναδικής Μεραρχίας, κατά την επίθεση που σχεδιαζόταν να ενεργήσει η τελευταία προς την κατεύθυνση του Ρίμινι.

Η Μάχη του Ρίμινι (14-21 Σεπ. 1944)
Τη νύχτα 13/14 Σεπτεμβρίου, η 1η Καναδική Μεραρχία συγκεντρώθηκε στην περιοχή νότια του ποταμού Μαράνο, για να επιτεθεί στις 06:30 της 14ης Σεπτεμβρίου. Η III EOT διατάχθηκε να ενεργήσει νυχτερινή επίθεση στις 02:00 της ίδιας ημέρας, σε συνδυασμό με την 3η Καναδική Ταξιαρχία, η οποία θα ενεργούσε στο αριστερό πλευρό της. Η κίνηση των τμημάτων της Ταξιαρχίας για την κατάληψη της βάσεως εξορμήσεως άρχισε τις τελευταίες νυχτερινές ώρες 13/14 Σεπτεμβρίου

Η επίθεση της Ταξιαρχίας άρχισε στις 16:00 της 20ής Σεπτεμβρίου με το Ι Τάγμα μετά από δεκάλεπτο βομβαρδισμό πυροβολικού. Με την υποστήριξη των αρμάτων μάχης και με σκληρό αγώνα κατέλαβε τη Σάντα Μαρία ντε λε Κολονέλε. Ακολούθησε στις 16:30 η επίθεση του II Τάγματος με την υποστήριξη πυροβολικού και αρμάτων μάχης. Το Τάγμα, πολεμώντας ηρωικά, ανέτρεψε τις εχθρικές αντιστάσεις στον τομέα του και στις 2000 προωθήθηκε 1.200 μέτρα νοτιοανατολικά του Ρίμινι, καταλαμβάνοντας τον πρώτο αντικειμενικό σκοπό της ημέρας αυτής.

Το Ρίμινι έπεσε τελικά στις 09:00 της 21ης Σεπτεμβρίου 1944. Η κατάληψη του ήταν το έπαθλο δεκαπενθήμερου αγώνα της III EOT εναντίον εχθρού που είχε ισχυρή αμυντική οργάνωση και έδωσε σκληρή μάχη από σπίτι σε σπίτι και από πολυβολείο σε πολυβολείο διεκδικώντας με πείσμα το έδαφος.
Τις απογευματινές ώρες της 21ης Σεπτεμβρίου έγινε στην πλατεία της πόλεως τελετή, με την παρουσία αντιπροσωπειών των μονάδων της Ελληνικής Ταξιαρχίας και των καναδικών και νεοζηλανδικών μονάδων, για να αποδοθούν τιμές στην πολεμική σημαία του II Τάγματος, που πρώτο εισήλθε στο Ρίμινι. Από το γεγονός αυτό, η ΙΙΙ ΕΟΤ ονομάστηκε έκτοτε «Ταξιαρχία Ρίμινι».

Ο Διοικητής των Συμμαχικών Στρατευμάτων Στρατηγός Αλεξάντερ σε έκθεση του με τον τίτλο "Οι Σύμμαχοι Στρατοί στην Ιταλία από τις 3 Σεπτεμβρίου 1943 μέχρι τις 12 Δεκεμβρίου 1944" σημειώνει για τη δράση της III EOT τα εξής: "Στις 20 Σεπτεμβρίου, έπειτα από πάλη χωρίς ελπίδα, εκκαθαρίσθηκε το Σαν Φορτουνάτο και στη διάρκεια της νύχτας οι Έλληνες, υπό τη διοίκηση της 1ης Καναδικής Μεραρχίας, εισήλθαν στο Ρίμινι. Ήμουνα ευτυχής, γιατί η επιτυχία αυτή είχε τόσο έγκαιρα λαμπρύνει τα πεπρωμένα της ηρωικής αυτής χώρας, που ήταν η μόνη μαχόμενη σύμμαχος στο πλευρό μας σε στιγμές ζοφερές και γιατί μία νέα νίκη στην Ιταλία είχε προστεθεί στη δόξα που αποκτήθηκε στα βουνά της Αλβανίας".

Απώλειες της III Ελληνικής Ορεινής Ταξιαρχία κατά τις επιχειρήσεις

Α/Α      ΒΑΘΜΟΣ             ΝΕΚΡΟΙ                ΤΡΑΥΜΑΤΙΕΣ                   ΣΥΝΟΛΟ           ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
1 ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ 10 23 33
2 ΟΠΛΙΤΕΣ 106 293 399

ΣΥΝΟΛΟ 116 316 432


Πηγή: "Ελληνικός Στρατός στη Μέση Ανατολή" (Ελ Αλαμέιν - Ρίμινι - Αιγαίο), Αθήνα 1996,ΓΕΣ/ΔΙΣ
 http://trikalagr.blogspot.com/2011/09/14-21-1944.html#ixzz1YZVocNcD
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η Μάχη του Ρίμινι "

