Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ

Τρίτη 17 Απριλίου 2012

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΘΕΤΟΥ ΣΟΥ ΑΠΟ - Α - Ι.

Α
Αβάζος - Από το τουρκ. avaz, κραυγή, βοή.{ΣΗΤΡ}

Αβάνης/Αβάνέας/Αβάνογλου - Από το δημώδ. αβάνης, ο συκοφάντης, μεσαιωνικό αβάνης<αραβ. hawan. Και αβανιά η συκοφαντία, η κακολογία. (Λ.Τ) (ΘΗΣΑΥ)

Αβάσταγος - Από το δημωδ. αβάσταγος, ο ασυγκράτητος, ο ανυπόμονος, μσν. αβάσταγος<ελνστ. ?βάστακτος. Ως επώνυμο, καταγράφεται το 1264, στην Κεφαλονιά. (BZP)(ΛΤ)

Αβδελάς/Αβδελόπουλος - Από το δημώδ. αβδέλλα, η βδέλα, <αρχ. βδέλλα. Αβδελάς πιθανώς ο έμπορος βδελλών, ίσως για θεραπευτικούς λόγους. (Λ.Τ) (ΘΗΣΑΥ)

Αβράμης/Αβραμάκης/Αβραμόπουλος κοκ- Από το χριστ. βαφτ. Αβραάμ, εβρ.Abhraham, ο πατέρας πολλών εθνών. Αρκετά διαδεδομένο βαφτ. εξού και οι πολλές παραλλαγές του. Ως επώνυμο ήδη από τον 13ο αι. ως Αβράμος, ?Αβράμης (Κρητ.), κτλ.(ΛΜ) (BZP)

Αγαπητός/Αγαπήτογλου/Αγαπητάκης/Αγαπητόπουλος κ.α. - Από το βαφτ. Αγαπητός, ήδη από την κλασσική εποχή, και όχι σπάνιο τη βυζαντινή περίοδο φτάνοντας ως τις μέρες μας. Ως επώνυμο συναντάται τον 14ος αιώνα καθώς αναφέρεται κάποιος ιερέας Ιωσήφ Αγαπητός στο Γαλατά της Πόλης, και ένας Αγαπητός το 1321 στο Νεοχώριον Χαλκιδικής κ.α.. (BZP)

Αγιομαυρίτης -Επώνυμο που δηλώνει καταγωγή από την Αγία Μαύρα, η Λευκάδα τον μεσαίωνα.{ΤΠΝΜ}

Αγοραστός - Από το επιθ.αγοραστός «αυτός που αποκτήθηκε με αγορά»<αγοράζω + παραγ.επίθ.-τός. Δηλώνει τα έκθετα παιδιά που υιοθετήθηκαν όπως και τα Βρετός, Πουλημένος, Πούλος.{ANX}

Αγουρίδας -Από το ουσ. αγουρίδα η· αγγουρίδα· αγουρίς, άγουρος καρπός αμπέλου.{ΜΣΚ}

Αγραβάνης - Από το δημώδ. αγραβάνι, ο καρπός της αγραβανιάς, αλλιώς η κουτσουπιά, δύσκολα να ετυμολογηθεί ακριβώς η λέξη. (ΘΗΣΑΥ)

Αδρασκέλας - Από το δημωδ. αδρασκελιά, η δρασκελιά, το βήμα με μεγάλο άνοιγμα των σκεών, το ανοιχτό βήμα. Λογικά αδρασκελάς, αυτός που περπατάει με μεγάλα βήματα-δρασκελιές. Η λέξη από το ελνστ. διασκελίζομαι `κάνω μεγάλο βήμα΄. (ΛΤ) (ΛΔΗΜ)

Αδραχτάς/Αδράχτας- Από το δημωδ. αδράχτι, το κυλινδρικό ξύλο στο οποίο τυλίγεται το νήμα που παράγεται κατά το γνέσιμο του μαλλιού,< μσν. αδράχτι<ελνστ. ?δράκτιον υποκορ. του?δρακτος.Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 15ο αι., αναφέρεται ένας Αδραχτάς Μιχαήλ.(ΛΤ) (BZP)

Αζάπης- Από το αραβοτουρκ. Azap, στρατιώτης ή ναύτης υποχρεωμένος να μένει άγαμος, ο ατίθασος μτφ.{ΣΗΤΡ}

Αζαρίας- Από το βαφτιστικό Αζαρίας, πρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης. Το όνομα, στα εβραικά, σημαίνει «βοηθούμενος από τον Θεό», ενώ στην ελληνική λαϊκή κουλτούρα οι μητέρες έταζαν τα μωρά τους πριν γεννηθούν στον Άγιο Αζαρία, παρετυμολογώντας το όνομα ως «αζάρωτος» για να μη γεννηθεί το μωρό ζαρωμένο.

Αηδόνης- Από το δωμωδ. αηδόνι, ωδικό πτηνό, και μεταφορικά για πρόσωπα, ο καλλίφωνος, μσν. αηδόνι(ν) < ελνστ. ?ηδόνιον υποκορ. του αρχ. ?ηδών.(ΛΤ)

Αϊβαλιώτης- Επώνυμο που δηλώνει καταγωγή από το Αϊβαλί της Μικρασίας, τις αρχαίες Κυδωνίες. Η ονομασία Αϊβαλί, λογικά σχετίζεται με την αρχική ονομασία, καθώς ayva είναι στα τούρκικα το κυδώνι. Η κατάλ. -(ι)ώτης, συνηθέστατη σε πατριδωνυμικά επώνυμα,πρβλ. Βολιώτης, Χαλκιδιώτης, Θασιώτης κτλ, από το αρχ. επίθ. ?ώτης, πρβλ. δεσμώτης, Ηπειρώτης, Σικελιώτης, Παρπαριώτης κτλ. (ΛΤ)


Ακαρέπης- Από το το τουρκικό akrep , ο σκορπιός.


Ακίλας- Από το αραβ/τουρκ. akil, φρόνιμος, συνετός.{ΣΗΤΡ}


Άκουρος- Από το δημώδ. άκουρος, ο ακούρευτος, στερ. ?α και αρχ. κουρά. (ΛΔΗΜ)



Άκρατος- Από το δημώδ. άκρατος, ο ανόθευτος, ο αμιγής και για χαρακτηρισμό ανθρώπου, ο γνήσιος, ο πραγματικός, <αρχ. επίθ. άκρατος. Η λέξη και σήμερα ιδιωματικά. {ΜΣΚ}(ΛΔΗΜ)


Ακρίδας-ν.ε. ακρίδα<αρχ.?κρίς,αιτ. -ίδα{Λ.Τ.}


Αλα?πάντας-Από το διαλεκτ. αλαμπάντα=ανακατωσιά, επανάσταση.< ιταλ.εκφρα. alla banda(λαφυραγωγία).{ΗΠΟΙΚ}


Αλατζάς-Σχετικό με το ν.ε. αλατζάς, βαμβακερό ύφασμα κατώτερης ποιότητας: Φουστάνι από αλατζά. <τουρκ. alaca ?ς{Λ.Τ.}


Αλατερός- Από το δημωδ. επίθ. αλατερός, ο έχων πολύ αλάτι, ο αλμυρός, <μσν. αλατερόν<αρχ. άλας.


Αλαφούζος- Από το ιδιωμ. αλάφι, αντί ελάφι(και αλαφίνα αντί ελαφίνα), και την ιδιωμ.υποκοριστική κατάληξη ?ούζος, πρβλ. Γιαννούζος, Γαβρούζος κτλ.(ΛΔΗΜ)


Αλαβάνος- Σχετικό με το ιδιωμ. αλαμάνος, απάνθρωπος, αιμοβόρος. Ετυμολογικά συνδέεται με το φράγκικο alleman, ο Γερμανός, που πέρασε σε μερικές ελληνικές διαλέκτους ως χαρακτηρισμός, όπως κι άλλα εθνικά ονόματα λόγω στερεοτύπων που επικράτησαν στον λαό, Βούλγαρης, Αρναούτης, Τσιφούτης, Λιτζερίνος κτλ.(ΛΔΗΜ)



Αλεβίζος/Αλεβιζάκης/Αλεβιζόπουλος/Αλεβιζάτος- Από το παλαιότ. βαφτ. Αλεβίζος, ελληνοποίηση του ιταλ. Alviso και αυτό με τη σειρά του ιταλοποίηση του νορβ. Alvis, πρόσωπο της μυθολογίας των Νορβηγών.
Αλετράς- Ο κατασκευαστής αλετριών( αλέτρι, το), <ουσ. άλετρον{ΗΠΓΛ}

Αλευράς- Από το ν.ε. αλευράς, ο αλευροπώλης,παροιμ. «αλευράς και πεινασμένος δε γίνεται». <αρχ. ?λευρον . Ως επώνυμο εμφανίζεται πρώτα, τουλάχιστον, το 1436.(ΛΔΗΜ)

Αλέφαντος- Μητρωνυμικό επώνυμο από το σπάνιο βαφτιστικό Αλεφαντώ(Ελεφαντώ). Πολύ σπάνιο και σήμερα χρησιμοποιείται όμως. Λιγότερο πιθανό είναι το επώνυμο να προέρχεται από το δημωδ. αλεφάντης,οπή επι της στέγης ή η είσοδος οικήματος από την οποία εισέρχεται το φως.Πρβλ. παρόμοια επώνυμα Φεγγίτης, Γκλαβάνης(βλ.επών.) κτλ.Σε διάφορες περιοχές όπως την Κάρπαθο η λέξη ?αλεφαντού? δηλώνει την υφάντρια, και είναι σχετικός με την παραλλαγή του επωνύμου Ανυφαντής/Αλυφαντής. (ΚΡΠΘ)

Αλικάκης(Αλικάκος)- Σχετικό με το τουρκ.alik, το φτιασίδι, η ερυθρότητα(ΕΠΜΑ)

Αλισανδράκης/Αλυσανδράκης- Από την ιταλική παραλλαγή το ονόματος Αλέξανδρος,Alissandro=Alessandro, συν την συνηθέστατη κατάληξη στην Κρήτη, -άκης. Το επώνυμο απαντάται στο Ρέθυμνο, Ρουμελή Μυλοπ. Και Πλάτανος Αμαρ.).(ΚΡΗΤ)

Αλούπης-Από το ιδιωμ. αλουπού, η αλεπού, αρχ. αλώπηξ..Στην κεφαλλ. διάλ. αλούπι , ο ζωηρός, δραστήριος, πανούργος, σχετικό με την αλεπού.{ΓΚΕ}


Αλιτζερίνος/Λιτζερίνος- Από το δημώδες (α)λιτζερίνος, που εκτός από την πρωταρχική του σημασία(Αλγερινός) σήμαινε και τον πειρατή, τον κουρσάρο, φαινόμενο συνηθέστατο ανάμεσα σε ελληνικούς πληθυσμούς της Τουρκοκρατίας, ιδιαίτερα στη Μάνη. Η λέξη είχε και την έννοια του αρπακτικού και κακόπιστου ανθρώπου. (ΛΔΗΜ)



Αλφιέρης- Από το δημώδ. αλφιέρης, ο σημαιοφόρος, φλαμπουροφόρος, την περίοδο της τουρκοκρατίας/βενετοκρατίας, από το ιταλ. lʼalfiere. (ΘΗΣΑΥ)


Αμανατίδης/Αμανετίδης/Αμανετόπουλος- Από το τουρκ. amanet, παρακαταθήκη, σύμφωνα με τον Βογιατζόγλου. Θεωρώ πιθανότερο να σχετίζεται με το (ομόριζο ν.ε. αμανέ<τουρκ. m?n(i)- είδος λαϊκής μουσικής, πρβλ. αμανετζής. (ΕΠΜΑ)



Αμδίτης- Επώνυμο εθνικό που δηλώνει καταγωγή από περιοχή που ονομάζεται Αμδί, συν την κατάλ. ?ίτης. Οικισμό Αμδί δεν βρήκα πουθενά, αμδί πάντως στην διάλεκτο της ανατολικής Θράκης(Σαράντα Εκκλησιών), έλεγαν το αμμούδι, την άμμο.


Αμοιρίδης/Αμυράς- Ίσως να σχετίζεται με την λέξη άμοιρος, ο κακόμοιρος, αλλά θεωρώ ότι το ?οι- προήλθε από λόγιο ορθογραφικό «εξελληνισμό». Είναι πιθανότερη η συσχέτιση του με το μεσν. αμιράς, ο άρχοντας, στρατηγός, που χρησιμοποιήθηκε και ως βαφτιστικό,εξού και η διάδοσή του. Η λέξη χρησιμοποιείται και θωπευτικά ως προσφώνηση , «αμιρά μου»(άρχοντα μου),< <αραβ.?am?r, η λέξη από τον 7ο αι.(μ.Χ) στα ελληνικά. Σαν επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα με μορφές όπως Αμηράλης(128-Σμύρνη),Αμιρούτζης(Τραπεζ.) κτλ (ΜΣΚ)(ΛΤ)(BZP)


Αμπατζής -κατασκευαστής ή πωλητής χοντρών μάλλινων υφασμάτων ή ρούχων.<τουρκ.Abacι{ΜΣΚ}


Αμπράζης- Από το αραβ/τουρκ. ebras, ψωραλέος, αγροίκος.{ΣΗΤΡ}


Αναγνώστης/Αναγνωστόπουλος/Αναγνωστάκης- Από το ν.ε. αναγνώστης ο. 1) Aυτός που διαβάζει 2) Πρόσωπο με κατώτερο εκκλησιαστικό βαθμό <αρχ.ουσ. αναγνώστης.που βοηθεί το διάκονο και τον ιερέα στα έργα τους. Και σαν βαφτιστικό σε ορισμένες περιοχές όπως την Πελοπόννησο, εξού η ευρεία διάδοση του ως επώνυμο, με όλες τις παραλλαγές του. Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, ως Αναγνώστου(Εύβοια), ?Αναγνώστης (Θεσσ/κη){ΣΗΤΡ}(BZP)

Αναλυτής- Από το μεσν./δημώδ. αναλυτής, αυτός που αναλύει λεπτομερώς τα πράγματα, από το αρχ. ρήμα αναλύω. Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, καθώς αναφέρεται κάποιος Αναλυτής στην Κεφαλονιά το 1264, αλλά και το 1331/2 αναφέρεται κάποιος Κωνσταντίνος Αναλυτής, ιερέας-δωρητής της εκκλησίας των Ταξιαρχών στη Δεσφίνα Φωκίδας. (ΛΔΗΜ) (BZP)
Αναματερός- Από το δημώδες αναματερό και αναματηρό, το δοχείο που μπαίνει το ανάμα. Ανάμα λέγεται στην εκκλησιαστική ορολογία το κόκκινο κρασί που χρησιμοποιείται για τη Θεία Ευχαριστία, <μεσν. νάμα με τη σημερινή σημασία< αρχ. ν?μα «τρεχούμενο νερό». (ΛΤ) (ΛΔΗΜ)

Αναστασοβίτης- Επώνυμο εθνικό που δηλώνει καταγωγή από το χωριό Αναστάσοβα της επαρχίας Καλαβρύτων, σήμ. Ανάσταση. Σλαβογενές τοπωνύμιο που δημιουργήθηκε από το βαφτ. Αναστάσιος, ως ανδρωνυμικό. {ΤΠΝΜ}

Αναστασόπουλος/Αναστασάκης κοκ- Από το βαφτ. Αναστάσιος,<αρχ. ανάστασις, έχει μορφές όπως Τάσιος, Τάσος, Σάκης, Τούσιας, Τσιάκος, κτλ.Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, με μορφές όπως, Αναστάς(Τραπεζ.), Αναστάσης(Λήμν.), Αναστασιόπουλος(Θεσσ/κη), Άναστος (Τραπεζ.), κτλ. (ΛΜ) (BZP)

Αναπλιώτης- Επώνυμο που δηλώνει καταγωγή από το Ανάπλι<Ναύπλιο λαικτρ.{ΤΠΝΜ}

Ανδριόπουλος / Ανδρουλάκης /Ανδρικόπουλος/Ανδρίτσος/Ανδρούτσος κοκ- Από το βαφτ. Ανδρέας, και τις καταλ. 1)?ίκος, από την μεσν. υποκορ. κατάλ. ?ίκι(ο)ν, πρβλ. πέρδιξ-περδίκιον κ.α.,2) ?ίτσος, από το μεσν. υποκορ. επίθ. ?ίτζι(ν),-ίτσι(ν), εξέλιξη του παλαιότερου ?ίκιν, πρβλ. αστρίκιν/αστρίτσι, 3) ?ούτσος, από το μεσν. επίθημα ?ούτση(ς)-ικος< ιταλ. υποκορ. επίθημα ucc(io), πρβλ. ιταλ. animaluccio ?ζωάκι?. Ως επώνυμα με αυτούς τους τύπους, τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, όπου αναφέρονται Ανδρούτζος στη Βέροια, και ?Ανδριτζόπουλος στην Αιτωλία. (ΛΤ)(ΛΜ)(BZP)(DCHD)


Ανδρώνης- Από το βαφτ. Ανδρώνης,υποχωρητικά,< Ανδρόνικος. Το όνομα Ανδρόνικος ήταν πολύ διαδεδομένο στα ύστερα βυζαντινά χρόνια, ίσως λόγω των δύο αυτοκρατόρων Ανδρόνικων,14ος αι.. Εμφανίζεται και σαν Ανδρωνάς τον 13ο αιώνα στη Θεσσ/κη.Και όνομα οικισμού στην Ηλεία, Αντ(δ)ρώνη(του).(BZP) (ΑΝΧΜ)


Αντωνίου/Αντώναρος/Αντωνόπουλος κοκ- Από το βαφτ. Αντώνιος,όνομα αγιών, από το λατ. Antonius, άγνωστου ετύμου, ίσως ετρουσκικής αρχής.(ΛΤ)

Ανευλαβής- Από το μεσν. ανευλαβής, 1) ο μη ευλαβής, ο μη σεβόμενος ή μη φοβούμενος, και 2) ο θρησκευτικά ασεβής. (ΛΔΗΜ)

Ανυφαντής- Από το δημ. ανυφαντής(μεσν. ανυφάντης), ο εξ επαγγέλματος υφαντής, αυτός που υφαίνει. Και Αλυφαντής, Αλφαντής. (ΛΔΗΜ).Αλ-υφαντής (ο) = αράχνη [< ανυφαντής < μεσν. ανυφάντης < αρχ. ανυφαίνω. Υπάρχουν δεκάδες είδη αράχνης με επιστ. ονομ. που έχει ως β΄ συνθετικό το -yphantes (κατάλογος του Αμερικανικού Μουσείου Φυσικής Ιστορίας) ένα από τα οποία είναι και το hylyphantes, που παραπέμπει στο αλυφαντής. Ίσως γι' αυτό το λόγο και η προφορά του -λυ- είναι υπερωική]
ΓΛΩΣΣΑΡΙ ΤΕΝΕΔΟΥ-http://users.otenet.gr/~aker/GlossariA-I.htm

Ανυφαντής ο• Αλυφαντής.
1) Aυτός που υφαίνει, ο υφαντής: (Bακτ. αρχιερ. 181).2) «Pωγαλίδα» (του γένους των αραχνοειδών): (Eρωτόκρ. A´ 1197). [<αόρ. του ανυφαίνω + κατάλ. -τής. Η λ. (Βλάχ.) και ο τ. και σήμ. ιδιωμ.]

