Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2014

Οι βαρβαρότητες του καλλωπισμού


aeΙσοκράτης “Έσο φιλόκαλος και μη καλλωπιστής”, διότι το αληθινά όμορφο είναι το αδιακόσμητο.
Ο δε καλλωπισμός φροντίζει να καλύπτει την έλλειψη. Ειδικά για τους άνδρες οι Έλληνες δεν εκοσμούντο.
Αυτό ήταν ίδιον χαρακτηριστικό των συνηθειών των βαρβάρων, να ενδύονται με πολυτελή ενδύματα, να φορούν κοσμήματα και να χρησιμοποιούν αρώματα.
Οι Έλληνες έκαναν χρήση μόνον ελαίου, το δε μύρον το εθεώρουν διαφθορά.
Δεν τρυπούσαν τα αυτιά τους γιατί το θεωρούσαν ντροπή σε αντίθεση με τους ανατολίτες.
Ο Ξενοφών όταν συνάντησε στην ανατολή έναν Έλληνα μισθοφόρο με σκουλαρίκια είπε“Ούτος και την πατρίδα καταισχύνει και πάσαν την Ελλάδα”.
Το τρύπημα των αυτιών χαρακτήριζε κυρίως τους ανελεύθερους (δούλους). Ακόμη δεν στιγμάτιζαν (δεν έκαναν τατουάζ) στο σώμα τους το οποίο θεωρούσαν ιερό.
Απεχθάνονταν δε μετά βδελυγμίας την περιτομή που ήταν συνήθεια των Σημιτικών λαών.
Η λέξη “σημίτης” είχε για τους Έλληνες την σημασία “σημαδεμένος”.
Ο ευνουχισμός που ήταν γενικευμένος στους Ασιατικούς λαούς, ήταν το χειρότερο πράγμα στους Έλληνες, οι οποίοι ούτε ευνουχίζοντο, ούτε ευνούχιζαν άλλους.
Εσέβοντο τον γόνο, που έπρεπε να μεταβιβάζεται στην επόμενη γενιά.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Οι βαρβαρότητες του καλλωπισμού"

Η ανακάλυψη του πνεύματος

Snell, Bruno (1997), Η ανακάλυψη του πνεύματος, Αθήνα: Μ.Ι.Ε.Τ., σ.
επιμέλεια: Ν. Τσούλια
[Οι αποδελτιώσεις δεν αντικαθιστούν το διάβασμα των βιβλίων, αντίθετα το κεντρίζουν. Προσφέρονται ως πρόταση μελέτης του σχετικού βιβλίου και για διευκόλυνση στη δική σας αποδελτίωση]
Σημείωμα του μεταφραστή:
clip_image001Στη μελέτη του ( ο συγγραφέας ) για τον Αισχύλο προσπάθησε να τεκμηριώσει τη βασική άποψη ότι η τραγωδία παρουσιάζει για πρώτη φορά διλημματικές καταστάσεις όπου ο ήρωας καλείται να πάρει απόφαση εκθέτοντας σε κίνδυνο την ίδια του τη ζωή και την ασφάλεια της κοινότητας. Στο ομηρικό έπος, αντίθετα, ο άνθρωπος, κάθε φορά που έχει να αντιμετωπίσει μια κρίσιμη κατάσταση, οδηγείται στη δράση του από τους θεούς. 7
[Στην εικόνα: Αριστοτέλης και Μ. Αλέξανδρος]
… τη θεϊκή εξάρτηση του ανθρώπου ( έπος ) τη διαδέχεται η αφύπνιση της προσωπικότητάς του ( λυρική ποίηση ) προτού συντελεστεί η πνευματική αυτονόμησή του ( τραγωδία ). 8
Εισαγωγή:
Η ευρωπαϊκή σκέψη αρχίζει με τους αρχαίους Έλληνες, Στην εποχή τους χρονολογείται γενικά η διαμόρφωση ενός μοναδικού τρόπου σκέψης που για τον ευρωπαϊκό κόσμο έχει αναμφισβήτητα δεσμευτικό χαρακτήρα. 9
Για να παρακολουθήσουμε την εξελικτική διαδικασία του πρώιμου ελληνικού πολιτισμού που οδηγεί ανοδικά προς την ευρωπαϊκή σκέψη πρέπει να αντιμετωπίσουμε τη γένεση της σκέψης στον ελληνικό χώρο ως επανάσταση. 9
Η ανακάλυψη του δραστήριου ερευνητικού πνεύματος είναι δική τους προσφορά. Βάση αυτού του πνεύματος αποτελεί μια καινούρια αντίληψη του ανθρώπου για τον ίδιο του τον εαυτό. Αυτή τη διαδικασία, την ανακάλυψη του πνεύματος, θα έχουμε υπόψη μας στην εξέταση της ελληνικής ποίησης και φιλοσοφίας από τον Όμηρο και μετά. Οι σταθμοί της πορείας αυτής είναι το έπος, η λυρική ποίηση, το δράμα, οι προσπάθειες για ορθολογική σύλληψη της φύσης και της ανθρώπινης ύπαρξης. 10
… η ύπαρξη του εαυτού μας οφείλεται ακριβώς στην αυτο – κατανόηση και αυτο – αναγνώριση του ανθρώπου. 11
Μια θεϊκή επιφάνεια προϋποθέτει τη την ύπαρξη του Θεού πριν από την επιφάνειά του και ανεξάρτητα από αυτή. Το πνεύμα, αντίθετα, αποκαλύπτεται αφού προηγουμένως δημιουργηθεί ( ‘πραγματωθεί’ ), πράγμα που σημαίνει: αφού συνδεθεί με το ιστορικό γίγνεσθαι, γιατί το πνεύμα εμφανίζεται μόνο στην Ιστορία, και είναι αδύνατο να γνωρίσουμε τη φύση του έξω από το πλαίσιο της Ιστορίας και της ανθρώπινης ζωής. 11
… οι όροι ‘αυτο –αποκάλυψη’ ή ‘ανακάλυψη του πνεύματος’… Θα μπορούσαμε ίσως να προτιμήσουμε τον πρώτο όρο για να χαρακτηρίσουμε των πρώιμη περίοδο, όπου η γνώση παρουσιάζεται με τη μορφή μυθικής ή ποιητικής ενόρασης… 11
Αντίθετα, υπάρχουν ανακαλύψεις που λησμονούνται – αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι ανακαλύψεις του πνευματικού κόσμου παραμένουν στη μνήμη, μόνο εφόσον απασχολούν το πνεύμα έντονα και ακατάπαυτα. 12
Πάθει μάθος: « η γνώση αποκτάται με πόνο » 12
Υποστηρίζουμε ότι το ‘πνεύμα’ υπήρχε κατά κάποιο τρόπο και στον Όμηρο, αλλά όχι ως ‘πνεύμα’.13
Ένας φυσικός ή ένας φιλόλογος μπορούν να αποκτήσουν καινούργιες γνώσεις στο ήρεμο περιβάλλον του γραφείου τους – οι ανακαλύψεις όμως των Ελλήνων επιδρούν στην ίδια η φύση των ανθρώπων και εμφανίζονται με τη μορφή βιωμάτων. 15
Η ιστορική δομή του πολιτισμού των Ελλήνων αναλύεται αρχικά με βάση τα αποφασιστικά κατορθώματα της μεγάλης ποίησης , με βάση δηλαδή τον Ησίοδο, τη γένεση της λυρικής ποίησης, τη αρχή της τραγωδίας και τη μετάβαση από την τραγωδία στη φιλοσοφία. 17
1. Η Ομηρική αντίληψη για τον άνθρωπο.
