Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ

Πέμπτη 21 Μαρτίου 2013

Ελληνική ΑΟΖ και ελληνικός Ζεόλιθος


Του Νίκου Λυγερού

Αν και τα μεγέθη είναι ριζικά διαφορετικά, η προσφορά που παρέχουν η ελληνική ΑΟΖ και ο ελληνικός ζεόλιθος στην πατρίδα μας είναι εξίσου σημαντικές, διότι και στις δύο περιπτώσεις ο ελληνικός λαός αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να τα βγάλει πέρα μόνος του δίχως να έχει ανάγκη να ζητιανέψει από κανένα. Η ΑΟΖ και ο ζεόλιθος είναι δυνατότητες που έχει η Ελλάδα να αξιοποιήσει δίχως να καταστρέψει οριστικά τα πάντα. Η ΑΟΖ αλλάζει όλα τα δεδομένα όσον αφορά στο θαλάσσιο χώρο και ο ζεόλιθος ως πέτρωμα είναι το μάρμαρο της ζωής για πολλούς τομείς. Και στις δύο περιπτώσεις είναι απαράδεκτο ότι δεν έχουμε περάσει στη φάση της υλοποίησης, αλλά τώρα έχει σημασία ν' αρχίσουμε τις διαδικασίες για να δει επί του πρακτέου ο λαός μας ότι υπάρχουν όντως προοπτικές για το μέλλον και δεν υπάρχει πια λόγος να βρισκόμαστε σε αναμονή. Περνάμε δυναμικά σε φάση ετοιμότητας, διότι γνωρίζουμε όλα τα δεδομένα και τα επιστημονικά και τα τεχνικά και ξέρουμε ότι το μόνο που λείπει είναι η πολιτική απόφαση που τώρα ετοιμάζεται χάρη στην υψηλή στρατηγική αλλά και στον στρατηγικό σχεδιασμό. Η Ελλάδα έχει ειδικούς στον τομέα των υδρογονανθράκων και στον τομέα του ζεόλιθου. Δεν υπάρχει λόγος λοιπόν να καθυστερούμε άλλο αυτές τις δύο προοπτικές για την πατρίδα μας. Το πλαίσιο είναι ξεκάθαρο, το πεδίο είναι στρατηγικό και το πεδίο δράσης είναι πολιτικό. Ας προχωρήσουμε λοιπόν αποφασιστικά σε αυτές τις κινήσεις που θα αλλάξουν την ελληνική πραγματικότητα, διότι έχουν ένα όραμα που προήλθε από μια ουτοπία που γεννήθηκε μέσα στο αδιανόητο. Γνωρίζουμε για την ΑΟΖ και για το ζεόλιθο και ξέρουμε πόσο μπορούν να προσφέρουν, ενώ βλέπουμε ότι άλλες δραστηριότητες όχι μόνο δεν έχουν τις ίδιες ικανότητες, αλλά ούτε και τα ίδια οφέλη και βέβαια δεν έχουν τις ίδιες παρενέργειες. Διότι η ουσία είναι πρώτα από όλα ο σεβασμός των ανθρώπων και του περιβάλλοντος, αλλιώς δεν έχει κανένα νόημα. Κανείς μας δεν θέλει να βάλει αυτά τα δεδομένα στην ίδια ζυγαριά, διότι δεν είναι της ίδιας τάξης. Και όταν έχουμε αυτές τις δυνατότητες είναι απαράδεκτο να προσμένουμε κάτι από αλλού, δίχως να τις αξιοποιούμε. Και η ΑΟΖ και ο ζεόλιθος έχουν στοιχεία τα οποία είναι ανανεώσιμα κατά συνέπεια μπορούμε να επενδύσουμε και σε αυτά για να παράγουμε θέσεις εργασίας και μάλιστα άμεσα με το ζεόλιθο και σύντομα με την ΑΟΖ. Η Ελλάδα μας μπορεί και πρέπει να κάνει αυτά τα βήματα για να αποδείξει στον εαυτό της και στο λαό της ότι ακολουθεί μια ανθρώπινη στρατηγική, η οποία είναι σεβαστή από όλους και δεν καταπατά κανένα. Γι' αυτό το λόγο διεκδικούμε αυτά τα δικαιώματα, διότι είναι εθνικά και δεν παραβιάζουν τίποτα. Γι' αυτό το λόγο θα αγωνιστούμε για την πατρίδα μας σε αυτά τα μέτωπα με αξιοπρέπεια.

Πηγή: http://www.lygeros.org/articles.php?n=11734&l=gr
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Ελληνική ΑΟΖ και ελληνικός Ζεόλιθος"

ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΩΚΡΑΤΗ ΤΟΝ ΔΙΚΑΣΑΜΕ

Σωκράτους Απολογία

Τρεις ήταν οι κατήγοροι του Σωκράτη, ο άγνωστος ποιητής Μέλητος, ο πλούσιος βυρσοδέψης και πολιτικός Άνυτος, και ο ρήτορας Λύκωνας. --Ο κύριος κατήγορος του Σωκράτη φάνηκε να είναι ο Μέλητος, αλλά στην πραγματικότητα ήταν ο Άνυτος που είχε δύναμη πολιτική και οικονομική. Στο έργο “Μένων” όπου ο βασικός διάλογος γίνεται μεταξύ Σωκράτη και Μένωνα, υπάρχουν και άλλοι συνομιλητές μεταξύ αυτών και ο Άνυτος. Ο Άνυτος έχει ύφος παντογνώστη και ο Σωκράτης φυσικά ξεσκεπάζει την σύγχυση που βρίσκεται μέσα στον νου του και την άγνοια του σε τέτοιο βαθμό, που τον χτυπά στον εγωισμό του. Ο Άνυτος επανειλημμένως προσπάθησε να βγει από πάνω, πράγμα που δεν κατάφερε, οπότε στο τέλος κατέφυγε σε απειλές. Ο Σωκράτης με το γνωστό ειρωνικό (η ειρωνεία είχε διαφορετική έννοια τότε) του ύφος γυρνάει και λέει στον Μένωνα “Μένων, μου φαίνεται ότι ο Λύκων νευρίασε...”



Η κατηγορία που προσαρτήθηκε στο πρόσωπο του Σωκράτη ήταν:

“Σωκράτη φησίν αδικείν τους τε νέους διαφθείροντα* και θεούς ους η πόλις νομίζει ου νομίζοντα, έτερα δε δαιμόνια καινά**»

δηλαδή: ότι πιστεύει σε θεούς που η πόλη δεν πιστεύει, ότι εισάγει καινούριους θεούς και θεότητες και ιδέες περί αυτών, οπότε βάσει αυτού διαφθείρει τους νέους με νέες νοοτροπίες.



(* η διαφθορά που προξενούσε ο Σωκράτης στους νέους ήταν το να τους δείχνει ότι δεν έπρεπε να ασχολούνται και να νοιάζονται για τις περιουσίες τους-πράγμα που προξενούσε αντιδράσεις από τους γονείς των νέων- αλλά να κοιτάζουν να γνωρίσουν και να βελτιώσουν τον εαυτό τους για να μπορέσουν να ανέβουν σε ανώτερο επίπεδο πνευματικό για να μπορέσουν να πάνε κοντά στους θεούς όπως λέει στο έργο “Φαίδων”.)



(** η έννοια “δαιμόνια” δεν έχει καμία σχέση με την σατανοποιημένη έννοια που έδωσαν αργότερα οι χριστιανοί για να δικαιολογήσουν τις καταστροφές των Αρχαίων Ελληνικών Ιερών. H λέξη Δαίμων-Δαήμον σημαίνει γνώστης εξού και το αδαής, και έχει την έννοια ανώτερης πνευματικής θεότητας. Ο Πλούταρχος ως ιεροφάντης των Δελφών αφιερώνει ολόκληρο βιβλίο, το “Περί Σωκράτους Δαιμόνιον”).





Ο Άνυτος δεν εφηύρε την κατηγορία αυτή από το μυαλό του, αλλά βασίστηκε στο έργο “Νεφέλαι” του Αριστοφάνη που είχε γραφτεί και παιχτεί αρκετές δεκαετίες νωρίτερα. Η κατηγορία με την οποία πήγε στο δικαστήριο ήταν σχεδόν εξολοκλήρου ειπωμένη στην κωμωδία εκείνη, άρα και ο Αριστοφάνης ηθικός αυτουργός της κατηγορίας αυτής.



Παρόλο που προσφέρθηκε ο ρήτορας Λυσίας και του έγραψε μια απολογία, ο Σωκράτης διάβασε το κείμενο, του το γύρισε πίσω του είπε ότι το ήταν ωραίο κείμενο αλλά δεν ταίριαζε στον ίδιο.



Υπολογίζεται ότι οι δικαστές του Σωκράτη που ήταν 500, ψήφισαν 280 κατά και 220 υπέρ του (σε περίπτωση ισοψηφίας ευνοείτο ο κατηγορούμενος). Η απολογία στην Ηλιαία γινόταν σε πρώτο βαθμό, αν οι δικαστές έπαιρναν καταδικαστική απόφαση ο κατηγορούμενος ερχόταν σε δευτερολογία και πρότεινε την ποινή του.

Μετά την ενοχοποιητική απόφαση ο κατηγορούμενος ανέβαινε στο βήμα για να προτείνει την ποινή που ζητούσε ο ίδιος να επιβληθεί. Ο Σωκράτης λοιπόν ζητάει την “ποινή” του πολυεπίπεδα, πρώτα προτείνει βάσει αυτών των πραγμάτων που πράγματι είχε προσφέρει, αλλά οι Αθηναίοι δεν ήταν σε επίπεδο να το αντιληφθούν δηλ για τις υπηρεσίες του στην Αθήνα, σίτιση από το πρυτανείο, η οποία ήταν η μεγαλύτερη τιμή που οι Αθηναίοι έδιναν σε επίτιμα πρόσωπα που είχαν προσφέρει στην Αθήνα, σε δεύτερο επίπεδο πολύ μικρό χρηματικό ποσό που ο ίδιος θα μπορούσε να πληρώσει δηλαδή μια ασημένια Μνα και τέλος σε πιο πρακτική βάση και κατά την προτροπή των μαθητών του τριάντα Μνες τις οποίες θα τις έδιναν οι μαθητές του οι οποίοι ήταν πλούσιοι. Στην δεύτερη ψηφοφορία οι δικαστές τον καταδίκασαν με μεγαλύτερη διαφορά από ότι πριν.



Ενδέχεται δε να τον καταδίκασαν διότι έβγαλε προς τα έξω την δομή και νοοτροπία εκμάθησης της αλήθειας και πραγματικότητας των Ελευσινίων Μυστηρίων, πράγμα που σήμαινε καταδίκη εις θάνατον. ο Αριστοτέλης είχε πει για τα Ελευσίνια «οὐ μαθεῖν τι, ἀλλά παθεῖν καί διατεθῆναι» δηλαδή δεν σε μαθαίνουν τίποτα αλλά με αυτά που θα περάσεις θα φτάσεις σε επίπεδο να καταλάβεις από μόνος σου ποια είναι η αλήθεια και η πραγματικότητα. Αυτό ακριβώς δηλαδή που έκανε και ο ίδιος ο Σωκράτης (σαν ιεροφάντης) στους μαθητές του. Όπως λέει και ο ίδιος, δεν δίδαξε ποτέ τίποτα και κανέναν, απλά μέσω των ερωτήσεων έβγαινε στην επιφάνεια η σύγχυση που επικρατούσε στον νου, οπότε έστελνε το μυαλό του μαθητή σε μια διαδικασία δύσκολη και επίπονη και δυαδική με στόχο την αποκάλυψη της αλήθειας. Αυτή η διαδικασία την παραλλήλιζε με τους πόνους της γέννας, και την αλήθεια που εμφανιζόταν ως τον νεογνό. Η μέθοδος αυτή ονομάστηκε Μαιευτική.





Ο Σωκράτης ξεκινάει την απολογία του λέγοντας ότι οι κατήγοροι του, είπαν τόσες αναλήθειες και τόσο πειστικά που λίγο ακόμα και θα έπειθαν και τον ίδιο για όλα αυτά. Οι κατήγοροι είχαν ήδη προτρέψει τους δικαστές να μην τον πιστέψουν διότι τάχα είναι δεινός ρήτορας, ο Σωκράτης όμως καταρρίπτει το επιχείρημα τους αυτό, με την απόδειξη ότι πρώτη φορά σε ηλικία εβδομήντα ετών παρουσιάζεται μπροστά σε δικαστήριο, οπότε είναι και εντελώς ξένος ως προς την γλώσσα που χρησιμοποιείται εκεί.



Στην συνέχεια ο Σωκράτης ενημερώνει τους δικαστές ότι υπάρχουν δύο ειδών κατήγοροι, οι πρόσφατοι Άνυτος, Μέλητος και Λύκωνας και οι παλαιότεροι. Μεταξύ αυτών οι χειρότεροι είναι οι παλαιότεροι διότι οι κατηγορίες που του προσάρτησαν έπεσαν σαν σπόροι σε εύφορο χώμα δηλαδή τα παιδιά της πόλης, που μεταξύ αυτών ήταν και οι δικαστές.

(σημείωση: Εδώ ο Σωκράτης τονίζει την σημαντικότητα του ότι όταν μάθουμε κάτι στραβό από παιδιά, που είμαστε εύπιστοι, δύσκολα αυτό ανατρέπεται. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μένουμε και πορευόμαστε με τις ψευδείς ιδέες. Γι αυτό η διδασκαλία του, στην ουσία δεν διδάσκει κάτι έτοιμο αλλά είναι χτίσιμο ορθής σκέψης για να βρούμε μόνοι μας τις αλήθειες. Αυτό αναφέρεται και στην “Πολιτεία” ).









Οι πρώτοι κατήγοροι, εκτός από τον ποιητή κωμωδιών (Αριστοφάνη), ήταν άνθρωποι του πλήθους και του όχλου οπότε δεν μπορεί να αναφέρει ο Σωκράτης κανένα συγκεκριμένο όνομα. Ο όχλος αυτός είχε πεισθεί από άλλους οι οποίοι με την σειρά τους έπειθαν άλλους και οι άλλοι άλλους, πράγμα πολύ δύσκολο να αντιμετωπισθεί, αναγκάζοντας τον Σωκράτη να μάχεται με σκιές και να ρωτάει χωρίς να απαντάει κανείς. Έτσι λοιπόν πρέπει να απολογηθεί και να προσπαθήσει να ανατρέψει την ψεύτικη κακή ιδέα που έχουν οι δικαστές από την παιδική τους ηλικία μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα.



“Το κατηγορητήριο λοιπόν λέει”, συνεχίζει ο Σωκράτης, “ότι αυτός ερευνά με περιττό ζήλο τα φαινόμενα που συμβαίνουν κάτω από την γη και στον ουρανό, τα άδικα τα κάνει να φαίνονται δίκαια και όλα αυτά τα διδάσκει στους άλλους. Αυτά λίγο πολύ τα είδαμε και στην κωμωδία του Αριστοφάνη “Νεφέλαι”, ότι τάχα κάποιο Σωκράτη να περιφέρεται και να ισχυρίζεται ότι περπατάει στον αέρα και να φλυαρεί αερολογώντας”. Ο Σωκράτης καλεί όλους τους παρευρισκόμενους να πουν αν ποτέ τον άκουσαν να λέει κάτι από τα παραπάνω, όπως και το αν ποτέ πήρε χρήματα για την διδασκαλία του, όπως κάνουν πολλοί άλλοι, όχι κακώς. Κανείς δεν επιβεβαίωσε κάτι τέτοιο.



