Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα επων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα επων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2025

ΜΑΝΙΑΤΙΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ

 


Τα γνήσια μανιάτικα ονόματα δεν έχουν καμιά ιδιαίτερη κατάληξη πριν το 1600. Ιδιαίτερα όσα είναι γνήσια επώνυμα και όχι πατρωνυμικά.
1) Γιατί τα από το βυζαντινό -άκιος προερχόμενα σε -άκης (και -άκος μεταγενέστερα) μανιάτικα ονόματα είναι πριν το 1600 πατρωνυμικά, και όχι επώνυμα. Περίπου το ίδιο συμβαίνει σε άλλες Ελληνικές «ατόφιες» περιοχές όπως η Αθήνα (τότε), το Μεσολόγγι, ο Μιστράς, το Ναύπλιο. Τελευταίοι που «κόλλησαν» το -άκης είναι οι Κρητικοί κι οι Αρβανίτες της Β. Ελλάδας (Θράκη κ.λ.π.) γι’ αυτό και το διατηρούν μιας και ενώθηκαν τελευταίοι με την Ελλάδα και το «κόλλησαν» αργότερα στα ονόματα τους ομαδικά.
Το -άκιος είναι βαφτιστικό αυτών πού λέγονταν «Ρωμιοί» δηλ. των απογόνων των κατοίκων του Ελλαδικού χώρου απ’ το 212 ως τον 10ο αιώνα μ.Χ. Από κει κι ύστερα γίνεται βαφτιστικό και πατρωνυμικό και από κει πατρωνυμικό και επώνυμο με τη μορφή του -άκης και -άκος. Το -άκος το πρόσθεσαν οι Μανιάτες μετά το ‘21 μιας και τόχαν κι αυτό σε μικρότερη κλίμακα και εναλλακτικά με το -άκης για να δείξουν ιδιαίτερη καταγωγή, αφού και το παλιό τους -άκης το είχαν ήδη από παλιά ή αντιγράψει απ’ αυτούς πολλοί άλλοι.
Έτσι πολλοί πού το όνομα τους ήταν σε -άκης το άλλαξαν σε -άκος. Αυτό συνέβαινε μέχρι και το 1960 (π.χ. ο Μιχαλιόλας έγινε μετά το 1930 Μιχαλολιάκος και «επέστρεψε» στο Μιχαλόλιας μετά το 1960. Ο Μπόφος έγινε Μποφάκος και «επέστρεψε» στο Μπόφος τώρα τελευταία. Ο Μουσούρος έγινε Μουσουράκος και ξανάγινε Μουσοϋρος ή Κάσσης (το παλιότερο του) μετά το 1970. Ο Γιατράκης τόκαμε Γιατράκος μετά το 1880 και το κρατά. Ο Λεοντακιανάκης τόκαμε Λεοντακιανάκος (δύο αδέρφια γράφονται ο ένας έτσι ο άλλος αλλιώς) . Ο Στρατογιαννάκης τόκαμε Στρατογιαννάκος και πλήθος άλλοι.
Επειδή όμως και οι κάτοικοι της Λακεδαίμονας είχαν από παλιά το –άκης, όπως κι οι Μανιάτες, για να μοιάσουν κι αυτοί με τους Μανιάτες, θαύμαζαν, ζήλευαν ή φοβόντουσαν τους άγριους ορεσίβιους — μην ξεχνάμε ότι οι Μανιάτες λεγόντουσαν, στην Επανάσταση του 1821 και πριν, επίσημα Σπαρτιάτες (η σημερινή Σπάρτη δεν υπήρχε) και συνοίκησαν κι αυτοί στην νέα Σπάρτη (1834 κ.ε.), μιας και η παροιμία τους αυτών των ίδιων λέει «ΟΙ Μανιάτες στη Βουλή κι οι Σπαρτιάτες; στη βοσκή», έπιασαν κι αυτοί και κάνανε τα ονόματά τους (με πιο φανατισμό απ’ τους ίδιους τους Μανιάτες) τώρα στον εικοστό αιώνα κι αυτοί σε —άκος. Ιδιαίτερα η πλευρά των Μπαρδουνοχωριών —Βόρ. Γυθείου— Β. Ταϋγέτου και Σπάρτης.
