Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2022

Αίσωπος, ο μυθοποιός από τη Σάμο


 Ο Αίσωπος γεννήθηκε κατά πάσα πιθανότητα, από οικογένεια δούλων, το 625 π.Χ., έζησε στη Σάμο, ταξίδεψε στην Αίγυπτο και την Ανατολή και είναι ο διασημότερος από τους αρχαίους μυθοποιούς, αναμφισβήτητος πατέρας του αρχαίου μύθου.

Ήταν επίσης και πραγματικό τέρας ασχήμιας: μαυριδερός, καμπούρης, τραυλός, κοντόλαιμος, στραβοπόδης με μύτη πλακουτσωτή και κεφάλι τριγωνικό, αλλά παράλληλα ηταν και ευφυέστατος.
Θεωρείται επίσης ο κορυφαίος της λεγόμενης διδακτικής μυθολογίας. Δεν έγραψε κανέναν από τους μύθους αλλά τους διηγόταν προφορικά.
Πρωταγωνιστές στους μύθους του Αισώπου είναι, κατά το πλείστον, ορισμένα ζώα, όπως η αλεπού, ο λύκος, το λιοντάρι, το ελάφι κ.ά. Κυρίως είναι διάλογοι μεταξύ ζώων που μιλούν κι ενεργούν σαν άνθρωποι (τα «φωνήεντα ζώα»), ενώ υπάρχουν και μερικοί με ανθρώπους ή θεούς. Πρόκειται για μικρά οικιακά αφηγήματα, διατυπωμένα με μεγάλη συντομία. Ο χαρακτήρας τους είναι ηθικοδιδακτικός, συμβολικός κι αλληγορικός. Οι Μύθοι αυτοί έχουν ιδιαίτερη χάρη, θαυμαστή απλότητα κι άφταστη διδακτικότητα. Είναι παρμένοι από τη καθημερινή ζωή και τη φύση. Είχε τη μοναδική ικανότητα να δίνει στα ζώα ανθρώπινες ιδιότητες, ψυχή και λαλιά, σε τέτοιο βαθμό που να θεωρείς ότι οι μύθοι του ήταν κάποτε η πραγματικότητα και όλα αυτά που διηγείται έχουν συμβεί. Βασικό χαρακτηριστικό των διηγήσεών του ήταν το επιμύθιο το οποίο ήταν εύληπτο για τα παιδιά και το λαό.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Αίσωπος ήταν πολύ γνωστός «λογοποιός».Εκτός από τους μύθους γνώριζε και διηγούνταν πολλά αστεία κι ανέκδοτα. 'Άλλοι υποστηρίζουν ότι δε δημιούργησε μύθους αλλά τους συγκέντρωσε, τους συμπλήρωσε και τους τελειοποίησε. Αυτοί προέρχονταν είτε από τους αρχαιότερους Έλληνες είτε από άλλους λαούς, όπως οι Φρύγες. Δεν αποκλείεται βέβαια να επινόησε κι ο ίδιος μερικούς απ' αυτούς. Πάντως, τους χρησιμοποίησε πολύ στη ζωή του, με τόση δεξιότητα κι επιτυχία, ώστε να συνδεθεί τελικά το όνομά του μ' αυτούς.
Μέσα στους μύθους αυτούς διακρίνεται το ευρύ, παρατηρητικό του πνεύμα κι η ικανότητά του να διδάσκει με μικρές, απλές ιστορίες, που πάντα έχουν στο τέλος κάποιο ηθικό δίδαγμα. Συνήθιζε με την παρατηρητικότητα και τη βαθιά σοφία του να πλάθει τέτοιες ιστορίες και να τις λέει γύρω του. Με τον καιρό απέκτησε μεγάλη φήμη κι όλοι έτρεχαν κοντά του για να ακούσουν κάποιο μύθο του σχετικά με κάποιο πρόβλημα τους. Σιγά σιγά οι μύθοι του άρχισαν να μεταδίδονται από στόμα σε στόμα μεταξύ των ανθρώπων, μέχρι την ελληνιστική εποχή οπότε συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά.
Παρ' ότι όσο ζούσε ήταν δούλος, οι Αθηναίοι του έστησαν αργότερα ανδριάντα, για να δείξουν έτσι ότι κάθε άνθρωπος αξίας πρέπει, ανεξάρτητα από τη καταγωγή του, να τιμάται.
Λέγεται πως λόγω της ασχήμιας του, εισέπραττε συχνά την αντιπάθεια των συνδούλων του οι οποίοι διαρκώς τον επιβουλεύονταν.
Κάποια άλλη μέρα ο Αίσωπος μαζί με δύο νεώτερους σε ηλικία δούλους ακολούθησαν τον κύριό τους σε παζάρι της Σάμου. Εκείνος, που επιθυμούσε να πουλήσει τους δύο νέους δούλους του σε καλή τιμή, τους έντυσε με καινούργια ρούχα και έβαλε τον Αίσωπο, στον οποίο είχε φορέσει ένα τρίχινο τσουβάλι, να σταθεί ανάμεσά τους.Η ασχήμια του Αισώπου έκανε τους άλλους δούλους να δείχνουν ωραιότεροι από όσο ήταν στην πραγματικότητα και όσους περνούσαν από μπροστά τους, να τους λυπούνται που βρισκόταν ανάμεσά τους επειδή, όπως έλεγαν, η ασχήμια του επισκίαζε την ομορφιά τους. Ανάμεσα στο πλήθος, βρισκόταν και ο Σάμιος φιλόσοφος Ξάνθος. Αφού στάθηκε και παρατήρησε με προσοχή τους δυο γεροδεμένους δούλους, ρώτησε τον πρώτο τι δουλειά είχε μάθει να κάνει. Εκείνος απάντησε πως ήξερε όλες τις δουλειές. Ο Αίσωπος μόλις άκουσε την απάντηση του γέλασε με αποτέλεσμα να φανούν τα μεγάλα δόντια του που προκάλεσαν ρίγος στη συνοδεία του φιλοσόφου.
Ύστερα ο Ξάνθος στάθηκε μπροστά στον άλλο δούλο, στα δεξιά του Αισώπου, και τον ρώτησε ποια τέχνη γνώριζε. Εκείνος, μιμούμενος τον προηγούμενο, απάντησε πως γνώριζε όλες τις τέχνες. Και πάλι ο Αίσωπος γέλασε ξαφνιάζοντας τους πάντες που άρχισαν πια να αναρωτιούνται τι ήταν αυτό που του προκαλούσε το γέλιο. Όταν τον ρώτησε κάποιος γιατί γελά, εκείνος του αποκρίθηκε πως αν επιθυμούσε να μάθει αν ήταν θαλάσσιος τράγος, τότε δεν είχε παρά να ρωτήσει. Μετά από λίγο ο Ξάνθος ρώτησε τον Αίσωπο ποια δουλειά ήξερε να κάνει. Τότε ο Αίσωπος απάντησε πως ήταν αδύνατο να γνωρίζει κάποια δουλειά, εφόσον οι άλλοι δύο τις γνώριζαν όλες, με αποτέλεσμα για τον ίδιο να μην μείνει καμιά για να τη μάθει. Όλοι εντυπωσιάστηκαν από τα λόγια του και θαύμασαν την εξυπνάδα και την ετοιμολογία του, ενώ παραδέχτηκαν πως είχε καταφέρει να “νικήσει τον Διδάσκαλο”.
Μετά ο Ξάνθος τον ρώτησε αν επιθυμεί να τον αγοράσει. Και πάλι ο Αίσωπος τον αποστόμωσε λέγοντάς του πως αυτό δεν ήταν στην κρίση του ίδιου, αλλά στου φιλοσόφου που κατείχε τα χρήματα. Όταν πάλι ο Ξάνθος τον ρώτησε αν θα έφευγε σε περίπτωση που τον αγόραζε, εκείνος απάντησε πως για κάτι τέτοιο δεν θα του ζητούσε την άδεια όπως είχε κάνει αυτός προηγουμένως. Ο Ξάνθος θαύμασε τις απαντήσεις του, όμως του είπε πως θλιβόταν για την ατυχία του, υπονοώντας την ασχήμια του Αισώπου, για να λάβει την απάντηση πως θα ήταν καλό γι εκείνον να κοιτά το νου του άλλου και όχι την όψη του. Ο Ξάνθος θαύμασε ακόμη περισσότερο την εξυπνάδα του, την οποία δεν κατάφερε να ξεπεράσει η δική του, και ύστερα από την παρότρυνση των ακολούθων του, αγόρασε τον Αίσωπο αντί εξήντα οβολών.
Ο Αίσωπος πέθανε στους Δελφούς, όπου είχε σταλεί από το βασιλιά Κροίσο γα να λάβει χρησμό του Μαντείου, το 560 π.Χ. Κατηγορήθηκε για ιεροσυλία και καταδικάστηκε σε θάνατο από ιεροδικαστές. Γκρεμίστηκε δε από τη κορφή του Παρνασσού.Οι εκδοχές ως προς τους λόγους του θανάτου του, είναι αρκετές και διαφορετικές.
Σύμφωνα με μια εκδοχή, στάλθηκε από τον Κροίσο με προσφορές δώρων στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς, όπου, βλέποντας τις απάτες των εκεί ιερέων και την απληστία τους, τους κατηγόρησε με σαρκαστικό τρόπο. Εκείνοι, τότε, αποφάσισαν να τον θανατώσουν με δόλο. Πήραν λοιπόν από το ιερό του ναού μια χρυσή φιάλη και την έκρυψαν μες στις αποσκευές του. Στη συνέχεια τον κατηγόρησαν για κλέφτη κι ιερόσυλο. Έτσι με τη σκηνοθετημένη κατηγορία τον καταδίκασαν σε θάνατο και τον σκότωσαν ρίχνοντας τον στον γκρεμό από την κορυφή του Παρνασσού, Υάμπεια. Αμέσως μετά τον θάνατό του έπεσε πείνα και δυστυχία στον τόπο.
Με βάση μία άλλη εκδοχή, ο Αίσωπος ήταν δούλος κάποιου κτηματία που τον χρησιμοποιούσε σαν βοσκό. Μια μέρα, που είδε τον επιστάτη να χτυπά άδικα έναν άλλο δούλο, έτρεξε να τον βοηθήσει κι έτσι ο επιστάτης για να τον εκδικηθεί τον κατηγόρησε στον κτηματία, που τον πήγε στην αγορά της Εφέσου για να τον πουλήσει. Εκεί, τον αγόρασε ο σοφός Ξάνθος από τη Σάμο, που εκτίμησε το έξυπνο βλέμμα του και τον πήρε μαζί του σαν δούλο. Μαζί του άρχισε να ταξιδεύει και να γνωρίζει τον κόσμο. Στη συνέχεια ο Ξάνθος τον πούλησε στον επίσης Σάμιο σοφό Ιάδμονα. Αυτός εκτιμώντας τα πνευματικά χαρίσματά του και κυρίως την σοφία και την ευφυΐα του, τον απελευθέρωσε.
Κάποτε έφτασε και στη περιοχή των Δελφών κι επισκέφθηκε το περίφημο Μαντείο. Ο Αίσωπος ειρωνεύτηκε τους ιερείς ότι μαντεύουν για να πλουτίζουν, και τους κατοίκους, ότι αντί να καλλιεργούν τα κτήματά τους και να φροντίζουν τα ζώα τους ζούσαν από τ' αφιερώματα των προσκυνητών. Αυτό του το θράσος εξόργισε τους ιερείς του Μαντείου οι οποίοι τον παγίδεψαν, βάζοντας ένα χρυσό ποτήρι στις αποσκευές του και κατόπιν τον κατηγόρησαν για κλέφτη κι ιερόσυλο. Έτσι τον δίκασαν άδικα και τον καταδίκασαν σε θάνατο, ρίχνοντας τον από τις κορυφές των Φαιδριάδων, κάποια απόκρημνα βράχια, στον Παρνασσό.
Σύμφωνα με τη παράδοση, ο Απόλλωνας τιμώρησε την αδικία τους στέλνοντας στους κατοίκους των Δελφών μεγάλη πείνα και λιμό, που θέρισε πολλούς κατοίκους. Αυτοί τότε για να εξιλεωθούν, έστησαν μια μαρμάρινη στήλη προς τιμήν του Αισώπου.
Πηγές :
Βάσω Μαγγανάρη
ΒΙΟΣ ΑΙΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΦΡΥΓΟΣ, Σύγγραμμα -Τυπογραφείο Ανέστη Κωνσταντινίδη, Αθήναι 1890, eBooks4Greeks ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΨΗΦΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
Μυθολογοι
Wikipedia
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Αίσωπος, ο μυθοποιός από τη Σάμο"

Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2021

Τα νησιά του Αιγαίου έχουν τα ίδια ονόματα όπως και πριν από 3.500 χρόνια: Εκπληκτικές αναφορές του Ομήρου

 

Οἱ λαοί πού ἀγνοοῦν τήν ἱστορία τους, εἶναι καταδικασμένοι νά χαθοῦν. Καί ἐπειδή οἱ Ἓλληνες ξεχνοῦν τήν ἱστορία τους, ἡ ὁποία ἂλλωστε οὐδέποτε τούς διδάχθηκε ὃπως ἒπρεπε, θά προσπαθήσουμε νά θυμίσουμε μερικές ἂγνωστες στούς πολλούς σελίδες τοῦ Ὁμήρου, τοῦ ἀρχαιοτέρου ποιητοῦ καί συγραφέως, σεβαστοῦ ἀπό ὃλο τόν πολιτισμένο κόσμο καί διαρκῶς ἐπικαίρου, πού ἀφοροῦν τίς ἀρχαιότατες ὀνομασίες τῶν νήσων τοῦ Αἰγαίου, αὐτές πού ἒχει βάλει στό μάτι μέ τό σχέδιο Γαλάζια Πατρίδα ὁ νεοσουλτάνος Ἐρντογάν, ὁ ὁποῖος φιλοδοξεῖ νά γίνει Μωάμεθ Γ´ Πορθητής.

Ἀς τά μάθουν αὐτά καί οἱ πολιτικοί μας, πού έρωτοτροποῦν μέ τήν Χάγη, καί ἀς τά ἐπικαλοῦνται στά διεθνῆ φόρα, ὃπως συνηθίζουν νά λένε, σέ διπλωματικό τουλάχιστον ἐπίπεδο. Μέχρι καί τίς γκριζαρισμένες νησίδες ἀναφέρει ὁ Ὃμηρος ὡς Ἑλληνικές.

Ὃλα λοιπόν τά νησιά τοῦ Αἰγαίου, ὁ Ὃμηρος τά γνωρίζει μέ τά…σημερινά τους ὀνόματα, δηλαδή τά πανάρχαια, ὃπως ἲσχυαν πρίν ἀπό 3.500 χρόνια τοὐλάχιστον: Τήν Σαμοθάκη (Σάμος Θρηικίη), τήν Λῆμνο, τήν Σάμο (Ὓμν. Ἀπόλ.), τήν Κάρπαθο (καί χάριν τοῦ μέτρου Κράπαθον), τήν Χίο, τήν Νίσυρο, τήν Ἲμβρο, τήν Τένεδο, τήν Κῶ, τήν Κάσο, τήν Ρόδο (καί μάλιστα μέ τίς πανάρχαιες πόλεις της πού διατηροῦν καί σήμερα τά ἀρχαῖα ὀνόματά τους, τήν Λίνδο, τήν Κάμειρο καί τήν Ἰαλυσό), τήν Σκύρο κ.ἂ. ὃπως μέ παραπομπές θά ἀναφέρουμε στήν συνέχεια.

Ποιός μπορεῖ νά ἀμφισβητήσει τήν αρχαιότητα καί τήν ἑλληνικότητα τῶν νήσων τοῦ Αἰγαίου, ὃταν σαφῶς τά μνημονεύουν τά ὁμηρικά ποιήματα, πού ἀναφέρονται σέ ὃλες τίς προδωρικές ὀνομασίες ὁλόκληρης τῆς Ἑλλάδος ἀπό Βορρᾶ πρός Νότον καί ἀπό Ἀνατολάς πρός Δυσμάς; Καί γιατί οἱ κυβερνήσεις μας δέν ἐπικαλοῦνται τά ἀτράνταχτα αὐτά ἱστορικά ντοκουμέντα, ἀλλά ἐνδίδουν μέ τόν ἓνα ἢ μέ τόν ἂλλο τρόπο στούς τουρκικούς ἐκβιασμούς, οἱ ὁποῖοι ξεκινοῦν μέ τό ἐπιχείρημα Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας, ἀγνοῶντας τήν πανάρχαιη ἑλληνική ἰδιοκτησία;

Ποιοί λόγοι τούς καθοδηγοῦν στίς ὀλέθριες διπλωματικές τους ἐπιλογές;

Ἀκόμη καί στόν Ἂθω ἀναφέρεται ὁ Ὃμηρος στήν Ἰλιάδα. Ἡ θεά Ἣρα πετῶντας πάνω ἀπό τήν Πιερία καί τήν ὡραία Ἠμαθία, ὃπως ἀναφέρει στήν Ἰλιάδα, περνᾶ πάνω ἀπό τόν Ἂθω χωρίς νά ἀγγίσει τήν κορυφή του, γιά νά πάει στό Τρωϊκό πεδίο καί στά βουνά πού εἶχαν ἑλληνικά ὀνόματα.

Ἀμέτρητες οἱ περικοπές τῶν ἐπῶν στίς ἀρχαῖες ὀνομασίες τῶν Ἑλληνικῶν τόπων. Στήν ραψωδία Β 676 μᾶς πληροφορεῖ:

Ἐκεῖνοι εἶχαν τήν Νίσυρο καί τήν Κάρπαθο καί τήν Κάσο καί τήν Κῶ, τήν πόλη τοῦ Εὐρύπυλου καί τίς νήσους Καλύνδες (δηλαδή κατά τόν Στράβωνα 10, 5, 19 τίς σποραδικές νήσους κοντά στήν Κῶ, πού ὀνομάσθηκαν ἒτσι ἀπό τήν μεγαλύτερη ἀπό αὐτές, πού ἐκελεῖτο Κάλυμνα, ἢτοι τήν σημερινή Κάλυμνο). Ἀρχηγοί ἦσαν ὁ Φείδιππος καί ὁ Ἂντιφος, οἱ δύο γιοί τοῦ Θεσσαλοῦ, τοῦ ἂνακτος Ἡρακλείδου>.

Οἱ Τοῦρκοι λένε σήμερα τήν Κῶ, Στανκιό καί τήν…λιμπίζονται, παραβιάζοντας καθημερινά τόν ἐναέριο χῶρο καί τά γύρω νησιά πού ἒχουν γκριζάρει μέ τούς πλαστούς χάρτες τους.

