Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ

Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2009

Τα «ΟΧΙ» πληρώνονται ακριβά...

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΠΙΟ ΣΚΛΗΡΟΣ

ΑΠΟ ΕΚΕΙΝΟΝ ΤΟΥ '40

ΚΑΙ Η ΗΤΤΑ, ΑΝ ΕΡΘΕΙ,

ΘΑ ΕΧΕΙ ΜΑΛΛΟΝ ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ: ΜΙΑ ΚΑΤΟΧΗ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ «ΣΥΜΜΑΧΟΥΣ»


Η

άποψη ενός ιστορικού τεύ­χους που κυκλοφορεί μέσα στον Οκτώβριο δεν μπορεί παρά να αναφέρεται στο «ΟΧΙ» που η Ελλάδα είπε στην Ιταλία το 1940, δια στόματος Ιωάννη Μεταξά. Φυσικά σκοπός της άποψης δεν είναι η ιστορική ενημέρωση, αλλά η επισήμανση της διαχρο­νικής σημασίας του «ΟΧΙ», πολύ δε περισσότερο σήμερα, που η Ελλάδα αντιμετωπίζει ανάλογες αν όχι πολύ μεγαλύτερες και πιο ύπουλες απειλές.

Κατ' αρχάς θα πρέπει να επισημάνουμε ότι τα «ΟΧΙ» τα λένε οι ηγέτες και όχι οι λαοί, οι οποίοι αποδεικνύονται συχνότατα έρμαια προπαγάνδας και δημαγωγίας. Φυσικά και το «ΟΧΙ» του Μεταξά εξέφραζε όλους τους Έλληνες αλλά αν έλεγε ναι τι θα γινόταν; Τίποτα. Αυτό φαίνεται από την κατάληξη πολλών συμμαχικών κρατών του Άξονα, που μετά την ήττα της Γερμανίας οι λαοί τους - ακόμα και ο γερμανικός! - απεδείχθη­σαν «αντιστασιακοί» και πλήρεις βδελυγμίας για την Ναζιστική ιδεολογία. Ωστόσο, πριν την ήττα του Γ' Ράιχ, οι λαοί αυτοί ακολούθησαν πειθήνια τους ηγέτες τους που τάχθηκαν στο πλευρό του Χίτλερ, και μάλιστα οι στρατοί τους διακρίθηκαν στην μάχη και οι στρατιώτες τους πέθαναν για τον Φύρερ!

Δεύτερον, θα πρέπει να επι­σημάνουμε ότι τα «ΟΧΙ» θέλουν τεράστιο ηθικό ύψος και ανά­λογου μεγέθους πατριωτισμό, θέλουν ο ηγέτης και οι λαοί να θέτουν την πατρίδα επάνω από κομματικές ιδεολογίες και προ­σωπικά συμφέροντα. Αν αυτά δεν υφίστανται, η δουλοπρέπεια και η υποταγή είναι συνήθως οι καταστάσεις που ακολουθούν τις αξιώσεις των εχθρών.

Τρίτον, θα πρέπει να τονίσου­με ότι τα «ΟΧΙ» έχουν συνέπειες, εφόσον προτάσσονται σε ισχυ-


ρούς αντιπάλους πολλές φορές καταστρεπτικές. Τι σημαίνει όμως «καταστροφή» και πως αυτή καθορίζεται; Στο σημείο αυτό σημασία έχει το κριτήριο με το οποίο ζούμε ως άνθρωποι. Οι αρχαίοι Έλληνες προτιμούσαν τον θάνατο από την υποδούλω­ση, και γι αυτό προτίμησαν να πούνε «ΟΧΙ» στους Πέρσες και να πεθάνουν στην μάχη, και να καταστραφούν οι πόλεις τους και οι ζωές τους, αντί να γίνουν δούλοι ή καλοθρεμμένοι υποτε­λείς. Προτίμησαν την καταστρο­φή και την πιθανή εξαφάνιση από την υποχώρηση και την υποδούλωση.

Την ίδια διαφορετική θεώ­ρηση της «καταστροφής» έχει και ο Χριστιανισμός ο οποίος έδωσε εκατομμύρια μαρτύ­ρων κατά τους διωγμούς των ειδωλολατρών. Οι Χριστιανοί προτιμούσαν να πεθάνουν με φρικτά βασανιστήρια και να «καταστραφούν» κατά κόσμον, παρά να «ζήσουν». Γιατί, όπως οι αρχαίοι Έλληνες αναφέρονταν σε αόρατες «ιδέες», ανώτερες του φυσικού κόσμου, έτσι και οι Χριστιανοί αναφέρονταν σε έναν αόρατο αλλά πραγματικό Θεό, ανώτερο από τον υλικό κόσμο.

Υπό αυτές τις δύο θεωρήσεις η ελληνοχριστιανική Ελλάδα του 1940, δια στόματος Ι. Μεταξά, είπε «ΟΧΙ» στους Ιταλούς και εν συνεχεία στους Γερμανούς γνωρίζοντας ότι θα πληρώσει με αίμα αυτή την απόφαοη, όπως και έγινε.

Σήμερα, 80 έτη σχεδόν μετά, η Ελλάδα αντιμετωπίζει μια πολυμέτωπη επίθεση με σκοπό την συρρίκνωση της. Αυτή την φορά τα σύνορα της δεν τα απειλούν τεθωρακισμένες με­ραρχίες, αλλά στρατιές διεθνών οργανισμών με συγκεκριμένο «στραβισμό» προς τα συμφέρο­ντα μεγάλων δυνάμεων, ξένες και εγχώριες ύποπτες οργανώ-


σεις για «ανθρώπινα δικαιώμα­τα», «δημοκρατία», «οικολογία» και «πολιτισμό», ιστορικοί παραχαράκτες, οικονομικά συμφέροντα, μυστικές υπηρε­σίες ψευδοτρομοκράτες και κουκουλοφόροι, επαναστάτες των ρόλεξ, και φυσικά τα μέσα μαζικής διαστρέβλωσης και πλύσης εγκεφάλου.