Επιτομή Λεξικού Κριαρa
Σχετική έρευνα σε αρχεία οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το αρχικό Αλ-υ-φαντής έχει οδηγήσει στις εκδοχές που αποδίδονται στους γραφείς υπάλληλους της εποχής: [1} των Αλ-η-φαντής ή Αλ-ει-φαντής λόγω καλλιγραφικής ή δύσμορφης γραφής του "υ" το οποίο εκλήφθηκε σε μεταγενέστερες μεταγραφές ως "η" ή "ει" και [2] του Αλ-ι-φαντής λόγω απλοποίησης της γραφής της προφορικής εκφοράς του επωνύμου.
Η παλαιότερη σωζόμενη γραφή του επωνύμου απαντάται στο Δημοτικό τραγούδι "Ο Αλλυφαντής" και αναφέρεται στον αρματολό "Αλλυφαντή" και στην δράση του. Δες: http://www.kenef.phil.uoi.gr/pdf/37971/37971.pdf. Χειρόγραφο του Δημοτικού έχει διασωθεί στο Κέντρο Ερεύνης των Νεοελληνικών Διαλέκτων και Ιδιωμάτων της Ακαδημίας Αθηνών. Η διεύθυνση είναι Αλεξάνδρου Σούτσου 22, Αθήνα και το τηλέφωνο 211 211 1000. Ιστότοπος:www.academyofathens.gr/ilne/. {Αύξων αριθμός:1, Αριθμός χειρογράφου:00460 , Ημερομηνία κατάθεσης:19 Μαΐου 1923 ,Καταθέτης: Ιστορ.[ικόν] Λεξ.[ικόν] αρ. 66 ,Συλλογέας: Ανωνύμου Τόποι συλλογής: Πελοπόννησος αντιγεγραμμένα άλλοθεν, Τίτλος συλλογής: Μωραΐτικα τραγούδια, [σχ.] 4ον, φύλ.[λα] 72 (1905). Άσματα 121, δίστιχα 67. , Θεματικές ενότητες:[Άσματα, δίστιχα]


Άντζας- Από το ιδιωμ. άντζα, η γάμπα, μσν. άντζα <μσνλατ. *ancia.. Ως επώνυμο αναφέρεται ήδη από τον 11οαιώνα.{Λ.Τ.}


Αξαόπουλος- α)Από το δημώδες αξάγι/αξάι, το εξάγιον, το αλεύρι που δίνεται για αμοιβή στο μυλωνά. β) Ίσως από διαλεκτ. μορφή(Πελ/σος) του δημωδ. επιθέτου άξαντος/άξαστος, ο αλανάριστος, αυτού που δεν μπορεί να λαναριστεί το μαλλί του. Η πρώτη εκδοχή πρέπει να θεωρηθεί επικρατέστερη. (ΛΔΗΜ)
Απέκης/Απόκης- Από το ιδιωμ.(Πελ/σο) απέκης/απόκης, ο Ρουμελιώτης, ο «απʼέκει», ο από απέναντι, από τη Στερεά Ελλάδα.

Απέργης- Από το μεσν. απέργης, ο αμαρτωλός, ό άνομος. Από το ουσ. απέργιν, η αμαρτία, ανομία. (TRAPP)

Απόκοτος- Από το μεσν. και δημωδ. επιθ. απόκοτος,ο υπερβολικά τολμηρός, παράτολμος, ριψοκίνδυνος,< μσν. απόκοτος. (ΤΣΑΚΛ)(ΛΤ)
Αποσπόρης- Από το δημωδ. απόσπορο, κυριολ. το υπόλειμμα του σπόρου, μτφ. και συνήθ. χαρακτηρισμός του τελευταίου παιδιού μιας οικογένειας, αλλιώς το απογόνι, στερνοπαίδι.(ΛΔΗΜ)

Αποστολάκης/Αποστολάτος/Αποστολάκος κοκ- Από το βαφτ. Απόστολος-ης, αρχικά η λέξη , απόστολος,δήλωνε τον αγγελιοφόρο<αποστέλλω, διαδόθηκε λόγω των Δώδεκα Αποστόλων. Ως επώνυμο εμφανίζεται τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, ως Αποστόλης(1265-Σμύρνη), Αποστολόπουλος (1284-Λήμνος), κτλ. (ΛΜ)(BZP)

Αράπης/Αράπογλου- Από το δημωδ. αράπης, 1) αυτός που ανήκει στη μαύρη φυλή, ο μαύρος, ο νέγρος, 2) ο Άραβας, 3)ο πολύ μελαχρινός, μελαψός.<τουρκ. arap. Η κατάληξη ?όγλου, σχεδόν κατά κανόνα κατάληξη Μικρασιατών, προέρχεται από το τουρκ. ?oglu

Αρβάλης- Από το δημωδ. αρβάλι, ο αναρτήρας του κουβά, ή της μπακράτσας, το πιαστήρι, και ρήμα αρβαλώ/αρβαλίζω κάνω κρότο με αρβάλια, αρβάλη σύμφωνα με τον Ησύχιο, «τήγανον οστράκινον,Ταραντίνοι». (ΛΔΗΜ)

Αργύρης/Αργυράκης/Αργυρούσης κοκ- Από το βαφτ. Αργύρης<Αργύριος, μάρτυρας της Ορθοδ. Εκκλ., συντομευμένος τύπος του Ανάργυρος. Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα ως Αργύρης, Αργυρόπουλος, Αργυρός κτλ. Ως Αργυρόπουλος είναι γνωστός και ο αυτοκράτορας Ρωμανός ο Γʼ (1028-1034), και ο Ιωάννης Αργυρόπουλος, σημαντικός λόγιος του 15ου αιώνα. (ΛΜ)(BZP)
Αρίδας- Από το δημωδ. αρίδα, 1) είδος τρυπανιού, και 2) αρίδα τα πόδια, «μάζεψε τις αρίδες σου», και αρίδας αυτός που έχει μακριά πόδια, αρχ.?ρίς. (ΛΔΗΜ)

Αρμάγος-Αρμάος- Απο το βαφτ. Αρμάος-Αρμάγος, από το βενετσιάνικο armato, διαδεδομένο σε πολλές περιοχές του ελληνικού χώρου (Ιόνιο,Κρήτη,Θεσσαλία,Σέρρες κτλ). (ΑΝΧΜ)

Αρνάρης- Από το ν.ε. αρνάρης, ο έχων πρόβατα, αρνιά, ο προβατάς,πρβλ. Γιδάρης, Γελαδάρης κτλ. (ΛΔΗΜ)

Αρνιακός- Πατριδωνυμικό, δηλώνοντας καταγωγή από τοπωνύμιο όπως Αρνάς Πάρου και Άρνα Λακωνίας. Η κατάληξη ?ιακός είναι αρκετά σπάνια, παρόμοιο σχηματισμός είναι το «Βυζαντιακός». Λιγότερο πιθανό,από το δημωδ. αρνιακό, το δέρμα του αρνιού, το αρνοτόμαρο, προβιά. Πιθανώς το επώνυμο δηλώνει κάποιον που επεξεργαζόταν την προβιά, ή την πουλούσε. (ΛΔΗΜ)

Αρφάνης/Αρφανίδης/Αρφανάκος/Αρφανάκης- Από το ιδιωμ. αρφανός, ο ορφανός. Ως επώνυμο με την πιο συνηθισμένη και αρχική μορφή της λέξης, ορφανός, εμφανίζεται : το 13ο αιώνα στη Κεφαλονιά ως Ορφανός, το 15ο αιώνα ως Ορφανόπουλος, το 1288 ένας Λέων Ορφανός στην Κω κ.α. Η λέξη από το αρχαίο «ορφανός». (ΛΔΗΜ) (BZP) (ΛΤ)

Αρώνης- Από το βαφτ. Αρώνης, η εξελληνισμένη μορφή του βιβλικού Ααρών. Ως επώνυμο(ή μορφή βαφτιστικού) συναντάται για πρώτη φορά το 1260 στην Τραπεζούντα. (BZP)

Ασκούνης/Ασκόπουλος- Από το δημωδ. ασκί, υποκορ. του ασκός, το ασκάκι,και ασκοπούλι. Συν την υποκορ. κατάλ. ?ούνης(μσν. -ούνι < αρχ. υποκορ. επίθημα ?ιον,πρβλ. κεντρούνι,βυζούνι, Βασιλούνης,Δεσπούνης κτλ), και το Ασκόπουλος με την συνηθέστατη πατρωνυμική κατάλ. ?όπουλος. Το επώνυμο πιθανώς σχηματίστηκε από το επαγγελματικό Ασκάς, ο κατασκευαστής ασκών. (ΛΤ) (ΛΔΗΜ)

Ασλάνης- Από το τουρκ. aslant, λιοντάρι.{ΣΗΤΡ}

Ασπιώτης- Επώνυμο που δηλώνει καταγωγή από το χωριό Ασπάι της Κέρκυρας, πρβ.Ασπιωτάδες Κέρκυρας.{ΤΠΝΜ}

Ατματζίδης-Προέρχεται απο το τουρκ. ουσ. atmaca που δηλώνει ένα είδος γερακιού(accipiter gentilis),το ξεφτέρι.Εμφανίζεται και ως Ατματζιάδης, Ατματζής, Ατματζάκης,κτλ. (ΕΠΜΑ)

Αυγενάκης/Αυγεράκης/Αυγέρης/Αυγερόπουλος κ.α.- Από το βαφτ. Αυγερινός, όνομα από το επίθετο του πλανήτη Αφροδίτη, όπως φαίνεται την αυγή ως το τελευταίο άστρο της νύχτας, <μεσν.<επιθ. Αυγερινός< αρχ. αυγή, κατά το εσπερινός, νυχτερινός κ.α. Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, αναφέρεται κάποιος Αυγερηνός Ιωάννης στη Λήμνο το 1300. (ΛΜ) (BZP)

Αφιώνης- Από το ν.ε. αφιόνι ,το όπιο<μσν. αφιόνι(ον) αντδ. < τουρκ. afyon -ι(ον) < περσ. < ελνστ.?πιον.{ΔΟΦ}

Αχαμνός- Από το ιδιωμ. αχαμνός, ο άσχημος, ο αδύνατος, ο ισχνός, <μσν. αχαμνός, `αδύναμος΄ < χαμνός, < αρχ. χα?νος. (ΛΤ)

B

Βαβύλης- Από το όνομα αγίου της Εκκλησίας, Άγιος Βάβυλας, επίσκοπος Αντιόχειας τον 3οαιώνα, ή λέξη ίσως σχετίζεται με το αρχ. βαβύλας-βαβύας, σύμφωνα με τον Ησύχιο «ο βόρβορος, πηλός». Λιγότερα πιθανό, από τη κεφαλλ. Ιδιωμ. λέξη βαβύλα, είδος κανθάρου βαθυκόκκινου, εκφρ. «βαβύλα κεράσια» δλδ κατακόκκινα-ώριμα κεράσια.{ΓΚΕ}


Βαγενάς- Από το ν.ε. βαγένι-βαρέλι,< μεσν. βαγοίνιον. Ο Meyer την ετυμολογεί από το σλαβ. vagan ?ξύλινη γαβάθα?. Πιθανώς από το <μεσν. λατ. vagna.{ΤΟΖ}


Βαγιωνάς/Βαγιόνης/Βαγιονάκης/Βαγιανόγλου κοκ- Από το βαφτ. Βάϊος, Βάγια, Βαγιώνα,<μτγν. βάιον, και βάγια, τα κλαδιά από φοίνικα,δάφνη κλπ, που δίνονται στους εκκλησιαζόμενους την Κυριακή των Βαΐων.(ΛΜ)



Βαζούρας / Βαβούρας - Από το δημωδ. βαβούρα, και βαζούρα ιδιωματικά, ο ενοχλητικός θόρυβος, η βοή, φασαρία, <μεσν. βαβούρα, ηχομιμ. < ελνστ. βαβ(άζω) `φωνάζω΄ -ούρα.(ΛΤ) {ΓΛΑΙΤ}


Βακράτσης - Από το τουρκ. bakrac, μικρό δοχείο για μεταφορά νερού, ν.ε. μπρακάτσια.Μπακράτσης/Βακράτσης ίσως ο κατασκευαστής ή έμπορων των συγκεκριμένων δοχείων.{ΣΗΤΡ}


Βαληνάκης- Από το πατριδωνυμικό Βαληνός/Βαλινός, ο καταγόμενος από το χωριό Βαλής του νομού Ηρακλείο, κατά το Πατρινός, Ζακυνθινός, Κομνηνός, Καντακουζηνός κτλ. {ΤΠΝΜ}


Βανδής- Από το μεσν. βάνδον ,το. Στρατιωτική σημαία και συνεκδ. στρατιωτική μονάδα. <ουσ. βάνδα<μεσν. λατ. bandum.{ΜΣΚ}


Βαξεβάνης (Μπαχτσεβάνης) - Από το τουρκ. bah??van- bah?e- κήπος, ο περιβολάρης, με φωνητικό εξελληνισμό.{ΣΗΤΡ}


Βαρβάκης- Από την ιδιωμ. λέξη βαρβάκι, πουλί νυχτόβιο με μεγάλα στρογγυλά μάτια, και φυτό.{ΣΗΤΡ}


Βαρβαρίγος- Από το βενετσιάνικο επώνυμο Barbarigo, μάλιστα ο Agostino Barbarigo, ήταν δόγης της Βενετίας από το 1486 ως το 1501. Σύμφωνα με το Ιστορικό Λεξικό Ζακύνθου του Ζώη, η οικογένεια καταγόταν από την οικογένεια των Βαρβαρίγων της Βενετίας, αφού πρώτα είχε εγκατασταθεί στην Κρήτη. Βαρβαρήγοι υπήρξαν και Προβλεπτές της Βενετίας, στη Ζάκυνθο. (ΛΞΖΑΚ)


Βαρβατσούλιας- Κεφαλλ. Ιδιωμ. λέξη βαρβατσούλια, η βαρειά οσμή που έχουν οι ?εργένηδες τράγοι. Σχετικό με το «βαρβάτος» και την κατάληξη ?ίλα(βλ.προβατίλα, ξινίλακ.α.){ΓΚΕ}


Βαρβιτσιώτης- Επώνυμο που δηλώνει καταγωγή από το χωριό Μπαρμπίτσα(Βαρβίτσα) της Λακωνίας, πατρίδα του μεγάλου προεπαναστατικού κλεφτη του Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη.{ΤΠΝΜ}


Βαρδής/Βαρδινογιάννης- Από το βαφτ. όνομα Βαρδής, σύνηθες από Έλληνες σε βενετοκρατούμενες περιοχές(Κρήτη,Κυκλάδες κτλ), από το βενετσιάνικο Baldin, εξελληνισμένο φωνητικά. Το βεν. Valdin με τη σειρά του προέρχεται αποτο αρχ.γερμ.Baldawin


Βαρθακούρης- Από το ιδιωμ. βαρθάκι, το βατράχι, συν την υποκορ. κατάληξ. ?ούρης.


Βαρνακιώτης- Επώνυμο γνωστού αγωνιστή του ʼ21. Το επώνυμο εθνικό, δηλώνει καταγωγή από το χωριό Βάρνακας, οικ. νομού Αιτωλοακαρνανίας, δ. Αλυζίας.{ΤΠΝΜ}


Βασσάρας,-Σχετίζεται με το τοπωνύμιο Βασσαράς, χωριό της Λακωνίας. Δεν είναι σπάνιο(ούτε όμως και σύνηθες) να δημιουργούνται πατριδωνυμικά επώνυμα με την απλή πρόσθεση του τελικού -ς, όπως Λοιδωρίκης, Σαμοθράκης, Σαλονίκης κτλ. Όσον αφορά την ετυμολογία του τοπωνυμίου απο το οποίο προέρχεται πιθανώς και το επώνυμο, η επικρατέστερη άποψη είναι οτι σχετίζεται με την αρχ. και μεσν. ελλ. λέξη βάσσα-τόπος φαραγγώδους κοιλάδας. Την άποψη αυτή δέχεται ο καθ.Δ. Β. Βαγιακάκος, '(Αρχαία καί μεσαιωνικά τοπωνύμια έκ Μάνης, Ελληνικά 15 (1957), σελ. 207-208).