Έτσι οι σε -άκος πλήθυναν στη Λακωνία, χωρίς όμως όσοι τόχαν νάνε Μανιάτες, παρά μόνο σε πολύ μικρό ποσοστό. Αντίθετα στους Μέσα Μανιάτες (κι όσους απ’ τους Σπαρτιάτες τάχαν πριν από το 1821) διατηρήθηκε και το -άκης εξ ίσου με το -άκος. Αλλά στη Μέσα Μάνη όπως είπαμε το -άκης ήταν πατρωνυμικό και τόχαν όλοι. Τα πραγματικά ονόματά τους ήταν σε άλλες καταλήξεις που θα πούμε αμέσως μετά την επόμενη παράγραφο.
Τα οικογενειακά των Μανιατών όλων ήταν σε -ιάνος (ιταλόμορφα). Χωρίς κανείς να γράφεται στα χαρτιά έτσι, ανήκει σε μία (με στενή ή ευρεία έννοια) οικογένεια πούχει καταλήξεις σε -ιάνος (θηλ. -άνιζα) (Νικλιάνος, Τσουλιάνος. Μιχαλακιάνος. Μπαθριάνος. Ρικιάνος. Γιαννουκιάνος. Ζερβακιάνος). Το -ιάνος σημαίνει σύνολο ανθρώπων πούχουν συγγένεια εξ αίματος (άσχετο αν πολλοί «κολλούσαν» με τον καιρό, λόγω συμμαχίας ή αγχιστείας 😊 σώγαμπροι). Έτσι·. όλοι οι Μανιάτες οποιοδήποτε επώνυμο κι αν έχουν η οικογενειακή τους κατάληξη είναι -ιάνος, όσο κι αν διευρυνθεί γενεαλογικά.
Μιχαλίτσης, το μέλος της οικογένειας: Μιχαλιτσιάνος.
Δρακουλάκος, το μέλος της οικογένειας: Δρακουλιάνος.
Λεφατζής. το μέλος της οικογένειας: Λεφαγγιάνος.
Κάσσης. το μέλος της οικογένειας: Καχιάνος.
Μπράτης, το μέλος της οικογένειας: Μπραϊτιάνος.
Καγιάλες. το μέλος της οικογένειας: Καγιαλιάνος.
Αρμυράντες, το μέλος της οικογένειας: Αρμυραντιάνος.
Λιόπουλος, το μέλος της οικογένειας:Λιοπουλιάνος.
Οι συνοικισμοί πάλι πούχουν το όνομά τους από οικογένειες έχουν κατάληξη σε -ιάνικα: Κριελιάνικα. Σκαφιδιάνικα, Μερμηγκιάνικα. Νομίζω ότι όπου υπάρχουν στον Ελλαδικό χώρο τόποι ή χωριά με τέτοια κατάληξη μαρτυρούν μανιάτικη παρουσία εκεί.
2) Το —έας είναι παλαιά μανιάτικη κατάληξη (πριν το 1600 υπήρχε κι αλλού ίσως.) . Είναι αποκλειστικά σχεδόν μανιάτικη σήμερα. Όπου υπάρχει άνθρωπος σε —έας είναι Μανιάτης 99%. Συναντιέται συχνότερα μετά το 1800 στη Μεσσηνιακή Μάνη πριν ήταν εναλλακτικό με το —άκης. Στη Μέσα Μάνη σπανιότερο μετά το 1800. Το —έας προέρχεται από περιγραφικό (μεγεθυντικό σωματικών ή άλλων γνωρισμάτων) επίθετο, όπως π.χ. Αχειλαρέας (αυτός πούχει μεγάλα χείλη) , Κοιλαρέας, Παδαρέας, Μυταρέας κλπ. Έτσι έχομε το Καβλέας, Χορταρέας κλπ. και μετά, τα πατρωνυμικά Χρηστέας, Χριστοδουλέας, Σαραντέας πού γίνονται μετά και καταληκτικά επιθέτων (αν και το —έας είναι μεγεθυντικό, ενώ το -άκιος σμικρυντικό ωστόσο εναλλάσσονται) :Βαχαβιολέας, Κουρέας (από το Κούρος = κόκορας), Αρκουδέας, Κατσουλέας κλπ.
3) Τα σε —όγιαννης δείχνουν σίγουρη μεσομανιάτικη καταγωγή. Οι υπόλοιποι Ελλαδίτες έχουν την ίδια κατάληξη άλλα με άλλο τονισμό (-όγιαννης). Φραγκόγιαννης, Βαβουλόγιαννης, Βιτσιλόγιαννης, Γιωργουλόγιαννης, Λυκόγιαννης, Αγριόγιαννης, Λιόγιαννης, Ψουρόγιαννης, Κλεφτόγιαννης, Καλογερόγιαννης κλπ. (Πρβλ. τα Κεφαλογιάννης, Βαρδινογιάννης, Τσιρογιάννης, Κοντογιάννης).
4) Τα σε -όλιας δείχνουν σίγουρη μανιάτικη καταγωγή (τα μη μανιάτικα είναι σε -ολιάς). Το β’ συνθετικό είναι Λίας = Ηλίας (εκτός Μάνης είναι Λιάς). Έτσι: Μπουρόλιας. Πετρόλιας, Μιχαλόλιας κλπ. Τα σε -όκωτσος -όπετρος κλπ. γίνονται ανάλογα: Κουφόπετρος, Πηλόκωτσος κι όχι Κουφοπέτρος.
