Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα φιλοσοφία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα φιλοσοφία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2009

"Η ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΑ"

Στην μεταβατική εποχή που διανύουμε, όπως και στο μεταίχμιο κάθε νέας εποχής, κάτι νέο κυοφορείται, καθώς το παρόν αποσυντίθεται για να προκύψει κάτι καινούργιο.
Στην νέα αυτή εποχή, ο άνθρωπος καλείται να επαναπροσδιορίσει την θέση του, τόσο σε σχέση με τον πνευματικό του εαυτό του, όσο και με την φύση, καθώς αιώνες τώρα ακολουθεί μία πορεία αποξένωσης. Ζούμε σε έναν κόσμο που επικρατούν οι άνθρωποι της επιτυχίας και του χρήματος, και όχι της ηθικής και της αρετής, της πληροφορίας και όχι της γνώσης.
Η σύγχρονη επιστήμη μπορεί να εξελίσσεται ταχύτητα, είναι φανερό όμως ότι κάτι λείπει, καθώς σε επίπεδο κοινωνίας υπάρχει κρίση αξιών, μοναξιά και ατομισμός, αποξένωση του ανθρώπου από τον εαυτό του και την φύση, ενώ η παραγωγή όλο και περισσότερων υλικών αγαθών είναι πια ο υπέρτατος σκοπός της ζωής.
Ειδικά ο νέο-Έλληνας φέρει διπλή ευθύνη στους ώμους του.
Ως συνεχιστής μίας απίστευτης πολιτιστικής κληρονομιάς οφείλει να αποκαταστήσει τον κομμένο ομφάλιο λώρο με την αρχαιοελληνική σκέψη, η οποία σε κάθε δύσκολη στιγμή της ανθρωπότητας αποτέλεσε την αφετηρία του Διαφωτισμού και της αναγέννησης, αλλά και να πρωτοστατήσει σε μία νέα αντίληψη για τον άνθρωπο, την ζωή, και τον κόσμο.
Το να υπάρχεις «ελληνικός» σημαίνει τέσσερις τρόπους συμπεριφοράς σύμφωνα με τον καθηγητή Λιαντίνη:
1. Ότι δέχεσαι την αλήθεια που έρχεται μέσα από την φύση.
Όχι την αλήθεια που φτιάχνει το μυαλό των ανθρώπων
2. Ότι ζεις σύμφωνα με την ηθική της γνώσης. Όχι με την ηθική της δεισιδαιμονίας και των προλήψεων.
3. Ότι αποθεώνεις την ομορφιά. Γιατί η ομορφιά είναι δυνατή σαν το νου σου και φθαρτή σαν τη σάρκα σου.
4. Και κυρίως αυτό... Ότι αγαπάς τον άνθρωπο. Πως αλλιώς!
Ο άνθρωπος είναι το πιο τραγικό πλάσμα μέσα στο σύμπαν.Και αυτό ίσως επειδή, ο άνθρωπος έχει την δυνατότητα των συνειδητών επιλογών του. Επιλογών που επηρεάζουν όμως όχι μόνο ίδιο, αλλά και το φυσικό περιβάλλον, στο οποίο έχει επιβληθεί και συνειδητά καταστρέφει, έχοντας ξεχάσει την αμφίδρομη σχέση που υφίσταται μεταξύ ανθρώπου και φύσης.
Έτσι όμως είναι σίγουρο πως θα θερίσουμε ότι ανεξέλεγκτα σπείραμε, γεωλογικές, μεταβολές και μόλυνση του περιβάλλοντος.Αντίθετα με την σημερινή πρακτική, για την αρχαία Ελληνική αντίληψη Θεός και κόσμος ταυτίζονται, συνεπώς υφίσταται μία άρρητη ενότητα του ανθρώπου και της φύσης, άρα και σεβασμός του πρώτου έναντι της.
Για την αρχαία Ελληνική φιλοσοφία και επιστήμη, ο κόσμος δημιουργήθηκε κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η ίδια του η δομή, περιείχε το μυστικό μιας ιερής και αιώνιας τάξης, που αποκαλύπτεται ως κοσμική και πλανητική αρμονία, και εν τέλη εξατομικεύεται στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Όταν κατανοηθεί αυτή η θέση μας αποκαλύπτεται ένα κλειδί για την κατανόηση τόσο του εαυτού μας, όσο και του σύμπαντος.
Για τον Δημόκριτο ο άνθρωπος είναι μικρογραφία του κόσμου, η αντανάκλαση του Μακρόκοσμου, ένα μικρό σύμπαν, καθώς αποτελείται από εκατομμύρια μικρότερες ζωές, οι οποίες αποτελούν όχι μόνο το φυσικό του σώμα αλλά όλη του την ύπαρξη και στις υπόλοιπες διαστάσεις.
Ο Ηράκλειτος έλεγε "Εκ των πάντων Εν, και εξ Ενός τα πάντα", και "οδός άνω και κάτω μία", ενώ ο Μάρκος Αυρήλιος εκφράζοντας τις θέσεις των στωικών έγραφε πως:«Tα πάντα αλληλοσυμπλέκονται και η σύμπλεξη αυτή είναι κάτι το ιερό, και σχεδόν κανένα δεν είναι ξένο με το άλλο. Διότι όλα είναι συντεταγμένα ως σύνολο, και διακοσμούν τον ίδιο κόσμο.»
Στον εσωτερισμό αντίστοιχα, ο νόμος της αναλογίας είναι μία από τις πρώτες βασικές αρχές τόσο του μακρόκοσμου όσο και του μικρόκοσμου. Όπως αναφέρει η Μπλαβάτσκυ:«Από τους Θεούς μέχρι τους ανθρώπους, από τους Κόσμους μέχρι τα άτομα, από ένα άστρο μέχρι ένα αδύναμο φως, από τον Ήλιο μέχρι τη ζωτική θερμότητα του μικρότερου οργανικού όντος: ο κόσμος της Μορφής και της Ύπαρξης είναι μια τεράστια αλυσίδα της οποίας όλοι οι κρίκοι συνδέονται. Ο νόμος της Αναλογίας είναι το πρώτο κλειδί…»Οι προσωκρατικοί πίστευαν πως κάθε τι στη Φύση έχει εν δυνάμει, ικανότητα για αίσθηση και, κατά προέκταση, για συνείδηση.
Είναι πραγματικά ενδιαφέρον πώς η σημερινή επιστήμη βάση των νέων δεδομένων, αρχίζει να αναγνωρίζει το σύμπαν ως μία τεράστια σκέψη, και όχι ως μια καλοκουρδισμένη μηχανή με προκαθορισμένη την επόμενη κίνηση.Επιστημονικά πειράματα δείχνουν πως ο παρατηρητής είναι απαραίτητος όχι μονάχα για να παρατηρήσει την εξέλιξη ενός κβαντικού φαινομένου, αλλά ακόμα και για να συμβεί αυτό το φαινόμενο. Από ότι φαίνεται λοιπόν η ομοιότητα μεταξύ της δομής της ύλης και της δομής του νου, διαδραματίζει έναν βασικό ρόλο στην διαδικασία της παρατήρησης.
Για τους αρχαίους Έλληνες φιλόσοφους και μύστες, υπήρχε κάτι περισσότερο από την επιφανειακή πραγματικότητα που παρατηρούμε με τις φυσικές αισθήσεις μας.
Η ύλη αποτελεί ένα πέπλο, το οποίο οι αναζητητές της αλήθειας οφείλουν να προσπελάσουν, προκειμένου να υπάρξει η αντίληψη της πραγματικής υπόστασης των πραγμάτων.
Το ενδιαφέρον είναι πως σύμφωνα με πορίσματα της σύγχρονης φυσικής η ύλη είναι κάποια μορφή ενέργειας, κάτι που σημαίνει πως η υλική πραγματικότητα είναι στην ουσία ένα «matrix», μία σκιώδης πραγματικότητα, το σπήλαιο του Πλάτωνα, που αποτελείται από μορφές ενέργειας οι οποίες εμφανίζονται από το πουθενά.
Σαφώς και υπάρχουν οι εξωτερικοί νόμοι της Μορφής που αναζητά η επιστήμη, αλλά ταυτόχρονα υπάρχουν και οι «εσωτερικοί» νόμοι της Ζωής που αναζητά η εσωτερική φιλοσοφία, προσπαθώντας να ανιχνεύσει την πρώτη εκείνη Αρχή από την οποία τα πάντα προέρχονται.
Όσον αναφορά τον φυσικό άνθρωπο αυτός δεν είναι παρά μια μερική εκδήλωση μόνο του Αληθινού Ανθρώπου, καθώς όλα όσα συνιστούν αυτό που εμείς εκλαμβάνουμε ως εγώ, δεν είναι παρά ένα πολύ μικρό τμήμα της ψυχής. Αυτόν τον αληθινό άνθρωπο οφείλουμε να ανακαλύψουμε την πνευματική μας Ιθάκη.
Το ταξίδι είναι ίσως μεγάλο και περιπετειώδες αλλά ίσως ο άνθρωπος κατορθώσει να θυμηθεί την πραγματική του πατρίδα. Το ταξίδι αυτό που είναι η πορεία προς την εξατομίκευση, ονομάζεται βάδισμα στην ατραπό, μία ατραπός που οδηγεί πίσω στο πνευματικό λίκνο, απ' όπου προήλθε το αυτό ιερό κομμάτι της ύπαρξης.
Στο μυστηριώδες αυτό ταξίδι, η αρχαία Ελληνική φιλοσοφία, και οι μύθοι στέκουν αρωγοί στον άνθρωπο για να του θυμίζουν την Γήινη αλλά και ουράνια καταγωγή του, όπως αναφέρουν οι Ορφικές πλάκες του Ιππωνίου, για να του προσδιορίζουν τους δρόμους της επιστροφής του, στην πνευματική του πηγή.
Ο άνθρωπος του εικοστού πρώτου αιώνα οφείλει να διευρύνει την συνειδητότητα του αγαλλιάζοντας όλα τα δημιουργήματα, μετέχοντας ενεργά στο κοσμικό σχέδιο, επιβεβαιώνοντας την αιώνια υπόσταση της αθάνατης και αιώνιας φύσης του. Και αυτό διότι όπως λέει ο Καζαντζάκης:«Θέλοντας και μη, είμαι κι εγώ, σίγουρα, ένα κομμάτι από τ' ορατό κι αόρατο Σύμπαντο. Είμαστε ένα.
Οι δυνάμεις που δουλεύουν εντός μου, οι δυνάμεις που με σπρώχνουν και ζω, οι δυνάμεις που με σπρώχνουν και πεθαίνω είναι, σίγουρα, και δικές του δυνάμεις.»
Ομιλία που εισηγήθηκα στο Συμπόσιο με τίτλο "Η αρχαιοελληνική Μεταφυσική Φιλοσοφία στο Σήμερα" που διοργάνωσε η "Κίνηση Φιλοσοφικών & Μεταφυσικών Ομάδων για Ελεύθερη Πνευματική Έκφραση", στις 30 Ιανουαρίου 2005
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ""Η ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΑ""