Ψυχή είναι στον Όμηρο η δύναμη που κρατά τον άνθρωπο στη ζωή. 27
Για την ψυχική περιοχή χρησιμοποιούνται βασικά οι λέξεις ψυχήθυμός και νόος. 27
Ο θυμός είναι γενικά το όργανο που παρακινεί τον άνθρωπο σε δράση. 31
Αν ο θυμός είναι γενικά η έδρα της χαράς, της ευχαρίστησης, της αγάπης, της συμπόνοιας, της οργής κτλ – με δυο λόγια έδρα όλων των ψυχικών αντιδράσεων – αυτό δε αποκλείει να τοποθετείται καμιά φορά η γνώση στο θυμό. 32
« Τέλειος θεωρείται εκείνος που μόνος του στοχάζεται το καθετί, μα καλός είναι κι εκείνος που ακούει τις φρόνιμες συμβουλές ». ( Ησίοδος, Έργα και Ημέραι 293 κ.ε. ). 34
Ηράκλειτος: « τα σύνορα της ψυχής δεν μπορείς να τα βρεις, όποιο δρόμο κι αν ακολουθήσεις – τόσο βαθύς είναι ο λόγος της ». 37
Η ψυχή ως πρώτο κινούν, όπως τη συνέλαβε ο Αριστοτέλης, ή γενικά η αντίληψη για ένα κέντρο που κατευθύνει το οργανικό σύστημα του ανθρώπου είναι τελείως ξένα για τον Όμηρο. 41
Ο άνθρωπος είναι εκτεθειμένος σε κάθε λογής δυνάμεις που εισχωρούν στο είναι του και τον διαποτίζουν ολόκληρο. 41
Οι ήρωες της Ιλιάδας όμως δεν αισθάνονται πια εκτεθειμένοι σε άλογες δυνάμεις, αλλά έχουν τους ολύμπιους θεούς που αποτελούν ένα καλά ταξινομημένο και έλλογο κόσμο. 42
2. Η πίστη στους ολύμπιους θεούς.
Ο φόβος για τις μυστηριακές δυνάμεις ελέγχει ένα μεγάλο μέρος της παιδικής σκέψης, προτού το παιδί εξοικειωθεί με την τάξη που διέπει το περιβάλλον του. 43
Οι θεοί των Ελλήνων ανήκουν στη φυσική τάξη του κόσμου, γι’ αυτό δεν περιορίζονται σε εθνικά σύνορα ούτε συνδέονται με ορισμένες ομάδες. 45
Σύμφωνα με την κλασική ελληνική αντίληψη και οι ίδιοι οι θεοί υποτάσσονται στην κοσμική τάξη. 49
Στον Όμηρο η παρουσία του θεού δεν κονιορτοποιεί ποτέ τον άνθρωπο – αντίθετα, κάθε φορά που ένας θεός συμμαχεί με κάποιον άνθρωπο, τον εξυψώνει, τον κάνει ελεύθερο, δυνατό, θαρραλέο, ελεύθερο. 53
Η ελληνική θεότητα σε αντίθεση με την εβραϊκή, την ινδική ή τη κινεζική προκαλεί τον άνθρωπο να τη μιμηθεί. Γι’ αυτό οι Έλληνες διέτρεχαν πάντα τον κίνδυνο να γίνουν αυτάρεσκοι και αλαζόνες υπερβαίνοντας τα ανθρώπινα όρια. Αυτή την κενοδοξία, που οι Έλληνες την ονομάζουν ύβρη, κληρονόμησε η ευρωπαϊκή σκέψη παρ’ όλο τον εκχριστιανισμό της, ή ίσως εξαιτίας του εκχριστιανισμού της, σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό από τους Έλληνες. 55
Από το θαυμασμό και την απορία γεννήθηκε η φιλοσοφία. 59
* Και το σπουδαιότερο από όλα είναι ότι η επιστήμη γεννήθηκε στην Ελλάδα από την πίστη ότι ο κόσμος μας είναι έλλογος και πώς μπορεί να αποκαλυφθεί στην ανθρώπινη νόηση. 59 – 60
…είναι χαρακτηριστικό αυτό που λέει ο Αριστοτέλης ( Μετά τα Φυσικά 983 α ) ότι ο θεός δεν στερεί τον άνθρωπο από τη γνώση. 61
Οι ολύμπιοι θεοί πέθαναν εξαιτίας της φιλοσοφίας, αλλά εξακολούθησαν να ζουν στη τέχνη – έμειναν ένα από σπουδαιότερα θέματά της και μετά το θάνατο της αυθόρμητης πίστης. 61
Ωστόσο γνήσια ελληνικό και κλασικός είναι ο αφορισμός του ηλικιωμένου Γκαίτε: « Το ύψιστο που μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος είναι το θάμβος ». 64
3. Ο κόσμος των θεών στον Ησίοδο.
‘Πάντα πλήρη θεών’. Αυτό το αρχαίο ελληνικό ρητό βρίσκει στον Ησίοδο την καλύτερη έκφραση όσο σε κανέναν άλλο ποιητή. 65
Ωστόσο ο Ησίοδος έκανε με τη Θεογονία ένα σημαντικό βήμα από το έπος προς τη φιλοσοφία, το οποίο είχε σοβαρές συνέπειες. 72
Οι θεογονικές θεωρίες είναι πανάρχαιες – πανάρχαιη είναι επίσης και η πεποίθηση ότι κάποιος γνωρίζει κάτι για τη φύση ενός πράγματος, υπό τον όρο ότι είναι σε θέση να καθορίσει την προέλευσή του. 73
4. Η αφύπνιση της προσωπικότητας στην αρχαϊκή λυρική ποίηση.
Όταν παρακμάζει το έπος, προβάλλει η λυρική ποίηση, και όταν αυτή πλησιάζει στο τέλος της, γεννιέται το δράμα. 81
Η γέννηση του ελληνικού έπους βυθίζεται στο σκοτάδι της προϊστορικές εποχής. 81
Ο μύθος, κυρίως ο μύθος που πέρασε από το φίλτρο της επικής ποίησης, παραθέτει πλάι το γήινο γεγονός μια ανάλογη ηρωική ή θεϊκή εικόνα και έτσι προσδίδει στις εφήμερες ανθρώπινες πράξεις νόημα και αξία. 83
Σαπφώ: « ό,τι αγαπά ο καθένας, αυτό είναι και το πιο όμορφο ». 86
Ο άνθρωπος πρέπει να καταλάβει ποιος ρυθμός τον κυβερνά, και η γνώση που αποκτά γι’ αυτό που κρύβεται πίσω από τα φαινόμενα τον βοηθά να αντέξει τις μεταβολές. 96
Την παρηγοριά που προσφέρει η γνώση ότι όλα μεταβάλλονται… 98
Σόλων: « Γερνάω μαθαίνοντας πάντα περισσότερα ». … ο στίχος αυτός συλλαμβάνει για πρώτη φορά τη μάθηση ως πνευματική διαδικασία. 106
Η Ιστορία είναι ένα υφαντό που τα υλικά του είναι η πράξη και η μοίρα. Η μια πλευρά φαίνεται να είναι καμωμένη μόνο από το υφάδι – αν όμως το αντιστρέψεις, τότε βλέπεις και το στημόνι. 114
5. Ο Πινδαρικός « ύμνος στον Δία ».