5) Τα σε -όδημας (β’ συνθ. είναι Δήμας) το ίδιο με τα προηγούμενα: Γιαννακόδημας Χουλόδημας, Παπαδόδημας κλπ. πρβλ.
εκτός Μάνης: Μπρεδήμας, Κατσαδήμας.
6) Τα σε -όγγονας είναι όλα μανιάτικα σίγουρα όσο κανένα άλλο (β’ συνθετικό: όγγονας): Παπαδόγγονας, Δημαρόγγονας, Λιακόγγονας.
7) Τα σε -έλος. Μοιάζουν με άλλα ανάλογα εκτός Μάνης π.χ. των νησιών): Ταυραντζέλος, Μπαθρέλος, Καπαρέλος, Κατσιβαρδέλος (ας σημειωθεί ότι μόνο η κατάληξη είναι ιταλόμορφη η υπόλοιπη ρίζα Ελληνική).
😎 Τα σε -άρος είναι χαρακτηριστικά μανιάτικα: Καλονάρος (Καλονιοί), Λαουνάρος, Κατσικάρος, Τσιμπιδάρος, Καπερνάρος, Τορνάρος, Σκανταλάρος, Αντώναρος, Κουτριγάρος, Καναβάρος, Κοντράρος.
Μερικά είναι παρατσούκλια που δίνονταν λόγω ομοιότητας με διάσημους άντρες.
9) Σε -ούρος (μη έχοντας όμως σχέση ή ρίζα τους με ιταλικά) : Κουμουνδούρος, Μουσούρος, Γιαννακούρος και Φατούρος, Φερεντούρος, Πατσούρος (που έχουν ιταλική ρίζα).
10) ιταλοκατάληκτα σε -ούτσος (χωρίς ιταλική ρίζα): Μαυρούτσος, Καρλούτσος.
11) Σε -ώτσος: Κοτρώτσος, Βρώτσος.
12) Σε -άτσος: Κουβάτσος.
13) Σε –ούνος: Μπουφούνος, Τσατσαρούνος.
14) Σε -ούζος: Κωσταντούζος, Αραούζος κλπ.
15) ιταλόμορφα: Κοβορίνος, Μπαλίνης, Κάσσης( 😉, Δεκούλος, Αλετουράνος, Μονέδας, Μαντούβαλος( 😉, Ρίτσος( 😉, Καντήρος( 😉, Ρόζος, Βεντίκος( 😉, Μπουρίκος( 😉, Σάσσαρης, Μαγγιόρος, Μπαλιτσάρης( 😉, Τσαπατσάρης( 😉, Βαραμέντης, Δραγουμάνος, Ντουρέκας( 😉, Μέντισης(=Γιατράκης).
16) Ξενικά: Νίκλος, Γαλλάκος, Γουλλιέρμος, Μόσκοβος, Ντούβας, Νέγκας, Μπράτης, Σκλαβούνος, Αρναούτης, Αρβανίτης, Καντραμπασιάνος, Σερεμετάκης, Καούρης, Μπραίμης, Κασίμης, Μπερδέσης( 😉, Καραντάνης, Μπιράκος( 😉, Μουσούλης, Αχριάνης, Σαλούφας( 😉, Χασανάκος, Σμαηλιάνος, Καραμαλής, Μουσταφάς, Κιοπέης, Μπουραζάνης( 🙂, Νταϊφάς, Καραμάνης, Σαλίχος, Κατσίρης, Μορφίρης( 😉, Μποντίλας, Μποζαγριέγος, Σιβίλιας, Κατελάνος, Αρμυράντες( 😉, Μπουδιγάδες (μετά Βουδιγάρης), Κάρλες, Καγιάλες, Κατσαφάδος, Κατραμάδος.
17) Βυζαντινά: Κοσμάς, Πόθος, Πάτρος (Πάτρων), Μόφορης, Δεμέστιχας, Γερακάρης, Μεσίσκλης, Λυμπέρης, Παντελέος, Καπηλωρύχος( 😉.
18) Σε -αίος: Κουτσιλαίος, Κοτιλαίος, Γιαμπαίος.
19) Τα σε -όπουλος είναι πατρωνυμικά, αλλά σπανιότατα επίθετα: Γεωργόπουλος, Μιχαλόπουλος, Δικαιόπουλος. Θάλεγε κανείς ότι ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα τα πατρωνυμικά -όπουλος έγιναν επίθετα, στην Μάνη «δεν πρόφτασαν» να γίνουν.
Κανένα από τα ξενικά επώνυμα δεν σημαίνει ξενική καταγωγή παρά μόνο σε σπανιότατες περιπτώσεις. Έδιναν ξενικό ή Ελληνικό παρατσούκλι σε ντόπιους Μανιάτες, επειδή έμοιαζαν στο παρουσιαστικό ή ήταν οπαδοί με κάποιον διάσημο άντρα έλληνα ή ξένο της εποχής τους (π.χ. Κουμουνδούρος, Μουσούρος, Καλλέργης). Αυτό συμβαίνει ως και σήμερα.
Από το βιβλίο του Κυριάκου Δ. Κάσση «Μοιρολόγια της Μέσα Μάνης Α’» Αθήνα 1979.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ " ΜΑΝΙΑΤΙΚΑ ΕΠΩΝΥΜΑ "