Τετάρτη 29 Απριλίου 2009

ARISTOTELIS

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Μαζί με το δάσκαλό του Πλάτωνα αποτελεί τη φωτεινή δυάδα της φιλοσοφικής σκέψης του αρχαίου κόσμου. Υπήρξε σοφός μεγαλοφυής, εγκυκλοπαιδικός, φυσιοδίφης, δημιουργός της λογικής και ο σημαντικότερος από τους διαλεκτικούς της αρχαιότητας.
Η ΖΩΗ ΚΑΙ Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ.
Ο Αριστοτέλης γεννήθηκε το 384 π.Χ. στα Στάγειρα της Μακεδονίας.
Ο πατέρας του Νικόμαχος ήταν γιατρός του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα Β΄, τον οποίο είχε πατέρα ο Φίλιππος. Ο Νικόμαχος, που κατά το Σουίδα είχε γράψει έξι βιβλία φυσικής και ένα ιατρικής, θεωρούσε πρόγονό του τον ομηρικό ήρωα και γιατρό Μαχάονα, το γιο του Ασκληπιού.
Πίστευαν ότι και της μητέρας του η καταγωγή ήταν θεϊκή. Ονομαζόταν Φαιστίς, είχε έρθει με Χαλκιδείς αποίκους στα Στάγειρα και ανήκε στο γένος των Ασκληπιαδών.
Ο Αριστοτέλης πρόωρα ορφάνεψε από πατέρα και μητέρα και την κηδεμονία του ανέλαβε ο φίλος του πατέρα του Πρόξενος, που ήταν εγκαταστημένος στον Αταρνέα της μικρασιατικής Αιολίδας, απέναντι από τη Λέσβο. Ο Πρόξενος, που φρόντισε τον Αριστοτέλη σαν δικό του παιδί, τον έστειλε στην Αθήνα σε ηλικία 17 ετών (367 π.Χ.), για να γίνει μαθητής του Πλάτωνα.
Πράγματι ο Αριστοτέλης σπούδασε στην Ακαδημία του Πλάτωνα επί 20 χρόνια (367 - 347), μέχρι τη χρονιά δηλ. που πέθανε ο δάσκαλός του. Στο περιβάλλον της Ακαδημίας άφηνε κατάπληκτους όλους και τον ίδιο το δάσκαλό του, με την ευφυΐα και τη φιλοπονία του.
Ο Πλάτωνας τον ονόμαζε "νουν της διατριβής" και το σπίτι του "οίκον αναγνώστου".
Όταν το 347 π.Χ. πέθανε ο Πλάτωνας, προέκυψε θέμα διαδόχου στη διεύθυνση της σχολής. Επικρατέστεροι για το αξίωμα ήταν οι τρεις καλύτεροι μαθητές του Πλάτωνα, ο Αριστοτέλης, ο Ξενοκράτης και ο Σπεύσιππος.
Ο Αριστοτέλης τότε μαζί με τον Ξενοκράτη εγκατέλειψε την Αθήνα και εγκαταστάθηκαν στην Άσσο, πόλη της μικρασιατικής παραλίας, απέναντι από τη Λέσβο. Την Άσσο κυβερνούσαν τότε δύο πλατωνικοί φιλόσοφοι, ο Έραστος και ο Κορίσκος, στους οποίους είχε χαρίσει την πόλη ο ηγεμόνας του Αταρνέα και παλιός μαθητής του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, Ερμίας.
Οι δύο φίλοι, κυβερνήτες της Άσσο, είχαν ιδρύσει εκεί μια φιλοσοφική σχολή, ως παράρτημα της Ακαδημίας.
Στην Άσσο ο Αριστοτέλης δίδαξε τρία χρόνια και μαζί με τους φίλους του κατόρθωσε ό,τι δεν μπόρεσε ο Πλάτωνας. Συνδέθηκαν στενά με τον Ερμία και τον επηρέασαν τόσο, ώστε η τυραννία του να καταστεί πραότερη και δικαιότερη.
Το τέλος του τυράννου όμως ήταν τραγικό. Επειδή προέβλεπε την εκστρατεία των Μακεδόνων στην Ασία, συμμάχησε με το Φίλιππο. Γι' αυτό τον συνέλαβαν οι Πέρσες και τον θανάτωσαν με μαρτυρικό σταυρικό θάνατο.
Το 345 π.Χ. ο Αριστοτέλης, ακολουθώντας τη συμβουλή του μαθητή του Θεόφραστου, πέρασε απέναντι στη Λέσβο και εγκαταστάθηκε στη Μυτιλήνη, όπου έμεινε και δίδαξε μέχρι το 342 π.Χ. Στο μεταξύ είχε παντρευτεί την ανιψιά και θετή κόρη του Ερμία, την Πυθιάδα, από την οποία απέκτησε κόρη, που πήρε το όνομα της μητέρας της.
Μετά το θάνατο της πρώτης του συζύγου ο Αριστοτέλης συνδέθηκε αργότερα στην Αθήνα με τη Σταγειρίτισσα Ερπυλλίδα, από την οποία απέκτησε ένα γιο, το Νικόμαχο.
Το 342 π.Χ. τον προσκάλεσε ο Φίλιππος στη Μακεδονία, για να αναλάβει τη διαπαιδαγώγηση του γιου του Αλέξανδρου, που ήταν τότε μόλις 13 χρονών. Ο Αριστοτέλης άρχισε με προθυμία το έργο της αγωγής του νεαρού διαδόχου. Φρόντισε να του μεταδώσει το πανελλήνιο πνεύμα και χρησιμοποίησε ως παιδευτικό όργανο τα ομηρικά έπη. Η εκπαίδευση του Αλέξανδρου γινόταν άλλοτε στην Πέλλα και άλλοτε στη Μίεζα, μια κωμόπολη της οποίας τα ερείπια έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη· βρισκόταν στους πρόποδες του βουνού πάνω στο οποίο είναι χτισμένη η σημερινή Νάουσα της Μακεδονίας. Εκεί το 341 π.Χ. πληροφορήθηκε το θάνατο του Ερμία.
Ο Αριστοτέλης έμεινε στη μακεδονική αυλή έξι χρόνια. Όταν ο Αλέξανδρος συνέτριψε την αντίσταση των Θηβαίων και αποκατέστησε την ησυχία στη νότια Ελλάδα, ο Αριστοτέλης πήγε στην Αθήνα (335) και ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή.
Για να εγκαταστήσει τη σχολή του διάλεξε το Γυμνάσιο, που λεγόταν και Λύκειο, ανάμεσα στο Λυκαβητό και τον Ιλισό, κοντά στην πύλη του Διοχάρη, στο σημείο δηλ. που σήμερα βρίσκεται ο Εθνικός Κήπος. Εκεί υπήρχε άλσος αφιερωμένο στον Απόλλωνα και τις Μούσες. Με χρήματα που του έδωσε άφθονα ο Αλέξανδρος, ο Αριστοτέλης έχτισε μεγαλόπρεπα οικήματα και στοές, που ονομάζονταν "περίπατοι".
Ίσως γι' αυτό η σχολή του ονομάστηκε Περιπατητική και οι μαθητές του περιπατητικοί φιλόσοφοι.