“Μα Σωκράτη εσύ με τι ασχολείσαι; πως γεννήθηκαν οι διαβολές εναντίον σου; γιατί αν δεν σε απασχολούσαν πράγματα που δεν απασχολούν άλλους δεν θα δημιουργούσες τόση φήμη” ήταν η ρητορική ερώτηση του Σωκράτη, που ο ίδιος απάντησε, ότι την φήμη την απέκτησε για την ανθρώπινη σοφία (δηλαδή το γνώθι σε αυτόν) που είχε και μόνο, και προειδοποιεί τους δικαστές να μην διαμαρτυρηθούν και να οχλαγωγήσουν αν τους φανεί υπερβολικό αυτό που πρόκειται να ακούσουν, διότι δεν είναι λόγια δικά του, αλλά του αξιόπιστου Χαιρεφώντα, ο οποίος ήταν μάρτυρας των θεών.

Ο Χαιρεφώντας λοιπόν κάποτε πήγε στους Δελφούς και τόλμησε να ρωτήσει το Μαντείο, αν υπάρχει κάποιος σοφότερος από τον Σωκράτη, και η Πυθία απάντησε ότι κανένας δεν είναι σοφότερος. Σαν μάρτυρα των γεγονότων είχε τον αδερφό του Χαιρεφώντα διότι ο ίδιος έχει πεθάνει.

Στην συνέχεια τους καλεί να προσέξουν τι θα πει για να καταλάβουν την αιτία των διαβολών εναντίον του.

Στην αρχή, όταν πρωτοάκουσε αυτά που του είπε ο Χαιρεφώντας αναρωτήθηκε τι ήθελε να πει ο θεός, διότι ο ίδιος ο Σωκράτης γνώριζε ότι του έλλειπαν πολλές ακόμα γνώσεις για να ονομαστεί σοφός. Εφόσον πάλι το είπε ο θεός δεν μπορεί να είναι ψέματα, οπότε έψαχνε να δει τι συνέβαινε. Σκέφτηκε λοιπόν να εξετάσει ανθρώπους σοφούς για να ελέγξει έτσι και το μαντείο, και να αποδειχθεί η αλήθεια όποια και αν ήταν αυτή.

Έτσι πήγε σε έναν σοφό πολιτικό, και εξέτασε σε βάθος τη λεγόμενη σοφία του, που τελικά ήταν φαινομενική. Αυτό του το απέδειξε με την γνωστή μέθοδο μέσω των ερωτήσεων, πράγμα που τον έκανε αντιπαθή και στον ίδιο τον πολιτικό και στην ομήγυρη του. Μετά πήγε σε άλλους και σε άλλους που λογιζόντουσαν ως σοφοί και όλους συνέβαινε το ίδιο, νομίζανε ότι ήταν σοφοί αλλά δεν ήταν κανείς τους. Κάθε φορά λοιπόν φεύγοντας από κάθε συζήτηση σκεφτόταν ότι όντως ήταν σοφότερος τους, διότι κανένας από τους δυο δεν γνώριζε τίποτε το σπουδαίο, απλά ο άλλος νόμιζε ότι γνωρίζει ενώ ο Σωκράτης γνώριζε ότι δεν γνωρίζει τίποτα.

Επίσης κάτι που επισημαίνει ο Σωκράτης ήταν ότι όλοι που συζήτησε, από πολιτικούς, ποιητές μέχρι χειροτέχνες, όλοι είχαν το ίδιο ελάττωμα, δηλαδή επειδή γνώριζαν την τέχνη τους καλά, νομίζανε ότι και σε όλα τα άλλα ήταν σοφοί.



Κάθε φορά που αποδείκνυε την άγνοια κάποιου, οι παρόντες νόμιζαν ότι ο Σωκράτης ήταν σοφός, επειδή ο συνομιλητής δεν γνώριζε, όμως μόνο ο θεός είναι πράγματι σοφός. Με τον χρησμό αυτόν έλεγε εν ολίγοις ότι η ανθρώπινη σοφία έχει μικρή αξία ίσως και καμία, και πιθανόν ο θεός να χρησιμοποιεί τον Σωκράτη σαν παράδειγμα ως εξής, ότι ένας άνθρωπος που δεν είναι σοφός και το ξέρει, συνάμα να είναι σοφότερος των άλλων που νομίζουν ότι είναι. Έτσι ο Σωκράτης βοηθούσε τον θεό με το να αποδεικνύει στον κόσμο ότι δεν είναι σοφοί. Όντας απασχολημένος με αυτό το θεϊκό έργο δεν ευκαίρησε ούτε για την πόλη να κάνει κάτι αξιόλογο (υλικά) ούτε για την οικογένεια του, με αποτέλεσμα να είναι φτωχός.



Οι πλούσιοι νέοι που είχαν χρόνο ελεύθερο, τον ακολουθούσαν με την θέληση τους, τους άρεσε να τον ακούνε να εξετάζει. Πολλές φορές λοιπόν έκαναν και εκείνοι το ίδιο σε άλλους (το αναφέρει και ο Αριστοφάνης στις “Νεφέλες” που ήταν μάλλον και η αιτία της συγγραφής της κωμωδίας), αυτοί οι άλλοι όμως εξοργίζονταν με τον Σωκράτη και όχι με εκείνους τους νέους που τους εξέταζαν. Αυτοί λοιπόν είπαν ότι υπάρχει κάποιος άθλιος Σωκράτης που διαφθείρει τους νέους, όμως αν τους ρωτήσει κανείς τι κάνει και τι διδάσκει για να πετύχει κάτι τέτοιο δεν απαντούν διότι δεν ξέρουν τίποτα, απλά περιορίζονται στο αόριστο “δεν πιστεύει στους θεούς” και στο ότι “κάνει τους το λάθος να φαίνεται με σωστό”.



Ο Σωκράτης λοιπόν αφού έδωσε εικόνα για την αιτία των πρώτων κατηγόρων συνεχίζει στην εξέταση των προσφάτων κατηγόρων ξεκινώντας από τον Μέλητο.

Ο Σωκράτης ξεκινάει επιθετικά λέγοντας ότι ένοχος είναι ο Μέλητος επειδή σέρνει σε δικαστήρια ανθρώπους προσποιούμενος ότι ενδιαφέρεται και φροντίζει για πράγματα που ποτέ δεν νοιάστηκε. Με τις ερωτήσεις του προτρέπει τον Μέλητο να επιδείξει ποιοι είναι αυτοί που ωφελούν τους νέους. Ο Μέλητος απαντάει ότι είναι οι όλοι οι δικαστές, οι ακροατές, οι βουλευτές, τα μέλη της εκκλησίας του δήμου, οι εκκλησιαστές κτλ. “Δηλαδή όλοι εκτός από εμένα έτσι;” ρωτάει ο Σωκράτης, “έτσι ακριβώς” απαντάει ο Μέλητος. Τότε ο Σωκράτης του λέει ότι “είναι δυνατόν στα άλογα οι πολλοί να τα εκπαιδεύουν και οι λίγοι δηλαδή οι ιπποκόμοι να τα διαφθείρουν; μάλλον το αντίθετο συμβαίνει...έτσι θα ήταν πολύ ευτυχισμένοι οι νέοι αν μόνο ένας υπήρχε να τους διαφθείρει και όλοι οι υπόλοιποι να τους ωφελούσαν.

“Για πες μας Μέλητε” συνεχίζει ο Σωκράτης, “οι κακοί δεν βλάπτουν όσοι είναι κοντά τους;” “ασφαλώς” απαντά ο Μέλητος, “εγώ που διαφθείρω τους νέους το κάνω με την θέληση μου ή όχι;” “με την θέληση σου” απαντά ο Μέλητος, “μα τι είναι αυτά που λες Μέλητε, λες να έχω φτάσει σε τέτοιο σημείο αμάθειας που να αγνοώ ότι αν δημιουργήσω κακούς γύρω μου δεν θα κινδυνεύσω ο ίδιος;;; αν πάλι δεν το κάνω με την θέληση μου ο νόμος δεν ορίζει να με φέρεις στο δικαστήριο αλλά να με πάρεις ιδιαιτέρως και να με νουθετήσεις αλλά δεν έκανες κάτι τέτοιο οπότε δεν ενδιαφέρεσαι για νουθεσίες οπότε είναι φανερό αυτό που έλεγα πριν ότι προσποιείσαι ότι ενδιαφέρεσαι ενώ στην πραγματικότητα δεν νοιάζεσαι γι αυτά”.



Στην συνέχεια ο Σωκράτης περνάει στο σημείο της κατηγορίας περί των θεών. Καταρρίπτει την κατηγορία του άθεου εφόσον η ίδια η κατηγορία είναι ότι διδάσκει και φέρνει καινούριες θεότητες, οπότε δεν μπορεί να είναι άθεος. Ακολούθως δεν στέκει η κατηγορία ότι διδάσκει ότι η θεότητα του Ήλιου και της Σελήνης είναι πέτρα και γη διότι αυτά δεν είναι δικές του θεωρίες μα του Αναξαγόρα του οποίου βιβλία υπάρχουν στην ορχήστρα του θεάτρου με μια δραχμή. Και ενώ ο Μέλητος επιμένει στην κατηγορία ότι δεν πιστεύει σε θεούς, ο Σωκράτης απαντά ότι είναι δυνατόν να κατηγορείται για αθεΐα την στιγμή που εισάγει νέους θεούς; αναρωτιέται αν είναι δυνατόν κάποιος να πιστεύει ότι υπάρχουν ανθρώπινα πράγματα και να μην πιστεύει ότι υπάρχουν άνθρωποι; είναι δυνατόν να πιστεύει κάποιος ότι υπάρχει ιππασία αλλά δεν υπάρχουν άλογα; ή ότι δεν υπάρχουν αυλήτες αλλά υπάρχει η αυλητική τέχνη; είναι κανείς που να πιστεύει στην δύναμη των δαιμόνων και να μην πιστεύει στην ύπαρξη των δαιμόνων; “‘δεν θα ήταν δυνατόν αυτό” απαντά ο Μέλητος, “Τους δαίμονες δεν τους θεωρούμε είτε θεούς είτε παιδιά θεών;” “ναι” απαντά ο Μέλητος “Αν πιστεύω λοιπόν στους δαίμονες σύμφωνα (με το κατηγορητήριο) και οι δαίμονες είναι είτε θεοί είτε παιδιά θεών γιατί λες ότι δεν πιστεύω στους θεούς και ταυτόχρονα να πιστεύω;” και απευθύνεται στους δικαστές λέγοντας τους ότι δεν χρειάζεται περισσότερα επιχειρήματα για να αποδείξει ότι δεν ευσταθεί η κατηγορία αυτή.



“Θα μπορούσε όμως κάποιος να πει” συνεχίζει ο Σωκράτης, “Δεν ντρέπεσαι Σωκράτη να έχεις κάνει τέτοια πράγματα ώστε να κινδυνεύεις να πεθάνεις;” κι εγώ τότε θα του απαντούσα “Κάνεις λάθος άνθρωπε αν νομίζεις πως ένας άνδρας θέλει να ωφελήσει έστω και λίγο τους άλλους πρέπει να σκέπτεται τον κίνδυνο του αν θα ζήσει ή θα πεθάνει. Το μόνο που πρέπει να σκέπτεται είναι αν ενεργεί δίκαια ή άδικα, διότι το να φοβάται κανείς τον θάνατο δεν είναι τίποτα παραπάνω από το να νομίζει κανείς ότι είναι σοφός ενώ δεν είναι, να νομίζει ότι γνωρίζει ενώ δεν γνωρίζει, γιατί κανείς δεν γνωρίζει τον θάνατο, ούτε αν είναι μεγαλύτερο αγαθό για τον άνθρωπο, κι όμως τον φοβούνται σαν να ξέρουν καλά ότι είναι το μεγαλύτερο κακό.”



Ο Άνυτος υποστήριξε μπρος στους δικαστές (εκ των υστέρων και εκ του ασφαλούς) ότι είτε από την αρχή δεν θα έπρεπε καθόλου να δικαστεί ο Σωκράτης είτε αφού ξεκίνησε η δίκη δεν γίνεται να μην καταδικαστεί εις θάνατον, διότι αν δεν καταδικάσουν τον Σωκράτη αυτός μετά θα καταστρέψει τα παιδιά τους και τους ίδιους με τις φιλοσοφίες του. ¨Αν με αφήνατε δικαστές ελεύθερο με τον όρο να μην περνάω τον χρόνο μου εξετάζοντας έτσι τους ανθρώπους και φιλοσοφώντας, κι ότι αν το κάνω και πιαστώ θα πεθάνω, σας ενημερώνω ότι σας αγαπώ σας εκτιμώ αλλά θα υπακούσω τον θεό και όχι εσάς, και όσο ζω και όσο αναπνέω και μπορώ δεν θα πάψω να φιλοσοφώ και να συμβουλεύω και να νουθετώ οποιονδήποτε τυχαίνει και συναντώ στην Αγορά* λέγοντας του ότι είναι πολίτης της πιο μεγάλης και φημισμένης για την σοφία της και δύναμη της πόλη, και ότι θα έπρεπε να ντρέπεται αν το μόνο που έκανε είναι να φροντίζει για τα χρήματα και το πως θα αποκτήσει περισσότερα και για την δόξα και για τις τιμές και να μην ενδιαφέρεται για την φρόνηση την αλήθεια και την ίδια του την ψυχή. Κι αν κάποιος αμφισβητούσε τα λεγόμενα μου θα του έκανα ερωτήσεις και αν φαινόταν ότι δεν κατέχει την αρετή παρόλο που αυτό ισχυριζόταν θα τον επιπλήττα που νοιάζεται τόσο πολύ για ασήμαντα και δεν νοιάζεται για τα σημαντικά.”



(* αγορά εκ του ρήματος αγύρω, δηλαδή συναθροίζω, εξού και το ομήγυρις ή πανήγυρις δηλαδή τόπος που συναθροίζονταν για συζήτηση ή για άθληση οι Αθηναίοι. Δεν έχει καμία σχέση με την έννοια που ξέρουμε εμείς σήμερα με αγοροπωλησίες αντικειμένων)



“Αυτό θα κάνω” συνεχίζει ο Σωκράτης, είτε συναντήσω κάποιον ξένο* "είτε συμπολίτη μας, και κυρίως σε αυτούς που είναι και πιο δικοί μου, γιατί αυτά με προστάζει ο θεός, καταλάβετέ το καλά. Μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει μεγαλύτερο αγαθό για την πόλη μας από αυτήν μου την υπηρεσία στον θεό. Περιφέρομαι μην κάνοντας κάτι διαφορετικό από το να πείθω (πείθω=αποδεικνύω με την λογική) ηλικιωμένους και νεότερους να ενδιαφέρονται πάνω από όλα για την ψυχή τους το πως θα γίνει καλύτερη, λέγοντας τους ότι η αρετή δεν γίνεται μέσω χρημάτων αλλά τα χρήματα και όλα τα αγαθά, ιδιωτικά και δημόσια, από την αρετή.

Αυτά δεν θα τα αλλάξω έστω και αν είναι να πεθάνω πολλές φορές. Να ξέρετε όμως ότι αν με θανατώσετε δεν θα με βλάψετε τόσο όσο θα βλάψετε τους εαυτούς σας. Άλλον σαν και εμένα δεν θα βρείτε που τον έχει ορίσει ο θεός να βρίσκεται κοντά στην πόλη η οποία λόγω μεγέθους μοιάζει με μεγάλο άλογο καλής ράτσας αλλά νωθρό, και γω σαν αλογόμυγα να τριγυρνάω όλη μέρα και να σας ξυπνώ, αλλιώς θα περάσετε ολόκληρη της ζωή σας σαν κοιμώμενοι αν δεν σας στείλει ο θεός κάποιον άλλον (μα κι αν σας στείλει το ίδιο θα ξανακάνετε).”



