Αθανασούλας, υποκοριστικό* του ονόματος Αθανάσιος
Αποστόλου, γενική του ονόμ. Απόστολος
Αργύρης, από το όνομ. Αργύριος
Βασιλάκης, υποκοριστικό του ονόμ. Βασίλειος
Βλαχοπάνος, σύνθετο όνομα από το Βλάχος (επάγγελμα) + Πάνος
Βότσης, από την αρβανίτικη λέξη voc-i = μικρό παιδί
Γαζέτας, από τη βενετσιάνικη λέξη gazeta = χάλκινο κέρμα μικρής αξίας. Δηλώνει επίσης και την εφημερίδα που αξίζει μία gazeta
Γερογιάννης, σύνθετο όνομα, Γέρος + Γιάννης
Γεωργακόπουλος, από το Γεωργάκης + πουλος (κατάληξη επωνύμων που τη χρησιμοποιούν συνήθως στην Πελοπόννησο και δηλώνει το γιο, τον απόγονο)
Γεωργαλής, υποκοριστικό του Γεώργιος
Γιαννούτσος, υποκοριστικό, στην Ήπειρο και στην Κρήτη, του Γιάννης
Γιώτης, σύντμηση** του Παναγιώτης
Δουρούκης, παράγωγο της ιταλικής λέξης duro (δούρος, ντούρος) = ο σκληρός, ο αλύγιστος. Λιγότερο πιθανό να είναι από την τουρκική λέξη duruk = η στάση.
Δράκας, παρατσούκλι που δηλώνει την ποσότητα που μπορεί να κρατήσει κάποιος στη χούφτα του
Ευστρατίου, γενική του ονόμ. Ευστράτιος
Ζαβιτσάνος, αυτός που κατάγεται από το χωριό Ζάβιτσα (το σημερινό Αρχοντοχώρι)
Ζαρκαδούλας, χαϊδευτικό της λέξης ζαρκάδι
Ζούλας, από το ρήμα ζουλώ, που σημαίνει συνθλίβω, συμπιέζω. Μεταφορικά σημαίνει άνθρωπο δυνατό που μπορεί να συνθλίψει
Καραπιπέρης, σύνθετη λέξη από το kara (τούρκικη λέξη που σημαίνει μαύρος) + πιπέρι, (το μαυροπίπερο)
Καρφής, από τη λέξη καρφί, το μεταλλικό ή ξύλινο μυτερό αντικείμενο
Καταπόδης, πιθανόν να προέρχεται από το επίρρημα καταπόδι (κατά πόδας) = ακολουθώ κάποιον από κοντά
Κατσάνος, από την τουρκική λέξη kacan = εκείνος που φεύγει, ο φυγάς
Κατσαρομήτσος, σύνθετο όνομα από το Κατσαρός (σγουρός) + Μήτσος (υποκοριστικό του Δημήτρης)
Κλαδευτήρας, από το κλαδευτήρι = το κοφτερό όργανο που χρησιμοποιούμε για να κλαδέψουμε
Κόκκαλης, παρατσούκλι που προέρχεται από τη λέξη κόκαλο
Κονιδάρης, αυτός που έχει κόνιδες (αβγά της ψείρας)
Κορκολιός, από τη λέξη κόρκος = αλλιώς ο κρόκος του αβγού
Κοτσάνης, παρατσούκλι από τη λέξη κοτσάνι, μέρος του φύλλου
Κουνάδης, από τη λέξη κουνάδι ή κουνάβι (kuna, σλάβικη λέξη ) = η νυφίτσα
Κουνιάκης, από τη λέξη κούνια = μικρό κρεβατάκι παιδιού
Κουντούρης, υπάρχουν δύο πιθανές ερμηνείες: α)από την τουρκική λέξη kundura = χαμηλά γυναικεία παπούτσια. β) κοντή ουρά
Κουτσολάμπρος, σύνθετο όνομα από το Κουτσός + Λάμπρος
