του Σπυρίδωνα Σφέτα
Βαλκανικά Σύμμεικτα, ΙΜΧΑ,
τεύχος 8, Θεσσαλονίκη, 1996,
ΣΕΛ 211-246.
Το ζήτημα των σχέσεων NOF και ΚΚΕ έχει απασχολήσει κατά τα τελευταία χρόνια τους Έλληνες ιστορικούς, διότι πρόκειται στην ουσία για ένα θέμα που συνδέεται άμεσα με το Μακεδονικό στην κρίσιμη περίοδο του εμφυλίου. Πρόσφατες μελέτες σε ικανοποιητικό βαθμό διαφωτίζουν το ζήτημα με ορθολογιστικό και αντικειμενικό τρόπο.[1] Το μεγάλο όμως πρόβλημα εξακολουθεί να παραμένει η πρόσβαση στο ανέκδοτο υλικό που υπάρχει στα Σκόπια και στο Βελιγράδι και συνδέεται άμεσα με τα πρόσωπα που έδρασαν την περίοδο αυτή, είτε ως Νοφίτες είτε ως μέλη του ΚΚΕ. Οι συλλογές εγγράφων που εκδόθηκαν στα Σκόπια στην δεκαετία του 70 και του 80 χαρακτηρίζονται από ένα σαφή εκλεκτικισμό, ωστόσο περιέχουν αρκετά σημαντικά στοιχεία. Σκοπός του άρθρου αυτού, είναι με αξιολόγηση και χρήση δημοσιευμένων και αδημοσίευτων πηγών, να συμβάλλει στην διαλεύκανση των αμφίδρομων σχέσεων του ΚΚΕ-NOF στη διάρκεια του εμφυλίου.
Στην περίοδο της Κατοχής το ΚΚΕ συγκατατέθηκε στην ίδρυση του SNOF (Σλαβομακεδονικό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο), μετά από πρωτοβουλία του Κομμουνιστικού Κόμματος Γιουγκοσλαβίας, γιατί εκτιμούσε ότι με τον τρόπο αυτό θα προσελκύονταν στην αντίσταση οι Σλαβομακεδόνες εκείνοι που είχαν παρασυρθεί από τη βουλγαρική φασιστική προπαγάνδα και είχαν προσχωρήσει στην Οχράνα. Η ίδρυση του SNOF δεν είχε την έγκριση της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ, που είχε την άποψη ότι η οργάνωση θα συμβάλλει περισσότερο στη διάσπαση παρά στην ενότητα των αντιστασιακών δυνάμεων. Το γεγονός αυτό καθιστούσε το ΚΚΕ ιδιαίτερα προσεκτικό στο Μακεδονικό ζήτημα. Αν και το ΚΚΕ αναγνώριζε τους Σλαβομακεδόνες από το 1934 ως «Μακεδονικό έθνος», διακήρυττε ωστόσο την αρχή της ισοτιμίας των μειονοτήτων και προσπαθούσε να εντάξει το SNOF στο αντιστασιακό κίνημα του ΕΛΑΣ. Σύντομα ωστόσο στρατιωτικοί σύνδεσμοι από τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία μετέβαιναν στην ελληνική Μακεδονία και προπαγάνδιζαν ότι ο «μακεδονικός» λαός στην Ελλάδα δεν πρέπει να αγωνιστεί για ισοτιμία, αλλά για αυτοδιάθεση και συνένωση με την γιουγκοσλαβική Μακεδονία. Η προπαγάνδα αυτή έβρισκε ιδιαίτερη απήχηση στην περιφερειακή οργάνωση του ........
....SNOF Καστοριάς, που άρχισε να απαιτεί την ίδρυση ξεχωριστών σλαβομακεδονικών ενόπλων τμημάτων και ξεχωριστού επιτελείου. Ιδιαίτερη δραστηριότητα για την «αυτονόμηση» του SNOF είχε αναπτύξει ο Paskal Mitrevski (Πασχάλης Μητρόπουλος), Γραμματέας της περιφερειακής επιτροπής του SNOF Καστοριάς. Η απροκάλυπτη αυτή σωβινιστική προπαγάνδα και η εξάρτηση του SNOF σε σημαντικό βαθμό από το Γενικό Στρατηγείο της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας εξανάγκασαν το ΚΚΕ να διαλύσει την οργάνωση τον Μάϊο του 1944. Τον Ιούλιο του 1944 το ΚΚΕ επέτρεψε την ίδρυση ξεχωριστών σλαβομακεδονικών τμημάτων στα πλαίσια του ΕΛΑΣ, κυρίως για να έχει την πολιτική και στρατιωτική υποστήριξη του Tito μετά την υπογραφή της συμφωνίας του Λιβάνου. Αλλά τόσο το τάγμα Φλώρινας- Καστοριάς με επικεφαλής τον Goce (Ηλίας Δημάκης) όσο και το τάγμα Αριδαίας- Έδεσσας με επικεφαλής τους Dzodzo Urdov (Γιώργος Ούρδας) και Pavel Rakovski (Παύλος Ρακοβίτης) συνέχιζαν την ίδια πολιτική, με αποτέλεσμα τον Οκτώβριο του 1944 ο ΕΛΑΣ να συγκρουστεί με το τάγμα του Goce και να το απωθήσει στην Γιουγκοσλαβία. Από την συγχώνευση των ταγμάτων αυτών ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 1944 στο Μοναστήριη «Αιγιακή Ταξιαρχία Κρούσης» με αποστολή την «απελευθέρωση της Μακεδονίας του Αιγαίου». Διοικητής διορίστηκε ο Goce και πολιτικός επίτροπος ο Mihajilo Keramidziev (Μιχάλης Κεραμιτζής). Έναν έκδηλο επεκτατισμό καλλιεργούσε κυρίως η ηγεσία των Σκοπίων με επικεφαλής τον Πρόεδρο της «Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» Metodija Cento. Σκοπός του Cento ήταν η ένταξη της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας στην γιουγκοσλαβική ομοσπονδία, αλλά η συνένωση και ανεξαρτητοποίηση της Μακεδονίας υπό την προστασία των Μεγάλων Δυνάμεων. Ο Τιτο έδινε προτεραιότητα στην οργανική ένταξη της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας στην γιουγκοσλαβική ομοσπονδία και στην καταπολέμηση κάθε έκδηλου ή λανθάνοντος φιλοβουλγαρισμού, θεωρώντας το ζήτημα της συνένωσης της ελληνικής και βουλγαρικής Μακεδονίας με την γιουγκοσλαβική Μακεδονία ως δευτερεύον ζήτημα και ως ζήτημα γενικότερης γιουγκοσλαβικής εξωτερικής πολιτικής. Γι' αυτό και διεμήνυσε τον Νοέμβριο του 1944 στην «Αιγιακή Ταξιαρχία Κρούσης» ότι ήταν πολύ πρώιμο το θέμα της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης. Σταδιακά ο Tito απέκτησε πολιτικό έλεγχο στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία και τον Μάϊο του 1945 η «Αιγιακή Ταξιαρχία Κρούσης» εντάχθηκε στον γιουγκοσλαβικό στρατό.[2]
Ανεξάρτητα από το γεγονός, ότι βαρύτητα για την γιουγκοσλαβική εξωτερική πολιτική είχε το ζήτημα της Τεργέστης και όχι της Θεσσαλονίκης και ο Tito ήταν προσεκτικός στις πολιτικές του κινήσεις σχετικά με την ελληνική Μακεδονία, στον ελληνικό πολιτικό κόσμο και σε ευρύτερα στρώματα του ελληνικού λαού ήταν διαδεδομένη η άποψη ότι η Γιουγκοσλαβία είχε εδαφικές διεκδικήσεις σε βάρος της Ελλάδας. Στην ελληνική Μακεδονία ο όρος «σλαβισμός» ήταν ταυτόσημος με τον όρο «επεκτατικός κομμουνισμός». Ελληνικές εθνικιστικές οργανώσει, ευαισθητοποιημένες στο σλαβικό κίνδυνο, τηρούσαν μία εχθρική στάση απέναντι σε Σλαβομακεδόνες, για τους οποίους υπήρχαν αποδείξεις ή ακόμα και η υποψία ότι στην διάρκεια της κατοχής ως όργανα της Οχράνας ή του SNOF διέπραξαν βιαιοπραγίες σε βάρος του ελληνικού πληθυσμού. Η ίδρυση του NOF, ως συνέχειας του SNOF, ενίσχυσε ακόμα περισσότερο το πνεύμα δυσπιστίας προς την Γιουγκοσλαβία.
Στις 23 Απριλίου 1945, πριν ακόμα από την συνθηκολόγηση της Γερμανίας και την λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ιδρύθηκε το NOF (Naroden Osloboditelen Front - Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο). Στα πλαίσια του ΝOF εντάχθηκαν και οι σχηματισμοί NOMS (Narodno-osloboditelen Mladinski Sojuz - Λαϊκο- Απελευθερωτική Ένωση Νεολαίας) και AFZ (Antifasisticki Front na Zenite - Αντιφασιστικό Μέτωπο Γυναικών). Στις 21 Μαΐου συγκροτήθηκε το Κεντρικό Συμβούλιο του NOF, αποτελούμενο από τους Paskal Mitrevski (Πασχάλη Μητρόπουλο) ως πολιτικό Γραμματέα, Pavle Rakovski (Παύλος Ρακοβίτης), Minco Fotev (Μηνάς Φωτόπουλος), Atanas Korovesov (Aθανάσιος Κοροβέσης), Dzodze Urdov (Γιώργος Ούρδας) και Mihajilo Keramidziev (Mιχάλης Κεραμιτζής). Μέχρι τα μέσα Ιουνίου του 1945 είχαν σχηματιστεί υποεπιτροπές στις περιφέρειες Καστοριάς, Φλώρινας και Έδεσσας. Το πολιτικό πρόγραμμα του NOF περιελάμβανε τα εξής σημεία: 1) Συνεχής αγώνας των «Μακεδόνων» της «Μακεδονίας του Αιγαίου» για την απόκτηση εθνικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. 2) Επιβεβαίωση της «μακεδονικής εθνικής ταυτότητας». 3) Ανακίνηση του «μακεδονικού εθνικού ζητήματος» στον πολιτικό βίο της Ελλάδας. 4) Οργάνωση αντίστασης στην τρομοκρατία και τη γενοκτονία που οι ελληνικές αντιδραστικές αρχές συστηματικά ασκούν στο «μακεδονικό λαό». 5) Ενίσχυση της εθνικής ενότητας του «μακεδονικού λαού». 6) Αποκάλυψη της αυτονομιστικής δραστηριότητας των οπαδών του Vanco Mihaijlov και εξάρθρωση των κατασκόπων τους στο τμήμα αυτό της Μακεδονίας, οι οποίοι ως πράκτορες των αγγλοαμερικανικών κέντρων αντιπερισπασμού αγωνίζονται εναντίον των εθνικών δικαιωμάτων του «μακεδονικού λαού». 7) Αποκάλυψη των αγγλοαμερικανικών σχέσεων που έχουν για σκοπό το τμήμα της «Μακεδονίας του Αιγαίου» να το μετατρέψουν σε βάση κατασκοπευτικής και υπονομευτικής δραστηριότητας εναντίον της «Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» και όλης της Γιουγκοσλαβίας όπως και εναντίον των άλλων βαλκανικών λαών. 8) Ενδυνάμωση της αδελφοσύνης και ενότητας μεταξύ του ελληνικού και του «μακεδονικού» λαού και αγώνας των «Μακεδόνων» με όλες τις προοδευτικές δυνάμεις στην Ελλάδα εναντίον του κοινού εχθρού. 9) Οργάνωση του αγώνα του «μακεδονικού λαού» για διασύνδεση μεταξύ των «Μακεδόνων» και των τριών τμημάτων της Μακεδονίας, ιδιαίτερα με τη «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας», που αντιπροσωπεύει το Πεδεμόντιο για την ολοκλήρωση της απελευθέρωσης και συνένωσης του «μακεδονικού λαού».[3]
Είναι σαφές ότι μακροπρόθεσμος στόχος του NOF, όπως προηγουμένως του SNOF, παρέμεινε η συνένωση της ελληνικής Μακεδονίας με την γιουγκοσλαβική. Άμεση επιδίωξη του NOF ήταν η ανάπτυξη σλαβομακεδονικής εθνικής συνείδησης στους Σλαβομακεδονες της ελληνικής Μακεδονίας με καταπολέμηση τόσο των λεγόμενων «Γραικομάνων», δηλαδή των Σλαβομακεδόνων με ελληνική εθνική συνείδηση , όσο και των φιλοβουλγαρικών στοιχείων, που χαρακτηρίζονταν ως όργανα του Ivan Mihajilov. Έπρεπε να επιτευχθεί ο φιλογιουγκοσλαβικός προσανατολισμός των Σλαβομακεδόνων. Στο πνεύμα αυτό κινήθηκαν και οι οδηγίες που έδωσε ο Cvetko Uzunovski, Υπουργός Εσωτερικώ στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία, σε σύσκεψη στελεχών του NOF τον Μάιο του 1945 σχετικά με την προπαγάνδα που έπρεπε να αναπτύσσουν στην ελληνική Μακεδονία.[4] Στη διάρκεια του 1945 και μέχρι το φθινόπωρο του 1946 τα στελέχη του NOF, μην έχοντας οργανική σύνδεση με το ΚΚΕ και εκμεταλλευόμενα την ανώμαλη πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, δρούσαν ουσιαστικώς ανεξέλεγκτα καλλιεργώντας ένα αλυτρωτικό πνεύμα στους Σλαβομακεδόνες της ελληνικής Μακεδονίας και προπαγανδίζοντας την ιδέα της Μεγάλης Μακεδονίας.[5] Αυτό ήταν φυσικό να εντείνει την εχθρότητα των ελληνικών εθνικιστικών οργανώσεων προς τους πρώην Σνοφίτες και Οχρανίτες. Θύματα τελικώς της απροκάλυπτης σωβινιστικής δραστηριότητας των στελεχών του ΝOF στην ελληνική Μακεδονία, στην οποία στις αρχές του 1945 οι Σλαβομακεδόνες δεν ξεπερνούσαν τις 100.000, υπήρξαν οι ίδιοι οι Σλαβομακεδόνες που εξανάγκαζονταν, κυρίως από φόβο αντιποίνων, να εγκαταλείψουν την Ελλάδα, ανεξάρτητα αν ως πρώην Σνοφίτες ή Οχρανίτες διέπραξαν ή όχι αδικήματα. Υπολογίζεται ότι κατά τα έτη 1945-46 περίπου 15.000-20.000 Σλαβομακεδόνες μετανάστευσαν στην Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία.
Κατά το 1945 το ΚΚΕ υπό την ηγεσία του Νίκου Ζαχαριάδη είχε στραφεί κατά της οργάνωσης NOF. Επανειλημμένα η κομματική περιφερειακή οργάνωση Έδεσσας καταδίκαζε το NOF ως οργάνωση φασιστική και αυτονομιστική και καλούσε τους Σλαβομακεδόνες να συσπειρωθούν στο ΕΑΜ/ΚΚΕ που υπόσχονταν την εθνική ισοτιμία.[7] Σε επίσημους λόγους του ο Ζαχαριάδης αναφερόταν στην ελληνικότητα της Μακεδονίας και στο απαραβίαστο των ελληνικών συνόρων. Σύμφωνα με εκθέσεις του P.Mitrevski, κομματικά στελέχη στην περιοχή της Καστοριάς περιόδευαν στα χωριά των Σλαβομακεδόνων και τους προέτρεπαν να καταδίδουν στην αστυνομία και στα κρατικά όργανα τους πράκτορες του NOF, αν εμφανίζονταν στην περιοχή τους.[8] Η στάση βέβαια του ΚΚΕ εξηγείται από τις ειδικές συνθήκες του 1945, όταν ο Ζαχαριάδης αναζητούσε τουλάχιστον δημόσια, μία ειρηνική διευθέτηση του ελληνικού πολιτικού ζητήματος και προσπαθούσε να διαλύσει τις υποψίες για εξάρτηση του ΚΚΕ από τα άλλα βαλκανικά κομμουνιστικά κόμματα. Στην ουσία όμως η πολιτική ήταν αντιφατική. Το ΚΚΕ συναρτούσε την τοποθέτηση του στο Μακεδονικό με τις επιταγές της τακτικής που ακολουθούσε σε σχέση με το ελληνικό πολιτικό πρόβλημα. Άλλωστε η αναγνώριση της ύπαρξης «μακεδονικού έθνους» επέβαλε κατά την κομμουνιστική αντίληψη και την αναγνώριση του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης, αρχή που το ΚΚΕ φανερά δεν αποκήρυσσε. Η σκλήρυνση της στάσης του ΚΚΕ που άρχισε να παρατηρείται μετά το Έβδομο Συνέδριο του ΚΚΕ (Οκτώβριος του 1945) σε σχέση με τον αγγλικό παράγοντα και η εκτόξευση της απειλής αποχής από τις εκλογές σηματοδότησαν και την αλλαγή της στάσης του ΚΚΕ σε σχέση με το ΝΟF.
