Η Τουρκία απέναντι στην προοπτική της κουρδικής ανεξαρτησίας-------
Μετά από τη στενή συνεργασία μεταξύ Τουρκίας και Κούρδων του Ιράκ στον οικονομικό τομέα –κυρίως όσον αφορά στα ενεργειακά- αλλά και των τάσεων προσέγγισής τους μετά και την επίσκεψη του Κούρδου ηγέτη Μπαρζανί στο Ντιγιάρμπακιρ συνοδεία του Τούρκου πρωθυπουργού, οι δηλώσεις του Huseyin Celik, εκπροσώπου τύπου του κυβερνώντος κόμματος στους βρετανικούς Financial Times που υπονοούσαν την αποδοχή της ανεξαρτησίας του κουρδικού τομέα του Ιράκ προκάλεσαν αίσθηση.
---Με την συνεργασία του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων---
Άρθρο του Σπανού Ι. Κωνσταντίνου---------
Στις παρακάτω γραμμές προσπαθούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα για ποιό λόγο η Τουρκία υιοθετεί φιλοκουρδική ρητορική και προβάλλουμε τέσσερις λόγους που - ελπίζουμε ότι - την αιτιολογούν. Οι τουρκοκουρδικές σχέσεις χαρακτηρίζονται από διακυμάνσεις σε ένα φάσμα με άκρα την βιαιότητα και τις προσπάθειες ειρήνευσης του κατά καιρούς εξεγειρόμενου κουρδικού λαού στα εδάφη της Τουρκίας και παράλληλα την αμοιβαία επωφελή - οικονομικά τουλάχιστον – συνεργασία. Σε αυτό το πλαίσιο η νεότερη εξέλιξη που προκαλεί ενδιαφέρον είναι οι δηλώσεις από Τούρκους επισήμους περί αποδοχής της ενδεχόμενης ανεξαρτησίας των κουρδικών περιοχών του Ιράκ. Πρόκειται για σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με το παρελθόν όταν οι τουρκικές αρχές απειλούσαν με εισβολή στο Ιράκ σε περίπτωση που οι Κούρδοι ανεξαρτητοποιηθούν.
Από τα ανωτέρω προκύπτει το ερώτημα ποια είναι τα αίτια αυτής της εντυπωσιακής προσέγγισης – σε επίπεδο δηλώσεων τουλάχιστον - μεταξύ Τουρκίας και ιρακινού Κουρδιστάν. Υποστηρίζουμε ότι πρόκειται για μια στρατηγική με βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες στοχεύσεις. Ξεκινώντας με τους βραχυπρόθεσμους τουρκικούς στόχους διαπιστώνουμε κατά αρχάς ότι οι δηλώσεις αυτές γίνονται σε προεκλογική περίοδο και με ψηφοθηρικές προθέσεις. Τον Αύγουστο ο τουρκικός λαός θα ψηφίσει για πρώτη φορά τον Πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας, ένα αξίωμα το οποίο ο νυν Πρωθυπουργός προσπάθησε ανεπιτυχώς επί του παρόντος να επενδύσει με πρόσθετες και περισσότερο αποφασιστικές συνταγματικές εξουσίες. Ως εκ τούτου ο πρόεδρος του ΑΚΡ έχει ανάγκη από ειρήνη η οποία αφενός θα του επιτρέψει να προσεταιρισθεί τις ψήφους των Κούρδων που πληθυσμιακά αντιστοιχούν στο 22% των Τούρκων πολιτών αλλά και θα συγκρατήσει το στρατό στα στρατόπεδα ούτως ώστε αφενός να συνεχιστεί ο διακανονισμός που έχει ξεκινήσει από πλεονεκτική θέση ο Ερντογάν με τους κεμαλικούς ενόψει της έκδοσης των δικαστικών ετυμηγοριών επί των ποινικών διώξεων ανώτατων αξιωματικών που εμπλέκονται στην υπόθεση «Βαριοπούλα» και αφετέρου να αποφευχθούν σοκαριστικά τηλεοπτικά πλάνα της επιστροφή νεκρών στρατιωτών εντός φέρετρων.