… διαπιστώνει πως κάθε ομορφιά παραμένει ατελής, αν δεν βρεθεί κάποιος να την υμνήσει. Ο Πίνδαρος επαναλαμβάνει συχνά ότι τα μεγάλα κατορθώματα χρειάζονται έναν αοιδό, για να μην πέσουν στη λησμονά και χαθούν. 122
Όταν οι ουράνιοι θεοί βλέπουν τη γη, η θάλασσα γίνεται ο ουρανός τους και η Δήλος λάμπει πάνω της σαν το πιο λαμπρό αστέρι. 125
Ο Πίνδαρος αντιμετωπίζει τη φύση αντικειμενικά, αλλά από μια πολύ εξειδικευμένη οπτική γωνία: η φύση γίνεται το υλικό μιας μυθικής εικόνας. 125
Όταν ο Πίνδαρος λέει ( Παιάν 7β, 18 ): « τυφλό είναι το πνεύμα του ανθρώπου που ζητά να ερευνήσει τον βαθύ δρόμο της σοφίας χωρίς τη βοήθεια των Μουσών», και ο Ηράκλειτος ( απ. 45 ): « τα σύνορα της ψυχής δεν μπορείς να τα ανακαλύψεις, ακόμα και αν πάρεις όλους τους δρόμους – τόσο βαθύ είναι το νόημά της », και οι δυο τους μιλούν για το ‘βάθος’ του πνευματικού κόσμου, για το δρόμο της έρευνας και της αναζήτησης ( βέβαια ο Πίνδαρος θεωρεί απαραίτητη τη βοήθεια των Μουσών στην αναζήτηση αυτή ) και απαιτούν από αυτόν που θέλει να τους ακολουθήσει πνευματική προσπάθεια. 128 – 129
6. Μύθος και πραγματικότητα στην ελληνική τραγωδία.
Αριστοτέλης ( Ποιητική 9, 2 ): « ο ιστορικός διηγείται αυτό που συνέβη – ο ποιητής, αυτό που θα μπορούσε να συμβεί ». 135
Υποστηρίζει ότι η ποίηση είναι φιλοσοφικότερη από την ιστορία, γιατί αποβλέπει στο καθολικό, ενώ η ιστορία στο μερικό. 135
Η ελληνική τραγωδία κατάγεται από τη λυρική ποίηση, και είναι γνωστό ότι τα πρώιμα χορικά ποιήματα περιείχαν ήδη δραματικά στοιχεία, κι ένα δραματικό γεγονός δραματοποιούνταν με αμεσότητα. 135 – 136
Η τραγωδία ήταν αρχικά όρχηση και χορικό τραγούδι προς τιμήν του Διόνυσου, που εκτελούνταν από τραγουδιστές μεταμφιεσμένους σε ζώα. 137
.. ο χορός παριστάνει πρόσωπα του μύθου, παίζει έναν ‘ρόλο’, γίνεται ηθοποιός. 138
Όταν ο πλούσιος κόσμος των μύθων, που διαμορφώθηκε από ένα πλήθος επικά και λυρικά ποιήματα, πήρε τη θέση του στην τραγωδία, έπρεπε να σπάσει ο δεσμός ανάμεσα στο μύθο και στην πραγματικότητα. 139
Ο μύθος γίνεται ένας αυτόνομος κόσμος που υπάρχει μόνο στο δραματικό έργο. 143
Η τέχνη δεν είναι πραγματικότητα, αλλά διαφοροποιείται από αυτήν. Η τέχνη μιμείται την πραγματικότητα, την παριστάνει, τη ‘δηλώνει’ και γίνεται μια νέα και αυτόνομη πραγματικότητα 144
Η δραματική παράσταση του φόβου και των βασάνων είναι ακόμη εντονότερη από ό,τι στο έπος, γιατί ο άνθρωπος στο δράμα παρουσιάζεται με τα βιώματα της θλίψης το μπρος στα μάτια μας. 146
Στον Ευριπίδη η πραγματικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης ταυτίζεται σε τέτοιο βαθμό με τον πνευματικό κόσμο, ώστε το δράμα αναζητά όλο και περισσότερο τα πνευματικά κίνητρα της δράσης. Ο άνθρωπος τώρα καθορίζεται από τα πάθη και τη γνώση του και από την αντίθεση αυτών των δύο ψυχικών δυνάμεων. 156
Η γνώση και η αυτογνωσία του ανθρώπου γίνονται αντικείμενα στοχασμού, όπως ακριβώς η γνώση της φύσης γίνεται έργο της επιστημονικής έρευνας. 156
Δεν είναι μακριά η εποχή όπου ο προβληματισμός σχετικά με την ανθρώπινη δράση, την οποία έχει η τραγωδία ως θέμα της, τρέπεται σε γνωσιοθεωρητικό πρόβλημα. Ο Σωκράτης απαιτεί να λύσει το πρόβλημα με τη γνώση του αγαθού. 157
7. Ο Αριστοφάνης και η αισθητική.
… η τέχνη παραμερίζεται και αιτία της παρακμής της είναι η φιλοσοφία. 159
Οι ποιητές ήταν δάσκαλοι – ο Ορφέας για τα μυστήρια, ο Μουσαίος για την ιατρική και μαντική, ο Ησίοδος για τη γεωπονική, ο θεϊκός Όμηρος για την αξία της τιμής και της δόξας.. Γι’ αυτόν τον λόγο ακόμη και σήμερα επικαλούνται τον Αριστοφάνη όσοι πιστεύουν ότι θεμελιακός στόχος της τέχνης και γενικά του πολιτισμού είναι η παιδεία. 162
Ο κρίκος που λείπει αντιπροσωπεύει το στοιχείο στο οποίο ο Αριστοφάνης αναγνώρισε την αιτία του θανάτου της τραγωδίας: είναι η σωκρατική « γνώση », ο στοχασμός. 169
Η τραγωδία όμως αντιλαμβάνεται διαφορετικά τις σχέσεις θεού και ανθρώπου από ό,τι το ομηρικό έπος, και αυτή η διαφορά είναι ουσιαστική: ο άνθρωπος αισθάνεται για πρώτη φορά υπεύθυνος φορέας των προσωπικών του αποφάσεων. 169
Ο Ιάσων δεν διαπράττει αδίκημα με τη συμβατική ή νομική έννοια του όρου. Ωστόσο ένα υψηλότερο, φυσικότερο και ανθρωπινότερο δίκαιο είναι με το μέρος της Μήδειας. 171
… ο καταμερισμός των φωτοσκιάσεων… 172
Η Μήδεια αντίθετα είναι ολομόναχη και πρέπει μόνη της να καθορίσει τη μοίρα της. Δεν πρόκειται πια για αξιώσεις και προσταγές κάποιας υπεράνθρωπης δύναμης, οι οποίες βρίσκονται σε αντίθεση μεταξύ τους, αλλά για δυνάμεις της ανθρώπινης ψυχής. 173
Μήδεια: « Γνωρίζω βέβαια το έγκλημα που πρόκειται να διαπράξω, αλλά το πάθος μου είναι ισχυρότερο από τη λογική. Το πάθος όμως είναι η αιτία των πιο μεγάλων συμφορών για τους ανθρώπους ». 173
Μορφές όπως η Μήδεια και η Φαίδρα γίνονται διδακτικά παραδείγματα που φωτίζουν την ανθρώπινη ψυχή. 175
Ο Ευριπίδης ακόμα πιο ριζοσπαστικός από τον Αισχύλο, καθιερώνει την ανθρώπινη ψυχή χώρο εσωτερικών αντιθέσεων. 175
Όλο και περισσότερο οι άνθρωποι αφαιρούσαν από τους θεούς την εξουσία τους πάνω στο φυσικό κόσμο, γιατί ανακάλυψαν τη θεϊκή παρουσία στο ανθρώπινο πνεύμα. 175
Ο Ευριπίδης είναι ο πρώτος που έδειξε τις άλογες δυνάμεις της ανθρώπινης ψυχής. 176
Το έπος οδηγεί στην ιστορία – η θεογονική και κοσμογονική ποίηση συνεχίζεται στην ιωνική κοσμολογία, η οποία αναζητεί την αρχή, την ουσία των πραγμάτων – η λυρική ποίηση εξετάζει το ερώτημα για το νήμα της ζωής. 179
« Γνωρίζουμε το καλό, αλλά δεν το πράττουμε » είπε η Φαίδρα του Ευριπίδη. Αυτή τη γνώση προσπαθεί να εξασφαλίσει ο Σωκράτης και να της προσδώσει δεσμευτική ισχύ. Πιστεύει σοβαρά ότι η σκέψη είναι το μόνο πραγματικό και φυσικό μέσο του ανθρώπου που μπορεί να προσφέρει μια νέα σταθερότητα στην αβεβαιότητα και στην αστάθεια του ατόμου. Όλα αυτά όμως συμβαίνουν στην περιοχή της θεωρίας και της φιλοσοφίας. 179
8. Ανθρώπινη και θεϊκή γνώση.