Μετά το Έβδομο Συνέδριο, το ΚΚΕ αντιμετώπιζε ως ενδεχόμενο το πέρασμα στην ένοπλη σύγκρουση. Η εξάρτηση από την βοήθεια των γειτονικών βαλκανικών χωρών, κυρίως από την Γιουγκοσλαβία, απαιτούσε και μια εξομάλυνση των σχέσεων με το NOF. Σε ομιλία του στις 28 Δεκεμβρίου 1945 στην Ολομέλεια της κομματικής Οργάνωσης Μακεδονίας-Θράκης στην Θεσσαλονίκη ο Ζαχαριάδης για πρώτη φορά χαρακτήρισε το NOF ως αντιφασιστική και δημοκρατική οργάνωση.[9] Στην Δεύτερη Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (12-15 Φεβρουαρίου 1946), κατά την οποία υπερίσχυσαν οι απόψεις του Ζαχαριάδη για μία επαναστατική λύση του ελληνικού προβλήματος σε βάρος των απόψεων για μία ειρηνική δημοκρατική πορεία προς την εξουσία, το ΚΚΕ έλαβε απόφαση για μία ισοτιμία των Σλαβομακεδόνων εντός του ελληνικού κράτους.[10] Ακολούθησε το ταξίδι του Ζαχαριάδη στην Πράγα για τις εργασίες του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας στα τέλη Μαρτίου 1945 και η επίσκεψη του στο Βελιγράδι στις αρχές Απριλίου, όπου, όπως είναι γνωστό, απέσπασε την υπόσχεση του Tito για βοήθεια στην έναρξη του ένοπλου αγώνα. Για να κατευνάσει την κυβέρνηση των Σκοπίων και τους Σλαβομακεδόνες που είχαν καταφύγει στην Γιουγκοσλαβία δήλωσε στο Βελιγράδι ότι το ΚΚΕ υποστηρίζει την αρχή της αυτοδιάθεσης.[11]
Η αποχή από τις εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946 και η εμφάνιση των αντάρτικων ομάδων στα βουνά της Μακεδονίας δεν άφηναν καμιά αμφιβολία για τις προθέσεις του ΚΚΕ. Από την πλευρά του NOF καταβλήθηκε προσπάθεια για την επίτευξη μιας συνεννόησης με το ΚΚΕ. Τα βασικά αιτήματα του NOF, όπως και στην περίοδο της κατοχής, ήταν ο σχηματισμός ξεχωριστών σλαβομακεδονικών τμημάτων, ξεχωριστών επιτελείων και η εισδοχή Σλαβομακεδόνων στις τοπικές οργανώσεις του ΚΚΕ ανάλογα με την πληθυσμιακή τους δύναμη. Το Μάιο του 1956 πραγματοποιήθηκε στην Θεσσαλονίκη συνάντηση μεταξύ των Ν. Ζαχαριάδη, Λ. Στρίγγου, Μ.Βαφειάδη ως εκπροσώπων του ΚΚΕ και του P. Mitrevski.[12] Σύμφωνα με την έκθεση του Mitrevski, ο Ζαχαριάδης συμφώνησε γενικά να συγκροτηθούν αρχικώς ξεχωριστές σλαβομακεδονικές ομάδες και τμήματα, αλλά να υπάγονται σε κοινό επιτελείο με τα ελληνικά ανταρτικά τμήματα. Σταδιακά θα μπορούσε να σχηματιστεί ξεχωριστός σλαβομακεδονικός στρατός με δικό του επιτελείο. Σχετικώς με τα κομματικά στελέχη συμφωνήθηκε να καταρτιστεί μια λίστα με τους Σλαβομακεδόνες υποψήφιους και τις αντίστοιχες υποδείξεις και μετά από ψηφοφορία των Ελλήνων κομματικών στελεχών να εγκριθεί ή να απορριφθεί η εισδοχή τους στις κομματικές οργανώσεις. Στους νομούς Καστοριάς, Φλώρινας και Έδεσσας συμφωνήθηκε να γίνουν δεκτά στις κομματικές οργανώσεις περισσότερα στελέχη από το χώρο των Σλαβομακεδόνων.[13] Η συμφωνία αυτή ωστόσο δεν ήταν γραπτή, αλλά προφορική και στην ουσία μη δεσμευτική. Απλώς ο Ζαχαριάδης αντάλλαξε απόψεις με τον Μητρόπουλο, προφανώς για να δείξει ότι δεν ήταν αρνητικά προκατειλημμένος απέναντι στο NOF. Πυροδοτούσε όμως διενέξεις μεταξύ κομματικών στελεχών του ΚΚΕ και διοικητικών ανταρτικών ομάδων στο Βίτσι και το Καϊμακτσαλάν από τη μια μεριά και στελεχών του NOF από την άλλη, τα οποία επικαλούμενα τη συζήτηση Ζαχαριάδη-Mitrevski, επέμεναν στο σχηματισμό ξεχωριστών σλαβομακεδονικών τμημάτων.[14] Τα τοπικά κομματικά στελέχη του ΚΚΕ, γνωρίζοντας τη στάση του τάγματος Φλώρινας- Καστοριάς και Αριδαίας-Έδεσσας το 1944, αρνούνταν να συγκατατεθούν στο σχηματισμό ξεχωριστών σλαβομακεδονικών τμημάτων και πρότειναν να ενταχθούν οι Σλαβομακεδόνες στα ελληνικά ανταρτικά τμήματα. Διατηρούσαν επίσης το δικαίωμα να αποφασίσουν ποιοι Σλαβομακεδόνες θα γίνονταν δεκτοί με ψηφοφορία στις κομματικές οργανώσεις, χωρίς να λάβουν υπόψη τις προτάσεις του NOF.[15] Μεταξύ του ΚΚΕ και του NOF, κυρίως στη βάση των οργανώσεων, επικρατούσε μια ατμόσφαιρα έντασης. Όταν το Σεπτέμβριο του 1946 στο Βίτσι ο Goce (Hλίας Δημάκης) προσπάθησε να οργανώσει σλαβομακεδονικό τμήμα, συνάντησε την έντονη αντίδραση του αρχηγείου των ανταρτών Βιτσίου, που δημοσίευσε καταδικαστική προκήρυξη για τον Goce.[16]
Οι σχέσεις ΚΚΕ και NOF φαίνεται ότι απασχολούσαν όχι μονάχα το ΚΚ «Μακεδονίας», αλλά και το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας, το οποίο είχε κάθε συμφέρον για την εξάλειψη των αντιθέσεων μεταξύ ΚΚΕ και NOF. Στις 25 Αυγούστου 1946 εγκαταστάθηκαν στο Βελιγράδι οι Γ. Ιωαννίδης και Π. Ρούσος, με κύρια αποστολή την αποκατάσταση επαφών με το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας και κυρίως με την Σοβιετική Ένωση για την εξασφάλιση βοήθειας. Ανάμεσα στα ζητήματα που συζητήθηκαν μεταξύ ΚΚΕ και ΚΚ Γιουγκοσλαβίας ήταν προφανώς μετά από παρέμβαση του ΚΚ «Μακεδονίας», και οι σχέσεις ΚΚ και ΝΟF. Στις 14 Οκτωβρίου 1946 ο Ιωαννίδης ως εκπρόσωπος του ΚΚΕ και ο Ι. Κaraivanov ως εκπρόσωπος του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας μονογράφησαν, υπό την εποπτεία του Aleksandar Rankovic, Υπουργού Εσωτερικών της Γιουγκοσλαβίας, ειδική συμφωνία για την ενότητα μεταξύ ΚΚΕ και ΝΟF. H συμφωνία περιείχε τις ακόλουθες διατάξεις:
Η συμφωνία της 14ης Οκτωβρίου 1946 ήταν περισσότερο μία συνεννόηση ανάμεσα στο ΚΚΓ και το ΚΚΕ, το οποίο θεωρητικά απέκτησε τον ουσιαστικό έλεγχο του ΝΟF. Ο μη προβλεπόμενος σχηματισμός ξεχωριστών σλαβομακεδονικών μονάδων και η δυνατότητα του ΚΚΕ να προωθεί πολιτικά και στρατιωτικά στελέχη από τον χώρο των Σλαβομακεδόνων κατά την κρίση του ήταν φυσικό να προκαλέσουν αντιδράσεις στο Κεντρικό Συμβούλιο του ΝΟF, όπου υπερίσχυαν τα άτομα που στην διάρκεια της κατοχής είχαν αυτομολήσει στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία και δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνη στο ΚΚΕ. Το ΚΚΕ που χαρακτήριζε πλέον το NOF ως το ΕΑΜ των Σλαβομακεδόνων,[18] άρχισε να προβαίνει στην υλοποίηση της συμφωνίας. Ο P. Mitrevski έγινε τον Νοέμβριο του 1946 μέλος του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ. Στο Επιτελείο του Δημοκρατικού Στρατού στο Βίτσι διορίστηκε ο Σλαβομακεδόνας P. Siperkov ως διοικητής και ο επίσης Σλαβομακεδόνας Μ. Apostolski-Graniti ως επιμελητής. Στα Επιτελεία του Γράμμο και στο Καϊμακτσαλάν τοποθετήθηκαν ως υποδιοικητές Σλαβομακεδόνες[19]. Γραμμή του κόμματος ήταν ότι μόνο δοκιμασμένα σλαβομακεδονικά στελέχη θα προωθούνταν. Με δεδομένο ότι στους κόλπους του NOF κυριαρχούσε μια άτυπη διάσπαση μεταξύ αυτών που ήταν υπό την επιρροή του ΚΚΕ και εκείνων που προσανατολίζονταν προς το ΚΚ «Μακεδονίας», υπήρχε πάντα η υποψία των δεύτερων για μεροληπτική πολιτική από την πλευρά του ΚΚΕ. Σε έκθεση του προς το Μακεδονικό Γραφείο με ημερομηνία 19 Απριλίου 1947 ο P. Mitrevski, μετά από περιοδεία του στην Μακεδονία για την προώθηση της συμφωνίας ενότητας μεταξύ ΚΚΕ και ΝΟF, εξέφρασε την απογοήτευση του για τον μικρό βαθμό εκπροσώπησης των Σλαβομακεδόνων στα κομματικά όργανα και στις στρατιωτικές διοικήσεις και αναζήτησε τα αίτια «στον αρτηριοσκληρωτικό σωβινισμό των Ελλήνων συντρόφων που ήταν υπεύθυνοι στις μακεδονικές περιφέρειες, αλλά και στην ανετοιμότητα του ελληνικού λαού να αποδεχθεί ως πραγματικότητα την ύπαρξη μακεδονικού λαού».[20] Το ΚΚΕ δέσμιο της πολιτικής του για πλήρη ισοτιμία των μειονοτήτων, είχε να αντιμετωπίσει την ολοένα και περισσότερο έντονα εκφρασμένη απαίτηση της ηγεσίας του NOF για την πραγμάτωση αυτής της ισοτιμίας. Το Γραφείο Μακεδονίας- Θράκης του ΚΚΕ προσπάθησε να αποτρέψει μια πιθανή χειραφέτηση του NOF από τον έλεγχο του Κόμματος, ιδιαίτερα ενόψει της κλιμάκωσης του εμφυλίου μετά την εξαγγελία του Σχεδίου Marshal. Στις 20 Μαΐου 1947 στο Καϊμακτσαλάν έλαβε χώρα η «Πανεθνική» Συνδιάσκεψη του NOF. Τις εργασίες της Συνδιάσκεψης παρακολούθησε ο Γ. Ερυθριάδης. Προφανώς με ενέργειες του ο P. Mitrevski απομακρύνθηκε από την θέση του γραμματέα του Κεντρικού Συμβουλίου του NOF διατηρώντας όμως τη θέση του κομματικού καθοδηγητή της οργάνωσης. Το Κεντρικό Συμβούλιο ανασχηματίστηκε και έλαβε την προσωνυμία «Συντονιστικό Γραφείο του NOF». Μέλη του Συντονιστικού Γραφείου ήταν οι Mihajilo Keramidziev, Γραμματέας, Vangel Ajanovski-Oce, Υπεύθυνος για οργανωτικά θέματα, PavelRakovski, Υπεύθυνος για θέματα προπαγάνδας, Lambro Colakov, Υπεύθυνος για οικονομικά θέματα και Evdokija Baljona-Vera, Γραμματέας του AFZ.
Εκείνο για το οποίο το Μακεδονικό Γραφείο του ΚΚΕ δεν φαίνεται να ανησυχούσε ήταν η προσπάθεια που κατέβαλε το NOF για την διαμόρφωση σλαβομακεδονικής εθνικής συνείδησης στους Σλαβοφώνους, επιχείρηση η οποία συναντούσε αρκετές δυσκολίες. Στην εισήγηση του στην «Πανεθνική» Συνδιάσκεψη του NOF o Keramidziev τόνισε ότι οι Σλαβομακεδόνες κάτοικοι ολόκληρων χωριών εξακολουθούν να πιστεύουν ότι είναι Έλληνες και παρά το γεγονός ότι είναι αντιφασίστες δεν κατέστη δυνατό να αποκτήσουν «μακεδονική» συνείδηση . Αναφέρθηκε επίσης και στην ύπαρξη Σλαβομακεδόνων, που αυτοχαρακτηρίζονταν ως Γραικομάνοι και διέκειντο εχθρικά και απέναντι στο NOF και απέναντι στο ΕΑΜ. Κατά τον Κeramidziev, 10% των Σλαβομακεδόνων ήταν Γραικομάνοι ή Βουλγαρόφιλοι, όργανα της «αντίδρασης». Αλλά και από τους άλλους, που υποτίθεται ότι είχαν ανεπτυγμένη σλαβομακεδονική συνείδηση, 20% τηρούσαν παθητική στάση στον ένοπλο αγώνα, 30% διέκειντο ευνοϊκά, χωρίς να είναι επαναστάτες, και 40% αποτελούσαν την εμπροσθοφυλακή.[21] Ο αριθμός των Σλαβομακεδόνων παρτιζάνων που υπηρετούσαν στον Δημοκρατικό Στρατό ανέρχονταν τον Μάιο του 1947, κατά τον Κeramidziev, σε 5.350 άτομα. Ανεξάρτητα από το κατά πόσο τα δεδομένα αυτά ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα ή όχι είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι η διαμόρφωση σλαβομακεδονικής συνείδησης στους χωρικούς της υπαίθρου δεν ήταν εύκολη υπόθεση και επιχειρούνταν πολλές φορές με βίαια μέσα.
Ο Keramidziev ως νέος γραμματέας του NOF δραστηριοποιήθηκε ιδιαίτερα στην καταπολέμηση του γραικομανισμού και του φιλοβουλγαρισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι εμπόδισε την εισδοχή στο NOF Σλαβομακεδόνων, πρώην οπαδών του ΕΑΜ, με την δικαιολογία ότι ήταν φορείς του γραικομανισμού.[22] Στο βαθμό που η «Λαϊκή Ομόσπονδη Δημοκρατία της Μακεδονίας» θεωρούνταν το «Πεδεμόντιο της μακεδονικής ενοποίησης», καλλιεργούνταν ταυτόχρονα με την προπαγάνδα της ιδέας του «μακεδονισμού» και ένα αλυτρωτικό πνεύμα. Η ηγεσία του NOF, όντας γενικά δυσαρεστημένη με την παραγκώνιση των μη πιστών στη γραμμή του ΚΚΕ Σλαβομακεδόνων από καίριες θέσεις στο Δημοκρατικό Στρατό[23] και στις κομματικές οργανώσεις, δυσπιστούσε στην διακήρυξη του ΚΚΕ για πλήρη ισοτιμία στις μειονότητες. Ο P. Mitrevski, που διατηρούσε την θέση του πολιτικού καθοδηγητή του NOF, εφιστούσε την προσοχή του Κόμματος στην διασπαστική δραστηριότητα του Keramidziev και επισήμαινε την ανάγκη μιας αναδιοργάνωσης του NOF με διεύρυνση της ηγετικής του ομάδας και με έκφραση όλων των τάσεων.[24] Αρχικά το Μακεδονικό Γραφείο του ΚΚΕ, που γενικά έτρεφε δυσπιστία και απέναντι στον Mitrevski, θεωρούσε υπερβολή τα λεγόμενα του, μετά όμως από την Τρίτη Ολομέλεια (11-12 Σεπτεμβρίου 19470 και το σχηματισμό της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης δέχτηκε τις προτάσεις του.