Ο πόλεμος είναι πολύ πιο σκληρός από εκείνον του '40 και η ήττα, αν έρθει, θα έχει μάλλον μόνιμες συνέπειες: μια κατοχή χωρίς προοπτική απελευθέρω­σης από τους «Συμμάχους».

Στην σύγκρουση αυτή τα τελευταία έτη δύο είναι τα κύρια μέτωπα: η Κύπρος και η Μακε­δονία, που κινδυνεύουν από τα «σχέδια Ανάν» και την απαίτηση των Σκοπίων να σφετεριστούν για λογαριασμό «τρίτων» αρχικά το όνομα της Μακεδονίας και την ιστορία της και εν συνεχεία το έδαφος της..

Προς το παρόν, και στις δύο απόπειρες εφαρμογής αυτών των σχεδίων δύο «ΟΧΙ» ελέχθησαν από τον πρώην πρωθυπουργό Κ. Καραμανλή:


ένα συγκαλυμμένο και ένα ξεκάθαρο. Και τότε μπήκαν εμπρός τα σχέδια ανατροπής και εκβιασμού: η Ελλάδα «κάηκε» επανειλημμένως η Αθήνα καταστράφηκε οικονομικά, δολοφονήθηκαν αστυνομικοί, τρομοκράτες απείλησαν τον ίδιο τον λαό με μαζικές δολοφονικές επιθέσεις ενώ λαθρομετανάστες κατέλυσαν κάθε έννοια τάξης και ασφάλειας στις πόλεις

Από την δοκιμασία αυτή η χώρα και ο λαός απεδείχθη­σαν «ανοχύρωτοι», όχι μόνον από πλευράς ασφαλείας αλλά κυρίως από πλευράς ηθικής αξιολόγησης ιστορικής γνώσης και πολιτικής ωριμότητας. Αλλά αυτά τα «όπλα» έχουν γίνει πολυετείς προσπάθειες να αφαιρεθούν από τους Έλληνες: ανθελληνική παιδεία, απαξίωση ηθών και εθίμων, εξευτελι­σμός του πατριωτισμού και της ηθικής άκρατος υλισμός ατομισμός είναι μερικά από τα «έξυπνα όπλα» που βομβαρδί­ζουν τις ψυχές και τα μυαλά των Ελλήνων...

Δ. Πατσουλές

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Τα «ΟΧΙ» πληρώνονται ακριβά..."

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2009

Ο ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ


Παπαφλέσσας (Γρηγόριος Δίκαιος Φλέσσας) (1788-1825)
Κληρικός, αγωνιστής, απόστολος της Φιλικής Εταιρείας. Ευφραδής αλλά συχνά εριστικός, πνεύμα αντιλογίας αλλά και εμπνευστής του πλήθους. Το κατά κόσμο όνομά του ήταν Γεώργιος Δημ. Φλέσσας. Γεννήθηκε στο χωριό Πολιανή της Μεσσηνίας και φοίτησε στη Σχολή Δημητσάνας, όπου όμως, όπως λέγεται,γράμματα δεν έμαθε πολλά. Μετά το τέλος των σπουδών του, πιθανώς το 1816,έγινε μοναχός στη Μονή Βελανιδιάς στην Καλαμάτα.
 Εκεί ήρθε σε ρήξη με την ιεραρχία και αναγκάστηκε να φύγει για να εγκατασταθεί στη Μονή Ρεκίστας, μεταξύ Λεονταρίου και Μυστρά. Οι προσωπικές του διαμάχες δεν είχαν όμως τέλος. Λόγω κτηματικών διαφορών συγκρούστηκε με έναν ισχυρό Τούρκο της περιοχής και αναγκάστηκε να εκπατρισθεί. Καθώς τον κατεδίωκαν ο Παπαφλέσσας φώναξε στους διώκτες του: «Αϊντε ρε και πού θα μου πάτε; Θα ξαναγυρίσω πάλι ή δεσπότης ή παπάς και τότε θα λογαριαστούμε», υπόσχεση την οποία τήρησε.
Στη νέα του προσωρινή πατρίδα, την Κωνσταντινούπολη, φιλοξενήθηκε εγκαρδίως από τους εκεί συμπατριώτες του. Επί πατριαρχίας Γρηγορίου Ε' (1745-1821) ο Παπαφλέσσας χειροτονήθηκε αρχιμανδρίτης.
Στις 21 Ιουνίου 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Παναγιώτη Αναγνώστου (Αναγνωσταρά) με το όνομα Γρηγόριος Δίκαιος και ανέλαβε τη σημαντική αποστολή της κατήχησης των κατοίκων των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών με το συνθηματικό όνομα Αρμόδιος. Στην επιστροφή του στην Ελλάδα, μετά το πέρας της πρώτης του αποστολής, συνελήφθη από τους Τούρκους και εν τέλει φυγαδεύτηκε με τη βοήθεια του πατριάρχη Γρηγορίου. Οταν πλέον επέστρεψε στην Πελοπόννησο κατείχε ήδη το πνεύμα του αγωνιστή.
Με δεκάδες έγγραφα της Φιλικής Εταιρείας στα χέρια του ξεκίνησε μια σειρά ομιλίες ευαγγελιζόμενος την απελευθέρωση των Ελλήνων από τον ζυγό των Τούρκων.
Ο ηγετικός του χαρακτήρας και οι πρωτοβουλίες του αυτές ανησύχησαν πολλούς προύχοντες, οι οποίοι δεν ήθελαν να διαταραχθεί η τάξη και οι Τούρκοι να προβούν σε αντίποινα. Πολλοί ήταν εκείνοι οι οποίοι σκέφθηκαν να τον συλλάβουν και να τον παραδώσουν στα χέρια του εχθρού. Ο Παπαφλέσσας όμως διαισθάνθηκε τον κίνδυνο και φρόντισε να περιορίσει τη δράση του στους απλούς χωρικούς, οι οποίοι τον
προστάτευαν, γοητευμένοι από τον χαρισματικό ηγέτη τους.
Η εν Μανιακίω της Πυλίας μάχη, «καθ' ην ο Γρηγόριος Παπαφλέσσας, ηρωικώς μαχόμενος, έπεσε ως νέος Λεωνίδας»
Τον Ιανουάριο του 1821 στη Βοστίτσα, στο Αίγιο, ο Παπαφλέσσας κάλεσε συνέλευση, όπου και
έθιξε τα μείζονα θέματα της χώρας. Μίλησε περί ελευθερίας και δικαιωμάτων, περί πνεύματος και ελληνικότητας και υποστήριξε την Επανάσταση. Μια επανάσταση την οποία αποδοκίμασαν πολλοί από τους συμμετέχοντες υποστηρίζοντας ότι το έδαφος δεν ήταν έτοιμο ακόμη.
 Ο Παπαφλέσσας τότε σήκωσε επιδεικτικά την επιστολή που είχε στείλει ο Υψηλάντης τονίζοντας την αναγκαιότητα της άμεσης έναρξης του αγώνα. Χωρίς όμως ανταπόκριση. Οργισμένος αναχώρησε για τη Μάνη, όπου συνάντησε τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τον Χριστόφορο Περραιβό.
Μετά την κήρυξη της Επανάστασης ο Παπαφλέσσας έβγαλε το ράσο του αρχιμανδρίτη και φόρεσε τη στολή του πολεμιστή. Από τον Μάρτιο του 1821 ως και τη μάχη στο Μανιάκι το 1825, όπου σκοτώθηκε, πρωταγωνίστησε σε όλες τις πολεμικές επιχειρήσεις αλλά και σε πολιτικές δραστηριότητες. Στις περιοδείες του στην Αρκαδία, στη Γορτυνία, στην Ολυμπία, στην Αργολίδα και στην Κορινθία κινήθηκε με σκοπό να στρατολογήσει τους εκεί πληθυσμούς


