«Από την εποχή που μίλησε ο Όμηρος ως τα σήμερα, μιλούμε, ανασαίνουμε και τραγουδούμε με την ίδια γλώσσα». Γιώργος Σεφέρης
Ποια Ελληνική λέξη είναι αρχαία και ποια νέα; Οι Έλληνες σήμερα ασχέτως μορφώσεως μιλάμε ομηρικά, αλλά δεν το ξέρουμε επειδή αγνοούμε την έννοια των λέξεων που χρησιμοποιούμε.
Ποια Ελληνική λέξη είναι αρχαία και ποια νέα; Οι Έλληνες σήμερα ασχέτως μορφώσεως μιλάμε ομηρικά, αλλά δεν το ξέρουμε επειδή αγνοούμε την έννοια των λέξεων που χρησιμοποιούμε.
Για του λόγου το αληθές θα αναφέρουμε μερικά παραδείγματα ομηρικών λέξεων που χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας γλώσσα για να δούμε ότι η ελληνική-Ομηρική γλώσσα όχι μόνο δεν είναι νεκρή, αλλά είναι ολοζώντανη.
Άγχω, σημαίνει σφίγγω το λαιμό, σήμερα λέμε αγχόνη. Επίσης άγχος είναι η αγωνία από κάποιο σφίξιμο, ή από πίεση. | |
Ακαθαρσία, αντί ρύπος, αλλά ρύπανση, αντιρύπανση. | |
Αλέξω στην εποχή του Ομήρου σημαίνει εμποδίζω, αποτρέπω. Τώρα χρησιμοποιούμε τις λέξεις αλεξίπτωτο, αλεξίσφαιρο, αλεξικέραυνο αλεξήλιο Αλέξανδρος (αυτός που αποκρούει τους άνδρες) κ.τ.λ. | |
Άλογο, αντί ίππος, αλλά ιππασία | |
Αιδώς (ντροπή) προήλθε ο αναιδής | |
Αστυ έχουμε: αστυνομία, αστυνομικός, αστυφιλία, κ.τ.λ. | |
Νναυς έχουμε: ναυπηγός, ναύαρχος, ναυμαχία, ναυτικός, ναυαγός, ναυτιλία, ναύσταθμος, ναυτοδικείο, ναυαγοσώστης, ναυτία, κ.τ.λ. | |
Βάρος, αντί άχθος, αλλά αχθοφόρος | |
Βόδι, αντί βοϋς, αλλά βουστάσιο | |
Βουνό, αντί όρος, αλλά ορειβάτης | |
Βρύχια στον Όμηρο είναι τα βαθιά νερά, εξ ου και τo υποβρύχιο | |
Βρωμιά, αντί λύμα, αλλά λύματα | |
Γαϊδούρι, αντί όνος, αλλά ήμίονος | |
Γεύμα, αντί έστίασις, αλλά εστιατόριο, συνεστίαση | |
Γή, αντί άρουρα, αλλά αρουραίος ποντικός | |
Γή, αντί χθων, αλλά υποχθόνιος, καταχθόνιος | |
Γλιστερός, αντί ολισθηρός, αλλά κατολίσθηση | |
Γροθιά, αντί πύξ, αλλά πυγμάχος | |
Δάσος, αντί ύλη, αλλά υλοτόμος | |
Δέρμα, αντί βύρσα, αλλά βυρσοδέψης | |
Δέρμα, αντί δορά, αλλά υποδόριος, εκδορεύς | |
Δέσιμο, αντί πέδη, αλλά χειροπέδες, τροχοπέδη | |
Διένεξις, αντί νεϊκος, αλλά φιλονικεία | |
Δόρπος, λεγόταν το δείπνο, σήμερα η λέξη είναι επιδόρπιο. | |
Έδαφος, αντί πέδον, αλλά οικόπεδο, στρατόπεδο | |
Έδω, αντί τρώγω, αλλά έδεσμα, έδώδιμα | |
Ένδυνάμωσις, αντί ρώσις, αλλά ανάρρωση | |
Επιστροφή, αντί νόστος, αλλά νοσταλγία, παλινόστησις | |