Παρασκευή 29 Αυγούστου 2014

Βελίκα Τράϊκου: Η ηρωίδα δασκάλα του Μακεδονικού Αγώνα


ελληνικό σχολείο στα ΣκόπιαΚαυτές ἱστορικές μνῆμες κουβαλᾶ τοῦτος ὁ μήνας. Ζωντανεύει μπροστά μας καί τούς νικηφόρους βαλκανικούς πολέμους τοῦ 1912-13. Πολλές πόλεις τῆς Μακεδονίας γιορτάζουν τοῦτες τίς μέρες τά ἐλευθέριά τους ἀπό τή μακρόχρονη τουρκική σκλαβιά καί παιανίζουν τή νίκη τους κατά τῶν Βουλγάρων κομιτατζήδων. ᾿Αλλά, μέχρι νά φουντώσει καί νά θεριέψει ὁ Μακεδονικός ᾿Αγώνας, πόσοι καί πόσες δέν ἐργάστηκαν ἀνύσταχτα πολλές δεκαετίες πρίν, δέν ριψοκινδύνευσαν καί δέν ἔγιναν ὁλοκαυτώματα, σπέρνοντας ἀπό τό δικό του μετερίζι ὁ καθένας τό σπόρο τῆς λευτεριᾶς!
Νεαρή δασκάλα Μακεδονομάχος εἶναι ἡ Βελίκα Τράικου ἀπό τό Γραδεμπόρι,σημερινό Πεντάλοφο Θεσσαλονίκης. Δέν εἶναι τυχαία ἐκπαιδευτικός. ῎Εχει ἀποφοιτήσει ἀπό τό ξακουστό ἐκπαιδευτήριο, τό ᾿Ανώτερο Παρθεναγωγεῖο Θεσσαλονίκης. Σ᾿ ἐκεῖνο τό πνευματικό φυτώριο πυροδοτήθηκε ἡ καρδιά της κι ἄναψαν οἱ μεγάλοι πόθοι νά ὑπηρετήσει τή χειμαζόμενη μακεδονική γῆ, ὅπου καί νά τή στείλουν. Καί νά την, ἕτοιμη δασκαλίτσα, διορίζεται, στά 1900, σ᾿ ἕνα χωριό κυκλωμένο ἀπό κομιτατζῆδες, στήν Καρατζόβα, στά βόρεια τῆς ῎Εδεσσας. ῎Εχει ὑπεράνθρωπο ἔργο νά ἐπιτελέσει.
Πόσο στενοχωριέται πού βλέπει τά μικρά ῾Ελληνόπουλα, τά μαθητούδια της, νά μή γνωρίζουν τήν ἑλληνική γλώσσα, τήν ἱστορία τῶν προγόνων τους! Συνειδητοποιεῖ γιά ἄλλη μιά φορά πώς ἡ ἀγαπημένη της Μακεδονία ψυχορραγεῖ, πώς ἡ βουλγαρική ἐξαρχία ἔχει βάλει στόχο νά τήν ἀποκόψει ἀπό τίς θαλερές της ρίζες, τόν ῾Ελληνισμό καί τήν ᾿Ορθοδοξία. ῾Η Βελίκα ἀνασκουμπώνεται. Τό σκοτάδι τῆς ἀμάθειας πρέπει νά διαλυθεῖ. Στίς παιδικές ὑπάρξεις μέ τά σπινθηροβόλα ματάκια ἐμφυσᾶ τά ἰδανικά τῆς φυλῆς μας.
Σέ ἀπόσταση ἀναπνοῆς ἀπό τή φωλιά τῶν κομιτατζήδων ἡ ἀτρόμητη δασκάλα ἐπιτελεῖ ἄλλου εἴδους μάχες, ἀφυπνίζοντας πνευματικά τά Μακεδονόπουλα. Χαρακτηριστικά εἶναι τά λόγια πού εἶχε ξεστομίσει σ᾿ ἐκεῖνο τό συνέδριο τῶν Μακεδονομάχων, πού ἔγινε στή Μητρόπολη Θεσσαλονίκης τόν Αὔγουστο τοῦ 1901·
«῾Οπλίστε τούς χωρικούς!.. Κι ὅταν ἐμεῖς προετοιμάσουμε τό ἔδαφος, ἀπό παντοῦ θ᾿ ἀνάψει ὁ ἀγώνας!…».
᾿Αλλ᾿ ὁ ἡρωισμός μιᾶς τέτοιας ψυχωμένης δασκάλας παίρνει καταπληκτικές διαστάσεις, πού μᾶς ἀφήνει ἔκθαμβους.
Εἶναι φθινόπωρο τοῦ 1901. ῾Ο διπλωμάτης στό ἑλληνικό Προξενεῖο τοῦ Μοναστηρίου, ὁ῎Ιων Δραγούμης, ἔχει κάνει ἔκκληση στό «Κέντρο» τῆς Θεσσαλονίκης νά τοῦ στείλουν ἕνα ταλαντοῦχο πρόσωπο γιά μιά πολύ σοβαρή, ἐχέμυθη καί ἐπικίνδυνη ἀποστολή. Θά ἀποτελοῦσε τό σύνδεσμο τοῦ ἑλληνικοῦ κομιτάτου ἀνάμεσα στό Μοναστήρι – Καστοριά – Θεσσαλονίκη. ᾿Αναρωτιέται ποιόν ἄραγε θά τοῦ στείλουν. Μένει βουβός, σάν ἀντικρύζει μπροστά του τή δεκαοκτάχρονη Βελίκα ἕτοιμη ν᾿ ἀναλάβει καθήκοντα. Κι ὅμως, ἡ γυναικεία καρδιά της κρύβει σπάνιους θησαυρούς.
Ποιά εἶναι ἐκείνη ἡ ἀξιολύπητη μές στά κουρέλια, δίχως παπούτσια, πού μιλᾶ τούρκικα κι ἀφήνει τό Μοναστήρι, διασχίζει δυσκολοδιάβατα μέρη, βουνά, ρεματιές, φαράγγια, λαγκάδια μέ προορισμό τήν ῎Εδεσσα ἤ τήν Καστοριά, τά Γιαννιτσά ἤ τή Θεσσαλονίκη; Κανείς δέν τῆς δίνει σημασία. ῞Ολοι τήν ἀποστρέφονται καί τήν οἰκτείρουν. Μέ μιά τρελή Τουρκάλα θά ἀσχοληθοῦν;
῾Ο φακός τῆς ἱστορίας φωτογραφίζει καί μία ἄλλη.
Εἶναι μιά φτωχή Βουλγάρα, πού ρίχνεται καθημερινά στόν ἀγώνα τῆς βιοπάλης. Τριγυρνάει στή φύση καί συνεχῶς σκυμμένη μαζεύει ραδίκια. ῎Επειτα πάει στά παζάρια τῶν Τούρκων ἤ τῶν Βουλγάρων νά πουλήσει τίς λιγοστές της πραμάτειες, χόρτα ἤ γάλα, γιά νά βγάλει «τόν ἐπιούσιον».
Στ᾿ ἀλήθεια, τί παράξενο! Εἶναι πολλές φορές πού ὁ φακός συλλαμβάνει τήν τρελή Τουρκάλα ἤ τή βουλγάρα ραδικοῦ ἤ γαλατοῦ ἔξω ἀπό Προξενεῖα, Μητροπόλεις, Διοικητήρια, ᾿Αστυνομίες, στρατόπεδα. Τί γυρεύει ἐκεῖ; Κι ὅμως, ποιός θά τό ὑποπτευόταν;
῾Η τραγική αὐτή φιγούρα γίνεται ὁ σύνδεσμος ἀνάμεσα στόν ῎Ιωνα Δραγούμη, στόν Δεσπότη Καστοριᾶς Γερμανό Καραβαγγέλη καί στόν Πρόξενο τῆς Θεσσαλονίκης. Τί κι ἄν οἱ περαστικοί κουνοῦν τό κεφάλι τους καί τήν ἐλεεινολογοῦν; ῾Η Βελίκα ἔχει πλήρη συναίσθηση τῶν πράξεών της. ῾Υπηρετεῖ τό χειμαζόμενο ἔθνος της. Χαλάλι γιά τήν πατρίδα της νά κάνει τρομερές ὑπερβάσεις, νά χάσει καί τήν ὑπόληψή της.
Παριστάνοντας τήν Τουρκάλα ἤ τή Βουλγάρα, μέσα στίς πυκνές πλεξοῦδες της ἤ κάτω ἀπό τόν ξεφτισμένο ποδόγυρό της κρύβει καλοβαλμένα πολύτιμα ἔγγραφα τοῦ ᾿Αγώνα. Σκιαγμένη συνεχῶς μήπως τ᾿ ἁρπάξει ὁ ἐχθρός, τά μεταφέρει στούς κατά τόπους ὑπευθύνους τοῦ ἑλληνικοῦ κομιτάτου. Τούς ἐνημερώνει γιά ὅ,τι ἅρπαξε τό αὐτί της ἀπό τούς Βουλγάρους καί τούς Τούρκους, ἀφοῦ γνωρίζει καλά καί τίς δύο γλῶσσες. Κι ὅταν καταφθάνει στή μακεδονική γῆ ὁ σταυραετός τοῦ ᾿Αγώνα, ὁ Παῦλος Μελᾶς, κι οἱ μάχες πιότερο ἀνάβουν, ἡ λεπτεπίλεπτη δασκάλα συνεχίζει, παρ᾿ ὅλους τούς κινδύνους, νά«μεταμορφώνεται» καί νά ἀποτελεῖ «τό μάτι καί τό αὐτί τοῦ ᾿Αγώνα».