 Στην Αργολίδα, κατά την προσπάθειά του να εμποδίσει την προέλαση του Κεχαγιά Μπέη, εγκαταλείφθηκε από τους άοπλους και άπειρους χωρικούς που τον συνόδευαν και αναγκάστηκε να υποχωρήσει στο κάστρο του Άργους, όπου και αντιμετώπισε τους Τούρκους.
Στον επόμενο του προορισμό, στην Καρύταινα, ο τουρκικός στρατός ερχόμενος από την Τρίπολη ανάγκασε τον ίδιο και τον Κολοκοτρώνη να καταφύγουν στη Μεσσηνία, ενώ τον Ιούλιο του 1821 στα Μεγάλα Δερβένια της Μεγαρίδας μαζί με άλλους οπλαρχηγούς κατόρθωσε να παρεμποδίσει την είσοδο του τουρκικού στρατού του Ομέρ Βρυώνη στην Πελοπόννησο.


Τον Δεκέμβριο του 1821 έγινε μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας και έλαβε μέρος στην Α'
Γενική Συνέλευση της Επιδαύρου, στη Β' Εθνική Συνέλευση του Άστρους και την 1η Ιουλίου 1823 ανέλαβε το υπουργείο Εσωτερικών. Στον εμφύλιο πόλεμο βρέθηκε αντίπαλος του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη,παρ' ότι στο παρελθόν είχε πολεμήσει μαζί του.
 Στο πλευρό της κυβέρνησης Γ. Κουντουριώτη κυνήγησε τους Κολοκοτρωναίους, ενώ οι ένοπλες συγκρούσεις μαζί τους καθώς και με άλλους αγωνιστές της Επανάστασης αποτελούν γκρίζες σελίδες στην ιστορία του έθνους κατά την κρίσιμη αυτή περίοδο. Παρ' όλα αυτά, όταν ο Ιμπραήμ απείλησε σοβαρά την έκβαση της Επανάστασης, ο ίδιος ο Παπαφλέσσας πρότεινε την αποφυλάκιση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και άλλων αντικυβερνητικών. Η απελευθέρωσή τους όμως δεν έγινε εγκαίρως.
Ο Παπαφλέσσας έσπευσε στο Μανιάκι, το οποίο μετά την πτώση του Νεοκάστρου (11 Μαΐου 1825) αποτελούσε στόχο των Αιγυπτίων, όπου συγκέντρωσε αρχικά 1.500 άνδρες, από τους οποίους τελικά έμειναν μόνο 500. Κυκλωμένος από 3.000 ιππείς και πεζούς απέρριψε την πρόταση άλλων οπλαρχηγών να μετακινηθεί σε πιο ασφαλή θέση. Στην οκτάωρη αυτή μάχη ο Παπαφλέσσας έπεσε νεκρός μαζί με όλους τους άνδρες του τον ανηψιό του Δημήτριο Ηλία Φλέσσα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "Ο ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ"

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2009

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ(ΣΥΝΕΧΕΙΑ)

ΠΥΛΑΔΗΣ

Στην ελληνική μυθολογία ο Πυλάδης ήταν πρώτος εξάδελφος και ο κυριότερος σύντροφος του Ορέστη.