Βασκαντάρης.Βασκαντήρας - Από την ηπειρ. ιδιωμ. λέξη βασκαντάρι/βασκαντήρα, όστρακο θαλάσσιο, όπου κρεμούν οι μητέρες στο λαιμό των παιδιών τους προς αποφυγή βασκανίας.{ΗΠΓΛ}


Βαφιάς/Βαφέας/Βαφειάδης/Βαφίδης/Βαφίνης/Βαφόπουλος- Από το δημωδ. βαφιάς, ο ελαιοχρωματιστής, ο μπογιατζής, <αρχ. βαφεύς.

Βεάκης: ο μπέης, ο κύριος (τουρκικά: bey)


Βέγγος: το φαρμακερό φυτό (περσικά: benk)
 
Βεδούρης - Από το δημωδ. βεδούρι/βεδούρα, ξύλινο ποιμενικό δοχείο, καρδάρα, μτφ. ως επίθετο δηλώνει τον παχύ και βραχύσωμος άνθρωπο. (ΛΔΗΜ)


Βελέντζας- Από τη ν.ε. βελέντζα, χοντρό και βαρύ μάλλινο υφαντό με ή χωρίς φλόκια, που το χρησιμοποιούσαν ως κλινοσκέπασμα· (πρβ. φλοκάτη). τουρκ. velen?(e) -α{ΣΗΤΡ}


Βελιμέζης- Από το τουρκ. bilmez, ο αμαθής, αχάριστος.{ΣΗΤΡ}



Βελόπουλος/Βελής/Βελίδης/Βελιδάκης/Βελλής κτλ- Από το τουρκ. veli, φύλακας, προστάτης, και άνθρωπος κοντά στον Θεό. Λιγότερα πιθανό από το δημώδ. βέλο, λεπτό και διαφανές ύφασμα, παλαιότερα. Ίσως με το δεύτερο να σχετίζεται και το επώνυμο Βελός, που αναφέρεται το 1264 στην Κεφαλονιά.(BZP)(ΕΠΜΣ)


Βέρρας/Βερόπουλος/Βεράκης/Βερίδης/Βερούσης κ.α.- Μητρωνυμικά επώνυμα από το θηλ. βαφτ. Βέρ(ρ)α, από το ιταλ. Vera, από το επίθ. vero<λατ. verus-αληθινός, σωστός-.(ΛΜ)


Βεργής- Επώνυμο από το βαφτ. Βεργής, ήδη από την παλαιολόγεια εποχή ως βαφτιστικό και ως επώνυμο(1370-Πόλη,1301-Χαλκιδική, κτλ). Το βαφτ., και ως Βεργής, Βέργος, Βέργω προήλθε από τη λέξη βεργί, ευλύγιστη ράβδος. Παρόμοια βαφτιστικά που βασίστηκαν σε αντικείμενα μπορούν να θεωρηθούν τα Συρμώ-Συρμή(σύρμα), Βελούδω(βελούδω), Μπαλάσης (μπαλάσι, είδος πολύτιμου λίθου),Πιπερώ(πιπέρι) και αρκετά άλλα που δεν χρησιμοποιούνται πλέον. (BZP) (ΣΨΘΡΑ)


Βερεμής- Από το ν.ε. βερέμης, <τουρκ. verem, χτικιό, ο χτικιάρης και κατʼεπέκταση ο δύστροπος.{ΣΗΤΡ}


Βερνίκος- Από το δημωδ. βερνίκι, ρευστή, ρητινώδης ουσία που χρησιμοποιείται ως επίχρισμα σε διάφορες επιφάνειες για στίλβωση ή και για προστασία, πιθανώς αυτός που έφερε το επώνυμο ήταν κατασκευαστής ή έμπορος του προϊόντος. ελνστ. βερενίκιον(Λ.Μ)


Βεσκούκης- Από το αρβαν. veshqok, ο έξυπνος, το ξεφτέρι. {ALBD}


Βετούλης- Από το ιδιωμ. βετούλι, το νεογέννητο κατσικάκι.{ΓΚΕ}


Βηλαράς-Από το μεσν./νεοελλ.βηλάρι,το. 1) Ύφασμα του αργαλειού, 2) Παραπέτασμα: να σηκώσουν τα βηλάρια του μίσκαν,<λατ. velarium,η λέξη στα ελληνικά :?ιον τον 6. αι. και ?ιν το 10. αι.,{ΜΣΚ}


Βλάτης/Βλάττης- Από το δημωδ. βλάττι(ν)- βλατί, πολυτελές μεταξωτό ύφασμα, συν. πορφυρό, και συνεκδ. ένδυμα ή κάλυμμα από αυτό.Ως επώνυμο αναφέρεται ήδη από τον 14ο αιώνα ως Βλατής(Βλατής Θεόδωρος-Μητροπ.Θεσσ/κης{1371),Βλατάς,Βλατερός κτλ(ΛΔΗΜ)(ΜΣΚ)(BZP)


Βλάχος/Βλαχογιάννης/Βλαχόπουλος/Βλαχάκης κτλ- Από το μεσν. & δημώδ. βλάχος, 1)ο βλαχόφωνος, ο ομιλών βλάχικη-λατινογενή διάλεκτο, 2) ο ορεσίβιος, και νομάδας ποιμένας,3) ο άξεστος, αγροίκος, ο χωριάτης. Βλάχους λέγανε παραδείγματος χάρη και οι Χιώτες τους προύχοντες συμπατριώτες τους που ξενιτεύονταν στη Βλαχία, όπως επίσης βλάχους ονομάζουν οι Μανιάτες όλους τους υπόλοιπους Πελοποννήσιους. Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα με τύπους όπως, Βλαχοϊάννης(1279-Χαλκ/κη),Βλαχόπουλος (1316-Σέρρες, 1440-Πάτρα), Βλάχος(1264- Κεφαλονιά) κτλ. (ΛΔΗΜ) (BZP)


Βλίτας-από τη ν.ε. λέξη βλίτο, αρχ. ουσ. βλίτον{Λ.Τ.}
Βογιατζής: ο μπογιατζής (τουρκικά: boyaci)
Βοναπάρτης: η καλή μερίδα (ιταλικά: buono parte)
Βουγιουκλάκη: η μεγάλη (από το τούρκικο buyuk)

Βολουδάκης/Βολούδης- Επώνυμο Σφακιανής οικογένειας, που είναι κλάδος των Πατακών. Η μόνη ερμηνεία που μπορώ να δώσω όσον αφορά την ετυμολογία του επων. Βολούδης, είναι να σχετίζεται με το δημωδ. βόλος,μικρή σφαίρα από γυαλί, η μπίλια,<αρχ. β?λος. Η κατάληξη ?ούδης, από το υποκοριστικό επίθημα ουδέτερων ουσιαστικών, -ούδι, μσν. -ούδιν < ελνστ. ?ούδιον. Σχετικό επώνυμο αναφέρεται στην Κρήτη(Κάλαμος), τον 14ο αιώνα, Βόλακας, που σχηματίστηκε από το ίδιο θέμα και την μεγενθ. αρσενικών ονομάτων ?άκας. (ΛΤ)(BZP)


Βορίδης/Βοριάς/Βορέας/Βοράκης- Από το δημ. βοριάς,βορέας, ο βόρειος άνεμος, μσν. βοριάς < αρχ. βορέας. Ίσως να χρησιμοποιήθηκε και σαν βαφτιστικό. Παρόμοια επίθετα Πουνέντης, Μαΐστρος, Σιρόκος κτλ. (ΛΤ)


Βόσκαρης- Από το δημωδ. βόσκαρης, ο βοσκός συν την υποκορ. καταλ. ?άρης. (ΛΔΗΜ)



Βουλάρης- Από το μεσν. βουλάριος, ο γραμματέας της μητρόπολης, εντελταμένος να φυλάει τη σφραγίδα. (ΛΔΗΜ)

Βουρλής/Βούρλας/Βουρλός- Από το δημωδ. βούρλα, αλλιώς η μούρλα/μούρλια, η τρέλα, η μανία, πρβλ. βουρλίζω, βούρλισμα.< μσν. βουρλίζω `τρέμω σαν βούρλο΄<ελνστ. βρο?λον. (ΛΤ) (ΛΔΗΜ)



Βουζουνάρας- Από το ιδιωμ. βουζούνι-α, το απόστημα, το σπυρί-καλόγερος. Η λέξη βουζούνι, από το ιδιωμ. βουζ- ούνι<βύζα+-ούνι. Η κατάλ. ?άρας ως μεγενθυτική, πρβλ. Κωνσταντάρας, Γιανναράς κτλ. (ΤΣΑΚΛ)

Βουλάρης- Από το μεσν. βουλάριος, ο γραμματέας της μητρόπολης, εντελταμένος να φυλάει τη σφραγίδα, τη βούλα. (ΛΔΗΜ)



Βουτσάς-από τη λέξη βούτσι+ επαγγελ. καταλ. -άς, βαρέλι. Β.=βαρελάς. (Τριαντ.),< ελνστ. βούτις.{ΤΟΖ}


Βρεττός/Βρεττάκος- Απο το δημ. βρετός, ο ευρημένος, ο ευρετός,1) "επί νηπίων, το υπό των οικείων του εγκαταλειφθέν και ευρεθέν υπό τινός, το έκθετον,2) νήπιον υπό των γονέων του αποτεθέν έμρποσθεν της εκκλησίας, είτε εν τη οδώ, ινά αναλάβη την βάπτισιν του ο πρώτος τυχών διαβάτης. Σύμφωνα με τον Βαγιακάκο, «Μανιάται εις Ζάκυνθον», το όνομα Βρετός, ως βαφτιστικό, είναι σύνηθες στη Μάνη. Έτσι καλείται το εκτεθειμένο από τους γονείς του βρέφος και αργότερα ευρεθέν(βρετό) από άλλους, και ονομάζεται έτσι από πρόληψη πιστεύοντας ότι έτσι θα απόφευχθεί ο θάνατος του βρέφους. Σαν επώνυμο,τουλάχιστον, από τον 14ο αιώνα, με την αρχική μορφή Ευρετός,στην Χαλκιδική(1318). Την ίδια έννοια έχει και το ιταλ. Esposito , πολύ διαδεδομένο επώνυμο στην Ιταλία.(BZP)(ΛΔΗΜ)


Βρούχας/Βρούχος/Βρουχάκης- Από το ιδιωμ. βρούχος, είδος μεγαλόσωμης ακρίδας, από το αρχ. βρούκος, Ησύχ.Γλώσσ. «βρούκος-ακριδών είδη Ίωνες. Κύπριοι δε την χλωράν ακρίδα βρούκαν». (ΤΣΑΚΛ)


Βουτσινάς-Από το δημωδ. βουτσίνα(βυτίνα,βουτίνα,μπουτίνα,μπουτινέλος), είδος μεγάλος κάδου για ποιμενική χρήση, η βούτα ή βούτη αλλού. Η παραγωγική καταλ.-άς, δηλώνει επάγγελμα πρβλ. φαναράς, βαρελάς, βουτσάς, βαγενάς κτλ(ΛΔΗΜ)


Βρούβας-από τη λέξη βρούβα ,είδος άγριου χόρτου.Και η έκφραση «τρώει βρούβες» για τον εύπιστο.{Λ.Τ.}


Βρούτσης/Βούρτσης- Από το μεσν.(και σημ.ιδιωμ.) βρουτσί(ν), μικρή βούρτσα από τρίχες χοίρου, <ουσ. βρούτσα. Ως επώνυμο με τη μορφή Βούρτζης, ήδη τον 11ο αιώνα.( J.-Cl. Cheynet, C. Morrisson and W. Seibt)(BZP)(ΜΣΚ)


Βρυώνης- Από το μτγν/μεσν. βρυώνης, είδος αμπέλου.Επώνυμο ήδη από την Παλαιολόγεια εποχή. Διευκρινιστικά ο γνωστός τουρκαλβανός Ομέρ Βρυώνης όφειλε το «επώνυμο» του στον τόπο καταγωγής του, χωριό Βρυώνη στη νότια Αλβανία. Και στα ν.ε. βρυωνιές είδος φυτού. (ΛΔΗΜ)


Βωβός- Από το μσν. βωβός, ο άλαλος, ως επώνυμο καταγράφεται τον 11ο αι. από τον Κεδρηνό(Georgius Cedrenus,Bonnae,1838-1839,II,451,18).{GLOBG}


Βώκος- Από το δημωδ. βώκος, ο μη αντιλαμβανόμενος, ο ανόητος, ο μπουνταλάς,<αρχ.βώκος, βούκος, ο γελαδάρης. Το επώνυμο Βώκος ήταν το επώνυμο της οικογένειας των Μιαούληδων, η οποία καταγόταν από τα Φυλλά Ευβοίας. (ΛΔΗΜ)


Γ


Γαβαλάς- Επώνυμο που εμφανίζεται ήδη από τον 11οαιώνα στην Ελλάδα, σχετίζεται:1) μεσν. γαβαλάν, «κεφαλάν»(Ησυχ.), και ιδιωμ.γάβα και κάβα το κεφάλι ή 2) με το δημωδ. γάβαλο, ο κόπρος του αλόγου. (ΛΔΗΜ)


Γαζέπης- Από το τουρκ. gazap, θυμός, κατάρα.{ΣΗΤΡ}


Γαζής- Από το τουρκ. gazi, αγωνιστής, τροπαιούχος.{ΣΗΤΡ}


Γαϊτάνης- Από το ν.ε. γαϊτάνι(κορδόνι μεταξωτό)< ελνστ. γαϊετανόν <λατ.gaitanum. Και ως βαφτιστικό, σπάνιο βέβαια, ως και τις μέρες μας, πρβλ. Συρμώ/ Συρματένια/Συρμής.{ΤΟΖ}


Γαλακτερός- Από το ιδιωμ. γαλαχτερός, ο πλήρης γάλακτος. Για τα ζώα, γαλακτερά όσα ακόμα θηλάζουν.{ΓΚΕ}


ΓΑΛΑΝΗΣ, ΓΑΛΑΝΟΣ,ΓΑΛΑΝΟΠΟΥΛΟΣ,ΓΑΛΑΝΙΔΗΣ,ΓΑΛΑΝΙΔΑΚΗΣ,ΓΑΛΑΝΕΑΣ,ΓΑΛΑΝΟΥΔΑΚΗΣ,ΓΑΛΑΝΟΓΛΟΥ :

Επώνυμο προερχόμενο από παρατσούκλι που έχει δημιουργηθεί από σωματικές ιδιότητες στο συγκεκριμένο από χρώμα που δόθηκε στα μαλλιά ή στα μάτια,προερχομενο απο το ΒυζντιοΓαλάνης-γαλανός + καταλ. ?ης.

Γάλαρης- Σχετικό με την ιδιωμ. λέξη γαλάρι. Το πρόβατο, το παράγων γάλα, αντιθέτως με τα στέρφα-στείρα. {ΓΣ}


Γαλατσίδας- Από το δημωδ. γαλατσίδα, γενική ονομασία διάφορων χόρτων με γαλακτώδη χυμό, μσν. γαλατσίδα < γαλατσίς, αιτ. -ίδα < γαλακτίς.(ΛΔΗΜ) {Λ.Τ.}


Γαλέος-ν.ε.γαλέος, είδος ψαριού,<αρχ.γαλεός{Λ.Τ.}


Γαλής- Από το τουρκ. gali, ακριβός, υπερτιμημένος.{ΣΗΤΡ}


Γαλιάτσος- Από το ν.ε. γαλιάτσος, κωπηλάτης σε γαλέρα,ουσ. γαλιότος <βεν. galioto· πβ. γαλιότης.{ΜΣΚ}



Γαλιφάς/Γαλιφός/Γαλιφάκης/Γαλύφας- Από το δημώδ. γαλίφης, γαλίφος, ο πλάνος, ο κόλακας, αυτός που προσπαθεί να πετύχει κάτι με γαλιφιές, με καλόπιασμα. <μεσν. γαλίφος<ιταλ. gaglioffo. (ΛΤ) (ΛΔΗΜ)


Γαργαλέλης/Γαργάλης- ν.ε. γαργάλι ?η σκανδάλη του πυροβόλου όπλου/ είδος φυτού?. Και σχετικό τοπωνύμιο στη Μεσσηνία Γαργαλιάνοι. Πιθανότατα να σχετίζεται όμως με το ρήμα γαργαλώ.{ΤΟΖ}


Γαρμπής- Γαρμπής , ο νοτειοδυτικός άνεμος, συνήθως χειμερινός και βροχερός. Μτφ. ο βάναυσος. μσν.γαρμπής<βεν.garbin< αραβ.garb?.. Και σαν βαφτιστικό, σπάνια.{ΓΚΕ}


Γαρμπίλας- Ίσως σχετικό με το ν.ε. γαρμπίλι ,ψιλό χαλίκι που χρησιμοποείται στην οικοδομική και στην οδοποιία· σύντριμμα.Πιθανότερο θεωρώ το ενδεχόμενο να προέρχεται από το σπάνιο βαφτιστικό Γαρμπής με την υποκοριστική κατάληξη ?ίλας, κατά το Γεωργίλας. {ΜΣΚ}