Η οργάνωση της σχολής είχε γίνει κατά τα πρότυπα της Πλατωνικής Ακαδημίας. Τα μαθήματα για τους προχωρημένους μαθητές γίνονταν το πρωί ("εωθινός περίπατος") και για τους αρχάριους το απόγευμα ("περί το δειλινόν", "δειλινός περίπατος").
Η πρωινή διδασκαλία ήταν καθαρά φιλοσοφική ("ακροαματική"). Η απογευματινή "ρητορική" και "εξωτερική".
Η σχολή είχε μεγάλη βιβλιοθήκη και τόσο καλά οργανωμένη, ώστε αργότερα χρησίμευσε ως πρότυπο για την ίδρυση των βιβλιοθηκών της Αλεξάνδρειας και της Περγάμου.
Ο Αριστοτέλης μάζεψε χάρτες και όργανα χρήσιμα για τη διδασκαλία των φυσικών μαθημάτων. Έτσι σύντομα η σχολή έγινε περίφημο κέντρο επιστημονικής έρευνας.
Στα δεκατρία χρόνια που έμεινε ο Αριστοτέλης στην Αθήνα δημιούργησε το μεγαλύτερο μέρος του έργου του, που προκαλεί το θαυμασμό μας με τον όγκο και την ποιοτική του αξία. Γιατί είναι άξιο απορίας, πώς ένας άνθρωπος σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα συγκέντρωσε και κατέγραψε τόσες πολλές πληροφορίες.
Το 323 π.Χ. με την είδηση του θανάτου του Μ. Αλεξάνδρου οι οπαδοί του αντιμακεδονικού κόμματος νόμισαν ότι βρήκαν την ευκαιρία να εκδικηθούν τους Μακεδόνες στο πρόσωπο του Αριστοτέλη.
Το ιερατείο, με εκπρόσωπό του τον ιεροφάντη της Ελευσίνιας Δήμητρας Ευρυμέδοντα, και η σχολή του Ισοκράτη, με το Δημόφιλο, κατηγόρησαν τον Αριστοτέλη για ασέβεια ("γραφή ασεβείας"), επειδή είχε ιδρύσει βωμό στον Ερμία, είχε γράψει τον ύμνο στην Αρετή και το επίγραμμα στον ανδριάντα του Ερμία, στους Δελφούς.
Ο Αριστοτέλης όμως, επειδή κατάλαβε τα πραγματικά κίνητρα και τις αληθινές προθέσεις των μηνυτών του, έφυγε για τη Χαλκίδα, προτού γίνει η δίκη του (323 π.Χ.). Εκεί έμεινε, στο σπίτι που είχε από τη μητέρα του, μαζί με τη δεύτερη σύζυγό του την Ερπυλλίδα και με τα δύο του παιδιά, το Νικόμαχο και την Πυθιάδα.
Το 322 π.Χ. πέθανε στη Χαλκίδα από στομαχικό νόσημα, μέσα σε θλίψη και μελαγχολία. Το σώμα του μεταφέρθηκε στα Στάγειρα, όπου θάφτηκε με εξαιρετικές τιμές.
Οι συμπολίτες του τον ανακήρυξαν "οικιστή" της πόλης και έχτισαν βωμό πάνω στον τάφο του. Στη μνήμη του καθιέρωσαν γιορτή, τα "Αριστοτέλεια", και ονόμασαν έναν από τους μήνες "Αριστοτέλειο". Η πλατεία όπου θάφτηκε ορίστηκε ως τόπος των συνεδρίων της βουλής. Φεύγοντας από την Αθήνα, διευθυντή της σχολής άφησε το μαθητή του Θεόφραστο, που τον έκρινε ως τον πιο κατάλληλο. Έτσι το πνευματικό ίδρυμα του Αριστοτέλη εξακολούθησε να ακτινοβολεί και μετά το θάνατο του μεγάλου δασκάλου.
Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
Ο Αριστοτέλης ως άνθρωπος είχε πιστούς φίλους, αλλά και φοβερούς αντίπαλους (Επίκουρος, Τίμαιος, Ευβουλίδης κ.ά.), γιατί έβλεπαν με φθόνο την ανωτερότητά του και αισθάνονταν ότι η παρουσία του τους μηδενίζει. Γι' αυτό τον διέβαλλαν με κάθε είδους συκοφαντίες. Τον παρουσίαζαν ως φιλάργυρο, φιλήδονο, ραδιούργο, μηχανορράφο, ακόμα ως οργανωτή δολοφονίας του Αλέξανδρου κλπ.
Αντίθετα, από αξιόπιστες πηγές μαθαίνουμε ότι ο Αριστοτέλης υπήρξε η ενσάρκωση του ορθού μέτρου σ' όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του. Την έμφυτη ευγένεια και τρυφερότητα της ψυχής του τη βρίσκουμε διάχυτη μέσα στη διαθήκη του. Μέσα σ' αυτή φροντίζει για τη μνήμη των γονέων και του αδερφού του και δε λησμονεί ούτε την οικογένεια του πατρικού φίλου Πρόξενου, που τον ανέθρεψε.
Φροντίζει για τη δεύτερη γυναίκα του την Ερπυλλίδα και το γιο που απέκτησε μαζί της, το Νικόμαχο. Ακόμα για την κόρη του Πυθιάδα, καρπό του πρώτου του γάμου. Η μεγάλη του όμως φιλανθρωπία φαίνεται στο σημείο εκείνο της διαθήκης, όπου ορίζει να μην πουληθεί κανείς από τους δούλους που τον υπηρέτησαν, αλλά να ελευθερώνονται μόλις ενηλικιώνονται.
ΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΕΡΓΟ
Οι Αλεξανδρινοί υπολόγιζαν ότι ο Αριστοτέλης έγραψε 400 περίπου συνολικά βιβλία. Ο Διογένης ο Λαέρτιος υπολόγισε το έργο του σε στίχους και βρήκε ότι έφταναν τις 44 μυριάδες, δηλ. 440.000. Μεγάλο μέρος από το έργο του αυτό χάθηκε. Ανήκε στην κατηγορία των δημόσιων ή "εξωτερικών" μαθημάτων και ήταν γραμμένα σε μορφή διαλογική. Από αυτά σώθηκε μόνο η "Αθηναίων Πολιτεία", σ' έναν πάπυρο που βρέθηκε στην Αίγυπτο.
Τα σωζόμενα σήμερα έργα του αντιστοιχούν στη διδασκαλία που ο Αριστοτέλης έκανε στους προχωρημένους μαθητές του και που λέγονται "ακροαματικές ή εσωτερικές". Γι' αυτό και είναι γραμμένα σε συνεχή λόγο και όχι σε διάλογο.
Από τα συγγράμματά του κανένα δε δημοσίευσε ο Αριστοτέλης. Τα χειρόγραφα των παραδόσεων έμειναν στα χέρια του Θεόφραστου και από τότε μέχρι την εποχή του Σύλλα περνούσαν από χέρι σε χέρι. Ο Σύλλας μετά την κατάληψη των Αθηνών (86 π.Χ.) τα μετέφερε στη Ρώμη.