Ο Πυλάδης ήταν μοναχογιός του Στροφίου από τη Φωκίδα και της Αναξίβιας, γνωστής και ως Αστυόχης, η οποία ήταν κόρη του Ατρέα ή του Πλεισθένους, και επομένως αδελφή του Αγαμέμνονα και του Μενελάου. Ο Πυλάδης ανατράφηκε μαζί με τον Ορέστη και τον παρότρυνενα εκδικηθεί τον θάνατο του Αγαμέμνονα, λέγοντάς του ότι ο φόνος της Κλυταιμνήστρας ήταν επιθυμία του θεού Απόλλωνα. Ο Πυλάδης αγωνίσθηκε και ο ίδιος ενάντια στους γιους του Ναυπλίου, που έτρεξαν να βοηθήσουν τον Αίγισθο. Συνόδευσε επίσης τον Ορέστη στην Ταυρίδα, όπου συνάντησαν την εξαδέλφη και αδελφή τους αντίστοιχα, την Ιφιγένεια, η οποία τους ακολούθησε στην Ελλάδα. Αργότερα, ο Πυλάδης πήρε ως σύζυγό του την άλλη αδελφή του Ορέστη, την Ηλέκτρα, και απέκτησαν δύο παιδιά, τον Μέδοντα και τον Στρόφιο τον Νεότερο.

ΑΝΑΞΙΜΕΝΗΣ

Ο Αναξιμένης, ο τρίτος στη διαδοχή Μιλήσιος φιλόσοφος, ήταν γιος του Ευρύστρατου και μαθητής του Αναξίμανδρου. Δραστηριοποιήθηκε στο δεύτερο μισό του 6ου π.Χ αιώνα και πέθανε πιθανώς σε ηλικία 60 χρονών κατά την 63η Ολυμπιάδα (528-525 π.Χ.). Για τον βίο και τις δραστηριότητες του Αναξιμένη γνωρίζουμε ελάχιστα πράγματα. Οι περισσότερες πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του βασίζονται στον Θεόφραστο, που διασώζεται περιληπτικά από τον Σιμπλίκιο. Αποσπάσματα της φιλοσοφίας του βρίσκονται σε κείμενα του Αριστοτέλη, του Πλούταρχου, του Ιππόλυτου και του Αέτιου.

ΑΔΡΑΣΤΟΣ

Στην ελληνική μυθολογία ο Άδραστος ήταν γιος του Ταλαού και της Λυσιμάχης, βασιλιάς του Άργους. Ο Παυσανίας ονομάζει τη μητέρα του Λυσιάνασσα, ενώ ο Υγίνος Ευρυνόμη. Καταγόταν από το αιολικό γένος των Αμυθαονιδών και υπήρξε ένας από τους «Επτά επί Θήβας».

Κάποτε ο Άδραστος διώχθηκε από το Άργος από τον Αμφιάραο, οπότε κατέφυγε στη Σικυώνα, της οποίας ο βασιλιάς, ο Πόλυβος, ήταν παππούς του (πατέρας της Λυσιμάχης). Ο Πόλυβος πέθανε άτεκνος και τότε ο Άδραστος, ως στενότερος συγγενής, ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Σικυώνας. Αργότερα όμως συμφιλιώθηκε με τον Αμφιάραο και επέστρεψε στο Άργος, όπου έδωσε την αδελφή του Εριφύλη ως σύζυγο στον Αμφιάραο, με τη συμφωνία να επιλύουν στο εξής τις διαφορές τους με τη διαιτησία της Εριφύλης.

Ο Άδραστος ανέλαβε βασιλιάς στο Άργος. Με την άφιξη του καταδιωγμένου από τη Θήβα Πολυνείκη στο Άργος και τις επίμονες παρακλήσεις του να τον βοηθήσει να ξαναγυρίσει στην πατρίδα του ως βασιλιάς, ο Άδραστος αποφάσισε να στηρίξει την αξίωσή του. Συγκεκριμένα, μια νύχτα ο Άδραστος άκουσε φασαρία στον προθάλαμο του ανακτόρου του και βγήκε ανήσυχος να δει τι συνέβαινε. Βρέθηκε μπροστά σε δύο άνδρες που μάλωναν για το ποιος θα ζητήσει πρώτος τη φιλοξενία του. Ο ένας ήταν ο Πολυνείκης και ο άλλος ο Τυδέας, διωγμένος κι αυτός από τη δική του πατρίδα, την Καλυδώνα, για κάποιο φόνο που είχε διαπράξει κατά λάθος. Ο Άδραστος τους χώρισε και δέχθηκε να φιλοξενήσει και τους δύο στο παλάτι του. Ο Πολυνείκης είχε μια ασπίδα με παράσταση λιονταριού, ενώ ο Τυδέας ασπίδα με παράσταση αγριόχοιρου. Τότε ο Άδραστος θυμήθηκε πως κάποτε του είχε δοθεί ένας περίεργος χρησμός: να παντρέψει τις κόρες του με ένα λιοντάρι και με ένα αγριόχοιρο. Αμέσως κατάλαβε ότι αυτούς θα εννοούσε ο χρησμός. Πάντρεψε λοιπόν τις δύο κόρες του, τη Διηπύλη με τον Τυδέα και την Αργεία με τον Πολυνείκη (είχε και τρία άλλα παιδιά, τον Αιγιαλέα, την Αιγιάλεια και τον Κυάνιππο). Ανέλαβε έτσι όμως την υποχρέωση, ως πεθερός τους, να τους βοηθήσει να επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Και πρώτα αποφάσισε να στηρίξει τη δίκαιη αξίωση του Πολυνείκη.