Όπως είναι γνωστό, η Τρίτη Ολομέλεια αποφάσισε την «απελευθέρωση» της Βόρειας Ελλάδας, την κατάληψη της Θεσσαλονίκης και άλλων μακεδονικών πόλεων και ενέκρινε το στρατιωτικό επιχειρηματικό σχέδιο «Λίμνες» που προέβλεπε τη δημιουργία τακτικού στρατού, δύναμης 50-60.000 ανδρών. Η αύξηση αυτή από τις 24.000, που ήταν τότε η δύναμη του Δημοκρατικού Στρατού, στις 60.000 έπρεπε να επιτευχθεί σύντομα στην Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, ώστε να εξοικονομηθούν από εκεί οι αναγκαίες εφεδρικές δυνάμεις για την δημιουργία του κύριου εκστρατευτικού σώματος που θα επιχειρούσε την κατάληψη της Θεσσαλονίκης.[25] Το σλαβομακεδονικό στοιχείο αποτελούσε ουσιαστικό δυναμικό για την κάλυψη εφεδρειών του Δημοκρατικού Στρατού και πιθανότατα γι' αυτό τον λόγο το Μακεδονικό Γραφείο άρχισε να αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στο NOF, ώστε αν προσχωρήσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι Σλαβομακεδόνες στο Δημοκρατικό Στρατό.
Στις 13 Ιανουαρίου 1948 στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου του χωριού Μοσχοχώρι (Vmbel) της Καστοριάς συνήλθε το Πρώτο Συνέδριο του NOF. Από την πλευρά του ΚΚΕ τις εργασίες του συνεδρίου παρακολούθησε ο Γ. Ιωαννίδης. Στην εισήγηση του ο Keramidziev επισήμανε την ανάγκη καταπολέμησης του γραικομανισμού και του φιλοβουλγαρισμού και ανέφερε ότι 10.147 Σλαβομακεδόνες υπηρετούσαν στον Δημοκρατικό Στρατό.[26] Το συνέδριο ψήφισε το Καταστατικό του NOF, το Πρόγραμμα της οργάνωσης που προέβλεπε μια Ανεξάρτητη και Δημοκρατική Ελλάδα, στην οποία οι Σλαβομακεδόνες θα απολάμβαναν πλήρη ισοτιμία, και εξέλεξε νέο Κεντρικό Συμβούλιο, αποτελούμενο από 35 τακτικά μέλη και 18 αναπληρωματικά.[27] Ο Mitrevski επανατοποθετήθηκε Γραμματέας του Κεντρικού Συμβουλίου δημιουργήθηκε εντός του ΝOF με την υποχρέωση να προωθεί την κομματική γραμμή στην οργάνωση.
Με την «ενότητα αυτή» των δυνάμεων του NOF, το ΚΚΕ πίστευε ότι θα προσχωρούσαν πολύ περισσότεροι Σλαβομακεδόνες στο Δημοκρατικό Στρατό και θα έπαυαν οι εσωτερικές έριδες εντός της οργάνωσης. Τα αποτελέσματα υπήρξαν όμως ακριβώς τα αντίθετα. Με την επανατοποθέτηση του Μitrevski στην θέση του Γραμματέα του Κεντρικού Συμβουλίου δημιουργήθηκε εντός της οργάνωσης. Τα αποτελέσματα υπήρξαν όμως ακριβώς τα αντίθετα. Με την επανατοποθέτηση του Μitrevski στην θέση του Γραμματέα του Κεντρικού Συμβουλίου δημιουργήθηκε εντός του NOF μία πολωτική κατάσταση. Η ομάδα των Keramidziev, Rakovski, Ajanovski-Oce, Nikolovska και Goce προσπαθούσε να απομονώσει τον Mitrevski και να έχει τον πλήρη έλεγχο της οργάνωσης. Σε επιστολή του προς τον Μπαρτζώτα με ημερομηνία 19.2.1948 ο Μitrevski έγραφε χαρακτηριστικά:
Το σχέδιο του ΚΚΕ για αύξηση της δύναμης των ανταρτών σε 60.000 δεν κατέστη δυνατόν να υλοποιηθεί και η κινητοποίηση των Σλαβομακεδόνων δεν είχε τις αναμενόμενες διαστάσεις. Η ρήξη Tito-Stalin και η απόφαση της Kominform της 28ης Ιουνίου 1948 προκάλεσαν νέες δυσκολίες στο ΚΚΕ, που διεξήγαγε τις πολεμικές επιχειρήσεις κυρίως με γιουγκοσλαβική βοήθεια. Το ΚΚΕ ευθυγραμμίστηκε με την απόφαση του Γραφείου Πληροφοριών, χωρίς όμως να στραφεί έντονα κατά της Γιουγκοσλαβίας.[31] Ο αντίκτυπος των νέων εξελίξεων στο NOF απασχολούσε πλέον σοβαρά και τον ίδιο τον Ζαχαριάδη, ο οποίος ήθελε να αποτρέψει μια ανοικτή διάσπαση στο NOF την περίοδο ακριβώς αυτή, που στο Γράμμο η σύγκρουση του Δημοκρατικού Στρατού με τον Εθνικό Στρατό είχε φθάσει στο αποκορύφωμα της. Ο Ζαχαριάδης κάλεσε τους P.Mitrevski, M.M. Keramidziev, E. Nikolovska-Vera και S. Kocev και τους ενημέρωσε επίσημα για τη ρήξη Tito-Stalin, απευθύνοντας τους την προειδοποίηση να διαφυλάττουν την ενότητα του NOF και να μην προβαίνουν σε προκλητικές ενέργειες.[32] Λόγω της δυσπιστίας προς την ηγεσία του ΝΟF, στις 10 Ιουλίου 1948 το Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ εξέδωσε απόφαση με την οποία καταδίκαζε την εσωτερική διένεξη Keramdziev-Mitrevski, τους οποίους θεωρούσε και υπεύθυνους για την μη εκπλήρωση των στόχων της οργάνωσης. Το Πολιτικό Γραφείο έκρινε ότι η παραμονή των δύο αυτών προσώπων στην ηγεσία ήταν επιζήμια για την οργάνωση.[33] Στις 8 Αυγούστου 1948 συνήλθε στο χωριό Οξυά (Bukovo), κοντά στις Πρέσπες, η Πρώτη Ολομέλεια του Κεντρικού Συμβουλίου του NOF,τις εργασίες της οποίας από την πλευρά του ΚΚΕ παρακολούθησαν οι Μ. Πορφυρογέννης και Γ. Ιωαννίδης.[34] Η Ολομέλεια καταδίκασε την διασπαστική πολιτική των Keramidziev και Mitrevski, τους οποίους καθαίρεσε από την ηγεσία του NOF,[35] και εξέλεξε ως Πρόεδρο τον Stravro Kocev (Σταύρος Κωτσόπουλος) και Γραμματέα τον Vangel Kojcev (Βαγγέλης Κοΐτσης). Επρόκειτο για άτομα που ήταν υπό την άμεση επιρροή του ΚΚΕ και δεν είχαν δημιουργήσει προβλήματα στο Κόμμα.
Μετά την καθαίρεση του ο Mitrevski εντάχθηκε ως απλός αγωνιστής στο Δημοκρατικό Στρατό, παραμένοντας όμως μέλος του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ, ενώ ο Keramdziev μαζί με τον Goce και τον Ajanovski-Oce αναχώρησαν για τα Σκόπια. Από εκεί άρχισαν να οργανώνουν λιποταξίες Σλαβομακεδόνων από τον Δημοκρατικό Στρατό προς την Γιουγκοσλαβία, καλλιεργώντας ένα πνεύμα ηττοπάθειας και τονίζοντας ότι το ΚΚΕ πρόδωσε τον αγώνα του «μακεδονικού» λαού, που πολεμά άσκοπα.[36] Αν ληφθεί υπόψη ότι οι Σλαβομακεδόνες αποτελούσαν το ήμισυ του Δημοκρατικού Στρατού, μπορεί να γίνει κατανοητός ο αντίκτυπος που θα μπορούσαν να έχουν τέτοιες ενέργειες, όταν μάλιστα είχε εκδηλωθεί και η διένεξη Ζαχαριάδη-Βαφειάδη για το ζήτημα των εφεδρειών. Όπως είναι γνωστό μετά την μη υλοποίηση του σχεδίου «Λίμνες», ο Μ. Βαφειάδης υποστήριξε ότι ο Δημοκρατικός Στρατός λόγω ελλείψεων εφεδρειών δεν μπορεί να εξελιχθεί σε τακτικό στρατό και να καταλάβει πόλεις και γι' αυτό πρέπει να περιοριστεί στον ανταρτοπόλεμο μέχρι να καταφθάσει εξωτερική βοήθεια. Το Πολιτικό Γραφείο της Κ.Ε. απέρριψε στις 15 Νοεμβρίου 1948 τις θέσεις του Βαφειάδη, (γνωστές ως πλατφόρμα) ως οππορτουνιστικές. Η ορθή εκτίμηση της κατάστασης του Δημοκρατικού Στρατού από τον Βαφειάδη φάνηκε στην αδυναμία του στους επόμενους δύο μήνες να κρατήσει υπό έλεγχο την Καρδίτσα, τη Νάουσα και το Καρπενήσι.
Η ρήξη Tito-Stalin δημιούργησε και μία νέα παράμετρο στο Μακεδονικό Ζήτημα, που μοιραία επέδρασε στην στάση του ΚΚΕ σχετικά με το Μακεδονικό και το NOF, την επανεμφάνιση της Βουλγαρίας στο μακεδονικό προσκήνιο. Κατά τα έτη 1946-1947 η Βουλγαρία υπό την πίεση της Γιουγκοσλαβίας και του Stalin, στα πλαίσια των συζητήσεων για την ίδρυση της νοτιοσλαβικής ομοσπονδίας, αναγνώρισε την ύπαρξη «μακεδονικού» έθνους. Έθετε ωστόσο ως προϋπόθεση για τις εδαφικές ρυθμίσεις (παραχώρηση του βουλγαρικού τμήματος της Μακεδονίας στην Λαϊκή Δημοκρατία της «Μακεδονίας» με αντάλλαγμα την επιστροφή των στρατηγικής σημασίας πόλεων Caribrod και Bossilegrad στην Βουλγαρία και την υποστήριξη της εδαφικής της εξόδου στο Αιγαίο) την αποσαφήνιση του χαρακτήρα της ομοσπονδίας. Ενώ η Γιουγκοσλαβία πρότεινε στην Βουλγαρία να ενταχθεί ως έβδομη Δημοκρατία στη γιουγκοσλαβική ομοσπονδία με τα ίδια δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των άλλων Δημοκρατιών, πράγμα που θα σήμαινε στην ουσία την απορρόφηση της Βουλγαρίας από τη Γιουγκοσλαβία, η Βουλγαρία δεν ήθελε να απωλέσει την κρατική της κυριαρχία και αντιπρότεινε ένα είδος συνομοσπονδίας σε ισότιμη βάση. Μετά την κατοχύρωση της Δυτικής Θράκης στην Ελλάδα (Φεβρουάριος 1947), στο Συνέδριο Ειρήνης στο Παρίσι, και την εξαγγελία της αμερικανικής βοήθειας προς την Ελλάδα (Μάρτιος 1947), η Βουλγαρία επέμενε περισσότερο στην θέση της. Η μοναδική παραχώρηση της Βουλγαρίας προς την Γιουγκοσλαβία κατά την σύνοδο στο Bled (27 Ιουλίου- 1 Αυγούστου 1947) υπήρξε η συγκατάθεση της για την καλλιέργεια «μακεδονικής» εθνικής συνείδησης στο σλαβικό πληθυσμό της βουλγαρικής Μακεδονίας. Μετά την σύνοδο στο Bled, πολιτικοί παράγοντες από τα Σκόπια μετέβαιναν στην βουλγαρική Μακεδονία, όπου δρούσαν ανεξέλεγκτα στην προσπάθεια τους να διαμορφώσουν μία «μακεδονική» εθνική συνείδηση στο βουλγαρικό πληθυσμό. Η αποπομπή της Γιουγκοσλαβίας από την Kominform, αποτέλεσμα της αντίδρασης του Stalinστην ηγεμονική πολιτική του Tito στα Βαλκάνια, επέφερε και μία αλλαγή της στάσης της Βουλγαρίας. Αν και φαινομενικά η Βουλγαρία δεν είχε αρνηθεί ακόμα την ύπαρξη «μακεδονικού έθνους», απόφαση της Έκτης Ολομέλειας της ΚΕ του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος στις 13 Ιουλίου 1948 αναφερόταν στις σχέσεις της Βουλγαρίας με τον μακεδονικό χώρο, απαιτούσε τον σεβασμό των δικαιωμάτων της βουλγαρικής μειονότητας στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία, καταδίκαζε την πολιτική των πρακτόρων των Σκοπίων στην βουλγαρική Μακεδονία και έθετε ως προϋπόθεση για την σύσταση της νοτιοσλαβικής ομοσπονδίας την επιστροφή της Γιουγκοσλαβίας στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο.[37] Παράλληλα η Βουλγαρία άρχισε να αποκαθιστά επαφές στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία με προπολεμικά μέλη της VRMO (P. Satev) και VRMO Ενωμένης (Brasnarov), τα οποία, αν και θεωρητικά είχαν αποδεχτεί μετά το 1944 το «μακεδονισμό» ως εθνική επιλογή, επιδίωκαν, όπως και ο πρώτος ατυχής Πρόεδρος της Λαϊκής Δημοκρατίας της «Μακεδονίας» M. Cento, την ανεξαρτητοποίηση της πρώην σερβικής Μακεδονίας και όχι την ένταξη της στην γιουγκοσλαβική ομοσπονδία.[38] Στον λόγο του στο Πέμπτο Συνέδριο του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος τον Δεκέμβριο του 1948 ο Dimitrov χαρακτήρισε τις βουλγαρο-γιουγκοσλαβικές διαπραγματεύσεις των ετών 1944-1948 ως προσπάθεια της Γιουγκοσλαβίας να απορροφήσει τη Βουλγαρία και καταδίκασε την πολιτική αποβουλγαροποίησης που ασκούσε η ηγεσία των Σκοπίων στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία.
Η στροφή του ΚΚΕ στο Μακεδονικό πραγματοποιείται επίσημα από την Πέμπτη Ολομέλεια και μετά. Η Πέμπτη Ολομέλεια συνήλθε στις 30 και 31 Ιανουαρίου 1949 στην Αλβανία και τις εργασίες της παρακολούθησαν από αλβανικής πλευράς ο M. Shehu και από σοβιετικής πλευράς ο ελληνικής καταγωγής Petrov στέλεχος του τμήματος Διεθνών Σχέσεων στην ΚΕ του ΚΚΣΕ. Η Πέμπτη Ολομέλεια ασχολήθηκε γενικά με την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και στον Δημοκρατικό Στρατό και ειδικότερα με το ζήτημα Βαφειάδη, τον οποίο και διέγραψε από το Κόμμα, και με το Μακεδονικό. Στην εισήγηση του ο Ζαχαριάδης εξύμνησε την προσφορά του «μακεδονικού λαού» στον κοινό αγώνα και προανήγγειλε την αντιπροσφορά του ΚΚΕ.
Στις 3 Φεβρουαρίου 1949 συνήλθε η Δεύτερη Ολομέλεια του Κεντρικού Συμβουλίου του ΝOF. Στον λόγο του ο Ζαχαριάδης αναφέρθηκε στις παραχωρήσεις του ΚΚΕ προς τους Σλαβομακεδόνες: Ανασχηματισμός της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης με Σλαβομακεδόνα Υπουργό, εκπροσώπηση του NOF στο Γενικό Επιτελείο του Δημοκρατικού Στρατού, μετονομασία της 11ης Μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού σε «Μακεδονική Μεραρχία» και ίδρυση «Μακεδονικής» Κομμουνιστικής Οργάνωσης.[47] Για να απομονωθεί περισσότερο η ομάδα των Keramidziev, Goce, Ajanovski-Oce, στη Γραμματεία του NOF έγιναν δεκτοί οι P. Mitrevski, P. Rakovski.[48] Κύρια αποστολή του Κεντρικού Συμβουλίού ήταν η σύγκληση τον Μάρτιο του 1949 του Δεύτερου Συνεδρίου του ΝOF, το οποίο θα επισημοποιούσε την νέα γραμμή στο Μακεδονικό.: Διακήρυξη της «Ένωσης της Μακεδονίας σε ένα ενιαίο ανεξάρτητο, ισότιμο μακεδονικό κράτος μέσα στην λαϊκοδημοκρατική Ομοσπονδία των Βαλκανικών λαών που είναι η δικαίωση των πολύχρονων αιματηρών αγώνων του.»[49]
Είναι σαφές ότι ο Ζαχαριάδης προσπάθησε να μετατρέψει το NOFσε όργανο κατά της Γιουγκοσλαβίας, θέτοντας σε αμφισβήτηση το ρόλο της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας ως του Πεδεμοντίου της «μακεδονικής» ενοποίησης. Η γραμμή του ΚΚΕ προκάλεσε ικανοποίηση στην Σόφια. Η εφημερίδα Trud έγραφε χαρακτηριστικά:
Μετά την επιστροφή της αντιπροσωπείας, ο Μitrevski υπέβαλε στις 4 Μαρτίου 1949 την ακόλουθη έκθεση στον Ζαχαριάδη για τις συζητήσεις με τον Kolisevski, στην οποία εκφράζονται τα σημεία τριβής μεταξύ του ΚΚΕ από τη μια πλευρά και του ΚΚ «Μακεδονίας» και Γιουγκοσλαβίας από την άλλη.
