Οι ελληνες προοδευτικοι καρεκλοκενταυροι πρυτανεις ακομη ψαχνουν μεταρρυθμίσεις.---
Δέκα τουρκικά πανεπιστήμια φιγουράρουν ανάμεσα στα 500 καλύτερα του πλανήτη. Έτσι, σύμφωνα με αναφορά του URAP (University Ranking by Academic Performance Research Laboratory), το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως, της Άγκυρας, το Τεχνικό Πανεπιστήμιο Μέσης Ανατολής, το Γαζί, του Αιγαίου, το Μπιλκέντ, το Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως, του Μπογάτζιτσι και το Σαμπαντζί, συγκαταλέγονται στα κορυφαία παγκοσμίως για τις ερευνητικές τους δραστηριότητες.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να σημειωθεί πως το URAP ως ερευνητικό ινστιτούτο δημιουργήθηκε το 2009 από το Τεχνικό Πανεπιστήμιο Μέσης Ανατολής, δηλαδή είναι τουρκικό, ενώ σκοπό έχει να αξιολογήσει τα πανεπιστημιακά ιδρύματα σε παγκόσμιο επίπεδο με βάση την ακαδημαϊκή τους απόδοση και ερευνητική επίδοση, όπως αυτή καθορίζεται από τις επιστημονικές δημοσιεύσεις των μελών τους.
Αφήνοντας κατά μέρους το κλασσικό μειδίαμα… του Ελληνάρα, αναφορικά με την αξιολόγηση των παγκόσμιων ακαδημαϊκών επιδόσεων από τους γείτονες, καλά θα ήταν να εξετάσουμε τα του οίκου μας, αφού για την ώρα όλος ο αναξιοποίητος ακαδημαϊκός πλούτος της χώρας μας – ο οποίος αποδεδειγμένα είναι πολλαπλάσιας αξίας πολλών άλλων κρατών – φαίνεται στο να αναλώνεται στη διαμάχη για τα αυτονόητα, όπως το άσυλο, και για την αναγνώριση ή όχι των ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Και αφού όσα οι άλλοι τα έχουν λύσει εδώ και δεκαετίες εμείς ακόμα… συζητάμε και παρά τα οικονομικά μας χάλια το σύνθημα εξακολουθεί «τόσο % για την παιδεία», υποκρύπτοντας βέβαια τη συναλλαγή και τον παρασιτισμό στα πανεπιστήμια από φοιτητές και καθηγητές, γεμάτα «ακαδημαϊκούς απατεώνες» που δουλειά τους δεν είναι να μορφώσουν τον κόσμο αλλά το πώς θα προβληθούν οι ίδιοι στα ΜΜΕ για να τραβήξουν το ενδιαφέρον του κόσμου του χρήματος, ενώ η εμετική κατάσταση με τα ευρωπαϊκά κονδύλια που λυμαίνονταν οι «καρχαρίες» πετώντας ένα ξεροκόμματος σε όσους έκαναν τη δουλειά… Και πόσα άλλα…
Με όλα αυτά, οι «μπουνταλάδες» (τρομάρα μας), μας βάζουν τα γυαλιά και σε έναν τομέα στον οποίο διεκδικούμε τα παγκόσμια πρωτεία από την εποχή των Ομηρικών επών και μετά… Aς προσέχαμε. Μπράβο τους.
Την ώρα που στην Ελλάδα η κυβέρνηση επιχειρεί να εισαγάγει μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η γειτονική Τουρκία βλέπει πολλά πανεπιστήμιά της, κυρίως μη κερδοσκοπικά, να καλπάζουν στις λίστες με τα καλύτερα ακαδημαϊκά ιδρύματα στον κόσμο. Κατανοώντας την επιθυμία πολλών οικογενειών, προερχόμενων όχι μόνο από τα παράλια της Μικράς Ασίας αλλά και από πόλεις της Ανατολίας, να σπουδάσουν τα παιδιά τους, τόσο το κράτος όσο και κορυφαία ονόματα της τουρκικής επιχειρηματικής ελίτ ενθάρρυναν τη δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Τα ιδρύματα αυτά συγκεντρώνονται στις δύο μεγάλες πόλεις της Τουρκίας, την Αγκυρα και (κυρίως) την Κωνσταντινούπολη. Καταφέρνουν μάλιστα χάρη στην άψογη υλικοτεχνική υποδομή αλλά και στο γεγονός ότι είναι αγγλόφωνα να προσελκύουν φοιτητές από πολλές χώρες ανά τον κόσμο.
