Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΛΛΗΝΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΛΛΗΝΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Έλληνες πρωθυπουργοί που πέθαναν στην ψάθα

Επέλεξαν να ζήσουν λιτά, χάρισαν περιουσίες, «έφυγαν» πάμφτωχοι.----

Έλληνες πρωθυπουργοί που πέθαναν στην ψάθα Επέλεξαν να ζήσουν λιτά, χάρισαν περιουσίες, έφυγαν πάμφτωχοι

Από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα ο Ιωάννης Καποδίστριας, με τον πρώτο κυβερνήτη της χώρας να κάνει λιτή ζωή, παρότι ήταν εύπορος, όπως αναφέρει σε σχετικό αφιέρωμα η εφημερίδα«Ελεύθερος Τύπος». Μάλιστα, μοίρασε αρκετή από την περιουσία του στις ανάγκες του κράτους και των συμπολιτών του, ενώ αρνήθηκε να λαμβάνει το μισθό του κυβερνήτη, δηλώνοντας ότι τα ιδιαίτερα εισοδήματά του του αρκούν για να ζήσει.
Έλληνες πρωθυπουργοί που πέθαναν στην ψάθα

Μπορεί τη σημερινή εποχή να κυριαρχεί η γενική καχυποψία για τους πολιτικούς και πόσους από αυτούς βάζουν το… χέρι στο μέλι, αλλά υπήρξαν κάποιοι στο παρελθόν, ακόμη και πρωθυπουργοί, που πέθαναν πάμφτωχοι, είτε γιατί χάρισαν την περιουσία τους είτε γιατί επέλεξαν σε όλη τους τη ζωή ένα λιτό τρόπο διαβίωσης.
Ο εκ των πρωταγωνιστών της επανάστασης του 1821 Ανδρέας Λόντος, πρώην μεγαλοκτηματίας έδωσε στον εθνικό αγώνα μεγάλο τμήμα της περιουσίας του. Εφτασε στη θέση του υπουργού Εσωτερικών και μοίρασε τα χρήματά του και τη σύνταξη που λάμβανε ως στρατηγός σε πρώην συναγωνιστές του. Τα τελευταία του χρόνια ζούσε πάμφτωχος, ξεπουλώντας τα τελευταία του υπάρχοντα, ενώ το 1846 αυτοκτόνησε.
Το ίδιο φτωχός έφυγε από τη ζωή το 1879 ο εξάκις πρωθυπουργός Επαμεινώντας Δεληγιώργης. Την επόμενη της κηδείας του η Πολιτεία χορήγησε στην οικογένειά του σύνταξη 500 δραχμών το μήνα, για να μην πεινάσουν τα παιδιά του.Τα παραδείγματα από πρώην πρωθυπουργός που «έφυγαν» δίχως να έχουν περιουσία είναι πολλά από την ελληνική ιστορία. Ο Ζηνόβιος Βάλβης, που έκανε δύο θητείες ως πρωθυπουργός, ζούσε αρκετά λιτά και είχε τη συνήθεια να ντύνεται με κάπα τσοπάνου. Πέθανε πάμφτωχος το 1872 και κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη.
Φτωχότερος από ότι μπήκε στην πολιτική έφυγε και ο επτάκις πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης. Είχε αναγκαστεί να πουλήσει σχεδόν ολόκληρη την πατρική του περιουσία, ενώ τα τελευταία χρόνια της ζωής του έμενε σε νοικιασμένο σπίτι.
Ανάλογη στάση κράτησε και ο Γεώργιος Καφαντάρης, ο οποίος διετέλεσε πρωθυπουργός το 1924. Οταν μάλιστα πληροφορήθηκε ότι κάποιος πολιτικός μηχανικός θέλησε να του παραχωρήσει δωρεάν κάποιο σπίτι για να μείνει, καθώς γνώριζε τα οικονομικά και προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, αρνήθηκε κατηγορηματικά, δηλώνοντας «πού ξέρω τι αξιώσεις θα προβάλει και τι θέματα θα έχει να επιλύσει για να προτείνει τέτοιο πράγμα». Χρειάστηκε να κάνει συμβολαιογραφικό έγγραφο ο πολιτικός μηχανικός, στο οποίο δήλωνε ρητά ότι δεν θα προβάλει καμία αξίωση, για να γίνει τελικά δεκτή η δωρεά του.