Παρασκευή 13 Αυγούστου 2021

Η «καταγωγή» των επιθέτων των Ελλήνων και κατά πόσο έχουν επηρεαστεί από την τουρκοκρατία

 Τι έκαναν οι πρόγονοί μας (ή τι προδίδει ένα επίθετο)

Τα επίθετά μας φανερώνουν τι δουλειές έκαναν οι προπάπποι μας, ή τι σόι άνθρωποι ήταν. Διακόσια χρόνια μετά την Επανάσταση, οι τούρκικες πινελιές στα ονόματά μας κρατάνε ακόμα

 Η «καταγωγή» των επιθέτων των Ελλήνων και κατά πόσο έχουν επηρεαστεί από την τουρκοκρατία

Μερικά επίθετα καταλαβαίνεις αμέσως τι σημαίνουν: ο κύριος Τσενές, για παράδειγμα, μιλάει ασταμάτητα ή έχει μεγάλο στόμα, αν όχι αυτός ο ίδιος, τότε η γιαγιά, ο προπάππος του, κάποιος που κατάγεται από μέρος με Τούρκικο ζυγό ή έδαφος το οποίο σήμερα ανήκει στην Τουρκία. «Τσενές» στα Τούρκικα είναι το στόμα, στη Βόρεια Ελλάδα λέμε για τους πολυλογάδες «Μα δεν πιάνεται ο τσενές του, μιλάει τόση ώρα χωρίς σταματημό;»