Κρικρής, πιθανόν να έχει σχέση με το κρι-κρί, το αγριοκάτσικο που συναντάμε κυρίως στα βουνά της Κρήτης
Λαϊνάς, από το λα(γ)ήνι = πήλινο δοχείο, στάμνα, με στόμιο που το χρησιμοποιούσαν παλιά για τη μεταφορά και αποθήκευση υγρών
Λιβάνης, από το λιβάνι = το αρωματικό θυμίαμα της εκκλησίας
Λουκέρης, πιθανόν να είναι υποκοριστικό του ονόματος Λουκάς
Λύσσαρης, αυτός που κατασκευάζει λύσσες για τα ζώα
Μακρής, επίθετο που σημαίνει ψηλός
Μακρυγιάννης, σύνθετο όνομα από το Μακρής + Γιάννης
Μακρυπίδης, από το επίθετο μακρής και την κατάληξη –ιδης
Μαλιγιάννης, σύνθετο όνομα από το Μαλί + Γιάννης
Μανωλίτσης, υποκοριστικό του ονόμ. Μανώλης
Μαργώνης, από το ρήμα μαργώνω = ξεπαγιάζω
Μαρίνης, υποκοριστικό του ονόμ. Μαρίνος
Μέντης, υποκοριστικό του ονόμ. Μέντιος
Μετσοβίτης, αυτός που κατάγεται από το Μέτσοβο
Μητσάνης, παράγωγο του Μήτσος που είναι υποκοριστικό του ονόμ. Δημήτριος
Μιόβολος, σύνθετο όνομα, από το αρνητικό Μη (που έχει γίνει Μι- και δηλώνει στέρηση) και τη λέξη όβολος (αρχαίο ελληνικό νόμισμα ή κέρμα μικρής αξίας). Αυτός που δεν είχε όβολα
Μουστακας,επωνυμο προερχομενο απο παρατσούκλι από τη λέξη μουστάκι
Μπάκας, από τη λατινική λέξη baca = κοιλιά
Μπαλτίκας, από την τουρκική λέξη balta = το τσεκούρι. Ο ξυλοκόπος
Μπαμπούρης, είδος εντόμου (όπως κουνούπι, σκαθάρι) που πετώντας κάνει σιγανό θόρυβο
Μπάρης, από την ιταλική λέξη barra = μοχλός για το κλείσιμο της πόρτας, αμπάρα
Μπαρμπαρούσης, από το μπαρμπαρέσος, αυτός που κατάγεται από την Μπαρμπαριά, παλαιότερη ονομασία χώρας της Β. Αφρικής
Μπίλης, υποκοριστικό του ονόμ. Βασίλης
Μπουκουβάλας, από τη βλάχικη λέξη bukuvala (μπουκιές ψωμιού φρυγανισμένες ή ανακατεμένες στο τηγάνι με ζεστό λάδι, λίπος ή βούτυρο)
Μπουραντάς, έτσι ονόμαζαν παλιά τους χωροφύλακες
Ντέμος, από το λατινικό ρήμα demo = αφαιρώ
Ντίνος, υποκοριστικό του Κωνσταντίνος
Ξενάκης, υποκοριστικό του ξένος = αυτός που κατάγεται από κάπου αλλού, ο άγνωστος
Πανταζής, ευχετικό από το πάντα (να) ζης
Πάνου, γενική του ονόματος Πάνος, υποκοριστικού του Παναγιώτης
Παπαζήσης, σύνθετο από τις λέξεις Παπάς + Ζήσης
Παπασπύρος, σύνθετο από τις λέξεις Παπάς + Σπύρος
Παπαστάμος, σύνθετο από τις λέξεις Παπάς + Στάμος
Πατσέλας, πιθανό να προέρχεται από τη τουρκική λέξη paca = ο πατσάς
Πιτσούλιας, πιθανό να προέρχεται από τη λέξη πιτσουλιά = ο λεκές που δημιουργείται από τη ρίψη υγρού