Στήν Ὀδύσσεια πάλι ὁ Ὃμηρος ἀναφέρεται πολλές φορές στήν Χίο, πού οἱ ἀνιστόρητοι ἡγέτες μας μετέτρεψαν σήμερα σέ χότ σπότ. Ἀλλά ἀναφέρεται ὁ Ὃμηρος καί στήν Λῆμνο καί στά Ψαρά, (Ψυρίην Νῆσον τήν ἀποκαλεῖ), τήν γενέτειρα τοῦ πυρπολητοῦ Κων. Κανάρη, πού τυλίχθηκε κι αὐτός ἀνωνύμως στά… φύκια καί τίς μεταξωτές γαλάζιες κορδέλες τῆς κας Ἀγγελοπούλου. Γράφει ὁ Ὃμηρος ἀναφερόμενος στήν Ὀδύσσεια στήν ἐπιστροφή τῶν Ἀχαιῶν μετά τό τέλος τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου:. ὁμιλεῖ ὁ Νέστωρ:

Ὂψιμα μ᾽ἐμᾶς τούς δύο ἦλθε ὁ Μενέλαος καί μόλις πού μᾶς πρόλαβε στήν Λῆμνο, καθώς μελετούσαμε μακρινό ταξίδι, ἢ πάνω ἀπό τήν Χίο νά πλεύσουμε τήν ἀπόκρημνη, πρός τήν νῆσο Ψαρά, ἒχοντας αὐτή στ᾽ἀριστερά μας, ἢ κάτω ἀπό τήν Χίο, κοντά στόν ἀνεμώδη Μίμαντα. Καί ζητούσαμε ἀπό τόν Θεό νά φανερώσει σημάδι. Ἐκεῖνος μᾶς ἒδειξε καί μᾶς παρακινοῦσε νά κόψουμε στήν μέση τό Αἰγαῖο πέλαγος πρός Εὒβοια…Καί φθάσαμε τήν νύχτα στήν Γερεστό>.

Δηλαδή, στήν ἐποχή τοῦ Ὁμήρου οἱ ἣρωες ναυτικοί καί πολεμιστές γνώριζαν ὃτι, ἀποπλέοντας ἀπό τήν Λῆμνο καί φθάνοντας στήν Γερεστό τῆς Βόρειας Εὒβοιας, ἒτεμναν στήν μέση τοῦ Αἰγαῖο πέλαγος. Ξέρετε πότε τό μάθαμε αὐτό ἐπισήμως μέ τά σύγχρονα ὂργανα; Μόλις πρίν…300 χρόνια!

Οἱ Τοῦρκοι ἀποκαλοῦν τήν Χίο Σακίζ Ἀντασί, δηλαδή Μαστιχονήσι καί τήν Λῆμνο, ἀπό ὃπου ὁ ἀρχιστράτηγος Ἀγαμέμνων προμηθευόταν τά ὑπέροχα κρασιά πού προσέφερε στούς Ἀχαιούς πολεμιστές, Σταλιμενέ.

Γιά τήν Ἲβρο καί τήν Τένεδο μᾶς ἀναφέρει ὁ Ὃμηρος στήν Ἰλιάδα Ν 33 καί Ω 78, Ξ 281 καί Φ 43, Α 38, Α 452. Ἀνάμεσα στά δύο αὐτά νησιά συνήθιζε ὁ γαιοσείστης Ποσειδῶνας νά σταματᾶ τούς ἳππους του καί νά τούς ταΐζει ἀμβροσία τροφή.

θυελλώπους Ἶρις, πού μεταφέρει τίς ἐντολές τῶν θεῶν, πηδᾶ στήν θάλασσα μεταξύ Σάμου καί Ἲμβρου ἀπόκρημνης γιά νά βρεῖ τήν Θεά Θέτιδα, πού θρηνοῦσε τόν θάνατο τοῦ παιδιοῦ της τοῦ Ἀχιλλέα, γιά νά τῆς μεταφέρει μήνυμα τοῦ Διός, κάτι πού κάνει τήν Θέτιδα νά δυσανασχετήσει, χωρίς ὃμως νά δείξει ἀνυπακοή.

Στό Ξ 281 τῆς Ἰλιάδος ἡ Ἣρα δίνει βαρύ ὃρκο στούς θεούς πού κατοικοῦν στά τάρταρα καί στούς Τιτάνες, ἐγκαταλείποντας τό ἂστυ τῆς Λήμνου καί τῆς Ἲμβρου.

Στήν Τένεδο πάλι ἀνάσσει ὁ Ἀπόλλων (Α 38, Α 452).

Ἡ Κρήτη ὃπου ὁ Ἐρντογάν ἃπλωσε τήν παράνομη θαλάσσια βεντάλια του γιά νά ἑνωθεῖ μέ τήν ΑΟΖ τῆς Λυβίης (πού κι αὐτή τήν χώρα ἒτσι τήν ὀνομάζει ὁ Ὃμηρος), ἀναφέρεται πλειστάκις στά ὁμηρικά ποιήματα (Ἰλ. Β 649, Ὀδ. Τ 174 καί ἀλλοῦ) ἐνῶ ἡ Κύπρος ἀναφέρεται σέ περικοπές τῆς Ἰλιάδος Λ 21, Τ 509, Ρ 621 καί Ὀδ. λ 585.

Στήν Σκύρο ἀναφέρεται πολλές φορές ὁ Ὃμηρος (Ἰλ. Τ 325, Τ 509 καί ἀλλοῦ στήν Ὀδύσσεια, γιατί ἐκεῖ μεγάλωσε ὁ γιός τοῦ Ἀχιλλέως, ὁ Νεοπτόλεμος, δηλαδή ὁ ἣρωας πού εἰσῆλθε νεωστί στόν πόλεμο. Ἀπό τήν Σκύρο τόν ἒφερε αὐτοπροσώπως στό Ἲλιον ὁ Ὀδυσσέας τίς τελευταῖες ἡμέρες τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου, ὃταν ὁ Ἀχιλλέας ἦταν ἢδη νεκρός, καί μάλιστα βρισκόταν καί μέσα στόν δούρειο ἳππο. Καί αὐτός ὁ νεαρός πολεμιστής ἡγήθηκε τῆς ἐπιστροφῆς τῶν γεναίων Μυρμηδόνων στήν Φθία, δηλαδή τήν Θεσσαλία.

Ἀλλά καί στήν Θράκη ἀναφέρεται ὁ Ὃμηρος, ὁ λαός τῆς ὁποίας ἦταν πολεμικός, εἶχε βασιλιᾶ τόν Ρῆσο καί ὃπου ὁ Ὀδυσσέας μαζί μέ τόν Διομήδη κατήγαγαν μεγάλη νίκη, καθώς οἱ Θράκες τότε ἦσαν ἐπίκουροι τῶν Τρώων.

Ὃλους αὐτούς τούς Ἑλληνικούς τόπους, πού ἀναφέρονται λεπτομερῶς στά θαυμάσια ὁμηρικά κείμενα τούς ἀπειλοῦν οἱ Τοῦρκοι, πού ἐμφανίσθηκαν μόλις τόν 7ο αἰῶνα μ.Χ. ὁρισθέντες ἀπό τούς Βυζαντινούς αὐτοκράτορες ὡς ὁροφύλακες τοῦ Βυζαντίου. Καί αὐτοί οἱ ἐλάχιστοι σκηνίτες, μόλις 4.000 οἰκογένειες ὑπό τόν Ὀρχάν, πού εἶχαν ἐκδιωχθεῖ ἀπό τόν Τζεγκίς Χάν, κατόρθωσαν νά ἐξισλαμίσουν καί ὑποχρέωσαν νά τουρκοφωνήσουν τούς πολυαρίθμους Ἑλληνικούς λαούς, κάνοντας διαρκῶς καί ἐπί αἰῶνες παιδομαζώματα, γιά νά ἰσχυρίζονται οἱ σημερινοί, πού δέν ἒχουν ἲχνος μογγολικοῦ στοιχείου, καθώς ἀπερροφήθησαν πλήρως βάσει τοῦ νόμου τῆς ἐνδογαμίας καί τῆς συμμετρίας, ὃτι διατηροῦν δικαιώματα ἰδιοκτησίας στό Αἰγαῖο καί στά νησιά, ἀγνωῶντας τίς Θερμοπύλες, τόν Μαραθῶνα, τήν Σαλαμῖνα, τίς Πλαταιές, τόν Κίμωνα, τόν Ἀλέξανδρο , τήν Βυζαντινή Αὐτοκρατορία, τήν Ἐπανάσταση τοῦ ᾽21, τήν Ἓλλη καί τό θωρηκτό Ἀβέρωφ.

Κι ἐμεῖς, πού ἒχουμε ὁλόκληρο Ὃμηρο, ὁ ὁποῖος βεβαιώνει ὃτι ἐδῶ καί 3.500 χρόνια τά νησιά τοῦ Αἰγαίου εἶχαν τά ἲδια σημερινά ὀνόματα, ἀνεχόμαστε τίς τουρκικές προκλήσεις, πού μέχρι καί τόν Ὃμηρο προσεταιρίζονται, κατασκευάζοντας ἀκόμη καί δούρειους ἳππους ρεντίκολα καί κάνοντας τουριστικές φιέστες.

https://arxaia-ellinika.blogspot.com/2021/10/nisia-aigaiou-onomata-omiros.html?m=1&fbclid=IwAR1XPqzCNtZfUhAeA93lImq9GPef0lmwIVedEMGUaMfyDy1MYMEl9JLHlaI

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Τα νησιά του Αιγαίου έχουν τα ίδια ονόματα όπως και πριν από 3.500 χρόνια: Εκπληκτικές αναφορές του Ομήρου"

Τετάρτη 11 Αυγούστου 2021

Πώς γινόταν η ονοματοδοσία στους αρχαίους Έλληνες;

 

  Η μαρτυρία της Διοτίμας....