Στην Αθήνα η ανακοίνωση της απόφασης του Κεντρικού Συμβουλίου του NOF από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης προκάλεσε μεγάλη αναταραχή και το ΚΚΕ καταγγέλθηκε ως κόμμα προδοτικό. Αλλά και μέσα στις τάξεις του Δημοκρατικού Στρατού εκφράστηκαν διαφωνίες με την νέα γραμμή. Η ηγεσία του ΚΚΕ, εκτεθειμένη στα πυρά της ελληνικής κυβέρνησης και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας και συνειδητοποιώντας τις εύλογες αντιδράσεις του ελληνικού λαού, προσπάθησε να μετριάσεις τις αλγεινές εντυπώσεις που προκάλεσε το σύνθημα «Ανεξάρτητη Μακεδονία» και δήλωσε ότι γραμμή του Κόμματος παραμένει η απόφαση της Πέμπτης Ολομέλειας.[58] Ήταν επόμενο η υπαναχώρηση αυτή που επιβλήθηκε για λόγους τακτικής, να μην έχει πειστική δύναμη.
Στις 25 και 26 Μαρτίου 1949 στην εκκλησία του χωριού Ψαράδες (Nivici), κοντά στις Πρέσπες, συνήλθε το Δεύτερο Συνέδριο του NOF, στο οποίο έλαβαν μέρος 700 αντιπρόσωποι. Στον λόγο του ο Ζαχαριάδης αναφέρθηκε στα επιτεύγματα του «μακεδονικού» λαού για την κοινή νίκη, την οποία χαρακτήρισε δύσκολη.[59] Το συνέδριο υπογράμμισε την ενότητα του ελληνικού λαού με το «μακεδονικό» λαό, στράφηκε κατά της ομάδας των Keramidziev, Goce και Ajanovski-Oce[60] και διακήρυξε το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του μακεδονικού λαού.[61] Στις 27 Μαρτίου 1949 ιδρύθηκε η «Κομμουνιστική Οργάνωση της Μακεδονίας του Αιγαίου (ΚΟΕΜ)», ως τμήμα του ΚΚΕ. Στην ιδρυτική Συνδιάσκεψη έλαβαν μέρος 163 Σλαβομακεδόνες κομμουνιστές, αντιπρόσωποι στο Δεύτερο Συνέδριο , οι οποίοι και εξέλεξαν μία οργανωτική επιτροπή αποτελούμενη από τους M. Malio, V. Kojcev, P. Mitrevski, S. Kocev, V. Nikolova, V. Nicev, U. Pirovska, H. Kolencev και T. Hadzijanev. Αποστολή της επιτροπής ήταν η σύγκληση μιας πανεθνικής συνδιάσκεψης για την εκλογή της ηγεσίας του κόμματος. Είναι σαφές ότι η ΚΟΕΜ αποτελούσε ένα αντίβαρο στο ΚΚ «Μακεδονίας». Στις 3 Απριλίου 1949 ανασχηματίστηκε η ΠΔΚ. Όπως είχε προαναγγελθεί, ο P. Mitrevski έγινε Υπουργός Επισιτισμού, ο V. Kojicev μέλος του Ανώτατου Πολεμικού Συμβουλίου του ΔΣ και ο S. Kocev Πρόεδρος της Διεύθυνσης Εθνικών Μειονοτήτων. Με τις παραχωρήσεις αυτές το ΚΚΕ υπολόγιζε ότι θα μπορούσε να στρατολογήσει περισσότερους Σλαβομακεδόνες και να δελεάσει τους πρόσφυγες που είχαν καταφύγει στην Γιουγκοσλαβία και όσους είχαν μεταναστεύσει νωρίτερα στην Βουλγαρία να επιστρέψουν στην Ελλάδα και να αγωνιστούν στον Δημοκρατικό Στρατό.
Στις 7 Απριλίου 1949 ο Ζαχαριάδης ανέθεσε στον P.Rakovski να μεταβεί μέσω των Σκοπίων με τον Μ. Πορφυρογέννη στην Πράγα για να μιλήσει στο Παγκόσμιο Συνέδριο της Ειρήνης και στους T.Naumov, T.Kocev-Victor και V. Nicev να μεταβούν στην Βουλγαρία για να στρατολογήσουν μαχητές για το Δημοκρατικό Στρατό. Προφανώς ο Ζαχαριάδης υπολόγιζε ότι με τις νέες παραχωρήσεις προς το NOF θα επερχόταν διάσπαση στην ομάδα των Goce, Keramidziev, Ajanovski-Oce.[62] Αλλά κατά την συνάντηση τους με τον Rakovski δεν διαπιστώθηκε καμιά διαφοροποίηση στις απόψεις τους. Η αντιπροσωπεία του NOF που έφθασε στα μέσα Απριλίου στην Βουλγαρία δεν μπόρεσε να εκπληρώσει την αποστολή της, γιατί ήδη είχε δοθεί η εντολή του Stalin για τερματισμό του εμφυλίου πολέμου.
Στις αρχές Απριλίου η ελληνική κυβέρνηση, φοβούμενη ότι η Κομινφόρμ στο άμεσο μέλλον θα ανακήρυσσε ένα ανεξάρτητο «μακεδονικό» κράτος ως μέσο για άσκηση πίεσης στον Tito, υπέβαλε ένα μνημόνιο στο Λονδίνο και την Ουάσιγκτον προτείνοντας την ανάληψη δράσης κατά της Αλβανίας, ώστε να ανατραπεί η χρησιμοποίηση της χώρας ως βάσης κατά του Tito και να αποκοπεί από τον Δημοκρατικό Στρατό, συμβάλλοντας έτσι στην ήττα του.[63] Η ελληνική πρόταση δεν υποστηρίχτηκε σθεναρά. Η Σοβιετική Ένωση ίσως μέσω κατασκόπων της πληροφορήθηκε το περιεχόμενο του ελληνικού μνημονίου και φοβούμενη μία κατάληψη της Αλβανίας από τις δυτικές δυνάμεις , την οποία λόγω της ρήξης με την Γιουγκοσλαβία δύσκολα μπορούσε να υπερασπιστεί, ζήτησε από τον Ζαχαριάδη στα μέσα Απριλίου να σταματήσει τον ένοπλο αγώνα μέχρι το τέλος Μαΐου 1949. Στις 20 Απριλίου το ΚΚΕ υπέβαλε στην ελληνική κυβέρνηση τις ακόλουθες προτάσεις ειρήνης: Παύση της τρομοκρατίας και των μαζικών εκτελέσεων, αποκατάσταση των δημοκρατικών δικαιωμάτων, χορήγηση γενικής αμνηστίας και προκήρυξη εκλογών.[64] Η αντιπροσωπεία του NOF στην Βουλγαρία επέστρεψε άπρακτη και οι Βούλγαροι έκλεισαν προσωρινά τα ελληνο-βουλγαρικά σύνορα.[65] Κατά την επιστροφή του από την Πράγα τον Μάιο του 1949 ο Rakovski συναντήθηκε πάλι με τους Keramidziev και Goce, οι οποίοι του επέδωσαν επιστολή ειδικά για την ηγεσία του ΚΚΕ. Η επιστολή αυτή αποτελεί πραγματικό λίβελλο κατά του ΚΚΕ για την πολιτική του στο Μακεδονικό, για την μη ανάδειξη «μακεδονικών» στελεχών στον Δημοκρατικό Στρατό και στις κομματικές οργανώσεις, για την προώθηση ανθρώπων (Kocev, Kojcev) που είναι ξένοι στην «μακεδονική πραγματικότητα».
1) Ν' αρχίσει αμέσως κι ενεργητικά από κοινού η δημιουργία μακεδόνικων μονάδων με δικό τους μακεδονικό επιτελείο σαν αναπόσπαστο τμήμα του Δ.Σ.Ε και κάτω από την καθοδήγηση του Γ.Λ. του Δ.Σ.Ε…4) Καθοδηγητές των μονάδων αυτών ναναι μακεδόνες, που ολοκληρωτικά θα γίνουν δεκτοί κι επιθυμητοί απτούς μαχητές και στελέχη των μακεδόνικων μονάδων. 5) Ν' αντικατασταθούν απτά πόστα τους οι συν. Κόϊτσεφ, Κωτσόπουλος και Α. Γουσόπουλος (Μάκης) με μακεδόνικα στελέχη που θα προτείνει το ΚΣ-ΝΟΦ και τα στελέχη τω μακεδόνικων μονάδων…9) Ν' αποκατασταθούν λεύτερες εκπολιτιστικές σχέσεις ανάμεσα στο μακεδονικό λαό της Μακεδονίας του Αιγαίου (λεύτερη περιοχή) και τους μακεδόνες της Μακεδονιας του Βαρδάρη, μάλιστα αμοιβαίες επισκέψεις για την ίδια δουλειά ανάμεσα στις καθοδηγήσεις του μακεδόνικου λαού απτά δύο αυτά τμήματα της Μακεδονίας. 10) Από μέρους του ΝΟΦ να εκλαϊκεύεται λεύτερα πως το ΚΚΓ έλυσε το μακεδόνικο ζήτημα και πως το μακεδόνικο ζήτημα είναι λυμένο από το ΚΚ Βουλγαρίας…12) Να σταματήσει ανάμεσα στους μακεδόνες αντάρτες και τα μετόπισθεν η προπαγάνδα ενάντια στον Τίτο και υπέρ του γραφείου πληροφοριών και το αντίθετο , ή πάλι αφού επιτρέπεται η προπαγάνδα υπέρ του ενός να επιτραπεί και υπέρ του άλλου. 14) Όχι μόνο προφορικά μα και γραπτά ν' αναγνωρίσει η Κ.Ε-Κ.Κ.Ε ότι αυτή φταίει περισσότερο για όλες τις μέχρι τα τώρα αδικίες στο ΝΟΦ και στο μακεδόνικο ζήτημα, ότι εμείς είμαστε οι λιγώτερο φταίχτες και γι' αυτό από μέρους τους να δοθεί ηθική αναγνώριση (ικανοποίηση) για την ορθότητα για του τα μέχρι τα τώρα αγώνα μας αρχών. 15) Να μην ζητηθούν ευθύνες για όλους που έφυγαν στην Γιουγκοσλαβία. (Ο.Λ.Δ) μακεδόνες-σες απτίς τάξεις του ΔΣΕ, δηλαδή να μην θεωρούνται λιποτάκτες και προδότες.[66]
Η ηγεσία του ΚΚΕ έλαβε την επιστολή, όντας πλέον πεπεισμένη για την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού. Η επιστολή αυτή πρόσφερε στο ΚΚΕ την χρυσή ευκαιρία να επιρριφθεί προκαταβολικά η ευθύνη για την επερχόμενη ήττα αποκλειστικά στην «προδοσία του Tito και στην υπονομευτική δραστηριότητα των πρακτόρων του στο NOF και στον Δημοκρατικό Στρατό. Οι αμερικανοσοβιετικές διαπραγματεύσεις του Μαΐου 1949 για το ελληνικό ζήτημα δεν είχαν επιφέρει ουσιαστικά αποτελέσματα λόγω κυρίως της πρόθεσης της Μόσχας να εξασφαλίσει τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ στην πολιτική ζωή της Ελλάδας, ώστε να μπορέσει να συνεχίσει ένα δυναμικό εσωτερικό αγώνα.[67] Στον Ζαχαριάδη δόθηκε εντολή να αναστείλει προσωρινά τα σχέδια για υποχώρηση και να εντείνει τις επιθετικές ενέργειες. Προφανώς οι Σοβιετικοί γνώριζαν για τις επαφές του Tito με τους Δυτικούς[68] και θεωρούσαν το κλείσιμο των ελληνογιουγκοσλαβικών συνόρων υπόθεση χρόνου. Κωλυσιεργώντας στην εξεύρεση μιας πολιτικής λύσης με τους Δυτικούς για το ελληνικό ζήτημα, η σοβιετική πλευρά ήθελε να παρουσιάσει τον Tito ως πράκτορα του ιμπεριαλισμού και προδότη του ελληνικού δημοκρατικού κινήματος, αν ληφθεί υπόψη ότι το 1949 η αντιγιουγκοσλαβική εκστρατεία της Kominform ήταν ιδιαίτερα έντονη Στις 15 Ιουνίου 1948 το ΚΚΕ, με αφορμή την επιστολή των Goce-Keramidziev, σενέταξε μια διακήρυξη, η οποία στις 20 Ιουνίου , με πίεση του Ζαχαριάδη και του Ιωαννίδη, εγκρίθηκε από την Κομμουνιστική Οργάνωση της «Μακεδονίας του Αιγαίου» και παρουσιάστηκε ως απόφαση της. Στην διακήρυξη αυτή κατηγορείται η ομάδα του Keramidziev ότι διέσπασε την αγωνιστική ενότητα μεταξύ του ελληνικού και του «μακεδονικού» λαού, καταδικάζεται η πολιτική του Κομμουνιστικού Κόμματος Γιουγκοσλαβίας ως επιδιώκουσα από το 1943 την ενσωμάτωση της ελληνικής Μακεδονία στην γιουγκοσλαβική, και οι Keramidziv και Goce χαρακτηρίζονται ως πράκτορες του Tito που ίδρυσαν στα Σκόπια με την συνδρομή των γιουγκοσλαβικών αρχών ειδική υπηρεσία για την οργάνωση λιποταξιών από τον Δημοκρατικό Στρατό. Το πέρασμα του Tito στο στρατόπεδο των ιμπεριαλιστών θεωρείται αποδεδειγμένο γεγονός και καταδικάζεται η προδοσία των Λαϊκών Δημοκρατικών και η παράδοση των λαών της Γιουγκοσλαβίας, συμπεριλαμβανομένου και του «μακεδονικού» λαού, στα χέρια των ιμπεριαλιστών.[69]
Και οι μετέπειτα πολιτικές κινήσεις του Ζαχαριάδη δεν αποτελούν παρά σπασμωδικές κινήσεις στρεφόμενες κατά της Γιουγκοσλαβίας. Στις 2 Αυγούστου, μετά από την πανωλεθρία της 24ης Μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού στις 5 Ιουλίου 1949 στο Καϊμακτσαλάν και το κλείσιμο των ελληνογιουγκοσλαβικών συνόρων στις 10 Ιουλίου, συνήλθε η Πρώτη «Πανεθνική» Συνδιάσκεψη της ΚΟΕΜ, η οποία εξέλεξε την νέα ηγεσία της. Στον λόγο του ο Ζαχαριάδης χαρακτήρισε την ΚΟΕΜ ως την δύναμη εκείνη που θα καθοδηγεί ιδεολογικά τον αγώνα του NOF προς την Λαϊκή Δημοκρατία. Η απουσία της κομματικής καθοδήγησης του NOFχαρακτηρίστηκε ως η κύρια αιτία των λαθών του NOF και της διείσδυσης του σωβινισμού στις τάξεις του.[70] Είναι σαφές ότι η ΚΟΕΜ στρεφόταν κατά του ΚΚ «Μακεδονίας», του οποίου αμφισβητούσε τον ηγεμονικό ρόλο. Στην απόφαση της Συνδιάσκεψης τονίζονταν η ενότητα του ελληνικού με τον «μακεδονικό λαό», η αφοσίωση του στις Λαϊκές Δημοκρατίες με επικεφαλής την Σοβιετική Ένωση και καλούνταν ο «μακεδονικός» λαός να αγωνιστεί με αυταπάρνηση για την υπεράσπιση των ελεύθερων βουνών του Γράμμου και του Βίτσι.[71] Προφανώς ο Ζαχαριάδης κατέβαλε μια τελευταία προσπάθεια να κινητοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερους Σλαβομακεδόνες ενόψει των επικείμενων μαχών στο Γράμμο και Βίτσι , υπολογίζοντας ότι σε περίπτωση αποτυχίας των κυβερνητικών δυνάμεων να καταλάβουν τα τελευταία οχυρά του Δημοκρατικού Στρατού η κυβέρνηση των Αθηνών ίσως αποδεχόταν τους όρους του ΚΚΕ για ειρήνευση. Οι τελευταίες όμως επιχειρήσεις (3-30 Αυγούστου 1949) στον Γράμμο και το Βίτσι έληξαν με ολοκληρωτική ήττα των ανταρτών, που υποχώρησαν στην Αλβανία.