Εκεί πρωτοδημοσιεύτηκαν (60 π.Χ.) από τον περιπατητικό φιλόσοφο Ανδρόνικο το Ρόδιο και τον Ίωνα φιλόλογο Τυραννίωνα. Από τότε μέχρι σήμερα αρκετά από τα βιβλία του έχουν υποστεί επεμβάσεις και επεξεργασίες και γενικά η κατάστασή τους δεν είναι καλή.
Από το τεράστιο έργο του τελικά σώθηκαν 47 βιβλία και μερικά αποσπάσματα από τα άλλα. Δε θεωρούνται όμως όλα γνήσια.
Η συνηθέστερη κατάταξή τους είναι η ακόλουθη:
α) Λογικά ή Όργανον, δηλ. πραγματείες χρήσιμες για τη γνώση. Είναι οι εξής έξι: "Περί ερμηνείας", "Κατηγορίαι", "Αναλυτικά πρότερα", "Αναλυτικά ύστερα", "Τοπικοί και Σοφιστικοί έλεγχοι". Οι πραγματείες αυτές αποτελούν την αιώνια δόξα του φιλοσόφου, γιατί πρώτος αυτός διατύπωσε τους νόμους της ανθρώπινης νόησης και τους τρόπους του συλλογισμού.
β) Φυσικά. Περιλαμβάνουν τις εξής πραγματείες: "Φυσική ακρόαση" (βιβλία 8), "Περί ουρανού" (βιβλία 4), "Περί γενέσεως και φθοράς" (βιβλία 3), "Μετεωρολογικά" (βιβλία 4), "Περί κόσμου" (ψευδεπίγραφο).
γ) Βιολογικά. "Περί ζώων ιστορίας" (βιβλία 10), "Περί ζώων μορίων" (βιβλία 4), "Περί ζώων πορείας" (1 βιβλίο), "Περί ζώων κινήσεως", "Περί ζώων γενέσεως" (βιβλία 5), "Περί φυτών" (ψευδεπίγραφο).
Με τα έργα του αυτά έγινε ο δημιουργός της φυσικής επιστήμης, της ζωολογίας και της συγκριτικής ανατομίας. Με τις πραγματείες αυτές έστρεψε ο Αριστοτέλης τη φιλοσοφική συζήτηση στο γόνιμο έδαφος του αισθητού κόσμου.
δ) Ψυχολογικά: "Περί ψυχής" (βιβλία 3), "Περί αισθήσεως και αισθητών", "Περί μνήμης και αναμνήσεως", "Περί ύπνου και εγρηγορήσεως", "Περί ενυπνίων", "Περί μαντικής της εν τοις ύπνοις", "Περί μακροβιότητος και βραχυβιότητος", "Περί ζωής και θανάτου", "Περί αναπνοής", "Περί πνεύματος" (ψευδεπίγραφο). Εκτός από το πρώτο, τα υπόλοιπα της ομάδας αυτής είναι γνωστά με το κοινό όνομα "Μικρά φυσικά".
ε) Μεταφυσικά ή πρώτη φιλοσοφία, όπως τα αποκαλούσε ο Αριστοτέλης. Απ' αυτά προήλθε ο όρος "μεταφυσική" των νεότερων χρόνων. Στα 12 βιβλία των Μεταφυσικών προσθέτουν συνήθως και τη διατριβή "Περί Μελίσσου, Ξενοφάνους και Γοργίου" (πιθανώς ψευδεπίγραφο). Στην ομάδα αυτή των έργων του ο Αριστοτέλης εξετάζει τις πρώτες αρχές όλων των όντων και των "κινουμένων" και των "ακινήτων". στ) Ηθικά: "Ηθικά Ευδήμεια" (βιβλία 7), "Ηθικά μεγάλα" (βιβλία 2), "Ηθικά Νικομάχεια" (βιβλία 10). Αυτά ιδιαίτερα τα τίμησαν οι θεολόγοι.
ζ) Πολιτικά: "Πολιτικά" (βιβλία 8), "Αθηναίων Πολιτεία", "Οικονομικά" (βιβλία 2). Αποτελούν, και σήμερα ακόμα, τη βάση των ερευνών για όσους ασχολούνται με τις πολιτικές επιστήμες.
η) Τεχνικά: "ρητορική" (βιβλία 3), "Ποιητική" (δε σώθηκε ολόκληρη).
θ) Προβλήματα: Περιέχουν προβλήματα από διάφορες περιοχές της γνώσης.
Στο σώμα των αριστοτελικών έργων έχουν συμπεριληφθεί και τα ακόλουθα ακόμα έργα, που δε θεωρούνται γνήσια: Φυσιογνωμικά, Περί θαυμασίων ακουσμάτων, Περί χρωμάτων, Περί ατόμων γραμμών, Μηχανικά, ρητορική εις Αλέξανδρον και Περί ακουστών.
Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ
Εκτός από τη γνώμη του τη σχετική με τις "ιδέες" του Πλάτωνα ο Αριστοτέλης υποστηρίζει και άλλες αρχές. Δεν αποκρούει την ηδονή, αλλά προτιμά την πιο τέλεια, αυτή δηλ. που πηγάζει από τη διάνοια.
Ο σκοπός των ανθρώπινων ενεργειών, κατά τον Αριστοτέλη, είναι η ευδαιμονία, την οποία ορίζει ως ενέργεια σύμφωνη με την αρετή.
Η αρετή, όταν κυριαρχεί στα πάθη και στις ορμές, τα ρυθμίζει, παίζοντας το ρόλο του μέτρου ανάμεσα στις δύο ακρότητες, δηλ. στην υπερβολή και την έλλειψη.
Έτσι π.χ. η "πραότης" είναι αρετή ως μεσότητα της οργής και της αναισθησίας, η "ανδρεία", επειδή βρίσκεται ανάμεσα στη θρασύτητα και στη δειλία, και η "αιδώς", επειδή κατέχει το μέσο της αδιαντροπιάς και της κατάπληξης, που είναι ακρότητες.
Συμπλήρωμα της αρετής είναι και τα αγαθά του σώματος (δύναμη, υγεία, ομορφιά) και τα αγαθά της τύχης (πλούτος, ευγενική καταγωγή κλπ.). Σύμφωνα μ' αυτά, ευτυχισμένος είναι εκείνος που ενεργεί κατά τις επιταγές της αρετής και συγχρόνως έχει μερίδιο και στα άλλα αγαθά, τα "εκτός αγαθά", όπως τα ονομάζει.
Ο Αριστοτέλης ταλαντεύεται ανάμεσα στον ιδεαλισμό και τον υλισμό.
Κάθε πράγμα, κατ' αυτόν, αποτελείται από ύλη και πνεύμα, που είναι μεταξύ τους αδιάσπαστα ενωμένα.
Η ύλη είναι παθητική, είναι η δυνατότητα του πράγματος, ενώ το πνεύμα ενεργητικό, δηλ. η δύναμη που μεταβάλλει τη δυνατότητα σε πραγματικότητα.
Ο κόσμος, κατά τον Αριστοτέλη, είναι ενιαίος και αιώνιος, ενώ η οικουμένη έχει σχήμα σφαίρας με κέντρο τη γη.
Με το να δέχεται την καταγωγή των γνώσεων από τις αισθήσεις, πλησιάζει πολύ τον υλισμό. Τέλος με την τυπική λογική βλέπει την αντικειμενική πραγματικότητα "στατικά" και όχι μέσα στην αέναη μεταβολή και κίνησή της.
Aπο Ελληνικη Μυθολογια.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ARISTOTELIS"