Η γνωστή Ελληνίδα φιλόλογος και ιστορικός κα Ευγενία Γ. Δαρβίρη, μέσα στο βιβλίο της «ΔΙΟΤΙΜΑ: Η πυθαγόρεια διδασκάλισσα του Σωκράτους», περιγράφοντας την πρώτη νύχτα της γέννησης και της «βάπτισης» της Διοτίμας, έτσι όπως αφήνει την ίδια την Διοτίμα να διηγείται στον Σωκράτη, γράφει μεταξύ άλλων και τα εξής:

«Το βράδυ εκείνο έγινε ο Σωκράτης για πρώτη φορά μύστης της γυναικείας αυτής ψυχής που ταξινομούσε τον κόσμο με τρόπο καινούργιο και παράδοξο. Όπως καθόταν απέναντί του στην αδύναμη λάμψη των λύχνων, φάνταζε σαν οπτασία έτοιμη να διαλυθεί στο ημίφως, παρά σαν γυναίκα με σάρκα και οστά. Την άκουγε καθισμένος στο σκαμνί του, σιωπαίνοντας κι αδυνατώντας να καταλάβει αν ζούσε στ’ αλήθεια τη σκηνή η αν βούλιαζε σε όνειρο. Είχε γυρέψει πρώτα – πρώτα τη ζωή της να μάθει, ν’ ακούσει πως ξεχώρισε και πως βρέθηκε στη λατρεία του Θεού. Δεν αρνήθηκε. Έμοιαζε πως ήθελε και κείνη να εξομολογηθεί κάπου, από κάτι να λυτρωθεί.
«….Γεννήθηκα στη Μαντίνεια της Αρκαδίας. Όμορφη πόλη, απλή, ποιμενική αλλά και μαζί ιερή, γεμάτη ναούς. Εμείς οι Αρκάδες, Σωκράτη, είμαστε πιο πρωτόγονοι και πιο δεμένοι με τη γη, απ’ όσο εσείς οι Αθηναίοι, γι’ αυτό και κρατάμε ατόφια την προγονική ευσέβεια που στοιχειώνει θαρρείς την περιοχή. Στα δυτικά της πόλης ξεκρίνει κανείς τα ιερά όρη του Πανός και των Νυμφών, που κλείνουν τον ορίζοντα και στα ανατολικά της μικρό κάμπο. Τη θεμελίωσε στα χρόνια τα παλιά η Αντινόη, του Κηφέα η κόρη κι έχει τείχος γερό και πολυγωνικό, που τη ζώνει από παντού, ενώ ταυτόχρονα με τις δεκαοχτώ πύλες του την ενώνει με τον κόσμο. Ολόγυρά του κυλά το φιδολύγιστο υδάτινο σώμα του ο ποταμός Όφις.

Εγώ γεννήθηκα κοντά στο παλλαϊκό ιερό των Διοσκούρων. Εκεί ήταν το πατρικό μου σπίτι. Πατέρας μου ο Λυκάων και μητέρα μου η Διοδώρα. Βγήκα στον κόσμο νύχτα, φωτισμένη ωστόσο μ’ αστραφτερή πανσέληνο που ασήμωνε την πόλη και τις κορυφές του Μαίναλου στο βάθος του ορίζοντα. Παρά τις μεγαλοπρεπείς θυσίες στην Ειλείθυια, η Διοδώρα είχε δύσκολη γέννα. Την ώρα που εγώ άφηνα τις πρώτες μου κραυγές δοκιμάζοντας τη δύναμη των μικρών πνευμόνων μου, η μητέρα μου ξεματωμένη και χλωμή, κυριευμένη από δυνατό επιλόχιο πυρετό, πάλευε να κρατηθεί στη ζωή. Με χώρισαν από κοντά της, με καθάρισαν, μ’ έπλυναν, με τύλιξαν σε σεντόνι και μ’ έφεραν στην αίθουσα υποδοχής όπου περίμενε ο πατέρας μου βηματίζοντας πάνω κάτω νευρικά.

Η γιαγιά μου, η Γοργώ, με τρεμάμενα χέρια με ακούμπησε κατάχαμα μπρος του. Σύμφωνα με το πανάρχαιο έθιμο, ο πατέρας αποφασίζει αν το παιδί θα παραμείνει στον οίκο όντας γερό, η θα απορριχτεί για να πεθάνει αν είναι ανάπηρο η άρρωστο. Η δεύτερη αυτή σκληρή μοίρα χτυπά συνήθως και τα νεογέννητα κοριτσάκια. Βάρος στην οικογένεια, κατά την αντίληψη πολλών, ανίκανα για ουσιώδη εργασία, της απομυζούν την περιουσία με την προίκα που θα την υποχρεώσουν να δώσει, ενώ οι αριστοκράτες ταυτόχρονα πικραίνονται διπλά που δεν μπορούν να διαιωνίσουν και το όνομα του οίκου τους… Μα η γυναίκα, Σωκράτη, διαιωνίζει τη ζωή. Τι σημασία μπορεί να έχει το όνομα που θα δώσεις στη ζωή; Και είναι αυτή που σταλάζει στη ζωή μια γλυκιά τρυφερότητα• αυτή είναι που σηκώνει τον Άνθρωπο μια σκάλα πάνω από τα αγρίμια. Το σκληρό δίκαιο των ανθρώπων ίσως φοβάται την παντοδυναμία της, γι’ αυτό και προσπαθεί, τρομαγμένο, να την περιορίσει…

Ο πατέρας μου, παρότι σκεφτόταν καλύτερα από άλλους της γενιάς και της σειράς του, δεν μπορώ να ορκιστώ πως δε θα απογοητεύτηκε κάπως όταν με είδε, πως καμμιά σκιά τεφρή δε θα πέρασε από το βλέμμα του. Σαν άντρας, ήθελε τον πολυπόθητο διάδοχο που θα διαφέντευε την περιουσία του οίκου του και θα κληρονομούσε το όνομά του• ίσως να αχνόβλεπε στο μέλλον και τον συνεχιστή του στη λατρεία των Διοσκούρων, γιατί λησμόνησα να σου πω, πως ήταν ιερέας τους.

Ωστόσο ήταν άνθρωπος ευσεβής και μειλίχιος. Δεν ήμουν παρά το πρώτο του παιδί κι άλλωστε δεν τον πίεζε η φτώχεια. Είχε τον τρόπο του..
Έσκυψε λοιπόν και καθώς τσίριζα κι αναδευόμουν στο σεντονάκι μου, με πήρε στην αγκαλιά του βάζοντας τέρμα στην αγωνία της Γοργώς και των άλλων γυναικών που τον κοίταζαν στα μάτια. Τώρα πια είχα αληθινά το δικαίωμα να ζήσω.

“Θα την πούμε Λυκομήδεια”, είπε ο πατέρας μου και χαμογέλασε με καλοσύνη. Μ’ αυτά τα δυο λόγια έδωσε νόημα και νομική υπόσταση στους πόνους και την εννιάμηνη δοκιμασία της Διοδώρας…

Έτσι πήρα το δρόμο για το βρεφικό μου λίκνο, καμωμένο από πλεχτά κλαδιά λυγαριάς και κρεμασμένο από ένα δοκάρι της οροφής για να μπορεί να κουνιέται και να με νανουρίζει. Με το ξημέρωμα μια μάλλινη πλεχτή εσάρπα είχε κιόλας αναρτηθεί πάνω από την εξώθυρα του σπιτιού μας, για να ανακοινώσει τη γέννηση θυγατέρας και να προσδιορίσει την κοινωνική μου θέση, τη θέση της συζύγου και της νοικοκυράς. Μάλλον διέψευσα τον τεχνητό αυτό οιωνό… Ας είναι.».

Εκλογή Άγγελος Σακκέτος
CUL-HUB

https://cognoscoteam.gr/%cf%80%cf%8e%cf%82-%ce%b3%ce%b9%ce%bd%cf%8c%cf%84%ce%b1%ce%bd-%ce%b7-%ce%bf%ce%bd%ce%bf%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%bf%ce%b4%ce%bf%cf%83%ce%af%ce%b1-%cf%83%cf%84%ce%bf%cf%85%cf%82-%ce%b1%cf%81%cf%87%ce%b1/?fbclid=IwAR1sPGmmOI2DjA3DB31I5_zZqpiv2sxP7xwtMQiwKSI-F04QK088LYrOBFs

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Πώς γινόταν η ονοματοδοσία στους αρχαίους Έλληνες;"

Σάββατο 7 Αυγούστου 2021

Οι τεχνολογικές εφευρέσεις των Αρχαίων Ελλήνων που άλλαξαν τον κόσμο.

 Ονομαστικά 45 εξαιρετικές εφευρέσεις των αρχαίων Ελλήνων (από το ρομπότ - υπηρέτρια του Φίλωνος μέχρι τον κινηματογράφο του Ήρωνος και από το αυτόματο ωρολόγιο του Κτησιβίου μέχρι τον αναλογικό υπολογιστή των Αντικυθήρων).......