Ηράκλειτος: « Η ανθρώπινη φύση δεν διαθέτει γνώση, ενώ η θεϊκή διαθέτει » ( 78 D. –K ). 183
Οι στίχοι « τη μάνητα, θεά, τραγούδα μας του ξακουστού Αχιλλέα » ή « τον άντρα, Μούσα, τον πολύτροπο τραγούδα μου », με τους οποίους αρχίζουν τα ομηρικά έπη, προδίδουν ότι ο ποιητής τους δεν διαθέτει γνώση που πηγάζει από τον ίδιο του τον εαυτό και ότι το έργο του δεν οφείλεται στο ατομικό του τάλαντο ή τα προσωπικά του βιώματα, αλλά σε θεϊκή έμπνευση. 183
Η υπεροχή των θεών σε σύγκριση με τον άνθρωπο, που μόνο τη φήμη ακούει, συνίσταται στο γεγονός ότι οι Μούσες παρευρίσκονται παντού, βλέπουν και γνωρίζουν οτιδήποτε συμβαίνει… 184
Οι Μούσες που παρευρίσκονται παντού χαρίζουν στον ποιητή αυτό που σήμερα θα χαρακτηρίζαμε « εσωτερικό βίωμα » – έτσι η ασαφής φήμη μετατρέπεται σε δημιούργημα των Μουσών, δηλαδή σε ποίηση. 184
Αυτό που εμείς σήμερα θα αποδίδαμε στη δύναμη της φαντασίας, στην εσωτερική συγκέντρωση και στην ευαισθησία του ποιητή, ο Όμηρος το ανάγει στην εμπειρία και έτσι δημιουργείται μια απλή και σαφής θεωρία για τη γνώση, η οποία συνοψίζεται στα εξής: α) όσο πλατύτερα απλώνεται η εμπειρία τόσο μεγαλύτερη είναι η γνώση, β) η αυτοψία εξασφαλίζει καλύτερη γνώση από αυτή που προσφέρει η ακοή, γ) οι Μούσες, που παρευρίσκονται παντού, είναι φυσικό να κατέχουν την απόλυτη γνώση, ενώ η γνώση των ανθρώπων είναι περιορισμένη, δ) η μετάδοση των εμπειριών από τις Μούσες στον ποιητή προϋποθέτει ότι ο τελευταίος διαθέτει όργανα με αυξημένη αποδοτικότητα. 184 – 185
Ο Ησίοδος δεν ανήκει ούτε στην τάξη των ομηρικών αοιδών ούτε στην τάξη των βοσκών της πατρίδας του. Ό,τι καινούργιο έχει να πει πηγάζει από την προσπάθεια να γεφυρώσει αυτούς τους δύο κόσμους και, όπως πάντα συμβαίνει, από τη συνένωση διαφορετικών κόσμων προκύπτει ένα νέο μήνυμα. 186
Έτσι η γνώση του καταλαμβάνει μια θέση ανάμεσα στη θεϊκή γνώση των Μουσών και στην ανθρώπινη των ανόητων θνητών. 186
Γύρω στο 500 π.Χ. ο Ξενοφάνης θυμίζει με ένα απόσπασμά του ( 34 D. –K) την επίκληση των Μουσών, στη δεύτερη ραψωδία της Ιλιάδας: « Κανείς άνθρωπος δεν έχει δει δεν πρόκειται ποτέ να γνωρίσει ( = να δει ) την αλήθεια σχετικά με τους θεούς και με τα όσα εκθέτω εδώ – γιατί ακόμη κι αν τύχει κάποιος την απόλυτη αλήθεια, ο ίδιος δεν το γνωρίζει – η απατηλή γνώση συνοδεύει όλα τα πράγματα ». 186
Τη νέα θεωρία για τη γνώση την εκφράζει ο Ξενοφάνης στο απόσπασμα 18: « οι θεοί δεν αποκάλυψαν στον άνθρωπο όλα εξαρχής, αλλά οι θνητοί ερευνώντας ανακαλύπτουν με την πάροδο του χρόνου το καλύτερο ». 187
Όλες αυτές τις τάσεις τις συνενώνει ο Ξενοφάνης σ’ ένα νέο σύνολο. Η σοφία είναι το μεγαλύτερο αγαθό στην ανθρώπινη ζωή. Η γνώση μας είναι από τη φύση της ασαφής, αλλά μπορεί με την έρευνα να αποκτήσει μεγαλύτερη σαφήνεια. 187
Ξενοφάνης: « η απατηλή γνώση συνοδεύει όλα τα πράγματα ». ( απ. 34 ). 188
Αλλά παρόλο που ο Ξενοφάνης είναι ο πρώτος στοχαστής που ανακάλυψε ότι η ανθρώπινη γνώση είναι αποτέλεσμα προσωπικής έρευνας, δεν κατόρθωσε να φτάσει στην καθαρή γνώση που επεδίωξε. 189 – 190
Όσο περισσότερο αναπτύσσεται η πνευματική δραστηριότητα του ανθρώπου, όσο μεγαλύτερη γίνεται η κριτική και ερευνητική του διάθεση, τόσο περισσότερο υποχωρούν τα πρακτικά ενδιαφέροντα μπροστά στα θεωρητικά, και ο άνθρωπος τείνει να ομοιωθεί προς το θεό που πρόσφατα ανακάλυψε, το θεό ο οποίος βλέπει και αναγνωρίζει μένοντας ακίνητος. 190
Ο Εκαταίος αποκλείει τα θαύματα και τοποθετεί στη θέση τους, σε περίπτωση που η γνώση δεν επαρκεί, πιθανές θεωρητικές κατασκευές, ορθολογικές ερμηνείες του μύθου, ή τις αντιλήψεις του για την όμορφη συμμετρική διάταξη της γης, η οποία κατά τη γνώμη του είναι στρογγυλή, πλέει στη θάλασσα και διαιρείται από την Ευρώπη και την Ασία σε δύο ίσα μέρη. 191
Όπως ο Ξενοφάνης, ο Εκαταίος ακόμη πιο συγκεκριμένα πιστεύει ότι η γνώση είναι αποτέλεσμα έρευνας. 191
Ηράκλειτος: « η πολυμάθεια δεν διδάσκει κανέναν να έχει μυαλό » ( απ. 40 ). 191
Ο Ξενοφάνης προσπάθησε να συλλάβει στο πρόσωπο του θεού την ενότητα και την ουσία του κόσμου. 192
Ο Ηράκλειτος απαιτεί την αντικατάσταση της πλατιάς γνώσης από την έντασή της. « Έν το σοφόν επίστασθαι γνώμην οτέη κυβερνά πάντα δια πάντων » ( απ. 41 ). « Η σοφία συνίσταται σε ένα πράγμα, στο να κατανοεί κανείς τη γνωστική δύναμη που κυβερνά όλα τα πράγματα με τη βοήθεια όλων ». 192
Ηράκλειτος: « τα μάτια και τα αυτιά είναι κακοί μάρτυρες για ανθρώπους με βάρβαρη ψυχή ». 192
Ηράκλειτος: « ερεύνησα τον ίδιο μου τον εαυτό ». 193
Ωστόσο ο Ηράκλειτος δεν πιστεύει ότι ο άνθρωπος φτάνει στη γνώση του Λόγου με τη βοήθεια μιας μυστικής επικοινωνίας ούτε υποδεικνύει το δρόμο που οδηγεί στη γνώση αυτή. 193