Έρανος έλεγαν το γεύμα στο οποίο ο κάθε παρευρισκόμενος έφερνε μαζί του το φαγητό του λεγόταν . Η λέξη παρέμεινε, με τη διαφορά ότι σήμερα δεν συνεισφέρουμε φαγητό, αλλά χρήματα. | |
Ζάρια, αντί κύβοι, αλλά διακυβεύω | |
Ζωή, αντί βίος, αλλά βιοπορίζομαι, αντιβιοτικό | |
Ήμερος, αντί τιθασός, αλλά τιθασεύω | |
Θέλησις, αντί βούλησις, αλλά άβουλος | |
Καθρέπτης, αντί κάτοπτρον, αλλά αντικατοπτρίζεται | |
Κλήρος, αντί λάχος, αλλά λαχείο | |
Κοιλία, αντί λαπάρα, αλλά λαπαροτομία, λαπαροσκόπηση | |
Κόκκινος, αντί ερυθρός, αλλά υπέρυθροι αχτίνες, Ερυθρός Σταυρός | |
Κομμάτι, αντί κέρμα, αλλά κατακερματίζω | |
Κόπος, αντί κάματος, άλλα μεροκάματο, ακάματος | |
Κόττα, αντί όρνις, αλλά ορνιθολόγος, ορνίθων | |
Κουπί, αντί κώπη, αλλά κωπηλασία | |
Κρασί αντί οίνος, αλλά οινολόγος, οινοποιία | |
Κρεβάτι λεγόταν λέχος, εμείς αποκαλούμε λεχώνα τη γυναίκα που μόλις γέννησε και μένει στο κρεβάτι. | |
Κρεββάτι, αντί κλίνη, αλλά κλινική, κλινοσκεπάσματα, κλινήρης | |
Κυριευόμενος, αντί άλωτός, αλλά αιχμάλωτος, ευάλωτος | |
Λάδι, αντί έλαιον, αλλά σπορέλαιο, ελαιουργείο | |
Λαιμός αντί δέρη, αλλά περιδέραιο | |
Λουλούδι, αντί άνθος, αλλά ανθοκόμος, ανθοδέσμη | |
Λώπος είναι στον Όμηρο το ένδυμα. Αυτόν που μας έκλεψε (μας έγδυσε το σπίτι) το λέμε λωποδύτη. | |
Μαλλί, αντί έριον, αλλά εριουργία | |
Μάτι, αντί οφθαλμός, αλλά οφθαλμίατρος, εποφθαλμιώ | |
Μέσα, αντί ένδον, αλλά ενδοχώρα, ενδόμυχος | |
Μύτη, αντί ρίς, αλλά ρινορραγία, ωτορινολαρυγγολόγος | |
Ναυς έχουμε: ναυπηγός, ναύαρχος, ναυμαχία, ναυτικός, ναυαγός, ναυτιλία, ναύσταθμος, ναυτοδικείο, ναυαγοσώστης, ναυτία, κ.τ.λ. | |
Νεαρός, αντί πάλλαξ, αλλά παλληκάρι | |
Ντροπή, αντί αιδώς, αλλά αναιδής | |
Ντύσιμο, αντί άμφίεσις, αλλά μεταμφίεση, άμφια | |
Οινοπνευματώδες, αντί μέθυ, αλλά μεθυσμένος | |
Όχι, αντί ού, αλλά ούτε | |
Πέδη, σημαίνει δέσιμο και τώρα λέμε πέδιλο, Επίσης χρησιμοποιούμε τη λέξη χειροπέδες | |
Πέδον στον Όμηρο σημαίνει έδαφος, τώρα λέμε στρατόπεδο, πεδινός. | |
Περιποιούμαι, αντί κομώ, άλλα ανθοκόμος, νοσοκόμος, βρεφοκόμος | |
Πέτρα, αντί λάας ή λας, αλλά λατομείο | |
Πλησίον, αντί πέλας, αλλά προσπέλαση | |
Πόδι, αντί ποϋς, αλλά δίπους, τρίπους | |
Πόλη αντί άστυ αλλά: αστυνομία, αστυνομικός, αστυφιλία, κ.τ.λ. | |
Πόνος, αντί άλγος, αλλά αναλγητικός, αλγεινός | |
