Τα αποκαλυφθέντα έγγραφα επαληθεύουν τον ύπουλο ρόλο τον οποίο ο Μακάριος διαδραμάτισε στην εθνική υπόθεση! Ένα ύπουλο ρόλο τον οποίο μετά, με επιτήδεια προπαγάνδα, κατάφερε, βγάζοντας την ουρά του απ΄έξω,να φορτώσει αποκλειστικά στον κατά τ΄άλλα συνεργό του, κουφό πολιτικό, φυγόστρατο και μέγα εθνοπροδότη, επίσης επονομαζόμενο και εθνάρχη, που φέρει το τουρκογενές όνομα Καραμαν-(Α)λής (Κωνσταντίνος).
Ως γνωστό, μετά τις κρυφές συνομιλίες, τις οποίες ο «μέγα εθνάρχης» Μακάριος είχε με τον μασώνο Τορναρίτη στις Σεϋχέλλες, ως ένας ξεδιάντροπος επίορκος, εγκατέλειψε το στόχο της Ένωσης, στον οποίο έδωσε τον γνωστό όρκο στην εκκλησία της Φανερωμένης και έφερε στο προσκήνιο θέμα ανεξαρτησίας. Αμέσως μετά τον ηρωικό θάνατο του Γρηγόρη Αυξεντίου, ο Μακάριος άρχισε να μεμψιμοιρεί για αχρείαστες θυσίες και άρχισε να αναπτύσσει στους συνεξόριστούς του την ιδέα της ανεξαρτησίας. Μίαν ανεξαρτησία στην οποία αυτός ονειρευόταν να δοξασθεί ως δήθεν εθνάρχης . Και όντως με τις ευλογίες του ΑΚΕΛ, του βρώμικου κεφαλαίου και συνεπικουρούμενος από τους μανδαρίνους του ζυριχικού κράτους διέπρεψε ως ψευδεπίγραφος τέτοιος! Χέρι με χέρι με τον κάθε λογής τριτοκοσμικό «ηγέτη» : τον Χαϊλέ Σελασιέ, το Νεχρού, το Νάσερ, τον Τίτο. Και κατάφερε να εκλέγεται με το ζηλευτό από κάθε δικτατορίσκο ποσοστό του 96%. Σε μια εποχή, που την έζησαν οι παππούδες μας, όπου όλα τα σκιάζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά. Όπου γιαουρτωνόταν ο ανθυποψήφιος του, όπου δολοφονούνταν αγωνιστές μέρα μεσημέρι παρουσία εκατοντάδων μαρτύρων αλλά χωρίς να ιδρώσει το αυτί της εξουσίας, ούτε καν μια έρευνα από τον συνένοχό του υπερυπουργό Γιωρκάτζη, ο οποίος αργότερα επληρώθη με τα ίδια «επίχειρα»! Όπου ο κάθε αντιφρονών ετύγχανε “ιδιαίτερης περιποίησης” στην Πύλη Πάφου! Όπου ετέθησαν οι βάσεις του εκφυλισμού, του εκμαυλισμού και διαφθοράς! Τα βλαστάρια του Μακαριακού παρακράτους κυβέρνησαν έκτοτε τον τόπο και τον οδήγησαν από το έπος στην παρακμή! Τα όσα κοινωνικά και πολιτικά έκτροπα βιώνουμε μέχρι σήμερα, είναι απότοκο της τότε εποχής!
Όλα αυτά έφεραν τον διχασμό και τον εμφύλιο σπαραγμό με αποκορύφωμα το απονενοημένο πραξικόπημα ως σχεδιασμένο προπομπό της τουρκικής εισβολής!
Και όσοι μωροί αποτολμήσουν να πουν ότι η ανεξάρτητη Κύπρος βιώνει καλύτερους οικονομικούς δείκτες από την Ελλάδα και ότι αν ήταν ενωμένη τώρα θα δεινοπαθούσε μαζί με την υπόλοιπη Ελλάδα, θα αντιτάξουμε τούτο: ότι Ελλάδα και Κύπρος θα έφτιαχναν έναν Ελληνισμό θωρακισμένο με σύνορα από τα Βαλκάνια μέχρι τη Μέση Ανατολή! Ένα κράτος διεκδικητικό , και όχι ψωμοζήτουλα της περιοχής! Μια περιφερειακή μικρή υπερδύναμη που θα ανταγωνιζόταν το Ισραήλ και θα είχε την Τουρκία στη γωνιά! Και ας μην μας διαφεύγει το γεγονός ότι την Ελλάδα από περήφανη χώρα σε ψωμοζήτουλα την κατήντησαν οι περίφημοι δημοκράτορες της μεταπολίτευσης και του εκσυγχρονισμού, οι ειρηνολάγνοι του δόγματος του καρπαζοεισπράκτορα, το οποίο συνηθίζεται να αποκαλείται δόγμα της (τάχα) ” μικρής πλην εντίμου Ελλάδος” ! Αυτοί οι ειρηνολάγνοι οι οποίοι καταρήμαξαν τα δημόσια ταμία και αύξησαν την περιουσία τους με επαύλεις στο Κολωνάκι και στο εξωτερικό! Ναι, τη μίζερη Ελλάδα τη δημιούργησαν οι ομόσταυλοι αυτών των κωλοκυπρίων, που σήμερα τη χλευάζουν!
Για όλο το παρασκήνιο των Σεϋχελών μπορεί να ανατρέξει κανείς στο βιβλίο του συνεξόριστου του Μακαρίου, Παπασταύρου Παπαγαθαγγέλου: “Η Μαρτυρία μου” σελ. 425 και επόμενες αλλά και στο προ διετίας εκδοθέν βιβλίο του Άντη Ροδίτη: « Δέκα χιλιάδες Μέλλισσες». Απόσπασμα από το βιβλίο του Άντη Ροδίτη αναρτήσαμε παλαιότερα http://antistasi.org/?p=12437 και αναρτούμε ξανά μετά το επίκαιρο, σχετικό δημοσίευμα της Φανούλας Αργυρού.
Ονήσιλος Κρατερός
ΚΕΑ
Τα «ξεχασμένα» έγγραφαΤΗΣ ΦΑΝΟΥΛΑΣ ΑΡΓΥΡΟΥ
Στη δημοσιότητα έδωσε το Φόρεϊν Όφις αρχεία που τηρούνταν στις αποικίες
Πώς αντέδρασε ο Μακάριος από τις Σεϊχέλλες στις προτάσεις Ράτκλιφ, γιατί στάλθηκε εκεί ο Κρίτων Τορναρίτης και πώς οι Άγγλοι παρακολουθούσαν τις αξιώσεις για ένωση με την Ελλάδα και τις αντίστοιχες τουρκικές κινήσεις
Τα έγγραφα αυτά, πρέπει να τονιστεί, είναι εντελώς ξεχωριστά απ’ όλα τα υπόλοιπα που ανήκουν σε Υπουργεία του Λονδίνου και αποδεσμεύονται κατά τακτά διαστήματα κατά τη διάρκεια του κάθε χρόνου. Είναι έγγραφα που διατηρούσαν οι πρώην αποικιακές κυβερνήσεις στις κατά τόπους αποικίες. Μεταφέρθηκαν στο Λονδίνο απ’ όλες τις αποικίες το 1963 και κρατούνταν μυστικά σε αρχεία του Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας και Υπ. Άμυνας στο Hayes και αργότερα τη δεκαετία του 1990 μεταφέρθηκαν σε άλλο αρχείο στο Hanslope Park. Η διάσωσή τους οφείλεται στη δίκη που ξεκίνησαν εναντίον της Βρετανίας για αποζημιώσεις ζώντες Κενυάτες, πρώην Μάου Μάου που βασανίστηκαν από τους Βρετανούς αποικιοκράτες.
Όταν το Δικαστήριο ζήτησε από το Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας (Φόρεϊν Όφις) να παρουσιάσει τα όποια έγγραφα είχε για τη δεκαετία του 1950, αρνήθηκε την ύπαρξή τους. Όμως, οι έρευνες απέδωσαν και αποκαλύφθηκε ότι όντως υπάρχουν μάλιστα κατά χιλιάδες. Η απόκρυψη της ύπαρξης των εγγράφων αυτών προσέβαλε την αξιοπιστία του Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας, με αποτέλεσμα ο Υφυπουργός για Αφρικανικές Υποθέσεις να διατάξει έρευνα για το όλο θέμα, διορίζοντας τους Professor Tony Badger, Paul Mellon Professor of American history and Master of Clare College από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, να επιβλέψουν τη μετάβαση των εγγράφων και την αποδέσμευσή τους.
Αν δεν ήταν για τη δίκη των Κενυατών τα έγγραφα αυτά τελικά θα καταστρέφονταν, σύμφωνα με τις αποφάσεις της ομάδας που τα επέβλεπε, και που τώρα βρίσκεται στο μικροσκόπιο της έρευνας για την αμέλειά της, με τη δικαιολογία ότι καμία χώρα προέλευσης δεν ενδιαφέρθηκε γι΄αυτά τα «migrated archives», όπως τα ονόμασαν. (Πηγή για τα αποικιακά έγγραφα – Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας).
«Κρυμμένη» κυπριακή ιστορία
Η ολοκλήρωση των αποδεσμεύσεων, που αφορούν όχι μόνο την Κύπρο, ξεκίνησε σήμερα (18.4.2012) και θα ολοκληρωθεί τον Νοέμβριο του 2013. Η πρώτη δόση περιλαμβάνει, όσον αφορά την Κύπρο, έγγραφα από το 1912 μέχρι το 1939, με εξαίρεση τους δύο φακέλους που καλύπτουν την εξορία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στις Σεϊχέλλες. Σύμφωνα με τις δηλώσεις των υπευθύνων του Αρχείου, η δεύτερη δόση των αποδεσμεύσεων όσον αφορά την Κύπρο θα περιλαμβάνει συγκεκριμένα την περίοδο της ΕΟΚΑ, τις αστυνομικές κτηνωδίες «Police brutality», όπως επιγραμματικά μας λέχθηκε από τον υπεύθυνο επιτηρητή των εγγράφων, έναντι των συλληφθέντων, τη μεταφορά τους στις φυλακές στη Βρετανία, την εκπαίδευση στη Βρετανία αστυνομικών στις Φυλακές Κύπρου, πληροφοριοδότες και άλλα.
Σημειώνεται όμως και παρ’ όλον ότι λέχθηκε ότι μόνο το 1% των εγγράφων είναι που παραμένει δεσμευμένο σύμφωνα και με τις οδηγίες του Φόρειν Όφις, που επιδιώκει πλήρη διαφάνεια, παρατηρήσαμε ότι στα έγγραφα για την Κύπρο: Αναφορές για το Κίνημα για την Ένωση παραμένουν κλειστές για 121 χρόνια (αποδέσμευση 2041), Φάκελος για τον Κομμουνισμό στην Κύπρο παραμένει κλειστός για 121 χρόνια (αποδέσμευση 2042), Ο φάκελος για την εξορία Νικόδημου Μυλωνά, έφθασε στο Αρχείο αλλά διατηρείται προς το παρόν κλειστός.
Η εξορία του Μακαρίου σε ποιητική απόδοση
Με τα έγγραφα αυτά διασταυρώνεται πλήρως η πληροφορία που μας δόθηκε από προηγούμενα αποδεσμευμένα έγγραφα του Γραφείου Αποικιών, ότι το Λονδίνο σχεδίαζε την εξορία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και άλλων στις Σεϊχέλλες, από τον Σεπτέμβριο του 1955. Πράγμα που επιβεβαιώνει ότι οι Προτάσεις Χάρτιγκ ήταν μόνο για το θεαθήναι. (Σημ. Αναφορά στο βιβλίο «Conspiracy or Blunder?» Φ.Α. έκδοση 2000 Λευκωσία). Με ποιητικό τηλεγράφημα ημερ. 8 Μαρτίου 1956 απάντησε ο κυβερνήτης των Σεϊχελλών προς τον Υπ. Εξωτερικών στο Λονδίνο, για την απόφασή του να στεγάσει τους εξόριστους στο Σαν Σουσί και όχι σε ένα σπίτι με την ονομασία «La Bastille» (στα γαλλικά φυλακή) για να μη λεχθεί ότι έβαλαν τον Αρχιεπίσκοπο σε… φυλακή! «Well in Sans Souci so let it be/ Thus denying opposition opportunity/ Of stating Archbishop ne peut pas rester tranquille/ In a house with the name of La Bastille».
Αποστολή Κρ. Τορναρίτη και D. L. Pearson στις Σεϊχέλλες
Με τα πρακτικά των συναντήσεων που είχαν οι Κρ. Τορναρίτης (Εισαγγελέας τότε της αποικιοκρατίας) και Ντ. Πίερσον (Γραμματέας του λόρδου Ράτκλιφ) με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, ως απεσταλμένοι του Λονδίνου για να εξασφαλίσουν τις θέσεις του για τις προτάσεις Ράτκλιφ, αποκαλύπτεται ότι: Όταν του έδωσαν αντίγραφο της ελληνικής μετάφρασης των Προτάσεων Ράτκλιφ, ο Αρχιεπίσκοπος (στην παρουσία του Μητροπολίτη Κερύνειας) τους είπε ότι ήδη του είχαν δώσει το αγγλικό κείμενο την προηγουμένη και έβρισκε ότι ο λόρδος Ράτκλιφ ήταν ένας πολύ έξυπνος άνθρωπος και οι προτάσεις καθαρές και σαφείς.