Όπως είναι γνωστό ο Ζαχαριάδης απέδωσε την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού κυρίως στην «προδοσία» του Tito. Τα «εξιλαστήρια θύματα» αναζητήθηκαν και μέσα στους κόλπους του NOF, στα άτομα δηλαδή εκείνα τα οποία ο Ζαχαριάδης στήριξε το 1949 ως αντίβαρο στην φιλογιουγκοσλαβική ομάδα του Keramidziev. Στις 7 Οκτωβρίου 1949 στο Μπουρέλι της Αλβανίας συνελήφθηκαν οι «τιτοϊκοί πράκτορες», υπεύθυνοι για την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, οι P. Mitrevski, E. Nikolovska-Bera, MMaljo, M. Fotev, P. Rakovski, U. Jurukova, L. Colakov, L. Poplazarov, H. Kolencev, T. Hadzijanev. Το 1952 καταδικάστηκαν στην Σοβιετική Ένωση σε καταναγκαστικά έργα και μεταφέρθηκαν στην Σιβηρία.[72] Τον Μάρτιο του 1952 διαλύθηκε το NOFκαι στις αρχές Απριλίου ιδρύθηκε στην Πολωνία από Σλαβομακεδόνες που είχαν ακολουθήσει την ηγεσία του ΚΚΕ στις Ανατολικές χώρες η οργάνωση «Ilinden» στρεφόμενη κυρίως κατά της «μακεδονικής» πολιτικής της Γιουγκοσλαβίας. Μετά την άνοδο στην εξουσία του Chruscev και την σοβιετο-γιουγκοσλαβική προσέγγιση των ετών 1955-57 στα καταδικασθέντα μέλη του NOF απονεμήθηκε χάρη. Οι περισσότεροι επέστρεψαν στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία, γενόμενοι δεκτοί ως «εθνικοί ήρωες».
Συμπερασματικά μπορεί να λεχθεί ότι οι σχέσεις ΚΚΕ και NOF στην διάρκεια του εμφυλίου δεν αποτελούν παρά την ιστορία μιας περιπέτειας. Επιβεβαιώνουν την τυχοδιωκτική πολιτική του ΚΚΕ στο Μακεδονικό, που αποτελεί μέρος της γενικότερης αντιφατικής του πολιτικής μετά το 1944. δέσμιο της θέσης του για την ύπαρξη «μακεδονικού» έθνους, εξαρτημένο από την γιουγκοσλαβική βοήθεια και επειγόμενο να στρατολογήσει όσο το δυνατόν περισσότερους Σλαβομακεδόνες στο Δημοκρατικό Στρατό το ΚΚΕ αποδείχτηκε αδύναμο να αναχαιτίσει την αλυτρωτική και προπαγανδιστική δραστηριότητα που ασκούσαν τα φιλογιουγκοσλαβικά στοιχεία του NOFστους Σλαβομακεδόνες. Και μετά την απομάκρυνση των στοιχείων αυτών το 1948, το ΚΚΕ, αντί να εντάξει τους Σλαβομακεδόνες οργανικά στον κορμό του ελληνικού έθνους και κράτους προτίμησε να αποδεχτεί την βουλγαρική θέση της «ανεξάρτητης Μακεδονίας», η οποία, αν και κατά βάθος στρεφόταν κατά της κυριαρχίας του Tito στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία, δέσμευε το ΚΚΕ να υιοθετήσει τη γραμμή της απόσχισης του «μακεδονικού» λαού από το ελληνικό κράτος.
Βαλκανικά Σύμμεικτα, ΙΜΧΑ,
τεύχος 8, Θεσσαλονίκη, 1996,
ΣΕΛ 211-246.
Το ζήτημα των σχέσεων NOF και ΚΚΕ έχει απασχολήσει κατά τα τελευταία χρόνια τους Έλληνες ιστορικούς, διότι πρόκειται στην ουσία για ένα θέμα που συνδέεται άμεσα με το Μακεδονικό στην κρίσιμη περίοδο του εμφυλίου. Πρόσφατες μελέτες σε ικανοποιητικό βαθμό διαφωτίζουν το ζήτημα με ορθολογιστικό και αντικειμενικό τρόπο.[1] Το μεγάλο όμως πρόβλημα εξακολουθεί να παραμένει η πρόσβαση στο ανέκδοτο υλικό που υπάρχει στα Σκόπια και στο Βελιγράδι και συνδέεται άμεσα με τα πρόσωπα που έδρασαν την περίοδο αυτή, είτε ως Νοφίτες είτε ως μέλη του ΚΚΕ. Οι συλλογές εγγράφων που εκδόθηκαν στα Σκόπια στην δεκαετία του 70 και του 80 χαρακτηρίζονται από ένα σαφή εκλεκτικισμό, ωστόσο περιέχουν αρκετά σημαντικά στοιχεία. Σκοπός του άρθρου αυτού, είναι με αξιολόγηση και χρήση δημοσιευμένων και αδημοσίευτων πηγών, να συμβάλλει στην διαλεύκανση των αμφίδρομων σχέσεων του ΚΚΕ-NOF στη διάρκεια του εμφυλίου.
Στην περίοδο της Κατοχής το ΚΚΕ συγκατατέθηκε στην ίδρυση του SNOF (Σλαβομακεδονικό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο), μετά από πρωτοβουλία του Κομμουνιστικού Κόμματος Γιουγκοσλαβίας, γιατί εκτιμούσε ότι με τον τρόπο αυτό θα προσελκύονταν στην αντίσταση οι Σλαβομακεδόνες εκείνοι που είχαν παρασυρθεί από τη βουλγαρική φασιστική προπαγάνδα και είχαν προσχωρήσει στην Οχράνα. Η ίδρυση του SNOF δεν είχε την έγκριση της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ, που είχε την άποψη ότι η οργάνωση θα συμβάλλει περισσότερο στη διάσπαση παρά στην ενότητα των αντιστασιακών δυνάμεων. Το γεγονός αυτό καθιστούσε το ΚΚΕ ιδιαίτερα προσεκτικό στο Μακεδονικό ζήτημα. Αν και το ΚΚΕ αναγνώριζε τους Σλαβομακεδόνες από το 1934 ως «Μακεδονικό έθνος», διακήρυττε ωστόσο την αρχή της ισοτιμίας των μειονοτήτων και προσπαθούσε να εντάξει το SNOF στο αντιστασιακό κίνημα του ΕΛΑΣ. Σύντομα ωστόσο στρατιωτικοί σύνδεσμοι από τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία μετέβαιναν στην ελληνική Μακεδονία και προπαγάνδιζαν ότι ο «μακεδονικός» λαός στην Ελλάδα δεν πρέπει να αγωνιστεί για ισοτιμία, αλλά για αυτοδιάθεση και συνένωση με την γιουγκοσλαβική Μακεδονία. Η προπαγάνδα αυτή έβρισκε ιδιαίτερη απήχηση στην περιφερειακή οργάνωση του ........
....SNOF Καστοριάς, που άρχισε να απαιτεί την ίδρυση ξεχωριστών σλαβομακεδονικών ενόπλων τμημάτων και ξεχωριστού επιτελείου. Ιδιαίτερη δραστηριότητα για την «αυτονόμηση» του SNOF είχε αναπτύξει ο Paskal Mitrevski (Πασχάλης Μητρόπουλος), Γραμματέας της περιφερειακής επιτροπής του SNOF Καστοριάς. Η απροκάλυπτη αυτή σωβινιστική προπαγάνδα και η εξάρτηση του SNOF σε σημαντικό βαθμό από το Γενικό Στρατηγείο της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας εξανάγκασαν το ΚΚΕ να διαλύσει την οργάνωση τον Μάϊο του 1944. Τον Ιούλιο του 1944 το ΚΚΕ επέτρεψε την ίδρυση ξεχωριστών σλαβομακεδονικών τμημάτων στα πλαίσια του ΕΛΑΣ, κυρίως για να έχει την πολιτική και στρατιωτική υποστήριξη του Tito μετά την υπογραφή της συμφωνίας του Λιβάνου. Αλλά τόσο το τάγμα Φλώρινας- Καστοριάς με επικεφαλής τον Goce (Ηλίας Δημάκης) όσο και το τάγμα Αριδαίας- Έδεσσας με επικεφαλής τους Dzodzo Urdov (Γιώργος Ούρδας) και Pavel Rakovski (Παύλος Ρακοβίτης) συνέχιζαν την ίδια πολιτική, με αποτέλεσμα τον Οκτώβριο του 1944 ο ΕΛΑΣ να συγκρουστεί με το τάγμα του Goce και να το απωθήσει στην Γιουγκοσλαβία. Από την συγχώνευση των ταγμάτων αυτών ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 1944 στο Μοναστήριη «Αιγιακή Ταξιαρχία Κρούσης» με αποστολή την «απελευθέρωση της Μακεδονίας του Αιγαίου». Διοικητής διορίστηκε ο Goce και πολιτικός επίτροπος ο Mihajilo Keramidziev (Μιχάλης Κεραμιτζής). Έναν έκδηλο επεκτατισμό καλλιεργούσε κυρίως η ηγεσία των Σκοπίων με επικεφαλής τον Πρόεδρο της «Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» Metodija Cento. Σκοπός του Cento ήταν η ένταξη της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας στην γιουγκοσλαβική ομοσπονδία, αλλά η συνένωση και ανεξαρτητοποίηση της Μακεδονίας υπό την προστασία των Μεγάλων Δυνάμεων. Ο Τιτο έδινε προτεραιότητα στην οργανική ένταξη της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας στην γιουγκοσλαβική ομοσπονδία και στην καταπολέμηση κάθε έκδηλου ή λανθάνοντος φιλοβουλγαρισμού, θεωρώντας το ζήτημα της συνένωσης της ελληνικής και βουλγαρικής Μακεδονίας με την γιουγκοσλαβική Μακεδονία ως δευτερεύον ζήτημα και ως ζήτημα γενικότερης γιουγκοσλαβικής εξωτερικής πολιτικής. Γι' αυτό και διεμήνυσε τον Νοέμβριο του 1944 στην «Αιγιακή Ταξιαρχία Κρούσης» ότι ήταν πολύ πρώιμο το θέμα της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης. Σταδιακά ο Tito απέκτησε πολιτικό έλεγχο στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία και τον Μάϊο του 1945 η «Αιγιακή Ταξιαρχία Κρούσης» εντάχθηκε στον γιουγκοσλαβικό στρατό.[2]
Ανεξάρτητα από το γεγονός, ότι βαρύτητα για την γιουγκοσλαβική εξωτερική πολιτική είχε το ζήτημα της Τεργέστης και όχι της Θεσσαλονίκης και ο Tito ήταν προσεκτικός στις πολιτικές του κινήσεις σχετικά με την ελληνική Μακεδονία, στον ελληνικό πολιτικό κόσμο και σε ευρύτερα στρώματα του ελληνικού λαού ήταν διαδεδομένη η άποψη ότι η Γιουγκοσλαβία είχε εδαφικές διεκδικήσεις σε βάρος της Ελλάδας. Στην ελληνική Μακεδονία ο όρος «σλαβισμός» ήταν ταυτόσημος με τον όρο «επεκτατικός κομμουνισμός». Ελληνικές εθνικιστικές οργανώσει, ευαισθητοποιημένες στο σλαβικό κίνδυνο, τηρούσαν μία εχθρική στάση απέναντι σε Σλαβομακεδόνες, για τους οποίους υπήρχαν αποδείξεις ή ακόμα και η υποψία ότι στην διάρκεια της κατοχής ως όργανα της Οχράνας ή του SNOF διέπραξαν βιαιοπραγίες σε βάρος του ελληνικού πληθυσμού. Η ίδρυση του NOF, ως συνέχειας του SNOF, ενίσχυσε ακόμα περισσότερο το πνεύμα δυσπιστίας προς την Γιουγκοσλαβία.
Στις 23 Απριλίου 1945, πριν ακόμα από την συνθηκολόγηση της Γερμανίας και την λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ιδρύθηκε το NOF (Naroden Osloboditelen Front - Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο). Στα πλαίσια του ΝOF εντάχθηκαν και οι σχηματισμοί NOMS (Narodno-osloboditelen Mladinski Sojuz - Λαϊκο- Απελευθερωτική Ένωση Νεολαίας) και AFZ (Antifasisticki Front na Zenite - Αντιφασιστικό Μέτωπο Γυναικών). Στις 21 Μαΐου συγκροτήθηκε το Κεντρικό Συμβούλιο του NOF, αποτελούμενο από τους Paskal Mitrevski (Πασχάλη Μητρόπουλο) ως πολιτικό Γραμματέα, Pavle Rakovski (Παύλος Ρακοβίτης), Minco Fotev (Μηνάς Φωτόπουλος), Atanas Korovesov (Aθανάσιος Κοροβέσης), Dzodze Urdov (Γιώργος Ούρδας) και Mihajilo Keramidziev (Mιχάλης Κεραμιτζής). Μέχρι τα μέσα Ιουνίου του 1945 είχαν σχηματιστεί υποεπιτροπές στις περιφέρειες Καστοριάς, Φλώρινας και Έδεσσας. Το πολιτικό πρόγραμμα του NOF περιελάμβανε τα εξής σημεία: 1) Συνεχής αγώνας των «Μακεδόνων» της «Μακεδονίας του Αιγαίου» για την απόκτηση εθνικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. 2) Επιβεβαίωση της «μακεδονικής εθνικής ταυτότητας». 3) Ανακίνηση του «μακεδονικού εθνικού ζητήματος» στον πολιτικό βίο της Ελλάδας. 4) Οργάνωση αντίστασης στην τρομοκρατία και τη γενοκτονία που οι ελληνικές αντιδραστικές αρχές συστηματικά ασκούν στο «μακεδονικό λαό». 5) Ενίσχυση της εθνικής ενότητας του «μακεδονικού λαού». 6) Αποκάλυψη της αυτονομιστικής δραστηριότητας των οπαδών του Vanco Mihaijlov και εξάρθρωση των κατασκόπων τους στο τμήμα αυτό της Μακεδονίας, οι οποίοι ως πράκτορες των αγγλοαμερικανικών κέντρων αντιπερισπασμού αγωνίζονται εναντίον των εθνικών δικαιωμάτων του «μακεδονικού λαού». 7) Αποκάλυψη των αγγλοαμερικανικών σχέσεων που έχουν για σκοπό το τμήμα της «Μακεδονίας του Αιγαίου» να το μετατρέψουν σε βάση κατασκοπευτικής και υπονομευτικής δραστηριότητας εναντίον της «Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» και όλης της Γιουγκοσλαβίας όπως και εναντίον των άλλων βαλκανικών λαών. 8) Ενδυνάμωση της αδελφοσύνης και ενότητας μεταξύ του ελληνικού και του «μακεδονικού» λαού και αγώνας των «Μακεδόνων» με όλες τις προοδευτικές δυνάμεις στην Ελλάδα εναντίον του κοινού εχθρού. 9) Οργάνωση του αγώνα του «μακεδονικού λαού» για διασύνδεση μεταξύ των «Μακεδόνων» και των τριών τμημάτων της Μακεδονίας, ιδιαίτερα με τη «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας», που αντιπροσωπεύει το Πεδεμόντιο για την ολοκλήρωση της απελευθέρωσης και συνένωσης του «μακεδονικού λαού».[3]
Είναι σαφές ότι μακροπρόθεσμος στόχος του NOF, όπως προηγουμένως του SNOF, παρέμεινε η συνένωση της ελληνικής Μακεδονίας με την γιουγκοσλαβική. Άμεση επιδίωξη του NOF ήταν η ανάπτυξη σλαβομακεδονικής εθνικής συνείδησης στους Σλαβομακεδονες της ελληνικής Μακεδονίας με καταπολέμηση τόσο των λεγόμενων «Γραικομάνων», δηλαδή των Σλαβομακεδόνων με ελληνική εθνική συνείδηση , όσο και των φιλοβουλγαρικών στοιχείων, που χαρακτηρίζονταν ως όργανα του Ivan Mihajilov. Έπρεπε να επιτευχθεί ο φιλογιουγκοσλαβικός προσανατολισμός των Σλαβομακεδόνων. Στο πνεύμα αυτό κινήθηκαν και οι οδηγίες που έδωσε ο Cvetko Uzunovski, Υπουργός Εσωτερικώ στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία, σε σύσκεψη στελεχών του NOF τον Μάιο του 1945 σχετικά με την προπαγάνδα που έπρεπε να αναπτύσσουν στην ελληνική Μακεδονία.[4] Στη διάρκεια του 1945 και μέχρι το φθινόπωρο του 1946 τα στελέχη του NOF, μην έχοντας οργανική σύνδεση με το ΚΚΕ και εκμεταλλευόμενα την ανώμαλη πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, δρούσαν ουσιαστικώς ανεξέλεγκτα καλλιεργώντας ένα αλυτρωτικό πνεύμα στους Σλαβομακεδόνες της ελληνικής Μακεδονίας και προπαγανδίζοντας την ιδέα της Μεγάλης Μακεδονίας.[5] Αυτό ήταν φυσικό να εντείνει την εχθρότητα των ελληνικών εθνικιστικών οργανώσεων προς τους πρώην Σνοφίτες και Οχρανίτες. Θύματα τελικώς της απροκάλυπτης σωβινιστικής δραστηριότητας των στελεχών του ΝOF στην ελληνική Μακεδονία, στην οποία στις αρχές του 1945 οι Σλαβομακεδόνες δεν ξεπερνούσαν τις 100.000, υπήρξαν οι ίδιοι οι Σλαβομακεδόνες που εξανάγκαζονταν, κυρίως από φόβο αντιποίνων, να εγκαταλείψουν την Ελλάδα, ανεξάρτητα αν ως πρώην Σνοφίτες ή Οχρανίτες διέπραξαν ή όχι αδικήματα. Υπολογίζεται ότι κατά τα έτη 1945-46 περίπου 15.000-20.000 Σλαβομακεδόνες μετανάστευσαν στην Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία.