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2009

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ


«Το γνωστό είναι πεπερασμένο, το άγνωστο ατελείωτο. Στεκόμαστε πάνω σε ένα νησί στη μέση ενός απεριόριστου, ανεξήγητου ωκεανού. Το καθήκον κάθε γενιάς είναι να αποκτά λίγη περισσότερη γη.»
T.H. Huxley


Ζούμε στην αυγή της νέας χιλιετίας, όπου το παλαιό θα δώσει την θέση του στο καινούργιο, προκλητικό και ταυτόχρονα αβέβαιο. Ζούμε στον κόσμο της αόρατης και όμως πανταχού παρούσας νέας τάξης πραγμάτων, στον κόσμο της ραγδαίας τεχνολογικής εξέλιξης και του υπερκαταναλωτισμού, όπου ο άνθρωπος αναζητεί την προσωπική του ευτυχία στο κυνήγι υλικών αγαθών, χωρίς να μένει χρόνος για να ασχοληθεί με τον «εσωτερικό» του εαυτό και τις πνευματικές του ανάγκες. Επιτυγχάνεται όμως έτσι η ευτυχία; Ολοκληρώνεται κατά αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος; O Ηράκλειτος απαντάει καυστικά :
«Αν η ευτυχία βρισκόταν στις σωματικές απολαύσεις, θα λέγαμε ευτυχισμένα τα βόδια όταν βρίσκουν μπιζέλια για να φάνε».
Ο άνθρωπος σήμερα έχει την τάση να θεωρεί την Γη το κέντρο του κόσμου, θεωρώντας τον εαυτό του σαν κάτι το ιδιαίτερο, μίας και τον συγκρίνει με τα υπόλοιπα όντα πάνω στα οποία έχει κυριαρχήσει. Όταν ο άνθρωπος όμως στρέψει το βλέμμα του στον ουρανό τότε συνειδητοποιεί ότι η δική του παρουσία στο άπειρο σύμπαν είναι αμελητέα, νοιώθει δέος, και γίνεται πιο ταπεινός. Η πλειοψηφία της σύγχρονης επιστήμης αντιλαμβάνεται το σύμπαν σαν μία καλοκουρδισμένη μηχανή που λειτουργεί με βάση κάποιους κανόνες, σαν ένα συνονθύλευμα από άψυχα βασικά δομικά στοιχεία. Η τεχνολογία έχει σαν στόχο μόνο τον άνθρωπο αδιαφορώντας για το κόστος, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να βρεθούμε μπροστά στις δυνάμεις που απερίσκεπτα εξαπολύσαμε. Ίσως μέσω της κλωνοποίησης να επαναλάβουμε την δημιουργία ενός νέου Αδάμ. Σε ένα τέτοιο κόσμο όμως δεν θα χωράει ο Θεός. Θεός θα είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, σε ένα κόσμο που δεν φτιάχτηκε από αυτόν, αλλά που εγωιστικά θα θεωρεί ότι του ανήκει. O Αινστάιν, ο επιστήμονας που επηρέασε όσο κανείς άλλος τον σύγχρονο τρόπο σκέψης παραδέχεται:

«Ένα ανθρώπινο ον είναι μέρος του όλου, που καλείται από εμάς σύμπαν, ένα μέρος περιορισμένο στον χώρο και στον χρόνο. Αυτό συλλαμβάνει τον εαυτό του, τις σκέψεις του και τα συναισθήματά του ξεχωριστά από το υπόλοιπο… ένα είδος οπτικής ψευδαίσθησης της συνείδησής του. Αυτή η ψευδαίσθηση είναι ένα είδος φυλακής για εμάς, που μας περιορίζει στις προσωπικές μας επιθυμίες και στην έλξη μόνο λίγων ανθρώπων που είναι κοντά μας. Η αποστολή μας πρέπει να είναι να απελευθερώσουμε τους εαυτούς μας από αυτήν την φυλακή διευρύνοντας τον κύκλο της συμπόνιας μας για να αγκαλιάσουμε όλα τα ζωντανά πλάσματα και ολόκληρη την φύση μέσα στην ομορφιά της».