Οι απεσταλμένοι είχαν εντολή να τον δουν μόνο του (δίχως την παρουσία των υπολοίπων εξορίστων) και να αποσπάσουν δεσμευτική δήλωσή του ότι τον ικανοποιούσαν οι συνταγματικές προτάσεις Ράτκλιφ, όμως ο Μακάριος τους είπε ότι δεν μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο ενόσω βρισκόταν στις Σεϊχέλλες. Θα ερμηνευόταν ως να την έκανε κάτω από πίεση, αλλά θα προέβαινε σε δήλωση, αφού θα τερματιζόταν η εξορία του. Η εντύπωση των απεσταλμένων ήταν ότι ο Μακάριος φοβόταν την αντίδραση του ελληνικού Τύπου.
Τελικά, σε συνάντηση που είχε μόνος του με τον Κρ. Τορναρίτη, ο Αρχιεπίσκοπος του είπε ότι η κατάσταση στην Κύπρο τον στενοχωρούσε πολύ και αν του διδόταν η ευκαιρία θα χρησιμοποιούσε όλη του την επιρροή να την τερματίσει. Η μέθοδος θα έπρεπε να αφεθεί στο χέρι του. Μια απλή καταδίκη της βίας θα αποτύγχανε λόγω του πατριωτικού αισθήματος των τρομοκρατών. Θα ξεκινούσε λοιπόν με έκκληση κάτω από τους κατάλληλους όρους και αν αποτύγχανε θα συνέχιζε με άλλα μέτρα στη διάθεσή του.
Η εντύπωση που πήρε ο Τορναρίτης ήταν ότι ο Μακάριος ήθελε να τερματιστεί η βία στην Κύπρο, ανεξάρτητα από το αν έφθανε σε λύση ή όχι, αλλά ήθελε πρώτα να δει το αποτέλεσμα της ελληνικής προσφυγής στα Ηνωμένα Έθνη και δεύτερον να μετρήσει τον παλμό του λαού στην Κύπρο. Τα πρακτικά λένε, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των απεσταλμένων, ότι ο Μακάριος δεν έβλεπε με καλό μάτι την ελληνική ανάμιξη στο Κυπριακό και κάπως δεν συμφωνούσε με τον Μητροπολίτη Κερύνειας και τον Πολύκαρπο Ιωαννίδη. Πίστευε ότι κανένας Ελληνοκύπριος δεν θα τολμούσε να διαπραγματευτεί εν τη απουσία του, όμως φοβόταν ότι τα πράγματα θα ξέφευγαν του ελέγχου αν συνεχιζόταν η βία… Υποσχόταν να έκανε ό,τι μπορούσε έτσι και τερματιζόταν η εξορία.
Οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες βολιδοσκόπησαν το 1956 και την πιθανότητα απόπειρας απομάκρυνσης του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου από τις Σεϊχέλλες, αλλά αποφάνθηκαν ότι μια τέτοια μυστική απόπειρα ήταν αδύνατον για τις ελληνικές δυνάμεις.
Οι αναφορές στις αξιώσεις για ένωση με Ελλάδα και Τουρκία
ΟΙ ΑΓΓΛΟΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΣΑΝ ΣΤΕΝΑ ΤΙΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΩΝ
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι τα έγγραφα αναφέρονται σε διαχρονικές δυναμικές απαιτήσεις του κυπριακού Ελληνισμού για Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Αστυνομική έκθεση αναφέρει ότι το βράδυ της 3ης Νοεμβρίου 1920, σε συγκέντρωση των κατοίκων της Μόρφου στην Εκκλησία του Αγίου Μάμαντος, μίλησε ο δικηγόρος κ. Τομαρίδης για την ίδρυση Εθνικής Συνέλευσης για Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Ορισμένα έγγραφα στον φάκελο αυτό παραμένουν δεσμευμένα για 121 χρόνια, δηλαδή θα αποδεσμευθούν το 2041!
Στις 4 Νοεμβρίου 1920 ο αρχηγός της Αστυνομίας Λευκωσίας, ενόψει των παγκύπριων συγκεντρώσεων για ΄Ενωση της Κύπρου με την Ελλάδα, έδωσε οδηγίες όπως μη εμποδιστούν αλλά σε καθεμίαν από αυτές να παρευρίσκεται έμπιστος αστυνομικός με απλή περιβολή, για να κάνει αναφορά ως το ποιοι παρευρίσκονταν, τη συμπεριφορά τους έναντι της κυβέρνησης κτλ.
Στις 10 και 23 Οκτωβρίου 1921 διεξήχθη Δημοψήφισμα στη Λευκωσία, για Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Στα έγγραφα υπάρχουν μεταφρασμένες στα αγγλικά οι ομιλίες που έγιναν και αρκετές υπογραφές. Υπάρχει ψήφισμα της Εθνικής των Κυπρίων Συνελεύσεως, που υπέγραψε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κύριλλος ημερ. 10 Οκτωβρίου 1921 και είχε αποφασίσει, «Να κηρύττει διά πολλαστήν φοράν ενώπιον Θεού και ανθρώπων ότι η αξίωσις του Κυπριακού λαού είναι μία, μόνη και αναλλοίωτος, η Ένωσις της Κύπρου μετά της Μητρός Ελλάδος… Καταδικάζει και καταλύει εν τη συνειδήσει αυτού το Νομοθετικόν της Κύπρου Συμβούλιον ανάξιον του Ελληνικού Κυπριακού Λαού, Αποφασίζει όπως ο Ελληνικός Λαός μη υποβάλη υποψηφιότητας και όπως απόσχη των Βουλευτικών εκλογών».
Στη συνέχεια ο Αρχιεπίσκοπος Κύριλλος έστειλε το Ψήφισμα στην αποικιακή διοίκηση. Η πολιτική συγκέντρωση έλαβε χώρα στο Θέατρο Παπαδοπούλου στις 23 Οκτωβρίου 1921 και παρευρέθηκαν 110 άτομα και οι Μητροπολίτες Πάφου, Κιτίου και Κερύνειας, και όλα τα πέριξ καταστήματα ήσαν γεμάτα από κόσμο. Σημειώνεται ότι ο τότε Υπουργός Αποικιών ήταν ο Γουίνστον Τσόρτσιλ, ο οποίος ενημερωνόταν με κάθε λεπτομέρεια για το κίνημα για Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.
Εν τω μεταξύ, αναφορές του Αστυνομικού Διοικητή Λευκωσίας Οκτωβρίου 1922, επισημαίνουν ότι επώνυμοι Τουρκοκύπριοι απ’ όλες τις πόλεις παρευρέθηκαν σε συνεδρία, όπου συζητήθηκε η πιθανότητα ένωσης της Κύπρου με την Τουρκία. Σχετικά τα αναδημοσιεύματα στον τοπικό Τύπο από βρετανικά, ενδεικτικά της «Μάντσεστερ Γκάρτιαν», που ούτε λίγο ούτε πολύ αναφέρονταν σε πιθανή αποχώρηση της βρετανικής κυβέρνησης από την Κύπρο.
http://www.sigmalive.com/
ΣΤΑ ΣΠΛΑΧΝΑ ΤΟΥ ΘΗΡΙΟΥ! Η μεγάλη προδοσία! Αφιερωμένο στο ΑΚΕΛ
Όπως ανάμεσα στα παιδιά τους οι γονιοί αγαπούν, αν τύχει κι έχουν, περισσότερο από τ’ άλλα το σακάτικο, έτσι κι η Αριστερά της Κύπρου αγαπά πάνω απ’ όλα το
σύνθημά της: «Εμείς δεν κάναμε ποτέ κακό στην Κύπρο»! Μ’ αυτό θέλουν να
πουν στον κόσμο ότι είναι οι ενωτικοί και ο ελληνικός στρατός οι
αποκλειστικοί ένοχοι για το κατάντημα να βρίσκεται σήμερα η Κύπρος άγρια δαγκωμένη στο στόμα του λύκου, του Γκρίζου Λύκου.
Ότι δεν φαίνεται να θριαμβεύει πάντοτε η Δικαιοσύνη θα μπορούσε κανείς να το εννοήσει ως μέρος του σχεδίου «ελευθερία» που διέπει την ύπαρξη του κόσμου. Μια μέρα, πάντως, ίσως πιο σύντομα απ’ ό,τι φαντάζεται η Αριστερά, όσο κι αν όλο και περισσότερο σπανίζουν οι πνευματικοί άνθρωποι-ηγέτες που θα επιτάχυναν τη διαδικασία, θα φτάσουμε όλοι στα ορθά συμπεράσματα και θα φανεί ξεκάθαρα τόσο η αληθινή της ταυτότητα, όσο και το μέγεθος της ευθύνης της.
Αφήνοντας πίσω τη μη συμμετοχή της στον αντιαποικιακό-ενωτικό Αγώνα του ’55-’59 κι αφήνοντας πίσω το γεγονός ότι διέβαλε και συκοφάντησε όσο μπορούσε την Ένωση και την Ελλάδα ενόσω διεξαγόταν εκείνος ο Αγώνας, πράγματα που δεν έβλαψαν καίρια τότε, γιατί ο λαός την απομόνωσε και την εξουδετέρωσε, η δράση της υπήρξε αποφασιστικά καταστροφική στα πρώτα χρόνια μετά τον Αγώνα. Μέχρι τα τέλη Αυγούστου του 1964, ένας αντικειμενικός παρατηρητής, που θα είχε τις βασικές πληροφορίες στη διάθεσή του, θα μπορούσε, σχεδόν με βεβαιότητα να συμπεράνει, ότι το μέλλον προδιέγραφε μια τουρκική μάλλον, παρά ελληνική Κύπρο. Ναι μεν τότε, με την άδεια και την προτροπή των Αμερικανών, είχε επιτελεσθεί αρχικά η ντε φάκτο Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα (είχε μεταφερθεί στην Κύπρο μια ελληνική μεραρχία δύναμης πυρός Σώματος Στρατού), τα πράγματα, όμως, έμελλε να εξελιχθούν εντελώς ανάποδα. Όταν οι συνομιλίες για παροχή ανταλλαγμάτων στους Τούρκους, προκειμένου να επικυρωθεί και επισήμως η Ένωση απέτυχαν, αδημονώντας πια οι Αμερικανοί και σφόδρα ανησυχούντες για την πιθανότητα να μετατραπεί όντως η Κύπρος σε Κούβα της Μεσογείου, είπαν τη μεγάλη κουβέντα, την κουβέντα που έκαμε τους Εγγλέζους να ξινίσουν τα μούτρα τους1, την κουβέντα που κυριολεκτικά ακύρωνε τις τουρκικές και τις αγγλικές εγγυήσεις και τα επεμβατικά τους δικαιώματα εις τον αιώνα τον άπαντα, την κουβέντα που θα μπορούσε να οδηγήσει στη δικαίωση εθνικών αγώνων και μαρτυρίων και ονείρων αιώνων, την κουβέντα, ακόμα, που θα απαγόρευε και τις σημερινές απαιτήσεις των Τούρκων στο Αιγαίο: Κηρύξετε την Ένωση τώρα, είπαν, ολόκληρης της Κύπρου με την Ελλάδα, με μόνο όρο να υποσχεθείτε ότι θα συνομιλήσετε με τους Τούρκους για κάποια ανταλλάγματα μετά². ΜΕΤΑ. Δεν πρόκειται τώρα να αναλύσουμε τη σημασία αυτού του «μετά». Ο κάθε νουνεχής Έλληνας, πολιτικά σκεπτόμενος άνθρωπος, μπορεί μόνος του να φαντασθεί τη σημασία και τις προεκτάσεις του. Εδώ, απλώς, θυμίζουμε και την επιστολήτου Προέδρου των ΗΠΑ Τζόνσον, της 5ης Ιουνίου 1964³, η οποία απαγόρευε ρητά στην Τουρκία να επέμβει στην Κύπρο χρησιμοποιώντας αμερικανική στρατιωτική βοήθεια που της δόθηκε για άλλους σκοπούς, με στόχο να διχοτομήσει την Κύπρο. Κι αυτό όχι βέβαια για τα δικά μας γλυκά μάτια, αλλά επειδή έτσι εξυπηρετείτο, τότε, η αμερικανική εξωτερική πολιτική.
Ας αφήσουμε, στο σημείο αυτό, για λίγο το 1964 κι ας πάμε μια δεκαετία αργότερα, στον Σεπτέμβριο του 1974, στο ξενοδοχείο Dome (ιδιοκτησίας της οικογένειας Κατσελλή), στην τουρκοκρατούμενη Κερύνεια, όπου είχαν εγκλωβιστεί αρκετοί Έλληνες κάτοικοί της. Εκεί έφτασε σε κάποια στιγμή ένα αμερικανικό συνεργείο ειδήσεων και ζήτησε να μιλήσει με τους εγκλωβισμένους. Εκείνοι επιτέθησαν με άγριες φωνές κατά των Αμερικανών δημοσιογράφων, εκτοξεύοντας τις γνωστές και κατά τα άλλα δίκαιες, βέβαια, κατηγορίες για την ευθύνη των Αμερικανών στην ντε φάκτο τουρκοποίηση της Κερύνειας και της μισής σχεδόν Κύπρου. Ανάμεσα στους παρόντες εγκλωβισμένους ήταν και ο δάσκαλος Σωτήρης Έλληνας, δεν ζει πια, αλλά διηγήθηκε την ιστορία στον επίσης Κερυνειώτη κουνιάδο του Γιώργο Σφογγαρά κι εκείνος σε μένα, ο οποίος άκουσε τον επικεφαλής Αμερικανό δημοσιογράφο να αποστομώνει με τις εξής δυο φράσεις τους αγανακτισμένους, φωνασκούντες Κερυνειώτες: “Why do you shout? You had your chances!” Τουτέστιν, γιατί διαμαρτύρεστε; Σε σας πρώτους δόθηκε η ευκαιρία να κάνετε ό,τι επετράπη στους Τούρκους να κάμουν σήμερα κι εσείς, τότε, δεν την εκμεταλλευτήκατε!