Όλα αυτά είναι  άσχετα με την τρέχουσα πραγματικότητα ή την φρικτή επικαιρότητα, αλλά με έπιασε βαθιά επιθυμία να τις αγνοήσω και τις δύο. Κι έπειτα ψάχνοντας το οικογενειακό μας όνομα, έπεσα πάνω σε διαμαντάκια και ενθουσιάστηκα (όπως κάθε φορά που βρίσκω μια «καπού» μια πόρτα δηλαδή διέξοδο από το δυσάρεστο παρόν… και ναι, 

ο Καπουτζίδης ή είναι από φαμίλια που έφτιαχνε πόρτες ή κάποιος πρόγονός του άνοιξε την πόρτα κι έφυγε, δεν εξηγείται αλλιώς). 

Ο Κιρμιζής ήταν ένας κοκκινοπρόσωπος παππούς - «κιρμιζί» σημαίνει κόκκινο, μπορεί να θύμωνε εύκολα ή να είχε κόκκινο χρώμα η μούρη του, και μεταφέρθηκε η χάρη τόσες γενιές. 

Ο Ελματζόγλου είχε μηλιές μια και «ελμά» είναι το μήλο, αν και μπορεί να έτρωγε ή να πουλούσε μήλα.

 Ο  Αραμπατζής είχε αμάξι πρώτος- πρώτος, μια και «αραμπά» είναι το αμάξι, ή ήταν σωφέρ, πάντως είχε τροχούς πριν εφευρεθεί το αυτοκίνητο.

 Ο Μπιτσαξής, Μπιτσάκης, Μπιτσακάκης, έφτιαχνε μαχαίρια, πουλούσε μαχαίρια, στη χειρότερη ήταν μαχαιροβγάλτης ή μαχαίρωσε κάποιον και του βγήκε το όνομα. 

Ο Τσατάλης, Τσαταλίδης, Τσαταλάκης έφτιαχνε/πουλούσε πιρούνια («μπιτσάκ» είναι το μαχαίρι και «τσατάλ» το πηρούνι). Μεταφορικά, μπορεί να είχανε μαγειρειό ή κρεοπωλείο αυτοί οι δύο, μαζί με τον Καζαντζάκη, Καζάντζα και Καζαντζόγλου – «καζάν» είναι το καζάνι. Με διαφορετική γραφή και προφορά, είναι και η τύχη, άρα αυτός που απελευθερώθηκε το 1821 ή έφτασε στην Ελλάδα από την Μικρά Ασία με το «καζάν» στο όνομά του το 1922, μπορεί να «καζάντισε», να ήτανε δηλαδή τυχερός, παίζει κι αυτή η εκδοχή.

Ο Κεσίσογλου είχε κατσίκια, μπορεί και πολλά κατσίκια. Με άλλη γραφή/ορθογραφία, ήτανε μοναχός… πράγμα δύσκολο, γιατί η συνέχεια στο γεναιόγραμμα δεν αποδίδεται σε μοναχούς μια και δεν κάνουν παιδιά. Εκτός αν ο μοναχός αποφάσισε να μονάσει αφού έκανε τα παιδιά του, που πήρανε το όνομα «Κεσσίς», με παχύ «σ», για να τον τιμήσουν. 

Ο Καρίπογλου φρόντιζε κάποιον συγγενή ή και όλους, από το «καρίπ» που σημαίνει «φροντίζω», και ο Αρπάζογλου είχε χωράφια με κριθάρι, εμπορευόταν κριθάρι, άντε να έφτιαχνε κριθαροκουλούρες. Η γιαγιά μας που λεγόταν Ταστσόγλου, έγινε Πετρίδου όταν ήρθε από την Καππαδοκία μια και «τας» σημαίνει «πέτρα» - συχνά υπάρχει και το όνομα Πέτρος στις οικογένειες με την πέτρα στο όνομά τους επειδή κάποιος προπάππος λεγόταν Πέτρος, μάζευε πέτρες, έσπαγε πέτρες ή συγχωρέθηκε με μια πέτρα στο δόξα πατρί, όλα παίζουν. Το Τατσόπουλος, Τασόπουλος, Πετρόπουλος, έχουν την ίδια καταγωγή, από την Τούρκικη πέτρα.