Γαρώνης- Από το δημώδ. ρήμα γαρώνω, αλλιώς το αλατίζω, παστώνω. Από το ους. γάρος-η άρμη, από το αρχ. ουσ. γάρος, η λέξη και σήμερα ιδιωματικά. Το επώνυμο σχηματίστηκε όπως πολλά άλλα, π.χ. Βουλώνης(βουλώνει), Κουτσοπίνης(κουτσοπίνει), Κρυώνης(κρυώνει), Περιμένης(περιμένει), κ.α.. {ΜΣΚ}(ΛΔΗΜ)


Γάτσης-Γάτσης <Γάκης <Γεωργάκης, με τσιτακισμό. Ίσως σχετικό και με το διαλεκτικό γάτσος/γάτσης ο γάτος.{ΤΟΖ}


Γερακάρης- Αυτός που τρέφει και γυμνάζει κυνηγετικά γεράκια. Ήδη από την Παλαιολόγεια εποχή εμφανίζεται ως επώνυμο (1264-Κεφαλονιά).{ΜΣΚ}(BZP)


Γεράνης/Γερανίδης- Από το ν.ε. γεράνι, καλλωπιστικό φυτό< ελνστ. γεράνιον.{Λ.Τ.}


Γεροντόπουλος/Γέρος/Γέρου/Γερούδης/Γερούσης κ.α.- Από το δημώδ. γέροντας, γέρος, ο ηλικιωμένος, < μσν. γέροντας < αρχ. γέρων, αιτ. ?οντα. Και ως μοναχικό όνομα Γερόντιος. Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, με μορφές όπως Γεροδυάκος(sic), το 1357 στην Πόλη, Γεροκαλάς,1287 Πάφος, Γέρος το 1394-Λευκωσία,κτλ. (BZP) (ΛΤ)


Γεωργιάδης/Γεωργίου/Γεωργόπουλος/Γεωργούσης/Γεωργούλιας κ.α.- Από το βαφτ. Γεώργιος, ένα από τα δημοφιλέστερα βαφτιστικά στην Ελλάδα, όνομα αγίων, πατριαρχών, < αρχ. γεωργός. Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, με μορφές όπως Γεωργίλας(1360-Σέρρες), Γεωργίτζης (1271-Χαλκ/κη), Γεωργιτζόπουλος(1375-Μυστράς) κτλ (BZP) (ΛΜ)


Γιαβάσης- Από το τουρκ. yavas, μαλακός.{ΣΗΤΡ}


Γιαγκάσης- Από το ν.ε. γιαγκάσης,γιαγκάης(Ποντ.). Από το τουρκ.yankaz=απατεώνας, άτακτος.{ΑΝΤΖ}


Γιαγκούλας- από το βαφτιστικό Γιάγκος+μεγεθ.καταλ. ?ούλας. (Γιάγκος-Γιάννης-Ιωάννης).{ΤΟΖ}


Γιακουμάτος/Γιακουμής/Γιακουμάκης/Γιακούμογλου κ.α.- Από το βαφτ. Γιακουμής, μορφή του Ιάκωβος. Ίσως επηρεασμένο από την βενετσ. εκδοχή του ίδιου ονόματος, Giacomo<υστερολατ. Jacomus/Jacobus<Ιάκωβος. Το Ιάκωβος αποτελεί εξελληνισμένη μορφή του αρχικού εβραϊκού Ιακώβ>Yaʼakov, που συνδέεται με το εβρ. aqeb- φτέρνα- , επειδή σύμφωνα με τη βίβλο ο Ιακώβ γεννήθηκε δεύτερος κρατώντας τη φτέρνα του αδελφού του Ησαύ. (ΛΜ)


Γιαλαμάς- Από το τουρκ. yalama, ξεφλούδισμα, εξάνθημα στα χείλη.{ΣΗΤΡ}


Γιαλούρος- Από το ιδιωμ. γιαλούρι, πετεινός ακατάλληλος για καπόνι/καπόνι-Πετεινός ευνουχισμένος <πληθ. caponi του βεν. capon{ΣΗΤΡ}


Γιαλούσης/Γιαλουσάκης- Από το δημωδ. ο κάτοικος σε παράλιες περιοχές, κοντά σε γιαλούς, ή αυτός που ζει παραλιακά και ζει από την αλιεία και κατά συνέπεια ο άκληρος, ο φτωχός. (ΛΔΗΜ)
Γιαμαλάκης- Από το τουρκ. yamalak, μπαλωμένος.{ΣΗΤΡ}


Γιαννακάς/Γιαννάκης/Γιαννέλης/Γιαννόπουλος κτλ- Από το βαφτ. Γιάννης<Ιωάννης, δημοφιλέστατο όνομα στην Ελλάδα. Όνομα του Προδρόμου, αγιών, αυτοκρατόρων κτλ. Από το εβρ. Yokhanan-o Θεός έχει δείξει εύνοια-.Ως επώνυμο εμφανίζεται τουλάχιστον από τον 12ο αιώνα με μορφές όπως, Καλογιάννης (12ος), Κουστουγιάννης(1378-Χαλ/κη), Κουτζογιάννης( 1415-Λήμνος), Μουσογιάννης (1331-Κρήτη), Παπαγιάννης(1445-Χαλκ/κη), Παπαγιαννόπουλος (13ος-Τραπεζούντα), Σγουρογιάννης (1331-Κρήτη), Γιαννίτζης(1323-Κρήτη), Τζουρουγιάννης(1319-Μακεδονία), Γιαννούτζος(1391-Κέρκυρα), Βλαχοϊάννης(1279-Ιερισσός), Γιαννίκης(1374-Κύπρος), Γιαννόπουλος(14ος), Γιανούλας(1316-Σέρρες), Δαιμονογιάννης(1248-Μονεμβασιά), κτλ. (BZP)(ΛΜ)


Γιόλδασης- Από το τουρκ. yoldas, συνοδοιπόρος.{ΣΗΤΡ}


Γιουρλάς- Από τη λέξη γιουρλάς , εθελοντής ή τοπικός γενίτσαρος (της κυρίως Ελλάδας), όχι του σουλτάνου, <τουρκ. yerli.{ΜΣΚ}


Γιουρούκης- Από το τουρκ.y?r?k, ο γρήγορος στα πόδια, ο νομάς, ο άσκοπα περιφερόμενος.(ΕΠΜΑ)


Γιούτσος-Από το τουρκ. y??e=ο ψηλός, ο μεγάλος{ΣΗΤΡ}


Γκαγκάνης- Από το διαλεκτ. ν.ε. γκαγκάνι(Αμοργ.,Πελ.,Θεσσ.,Μακεδ.,Μύκ.). Ο καρπός του γαιδουράγκαθου. Σκωπτικά οι κάτοικοι του Λιτόχωρου από τους κατοίκους των γειτονικών χωριών. Η λέξη απαντά στο ιδίωμα Πυλαίας Θεσσ/κης ως ʽγκάνι «αγκάθι». Προέρχεται από το ακάνιον, ακάνθιον του Ησύχιου, με επανάληψη στην πρώτη συλλαβή του συμφώνου της δεύτερης,πρβ.ίλερη>λίλερη, αβατσινιά>βαβατσινιά κ.α.{ΑΝΤΖ}


Γκάγκαρος- Από το δημωδ. γκάγκαρος, χαρακτηρισμός που δινόταν στους γηγενείς Aθηναίους, γκάγκαρο -ς < ιταλ. ganghero `στρόφιγγα΄ (σκωπτικά, επειδή υποτίθεται ότι μαντάλωναν την πόρτα τους). {Λ.Τ.} (ΛΔΗΜ)


Γκαλίτσιος- Από το διαλεκ.(Ζαγόρι), είδος πουλιού, γκαλίτσια(τα), εν.γκαλίτσι, είδος γκαΐλας, κουρούνας, αλλά σε μικρότερο μέγεθος. Η λέξη διαλ.(Κοζ.,Καστ.){ΤΟΖ}



Γκανάτσιος- Απο την καταγεγραμμένη μορφή του βαφτιστικού Αθανάσιος, Γκανάτσιος, στα βορειοελλαδικά ιδιώματα(Σιάτιστα, Βελβ.) (ΒΕΛΒ)
Γκέρμπεσης- Από το αρβαν. g?rb?, καμπούρα,<σλαβ.g?rba .Και όνομα οικισμών στην Πελοπόννησο, Γκέρμπεσης ήταν το επώνυμο αρβανίτη stratioto, μισθοφόρος των Βενετών, και όπως σνηθιζόταν ανταμοίβονταν με εκτάσεις-πρόνειες.{ALBD}


Γκιάτης/Γκλιάτης- Από το αρβαν.gjat? ?ο μακρύς, μακρουλός?.{ΤΟΖ}


Γκιζίκης- Από το τουρκ. gezig, κακό σπυρί, φαγούρα.{ΣΗΤΡ}


Γκίνης- Από την αρβαν. εκδοχή του βαφτ. Ιωάννης-Γιάννης.{ΤΟΖ}


Γκιόκας- Από την αρβαν. βαφτ. Γκιόκας<Γεώργιος.{ΤΟΖ}
Ή Γκιόκας- Από το τουρκ. g?k, ο γαλάζιος, γαλαζωπός(ΕΠΜΑ)



Γκιουλέκας- Από το δημώδ. γκιουλέκας, πληθ. γκιουλέκηδες, ο νταής, ο ψευτοπαλικαράς: «Kάνει τον γκιουλέκα». Από το όνομα Αλβανού άτυχου επαναστάτη του 19ου αιώνα, Gjoleka. Το αλβανικό επίθετο Gjoleka προέρχεται από τα βαφτ. Gjon-Ιωάννης και Leka-Αλέξανδρος {Λ.Τ.}



Γκλαβάνης- Από το σλαβ. glavan(glava=κεφάλι), ο σπουδαίος, κύριος.{ΣΗΤΡ}


Γκόγκας- Το επίθετο που δίνουν οι Αλβανοί στους Βλάχους, ?gog??.{ΤΟΖ}


Γκολέμης-Από το σλαβ. golem, μεγάλος. Συχνό αρβανίτικο επώνυμο.{ΣΗΤΡ}


Γκολφινος (Γκολφινόπουλος κ.α.)- Συχνό επώνυμο κυρίως στην Αχαΐα, από το βαφτ. Γκολφίνος<εγκόλπιον το· γκόλφι· γκόλφιν·εγκόλφιον, α) Εγκόλπιο, φυλαχτό, ) (εκκλ.) το επιστήθιο του αρχιερέα που εικονίζει το Χριστό σαν επίσημο διακριτικό της αρχιερατικής εξουσίας, γενικ.) πράγμα πολύτιμο, κόσμημα.{Λ.Τ.}


Γκουλιάρας-Από το διαλεκτ. γκουλιάρας-είδος κούνιας, η τραμπάλα, από το ιταλ.gugla<λατ.agulia.{ΤΟΖ}

 Γκόνης δεν προέρχεται από το πτηνό γκιώνης (υπάρχει επώνυμο Γκιώνης).

Το Γκόνης προέρχεται από την ονομασία του μοναδικού εγγονού κάποιου Έλληνα επί τουρκοκρατίας στην Αρκαδία (Αλωνίσταινα) .
Οι τούρκοι είχαν ξεκληρίσει όλη την οικογενειά του , εκτός απο ένα εγγόνι του που το ονόμασε Θοδωρή. (Δώρο Θεού ) και Γκόνη από το εγγόνι.


Γκούμας- Αρβανίτικη εκδοχή του Γιακουμής<Ιάκωβος.{ΤΟΖ}



Γκούντης/Γκουντίνας- Επώνυμα από τις καταγεγραμμένες μορφές του βαφτ. Κωνσταντίνος στα βορειοελλαδικά ιδιώματα, Γκούντης-Γκουντίνας. Η διαδρομή που έκαναν μέσα από τη φωνολογία των βορειοελλαδικών ιδιωμάτων(Βελβεντό, Κοζάνη, Σιάτιστα κ.α.) είναι κάπως έτσι Κωσταντής>Κουσταντής>Κουντής(που έχει δώσει επώνυμο)> Γκούντης. (ΒΕΛΒ)


Γκρίτζαλης- Από το διαλεκτ.(Ηπειρ.) γκρίζαλος=τραχύς, κακότροπος, φιλόνικος. Ίσως σχετικό με το σλαβ. gryzo=δαγκώνω, ροκανίζω.{ΤΟΖ}


Γοντζές- Από το τουρκ. gonce, ,μπουμπούκι.{ΣΗΤΡ}


Γόντικας- Από τη γοντικοβελόνα των ραφτάδων-τερζήδων, ίσως γόντικας ο κατασκευαστής τέτοιων βελονών.{ΣΗΤΡ}


Γούλιαρης- Από το δημωδ. γούλιαρης, ο λαίμαργος, από το ουσ. γούλα<λατ.gula, το στομάχι των πουλερικών. (ΤΣΑΚΛ)


Γούργουλας- Από το ουσ.γούργουρας, ο. λαιμός (εσωτερικά), λάρυγγας, φάρυγγας και είδος αγγείου. Σχετικό και το ρήμα γουργουρίζω. <λ. ηχοπ.{ΓΛ}


Γούρμος- Από το ιδιωμ. γούρμος, ο ώριμος,< αρχ. ?ριμος.


Γούσιας/Γούσας/Γούτος- Από το τα αντίστοιχα βαφτιστικά, μορφές του ονόμ.Γεώργιος,πρβ. Γεωργούσιας-Γεωργούσας-Γεωργούτος. Η κατάληξη ?ούσης, και οι παραλλαγές της απαντάται ως υποκοριστική σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, ιδίως στα τσακώνικα(βλ. Το Λεξικό της Τσακωνικής Διαλέκτου ,Θανάση Π. Κωστάκη), και σε επώνυμα κυρίως στη Χίο, και ως πατριδωνυμικό. (ΕΕΛΟΝ)


Γραμματικός/Γραμματίκας/Γραμματικόπουλος κ.α.- Από το δημώδ. γραμματικός, ο γραμματέας, από το αρχ. ουσ. γραμματικός. Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 14ο αιώνα, καθώς μεταξύ άλλων αναφέρονται οι Γεώργιος Γραμματικός-Βέρροια-1338, Γραμματικόπουλος-Κρήτη-1452, Μιχαήλ Γραμματικός-Ραδόλιβος(Σέρρες)-1316, κ.α. (ΛΔΗΜ) (BZP) {ΜΣΚ}
Γρίβας- Από το μεσν. γρίβας, άλογο που έχει χρώμα σταχτί, ψαρής, «εις ίππον γρίβαν επιβάς, Διγεν. Ζ3358)< παλαιοτ. γερμ. Ghr?waz μέσω των λατινικών.{ΜΣΚ}


Γρίζας- Από το ν.ε. γρίζα, φόρεμα χρώματος γκρίζου<γαλλ. gris ή ιταλ. griso.{ΜΣΚ}



Γρυπάρης/Γριπάρης- Από το δημωδ.γρυπάρης/γριπάρης, αυτός που ψαρεύει με γρίπο, συσκευή ανάλογη προς την τράτα ή ο κατασκευαστής γριπών, <ελνστ. γρ?πος `δίχτυ ψαρά΄.(ΛΔΗΜ){ΜΣΚ}


Γρούτης- Διαλεκτ.(Χίος), ο πολύ σιωπηλός, αλλά κακής φύσης άνθρωπος.{ΧΓΠ}


Γωβιός/Γοβιός- Από το δημωδ. γωβιός, είδος μικρού ψαριού,<αρχ. κωβιός. Επώνυμο Ευβοιώτη πρωταγωνιστή του ʼ21, (ΛΔΗΜ)




Δ

Δάβαρης(Δαβαράκης,Ντάβαρης)- Από το τουρκ. davar, η κατσίκα, το κοπάδι.(ΕΠΜΑ)


Δαλάκης- Από το τουρκ. dalak, αιχμάλωτος, δούλος.{ΣΗΤΡ}


Δάλας- Ίσως από το αρβανίτικο dhalle=ξυνόγαλο, βλαχ.dala.{ΤΟΖ}


Δαμαλάς- Από το δημωδ. δαμάλι. Αλλιώς το μοσχάρι .<δαμάλιον.{ΜΣΚ}


Δαμανάκης/Δαμιανάκης- Από το βαφτ. Δαμιανός, και την (αρχικά υποκοριστική) κατάληξη ?άκης. Το βαφτ. Αβέβαιου ετύμου, πιθανώς, σύμφωνα με τον Μπαμπινιώτη, σχετίζεται με το αρχ. Δάμων.


Δεμέστικος/Δεμέστιχας- δομέστικος, αρχηγός, διοικητής, <λατ. domesticus{ΜΚΣ}


Δερβίσης- Από το τουρκ. dervis, μοναχός, φτωχός.{ΣΗΤΡ}


ΔΑΛΑΜΑΓΚΑΣ.Τα επώνυμα αυτά τα συναντούμε αυτούσια σε Ιταλούς και Ισπανούς (Dalamaga) και στα οποία έψαξα και βρήκα την ετυμολογική ρίζα ακόμη και το σχετικό οικόσημο.