Σε αυτή την απόφαση ο Αμφιάραος εναντιώθηκε από την πρώτη στιγμή και αρνήθηκε να συμμετάσχει στην εκστρατεία, καθώς ως γνώστης της μαντικής ήξερε ότι από όσους θα λάβαιναν μέρος στην εκστρατεία εκείνη μόνο ο Άδραστος θα επέστρεφε ζωντανός. Κατέφυγαν λοιπόν κατά τη συμφωνία τους στη διαιτησία της Εριφύλης, η οποία δέχθηκε την άποψη του αδελφού της και παρότρυνε τον σύζυγό της να εκστρατεύσει μαζί με τους υπόλοιπους, για να αποκτήσει δόξα και τιμή. Η εκστρατεία αυτή έγινε γνωστή ως οι «Επτά επί Θήβας» (συμμετείχε και ο Τυδέας με άλλους 4 στρατηγούς). Φθάνοντας στη Θήβα, οι επτά παρατάχθηκαν με τις δυνάμεις τους μπροστά στις ισάριθμες πύλες της πόλεως. Παρόλη την ορμή και τη γενναιότητά τους, οι πολιορκητές δεν μπόρεσαν να κυριεύσουν την πόλη, γιατί αυτή ήταν η απόφαση του Δία ύστερα από την αυθόρμητη θυσία του Μενοικέως στον Άρη και τις καυχησιολογίες του Καπανέως. Στο τέλος λοιπόν, αφού σκοτώθηκαν σε μονομαχία τα δύο αδέλφια Ετεοκλής και Πολυνείκης, οι πολιορκητές τράπηκαν σε φυγή, αφού σκοτώθηκαν στη μάχη όλοι οι επικεφαλής εκτός από τον Άδραστο. Ο Άδραστος σώθηκε χάρη στο φτερωτό άλογο του Αρίωνα και έφθασε στον Κολωνό της Αττικής. Εκεί εμφανίσθηκε ως ικέτης στους Αθηναίους και με τη μεσολάβησή τους κατάφερε να πάρει πίσω τους νεκρούς του από τον νέο βασιλιά της Θήβας, τον Κρέοντα, και να τους θάψει στην Ελευσίνα, πράγμα σημαντικό (ας μη ξεχνάμε ότι όλη η υπόθεση της γνωστής τραγωδίας «Αντιγόνη» του Σοφοκλή βασίζεται στην επιχείρηση ταφής του Πολυνείκη από την Αντιγόνη).

Ο Άδραστος, αισθανόμενος βαθιά ταπείνωση από την ήττα του, ξεσήκωσε μετά 10 χρόνια τα παιδιά των σκοτωμένων ηγετών, τους «Επιγόνους» όπως ονομάσθηκαν, και εξεστράτευσε εκ νέου κατά των Θηβών. Τη φορά αυτή πέτυχε: οι Θηβαίοι νικήθηκαν, η πόλη τους κυριεύθηκε και καταστράφηκε, οι Αργείοι ανέβασαν στον θρόνο της τον γιο του Πολυνείκη, τον Θέρσανδρο, και απεχώρησαν. Και πάλι όμως ο Άδραστος στάθηκε άτυχος: σκοτώθηκε ο πολυαγαπημένος γιος του, ο Αιγιαλέας, κι έτσι ο τραγικός πατέρας μόλις έφθασαν στα Μέγαρα πέθανε από τη μεγάλη του λύπη και τάφηκε εκεί.

Ο Άδραστος τιμήθηκε πολύ στα Μέγαρα, στον Κολωνό της Αττικής και στη Σικυώνα ως ήρωας. Ιδιαίτερα στην τελευταία πόλη, τιμούσαν τα παθήματά του με γιορτές, θυσίες και ταφικούς χορούς ως την εποχή του Κλεισθένους.

ΕΙΛΕΙΘΥΙΑ

Η Ειλείθυια ή Ειλειθυία ήταν δευτερεύουσα θεότητα της Ελληνικής Μυθολογίας. Απαντάται και με τα ονόματα Ειλήθυια, Ελεύθεια, Ελενθώ ή και Ελειθώ.Ήταν ή θεά της γέννησης και των πόνων του τοκετού. Βοηθούσε τις γυναίκες να γεννήσουν και ν' αντέχουν τους πόνους της γέννας. Πριν και μετά την γέννα, οι γυναίκες της πρόσφεραν διάφορα αφιερώματα. Επειδή όμως πολλές γυναίκες πέθαιναν κατά τη διάρκεια του τοκετού, θεωρήθηκε και ως η θεά που προκαλεί θάνατο στις γυναίκες την ώρα του τοκετού. Τη λάτρευαν, επίσης, και ως θεά που φροντίζει τα νεογέννητα.

Η ονομασία Ειλήθυια, κατά τον Αδ. Ι. Αδαμαντίου φαίνεται να παράγεται εκ των αρχαίων ρημάτων "ειλέω" (=στενοχωρώ, πιέζω κλπ) και του "θύω" (=στενάζω με ορμή, τρελλαίνομαι). Κατά την αρχαία παράδοση το όνομα αυτό οφείλεται σε ικετευτική κραυγή των επιτόκων:"Ελθέ,ελθέ".

Οι περί αυτής μύθοι ποικίλλουν, αν και πολλές φορές αντιφάσκουν. Ο Όμηρος πρώτος την αναφέρει ως "έφορο" του τοκετού, και της απελευθέρωσης της εγκύου, προστάτης θεά των επιτόκων. Κόρη του Δία και της Ήρας και αδελφή της Ήβης, του Άρη και του Ηφαίστου. Υπηρετεί την Ήρα αλλά δεν διστάζει όμως ν΄ απελευθερώσει τη Λητώ, παρά τη ρητή απαγόρευση της μητέρας της Ήρας, για να γεννηθούν ο Απόλλωνας και η Άρτεμη, καθώς και την Αλκμήνη για να γεννηθεί ο Ηρακλής.