  Ρομποτική  

  • Η αυτόματη υπηρέτρια του Φίλωνος (το πρώτο λειτουργικό ρομπότ της ιστορίας)

  Υπολογιστική  

  • Ο υπολογιστικός μηχανισμός των Αντικυθήρων (ένα ...laptop από την αρχαιότητα)
  • Ο «ελληνικός» άβακας

  Προγραμματισμός  

  • Το σταθερό αυτόματο θέατρο του Ήρωνος (ο «κινηματογράφος»των αρχαίων Ελλήνων)
  • Αυτοκίνηση και αυτόματη πλοήγηση
  • Το κινητό αυτόματο θέατρο του Ήρωνος (το αυτοπλοηγούμενο αυτοκίνητο - κουκλοθέατρο των αρχαίων Ελλήνων)

  Ατμοκίνηση και αεριοπροώθηση  

  • Η αιολόσφαιρα του Ήρωνος (η πρώτη ατμομηχανή της ανθρωπότητας)
  • Η ιπτάμενη περιστερά του Αρχύτα (η πρώτη αυτόνομη πτητική μηχανή της ανθρωπότητας)

  Αστρονομία  

  • Ο αστρολάβος του Πτολεμαίου (το G.P.S. των αρχαίων Ελλήνων)
  • Ο τετράντας του Ιππάρχου (ο πρώτος εντοπιστής γεωγραφικού πλάτους καθημερινής χρήσης παγκοσμίως)
  • Η πλινθίς του Ιππάρχου
  • Η τετραπήχης διόπτρα του Αρχιμήδους

  Μέτρηση χρόνου  

  • Το υδραυλικό ωρολόγιο του Κτησιβίου (ένα θαύμα του αυτοματισμού αέναης λειτουργίας χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση)
  • Το ξυπνητήρι του Πλάτωνος  (η πρώτη συσκευή αφύπνισης παγκοσμίως)
  • Εργαλεία και μηχανές
  • Η μηχανή παραγωγής περικοχλίων του Ήρωνος (ο πρώτος σπειροτόμος της ιστορίας)
  • Ο τοξωτός τόρνος
  • Ο παντογράφος του Ήρωνος (η πρώτη συσκευή αντιγραφής, μεγέθυνσης και σμίκρυνσης παγκοσμίως)

  Αυτόματα  

  • Το υδραυλικό αυτόματο των φθεγγομένων ορνέων και της επιστραφείσης γλαυκός (ο πρώτος αυτοματισμός επαναλαμβανόμενου θεάματος με παραγωγή κίνησης και ήχου)

  Gadgets  

  • Η μαγική κρήνη του Ήρωνος (μια «αεικίνητη»συσκευή που παραβιάζει τους νόμους της υδροστατικής)
  • Η ευφυής οινοχόη του Φίλωνος (η πρώτη «έξυπνη» συσκευή οικιακής χρήσης στην ιστορία)
  • Η «φιλοσοφική λίθος» του Ήρωνος (μια μαγική συσκευή που μετατρέπει το ύδωρ σε οίνο)
  • Ο αυτόματος κρατήρας του Φίλωνος (η πρώτη αυτορρυθμιζόμενη συσκευή ελέγχου στάθμης παγκοσμίως)

  Γεωδαισία και χαρτογράφηση  

  • Η διόπτρα του Ήρωνος (ένας θεοδόλιχος και ένας χωροβάτης από το.παρελθόν)
  • Η υδρόγειος σφαίρα του Κράτη
  • Θρησκευτική τεχνολογία
  • Το αυτόματο άνοιγμα θυρών ναού μετά από θυσία στο βωμό του (ο πρώτος κτηριακός αυτοματισμός της ιστορίας)
  • Το αυτόματο σπονδείο με κερματοδέκτη (ο πρώτος αυτόματος πωλητής της ιστορίας)
  • Ο περιστρεφόμενος μελαγκόρυφος (ένα πουλί που κινείται και κελαηδά)

  Μουσική  

  • Η ύδραυλις του Κτησιβίου (το πρώτο πληκτροφόρο μουσικό όργανο της ιστορίας)
  • Το μονόχορδο του Πυθαγόρα (το πρώτο επιστημονικό μουσικό όργανο παγκοσμίως)

  Τηλεπικοινωνίες  

  • Η πυρσεία του Πολυβίου (η πρώτη μέθοδος κωδικοποιημένης τηλεπικοινωνίας παγκοσμίως)
  • Ο υδραυλικός τηλέγραφος του Αινεία (η πρώτη συσκευή τηλεπικοινωνίας παγκοσμίως)

  Κρυπτογραφία  

  • Η κρυπτογραφική (Λακωνική) σκυτάλη
  • Ο κρυπτογραφικός δίσκος του Αινεία
  • Τα δίπτυχα κερωμένα πινακίδια

  Αθλητική τεχνολογία  

  • Η ύσπληξ (ο πρώτος αθλητικός μηχανισμός της ιστορίας)
  • Μετρητικά όργανα
  • Το οδόμετρον του Αρχιμήδους (ο πρώτος.χιλιομετρητής της ιστορίας)

  Ανυψωτικές μηχανές  

  • Η τρίκωλος ανυψωτική μηχανή (ο πρώτος γερανός κατακόρυφης ανύψωσης της ανθρωπότητας)
  • Καταπελτική τεχνολογία
  • Ο γαστραφέτης (ο πρώτος καταπέλτης)

  Υδραυλικές μηχανές  

  • Ο υδραυλικός κοχλίας του Αρχιμήδους
  • Η πυροσβεστική αντλία του Ήρωνος (η πρώτη εμβολοφόρα καταθλιπτική αντλία της ανθρωπότητας)

  Παιχνίδια στρατηγικής και επίδειξης  

  • Η κούπα του Πυθαγόρα (η πρώτη εφαρμογή του αξονικού σιφωνίου παγκοσμίως)
  • Η "πόλις" (ο πρόδρομος του σκακιού)
  • Το οστομάχιον του Αρχιμήδους (το πρώτο παζλ της ιστορίας)


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Οι τεχνολογικές εφευρέσεις των Αρχαίων Ελλήνων που άλλαξαν τον κόσμο."

Τετάρτη 4 Αυγούστου 2021

Η ετυμολογία των ονομάτων Μακεδνός, Μακεδών

 

Η ετυμολογία των ονομάτων Μακεδνός, Μακεδών

Τό ἐπίθετο μακεδνός(= μακρός, ὑψηλός, πρβλ. η 106: φύλλα μακεδνῆς αἰγείροιο, Ἡροδ. 8.43.6: ἐόντες οὗτοι πλὴν Ἑρμιονέων Δωρικόν τε καὶ Μακεδνὸν ἔθνος), πού ὑπόκειται ἀναντίρρητα τῶν ἐθνωνυμικῶν Μακεδών καί Μακεδονία, σχετίζεται φανερά μέ τά μακρός, μῆκος, κ.τ.τ., πρβλ. λατ. macer (= ἰσχνός, λεπτός)Παλ. Ἄν. Γερμ. magar κ.λπ.

Προκαλεῖ, ἑπομένως, ἐντύπωση τό γεγονός ὅτι ὁ R. Beekes, στό EtymologicalDictionaryofGreek,[1] προσγράφει τήν λέξη στήν λεγόμενη «προελληνική», θεωρῶντας ὅτι ἡ ἐναλλαγή δ/τ στά Μακεδών / Μακέτης κ.λπ.,καθώς καί τό «περίεργο» ἐπίθημα -δν- στό μακε-δν-ός παραπέμπουν σέ «προελληνικό» ὑπόστρωμα.

Ἡ δικιά μας ἄποψη, πού μέλλει νά στοιχειοθετηθῇ στήν συνέχεια μέ τήν βοήθεια καί τῆς νέας ἑλληνικῆς, εἶναι ὅτι τό μακεδνός προέρχεται ἀπό ἀμάρτυρο πρωτοελληνικό *μακρενός / *μακερνός μέ τροπή τοῦ ὑγροῦ σέ ὀδοντικό, φωνητικό φαινόμενο πού συνήθως ἀποδίδεται ἐπίσης στήν λεγόμενη «προελληνική», πρβλ. ἄβλαρος / βδαροί, λάφνη / δάφνη,  Ὀλυσσεύς / Ὀδυσσεύς, λαβύρινθος / Μυκ. γεν. dapu2ritojo, καλάμινθα / Μυκ. kadamita κ.λπ.

Παρόμοια τροπή εἰκάζουμε ὅτι ὑπόκειται τῶν τύπων γοεδνός (= γοερός, ἀπό ἀμάρτυρο *γοερνός), ὀλοφυδνός (= οἰκτρός, θρηνώδης, ἀπό ἀμάρτυρο *ὀλοφυρνός, πρβλ. ὀλοφύρομαι = θρηνῶ, ὀδύρομαι κ.τ.τ.), ἐνδεχομένως καί ἀκιδνός (= ἀσθενής, ἀδύνατος, ἀπό ἀμάρτυρο *ἀκιρνός, πρβλ. ἀκιρός, μέ τήν ἴδια πιθανώτατα σημασία).

Ἀλλά ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη ὅτι ἡ τροπή τοῦ ὑγροῦ σέ ὀδοντικό δέν ἦταν ξένη στήν μακεδονική διάλεκτο προκύπτει ἀπό τό τοῦ Ἡσυχίου «γόδα· ἔντερα. Μακεδόνες», τό ὁποῖο ὁ Latte ὀρθά συσχέτισε μέ τά χολάς, πληθ. χολάδες (= ἔντερα), χόλιξ, πληθ. χόλικες (= ἔντερα), ἀλλά κακῶς «διώρθωσε» σέ *γόλα, παραποιῶντας ἔτσι ἕνα στοιχεῖο ἐνδεικτικό τῆς ἰδιάζουσας φωνητικῆς συμπεριφορᾶς τῆς μακεδονικῆς διαλέκτου.