«Κιρλί» σημαίνει βρώμικος οπότε σκεφτείτε κόσμο που ξέρετε με επίθετο από «κιρλί» - ο ίδιος ο κόσμος μπορεί να πλένεται, αλλά οι προπάπποι του ήτανε μποχίκοι. 

Ο Παχαλίδης (που συχνά γίνεται Πασχαλίδης) είναι ακριβός, πουλάει ακριβά ό,τι πουλάει – «παχαλί» σημαίνει ακριβό.

Ο Τσοκάκης, Τσοκίδης, Τσοκούδης, είναι πολύς, μπόλικος, μάλλον τά’χει τα κιλάκια του, από το «τσοκ»=πολύ, αποκλείεται να είναι «κιουτσούκ», δηλαδή μικρόσωμος – αυτός θα είναι ο Κιουτσούκαλης, Κιουτσουκέλης, Κιουτσούκης κλπ. 

Ο Βουγιούκας, Βουκιουκλάκης, Βουγιουκής κλπ είναι μεγαλόσωμος, ψηλός, έχει θεωρία, μια και «μπουγιούκ»=μεγάλο.

Ο ντέντεκτιβ Ουζούνης θα είχε ψηλούς προγόνους – «ουζούν» = ψηλός, αντίθετα ο Κισάκης, Κιτσάκης, Κισέλης θα είχε προγόνους-τάπες μια και «κισά»=κοντός. 

Ο Ρετσέλης έφτιαχνε μαρμελάδες με πολλή επιτυχία, ο Κουζούνης είχε αρνιά, ο Εκμετζής είχε φούρνο ή έτρωγε πολύ ψωμί. 

Ο Καφετζόπουλος και Καφετζής, είτε έψηνε καλό καφέ είτε ήτανε άξουαλ καφετζής με τη βούλα. Αντίστοιχα και ο Μπουφετζής υποθέτουμε ότι είχε μπουφέ κι έβγαζε μεζέδες.

 Ο Σαράπης, Σαράπογλου, Σαραπάκης, τα έτσουζε όποτε έβρισκε ευκαιρία, αλλά ας του δώσουμε μια ευκαιρία, μπορεί να έφτιαχνε καλό κρασί, που είναι «σαράπ». 

Ο Βαρδάκας, Βαρδακίδης, Βαρδάκογλου πουλούσε ποτήρια, φυσούσε γυαλί, ασχολιότανε με το «μπαρντάκ» που είναι το γυαλί. Αν ασχολιόταν με το «μπερντέ»=χρήμα, θα ήτανε Μπερντέκης, Μπερδέκης, Βερδέκης ή Βερδεκίδης.


Ο Κεχαγιάς, Κεχαγιόγλου, Κεχαγιάκης… έχει διάφορες εκδοχές, από το «κεχαγιάς στο σβέρκο μας», δηλαδή απόγονος βαθμοφόρου/αρχηγού/κυβερνήτη, μέχρι «προφήτης» αλλά και… «δέντρο με καφέ χρώμα», μια και δεν ξέρουμε την αρχική ορθογραφία ούτε την προφορά του «κεχαγιά».

Κάποτε γνώρισα μια κυρία Γιουμουρτάκη («γιουμουρτά»=αυγά), η οποία με διαβεβαίωσε προσβεβλημένη ότι δεν είχε καμιά σχέση με κότες. Μπορεί όμως να έτρωγε πολλά αυγά ο προπάππος, να χάριζε αυγά, οτιδήποτε – να έσπασε όλα τα αυγά γυρνώντας από το παζάρι. «Μπιρ» σημαίνει ένα, άρα ο Μπιράκος, Μπιράκης, Μπιράκογλου, είχε ένα παιδί μόνο, παράδοση στα μοναχοπαίδια. 