Δεύτερον, η Τουρκία βρίσκεται στην ευτυχή θέση της οικονομικής ανάπτυξης. Η οικονομική αυτή ανάπτυξη της βέβαια δημιουργεί αυξημένες ενεργειακές ανάγκες. Προς το παρόν η Τουρκία προμηθεύεται φυσικό αέριο και πετρέλαιο κυρίως από τη Ρωσία και το Ιράν. Αναμφίβολα η ενεργειακή της εξάρτηση από αυτές τις χώρες της δημιουργεί διπλωματικές περιπλοκές. Σε μια τέτοια κατάσταση η προσφορά πετρελαίου από τους Κούρδους δε θα μπορούσε να αγνοηθεί. Από το διεθνή τύπο φαίνεται ότι η τουρκική πλευρά έχει περισσότερο προσοδοφόρο και παραγωγική συνεργασία με τους Κούρδους του Ιράκ παρά με την σηιτοκρατούμενη κυβέρνηση της Βαγδάτης. Τρίτον, η οργάνωση ISIS τις συνιστώσες οργανώσεις της οποίας η Τουρκία επένδυσε και διευκόλυνε τη δράση τους πιστεύοντας ότι μπορούσε να κατευθύνει, έχει πλέον καταστεί ανεξέλεγκτη. Για την ακρίβεια πλέον όχι μόνο φαίνεται ότι η οργάνωση έχει αποτύχει να επιφέρει την ανατροπή του Σύριου προέδρου Ασσάντ αλλά απειλεί ευθέως την Τουρκία με πιο πρόσφατο και περιβόητο περιστατικό την απαγωγή δεκάδων Τούρκων από τη Μοσούλη συμπεριλαμβανομένων διπλωματικού προσωπικού και ανδρών της ασφάλειάς τους.
Η δυναμική αντίδραση στους αντάρτες της ISIS που επέδειξε το κουρδικό κομμάτι του Ιράκ, σε πλήρη αντίθεση με την υπόλοιπη χώρα μέχρι τα προάστια της Βαγδάτης, είναι πιθανόν να έχει εκτιμηθεί από την τουρκική κυβέρνηση. Τέταρτον, και υπό πιο μακροπρόθεσμη οπτική, ακόμα και αν πράγματι οι Κούρδοι κατοχύρωναν και de jure την ανεξαρτησία τους, θα ήταν ένα αδύναμο κράτος και σίγουρα όχι απειλητικό για την Τουρκία. Ένα Κουρδιστάν που θα περιοριζόταν στα εδάφη του Ιράκ, θα είχε πληθυσμό 5 εκ. κατοίκους, θα περικλειόταν από εχθρικώς διακείμενα απέναντί του κράτη και θα εξαρτιόταν σε συντριπτικό βαθμό από τις εξαγωγές των ενεργειακών του πόρων προς την Τουρκία ή μέσω της Τουρκίας. Ταυτόχρονα όμως θα ήταν και πολύ ισχυρό για τις λοιπές κουρδικές μειονότητες στις γειτονικές αραβικές χώρες έχοντας τη δυνατότητα να υποδείξει το ρυθμό των εξελίξεων και ως εκ τούτου να λειτουργήσει εμμέσως ως μοχλός πίεσης της Τουρκίας.
Επίσης, δε θα πρέπει να λανθάνει της προσοχής μας οι τεταμένενες σχέσεις μεταξύ των ηγετών των Κούρδων του Ιράκ και του ΡΚΚ. Μία ενίσχυση της δύναμης του Μπραζανί θα είχε επιπτώσεις μεταξύ άλλων και στην ισχύ της αντάρτικης οργάνωσης. Ασφαλώς τέτοιοι διπλωματικοί χειρισμοί απαιτούν επιδεξιότητα που δεν έχει επιδείξει επί του παρόντος η τουρκική εξωτερική πολιτική των τελευταίων χρόνων, παρόλα αυτά είναι ένα ενδεχόμενο που θα μπορούσαμε να φανταστούμε. Πέμπτον, ένας άλλος εξωτερικός παράγοντας που προσπαθεί να προσεταιρισθεί τους Κούρδους είναι το κράτος του Ισραήλ. Η ισραηλινοκουρδική συνεργασία είναι πολυετής και πολυεπίπεδη συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής πληροφοριών. Μια κουρδική ανεξαρτησία που θα εξασφαλιζόταν με την υποστήριξη του Ισραήλ, έναντι της θέλησης της Τουρκίας θα ήταν πλήγμα για την αξιοπιστία της και θα εξακόντιζε την ισραηλινή επιρροή πραγματικά προ των πυλών της, κάτι που δεδομένης της έντασης μεταξύ των κρατών είναι το λιγότερο ανεπιθύμητη για τους Τούρκους επιτελείς.