Τέλος, ο Νικόλαος Πλαστήρας έμεινε στην ιστορία ως φτωχός πρωθυπουργός, για τον λιτό τρόπο ζωής του. Απαγόρευε στους συγγενείς του να χρησιμοποιούν το όνομά του για δικό τους όφελος έμενε στο νοίκι, ενώ αρνήθηκε να βάλει τηλέφωνο φωνάζοντας «Μα τι λέτε; Η Ελλάδα πένεται και εμένα θα μου βάλετε τηλέφωνο;».
Μάλιστα, είχε επιστρέψει ένα χρυσό στιλό που του είχε στείλει ο εκδότης Δημήτρης Λαμπράκης, ενώ στο σπίτι του κοιμόταν σε στρατιωτικό ράντσο. Οταν πέθανε το 1953, άφησε μόνο 216 δραχμές στην ψυχοκόρη του, δέκα δολάρια και μία προφορική διαθήκη «Ολα για την Ελλάδα».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Έλληνες πρωθυπουργοί που πέθαναν στην ψάθα "

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Οικογένεια Βαρβαρήγου

Η οικογένεια Βαρβαρήγου---

Η οικογένεια Βαρβαρήγου
Barbarigo--Το επώνυμο Βαρβαρήγος (Barbarigo), γνωστής και παλαιάς οικογένειας της Βενετίας, το συναντά κανείς στα Ιόνια νησιά, την Κρήτη και λιγότερο στο Αιγαίο. Το επώνυμο στην Ελλάδα και ειδικά στη Σαντορίνη συναντάται με πολλούς τύπους: Βαρβαρήγος, Μπαρμπαρήγος, Παρπαρήγος, τα ίδια επώνυμα και με γιώτα (ι).
Η ρίζα του επωνύμου κατ' άλλους προέρχεται από τη λέξη barbaro ή από τη λέξη barba (γενειάδα), όπως προκύπτει από το οικόσημο του κλάδου, το οποίο συντίθεται από λέαινες και φυσικές γενειάδες.
Η οικογένεια Βαρβαρήγου, της οποίας τα μέλη βρέθηκαν κυρίως στη Ζάκυνθο και τη Σαντορίνη, απέκτησε δύναμη μετά την ανάδειξη σε Δούκα της Βενετίας το 1483 του Marco Barbarigo. Από τα πιο γνωστά μέλη της οικογένειας αυτής θα πρέπει να θεωρηθούν:
               ñ            Ο Δόγης Marco Barbarigo, (1485-1486)
               ñ            Ο Δόγης Agostino Barbarigo, (1486-1501) γιος του Marco, κυβερνήτης επίσης της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας. Από την οικογένεια αυτή προήλθαν τέσσερις καρδινάλιοι.
               ñ            Ο Matteo Barbarigo, (1542-1544) Δούκας της Κρήτης.
               ñ            Ο Marcus Antonius Barbarigo, (1678-1688) Λατινοεπίσκοπος Κέρκυρας.
               ñ            Ο Markus B’ Barbarigo, (1485-1486).
               ñ            Ο Αntonio Barbarigo, (1549) ρέκτωρ Χανίων.
               ñ            Ο Danniele Barbarigo, (1564-66) από τους πιο μορφωμένους ιερείς της Καθολικής Εκκλησίας.
               ñ            Ο Ιωάννης Βαρβαρήγος, (1539) αρμοστής Ζακύνθου.
               ñ            Ο Ιερεμίας Βαρβαρήγος, (1580-1637), Έλληνας καθολικός κληρικός που γεννήθηκε στη Θήρα και φονεύθηκε στη Γενεύη. Απόφοιτος της Σχολής Αγίου Αθανασίου της Ρώμης, αντικατέστησε τον παραιτηθέντα Μητροπολίτη Παροναξίας Ιωσήφ Β'(1608-1613) και παρέμεινε Μητροπολίτης Παροναξίας από το 1622 έως το 1632. Πολέμησε με πάθος την Ορθόδοξη Εκκλησία. Ως όργανο του Πάπα ανεμίχθη σε ραδιουργίες κατά του ορθοδόξου Πατριάρχη Κύριλου (Λουκάρεως) και εκ του λόγου τούτου, διέφυγε στην Ευρώπη, την Πολωνία και τέλος στη Γενεύη, όπου κατεσφάγη από τον λαό, ενώ μιλούσε δημοσίως με μίσος και φανατισμό κατά του Πατριάρχη. Κατ' άλλους εφονεύθη το 1634 στην Πολωνία από δύο συνοδούς του μοναχούς.

               ñ            Ο Βαρβαρίγος Αναγνώστης, υπήρξε Φιλικός, έζησε τον 18ο και 19ο αιώνα και ύψωσε στις 5 Μαΐου 1821 τη σημαία της Επανάστασης στη Σαντορίνη. Διορίσθηκε το 1822 «Φροντιστής της Οικονομίας», Έφορος και πληρεξούσιος της Θήρας στις Εθνοσυνελεύσεις και επί Καποδίστρια γενικός διοικητής της επαρχίας Θήρας.