… ο Αλκμαίων θεωρεί τον πλούτο των εμπειριών που προσφέρουν οι αισθήσεις προϋπόθεση για την προσέγγιση του αόρατου, όχι με ενοραματικό τρόπο αλλά ε βάση μια κοινή μεθοδική διαδικασία. 194
… δέχεται την άποψη του Ξενοφάνη ότι οι θνητοί κατέχουν μόνο φαινομενική γνώση. 195
Ο Παρμενίδης περιγράφει σε μεγαλόπρεπο ποιητικό ύφος: ( απ. 1 ) : « Τα άλογα με τα οποία ταξιδεύω με έφεραν εκεί που επιθυμούσα, αφού με οδήγησαν στο φημισμένο δρόμο της θεάς, ο οποίος φέρνει σε όλες τις πόλεις τον γνωστικό άνθρωπο – σ’ αυτόν τον δρόμο ταξιδεύω ». Το ταξίδι καταλήγει στο φως. 196
Ο Παρμενίδης είναι περήφανος για τη γνώση του, αποδίδει όμως τη φώτισή του στη θεότητα. 196
Η θεότητα ωστόσο δε απαιτεί ως προϋπόθεση της αποκάλυψής της τυφλή εμπιστοσύνη, αλλά προτρέπει τον άνθρωπο με τα ακόλουθα λόγια. Παρμενίδης:
« Μην εμπιστεύεσαι τις αισθήσεις σου, αλλά αποφάσισε με τη βοήθεια της νόησης αυτό που έχω εκθέσει ασκώντας έντονη πολεμική ( εναντίον των παραδοσιακών απόψεων ) και ύστερα από έλεγχο ». 196
Και ο Εμπεδοκλής ξεκινά από τη θεμελιακή σκέψη ότι η γνώση που προσφέρουν οι αισθήσεις είναι ελλιπής ( απ. 2 ). 198
Ο Ξενοφών ( Απομνημονεύματα 1,1, 11 κ.ε ) μας πληροφορεί ότι ο Σωκράτης δεν ασχολήθηκε με ερωτήματα όπως πώς δημιουργήθηκε ο κόσμος ή ποια αναγκαιότητα καθορίζει τα ουράνια φαινόμενα. Αντί να απασχολείται κάποιος με τέτοια θεϊκά ζητήματα πρέπει να στρέψει την προσοχή του στις ανθρώπινες υποθέσεις… 199
Αντίθετα, στην ανθρώπινη σφαίρα, π.χ. στα θέματα ευσέβειας, ομορφιάς, δικαιοσύνης κτλ, μπορεί αυτός που κατέχει τη γνώση να κερδίσει την ύψιστη αρετή. Σήμερα μας ξενίζει το γεγονός ότι ο Σωκράτης κατατάσσει τα προβλήματα των θετικών επιστημών στην περιοχή του θείου, ενώ τα προβλήματα ηθικής πιστεύει ότι ανήκουν στην ανθρώπινη σφαίρα. 199
* Ο Σωκράτης έρχεται λοιπόν σε αντίθεση με την παράδοση που εγκαινιάζει ο Όμηρος, και κατεβάζει, σύμφωνα με τη χαρακτηριστική διατύπωση του Κικέρωνα, τη φιλοσοφία από τον ουρανό στη γη. Απορρίπτει το μυθικό και παραμυθικό στοιχείο, ακριβώς όπως ο σύγχρονός του ο Θουκιδίδης, και προσπαθεί, να κατακτήσει την αλήθεια με ανθρώπινα μέσα. 199
Η διάκριση ανάμεσα σε θεϊκή και ανθρώπινη γνώση στο επίπεδο του αισθητού κόσμου συνέβαλε στο διαχωρισμό του όντος από τα φαινόμενα… Προσπάθειες να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στα δύο είδη γνώσης δημιούργησαν τους τύπους της παραγωγικής και επαγωγικής μεθόδου. Όλα αυτά απέκτησαν νέα μορφή, όταν ο Σωκράτης προσπάθησε με διαλεκτικό τρόπο να φτάσει σε μια συνεννόηση με χαρακτήρα υποχρεωτικό, με μοναδικό μέσο τον ανθρώπινο λόγο και την ανθρώπινη σκέψη. 200
9. Η γέννηση της ιστορικής συνείδησης.
Ιστορίη – έτσι ονομάζει ο Ηρόδοτος το έργο του – σημαίνει έρευνα… 201
Το αίσθημα ότι το παρελθόν είναι ανώτερο από το παρόν επικρατεί ήδη στην Ιλιάδα… 203
Όταν οι άνθρωποι διαθέτουν δύναμη, παραγνωρίζουν τις δυνατότητές τους και εμπιστεύονται τον εαυτό τους υπερβολικά – έτσι καταστρέφονται. 216
Τόσο ο Ηρόδοτος όσο και ο Θουκιδίδης μας διδάσκουν αυτό που οι Έλληνες έμαθαν από τα ερείπια των αρχαίων ακροπόλεων: να είναι μετριόφρονες στην περηφάνια τους και περήφανοι για την μετριοφροσύνη τους. 216
10. Προτροπή για την αρετή.
*Πίνδαρος: « γίνε αυτό που είσαι στηριγμένος στη μάθηση ». 224
Πνεύμα και γνώση είναι αποτελέσματα ανθρώπινης προσπάθειας. 228
Δικαιοσύνη είναι το μερίδιο που ανήκει στον καθένα… 235
Το πνεύμα είναι απαλλαγμένο από επιθυμίες και πάθη, χαρακτηρίζεται για τη διάρκεια και την αμετάβλητη αιωνιότητά του. Όταν λοιπόν ο Ξενοφάνης προτείνει τη ‘σοφία’ ως ύψιστη αρετή, οδηγός του είναι αυτό που θεωρεί μόνιμο. 243
Οι Έλληνες από πολύ νωρίς γνωρίζουν μέσα για να χαλιναγωγούν το ένστικτο με τη βοήθεια της ενδοσκόπησης και της γνώσης. 246
Ο Σωκράτης με τη μαιευτική τέχνη: βοηθά να έρθει στο φως η γνώση που πρέπει να αντλήσει ο άνθρωπος από τον ίδιο τον εαυτό του. 246
Ίδιος είναι και ο στόχος του Σωκράτη: ο άνθρωπος πρέπει να δρα αυτόνομα και συνειδητά, πρέπει να προσπαθεί να ανακαλύψει το αγαθό. 246
Μήδεια ( Ευριπίδης ): « γνωρίζουμε το αγαθό, αλλά δεν προσπαθούμε να το εφαρμόσουμε, γιατί κάτι άλλο μέσα μας είναι ισχυρότερο ». 247
Η γνώση όμως του επιμέρους δικαίου, για να είναι αληθινή γνώση, απαιτεί τη γνώση του απόλυτου αγαθού. 253
… ο άνθρωπος μπορεί να συμμετέχει στο γενικό και αιώνιο με τη γνώση, και πρέπει να συγκεντρώσει όλη τη σοβαρότητα, την εντιμότητα και τη συνέπειά του στην προσπάθεια να μάθει, ακόμη και αν δεν φτάσει στην τέλεια γνώση. 256
11. Παρομοίωση, σύγκριση, μεταφορά, αναλογία. / Ο δρόμος από τη μυθική στη λογική σκέψη.