Τα επώνυμα αυτά τα συναντούμε στα Δυτικά παράλια της Ελλάδας, κυρίως στην Ηπειρο-Νομός Πρεβέζης.
Τα επώνυμα αυτά τα συναντούμε

Δημηνάς- Από την καταγεγραμμένη μορφή του βαφτ. Δημήτριος, Δημηνάς. Η συγκεκριμένη μορφή του Δημήτρης απαντάται στα βορειοελλαδικά ιδιώματα(π.χ. Καταφύγι). (ΒΕΛΒ)
Διγόνης/Διγγόνης-Από το ιδιωμ. διγόνι, διγγόνι,1) ο δισέγγονος,2)το όψιμο αρνί,κατσίκι ή δημητριακό και 3) το ζώο που βυζαίνει δύο μητέρες. (ΤΣΑΚΛ)


Διδάχος- Από το δημωδ. διδάχος, ο διδάσκαλος, και οικισμός στην Αχαΐα, Διδαχέϊκα. (ΛΔΗΜ)


Δικαίος-Από το μεσν. Δικαίος, τοποτηρητής, αναπληρωτής (πολιτικού ή θρησκευτικού άρχοντα).Ως επώνυμο ήδη από την Παλαιολόγια εποχή.{ΜΣΚ}(BZP)


Διμισκής(Ντιμισκής)- Επώνυμο της μάνας του Καραϊσκάκη, της γνωστής καλόγριας. Η λέξη προέρχεται από το ν.ε. διμισκί<δαμασκί, προκ. για μαχαίρι ,δαμασκηνό<βεν. damaschin,πβ.τουρκ. dimi?k?{ΜΣΚ}



Δίπλας- Από το δημωδ. δίπλας/διπλάρι, ο δίδυμος. Επώνυμο γνωστού Σαρακατσάνου αγωνιστή του ʼ21. (ΛΔΗΜ)


Δισάκιας- Από το δημωδ. δισάκι, διπλός σάκος, ταγάρι, < ελνστ. δισάκκιον.


Δογάνης/ Ντογάνης- Από το τουρκ. dogan, γεράκι.{ΣΗΤΡ}


Δοκανάρης - Από το μεσν./δημώδ. δόκανο, ο δοκός, αλλιώς το δοκάνι, <αρχ. δοκός. Σχηματίστηκε με τη συνήθη επαγγελματική κατάληξη ?άρης, βλ.βαρκάρης, γελαδάρης, λυράρης, περιβολάρης κ.τ.λ. . Προφανώς η λέξη δοκανάρης θα είχε τη σημασία του κατασκευαστή ή εμπόρου δοκάνων. (ΛΔΗΜ)
Δοξαράς- ο. κατασκευαστής τόξων, <ουσ. δοξάρι + κατάλ. ?άς. Ως επώνυμο ήδη από την Παλαιολόγεια εποχή.{ΜΣΚ}(BZP)


Δουδούμης- Από το αρβαν. ντουντούμ, το αρσ. κρεμμύδι, που το κάνουν σπόρους.{ΣΗΤΡ}


Δούκας- δουξ ο· δούκας, βυζ.στρατιωτικός ή πολιτικός διοικητής, άρχοντας, <λατ. Dux, Και όχι σπάνιο βαφτιστικό ήδη απο τη βυζαντινή εποχή λόγω της μεγάλης αυτοκρατορικής οικογένειας των Δουκών, όπως έδωσαν και οι άλλες σημαντικές μεσαιωνικές ελληνικές οικογένειες, βλ. Λάσκαρης/Λασκαρίνα, Δούκας/Δούκισα, Ράλλης/Ραλλού, Κομνηνός κ.α.{ΜΣΚ}


Δουλγέρης/Δουληγέρης- Από το τουρκ. d?lger,ο μαραγκός.{ΣΗΤΡ}


Δουσμάνης/Ντουσμάνης- Από το τουρκ. dusman, εχθρός. Η οικογένεια αναφέρεται ήδη απο τον 15ο αιώνα και κλάδη της υπήρχαν/υπάρχουν σε Αθήνα και Κέρκυρα.{ΣΗΤΡ}


Δραγουμάνος- ο· τζουρτζουμάνος· τζουτζουμάνος. Διερμηνέας, <αραβ. tar?um?n < ιταλ. dragomanno - βεν. dragoman.{ΜΣΚ}


Δραγώνας- Ίσως από το μεσν. και δημωδ. δραγόνος, στρατιώτης, πολεμιστής σε σώμα ελαφρού ιππικού,<αντιδ. γαλλ. dragon<λατ.draco<αρχ. δράκων. Ως επώνυμο τουλάχιστον από τον 13ο αιώνα, ως Δραγωνάς στη Χαλκιδική. (BZP) (ΛΜ)


Δρένιος/Ντρένιος- Από το δημωδ. δρένιος-ντρένιος, το ξύλο της οξύας και αυτό που έχει το χρώμα του. Μτφ. ο άμυαλος, ασυνείδητος, και αναίσθητος, < αρχ. επίθ. δρύινος.


Δρίτσας- Από το δημωδ.δρίτσα(συνηθ.πληθ.δρίτσες), ναυτικός όρος, τα σχοινιά από τα οποία κρέμονταν οι αρτέμονες.<ιταλ.drizza.Πρβλ. σχετικά με τη ναυσιπλοία επώνυμα Μάϊνας, Μπαρμπαρέσος, Λαγουδέρης, Φλόκος κτλ συνήθως ιταλικής προέλευσης αφού τα ιταλικά(βενετικά) ήταν ηlinguafranca και περίπου επίσημη γλώσσα των ναυτικών την περίοδο της δικής μας τουρκοκρατίας. (ΛΔΗΜ)


Δρόλαπας- Από το δημωδ. δρόλαπας/δρολάπι, ο σφοδρός άνεμος συνοδευόμενος από έντονη βροχή, λαίλαψ.<υδρολαιλάπιον<αρχ.?δρο- + λα?λαψ.Πρβλ. σχετικά επών.(άνεμ.) Πουνέντης, Μαΐστρος, Μελτέμης κτλ (ΛΔΗΜ) (Λ.Τ)


Δρούγγας- Από το ηπειρωτικόδρούγκα «το αδράχτι χωρίς σφοντίλι»,σχετικό με το βλαχ. druga «ρόκα για γνέσιμο», αλβ. drug? «αδράχτι», σλαβ. drongu «το κοντάρι».{ΤΟΖ}


Δυοβουνιώτης- Επώνυμο γνωστού αγωνιστή του ʼ21. Το επώνυμο δηλώνει καταγωγή από το χωριό Δύο Βουνά, ν. Φδιώτιδος, δ. Γοργοποτάμου.{ΤΠΝΜ}


Ε
Εμφιετζόγλου- Από το τουρκ.emfiye=το ταμπάκο, καπνός. Εμφιετζής ο παραγωγός καπνού.{ΣΗΤΡ}



Ευταξίας- Από το μεσν. ευταξίας, εκκλησιαστικό αξίωμα, ο υπεύθυνος για την τήρηση της ευταξίας την ώρα της λειτουργίας. (ΛΔΗΜ)
Ζ
Ζάβαλης- Από το τουρκ. zavalli, δυστυχισμένος, κακόμοιρος.{ΣΗΤΡ}


Ζαβιτσάνος-Επώνυμο που δηλώνει τον κάτοικο που προέρχεται από το χωριό Ζάβιτσα(σημ. Αρχοντοχώρι) της Αιτωλοακαρνανίας.Το τοπωνύμιο πιθανώς είναι σλαβικό και σχετίζεται με το σλαβ.zaba=βατράχι.{ΤΠΝΜ}


Ζαββός- Προέρχεται από τη ν.ε. λέξη ζαβός, που δηλώνει τον τρελό,άμυαλος. Αβέβαιης ετυμολογίας . (Λ.Μ)


Ζαβράκος- Από το αραβ.τουρκ. zavrak, βαρκάκι, είδος λαγηνιού.{ΣΗΤΡ}


Ζάβρας- Ίσως από το βλαχ. javra, το ζαγάρι, το κοπρόσκυλο.{ΤΟΖ}


Ζαγάρης- Από το μεσν. ζαγάριν, <αραβ.τουρκ. zagar, λαγωνικό.{ΣΗΤΡ}


Ζαγκανιάρης-σχετικό με το επίθετο δαγκανιάρης, που συνηθίζει να επιτίθεται και να δαγκώνει.{ΦΔΚ}


Ζαΐμης- κατά την περίοδο της Tουρκοκρατίας, ο ιδιοκτήτης ή επικαρπωτής γαιών που είχε την υποχρέωση, σε περίοδο πολέμου, να δίνει στο σουλτάνο ορισμένο αριθμό ιππέων, τουρκ. Za?m{ΜΚΣ}



Ζάκουρας- Από το ιδιωμ. ζάκουρας,1)το μέρος της δούγας που εξέχει από τον πάτο του ξύλινου βαρελιού, και μτφ.2) ο μικρόσωμος, βραχύσωμος άνθρωπος. <μεσν.(Λεξ.Σουιδα)ζάκορον, και ο υπηρέτης<διάκορος. (ΤΣΑΚΛ)


Ζαμάνης- Από το τουρκ. zaman, χρόνος, καιρός, ν.ε. ζαμάνι.{ΣΗΤΡ}


Ζαμπάκης- Από το ν.ε. ζαμπάκι, , ο κρίνος, τουρκ. zambak {ΣΗΤΡ}


Ζαμπέτας- Μητρων. επώνυμο σχετικό με το βαφτ. Ζαμπέτα, γυναικείο όνομα που διαδόθηκε στην Ελλάδα μετά την Βενετοκρατία/ Φραγκοκρατία, <ιταλ.Elisabetta<ελλην.Ελισάβετ<εβρ.Elisheva, που σημαίνει «όρκος Θεού». {ΚΥΘΝ}


Ζαμπίτης- Αστυνομικό όργανο κατά την τουρκοκρατία,< τουρκ. z?bit.{ΜΣΚ}


Ζαμπούνης- Ο ασθματικός, αδύνατος.<τουρκ.zabun{ΓΛ}


Ζαργάνης-είδος ψαριού, μσν.ζαργάνα, ζαργάνη < ελνστ.ζαργάν(η){Λ.Τ.}


Ζαρίφης- Από το αραβ.τουρκ. zarif, χαριτωμένος, κομψός, λεπτός.{ΣΗΤΡ}


Ζάρκος- Από το ιδιωμ. ζάρκος/ζόρκος, ο γυμνός, άγν. ετυμ.Και ζαρκώνομαι, αλλιώς το ντύνωμαι. Ίσως σχετικό με το σάρκα. (ΜΣΚ)(ΛΔΗΜ)

Ζαρπαλής- Από το τουρκ. zarpali, ορμητικός, σφοδρός.{ΣΗΤΡ}


Ζάρπας- Από το τουρκ. zarp, ορμή.(default.wink.gif{ΣΗΤΡ}


Ζαχείλας(Τζαχείλας)- Από το διαλεκτ.(βορ.Ελλ.) ζαχείλας,τζαχείλας ή τραχείλας, ο άνθρωπος με πρησμένα χείλη. (ΚΖΛ)


Ζέβλας- Από το ιδιωμ.(Στερεά Ελλάδα) ζέβλα, ξύλινο εξάρτημα σε σχήμα U απʼόπου δένονταν ο ζυγός για να γίνει το όργωμα. Σχετικό με το κοινό ζευγάς. {ΓΛΑΙΤ}

Ζεγγίνης- Από το τουρκ. zengin, πλούσιος.{ΣΗΤΡ}


Ζιώγας- Από την παραλλαγή του ονόματος Γεώργιος στη βόρεια Ελλάδα, χρησιμοποιούμενο και από βλαχόφωνους. Παρόμοιες παραλλαγές, Τζιώγας,Τζόγγας,Ζόγκας. {ΜΓΤΧ}


Ζόγκας- Από το αρβανίτικο zog, πτηνό, το πουλί. (ΧΡΑΡΒ)


Ζολότας- Από το οθωμανικό νόμισμα zolota(αργυρό νόμισμα αξίας 30 παράδων) και με τη σειρά του από το αρχ.σλαβ. zlato «χρυσός».{ΤΟΖ}


Ζορμπάς- Από το αραβ.τουρκ. zorba, ο ταραξίας, αντάρτης.{ΣΗΤΡ}


Ζουγλός/Ζουγλής/Ζουγλάς/Ζουγλάκης- Από το μεσν. ζουγλός, ο ανάπηρος, και ζουγλοχέρης ο κουλοχέρης.(ΜΣΚ)


Ζουλούμης- Από το αραβ.τουρκ. zulum, αδικία, πίεση.{ΣΗΤΡ}


Ζυγούρης-ζυγούρι, αρνί ηλικίας δύο χρόνων. μσν. ζυγούριν < ζυγ(ός) (επίθ.) ?ούριν,(Τριαντ.){ΤΟΖ}


Ζυμπρακάκης- Από ιδιωμ. ζύμπραγος <αρχ. σύμπραγής, ο δίδυμος.{ΣΗΤΡ}


Ζώτος- Από το αρβαν. ζοτ-ι, κύριος, θεός, άξιος. Εχει και τη σημασία του ιερέα.{ΣΗΤΡ}


Ζώχιος- Από το ιδιωμ. ζόχιοι,οι. Είδος χόρτου. Ο αρχ. σόγχος.{ΣΗΤΡ}


Θ


Θέμελης- Από το βαφτ. Θέμελης, και αυτό με τη σειρά του από το ουσ. θεμέλιο.{ΤΟΖ}



Θεριακός-Από το δημωδ. θεριακός, ο γερός, ο κοτσονάτος, μτφ. το θεριό. (ΛΔΗΜ)
μοςT ? ? ? ?- @|- δυνος,< μσν. απόκοτος. (ΤΣΑΚΛ)(ΛΤ)


Θερμός/Θερμογιάννης/Θερμολιάς/Θερμίδης- Από το δημωδ. θέρμη, η ζεστασιά, θερμός ο ζεστός. Μτφ. Ο ένθερμος, ο εγκάρδιος αλλά και ο ζωηρός και ευκίνητος,<αρχ. επίθ. θερμός.


Θρασκιάς- Από το διαλεκτικό θρασκιάς, ο άνεμος που φυσάει από τη Θράκη.Μτφ. ο Θρακιώτης.
(ΗΜΕ)


Θράψας- Διαλεκτ.(Χίος), θράψα, γεωργική σανίδα, κυρτή στο μπροστά μέρος, Για τη «θράυση» βώλων.Ίσως Θράψας ο κατασκευαστής τέτοιων σανιδών. {ΧΓΠ}


Ι


Ιντζές- Από το τουρκ. ince, λεπτός, φίνος, πονηρός.{ΣΗΤΡ}

http://greek-lastnames.blogspot.gr/2009/05/blog-post_9090.html
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΘΕΤΟΥ ΣΟΥ ΑΠΟ - Α - Ι."

Τα ιστιοφόρα της ΑΟΖ


Του Νίκου Λυγερού

Η ιδέα του Νίκου Καραβαζάκη περί ιστιοπλοΐας στο ελληνικό απέραντο γαλάζιο μπορεί να φανεί φιλόδοξη, αλλά έχει νόημα και πρέπει να την προωθήσουμε με κάθε τρόπο. Μπορεί μάλιστα να τη συνδυάσουμε με τους εορτασμούς για τα 100 χρόνια της απελευθέρωσης των Δωδεκανήσων από τον τουρκικό ζυγό. Είναι μία ευφυής και ειρηνική προσπάθεια της ανάδειξης της σημασίας και της αξίας της θέσπισης της ΑΟΖ το 2012 από την πατρίδα μας. Είναι ένας τρόπος πρακτικός να συμμετάσχει ο ελληνισμός σε όλα τα επίπεδα και από όλα τα μέρη του κόσμου, για να υποστηρίξουν το όλο εγχείρημα. Η περιήγηση στο Αιγαίο αλλά και πέρα από αυτό, αφού η ΑΟΖ ξεχειλίζει από αυτό το στενό πλαίσιο. Επιπλέον, τώρα η ελληνική ΑΟΖ μέσω της κυπριακής, έχει γίνει μία ευρωπαϊκή υπόθεση. Αν επιπλέον σκεφτούμε την περιοχή των Δωδεκανήσων ως ένα ιστορικό χώρο, όπου το θέμα της Ιπποσύνης δεν είναι μία ουτοπία, τότε η όλη προσπάθεια παίρνει μία μορφή που έχει βάθος και μεγαλείο. Τα ιστιοφόρα της ΑΟΖ έχουν λοιπόν έναν ευρωπαϊκό και ξεκάθαρο προσανατολισμό, δίχως να περιορίζονται από φοβικά σύνδρομα με γειτονικές σχέσεις. Κανένας δεν μπορεί να μας εμποδίσει να διεκδικήσουμε ειρηνικά τα δικά μας δικαιώματα. Όπως πήγαιναν όλοι οι Ινδοί να μαζέψουν αλάτι στη θάλασσα, ενώ ήταν απαγορευμένο από τους αποικιοκράτες, έτσι κι εμείς θα βρεθούμε με τα ιστιοφόρα μας στην ΑΟΖ μας. Επίσης δεν πρέπει να ξεχάσουμε τη βραδύτητα του πανιού. Με άλλα λόγια η ιδέα μας δεν είναι να είμαστε περαστικοί και να περάσουμε γρήγορα από αυτά τα μέρη. Αντιθέτως, θέλουμε να αργήσουμε σε αυτά, διότι είναι η πατρίδα μας. Θα πηγαίνουμε όσο πιο αργά γίνεται για να είμαστε σχεδόν σαν τους ακίνητους ανθρώπους που διασχίζουν τον χρόνο. Ο ελληνισμός γεννήθηκε στη θάλασσα και από αυτή δυναμώνει εδώ και αιώνες. Από αυτή μάθαμε τους ανέμους. Ο Μαϊστρος, ο Λεβάντες, ο Γαρμπής, ο Πουνέντες, ο Γραίγος, ο Σιρόκος, η Τραμουντάνα, η Όστρια είναι λέξεις μας από το γαλάζιο λεξικό. Σε αυτό έχουμε χαράξει και τα νησιά με το μίνιο και με το φούμο, τα νησιά με το σπόνδυλο καποιανού Δία, τα νησιά με τους έρημους ταρσανάδες τα νησιά με τα πόσιμα γαλάζια ηφαίστεια, όπως λέει ο Οδυσσέας Ελύτης. Όλα αυτά δεν είναι απλώς ουτοπίες αλλά πραγματικότητες που δεν πρέπει να ξεχάσουμε μέσα στην μιζέρια. Και δεν πρόκειται να μας επηρεάσουν οι γειτονικές απειλές, διότι εμείς τις γράφουμε στις αρχές μας. Διότι πιστεύουμε μόνο και μόνο στις αξίες μας. Η ιστιοπλοΐα στο απέραντο γαλάζιο μπορεί να υλοποιηθεί εξαρτάται μόνο από εμάς. Άξιος ο Ζωοδότης της Ελλάδος: Η θάλασσα μας!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Τα ιστιοφόρα της ΑΟΖ"