Κατά το 1945 το ΚΚΕ υπό την ηγεσία του Νίκου Ζαχαριάδη είχε στραφεί κατά της οργάνωσης NOF. Επανειλημμένα η κομματική περιφερειακή οργάνωση Έδεσσας καταδίκαζε το NOF ως οργάνωση φασιστική και αυτονομιστική και καλούσε τους Σλαβομακεδόνες να συσπειρωθούν στο ΕΑΜ/ΚΚΕ που υπόσχονταν την εθνική ισοτιμία.[7] Σε επίσημους λόγους του ο Ζαχαριάδης αναφερόταν στην ελληνικότητα της Μακεδονίας και στο απαραβίαστο των ελληνικών συνόρων. Σύμφωνα με εκθέσεις του P.Mitrevski, κομματικά στελέχη στην περιοχή της Καστοριάς περιόδευαν στα χωριά των Σλαβομακεδόνων και τους προέτρεπαν να καταδίδουν στην αστυνομία και στα κρατικά όργανα τους πράκτορες του NOF, αν εμφανίζονταν στην περιοχή τους.[8] Η στάση βέβαια του ΚΚΕ εξηγείται από τις ειδικές συνθήκες του 1945, όταν ο Ζαχαριάδης αναζητούσε τουλάχιστον δημόσια, μία ειρηνική διευθέτηση του ελληνικού πολιτικού ζητήματος και προσπαθούσε να διαλύσει τις υποψίες για εξάρτηση του ΚΚΕ από τα άλλα βαλκανικά κομμουνιστικά κόμματα. Στην ουσία όμως η πολιτική ήταν αντιφατική. Το ΚΚΕ συναρτούσε την τοποθέτηση του στο Μακεδονικό με τις επιταγές της τακτικής που ακολουθούσε σε σχέση με το ελληνικό πολιτικό πρόβλημα. Άλλωστε η αναγνώριση της ύπαρξης «μακεδονικού έθνους» επέβαλε κατά την κομμουνιστική αντίληψη και την αναγνώριση του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης, αρχή που το ΚΚΕ φανερά δεν αποκήρυσσε. Η σκλήρυνση της στάσης του ΚΚΕ που άρχισε να παρατηρείται μετά το Έβδομο Συνέδριο του ΚΚΕ (Οκτώβριος του 1945) σε σχέση με τον αγγλικό παράγοντα και η εκτόξευση της απειλής αποχής από τις εκλογές σηματοδότησαν και την αλλαγή της στάσης του ΚΚΕ σε σχέση με το ΝΟF.
Μετά το Έβδομο Συνέδριο, το ΚΚΕ αντιμετώπιζε ως ενδεχόμενο το πέρασμα στην ένοπλη σύγκρουση. Η εξάρτηση από την βοήθεια των γειτονικών βαλκανικών χωρών, κυρίως από την Γιουγκοσλαβία, απαιτούσε και μια εξομάλυνση των σχέσεων με το NOF. Σε ομιλία του στις 28 Δεκεμβρίου 1945 στην Ολομέλεια της κομματικής Οργάνωσης Μακεδονίας-Θράκης στην Θεσσαλονίκη ο Ζαχαριάδης για πρώτη φορά χαρακτήρισε το NOF ως αντιφασιστική και δημοκρατική οργάνωση.[9] Στην Δεύτερη Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (12-15 Φεβρουαρίου 1946), κατά την οποία υπερίσχυσαν οι απόψεις του Ζαχαριάδη για μία επαναστατική λύση του ελληνικού προβλήματος σε βάρος των απόψεων για μία ειρηνική δημοκρατική πορεία προς την εξουσία, το ΚΚΕ έλαβε απόφαση για μία ισοτιμία των Σλαβομακεδόνων εντός του ελληνικού κράτους.[10] Ακολούθησε το ταξίδι του Ζαχαριάδη στην Πράγα για τις εργασίες του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας στα τέλη Μαρτίου 1945 και η επίσκεψη του στο Βελιγράδι στις αρχές Απριλίου, όπου, όπως είναι γνωστό, απέσπασε την υπόσχεση του Tito για βοήθεια στην έναρξη του ένοπλου αγώνα. Για να κατευνάσει την κυβέρνηση των Σκοπίων και τους Σλαβομακεδόνες που είχαν καταφύγει στην Γιουγκοσλαβία δήλωσε στο Βελιγράδι ότι το ΚΚΕ υποστηρίζει την αρχή της αυτοδιάθεσης.[11]
Η αποχή από τις εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946 και η εμφάνιση των αντάρτικων ομάδων στα βουνά της Μακεδονίας δεν άφηναν καμιά αμφιβολία για τις προθέσεις του ΚΚΕ. Από την πλευρά του NOF καταβλήθηκε προσπάθεια για την επίτευξη μιας συνεννόησης με το ΚΚΕ. Τα βασικά αιτήματα του NOF, όπως και στην περίοδο της κατοχής, ήταν ο σχηματισμός ξεχωριστών σλαβομακεδονικών τμημάτων, ξεχωριστών επιτελείων και η εισδοχή Σλαβομακεδόνων στις τοπικές οργανώσεις του ΚΚΕ ανάλογα με την πληθυσμιακή τους δύναμη. Το Μάιο του 1956 πραγματοποιήθηκε στην Θεσσαλονίκη συνάντηση μεταξύ των Ν. Ζαχαριάδη, Λ. Στρίγγου, Μ.Βαφειάδη ως εκπροσώπων του ΚΚΕ και του P. Mitrevski.[12] Σύμφωνα με την έκθεση του Mitrevski, ο Ζαχαριάδης συμφώνησε γενικά να συγκροτηθούν αρχικώς ξεχωριστές σλαβομακεδονικές ομάδες και τμήματα, αλλά να υπάγονται σε κοινό επιτελείο με τα ελληνικά ανταρτικά τμήματα. Σταδιακά θα μπορούσε να σχηματιστεί ξεχωριστός σλαβομακεδονικός στρατός με δικό του επιτελείο. Σχετικώς με τα κομματικά στελέχη συμφωνήθηκε να καταρτιστεί μια λίστα με τους Σλαβομακεδόνες υποψήφιους και τις αντίστοιχες υποδείξεις και μετά από ψηφοφορία των Ελλήνων κομματικών στελεχών να εγκριθεί ή να απορριφθεί η εισδοχή τους στις κομματικές οργανώσεις. Στους νομούς Καστοριάς, Φλώρινας και Έδεσσας συμφωνήθηκε να γίνουν δεκτά στις κομματικές οργανώσεις περισσότερα στελέχη από το χώρο των Σλαβομακεδόνων.[13] Η συμφωνία αυτή ωστόσο δεν ήταν γραπτή, αλλά προφορική και στην ουσία μη δεσμευτική. Απλώς ο Ζαχαριάδης αντάλλαξε απόψεις με τον Μητρόπουλο, προφανώς για να δείξει ότι δεν ήταν αρνητικά προκατειλημμένος απέναντι στο NOF. Πυροδοτούσε όμως διενέξεις μεταξύ κομματικών στελεχών του ΚΚΕ και διοικητικών ανταρτικών ομάδων στο Βίτσι και το Καϊμακτσαλάν από τη μια μεριά και στελεχών του NOF από την άλλη, τα οποία επικαλούμενα τη συζήτηση Ζαχαριάδη-Mitrevski, επέμεναν στο σχηματισμό ξεχωριστών σλαβομακεδονικών τμημάτων.[14] Τα τοπικά κομματικά στελέχη του ΚΚΕ, γνωρίζοντας τη στάση του τάγματος Φλώρινας- Καστοριάς και Αριδαίας-Έδεσσας το 1944, αρνούνταν να συγκατατεθούν στο σχηματισμό ξεχωριστών σλαβομακεδονικών τμημάτων και πρότειναν να ενταχθούν οι Σλαβομακεδόνες στα ελληνικά ανταρτικά τμήματα. Διατηρούσαν επίσης το δικαίωμα να αποφασίσουν ποιοι Σλαβομακεδόνες θα γίνονταν δεκτοί με ψηφοφορία στις κομματικές οργανώσεις, χωρίς να λάβουν υπόψη τις προτάσεις του NOF.[15] Μεταξύ του ΚΚΕ και του NOF, κυρίως στη βάση των οργανώσεων, επικρατούσε μια ατμόσφαιρα έντασης. Όταν το Σεπτέμβριο του 1946 στο Βίτσι ο Goce (Hλίας Δημάκης) προσπάθησε να οργανώσει σλαβομακεδονικό τμήμα, συνάντησε την έντονη αντίδραση του αρχηγείου των ανταρτών Βιτσίου, που δημοσίευσε καταδικαστική προκήρυξη για τον Goce.[16]
Οι σχέσεις ΚΚΕ και NOF φαίνεται ότι απασχολούσαν όχι μονάχα το ΚΚ «Μακεδονίας», αλλά και το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας, το οποίο είχε κάθε συμφέρον για την εξάλειψη των αντιθέσεων μεταξύ ΚΚΕ και NOF. Στις 25 Αυγούστου 1946 εγκαταστάθηκαν στο Βελιγράδι οι Γ. Ιωαννίδης και Π. Ρούσος, με κύρια αποστολή την αποκατάσταση επαφών με το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας και κυρίως με την Σοβιετική Ένωση για την εξασφάλιση βοήθειας. Ανάμεσα στα ζητήματα που συζητήθηκαν μεταξύ ΚΚΕ και ΚΚ Γιουγκοσλαβίας ήταν προφανώς μετά από παρέμβαση του ΚΚ «Μακεδονίας», και οι σχέσεις ΚΚ και ΝΟF. Στις 14 Οκτωβρίου 1946 ο Ιωαννίδης ως εκπρόσωπος του ΚΚΕ και ο Ι. Κaraivanov ως εκπρόσωπος του ΚΚ Γιουγκοσλαβίας μονογράφησαν, υπό την εποπτεία του Aleksandar Rankovic, Υπουργού Εσωτερικών της Γιουγκοσλαβίας, ειδική συμφωνία για την ενότητα μεταξύ ΚΚΕ και ΝΟF. H συμφωνία περιείχε τις ακόλουθες διατάξεις:
1. Η Μακεδονική Κομματική Οργάνωση στην Μακεδονία του Αιγαίου εντάσσεται ολοκληρωτικά στο ΚΚΕ. Ο σύντροφος Paskal, ως τώρα Γραμματέας της Επιτροπής του Αιγαίου σε μας, θα γίνει δεκτός μετά από ψηφοφορία στο Γραφείο της Επιτροπής Περιοχής Μακεδονίας-Θράκης, ενώ ο σύντροφος του Dzodze Urdov στην Ολομέλεια της Επιτροπής Περιοχής. Μετά την εισδοχή τους η Επιτροπή Περιοχής θα προβεί σε τοποθέτηση και των υπόλοιπων στελεχών από την Μακεδονία του Αιγαίου.Η συμφωνία εγκρίθηκε από την ΚΕ του ΚΚΕ και τέθηκε σε ισχύ στις 21 Νοεμβρίου 1946.
2. Δημιουργείται Κεντρικό Συμβούλιο του NOF για την Μακεδονία του Αιγαίου. Στο Κεντρικό Συμβούλιο του NOF θα μπουν, εκτός των άλλων, ο Mihajilo Keramidziev και ο Paskal Mitrevski. Το Κεντρικό Συμβούλιο του ΝΟF θα λογοδοτεί για το έργο του στην Κομματική Επιτροπή Περιοχής Μακεδονίας-Θράκης. Το Κεντρικό Συμβούλιο του NOF θα έχει δικό του όργανο που θα τυπώνεται στην μακεδονική και ελληνική γλώσσα. Για αρχισυντάκτης προβλέπεται ο Pavel Rakovski, ως τώρα μέλος της καθοδήγησης των Αιγαίων και υπεύθυνος για την προπαγάνδα.
3. Στην Επιτροπή Περιοχής Μακεδονίας-Θράκης την ΕΠΟΝ θα μπει ο Minco Fotev, ως τώρα μέλος της καθοδήγησης των Αιγαίων και υπεύθυνος της νεολαίας.
4. Να πραγματοποιηθεί πλήρης οργανωτική και πολιτική ενότητα δράσης στο παρτιζάνικο κίνημα στην Ελλάδα και στην Μακεδονία του Αιγαίου. Δεν θα συγκροτηθούν ιδιαίτερα μακεδονικά παρτιζάνικα τμήματα. Τα μακεδονικά στρατιωτικά και πολιτικά στελέχη στο παρτιζάνικο κίνημα θα χρησιμοποιηθούν με τους ίδιους κανόνες, όπως και στο ελληνικό, δηλαδή σύμφωνα με τις ικανότητες του καθένα.
5. Για την σωστή εφαρμογή της γραμμής του Κόμματος στο παρτιζάνικο κίνημα της Μακεδονίας του Αιγαίου στο Γενικό Στρατηγείο του παρτιζάνικου κινήματος για την Μακεδονία του Αιγαίου και τη Θράκη θα μπει ο σύντροφος Dzodze Urdov, ως τώρα μέλος της Επιτροπής Αιγαίου σε μας.[17]
Η συμφωνία της 14ης Οκτωβρίου 1946 ήταν περισσότερο μία συνεννόηση ανάμεσα στο ΚΚΓ και το ΚΚΕ, το οποίο θεωρητικά απέκτησε τον ουσιαστικό έλεγχο του ΝΟF. Ο μη προβλεπόμενος σχηματισμός ξεχωριστών σλαβομακεδονικών μονάδων και η δυνατότητα του ΚΚΕ να προωθεί πολιτικά και στρατιωτικά στελέχη από τον χώρο των Σλαβομακεδόνων κατά την κρίση του ήταν φυσικό να προκαλέσουν αντιδράσεις στο Κεντρικό Συμβούλιο του ΝΟF, όπου υπερίσχυαν τα άτομα που στην διάρκεια της κατοχής είχαν αυτομολήσει στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία και δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνη στο ΚΚΕ. Το ΚΚΕ που χαρακτήριζε πλέον το NOF ως το ΕΑΜ των Σλαβομακεδόνων,[18] άρχισε να προβαίνει στην υλοποίηση της συμφωνίας. Ο P. Mitrevski έγινε τον Νοέμβριο του 1946 μέλος του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ. Στο Επιτελείο του Δημοκρατικού Στρατού στο Βίτσι διορίστηκε ο Σλαβομακεδόνας P. Siperkov ως διοικητής και ο επίσης Σλαβομακεδόνας Μ. Apostolski-Graniti ως επιμελητής. Στα Επιτελεία του Γράμμο και στο Καϊμακτσαλάν τοποθετήθηκαν ως υποδιοικητές Σλαβομακεδόνες[19]. Γραμμή του κόμματος ήταν ότι μόνο δοκιμασμένα σλαβομακεδονικά στελέχη θα προωθούνταν. Με δεδομένο ότι στους κόλπους του NOF κυριαρχούσε μια άτυπη διάσπαση μεταξύ αυτών που ήταν υπό την επιρροή του ΚΚΕ και εκείνων που προσανατολίζονταν προς το ΚΚ «Μακεδονίας», υπήρχε πάντα η υποψία των δεύτερων για μεροληπτική πολιτική από την πλευρά του ΚΚΕ. Σε έκθεση του προς το Μακεδονικό Γραφείο με ημερομηνία 19 Απριλίου 1947 ο P. Mitrevski, μετά από περιοδεία του στην Μακεδονία για την προώθηση της συμφωνίας ενότητας μεταξύ ΚΚΕ και ΝΟF, εξέφρασε την απογοήτευση του για τον μικρό βαθμό εκπροσώπησης των Σλαβομακεδόνων στα κομματικά όργανα και στις στρατιωτικές διοικήσεις και αναζήτησε τα αίτια «στον αρτηριοσκληρωτικό σωβινισμό των Ελλήνων συντρόφων που ήταν υπεύθυνοι στις μακεδονικές περιφέρειες, αλλά και στην ανετοιμότητα του ελληνικού λαού να αποδεχθεί ως πραγματικότητα την ύπαρξη μακεδονικού λαού».[20] Το ΚΚΕ δέσμιο της πολιτικής του για πλήρη ισοτιμία των μειονοτήτων, είχε να αντιμετωπίσει την ολοένα και περισσότερο έντονα εκφρασμένη απαίτηση της ηγεσίας του NOF για την πραγμάτωση αυτής της ισοτιμίας. Το Γραφείο Μακεδονίας- Θράκης του ΚΚΕ προσπάθησε να αποτρέψει μια πιθανή χειραφέτηση του NOF από τον έλεγχο του Κόμματος, ιδιαίτερα ενόψει της κλιμάκωσης του εμφυλίου μετά την εξαγγελία του Σχεδίου Marshal. Στις 20 Μαΐου 1947 στο Καϊμακτσαλάν έλαβε χώρα η «Πανεθνική» Συνδιάσκεψη του NOF. Τις εργασίες της Συνδιάσκεψης παρακολούθησε ο Γ. Ερυθριάδης. Προφανώς με ενέργειες του ο P. Mitrevski απομακρύνθηκε από την θέση του γραμματέα του Κεντρικού Συμβουλίου του NOF διατηρώντας όμως τη θέση του κομματικού καθοδηγητή της οργάνωσης. Το Κεντρικό Συμβούλιο ανασχηματίστηκε και έλαβε την προσωνυμία «Συντονιστικό Γραφείο του NOF». Μέλη του Συντονιστικού Γραφείου ήταν οι Mihajilo Keramidziev, Γραμματέας, Vangel Ajanovski-Oce, Υπεύθυνος για οργανωτικά θέματα, PavelRakovski, Υπεύθυνος για θέματα προπαγάνδας, Lambro Colakov, Υπεύθυνος για οικονομικά θέματα και Evdokija Baljona-Vera, Γραμματέας του AFZ.