               ñ            Ο Βαρβαρήγος Εμμανουήλ, (;-1854) υπήρξε επίσης Φιλικός και μετά το 1821 έφορος της Θήρας. Προσέφερε για την ανασυγκρότηση του Έθνους σημαντικά ποσά και υπηρέτησε την πατρίδα μέσα από διάφορες δημόσιες θέσεις.
               ñ            Ο Μαρίνος Βαρβαρήγος υπήρξε πρόκριτος της Θήρας.
               ñ            Ο Αντώνιος Βαρβαρήγος επίσης πρόκριτος της Θήρας το 1797.
               ñ            Ο Γάσπαρης Μπαρμπαρήγος, είχε εκλεγεί πληρεξούσιος το 1823.
               ñ            Ο Γεώργιος Μπαρμπαρήγος από το Ακρωτήρι, υπήρξε κι αυτός πληρεξούσιος (1823).
               ñ            Ο Τζάνες Μπαρμπαρήγος αναφέρεται ως πρόκριτος (1823).
               ñ            Η Μαρούσα Νικολάου Βαρβαρήγου η οποία παντρεύτηκε τον Αντώνιο Δελένδα από τη Νάξο, τον 16ο αιώνα και οι οποίοι έκτοτε έμειναν στη Θήρα.
               ñ            Ο Νικόλαος Βαρβαρήγος ο οποίος εξελέγη βουλευτής κατά τις περιόδους Δ'1853, Ε'1856 και ΣΤ'1859.
               ñ            Ο Αγιογράφος Γεώργιος Βαρβαρήγος. Η εικόνα του Αποστόλου Ανδρέα κοσμεί τον ναό του Αγίου Σώστη στην Οία (1886).
               ñ            Ο Ζωγράφος Εμμανουήλ Γουλιέλμου Βαρβαρήγος, του οποίου η εικόνα της Αγίας Αικατερίνης κοσμεί τον ομώνυμο ναό στην Οία.
               ñ            Ζάνες Αντ. Βαρβαρήγος, πλοίαρχος από την Οία, αγωνιστής του 1821.
               ñ            Μαρίνος Κ. Βαρβαρήγος, αγωνιστής του 1821 ο οποίος υπήρξε και διοικητής του νησιού.
               ñ            Μ. Βαρβαρήγος, πλοιοκτήτης.
               ñ            Ι. Βαρβαρήγος, πλοιοκτήτης.
               ñ            Ν. Π. Βαρβαρήγος, πλοιοκτήτης.
               ñ            Ν. Εμμ. Βαρβαρήγος, πλοιοκτήτης.
               ñ            Σπύρος Π. Βαρβαρήγος, πλοιοκτήτης.
Σε έγγραφο του 1837 για την ανέγερση του Ιερού Ναού Περρίσης αναφέρονται τα ονόματα των δημοτικών συμβούλων της Συνέλευσης των τεσσάρων δήμων μεταξύ των οποίων ο Βασίλειος Μπαρμπαρίγος της Καλλίστης και ο Ματθαίος και Αντώνιος Μπαρμπαρίγος της Οίας.

Το όνομα Βαρβαρήγος, όπως τους Δαργέντα τους συναντάμε στον χώρο της ιεροσύνης, τους τελευταίους αιώνες το απαντάμε συχνά στον χώρο της εκπαίδευσης [Βαρβαρήγος Αντώνιος (1831), Βαρβαρήγος Δημήτριος (1849-1919), Βαρβαρήγος Κωνστ. (1841), κ.ά.].
Από την πλευρά των ανιόντων του σημερινού κτήτορος οι Βαρβαρήγοι ήταν οι ακόλουθοι:
               ñ            Η μητέρα του Μαργαρίτα Βαρβαρήγου (1906-1982).
               ñ            Η Μαργαρίτα Βαρβαρήγου είχε τα ακόλουθα αδέλφια: Αθηνά (συζ. Νικολού Αλαφούζου), Ουρανία (συζ. Πέτρου Ν. Νομικού) και Γουλιέλμο (ή Γιώργο) Βαρβαρήγο, ο οποίος μετανάστευσε στις ΗΠΑ.
               ñ            Παππούς του ήταν ο Εμμανουήλ Γουλ. Βαρβαρήγος (συζ. Κυριακή Δακορώνια), η οποία πέθανε το 1926.