ΑΟΖ, γαλλικό παράδειγμα και σύμπλεγμα Καστελλορίζου


Του Νίκου Λυγερού
Όσοι πιστεύουν ότι το σύμπλεγμα Καστελλορίζου είναι μακριά και δεν μπορεί να υποστηριχθεί από το ελληνικό κράτος ας εξετάσουν τι κάνει το γαλλικό κράτος με τα Διασκορπισμένα νησιά στον Ινδικό ωκεανό. Αυτά τα νησιά βρίσκονται στο σύνολό τους γύρω από τη Μαδαγασκάρη. Πιο συγκεκριμένα πρόκειται για τα νησιά: Γκλοριόζος, Χουάν ντε Νόβα, Μπάσσας ντα Ίντια, Ευρώπα και Τρομελίν. Τα Διασκορπισμένα Νησιά αποτελούν τη Πέμπτη περιφέρεια των Γαλλικών Νότιων και Ανταρκτικών εδαφών. Ενώ κανένα δεν έχει μόνιμους κατοίκους, όλα εκτός από ένα έχουν αεροδρόμιο με μήκος μεγαλύτερο 1000 μέτρων. Η διοίκηση αυτών των νησιών βρίσκεται στο νησί Ρεϊνιόν. Αν σε αυτά τα νησιά προσθέσουμε και τη Μαγιότ που έγινε επίσημα το 2011, το 101 διαμέρισμα της Γαλλίας, τότε η συνολική ΑΟΖ που προσφέρουν στη Γαλλία είναι περισσότερα από ένα εκατομμύριο τετραγωνικά χιλιόμετρα. Κι αν νομίζουν μερικοί ότι αυτά τα νησιά είναι εύκολες υποθέσεις σε σχέση με το δικό μας σύμπλεγμα του Καστελλορίζου ας θυμηθούν ότι ο Μαυρίκιος διεκδικεί το Τρομελίν, οι Κομόρες και οι Σεϋχέλλες τα Νησιά Γκλοριόζος και η Μαδαγασκάρη τα υπόλοιπα Διασκορπισμένα νησιά. Όμως η Γαλλία τα υποστηρίζει έμπρακτα με τη συχνή παρουσία επιστημόνων και στρατιωτικών. Μετά από αυτά τα στοιχεία, ο καθένας μας βλέπει σίγουρα διαφορετικά τα νησιά που αποτελούν το σύμπλεγμα Καστελλορίζου: Άγιος Γεώργιος, Αγριελιά, Βουτσάκια, Μαύρο Ποΐνάκι, Μεγίστη, Πολυφάδος, Ρω, Στρογγύλη, Τραγονέρα, Ψωμί και Ψωραδιά. Και πόσο κοντινά είναι όταν τα βλέπουμε με αυτόν τον τρόπο. Αυτά τα νησιά προσφέρουν μία τεράστια ΑΟΖ στην Ελλάδα. Και είναι χάρη σε αυτά που η Ελλάδα έχει τη δεύτερη μεγαλύτερη ΑΟΖ μέσα στη Μεσόγειο, όπως η Γαλλία έχει τη δεύτερη μεγαλύτερη ΑΟΖ στον κόσμο λόγω και αυτή των νησιών της. Το γαλλικό παράδειγμα των Διασκορπισμένων νησιών δείχνει τη μεθοδολογία που πρέπει να ακολουθήσουμε με το σύμπλεγμα Καστελλορίζου. Δεν είναι λοιπόν τα μεγέθη των νησιών που έχουν τόση σημασία, αλλά η έκταση της ΑΟΖ που δημιουργεί η ύπαρξή τους και μόνο. Γι’ αυτό το λόγο πρέπει να ενισχύσουμε την οικονομική τους δραστηριότητα και να ξεκαθαρίσουμε σε όλους τους ραγιάδες ότι δεν πρόκειται να τα εγκαταλείψουμε ακόμα και ας τα κατηγορούν ότι προκαλούν ενοχλήσεις στην διπλωματία. Η διπλωματία έχει νόημα και μόνο μέσα στις δυσκολίες, διότι βρίσκει τρόπο να τις ξεπεράσει. Σκοπός μας δεν είναι η διευκόλυνσή της, σκοπός μας είναι η αξιοποίηση της ελληνικής ΑΟΖ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΑΟΖ, γαλλικό παράδειγμα και σύμπλεγμα Καστελλορίζου"

ΑΝΘΗΡΗ Η ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ.


ΤΑ ΤΗΛΕΒΟΛΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΒΛΗΤΙΚΗΣ



Από τις δύο μεγάλες σχολές μηχανικών της Αρχαίας Ελλάδας, της Σικελικής του Αρχύτα του Ταραντίνου και της Αλεξανδρινής του Διάδη του Πελαίου, έμελλε να προκύψει η γένεση του πρώτου πυροβόλου όπλου. Η πολύχρονη χρήση των βλητικών μηχανών στην μακεδονική εκστρατεία της Ασίας, εξάντλησε κάθε πειραματικό στάδιο μηχανικών εφαρμογών και έδωσε την δυνατότητα να αναζητηθούν νέες μορφές όπλων με ακόμα καλύτερη κατασκευή και αυξημένο βεληνεκές.



Στις ραψωδίες Δ και Φ της Οδύσσειας, ο Όμηρος, αναφερόμενος στον περίφημο τοξότη Πάνδαρο και στο ισχυρότατο τόξο του με το οποίο τραυμάτισε το Μενέλαο, καθώς και στο εξίσου ισχυρότατο τόξο του Οδυσσέα με το οποίο σκοτώθηκαν οι μνηστήρες από το μοναδικό αξιόλογο χειριστή του, παρουσιάζει τις αρχαιότερες αρχές της βλητικής. Στα δύο παραπάνω τόξα διαφαίνεται η ανάγκη της αύξησης του βεληνεκούς και η ανάλογη ανάγκη της αύξησης της ισχύος του. Τόσο οι τοξότες, οι ιπποτοξότες ή εφιπποτοξότες (Ηρόδοτος 9,49) όσο και οι ακοντιστές (Θουκυδίδης 3,97 και Ηρόδοτος 8,90), υπήρξαν αντικείμενο ιδιαίτερης μελέτης από τους αρχαιότερους μηχανικούς. Το βεληνεκές και η ισχύς του βλήματος αφενός και τα όρια φυσικής αντοχής του χειριστή αφετέρου, διαπιστώθηκε ότι βρίσκονταν σε μια αλληλοεξάρ-τηση αναλογιών. Με τις εμπειρίες της γνώσης αυτής, η βλητική πέρασε στο δεύτερο στάδιο του διάμεσου (δηλαδή της χρήσης αντικειμένου με την παρεμβολή κάποιου μέσου). Στο στάδιο αυτό, μετά τη χρήση των τόξων καθιερώνονται και οι σφενδόνες.



Μάλιστα τα ομηρικά κείμενα αναφέρονται σε ένα εκλεκτό τύπο πολεμιστή για τον οποίο δεν υπάρχει θέση στη σύγχρονη πολεμική διαδικασία. Πρόκειται για τον αμφιδέξιο πολεμιστή. Στην κατηγορία αυτή ανήκε, για παράδειγμα, ο Αστερόπαιος, ο οποίος «εξεσφενδόνιζε ταυτόχρονα δύο δόρατα, αφού ήταν μοναδικό στο να χρησιμοποιεί και τα δύο του χέρια με τον ίδιο τρόπο» (Ιλιάδα Φ162-163). Αυτό δείχνει ότι οι δεξιόχειρες και αριστερόχειρες τοξότες και σφενδονίτες δεν αντιστοιχούσαν σε δύο σύνολα στρατιωτών, αλλά σε ένα με τις ειδικότητες χειριστού τόξου και χειριστού σφενδόνης.



Σύμφωνα με το Στράβωνα, οι σφενδόνες επινοήθηκαν από τους Αιτωλούς στην περίοδο των πολέμων τους εναντίον των Επειών. Στην αρχική κατασκευή τους περιγράφονται σαν κοινοί ιμάντες πλατύτεροι στο μέσον, ή σαν τεμάχια δέρματος με προέκταση ιμάντων, ταινιών, σχοινιών ή αλυσίδων (κώλων) στα άκρα τους. Ο όρος «βελοσφενδόνη» που συναντάται στον Πλούταρχο (Σύλλας, 18), αναφέρεται στην εξέλιξη του όπλου αυτού, όπως και η κεστροσφενδόνη (βλέπε Επιστήμη και Τεχνολογία, τεύχος 2). Η τελειότερη μορφή της εξέλιξης αυτής ήταν η χειροβαλλίστρα, φορητή χειροσφενδόνη με μεγάλη βλητική δύναμη λόγω της χρήσης μεταλλικών ελατηρίων. Η χρήση του όπλου αυτού στα πεδία των μαχών ήταν αρκετά αποτελεσματική, και ακριβώς για το λόγο αυτό συναντάμε τη συμμετοχή σώματος σφενδονιτών στο στρατό του Δημήτριου του Πολιορκητή, στα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα. Η μηχανοποίηση της τοξοβολίας, όπως φαίνεται από τις μετέπειτα κατασκευές, χωρίστηκε σε δύο σχολές έρευνας και εφαρμογής.



Στις έρευνες των σχολών αυτών το αντικείμενο επικεντρώθηκε στο βεληνεκές, στην αποτελεσματικότητα, στην πρακτική εφαρμογή, στην οικονομία στρατιωτικών δυναμικού και, οπωσδήποτε, στην ενέργεια που απαιτούσε σφαιρικές και πολυποίκιλες γνώσεις. Για το λόγο αυτό διαπιστώνουμε πως οι εφαρμογές πρωτότυπων θεωριών, όπως αυτή των συνδυασμών, αναγνωρίστηκαν και διερευνήθηκαν πρώτα με τη διαίσθηση και ύστερα με την πρακτική χρήση. Μάλιστα, αν μεταφερθούμε στο πεδίο δοκιμών του νεογέννητου πυροβολικού του 4ου π.Χ. αιώνα, θα δούμε τη θεωρία των συνδυασμών σε πλήρη εφαρμογή. Χειριστές, σημειωτές, γεωμέτρες, τοπογράφοι και εκτιμητές συμβάλλουν στην ανεύρεση του σωστού βεληνεκούς, όπου το βλήμα θα μεταφέρει και θα αυξήσει στην πορεία του την ορμή και τη δύναμη της αρχικής του ενέργειας. Ο συνδυασμός για τη λύση τέτοιων προβλημάτων, με ανομοιογενή υλικά βλητικής (πέτρες, βέλη, ακόντια, μολύβδινα βλήματα, πυρφόρα υλικά και άλλα) είχε σαν αποτέλεσμα την αυξομείωση του μεγέθους των τηλεβόλων. Η μία σχολή προσανατολίστηκε προς τη σμίκρυνση και η άλλη προς τη μεγέθυνση των μηχανών. Τα αντίστοιχα κατασκευάσματα τους διακρίνονται στις λιθοβόλες σφενδόνες και τις χειροβαλλίστρες αφενός, και στις βαλλιστρίδες και τους τριταλινυαίους καταπέλτες αφετέρου. Ωστόσο, η ιστορία των βλητικών αυτών μηχανών αριθμεί τουλάχιστον δύο χιλιετίες.



«ETODOMO», ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΤΕΡΟΙ ΟΠΛΟΠΟΙΟΙ

Η προπαρασκευή για πόλεμο, η οποία και δημιούργησε τις αρχαιότερες συντεχνίες κατασκευαστών όπλων, ήταν άμεσα εξαρτημένη από τους σιδεράδες, χαλκουργούς ή ορειχαλκουργούς, που στα συλλαβικά κείμενα της μυκηναϊκής εποχής τους συναντάμε με το γενικό όρο «ΚΑΚΕWΈ». Μια ενδιαφέρουσα προφορά του όρου αυτού, που προτείνεται από τον καθηγητή Πολ Φορ, η «ΚΗΑLΚΕWΕS» ανταποκρίνεται στο ετυμολογικό φάσμα που συνδέει τις αρχαιότερες μορφές του ελληνικού αλφάβητου (κυπριακό και κρητομυκηναϊκό) με σημερινά τοπωνύμια (Χαλκίδα, Χαλκιδική και άλλα) και, πάνω απ' όλα, μας δίνει την ουσιαστική ερμηνεία του παρακάτω χωρίου του ιστορικού Διόδωρου του Σικελιώτη: «Οι δε Τύριοι χαλκείς έχοντες τεχνίτας και μηχανοποιούς κατασκεύασαν φιλότεχνα βοηθήματα». (Ιστορική βιβλιοθήκη 12, 43) Τα φιλότεχνα βοηθήματα, διάφορες βλητικές και άλλες αμυντικές μηχανές (βλέπε Επιστήμη και Τεχνολογία, τεύχος 3), όπως βλέπουμε, ήταν κατασκευασμένα από τους «χαλκείς» (ορειχαλκουργούς) που αναφέρει ο Διόδωρος, δηλαδή τους «ΚΗΑLΚΕWΕS». Σε αυτούς λοιπόν αναφέρονται οι Μυκηναίοι άρχοντες, όταν χρειάστηκε να γίνει αναγκαστική εκποίηση μετάλλων για την κατασκευή όπλων, όπως αναφέρεται σχετικά:



Οι επίτροποι και οι επιστάτες, οι έπαρχοι, οι κλειδούχοι, οι ελεγκτές των καρπών και των συγκομιδών θα παραδώσουν τον ορείχαλκο των ιερών για να κατασκευαστούν αιχμές ακοντίων και λάμες σπαθιών στις παρακάτω αναλογίες: Ο επίτροπος της Πίσας δύο κιλά, ο έπαρχος 750 γραμμάρια. (Πινακίδα ΡΥ, Jn 829).



Αξίζει να σημειωθεί ότι από την παράδοση αυτή κατασκευάστηκαν 34.000 αιχμές βελών. Οι ενεπίγραφες πινακίδες της Κνωσού, της Πύλου και των Μυκηνών που αναφέρονται στους ορειχαλκουργούς ξεπερνούν τις εκατό. Αν σε αυτές προσθέσουμε και άλλες συναφείς που αναφέρονται στους οπλοποιούς (ETOMODO), στα μέταλλα των ναών (KAKO NAWIYO) ή στους τοξότες (KEKIDE), θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως η οπλοποιία στήριξε το δόγμα της προπαρασκευής για πόλεμο και δημιούργησε τις βασικές προϋποθέσεις για την εξέλιξη της μηχανικής. Η αλληλένδετη σχέση της οπλοποιίας με τη μηχανική στηρίχθηκε από το απώτατο παρελθόν στις πλουσιοπάροχες στρατιωτικές χορηγίες. Μετά την Αθήνα και τις Συρακούσες, όπου γεννήθηκε το αρχαιότερο πυροβολικό, η Αλεξάνδρεια και η Ρόδος παρουσίασαν με τη σειρά τους αξιόλογες σχολές. Η οικονομική ευμάρεια, η ίδρυση της γνωστής Βιβλιοθήκης και η συγκέντρωση της γνώσης στην Αλεξάνδρεια, δημιούργησαν το αρχαιότερο πολυτεχνείο της ιστορίας. Σε διάστημα τριών αιώνων στη σχολή αυτή διερευνήθηκε το ευρύτερο φάσμα των θετικών επιστημών.



Οι χορηγίες των Πτολεμαίων, μεταξύ άλλων, έδωσαν τη δυνατότητα στους ερευνητές να στραφούν στη μελέτη της τελειοποίησης των μακεδονικών πολεμικών μηχανημάτων και στη λύση των προβλημάτων που παρουσίαζε η χρήση τους.



Τα έργα των μηχανικών, Αρχιμήδη (Περί των μηχανικών θεωρημάτων προς Ερατοσθένην έφοδος), Φίλωνα Βυζαντίου (Μηχανική Σύνταξις) Αθηναίου (Περί Μηχανημάτων), Κτησιβίου (Υπομνήματα Μηχανικά), Βίτωνα (Κατασκευαία Πολεμικών Οργάνων) και Ήρωνα του Αλεξανδρέα (Χειροβαλλίστρας Κατασκευής και Συμμετρία), θεωρούνται ο πυρήνας πάνω στον οποία διαμορφώθηκε η επιστήμη της βλητικής. Στη συνέχεια δίνουμε τις περιγραφές δύο τηλεβόλων της Αλεξανδρινής εποχής, όπως παρουσιάστηκαν αυτές στα πρακτικά της Ακαδημίας Επιστημών του Βερολίνου στις αρχές του αιώνα μας. Πρόκειται για διασωθέντα αποσπάσματα από τη Μηχανική Σύνταξη του Φίλωνα και τα Βερολοποιϊκάτου Ήρωνα Κτησίβιου. Ο πλήρης τίτλος του δεύτερου έργου Ήρωνος Κτησίβιου Βελοποιϊκά δεν έχει εξακριβωθεί σε ποιον συγγραφέα ανήκει. Σημειώνουμε όμως πως στις κατασκευές του Κτησίβιου, οι περιγραφές των οποίων διασώθηκαν από μεταγενέστερους συγγραφείς, αναφέρονται τριών ειδών τηλεβόλα με τα οποία μπορούσε να εκτελεστεί βολή βαρέων λίθων σε μεγάλη απόσταση. Στις δύο κατασκευές η βολή γινόταν με πεπιεσμένο αέρα (αερότονα τηλεβόλα), ενώ στην τρίτη με τη χρήση ελατηρίων ή τεντωμένων χορδών.