Aυτό που μας συμβαίνει σήμερα μας εξηγεί ο Ν. Λώρενς, είναι ότι αιμορραγούμε από τις ρίζες, γιατί έχουμε αποκοπεί από την Γη, τον Ήλιο, και τα αστέρια, και η αγάπη είναι υποκρισία, γιατί άμοιρο μπουμπούκι, την ξεριζώσαμε από τον μίσχο της στο δένδρο της ζωής και περιμένουμε να εξακολουθήσει να ανθίζει στο πολιτισμένο βάζο μας.
Για τους αρχαίους πολιτισμούς ο κόσμος και η Γη ήταν ένας ζωντανός οργανισμός, που είχε εκτός της υλικής και πνευματική υπόσταση. Όπως στο ανθρώπινο σώμα οι κινήσεις προέρχονται από την ψυχή που σκέπτεται και ενεργεί, έτσι και για την αρχαία επιστήμη η ορατή τάξη του σύμπαντος ήταν η αντανάκλαση αόρατων ιεραρχικά δομημένων πνευματικών δυνάμεων, που με τις ενέργειες τους προκαλούσαν την εξέλίξη της ζωής τόσο στον μακρόκοσμο όσο και στον μικρόκοσμο (με τον ίδιο τρόπο που πίσω από έναν ζωγραφικό πίνακα βρίσκεται η σκέψη και η δράση του καλλιτέχνη). Μία τέτοια κοσμογονική θεώρηση προχωρούσε κατά κύκλους ομόκεντρους από το παγκόσμιο στο επιμέρους, από το αόρατο στο ορατό, από το καθαρό πνεύμα στην οργανωμένη υπόσταση, από τον Θεό στον άνθρωπο.

Σε κάθε αρχαίο πολιτισμό υπήρχε ένα εσωτερικό σύστημα γνώσης του κόσμου των φυσικών δυνάμεων, αλλά και της ανθρώπινης φύσης που ονομαζόταν Σοφία. Οι άνθρωποι που ασχολούνταν με την κατάκτηση της ονομάζονταν Σοφοί, και αργότερα από τον Πυθαγόρα Φιλό-σοφοι. Ο Πυθαγόρας ονόμαζε φιλόσοφο, αυτόν που γνώριζε τις λειτουργίες τόσο της υλικής όσο και της πνευματικής φύσεως, και δίδασκε στους μαθητές του να γνωρίζουν πραγματικά τις αλήθειες αυτές. Η Φιλοσοφία δεν ήταν -και δεν είναι- μια θεωρητική προσέγγιση του κόσμου, αλλά και ένας τρόπος ζωής.
Οι Αρχαίοι ημών πρόγονοι δεν ήταν οι μόνοι που στοχάστηκαν πάνω σε θέματα κοσμογονίας θεολογίας και φυσιολογίας, αλλά αντιθέτως επηρεάστηκαν από διάφορους λαούς και κουλτούρες.

«Σε ολόκληρη την ιστορία, τίποτε δεν είναι πιο εκπληκτικό ή τόσο δύσκολο να περιγραφεί όσο η αιφνίδια άνοδος του πολιτισμού στη Ελλάδα. Πολλά απ' όσα δημιουργούν τον πολιτισμό υπήρχαν ήδη επί χιλιάδες χρόνια στην Αίγυπτο και στη Μεσοποταμία, και είχαν απλωθεί από εκεί στις γειτονικές χώρες. Αλλά ορισμένα στοιχεία έλειπαν, ωσότου τα προμήθευσαν οι Έλληνες. Το τι απετέλεσαν στην τέχνη και τη λογοτεχνία είναι γνωστό στον καθένα, αλλά ό,τι έχουν πραγματοποιήσει στον καθαρά διανοητικό τομέα είναι ακόμη εξαιρετικότερο» (Bertrand Russel, Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας) .

Οι Έλληνες εξερεύνησαν το άγνωστο σύμπαν με απροκαταληψία, και με μία φοβερή συνδυαστική ικανότητα, που αφορούσε όλα τα βασικά ζητήματα της Φιλοσοφίας, και τα έθεσαν με χαρακτηριστική για το Ελληνικό πνεύμα καθαρότητα. Δημιούργησαν τις βασικές έννοιες της φιλοσοφίας και της φυσικής επιστήμης και έτσι επηρέασαν καταλυτικά όλη την κατοπινή Ευρωπαϊκή και παγκόσμια επιστήμη. Ταυτόχρονα όμως πρόβαλαν ως υπέρτατο αγαθό την απόκτηση της γνώσης, χωρίς να είναι αυτή προνόμιο μόνο της ιερατικής τάξης.. Η αποκάλυψη της γνώσης βέβαια σύμφωνα με τον Πλάτων δεν είναι εύκολη. Πρέπει πρώτα να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. (ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ, η επιγραφή του μαντείου των Δελφών). Η γνώση του εαυτού μας και της σχέσης μας με το κόσμο που μας περιβάλλει σύμφωνα με τον Σωκράτη, αποτελεί την ευτυχία της ζωής και την αφετηρία της Φιλοσοφίας. Η γνώση αυτή μας λέει ο Πλάτων,

«δεν είναι κάτι που μπορεί να περιγραφεί με λόγια όπως οι άλλες επιστήμες. Χρειάζεται μακρά μελέτη του θέματος και διάπλαση του εαυτού με αυτήν. Τότε, είναι σαν μία σπίθα να ξεπηδά και να ανάβει ένα φως που από εκεί και μετά είναι ικανό να αυτοσυντηρείται».

Στον Φαίδων εξάλλου μας αποκαλύπτει, ότι το μονοπάτι της κατακτήσεως της αλήθειας οδηγεί τόσο στον δρόμο της αγάπης, όσο και στον δρόμο του θανάτου:

«Είναι πιθανόν λέει ,οι άνθρωποι να μην αντιλαμβάνονται ότι όλοι όσοι προσφεύγουν στην ενασχόληση με την φιλοσοφία, εκπαιδεύονται για ένα πράγμα μόνο – τον θάνατο».

Εννοεί βέβαια τον θάνατο της αμάθειας και του εγωισμού, και την αναγέννηση ενός νέου πνευματικού ανθρώπου, όπως δήλωνε κατόπιν και ο Απ. Παύλος:

«όσοι εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις θάνατον αυτού εβαπτίστημεν»,

ο άνθρωπος συμβολικά πεθαίνει μέσα από το βάπτισμα και ξαναγεννιέται εξαγνισμένος.
Η γνώση της αλήθειας είναι το υπέρτατο αγαθό. Η λέξη Αλήθεια (άνευ –Λήθης) σημαίνει να μην ξεχνούμε. Η Λήθη αυτή σχετίζεται με την άγνοια της θείας μας προελεύσεως και του τελικού μας σκοπού, που είναι η επάνοδος στην θεϊκή μονάδα. Η κατανόηση του θείου πεδίου με το οποίο ο κάθε ένας από εμάς συνδέεται, είναι ο αληθινός τελικός σκοπός της ενσαρκώσεως μας. Σοφία είναι να νικήσουμε τον εαυτό μας, ενώ άγνοια να νικηθούμε από αυτόν μας λέει ο Σωκράτης. Για τον φιλόσοφο ο σκοπός της ζωής είναι η απόκτηση πείρας, μια συνεχή τελειοποίηση του πνεύματος.