(*Ξένος στην αρχαία Ελλάδα ήταν ο Έλληνας από άλλη πόλη, οι αλλοδαποί ονομάζονταν βάρβαροι διότι η ηχητική της ομιλία τους έμοιαζε με ‘βαρ βαρ βαρ”).



“Το ότι είμαι εκείνος που όρισε ο θεός φαίνεται από το ότι έχω παραμελήσει τις υποθέσεις μου και τους δικούς μου, για να φροντίσω για το σύνολο, σαν να ήμουν πατέρας ή αδερφός σας, αν βέβαια είχα κάποιο υλικό όφελος κάποια αμοιβή θα είχα κάποιο λόγο να με κατηγορήσουν ότι λέω ψέματα, αλλά δεν ζήτησα ποτέ καμία αμοιβή από κανέναν, και ο πιο αξιόπιστος μάρτυρας είναι η φτώχεια μου.”



Στην συνέχεια ο Σωκράτης κάνει λόγο για το γνωστό “Σωκρατικό Δαιμόνιο” (στο οποίο στάθηκε ο Πλούταρχος με το βιβλίο του “Περί Σωκράτους Δαιμόνιον” ) εξηγώντας τον λόγο για τον οποίο δεν ασχολήθηκε ποτέ με την πολιτική.

“Ίσως σας φαίνεται παράξενο που ενώ τριγυρνάω ανάμεσα σας και σας συμβουλεύω, ποτέ δεν ανέβηκα στο βήμα μιλώντας στο πλήθος να συμβουλέψω την πόλη. Αιτία αυτού είναι εκείνο που πολλές φορές σε πολλά μέρη με έχετε ακούσει να λέω, ότι δηλ μέσα μου κάτι θεϊκό και δαιμόνιο, μια φωνή. Αυτή η φωνή υπάρχει από τότε που ήμουν παιδί, που πάντα την ακούω η οποία με αποτρέπει από κάτι που πρόκειται να κάνω αλλά ποτέ δεν με προτρέπει σε τίποτα. Αυτή λοιπόν με αποτρέπει να ασχοληθώ με την πολιτική, και ξέρετε καλά ότι αν είχα ασχοληθεί με την πολιτική από καιρό θα είχα αφανισθεί και ούτε εσάς θα είχα ωφελήσει ούτε και τον εαυτό μου.”



Στα παρακάτω λόγια θα δοκιμάσουμε μια έκπληξη, ο Σωκράτης θέτει σε διαφορετική αλλά και ανώτερη βάση την φιλοσοφία λέγοντας ότι δεν υπήρξε ποτέ δάσκαλος κανενός. Όταν έλεγε κάτι, όποιος επιθυμούσε νέος ή γέρος τον άκουγε, δεν αρνήθηκε ποτέ σε κανέναν την συζήτηση και δεν ήταν σαν τους άλλους που μιλούσανε μόνο όταν έπαιρναν χρήματα, και όταν δεν έπαιρναν δεν έβγαζαν λέξη. Είχε ίδια συμπεριφορά και στους φτωχούς και στους πλούσιους, απαντούσε σε όλους χωρίς να κάνει καμία διάκριση, όμως είτε αυτοί γινόντουσαν δίκαιοι είτε όχι, ο Σωκράτης δεν έφερε καμία ευθύνη, διότι δεν είχε υποσχεθεί σε κανέναν τίποτα, διότι δεν δίδαξε ποτέ κανένα μάθημα σε οποιονδήποτε. Πάντα μιλούσε σε παρέες και ποτέ ιδιαιτέρως και αν κάποιοι ευχαριστιόνταν να τον ακούνε ήταν λόγω ότι τους άρεσε να τον ακούνε να εξετάζει εκείνους που νομίζανε ότι ήταν σοφοί ενώ δεν ήταν. Ήταν κάτι που έκανε επειδή τον είχε ορίσει ο θεός γι αυτό. Η διδασκαλία του Σωκράτη διέφερε από τις άλλες διδασκαλίες. Την μεν διδασκαλία του Σωκράτη μπορούμε να την ονομάσουμε ως διδασκαλία προσέγγισης του ορθού και της αλήθειας και της πραγματικότητας δηλ του ίδιου του δημιουργού, ενώ οι διδασκαλίες όπως αυτές που έχουμε σήμερα θα μπορούσαμε να τις χαρακτηρίσουμε διδασκαλίες της διαβολής, και θα εξηγήσουμε ευθύς αμέσως το γιατί. Ο μεν Σωκράτης δεν διδάσκει τίποτα, αλλά μεσώ των λογικών ερωτήσεων βοηθά τον μαθητή να σκεφτεί και να προσεγγίσει μονός του την πραγματικότητα, εν αντιθέσει με την διδασκαλία την σημερινή όπου ο μαθητής μαθαίνει έτοιμη γνώση από τον δάσκαλο, άρα δεν αυτενεργεί αλλά οικειοποιείται ξένες ιδέες άρα και ξένες προσωπικότητες πράγμα πολύ επικίνδυνο.



Ο Σωκράτης επανέρχεται στο να χτυπήσει τον εγωισμό των δικαστών ακόμα μια φορά, λέγοντας ότι ενδέχεται να αγανακτήσουν με αυτόν επειδή δεν παρακαλάει όπως συνηθίζουν κάποιοι στα δικαστήρια ακόμα και σε πολύ ελαφρύτερες και λιγότερο σημασίας δίκες. Αλλά δεν παρακαλάει όχι από υπεροψία, αλλά δεν νομίζει ότι θα ήταν πρέπον να κλαίει και να οδύρεται και να φέρνει τα παιδιά του για να επηρεάσει, το θεωρεί ντροπή ακόμα και για την πόλη κάτι τέτοιο διότι θα έκανε έναν ξένο να νομίσει ότι όσοι Αθηναίοι διακρίνονται για την αρετή τους και εκλέγονται από τους συμπολίτες για αξιώματα και τιμητικές διακρίσεις σε τίποτα δεν διαφέρουν από τις γυναίκες, πράγμα που δεν αρμόζει στην Αθήνα. Άλλωστε ο Δικαστής βρίσκεται στην θέση αυτή για να απονέμει δικαιοσύνη και να κρίνει αντικειμενικά μια κατάσταση και όχι στο να πείθεται στα παρακάλια, αφού έχει ορκιστεί σε αυτό στους θεούς. "Αν σας έπειθα με παρακάλια θα ήταν σαν να σας δίδασκα να μην πιστεύετε στο ότι υπάρχουν θεοί, και ταυτόχρονα θα ήταν σαν να κατηγορούσα τον εαυτό μου ότι δεν πιστεύω στους θεούς." είπε ο Σωκράτης



Εδώ τελειώνει το πρώτο μέρος της απολογίας, το δικαστήριο αποφασίζει ότι είναι ένοχος με τριάντα ψήφους διαφορά, οπότε θα πρέπει να περάσει σε δευτερολογία για να επιχειρηματολογήσει επάνω στο φλέγον ζήτημα της ποινής που θα του επιβληθεί.



Παρατηρεί ο Σωκράτης ότι η διαφορά των ψήφων κατά και υπέρ είναι μικρή, και ότι η κατηγορία του Μέλητου έχει καταρριφθεί, αλλά αν δεν τον είχαν κατηγορήσει ο οικονομικά και πολιτικά ισχυρός Άνυτος και ο Λύκων, ο Μέλητος θα πλήρωνε και χίλιες δραχμές πρόστιμο διότι οι ψήφοι δεν θα ξεπερνούσαν το ένα πέμπτο.



Ο Σωκράτης όμως έχει το δικαίωμα να προτείνει την ποινή που θα του επιβληθεί, έτσι ξεκινάει την σκέψη του, με ρητορικές ερωτήσεις όπως, τι του αξίζει να του επιβληθεί επειδή έκρινε ότι καλύτερο ήταν να παραμελήσει όλα εκείνα που φροντίζουν οι άνθρωποι, όπως οικονομικά συμφέροντα, στρατηγίες, δημόσιες αγορεύσεις, αξιώματα κτλ δηλαδή τον υλικό κόσμο, επειδή αν ασχολούνταν με όλα αυτά δεν θα ωφελούσε τους συμπολίτες του (ούτε και τον εαυτό του) ωθώντας τους στο να γίνουν συνετότεροι και καλύτεροι (με σκοπό την προσέγγιση του θείου στο επέκεινα, όπως μας φανερώνει στο έργο “ΦΑΙΔΩΝ” ή περί ψυχής) και για το καλό του συνόλου και της πόλης και στην εδώ ζωή; Τι του αξίζει λοιπόν για όλα αυτά; τίποτε άλλο από την δωρεάν σίτιση από το Πρυτανείο, και μάλιστα είπε ότι σε αυτόν αρμόζει πιο πολύ παρά σε κάποιον που νίκησε στους Ολυμπιακούς αγώνες, διότι ένας ο ολυμπιονίκης τους έκανε να φαίνονται ευτυχής ενώ ο Σωκράτης του έκανε ευτυχής.

Η δωρεάν σίτιση του Πρυτανείου ήταν μια τεράστια διάκριση για άνδρες που τίμησαν την Αθήνα. Ο Σωκράτης γνωρίζει πολύ καλά ότι προκαλεί αρνητικά το θολό μυαλό των δικαστών αλλά είναι μια πραγματικότητα που έπρεπε να ακουστεί ασχέτως αν οι άνθρωποι ήταν σε νοητικό επίπεδο να το αντιληφθούν ή όχι.

Ο Σωκράτης άλλωστε δεν απευθύνεται στους ανθρώπους αλλά στον ίδιο τον θεό αποδεικνύοντας την πίστη στην ύπαρξη του με τα λόγια αυτά. Ουσιαστικά του είπε ότι γνώριζε ότι αυτός ήταν ο σκοπός της ζωής του, το να προετοιμάσει δηλαδή τους ανθρώπους προς την άνοδο, αυτό έπραξε, και γνωρίζει ότι κλείνει ο κύκλος του εδώ διότι το έργο του τελειώθηκε.



“όντας βέβαιος ότι δεν έχω αδικήσει κανέναν, δεν πρόκειται φυσικά να αδικήσω τον εαυτό μου” συνεχίζει ο Σωκράτης, “δεν θα προτείνω λοιπόν κάτι κακό, τι να φοβηθώ; μήπως αυτό που προτείνει ο Μέλητος; (τον θάνατο) αφού δεν ξέρουμε καλά καλά αν είναι κακό ή καλό, τι να προτείνω; να μείνω φυλακή; τι θα με ωφελούσε το να είμαι δούλος; εξορία; θα ήμουν ασυλλόγιστος αν δεν μπορούσα να σκεφτώ ότι εσείς που είστε συμπολίτες μου δεν μπορέσατε να με υποφέρετε θα μπορέσουν οι ξένοι. Και θα μπορούσε να μου πει κανείς ότι θα μπορούσα να φύγω από την Αθήνα και να πάω κάπου και να σωπάσω, αλλά δεν είναι δυνατόν αυτό διότι θα ήταν σαν να παράκουα τον θεό, άλλωστε Η ζωή δεν έχει κανένα νόημα αν δεν μιλάμε για την αρετή.”



“Αν πάλι είχα χρήματα θα πρότεινα να δώσω ένα ποσό που θα μπορούσα να το δώσω, αλλά δεν έχω. Αν πάλι θέλετε να μου ορίσετε ένα ποσό που θα μπορούσα να το πληρώσω θα μπορούσα να σας δώσω μια ασημένια Μνα.

Ο Πλάτων, ο Κρίτων, ο Απολλόδωρος με προτρέπουν να προτείνω τριάντα Μνες και θα εγγυηθούν αυτοί που είναι εύποροι και από καλή γενιά, προτείνω αυτό το ποσό."



Οι δικαστές όμως τον καταδίκασαν εις θάνατον και ο Σωκράτης κάνει τον επίλογο του.



¨Επειδή δεν κάνατε υπομονή λίγο καιρό ακόμα, θα φορτωθείτε το κακό όνομα και την μομφή εκείνων που θέλουν να κατηγορήσουν την Αθήνα πως θανάτωσε τον Σωκράτη, έναν σοφό άνδρα. Σοφό θα με πουν ακόμα και αν δεν είμαι αυτοί που θέλουν να σας κακολογήσουν. Αν περιμένατε λίγο καιρό θα συνέβαινε αυτό εκ φύσεως λόγω ηλικίας. Δεν απευθύνομαι σε όλους αλλά σε αυτούς που με καταδίκασαν. Σε αυτούς λοιπόν θέλω να πω τα εξής: νομίζετε ότι καταδικάστηκα διότι δεν μπόρεσα να πω λόγια που χρειάζονταν για να σας πείσω, δεν ισχύει κάτι τέτοιο...καταδικάστηκα διότι δεν έκανα αυτό που θα θέλατε, δηλαδή να με δείτε να κλαίω και να οδύρομαι. Προτιμώ να πεθάνω έχοντας απολογηθεί έτσι παρά να ζω αλλιώς, γιατί και στις μάχες είναι φανερό ότι μπορεί κανείς να αποφύγει τον θάνατο εγκαταλείποντας τα όπλα του και ικετεύοντας τον εχθρό. Δεν είναι δύσκολο να αποφύγει κανείς τον θάνατο, είναι όμως δυσκολότερο να αποφύγει το κακό, διότι το κακό τρέχει γρηγορότερα από τον θάνατο. Εμένα ως γέροντα με έχει προφτάσει το πιο αργό από τα δύο, τους κατήγορους μου όμως που είναι γρήγοροι τους πρόφτασε το χειρότερο...η κακία.

Θα δώσω ένα χρησμό σε αυτούς που με καταψηφίσανε, μετά τον θάνατο μου θα τιμωρηθείτε πολύ χειρότερα, από όσο με τιμωρείτε σκοτώνοντας με. Αν νομίζετε ότι σκοτώνοντας θα γλιτώνετε από τις επικρίσεις του τρόπου ζωής σας πέφτετε έξω.”



Μετά ο Σωκράτης απευθύνεται σε αυτούς που έριξαν αθωωτική βουλή φανερώνοντας τους ότι η συνηθισμένη μαντική ικανότητα του δαιμονίου που του εμφανιζόταν πολύ συχνά, και που ακόμα για απλά πράγματα τον εμπόδιζε αν ήταν να πράξει κάτι που δεν ήταν σωστό, αυτή την φορά δεν τον εμπόδισε να μην πει αυτά που είπε στο δικαστήριο. Όπως λοιπόν φαίνεται ήταν γι αυτόν καλό.

Τέλος τους παροτρύνει να πιστέψουν ότι η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει για τον καλόν άνθρωπο κανένα κακό, ούτε όταν ζει ούτε όταν πεθαίνει, και ότι δεν αμελούν οι θεοί να φροντίζουν για τις υποθέσεις τους.



Ο Σωκράτης κλείνει την απολογία του με τα εξής λόγια:



“Αλλά τώρα είναι ώρα να φύγουμε, εγώ για να πεθάνω και σεις για να ζήσετε...

Ποιοι από μας πηγαίνουν σε καλύτερο πράγμα είναι άγνωστο σε όλους εκτός από τον θεό













http://ellinon-pnevma.blogspot.com



ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΙΚΤΥΟ



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΩΚΡΑΤΗ ΤΟΝ ΔΙΚΑΣΑΜΕ"

Τετάρτη 20 Μαρτίου 2013

Η απολογία του Κολοκοτρώνη !

  Γιατί κι αυτόν τον δικάσαμε!--

Ακόμη και τον Κολοκοτρώνη τον σύραμε στο δικαστήριο! --Σαν σήμερα το 1834 ,μαζί με τον Δημήτρη Πλαπούτα δικάστηκαν …ως συνωμότες και η κατηγορία που αντιμετώπιζαν ήταν αυτή της εσχάτης προδοσίας!!!