Καί σέ ἄλλες περιπτώσεις, ἀφορῶσες κοινές λέξεις τῆς ἀρχαίας καί νέας ἑλληνικῆς, ὑπάρχει μιά τάση νά ἀποφεύγεται ἡ συναγωγή προφανῶν συμπερασμάτων πού προκύπτουν ἀπό τά δεδομένα τῆς πραγματικότητας καί ἀνάγουν τό φαινόμενο τῆς τροπῆς τοῦ ὑγροῦ σέ ὀδοντικό στό ἀπώτερο παρελθόν τῆς καθ᾿ ὅλου ἑλληνικῆς.

Χαρακτηριστική εἶναι ἡ περίπτωση τῶν κελαρύζω (= μορμυρίζω, ἠχῶ, ἐπί ρέοντος ὕδατος || ἐκρέω, ρέω, ἀναβλύζω ὡς ὕδωρ || χύνω μετά ἤχου γαργάρας)[2] – κελαδέω, κελάδω (= ἠχῶ ὡς ὕδωρ ὁρμητικῶς ρέον || θορυβῶ, κραυγάζω, βοῶ || ψάλλω, μεγαλοφώνως ὑμνῶ), κέλαδος (= θόρυβος, οἷος ὁ τοῦ ὁρμητικῶς ρέοντος ὕδατος || ταραχή, ὀχλοβοή || ὁ ἦχος τῆς μουσικῆς), κ.λπ.

Ἀκόμα πιό χαρακτηριστικοί καί ἐνδεικτικοί μιᾶς ὑπόγειας σχέσης τῆς νέας ἑλληνικῆς μέ βαθύτερα ὑποστρώματα τῆς καθ᾿ ὅλου ἑλληνικῆς εἶναι οἱ ν.ἑ. τύποι κελα(η)δῶ, κελά(η)δημα κ.λπ., χρησιμοποιούμενοι κυρίως γιά τήν ὑποδήλωση τῆς φωνῆς τῶν πουλιῶν, μιά σημασιολογική ἀπόχρωση πού δέν φαίνεται νά συμπεριλαμβάνεται στό σημασιολογικό ρεπερτόριο τῶν ἀ.ἑ. κελαρύζω ἤ κελαδέω. Ἐν τούτοις, ἡ ἡσιόδεια ἤ ἀριστοφανική λακέρυζα κορώνη (= ἡ κράζουσα κορώνη, ἡ φλύαρη κουρούνα) φανερά προέκυψε μέ ἀντιμετάθεση φθόγγων ἐκ τοῦ ταυτόσημου κελάρυζα, πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι ἡ ρίζα πού ὑπόκειται τῶν κελαρύζω, κελαδέω χρησιμοποιοῦνταν κάποτε γιά νά ὑποδηλώσῃ καί τήν φωνή, τό κελά(η)δημα τῶν πτηνῶν (πρβλ. καί τό τοῦ Φωτίου «Λακερύζεσθαι· λογοποιεῖσθαι ἢ λοιδορεῖσθαι», τό τοῦ Εὐσταθίου «δοκεῖ δ᾿ ἐξ ὀνοματοποιΐας οὕτω τετυπῶσθαι καὶ ἡ λακέρυζα παρὰ τὸ κελαρύζειν» ἤ τό ὁμηρικό σχόλιο «<κελαρύζει>  μετὰ κελάδου ῥεῖ· ἢ κατὰ ἀντίθεσιν λακερύζει.»).

Μιά παρόμοια ἀναγωγή ἐνδείξεων τῆς νέας ἑλληνικῆς στά βαθύτερα στρώματα τῆς καθ᾿ ὅλου ἑλληνικῆς πιστοποιεῖται καί στήν περίπτωση τῶν κλαρί / κλαδί, ἀνακλαρίζομαι / ἀνακλαδίζομαι (= ἐκτείνω μετ᾿ ἐντάσεως τά μέλη τοῦ σώματος ἕνεκα κόπου, ἀτονίας ἤ νοσηρᾶς καταστάσεως, κυριολ. ἁπλώνω τά μέλη ὡς κλαδιά). Τό Ἱστορικὸν Λεξικὸν τῆς Νέας Ἑλληνικῆς τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν (ΙΛΝΕ)[3] καταχωρίζει σέ ξεχωριστά λήμματα τά ταυτόσημα ἀνακλαρίζομαι καί ἀνακλαδίζομαι, ἀνακλάρισμα καί ἀνακλάδισμα, γιατί δέν εἶναι διατεθειμένο νά δεχθῇ ὅτι τῆς σχέσης τῶν κλαρί / κλαδί, ἀνακλαρίζομαι / ἀνακλαδίζομαι ὑπόκειται τροπή τοῦ ὑγροῦ σέ ὀδοντικό.

Κατά παρόμοιο τρόπο συμπεριφέρεται καί ἡ ἱστορικοσυγκριτική γλωσσολογία στήν περίπτωση τῶν ἀ.ἑ. κλάδος / κλῆρος (δωρ. κλᾶρος), ὅπου κατά πᾶσαν πιθανότητα ἔχει ἐπισυμβῆ τροπή τοῦ ὑγροῦ σέ ὀδοντικό, μιᾶς καί οἱ κλῆροι ἦταν ἀρχικά κομμάτια ξύλο στά ὁποῖα χάραζαν σημάδια οἱ συμμετέχοντες στήν κλήρωση.

Οἱ παράλληλοι ν.ἑ. τύποι πού ὑπεμφαίνουν τροπή τοῦ ὑγροῦ σέ ὀδοντικό εἶναι τόσο πολλοί, ὥστε τό φαινόμενο δέν μπορεῖ νά θεωρηθῇ τυχαῖο: κλάρα / κλάδα, κλαράκι / κλαδάκι, κλαράκι (= χρυσάνθεμο) / κλαδούδι (= χρυσάνθεμο), κλαράτος / κλαδάτος, κλαρίζω / κλαδίζω, κλαρικό / κλαδικό, κλαρίτης / κλαδίτης, κλαροκοπῶ / κλαδοκοπώ, κλαροπόντικο / κλαδοπόντικο, κλαρομάντρι / κλαδοστρούγκα, κλάρος / κλάδος, κλάρωμα / κλάδωμα, κλαρώνω / κλαδώνω, κλαρωσιά / κλαδωσιά, κλαρωτός / κλαδωτός, ξεκλαρίζω / ξεκλαδίζω, ξεκλάρισμα / ξεκλάδισμα, ξέκλαρος / ξέκλαδος κ.ἄ.[4]

Ἡ ἰδιαίτερη διάδοση τοῦ φαινομένου, εἰδικά στά κατωιταλιωτικά ἰδιώματα (ὅπου τό διπλό προουρανικό λ τρέπεται σέ , πρβλ. ἐντελῶς ἐνδεικτικά ἄλλος > ἄ – ο, βάλλω > βά – ω, πολλά > πο – ά),[5] θά ᾿πρεπε κανονικά νά μᾶς ἐμβάλῃ σέ ἀμφιβολίες σχετικά μέ τήν ὀρθότητα τῆς ἀπόδοσης μιᾶς τέτοιας φωνητικῆς συμπεριφορᾶς στήν λεγόμενη «προελληνική» / «μή ἰνδοευρωπαϊκή» γλῶσσα.

Ἀνάλογες φωνητικές ἀλλαγές ἐμφανίζονται σποραδικά καί στά ὑπόλοιπα ἑλληνικά ἰδιώματα καί διαλέκτους (πρβλ. κοτσιλιά > κοτσιδιά, λαλαγγίτα ταλαγγούτα,[6] λιγούλι > διγούλι, μυρμηλιάζω > μυρμηδιάζω, τσαφαρόλεροἤ *τσαμπαλόλερο > τσαμπαδόλερο, τ(σ)ίτσιρος > τσίτσιδος, χαρχαλεύω, χαρκαλλεύgω, καρκαλεύω > χαρκατεύγω, καρκατεύω κ.λπ.), ἀλλά ἔχει μιά ἰδιαίτερη σημασία νά ἐντοπίζουμε τό φαινόμενο σέ «νεο»ελληνικές λέξεις πού ἐκ τῶν πραγμάτων μᾶς ταξιδεύουν στά ἀπώτατα βάθη τῆς καθ᾿ ὅλου ἑλληνικῆς.

Λαφρία / Δαφνία / Δάφνη

Ὁ λόγος γιά τήν τσακωνική λέξη *λαφρία, λαφζ΄ία, ἀφρία, ἀφζ΄ία, ἀφσ΄ία Πληθ. ἀφσ΄ίλε (= ἡ δάφνη)[7] πού εἶναι προφανές ὅτι ἔχει σχέση μέ τό τοῦ Ἡσυχίου «λάφνη· δάφνη. Περγαῖοι» ἀλλά δέν εἶναι καθόλου σίγουρο ὅτι προέρχεται ἀπό αὐτό. Καί τοῦτο διότι ὑπάρχει μεγάλη πιθανότητα ἡ ἐπωνυμία τῆς Ἀρτέμιδος Λαφρία νά ταυτίζεται μέ τήν ἐπωνυμία, καί πάλι τῆς Ἀρτέμιδος, Δαφνία (καί Δαφναία). Ὁπότε, βάσει τοῦ τσακωνικοῦ τύπου, μποροῦμε ὄχι μόνο νά ἐπιβεβαιώσουμε τήν τροπή λ- > δ-, ἀλλά καί νά εἰκάσουμε τροπή –ρ > ν-(: Λαφρία > *Λαφνία > Δαφνία, πρβλ. καί λατ. laurus = δάφνη).