Ξαφνικά, στίς 28 Αὐγούστου τοῦ 1904, τό ἐθνικό ἔργο τῆς ἡρωίδας ἀνακόπτεται. ῞Ενας βούλγαρος κομιτατζής τήν ἀνταμώνει στά Γιαννιτσά καί μπήγει τό μαχαίρι του στό στῆθος της. Τή βασανίζει ἄγρια. Θέλει ν᾿ ἁρπάξει τά μυστικά της. Μά ἡ τρελή Τουρκάλα τά παίρνει μαζί της στήν αἰωνιότητα. Θρηνεῖ γοερά στήν κηδεία της ἡ Θεσσαλονίκη τό ἄξιο βλαστάρι της καί καταγράφει τό ὄνομά της στό πάνθεο τῶν ἡρώων.
Στή μνήμη σου, μαρτυρική ἡρωίδα δασκάλα, καταθέτουμε εὐγνωμοσύνης στεφάνι καί ὑποκλινόμαστε μπρός στό μεγαλεῖο σου. ῾Υπερέβης τά ὅρια τῆς γυναικείας ἀντοχῆς. Παραμέρισες ἀξιοπρέπειες καί κοσμιότητες. Προτίμησες νά ξευτελιστεῖ ἡ ἴδια σου ἡ προσωπικότητα γιά χάρη μιᾶς ἐλεύθερης ἑλληνικῆς Μακεδονίας. [῾Ελληνίς – Περιοδικό «Απολύτρωσις»
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Βελίκα Τράϊκου: Η ηρωίδα δασκάλα του Μακεδονικού Αγώνα"

Πέμπτη 3 Απριλίου 2014

ΔΙΓΕΝΗΣ ΑΚΡΙΤΑΣ


Το «Έπος του Διγενή Ακρίτη»

Το έμμετρο αφήγημα του Διγενή Ακρίτη είναι το παλαιότερο λογοτεχνικό γραπτό μνημείο της δημώδους ελληνικής μεσαιωνικής γλώσσας, το οποίο έχει θεωρηθεί ως το έργο που σηματοδοτεί την αρχή της νεοελληνικής λογοτεχνίας[2]. Εξιστορεί την καταγωγή του Διγενή, τα παιδικά του χρόνια, τα ηρωικά κατορθώματά του και τον θάνατό του.
Υπόθεση του έργου

Το έργο ξεκινά με την αφήγηση της ιστορίας των γονέων του Διγενή: πατέρας του ήταν ο εμίρης της Συρίας Μουσούρ, ο οποίος σε μια επιδρομή σε βυζαντινά εδάφη άρπαξε την μοναχοκόρη ενός βυζαντινού στρατηγού. Τα πέντε αδέρφια της κοπέλας συνάντησαν τον εμίρη για να ζητήσουν πίσω την αδερφή τους και, επειδή εκείνος αρνήθηκε να την δώσει, ο μικρότερος από αυτούς μονομάχησε μαζί του και τον νίκησε.

Ο εμίρης όμως αρνήθηκε να επιστρέψει την κοπέλα. Την παντρεύτηκε, βαφτίστηκε χριστιανός και εγκαταστάθηκε στο βυζαντινό έδαφος· όταν η μητέρα του τον κάλεσε οργισμένη να επιστρέψει στην πατρίδα του εκείνος την επισκέφτηκε και έπεισε εκείνη και την οικογένειά του να ασπαστούν τον χριστιανισμό. Ένα χρόνο μετά τον γάμο γεννήθηκε ο γιος του ζευγαριού, Βασίλειος.
Ο Βασίλειος είχε δείξει από τα παιδικά του χρόνια τις εξαιρετικές ικανότητες και επιδόσεις του σε ασχολίες όπως το κυνήγι: σε ηλικία 12 ετών έπνιξε δύο αρκούδες και σκότωσε ένα λιοντάρι.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΔΙΓΕΝΗΣ ΑΚΡΙΤΑΣ"

Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

Άγνωστες μορφές του Ελληνισμού: Λένω Μπότσαρη


Η ατρόμητη Σουλιώτισσα
Στις 12 Δεκεμβρίου του 1803 στις κακοτράχαλες πλαγιές του Σουλίου ακούγονται κλάματα και οιμωγές. Άντρες και γυναίκες από το Σούλι τραβάνε τον μακρύ δρόμο του ξεριζωμού από την γλυκιά τους πατρίδα. Ο καταραμένος ο Αλή πασάς τα κατάφερε να τους διώξει με την στενή πολιορκία, καθώς δεν έμπαινε τίποτε στο Σούλι, μήτε σπυρί σιταριού. Το μακρύ ποτάμι των Σουλιωτών χωρίζεται σε τρεις φάλαγγες. Η πρώτη και πιο πολυπληθής με 2000 ψυχές και αρχηγό τον Φώτο Τζαβέλα, θα τραβήξει προς την ανυπόταχτη πολιτεία της Πάργας, στις ακτές του Ιονίου. Οι άλλες δύο φάλαγγες στάθηκαν πιο άτυχες καθώς χτυπήθηκαν αλύπητα από τους τουρκαλβανούς στρατιώτες του Αλή πασά. Σε μια από αυτές ήταν και η Λένω Μπότσαρη, κόρη του Νότη Μπότσαρη και πρώτη ξαδέρφη του Μάρκου Μπότσαρη, ήρωα της επανάστασης.
Η ομορφιά και η εξυπνάδα της Λένως ήταν ξακουστή σ’ όλη την Ήπειρο, μέχρι που κι’ ο ίδιος ο Αλής είχε τάξει μεγάλη αμοιβή σ’ όποιον την έφερνε στο χαρέμι του. Ήταν μόλις 20 ετών, μα η γενναιότητα και η τόλμη της μπορούσαν να βάλουν κάτω δεκάδες άντρες. Ο Νότης, ο πατέρας της καμάρωνε την κόρη του που ήξερε να χειρίζεται το ντουφέκι και το σπαθί καλύτερα από πολλούς άντρες. Τα γαλάζια μάτια και τα κατάξανθα μαλλιά της, έδιναν την αίσθηση νεράιδας βγαλμένης από κάποιο παραμύθι.
Η Λένω ακολούθησε κι’ αυτή την μοίρα των υπολοίπων Σουλιωτών και βαδίζοντας μέσα από κακοτράχαλους δρόμους και βουνά. Μέσα στον σκληρό χειμώνα τα παιδιά, οι τραυματίες και οι μεγαλύτερες γυναίκες δεν άντεχαν, αλλά η Λένω ήταν εκεί για να τις εμψυχώσει αν και μόλις 20 χρονών αναδείχτηκε σε αρχηγό των γυναικών.
Τράβηξαν για το μοναστήρι στο Ζάλογγο που είναι φύσει οχυρή θέση, αλλά δυστυχώς χωρίς έξοδο διαφυγής. Οχυρώθηκαν και περίμεναν. Ήξεραν πως ο Αλής, όπως πάντα, δεν επρόκειτο να τηρήσει τις υποσχέσεις και τους όρκους που τους έδωσε. Ο Μπεκίρ Τζογαδούρος, ο αρχηγός της τουρκοαλβανικής ορδής, επιτέθηκε στις 16 Δεκεμβρίου με αλαλαγμούς στο μοναστήρι. Οι Σουλιώτες ήταν 1.148 και αμύνθηκαν λυσσαλέα χτυπώντας τους τουρκαλβανούς με τα ντουφέκια τους.
Καθώς η μάχη είχε ανάψει τα κορμιά των λιάπηδων (μουσουλμάνων αλβανών) κάλυπταν την χέρσα γη σαν ένα μεγάλο χαλί. Όσο εξελισσόταν η μάχη το χιόνι σκέπαζε τα κορμιά και το κρύο τρυπούσε τα κόκαλα. Μετά από ώρες τα βόλια των Σουλιωτών σώθηκαν και έμειναν με τα σπαθιά και τα γυμνά τους χέρια.
Στις 17 Δεκεμβρίου οι λιάπηδες ορμήσαν σαν τσακάλια πάνω στους Σουλιώτες για να ξεσκίσουν τις σάρκες τους, αλλά οι Σουλιώτες ως άλλοι Σπαρτιάτες και αυτοί τους χτυπούσαν με ό,τι μέσο διέθεταν. Ο θείος της Λένως, ο Κίτσος Μπότσαρης, βλέποντας το μάταιο του αγώνα, κάλεσε την Λένω κοντά του και της είπε: «απόψε σουρουπώνοντας καλά, θα βγούμε με τα σπαθιά. Θα μάσεις τις γυναίκες, θα μπεις μπροστά, θα σας βάλουμε στην μέση». Η Λένω άκουσε τα λόγια του θείου της. Έτρεξε να συντονίσει τις υπόλοιπες γυναίκες και να τις ενθαρρύνει να μην λιγοψυχήσουν αυτές τις δύσκολες ώρες, αν και ήξερε πως οι Σουλιώτισσες δεν είναι σαν τις υπόλοιπες γυναίκες, αλλά σωστά παλληκάρια δίπλα στους άνδρες και τους αδελφούς τους.
Όταν είχε πια σκοτεινιάσει για τα καλά, οι Σουλιώτες μαζεύτηκαν γύρω από τους αρχηγούς τους Κίτσο και Νότη Μπότσαρη για τις τελευταίες οδηγίες.
Μια βουή ακούστηκε μέσα από το μοναστήρι. Οι λιάπηδες έσφιγγαν στα χέρια τους τα ντουφέκια κι’ η καρδιά τους χτυπούσε δαιμονισμένα, μιας και ήξεραν τι είναι ικανοί να κάνουν έστω και μια δράκα Σουλιωτών.
Οι Σουλιώτες ξεχύθηκαν σαν ένα σώμα και πέσαν μ’ ορμή πάνω στους τουρκαλαβανούς. Μέσα στο πηχτό σκοτάδι δεν ξεχώριζες ποιοι είναι οι Σουλιώτες και ποιοι οι λιάπηδες. Το τουφεκίδι ανάβει. Η Λένω βρισκόταν στην μέση της φάλαγγας. Το σπαθί της παίρνει φωτιά σκοτώνοντας πολλούς λιάπηδες στο πέρασμά της. Πατούσε τα κορμιά τους και σαν μπροστάρισα που ήταν άνοιγε δρόμο για τις άλλες γυναίκες που μετέφεραν μωρά παιδιά και τραυματίες στις πλάτες τους. Οι στιγμές τραγικές και ηρωικές συνάμα.
Η Λένω προχωρούσε μπροστά μην μπορώντας να δει τι γίνεται πίσω της. Μερικά γυναικόπαιδα αποκλείσθηκαν από τους τουρκαλβανούς και μην έχοντας να κάνουν κάτι καλύτερο τραβιούνται για το Ζάλογγο. Το ξημέρωμα της επόμενης μέρας 56 γυναίκες μαζί με τα παιδιά τους και 13 άνδρες θα βρεθούν γαντζωμένοι στο φρύδι του Ζαλόγγου.
Οι Τουρκαλβανοί πλησιάζουν με άγριες διαθέσεις, θέλουν να τις ατιμάσουν. Οι Σουλιώτισσες όμως ήταν αποφασισμένες. Δεν επρόκειτο να αφήσουν κανένα χέρι ξένο να τις αγγίξει, πάνω από όλα γι’ αυτές ήταν η Τιμή. Πιάστηκαν χέρι – χέρι, χορεύοντας και τραγουδώντας, κι’ αφού έριξαν τα παιδιά τους στο κενό, ακολουθούν μετά μία – μία, φιλώντας η πρώτη την δεύτερη και η δεύτερη την τρίτη. Τα σώματά τους έπεφταν στο βάραθρο σαν φύλλα το φθινόπωρο. Τόσο ανάλαφρα και αέρινα, πέρα από κάθε τι υλικό και ανθρώπινο.
Η Λένω σώθηκε και μαζί με τους άλλους Σουλιώτες που έσπασαν τον κλοιό των λιάπηδων κατευθύνθηκαν νότια. Δεν γνώριζαν προς τα πού πήγαιναν, απλά και μόνο βάδιζαν.
Μέσα στις κακουχίες ο πόνος για τον χαμό των οικείων δεν ζυγώνει. Δεν είχαν καιρό για στεναχώριες και για κλάματα.
Φτάνοντας στο χωριό Βουλγαρέλι της Άρτας αποφάσισαν να πάνε προς τα απάτητα βουνά των Αγράφων, για να ενωθούν με άλλους αγωνιστές από την Θεσσαλία και να πολεμήσουν τους τούρκους. Μετά από πολλές ταλαιπωρίες έφτασαν στην Βρεστένιτσα και συνέχισαν προς την οχυρή θέση της μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στον Σέλτσο. Την 22α Δεκεμβρίου έφτασαν εκεί και εγκαταστάθηκαν κατάκοποι από τις πορείες μέσα στο καταχείμωνο. Κάτω από το μοναστήρι περνάει σαν ένα μεγάλο φίδι ο ποταμός Αχελώος (ή Ασπροπόταμος).
Οι Σουλιώτες μάζεψαν προμήθειες και μπαρουτόβολα από τις γύρω περιοχές για την άμυνά τους. Έβαλαν τέσσερις φρουρές στην περίμετρο του μοναστηριού και φύλαγαν κάθε μονοπάτι. Ήξεραν καλά, ότι ο Αλή πασάς δεν θα ησυχάσει αν δεν ξεπαστρέψει όλη την Σουλιώτικη φάρα.
Στο μεταξύ, ο Αλή πασάς μάζεψε στρατό περίπου 5.000 λιάπηδων υπό την αρχηγία του Μπεκήρ Τζογαδούρου και του Βασιάρη για να κυνηγήσουν τους Σουλιώτες και να μην αφήσουν ούτε έναν ζωντανό. Τους ζήτησε μόνο να του φέρουν την Λένω στο χαρέμι του να δει από κοντά την ομορφιά της.
Έρχεται η στιγμή που 8000 τουρκαλβανοί θα κυκλώσουν την Μονή Σέλτσου μαζί με τον Βελή πασά, γιο του Αλή πασά. Οι μήνες όμως, περνάνε χωρίς να μπορούν να κάνουν κάτι οι λιάπηδες για να εξοντώσουν τους Σουλιώτες.
Κάποιος Γιώργης Κίριος από τα Γιάννενα, δασκαλεμένος από τον Αλή πασά που του είχε τάξει το αρματολίκι της Λάκκας, παριστάνει τον μετανιωμένο και ζήτησε μαζί με τον αδελφό του να πολεμήσει στο πλευρό των Σουλιωτών. Ο Κίτσος Μπότσαρης με την μεγαλοψυχία που τον διέκρινε, τον συγχωρεί και τον βάζει στην φρουρά του μοναστηριού. Αυτός όμως τις νύχτες, έχοντας πάντα στον νου του την προδοσία έστελνε μηνύματα στον Μπεκήρ Τζογαδούρο και του αποκάλυψε ένα μονοπάτι που πάει ίσια στην Μονή.
Μέτα την αποκάλυψη του μονοπατιού, οι στρατηγοί καταστρώνουν το ύπουλο σχέδιό τους. Ο Τζογαδούρος θα έκανε ένα ψεύτικο αιφνιδιασμό και θα χτυπούσε τις θέσεις με τους περισσότερους Σουλιώτες όταν 3.000 τουρκαλβανοί με 1.200 εφεδρικούς αλβανούς θα χτυπούσαν τους Σουλιώτες από ένα δύσβατο μονοπάτι στο πιο αδυνατισμένο σημείο από την πλευρά του προφήτη Ηλία.
Στις 15 Απριλίου τα μεσάνυχτα, όπως πριν από κάθε καταιγίδα, έτσι και τότε, η γαλήνια ηρεμία έσπασε με τουφεκίδι και κραυγές τρόμου. Οι λιάπηδες επιτέθηκαν σαν τις ύαινες που περιμένουν να ξεσκίσουν το κουφάρι του ετοιμοθάνατου ζώου. Όμως, οι Σουλιώτες δεν τους έκαναν την χάρη και τους χτύπησαν με ό,τι είχαν. Η κολασμένη νύχτα γέμισε κλάματα, βρισιές και κατάρες πότε στα Ελληνικά πότε στα αλβανικά και πότε στα τούρκικα.
Ο πατέρας της Λένως, ο Νότης Μπότσαρης λαβώνεται στο σώμα. Δύο βόλια τον βρήκαν. Μέχρι να τρέξει να τον βοηθήσει η Λένω τον χτύπησε και τρίτο βόλι. Όταν τον βρήκε ήταν κάτω από ένα δέντρο στον περίβολο του μοναστηριού. Προσπάθησε να τον γιατρέψει όπως – όπως και με λόγια γλυκά να του απαλύνει τον πόνο. Ο Νότης όμως, το ένοιωθε πως είχε φτάσει πια το τέλος του.
Όταν τον ρώτησε η Λένω τι να κάνει, αυτός της αποκρίθηκε: «να πεθάνεις παιδί μου, ήρθε η ώρα σου», όπως απαντούσαν τα αρχαία χρόνια οι Σπαρτιάτισσες μανάδες στους γιους τους «ή ταν ή επί τας».
Εκείνη την στιγμή ένα τέταρτο και τελευταίο βόλι βρίσκει τον Νότη Μπότσαρη στο μέτωπο σωριάζοντας το άψυχο σώμα του στα πρώτα χόρτα του Απρίλη ποτίζοντάς τα με το άγιο αίμα του.
Η Λένω έτρεξε με το σπαθί στο χέρι να ξεφύγει από τους διώκτες της που κατέφθαναν με βήμα ταχύ. Οι άλλες Σουλιώτισσες ξέροντας τον δρόμο της Τιμής πήγαν στην άκρη του γκρεμού που στεφανώνει το μοναστήρι και έπεσαν από ύψος 300 μέτρων στο σκοτεινό βάραθρο. Ένα δεύτερο Ζάλογγο μόλις είχε γεννηθεί.