Η πραγματική αιτία ήταν ότι οι Άγγλοι ήθελαν να “αποδομήσουν” τον Γέρο του Μοριά που που θεωρούνταν “ρωσόφιλος”. Βρήκαν εύκολα εγχώριους “υπερπατριώτες” -έχουμε και σήμερα τέτοιους- και τον έστειλαν κατηγορούμενο, μαζί με τον Πλαπούτα!

Η απολογία του Κολοκοτρώνη όπως καταγράφεται από το ΓΕΣ και από το βιβλίο του ταξίαρχου Γεωργίου Καραμπατσόλη «Η δίκη των στρατηγών Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και Δημητρίου Πλαπούτα».-

Η ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ--

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ορκίζομαι να είπω την αλήθεια και μόνη την αλήθεια εις ό,τι ερωτηθώ.

Ορκίζομαι. (Κάθονται όλοι στις θέσεις τους).

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς ονομάζεσαι;

 Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Από πού κατάγεσαι;

 Από το Λιμποβίσι της Καρύταινας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πόσων ετών είσαι;

 Εξήντα τέσσερων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι επάγγελμα κάνεις;



Στρατιωτικός. Στρατιώτης ήμουνα. Κράταγα επί 49 χρόνια στο χέρι το ντουφέκι και πολεμούσα νύχτα μέρα για την πατρίδα. Πείνασα, δίψασα, δεν κοιμήθηκα μια ζωή. Είδα τους συγγενείς μου να πεθαίνουν, τ΄ αδέρφια μου να τυραννιούνται και τα παιδιά μου να ξεψυχάνε μπροστά μου. Μα δε δείλιασα. Πίστευα πως ο Θεός είχε βάλει την υπογραφή του για τη λευτεριά μας και πως δεν θα την έπαιρνε πίσω.





ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι απολογείσαι για την κατηγορία που σου αποδίδεται;

Τον απερασμένο Ιούλη διάηκα στην Τριπολιτσά για να στεφανώσω εν’ αντρόγενο. Από κεί τράβηξα, μαζί με τη νύφη μου, για το μοναστήρι της Άγια-Μονής. Την παραμονή της Παναγιάς ήρθε κι ο Ρώμας στην Καρύταινα όπου καθίσαμε κάνα δυο μέρες. Έπειτα ο Ρώμας έφυγε κι εγώ γύρισα στην Τριπολιτσά στις 18 τ’ Αυγούστου.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είχες προηγουμένως άλλες συναντήσεις με το Ρώμα;

 Δεν είχα πριν καμία συνάντηση μαζί του. Τον αντάμωσα για πρώτη φορά στην Τριπολιτσά. Μακριές ομιλίες δεν είχαμε. Τρώγαμε όμως μαζί.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και τι λέγατε;

 Τα συνηθισμένα όπου λένε οι άνθρωποι όταν τρώνε αντάμα ψωμί.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είχες την περιέργεια να ρωτήσεις τον Ρώμα για τα όσα διέδιδε περί Αντιβασιλείας;

 Καμία περιέργεια δεν έβαλα στο νου μου.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον άλλον καιρό τι έκανες στην Τριπολιτσά;

 Πάγαινα στο παζάρι. Σύναζα τους χωριάτες και τους μίλαγα επειδής ήτανε ερεθισμένοι από κείνους τους διαβόλους τα νόμιστρα. Τους έλεγα: «Βρε τσομπάνηδες, τι πλερώνατε τον καιρό της τουρκιάς και τι πλερώνετε τώρα; Δεν πλερώνετε τώρα λιγότερα απ’ τον καιρό της τουρκιάς;». Και τους τ’ απόδειχνα με παραδείγματα.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον πρίγκιπα Μπρέντ τον γνωρίζεις;

 Ναι, τον γνωρίζω. Ήρθε μάλιστα στην Τριπολιτσά για να δη το Ρώμα. Σα μπατζανάκης του που είναι.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι παράγγειλες μ’ αυτόν στο γιο σου το Γενναίο στ΄ Ανάπλι;

Τίποτα. Ούτε είχα και τίποτα να του παραγγείλω.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιοι άλλοι ήταν τότε στην Τριπολιτσά;

 Ο Νικηταράς και Πλαπούτας που είχανε έρθει απ’ τα χωριά τους.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι άκουσες περί μιας αναφοράς εναντίον της Αντιβασιλείας και των Βαυαρών;

 Δεν άκουσα τίποτα ούτε και μου μίλησε ποτέ κανείς για καμία τέτοια ανα-φορά.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν άκουσες τίποτα;

 Όχι.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γνωρίζεις τους ληστές Κοντοβουνήσιο, Μπαλκανά και Καπογιάννη;

Τον Κοντοβουνήσιο τον γνωρίζω απ’ τον εμφύλιο πόλεμο. Ο Μπαλκανάς ήτανε γουρνοβοσκός. Τον κατάτρεχα. Δυο φορές μου ‘φυγε απ’ τα σίδερα. Τον Καπογιάννη δεν τον γνωρίζω.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον γραμματικό του Κοντοβουνίσιου, Χρήστο Νικολάου, τον ξέρεις;

 Ναι. Είν’ ένα ξόανο παιδαρέλι.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον Αλωνιστιώτη τον γνωρίζεις;

 Τον γνωρίζω, είναι μάλιστα και συγγενής μου.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήξερες πως θα πήγαινε στη Λιβαδειά;

 Όχι, δεν το ήξερα. Απ’ τον κόσμο το άκουσα πως πήγε.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν τον είχες δει προηγουμένως;

 Όχι.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Δείχνοντάς το). Είναι αληθινό αυτό το γράμμα του Υπουργού των Εξωτερικών της Ρωσίας προς εσένα;

 Ναι, είναι.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς πήρε αφορμή να σου γράψει ο Ρώσος υπουργός;

 Ήταν απάντηση σ’ ένα δικό μου γράμμα. Πήρ’ αφορμή για να του γράψω από τούτο δω το περιστατικό: Άμα ήρθε ο Βασιλιάς μας, ο πρεσβευτής της Ρωσίας Ρούκμαν άφησε ένα γράμμα του στο περιβόλι μου συστήνοντάς με στους Ρώσους καπετάνιους του Αιγαίου. Γι’ αυτό έκαμα κι εγώ ένα ίδιο γράμμα συστήνοντας αυτόν και το ναύαρχό τους Ρίκορντ σε δικούς μας. Δε μου πέρασε η ιδέα πως αυτό βλάφτει είτε είν’ εμποδισμένο. Τόκαμα από λεπτότητα.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι άλλο έγραφες σ’ αυτό το γράμμα;

Τίποτις άλλο απ’ τη σύσταση. Όσο για το γράμμα που έλαβα έλεγε ν’ αγαπούμε το βασιλιά μας και τη θρησκεία μας. Άλλο δε θυμούμαι. Σ’ αυτό φαίνεται τι μου γράφει ο Ρώσος υπουργός, φανερώνοντας έτσι με ποιο πνεύμα τούγραψα κι εγώ



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πότε έφυγες για τελευταία φορά από δω;

Δε θυμάμαι καλά. Θαρρώ στις αρχές του Ιούλη. Ήτανε η πρώτη φορά που ‘φυγα από όταν ήρθε ο βασιλιάς.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και γιατί έφυγες;

 Η αιτία όπου μ’ έκανε ν’ αφήσω την εδώ ήσυχη ζωή μου είναι, πρώτο γιατί εγώ είμαι βουνίσιος και με πειράζει η ζέστη, δεύτερο για να στεφανώσω ένα αντρόγενο και τρίτο γιατί μούγραψε ο γιος μου ο Γενναίος μην αρρωστήσω και γι’ αυτό καθόμουνα στην Τριπολιτσά για τον καθαρό αέρα.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και σ’ όσους ερχόντουσαν να σε ιδούν τι τους έλεγες;

 Τους συμβούλευα, καθώς έκανα και στην Άγια-Μονή, όπου έβαλα λόγο γι’ αυτό.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχεις άλλο τίποτα να πεις για όσα σε κατηγορούν;

 Τούτω δω μονάχα. Μετά το φόνο του Κυβερνήτη η Πατρίδα ήτανε χωρισμένη στα δύο. Εγώ άμα έμαθα το διορισμό του Βασιλιά, έκαμα τη σημαία του και σύναξα κι όλους τους φίλους μου και κάμαμε μιαν αναφορά στη Βαυαρία φανερώνοντας την αφοσίωσή μας. Όταν ήρθ’ ο Βασιλιάς σκόρπισα τους ανθρώπους μου κι ησύχασα.



ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τότε, γιατί αντενέργησες στο βασιλιά σου και στην Αντιβασιλεία.



 Εγώ ν’ αντενεργήσω; Μα δε ξέρετε λοιπόν κι εσείς οι ίδιοι κι όλοι οι Έλληνες πόσο πάσκισα στον καιρό του σηκωμού ν’ αποχτήσει το έθνος κεφαλή και να μου λείψουν οι φροντίδες; Άμα ο Θεός μου ‘δωσε Βασιλέα, εγώ είπα σ’ όλους τους φίλους μου: «Τώρα είμ’ ευτυχισμένος. Θα κρεμάσω την κάπα μου στον κρεμανταλά και θα πλαγιάσω στην καλύβα μου ν’ αποθάνω ήσυχος κι ευχαριστημένος».



Αυτά είπε ο Γέρος και κάθισε στον πάγκο του, ενώ στην αίθουσα απλώθηκε βαθιά σιωπή και αγωνία.


http://www.onalert.gr/stories/i-apologia-tou-kolokotroni-giati-ki-auton-ton-dikasame
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η απολογία του Κολοκοτρώνη !"

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΛΕΞΕΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΠΡΩΤΙΕΣ.---
Το ταξίδι των ελληνικών λέξεων· ιστορικές και ετυμολογικές αναφορές.----