Εμείς οι Έλληνες της Κύπρου να εκμεταλλευτούμε τέτοια ευκαιρία; Αστεία πράματα. Εμείς, υπό την πεφωτισμένη ηγεσία τουΜεγάλου μας Ηγέτη, Προέδρου, Αρχιεπισκόπου και Εθνάρχη Μακαρίου Γ΄, είχαμε ήδη αφήσει πίσω μας τον αγώνα της Ένωσης με την πτωχή και νατοϊκή Ελλάδα (δεν το ξέραμε άραγε το ’55-’59 ότι ανήκε στο ΝΑΤΟ;) κι είχαμε αναλάβει έναν περίπου παγκοσμίων διαστάσεων άλλον αγώνα, μεγάλο και αριστερό-προοδευτικό, μάλιστα, αγώνα ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΝΑΤΟ! Αρκεί κανείς να φυλλομετρήσει μερικές κυρίαρχες κυπριακές εφημερίδες της εποχής, όπως την ακελική Χαραυγή και τη δεξιά Ο Φιλελεύθερος, για να ζήσει αμέσως το πνεύμα που επικρατούσε. Η «Χ» ζητούσε επί καθημερινής βάσεως από την Ελλάδα να τα μαζεύει και να φεύγει από το ΝΑΤΟ το συντομότερο δυνατό (είχαμε τη Σοβιετική Ένωση να μας… στηρίζει!), ενώ ο δεξιός «Φ» διακήρυττε στεντορείως ότι ουδεμία ελληνική κυβέρνηση δικαιούται να υποδεικνύει στην Κύπρο τι πρέπει να πράξει! Σε λαϊκό, καθημερινό επίπεδο, καφενεία, σωματεία, χώρους εργασίας, κοινωνικές συνευρέσεις, η διαβολή και η συκοφαντία εις βάρος της Ελλάδος και του ελληνικού στρατού, της μεραρχίας, εκ μέρους της «Αριστεράς» κατά πρώτο λόγο, κυριολεκτικά οργίαζε. Εκτεινόταν από τον ερωτικό τομέα, πώς δηλαδή αυτοί οι απατεώνες οι Καλαμαράδες αποπλανούσαν με την όμορφη γλώσσα τους τις παρθένες Κυπριοπούλες μας, ως το πόσο αδύναμη οικονομικά ήταν η Ελλάς, που θα παρέσυρε μαζί της στην ιδία φτώχεια και την Κύπρο αν γινόταν η Ένωση, χώρια που οι υψηλόβαθμοι Κύπριοι δημόσιοι υπάλληλοι θα έχαναν τις θέσεις τους, αφού θα τους τις έπαιρναν, μόλις γινόταν η Ένωση, οι Καλαμαράδες! Όλ’ αυτά αντιμετωπίζονταν με πολύ σπάνιες έως ανύπαρκτες επίσημες κυβερνητικές δηλώσεις για την πραγματική αξία και σημασία της ελληνικής στρατιωτικής παρουσίας στην Κύπρο. Αυτό που έγινε σε μία περίπτωση, δεν μπορώ να διαβεβαιώσω και για δεύτερη, ήταν ότι κάλεσε τους Έλληνες αξιωματικούς ο Μακάριος για να τους εξηγήσει πως εκείνος ήταν μαζί τους και γνώριζε καλά τη σημασία και την αξία της παρουσίας τους, κατά τον ίδιο τρόπο που στα συλλαλητήριά του διακήρυττε την πίστη του στην Ένωση, αλλά το συνήθως τεράστιο πλήθος από κάτω δεν έφερε ούτε μία ελληνική σημαία, ενώ στις ελάχιστες φορές που αναφερόταν η λέξη «Ένωση», εκδήλωνε την… κάθετη διαφωνία του ξελαρυγγιζόμενο ρυθμικά «Η Κύπρος – ανήκει – στον – λα – ό – της».
Μόλις πρόσφατα (30.8.2009) η αριστεροδεξιά ή δεξιοαριστερά κυπριακή εφημερίδα Καθημερινή (κατά το πρότυπο της αθηναϊκής, «που είναι μια δεξιά εφημερίδα», όπως λέει το Άρδην, «η οποία γράφεται κατά 80% από αριστερούς»), δημοσίευσε την έκπληξη ενός νεαρού αρθρογράφου της (δόκτορος, μάλιστα, της φιλοσοφίας, καθώς υπογράφει), για τογεγονός ότι οι Έλληνες στρατιώτες που έρχονταν ντυμένοι τουρίστες-επισκέπτες με πλοία για ν’ αποτελέσουν τη μεραρχία το1964, ήταν φορτωμένοι «λύσσα ενάντια στον Μακάριο», επειδή τον θεωρούσαν ως τον κύριο υπεύθυνο για τη μη πραγματοποίηση της Ένωσης και για το γεγονός ότι οι Κύπριοι που τους συνόδευαν ήθελαν γι’ αυτό να τους πετάξουν στη θάλασσα! Όταν απάντησα στον νεαρό δόκτορα ότι τότε υπήρχε άλλη τόση λύσσα εκ μέρους της Κύπρου κατά της Ελλάδος, της Ελλάδος της δημοκρατίας του Γ. Παπανδρέου, βεβαίως, κι όχι της Ελλάδος της χούντας, την οποία λύσσα ο Μακάριος γνώριζε πολύ καλά, την υποδαύλιζε, μάλιστα, μέσω των παρακοιμωμένων του και την άφηνε ν’ αναπτύσσεται και να ευδοκιμεί, η επιστολή μου δεν δημοσιεύτηκε. και όταν δοκίμασα να επικοινωνήσω με τον διευθυντή της εφημερίδας, όχι άγνωστό μου, αρνήθηκε να βγει στο τηλέφωνο. Η κυπριακή Καθημερινή υποστηρίζει τον πάση θυσία συμβιβασμό (για να τοπω έτσι) με την Τουρκία και τη συμβίωση με τους Τουρκοκύπριους, αλλά όσον αφορά τις δικές μας ιστορικές αλήθειες προτιμά να τις κρύβει κάτω από το χαλί! Δεν δείχνει να πιστεύει ότι είναι ανάγκη να τις ξέρουμε. Κι αν ο σκοταδισμός έχει τόσο αναβαθμιστεί στις μέρες μας, ώστε να εκλαμβάνεται ως προϋπόθεση/συστατικό της ειρήνης, ο καθένας μπορεί να συμπεράνει για ποιας ποιότητας «ειρήνη» μιλούμε.
Όταν, λοιπόν, στις 19 Αυγούστου 1964 ο υπουργός Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας Σπύρος Κυπριανού, ευρισκόμενος στην Αθήνα, πληροφορήθηκε επισήμως ότι την επομένη θα πετούσε για την Κύπρο ο υπουργός Άμυνας της Ελλάδος, με σκοπό να ενημερώσει τον Πρόεδρο Μακάριο για την απόφαση της κυβέρνησης της Ελλάδος, της αντιπολίτευσης και του βασιλέως να κηρυχθεί μονομερώς η Ένωση Κύπρου-Ελλάδος, ενθουσιασμένος ο άνθρωπος πήρε τηλέφωνο τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο να του ανακοινώσει την ιστορική και μεγαλειώδη είδηση. Το ξύλο το γλίτωσε μόνο γιατί δεν περνούν τα σκαμπίλια μέσα από τα σύρματα. Ο Μακάριος τού έκλεισε αμέσως το τηλέφωνο και το ξανασήκωσε χωρίς καθυστέρηση. Πήρε τον μετέπειτα άλλο μεγάλο «αριστερό» και χαρισματικό ηγέτη, τον υιό του πρωθυπουργού, τον ομοϊδεάτη του Ανδρέα Παπανδρέου, επίσης οπαδό των Αδεσμεύτων και επίσης «τρανό πολεμιστή» κατά του ΝΑΤΟ και του εξήγησε πως όφειλε, μια και δυο, να πάει στον μπαμπά του και να του δώσει να καταλάβει, επιτέλους, πως ήταν καιρός να συνειδητοποιήσει ότι ΑΛΛΑΞΑΝ τα πράγματα κάτω στην Κύπρο και ότι ο λαός δεν ήθελε πια κανέναν ν’ αποφασίζει για λογαριασμό του. Το«σχέδιο» που είχε υπόψη του ο Μακάριος (σε αντίθεση με τα όσα είχε προηγουμένως συμφωνήσει με τον πρωθυπουργό της Ελλάδος πάνω σε μια κοινή γραμμή με στόχο την εκπλήρωση των εθνικών πόθων), το «σχέδιο» που μόνο εκ των υστέρων μπορεί κανείς να το μαντέψει μελετώντας δηλώσεις και απόψεις στενών συνεργατών του και απλών οπαδών του (ένας τέτοιος στενός συνεργάτης του ήταν π.χ. ο Μιλτιάδης Χριστοδούλου, ιδρυτικό στέλεχος του ΑΚΕΛ και επίσημος εκπρόσωπος της κυβέρνησης Μακαρίου)4, το «σχέδιο», λοιπόν, ήταν να φτάσει πρώτα ο λαός σε μιαν «αληθινή Ανεξαρτησία», να διώξει τις αγγλικές βάσεις και συλλήβδην το ΝΑΤΟ, να φτάσει έτσι σε μια «γνήσια Αυτοδιάθεση» και από κει να θέσει ξανά στον εαυτότου το μέγα ερώτημα αν ήθελε ή όχι την Ένωση με την Ελλάδα ή αν ήθελε να παραμείνει «ανεξάρτητος και αδέσμευτος», μακράν πάσης (δυτικής) συμμαχίας. Ενώ, λοιπόν, ο υπουργός Άμυνας της Ελλάδος εξηγούσε στη Λευκωσία τις λεπτομέρειες της ανακήρυξης της Ένωσης στον Μακάριο, ο Γεώργιος Παπανδρέου στην Αθήνα είχε ήδη μετανιώσει και σκεφτόταν με θλίψη (ήταν περίπου αμέτρητες οι φορές που ο Μακάριος δεν τήρησε μαζί του τα συμφωνηθέντα), πως ο μόνος τρόπος για να γίνει η Ένωση ήταν με πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου, πράγμα, βέβαια, που ο ίδιος δεν θα μπορούσε να κάμει ποτέ.
Όταν, λοιπόν, ο αδελφός Γκουρογιάννης και άλλοι ομόγλωσσοι και ομόθρησκοι Έλληνες συγγραφείς δηλώνουν και νιώθουν (Άρδην τ. 76, σελίς 17) ότι «εμείς, σαν Ελλάδα, προξενήσαμε μια μεγάλη συμφορά στους Κυπρίους, που δεν τους άξιζε, και κυρίως γιατί μετά από αυτή τη συμφορά δεν φανήκαμε αλληλέγγυοι κ.λπ.», μερικοί από μας, μέσα από το στόμα του Λύκου σφηνωμένοι προσωρινά κάπου ανάμεσα στα δόντια του με τρόπο που τον εμποδίζει για την ώρα να μας καταπιεί πάραυτα και να μας ξεχέσει κανονικά θα του λέγαμε: Αστεία πράγματα, αδελφέ Βασίλη Γκουρογιάννη, αυτά που λες. Η μεγάλη αλήθεια είναι ότι η Ελλάς πάντα έτρεχε για την Κύπρο και η Κύπρος άμα άκουε «κινδυνεύει η Ελλάς» έδινε ό,τι είχε και δεν είχε για τη μάνα της.
Η μεγαλύτερη όμως αλήθεια είναι ότι η Ελλάς, ακόμα και πάμπτωχη, έδινε από το υστέρημά της για την Κύπρο και η Κύπρος δεν είπε ποτέ – τουλάχιστον επί Μακαρίου – «κρατήστε τα, εσείς τα έχετε περισσότερη ανάγκη από μάς»!
Αλλά η ακόμα πιο μεγάλη αλήθεια είναι ότι η Ελλάς έφερε εδώ τα στρατευμένα παιδιά της στα 1964, αποφασισμένη και να πολεμήσει για την Ένωση. Είμαστε εμείς οι Κύπριοι, οι Κύπριοι του Μακαρίου, οι αριστεροί της Χαραυγής και οι αριστεροίτου δεξιού Φιλελεύθερου, που ΔΕΝ ΤΗ ΘΕΛΑΜΕ.