Η Λένω με χίλια βάσανα κατεβαίνει την απότομη πλαγιά και κατευθύνεται προς τον Αχελώο. Χωρίς δεύτερη σκέψη βούτηξε στα παγωμένα νερά του ποταμού και κολύμπησε με όλη την δύναμη που της είχε απομείνει. Οι τουρκαλβανοί σαν λυσσασμένα σκυλιά την ακολουθούν για να την κατασπαράξουν. Μετά από πολύ πάλεμα στα νερά του ορμητικού ποταμού κατάφερε να φτάσει μια λωρίδα γης που σχηματίστηκε μέσα στο ποτάμι. Κατάκοπη μα σώα βγήκε έξω. Από απέναντι την κοιτούσαν οι λιάπηδες σκεφτόμενοι την αμοιβή που τους έταξε ο πασάς αν του την φέρουν ζωντανή. Ένας λιάπης της φωνάζει «Δεν λυπάσαι πουλάκι μου τα νιάτα σου; Έλα να σε γλυτώσω». Της έδωσε το ντουφέκι του από την λαβή. Η Λένω όμως, ως Σουλιώτισσα προτιμάει χίλιες φορές τον θάνατο πάρα την αιχμαλωσία στα χέρια των πιο αδίστακτων εχθρών της. Προσποιήθηκε λοιπόν πως πάει να πιάσει το ντουφέκι, και χουφτώνει την σκανδάλη. Το βόλι φεύγει σαν μαχαίρι και βρίσκει τον λιάπη σωριάζοντάς τον κάτω. Ένας άλλος βλέποντας την τόλμη της κοπέλας όρμησε κατά πάνω της. Η Λένω τον χτύπησε με τα χέρια της και του έσφιξε τον λαιμό για να το πνίξει. Πάλεψε μ’ όλη της την δύναμη. Του έμπηξε τα νύχια της στα μάτια και στο σώμα. Τέλος τον έσπρωξε στα αφρισμένα νερά του Αχελώου και πέσαν μαζί μέσα κάνοντας πάταγο. Συνέχισε να μάχεται σαν πραγματική λέαινα.
Αυτό ήταν δεν ξαναείδε κανείς πια ζωντανή την γενναία Σουλιώτισσα, την Λένω την κόρη του Νότη Μπότσαρη μα ούτε και τον λιάπη. Από τότε εκείνο το σημείο της όχθης λέγεται «το πήδημα της Καπετάνισσας». Από όλο αυτόν τον χαμό έμειναν όρθιοι μόνο 80 από τους 1.400 Σουλιώτες και άλλους Έλληνες που είχαν συγκεντρωθεί εκεί. Όλοι οι υπόλοιποι ή σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν. Για την αυτοθυσία της Λένως γράφτηκαν μετά πολλά δημοτικά τραγούδια, για να θυμίζουν πως μόνη μια κοπέλα 20 χρονών τα έβαλε με την τουρκιά και την «νίκησε». Αυτό είναι το δημοτικό τραγούδι της Λένως.
Όλαις οι καπετάνισσαις από το Κακοσούλι
όλαις την Άρτα πέρασαν, ‘ς τα Γιάννινα τοις πάνε,
σκλαβώθηκαν οι αρφαναίς, σκλαβώθηκαν οι μαύραις,
κʼ η Λένω δεν επέρασε, δεν την επήραν σκλάβα.
Μόν πήρε δίπλα τα βουνά, δίπλα τα κορφοβούνια,
σέρνει τουφέκι σισανέ κ’ εγγλέζικα κουμπούρια,
έχει και ʽς τη μεσούλα της σπαθί μαλαματένιο.
Πέντε Τούρκοι την κυνηγούν, πέντε τζοχανταραίοι.
Τούρκοι, για μην παιδεύεστε, μην έρχεστε σιμά μου,
σέρνω φουσέκια ‘ς την ποδιά και βόλια ‘ς τοις μπαλάσκαις
-Κόρη, για ρηξε τ’ άρματα, γλύτωσε τη ζωή σου.
-Τι λέτε, μωρ’ παλιότουρκοι και σεις παλιοζαγάρια;
Εγώ είμαι η Λένω Μπότσαρη, η αδελφή του Γιάννη,
και ζωντανή δεν πιάνουμαι εις των Τουρκών τα χέρια”.
Πυρήνας Καβάλας - Αίας ο Τελαμώνιος
http://xryshaygh.wordpress.
http://antistasi.org/?p=23317
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Άγνωστες μορφές του Ελληνισμού: Λένω Μπότσαρη"

Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2014

Σόνια-Σοφία Στεφανίδου: Η πρώτη Ελληνίδα αλεξιπτωτίστρια!

Πολέμησε τους Γερμανούς ως μυστική πράκτορας

Πόσοι γνωρίζουν, ότι στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μια ατρόμητη Ελληνίδα
εκπαιδεύτηκε ως κομάντο και αλεξιπτωτίστρια, και έδρασε ως πράκτορας στην
κατεχόμενη πατρίδα μας;

Επρόκειτο για την Σόνια-Σοφία Στεφανίδου, πρωτότοκη κόρη του Πόντιου γιατρού
και θερμού πατριώτη Φιλοποίμενα Στεφανίδη.

Γεννήθηκε στην Οδησσό της Ουκρανίας το 1907 και σε ηλικία πέντε ετών μετέβη
στην Αθήνα, καθώς ο πατέρας της κατατάχθηκε ως εθελοντής γιατρός στον
Ελληνικό Στρατό, κατά τους βαλκανικούς πολέμους.

Ο Φιλοποίμενας φρόντισε να μεταδώσει την φλογερή αγάπη προς την πατρίδα στην
κόρη του.

Η εθελοντική κατάταξη

Ακολουθώντας το παράδειγμα του πατέρα της, λίγους μήνες πριν από την κήρυξη
του Ελληνοϊταλικού πολέμου, η Σόνια γράφεται εθελοντικά στο Σχολείο
Νοσοκόμων Παθητικής Αεράμυνας.

Αμέσως με την κήρυξη του πολέμου, ζήτησε άδεια κατάταξης σε στρατιωτική
υπηρεσία καθώς όπως έγραψε: «εθεώρησα καθήκον μου όπως και εγώ προσφέρω ότι
ηδυνάμην περισσότερον, χάριν του Ιερού Αγώνος».

Στα τέλη Νοεμβρίου 1940 παρουσιάστηκε για εκπαίδευση αδελφής νοσοκόμας στο
νοσοκομείο « Ερυθρός Σταυρός» της Αθήνας.

Στις 15 Ιανουαρίου 1941, με εμφανή ανυπομονησία, έστειλε επιστολή στον
Υπουργό Στρατιωτικών με την οποία του ζητούσε μετάθεση στην πρώτη γραμμή!

Τελικά στις 7 Απριλίου (την επομένη της γερμανικής επίθεσης στην Ελλάδα)
παρουσιάστηκε για ανάληψη υπηρεσίας στο 1ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων.

Δεκατρείς ημέρες μετά, το 2ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο της πόλης βομβαρδίστηκε
ανηλεώς από την Ιταλική Αεροπορία.