Όλες οι επιστήμες, η γλώσσα μας, το πολίτευμα μας, τα πάντα που εμείς απολαμβάνουμε σήμερα προέρχονται από την Αρχαία Ελλάδα. Η ιστορία της επιστήμης ξεκινάει με τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, σε μία εποχή που η επιστήμη (επί –ίσταμαι-, στέκομαι από πάνω), και η φιλοσοφία δεν αποτελούσαν ξεχωριστά αντικείμενα όπως σήμερα. Όταν οι Προσωκρατικοί φιλόσοφοι ξεκινούν, ο δρόμος της επιστήμης δεν είχε ακόμα χαραχθεί, έπρεπε να τον ανοίξουν οι ίδιοι. Στην εποχή τους κυριαρχούσε η μυθολογική κοσμογονία και το μόνο δεδομένο είναι η εμπειρική παρατήρηση των φυσικών φαινομένων. Η ορθολογιστική βάση δεδομένων έλειπε, τα όργανα παρατήρησης δεν υπήρχαν ενώ και το κύρος της γνώσης που δεν βασιζόταν στις γνώσεις του ιερατείου ή της μύησης στα μυστηρία ήταν ανύπαρκτο. Έτσι οι πρωτοπόροι της φιλοσοφίας έπρεπε μαζί με τις θεωρίες που αναπτύξαν να «εφεύρουν» και την ορολογία της επιστήμης και της φιλοσοφίας.

Η ανατροπή αυτή συνέβη τον 6ο αιώνα π.Χ. . Τότε ο Έλληνας θα αφήσει πίσω του την επική μυθολογική ποίηση, η σκέψη του θα εμβαθίνει, και θα τον χαρακτηρίσει μία πιο κριτική στάση απέναντι στη ζωή. Αυτό θα επιτευχθεί με την ναυτιλία και το εμπόριο και τις αποικιές. Η δίψα για γνώση ξεκίνησε από φιλοσοφικά ερωτήματα σχετικά με την φύση του ανθρώπου και του κόσμου. Έτσι σε θεολογικό επίπεδο προχωρόντας πέρα από τις μυθολογικές προσσεγίσεις του Θείου και της δημιουργίας του αρχάιου κόσμου οι Έλληνες Σοφοί διάμεσο της πολλαπλότητας και μεταβλητότητας των φαινομένων προσσέγισαν το Θείο και αναζήτησαν το Εν, την θεία Ουσία του Κόσμου, το Όντως Ον (Παρμενίδης), τον Νου (Αναξαγόρας), το Αγαθόν (Πλάτων), το Αείζωον Πυρ και τον Λόγο (Ηράκλειτος).

Πιο συγκεκριμένα ο Θαλής ο Μιλήσιος ένας από τους 7 σοφούς της αρχαιότητας θεωρούσε ως αρχή των πάντων το «Υδωρ» και «έβλεπε» έναν θεό μέσα σε καθετί.
Ο Αναξίμανδρος ταύτισε το «Θείο» με το «Aπειρο», στο οποίο απέφυγε να δώσει ανθρωπομορφικά χαρακτηριστικά.
Ο Ξενοφάνης ανέπτυξε πιο ξεκάθαρα την ιδέα του «Ενός Θεού» που ξεχωρίζει από «τους υπόλοιπους θεούς και τους ανθρώπους».
Ο Παρμενίδης τον 6ο αιώνα π.Χ. χρησιμοποίησε τον όρο «Ένα» για να ονομάζει την υπέρτατη Θεότητα.
Φανερά επηρεασμένος από αυτόν τον ο Πλάτωνας ( τον 4ο αιώνα π.Χ.) στο έργο του «Τίμαιος», παρουσιάσε έναν Δημιουργό, ο οποίος δίνει μορφή στην αδρανή ύλη μέσων των «νοητικών μορφών» (Αρχετύπων).
Ως πιο ορθολογιστής ο μαθητής του Αριστοτέλης, απέρριψε την ιδέα των «αρχετύπων» και μίλησε για έναν κυκλικό χρόνο που βρίσκεται σε κίνηση, δίχως αρχή και τέλος, αλλά και για το «Πρωταρχικό Κινούν». Αυτός είναι ο «Θεός» του Αριστοτέλη, που παρουσιάζεται σαν μια Αρχή και όχι προσωποποιημένος.
Τον 3ο αιώνα μ.Χ., ο Νεοπλατωνιστής Πλωτίνος περιγράφει το «Ένα», ως μια μη υλική, απρόσωπη δύναμη σαν το Υπέρτατο Ον. Ο Πλωτίνος διέκρινε μια Απόλυτη Θεότητα ως πρώτη αρχή, που ήταν απλά «νοητικής φύσης» και μια δημιουργική Θεία Διάνοια που γεννάει τις μορφές.
Σε επιστημονικό επίπεδο, πρώτος ο Πυθαγόρας αναφέρθηκε στην σφαιρικότητα της Γης, και αργότερα ο Έκφαντος και ο Ικέτας δίδαξαν την περιστροφή της Γης γύρω από τον άξονα της.
Το 235 π.χ ο Ερατοσθένης, υπολόγισε την περίμετρο της Γης μετρώντας την σκιά ενός ραβδιού, και την βρήκε 40.000 χλμ, σχεδόν όσο την υπολογίζουμε και σήμερα, ενώ ο Ίππαρχος 190 π.χ είναι ο πρώτος που διαιρεί τον κύκλο σε 360 μοίρες, και ανακαλύπτει το φαινόμενο της μετάπτωσης των ισημεριών, η οποία ξανάγινε γνωστή στην Ευρώπη τον 16ο αιώνα απ’ τον Νικόλαο Κοπέρνικο.

Όσον αφορά το σύμπαν και την θέση της γης σε αυτό, πρώτος ο Αρίσταρχος ο Σάμιος (310-230 π.Χ.) υποστήριξε ότι, η Γη δεν ήταν το κέντρο του κόσμου όπως μέχρι τότε πιστευόταν, αλλά μια σφαίρα που περιφερόταν γύρω από τον Ήλιο. Η ηλιοκεντρική αυτή θεωρία επανήλθε στο προσκήνιο 1.800 χρόνια αργότερα από τον Κοπέρνικο.. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε χειρόγραφα του Κοπέρνικου που βρέθηκαν, ίδιος γράφει ότι είχε μελετήσει τον Αρίσταρχο τον Σάμιο, κάτι που δεν συμπεριλήφθηκε στην έκδοση του βιβλίου του. Οι υπολογισμοί του Κέπλερ απέδειξαν ότι η Γη και οι πλανήτες κινούνταν σε ελλειπτικές τροχιές γύρω από τον Ήλιο. Οι γενικές του Κέπλερ ήταν βασισμένες στον Πυθαγορισμό.
Για τον Αριστοτέλη (384-323/2 π.Χ.) ο κόσμος ήταν σαν ένα «κρεμμύδι» που αποτελούταν από ομόκεντρες σφαίρες, στο κέντρο των οποίων βρισκόταν η Γη. Το γεωκεντρικό σύστημα του Αριστοτέλη επικράτησε στην Δύση έως τον 16ο αιώνα μ.Χ. Σημαντική και στην Φυσική είναι η συνεισφορά του Αριστοτέλη, ο οποίος έθεσε τις βάσεις της Μηχανικής κίνησης των σωμάτων παρόμοιας με αυτήν του Νεύτωνα (17ος αι. μ.Χ.). Υποστήριζε ότι η ύπαρξη συνεχούς κίνησης προϋποθέτει την ύπαρξη μιας συνεχούς αιτίας, μιας δύναμης δηλαδή που θα επιδρά πάνω στο κινούμενο σώμα.