               ñ            Προπάππους υπήρξε ο Γουλιέλμος Εμμαν. Βαρβαρήγος, ο οποίος πέθανε το 1862.
               ñ            Προπροπάππους ήταν ο Εμμανουήλ Βαρβαρήγος, ο γνωστός αγωνιστής του 1821, ο οποίος είχε παιδιά τον Γουλιέλμο Βαρβαρήγο, τον Νικόλαο Βαρβαρήγο και τη Μαρίδη Βαρβαρήγου (συζ. Γεωργίου Μ. Χαϊδεμένου). Είχε παντρευτεί την Αικατερίνη Γουλ. Δακορώνια.
Πέρα από τα πιο πάνω άμεσα μέλη της οικογένειας του σημερινού κτήτορος θα πρέπει να σημειώσουμε ότι κατά τον 20ό αιώνα οι Βαρβαρήγοι βρίσκονται σε όλα τα κεφαλοχώρια και έχουν αναμιχθεί με όλες τις γνωστές οικογένειες της Σαντορίνης (οικογένειες Δελένδα, Χαϊδεμένου, Αλαφούζου, Νομικού, Δε Κιγάλα, Δακορώνια κ.ά). Ο παππούς μάλιστα του σπουδαίου ιατροφιλόσοφου της Σαντορίνης Ιωσήφ Δε Κιγάλα (1812-1886) φέρων το όνομα Giuseppe είχε νυμφευθεί τη Μαρία Βαρβαρήγου εκ του οίκου των Βαρβαρήγων.
 Όπως και άλλοι Σαντορινιοί είχε γεννηθεί στο Ταϊγάνι της Ρωσίας, όπου οι γονείς του (Αντώνιος και Σοφία Δελαρόκα από τη Νάξο), είχαν μεταβεί ως μετανάστες. Πιο γνωστά ονόματα τον 20ό αιώνα πρέπει να θεωρηθούν ο οφθαλμίατρος Άγγελος Βαρβαρήγος, ο εκδότης της εφημερίδας «Σαντορίνη» Ιωάννης Βαρβαρήγος, ο γιος του Εμμανουήλ Βαργαρήγος και εκ των πρεσβυτέρων και συγχρόνων ο πρωτοπρεσβύτερος της Οίας Ιωάννης Βαρβαρήγος.
Ειδική ίσως αναφορά πρέπει να γίνει στον οίκο Δακορώνια και στη σύζευξη του με τους Μπαρμπαρήγους. Όπως είναι γνωστό οι Da-Corognia καταγόμενοι από την Ισπανία κατέλαβαν το 1307 τη Σίφνο, ενώ από το 1463 διαχέονται στη Νάξο, την Πάρο και τη Σαντορίνη, ιδιαίτερα στην τελευταία με ιδρυτή του  σαντορινιού οίκου από τον Γουλιέλμο Δακορώνια. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο δεκάδες κατιόντες του οίκου φέρουν το όνομα Γουλιέλμος.
 Οι περισσότεροι στο  Σκάρο  έγιναν ιερείς και προεστοί Λατίνοι, ενώ αργότερα, ιδιαίτερα στον Πύργο και την Πάνω Μεριά,  προεστοί και ιερείς  ορθόδοξοι. Όπως προκύπτει από έγγραφα, τόσο ο παππούς του σημερινού κτήτορα Εμμανουήλ Γουλιέλμου Βαρβαρήγος είχε παντρευτεί την Κυριακή Γεωργίου Δακορώνια, όσο και ο προπροπαππούς  του Εμμανουήλ Βαρβαρήγος είχε επίσης παντρευτεί Δακορώνια, την Αικατερίνη Γουλιέλμου Δακορώνια, προφανώς κόρη ενός  εκ των Γουλιέλμων Δακορώνια μεταξύ  των  ετών 1750  και 1800. Αδελφός της Κυριακής Βαρβαρήγου ήταν ο Νικόλαος Γ. Δακορώνιας, ιερέας στην Οία, και συγγενής ο ιδρυτής του Ναυτικού Μουσείου καπετάν Αντώνης  Δημητρίου Δακορώνιας από την Οία.  
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Οικογένεια Βαρβαρήγου"

Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

Οικογένεια Δαρζέντα

Η οικογένεια Δαρζέντα---

Η οικογένεια Δαρζέντα
D' Argenda--
Ο σημερινός κτήτωρ της Αγίας Αικατερίνας Μανώλης Ιωάννου Δαρζέντας έχει ένα μοναδικό προνόμιο: συνδυάζει στο πρόσωπό του τις γενετικές ιδιότητες και των δύο ιστορικών κτητορικών οικογενειών της Αγίας Αικατερίνας: δηλαδή, και της οικογένειας Δαρζέντα (από τον πατέρα του Ιωάννη) και της οικογένειας Μπαρμπαρήγου (από τη μητέρα του Μαργαρίτα).