Η Σόνια έτρεξε από τους πρώτους για να συνδράμει τους πολυάριθμους
τραυματίες. Δεν δίστασε μάλιστα να συγκεντρώσει τα διαμελισμένα μέλη των
άτυχων θυμάτων!

Μετά τη συνθηκολόγηση του Ελληνικού Στρατού επέστρεψε στην Αθήνα.

Όμως η ζωή στην κατεχόμενη πόλη δεν της ταίριαζε. «Η θέα του αγκυλωτού
σταυρού επάνω στην Ακρόπολη θανατώνει την ψυχή μου» έγραφε.

Μετά από μια Οδύσσεια 2 ½ μηνών, κατά τη διάρκεια της οποίας επέδειξε
αξιοθαύμαστη τόλμη και αντοχή, κατάφερε να φθάσει στη Μέση Ανατολή.

Εκεί ζήτησε επίμονα να καταταγεί στον Βασιλικό Ελληνικό Στρατό Μέσης
Ανατολής, ο οποίος συγκροτήθηκε από τα υπολείμματα των Ελληνικών μονάδων που
είχαν καταφύγει στην Αίγυπτο.

Την 1η Ιουνίου 1942 κλήθηκε για υπηρεσία στο 1ο Στρατιωτικό Νοσοκομείο
Αλεξάνδρειας. Ωστόσο η υπήρεσία της νοσοκόμας δεν της αρκούσε.

Στις 8 Απριλίου 1943 ζήτησε από τον εμβρόντητο πρωθυπουργό Εμμανουήλ
Τσουδερό να καταταγεί σε μονάδα καταδρομών (commando).

Παραδόξως για τα ελληνικά ήθη, το αίτημά της έγινε δεκτό και η ατρόμητη
Πόντια βρέθηκε να εκπαιδεύεται από τους Βρετανούς στην συλλογή, αναφορά και
ασφάλεια πληροφοριών, στην κρυπτογράφηση, στη χρήση ασυρμάτου και στην πτώση
με αλεξίπτωτο!  Η επίδοσή της μάλιστα χαρακτηρίστηκε ως «υψηλού επιπέδου».

Η πρώτη Ελληνίδα αλεξιπτωτίστρια

Στις 2 Ιουλίου 1943 η Στεφανίδου έπεσε με αλεξίπτωτο, ως μέλος ομάδας
πρακτόρων, κοντά στη Φλώρινα, με αποστολή τη συλλογή πληροφοριών.

Μεταμφιεσμένη πότε σε ζητιάνα και πότε σε χωρική, μετέβαινε σε κατοικημένες
περιοχές και μάζευε πληροφορίες που θα ήταν δύσκολο να εντοπίσει ένας άνδρας
κατάσκοπος.

Στις 2 Σεπτεμβρίου 1943, η δράση της ως κατασκόπου φάνηκε να τελειώνει
άδοξα, καθώς ολόκληρη η ομάδα συνελήφθη από τους Γερμανούς.

Εντελώς ανέλπιστα όμως, ένας Γερμανός φρουρός τους βοήθησε να δραπετεύσουν!
Η Σόνια κατέφυγε στην Καλαμπάκα, στην περιοχή της Νεράιδας όπου λειτουργούσε
στρατηγείο ανταρτών με Βρετανούς συνδέσμους.

Τον Δεκέμβριο του 1943 η Στεφανίδου, επέστρεψε στην Αίγυπτο και κατατάχθηκε
στο νεοσύστατο Εθελοντικό Στρατιωτικό Σώμα Ελληνίδων, με βαθμό αντίστοιχο
του ανθυπολοχαγού.

Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες η Ελληνίδα πράκτορας μετέβη σε
αποστολή στην Κρήτη (Ιανουάριος-Οκτώβριος 1944).

Εκεί ήλθε σε επαφή με έναν από τους πρωτεργάτες της αντίστασης στο νησί τον
Μανώλη Μπαντουβά.

Ωστόσο ακόμη δεν έχουμε μάθει για ποιό λόγο συναντήθηκαν. Η μυστικότητα και
το γεγονός, ότι τα αρχεία των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών παραμένουν
πεισματικά κλειστά, δεν επιτρέπουν την πλήρη εξέταση των αποστολών της.

Η αίτηση να πολεμήσει τους Ιάπωνες!

Μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα, η Στεφανίδου επέστρεψε μαζί
με την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση.

Τον Μάιο του 1945 ο πόλεμος στην Ευρώπη τελείωσε με την ολοκληρωτική  ήττα
της χιτλερικής Γερμανίας.

Από τον άλλοτε παντοδύναμο Άξονα, μόνο η Ιαπωνία συνέχιζε να μάχεται.
Προφανώς ο κίνδυνος είχε γίνει δεύτερη φύση για την Στεφανίδου.

Δεν εξηγείται αλλιώς η υποβολή αίτησής της να ενταχθεί στον Αμερικανικό
Στρατό ως αλεξιπτωτίστρια προκειμένου να συμμετάσχει στο θέατρο επιχειρήσεων
του Ειρηνικού!

Η αίτησή της απορρίφθηκε. Ο πόλεμος για την Ελληνίδα commando είχε
τελειώσει.

Τα χρόνια της ειρήνης η Στεφανίδου εργάστηκε ως υπάλληλος του Υπουργείου
Εξωτερικών στη Διεύθυνση Εθιμοτυπίας.

Παρέμεινε σεμνή και αφανής  και δεν επεδίωξε ποτέ να εξαργυρώσει την πλούσια
πολεμική της δράση.



Τιμήθηκε με πλήθος μεταλλίων μεταξύ αυτών και το Χρυσούν Αριστείο Ανδρείας,
την ανώτατη τιμητική διάκριση που απονέμεται σε καιρό πολέμου!

Πέθανε την άνοιξη του 1990. Τελευταία της επιθυμία ήταν να ταφεί με μια απλή
τελετή φορώντας τη στρατιωτική της στολή και τα παράσημα της.

Αλήθεια, πέρα από τα παράσημα, με ποιο τρόπο φρόντισε το Υπουργείο Εθνικής
Αμύνης να προβάλλει τον ηρωισμό της Στεφανίδου;

Ακόμη πόσες επισκέψεις της Στεφανίδου σε σχολεία, οργάνωσε το Υπουργείο
Παιδείας όσο αυτή βρισκόταν εν ζωή;




ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Σόνια-Σοφία Στεφανίδου: Η πρώτη Ελληνίδα αλεξιπτωτίστρια!"