ΗΡΩΝΟΣ ΚΤΗΣΙΒΙΟΥ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΛΕΒΟΛΩΝ





Το σπουδαιότερο και αναγκαιότερο μέρος των φιλοσοφικών πραγματειών είναι το περί αταραξίας, για την οποία έχουν γίνει και εξακολουθούν να γίνονται πάρα πολλές έρευνες από τους φιλοσόφους. Νομίζω ότι δε θα βρεθεί τέλος στην έρευνα αυτή με τα λόγια. Η επιστήμη της μηχανικής εγκατέλειψε τη θεωρητική διδασκαλία περί της αταραξίας και διδάσκει στους ανθρώπους τον τρόπο να ζουν χωρίς ταραχή, χρησιμοποιώντας μόνο ένα μικρό μέρος από αυτή, δηλαδή την κατασκευή τηλεβόλων. Με την κατοχή της γνώσης αυτής δε θα διαταραχτούν ποτέ οι άνθρωποι, ούτε όταν ζουν ειρηνικά, ούτε όταν επιτεθούν εναντίον τους εσωτερικοί ή εξωτερικοί εχθροί, ούτε όταν εκραγεί πόλεμος. Γι' αυτό πρέπει οι άνθρωποι να γνωρίζουν για πάντα αυτό το μέρος της μηχανικής και να το φροντίζουν ιδιαίτερα. Πραγματικά, σε περιόδους ειρήνης είναι δυνατόν να αναμένει ο καθένας ότι αυτή θα διατηρηθεί περισσότερο, όταν οι άνθρωποι ασχολούνται με την κατασκευή τηλεβόλων. Με την τακτική αυτή, οι άνθρωποι θα ζουν ειρηνικά, και όσοι επιθυμούν να τους κάνουν κακό, βλέποντας ότι ασχολούνται με την κατασκευή τηλεβόλων, δε θα επιτεθούν. Όταν όμως παραμελήσουμε αυτή την προπαρασκευή, οι κάτοικοι των πόλεων, κινδυνεύουν από κάθε επιβολή ακόμα και τη μικρότερη.



Οι προηγούμενοι από μας συγγραφείς έγραψαν πολλές πραγματείες για την κατασκευή τηλεβόλων και καθιέρωσαν μέτρα και διατάξεις γι' αυτές. Επειδή όμως κανένας από αυτούς δεν παρουσίασε την κατασκευή και τη χρήση των μηχανών κατάλληλα, αλλά διαπραγματεύθηκε το θέμα νομίζοντας ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ειδικοί και θα το κατανοήσουν, νομίζουμε ότι πρέπει να παρουσιάζουμε το θέμα από την αρχή για να γίνει αμέσως κατανοητό. θα αναφερθούμε δηλαδή στην κατασκευή τηλεβόλων γενικά και στη συνέχεια, στα μέρη, στις ονομασίες, στη σύνθεση, στη σύνδεση, στις διατάξεις, και στη χρησιμοποίηση καθενός από αυτά. Από τα τηλεβόλα λοιπόν, άλλα μεν καλούνται ευθύτονα, άλλα δε παλίντονα. Μερικοί ονομάζουν τα ευθύτονα σκορπιούς, λόγω της ομοιότητας του οχήματος τους με τους σκορπιούς. Τα μεν ευθύτονα βάλλουν μόνο βέλη, τα δε παλίντονα βάλλουν λίθους, ρίχνουν βέλη ή και τα δύο. Γι' αυτό και μερικοί τα ονομάζουν λιθοβολά. Σκοπός της κατασκευής των τηλεβόλων είναι να κατευθύνουμε το βέλος σε προσδιορισμένο στόχο, ώστε το χτύπημα του να είναι ορμητικό. Γι' αυτό θα πρέπει να υπάρχει και η ανάλογη φροντίδα στα τηλεβόλα. Βέλος ονομάζεται κάθε τι εκτο-ξευόμενο από τα τηλεβόλα ή από άλλη πηγή εκτόξευσης (εννοεί ανθρώπους). Η αρχική ιδέα για την κατασκευή των τηλεβόλων προέρχεται από την ανάγκη της αύξησης του βεληνεκούς των τόξων που έβαλαν τα βέλη με τη χρησιμοποίηση των χεριών. Επιδιώκοντας, οι άνθρωποι, να βάλουν με τα τόξα μεγαλύτερα βέλη για να αυξήσουν το βεληνεκές, έκαναν τις χορδές των τόξων μεγαλύτερες, δηλαδή μεγάλωσαν ανάλογα και τα τόξα. Η μεταβολή αυτή όμως δημιούργησε και την ανάλογη ανάγκη της μεγαλύτερης δύναμης για το τέντωμα της χορδής του τόξου. Για το σκοπό αυτό λοιπόν επε-νόησαν το εξής.



ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΛΕΒΟΛΩΝ ΤΟΥ ΦΙΛΩΝΑ

Ο Φίλωνας χαιρετά τον Αρίστωνα. Το μεν βιβλίο που σου αφιέρωσα πριν περιείχε τα περί της κατασκευής λιμένων. Τώρα δε πρέπει όπως σου είπα και στον πρόλογο, να μιλήσουμε για την κατασκευή τηλεβόλων, την οποία μερικοί ονομάζουν κατασκευή (πολεμικών) μηχανών. Αν όλοι οι προηγούμενοι που ασχολήθηκαν με το θέμα αυτό είχαν χρησιμοποιήσει την ίδια μέθοδο, δε θα προέκυπτε άλλη ανάγκη παρά να παρουσιάσουμε τις διατάξεις μόνο των τηλεβόλων επειδή αυτές είναι αντίστοιχες μεταξύ τους. Επειδή όμως διαπιστώνουμε ότι οι προηγούμενοι έχουν διαφορές όχι μόνο στις αναλογίες των μερών μεταξύ τους, αλλά και στη βασική και θεμελιώδη έννοια της κάνης που δέχεται το βλήμα, νομίζω, ότι είναι καλό να παραλείψω τις αναφορές των παλαιών (κατασκευαστών) και να παρουσιάσω τις μεταγενέστερες από τεχνικής άποψης μεθόδους, οι οποίες ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των κατασκευών των μηχανημάτων. Το ότι η τέχνη αυτή είναι δυσκολονόητη και πολύπλοκη για τους πολλούς, νομίζω πως δε σου διαφεύγει. Πραγματικά, πολλοί κατασκευαστές τηλεβόλων, αν και χρησιμοποίησαν την ίδια διαδικασία για τη σύνθεση συγκεκριμένου μεγέθους τηλεβόλων με την ίδια διάταξη (διάρθρωση) και ίδια ξύλινα και σιδερένια τεμάχια, χωρίς να μεταβάλλουν ούτε το βάρος τους, αλλά από αυτά (τα τηλεβόλα), τα έκαναν να βάλλουν μακριά και να επιφέρουν ισχυρά χτυπήματα και άλλα, να υπολείπονται από τα προηγούμενα. Μάλιστα, όταν ρωτήθηκαν σχετικά με το πρόβλημα αυτό δεν μπορούσαν να δώσουν ικανοποιητική εξήγηση. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να γνωρίζει ο κάθε κατασκευαστής τον κανόνα του αγαλματοποιού Πολύκλειτου σύμφωνα με τον οποίο, 'η επιτυχία (ενός έργου) εξαρτάται από τις πολλές αριθμητικές αναλογίες, όπου και η παραμικρή απόκλιση έχει αποφασιστική επίδραση'. Έτσι συμβαίνει και στην τέχνη αυτή, όπου για την κατασκευή των τηλεβόλων χρησιμοποιούνται πολλές αριθμητικές σχέσεις. Μια μικρή παρέκκλιση, μπορεί να καταλήξει στο τέλος σε μεγάλο σφάλμα. Για το λόγο αυτό νομίζω ότι, πρέπει ο κατασκευαστής να μεταφέρει τη διάρθρωση των κατασκευασθέντων τηλεβόλων στο δικό του τρόπο κατασκευής, ιδιαίτερα δε όταν θέλει να αυξήσει τις αναλογίες ή να τις κάνει μικρότερες. Ελπίζω πως οι κατασκευαστές που θα χρησιμοποιήσουν τη συμβουλή μου δε θα τα αγνοήσουν αυτά. Αλλά τώρα ας μιλήσουμε για τις γενικές αρχές. Μερικοί από τους αρχαίους θεωρούσαν ότι το βασικό και θεμελιώδες στοιχείο και μέτρο για την κατασκευή των τηλεβόλων είναι η διάμετρος της κάνης. Γι' αυτό, δεν την έκαναν στην τύχη, αλλά με κάποια ορισμένη μέθοδο, η οποία επέτρεπε για όλα τα μεγέθη με τον ίδιο τρόπο να βρίσκονται οι ορθές αναλογίες. Για να το πετύχουν αυτό χρησιμοποίησαν το μόνο δυνατό τρόπο των δοκιμών, δηλαδή της αύξησης και της μείωσης της διαμέτρου της κάνης. Οι αρχαίοι λοιπόν δεν το τελειοποίησαν αυτό, όπως ισχυρίζονται, ούτε εξακρίβωσαν το σωστό μέγεθος της κάνης, γιατί δεν είχαν αποκτήσει ανάλογη πείρα από μαζικές κατασκευές τηλεβόλων, αφού μετά από κάθε κατασκευή έκαναν δοκιμή. Οι μεταγενέστεροι κατασκευαστές εξετάζοντας τα σφάλματα των προηγουμένων και λαβαίνοντας υπόψη τα πειράματα που έγιναν μετά από αυτούς, εισήγαγαν τη σταθερή μέθοδο των αρχών και της θεωρίας της κατασκευής, δηλαδή τα της κατασκευής της διαμέτρου του σωλήνα που δέχεται το βλήμα. Αυτό το πέτυχαν τώρα τελευταία οι τεχνίτες της Αλεξάνδρειας, οι οποίο έλαβαν μεγάλη οικονομική ενίσχυση από τους ενδιαφερόμενους φιλόδοξους και φίλους της μηχανικής βασιλείς.



Το ότι δεν είναι δυνατόν να βρεθούν όλα με θεωρητικούς υπολογισμούς και με μεθόδους της μηχανικής, γιατί πολλά βρίσκονται και με την πειραματική μέθοδο, είναι γνωστό και από πολλές άλλες αναφορές, όχι όμως λιγότερο και από αυτά που πρόκειται να παρουσιάσω. Τις αναλογίες των οικοδομικών έργων δεν ήταν δυνατόν να τις διατυπώσουν από την αρχή, αν δεν είχαν υπόψη την προηγούμενη εμπειρία, η οποία φαίνεται τόσο στα παλιά οικοδομήματα που στο σύνολο τους ήταν άτεχνα, όσο και στις κατά μέρος κατασκευές. Βρέθηκε λοιπόν ο σωστός τρόπος δόμησης ύστερα από πολλές εμπειρίες.



Έτσι λοιπόν μερικά τμήματα των οικοδομικών είχαν τον ίδιο όγκο και ήταν κατακόρυφα, ενώ στο μάτι φαίνονταν ασύμμετρα λόγω της οφθαλμαπάτης. Με δοκιμές αυξομείωσης του όγκου και κάθε είδους πειράματα, όπως κατασκευές κόλουρου κώνου, τα έκαναν σύμμετρα στην όραση και εύρυθμα γιατί αυτός ήταν ο σκοπός στην τέχνη αυτή. Ο σκοπός δε της κατασκευής των τηλεβόλων είναι το μεγάλο βεληνεκές και το ορμητικό χτύπημα, και ακριβώς για το σκοπό αυτό έγιναν τα πειράματα και οι περισσότερες έρευνες, θα σου παρουσιάσω λοιπόν τα πορίσματα μας, αφού και εμείς εδώ στην Αλεξάνδρεια συναναστραφήκαμε πολλούς τεχνίτες που ασχολούνται με αυτά, αλλά και στη Ρόδο γνωριστήκαμε με αρκετούς αρχιτέκτονες (μηχανικούς) και κοντά τους είδαμε τα καλύτερα τηλεβόλα, η κατασκευή των οποίων πλησιάζει προς τη μέθοδο που θα σου περιγράψω στη συνέχεια. Υπολογίζεται σε μονάδες το βάρος του βλήματος, με τη βάση του οποίου (βάρους) θα κατασκευαστεί το τηλεβόλο και αφού βρεθεί το πλήθος αυτών (των μονάδων), υπολογίζεται η κυβική ρίζα αυτού και αφού προσθέσουμε στην ευρεθείσα κυβική ρίζα το ένα δέκατο αυτής, τόσους δακτύλους κατασκευάζουμε τη διάμετρο της κάνης. Αν όμως η κυβική ρίζα του βάρους δεν είναι ρητός αριθμός, λαμβάνουμε αυτό (το βάρος) κατά προσέγγιση. Τώρα, αν μεν είναι μεγαλύτερο προσπαθούμε να ελαττώσουμε ανάλογα το ένα δέκατο, αν δε είναι μικρότερο προσθέτουμε το ένα δέκατο ολόκληρο.



ΑΡΧΑΙΑ ΚΕΝΤΡΑ ΕΡΕΥΝΩΝ

Από τις περιγραφές των τηλεβόλων Ηρωναίου του Κτησίβιου και του Φίλωνα προκύπτουν ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα, τόσο για τα παρασκήνια της πολιτικής στο χώρο της κατασκευής μαζικών όπλων, όσο και για τον αγώνα δρόμου μεταξύ των σχολών μηχανικής της Ρόδου και της Αλεξάνδρειας. Στο κείμενο του Κτησίβιου γίνεται εκτενής αναφορά του δόγματος «περί αταραξίας» (ειρήνης), όπου η συνεχής προπαρασκευή για πόλεμο αποτελεί ειρηνικό σκοπό. Στην προσπάθεια του να δώσει ένα κατανοητό κείμενο γύρω από τις μηχανικές κατασκευές, υποδηλώνει έμμεσα την επικράτηση των τεχνοκρατών επιστημόνων, στοιχείο που επιβεβαιώνεται και ιστορικά. Με τον ίδιο σαφή τρόπο, ο άλλος πολυτάλαντος μηχανικός, ο Φίλωνας, παρουσιάζει έμμεσα τον ανταγωνισμό που υπήρχε μεταξύ των κατασκευαστών τηλεβόλων της Ρόδου και της Αλεξάνδρειας. Τόσο στη Ρόδο όσο και στην Αλεξάνδρεια ακολούθησαν την επιτυχημένη τακτική της σικελικής σχολής, δηλαδή της συγκρότησης μιας ειδικής σχολής μηχανικών, όπου λειτουργούσε και ένα κέντρο στρατηγικών ερευνών. Στις Συρακούσες γύρω στο 40 π.Χ. ο τύραννος Διονύσιος, προπαρασκευαζόμενος τότε για πόλεμο κατά των Καρχηδονίων, ήταν ενήμερος της πολεμικής τεχνολογίας τους που προερχόταν από τη μητρόπολη τους στην Τύρο. Ο ιδρυτής της σχολής μηχανικών της φοινικικής Τύρου Κοθάρ-Χάσης, των συγκαριτικών πινακίδων του 14ου π.Χ. αιώνα (βλέπε και Ugaritic Manual) αντικατοπτρίζει την δαιδαλική τεχνολογία της μινωικής Κρήτης. Η δραστηριότητα του Δαίδαλου η οποία συνυπάρχει στο μύθο και στην ιστορία, εμπεριέχει ουσιαστικά την τεχνολογία των αρχαιοτάτων μεταλλουργών της Μεσογείου, δηλαδή των Μινωιτών (Πλίνιος Historia Naturalis 7, 197). Η επίδραση της δαιδαλικης τεχνολογίας στη Μικρά Ασία διακρίνεται και στις «βιομηχανικές» πόλεις Δαίδαλο της Λυκίας και Χαλκητώριο της Καρίας. Η ετυμολογία των ονομάτων αυτών δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας πως πρόκειται για τα κέντρα των αρχαίων συντεχνιών των ορειχαλκουργών. Το ναυάγιο του 13ου π.Χ. αιώνα στα νοτιοδυτικά της Φασήλιδας, στο Ιερό Ακρωτήρι της Λυκίας, όπου βρέθηκε ολόκληρο εργαστήριο ορειχαλκουργού, επιβεβαιώνει την επίδραση της μινωικής τεχνολογίας στις ανατολικές ακτές της Μεσογείου. Ο ίδιος ο Δαίδαλος πρόσφερε τις υπηρεσίες του στο Σικελό βασιλιά Κώκαλο. Όλα αυτά τα γνώριζε προφανώς ο Διονύσιος. Μετά την καταστροφή της Τύρου, η πολιορκία της Ρόδου παρουσίασε ένα είδος «έκθεσης» των βλητικών μηχανημάτων και των πολιορκητικών μηχανών της εποχής. Μάλιστα αναφέρεται από τον Πλίνιο (Historia Naturalis XXX, 18) ότι για την κατασκευή του περίφημου Κολοσσού της Ρόδου από το Χάρη το Λίνδιο, «δαπανήθηκαν εκατό τάλαντα, ποσό που προήλθε από την εκποίηση τω πολεμικών μηχανών που εγκατέλειψε ο Δημήτριος (ο Πολιορκητής) μετά την ανεπιτυχή πολιορκία του, το 305-304 π.Χ. ». Στο τέλος του 1ου μ.Χ. αιώνα ο διάσημος Ρωμαίος μηχανικός Σέξτος Ιούλιος Φροντίνος δήλωνε σχετικά με τις έρευνες της βλητικής. «Οι εφευρέσεις των πολεμικών μηχανημάτων έφτασαν από καιρό στο τέλος των ορίων τους και δε βλέπω στο μέλλον κάποια ελπίδα βελτίωσης της πολεμικής τέχνης» (Στρατηγήματα III,Ι). Ωστόσο, η τεχνολογική κατασκοπία εξαφάνισε το τηλεβόλο του Αρχιμήδη, το οποίο έμελλε να «επανακαλυφθεί» μετά από 15 αιώνες.