Προγενέστερα όμως αναφέρεται ο πληθυντικός "Ειλείθυιαι ως θυγατέρες του Δία και της Ήρας οι οποίες και χαρακτηρίζονται "μογοστόκοι" (=επίφοροι πόνων). Σημειώνεται ότι οι ωδίνες τοκετού, στην εποχή του Ομήρου, συγκρίνονταν με αόρατα λεπτά βέλη που έριχναν οι "Ειλείθυιες" και που διαπερνούσαν το σώμα της τίκτουσας γυναίκας προκειμένου έτσι να εξευμενιστεί. Χαρακτηριστικός είναι και ο μύθος για τη Λητώ που επί 9 ημέρες ανέμενε, την κρατούμενη από την Ήρα, Ειλείθυια (Ομηρ. ύμνος προς Απόλλωνα 117-130).

Ο Ησίοδος την θεωρεί αρωγό θεά του τοκετού, ενώ ο Ωλήν (ένας γηραιός ιερός αοιδός της Ελευσίνας) την θεωρεί μητέρα του Έρωτα που οι μετ΄ αυτής σχέσεις είναι ευνόητοι. Ο ίδιος αυτός ποιητής την αποκαλεί "Εύλινον" (=καλώς κλώθουσα) και όπως παρατηρεί ο Παυσανίας (ΙΧ 27,2) μάλλον την συγχέει με την Μοίρα της ζωής θεωρώντας την όμως αρχαιότερη του Κρόνου δίνοντας έμφαση στην αρχή των πραγμάτων.

Στη Τεγέα η θεά ονομαζόταν "Αυγή εν γόνασι" γιατί ταυτιζόμενη με την Αυγή γονατιστή γέννησε τον Τήλεφο. Εν τούτοις στο Αίγιο (από αρχαία νομίσματα) η Ειλείθυια εικονίζεται όρθια με τον αριστερό βραχίονα υψωμένο και το χέρι ανοικτό ως σημείο έκπληξης, ενώ στο δεξί φέρει πυρσό, σύμβολο της ζωής. Κατά τη δωρική παράδοση η λατρεία της θεάς μεταδόθηκε από την Κρήτη σε όλη την αρχαία Ελλάδα.

Η θεά των τοκετών λατρευόταν πάρα πολύ στην Κρήτη ως σύμβολο της μητρότητας και της γονιμότητας. Τα ιερά της βρίσκονταν κυρίως σε σπήλαια γεγονός που φανερώνει την αρχέγονη λατρεία της θεότητας. Τα Ελευσίνια Μυστήρια που σχετίζονται με τον κύκλο της βλάστησης υποστηρίζεται ότι μεταφέρθηκαν από την Κρήτη στην Αττική, ενώ είναι εμφανέστατη η ετυμολογική συγγένεια του ονόματος της θεάς και των μυστηρίων που σχετίζονται με τον ερχομό (ελεύθω - έλευσις - Ειλείθυια - Ελευσίνα), με τη γέννηση.

Η θεά είχε πολλά ιερά στην Κρήτη, ιδιαίτερα στις κεντρικές περιοχές, και η λατρεία της που ήταν διαδεδομένη όσο οπουδήποτε αλλού, διατηρήθηκε μέχρι τα ελληνιστικά χρόνια και την παλαιοχριστιανική εποχή, από όσα μαρτυρούν τα ανασκαφικά ευρήματα στους τόπους - σπήλαια λατρείας. Στην Κρήτη τα ονομαστότερα λατρευτικά ιερά σπήλαια της θεάς ήταν στην Αμνισό, στην Ολούντα, στο Δικτυνναίο και στην Ίνατο, αλλά η κύρια έδρα της θεάς ήταν στην αρχαία Λατώ.

Από ότι πάντως φαίνεται υπήρχε μεγάλη σχέση της λατρείας της θεάς Ειλείθυιας με την Λητώ και στην Κρήτη, πράγμα που φανερώνει τη μεγάλη διάδοση του μύθου της γέννησης του Απόλλωνα και της Άρτεμης. Το πιθανότερο πάντως είναι ότι η θεά κατάγεται από την κρητική - μινωική μυθολογία και "πέρασε" στο δωδεκάθεο όπως συνέβη και με άλλες προελληνικές θεότητες.

Οι Ρωμαίοι παρέλαβαν τη θεότητα αυτή από τους Έλληνες και άλλοτε μεν την αποκαλούσαν "Λυκινία" άλλοτε δε, διατηρούσαν το ελληνικό της όνομα.


ΑΛΚΙΔΑΜΑΣ

Ο Αλκιδάμας (γενική: του Αλκιδάμαντος ή του Αλκιδάμα) ήταν αρχαίος Έλληνας ρήτορας από την Ελαία της Μικράς Ασίας. Υπήρξε μαθητής του Γοργία και αντίπαλος του Ισοκράτη, οπότε έζησε κατά τον 4ο αιώνα π.Χ..

Σώθηκαν δύο λόγοι του Αλκιδάμαντος: Ο ένας είναι κατηγορητήριο του Οδυσσέα εναντίον του Παλαμήδη, ένα σοφιστικό δοκίμιο χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ο άλλος, που επιγράφεται Περί των τους γραπτούς λόγους γραφόντων ή Περί σοφιστών, είναι μια καλογραμμένη επίθεση κατά του Ισοκράτη, τον οποίο κατηγορεί ότι δεν δίδασκε την αληθινή Ρητορική.