Και αυτό γιατί η Ιερουσαλήμ έχει αποδείξει ότι είναι πρόθυμη να αναπτύξει στρατηγικούς δεσμούς με όποιο κράτος έχει αντίστοιχη διάθεση με προεξάρχοντα τομέα αυτόν της ασφάλειας και σίγουρα αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στα κράτη της περιοχής της Μέσης Ανατολής και ειδικά όταν δεν είναι μουσουλμανικά. Επίσης, η δυνατότητα του Ισραήλ να συνδράμει τους εταίρους του με την όποια επιρροή του μέσω του εβραϊκού λόμπι στα αμερικανικά κέντρα λήψης αποφάσεων είναι κάτι επίσης απευκταίο για την Τουρκία για ένα τόσο σημαντικό θέμα όπως είναι το κουρδικό. Τέλος, θα μπορούσε να συμπυκνώσουμε την τελευταία μας παρατήρηση με μία αμερικανική φράση «talk is cheap». Πρόκειται για δοκιμασμένη και συχνή τακτική να διατυπώνονται ρητορικά προθέσεις που ενώ δεν δεσμεύουν αυτόν που τις εκφέρει μπορεί να προκαλέσει ένα κλίμα που να είναι θετικό για τα συμφέροντά του, και εν προκειμένω συμφέρον της Τουρκίας είναι να συνεχιστεί η ανακωχή του κουρδικού μετώπου.
Άλλωστε ο κύριος εξωτερικός δρων στην περιοχή οι ΗΠΑ έχουν ταχθεί αναφανδόν υπέρ της συνοχής του ιρακινού κράτους επιρρίποντας την ευθύνη για την κατάρρευση του κρατικού μηχανισμού μπροστά στην επίθεση της ISIS στις ενδοφρατριακές αντιπαραθέσεις μεταξύ σηιτών και σουνιτών και πιο συγκεκριμένα στις πολιτικές επιλογές σηίτη πρωθυπουργού που αποξένωσαν την σουνιτική πλευρά και οι προσπάθειές τους είναι στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτή της ανεξαρτητοποίησης περιοχών του Ιράκ. Θεωρούμε ότι η ύπαρξη ενός ανεξάρτητου ιρακινού Κουρδιστάν μπορεί να είναι πολιτικά ανεκτή από μία κυβέρνηση λιγότερη «κεμαλική» όπως αυτή του ΑΚΡ δεδομένου ότι δεν έρχεται σε άμεση αντίθεση με τον ιδεολογικό της πυρήνα. Κάτι τέτοιο δεν θα ίσχυε για μια παραδοσιακή κεμαλική κυβέρνηση. Ο στρατός, θεματοφύλακας του κοσμικού χαρακτήρα της τουρκικής κοινωνίας, θα εκλάμβανε μία ανεξάρτητη κουρδική πολιτική οντότητα ως για δύο κυρίως λόγους.
Πρώτον, ένα πρώτο κρατικό μόρφωμα μπορεί να προκαλούσε τους Κούρδους της Τουρκίας να δημιουργήσουν ένα αντίστοιχο κράτος αυτή τη φορά στην επικράτεια της Τουρκίας. Και δεύτερον, μία ασφαλής βάση στα μετόπισθεν θα ήταν πηγή συνεχούς ενίσχυσης του αντάρτικου εντός της Τουρκίας καθιστώντας της τουρκική πολεμική μηχανή αναποτελεσματική. Και στις δύο περιπτώσεις η νομιμοποίηση του στρατού στα μάτια της τουρκικής κοινωνίας θα προσβαλόταν.. Οι παραπάνω διαπιστώσεις και προβολές στο μέλλον έχουν βάση υπό κάποιες προϋποθέσεις οι οποίες υφίστανται προς το παρόν αλλά κανείς δεν εγγυάται την σταθερότητά τους. Μεγάλες μεταβολές όσον αφορά την φερέγγυα εξασφάλιση της κουρδικής ανεξαρτησίας από κάποια μεγάλη δύναμη ή η ύπαρξη εναλλακτικών διεξόδων για την προσφορά του πετρελαίου και σημαντικότερο όλων, η αναζωπύρωση του κουρδικού αντάρτικου εντός της επικράτειάς της, αναμφίβολα θα αλλάξει και την αντίληψη της Τουρκίας για τον κατά πόσο ένα ανεξάρτητο ιρακινό Κουρδιστάν συνιστά απειλή.
Η Μέση Ανατολή βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα ρευστή κατάσταση με ταχείες εξελίξεις και όλοι οι δρώντες είναι αναγκασμένοι να προσαρμόζουν τη στάση τους με ανάλογο ρυθμό. Σε αυτό το πλαίσιο και σε μια περιοχή όπου ούτως ή άλλως η σταθερότητα λείπει, οι εντυπωσιακές διαφοροποιήσεις από όσα θεωρούμε ως περισσότερο σταθερά σημεία αναφοράς μάλλον θα είναι η νέα πραγματικότητα.
πηγή