Αλλαγές βήμα βήμα
«Στην Τουρκία υπήρχαν επί πολλά χρόνια οι ίδιες αναστολές για την εκπαίδευση που ταλαιπωρούν και την Ελλάδα» λέει στο «Βήμα» ο κ. Χ.Τζήμητρας , επίκουρος καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μπιλγκί και διευθυντής του προγράμματος για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στο ίδιο πανεπιστήμιο. «Ο ασφυκτικός έλεγχος του κράτους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ήταν πολύ βαθιά ριζωμένος και άρχισε να αλλάζει μόνο μετά τη σταδιακή φιλελευθεροποίηση στα μέσα της δεκαετίας του 1990» τονίζει. Πώς λειτουργεί όμως το σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Τουρκία; Κατ΄ αρχάς, η βασική δικλίδα ασφαλείας που έθεσε το Συμβούλιο Ανώτερης Εκπαίδευσης, που είναι το καθ΄ ύλην αρμόδιο, ήταν όλοι οι υποψήφιοι να δίνουν γενικές εξετάσεις είτε θέλουν να εισαχθούν σε δημόσιο είτε σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο. «Υπολογίζεται» λέει ο κ. Τζήμητρας «ότι κάθε χρόνο παίρνουν μέρος στις γενικές εξετάσεις κάτι λιγότερο από 2 εκατομμύρια παιδιά. Ο αριθμός των εισακτέων σε δημόσια και ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι περίπου 400.000. Και αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι το 25%-30% λαμβάνει υποτροφία από το κράτος».
Εντυπωσιακό είναι όμως το ότι από εξετάσεις περνούν και τα μέλη του διοικητικού και επιστημονικού προσωπικού για όλα τα πανεπιστήμια και για όλες τις βαθμίδες. Πρόκειται για αυτό που στα σχέδια μεταρρυθμίσεων των ελληνικών πανεπιστημίων ονομάζεται «αξιολόγηση». Ισχυρά πλεονεκτήματα
Τα μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια στην Τουρκία ανήκουν σε ιδρύματα (βακούφια). Πολλά εξ αυτών ιδρύθηκαν από μεγάλους επιχειρηματίες οι οποίοι πέρα από τη φιλανθρωπική προσφορά ήθελαν να δημιουργήσουν και μια δεξαμενή στελεχών για τις επιχειρήσεις τους. Ετσι οι μεγάλες οικογένειες των Κοτς και Σαμπάντζι αποφάσισαν να φτιάξουν πανεπιστήμια. Το παράδειγμά τους ακολουθούν και άλλοι. Ο Χουσνού Οζγεγίν, ο επιχειρηματίας που πούλησε μέρος της Finansbank στην Εθνική Τράπεζα, αποφάσισε να διαθέσει το 20% από την εξαγορά της τράπεζας, περίπου 1 δισ. δολάρια, ώστε να ιδρυθεί νέο ιδιωτικό πανεπιστήμιο. Στην Τουρκία πάντως υπάρχουν σήμερα περί τα 200 πανεπιστήμια. «Και κάθε χρόνο ανοίγουν περί τα 10» προσθέτει ο κ. Ι.Γρηγοριάδης, επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μπίλκεντ της Αγκυρας, που θεωρείται ίσως το καλύτερο μη κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο της γειτονικής χώρας.