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

Ο Βουτσαράς Δοξαπατρής

 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑ
Ο Βουτσαράς Δοξαπατρής υπήρξε βυζαντινός Έλληνας άρχοντας επαρχίας της Πελοποννήσου, καταγώμενος από τη Λακωνία, ο οποίος αντιτάχθηκε σθεναρά στην εισβολή και τελική κατάκτηση του Μωριά από τους "σταυροφόρους" Φράγκους της Δ' "Σταυροφορίας" το 1204.
 
Ο χρόνος, καθώς και ο ακριβής τόπος γέννησής του (γνωρίζουμε μόνον ότι ήταν Λάκων) είναι άγνωστος, πιστεύεται ωστόσο ότι, όπως και αρκετοί άλλοι πελοποννήσιοι άρχοντες, εξεγέρθηκε το 1201 κατά της δυσβάστακτης φορολογίας και της αναλγησίας και αδιαφορίας της κεντρικής διοίκησης στην Κωνσταντινούπολη. 
 
Παράλληλα μάλιστα με τον άρχοντα του Ναυπλίου Λεόντα Σγουρό και ανακήρυξε τον εαυτό του κύριο του «αρχοντάτου» του περίβλεπτου οχυρού Αρακλόβου, Ορεοκλόβου ή Ερεοκλόβου
 
(το πιο πιθανόν στο όρος «Χρυσούλι», σε υψόμετρο 980 μέτρων, αν και 24 συνολικά διαφορετικές τοποθεσίες από την Γορτυνία μέχρι τον Πάρνωνα διεκδικούν την ταύτισή τους με το συγκεκριμένο μεσαιωνικό οχυρό).
 
Η παλαιότερη αναφορά σε αυτόν γίνεται σε ελάχιστους στίχους του ελληνόγλωσσου «Χρονικού του Μορέως»:
 
«Και τότε ο πρωτοστράτορας, μισίρ Ντζεφρές εκείνος,
 
είπεν και εσυμβούλεψεν στην Αρκαδία να απέλθουν,
 
το κάστρον γαρ να επάρουσιν, ο τόπος να πλαταίνη,
 
να στείλουν κ’ εις το Αράκλοβον όπου κρατει τον δρόγγον,
 
όπου τα λέγουν τα Σκορτά, μικρὸν καστέλιν ένι,
 
αλλά εις τραχώνιν κάθεται, πολλὰ ένι αφιρωμένον·
 
λέγουν οκάποιος το κρατεί από τους Βουτζαράδες,
 
Δοξαπατρὴν τον λέγουσιν, μέγας στρατιώτης ένι·»
 
ενώ εκτενέστερη περιγραφή κάνει ο ιστορικός της εν Ελλάδι Φραγκοκρατίας Μίλλερ (William Miller, 1864 - 1945): «ένας ηρωϊκός πολεμιστής, ο Δοξαπατρής, φαίνεται πως αντιστάθηκε γενναία στο μικρό, αλλά οχυρό κάστρο του Αρακλόβου, το οποίο κυριαρχούσε σε κάποιο πέρασμα των αρκαδικών βουνών.
 
Ο σπάνιος ηρωϊσμός του, που τον μαρτυρούν λίγοι στίχοι του ελληνόγλωσσου Χρονικού, προκάλεσε ισχυρή εντύπωση στις ρομαντικές ψυχές.
 
Οι συντάκτες της αραγωνικής παραλλαγής του Χρονικού λένε πως κανένας δεν μπορούσε να σηκώσει το ρόπαλό του και πως ο θώρακας του ζύγιζε περισσότερο από 150 λίτρες.
 
Μια τοπική παράδοση διατήρησε το υπέροχο θάρρος της κόρης του, που προτίμησε να πεθάνει πέφτοντας από το κάστρο, παρά να γίνει παλλακίδα του κατακτητή».
 
Ο Αγώνας κατά των Φράγκων και το Ηρωϊκό τέλος
 
Ο Βουτσαράς Δοξαπατρής ήταν γιγαντόσωμος, πολεμούσε έφιππος με ισχυρή πανοπλία και έσπαζε τα κεφάλια των αντιπάλων με ένα βαρύ ρόπαλο, το οποίο ελάχιστοι διέθεταν την απαραίτητη μυϊκή δύναμη για να χειριστούν.
 
Από τον πρωτότυπο τρόπο μάχεσθαι του Βουτσαρά Δοξαπατρή, που θύμιζε τον Ηρακλή, λέγεται από κάποιους ότι έμεινε στην νεοελληνική η λαϊκή έκφραση «την έφαγε στο δοξαπατρί», με την οποία περιγράφονται τα κατακούτελα κτυπήματα.
 
Όταν το 1207 οι υπό τον Γουλιέμο Σαμπλίτη σταυροφόροι, που ξεκίνησαν από την Ανδραβίδα για να καταλάβουν όλη την ορεινή Ηλεία και Αρκαδία, απαίτησαν την παράδοση του κάστρου του που, στην περίπτωση που όντως έστεκε στο όρος «Χρυσούλι», εξουσίαζε το μοναδικό εύκολο πέρασμα ανάμεσα στα όρη Λύκαιο και Μίνθη.
 
Ο Βουτσαράς Δοξαπατρής αρνήθηκε και τους καθήλωσε για αρκετό καιρό, παρά το σαφές άνισο τού αγώνα, τόσο σε επίπεδο αριθμού πολεμιστών όσο και σε επίπεδο οπλισμού. Ο άρχων του κάστρου προέβαλε ηρωϊκή και έξυπνη αντίσταση.
 
Όμως τελικά σκοτώθηκε και το Αράκλοβο παραδόθηκε, ενώ η θυγατέρα του Μαρία, κατά την λαϊκή παράδοση αυτοκτόνησε (λέγεται πως γκρεμίστηκε από το κάστρο) για να μην πέσει ζωντανή στα χέρια των Φράγκων. 
 
Στην Μαρία Δοξαπατρή αφιέρωσε το 1857 το ομώνυμο έργο του («Maria Doxapatre», ένα ρομαντικό ιστορικό δράμα σε 5 πράξεις) ο δραματουργός Δημήτριος Βερναρδάκης, που τότε σπούδαζε με υποτροφία στην Γερμανία (η πρώτη έκδοση έγινε στο Μόναχο το 1858, στην Αθήνα παίχτηκε για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 1865).
 
Ο ποιητής Σοφοκλής Κ. Καρύδης έγραψε το 1868 το ποίημά του «Τα τέκνα του Δοξαπατρή», ενώ την γενναία αντίσταση του λάκωνα πολεμιστή απεικόνισε και ο Φώτης Κόντογλου σε μια τοιχογραφία του στο Δημαρχείο Αθηνών.
 
(Βλάσης Γ. Ρασσιάς, 2009,rassias.gr)
 
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Ο Βουτσαράς Δοξαπατρής"
Related Posts with Thumbnails