Επειδή, όμως, η Κύπρος είναι κάτι παραπάνω από μισή Ελλάδα όταν τη δεις στην προοπτική του τι θα μπορούσε να ήταν σήμερα για τον εαυτό της, δηλαδή και για την Ελλάδα και γι’ αυτό ούτε αστεία σηκώνει ούτε και την παραμικρή άγνοια, ειδικά εκείνων που ενδιαφέρονται πραγματικά γι’ αυτή, δεν πρέπει να μείνουν ασχολίαστα ακόμα μερικά πράγματα από τη συνομιλία Καραμπελιά-Γκουρογιάννη στο Άρδην τ. 76. «Υπήρξαν άνθρωποι», λέει ο Γιώργος Καραμπελιάς (σελίς 20), που «μετράγανε πόσο γρήγορα προχωράει ο τούρκικος στρατός στην Κύπρο για να πέσει η χούντα στην Ελλάδα»! Κι «εμείς εδώ κάναμε δημοκρατία», συνεχίζει ο Γκουρογιάννης, «κι αυτοί χάσανε τη μισή Κύπρο». Κι όταν λίγο αργότερα έρχεται ο ίδιος ο Γκουρογιάννης και το «διορθώνει» (σελίς 22) λέγοντας «δεν υπάρχουν Ελλαδίτες και Κύπριοι, αλλά οι Κύπριοι είναι Έλληνες», δεν διορθώνει τίποτε. Το εμείς εδώ και αυτοί εκεί έχει περάσει στο αίμα όλων μας πια. Έτσι, αν αυτών εκεί τουρκέψει η ελληνική Κερύνειά τους για να έχουμε εμείς εδώ τη «δημοκρατία» μας ή για να λέμε τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη, αν είναι για να νικήσει η Αριστερά τη Δεξιά, κι ακόμα πιο ντόμπρα, αν είναι για να χάσουν οι μεν την εξουσία και να την περάσουν στο χέρι οι δε, γιατί να μην τουρκέψει ένα κομματάκι της Ελλάδας που είναι και στου διαόλου τη μάνα μακριά;
Αν, όμως, πρέπει όσο γίνεται και όλο και πιο συχνά ν’ ασχολούμαστε με τις αλήθειες που έχουν μέλλον, θα πρέπει επιτέλους να παραδεχτούμε ότι η ευθύνη του «εμείς εδώ οι Καλαμαράδες» και του «αυτοί εκεί οι μακρινοί Κυπραίοι», βαραίνει πρώτα και κύρια τη λεγόμενη «Αριστερά» της Κύπρου, που υποστήριξε τον διαχωρισμό με χαρακτηριστική σοβιετική αποφασιστικότητα, εμμονή και συνέπεια, υπό την αιγίδα, μάλιστα, της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Κύπρου και τουΑρχιεπισκόπου της Εθνάρχη Μακαρίου Γ΄. Του ήρωα της ευρύτερης «Αριστεράς» Μακαρίου, του οποίου ένα τεράστιο άγαλμα αποφάσισαν ομόφωνα και σχεδίασαν να στήσουν κάπου μεταξύ Ομονοίας και Συντάγματος, στα 1983 (ΑΠΕ 4.4.1983), οι Δ. Μπέης, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Ι. Καμπανέλλης, Α. Φλέμινγκ, Μ. Θεοδωράκης, Α. Σαμαράκης, Γ. Ρίτσος, Ν. Βρεττάκος, ο χαράκτης Τάσσος, η Έλλη Αλεξίου, η Μελίνα Μερκούρη και άλλοι «αριστεροί» και «προοδευτικοί», που έκριναν ότι για να ξοφλήσουν την υποχρέωσή τους και κυρίως για να ξεπλύνουν την ενοχή τους, που «ήθελαν να ηττηθεί η Κύπρος από τους Τούρκους (να τουρκέψει δηλαδή) για να πέσει η χούντα στην Ελλάδα», έπρεπε να ανταμείψουν τον… Μακάριο! Τον κατ’ εξοχήν υπεύθυνο.
Βέβαια δεν το έλεγαν έτσι τότε κι ούτε και τώρα τολμά κανείς, ακόμα, να το πει έτσι. Αλλά ναι, είναι η «αριστερή» πολιτική τουΜακαρίου, η μετά 13 ελληνικών-νατοϊκών κυβερνήσεων σύγκρουση και διαφωνία του και ο από αυτή την κατάσταση εκπορευθείς διαχωρισμός (μετεξελιχθείς αργότερα σε «διχασμό»), των από δω… υπερήφανων, ανυπότακτων και αδούλωτων στον ιμπεριαλισμό Κυπρίων, από τους εκεί… ξεφτιλισμένους, υποταγμένους και πληρωμένους Καλαμαράδες –για να μιλήσουμε με τη γλώσσα της κυπριακής νοοτροπίας του 1964– που καρποφόρησε στο τέλος την τουρκοποίηση της μισής Κύπρου στα 1974 κι ολόκληρης στο εγγύς ή στο όχι και τόσο εγγύς μέλλον.
Στην Κύπρο, σήμερα, στον τόπο του εγκλήματος, στα καφέ της Μακαρίου και στα καφέ της Σπύρου Κυπριανού και πολύ σύντομα και στα καφέ της νεοβαπτισθείσης Τάσσου Παπαδόπουλου, στα καφέ των λεωφόρων που φέρουν τα ονόματα όλων των μεγάλων αριστεροδεξιών «ηρώων» μας –τρομάρα τους– άρχισε από καιρό να αναδίδεται η βρώμα και η δυσωδία της αληθινής προδοσίας.
Άρχισαν οι νέοι να καταλαβαίνουν πως είναι η «αριστερή», αντιδυτική, αντινατοϊκή και κατ’ ακολουθία ανεδαφικά ανθελλαδική, ενάντια στην ασφάλεια του τόπου, πολιτική του Μακαρίου, που κατέληξε να μας φέρει τους Τούρκους, με φυσικό επακόλουθο, βέβαια, τι άλλο από ένα «σχέδιο Ανάν».
Και διερωτώνται, επίσης, σήμερα οι νέοι, πώς είναι δυνατόν όλοι αυτοί που έλεγαν ΝΑΙ στον Μακάριο για να εξασφαλίσουν, κάποτε, μια δική τους άνοδο στην προεδρία της ταλαίπωρης «Κυπριακής Δημοκρατίας», πώς έγιναν ξαφνικά όλοι αυτοί… «μαραθωνομάχοι» του ΟΧΙ στο σχέδιο του Ανάν; Μήπως γιατί αυτό το «ΟΧΙ», εκτός από το να είναι μια γνήσια, όμως απελπιστικά καθυστερημένη αγωνιστική γραμμή, υπηρετεί επίσης τον στόχο τού να μένει καλά κρυμμένη η ευθύνη και η ενοχή του Μακαρίου και των συν αυτώ; Έτσι κι αλλιώς, ο ίδιος ο Μακάριος παραδέχτηκε ότι εδώ που έφερε τα πράγματα δεν θα μπορούσε πια να επιδιώξει τίποτε περισσότερο από μια «διζωνική ομοσπονδία». Και είναι, βέβαια, αστείο να περιμένει κανείς ότι μετά τη στρατιωτική νίκη της Τουρκίας σε βάρος της Ελλάδος, μετά την παρουσία τεσσάρων πλέον πάνοπλων τουρκικών μεραρχιών στην Κύπρο, πολύ κοντά στην ίδια την Τουρκία και πολύ μακριά από την Ελλάδα, θα συγκατανεύσει ποτέ η Τουρκία σε τέτοιου είδους «διζωνική ομοσπονδία», που ν’ αφήνει περιθώρια ν’ αποκτήσουν ξανά στην Κύπρο οι Έλληνες το πάνω χέρι!
Εκείνο, όμως, για το οποίο δεν διερωτώνται καθόλου οι νέοι είναι το γεγονός ότι ένας άλλος που έλεγε μια ζωή τυφλά ΝΑΙ στον Μακάριο κι ύστερα τα ταύτισε με ΟΧΙ στα μασκαρεμένα ως «σχέδιο Ανάν» αποτελέσματα της πολιτικής του, ο νυν Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, βλέποντας τώρα ότι η «υπόθεση Μακάριος» άρχισε να παίρνει την κάτω βόλτα, αντιλαμβανόμενος ότι έτσι και πέσει κάπως απότομα ο μύθος του Μεγάλου Ηγέτη θα πάρει κι άλλους πολλούς μαζί του, αντί –με στόχο την ενίσχυση του ΟΧΙ στα νέα σχέδια της Δύσης εναντίον μας– ν’ αναβιώσει την παλιά, καταπληκτική και αναξιοποίητη ιδέα των πιο πάνω αναφερθέντων πολιτικών, διανοουμένων και καλλιτεχνών της Ελλάδος, ηρώων της «Αριστεράς» που περίμεναν πώς και πώς «να ηττηθεί (δηλαδή να τουρκέψει) η Κύπρος για να πέσει η χούντα στην Ελλάδα», αντί δηλαδή να φτιάξει ακόμα ένα «σύμβολο αντίστασης», ακόμα έναν τερατώδη χάλκινο Μακάριο και να τον στείλει πεσκέσι να στηθεί στο Σύνταγμα και να στεφανώνεται εκάστην 20ην Ιουλίου (μέρα που τουρκοπατήθηκε η Κερύνεια κι ύστερα όλη η άλλη κατεχόμενη σήμερα Κύπρος), πήρε και σήκωσε ακόμα και τον δικό μας από το προαύλιο της Αρχιεπισκοπής εν Λευκωσία και τον έστησε μακριά στα βουνά να μην τον βλέπει άλλο ο λαός, γιατί βρίσε-βρίσε, μια μέρα θα έφταναν και στο δικό του παραθύρι οι βρισιές.
Θα πρέπει, ακόμα, επιτέλους, να λεχθεί από ανθρώπους που δεν έχουν απολέσει την ικανότητα να σκέφτονται ένεκα υπερβολικής προσήλωσης στην τηλεοπτική οθόνη, ότι στον δικό μας ευρύτερο ελληνικό χώρο, αυτή η υπόθεση με την «Αριστερά», την αγνή, τάχα, ιδεολογία που ονειρεύτηκε να βάλει στον κυρίαρχο, εκτροχιασμένο και ξεπουλημένο «δεξιό» μας κόσμο τάξη, η «Αριστερά» («η κυρίαρχη ιδεολογία της διανόησης στην Ελλάδα» που λέει το Άρδην), που κόντεψε να τοπιστέψει κιόλας ότι αποτελείται από καλύτερης πάστας ανθρώπους από τους κυβερνώντες «δεξιούς», όχι μόνο δεν διαφέρει κατ’ ελάχιστο από τους εχθρούς της, αλλά έχει πια προσκομίσει, με την άνοδό της στην εξουσία (και ΕΔΩ και ΕΚΕΙ), και αποδεικτικά στοιχεία ότι είναι ένα και το αυτό με τους άλλους κι ότι ένα είναι το παιχνίδι που παίζεται: Αυτό του ποιος θ’ αρπάξει και θα κρατήσει την εξουσία ταΐζοντας καλύτερα τους δικούς του σε βάρος των δικών του άλλου, και κατ’ επέκταση σε βάρος του συνόλου των ανθρώπων που αποτελούν την πατρίδα.
Η πλάκα (πλάκα που η άλλη της όψη είναι μια ανείπωτη τραγωδία) είναι ότι αυτό το ηλίθιο παιγνίδι των τάχα καλύτερων και ευγενέστερων ανθρώπων (στην πραγματικότητα «παιγνίδι» αδικημένων που θέλουν απλώς να εκδικηθούν), που θα κυριαρχούσαν με την… αξιοσύνη, την ανωτερότητα και την παλικαριά τους πάνω στους «κακούς», κατάντησε να το παίξει κι ένας αρχιεπίσκοπος που το έφερε η κακή μας μοίρα να του είχε ανατεθεί η αποκατάσταση και η σωτηρία της Κύπρου, ενός από τα αρχαιότερα μέρη του Ελληνισμού. Στον δρόμο του «αγώνα» του αποφάσισε ότι του έπεφτε λίγη η απλή Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα («Το λεν για κατηγορία: Πως πεθυμούσε για την Κύπρο πιο πολλά απ’ όσα έπρεπε»5), αφού ένας άλλος, πολύ πιο ενδιαφέρων και μεγαλύτερων διαστάσεων αγώνας, εκείνος της κατατρόπωσης μιας χούντας και κατ’ ακολουθίαν εκείνος της κατατρόπωσης των ΗΠΑ και των ιμπεριαλιστικών, δυτικότροπων επιδιώξεών τους, του πήγαινε καλύτερα! Πέρα από το γεγονός ότι υπό τις νέες συνθήκες φυσικοί του σύμμαχοι έγιναν η Αριστερά και η Σοβιετική Ένωση και εχθρός του η… Ελλάς, του Γεωργίου Παπανδρέου ή του Γεωργίου Παπαδοπούλου δεν είχε σημασία πια, αφού όλοι στο κλαμπ του ΝΑΤΟ ήταν γραμμένοι, πέρα, λοιπόν, από το γεγονός ότι τα έβαζε με την πατρίδα που ορκίστηκε μαζί της να ενώσει την Κύπρο, υπάρχει και η αδιερεύνητη ψυχαναλυτικώς πλευρά του να έφτασε εκεί που έφτασε μόνο και μόνο για να διατηρεί, όσο βρισκόταν στη ζωή, όλες τις εξουσίες και τα μεγαλεία που του δώσαμε!