Δεν είναι βέβαια όλα τα πανεπιστήμια της Τουρκίας πρώτης ποιότητας. Τα ιδιωτικά Μπίλκεντ, Κοτς, Σαμπάντζι και Μπιλγκί, καθώς και τα πανεπιστήμια του Βοσπόρου, της Αγκυρας, της Κωνσταντινούπολης, το Πολυτεχνείο της Πόλης και φυσικά το Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Μέσης Ανατολής (ΜΕΤU) στην Αγκυρα, είναι τα καλύτερα. Ανοίγουν όμως και πανεπιστήμια σε πόλεις της Ανατολίας, όπως η Καισάρεια και τα Αδανα, που εντάσσονται όλο και πιο δυναμικά στον οικονομικό και κοινωνικό ιστό της Τουρκίας και όπου υπάρχει μεγάλος νεαρός πληθυσμός. Κατά τον κ. Γρηγοριάδη, «τα ιδιωτικά πανεπιστήμια έχουν πολλά πλεονεκτήματα. Οι υλικές υποδομές τους είναι άψογες και θα τις ζήλευαν και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Εχουν άριστα εξοπλισμένες βιβλιοθήκες και οι καθηγητές μπορούν πολύ γρήγορα να προμηθευτούν τα βιβλία που χρειάζονται. Οι μισθοί των καθηγητών είναι πολύ καλοί, προσφέρονται παροχές σε είδος, ενώ χρηματοδοτείται γενναιόδωρα η έρευνα. Παράλληλαη χρήση της αγγλικής γλώσσας ανοίγει τις πόρτες των φοιτητών στο εξωτερικό». Τα δίδακτρα είναι υψηλά. Πολλές φορές ξεπερνούν τις 10.000-12.000 δολάρια ετησίως. Το σύστημα υποτροφιών όμως διευκολύνει πολλά παιδιά να σπουδάσουν ακόμη και αν δεν έχουν τα χρήματα. Και το σύστημα εξετάσεων είναι ιδιαίτερα αυστηρό. «Αν κάποιος φοιτητής αποτύχει π.χ.σε ένα μάθημα τον Ιούνιο, δεν μπορεί απλώς να ξαναδώσει εξετάσεις τον Σεπτέμβριο.Πρέπει να το ξανακάνει κατά τη διάρκεια του καλοκαιρινού εξαμήνου,στον μισό χρόνο και με διπλές ώρες» τονίζει ο κ. Γρηγοριάδης.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΩΤΕΛΗΣ
Μεταπτυχιακό στο Σαμπάντζι και διδακτορικός φοιτητής στο Μπίλκεντ
«Φωτεινό παράδειγμα»
«Ισως η πιο ευχάριστη σκέψη που θα μου μείνει από την εμπειρία μου στην Τουρκία ως μεταπτυχιακού φοιτητή και υποψήφιου διδάκτορα είναι η πραγματικά πολύτιμη βοήθεια που δέχθηκα, και δέχεται κάθε φοιτητής, από το Πανεπιστήμιο στο οποίο ανήκει.Η βοήθεια αυτή μεταφράζεται όχι μόνο σε οικονομική ενίσχυση (η οποία είναι από τα περισσότερα ιδρύματα και το τουρκικό κράτος πλουσιοπάροχη),αλλά ακόμη σε πρόσβαση σε αξιοπρεπείς βιβλιοθήκες και σχεδόν όλες τις βάσεις δεδομένων,πλούσια υλικοτεχνική υποδομή και συνεχή ενθάρρυνση για εξωπανεπιστημιακές δραστηριότητες.Αναμφισβήτητα,η τουρκική τριτοβάθμια εκπαίδευση μπορεί να αποτελέσει, σε πολλά επί μέρους σημεία τουλάχιστον,φωτεινό παράδειγμα για τις μελλοντικές αλλαγές στα ελληνικά πανεπιστήμια».
ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΑΡΑΚΑΣΗΣ
Μεταπτυχιακό στο Μπιλγκί
«Βάρος στην έρευνα»
«Βρέθηκα στο Μπιλγκί τον Σεπτέμβριο του 2006. Αυτό που με εντυπωσίασε ήταν ότι πολλές από τις εγκαταστάσεις του πανεπιστημίου,όπως οι εστίες,είχαν κατασκευαστεί σε πρώην υποβαθμισμένες περιοχές της Κωνσταντινούπολης,σε μια προσπάθεια να αλλάξουν το “πρόσωπό” τους. Θα έλεγα ότι το Μπιλγκί ακολουθεί το αμερικανικό πρότυπο.Τα μαθήματα γίνονταν στα αγγλικά και ήταν σεμιναριακού χαρακτήρα.Πάντως υπήρχαν μεγάλες ανισότητες μεταξύ των πολύ καλών και των λιγότερο καλών φοιτητών,κυρίως σε προπτυχιακό επίπεδο.Οπως και τα υπόλοιπα αγγλόφωνα ιδιωτικά τουρκικά πανεπιστήμια,το Μπιλγκί δίνει μεγάλο βάρος στην έρευνα.Επίσης η προώθηση της ελευθερίας των ιδεών και η ασφάλεια που απέπνεε είναι στοιχεία που πιστεύω ότι θα έπρεπε να υιοθετήσουμε και στην Ελλάδα».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Η Τουρκία κερδίζει και τη μάχη των ΑΕΙ."