Όπως είναι γνωστό οι ρίζες της οικογένειας Δαρζέντα βρίσκονται στον κλάδο της βυζαντινής οικογένειας των Αργυρών. Η βυζαντινή οικογένεια των Αργυρών εμφανίζεται στα μέσα του 9ου αιώνα, έχοντας δεσμούς με το Θέμα του Χαρσιανού και αργότερα με το Θέμα των Ανατολικών, στη Μικρά Ασία.
Οι Αργυροί ή και Αργυρόπουλοι, αρχικά ως στρατιωτικοί και αργότερα ως πολιτικοί, καταλαμβάνουν από τον 9ο έως τον 12ο αιώνα διάφορα αξιώματα μεταξύ των οποίων και αυτό του Αυτοκράτορα (Ρωμανός Γ’ Αργυρός). Συνδέονται με πλείστες αριστοκρατικές οικογένειεςØ ένας δε εξ αυτών ο Μαριανός Αργυρός πολέμησε στην Ιταλία. Το 959 μ.Χ. μάλιστα τοποθετήθηκε επικεφαλής των στρατευμάτων των Ευρωπαϊκών Θεμάτων της Αυτοκρατορίας. Οι Αργυροί, όχι κατ’ ανάγκη οι έχοντες άμεση ρίζα με τους Χαρσιανούς, από τον 13ο αιώνα εξαπλώνονται σε όλη την ευρωπαϊκή Αυτοκρατορία (Χαλκιδική, Θεσσαλονίκη, Νότια Ιταλία) και την Κρήτη. Κλάδος της οικογένειας κράτησε το όνομα Αργυρός, ενώ οι Αργυροί, οι οποίοι αργότερα κατέφυγαν στη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας ονομάσθηκαν εκλατινισθέντες σε D’ Argenta, προφανώς από τη λατινική ρίζα του μεταφρασμένου επωνύμου τους, αφού στα λατινικά argentums σημαίνει άργυρος.
Άλλος κλάδος της οικογένειας Αργυρών, ο οποίος κατέφυγε στη Γένοβα, έλαβε το επίσης εκλατινισμένο όνομα Argenti. Πρόκειται για τη γνωστή οικογένεια των Αργέντηδων, οι οποίοι ως έμποροι εγκαταστάθηκαν στη Χίο τον 13ο αιώνα.
 Οι Αργέντηδες υπήρξαν Φιλικοί και εκ των πρωταγωνιστών του αγώνα για την Ανεξαρτησία της Ελλάδας. Ένας μάλιστα εξ αυτών εκτελέσθηκε μαζί με τον Ρήγα Φεραίο στο Βελιγράδι από τους Τούρκους. (Σήμερα υπάρχει στη Χίο από τον Χιώτη πλοιοκτήτη και πατριώτη Λουκά Κτιστάκη πλήρως ανακαινισμένο το «Αργέντικο», κτήμα και οικήματα του 16ου αιώνα, αναγνωρισμένα ως πολιτιστική κληρονομιά του κόσμου). Δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο κλάδοι των Αργυρών, οι Γενοβέζοι Αργέντηδες και οι Βενετσιάνοι Δαργέντηδες, εκμεταλλευόμενοι την αριστοκρατική τους καταγωγή και την εμπορική τους δραστηριότητα, επέστρεψαν ως «αυθέντες» σε σημαντικές οικονομικές περιοχές της Φραγκοκρατούμενης Ελλάδας (για την ακρίβεια της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας). Φυσικά Argenti, θα συναντήσει κανείς και σε άλλες ιταλικές πόλεις όπως στη Μπολόνια, Φλωρεντία, Νάπολη, Πάδοβα, Τριέστι και μάλιστα προ του 1204, όπως ο οίκος των D’ Argenta στο Μπάρι. Το επώνυμο D’Argenta στη Σαντορίνη εξελίχθηκε και εξελληνοποιήθηκε σε Δαρζέντα, Αργέντα, Νταργέντα, Δαργέντα, Ταρζέντα, Ταργέντα, μολονότι το κατ’ εξοχήν επώνυμο, το οποίο κυριάρχησε, αρχικά στο Νημποριό και μετά στην Απάνω Μεριά και στα λοιπά χωριά, ήταν το Δαργέντα.