Υπό αυτή την έννοια ο Αγώνας, που αρχικά ανέλαβε για λογαριασμό του λαού του, έγινε στο τέλος προσωπικός του«αγώνας». Είναι πολλά που μπορεί να βγάλει στη φόρα το «θηρίο Κύπρος» που λέει ο αδελφός Γκουρογιάννης και δίκαια (;) δεν αποτολμά να μπει στα σπλάχνα του. Περιμένει, λέει, έναν Θουκυδίδη ν’ αναστηθεί για να το κάμει. Αστεία πράματα! Αλήθεια, πόσο συχνά επανέρχεται, αφού τόσο μας πάει, η φράση: Αστεία πράματα! Πώς αλλιώς, όμως, αφού οι συγγραφείς μας δεν αποτολμούν πλέον τα δύσκολα και τα σημαντικά, αλλά προτιμούν να περιφέρονται στα περίχωρα των μεγάλων εθνικών προβληματισμών μας γράφοντας «υπαρξιακά», τάχα, «ευπώλητα» πάντως μυθιστορήματα περί «Βιετνάμ της Ελλάδος» ή, ακόμα, και «Βιετνάμ της Τουρκίας»;
Γι’ αυτό, άμα θέλει το Άρδην να μιλά για την Κύπρο, ας αφήσει τον Γκουρογιάννη (πατριώτης, δεν λέω, ο άνθρωπος) ή τον Χατζόπουλο (επίσης άνθρωπος που αγαπά την Κύπρο), που δεν έζησαν, όμως, τίποτε από αυτά που γράφουν για την Κύπρο – και ας δοκιμάσει να δει κατάματα, όσο κι αν κοστίζει, την αλήθεια της Κύπρου. Ας μπει στα σπλάχνα της, εκεί που υπάρχει ανασφάλεια και κίνδυνος, εκεί που χρειάζεται Θουκυδίδης να τα βγάλει πέρα κι ας σπάσει εκεί τα μούτρα του: Με τους αξιωματικούς καταδρομείς του ελληνικού στρατού καθώς έπεφταν νεκροί, κτυπημένοι από Κύπριους ακροβολιστές, μακαριακούς αστυνομικούς, στη μέση του δρόμου έξω από το ΡΙΚ ή βγαίνοντας ανέμελοι και χωρίς προφυλάξεις από τοσπίτι Κυπρίων πολιτικών που διατηρούσαν ένοπλες ομάδες ως αντίπαλο δέος στη… Μεραρχία, για χάρη του Μακαρίου!
Αλλά και με τους Κύπριους Έλληνες εθνοφρουρούς, τα φανταράκια των 17 χρονών, που μέχρι πέρσι δεν τους έκαμναν μνημόσυνο, ούτε καν στα οχτώ που κάηκαν ζωντανά μέσα στο τεθωρακισμένο τους όχημα, μπροστά στην είσοδο του πάλαι ποτέ και αείποτε Κυβερνείου των Εγγλέζων και μετέπειτα Προεδρικού Μεγάρου του Μακαρίου, όταν βλήθηκαν από αντιαρματικό Κύπριου εφεδρικού αστυνομικού που μπορούσε να ήταν και πατέρας τους. Το σημείο ήταν ακριβώς το ίδιο, εκεί που στα 1931 Αγγλοτούρκοι αστυνομικοί πυροβόλησαν και σκότωσαν τον δεκαεπτάχρονο Ονούφριο Κληρίδη που είχε πάει εκεί, σε μια παράνομη διαδήλωση-επανάσταση, νομίζοντας πως έτσι θα πετύχαινε την Ένωση.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
3. Γλαύκου Κληρίδη Η Κατάθεσή μου, Εκδόσεις Αλήθειας 1989, β΄ τόμος, σ. 118-121.
4. Μιλτιάδη Χριστοδούλου Κύπρος-Ελλάς, Τόμος β΄, Πρόοδος, Λευκωσία 1999.
5. Απόσπασμα από ομιλία του ποιητή, δοκιμιογράφου, διευθυντή τού ΡΙΚ, μετέπειτα υπουργού Παιδείας και κυβερνητικού εκπροσώπου Ανδρέα Χριστοφίδη στο φιλολογικό μνημόσυνο του Μακαρίου στον Κύκκο στα 1983. Παραθέτω επιστολή που έστειλα μόλις πρόσφατα (30.8.2009) στην αριστεροδεξιά ή δεξιοαριστερά κυπριακή εφημερίδα Καθημερινή (κατά τοπρότυπο της δικής σας, «που είναι μια δεξιά εφημερίδα» όπως λέτε, «η οποία γράφεται κατά 80% από αριστερούς», η οποία δεν τη δημοσίευσε, βεβαίως:
Η απάντησή μου
Η Στις 5 Νοεμβρίου η εφημερίδα «Χαραυγή» έγραψε με την υπογραφή «Χρ. Μ.», ότι είμαι ένας «αμετανόητος ενωτικός», ο οποίος στο βιβλίο μου «Δέκα χιλιάδες μέλισσες» χρησιμοποιώ ντοκουμέντα για να αποδείξω ότι ο πρώτος και κύριος υπεύθυνος για τη μη πραγματοποίηση της Ένωσης ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος.
Ναι, έτσι έγραψα και δεν έχω παράπονο από τη «Χαραυγή» που το επαναλαμβάνει. Είπα επίσης, λέει η «Χ», ότι το βιβλίο μου αποσκοπεί στην απομυθοποίηση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.
Πράγματι, έτσι είναι και πάλι δεν έχω πρόβλημα με τη «Χ» που το ξαναλέει. Εκεί, όμως, που έχω μια πολύ σοβαρή διαφωνία με τη «Χ» είναι στο σημείο που γράφει ότι αν γινόταν η Ένωση θα καταλήγαμε σαν μια ακόμα «παρηκμασμένη επαρχία της Ελλάδας, όπως η περιοχή της Φλώρινας ή της Αλεξανδρούπολης»!!
Απάντησα στη «Χ» ότι σε τέτοια περίπτωση θα ήμασταν οι Κύπριοι απείρως πιο ευτυχισμένοι από ό,τι τώρα με τη μισή μας πατρίδα τουρκοπατημένη, χιλιάδες πρόσφυγες, σκοτωμένους και αγνοούμενους.
Η ίδια η Ελλάδα θα ήταν σε πολύ καλύτερη θέση για να υπερασπίζεται τα συμφέροντα όλων των Ελλήνων κι ότι είναι πραγματικά πολύ λυπηρό να δείχνουν προτίμηση στη σημερινή κατάσταση της Κύπρου (από κάθε άποψη), παρά προς μια Κύπρο φτωχή μεν αλλά ελληνική και απαλλαγμένη από την τουρκική κατοχή.
Κι ότι, επίσης, αυτές οι απόψεις τους δεν διαφέρουν από εκείνες του 1964, όταν προκειμένου να στηρίξουν τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και να διαβάλουν την Ελλάδα γενικά, υποστήριζαν ότι η Ένωση θα μας έφερνε την φτώχεια και την παρακμή μιας άσημης και απομακρυσμένης ελληνικής επαρχίας. Η «Χαραυγή» δεν δημοσίευσε την απάντησή μου.
Συμπληρώνω σήμερα, αφού πέρασαν μερικές μέρες και σκέφτηκα ακόμα καλύτερα την εκτός τόπου και χρόνου εξωφρενική θέση της «Χαραυγής», ότι δεν είναι καθόλου παράξενο που προτιμούν να ζουν στη μισή Κύπρο με την άλλη μισή κατεχόμενη από την Τουρκία, παρά να ζουν σε μια Κύπρο αλώβητη και φτωχική επαρχία της Ελλάδος.
Τους ικανοποιεί ότι…κυβερνούν! Αυτό ήταν πάντα το ΑΚΕΛ. Έβαζε πάνω απ’ όλα την συνοχή και την υπερίσχυση τουΚόμματος, τίποτε άλλο. Της συνοχής και της υπερίσχυσης του Κόμματος δεν προηγείται τίποτε απολύτως. Όλα έπονται. Ούτε καν η «λύση» του κυπριακού δεν προηγείται. Κι αυτή έπεται.
Για παράδειγμα μια συνεργασία ΑΚΕΛ – ΔΗ.ΣΥ με σκοπό τη «λύση» του κυπριακού εμπεριέχει τον κίνδυνο μείωσης της δύναμης τού ΑΚΕΛ. Ευτυχώς, λοιπόν, για μερικούς και δυστυχώς για άλλους, αυτή η συνεργασία δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ. Γιατί είτε το κυπριακό θα «λυθεί» με ένα ισχυρό ΑΚΕΛ στην εξουσία ή ας μη λυθεί ποτέ. Θέλω, όμως, να επανέλθω στο θέμα της «φτωχής επαρχίας της Ελλάδος» που, δυστυχώς, χάρη και στην ουσιαστική συμβολή του ΑΚΕΛ και της «Χ» δεν ευτυχήσαμε να καταλήξουμε. Πήγε ποτέ ο «Χρ.Μ.» στη Φλώρινα ή την Αλεξανδρούπολη για να διαπιστώσει ιδίοις όμμασι την «παρακμή» για την οποία εξακολουθεί να μιλά με την παρωχημένη γλώσσα του 1964; Σίγουρα όχι.
Κι επειδή δεν μπορεί να είναι οικονομικό το πρόβλημά του, αφού σήμερα νέες αεροπορικές εταιρίες μπορούν πάμφθηνα να πετάξουν μέχρι εκεί τον οποιονδήποτε, ας πάει να δει περί ποιας ακριβώς «παρακμής» ομιλεί, για να μην του ξεφεύγουν απότο στόμα ανοησίες.
Αν, όμως, είναι όντως οικονομικό το πρόβλημα, πάλι υπάρχει εύκολη λύση και κάμνω την αρχή της προσφέροντας Є20, για έναν έρανο στον οποίο είμαι σίγουρος θα συνδράμουν κι άλλοι «αμετανόητοι ενωτικοί», μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο οποίος θα είναι σίγουρα κι αυτός, έστω εν μέρει, «αμετανόητος ενωτικός», αφού μόλις προχθές τίμησε με την παρουσία και τα λόγια του έναν από τους μεγάλους αρχηγούς ημών των αμετανόητων ενωτικών:
Τον θρυλικό Κυριάκο Μάτση, άνθρωπο που ήξερε καλά πόσο το ενωτικό ιδεώδες δεν απόκλειε, ούτε αποκλείει τις πανανθρωπινες αξίες, που δήθεν υπερασπιζόταν η πάλε ποτέ Σοβιετική Ένωση, το ίνδαλμα και το πρότυπο της «Χαραυγής», η οποία γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο δεν δημοσιεύει απόψεις διαφωνούντων.
Στη Σοβιετική Ένωση υπήρχε μόνο μια εφημερίδα, η κρατική, και υπήρχε μόνο ένα κόμμα, το κρατικό! Αυτό θαύμαζαν, αυτό μιμούνται, έστω κι αν δεν υπάρχει πλεόν.
Όσοι πιστοί, λοιπόν, συνδράμετε να πάει ο άνθρωπος να δει από κοντά την Πατρίδα του, μπας κι ανοίξουν τα ματάκια τουκαι ξεπλυθεί επιτέλους το μυαλό του.
Άντης Ροδίτης 8.11.2010
http://antistasi.org/?p=25896
Ότι δεν φαίνεται να θριαμβεύει πάντοτε η Δικαιοσύνη θα μπορούσε κανείς να το εννοήσει ως μέρος του σχεδίου «ελευθερία» που διέπει την ύπαρξη του κόσμου. Μια μέρα, πάντως, ίσως πιο σύντομα απ’ ό,τι φαντάζεται η Αριστερά, όσο κι αν όλο και περισσότερο σπανίζουν οι πνευματικοί άνθρωποι-ηγέτες που θα επιτάχυναν τη διαδικασία, θα φτάσουμε όλοι στα ορθά συμπεράσματα και θα φανεί ξεκάθαρα τόσο η αληθινή της ταυτότητα, όσο και το μέγεθος της ευθύνης της.
Αφήνοντας πίσω τη μη συμμετοχή της στον αντιαποικιακό-ενωτικό Αγώνα του ’55-’59 κι αφήνοντας πίσω το γεγονός ότι διέβαλε και συκοφάντησε όσο μπορούσε την Ένωση και την Ελλάδα ενόσω διεξαγόταν εκείνος ο Αγώνας, πράγματα που δεν έβλαψαν καίρια τότε, γιατί ο λαός την απομόνωσε και την εξουδετέρωσε, η δράση της υπήρξε αποφασιστικά καταστροφική στα πρώτα χρόνια μετά τον Αγώνα. Μέχρι τα τέλη Αυγούστου του 1964, ένας αντικειμενικός παρατηρητής, που θα είχε τις βασικές πληροφορίες στη διάθεσή του, θα μπορούσε, σχεδόν με βεβαιότητα να συμπεράνει, ότι το μέλλον προδιέγραφε μια τουρκική μάλλον, παρά ελληνική Κύπρο. Ναι μεν τότε, με την άδεια και την προτροπή των Αμερικανών, είχε επιτελεσθεί αρχικά η ντε φάκτο Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα (είχε μεταφερθεί στην Κύπρο μια ελληνική μεραρχία δύναμης πυρός Σώματος Στρατού), τα πράγματα, όμως, έμελλε να εξελιχθούν εντελώς ανάποδα. Όταν οι συνομιλίες για παροχή ανταλλαγμάτων στους Τούρκους, προκειμένου να επικυρωθεί και επισήμως η Ένωση απέτυχαν, αδημονώντας πια οι Αμερικανοί και σφόδρα ανησυχούντες για την πιθανότητα να μετατραπεί όντως η Κύπρος σε Κούβα της Μεσογείου, είπαν τη μεγάλη κουβέντα, την κουβέντα που έκαμε τους Εγγλέζους να ξινίσουν τα μούτρα τους1, την κουβέντα που κυριολεκτικά ακύρωνε τις τουρκικές και τις αγγλικές εγγυήσεις και τα επεμβατικά τους δικαιώματα εις τον αιώνα τον άπαντα, την κουβέντα που θα μπορούσε να οδηγήσει στη δικαίωση εθνικών αγώνων και μαρτυρίων και ονείρων αιώνων, την κουβέντα, ακόμα, που θα απαγόρευε και τις σημερινές απαιτήσεις των Τούρκων στο Αιγαίο: Κηρύξετε την Ένωση τώρα, είπαν, ολόκληρης της Κύπρου με την Ελλάδα, με μόνο όρο να υποσχεθείτε ότι θα συνομιλήσετε με τους Τούρκους για κάποια ανταλλάγματα μετά². ΜΕΤΑ. Δεν πρόκειται τώρα να αναλύσουμε τη σημασία αυτού του «μετά». Ο κάθε νουνεχής Έλληνας, πολιτικά σκεπτόμενος άνθρωπος, μπορεί μόνος του να φαντασθεί τη σημασία και τις προεκτάσεις του. Εδώ, απλώς, θυμίζουμε και την επιστολήτου Προέδρου των ΗΠΑ Τζόνσον, της 5ης Ιουνίου 1964³, η οποία απαγόρευε ρητά στην Τουρκία να επέμβει στην Κύπρο χρησιμοποιώντας αμερικανική στρατιωτική βοήθεια που της δόθηκε για άλλους σκοπούς, με στόχο να διχοτομήσει την Κύπρο. Κι αυτό όχι βέβαια για τα δικά μας γλυκά μάτια, αλλά επειδή έτσι εξυπηρετείτο, τότε, η αμερικανική εξωτερική πολιτική.
Ας αφήσουμε, στο σημείο αυτό, για λίγο το 1964 κι ας πάμε μια δεκαετία αργότερα, στον Σεπτέμβριο του 1974, στο ξενοδοχείο Dome (ιδιοκτησίας της οικογένειας Κατσελλή), στην τουρκοκρατούμενη Κερύνεια, όπου είχαν εγκλωβιστεί αρκετοί Έλληνες κάτοικοί της. Εκεί έφτασε σε κάποια στιγμή ένα αμερικανικό συνεργείο ειδήσεων και ζήτησε να μιλήσει με τους εγκλωβισμένους. Εκείνοι επιτέθησαν με άγριες φωνές κατά των Αμερικανών δημοσιογράφων, εκτοξεύοντας τις γνωστές και κατά τα άλλα δίκαιες, βέβαια, κατηγορίες για την ευθύνη των Αμερικανών στην ντε φάκτο τουρκοποίηση της Κερύνειας και της μισής σχεδόν Κύπρου. Ανάμεσα στους παρόντες εγκλωβισμένους ήταν και ο δάσκαλος Σωτήρης Έλληνας, δεν ζει πια, αλλά διηγήθηκε την ιστορία στον επίσης Κερυνειώτη κουνιάδο του Γιώργο Σφογγαρά κι εκείνος σε μένα, ο οποίος άκουσε τον επικεφαλής Αμερικανό δημοσιογράφο να αποστομώνει με τις εξής δυο φράσεις τους αγανακτισμένους, φωνασκούντες Κερυνειώτες: “Why do you shout? You had your chances!” Τουτέστιν, γιατί διαμαρτύρεστε; Σε σας πρώτους δόθηκε η ευκαιρία να κάνετε ό,τι επετράπη στους Τούρκους να κάμουν σήμερα κι εσείς, τότε, δεν την εκμεταλλευτήκατε!
Εμείς οι Έλληνες της Κύπρου να εκμεταλλευτούμε τέτοια ευκαιρία; Αστεία πράματα. Εμείς, υπό την πεφωτισμένη ηγεσία τουΜεγάλου μας Ηγέτη, Προέδρου, Αρχιεπισκόπου και Εθνάρχη Μακαρίου Γ΄, είχαμε ήδη αφήσει πίσω μας τον αγώνα της Ένωσης με την πτωχή και νατοϊκή Ελλάδα (δεν το ξέραμε άραγε το ’55-’59 ότι ανήκε στο ΝΑΤΟ;) κι είχαμε αναλάβει έναν περίπου παγκοσμίων διαστάσεων άλλον αγώνα, μεγάλο και αριστερό-προοδευτικό, μάλιστα, αγώνα ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΝΑΤΟ! Αρκεί κανείς να φυλλομετρήσει μερικές κυρίαρχες κυπριακές εφημερίδες της εποχής, όπως την ακελική Χαραυγή και τη δεξιά Ο Φιλελεύθερος, για να ζήσει αμέσως το πνεύμα που επικρατούσε. Η «Χ» ζητούσε επί καθημερινής βάσεως από την Ελλάδα να τα μαζεύει και να φεύγει από το ΝΑΤΟ το συντομότερο δυνατό (είχαμε τη Σοβιετική Ένωση να μας… στηρίζει!), ενώ ο δεξιός «Φ» διακήρυττε στεντορείως ότι ουδεμία ελληνική κυβέρνηση δικαιούται να υποδεικνύει στην Κύπρο τι πρέπει να πράξει! Σε λαϊκό, καθημερινό επίπεδο, καφενεία, σωματεία, χώρους εργασίας, κοινωνικές συνευρέσεις, η διαβολή και η συκοφαντία εις βάρος της Ελλάδος και του ελληνικού στρατού, της μεραρχίας, εκ μέρους της «Αριστεράς» κατά πρώτο λόγο, κυριολεκτικά οργίαζε. Εκτεινόταν από τον ερωτικό τομέα, πώς δηλαδή αυτοί οι απατεώνες οι Καλαμαράδες αποπλανούσαν με την όμορφη γλώσσα τους τις παρθένες Κυπριοπούλες μας, ως το πόσο αδύναμη οικονομικά ήταν η Ελλάς, που θα παρέσυρε μαζί της στην ιδία φτώχεια και την Κύπρο αν γινόταν η Ένωση, χώρια που οι υψηλόβαθμοι Κύπριοι δημόσιοι υπάλληλοι θα έχαναν τις θέσεις τους, αφού θα τους τις έπαιρναν, μόλις γινόταν η Ένωση, οι Καλαμαράδες! Όλ’ αυτά αντιμετωπίζονταν με πολύ σπάνιες έως ανύπαρκτες επίσημες κυβερνητικές δηλώσεις για την πραγματική αξία και σημασία της ελληνικής στρατιωτικής παρουσίας στην Κύπρο. Αυτό που έγινε σε μία περίπτωση, δεν μπορώ να διαβεβαιώσω και για δεύτερη, ήταν ότι κάλεσε τους Έλληνες αξιωματικούς ο Μακάριος για να τους εξηγήσει πως εκείνος ήταν μαζί τους και γνώριζε καλά τη σημασία και την αξία της παρουσίας τους, κατά τον ίδιο τρόπο που στα συλλαλητήριά του διακήρυττε την πίστη του στην Ένωση, αλλά το συνήθως τεράστιο πλήθος από κάτω δεν έφερε ούτε μία ελληνική σημαία, ενώ στις ελάχιστες φορές που αναφερόταν η λέξη «Ένωση», εκδήλωνε την… κάθετη διαφωνία του ξελαρυγγιζόμενο ρυθμικά «Η Κύπρος – ανήκει – στον – λα – ό – της».
Μόλις πρόσφατα (30.8.2009) η αριστεροδεξιά ή δεξιοαριστερά κυπριακή εφημερίδα Καθημερινή (κατά το πρότυπο της αθηναϊκής, «που είναι μια δεξιά εφημερίδα», όπως λέει το Άρδην, «η οποία γράφεται κατά 80% από αριστερούς»), δημοσίευσε την έκπληξη ενός νεαρού αρθρογράφου της (δόκτορος, μάλιστα, της φιλοσοφίας, καθώς υπογράφει), για τογεγονός ότι οι Έλληνες στρατιώτες που έρχονταν ντυμένοι τουρίστες-επισκέπτες με πλοία για ν’ αποτελέσουν τη μεραρχία το1964, ήταν φορτωμένοι «λύσσα ενάντια στον Μακάριο», επειδή τον θεωρούσαν ως τον κύριο υπεύθυνο για τη μη πραγματοποίηση της Ένωσης και για το γεγονός ότι οι Κύπριοι που τους συνόδευαν ήθελαν γι’ αυτό να τους πετάξουν στη θάλασσα! Όταν απάντησα στον νεαρό δόκτορα ότι τότε υπήρχε άλλη τόση λύσσα εκ μέρους της Κύπρου κατά της Ελλάδος, της Ελλάδος της δημοκρατίας του Γ. Παπανδρέου, βεβαίως, κι όχι της Ελλάδος της χούντας, την οποία λύσσα ο Μακάριος γνώριζε πολύ καλά, την υποδαύλιζε, μάλιστα, μέσω των παρακοιμωμένων του και την άφηνε ν’ αναπτύσσεται και να ευδοκιμεί, η επιστολή μου δεν δημοσιεύτηκε. και όταν δοκίμασα να επικοινωνήσω με τον διευθυντή της εφημερίδας, όχι άγνωστό μου, αρνήθηκε να βγει στο τηλέφωνο. Η κυπριακή Καθημερινή υποστηρίζει τον πάση θυσία συμβιβασμό (για να τοπω έτσι) με την Τουρκία και τη συμβίωση με τους Τουρκοκύπριους, αλλά όσον αφορά τις δικές μας ιστορικές αλήθειες προτιμά να τις κρύβει κάτω από το χαλί! Δεν δείχνει να πιστεύει ότι είναι ανάγκη να τις ξέρουμε. Κι αν ο σκοταδισμός έχει τόσο αναβαθμιστεί στις μέρες μας, ώστε να εκλαμβάνεται ως προϋπόθεση/συστατικό της ειρήνης, ο καθένας μπορεί να συμπεράνει για ποιας ποιότητας «ειρήνη» μιλούμε.
Όταν, λοιπόν, στις 19 Αυγούστου 1964 ο υπουργός Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας Σπύρος Κυπριανού, ευρισκόμενος στην Αθήνα, πληροφορήθηκε επισήμως ότι την επομένη θα πετούσε για την Κύπρο ο υπουργός Άμυνας της Ελλάδος, με σκοπό να ενημερώσει τον Πρόεδρο Μακάριο για την απόφαση της κυβέρνησης της Ελλάδος, της αντιπολίτευσης και του βασιλέως να κηρυχθεί μονομερώς η Ένωση Κύπρου-Ελλάδος, ενθουσιασμένος ο άνθρωπος πήρε τηλέφωνο τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο να του ανακοινώσει την ιστορική και μεγαλειώδη είδηση. Το ξύλο το γλίτωσε μόνο γιατί δεν περνούν τα σκαμπίλια μέσα από τα σύρματα. Ο Μακάριος τού έκλεισε αμέσως το τηλέφωνο και το ξανασήκωσε χωρίς καθυστέρηση. Πήρε τον μετέπειτα άλλο μεγάλο «αριστερό» και χαρισματικό ηγέτη, τον υιό του πρωθυπουργού, τον ομοϊδεάτη του Ανδρέα Παπανδρέου, επίσης οπαδό των Αδεσμεύτων και επίσης «τρανό πολεμιστή» κατά του ΝΑΤΟ και του εξήγησε πως όφειλε, μια και δυο, να πάει στον μπαμπά του και να του δώσει να καταλάβει, επιτέλους, πως ήταν καιρός να συνειδητοποιήσει ότι ΑΛΛΑΞΑΝ τα πράγματα κάτω στην Κύπρο και ότι ο λαός δεν ήθελε πια κανέναν ν’ αποφασίζει για λογαριασμό του. Το«σχέδιο» που είχε υπόψη του ο Μακάριος (σε αντίθεση με τα όσα είχε προηγουμένως συμφωνήσει με τον πρωθυπουργό της Ελλάδος πάνω σε μια κοινή γραμμή με στόχο την εκπλήρωση των εθνικών πόθων), το «σχέδιο» που μόνο εκ των υστέρων μπορεί κανείς να το μαντέψει μελετώντας δηλώσεις και απόψεις στενών συνεργατών του και απλών οπαδών του (ένας τέτοιος στενός συνεργάτης του ήταν π.χ. ο Μιλτιάδης Χριστοδούλου, ιδρυτικό στέλεχος του ΑΚΕΛ και επίσημος εκπρόσωπος της κυβέρνησης Μακαρίου)4, το «σχέδιο», λοιπόν, ήταν να φτάσει πρώτα ο λαός σε μιαν «αληθινή Ανεξαρτησία», να διώξει τις αγγλικές βάσεις και συλλήβδην το ΝΑΤΟ, να φτάσει έτσι σε μια «γνήσια Αυτοδιάθεση» και από κει να θέσει ξανά στον εαυτότου το μέγα ερώτημα αν ήθελε ή όχι την Ένωση με την Ελλάδα ή αν ήθελε να παραμείνει «ανεξάρτητος και αδέσμευτος», μακράν πάσης (δυτικής) συμμαχίας. Ενώ, λοιπόν, ο υπουργός Άμυνας της Ελλάδος εξηγούσε στη Λευκωσία τις λεπτομέρειες της ανακήρυξης της Ένωσης στον Μακάριο, ο Γεώργιος Παπανδρέου στην Αθήνα είχε ήδη μετανιώσει και σκεφτόταν με θλίψη (ήταν περίπου αμέτρητες οι φορές που ο Μακάριος δεν τήρησε μαζί του τα συμφωνηθέντα), πως ο μόνος τρόπος για να γίνει η Ένωση ήταν με πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου, πράγμα, βέβαια, που ο ίδιος δεν θα μπορούσε να κάμει ποτέ.