Το γεγονός ότι ο βράχος, ένα άψυχο αντικείμενο, διαφωτίζει μια ανθρώπινη στάση, τη συμπεριφορά ενός έμψυχου όντος, οφείλεται στο ότι αυτό το άψυχο αντικείμενο αντιμετωπίζεται ανθρωπομορφικά. 267
Ο μύθος, και όχι μόνο ο μύθος των ομηρικών παραδειγμάτων, αποτελεί τη μετάβαση από τις καταπιεστικές αντιλήψεις της πρώιμης μαγικής ερμηνείας του κόσμου στη μεταγενέστερη αβεβαιότητα και προβληματική της εμπειρικής ιστορικής ερμηνείας των φαινομένων. 275
Ο Παρμενίδης διέγνωσε ότι μόνο το μόνιμο μπορεί να γίνει αντικείμενο σκέψης και πραγματικής γνώσης, ενώ για το μεταβλητό υπάρχει μόνο η φαινομενική γνώση. 290
Ο Πλάτων πιστεύει ότι κάθε δράση και πράξη γίνονται με βάση τη ιδέα, η οποία αποτελεί το ύψιστο αντικείμενο της γνώσης. 291
Ωστόσο θεωρείται σκόπιμο να διατηρηθούν οι δύο έννοιες [ μύθος και λόγος ], γιατί χαρακτηρίζουν πετυχημένα δύο ιστορικά στάδια της ανθρώπινης σκέψης. Η μια όμως δε αποκλείει απόλυτα την άλλη – αντίθετα, στη μυθική σκέψη υπάρχει χώρος για τη λογική, και αντίστροφα. Η μετάβαση από το μύθο στο λόγο πραγματοποιείται βαθμιαία και με αργό ρυθμό, ή ορθότερα: η διαδικασία αυτή δε θα φτάσει ποτέ σε έναν πλήρη μετασχηματισμό. 292
Η μυθική σκέψη προϋποθέτει ευαισθησία, ενώ η λογική απαιτεί δραστηριότητα, η οποία εξελίσσεται από τη στιγμή που ο άνθρωπος συνειδητοποιεί την ενεργητικότητα που κλείνει μέσα του και τον ατομικό χαρακτήρα του πνεύματός του. Η λογική σκέψη απαιτεί συνεχή επαγρύπνηση, ενώ η μυθική σκέψη συνορεύει με το όνειρο, στο οποίο εικόνες και σκέψεις ρέουν, χωρίς να ελέγχονται από τη βούληση. 293
Το οριστικό άρθρο, που αποτελεί μια αφετηρία για τη δημιουργία επιστημονικών όρων, αναπτύχθηκε στα ελληνικά βαθμιαία από τη δεικτική αντωνυμία, η οποία έγινε πρώτα ειδικό και έπειτα γενικό άρθρο. 296
Το άρθρο έχει την ιδιότητα να ουσιαστικοποιεί ένα επίθετο ή ένα ρήμα. 297
Από τη στιγμή όμως που καταβάλλεται η προσπάθεια να γίνει κατανοητό το αυτονόητο, το πνεύμα αποκτά τη εκπληκτική ικανότητα να ανακαλύπτει τον εαυτό του. Η ανακάλυψη του πνεύματος δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ανακάλυψη του πνεύματος από τον ίδιο τον εαυτό του. 304
Ο Θαλής διδάσκει ότι αρχή και φύση των πραγμάτων είναι το ‘νερό’. Στο σημείο αυτό ακολουθεί ένα στίχο του Ομήρου, σύμφωνα με τον οποίο ο Ωκεανός είναι πατέρας των θεών ( Ιλιάς, Ξ 201 ). 305 – 306
… γιατί οι θετικές επιστήμες αντιτίθενται στις τελεολογικές αρχές – τις εξαφανίζουν από τη φύση, όπως εξαφανίζου και την ηθική όταν εξετάζουν τον άνθρωπο. 308
Ο σχηματισμός των επιστημονικών εννοιών συνδέεται με τα σπέρματα που περικλείει η γλώσσα. 313
Οι επιστημονικές έννοιες δεν δημιουργούνται από το μηδέν… 313
13. Το σύμβολο του δρόμου.
Ησίοδος στα ‘Έργα’: « ο καλύτερος από όλους είναι εκείνος που ο ίδιος στοχάζεται όλα τα πράγματα » ( στίχος 293 ). 316
Οι Μούσες ως αυτόπτες μάρτυρες με αλάθητη μνήμη ( στον Ησίοδο, είναι κόρες της Μνημοσύνης, της μνήμης ) είναι ‘αληθινές’ με την έννοια ότι ‘δεν ξεχνούν’ τίποτε. 319
Ο Θαλής και ο Αναξίμανδρος αναζήτησαν την ενότητα του κόσμου στη γνώση της αρχής του. 320
Όταν ο Θαλής απομυθοποιεί την άποψη ότι ο Ωκεανός είναι ο πατέρας των θεών και θεωρεί το νερό αρχή όλων των όντων, εγκαινιάζει την επιστημονική σκέψη. 320 – 321
… έτσι και ο Δαρβίνος αναζήτησε την ενότητα των ζώων στην ‘αρχή’ των ειδών: On the origin of Species… ( 1859 ). 321
* Αυτό που καταλαβαίνει ο Παρμενίδης με τον όρο αλήθεια συνενώνει τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις: το ‘πραγματικό’ είναι το ‘ον’ που θέλει να ‘γνωρίσει’. 322
Οι στωικοί έθεσαν ως σκοπό τη συνειδητή αρετή… οι επικούρειοι επεδίωκαν την ηδονή. Οι ακαδημεικοί αμφισβητούσαν την ύπαρξη κάποιου σκοπού εφικτού, που να μπορεί να γίνει αντικείμενο γνώσης, και περιορίστηκαν στην απλή ‘θέαση’ και στο ‘αδέξοδο’: στο σκεπτικισμό και στην απορία. 328
Όταν ο Πρόδικος παρουσίασε την ‘Κακία’ ως σαγηνευτική γυναίκα, και ο Ευριπίδης το ερωτικό πάθος ισχυρότερο από τη γνώση, ήταν εύκολο να θεωρηθεί βασικό ελάττωμα η ηδονή των αισθήσεων και πρωταρχική αρετή η γνώση, και έτσι να ταυτιστεί η ηδονή με το σώμα και η γνώση με το πνεύμα. 328
Ο υπερβολικά σοφός χάνει την εμπιστοσύνη του στη σοφία του, γιατί καταλαβαίνει πόσο ανεπαρκής είναι. 329
Αναγέννηση σημαίνει τη νέα διατύπωση σκέψεων γύρω από μια ξεχασμένη χαμένη παράδοση. 331
14. Η ανακάλυψη του ανθρωπισμού.
Ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, μετά την κατάληψη των Μεγάρων, όταν του ζήτησαν να κάνει έναν κατάλογο των χαμένων αντικειμένων, απάντησε: την παιδεία δεν μου την άρπαξε κανείς από το σπίτι μου. 335
… ο άνθρωπος που συνειδητοποιεί την προσωπική του αδυναμία δεν μπορεί να συμπεριφέρεται στον συνάνθρωπό του σκληρά και δεσποτικά. 337
… ο αφορισμός της Αντιγόνης « δεν είμαι εδώ για να μισώ, αλλά για ν’ αγαπώ ». 337
Μένανδρος: ‘ως χαρίεν εστί άνθρωπος, αν άνθρωπος η’. 340
Έτσι ο Κικέρων γυρίζει πίσω στις αρχές του 4ου αιώνα στην Αθήνα, όταν συνδέει τον ανθρωπισμό με την παιδεία και τη ρητορική ικανότητα. ( humanitas ) 341
Θεωρήθηκε τότε ότι ο ανθρωπισμός του Έρασμου τόνιζε υπερβολικά την επιστήμη και τη μάθηση, ενώ ο ανθρωπισμός του Γκαίτε ήταν υπερβολικά εξαρτημένος από την αισθητική. Έτσι έγινε αισθητή η ανάγκη για έναν καινούριο ανθρωπισμό που να αγκαλιάζει ολόκληρο τον άνθρωπο, δηλαδή όχι μόνο τη σκέψη και τα αισθήματά του αλλά και τη δράση του. 344
Ένας ηθικός ή πολιτικός ανθρωπισμός θα έπρεπε να δείξει την αξία του στην πρακτική δράση… 345
Ο πολιτισμός της Ευρώπης στηρίζεται στο γεγονός ότι οι Έλληνες ανακάλυψαν τις διάφορες μορφές αυτής της τάξης: για τη νόηση είναι η νομοτέλεια, για τις αισθήσεις είναι η ομορφιά, για το δραστήριο πνεύμα η δικαιοσύνη. 347
15. Τέχνη και παιχνίδι στον Καλλίμαχο.
Καλλίμαχος: Το ίδιο είναι και η αγάπη μου: ξέρει να κυνηγά αυτό που φεύγει, αλλά αντιπαρέρχεται βιαστικά ό,τι βρίσκει έτοιμο. 363
* Η κλασική παιδεία έγινε σημαντική τόσο για την εθνική όσο και για την κοινωνική συνείδηση. 370
16. Αρκαδία: η ανακάλυψη ενός πνευματικού τοπίου.
Αυτή η πεζή Αρκαδία ήταν πάντοτε γνωστή και ήταν η πατρίδα του πρώτου ανθρώπου, του Πελασγού. 373
… εμείς εννοούμε τη χώρα των βοσκών, τη χώρα του έρωτα και της ποίησης. Αυτός που την ανακάλυψε είναι ο Βιργίλιος. 373
Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια ενδιάμεση πολιτεία που δεν είναι ούτε μυθική ούτε εμπειρική. 375
Η Αρκαδία είναι ο χώρος της επιχρυσωμένης καθημερινότητας. 383
Ο συνδυασμός και η μείξη μύθου και πραγματικότητας είναι χαρακτηριστικό κάθε αρκαδικής ποίησης. 384
Οι αναφορές του Βιργιλίου σε σύγχρονα γεγονότα επενδύονται από το τρυφερό αίσθημα που διατρέχει ολόκληρη την αρκαδική ποίηση, τον πόθο για ειρήνη και μια πατρίδα. 384
Η αυθορμησία του ψυχικού κόσμου μεταβάλλεται στο ιδιότυπο ρεύμα του ονείρου, στη δίνη της ποιητικής φαντασίας. 393
17. Θεωρία και πράξη.
Στην αρχή της ινδικής φιλοσοφίας προβάλλεται ο προβληματισμός για το αίνιγμα της ζωής και της ψυχής – στη αρχή της ελληνικής γεννιέται το ερώτημα για την ουσία του κόσμου και της φύσης. 402
Στις Ουπανισάδες ( Ινδικό βιβλίο;) διαβάζουμε: « Ο δημιουργός άνοιξε τα παράθυρα του κόσμου προς τα έξω. Γι’ αυτό βλέπουμε προς τα έξω και όχι μέσα μας. Κάθε σοφός, αντίθετα, κοιτάζει τον ίδιο του τον εαυτό, στρέφοντας τα μάτια προς τα μέσα, γιατί επιζητεί την αθανασία ». 403
Έτσι ο Σόλων επεδίωξε για πρώτη φορά να πραγματοποιήσει το ιδεώδες της γνώσης που αντιπροσώπευαν οι ομηρικές Μούσες. 404
Αν υπάρχουν στον ευρωπαϊκό κόσμο θεσμοί που αποσκοπούν στην καλλιέργεια της ανεπηρέαστης και της καθαρής σκέψης, οφείλουν την ύπαρξή τους στην πλατωνική Ακαδημία. 407
Όχι μόνο το μεγαλείο του ανθρώπου, αλλά και καθετί αντικειμενικά σημαντικό στηρίζεται στη γνήσια ένταση ανάμεσα στην πρακτική και στη θεωρητική στάση. 408
* … η ένταση ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη είναι γόνιμη για τη σκέψη. 410
Επίλογος.
Η εξέλιξη των συνδέσμων, των προθέσεων, των επιρρημάτων μαρτυρεί πως εξελίσσεται η συνείδηση για τις λογικές σχέσεις, πως ‘ανακαλύπτεται’ η αιτιότητα. 416 – 417
… κάθε κέρδος εξαγοράζεται με μια απώλεια. 420
« Όπου υπάρχει πολύ φως η σκιά είναι εντονότερη », αυτή τη βασική άποψη ο Γκαίτε τη δίδασκε με νέες παραλλαγές από το 1773. 420
Η συνείδηση της ανακάλυψης νέων πνευματικών περιοχών συνοδεύεται πάντα από κάποια απογοήτευση, γιατί συγχρόνως αποκαλύπτονται και τα νέα όρια του ανθρώπου. 420
Οι τραγικοί, που απέκτησαν νέα συνείδηση της εποχής, ανακάλυψαν τις τύψεις της συνείδησης. 420
… όταν ερμηνεύουμε μια ξένη πνευματική ιδιοτυπία είμαστε προκατειλημμένοι από τη δική μας γλώσσα και επομένως από τη δική μας σκέψη… 423
… οι Έλληνες είναι οι πρώτοι που αναγνώρισαν τη βασική λειτουργία του πνεύματος, δηλαδή ότι μπορεί να είναι πηγή της γνώσης, του αισθήματος και της ατομικής δράσης. 425
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η ανακάλυψη του πνεύματος"

Περί Ελληνικής καταγωγής των αρχαίων Ρωμαίων

BYK3D00ZΓράφει ο αρχιμανδρίτης π. Κύριλλος Κεφαλόπουλος, ιστορικός, D.S.Litt., Διδάκτωρ Αρχαίας Ιστορίας
Ίσως εκ πρώτης όψεως ο τίτλος του παρόντος άρθρου να εκπλήσσει ή να φαίνεται παράδοξος, ωστόσο υπάρχουν σημαντικές και αξιόπιστες αναφορές στην αρχαία Ελληνική και Ρωμαϊκή γραμματεία που στηρίζουν την αρχική θέση.