Ο Αλκιδάμας συνέγραψε ακόμα τον «Μεσσηνιακό» λόγο, μία βίαιη επίθεση στον «Αρχίδαμο» του Ισοκράτη. Στον λόγο αυτό, ο Αλκιδάμας ζητούσε την απελευθέρωση των Μεσσηνίων με το αξίωμα (που το αναφέρει και ο Αριστοτέλης στη Ρητορική του, ΙΙΙ 3): «όλοι οι άνθρωποι είναι απελεύθεροι της θεότητος - η Φύση δεν δημιουργεί δούλους».

ΑΡΙΣΤΟΔΗΜΟΣ(Ο ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ)


Ο Αριστόδημος ήταν απόγονος του Ηρακλή και εγγονός του Ύλλου. Χρονικά κατατάσσεται στον 12ο αι. π.Χ., ενώ ο θάνατός του χρονολογείται το 1104 π.Χ..[1]

Ο Αριστόδημος συμμετείχε στην κάθοδο των Δωριέων μαζί με τους αδελφούς του Τήμενο, Κρεσεφόντη και τον Ιππότη ο οποίος στην πορεία εκδιώχθηκε μετά απο χρησμό της Πυθίας, εκστράτευσαν απο την Δωρίδα κατά των Αχαιών, ο Τήμενος κατέλαβε την Αργολίδα, ο Κρεσεφόντης την Μεσσηνία και ο Αριστόδημος την Λακωνία, αμαχητί αφού περιόρισε τον Βασιλιά της Λακωνίας Τισαμενό στις Αμύκλες και αργότερα με την βοήθεια προδότη τον έδιωξε και τις κατέλαβε. Αργότερα μοίρασε την Λακωνία στους δυο δίδυμους γιους του καθιερώνοντας και την συμβασιλεία. Στον Ευρυσθένη έδωσε την περιοχή των Λιμνών και στον Προκλή την Πιτάνη, οι περιοχές αυτές αργότερα ήταν δύο από τις πέντε κόμες που αποτελούσαν το Σπαρτιάτικο βασίλειο.

ΕΡΓΟΤΕΛΗΣ(Ο ΚΝΩΣΣΙΟΣ)

Τον λέγαν Εργοτέλη. Πατρίδα η φημισμένη Κνωσός. Τον πατέρα του Φιλάνωρ. Την μάνα Ευμόλπια. Πέρα μακριά σιγά – σιγά χάνονταν οι ακτές της Κρήτης του νησιού του και της Κνωσού, της πόλης που γεννήθηκε και μεγάλωσε.

Το προηγούμενο βράδυ ο πατέρας του Φιλάνορας τον συμβούλευε τρώγοντας το φαΐ, γιατί η οικογένεία του μετά τα γεγονότα που είχαν προηγηθεί στους αγώνες για επικράτηση στην Κνωσό είχε απολέσει σχεδόν τα πάντα. Ο πατέρας κοιτώντας τον στα μάτια τούλεγε … τούλεγε… τον ορμήνευε μην ματαγυρίσει κι αν προκόψει εκεί που πάει, ας τους στέλνει κάτι τις, έτσι για να τον θυμούνται. (Η μοίρα του κάθε μετανάστη απ’ τα αρχαία χρόνια η ίδια…).

Ο Εργοτέλης, ο ταχύπους Εργοτέλης, το καμάρι της Κρήτης στους δρόμους τόχε αποφασίσει. Θα ξενιτευόταν αφού η πατρίδα του ουσιαστικά τον έδιωχνε, αρνούμενη τα αυτονόητα σ’ ένα άξιο αθλητή πούχε νικήσει σε όλους τους Αγώνες της Κρήτης, όπου είχε διαγωνισθεί. Να τον στείλει εκπρόσωπο στους Ολυμπιακούς αγώνες κι αν κέρδιζε να του δώσει αυτό που όλες οι άλλες πόλεις έδιναν στους νικητές. Όμως «αυτός» και η οικογένειά του έπρεπε να «τιμωρηθούν» γιατί ήταν από τους χαμένους των εμφύλιων πολέμων και συγκρούσεων για την τοπική εξουσία.

Σ’ ‘ένα άλλο μεγάλο νησί, την Σικελία, η Μεγάλη Ελλάδα άκμαζε. Βρισκόταν σ’ ένα ανώτερο σημείο πλούτου, ευμάρειας και δύναμης. Στην εξουσία βρισκόταν ήδη ο Ιέρωνας, ο αδελφός του μεγάλου Γέλωνα που είχε συντρίψει τον Αμίλκα και τους Καρχηδόνιους στην Ιμέρα το 480π.Χ. ( το ίδιο έτος με την ήττα των Περσών στην Σαλαμίνα).

Ο τύραννος των Συρακουσών μάζευε στην αυλή του ποιητές όπως τον Αισχύλο, τον Επίχαρμο, τον Σιμωνίδη, τον Βάγχυλο και τον Πίνδαρο, όμως αναγνωρίζοντας την δύναμη των Αγώνων, συγκέντρωνε αθλητές σε όλα τα αθλήματα για να επιδείξει την οικονομική του δύναμη και τον πλούτο της Μεγάλης Ελλάδας, της Σικελίας και των Συρακουσών απέναντι στις υπόλοιπες πόλεις της κυρίως Ελλάδας. Μ’ αυτό τον τρόπο εξαγόρασε τον Άστυλο τον Κροτυνιάτη κι έτσι μαθαίνοντας για τον «Εργοτέλη» (από τους «ωτακουστές», το περίφημο δίκτυο κατασκόπων [το πρώτο οργανωμένο σε όλη την Μεσόγειο]) που είχε οργανώσει και τα προβλήματα που είχε με την Κνωσό, τον προσκάλεσε να πάει για μόνιμη εγκατάσταση στη Σικελία. Προορισμός η Ιμέρα, η πανέμορφη πόλη της Τυρρηνικής Θάλασσας, δίπλα στις εκβολές του ομώνυμου ποταμού. (Εκεί όπου, όπως γράψαμε παραπάνω, συνετρίβη η πρώτη προσπάθεια των Καρχηδόνιων το 380π.Χ. από τον Γέλωνα).