Ο Αμανατίδης, Αμανάτης, Αμανάτογλου, Αμανατάκης, έμεινε πίσω όταν έφυγαν όλοι, «αμανάτι», που σημαίνει μέσες-άκρες ενέχυρο, πάντως τον άφησαν οι προ-προπάπποι κάπου επειδή δεν μπορούσαν να τον πάρουν μαζί τους. Ο Σέκος ήτανε ντούρος – το «έμεινε σέκος» από κει βγαίνει, από το «ίσιος», με την έννοια ότι αν κάποιος πέσει σέκος, αναγκαστικά είναι ευθυγραμμισμένος με το πάτωμα. 

Ο Γιαβάσης, Γιαβάσογλου, Γιαβασίδης, ήταν αργός, δεν προχώραγε το μουλάρι του, μιλούσε αργά, πήγαινε γιαβάς-γιαβάς, δηλαδή σιγά σιγά. 

Ο Καλίνης, Καλλίνης, Καλινάκης, ήτανε γεματούτσικος κι ο Ιντζίδης, Ιντζόγλου, Ιντσάκης ήτανε λιγνός, από το «καλίν»=χοντρός και «ιντσέ»=λεπτός.

 Ο Μευντάνης ζούσε κοντά ή μέσα στην πλατεία, «μευντάν»=πλατεία. 

Ο Σταμπούλογλου είχε γεννηθεί στην Πόλη, στην Ισταμπούλ, όπως οι πρόγονοι της Λίλας Σταμπούλογλου. Βάζω ανδρικό γένος στα ονόματα επειδή από τους παππούδες κράταγε το εκάστοτε επίθετο συνήθως, πολύ σπάνια από τις γιαγιάδες. Το οικογενειακό επάγγελμα στην διάρκεια του 19ου αιώνα ήταν αυτό που εξασκούσε ο πατέρας. 

Αν η γιαγιά/μάνα ήταν μαία, μπορεί το όνομα «Εμπέ» να ήτανε πρώτο συνθετικό, Εμπετζή, ακόμα και Αμπατζή ή Αμπαζή με παραφθορά, αλλά αν ήταν «ουριτσμάν»=δασκάλα, δύσκολα θα ονοματιζόντουσαν οι απόγονοί τους από τη δουλίτσα της. Που δεν υπήρχε κι όλας ως επάγγελμα γυναικών στον Ελλαδικό χώρο, στο διάστημα 1700-1880.


Παρά το ψάξιμο δεν φωτίστηκα πολύ με το «Ζουμπουλάκης», που θα ήταν «Ζουμπούλογλου» άρα «Τζουμπούλογλου», πριν ο παππούς μας εγκαταλείψει δουλειές και σπίτια στην Κωνσταντινούπολη μια για πάντα. «Τσουμ» σημαίνει φίλος και μάλιστα καρδιακός, αλλά με μικρή διαφορά προφοράς σημαίνει… «ανίπταμαι διαγωνίως, ζουμάρω από ψηλά, περνάω σα σίφουνας στον αέρα». Και τα δύο έχουν τη χάρη τους, νομίζω οικογενειακώς θα τα υιοθετήσουμε με καμάρι για τους προγόνους μας, που τόσο ταλαιπωρήθηκαν χωρίς ποτέ να γκρινιάσουν, όταν έφτιαξαν τη ζωή τους από την αρχή στην Ανατολική Μακεδονία…

Μανίνα Ζουμπουλάκη


«Πηγή: https://www.athensvoice.gr/life/720426_ti-ekanan-oi-progonoi-mas-i-ti-prodidei-ena-epitheto?fbclid=IwAR0cljmzABbyMB_zL7qJp8rrfrdLxRfFiLhD5F13Bn8J0WmpFoHIcsuowlA»

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η «καταγωγή» των επιθέτων των Ελλήνων και κατά πόσο έχουν επηρεαστεί από την τουρκοκρατία"
Related Posts with Thumbnails