'Ολοι γνωρίζουμε ότι η ελληνική γλώσσα είναι η παλαιότερη από όλες τις σημερινές ευρωπαϊκές γλώσσες.
Παρ' όλα αυτά δεν είναι δυνατόν να καθορίσουμε την ακριβή της ηλικία, είναι πάντως πολύ αρχαιότερη απ' ότι μας εδίδαξαν στο σχολείο.
 Αυτό μπορεί να επιβεβαιωθεί από τους πίνακες που για χιλιάδες χρόνια ήταν θαμμένοι στην ελληνική γη και αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα (ο τελευταίος πίνακας βρέθηκε στο Δισπηλιό της Καστοριάς και χρονολογήθηκε τουλάχιστον στο 5000 π.Χ).
 Αυτό το στοιχείο μάς έκανε να συνειδητοποιήσουμε ότι στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε και πολλά πράγματα για την απαρχή της ελληνικής γλώσσας. 'Οπως έλεγαν και οι αρχαίοι 'Ελληνες «άγει εις φως την αλήθεια ο χρόνος», είναι βέβαιον ότι οι πολλές και διάφορες παραποιήσεις ή λανθασμένες θεωρίες συντελούν στην αλλοίωση της ελληνικής γλώσσας και ήδη αυτό έχει αρχίσει να επαληθεύεται.
Δεν είναι μόνο γνωστό αλλά και προφανές ότι όλες οι τέχνες και οι επιστήμες γεννήθηκαν, αναπτύχθηκαν και ακόμα διευθύνονται απ' το αγνό ελληνικό λεξιλόγιο. Η ελληνική γλώσσα τροφοδοτεί όλες εκείνες τις υψηλής πνευματικότητας λέξεις που μπορούν να εκφράσουν όλες τις αφηρημένες έννοιες.
Χωρίς καμμία εξαίρεση σε όλες τις ευρωπαϊκές (και όχι μόνο) γλώσσες η συντριπτική πλειοψηφία της καθημερινής ομιλίας εμπεριέχει ελληνικής προελεύσεως λέξεις. Αναφέρομαι σε χιλιάδες λέξεων που στο πρώτο άκουσμα δεν μπορούν να αναγνωριστούν ως ελληνικές λόγω της αλλοίωσης που έχουν υποστεί στο χρόνο ή λόγω του ότι προέρχονται από αρχαιοελληνικές λέξεις ή ονόματα που οι σύγχρονοι 'Ελληνες αδυνατούν να αναγνωρίσουν.
Η "λεξιλογική ανάλυση", που είναι η ετυμολογική και ιστορική ανάλυση μιας λέξεως, φανερώνει τον αρχαίο αλλά οικείο ελληνικό λόγο. Πολλές φορές, αυτές οι ελληνικές "Πρωτολέξεις", αυθεντικές δηλαδή λέξεις, επιστρέφουν στην ομιλούμενη ελληνική γλώσσα ως ξένες. Είναι τα λεγόμενα αναδάνεια. Υπάρχει μία μεγάλη κατηγορία λέξεων, που διά της δικής τους ιστορίας, αποκάλυψαν την άγνωστη προϊστορία. Αυτή είναι η ιστορία που δεν έχει επίσημα καταγραφεί ως τώρα και που συνήθως είναι συγκεχυμένη με την μυθολογία.
Η τελευταία δεν είναι τίποτα άλλο παρά η συμβολική και συνεπώς η πιό αγνή ιστορική αλήθεια. Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι όχι μόνο οι ελληνικές λέξεις αλλά και η ελληνική μυθολογία - ιστορία έχουν εμπλουτίσει τις δυτικές γλώσσες με όρους και νοήματα, των οποίων, τις περισσότερες φορές αγνοούμε την ελληνική τους προέλευση.
 Ονόματα όπως Ιβηρία, Ιταλία, Αίγυπτος, Αιθιοπία, Ισπανία, Κέλτες, Λισαβώνα, Ρώμη, Ιρλανδία έχουν ελληνική προέλευση. Λέξεις όπως "zante-ζάντες" που προέρχεται από την λέξη "άντυγες", τις ρόδες των αρχαιοελληνικών αρμάτων.
Από το ρήμα "κορέω = καθαρίζω" προέρχονται οι λέξεις "cure", "sheriff", ο αρχαίος "τόρνος = κύκλος, περοφέρεια" έδωσε το όνομά του στον "τουρισμό", "tournament", "tourney". Σε λέξεις όπως "palace", "gondola", "dollar" η διήθηση των μελωδικών ελληνικών ήχων προκαλεί κατάπληξη και συνάρπαση. Πως η ελληνική λέξη "ναύκληρος", που στα Λατινικά προφερόταν "nauclerus" κατέληξε "nocher" στα Γαλλικά; Πως ο χαρακτηρισμός "βάρβαρος" κατέληξε "brave" στα αγγλικά και "bravo" στα Ιταλικά; Πως η λέξη "ελεημοσύνη", κατέληξε "alms" στα αγγλικά; Πως η λέξη "βαλάνειον", κατέληξε στα Γερμανικά "bad" και ονόμασε την, διάσημη για τα ιαματικά της λουτρά, πόλη baden baden;
Η ανθρωπογεωγραφία μάς βοηθά να εξηγούμε πώς οι διαφορετικές εκφράσεις ήχων εξαρτώνται από την στοματική κοιλότητα, τις φωνητικές δομές και την αναπνοή, που είναι εξαρτημένες απ' το κλίμα. Ψάχνοντας βαθύτερα, θα βρούμε ότι οι πρόγονοί μας, απο πολύ παλαιά έδιναν πλήρεις εξηγήσεις γιά το φαινόμενο αυτό. Ο Πλούταρχος, ο Διογένης, ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, ο Πλάτωνας είχαν όλοι τους γράψει περί αυτού. Εδώ, θα αναφέρω μόνο μία ενδεικτική αξιοπρόσεκτη αναφορά από τον "Κρατύλο". Σωκράτης: «Τα μικρά ονόματα έχουν μεταβληθεί. Χάριν ευφωνίας προστίθωνται ή αφαιρούνται μερικά γράμματα ... αξιώνουν τη μετατροπή γιά να τα κάνουν ομορφότερα ... αλλάζουν στον χρόνο ...».
Δεν πρέπει να αγνοούμε το γεγονός ότι παλαιότερα, η ελληνική γλώσσα εκφράζονταν προφορικά.
Οι 'Ελληνες, ως ναυτικός λαός «πολλαχή κατά θάλλατταν πλανώμενοι, γλώτταν την ελληνικήν επέβαλον». Είναι γνωστό ότι, με τον καιρό, οι ακουστικοί ήχοι έτειναν να γίνουν σύντομοι και οξείς. Η ίδια μετατροπή έλαβε χώρα και στα ελληνικά τοπωνύμια: Taormina αντί Ταυρομένιον, Yalta αντί Αιγιαλός, Agd αντί Αγάθη, Durazzo αντί τού Δυρράχιον, Ambourias αντί Εμπόρειον. H Νεάπολη έγινε Napoli στην Ιταλία, Napoul στην Γαλλία και Nabel στην Τυννησία.
 Γι' αυτό οι ιστορικοί, πολύ συχνά, αναγνωρίζουν τους ανθρώπους που ζούσαν σ' ένα μέρος μελετώντας γλωσσολογικά τα ονόματα των περιοχών. Το ταξίδι στις ελληνικές λέξεις έγινε συναρπαστικό όπως η γλώσσα περνά από τη μιά χώρα στην άλλη, από τη μία γενιά στην άλλη, η προφορά αλλάζει και μερικές φορές το ίδιο κάνει και το νόημα των λέξεων. Γιά παράδειγμα "πυρρός μανδύας" έγινε στα Λατινικά "birrum mantellum" και στα Ιταλικά κατέληξε να εκφράζει τον αστυνομικό, "sbirro", λόγω της κόκκινης στολής.
Οταν το καπέλο προσαρτήθηκε στον "μανδύα", στα Γαλλικά έγινε "beret". Η αναπαραγωγή των ισχυρών ελληνικών "πρωτολέξεων" απ' τον Ευρωπαϊκό λόγο, έλαβε χώρα σταδιακά διαμέσω ποικίλων φάσεων και σταθμών στην Λατινική γλώσσα και σε άλλες γλώσσες εξίσου.
Η κορύφωση όλων των εποχών ήταν η εποχή του Αυγούστου όταν χιλιάδες ελληνικών λέξεων διείσδυσαν στο Λατινικό λεξιλόγιο.
 Πολύ υλικό απ' το ελληνικό λεξιλόγιο εξόρμησε γιά μιά ακόμα φορά στην δύση όταν το Ευαγγέλιο και άλλα θρησκευτικά κείμενα μεταφράστηκαν στα Λατινικά, Γερμανικά, Αγγλικά, κατ' ευθείαν από το ελληνικό πρωτότυπο. Είναι αυτό που αποκαλείται εκκλησιαστικό λεξιλόγιο απ' το οποίο πολύς, απ' τον επίσημο και καθημερινό, λόγο διείσδυσε στις δυτικές γλώσσες.
Η απαρχή όλων αυτών των εισροών χάνεται στα βάθη της ιστορίας, όταν οι 'Ελληνες, σαν εφευρέτες και πρωτοπόροι, πλημμύρησαν με την διαλεκτική τους ποικιλία, τις πτωχές γειτονικές γλώσσες της εσπερίας, του υπερβορέα, της ανατολής και του νότου.
Αυτό το συμπέρασμα, πηγάζει από τα τελευταία αποδεικτικά στοιχεία που πολλαπλασιάζονται χρόνο με το χρόνο. Με την χρήση υπολογιστών, οι τελευταίες ανακαλύψεις της αρχαιολογίας, γλωσσολογίας και της χειρογραφολογίας, πείθει την σύγχρονη επιστήμη γιά το τί ήταν γνωστό, όχι μόνο στους 'Ελληνες συγγραφείς αλλά και στους Λατίνους. Συγγραφείς σαν τον Κικέρωνα, τον Τάκιτο, τον Κοϊντιλιανό και τον Τυραννίωνα, στα έγγραφά τους αναφέρουν σαφώς περί της Ρωμαϊκής Διαλέκτου «ότι εστίν εκ της Ελληνικής» ή «Aeolica ratione est sermo noster simillibus» (η γλώσσα μας είναι πολύ κοντινή με την Αιολική διάλεκτο).
Παλαιότεροι και σύγχρονοι επιστήμονες, συγγραφείς και ερευνητές γνωρίζουν ότι η μητέρα γλώσσα όλων των δυτικών γλωσσών (και όχο μόνο) είναι η ελληνική. Αλλά αυτό είναι μιά άλλη ιστορία ...!
Ο Ινδός καθηγητής γλωσσολογίας, πρόεδρος του "Ελληνικού Κύκλου" και διευθυντής του Ινδικού Υπουργείου Παιδείας κ. Sacramborty (ομιλεί 22 γλώσσες), ανεκοίνωσε χωρίς επιφύλαξη ότι η ελληνική γλώσσα δεν προέρχεται από τα Σανσκριτικά, αλλά το εντελώς αντίθετον.
 Το επίσημο περιοδικό του Ελληνοϊνδικού Ομίλου, ονομάζεται "Πελασγία" και η εφημερίδα τους "Samelan" που σημαίνει "Σελήνη" από τη "Σεμέλη", την μητέρα του Διονύσου. Ο Διόνυσος ήταν ο πρώτος που τα αρχαία χρόνια κατοίκησε την Ινδία. Από την "Ελληνική Ακαδημία της Βασκονίας", τα συμπεράσματα των επιστημονικών τους ερευνών, έρχονται το ένα μετά το άλλο.
Πρόεδρος της επιστημονικής κοινότητας είναι ο Βάσκος ελληνιστής και καθηγητής των ανατολικών γλωσσών, Frederico Sagredo (Βραβείο Ομήρου το 1989 από το ίδρυμα Ωνάση). 'Εχουν συμπεράνει ότι η καλούμενη Βασκική γλώσσα έχει ελληνική προέλευση. Συμπεριλαμβάνει, όχι μόνο ρίζες, αλλά και ολόκληρες Πρωτοελληνικές, Πελασγικές λέξεις. Μετά από προσωπικές, επίμονες, εργαστηριακές και χρονοβόρες μελέτες στη σύγκριση των ελληνικών με τις 5 μεγαλύτερες ευρωπαϊκές γλώσσες, μία ελληνικά ομιλούσα Ευρώπη μου αποκαλύφθηκε, «Ελλάδος φθόγγον χέουσα», Αισχύλος.

Από τα απλά κύτταρα των ελληνικών πρωτοτύπων μέχρι τους πολυκυτταρικούς οργανισμούς των συγχρόνων λεξιλογίων, σχεδόν όλοι οι σύνδεσμοι, οι προθέσεις και οι καταλήξεις είναι ελληνικές. Οι σύνθετες και οι παράγωγες λέξεις είναι οι στρόφυγγες που πλημμυρίζουν τις δεξαμενές όλων των ευρωπαϊκών γλωσσών. Τελικά, έχουμε βγάλει το συμπέρασμα ότι πίσω από κάθε ελληνική λέξη βρίσκεται μιά άλλη παλαιότερη! Γιά τον επιστημονικό ερευνητή, η πίστη ότι η ελληνική γλώσσα είναι πάντα παρούσα «ουκ ην καιρός ότε ουκ ήν», δυναμώνει μέρα με τη μέρα.
Ο δανεισμός απ' τον αστείρευτο θησαυρό της ελληνικής γλώσσας δεν έχει ποτέ σταματήσει και ούτε πρόκειται διότι νέες ιδέες, νοήματα, αντικείμενα και καταστάσεις γεννιούνται συνεχώς. Παραθέτω σαν παράδειγμα δύο νέες λέξεις: Ευβίωση = Καλή ζωή, Τανατόνωση= ο ασθενής που γιά σύντομο χρονικό διάστημα πεθαίνει και επανέρχεται στην ζωή.
Η ελληνική γλώσσα, λόγω της ελαστικότητάς της και της μαθηματικής της φύσεως, έχει το μοναδικό χαρακτηριστικό γνώρισμα να περιγράφει αναλυτικά ή συνθετικά όλα τα επουσιώδη νοήματα, λεπτομέρειες και συμπλέγματα.
Τα φρούτα της πλαστικότητας της ελληνικής γλώσσας είναι το λεξιλόγιο και τα κύρια ονόματα. Από τα πιό γνωστά και σπουδαία ονόματα στα πιό διακεκριμένα και σπάνια, όπως αναφέρονται στα αρχαία κείμενα.

Για να πειστεί κάποιος μπορεί να ρίξει μιά ματιά σε δύο valumes της "Ιστορικής Βιβλιοθήκης" του Απολλοδώρου, στην απόκρυφη Ελληνική Γενεαλογία. Δεν είμαι πρόθυμη να εκφράσω ευχολογίες αλλά είναι απολύτως αναγκαίον να απαριθμήσω, όσο το δυνατόν πιό γρήγορα, αυτόν τον άγνωστο και παραμελημένο θησαυρό της ελληνικής Ονοματολογίας.
Αυτό πρέπει να γίνει, όχι μόνο γιά να θαυμάσουμε τη μοναδική ποικιλία αλλά και τη σοφία των αρχαίων ελληνικών ονομάτων. Παρατηρώντας την αναγνώριση ενός προσώπου με το όνομά του, την προβολή της προσωπικότητάς του εξ ονόματος, καταλαβαίνουμε τις σύγχρονες επιστημονικές θεωρίες που ισχυρίζονται ότι ο ήχος τού ονόματος ενός ατόμου «το εφ' ώ τις καλείται», επηρεάζει την προσωπικότητα κάποιου, ανακινώντας κυτταρικές μνήμες.
Μιά περίπτωση που αποδεικνύει την ιστορική αξία των ελληνικών ονομάτων είναι η εξής: Είναι γνωστό ότι οι Kalash κάτοικοι του Αφγανιστάν ισχυρίζονται ότι κατάγονται από τους στρατιώτες του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οι ελληνικές τους ρίζες μπορούν να βρεθούν στο λεξιλόγιό τους, στα έπιπλά τους, στην ζωγραφική τους, στη μουσική τους ή και στο ρουχισμό τους. Παρ' όλα αυτά, έχουμε παραμελήσει το πιό σημαντικό αποδεικτικό στοιχείο, το όνομά τους (Κάλας) που ως τώρα θεωρούνταν Ινδικό. Αυτό συνέβει διότι δεν έχουμε διαιωνίσει ως τις μέρες μας το αρχαίο Μακεδονικό όνομα. Μπορεί να βρεθεί μόνο στο βιβλίο Ε/44,5/Πολυαίνου Στρατηγήματα: «... Οταν ο Μέμνων επετέθει στους Κυζικηνούς, φόραγε στο κεφάλι του την Μακεδονική περικεφαλαία. Βλέποντάς τον από τα τείχη της πόλεως, οι Κυζικηνοί τον πέρασαν γιά Κάλας, φίλο τους και σύμμαχο ...».
Τό Κάλας είναι ελληνικό όνομα και όχι Ινδικό όπως νομίζαμε. Τα ελληνικά ονόματα συνθέτουν την εικόνα, την ψυχή, την ταυτότητα και την ιστορία του έθνους μας.


*η 'Αννα Τζιροπούλου-Ευσταθίου είναι φιλόλογος και τακτικό μέλος της Ελληνικής Ακαδημίας του Μπιλμπάο
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΛΕΞΕΩΝ"

Τρίτη 19 Μαρτίου 2013

Odd prime values of the Ramanujan tau function


Odd prime values of the Ramanujan tau function

N. Lygeros, O. Rozier
Ramanujan Journal, March 15, 2013


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Odd prime values of the Ramanujan tau function"

Τι έκαναν οι Έλληνες για τον κόσμο

Αυτά που η Ελλάδα έκανε για τον κόσμο ολόκληρο, προσφέροντας βασικά στοιχεία πολιτισμού και ανθρωπισμού. Κι αν το ερώτημα «Τι έκαναν οι Έλληνες για τον κόσμο» σάς φαίνεται… ρητορικό, ελάτε να δούμε μαζί 10 σημαντικά πράγματα που… ταξίδεψαν από τη χώρα μας σε ολόκληρο τον πλανήτη, για να γίνει καλύτερος!




1. Σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες



Οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες έγιναν το 1896 στην Αθήνα. Αν και το ελληνικό κράτος αντιμετώπιζε πολλά οικονομικάπροβλήματα, οι Έλληνες κατάφεραν να οργανώσουν τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες με μεγάλη επιτυχία. Η μικρή τότε Ελλάδα έστειλε στον κόσμο ένα μήνυμα ειρήνης και φιλίας μεταξύ των λαών, ενώ αυτή η πρώτη διοργάνωση έβαλε τα θεμέλια για μια διεθνή αθλητική οργάνωση που έμελλε να γίνει η μεγαλύτερη αθλητική γιορτή του πλανήτη!



2. Σύσταση δικαστηρίων



Η αρχική έννοια σύστασης δικαστηρίου για την απονομή δικαιοσύνης βρίσκεται στην ελληνική μυθολογία και μάλιστα γινόταν από τους ίδιους τους Ολύμπιους Θεούς, από τους οποίους προϊστορικά πέρασε στην Αρχαία Ελλάδα, αρχικά να απονέμεται από τους βασιλείς και αργότερα ανατέθηκε στα δικαστήρια. Στην αρχαία Αθήνα ονομαστά ποινικά δικαστήρια ήταν η Βουλή του Αρείου Πάγου, το Παλλάδιο, το Δελφίνιο και η Ηλιαία.



3. Θέατρο



Κάθε πόλη στην αρχαία Ελλάδα είχε τουλάχιστον ένα θέατρο. Οι πόλεις-κράτη είχαν μεγάλο ανταγωνισμό μεταξύ τους, παρουσιάζοντας πολλές παραστάσεις εν είδει διαγωνισμού, ενώ η σημασία του θεάτρου ήταν τόσο μεγάλη για τους αρχαίους, αφού άφηναν ακόμη και τους κρατούμενους των φυλακών να παρακολουθούν κάποια έργα. Χτισμένα πάνω σε λόφους, έτσι ώστε να μπορούν οι θεατές να βλέπουν με ευκολία τη σκηνή, το Αρχαίο Θέατρον άφησε το στίγμα του στον πολιτισμό ανά τους αιώνες.



4. Δημοκρατία



Η αθηναϊκή δημοκρατία ήταν το πολιτικό σύστημα που αναπτύχθηκε στην αρχαία ελληνική πόλη-κράτος της Αθήνας και ήταν η πρώτη γνωστή δημοκρατία αλλά και η πιο σημαντική κατά την αρχαιότητα. Το δημοκρατικό πολίτευμα της κλασικής Αθήνας αποτελεί ένα ανεπανάληπτο πρότυπο συμμετοχής του λαού στα κοινά, ενώ η δημοκρατική διακυβέρνηση έφτασε σε βαθμό υποδειγματικού δημοκρατικού πολιτεύματος στα χρόνια του Περικλή, στο λεγόμενο «χρυσό αιώνα».



5. Ντους



Οι Έλληνες ήταν οι πρώτοι που είχαν αποχετευτικό σύστημα, ενώ διοχέτευαν τα νερά των υδραγωγείων σε ένα μεγάλο κοινόχρηστο ντους (που χρησιμοποιείτο από πλούσιους και φτωχούς). Οι ανακαλύψεις στην Πέργαμο αποδεικνύουν του λόγου το αληθές, ενώ οι Ρωμαίοι πήραν την ιδέα αυτή από τους Έλληνες και την εξέλιξαν.