Δέκα τουρκικά πανεπιστήμια φιγουράρουν ανάμεσα στα 500 καλύτερα του πλανήτη. Έτσι, σύμφωνα με αναφορά του URAP (University Ranking by Academic Performance Research Laboratory), το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως, της Άγκυρας, το Τεχνικό Πανεπιστήμιο Μέσης Ανατολής, το Γαζί, του Αιγαίου, το Μπιλκέντ, το Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως, του Μπογάτζιτσι και το Σαμπαντζί, συγκαταλέγονται στα κορυφαία παγκοσμίως για τις ερευνητικές τους δραστηριότητες.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να σημειωθεί πως το URAP ως ερευνητικό ινστιτούτο δημιουργήθηκε το 2009 από το Τεχνικό Πανεπιστήμιο Μέσης Ανατολής, δηλαδή είναι τουρκικό, ενώ σκοπό έχει να αξιολογήσει τα πανεπιστημιακά ιδρύματα σε παγκόσμιο επίπεδο με βάση την ακαδημαϊκή τους απόδοση και ερευνητική επίδοση, όπως αυτή καθορίζεται από τις επιστημονικές δημοσιεύσεις των μελών τους.
Αφήνοντας κατά μέρους το κλασσικό μειδίαμα… του Ελληνάρα, αναφορικά με την αξιολόγηση των παγκόσμιων ακαδημαϊκών επιδόσεων από τους γείτονες, καλά θα ήταν να εξετάσουμε τα του οίκου μας, αφού για την ώρα όλος ο αναξιοποίητος ακαδημαϊκός πλούτος της χώρας μας – ο οποίος αποδεδειγμένα είναι πολλαπλάσιας αξίας πολλών άλλων κρατών – φαίνεται στο να αναλώνεται στη διαμάχη για τα αυτονόητα, όπως το άσυλο, και για την αναγνώριση ή όχι των ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Και αφού όσα οι άλλοι τα έχουν λύσει εδώ και δεκαετίες εμείς ακόμα… συζητάμε και παρά τα οικονομικά μας χάλια το σύνθημα εξακολουθεί «τόσο % για την παιδεία», υποκρύπτοντας βέβαια τη συναλλαγή και τον παρασιτισμό στα πανεπιστήμια από φοιτητές και καθηγητές, γεμάτα «ακαδημαϊκούς απατεώνες» που δουλειά τους δεν είναι να μορφώσουν τον κόσμο αλλά το πώς θα προβληθούν οι ίδιοι στα ΜΜΕ για να τραβήξουν το ενδιαφέρον του κόσμου του χρήματος, ενώ η εμετική κατάσταση με τα ευρωπαϊκά κονδύλια που λυμαίνονταν οι «καρχαρίες» πετώντας ένα ξεροκόμματος σε όσους έκαναν τη δουλειά… Και πόσα άλλα…
Με όλα αυτά, οι «μπουνταλάδες» (τρομάρα μας), μας βάζουν τα γυαλιά και σε έναν τομέα στον οποίο διεκδικούμε τα παγκόσμια πρωτεία από την εποχή των Ομηρικών επών και μετά… Aς προσέχαμε. Μπράβο τους.
Την ώρα που στην Ελλάδα η κυβέρνηση επιχειρεί να εισαγάγει μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η γειτονική Τουρκία βλέπει πολλά πανεπιστήμιά της, κυρίως μη κερδοσκοπικά, να καλπάζουν στις λίστες με τα καλύτερα ακαδημαϊκά ιδρύματα στον κόσμο. Κατανοώντας την επιθυμία πολλών οικογενειών, προερχόμενων όχι μόνο από τα παράλια της Μικράς Ασίας αλλά και από πόλεις της Ανατολίας, να σπουδάσουν τα παιδιά τους, τόσο το κράτος όσο και κορυφαία ονόματα της τουρκικής επιχειρηματικής ελίτ ενθάρρυναν τη δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Τα ιδρύματα αυτά συγκεντρώνονται στις δύο μεγάλες πόλεις της Τουρκίας, την Αγκυρα και (κυρίως) την Κωνσταντινούπολη. Καταφέρνουν μάλιστα χάρη στην άψογη υλικοτεχνική υποδομή αλλά και στο γεγονός ότι είναι αγγλόφωνα να προσελκύουν φοιτητές από πολλές χώρες ανά τον κόσμο.