Ἡ συνέχεια ἐν τούτοις μοιάζει νά εἶναι ἀκόμα πιό ἐνδιαφέρουσα καί ἀποκαλυπτική, ἀφοῦ ἡ ἐπωνυμία Λαφρία δέν ἀποτελεῖ μόνο τήν ὀνομασία πού χρησιμοποιοῦν οἱ Καλυδώνιοι καί οἱ Μεσσήνιοι γιά τήν Ἄρτεμι κατά τά λεγόμενα τοῦ Παυσανία (4.31.7.3-7) ἀλλά καί αὐτήν πού χρησιμοποιοῦν οἱ Κεφαλλῆνες γιά τήν Βριτόμαρτι, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ Ἀντωνῖνος Λιβεράλις (40.1.1-40.4.7). Ἡ σχέση τῆς Βριτομάρτιδος πρός τήν Ἄρτεμι δέν πιστοποιεῖται μόνο ἀπό τό γεγονός ὅτι «αὕτη φυγοῦσα τὴν ὁμιλίαν τῶν ἀνθρώπων ἠγάπησεν ἀεὶ παρθένος εἶναι», ἀλλά καί ἀπό τό ὅτι, ἀποφεύγοντας τίς ἐρωτικές ἐπιθέσεις τοῦ Μίνωος καί τοῦ ἁλιέως Ἀνδρομήδους κατέληξε σέ ἕνα ἄλσος τοῦ ἱεροῦ τῆς Ἀρτέμιδος στήν Αἴγινα, ὅπου «ἐγένετο ἀφανής, καὶ ὠνόμασαν αὐτὴν Ἀφαίαν». Ἡ συσχέτιση μέ τό «ἀφανής» εἶναι προφανῶς παρετυμολογική, δέν ἀποκλείεται δέ, ἄν κρίνῃ κανείς ἀπό τήν πτώση τοῦ ἀρκτικοῦ ὑγροῦ στά τσακωνικά *λαφρία, λαφζ΄ία, ἀφρία, ἀφζ΄ία κ.λπ., τό ὄνομα Ἀφαία νά ἀποτελῇ παραφθορά τοῦ Λαφρία ἤ τοῦ *Λαφναία / Δαφναία.

Ἀλλά καί αὐτό νά μή συμβαίνῃ, εἶναι ἀναντίρρητο ὅτι ἡ ἐπωνυμία Λαφρία / Δαφνία / Δαφναία / Ἀφαία προορίζεται γιά θεές οἱ ὁποῖες ἔχουν κάνει τήν διατήρηση τῆς παρθενίας σκοπό ζωῆς, ὅπως π.χ. ἡ Ἄρτεμις ἤ ἡ Βριτόμαρτις.[8]

Μετά τήν ἀπαραίτητη αὐτή προεισαγωγή, μποροῦμε τώρα νά εἰσέλθουμε στόν πυρῆνα τῆς τολμηρῆς μας –δέν τό ἀρνούμαστε- ὑπόθεσης. Εἶναι γνωστό πώς ἡ πρώτη ἀγάπη τοῦ Ἀπόλλωνα στάθηκε ἡ νύμφη Δάφνη, πού συγκεντρώνει ὅλα τά βασικά χαρακτηριστικά τῆς Ἀρτέμιδος: παρθενία, ἀφοσίωση στό κυνήγι, καί βέβαια ἰδιάζουσα σχέση μέ τόν Ἀπόλλωνα, ἀφοῦ ἡ μεταμόρφωσή της σέ δάφνη, προκειμένου νά μήν ὑποκύψῃ στίς ἐρωτικές ὀρέξεις τοῦ θεοῦ, παρέσχε στήν λατρεία τοῦ Ἀπόλλωνος τό συνδεδεμένο ἀναπόσπαστα μ᾿ αὐτήν δένδρο. Ἡ σκέψη εἶναι ἁπλῆ καί προφανής: Ἀφοῦ ἡ Ἄρτεμις Λαφρία ἤ Δαφνία ἤ Δαφναία συγκεντρώνει ὅλα τά χαρακτηριστικά πού ἔχει καί ἡ Δάφνη, δέν ἀποκλείεται στό πρόσωπο τῆς δεύτερης νά ὑποστασιοποιήθηκε ἡ ἀπαγόρευση ἀδελφομικτικῶν σχέσεων πού ἀφοροῦσε τήν πρώτη, νά ἦταν δηλαδή ἡ Δάφνη ἀρχικά ἀδελφή τοῦ Ἀπόλλωνος. Μέ τήν ἐπιβολή τῆς ἀδελφομικτικῆς ἀπαγόρευσης (πού, σημειωτέον, δέν ἴσχυσε γιά τό ἀδελφομικτικό ζεῦγος Ζεύς – Ἥρα) ἡ ἀνάμνηση τῆς παλαιᾶς ἐρωτικῆς σχέσης μετασκευάσθηκε καί συσκοτίσθηκε, ἀλλά δέν ἐξέλιπε. Κάπως ἔτσι, μέ ἐπικαλύψεις, ἀντιφάσεις, προσθῆκες καί περικοπές προέκυψε ἡ διάσπαση μιᾶς μυθικῆς μορφῆς σέ δύο ἤ καί περισσότερες.

Ἄν λοιπόν ἡ ἀνίχνευση τέτοιων «παράδοξων» φωνητικῶν τροπῶν, ὅπως αὐτή τοῦ ὑγροῦ σέ ὀδοντικό, εἶναι σέ θέση νά μᾶς διαφωτίσῃ γιά τήν προϊστορία τῆς ἑλληνικῆς, ὄχι μόνο γλώσσας ἀλλά καί θρησκείας, σημαίνει ὅτι κακῶς ἀποδίδεται στήν λεγόμενη «προελληνική» καί πιθανώτατα χαρακτηρίζει τήν συμπεριφορά τῆς ἑλληνικῆς σέ ἕνα παλαιότατο στάδιο ἐξέλιξης.

Φωνο-μορφολογικές ἐξελίξεις

Δεδομένης τῆς ἰδιάζουσας σχέσης τύπων τῆς νέας ἑλληνικῆς μέ πρωτογενεῖς τύπους τῆς καθ᾿ ὅλου ἑλληνικῆς, ἀναγόμενους σ᾿ ἕνα πρωτοελληνικό ὑπόστρωμα, θά ἦταν περίεργο ἄν ἡ γλῶσσα μας, καί στήν περίπτωση τῶν μακρός, μῆκος, δωρ. μᾶκος, ὁμηρ. μακεδνός κ.τ.τ. δέν ἐμφάνιζε φωνητικά / μορφολογικά στοιχεῖα πού παραπέμπουν σ᾿ ἕνα ἀδιευκρίνιστου ἱστορικοῦ βάθους παρελθόν.

Ἔτσι, ἡ νέα ἑλληνική, ἀντί τῶν τύπων μῆκος ἤ μᾶκος χρησιμοποιεῖ παγκοίνως τόν τύπο μάκρος, ὁ ὁποῖος ὅμως δέν εἶναι νεώτερο πλᾶσμα, ἄν κρίνουμε ἀπό τό ἀριστοφανικό «Ὦ Πόσειδον, τοῦ μάκρους.» (Ὄρνιθες, στ. 1131). Ἡ παρουσία τοῦ ὑγροῦ στό ἀριστοφανικό καί νεοελληνικό μάκρος ἐνισχύει τήν πιθανότητα τό ὑγρό νά ἀποτελῇ ὀργανικό στοιχεῖο τῆς ρίζας πού ὑπόκειται τοῦ μακρός, καί ἑπομένως καί τοῦ μακεδνός (<*μακερνός).

Ἡ νεοελληνική παρουσιάζει καί τούς τύπους μακρινός (ἤ μακρυνός) μέ κύρια σημασία «ἀπομεμακρυσμένος» καί δευτερεύουσες «ἐπιμήκης», «μακροχρόνιος», μακρινάρι ἤ μακρυνάρι (= πρᾶγμα ἐπίμηκες, μακρουλό), μακρύνω, μακρένω (= ἐπιμηκύνω, παρατείνω, ἀπομακρύνομαι, πρβλ. τό παλαιοδιαθηκικό μακρύνω = μηκύνω, ἀπομακρύνω) κ.λπ. Ἄς σημειωθῇ ἐπί πλέον ὅτι στόν Πόντο τό μακρένω / μακρύνω ἔχει καί τήν σημασία «ψηλώνω», ἑπομένως εἶναι πλησιέστατο σημασιολογικά πρός τό μακεδνόςἈτοσίκον ἐξέρω σε καί πότε ἐμάκρυνες; (= τοσούτσικο σέ ξέρω καί πότε ψήλωσες;) Πόντ. (Σταυρ.) | Ἐμάκρυνεν ὁ παιδᾶς (= ψήλωσε τό παιδί) Πόντ. (Ἴμερ.).

Ὡς ἐναλλακτικός τύπος τοῦ μακρινός (μακρυνός) δέον νά ληφθῇ ὁ τύπος τοῦ πληθυντικοῦ μάκραινα (ἤ μάκρενα τά: τά μακρά μαλλιά) Πελοπν. (Βούρβουρ.), πού ἡ σχέση του μέ τό μακρινός ἀναδεικνύεται καί ἀποδεικνύεται ἀπό τά ἐπίσης πελοποννησιακά μάκρινα τά (= πόκοι, ποκάρια, μάλιστα μετά τῆς λέξεως μαλλιά· μάκρινα μαλλιά) Πελοπν. (Βασσαρᾶς = Οἰνοῦς), μάκρινα τά (= μακριά, διαλεχτά πρόβεια μαλλιά: Θ᾿ ἀγοράσω μάκρινα μαλλιά γιά πατανίες) Πελοπν. (Λακεδ.), πρβλ. καί *μάκρενες > μάκρινις (= δύο παράλληλα ξύλα τά ὁποῖα καρφώνονται εἰς τά παλούκια τοῦ φράκτου) Θάσ. 