Πόρο έλεγαν τη διάβαση, το πέρασμα, σήμερα χρησιμοποιούμε τη λέξη πορεία. Επίσης αποκαλούμε εύπορο κάποιον που έχει χρήματα, γιατί έχει εύκολες διαβάσεις, μπορεί δηλαδή να περάσει όπου θέλει, και άπορο αυτόν που δεν έχει πόρους, το φτωχό. | |
Στολίδι, αντί κόσμος, αλλά διακοσμώ, κόσμημα | |
Συκώτι, αντί ήπαρ, αλλά ηπατοπάθεια | |
Συχνά, αντί θαμά, αλλά θαμών λέσχης | |
Σωλήνας, αντί αυλός, αλλά υδραυλικός | |
Τέρας, αντί πέλωρ, αλλά πελώριος | |
τήλε στον Όμηρο εννοούσαν μακριά, εμείς χρησιμοποιούμε τις λέξεις τηλέφωνο, τηλεόραση, τηλεπικοινωνία, τηλεβόλο, τηλεπάθεια κ.τ.λ. | |
Τιμωρία, αντί τίσις, αλλά έκτισις, απότιση | |
Τρικυμία, αντί κλύδων, άλλα κλυδωνίζομαι | |
ύδωρ έχουμε τις λέξεις: ύδρευση υδραγωγείο, υδραυλικός, υδροφόρος, υδρογόνο, υδροκέφαλος, αφυδάτωση, ενυδρείο, κ.τ.λ. | |
Ύψωμα, αντί μετεωρία, αλλά μετεωρολογία, μετέωρα | |
Φαγητό, αντί δίαιτα, άλλα συνδαιτημών | |
φάος, το φως προέρχεται η φράση φαεινές ιδέες | |
Φερνή έλεγαν την προίκα. Από εκεί επικράτησε την καλά προικισμένη να τη λέμε «πολύφερνη νύφη». | |
Φοβίζω, αντί σοβώ, αλλά άποσόβησις | |
Φρην είναι η λογική. Από αυτή τη λέξη προέρχονται το φρενοκομείο, ο φρενοβλαβής, ο εξωφρενικός, ο άφρων κ.τ.λ. | |
Φωνή, αντί αυδή, αλλά άναυδος | |
Φως, αντί λύκη, αλλά λυκόφως, λυκαυγές | |
Φωτιά, αντί πυρ, αλλά πυροσβέστης, πυρκαγιά | |
Χαλί, αντί τάπης, αλλά ταπητουργία | |
χειρ έχουμε: χειρουργός, χειριστής, χειροτονία, χειραφέτηση, χειρονομία, χειροδικώ κ.τ.λ. | |
Χόλο αποκαλούσαν τον θυμό. Από τη λέξη αυτή πήρε το όνομα της η χολή, με την έννοια της πίκρας. Λέμε επίσης αυτός είναι χολωμένος. | |
Χρέος, αντί όφλησις, αλλά εξόφληση | |
Ψάρι, αντί ιχθύς, αλλά ιχθυοτροφείο |
Βλέπουμε ότι δεν υπάρχουν αρχαίες και νέες Ελληνικές λέξεις, αλλά μόνο Ελληνικές. Η Ελληνική γλώσσα είναι ενιαία και ουσιαστικά αδιαίρετη χρονικά.
Από την εποχή του Ομήρου μέχρι σήμερα προστέθηκαν στην Ελληνική γλώσσα μόνο ελάχιστες λέξεις.
Από την εποχή του Ομήρου μέχρι σήμερα προστέθηκαν στην Ελληνική γλώσσα μόνο ελάχιστες λέξεις.
Η γνώση των εννοιών των λέξεων θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε ότι μιλάμε τη γλώσσα της ομηρικής ποίησης, μια γλώσσα που δεν ανακάλυψε ο Όμηρος αλλά προϋπήρχε πολλές χιλιετίες πριν από αυτόν.
Πηγές: Απολλώνιου Σοφιστού Λεξικόν κατά στοιχείον Ιλιάδος και Οδύσσειας Εκδόσεις Ηλιοδρόμιο.