Αλλαγές βήμα βήμα
«Στην Τουρκία υπήρχαν επί πολλά χρόνια οι ίδιες αναστολές για την εκπαίδευση που ταλαιπωρούν και την Ελλάδα» λέει στο «Βήμα» ο κ. Χ.Τζήμητρας , επίκουρος καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μπιλγκί και διευθυντής του προγράμματος για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στο ίδιο πανεπιστήμιο. «Ο ασφυκτικός έλεγχος του κράτους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ήταν πολύ βαθιά ριζωμένος και άρχισε να αλλάζει μόνο μετά τη σταδιακή φιλελευθεροποίηση στα μέσα της δεκαετίας του 1990» τονίζει. Πώς λειτουργεί όμως το σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Τουρκία; Κατ΄ αρχάς, η βασική δικλίδα ασφαλείας που έθεσε το Συμβούλιο Ανώτερης Εκπαίδευσης, που είναι το καθ΄ ύλην αρμόδιο, ήταν όλοι οι υποψήφιοι να δίνουν γενικές εξετάσεις είτε θέλουν να εισαχθούν σε δημόσιο είτε σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο. «Υπολογίζεται» λέει ο κ. Τζήμητρας «ότι κάθε χρόνο παίρνουν μέρος στις γενικές εξετάσεις κάτι λιγότερο από 2 εκατομμύρια παιδιά. Ο αριθμός των εισακτέων σε δημόσια και ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι περίπου 400.000. Και αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι το 25%-30% λαμβάνει υποτροφία από το κράτος».
Εντυπωσιακό είναι όμως το ότι από εξετάσεις περνούν και τα μέλη του διοικητικού και επιστημονικού προσωπικού για όλα τα πανεπιστήμια και για όλες τις βαθμίδες. Πρόκειται για αυτό που στα σχέδια μεταρρυθμίσεων των ελληνικών πανεπιστημίων ονομάζεται «αξιολόγηση». Ισχυρά πλεονεκτήματα
Τα μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια στην Τουρκία ανήκουν σε ιδρύματα (βακούφια). Πολλά εξ αυτών ιδρύθηκαν από μεγάλους επιχειρηματίες οι οποίοι πέρα από τη φιλανθρωπική προσφορά ήθελαν να δημιουργήσουν και μια δεξαμενή στελεχών για τις επιχειρήσεις τους. Ετσι οι μεγάλες οικογένειες των Κοτς και Σαμπάντζι αποφάσισαν να φτιάξουν πανεπιστήμια. Το παράδειγμά τους ακολουθούν και άλλοι. Ο Χουσνού Οζγεγίν, ο επιχειρηματίας που πούλησε μέρος της Finansbank στην Εθνική Τράπεζα, αποφάσισε να διαθέσει το 20% από την εξαγορά της τράπεζας, περίπου 1 δισ. δολάρια, ώστε να ιδρυθεί νέο ιδιωτικό πανεπιστήμιο. Στην Τουρκία πάντως υπάρχουν σήμερα περί τα 200 πανεπιστήμια. «Και κάθε χρόνο ανοίγουν περί τα 10» προσθέτει ο κ. Ι.Γρηγοριάδης, επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μπίλκεντ της Αγκυρας, που θεωρείται ίσως το καλύτερο μη κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο της γειτονικής χώρας.