Πόλκας, (1) από την πολωνική λέξη polka = μισό βήμα, είδος παλιού ευρωπαϊκού χορού – (2) ή γυναικείο ένδυμα, κοντό μάλλινο πανοφώρι
Ράιος, πιθανόν να προέρχεται από το ρήμα ραγίζω ή ραΐζω
Ράπτης, από το επάγγελμα ράφτης
Ρεβίθης, παρατσούκλι από τη λέξη ρεβύθι, το γνωστό όσπριο
Ρηγάλος, παράγωγο της λέξης Ρήγας = ο βασιλιάς. Λιγότερο πιθανή η ερμηνεία από την ιταλική λέξη regalo = δώρο
Σάββας, από το κύριο όνομα Σάββας
Σαλαγιάννης, σύνθετο όνομα από τις λέξεις Σάλα (πιθανόν να σημαίνει την ιταλική λέξη sala, το μεγάλο δωμάτιο του σπιτιού ή το ρήμα σαλαγώ, μετακινώ, κατευθύνω το κοπάδι ) + Γιάννης
Σαλτογιάννης, σύνθετο όνομα από τις λέξεις Σάλτο (ιταλική λέξη salto, άλμα) + Γιάννης
Σαμαντάς, αυτός που κατάγεται από το χωριό Τσαμαντάς της Θεσπρωτίας
Σανδαλίδης, από τη λέξη σανδάλι = πέδιλο και την κατάληξη -ίδης
Σκάντζας, ουσιαστικό από το ιταλικό ρήμα scansare = αλλάζω βάρδια
Σκουτέρης, λέξη που σημαίνει το πρώτο παλικάρι του τσέλιγκα
Σόμπολος, σύντμηση και παραφθορά*** του ονόμ. Χριστόδουλος
Σπετσέρης, από την ιταλική λέξη spezieri = φαρμακοποιός
Σπυρέλης, υποκοριστικό του ονόμ. Σπύρος
Σπυρόπουλος, από το όνομα Σπύρος και την κατάληξη –πούλος (γιος, απόγονος)
Σταμούλης, υποκοριστικό του ονόμ. Στάμος που είναι σύντμηση του Σταμάτιος
Σταύρου, γενική του ονόμ. Σταύρος
Τέγας, σύντμηση και παραφθορά στην Ήπειρο αλλά και τη Μακεδονία, του ονόμ. Στέργιος
Τζουροπάνος, σύνθετο όνομα από τις λέξεις Τζούρα (ιταλική λέξη usura = γουλιά, ρουφηξιά) + Πάνος
Τσαμποδήμος, σύνθετο όνομα από τις λέξεις Τσάμπα (δωρεάν) ή Τσαμπί (κομμάτι σταφύλι) + Δήμος
Τσιάγκλης, από την τουρκική λέξη cagli = ευτραφής, εύσωμος
Τσιλιγιάννης, σύνθετο όνομα από τις λέξεις Τσίλι (τουρκική λέξη cilli = αυτός που έχει φακίδες) + Γιάννης
Τσούτσουρας, πιθανό να προέρχεται από το ρήμα τσουτσουριάζω= ανατριχιάζω
Φίλης, σύντμηση των ονομάτων Φίλιππος, Καριοφίλης
Φούντας, από τη λατινική λέξη funda = πολλές τρίχες μαζί
Φράγκος, λέξη που δηλώνει το Δυτικοευρωπαίο
Χάνδρας, από τη λέξη χάντρα = μικρό σφαιρικό κομμάτι με τρύπα στη μέση
Οι πρώτες συναντήσεις της συζύγου του αστυνομικού της Βουλής με τις τρεις
κόρες της - Αλλαγή στάσης από τον 14χρονο γιο της
-
*Οι εξελίξεις στην υπόθεση του αστυνομικού της Βουλής, ο οποίος
κατηγορείται ότι κακοποιούσε σεξουαλικά τα παιδιά και τη σύζυγό του,
«τρέχουν» με γοργούς...
Πριν από 15 δευτερόλεπτα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου