Η Πανδώρα (παν + δώρα) είναι αρχετυπική μορφή της ελληνικής μυθολογίας, όπου αναφέρεται ως η πρώτη θνητή γυναίκα, αιτία όλων των δεινών κατά τον Ησίοδο και αντίστοιχη της βιβλικής Εύας. Ο μύθος της Πανδώρας, όχι τόσο ως αρχετυπικής μορφής, μητέρας όλων των γυναικών, αλλά ως αιτίας όλων των παθών, λόγω της περιέργειάς της, έχει κάνει το γύρο του κόσμου. Συγκεκριμένα, από ανοησία, περιέργεια ή σκόπιμα, η Πανδώρα σύμφωνα με το μύθο αποδέσμευσε και σκόρπισε στην ανθρωπότητα όλα τα δεινά και τις ασθένειες που ήταν κρυμμένες σε ένα πιθάρι -το οποίο κατά λάθος καθιερώθηκε να αναφέρεται ως...... κουτί. Η αρνητική στάση του Ησίοδου και ο μισογυνισμός που εκδηλώνεται στα σχετικά κείμενά του -με την Πανδώρα πιθανόν ως αφορμή- αποδίδεται από ορισμένους ερευνητές και σε κατάλοιπα της μεταβατικής εποχής, από τη μητριαρχία στην πατριαρχία χωρίς φυσικά να αποκλείονται και άλλες λογικές ερμηνείες.
Οι επωνυμίες Πανδώρα και Ανησιδώρα (αυτή που φέρνει δώρα)αναφέρονται και στη Δήμητρα, τη θεά της Γης, που λατρευόταν ως πανδώρα αφού από αυτήν τρεφόταν η ανθρωπότητα, όμως πρόκειται για θετικές επωνυμίες [1] της θεάς και δεν έχουν καμία σχέση με το κύριο όνομα Πανδώρα, δηλαδή το μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με τον Ησίοδο το όνομά της σήμαινε εκείνη που είναι προικισμένη με όλα τα δώρα από τους θεούς, εκείνην που έχει όλα τα χαρίσματα. Μεταγενέστερα θεωρήθηκε ότι ήταν και εκείνη από την οποία εκπορεύονταν όλα τα δώρα προς τους ανθρώπους, καλά και κακά.
Η Πανδώρα της "Θεογονίας"
Σύμφωνα με την Θεογονία και τα Έργα και Ημέραι του Ησιόδου που συντάχθηκαν γύρω στο 750 π.Χ. η Πανδώρα πλάστηκε από χώμα από τον Ήφαιστο κατά παραγγελία του Δία. Η Αθηνά (ή ο Ερμής) της έδωσε ζωή και οι θεοί του Ολύμπου της προσέφεραν γενικά όλα τα χαρίσματα και τις ικανότητες, και μαζί μια επικίνδυνη γοητεία. Για τον Ησίοδο πάντως η Πανδώρα ήταν το χειρότερο δώρο που μπορούσαν να κάνουν οι θεοί στον άνθρωπο.
Στη Θεογονία αναφέρει [2] ότι "ο ευγενής γιος του Ιαπετού (ο Προμηθέας) έκλεψε την ιερή φωτιά και εξοργισμένος ο Δίας έστειλε στους ανθρώπους ένα μεγάλο κακό -το τίμημα για το ευεργέτημα της φωτιάς. Ζήτησε από τον Χωλό θεό (τον Ήφαιστο) να πλάσει από τη γη μια παρθένα και η Αθηνά την έντυσε και τη στόλισε με κοσμήματα και της έβαλε ένα θαυμαστό πέπλο και στεφάνι στο κεφάλι καθώς και ένα στέμμα χρυσό". Όπως περιγράφει ο Ησίοδος ήταν χάρμα οφθαλμών και έλαμπε με μεγάλη ομορφιά που την θαύμασαν ακόμα και οι θεοί και που δεν μπορούσε να της αντισταθεί κανένας θνητός, αφού μέχρι τότε δεν υπήρχαν γυναίκες παρά μόνον άνδρες. "Από αυτήν" γράφει ο Ησίοδος, "κατάγονται όλες οι γυναίκες και το θηλυκό γένος. Από αυτήν προήλθε το καταστροφικό γένος των γυναικών (τῆς γὰρ ὀλώιόν ἐστι γένος γυναικῶν) που ζει μεταξύ των θνητών ανδρών για να τους βασανίζει, σύντροφος μόνο στα πλούτη και ποτέ στη μισητή φτώχεια . Ο Δίας έπλασε τις γυναίκες για να βλάψει το θνητόν άνδρα [3]
"Και σαν να μην έφτανε αυτό" συνεχίζει ο Ησίοδος "αν ο άνδρας δεν παντρευόταν για να αποφύγει τις πικρίες του γάμου, γερνούσε και πλησίαζε το θάνατο χωρίς κανέναν να τον φροντίσει.









Η τέχνη της χρυσοχοΐας έφτασε στο απόγειο της την περίοδο 1900-1450 π.Χ., ενώ αποτελούσε απόδειξη κύρους των ανώτερων κοινωνικών τάξεων. Κατά την Προανακτορική, Πρωτομινωική Περίοδο αναπτύχθηκαν οι τέχνες της σφραγιδογλυφίας, της λιθοτεχνίας, της κατεργασίας φαγεντιανής και της κεραμικής. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύσταση του υλικού κατασκευής της φαγεντιανής. Το μείγμα αποτελούνταν από κονίαμα, χαλαζία, αμμόλιθο ή πυριτόλιθο και διάλυμα ανθρακικού νατρίου, το οποίο ψηνόταν αφού τοποθετούνταν σε ειδικά καλούπια στους 870°C. Το αποτέλεσμα ήταν η στερεοποίηση του υλικού, το οποίο θύμιζε ελεφαντόδοντο. Στην Προανακτορική, Μεσομινωική I Περίοδο οι τοιχογραφίες έκαναν δυναμικά την εμφάνισή τους. Οι πολύχρωμες παραστάσεις εμφανίστηκαν ως διακόσμηση σε ανάκτορα και πολυτελείς επαύλεις και ακολουθούσαν την τεχνική της νωπογραφίας. Η ζωγραφική τεχνοτροπία πέρασε από διάφορα στάδια, τα οποία χαρακτηρίζονταν από τη χρήση διαφορετικών χρωμάτων κάθε φορά. Ξεκίνησε στη Μεσομινωική I με απλή διχρωμία, πέρασε στην πολυχρωμία της Μεσομινωικής II και συνέχισε την ίδια περίοδο καταλήγοντας στη χαρακτηριστική τριχρωμία κόκκινου, μαύρου και λευκού.








ζώα -κυρίως ταύρους- αλλά και ανθρώπους, όπως φαίνεται από ενδείξεις πρόσφατης μαρτυρίας ευρήματος στην περιοχή των Αρχανών. Οι εξορκισμοί, οι οποίοι ήταν μέρος μαγικών τελετών με σκοπό την ίαση ασθενειών και την άρση άλλων δυσκολιών της ζωής. Τέλος, οι θρησκευτικές πομπές, οι οποίες είχαν χαρακτήρα επίδειξης πολύτιμων αντικειμένων λατρείας και προσφοράς προς τους θεούς.
Το μεγαλύτερο μέρος των θρησκευτικών πληροφοριών οφείλεται στην τέχνη, χάρη στο μεγάλο αριθμό λατρευτικών αντικειμένων και τοιχογραφιών που σώζονται. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι τα ρυτά, τα οποία ήταν τελετουργικά αγγεία που χρησιμοποιούνταν στις θυσίες. Το πιο γνωστό ρυτό είναι η ταυροκεφαλή -σπουδαίο κατασκεύασμα της λιθοτεχνίας- της Υστερομινωικής II Περιόδου (1500-1550π,Χ.).




ΑΝΑΚΤΟΡΑ
νου. Στο νοτιοδυτικό τμήμα αναπτυσσόταν η δυτική αυλή, η είσοδος που οδηγούσε στο Διάδρομο της Πομπής, και στα νότια βρισκόταν το νότιο Πρόπυλο. Στην ανατολική πτέρυγα ήταν τα βασιλικά διαμερίσματα, οι βασιλικές αποθήκες και διάφορα εργαστήρια. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η τουαλέτα, στην οποία οδηγούσε ο διάδρομος που ενωνόταν με το διαμέρισμα της βασίλισσας. Η έκπληξη έγκειται στη σύνδεση της τουαλέτας με αποχετευτικό σύστημα, το οποίο χρονολογείται από την Παλαιοανακτορική Περίοδο (19ος-1600 π.Χ.), συνιστώντας την παλαιότερη κατασκευή αποχέτευσης στην Ευρώπη. Στη βόρεια πλευρά υπήρχαν το τελωνείο, καθαρτήριες δεξαμενές εξαγνισμού και ένα θέατρο, το οποίο ήταν χώρος δημόσιων συνεστιάσεων και εορτασμών.