6. Ο αναλογικός υπολογιστής



Πάνω από έναν αιώνα πριν ανακαλύφθηκε ένα »περίεργο» εργαλείο από δύτες στο βυθό της θάλασσας των Αντικυθήρων. Ήταν ένας αστρολάβος; Ήταν ένα αστρονομικό ρολόι; Ή κάτι άλλο; Για πολλά χρόνια, η συστηματική εξέταση του αντικειμένου απέτυχε να φωτίσει τη σκοπιμότητα του περίεργου αυτού μηχανήματος. Όμως, η έρευνα τα τελευταία πενήντα χρόνια έχει ρίξει λίγο φως. Ο περίφημος Μηχανισμός των Αντικυθήρων είναι ασχολείτο με τα αστρονομικά φαινόμενα, λειτουργώντας ως ένας περίπλοκος μηχανικός «υπολογιστής» που παρακολουθούσε και κατέγραφε τους κύκλους του ηλιακού συστήματος.



7. Πίτσα



Οι πίτες με διάφορους γευστικούς συνδυασμούς (ελιές, τυρί και χόρτα) ήταν το αγαπημένο σνακ των αρχαίων, ενώ το πρώτο είδος πίτσας ήταν ο επονομαζόμενος «πλακούς», δηλαδή μία βάση από ψωμί πάνω στην οποία τοποθετούσαν διάφορα βότανα και στη συνέχεια την έψηναν σε καυτές πέτρες.



8. Μαθηματικά



Η Ευκλείδεια Γεωμετρία, το Πυθαγόρειο Θεώρημα και η Τριγωνομετρία είναι ελληνικά. Και μπορεί όλα αυτά να έχουν φέρει… ανείπωτη δυστυχία σε αμέτρητες γενιές μαθητών, χωρίς αυτές, όμως, τις ανακαλύψεις δεν θα είχαμε την αρχιτεκτονική, ούτε καν την πλοήγηση βρε αδερφέ(!)… και ούτω καθ’ εξής! Ο κατάλογος είναι σχεδόν ατελείωτος.



9. Ο καταπέλτης



Χάρη σε όλα αυτά τα μαθηματικά που αναφέραμε πιο πάνω, οι αρχαίοι Έλληνες δημιούργησαν έναν καταπέλτη που αύξησε το εύρος και τη δύναμη των πυρομαχικών τους. Πιο συγκεκριμένα, ο πρώτος καταπέλτης κατασκευάστηκε την εποχή των Καρχηδονίων το 399 π.Χ., ενώ το τόξο εμφανίστηκε ακόμη νωρίτερα, στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα.



10. Η ατμομηχανή



Η πρώτη ατμομηχανή κατασκευάστηκε από τον Ήρωνα, περίφημο Έλληνα μαθηματικό, φυσικό και μηχανικό της αρχαιότητας, που έζησε τον 1ο αι. π.Χ. (κατ’ άλλους τον 1ο αι. μ.Χ.) και καταγόταν από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Η «αιολόσφαιρα» όπως ονομαζόταν ήταν μία συσκευή που κινούνταν με τη δύναμη του ατμού, ενώ υπήρξε ο πρόδρομος της εφεύρεσης της ατμομηχανής.



Συμπέρασμα: Πολλά από τα πράγματα που οι «προηγμένοι» λαοί απολαμβάνουν σήμερα ως αναπόσπαστο κομμάτι της ελευθερίας τους ή του σύγχρονου τρόπου ζωής τους προέρχονται από την ανάπτυξή τους κατόπιν της υιοθέτησης προτύπων από τους Έλληνες του παρελθόντος. Είπατε τίποτα;



[Πηγή perierga.gr]



ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Τι έκαναν οι Έλληνες για τον κόσμο"

Σάββατο 16 Μαρτίου 2013

ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ-ΜΕΡΟΣ Α





Η ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΙΝΑΙ ΕΝΗΜΕΡΗ, ΑΛΛΑ ΜΟΥΓΓΗ... ΓΙΑΤΙ;

Οφειλές των Γερμανών προς το ελληνικό Δημόσιο.

Η καταστροφή της ελληνικής οικονομίας επήλθε από τους Γερμανούς.

Οφειλές των Γερμανών προς ανθρώπους-θύματα.

70 χρόνια από μια εκτέλεση Ελλήνων πατριωτών της ΠΕΑΝ. Για «το μεγαλύτερο σαμποτάζ στην κατεχόμενη Ευρώπη» οι Γερμανοί εκτέλεσαν με πέλεκυ μια γυναίκα!..



Στο φύλλο της 27ης Φεβρουαρίου 2013
της εφημερίδος «ΧΡΟΝΟΣ» Κομοτηνής
δημοσιεύθηκε το παραπάνω άρθρο
του Γιώργου Λεκάκη,
μέλους της Εταιρείας Μελέτης Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας (ΕΜΑΕΜ) και της Επιτροπής Ενημερώσεως επί των Εθνικών Θεμάτων.

Το άρθρο αυτό – μαζί με άλλα - μπορείτε να τα διαβάσετε,
να τα αποθηκεύσετε
ή να τα εκτυπώσετε
στην παρακάτω ηλεκτρονική διεύθυνση:


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ-ΜΕΡΟΣ Α"

Τρίτη 12 Μαρτίου 2013

Η ελληνική γλυπτική τον 19ο αιώνα

Η ελληνική γλυπτική κατά τον 19ο αιώνα----

Από τη στιγμή της δημιουργίας του ελεύθερου ελληνικού κράτους, η γλυπτική συνδέεται με την ιστορία και τον πολιτισμό του ελληνικού έθνους σε μια προσπάθεια να συνδεθεί το παρελθόν με το παρόν, η σύγχρονη ζωή με την παράδοση και να δοθεί η έννοια της συνέχειας σε όλες τις εκφάνσεις της πολιτικής και πνευματικής ζωής.
Στα Ιόνια νησιά συναντάμε μια δραστήρια καλλιτεχνική παραγωγή πριν από την Επανάσταση του 1821, λόγω της απουσίας του τουρκικού ζυγού και της επαφής με την Ευρώπη, παράγοντες που έκαναν τους καλλιτέχνες να υιοθετήσουν ένα δυτικότροπο γλυπτικό ιδίωμα. Η επτανησιακή πλαστική που εμφανίζεται γύρω στο 1800, επικεντρώνεται στην Κέρκυρα. Η γλυπτική στο Ιόνιο, είναι επηρεασμένη από τον ιταλικό κλασικισμό, διατηρώντας έναν δημόσιο και προπαγανδιστικό χαρακτήρα. Σημαντική ανάπτυξη παρουσίασε η προσωπογραφία με την οποία ασχολούνται οι πρώτοι γλύπτες στα Επτάνησα, όπως ο Παύλος Προσαλέντης και ο μαθητής του Διονύσιος Βέγιας. Στη τέχνη του Προσαλέντη, η επίδραση του Κανόβα (Antonio Canova) είναι εμφανής και αποτελεί, ουσιαστικά, την πρώτη μορφή έκφρασης του κλασικισμού στην Ελλάδα. Άλλος ένας μαθητής του Κανόβα ήταν και ο Δημήτριος Τριβώλλης-Πιέρρης, ενώ σημαντικός είναι και ο ρόλος του Ιωάννη Βαπτιστή Καλοσγούρου, που είχε μαθητεύσει στη Σχολή του Προσαλέντη αλλά και στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βενετίας, με φανερή την επίδραση του Κανόβα στο έργο του(1).
Το 1847, εισάγεται το μάθημα της γλυπτικής στο Πολυτεχνείο με δάσκαλο τον Κρίστιαν Ζίγκελ (Christian Siegel), ενώ είχε ήδη αρχίσει να διδάσκεται από το 1837 όταν το Πολυτεχνείο λειτουργούσε ως Κυριακάτικον Σχολείον(2). Οι Έλληνες γλύπτες εξοικειώθηκαν γρήγορα με τη τεχνική και τα εκφραστικά μέσα του κλασικισμού. Η σύνδεση της νεοελληνικής τέχνης με την Ακαδημία του Μονάχου, ήρθε ως φυσικό επακόλουθο της κυριαρχίας του κλασικισμού στη βαυαρική πρωτεύουσα και της πρόσληψής του στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις. Η αρχή της τέχνης ως «μίμησης της φύσης», που έχει της βάσεις της στην τέχνη της Αναγέννησης, έβρισκε την περίοδο αυτή στη γλυπτική περισσότερο από ότι στη ζωγραφική την εφαρμογή της. Ο τρισδιάστατος χαρακτήρας της, η ενσωμάτωσή της στον πραγματικό χώρο και η δυνατότητα άμεσης εποπτείας από τον θεατή έδιναν στη γλυπτική το προβάδισμα, περιορίζοντας όμως την ελευθερία της. Πρότυπα των καλλιτεχνών της περιόδου ήταν ο Κανόβα και o Τορβάλτσεν (B. Thorvaldsen)(3). Η τάση εξιδανίκευσης και ωραιοποίησης, που παρατηρείται στα γλυπτά της περιόδου είναι αποτέλεσμα της παραδοσιακής τεχνικής και του φορμαλισμού. Η ανθρώπινη μορφή εξακολουθεί να έχει κυρίαρχη θέση στη θεματογραφία, αλλά χωρίς την κίνηση και το πάθος των έργων του ρομαντισμού και του ρεαλισμού(4).

Στο χώρο της πλαστικής κατά την οθωνική περίοδο, εκτελούνται για πρώτη φορά εργασίες μεγάλης κλίμακας. Στην Ελλάδα πάντα υπήρχαν λιθοξόοι. Οι πρώτοι μαρμαρογλύπτες, που αναφέρονται στην Αθήνα την εποχή εκείνη, ήταν οι αδελφοί Ιάκωβος και Φραγκίσκος Μαλακατές, που ήδη το 1835 είχαν στήσει το πρώτο ερμογλυφείο της πρωτεύουσας, δίνοντας έργα στο πνεύμα του κλασικισμού, επηρεασμένα από τα έργα του Κανόβα. Ανδριαντοποιείο ονόμαζαν το εργαστήριο γλυπτικής οι αδελφοί Φυτάλη από την Τήνο, που είχαν πρότυπο τους τον Κανόβα και τον Τορβάλντσεν(5).
Το 1851, πραγματοποιείται η Παγκόσμια Έκθεση του Λονδίνου όπου στέλνονται δύο ανάγλυφα αντίγραφα παραστάσεων από τη ζωφόρου του Παρθενώνα, σε παρισινό και πεντελικό μάρμαρο, τα οποία εκτελούν ο Λάζαρος και Γεώργιος Φυτάλης. Το 1855, στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού, η Ελλάδα εκπροσωπείται από εννέα γλύπτες με δεκατέσσερα έργα. Στην Παγκόσμια Έκθεση του Λονδίνου το 1862, η παρουσία της ελληνικής γλυπτικής ήταν πλούσια, με τριάντα πέντε γλυπτά, ενώ τα ζωγραφικά έργα ήταν μόλις πέντε πίνακες(6).
Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της γλυπτικής έπαιξαν ο Δημήτριος και Ιωάννης Κόσσος προσδίδοντάς της ιστορικό νόημα, δημόσιο χαρακτήρα και λειτουργική αξία. Ο Δημήτριος, παραμένει προσκολλημένος στις φορμαλιστικές απαιτήσεις του κλασικισμού, ενώ ο Ιωάννης, ξεχωρίζει για την καλλιτεχνική του συνέπεια, τη λιτότητα στο πλάσιμο των μορφών, την τεχνική αρτιότητα και την ανάπτυξη μιας γλυπτικής χωρίς διακοσμητικές υπερβολές(7). Ο τελευταίος εκφραστής του κλασικισμού, και ίσως ο πιο γνήσιος, με επιρροές από την αρχαιότητα και το έργο του Κανόβα, ήταν ο Λεωνίδας Δρόσης, που μαθήτευσε κοντά στον Κρίστιαν Ζίγκελ στην Αθήνα και στον Μαξ Βίντμαν (M. Widmann) στο Μόναχο. Από το εργαστήριό του βγήκαν καλλιτέχνες όπως: ο Γιαννούλης Χαλεπάς, ο Γεώργιος Μπονάνος, ο Λάζαρος Σώχος, ο Γεώργιος Ιακωβίδης κ.α. Είχε την ικανότητα να συνδυάζει το μνημειώδες με το λειτουργικό και να δίνει έργα επιβλητικά στο σύνολό τους, χωρίς να χαλαρώνεται η δύναμη και η ακρίβεια της εκτέλεσής τους στις μικρές γλυφές του μαρμάρου(8).

Μετά τον Όθωνα, βρισκόμαστε σε μια εποχή, όπου η παγιωμένη έως τότε σχέση των Νεοελλήνων με την αρχαιότητα, αρχίζει να διαταράσσεται και γλύπτες, όπως ο Γεώργιος Βιτάλης, ο Γεώργιος Βρούτος, ο Δημήτριος Φιλιππότης και Ιωάννης Βιτσάρης, εισάγουν νεωτερισμούς αντιδρώντας στον κλασικισμό, προτιμώντας τον ρεαλισμό και τα θέματα της καθημερινής ζωής. Ο Γεώργιος Βιτάλης σπούδασε στο Σχολείο των Τεχνών και μετά στο Μόναχο με δάσκαλο τον Μαξ Βίντμαν. Στράφηκε στο ρεαλισμό, εγκαταλείποντας την αδράνεια και τη στατικότητα(9). Στη Ρώμη, στην Ακαδημία του Αγίου Λουκά, μετεκπαιδεύτηκε και ένας άλλος καλλιτέχνης, ο Γεώργιος Βρούτος, με συντηρητικές καταβολές και με κάποιες αναλαμπές ρεαλιστικής έκφρασης. Υπήρξε μαθητής του Ιωάννη Κόσσου και του Γεωργίου Φυτάλη, ενώ το έργο του Κανόβα σαφώς τον επηρέασε. Η πραγματική, όμως, ανανέωση στο χώρο της γλυπτικής γίνεται από τον Τήνιο Δημήτρη Φιλιππότη που σπούδασε σε Αθήνα και Ρώμη. Ο Φιλιππότης, θα στραφεί σε θέματα της καθημερινής ζωής και δεχόμενος τις επιδράσεις του ρομαντισμού και του ρεαλισμού, θα ακολουθήσει μια τεχνοτροπία που αρχίζει να διαφοροποιείται από τον ακαδημαϊσμό, χωρίς ωστόσο να φτάνει στο επίπεδο του Βέλγου γλύπτη Μενιέ (Constantin Emile Meunier). Ήταν ένας ικανός ανατόμος του γυμνού, άριστος στις λεπτομέρειες του αγάλματος, αλλά αδύνατος στις συνθέσεις μεγαλύτερων μνημείων(10). Στο κλίμα της ανανέωσης, κινήθηκε και ο Ιωάννης Βιτσάρης με σπουδές σε Αθήνα και Μόναχο. Μέχρι το τέλος δε φαίνεται να απορρίπτει την εικονογραφική παράδοση του κλασικισμού, αν και οι συνθέσεις του είναι εμφανώς επηρεασμένες από το πνεύμα του ρομαντισμού και του ρεαλισμού.
Μετά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο το 1897, την εξέγερση του 1909, τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913, τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Διχασμό, την εκστρατεία στην Μικρά Ασία και την Έξοδο του 1922, η γλυπτική ανέβαλε το ρόλο του εμψυχωτή και ο γλύπτης περισσότερο από τον ζωγράφο ή τον λογοτέχνη ταυτίστηκε με την εικόνα του καλλιτέχνη-πατριώτη(11).