Όταν, λοιπόν, ο αδελφός Γκουρογιάννης και άλλοι ομόγλωσσοι και ομόθρησκοι Έλληνες συγγραφείς δηλώνουν και νιώθουν (Άρδην τ. 76, σελίς 17) ότι «εμείς, σαν Ελλάδα, προξενήσαμε μια μεγάλη συμφορά στους Κυπρίους, που δεν τους άξιζε, και κυρίως γιατί μετά από αυτή τη συμφορά δεν φανήκαμε αλληλέγγυοι κ.λπ.», μερικοί από μας, μέσα από το στόμα του Λύκου σφηνωμένοι προσωρινά κάπου ανάμεσα στα δόντια του με τρόπο που τον εμποδίζει για την ώρα να μας καταπιεί πάραυτα και να μας ξεχέσει κανονικά θα του λέγαμε: Αστεία πράγματα, αδελφέ Βασίλη Γκουρογιάννη, αυτά που λες. Η μεγάλη αλήθεια είναι ότι η Ελλάς πάντα έτρεχε για την Κύπρο και η Κύπρος άμα άκουε «κινδυνεύει η Ελλάς» έδινε ό,τι είχε και δεν είχε για τη μάνα της.
Η μεγαλύτερη όμως αλήθεια είναι ότι η Ελλάς, ακόμα και πάμπτωχη, έδινε από το υστέρημά της για την Κύπρο και η Κύπρος δεν είπε ποτέ – τουλάχιστον επί Μακαρίου – «κρατήστε τα, εσείς τα έχετε περισσότερη ανάγκη από μάς»!
Αλλά η ακόμα πιο μεγάλη αλήθεια είναι ότι η Ελλάς έφερε εδώ τα στρατευμένα παιδιά της στα 1964, αποφασισμένη και να πολεμήσει για την Ένωση. Είμαστε εμείς οι Κύπριοι, οι Κύπριοι του Μακαρίου, οι αριστεροί της Χαραυγής και οι αριστεροίτου δεξιού Φιλελεύθερου, που ΔΕΝ ΤΗ ΘΕΛΑΜΕ.
Επειδή, όμως, η Κύπρος είναι κάτι παραπάνω από μισή Ελλάδα όταν τη δεις στην προοπτική του τι θα μπορούσε να ήταν σήμερα για τον εαυτό της, δηλαδή και για την Ελλάδα και γι’ αυτό ούτε αστεία σηκώνει ούτε και την παραμικρή άγνοια, ειδικά εκείνων που ενδιαφέρονται πραγματικά γι’ αυτή, δεν πρέπει να μείνουν ασχολίαστα ακόμα μερικά πράγματα από τη συνομιλία Καραμπελιά-Γκουρογιάννη στο Άρδην τ. 76. «Υπήρξαν άνθρωποι», λέει ο Γιώργος Καραμπελιάς (σελίς 20), που «μετράγανε πόσο γρήγορα προχωράει ο τούρκικος στρατός στην Κύπρο για να πέσει η χούντα στην Ελλάδα»! Κι «εμείς εδώ κάναμε δημοκρατία», συνεχίζει ο Γκουρογιάννης, «κι αυτοί χάσανε τη μισή Κύπρο». Κι όταν λίγο αργότερα έρχεται ο ίδιος ο Γκουρογιάννης και το «διορθώνει» (σελίς 22) λέγοντας «δεν υπάρχουν Ελλαδίτες και Κύπριοι, αλλά οι Κύπριοι είναι Έλληνες», δεν διορθώνει τίποτε. Το εμείς εδώ και αυτοί εκεί έχει περάσει στο αίμα όλων μας πια. Έτσι, αν αυτών εκεί τουρκέψει η ελληνική Κερύνειά τους για να έχουμε εμείς εδώ τη «δημοκρατία» μας ή για να λέμε τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη, αν είναι για να νικήσει η Αριστερά τη Δεξιά, κι ακόμα πιο ντόμπρα, αν είναι για να χάσουν οι μεν την εξουσία και να την περάσουν στο χέρι οι δε, γιατί να μην τουρκέψει ένα κομματάκι της Ελλάδας που είναι και στου διαόλου τη μάνα μακριά;
Αν, όμως, πρέπει όσο γίνεται και όλο και πιο συχνά ν’ ασχολούμαστε με τις αλήθειες που έχουν μέλλον, θα πρέπει επιτέλους να παραδεχτούμε ότι η ευθύνη του «εμείς εδώ οι Καλαμαράδες» και του «αυτοί εκεί οι μακρινοί Κυπραίοι», βαραίνει πρώτα και κύρια τη λεγόμενη «Αριστερά» της Κύπρου, που υποστήριξε τον διαχωρισμό με χαρακτηριστική σοβιετική αποφασιστικότητα, εμμονή και συνέπεια, υπό την αιγίδα, μάλιστα, της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Κύπρου και τουΑρχιεπισκόπου της Εθνάρχη Μακαρίου Γ΄. Του ήρωα της ευρύτερης «Αριστεράς» Μακαρίου, του οποίου ένα τεράστιο άγαλμα αποφάσισαν ομόφωνα και σχεδίασαν να στήσουν κάπου μεταξύ Ομονοίας και Συντάγματος, στα 1983 (ΑΠΕ 4.4.1983), οι Δ. Μπέης, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Ι. Καμπανέλλης, Α. Φλέμινγκ, Μ. Θεοδωράκης, Α. Σαμαράκης, Γ. Ρίτσος, Ν. Βρεττάκος, ο χαράκτης Τάσσος, η Έλλη Αλεξίου, η Μελίνα Μερκούρη και άλλοι «αριστεροί» και «προοδευτικοί», που έκριναν ότι για να ξοφλήσουν την υποχρέωσή τους και κυρίως για να ξεπλύνουν την ενοχή τους, που «ήθελαν να ηττηθεί η Κύπρος από τους Τούρκους (να τουρκέψει δηλαδή) για να πέσει η χούντα στην Ελλάδα», έπρεπε να ανταμείψουν τον… Μακάριο! Τον κατ’ εξοχήν υπεύθυνο.
Βέβαια δεν το έλεγαν έτσι τότε κι ούτε και τώρα τολμά κανείς, ακόμα, να το πει έτσι. Αλλά ναι, είναι η «αριστερή» πολιτική τουΜακαρίου, η μετά 13 ελληνικών-νατοϊκών κυβερνήσεων σύγκρουση και διαφωνία του και ο από αυτή την κατάσταση εκπορευθείς διαχωρισμός (μετεξελιχθείς αργότερα σε «διχασμό»), των από δω… υπερήφανων, ανυπότακτων και αδούλωτων στον ιμπεριαλισμό Κυπρίων, από τους εκεί… ξεφτιλισμένους, υποταγμένους και πληρωμένους Καλαμαράδες –για να μιλήσουμε με τη γλώσσα της κυπριακής νοοτροπίας του 1964– που καρποφόρησε στο τέλος την τουρκοποίηση της μισής Κύπρου στα 1974 κι ολόκληρης στο εγγύς ή στο όχι και τόσο εγγύς μέλλον.
Στην Κύπρο, σήμερα, στον τόπο του εγκλήματος, στα καφέ της Μακαρίου και στα καφέ της Σπύρου Κυπριανού και πολύ σύντομα και στα καφέ της νεοβαπτισθείσης Τάσσου Παπαδόπουλου, στα καφέ των λεωφόρων που φέρουν τα ονόματα όλων των μεγάλων αριστεροδεξιών «ηρώων» μας –τρομάρα τους– άρχισε από καιρό να αναδίδεται η βρώμα και η δυσωδία της αληθινής προδοσίας.
Άρχισαν οι νέοι να καταλαβαίνουν πως είναι η «αριστερή», αντιδυτική, αντινατοϊκή και κατ’ ακολουθία ανεδαφικά ανθελλαδική, ενάντια στην ασφάλεια του τόπου, πολιτική του Μακαρίου, που κατέληξε να μας φέρει τους Τούρκους, με φυσικό επακόλουθο, βέβαια, τι άλλο από ένα «σχέδιο Ανάν».
Και διερωτώνται, επίσης, σήμερα οι νέοι, πώς είναι δυνατόν όλοι αυτοί που έλεγαν ΝΑΙ στον Μακάριο για να εξασφαλίσουν, κάποτε, μια δική τους άνοδο στην προεδρία της ταλαίπωρης «Κυπριακής Δημοκρατίας», πώς έγιναν ξαφνικά όλοι αυτοί… «μαραθωνομάχοι» του ΟΧΙ στο σχέδιο του Ανάν; Μήπως γιατί αυτό το «ΟΧΙ», εκτός από το να είναι μια γνήσια, όμως απελπιστικά καθυστερημένη αγωνιστική γραμμή, υπηρετεί επίσης τον στόχο τού να μένει καλά κρυμμένη η ευθύνη και η ενοχή του Μακαρίου και των συν αυτώ; Έτσι κι αλλιώς, ο ίδιος ο Μακάριος παραδέχτηκε ότι εδώ που έφερε τα πράγματα δεν θα μπορούσε πια να επιδιώξει τίποτε περισσότερο από μια «διζωνική ομοσπονδία». Και είναι, βέβαια, αστείο να περιμένει κανείς ότι μετά τη στρατιωτική νίκη της Τουρκίας σε βάρος της Ελλάδος, μετά την παρουσία τεσσάρων πλέον πάνοπλων τουρκικών μεραρχιών στην Κύπρο, πολύ κοντά στην ίδια την Τουρκία και πολύ μακριά από την Ελλάδα, θα συγκατανεύσει ποτέ η Τουρκία σε τέτοιου είδους «διζωνική ομοσπονδία», που ν’ αφήνει περιθώρια ν’ αποκτήσουν ξανά στην Κύπρο οι Έλληνες το πάνω χέρι!
Εκείνο, όμως, για το οποίο δεν διερωτώνται καθόλου οι νέοι είναι το γεγονός ότι ένας άλλος που έλεγε μια ζωή τυφλά ΝΑΙ στον Μακάριο κι ύστερα τα ταύτισε με ΟΧΙ στα μασκαρεμένα ως «σχέδιο Ανάν» αποτελέσματα της πολιτικής του, ο νυν Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, βλέποντας τώρα ότι η «υπόθεση Μακάριος» άρχισε να παίρνει την κάτω βόλτα, αντιλαμβανόμενος ότι έτσι και πέσει κάπως απότομα ο μύθος του Μεγάλου Ηγέτη θα πάρει κι άλλους πολλούς μαζί του, αντί –με στόχο την ενίσχυση του ΟΧΙ στα νέα σχέδια της Δύσης εναντίον μας– ν’ αναβιώσει την παλιά, καταπληκτική και αναξιοποίητη ιδέα των πιο πάνω αναφερθέντων πολιτικών, διανοουμένων και καλλιτεχνών της Ελλάδος, ηρώων της «Αριστεράς» που περίμεναν πώς και πώς «να ηττηθεί (δηλαδή να τουρκέψει) η Κύπρος για να πέσει η χούντα στην Ελλάδα», αντί δηλαδή να φτιάξει ακόμα ένα «σύμβολο αντίστασης», ακόμα έναν τερατώδη χάλκινο Μακάριο και να τον στείλει πεσκέσι να στηθεί στο Σύνταγμα και να στεφανώνεται εκάστην 20ην Ιουλίου (μέρα που τουρκοπατήθηκε η Κερύνεια κι ύστερα όλη η άλλη κατεχόμενη σήμερα Κύπρος), πήρε και σήκωσε ακόμα και τον δικό μας από το προαύλιο της Αρχιεπισκοπής εν Λευκωσία και τον έστησε μακριά στα βουνά να μην τον βλέπει άλλο ο λαός, γιατί βρίσε-βρίσε, μια μέρα θα έφταναν και στο δικό του παραθύρι οι βρισιές.
Θα πρέπει, ακόμα, επιτέλους, να λεχθεί από ανθρώπους που δεν έχουν απολέσει την ικανότητα να σκέφτονται ένεκα υπερβολικής προσήλωσης στην τηλεοπτική οθόνη, ότι στον δικό μας ευρύτερο ελληνικό χώρο, αυτή η υπόθεση με την «Αριστερά», την αγνή, τάχα, ιδεολογία που ονειρεύτηκε να βάλει στον κυρίαρχο, εκτροχιασμένο και ξεπουλημένο «δεξιό» μας κόσμο τάξη, η «Αριστερά» («η κυρίαρχη ιδεολογία της διανόησης στην Ελλάδα» που λέει το Άρδην), που κόντεψε να τοπιστέψει κιόλας ότι αποτελείται από καλύτερης πάστας ανθρώπους από τους κυβερνώντες «δεξιούς», όχι μόνο δεν διαφέρει κατ’ ελάχιστο από τους εχθρούς της, αλλά έχει πια προσκομίσει, με την άνοδό της στην εξουσία (και ΕΔΩ και ΕΚΕΙ), και αποδεικτικά στοιχεία ότι είναι ένα και το αυτό με τους άλλους κι ότι ένα είναι το παιχνίδι που παίζεται: Αυτό του ποιος θ’ αρπάξει και θα κρατήσει την εξουσία ταΐζοντας καλύτερα τους δικούς του σε βάρος των δικών του άλλου, και κατ’ επέκταση σε βάρος του συνόλου των ανθρώπων που αποτελούν την πατρίδα.