Ο Ηρόδοτος το (4ο αιώνα π.χ) θεωρείται ο πατέρας της Ιστορίας, ενώ ο Θουκυδίδης ήταν ο θεμελιωτής της αντικειμενικής ιστορικής έρευνας. και ο πρώτος ιστορικός που ξεχώρισε τον μύθο από την ιστορία.
Ο Ιπποκράτης (4ο αιώνα π.χ) ήταν ο θεμελιωτής της επιστημονικής Ιατρικής, ¶ς μην λησμονούμε ότι έως και σήμερα οι γιατροί παίρνουν τον «Ορκο του Ιπποκράτη» για να ασκήσουν το επάγγελμα τους.
Στις θετκές επιστήμες ο Ευκλείδης (3ο αιώνα π.Χ.) έθεσε τις βάσεις των μαθηματικών και της γεωμετρίας, οι οποίες αποτελούν έως και σήμερα την θεμέλιο λίθο όχι μόνο των μαθηματικών, αλλά και της τεχνολογικής επιστήμης. Ο Αρχιμήδης (2ο αιώνα π..Χ) ανακάλυψε τις πρώτες αρχές της υδροστατικής. Εφεύρεσε τις τροχαλίες, τους οδοντωτούς τροχούς, κατασκεύασε αστρονομικά όργανα και τελειοποίησε το ελληνικό αριθμητικό σύστημα.
Ο Ηρόφιλος απ’ την Χαλκηδόνα της Βιθυνίας (3ος αιώνα π.Χ.),στο έργο του «Ανατομία», δίνει για πρώτη φορά ανατομικές περιγραφές ανθρωπίνων οργάνων. Ο Ηρόφιλος αναγνώρισε την αληθινή φύση του νευρικού συστήματος και θεώρησε κέντρο του τον εγκέφαλο. Χώρισε τα νεύρα σε «αισθητικά» και «προαιρετικά», και μετρούσε τους σφυγμούς των ασθενών για να κάνει διαγνώσεις.

Αλλά και όσον αναφορά την δημιουργία του κόσμου, οι απόψεις των Προσωκρατικών Θαλή, Αναξίμανδρου και Αναξιμένη είναι κοντά σε αυτά που υποστηρίζει η σύγχρονη Φυσική, όπως θα εξετάσουμε σε επόμενο κεφάλαιο.
Ο Δημόκριτος το 460 π.Χ. υποστήριζε ότι τα άτομα έχουν διαφορετικό μέγεθος μεταξύ τους, και ότι η κίνηση τους προέρχεται από κάποια πηγή. (Αυτό που σήμερα οι επιστήμονες ονομάζουν ορμή ή κρούση).
Ο Λεύκιππος το 500 π.χ διατύπωσε για πρώτη φορά την ατομική θεωρία την οποία εξέλιξε ο μαθητής του Δημόκριτος. Όσον αφορά την γένεση της ζωής στη Γη, ο Αναξίμανδρος θεωρούσε ότι η ζωή δημιουργήθηκε από τη λάσπη και ότι τα πρώτα ζώα ήταν ψάρια με αγκαθωτό δέρμα. Τα υπόλοιπα ζώα σύμφωνα με την θεωρία του, αποτελούσαν χερσαίους απόγονους των ψαριών. Την ίδια άποψη για την προέλευση της ζωής διατύπωσε κι ο Αναξιμένης, με τη διαφορά ότι θεωρούσε καταλυτική την παρουσία του αέρα και της θερμότητας του Ήλιου.

Η νοοτροπία του σημερινού πολιτισμού βασίζεται στο Αριστοτέλειο ορθολογιστικό μοντέλο σκέψης, το οποίο επικράτησε στα χρόνια της Αναγέννησης έναντι του Πλατωνικού μεταφυσικού μοντέλου. Στην εποχή μας είναι γεγονός ότι η φιλοσοφία δεν είναι απαραίτητη στην επιστήμη (τεχνολογία). Ο λόγος είναι ότι η εξειδίκευση είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για την καλύτερη απόδοση των υπαλλήλων στις σύγχρονες κοινωνίες.
Το ερώτημα όμως είναι, αυτή η μονόπλευρη ανάπτυξη του πνεύματος είναι αρκετή; Ίσως το ζητούμενο στην νέα εποχή να είναι ακριβώς αυτό, η παθητικότητα των κοινωνιών, η δημιουργία συνεχών καταναλωτικών αναγκών κλπ. Η γνώση ήταν και είναι δύναμη, και όπως είναι γνωστό η εξουσία θέλει να ελέγχει την δύναμη. Το πνευματικό σκόρπισμα που επέφερε η πολυδιάσπαση της επιστήμης, η και εξειδίκευση των επιστημών μίκρυνε τους πνευματικούς ορίζοντες του ανθρώπου. Η γνώση που λαμβάνει σήμερα ο άνθρωπος περιορίζεται στο γνωστικό του αντικείμενο.
Η φιλοσοφία διευρύνει το πνεύμα γιατί παρατηρεί και προσπαθεί να εξηγήσει την φύση και τους νόμους που την διέπουν, εξασφαλίζοντας έτσι μια συνολικότερη εικόνα για τον κόσμο. Ταυτόχρονα όμως η φιλοσοφία προχωρά πέρα από την ορατή πλευρά των πραγμάτων.
Ο Πλάτων το περιγράφει περίφημα στον μύθο της σπηλιάς, όπου με λίγα λόγια περιγράφει αλυσοδεμένη την ανθρωπότητα να ζει σε μία σκοτεινή σπηλιά, στο μέσο της οποίας καίει μία φωτιά. Οι άνθρωποι είναι αλυσοδεμένοι με τέτοιο τρόπο, ώστε το μόνο που μπορούν να δουν είναι οι σκιές των πραγμάτων στους τοίχους της σπηλιάς. Εάν κάποιος μπορούσε να σκαρφαλώσει στην σπηλιά και να αντικρίσει το αληθινό φως του ήλιου, αφενός τα μάτια του δεν θα άντεχαν το φως, και αφετέρου εάν επέστρεφε πίσω στην σπηλιά και περιέγραφε στους υπολοίπους ότι ο κόσμος των σκιών δεν είναι ο πραγματικός κόσμος θα κινδύνευε να χλευαστεί. Η άνοδος από την υλιστική κατάσταση των σκιών είναι δύσκολη έως ότου δούμε το αληθινό φως. Στις μεταφυσικές του ανησυχίες ο άνθρωπος, αρχικά δίνει απλές απαντήσεις, ενώ λατρεύει και φοβάται ό,τι δεν κατανοεί και δεν είναι σε θέση να ελέγξει. Μεταφυσική ότι δεν μπορεί να παρατηρήσει το ανθρώπινο μάτι, και δεν μπορεί να ακούσει το ανθρώπινο αυτί. Είναι ο χώρος που βρίσκεται πέρα από την ανθρώπινη αντίληψη, και περιέχει όσα μεσολαβούν ανάμεσα στον άνθρωπο και στην πηγή που τον δημιούργησε.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΣΜΟ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ"
Related Posts with Thumbnails