ΤΟ ΤΗΛΕΒΟΛΟ ΤΟΥ ΑΡΧΙΜΗΔΗ









Ο πατέρας της Αναγέννησης Φραγκίσκος Πετράρχης (1304-1374) ενθάρρυνε τους φίλους του να τον βοηθούν στην αναζήτηση χαμένων χειρογράφων της ελληνικής και της λατινικής λογοτεχνίας και στην αντιγραφή αρχαίων επιγραφών, γιατί, όπως έγραψε ο ίδιος, τα κλασικά κείμενα αποτελούσαν ιστορικά ντοκουμέντα και «ήταν το πολυτιμότερο εμπόρευμα από όσα πωλούσαν οι Κινέζοι και οι ’ραβες» («EPISTOLAE VARIAE» 29). Πράγματι, σαν κυνηγός χειρογράφων, αντέγραψε ιδιοχείρως όσα δεν μπορούσε να αγοράσει και ταυτόχρονα είχε μισθωμένους αντιγραφείς. Αν και αντίθετος του εκκλησιαστικού κατεστημένου, σε ηλικία 42 χρόνων βρέθηκε προϊστάμενος της εκκλησίας της Πίζας.



Σε μια εκκλησιαστική βιβλιοθήκη της Βερόνας ανακάλυψε ένα χαμένο χειρόγραφο του Κικέρωνα, ενώ στη Λιέγη βρήκε το λόγο «PROARCHIA» του ίδιου συγγραφέα. Ο μεγάλος αυτός σοφός λοιπόν, που το πάθος του για την αρχαιότητα του έκανε να ντύνεται με την τήβεννο των αρχαίων συγκλητικών, είναι ο μόνος συγγραφέας που αναφέρεται σχετικά στο τηλεβόλο του Αρχιμήδη. Στο έργο του «DE REMEDIIS URTIUSQUE FORTUNAE» (Περί θεραπευτικών μέσων εκατέρας των τυχών) διαβάζουμε:



Έχω αναρίθμητες μηχανές και βλητικά (βαλλιστικά) μηχανήματα. Τον μη επιδεκτικόν μίμησης κεραυνό κατόρθωσε να τον μιμηθεί η ανθρώπινη μανία καταστροφικότητας. Οι εξακοντιζόμενοι από τις νεφέλες του ουρανού κεραυνοί, εξεσφενδονίζονται τώρα από ένα φονικό μηχάνημα (όργανο), η κάνη του οποίου είναι κατασκευασμένη από σκληρό ξύλο. Μερικοί πιστεύουν ότι το μηχάνημα αυτό εφευρέθηκε από τον Αρχιμήδη, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας των Συρακουσών από τα στρατεύματα του στρατηγού των Ρωμαίων Μάρκελλου. Αλλά, όμως, εκείνος (ο Αρχιμήδης) εφεύρε αυτό, στην προσπάθεια του να διαφυλάξει την ελευθερία των συμπολιτών του και να αποτρέψει την καταστροφή της πατρίδας του.



Ωστόσο δε θέλησε να προχωρήσει στην τεχνική περιγραφή του όπλου αυτού. Το μυστικό διατηρήθηκε έναν ολόκληρο αιώνα μετά το θάνατο του Πετράρχη και παρουσιάστηκε από έναν άλλο συλλέκτη αρχαίων χειρογράφων, ο οποίος μάλιστα την ιδιοποιήθηκε. Πρόκειται για το διάσημο Ιταλό ζωγράφο και μηχανικό Λεονάρντο Ντα Βίντσι (1452-1519) που στην πραγματεία του με τίτλο Architronio παρουσίασε το παραπάνω τηλεβόλο.





Τα σχέδια και οι σημειώσεις του αναφέρονται στο μηχάνημα για το οποίο μας πληροφορεί ο Πετράρχης. Πρόκειται για ένα τηλεβόλο με κάνη δύο μέτρων μήκους και διάμετρο μερικά εκατοστά. Στο άκρο της κάνης που ο χειριστής τοποθετούσε το σφαιρικό βλήμα, ήταν προσαρμοσμένο μέσα σε ένα δοχείο το οποίο ήταν κλεισμένο αεροστεγώς. Το δοχείο αυτό θερμαινόταν μέχρι το σημείο της διαπύρωσης. Από άλλο δοχείο, το οποίο βρισκόταν λίγο ψηλότερα, μεταφερόταν απότομα με τη χρήση ειδικής στρόφιγγας νερό στο διάπυρο δοχείο. Η ενέργεια που δημιουργούσε η αστραπιαία μετατροπή του νερού σε ατμό, εξεσφενδόνιζε το βλήμα. Ο καθηγητής Ευάγγελος Σταμάτης που ασχολήθηκε διεξοδικά με τα έργα του Αρχιμήδη, υποστηρίζει ότι το σφαιρικό βλήμα του τηλεβόλου ήταν λίθινο ή μεταλλικό, βάρους 36 κιλών και κάλυπτε ένα βεληνεκές έξι σταδίων, περίπου 1200 μέτρα. Αν και ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι δεν αναφέρει την πηγή των πληροφοριών του για την κατασκευή του τηλεβόλου, σήμερα είναι επίσημα παραδεκτό ότι πρόκειται για το μηχανικό επίτευγμα του Αρχιμήδη. Σε μια συλλογική εργασία αφιερωμένη στους κώδικες και τα σχέδια του Λεονάρντο Ντα Βίντσι, η οποία παρουσιάστηκε σε ειδικό ένθετο του περιοδικού Europeo tο 1982, γίνεται μία πλήρης παρουσίαση του έργου, συμπεριλαμβανομένων και των κωδίκων της Μαδρίτης που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα, το 1967, καθώς επίσης και ενός άλλου χειρογράφου που βρέθηκε στη Φλωρεντία και εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1975 από τον Cadro Pedretti. Στην εργασία αυτή, από την οποία προέρχεται και το πρωτότυπο σχέδιο του τηλεβόλου του Λεονάρντο, οι παραπάνω ερευνητές αναφέρονται «στο κανόνι θερμικής ενέργειας του Αρχιμήδη, το οποίο παρουσίασε ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι σε ένα χειρόγραφο της περιόδου 1487-1490». Μάλιστα οι ίδιοι συμπεραίνουν ότι ο Λεονάρντο χρησιμοποίησε τις πληροφορίες του Πετράρχη ή άλλες πηγές που ακόμα παραμένουν απροσδιόριστες (σημειώνοντας το όνομα του ιστορικού Gugliemo Di Pastregno). Στο ίδιο κείμενο επίσης διαπιστώνεται και το συμπέρασμα πως η χρήση θερμικής ενέργειας στο όπλο του Λεονάρντο προέρχεται από τις «περί ατομικίνηοης» θεωρίες του Ήρωνα της Αλεξάνδρειας.



Η καταστροφή της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας αποτέλεσε την τροχοπέδη της καλπάζουοας τεχνολογικής έρευνας, η οποία κυοφορούσε ήδη την επιστήμη της ρομποτικής (αυτοματοποιητικής) με τις γνωστές κατασκευές του Ήρωνα και των άλλων μηχανικών. Το αποτέλεσμα της διασποράς των επιστημόνων και των έργων που διασώθηκαν θεωρείται σαν μια από τις μεγαλύτερες απώλειες του ελληνισμού. Τα δευτερεύοντα πνευματικά κέντρα της εποχής (Αθήνα, Ρόδος, Πέργαμος, Κόρινθος, Αντιόχεια) δε στάθηκαν ικανά να προσελκύσουν τη διανόηση της Αλεξάνδρειας. Οι επερχόμενες δυνάμεις των Ρωμαίων, του χριστιανισμού, των Βυζαντινών και της αραβικής διανόησης, επωφελούμενες από τη διασπορά αυτή, επιδόθηκαν στην αφομοίωση των όσων απέμειναν. Το τέλος της Αλεξανδρινής σχολής, επίσης, συνδέεται και με τους συλλέκτες των παλιών χειρογράφων. Από τις πληροφορίες του Σενέκα αλλά και τη θωράκιση των Αράβων με πολλά βλητικά μηχανήματα, φαίνεται ότι, η δεύτερη μεγάλη διασπορά της διανόησης των ελληνιστικών κέντρων της Ανατολής, που έγινε μεταξύ 6ου και 7ου μ.Χ. αιώνα, ωφέλησε ιδιαίτερα τους ’ραβες. Έτσι εξηγούνται και τα χιλιάδες ακαταχώρητα αραβικά χειρόγραφα της βιβλιοθήκης του πανεπιστημίου της Ινδικής πόλης Aligarth.



Συνδετικοί κρίκοι της αλεξανδρινής εποχής με την Αναγέννηση είναι, ο νεοπλατωνικός πανεπιστήμονας Πρόκλος, ο αρχιτέκτονας-μηχανικός Καλλίνικος ο Ηλιουπολίτης, ο Μάρκος ο Γραικός, ο Ηρών ο Βυζάντιος και άλλοι σοφοί τους οποίους θα δούμε στη συνέχεια της έρευνας για τους σχεδιαστές όπλων του Βυζαντίου.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αριστοτέλης, Φυσικής Ακροάσεως Α,Β, Γεωργιάδης Αθήνα 1970.



Ερμηνευτικό Λεξικό Αρχαιοελληνικών Στρατιωτικών Όρων, Διεύθυνση Εκδόσεων Αρχηγείου Στρατού, Αθήνα 1890.



Ουίλσον, Σμιθ. Λεξικό Ελληνικών και Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων, Αθήνα 1890.



Σταμάτης, Ευάγγελος. ’παντα του Αρχιμήδη, Έκδοση Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, 1964

__________. Ανθολογία Αρχαίων Κειμένων, 1960



__________. ’ρθρα και Ομιλίες, 1974



__________. Αρχιμήδους Μηχανικά, Αθήνα 1946.



Στεφανίδης, Μιχαήλ. Εισαγωγή στην Ιστορία των Φυσικών Επιστημών, Αθήνα 1938.



"Το συνεχές κύμα και το ασυνεχές βλήμα στην προσωκρατική περίοδο" Γενική Ιστορία των Επιστημών, τόμος 1ος. Δ. Βογιατζής Αθήνα 1957.



Χαραλαμπόπουλος, Γιώργος. "Η τεχνολογία της Μακεδονικής Στρατιά" Επιστήμη και Τεχνολογία, τεύχος 2, 1992.

__________. "Περί πολιορκητικών μηχανών" Επιστήμη και Τεχνολογία, τεύχος 3, 1992.



"Capire Leonardo" Europeo, 23, 1982.



Diels, H & E. Schram. "Ήρωνος Κτηοίβιου Βελοποιικα", Ανακοίνωση αριθμός 2 του 1917 στην Ακαδημία των Επιστημών του Βερολίνου (πρακτικά), Βερολίνο 1917.



__________. "Εκ των Φίλωνος Βελοποιϊκών Λόγος 8", Ανακοίνωση 16 του 1919 στην Ακαδημία των Επιστημών του Βερολίνου (πρακτικά). Βερολίνο 1919.



Gordon, Cyrus. Ugaritic Manual, Ρώμη 1958.



__________. Ugaritic Literature, Ρώμη 1949.



Whitcomb, M. "Epistolaw Variae" στο Literary Source Book of the Italian Renaissance, Philadelphia, 1900.



Η Πρώτη δημοσίευση του άρθρου έγινε στο περιοδικό Επιστήμη και Τεχνολογία, τεύχος 10, Μάρτιος-Απρίλιος 1994 με τίτλο Η Βλητική στην Αρχαία Ελλάδα.



Του Γιώργου Χαραλαμπόπουλου

Πτυχίο (Μηχανολογία)



ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΙΚΤΥΟ 2009μ.Χ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΑΝΘΗΡΗ Η ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ"

Ακόμη μια απάτη της εφημερίδας ‘ Νόβα Μακεντόνια’- Нова Македонија





Οι Κάφροι των Σκοπίων που γράφουν στην εφημερίδα Νόβα Μακεντόνια,  οι γνωστοί δημοσιογράφοι που  κάνουν συστηματική πλύση εγκεφάλου  στο σλαβικό λαό των Σκοπίων  για να τον εμπεδώσουν στο «μακεδονικό» παρελθόν του, αναφέρουν ένα  απόσπασμα από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζον Άνταμς,  ότι αναγνώρισε τη Μακεδονία  το 1783!


Κυκλοφορούν τον τίτλο: «САД се залагале за независна Македонија уште пред два века?!» δηλαδή, « Οι ΗΠΑ υποστήριζαν μια ανεξάρτητη Μακεδονία πριν από δύο αιώνες;!»

Οι Κάφροι αυτοί όταν εντοπίσουν ονομασίες με γεωγραφικό περιεχόμενο όπως Ελλάς, Μακεδονία, Ιλλυρία, Θράκη, ακόμη και Θεσσαλία ή Ήπειρος, κραυγάζουν ότι υπάρχει εθνολογικός ή κρατικός διαχωρισμός μεταξύ των γεωγραφικών αυτών περιοχών της αρχαιότητας.

Εν προκειμένω,  δημοσίευσαν  ένα κείμενο με το οποίο λένε ότι οι ΗΠΑ πριν από δύο αιώνες είχαν αναγνωρίσει τα Σκόπια!

Προσωπικά, με εξέπληξε αυτή η φασιστική άποψη της λιγδιασμένης εφημερίδας των Σκοπίων.

Αφού δημοσίευσε τάχα το πρωτότυπο κείμενο της επιστολής  του Αμερικανού προέδρου, ενώ είναι αντιγραφή και παραποίηση από τον Goce Pangovski, που ανερυθρίαστα το δημοσιεύει.

Δεν θα ασχοληθούμε με την διπλωματία της εποχής εκείνης κατά την οποία οι ΗΠΑ είχαν αντιμέτωπες  τις αυτοκρατορίες της Αυστρίας, της Ρωσίας και των Οθωμανών και επεδίωκαν  την επέκταση του εμπορίου τους με τη διάσπαση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Η ηγεμονική τάση των Ηνωμένων Πολιτειών παρουσιάζεται από τότε όταν ο Άνταμς σε επιστολή του  προς  τον Robert Livingston εκφράζει την άποψη της δημιουργίας Δημοκρατιών στην περιοχή των Βαλκανίων που τότε ήταν υπό της  Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Τι παρουσιάζει  το δημοσίευμα - απάτη:
(παρουσιάζουμε το κείμενο όπως είναι φωτογραφημένο από την εφημερίδα των Σκοπίων, τάχα, ως πρωτότυπο)

“The project of setting at liberty the whole country of ancient Greece, Macedonia, and Illyricum, and erecting independent Republics in those famous seats, however splendid it may appear in speculation, is not likely to be seriously entertained by the two Empires (meaning Austria and Russia), because it is impracticable. The Greeks of this day, although they are said to have imagination and ingenuity, are corrupted in their morals to such a degree, as to be a faithless, perfidious race, destitute of courage, as well as of those principles of honor and virtue, without which nations can have no confidence in one another, nor be trusted by others.”

 Η πρώτη επισήμανση της απάτης και παραποίησης είναι η λέξη με κόκκινο χρώμα,  ενώ το πρωτότυπο αναφέρει μόνον για το ελληνικό έθνος -
a nation γράφει το πρωτότυπο και όχι nations-έθνη, στην περιοχή!

Το πρωτότυπο κείμενο αρχίζει :

In order to judge of the Object,  which the two Empires have in view, we should look e little into the Geography of those Countries.

Δηλαδή:

Για να κριθεί  το αντικείμενο , στο οποίο οι δύο αυτοκρατορίες έχουν μπροστά τους,  θα πρέπει να δούμε λίγο μέσα την γεωγραφία αυτών των χωρών.

Γεωγραφία, λοιπόν, από τότε η Μακεδονία και η Ιλλυρία. Και αυτό αποκρύπτεται από την εφημερίδα, γιατί, σαφώς, δεν την συμφέρει στη φασιστική διασπορά της.

Το πρωτότυπο κείμενο αναφέρει  ως  «Whole country of ancient Greece», δηλαδή όλη την αρχαία περιοχή της Ελλάδας,  την Μακεδονία και την Ιλλυρία, και πιο κάτω δεν μιλά για έθνη της περιοχής (nations, όπως παραποιήθηκε)  αλλά για το ελληνικό έθνος  - a Nation-.

Ένα έθνος και όχι Έθνη, κύριοι της Нова Македонија και γεωγραφική περιοχή η Μακεδονία όχι εθνολογική ή ...κρατική!

Σταματήστε, πια, να σπέρνετε δηλητήριο στο δύσμοιρο λαό σας!

Κάποια μέρα θα ξυπνήσει και θα σας φτύσει κατάμουτρα!
Το πρωτότυπο κείμενο εδώ

--
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Ακόμη μια απάτη της εφημερίδας ‘ Νόβα Μακεντόνια’- Нова Македонија"
Related Posts with Thumbnails