Κατά παράδοση οι πρώτοι οικιστές της περιοχής περί τον Τίβερι ποταμό και τους γύρω λόφους ήσαν Ελληνικής καταγωγής και μάλιστα Αρκαδικής. Η αρχαία παράδοση αναφέρει ότι πρώτος εγκαταστάθηκε στην περιοχή ο Αρκάδας Εύανδρος, μαζί με άλλους Αρκάδες, περίπου 60 χρόνια πριν τον Τρωϊκό Πόλεμο. Ο εξόριστος βασιλέας Εύανδρος και οι Αρκάδες που τον συνόδευαν εγκαταστάθηκαν στον λόφο που ονόμασαν Παλατίνο ήΠαλλάντιο, εκ της ομωνύμου Αρκαδικής πόλεως. Επί του προκειμένου, ο Παυσανίας γράφει στα «Αρκαδικά» ότι ο Αρκάδας Εύανδρος, που ξεχώριζε μεταξύ των συμπατριωτών του στην σοφία και την πολεμική ανδρεία, εστάλη επικεφαλής Αρκάδων αποικιστών από την Αρκαδική πόλη Παλλάντιο και ίδρυσε την πρώτη πόλη περί τον Τίβερη ποταμό. Οι Ρωμαίοι είχαν επίγνωση της Αρκαδικής προελεύσεως της πρώτης πόλεως πριν την Ρώμη και γι’ αυτό ο αυτοκράτωρ Αντωνίνος ο Πίος («Ευσεβής») ετίμησε τους Αρκάδες Παλλαντιείς με προνόμια (Παυσανίου, «Ελλάδος Περιήγησις», «Αρκαδικά» 43, 1-3).
Εύανδρος
Εύανδρος
Ο Βιργίλιος αναφέρει ότι ο Εύανδρος και οι Αρκάδες οικιστές κατήγοντο από την Αρκαδική Παλλάδα (Βιργιλίου, Αινειάς 8,51). Επίσης ο Οβίδιος αναφέρει ότι όταν ο Εύανδρος έφθασε στην περιοχή, την ηύρε ερημική και αραιοκατοικημένη, όμως η μητέρα του Νικοστράτη προφητικώς είπε πως ο τόπος προοριζόταν να γίνει το κέντρο μιας μεγάλης αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με τονΒιργίλιο (Fasti 5,91) ο Εύανδρος έφερε μαζί του την λατρεία του Αρκαδικού Πανός και την μετέδωσε στους εντοπίους κατοίκους.
Τις ανωτέρω μαρτυρίες επιβεβαιώνει και ενισχύει ο αρχαίος γεωγράφος Στράβων, που αναφέρει ότι η Ρώμη υπήρξε αποικία Αρκάδων ιδρυθείσα από τον Εύανδρο, ο οποίος μάλιστα φιλοξένησε τον ήρωα Ηρακλή όταν ο τελευταίος ταξίδευε δυτικά για να βρει τα βόδια του Γηρυόνη. Ο Στράβων αναφέρει ότι από των ημερών του Ευάνδρου καθιερώθη να προσφέρουν οι Ρωμαίοι θυσίες στον Ηρακλή και να τον τιμούν ως πατρογονικό τους ήρωα. Επίσης, ο Στράβων γράφει ότι οι Ρωμαίοι τιμούν και την μητέρα του Ευάνδρου, Νικοστράτη, την όποία αποκαλούνΚαρμέντη (Στράβωνος, «Γεωγραφικά» 5, 3,3). Ο Πλούταρχος καταγράφει την ύπαρξη βωμού προς τιμήν της Νικοστράτης – Καρμέντης παρά το τείχος της Ρώμης (Πλουτάρχου, «Ρωμύλος»,21).
Ταρκύνιος ο  Πρεσβύτερος
Ταρκύνιος ο Πρεσβύτερος
Αλλά και οι πρώτοι βασιλείς της Ρώμης ήσαν Ελληνικής καταγωγής. Γράφει επί του προκειμένου ο Πλούταρχος ότι Πελασγοί (δηλ. Ελληνοπελασγοί) ήσαν οι πρώτοι κάτοικοι της Ρώμης και ονόμασαν την πόλη από την δύναμη (ρώμη) των όπλων τους (Πλουτάρχου, «Ρωμύλος», 1). Αλλά και ο θεωρούμενος Ετρουσκικής καταγωγής βασιλέας της Ρώμης,Ταρκύνιος ο Πρεσβύτερος (Lucius Tarquinius Priscus) ήταν υιός του εξορίστου Δημαράτου, εκ του ευγενούς γένους τωνΒακχιαδών της Κορίνθου, ο οποίος τον 7ο π.Χ. αιώνα κυνηγημένος από τον τύραννο Κύψελο, εγκαταστάθηκε στην Ετρουρία και έγινε βασιλέας στην Τυρρηνία / Ετρουρία (Στράβωνος, «Γεωγραφικά», 8,6,20, πρβλ. Τίτος Λίβιος, 1,33).
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Ρωμαϊκή βασιλεία του Ταρκυνίου του Πρεσβυτέρου υπήρξε καθοριστική για την διαμόρφωση και μετέπειτα εξέλιξη της αρχαίας πόλεως της Ρώμης. Ο Ταρκύνιος σχεδίασε το μεγάλο Ρωμαϊκό στάδιο (Circus Maximus) και εθεμελίωσε τον ναό του Διός στον Καπιτωλίνο λόφο, σχεδίασε τα τείχη της Ρώμης τα οποία οικοδόμησαν Ετρούσκοι και το πρώτο σύστημα αποχετεύσεως της πόλης. Ακόμη και τα εμβλήματα της Ρωμαϊκής εξουσίας, οι πέλεκεις και οι fasces εισήχθησαν από τον Ταρκύνιο τον Πρεσβύτερο, όπως αναφέρει ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς στην «Ρωμαϊκή Αρχαιολογία» του.
Υπάρχουν επίσης αναφορές στην αρχαία γραμματεία για το γεγονός ότι οι πανάρχαιοι πατρογονικοί ιεροί θεσμοί και έθιμα της Ρώμης ήσαν Ελληνικά. Για παράδειγμα, ο Πλούταρχος αναφέρεται στην πανάρχαια Ρωμαϊκή θρησκευτική εορτή τωνΛουπερκαλίων, που στα Eλληνικά σημαίνει «Λύκια» και αποτελεί ένδειξη της Αρκαδικής προελεύσεως της εορτής, προφανώς εισαχθείσης από τον Εύανδρο (Πλουτάρχου, «Ρωμύλος», 21).
Αλλά και η γλώσσα των Ρωμαίων ήταν Ελληνική. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι οι αρχαίοι Ρωμαίοι αρχικώς ωμιλούσαν Ελληνικά πριν οι Ιταλικές/Λατινικές λέξεις επικρατήσουν στην ομιλία των Ρωμαίων (Πλουτάρχου, «Ρωμύλος», 15). Επίσης ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς στην «Ρωμαϊκή Αρχαιολογία» γράφει ότι η Λατινική γλώσσα έχει πολλές ομοιότητες με την αρχαία Αιολική, της οποίας πιθανώς αποτελεί εξέλιξη.
Καθώς η αρχαία Ρώμη επεξέτεινε την κυριαρχία της στο Λάτιο και την κεντρική Ιταλία, υποτάσσουσα τους γειτονικούς λαούς, ο αρχικός Ρωμαϊκός πληθυσμός ανεμείχθη με Σαββίνους, Ετρούσκους, Τυρρηνούς και σταδιακώς κυριάρχησε το Λατινικό και Ιταλικό στοιχείο. Αξίζει ωστόσο να σημειώσουμε ότι και οι λαοί αυτοί (Ετρούσκοι, Τυρρηνοί) ανήκαν στην ευρύτερη Ελληνοπελασγική ομοφυλία, όπως αναφέρει ο Στράβων στο 5οβιβλίο των «Γεωγραφικών» του.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Περί Ελληνικής καταγωγής των αρχαίων Ρωμαίων"

Διάλεξη του Ν. Λυγερού με θέμα: "Η διαχρονική στρατηγική της εκκλησίας". 29/06/2014

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Διάλεξη του Ν. Λυγερού με θέμα: "Η διαχρονική στρατηγική της εκκλησίας". 29/06/2014 "
Related Posts with Thumbnails