Η γλυπτική ήταν συντηρητικότερη από τη ζωγραφική σε ότι αφορά τη σχέση της με τα μοντέρνα καλλιτεχνικά κινήματα. Σε μια περίοδο που ο κλασικισμός άρχισε να χάνει έδαφος προς όφελος του ρομαντισμού και η δύναμη του ακαδημαϊσμού είχε μειωθεί, ο συμβολισμός άρχισε να επηρεάζει τη γλυπτική μετά το 1900, όπως φαίνεται και μέσα από το έργο του Θωμά Θωμόπουλου. Ο καλλιτέχνης, όμως, που πραγματικά έκανε πρωτοπορία, ήταν ο Γιαννούλης Χαλεπάς, ένας γλύπτης που άλλοτε έλκεται από το ρομαντισμό και το ρεαλισμό και άλλοτε τον ενδιαφέρει η αφαίρεση.
Προς τα τέλη του 19ου αιώνα, η ανάγκη επαναπροσδιορισμού της ελληνικής τέχνης είναι επιβεβλημένη. Η «φυσιοκρατική σχολή της Μπαρμιζόν» επανεκτιμάται, ενώ πολλοί διακρίνουν στην εμφάνιση του «ιδεαλισμού» το ανανεωτικό στοιχείο της ελληνικής τέχνης. Στο περιοδικό Τέχνη, στις 7 Μαΐου 1899, ο Παύλος Νιρβάνας κάνει λόγο για μια τέχνη υποκειμενική και πνευματική. Στην ελληνική γλυπτική, το μεταβατικό στάδιο από τον 19ο στον 20ό αιώνα εκπροσωπείται από τον Λάζαρο Σώχο και τον Γεώργιο Μπονάνο, που αν και δε γνώρισαν το κλασικιστικό Μόναχο, το ύφος τους παρέμεινε κλασικό. Από τη πρώτη στιγμή η κριτική τους αντιμετώπισε θετικά και τους χαρακτήρισε περήφανα «κλασικούς». Όταν εξέθεσαν το 1908, η Πινακοθήκη έγραφε «…Οι γλύπται μας, με όλην την ανεπάρκειαν ή μάλλον την έλλειψιν υποστηρίξεως, σώζουν ευτυχώς κάποια ιδανικά. Και εδικαιούτο τις να απονείμη τοιαύτην επίδοσιν εν τω τόπω, εν τω οποίω εθαυματούργησεν άλλοτε η γλυπτική, ήτις περιέσωσε την δόξαν του Καλού, πρότυπον παραμείνασα άφθαρτον εις την μετέπειτα εξέλιξιν της τέχνης…»(12).
Ο κλασικισμός έχει πλέον ολοκληρώσει τον κύκλο του. Στην Ευρώπη, η γλυπτική του Ροντέν (Auguste Rodin), ο συμβολισμός και η art nouveau, ασκούσαν επιρροή στους καλλιτέχνες. Το Παρίσι, γίνεται ο νέος πόλος έλξης των καλλιτεχνών, προσελκύοντας το ενδιαφέρον των Ελλήνων δημιουργών. Η αρχαιολατρεία, σταδιακά, έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Χαρακτηριστικά διαβάζουμε στο περιοδικό Ο Καλλιτέχνης: «…Επικρατεί ακόμη εις τους πολλούς εν Ελλάδι η ιδέα των αιθερίων φαντασιών και των μεταφυσικών ονειροπολήσεων και ότι η τέχνη δημιουργεί την απόλυτον σύλληψιν του ωραίου ιδεώδους, το οποίον είναι πρωτότυπον, αμετάβλητον και θείον εις την πραγματικότητα. Εναντίον της χιμαιρικής ταύτης οντότητος, ως λέγει και ο Βερόν εις την αισθητικήν του θα δοκιμάσωμεν να ενεργήσωμεν…Εξετάζοντες εν τούτοις τα κοινώς λεγόμενα ¨Ηθικά αποτελέσματα της τέχνης¨ υποπίπτομεν συχνάκις εις καθαρόν εμπειρισμόν και δια τούτο η νεωτέρα αισθητική περιορίζεται εις το να καταγράψη τα πράγματα και να τα κατατάξη εις την αληθεστέραν τάξιν. Αλλ’ εκ της παρατηρήσεως ταύτης των πραγμάτων απορρέει αξίωμα μεγίστης σπουδαιότητος και τούτο είναι ότι εις παν έργον τέχνης εκτός της υλικής αυτού υποστάσεως κυριαρχεί ο χαρακτήρ και προσωπικότης του καλλιτέχνου…»(13). Η έμφαση στην προσωπικότητα του καλλιτέχνη προϋποθέτει καλλιτεχνική ελευθερία, απαλλαγή από προκαθορισμένα σχήματα και δυνατότητα επιλογής μορφολογικών τύπων και τεχνοτροπίας, κάτι που ο κλασικισμός δε μπορούσε να ικανοποιήσει.

Ο γλύπτης, που θα ασκήσει επιρροή κατά την περίοδο αυτή, και ο οποίος διακρίνεται για τον εκλεκτικισμό, είναι ο Θωμάς Θωμόπουλος. Ο Θωμόπουλος, σπούδασε στο Μόναχο (1898-1900) και επισκέφτηκε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις και από το 1912 έως το θάνατό του ήταν καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών. Οι θετικές κριτικές συνόδευαν το έργο του, αναγνωρίζοντας τη ριζοσπαστικότητά του. Κάνει πολλές εκθέσεις και είναι συνεργάτης της Πινακοθήκης, που με κάθε ευκαιρία παρουσίαζε το έργο του. Από πολύ νωρίς είχε χαρακτηρισθεί ως ο «ρηξικέλευθος και ανήσυχος γλύπτης»(14).
Λίγο πριν τον πόλεμο, η γλυπτική παρουσιάζει μια κάμψη. Οι μεγάλες παραγγελίες, τα μνημειακά έργα και τα δημόσια μνημεία έχουν μειωθεί. Η γλυπτική περνά σε δεύτερη μοίρα, κάτι που επισημαίνει ο Θωμόπουλος το 1908, λέγοντας «…Την γλυπτικήν μας την παραπέταξαν οι…γλύπται μας και οι Έλληνες. Μία τέχνη, η οποία από καταβολής κόσμου εδόξασε την Ελλάδα, την ρίξανε οι σημερινοί Έλληνες στις μάνδρες της Αττικής…Οι γλύπται μας συναγωνίζονται προς τους μαρμαράδες και τανάπαλιν, οι μαρμαράδες τους γλύπτας, ο κόσμος γελάει και πληρώνει, ενώ η δυστυχισμένη Ελληνική αυτή τέχνη μόλις κρατείται στα πόδια της…»(15).
Τα πρώτα έργα του ήταν συνθέσεις στο πνεύμα του συμβολισμού. Η αποτύπωση μιας ιδέας, συναισθημάτων και παθών είναι για τα σύγχρονα ελληνικά δεδομένα μια καινοτομία. «…Αι προσπάθειαι αυταί της θετικής και αυστηράς εκτελέσεως στιγμιαίων συναισθημάτων είναι κάτι πολύ εύελπι δια την νέαν ελληνικήν τέχνην…»(16), σχολίαζαν στα Παναθήναια το 1901. Με τον καιρό, ο Θωμόπουλος προσεγγίζει το ρεαλισμό στα πρότυπα του Ροντέν, αν και δε θα ξεχάσει τις ακαδημαϊκές του καταβολές.
Τη συγκεκριμένη περίοδο δεν έχουμε εντυπωσιακά-μνημειώδη έργα, πέρα των ιδιωτικών μνημείων του Α΄ Νεκροταφείου Αθηνών. Η επιστροφή στη μνημειακή γλυπτική θα πραγματοποιηθεί μετά τους Βαλκανικούς πολέμους και τον Α΄ Παγκόσμιο, με τα ηρώα και τις πολεμικές συνθέσεις. Ωστόσο, η ελληνική γλυπτική της περιόδου εκπροσωπείται στις μεγάλες εκθέσεις με έργα μικρών διαστάσεων, κυρίως συμβολικού χαρακτήρα.

Ένας συνομήλικος του Θωμόπουλου που θα ξεχωρίσει, εκείνη την εποχή, είναι ο Πέτρος Ρούμπος, ο οποίος όπως σημειώνεται στο περιοδικό Ο Καλλιτέχνης, είναι «αυτοσπούδακτος», ανατρέποντας την άποψη ότι σπούδασε, στη Σχολή Καλών Τεχνών, γλυπτική(17). Οι επιρροές του Θωμόπουλου στο έργο του Ρούμπου είναι φανερές, καθώς κινείται στο χώρο του συμβολισμού. «…Το ανθρώπινον σώμα ζει υπό τη σμίλην του, πάλλεται, κινείται εις τα κύτταρά του, τας ίνας του, με το κυκλοφορούν αίμα…», αναφέρει Ο Καλλιτέχνης για το έργο του(18). Στις προτομές του είναι περισσότερο ρεαλιστής και η έμφαση στις λεπτομέρειες έχει στόχο την απόδοση του παλμού της κίνησης και της ζωντάνιας στο εικονιζόμενο πρόσωπο. Όπως ο Φρίξος Αριστεύς στη ζωγραφική, έτσι και ο Ρούμπος στη γλυπτική είναι οι εκπρόσωποι της διακοσμητικής τέχνης στον ελληνικό εικαστικό χώρο(19).
Οι σύγχρονες συνθήκες, είχαν επιβάλλει στους Έλληνες καλλιτέχνες να στραφούν στη Δύση, αλλά και να υιοθετήσουν τα πρότυπά της. Έτσι, οι καλλιτέχνες ακολουθούσαν τις δυτικές εξελίξεις στο πεδίο των εικαστικών, με την ελπίδα να γίνει αποδεκτό το έργο τους στο ελληνικό κοινό. Πολλοί, ωστόσο, εξέφρασαν την αντίθεσή τους απέναντι σε μια δουλική προσχώρηση, αν και θα έπρεπε να περάσει καιρός προκειμένου να γίνει κατανοητό, ότι κάτι τέτοιο ήταν απαραίτητο προκειμένου η Ελλάδα να αντιμετωπιστεί ως ισότιμο μέλος μιας ευρύτερης ενότητας, χωρίς αυτό να σημαίνει απώλεια της οντότητάς της.
ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΗΣ ΣΤΕΙΑΚΑΚΗΣΙστορικός της Τέχνης





Βιβλιογραφία


  • Γιοφύλλης, Φώτος. Ιστορία της νεοελληνικής τέχνης (ζωγραφικής, γλυπτικής, χαρακτικής και διακοσμητικής) 1821-1941, τόμος Α΄-Β΄, Αθήνα, Το ελληνικό βιβλίο, 1962.

  • Ευαγγελίδης, Δημήτριος Ε. Η ελληνική τέχνη, επιμέλεια Α. Α. Θεοδώρου, Αθήνα, χ.ε., 1969.

  • Κομίνη-Διαλέτη, Δ. (συντονισμός έκδοσης), Ματθιόπουλος, Ε. (επιστημονική επιμέλεια). Λεξικό Ελλήνων καλλιτεχνών. Ζωγράφοι-Γλύπτες-Χαράκτες, 16ος-20ός αιώνας, τόμοι 1-4, Αθήνα, Εκδοτικός Οίκος «Μέλισσα», 2000.

  • Λαμπράκη-Πλάκα, Μαρίνα. (επιστημονική επιμέλεια–εισαγωγικά κείμενα ενοτήτων). Εθνική Πινακοθήκη 100 χρόνια. Τέσσερις αιώνες ελληνικής ζωγραφικής από τις συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης και του Ιδρύματος Ευριπίδη Κουτλίδη, Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, 2001 (α΄ έκδοση: Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, Δεκέμβριος 1999).

  • Λαμπράκη-Πλάκα, Μαρίνα – Γιαννουδάκη, Τώνια (επιμέλεια). Εθνική Γλυπτοθήκη. Μόνιμη Συλλογή, Αθήνα, Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, 2006.

  • Λυδάκης, Στέλιος. Οι Έλληνες γλύπτες. Η νεοελληνική γλυπτική. Ιστορία–τυπολογία. Λεξικό γλυπτών, τόμος πέμπτος Αθήνα, Εκδοτικός Οίκος «Μέλισσα», 1981.

  • Μυκονιάτης, Ηλίας. Ελληνική τέχνη. Νεοελληνική γλυπτική, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1995.

  • Ξύδης, Αλέξανδρος. Προτάσεις για την ιστορία της νεοελληνικής τέχνης, Α-B-Γ, Αθήνα, Ολκός, 1976.

  • Ο Καλλιτέχνης, έτος Α΄, τχ.2, Μάιος 1910, σ.53-55.

  • Ο Καλλιτέχνης, τχ.4, Ιούλιος 1911, σ.95-102.

  • Παναθήναια, έτος Β΄, 31 Δεκεμβρίου 1901, σ.175.

  • Παπανικολάου, Μιλτιάδης Μ. Ιστορία της τέχνης στην Ελλάδα. Ζωγραφική και γλυπτική του 20ού αιώνα, τόμος 1, Αθήνα Εκδόσεις ΑΔΑΜ, 1999.

  • Παπανικολάου, Μιλτιάδης. Ιστορία της τέχνης στην Ελλάδα. 18ος και 19ος αιώνας, τόμος 2, Αθήνα Εκδόσεις ΑΔΑΜ, 2002.

  • Παυλόπουλος, Δημήτρης. (επιμέλεια). Νεοελληνική τέχνη, τόμος ΝΑ΄, από τη σειρά Η Καθημερινή. Επτά Ημέρες, Αθήνα, Η Καθημερινή, 2002.

  • Πινακοθήκη, έτος Η΄, τχ.87, Μάιος 1908, σ.66-68.

  • Πινακοθήκη, έτος Α΄, τχ.11, Ιανουάριος 1902, σ.251-255.

  • Πινακοθήκη, έτος Η΄, τχ.87, Μάιος 1908, σ.66-68.

  • Προκοπίου, Άγγελος. Νεοελληνική τέχνη, Αθήνα, Μέλισσα, 1936.

  • Προκοπίου, Άγγελος. Ιστορία της τέχνης 1750-1950, τόμος Α΄, Β΄, Γ΄ Αθήνα, Μ. Πεχλιβανίδης, 1967.

  • Σπητέρης, Τώνης. Τρεις αιώνες νεοελληνικής τέχνης 1660-1967, τόμος α΄,β΄,γ, Αθήνα, Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος, 1979.

  • Στεφανίδης, Μάνος Σ. Εισαγωγή στην ελληνική γλυπτική από την αρχαιότητα ως σήμερα, Αθήνα, Εκδόσεις Φιλιππότη, 1984.

  • Χατζηιωσήφ, Χρήστος (επιστημονική επιμέλεια). Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα. Οι απαρχές 1900-1922, τόμος Α΄, μέρος 2ο, Αθήνα, Βιβλιόραμα, 2003.

  • Χρήστου, Χρύσανθος–Κουμβακάλη-Αναστασιάδη, Μυρτώ. Νεοελληνική γλυπτική 1800-1940, Αθήνα, Έκδοση Εμπορικής Τραπέζης της Ελλάδος, 1982.

  • Χριστόπουλος, Γεώργιος–Μπαστιάς, Ιωάννης (διεύθυνση εκδόσεων). Ιστορία του ελληνικού έθνους. Νεώτερος ελληνισμός. Από το 1881 ως το 1913, τόμος ΙΔ΄, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1977.






    Σημειώσεις

    1. Παπανικολάου, Μιλτιάδης. Ιστορία της τέχνης στην Ελλάδα. 18ος και 19ος αιώνας, τόμος 2, Αθήνα Εκδόσεις ΑΔΑΜ, 2002, σ.50-53.

    2. Μυκονιάτης, Ηλίας. Ελληνική τέχνη. Νεοελληνική γλυπτική, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1995.