Η πλάκα (πλάκα που η άλλη της όψη είναι μια ανείπωτη τραγωδία) είναι ότι αυτό το ηλίθιο παιγνίδι των τάχα καλύτερων και ευγενέστερων ανθρώπων (στην πραγματικότητα «παιγνίδι» αδικημένων που θέλουν απλώς να εκδικηθούν), που θα κυριαρχούσαν με την… αξιοσύνη, την ανωτερότητα και την παλικαριά τους πάνω στους «κακούς», κατάντησε να το παίξει κι ένας αρχιεπίσκοπος που το έφερε η κακή μας μοίρα να του είχε ανατεθεί η αποκατάσταση και η σωτηρία της Κύπρου, ενός από τα αρχαιότερα μέρη του Ελληνισμού. Στον δρόμο του «αγώνα» του αποφάσισε ότι του έπεφτε λίγη η απλή Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα («Το λεν για κατηγορία: Πως πεθυμούσε για την Κύπρο πιο πολλά απ’ όσα έπρεπε»5), αφού ένας άλλος, πολύ πιο ενδιαφέρων και μεγαλύτερων διαστάσεων αγώνας, εκείνος της κατατρόπωσης μιας χούντας και κατ’ ακολουθίαν εκείνος της κατατρόπωσης των ΗΠΑ και των ιμπεριαλιστικών, δυτικότροπων επιδιώξεών τους, του πήγαινε καλύτερα! Πέρα από το γεγονός ότι υπό τις νέες συνθήκες φυσικοί του σύμμαχοι έγιναν η Αριστερά και η Σοβιετική Ένωση και εχθρός του η… Ελλάς, του Γεωργίου Παπανδρέου ή του Γεωργίου Παπαδοπούλου δεν είχε σημασία πια, αφού όλοι στο κλαμπ του ΝΑΤΟ ήταν γραμμένοι, πέρα, λοιπόν, από το γεγονός ότι τα έβαζε με την πατρίδα που ορκίστηκε μαζί της να ενώσει την Κύπρο, υπάρχει και η αδιερεύνητη ψυχαναλυτικώς πλευρά του να έφτασε εκεί που έφτασε μόνο και μόνο για να διατηρεί, όσο βρισκόταν στη ζωή, όλες τις εξουσίες και τα μεγαλεία που του δώσαμε!
Υπό αυτή την έννοια ο Αγώνας, που αρχικά ανέλαβε για λογαριασμό του λαού του, έγινε στο τέλος προσωπικός του«αγώνας». Είναι πολλά που μπορεί να βγάλει στη φόρα το «θηρίο Κύπρος» που λέει ο αδελφός Γκουρογιάννης και δίκαια (;) δεν αποτολμά να μπει στα σπλάχνα του. Περιμένει, λέει, έναν Θουκυδίδη ν’ αναστηθεί για να το κάμει. Αστεία πράματα! Αλήθεια, πόσο συχνά επανέρχεται, αφού τόσο μας πάει, η φράση: Αστεία πράματα! Πώς αλλιώς, όμως, αφού οι συγγραφείς μας δεν αποτολμούν πλέον τα δύσκολα και τα σημαντικά, αλλά προτιμούν να περιφέρονται στα περίχωρα των μεγάλων εθνικών προβληματισμών μας γράφοντας «υπαρξιακά», τάχα, «ευπώλητα» πάντως μυθιστορήματα περί «Βιετνάμ της Ελλάδος» ή, ακόμα, και «Βιετνάμ της Τουρκίας»;
Γι’ αυτό, άμα θέλει το Άρδην να μιλά για την Κύπρο, ας αφήσει τον Γκουρογιάννη (πατριώτης, δεν λέω, ο άνθρωπος) ή τον Χατζόπουλο (επίσης άνθρωπος που αγαπά την Κύπρο), που δεν έζησαν, όμως, τίποτε από αυτά που γράφουν για την Κύπρο – και ας δοκιμάσει να δει κατάματα, όσο κι αν κοστίζει, την αλήθεια της Κύπρου. Ας μπει στα σπλάχνα της, εκεί που υπάρχει ανασφάλεια και κίνδυνος, εκεί που χρειάζεται Θουκυδίδης να τα βγάλει πέρα κι ας σπάσει εκεί τα μούτρα του: Με τους αξιωματικούς καταδρομείς του ελληνικού στρατού καθώς έπεφταν νεκροί, κτυπημένοι από Κύπριους ακροβολιστές, μακαριακούς αστυνομικούς, στη μέση του δρόμου έξω από το ΡΙΚ ή βγαίνοντας ανέμελοι και χωρίς προφυλάξεις από τοσπίτι Κυπρίων πολιτικών που διατηρούσαν ένοπλες ομάδες ως αντίπαλο δέος στη… Μεραρχία, για χάρη του Μακαρίου!
Αλλά και με τους Κύπριους Έλληνες εθνοφρουρούς, τα φανταράκια των 17 χρονών, που μέχρι πέρσι δεν τους έκαμναν μνημόσυνο, ούτε καν στα οχτώ που κάηκαν ζωντανά μέσα στο τεθωρακισμένο τους όχημα, μπροστά στην είσοδο του πάλαι ποτέ και αείποτε Κυβερνείου των Εγγλέζων και μετέπειτα Προεδρικού Μεγάρου του Μακαρίου, όταν βλήθηκαν από αντιαρματικό Κύπριου εφεδρικού αστυνομικού που μπορούσε να ήταν και πατέρας τους. Το σημείο ήταν ακριβώς το ίδιο, εκεί που στα 1931 Αγγλοτούρκοι αστυνομικοί πυροβόλησαν και σκότωσαν τον δεκαεπτάχρονο Ονούφριο Κληρίδη που είχε πάει εκεί, σε μια παράνομη διαδήλωση-επανάσταση, νομίζοντας πως έτσι θα πετύχαινε την Ένωση.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
- Απόρρητο έγγραφο υπουργείου Άμυνας Μ. Βρετανίας DEFE 11/456, (10638, 25.8.1964), στο Fanoulla Argyrou «Conspiracy or Blunder?» Nicosia 2000, σ. 157-158 και φωτοτυπία του εγγράφου στη σελίδα 196).
3. Γλαύκου Κληρίδη Η Κατάθεσή μου, Εκδόσεις Αλήθειας 1989, β΄ τόμος, σ. 118-121.
4. Μιλτιάδη Χριστοδούλου Κύπρος-Ελλάς, Τόμος β΄, Πρόοδος, Λευκωσία 1999.
5. Απόσπασμα από ομιλία του ποιητή, δοκιμιογράφου, διευθυντή τού ΡΙΚ, μετέπειτα υπουργού Παιδείας και κυβερνητικού εκπροσώπου Ανδρέα Χριστοφίδη στο φιλολογικό μνημόσυνο του Μακαρίου στον Κύκκο στα 1983. Παραθέτω επιστολή που έστειλα μόλις πρόσφατα (30.8.2009) στην αριστεροδεξιά ή δεξιοαριστερά κυπριακή εφημερίδα Καθημερινή (κατά τοπρότυπο της δικής σας, «που είναι μια δεξιά εφημερίδα» όπως λέτε, «η οποία γράφεται κατά 80% από αριστερούς», η οποία δεν τη δημοσίευσε, βεβαίως:
Η απάντησή μου
Η Στις 5 Νοεμβρίου η εφημερίδα «Χαραυγή» έγραψε με την υπογραφή «Χρ. Μ.», ότι είμαι ένας «αμετανόητος ενωτικός», ο οποίος στο βιβλίο μου «Δέκα χιλιάδες μέλισσες» χρησιμοποιώ ντοκουμέντα για να αποδείξω ότι ο πρώτος και κύριος υπεύθυνος για τη μη πραγματοποίηση της Ένωσης ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος.
Ναι, έτσι έγραψα και δεν έχω παράπονο από τη «Χαραυγή» που το επαναλαμβάνει. Είπα επίσης, λέει η «Χ», ότι το βιβλίο μου αποσκοπεί στην απομυθοποίηση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου.
Πράγματι, έτσι είναι και πάλι δεν έχω πρόβλημα με τη «Χ» που το ξαναλέει. Εκεί, όμως, που έχω μια πολύ σοβαρή διαφωνία με τη «Χ» είναι στο σημείο που γράφει ότι αν γινόταν η Ένωση θα καταλήγαμε σαν μια ακόμα «παρηκμασμένη επαρχία της Ελλάδας, όπως η περιοχή της Φλώρινας ή της Αλεξανδρούπολης»!!
Απάντησα στη «Χ» ότι σε τέτοια περίπτωση θα ήμασταν οι Κύπριοι απείρως πιο ευτυχισμένοι από ό,τι τώρα με τη μισή μας πατρίδα τουρκοπατημένη, χιλιάδες πρόσφυγες, σκοτωμένους και αγνοούμενους.
Η ίδια η Ελλάδα θα ήταν σε πολύ καλύτερη θέση για να υπερασπίζεται τα συμφέροντα όλων των Ελλήνων κι ότι είναι πραγματικά πολύ λυπηρό να δείχνουν προτίμηση στη σημερινή κατάσταση της Κύπρου (από κάθε άποψη), παρά προς μια Κύπρο φτωχή μεν αλλά ελληνική και απαλλαγμένη από την τουρκική κατοχή.
Κι ότι, επίσης, αυτές οι απόψεις τους δεν διαφέρουν από εκείνες του 1964, όταν προκειμένου να στηρίξουν τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και να διαβάλουν την Ελλάδα γενικά, υποστήριζαν ότι η Ένωση θα μας έφερνε την φτώχεια και την παρακμή μιας άσημης και απομακρυσμένης ελληνικής επαρχίας. Η «Χαραυγή» δεν δημοσίευσε την απάντησή μου.
Συμπληρώνω σήμερα, αφού πέρασαν μερικές μέρες και σκέφτηκα ακόμα καλύτερα την εκτός τόπου και χρόνου εξωφρενική θέση της «Χαραυγής», ότι δεν είναι καθόλου παράξενο που προτιμούν να ζουν στη μισή Κύπρο με την άλλη μισή κατεχόμενη από την Τουρκία, παρά να ζουν σε μια Κύπρο αλώβητη και φτωχική επαρχία της Ελλάδος.
Τους ικανοποιεί ότι…κυβερνούν! Αυτό ήταν πάντα το ΑΚΕΛ. Έβαζε πάνω απ’ όλα την συνοχή και την υπερίσχυση τουΚόμματος, τίποτε άλλο. Της συνοχής και της υπερίσχυσης του Κόμματος δεν προηγείται τίποτε απολύτως. Όλα έπονται. Ούτε καν η «λύση» του κυπριακού δεν προηγείται. Κι αυτή έπεται.
Για παράδειγμα μια συνεργασία ΑΚΕΛ – ΔΗ.ΣΥ με σκοπό τη «λύση» του κυπριακού εμπεριέχει τον κίνδυνο μείωσης της δύναμης τού ΑΚΕΛ. Ευτυχώς, λοιπόν, για μερικούς και δυστυχώς για άλλους, αυτή η συνεργασία δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ. Γιατί είτε το κυπριακό θα «λυθεί» με ένα ισχυρό ΑΚΕΛ στην εξουσία ή ας μη λυθεί ποτέ. Θέλω, όμως, να επανέλθω στο θέμα της «φτωχής επαρχίας της Ελλάδος» που, δυστυχώς, χάρη και στην ουσιαστική συμβολή του ΑΚΕΛ και της «Χ» δεν ευτυχήσαμε να καταλήξουμε. Πήγε ποτέ ο «Χρ.Μ.» στη Φλώρινα ή την Αλεξανδρούπολη για να διαπιστώσει ιδίοις όμμασι την «παρακμή» για την οποία εξακολουθεί να μιλά με την παρωχημένη γλώσσα του 1964; Σίγουρα όχι.
Κι επειδή δεν μπορεί να είναι οικονομικό το πρόβλημά του, αφού σήμερα νέες αεροπορικές εταιρίες μπορούν πάμφθηνα να πετάξουν μέχρι εκεί τον οποιονδήποτε, ας πάει να δει περί ποιας ακριβώς «παρακμής» ομιλεί, για να μην του ξεφεύγουν απότο στόμα ανοησίες.
Αν, όμως, είναι όντως οικονομικό το πρόβλημα, πάλι υπάρχει εύκολη λύση και κάμνω την αρχή της προσφέροντας Є20, για έναν έρανο στον οποίο είμαι σίγουρος θα συνδράμουν κι άλλοι «αμετανόητοι ενωτικοί», μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο οποίος θα είναι σίγουρα κι αυτός, έστω εν μέρει, «αμετανόητος ενωτικός», αφού μόλις προχθές τίμησε με την παρουσία και τα λόγια του έναν από τους μεγάλους αρχηγούς ημών των αμετανόητων ενωτικών:
Τον θρυλικό Κυριάκο Μάτση, άνθρωπο που ήξερε καλά πόσο το ενωτικό ιδεώδες δεν απόκλειε, ούτε αποκλείει τις πανανθρωπινες αξίες, που δήθεν υπερασπιζόταν η πάλε ποτέ Σοβιετική Ένωση, το ίνδαλμα και το πρότυπο της «Χαραυγής», η οποία γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο δεν δημοσιεύει απόψεις διαφωνούντων.
Στη Σοβιετική Ένωση υπήρχε μόνο μια εφημερίδα, η κρατική, και υπήρχε μόνο ένα κόμμα, το κρατικό! Αυτό θαύμαζαν, αυτό μιμούνται, έστω κι αν δεν υπάρχει πλεόν.
Όσοι πιστοί, λοιπόν, συνδράμετε να πάει ο άνθρωπος να δει από κοντά την Πατρίδα του, μπας κι ανοίξουν τα ματάκια τουκαι ξεπλυθεί επιτέλους το μυαλό του.
Άντης Ροδίτης 8.11.2010
http://antistasi.org/?p=25896