Ο οίκος Δαργέντα είχε ως οικόσημό του τον σταυρό του Αγίου Ανδρέα (χιαστί) και ένα συμβατικό σταυρό άνωθεν του χιαστί σταυρού. Το ίδιο όμως περίπου οικόσημο έχουν και οι Αργέντηδες. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι βυζαντινοί αρχοντικοί οίκοι δεν είχαν οικόσημα. Άρα το γεγονός κοινού περίπου οικόσημου (με τον σταυρό του Αγίου Ανδρέα) επί Λατινοκρατίας από όλους τους οίκους Αργυρών δεικνύει κοινή καταγωγή.
Κατά τη μοιρασιά των φέουδων στο Δουκάτο του Αρχιπελάγους, φαίνεται ότι το Κάστρο του Αγίου Νικολάου είχε παραχωρηθεί στην οικογένεια D’Argenta. Βάσει εγγράφων προκύπτει ότι το φέουδο του Αγίου Νικολάου της Απανωμερίας (σημερινής Οίας) είχε παραχωρηθεί από τον Δούκα Νικόλαο Γ’ Δελακαρτσέρι (1371-1383) στον οίκο Δαργέντα το 1372. Η δύναμή τους είχε όμως οδηγήσει μέλη της οικογένειας τους να αναλαμβάνουν ήδη από το 1207, αλλά και μετέπειτα, θέσεις πυργοδεσποτών και σε άλλα μέρη της Σαντορίνης, όπως του Νημποριού.
 Ο οίκος, όμως, Δαργέντα μπορεί να καταχωρηθεί πρώτα ως οίκος του Αγίου Νικολάου Απανωμερίας και δευτερευόντως ως οίκος του Σκάρου και αργότερα των Φηρών. Οι κλάδοι αυτοί αρχικά καθολικοί, μετέπειτα υποδιαιρέθηκαν και σε κλάδους ορθοδόξων, οι οποίοι κυριάρχησαν στην Απανωμερία, ενώ οι καθολικοί στα Φηρά. 
Αυτή είναι και μια παραδοχή για την Αγία Αικατερίνα Οίας. Φαίνεται ότι όταν αποφασίσθηκε η ίδρυση της Μονής της Αγίας Αικατερίνης (της Σιένας) από τους καθολικούς Δαργέντα αρχικά στο Σκάρο το 1595 και μετέπειτα με μετεγκατάσταση στα Φηρά, οι ορθόδοξοι Δαργέντα την ίδια πιθανόν περίοδο ανήγειραν την Αγία Αικατερίνα τη Μεγαλομάρτυρα ως μονή αρχικά και ναό ορθοδόξων ακριβώς απέναντι από το Κάστρο και το Γουλά της Απανωμερίας. Το γεγονός του ευμεγέθους τετρακίονου ναού, ιδιαίτερα για τα χρόνια εκείνα, δείχνει και τη σημασία του γεγονότος.
 Έχει ιδιαίτερη σημασία ότι η Μονή Δομηνικανιδών Σκάρου «Σάντα Κατερίνα» ιδρύθηκε από Δαργέντα, (το Μαρίνο Δαργέντα), δύο δε από τις κόρες του η Μαργαρίτα και η Μαρουλία ήταν μεταξύ των πρώτων 7 μοναχών, μια δε εξ αυτών, μάλλον η Μαργαρίτα, η οποία ονομάσθηκε Catarina, έγινε Ηγουμένη της Μονής. Φυσικά, όπως γινόταν με όλες τις αριστοκρατικές οικογένειες, οι Δαργέντηδες συνδέθηκαν επιγαμίως διαχρονικά με όλες τις γνωστές οικογένειες της Σαντορίνης.
 Έτσι, Δαργέντηδες νυμφεύθηκαν μέλη των Οίκων Δακορώνια, Βαρβαρήγο, Δεκιγάλα, Δελένδα, Συρίγο, Σπάρταλη, Κοκκαλάκη κ.ά. Αναφέρεται ακόμα και γάμος μεταξύ Αργέντηδων και Δαργέντηδων: Η Μαρούσα Δαργέντα κόρη του Μαρίνου και της Μαργαρίτας Δαργέντα από τη Σαντορίνη ενυμφεύθη τον Ανδρέα Αργέντη από τη Χίο. Η Μαρούσα Δαργέντα-Αργέντη αναφέρεται ότι πέθανε το 1696 στη Χίο.