    3. Παπανικολάου, Μιλτιάδης Μ. Ιστορία της τέχνης στην Ελλάδα. Ζωγραφική και γλυπτική του 20ού αιώνα, τόμος 1, Αθήνα Εκδόσεις ΑΔΑΜ, 1999, σ.18.

    4. Στο ίδιο, σ.72.

    5. Παπανικολάου, Μιλτιάδης. ό.π., τόμος 2, 2002, σ.113-118.

    6. Μυκονιάτης, Ηλίας. ό.π., 1995.

    7. Παπανικολάου, Μιλτιάδης. ό.π., τόμος 2, 2002, σ.118-121.

    8. Προκοπίου, Άγγελος Π. Ιστορία της τέχνης 1750-1950. Νεοκλασικισμός, τόμος Α΄, Αθήνα, Εκδόσεις Μ. Πεχλιβανίδης, 1967, σ.400-409.

    9. Παπανικολάου, Μιλτιάδης. ό.π., τόμος 2, 2002, σ.206-209.

    10. Προκοπίου, Άγγελος Π. ό.π., τόμος Α΄, 1967, σ.410-411.

    11. Μυκονιάτης, Ηλίας. ό.π., 1995.

    12. Πινακοθήκη, έτος Η΄, τχ.87, Μάιος 1908, σ.66-68.

    13. Ο Καλλιτέχνης, έτος Α΄, τχ.2, Μάιος 1910, σ.53-55.

    14. Πινακοθήκη, έτος Α΄, τχ.11, Ιανουάριος 1902, σ.251-255.

    15. Πινακοθήκη, έτος Η΄, τχ.87, Μάιος 1908, σ.66-68.

    16. Παναθήναια, έτος Β΄, 31 Δεκεμβρίου 1901, σ.175.

    17. Ο Καλλιτέχνης, τχ.4, Ιούλιος 1911, σ.95-102.

    18. Στο ίδιο.

    19. Παπανικολάου, Μιλτιάδης. ό.π., τόμος 2, 2002, σ.81.

  • ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η ελληνική γλυπτική τον 19ο αιώνα"

    Δευτέρα 11 Μαρτίου 2013

    Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΤΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ ΣΕ - ΑΤΟΣ


    Η διαμόρφωση των διάφορων Ελληνικών επωνύμων αποτελεί μια σύνθετη ιστορία. Ενώ δεν είναι κοινή και ενιαία , έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί σε κάθε περίπτωση αναδεικνύει τις κοινωνικές και πολιτισμικές συγκυρίες μέσα από τις οποίες αποκρυσταλλώθηκε.
    Σε όλους είναι γνωστά τα Κεφαλλονίτικα επώνυμα με την κατάληξη σε –ατος. Υπάρχει μάλιστα σε πολλούς η εσφαλμένη εντύπωση ότι όλα τα Επώνυμα που προέρχονται από την Κεφαλονιά έχουν αυτή την κατάληξη. Η αλήθεια είναι ότι ένα σημαντικό μέρος τους είναι τέτοιας μορφολογίας , αλλά ίσως ούτε καν τα μισά.
    Σε καταμέτρηση του 1883 ,από τους 23.737 εκλογείς της Κεφαλονιάς, τα 7.391 επώνυμα καταλήγουν σε –ατος. Βέβαια η παραπάνω αναφορά μόνο ως ενδεικτική μπορεί να εκληφθεί.
    Η κατάληξη –άτος είναι λατινογενης. Προέρχεται από την λατινική κατάληξη -atus. Προστιθέμενη σε ένα ρήμα εκφράζει παθητική μετοχή. Μάλιστα στην ονομαστική έχει ως εξής: -atus (αρσενικό) ,ata (θηλυκό) , atum(ουδέτερο) , αναφέρω και τον πληθυντικό -ata(ουδέτερο).
    Προστιθέμενο σε ουσιαστικό ή επίθετο δηλώνει μια παθητική ιδιότητα, κατάσταση , κ.τλ Στον πληθυντικό της ίδιας κατάληξης μπορεί να αποδοθεί και η κατάληξη –ατα , πολλών τοπωνυμιών του νησιού. Πέρα όμως από την ετυμολογική ανάλυση , είναι ακόμη σημαντικότερο να εξεταστεί πως ακριβώς διαμορφώθηκε και επικράτησε αυτή η συνήθεια. Τόσο για να διαλευκάνει λανθασμένες εντυπώσεις πχ ότι τα επώνυμα διαμορφώθηκαν από τα τοπωνύμια ή παρερμηνείες της λατινικής επιρροής με την λατινική καταγωγή, όσο και για να εξαχθούν τα ιστορικά και πολιτισμικά δεδομένα.
    Mέχρι και τον 18ο αιώνα σπανίως συναντάμε τέτοια επώνυμα. Η συχνότητα εμφάνισης τους είναι τέτοια σε μέγεθος που δεν μπορούν να αναζητηθούν σε αυτήν την περίοδο οι ρίζες αυτής της συνήθειας. Η Σ. Ζαπάντη παραθέτει 34 ονόματα “κοντόσταβλων” τού 16ου αιώνα οπού μόνο ένα λήγει σε -άτος ( Παπαδάτος). Στο βιβλίο του Miklosich Mueller, Acta Diplomata Graeca Medii Aevi Collecta,τ.5 , συναντάμε επίσης ελάχιστα κατά το 1262.Γύρω στα μισά του 18ου αιώνα έχουμε την σταδιακά αυξανόμενη χρήση της .
    Μάλιστα το συνήθειο της διαμόρφωσης επωνύμων σε –άτος συμβαίνει παράλληλα με την εμφάνιση ενός ακόμη συνήθειου , για την ακρίβεια αποτελεί μέρος του-την χρήση του διπλού επωνύμου. Η Κεφαλλονίτικη χρήση του διπλού επωνύμου αποτελεί και ένα μοναδικό φαινόμενο στην Ελλάδα.
    Η διαμόρφωση των επωνύμων με την προσθήκη της κατάληξης –άτος , είναι πατρωνυμική. Το παραγόμενο επώνυμο προκύπτει από κύριο όνομα. Ακολουθεί το κυρίως επώνυμο. Για να γίνει πιο κατανοητό , χρειάζεται η αναφορά ενός παραδείγματος : Γεράσιμος Λοβέρδος Λιβιεράτος.
    Το Λοβέρδος είναι το κύριο επώνυμο που καταδεικνύει την οικογένεια που ανήκει το συγκεκριμένο πρόσωπο. Το Λιβιεράτος είναι το δεύτερο επώνυμο που δείχνει τον κλάδο της οικογένειας . Ο κλάδος έχει προκύψει από κάποιον Λιβέρη Λοβέρδο , με την μορφή Λιβέρη + άτος. Η χρήση της λατινικής κατάληξης –atus δώνει αυτή ακριβώς την κατάσταση. Ο κλάδος (η οικογένεια) του Λιβέρη. Αναφορές δημιουργούν την υπόνοια ότι στα πρώτα χρόνια της χρήσης του διπλού επωνύμου το δεύτερο επώνυμο λάμβανε θέση πριν ή μετά το κύριο , ανάλογα με το αν βρισκόταν εν ζωή ο πατριάρχης του νέου αυτού κλάδου.
    Κατά τον 19ο αιώνα έχουμε την διαδεδομένη χρήση του διπλού επωνύμου. Σε όλες τις Ληξιαρχικές πράξεις καθώς και σε νοταριανές πράξεις τα πρόσωπα αναγράφονται με το πλήρες επώνυμο τους. Ο προηγούμενος λατινικός τρόπος γραφής στα δημόσια έγγραφα ήταν της μορφής : Γεράσιμος Λοβέρδος ποτέ Λιβέρη και αποτελούσε αυτούσια μεταφορά στα Ελληνικά της Λατινικής γραφής Gerasimo Loverdo quandom Liveri.Η χρήση του διπλού επωνύμου αρχίζει σταδιακά να εξασθενεί με την ενοποίηση της Κεφαλονιάς στην Ελλάδα.
    Η χρήση του μονού επωνύμου επιβάλλεται έμμεσα τόσο στο εσωτερικό , όσο και στις διάφορες μεταναστεύσεις . Τότε είναι που στις περισσότερες περιπτώσεις το δεύτερο επώνυμο λαμβάνει τη θέση του πρώτου. Οι λόγοι είναι ευνόητοι μιας και οι δεσμοί είναι πιο άμεσοι με το δεύτερο επώνυμο. Η ερμηνεία της Λατινικής επιρροής στην διαμόρφωση τον Κεφαλλονίτικων επωνύμων είναι προφανής. Η Κεφαλονιά υπήρξε Βενετική κτήση για αιώνες. Κατά τον ίδιο τρόπο έχουμε την διαμόρφωση επωνύμων στην Νότια Ελλάδα με λατινογενείς καταλήξεις σε – pulos. Είναι σαφές ότι αυτή δεν μπορεί να υποδηλώνει Λατινική καταγωγή.
    Το ιδιόμορφο αυτό χαρακτηριστικό στα Κεφαλλονίτικα επώνυμα δεν συναντάται σε όλα. Μόνο οι μεγάλες και πολυπληθείς οικογένειες του νησιού το εφάρμοσαν. Σε ελάχιστες περιπτώσεις συναντάμε εξαιρέσεις , όπως στην οικογένεια Μοσχόπουλου , όπου διατηρήθηκε μόνο το αρχικό επώνυμο.
    Οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτού του είδους την μορφοποίηση ήταν κυρίως δύο. Η διάκριση των φυσικών προσώπων στις μεγάλες οικογένειες , όπου οι συνωνυμίες ήταν πολλές και η ανάγκη διατήρησης μιας επίσης ευδιάκριτης γενεαλογικής καταγωγής.
    Ο δεύτερος λόγος είναι και αυτός που αποδίδει μια ιδιαιτερότητα μοναδική. Η χρήση ενός ενδεικτικού παραδείγματος είναι βοηθητική για να γίνει πιο κατανοητό. Τα πρόσωπα :Σπύρος Γεννατάς Θωμάτος και Σπύρος Γεννατάς Μικελάτος αν διατηρούσαν μόνο το πρώτο επώνυμο δεν θα ήταν ευδιάκριτα ,αφού προέρχονται από την ίδια οικογένεια. Με το διπλό επώνυμο επιπλέον, μπορεί να αποφευχθεί και η σύγχυση με τον π.χ Σπύρο Λοβέρδο Μικελάτο. Επίσης ο γενεαλογικός προσδιορισμός είναι σαφής.
    Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε ελάχιστες περιπτώσεις των πολύ μεγάλων οικογενειών του νησιού , υπήρξε και τρίτο επώνυμο. Τότε υπήρχε απώλεια του αρχικού π.χ Αντώνης Λοβέρδος Λιβιεράτος Ραλάτος γινόταν Αντώνης Λιβιεράτος Ραλάτος.
    Ο αυστηρός προσδιορισμός της οικογενειακής καταγωγής στην Κεφαλονιά μαρτυράει και την αξία που είχε η οικογένεια και η ιστορία στον τοπικό πολιτισμικό. Μια ερμηνεία τον αιτιών που ευθύνονται για την διαμόρφωση των Κεφαλλονίτικων επωνύμων με βάση τις κοινωνικές συνθήκες θα ήταν εν μέρει ρεαλιστική. Τόσο το φεουδαρχικό σύστημα , όσο και ο Βενετικός αποικισμός εξυπηρετούνταν από αυτήν την ευδιακρισία. Οι κοινωνικές τάξεις , η κληρονομικότητα , η εγγραφή στα μητρώα των υπόχρεων οικογενειών κ.α απλοποιούνταν.
    Όμως αυτή δεν αρκεί , αφού αδυνατεί να εξηγήσει γιατί ένα τέτοιο φαινόμενο δεν συνέβει και στις γειτονικές Βενετικές κτήσεις (π.χ Κέρκυρα). Επίσης υποτιμάει το γεγονός ότι ο γεωγραφικός χάρτης της Κεφαλονιάς είναι κορεσμένος με οικισμούς που γεννήθηκαν και αναπτύχθηκαν στην βάση της οικογένειας. Τα τοπωνύμια επιβεβαιώνουν αυτό ακριβώς (π.χ Καλάτα –οικογένεια Καλού , Τυπαλδάτα –οικογένεια Τυπάλδοι,κτλ) .Ακόμη και στους οικισμούς όπου υπήρχε η συνύπαρξη περισσότερων οικογενειών , η κάθε οικογένεια διατηρούσε την συνοχή της και την αυτονομία της .
    Ο συνοικισμός της ήταν τοπογραφικά διακριτός , οικογενειακοί κτητορικοί ναοί χτίζονταν και η τέλεση των Μυστήρια συνέβαινε αποκλειστικά σε αυτούς, με εφημέριους προερχόμενους από την οικογένεια , κτλ .Ένα επίσης στοιχείο που αποδυναμώνει την αιτιολόγηση του με βάση τις κοινωνικές συνθήκες αποτελεί το γεγονός ότι στην Κεφαλονιά οι επιταγές την μητροπολιτικής Βενετίας ήταν επί της ουσίας ανεκπλήρωτες. Ο Βενετικός τρόπος διοίκησης , κοινωνικής διαμόρφωσης και ιεραρχίας ήταν υποτυπώδης και σκόνταφτε πάντα πάνω στο Κεφαλλονίτικο φιλελευθερισμό. Ενδεικτική είναι η αδυναμία επιβολής του Καθολικισμού ή η αδυναμία διαμόρφωσης της ευγενικής τάξης στα πρότυπα της Βενετικής.
    Πέρα όμως από τις πιθανές ερμηνείες των λόγων που οδήγησαν στην μορφοποίηση των επωνύμων σε –άτος και πέρα του ότι δεν εκφράζουν την πλειοψηφία των Κεφαλλονίτικων επωνύμων ,αυτό καθ ‘αυτό το γεγονός της ύπαρξής τους είναι σημαντικό.
    Η επωνυμιακή κατάληξη σε –άτος δηλώνει ξεκάθαρα Κεφαλλονίτικη καταγωγή. Συνιστά ένα επιπλέον-έστω και υποτυπώδες- στοιχείο της έμφυτης αυτοάμυνας ενός τοπικού πολιτισμού. Η επινόηση και η ιστορική διαμόρφωση του , λειτούργησε προνοητικά.
    Σε μια εποχή όπου η τοπική κουλτούρα , τα ήθη και έθιμα , η ίδια η ιστορία θυσιάζονται στο βωμό της εξομοίωσης του νεοελληνικού τρόπου ζωής , τα Κεφαλλονίτικα επώνυμα σε –άτος λειτουργούν ως φορέας της μαρτυρίας του τόπου προέλευσης.



    Πηγή άρθρου: gennataroots.blogspot.gr
    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΟΝΙΤΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ ΣΕ - ΑΤΟΣ"

    Υπογραφές για τον ελληνικό ζεόλιθο


    Με αυτές τις υπογραφές του ελληνικού λαού θέλουμε να αναδείξουμε την αναγκαιότητα του ελληνικού ζεολίθου για να παρθεί επιτέλους η πολιτική απόφαση της εξόρυξής του στη Θράκη μας, όπου υπάρχει σε αφθονία, διότι αποτελεί για την πατρίδα μας ένα στρατηγικό στόχο που δίνει οικονομικές προοπτικές, ενώ παράλληλα σέβεται απολύτως τους ανθρώπους και το περιβάλλον. Η αξιοποίησή του ελληνικού ζεολίθου θα έχει εφαρμογές στους τομείς της γεωργίας, της κτηνοτροφίας, του περιβάλλοντος, της βιομηχανίας και της φαρμακευτικής. Ήρθε, λοιπόν, η ώρα να βοηθήσει και αυτός, όπως η ΑΟΖ, την ελληνική οικονομία.
    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Υπογραφές για τον ελληνικό ζεόλιθο"
    Related Posts with Thumbnails