Θά ἀντέτεινε ἴσως κάποιος ὅτι ἡ ἐξέλιξη μάκρενα > μάκρινα, ἤτοι ἡ στένωση τοῦ ἄτονου eσέ iεἶναι χαρακτηριστική τῶν βορείων καί ὄχι τῶν νοτίων ἰδιωμάτων ὅπως εἶναι τά πελοποννησιακά. Στήν ὑποθετική ἔνσταση ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι πρέπει νά πάψουμε νά συνάγουμε ἄκαμπτους νόμους ἀπό ἁπλές κανονικότητες. Γιά νά φέρω ἕνα καί μόνο παράδειγμα, ἡ βάκραινα (ἤ βάκρενα) προβατίνα καί τό βάκραινο (ἤ βάκρενο) πρόβατο (= μέ ἄσπρο σῶμα καί μαῦρο κεφάλι καί πόδια) διαχωρίζεται ἀπό τό ΙΛΝΕ σέ οὐσιαστικό (βάκραινα ἡ, βάκραινο τό) καί ἐπίθετο (βάκρινος, βάκρινα, βάκρινο), γιατί τό ἐν λόγῳ λεξικό δέν μπορεῖ νά «ἀντέξῃ» τό γεγονός ὅτι στά «νότια» ἰδιώματα τῆς Πελοποννήσου παρουσιάζεται –καί μάλιστα διαδεδομένη- «βόρεια» στένωση τοῦ ἄτονου e σέ iβάκρινα Πελοπν. (Βέρβ. Βούρβουρ. Δημητσάν. Μεσσ.) βάκρινο Πελοπν. (Λακων. Οἰν. Πυλ. Τριφυλλ. Φεν. κ.ἀ.)! Ἄς ἀφήσουμε τό γεγονός ὅτι σ᾿ ὅλη τήν Ἑλλάδα τό α΄ πληθυντικό πρόσωπο τῆς ὁριστικῆς ἐνεστῶτα ἐκφέρεται μέ «βόρειο» φωνηεντισμό (παίζουμε καί ὄχι παίζομε, μένουμε καί ὄχι μένομε κ.τ.τ.).

Μιά ἄλλη φωνητική ἐξέλιξη πού ὑποθέτουμε ὅτι ἔλαβε χώραν στά *μακρενός > *μακερνός / μακεδνός εἶναι ἡ ταυτοσυλλαβική μετάθεση τοῦ ὑγροῦ. Τό φαινόμενο ἐμφανίζεται καί σέ συγγενεῖς πρός τό μακρός ν.ἑ. τύπους, ὅπως: μακυργιά (= μακριά) Μεγίστη (= Καστελλόρριζο)  Λῆμν. μακυρζ΄ά (= μακριά) Κάλυμν. μακουρλεύου (= κάμνω τι μακρουλόν) Σκῦρ. μακουρλός (= μακρουλός) Σάμ. (Κουμαδαρ.) μακουρλές-ή-ό (= μακρουλός) Σκῦρ.

Ἰδιαίτερα διαφωτιστικοί γιά τίς φωνητικές ἐξελίξεις πού ὑποθέτουμε ὅτι ἐπισυνέβησαν στά μακρινός (μακρυνός), μάκρινος, μάκρενος, *μακρενός, *μακερνός εἶναι τύποι τοῦ ἐπιθέτου κίτρινος, τούς ὁποίους περιοριζόμαστε ἁπλῶς νά παραθέσουμε: 

κίτρ᾿νους Μακεδ. κίτιρνος Μακεδ. Πόντ. Προπ. κίτιρνους Ἀ. Ρουμελ. Εὔβ. Ἤπ. Θεσσ. Θράκ. Μακεδ. Στερελλ. κίτσιρνους Μακεδ. (Σιάτ.) κίτερνος Θεσσ. Μακεδ. Πόντ. Τῆν. κίτερνους Ἀ. Ρουμελ. Θεσσ. Μακεδ. κίτιαρνους Μακεδ. (Καταφύγ.) κίτουρνος Πόντ. τσίτερνος Μεγίστ. τσίτερνες Σκῦρ. κούτουρνος Πόντ. κίτιινους Σαμοθρ. κίτιρος Ἤπ. κίτιρους Ἤπ. Μακεδ. κίτερος Ἤπ. κίτ᾿ρους Ἤπ. κ.ἄ.

Ἐπειδή θά ἀντιπροβληθῇ κι ἐδῶ ἡ -ἀμφισβητήσιμη- ἀκαδημαϊκή ἄποψη ὅτι τά κίτρον, κίτρινος κ.λπ. εἶναι ἀντιδάνεια τῆς ἑλληνικῆς ἀπό τήν λατινική, σπεύδουμε νά διευκρινίσουμε ὅτι, ἀκόμη κι ἔτσι νά ᾿ναι, τύποι ὅπως κίτιρνος, κίτερνος, κίτερος, κίτιαρνους, κούτουρνος κ.λπ., ἀποθησαυρισμένοι οἱ περισσότεροι μόλις τόν εἰκοστό αἰῶνα, εἶναι ἐνδεικτικοί δυνητικῶν φωνομορφολογικῶν ἐξελίξεων, χωρίς νά μπορῇ νά ἀποκλεισθῇ ἐντελῶς ἡ πιθανότητα νά μᾶς ἀνάγουν στήν πηγή τοῦ πρώτου δανεισμοῦ καί σέ μιά φωνητική συμπεριφορά πού ἐνδεχομένως χαρακτήριζε ὑπόγεια, λανθάνοντα στρώματα τῆς ἑλληνικῆς. Γιατί δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι ἡ κυριαρχία τῆς ἀττικῆς διαλέκτου στήν γραμματειακή μας παράδοση δέν ἐπέτρεψε παρά σέ ἐλάχιστα λείψανα τῆς μακεδονικῆς π.χ. διαλέκτου νά ἀναδυθοῦν στήν ἐπιφάνεια τῆς γραπτῆς ἔκφρασης, ἐνῷ εἶναι λογικό καί ἀναμενόμενο πώς πολύ περισσότερα παρέμειναν ἐν χρήσει στόν προφορικό λόγο.

Καί εἶναι βέβαια τεράστια ἀντίφαση νά ἀξιοποιοῦνται γιά τήν διερεύνηση τῆς ἰνδοευρωπαϊκῆς νεώτεροι γερμανικοί, ἰρλανδικοί, ἀγγλικοί, σλαβικοί κ.λπ. τύποι, καί νά μή λαμβάνωνται ὑπ᾿ ὄψει, οὔτε καί κατ᾿ ἐλάχιστο, τύποι τῆς νεοελληνικῆς προφορικῆς παράδοσης, πού ἐνδεχομένως μνημειώνουν ὅ,τι ἡ ὑπερδισχιλιετής ἀττικιστική ἐπιβολή ἀπώθησε στά βάθη τοῦ γλωσσικοῦ / πολιτισμικοῦ ὑποσυνειδήτου.


[1]Beekes, R. (2010), Etymological Dictionary of Greek, Leiden, Boston: Brill.

[2] Βλ.Liddell – Scott – Κωνσταντινίδου, σ.λ. κελαρύζωκελαδέωκ.λπ.

[3] ἹστορικὸνΛεξικὸντῆςΝέαςἙλληνικῆςτῆςτεκοινῶςὁμιλουμένηςκαὶτῶνἰδιωμάτωντ. Α΄- ΣΤ΄ (Αδιάλεκτος), Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, 1933 κ.ἑ.[4] Οἱ παρατιθέμενοι τύποι προέρχονται, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, ἀπό τό ἈρχεῖοτοῦΚέντρουἘρεύνηςτῶνΝεοελληνικῶνΔιαλέκτωνκαίἸδιωμάτωντῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν.[5] Βλ. Καραναστάσης, Ἀ. (1984-1992), ἹστορικὸνΛεξικὸντῶνἙλληνικῶνἸδιωμάτωντῆςΚάτωἸταλίαςτ. 5, Ἀθῆναι: Ἀκαδημία Ἀθηνῶν

[6] Παπαχριστοδούλου, Χ. (1986), Λεξικὸ τῶν Ροδίτικων Ἰδιωμάτων, Ἀθήνα: Στέγη Γραμμάτων καί Τεχνῶν Δωδεκανήσου 

[7] Βλ. Κωστάκης, Θ. (1986-1987), Λεξικό της Τσακωνικής Διαλέκτου, τ. 3, Αθήνα: Ἀκαδημία Ἀθηνῶν

[8] Βλ. καί Κακριδής, Ι. (1986), Ελληνική Μυθολογία (Γενική Εποπτεία), τ. 5, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών

από το περιοδικό Νέος Ερμής ο Λόγιος, τ. 17, καλοκαίρι 2018

https://cognoscoteam.gr/%ce%b7-%ce%b5%cf%84%cf%85%ce%bc%ce%bf%ce%bb%ce%bf%ce%b3%ce%af%ce%b1-%cf%84%cf%89%ce%bd-%ce%bf%ce%bd%ce%bf%ce%bc%ce%ac%cf%84%cf%89%ce%bd-%ce%bc%ce%b1%ce%ba%ce%b5%ce%b4%ce%bd%cf%8c%cf%82-%ce%bc%ce%b1/?fbclid=IwAR3CXyCrHWUBFRim355Mxxt7iUAmf9nlldHLyQ6UOFB6Gy7NLOIuRiyk9lQ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η ετυμολογία των ονομάτων Μακεδνός, Μακεδών"
Related Posts with Thumbnails