Η πιο σημαντική ιστορική καμπή για την οικογένεια Δαργέντα συνέβη το 1577, όταν επί Δούκα Ιωσήφ Νάζη (Πορτογάλου Ισραηλίτη φίλου του Σουλτάνου), δέκα τουρκικά πειρατικά πλοία κατέλαβαν το Κάστρο του Αγίου Νικολάου. Οι τουρκοπειρατές οδήγησαν κατοίκους του Καστελιού και πολλά μέλη της οικογένειας Δαργέντα ως αιχμάλωτους δούλους στην Τρίπολη της Συρίας. Ο Λουκάς Δαργέντας και ο ανηψιός του Ανδρέας, αφού κατάφεραν να εξαγοράσουν την ελευθερία τους πληρώνοντας λύτρα (2.500 γρόσια), ξεκίνησαν ένα μεγάλο αγώνα στη Δύση για τη συλλογή των λύτρων απελευθέρωσης και των λοιπών μελών της οικογένειας τους. Σχεδόν όμως όλοι πέθαναν πριν απελευθερωθούν στη Συρία.
Παρόλα αυτά, οι Δαργέντηδες του Νημποριού ως στενοί συγγενείς, συνέχισαν για λίγο τη διαδοχή στο φέουδο του Καστελιού του Αγίου Νικολάου. Στην αρχή το 1578 ο Νικόλαος Δαργέντας, αδελφός του αιχμαλωτισθέντος Λουκά, και αμέσως μετά, ο γιός του Μαρίνος, υπέρ της διαδοχής του οποίου παραιτήθηκε ο Νικόλαος. Το νησί όπως είναι γνωστό προσαρτήθηκε στους Τούρκους, (το 1579), οπότε και τυπικά φαίνεται, ότι παρά το ιδιότυπο καθεστώς της διοικητικής συνεργασίας Τούρκων και Φράγκων στο σύστημα διοίκησης των ελληνικών νησιών, το φέουδο έπαψε να είναι ιδιοκτησία των Δαργέντα. Όλα τα επόμενα χρόνια οι Δαργέντα διασκορπίζονται και αναφέρονται σε όλα τα κεφαλοχώρια του νησιού. Κυριαρχούν φυσικά ως κτήτορες και διαχειριστές στη Μονή Δομινικανιδών της Σάντα Κατερίνας της Σιέννα επί δύο αιώνες (1595-1789). Οι Δαργέντα αναφέρονται πλέον ως σημαντικές οικογένειες στον Πύργο, το Νημποριό, τα Φηρά και το Ακρωτήρι. Ακόμα και στη Νάξο του 1645 εμφανίζεται σε δικαιοπρακτικό έγγραφο ως μάρτυρας (προσφορά αμπελιού) α Αντώνης Νταρζέντας από τη Σαντορίνη. Γεγονός είναι ότι υπό την Τουρκοφραγκοκρατία, ο οίκος Δαργέντα μετατρέπεται σε σημαντικό ιερατικό οίκο, αφού πολλά μέλη του αποκτούν κρατικούς ρόλους της Καθολικής Εκκλησίας. Από την ιστορική καταγραφή θα πρέπει κανείς να συγκρατήσει σχετικά με το πολύπλοκο γενεαλογικό δένδρο του οίκου D’Argenta τα ακόλουθα:
α.           Παρότι οι D’Argenta εμφανίζονται από το 1207, το έγγραφο κατοχής του Καστελιού του Αγ. Νικολάου, πρέπει επισήμως να καταχωρηθεί στο έτος 1372, όταν ο Νικόλαος Γ’ Ντε λα Καρτσέρι, το παραχωρεί ως Δούκας του Αρχιπελάγους στην οικογένεια D’ Argenta
β.           Το 1445 κτήτωρ του Αγ. Νικολάου εμφανίζεται ο Μαρίνος Δαργέντα.
γ.            Το 1479 κτήτωρ του Αγ. Νικολάου εμφανίζεται ο Φραγκίσκος Δαργέντα.
δ.           Εκ των απογόνων του Φραγκίσκου, Γιαννούλη (1482), Ματθαίου (1517), ο μεν Λουκάς (1577) αιχμαλωτίζεται από τους Τούρκους πειρατές, ενώ ο Νικόλαος (1577) παραιτείται υπέρ του γιου του Μαρίνου, γνωστού ως ιδρυτή της Μονής Δομινικανιδών της Σάντα Καταρίνα.
ε.            Από το 1600 και μετά, βάσει και του αναλυτικού γενεαλογικού δένδρου του Hopf και της μελέτης του Δημ. Ν. Κασαπίδη, πλείστοι αναφέρονται ως ιερείς, μοναχοί, ηγούμενοι και καγκελάριοι, σε όλα τα κάστρα της Σαντορίνης.