Δεν είναι βέβαια όλα τα πανεπιστήμια της Τουρκίας πρώτης ποιότητας. Τα ιδιωτικά Μπίλκεντ, Κοτς, Σαμπάντζι και Μπιλγκί, καθώς και τα πανεπιστήμια του Βοσπόρου, της Αγκυρας, της Κωνσταντινούπολης, το Πολυτεχνείο της Πόλης και φυσικά το Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Μέσης Ανατολής (ΜΕΤU) στην Αγκυρα, είναι τα καλύτερα. Ανοίγουν όμως και πανεπιστήμια σε πόλεις της Ανατολίας, όπως η Καισάρεια και τα Αδανα, που εντάσσονται όλο και πιο δυναμικά στον οικονομικό και κοινωνικό ιστό της Τουρκίας και όπου υπάρχει μεγάλος νεαρός πληθυσμός. Κατά τον κ. Γρηγοριάδη, «τα ιδιωτικά πανεπιστήμια έχουν πολλά πλεονεκτήματα. Οι υλικές υποδομές τους είναι άψογες και θα τις ζήλευαν και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Εχουν άριστα εξοπλισμένες βιβλιοθήκες και οι καθηγητές μπορούν πολύ γρήγορα να προμηθευτούν τα βιβλία που χρειάζονται. Οι μισθοί των καθηγητών είναι πολύ καλοί, προσφέρονται παροχές σε είδος, ενώ χρηματοδοτείται γενναιόδωρα η έρευνα. Παράλληλαη χρήση της αγγλικής γλώσσας ανοίγει τις πόρτες των φοιτητών στο εξωτερικό». Τα δίδακτρα είναι υψηλά. Πολλές φορές ξεπερνούν τις 10.000-12.000 δολάρια ετησίως. Το σύστημα υποτροφιών όμως διευκολύνει πολλά παιδιά να σπουδάσουν ακόμη και αν δεν έχουν τα χρήματα. Και το σύστημα εξετάσεων είναι ιδιαίτερα αυστηρό. «Αν κάποιος φοιτητής αποτύχει π.χ.σε ένα μάθημα τον Ιούνιο, δεν μπορεί απλώς να ξαναδώσει εξετάσεις τον Σεπτέμβριο.Πρέπει να το ξανακάνει κατά τη διάρκεια του καλοκαιρινού εξαμήνου,στον μισό χρόνο και με διπλές ώρες» τονίζει ο κ. Γρηγοριάδης.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΩΤΕΛΗΣ
Μεταπτυχιακό στο Σαμπάντζι και διδακτορικός φοιτητής στο Μπίλκεντ
«Φωτεινό παράδειγμα»
«Ισως η πιο ευχάριστη σκέψη που θα μου μείνει από την εμπειρία μου στην Τουρκία ως μεταπτυχιακού φοιτητή και υποψήφιου διδάκτορα είναι η πραγματικά πολύτιμη βοήθεια που δέχθηκα, και δέχεται κάθε φοιτητής, από το Πανεπιστήμιο στο οποίο ανήκει.Η βοήθεια αυτή μεταφράζεται όχι μόνο σε οικονομική ενίσχυση (η οποία είναι από τα περισσότερα ιδρύματα και το τουρκικό κράτος πλουσιοπάροχη),αλλά ακόμη σε πρόσβαση σε αξιοπρεπείς βιβλιοθήκες και σχεδόν όλες τις βάσεις δεδομένων,πλούσια υλικοτεχνική υποδομή και συνεχή ενθάρρυνση για εξωπανεπιστημιακές δραστηριότητες.Αναμφισβήτητα,η τουρκική τριτοβάθμια εκπαίδευση μπορεί να αποτελέσει, σε πολλά επί μέρους σημεία τουλάχιστον,φωτεινό παράδειγμα για τις μελλοντικές αλλαγές στα ελληνικά πανεπιστήμια».
ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΑΡΑΚΑΣΗΣ
Μεταπτυχιακό στο Μπιλγκί
«Βάρος στην έρευνα»
«Βρέθηκα στο Μπιλγκί τον Σεπτέμβριο του 2006. Αυτό που με εντυπωσίασε ήταν ότι πολλές από τις εγκαταστάσεις του πανεπιστημίου,όπως οι εστίες,είχαν κατασκευαστεί σε πρώην υποβαθμισμένες περιοχές της Κωνσταντινούπολης,σε μια προσπάθεια να αλλάξουν το “πρόσωπό” τους. Θα έλεγα ότι το Μπιλγκί ακολουθεί το αμερικανικό πρότυπο.Τα μαθήματα γίνονταν στα αγγλικά και ήταν σεμιναριακού χαρακτήρα.Πάντως υπήρχαν μεγάλες ανισότητες μεταξύ των πολύ καλών και των λιγότερο καλών φοιτητών,κυρίως σε προπτυχιακό επίπεδο.Οπως και τα υπόλοιπα αγγλόφωνα ιδιωτικά τουρκικά πανεπιστήμια,το Μπιλγκί δίνει μεγάλο βάρος στην έρευνα.Επίσης η προώθηση της ελευθερίας των ιδεών και η ασφάλεια που απέπνεε είναι στοιχεία που πιστεύω ότι θα έπρεπε να υιοθετήσουμε και στην Ελλάδα».