Ο Ιέρων έχοντας ο ίδιος ως χορηγός (!) κερδίσει στην προηγούμενη Ολυμπιάδα τον στέφανο στον διαγωνισμό Κέλητος και με τον μέγα Άστυλο τον οπλίτη δρόμο, ήθελε στην 77η Ολυμπιάδα του 472 π.Χ. να ξαναπετύχει το ίδιο. Να «νικήσει» ο ίδιος με τον Κέλη του και ο Εργοτέλης ως Ιμεραίος πλέον (πόλη «δική» του) έναν αγώνα δρόμου. Ο Άστυλος, ο έμπειρος, τον συμβούλεψε να ποντάρει στον νεαρό Κρητικό. Του είπε ότι αυτός θα τον προπονούσε και θα τον συμβούλευε και ο Ιέρων συμφώνησε.

Ο Εργοτέλης ακούγοντας την δελεαστική προσφορά από τους απεσταλμένους του Ιέρωνα δεν χρειάστηκε πολύ για να αποφασίσει. Το καράβι είχε βγει πια στο ανοικτό πέλαγος. Μια καινούργια ζωή τον περίμενε στο νησί του Ιέρωνα. (Αυτά έγιναν το 473π.Χ.).

Τον επόμενο χρόνο ήταν η χρονιά των Ολυμπιακών. Με το που εγκαταστάθηκε στην φιλόξενη Ιμέρα, ο Άστυλος, ο Μέγας Δρομέας άρχισε να τον προπονεί. Του έδινε την πείρα και τις γνώσεις του. Τον εμψύχωνε και τον δυνάμωνε ψυχικά μέρα με τη μέρα. Οι Ολυμπιακοί έφτασαν. Θα ήσαν οι πρώτοι που θα γινόταν σε 5 ημέρες. Κι αυτό γιατί τα αθλήματα είχαν γίνει πολλά. Και ο συναγωνισμός τεράστιος. Κάθε πόλη έστελνε Αθλητές της παντού, προσδοκώντας αίγλη και δύναμη σε περίπτωση νίκης.

Ο Άστυλος τον είχε «φτιάξει» να τρέξει στον δόλιχο δρόμο. Είχε διαπιστώσει ο Εργοτέλης έναν ασύγκριτο τρόπο να κερδίζει τους αντιπάλους, επιταχύνοντας συνεχώς από 12ο Στάδιο (2.300 περίπου μέτρα) μέχρι το τέλος. Κανένας δεν μπορούσε να του αντισταθεί σ’ αυτό το δυναμικό ρυθμό που έδινε, εξουθενώνοντας τους αντιπάλους.

Έχοντας δει (ο Άστυλος) τον μεγαλύτερο (ανώτερο) δρομέα που είχε περάσει από την Ολυμπία (κι όπως φαίνεται και στους αγώνες που ακολούθησαν) τον Λάδα τον Λακεδαιμόνιο (στην προηγούμενη Ολυμπιάδα το 476π.Χ.) αναρωτήθηκε τι θα γινόταν αν ζούσε ο άτυχος Σπαρτιάτης στην αναμέτρηση με τον εκπληκτικό Κρητικό;

Έσφιξε τα χείλη του και προσηλώθηκε στον Αφέτη… Ο Δόλιχος ξεκινούσε. Τα πλήθη που είχαν συρρεύσει παρακολουθούσαν. Ο Ιέρων δίπλα του παραληρούσε. Οι Δρομείς έτρεχαν δίπλα – δίπλα στα πρώτα στάδια. Ο Άστυλος ο προπονητής τον περίμενε. Έφθασαν στον 12ο γύρο (στάδιο). Τότε η γνώριμη μελαχρινή φιγούρα με το σγουρό μαλλί ξεπετάχτηκε. Αρχίζοντας μια επική προέλαση που διεύρυνε μέτρο με μέτρο την διαφορά με τους υπόλοιπους δρομείς. Κάθε στάδιο που περνούσε ο κόσμος τον αποθέωνε. Στο τέλος ο Άστυλος τον περίμενε σφίγγοντάς τον στην αγκαλιά του.

Τα κατάφερες, παιδί μου, του είπε. Προπονητής και Αθλητής βουρκωμένοι έμειναν πολλή ώρα ο ένας μέσα στον άλλο ένα κουβάρι, ενώ το πλήθος τους αποθέωνε. Ο Ιέρων κατέβηκε από τη σκηνή του, τους πλησίασε, τους αγκάλιασε και σηκώνοντας το χέρι του Εργοτέλη φώναξε: «Άξιος, πρώτος της τύχης γιος, ο Εργοτέλης του Φιλήνορα».

Πήγε πάλι στη σκηνή του. Κοντά του ο διάσημος Πίνδαρος. Του έδωσε εντολή: Τη νίκη αυτή δόξασέ την Πίνδαρε, όπως του αρμόζει…

Ο Πίνδαρος χρόνια μετά τις μεγάλες νίκες του Εργοτέλη που ακολούθησαν, έγραψε τον περίφημο 12ο Ολυμπιόνικο, τον οποίο αυτούσιο μεταφρασμένο μεταφέρομε στο ταπεινό αυτό κείμενο.

Ολες οι πληροφορίες από τη wikipedia εκτός από τον Εργοτέλη
για τον οποίο πληροφορίες άντλησα από το www.horizontes.gr.













ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ "ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ(ΣΥΝΕΧΕΙΑ)"
Related Posts with Thumbnails