στ.         Η οικογένεια Δαργέντα αποκτά συγγενικές σχέσεις με τις οικογένειες Αλαφούζου, Κοκαλάκη, Δελένδα, Πρέκα, Γαβρά, Δακορώνια, Μπαρμπαρίγου, Μπαγέζιου, Μαθά, Σπάρταλη, Χάλαρη, Γαβαλά, Σιγάλα, Συρίγου, Κακάκη.
ζ.            Από την πλευρά των ανιόντων του σημερινού κτήτορα Εμμανουήλ Δαρζέντα (γεν. 1949) θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι γονείς του υπήρξαν ο Ιωάννης Εμμανουήλ Δαρζέντας (1903- 1960) και η Μαργαρίτα Βαρβαρήγου (1906-1982), οι οποίοι παντρεύτηκαν το 1937. Γονείς του Ιωάννη Δαρζέντα ήταν ο Εμμανουήλ Δαρζέντας και η Μαργαρώ Δαρζέντα, οι οποίοι είχαν 9 παιδιά. Ως ευθέως συγγενείς του Ιωάννη Δαρζέντα θεωρούνται οι Γεράσιμος, Ευάγγελος, Κωνσταντίνος, Δημήτριος, Μιχαήλ, Καλλιόπη (συζ. Κυριάκος Βάβλης), Ιουλία (συζ. Σπύρος Καρράς), Μαρουλία (συζ. Εμμανουήλ Παράβαλου) και τα 32 περίπου παιδιά τους, όπως προκύπτει από τα δημοτολόγια της Κοινότητας Οίας. Πατέρας του Εμμανουήλ Δαρζέντα ήταν ο Γεράσιμος Δαρζέντας, χωρίς περαιτέρω στοιχεία ακόμη για τον κλάδο αυτόν.
η.           Το όνομα Δαρζέντα, θεωρείται απ’ όλους άμεσα συνδεδεμένο με την Οία, λόγω της μακρόχρονης παρουσίας της οικογένειας στο νησί. Η οικογένεια, όμως, έχει αναμιχθεί με πολλές άλλες γνωστές οικογένειες, των οποίων οι απόγονοι βρίσκονται σήμερα σε όλα τα κεφαλοχώρια.
               Παρά την ιερατική ιστορία του οίκου Δαργέντα στην καθολική εκκλησία, αρχικά του Σκάρου και μετέπειτα των Φηρών, κυρίως λόγω των όρων της διαθήκης του ιδρυτή της Μονής Δομηνικανιδών Santa Catarina Μαρίνου Δαργέντα, υπήρξαν και πολλοί Δαργέντα αναφερόμενοι σε ποικίλα έγγραφα ως ορθόδοξοι. Ο Μερκούριος Δαργέντας, Σακελλάριος της Ορθόδοξης Εκκλησίας (1653), ο Ανδρέας Δαργέντας (1623), ο ιερέας Ιωάννης Δαργέντας (1614), ο Γιακουμής και Αντώνιος (1711), ο Γουλιέλμος και Νικόλαος (1723), οι Αντώνιος και Ειρήνη (1734) κ.ά.
               Μέλη της οικογένειας Δαρζέντα διακρίθηκαν τον 19ο και 20ό αιώνα στον χώρο των τεχνών, των επιστημών και των επιχειρήσεων. Ο χωροεπίσκοπος και αγιογράφος (1835) Εμμανουήλ Δαρζέντας, ο βουλευτής (1923-26) Αντώνιος Δαρζέντας, ο σημαντικός ζωγράφος Δημήτριος Δαρζέντας (1915-2001), μαθητής του Παρθένη, και πολλοί καθηγητές Πανεπιστημίων.
θ.           Στη μακρόχρονη ιστορία των Δαργέντα έχουν αναφερθεί και δύο γάμοι με την οικογένεια Μπαρμπαρίγων: (α) του Ιωάννη Δαργέντα και της Μαρούσας Μπαρμπαρίγου, (β) της Καλουδιάς Δαργέντα και του Μιχαήλ Μπαρμπαρίγου (γάμος το 1688).
ι.             Μετά τη συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή το 1774 και την αποχώρηση των Ρώσων από τις Κυκλάδες, δόθηκε η δυνατότητα στους νησιώτες να μπορούν να εγκαθίστανται στη Ρωσία. Πολλές οικογένειες, που λόγω ναυτιλίας είχαν δεσμούς με τις πόλεις της Μαύρης Θάλασσας, εγκαταστάθηκαν στην περιοχή Ταϊγάνι (Tanarog) μεταξύ αυτών και ο Γουλιέλμος Δαργέντας.
http://www.ayiaekaterinaoias.gr/oikogeneies/oikogeneia-darzenta.html?page=2
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Οικογένεια Δαρζέντα"
Related Posts with Thumbnails