Εκείνο για το οποίο το Μακεδονικό Γραφείο του ΚΚΕ δεν φαίνεται να ανησυχούσε ήταν η προσπάθεια που κατέβαλε το NOF για την διαμόρφωση σλαβομακεδονικής εθνικής συνείδησης στους Σλαβοφώνους, επιχείρηση η οποία συναντούσε αρκετές δυσκολίες. Στην εισήγηση του στην «Πανεθνική» Συνδιάσκεψη του NOF o Keramidziev τόνισε ότι οι Σλαβομακεδόνες κάτοικοι ολόκληρων χωριών εξακολουθούν να πιστεύουν ότι είναι Έλληνες και παρά το γεγονός ότι είναι αντιφασίστες δεν κατέστη δυνατό να αποκτήσουν «μακεδονική» συνείδηση . Αναφέρθηκε επίσης και στην ύπαρξη Σλαβομακεδόνων, που αυτοχαρακτηρίζονταν ως Γραικομάνοι και διέκειντο εχθρικά και απέναντι στο NOF και απέναντι στο ΕΑΜ. Κατά τον Κeramidziev, 10% των Σλαβομακεδόνων ήταν Γραικομάνοι ή Βουλγαρόφιλοι, όργανα της «αντίδρασης». Αλλά και από τους άλλους, που υποτίθεται ότι είχαν ανεπτυγμένη σλαβομακεδονική συνείδηση, 20% τηρούσαν παθητική στάση στον ένοπλο αγώνα, 30% διέκειντο ευνοϊκά, χωρίς να είναι επαναστάτες, και 40% αποτελούσαν την εμπροσθοφυλακή.[21] Ο αριθμός των Σλαβομακεδόνων παρτιζάνων που υπηρετούσαν στον Δημοκρατικό Στρατό ανέρχονταν τον Μάιο του 1947, κατά τον Κeramidziev, σε 5.350 άτομα. Ανεξάρτητα από το κατά πόσο τα δεδομένα αυτά ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα ή όχι είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι η διαμόρφωση σλαβομακεδονικής συνείδησης στους χωρικούς της υπαίθρου δεν ήταν εύκολη υπόθεση και επιχειρούνταν πολλές φορές με βίαια μέσα.
Ο Keramidziev ως νέος γραμματέας του NOF δραστηριοποιήθηκε ιδιαίτερα στην καταπολέμηση του γραικομανισμού και του φιλοβουλγαρισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι εμπόδισε την εισδοχή στο NOF Σλαβομακεδόνων, πρώην οπαδών του ΕΑΜ, με την δικαιολογία ότι ήταν φορείς του γραικομανισμού.[22] Στο βαθμό που η «Λαϊκή Ομόσπονδη Δημοκρατία της Μακεδονίας» θεωρούνταν το «Πεδεμόντιο της μακεδονικής ενοποίησης», καλλιεργούνταν ταυτόχρονα με την προπαγάνδα της ιδέας του «μακεδονισμού» και ένα αλυτρωτικό πνεύμα. Η ηγεσία του NOF, όντας γενικά δυσαρεστημένη με την παραγκώνιση των μη πιστών στη γραμμή του ΚΚΕ Σλαβομακεδόνων από καίριες θέσεις στο Δημοκρατικό Στρατό[23] και στις κομματικές οργανώσεις, δυσπιστούσε στην διακήρυξη του ΚΚΕ για πλήρη ισοτιμία στις μειονότητες. Ο P. Mitrevski, που διατηρούσε την θέση του πολιτικού καθοδηγητή του NOF, εφιστούσε την προσοχή του Κόμματος στην διασπαστική δραστηριότητα του Keramidziev και επισήμαινε την ανάγκη μιας αναδιοργάνωσης του NOF με διεύρυνση της ηγετικής του ομάδας και με έκφραση όλων των τάσεων.[24] Αρχικά το Μακεδονικό Γραφείο του ΚΚΕ, που γενικά έτρεφε δυσπιστία και απέναντι στον Mitrevski, θεωρούσε υπερβολή τα λεγόμενα του, μετά όμως από την Τρίτη Ολομέλεια (11-12 Σεπτεμβρίου 19470 και το σχηματισμό της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης δέχτηκε τις προτάσεις του.
Όπως είναι γνωστό, η Τρίτη Ολομέλεια αποφάσισε την «απελευθέρωση» της Βόρειας Ελλάδας, την κατάληψη της Θεσσαλονίκης και άλλων μακεδονικών πόλεων και ενέκρινε το στρατιωτικό επιχειρηματικό σχέδιο «Λίμνες» που προέβλεπε τη δημιουργία τακτικού στρατού, δύναμης 50-60.000 ανδρών. Η αύξηση αυτή από τις 24.000, που ήταν τότε η δύναμη του Δημοκρατικού Στρατού, στις 60.000 έπρεπε να επιτευχθεί σύντομα στην Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, ώστε να εξοικονομηθούν από εκεί οι αναγκαίες εφεδρικές δυνάμεις για την δημιουργία του κύριου εκστρατευτικού σώματος που θα επιχειρούσε την κατάληψη της Θεσσαλονίκης.[25] Το σλαβομακεδονικό στοιχείο αποτελούσε ουσιαστικό δυναμικό για την κάλυψη εφεδρειών του Δημοκρατικού Στρατού και πιθανότατα γι' αυτό τον λόγο το Μακεδονικό Γραφείο άρχισε να αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στο NOF, ώστε αν προσχωρήσουν όσο το δυνατόν περισσότεροι Σλαβομακεδόνες στο Δημοκρατικό Στρατό.
Στις 13 Ιανουαρίου 1948 στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου του χωριού Μοσχοχώρι (Vmbel) της Καστοριάς συνήλθε το Πρώτο Συνέδριο του NOF. Από την πλευρά του ΚΚΕ τις εργασίες του συνεδρίου παρακολούθησε ο Γ. Ιωαννίδης. Στην εισήγηση του ο Keramidziev επισήμανε την ανάγκη καταπολέμησης του γραικομανισμού και του φιλοβουλγαρισμού και ανέφερε ότι 10.147 Σλαβομακεδόνες υπηρετούσαν στον Δημοκρατικό Στρατό.[26] Το συνέδριο ψήφισε το Καταστατικό του NOF, το Πρόγραμμα της οργάνωσης που προέβλεπε μια Ανεξάρτητη και Δημοκρατική Ελλάδα, στην οποία οι Σλαβομακεδόνες θα απολάμβαναν πλήρη ισοτιμία, και εξέλεξε νέο Κεντρικό Συμβούλιο, αποτελούμενο από 35 τακτικά μέλη και 18 αναπληρωματικά.[27] Ο Mitrevski επανατοποθετήθηκε Γραμματέας του Κεντρικού Συμβουλίου δημιουργήθηκε εντός του ΝOF με την υποχρέωση να προωθεί την κομματική γραμμή στην οργάνωση.
Με την «ενότητα αυτή» των δυνάμεων του NOF, το ΚΚΕ πίστευε ότι θα προσχωρούσαν πολύ περισσότεροι Σλαβομακεδόνες στο Δημοκρατικό Στρατό και θα έπαυαν οι εσωτερικές έριδες εντός της οργάνωσης. Τα αποτελέσματα υπήρξαν όμως ακριβώς τα αντίθετα. Με την επανατοποθέτηση του Μitrevski στην θέση του Γραμματέα του Κεντρικού Συμβουλίου δημιουργήθηκε εντός της οργάνωσης. Τα αποτελέσματα υπήρξαν όμως ακριβώς τα αντίθετα. Με την επανατοποθέτηση του Μitrevski στην θέση του Γραμματέα του Κεντρικού Συμβουλίου δημιουργήθηκε εντός του NOF μία πολωτική κατάσταση. Η ομάδα των Keramidziev, Rakovski, Ajanovski-Oce, Nikolovska και Goce προσπαθούσε να απομονώσει τον Mitrevski και να έχει τον πλήρη έλεγχο της οργάνωσης. Σε επιστολή του προς τον Μπαρτζώτα με ημερομηνία 19.2.1948 ο Μitrevski έγραφε χαρακτηριστικά:
«…Μετά από το Συνέδριο του ΝΟΦ καθαρά πια φάνηκε το μπλοκ Κεραμιτζή-Βέρα-Ρακόβσκη… Όλα τα προσυζητούσαν, τα' αποφάσιζαν κι' ύστερα ενιαία ερχότανε στις συσκέψεις της εκτελεστικής. Πιανόταν από μικροπράγματα και μικρολεπτομέρειες με σκοπό καθαρά πολεμική και εντυπώσεις. Αυτή είναι η κατάσταση. Αν δείτε πως διαπαιδαγωγούν τα στελέχη και τους ανθρώπους, πως καταστρέφουν τους χαρακτήρες, αν δείτε την μικροπολιτική τους οικογενειακή συναλλαγή, την εξημμένη μονοπωλίστικη φαντασία, τον αντικομματικό άνθρωπο που μέσα τους ακόμα ζει και να ζήσετε όλα αυτά, θα καταλάβετε πόσο ήταν αδύνατο σε μένα να μεταφέρω την συνεννόηση και την ψυχική ενότητα σε μία βάση ενιαίου κομπρομίς».[28]H διένεξη Keramidziev-Mitrevski δεν οφειλόταν απλώς σε προσωπικά αίτια. Ο Mitrevski, ως μέλος του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ, προσπαθούσε, προφανώς μετά από εντολή του ΚΚΕ, να ευθυγραμμίσει την οργάνωση με την θέση του Κόμματος που ήταν ισοτιμία στους Σλαβομακεδόνες. Αντίθετα, ο Keramidziev επέμενε στην αναγνώριση της αρχής της αυτοδιάθεσης[29], που μπορούσε να ερμηνευτεί και ως απόσχιση. Γραικομάνοι κατά τους M. Keramidziev, Goce, Rakovski, Ajanovski-Oce και V.Nikolovska ήταν και όσοι υποστήριζαν τη γραμμή του ΚΚΕ. Δεν είναι τυχαίο ότι η ομάδα αυτή είχε το θάρρος να αποστείλει τον Απρίλιο του 1948 επιστολή στο ΚΚ Γιουγκοσλαβίας ζητώντας την απομάκρυνση του Mitrevski.[30]
Το σχέδιο του ΚΚΕ για αύξηση της δύναμης των ανταρτών σε 60.000 δεν κατέστη δυνατόν να υλοποιηθεί και η κινητοποίηση των Σλαβομακεδόνων δεν είχε τις αναμενόμενες διαστάσεις. Η ρήξη Tito-Stalin και η απόφαση της Kominform της 28ης Ιουνίου 1948 προκάλεσαν νέες δυσκολίες στο ΚΚΕ, που διεξήγαγε τις πολεμικές επιχειρήσεις κυρίως με γιουγκοσλαβική βοήθεια. Το ΚΚΕ ευθυγραμμίστηκε με την απόφαση του Γραφείου Πληροφοριών, χωρίς όμως να στραφεί έντονα κατά της Γιουγκοσλαβίας.[31] Ο αντίκτυπος των νέων εξελίξεων στο NOF απασχολούσε πλέον σοβαρά και τον ίδιο τον Ζαχαριάδη, ο οποίος ήθελε να αποτρέψει μια ανοικτή διάσπαση στο NOF την περίοδο ακριβώς αυτή, που στο Γράμμο η σύγκρουση του Δημοκρατικού Στρατού με τον Εθνικό Στρατό είχε φθάσει στο αποκορύφωμα της. Ο Ζαχαριάδης κάλεσε τους P.Mitrevski, M.M. Keramidziev, E. Nikolovska-Vera και S. Kocev και τους ενημέρωσε επίσημα για τη ρήξη Tito-Stalin, απευθύνοντας τους την προειδοποίηση να διαφυλάττουν την ενότητα του NOF και να μην προβαίνουν σε προκλητικές ενέργειες.[32] Λόγω της δυσπιστίας προς την ηγεσία του ΝΟF, στις 10 Ιουλίου 1948 το Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ εξέδωσε απόφαση με την οποία καταδίκαζε την εσωτερική διένεξη Keramdziev-Mitrevski, τους οποίους θεωρούσε και υπεύθυνους για την μη εκπλήρωση των στόχων της οργάνωσης. Το Πολιτικό Γραφείο έκρινε ότι η παραμονή των δύο αυτών προσώπων στην ηγεσία ήταν επιζήμια για την οργάνωση.[33] Στις 8 Αυγούστου 1948 συνήλθε στο χωριό Οξυά (Bukovo), κοντά στις Πρέσπες, η Πρώτη Ολομέλεια του Κεντρικού Συμβουλίου του NOF,τις εργασίες της οποίας από την πλευρά του ΚΚΕ παρακολούθησαν οι Μ. Πορφυρογέννης και Γ. Ιωαννίδης.[34] Η Ολομέλεια καταδίκασε την διασπαστική πολιτική των Keramidziev και Mitrevski, τους οποίους καθαίρεσε από την ηγεσία του NOF,[35] και εξέλεξε ως Πρόεδρο τον Stravro Kocev (Σταύρος Κωτσόπουλος) και Γραμματέα τον Vangel Kojcev (Βαγγέλης Κοΐτσης). Επρόκειτο για άτομα που ήταν υπό την άμεση επιρροή του ΚΚΕ και δεν είχαν δημιουργήσει προβλήματα στο Κόμμα.
Μετά την καθαίρεση του ο Mitrevski εντάχθηκε ως απλός αγωνιστής στο Δημοκρατικό Στρατό, παραμένοντας όμως μέλος του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ, ενώ ο Keramdziev μαζί με τον Goce και τον Ajanovski-Oce αναχώρησαν για τα Σκόπια. Από εκεί άρχισαν να οργανώνουν λιποταξίες Σλαβομακεδόνων από τον Δημοκρατικό Στρατό προς την Γιουγκοσλαβία, καλλιεργώντας ένα πνεύμα ηττοπάθειας και τονίζοντας ότι το ΚΚΕ πρόδωσε τον αγώνα του «μακεδονικού» λαού, που πολεμά άσκοπα.[36] Αν ληφθεί υπόψη ότι οι Σλαβομακεδόνες αποτελούσαν το ήμισυ του Δημοκρατικού Στρατού, μπορεί να γίνει κατανοητός ο αντίκτυπος που θα μπορούσαν να έχουν τέτοιες ενέργειες, όταν μάλιστα είχε εκδηλωθεί και η διένεξη Ζαχαριάδη-Βαφειάδη για το ζήτημα των εφεδρειών. Όπως είναι γνωστό μετά την μη υλοποίηση του σχεδίου «Λίμνες», ο Μ. Βαφειάδης υποστήριξε ότι ο Δημοκρατικός Στρατός λόγω ελλείψεων εφεδρειών δεν μπορεί να εξελιχθεί σε τακτικό στρατό και να καταλάβει πόλεις και γι' αυτό πρέπει να περιοριστεί στον ανταρτοπόλεμο μέχρι να καταφθάσει εξωτερική βοήθεια. Το Πολιτικό Γραφείο της Κ.Ε. απέρριψε στις 15 Νοεμβρίου 1948 τις θέσεις του Βαφειάδη, (γνωστές ως πλατφόρμα) ως οππορτουνιστικές. Η ορθή εκτίμηση της κατάστασης του Δημοκρατικού Στρατού από τον Βαφειάδη φάνηκε στην αδυναμία του στους επόμενους δύο μήνες να κρατήσει υπό έλεγχο την Καρδίτσα, τη Νάουσα και το Καρπενήσι.
Η ρήξη Tito-Stalin δημιούργησε και μία νέα παράμετρο στο Μακεδονικό Ζήτημα, που μοιραία επέδρασε στην στάση του ΚΚΕ σχετικά με το Μακεδονικό και το NOF, την επανεμφάνιση της Βουλγαρίας στο μακεδονικό προσκήνιο. Κατά τα έτη 1946-1947 η Βουλγαρία υπό την πίεση της Γιουγκοσλαβίας και του Stalin, στα πλαίσια των συζητήσεων για την ίδρυση της νοτιοσλαβικής ομοσπονδίας, αναγνώρισε την ύπαρξη «μακεδονικού» έθνους. Έθετε ωστόσο ως προϋπόθεση για τις εδαφικές ρυθμίσεις (παραχώρηση του βουλγαρικού τμήματος της Μακεδονίας στην Λαϊκή Δημοκρατία της «Μακεδονίας» με αντάλλαγμα την επιστροφή των στρατηγικής σημασίας πόλεων Caribrod και Bossilegrad στην Βουλγαρία και την υποστήριξη της εδαφικής της εξόδου στο Αιγαίο) την αποσαφήνιση του χαρακτήρα της ομοσπονδίας. Ενώ η Γιουγκοσλαβία πρότεινε στην Βουλγαρία να ενταχθεί ως έβδομη Δημοκρατία στη γιουγκοσλαβική ομοσπονδία με τα ίδια δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των άλλων Δημοκρατιών, πράγμα που θα σήμαινε στην ουσία την απορρόφηση της Βουλγαρίας από τη Γιουγκοσλαβία, η Βουλγαρία δεν ήθελε να απωλέσει την κρατική της κυριαρχία και αντιπρότεινε ένα είδος συνομοσπονδίας σε ισότιμη βάση. Μετά την κατοχύρωση της Δυτικής Θράκης στην Ελλάδα (Φεβρουάριος 1947), στο Συνέδριο Ειρήνης στο Παρίσι, και την εξαγγελία της αμερικανικής βοήθειας προς την Ελλάδα (Μάρτιος 1947), η Βουλγαρία επέμενε περισσότερο στην θέση της. Η μοναδική παραχώρηση της Βουλγαρίας προς την Γιουγκοσλαβία κατά την σύνοδο στο Bled (27 Ιουλίου- 1 Αυγούστου 1947) υπήρξε η συγκατάθεση της για την καλλιέργεια «μακεδονικής» εθνικής συνείδησης στο σλαβικό πληθυσμό της βουλγαρικής Μακεδονίας. Μετά την σύνοδο στο Bled, πολιτικοί παράγοντες από τα Σκόπια μετέβαιναν στην βουλγαρική Μακεδονία, όπου δρούσαν ανεξέλεγκτα στην προσπάθεια τους να διαμορφώσουν μία «μακεδονική» εθνική συνείδηση στο βουλγαρικό πληθυσμό. Η αποπομπή της Γιουγκοσλαβίας από την Kominform, αποτέλεσμα της αντίδρασης του Stalinστην ηγεμονική πολιτική του Tito στα Βαλκάνια, επέφερε και μία αλλαγή της στάσης της Βουλγαρίας. Αν και φαινομενικά η Βουλγαρία δεν είχε αρνηθεί ακόμα την ύπαρξη «μακεδονικού έθνους», απόφαση της Έκτης Ολομέλειας της ΚΕ του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος στις 13 Ιουλίου 1948 αναφερόταν στις σχέσεις της Βουλγαρίας με τον μακεδονικό χώρο, απαιτούσε τον σεβασμό των δικαιωμάτων της βουλγαρικής μειονότητας στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία, καταδίκαζε την πολιτική των πρακτόρων των Σκοπίων στην βουλγαρική Μακεδονία και έθετε ως προϋπόθεση για την σύσταση της νοτιοσλαβικής ομοσπονδίας την επιστροφή της Γιουγκοσλαβίας στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο.[37] Παράλληλα η Βουλγαρία άρχισε να αποκαθιστά επαφές στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία με προπολεμικά μέλη της VRMO (P. Satev) και VRMO Ενωμένης (Brasnarov), τα οποία, αν και θεωρητικά είχαν αποδεχτεί μετά το 1944 το «μακεδονισμό» ως εθνική επιλογή, επιδίωκαν, όπως και ο πρώτος ατυχής Πρόεδρος της Λαϊκής Δημοκρατίας της «Μακεδονίας» M. Cento, την ανεξαρτητοποίηση της πρώην σερβικής Μακεδονίας και όχι την ένταξη της στην γιουγκοσλαβική ομοσπονδία.[38] Στον λόγο του στο Πέμπτο Συνέδριο του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος τον Δεκέμβριο του 1948 ο Dimitrov χαρακτήρισε τις βουλγαρο-γιουγκοσλαβικές διαπραγματεύσεις των ετών 1944-1948 ως προσπάθεια της Γιουγκοσλαβίας να απορροφήσει τη Βουλγαρία και καταδίκασε την πολιτική αποβουλγαροποίησης που ασκούσε η ηγεσία των Σκοπίων στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία.
«…Αυτό που οι πράκτορες του Kolisevski έκαναν στην περιοχή του Πιρίν δεν συνιστούσε παρά αντανάκλαση αυτού που συμβαίνει στην Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας. Υπό το πρόσχημα του αγώνα κατά του μεγαλοβουλγαρικού σωβινισμού, με την συνδρομή του κρατικού μηχανισμού και όλων των κοινωνικοπολιτικών και πολιτιστικών οργανώσεων, είχε αναπτυχθεί και συνεχίζει να αναπτύσσεται μία συστηματική εκστρατεία ενάντια σε κάθε τι το βουλγαρικό… Στη Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας δεν ανέχονται ούτε ένα βουλγαρικό βιβλίο, ούτε μία βουλγαρική εφημερίδα συμπεριλαμβανομένου και του Rabotnicesko Delo. Όλες οι βουλγαρικές επιγραφές στα παλαιά σχολεία και τα μνημεία έχουν επιμελώς εξαλειφθεί. Τα ονόματα όπως Kolischev, Yzunov, Cvetkov και άλλα έχουν μετατραπεί, όπως λέγεται, σε Kolisevski, Uzunovski, Cvetkovski με μοναδικό σκοπό να μην έχουν βουλγαρική κατάληξη…».[39]Η ευθυγράμμιση του ΚΚΕ με τις επιθέσεις της Kominform κατά του Tito είχε ως αποτέλεσμα την ελάττωση της γιουγκοσλαβικής βοήθειας, χωρίς ωστόσο η βοήθεια αυτή να εκλείψει εντελώς. Τα σύνορα παρέμειναν ανοικτά και οι τραυματίες του Δημοκρατικού Στρατού μεταφέρονταν για περίθαλψη στην Γιουγκοσλαβία. Ο κύριος όγκος της στρατιωτικής βοήθειας προερχόταν πλέον από την Σοβιετική Ένωση μέσω Βουλγαρίας και εντός της Kominform είχε συγκροτηθεί το φθινόπωρο του 1948 «Επιτροπή για τον συντονισμό της βοήθειας προς το Δημοκρατικό Στρατό».[40] Η νέα τροπή που προσέδιδε στο Μακεδονικό η στάση της Βουλγαρίας με την συγκατάθεση της Μόσχας επέδρασε αναμφισβήτητα και στο ΚΚΕ. Η αλλαγή της θέσης του ΚΚΕ εγκαινιάστηκε από τον Ζαχαριάδη με ένα σύντομο άρθρο του τον Δεκέμβριο του 1948 στο περιοδικό Δημοκρατικός Στρατός. Στο άρθρο αυτό υποστήριξε την θέση ότι ο «μακεδονικός» λαός διαμελίστηκε το 1912 και από τότε αγωνίζεται για ένα ενιαίο, ανεξάρτητο και ισότιμο κράτος στην οικογένεια των ελεύθερων λαϊκοδημοκρατικών λαών στα Βαλκάνια. Αυτό ήταν, κατά τον Ζαχαριάδη, και το νόημα του αγώνα του «μακεδονικού» λαού και στην «Μακεδονία του Αιγαίου»[41].
Η στροφή του ΚΚΕ στο Μακεδονικό πραγματοποιείται επίσημα από την Πέμπτη Ολομέλεια και μετά. Η Πέμπτη Ολομέλεια συνήλθε στις 30 και 31 Ιανουαρίου 1949 στην Αλβανία και τις εργασίες της παρακολούθησαν από αλβανικής πλευράς ο M. Shehu και από σοβιετικής πλευράς ο ελληνικής καταγωγής Petrov στέλεχος του τμήματος Διεθνών Σχέσεων στην ΚΕ του ΚΚΣΕ. Η Πέμπτη Ολομέλεια ασχολήθηκε γενικά με την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα και στον Δημοκρατικό Στρατό και ειδικότερα με το ζήτημα Βαφειάδη, τον οποίο και διέγραψε από το Κόμμα, και με το Μακεδονικό. Στην εισήγηση του ο Ζαχαριάδης εξύμνησε την προσφορά του «μακεδονικού λαού» στον κοινό αγώνα και προανήγγειλε την αντιπροσφορά του ΚΚΕ.
«…Η λαϊκή μας εξουσία για πρώτη φορά στην ιστορία της Ελλάδας αναγνώρισε και έδωσε πραγματική ισοτιμία στο μακεδονικό (σλαβομακεδονικό) λαό. Στο καινούριο ένοπλο ξεσήκωμα του Λαού μας ο μακεδονικός λαός τάδωσε όλα. Έτσι με το αίμα του καταχτά τα δικαιώματα του για μια λέφτερη, ανεξάρτητη ζωή και ανάπτυξη. Και δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι, σαν αποτέλεσμα της νίκης της λαϊκής επανάστασης στην Ελλάδα ο μακεδονικός λαός θα καταχτήσει και το δικαίωμα να καθορίσει την παραπέρα ανάπτυξη και την μορφή και το περιεχόμενο της λέφτερης και ανεξάρτητης κρατικής ζωής και υπόστασης του, όπως αυτός θέλει, όπως αυτός και μόνον αυτός αποφασίζει. Η ΠΔΚ ανταποκρινόμενη στον πιο βαθύ πόθο του Λαού δούλεψε στον χρόνο που μας πέρασε ακούραστα και επίμονα για μία έντιμη δημοκρατική συνεννόηση που θα εξασφάλιζε την ειρήνη στον λαό και την κατοχύρωση της χώρας από κάθε ξένη ιμπεριαλιστική επέμβαση και κατοχή… Πρέπει σε συνεννόηση με το ΠΓ της ΚΕ του ΛΚΕ και με το Κεντρικό Συμβούλιο του ΝOF να ανασχηματίσουμε την ΠΔΚ για να πάρουν μέρος σ' αυτήν και αυτές οι πολιτικές οργανώσεις της αγροτιάς και του μακεδονικού (σλαβομακεδονικού) λαού. Με αυτόν τον σχηματισμό η ΠΔΚ θα εκφράζει πιο έγκυρα και πιο ολοκληρωτικά την συμμαχία της εργατιάς, της αγροτιάς και του σλαβομακεδονικού λαού στο έργο για την νικηφόρα αποπεράτωση της λαϊκής μας επανάστασης, για την νίκη της Λαϊκής Δημοκρατίας στην Ελλάδα…»[42]Ως ένα από τα καθήκοντα του ΚΚΕ ο Ζαχαριάδης όρισε και τον αγώνα των κομμουνιστών για την διαφύλαξη της ενότητας μεταξύ του ελληνικού και του «μακεδονικού λαού».
«…Μια και μιλάμε για τις σχέσεις ανάμεσα στον Λαό και το ΔΣΕ πρέπει ν' αναφερθούμε ιδιαίτερα στον σλαβομακεδονικό λαό. Ο Λαός αυτός τα πρόσφερε όλα όσα είχε και δεν είχε για τον αγώνα. Παλαίβει μαζί με τον Ελληνικό Λαό αδερφωμένα γιατί ξαίρει ότι μόνο με την ενότητα αυτή θα συντριβούν οι μοναρχοφασίστες και θ' αποκτήσει την εθνική του λεφτεριά και την λέφτερη κρατική υπόσταση και ανάπτυξη του, έτσι όπως ο ίδιος την θέλει. Όμως την ενότητα αυτή την υπονομεύουν δύο εχθροί. Ο ένας είναι ο μεγαλοελλαδίτικός σωβινισμός, που έτσι είτε αλλιώς, ανοιχτά είτε κρυφά και ύπουλα καλλιεργεί την εθνική αντίθεση και διάσπαση, που θεωρεί τους σλαβομακεδόνες για κατώτερους ανθρώπους και δούλους, που κάνει διακρίσεις και αυθαιρεσίες σε βάρος τους, που σε μικρά είτε μεγάλα ζητήματα προσβάλλει τα εθνικά του αισθήματα. Αυτό το κακό πρέπει να το χτυπήσουμε κατακέφαλα και να το ξεριζώσουμε γιατί μόνο τον μοναρχοφασισμό εξυπηρετεί με την διάσπαση που εφαρμόζει, ενώ ταυτόχρονα δίνει τροφή στα εθνικιστικά και ξενοκίνητα στοιχεία μέσα στην σλαβομακεδονική μειονότητα, που κι αυτά καλλιεργούν την διάσπαση και υποσκάπτουν και εξασθενίζουν το ολοκληρωτικό δώσιμο τους στον αγώνα για την λεφτεριά. Γιατί υπάρχει και ο εχθρός αυτός που μάλιστα τον τελευταίο καιρό δραστηριοποιείται. Ξαίρουμε ποιοι είναι οι άνθρωποι αυτοί, από πού εμπνέονται και καθοδηγούνται, που έχουν τα κέντρα και τα ορμητήρια τους. Τα στοιχεία αυτά χρησιμοποιούν την μάσκα του εθνικιστή και λαοσωτήρα για να ξεγελούν τον κόσμο. Στην πραγματικότητα όμως εξασφάλισαν το τομάρι τους με την λιποταξία και εκμεταλλεύονται τις δυσκολίες που συναντά ο αγώνας μας και την δυσφορία που προκάλεσε σε ορισμένους κύκλους του σλαβομακεδονικού Λαού η επιστράτευση των γυναικών, χτυπάν πισώπλατα με το στιλέτο τους τον ίδιο τον Λαό, οργανώνοντας λιποταξίες από το ΔΣΕ προς τις φωλιές τους. Τους προδότες αυτούς και αυτούς που τους καλύπτουν και τους ενισχύουν θ' αναγκαστούμε να τους καταγγείλουμε σαν όργανα και συμμάχους του μοναρχοφασισμού και του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Ταυτόχρονα οι σλαβομακεδόνες κομμουνιστές έχουν σήμερα πρωταρχικό καθήκον να διαφωτίζουν τον Λαό τους ξεσκεπάζοντας και απομονώνοντας όλους εκείνους που θα θελήσουν να συνεχίσουν το υπονομευτικό, το διασπαστικό, το προδοτικό έργο τους…»[43]Στην απόφαση της για το Μακεδονικό η Πέμπτη Ολομέλεια αναγνώρισε το δικαίωμα του «μακεδονικού λαού» για εθνική αποκατάσταση και αυτοδιάθεση.
«… Στην βόρεια Ελλάδα ο μακεδονικός (σλαβομακεδονικός) λαός τάδωσε όλα για τον αγώνα και πολεμά με μία ολοκλήρωση ηρωϊσμού και αυτοθυσίας που προκαλούν το θαυμασμό. Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι σαν αποτέλεσμα της νίκης του ΔΣΕ και της Λαϊκής Επανάστασης ο μακεδονικός λαός θα βρει την πλήρη εθνική του αποκατάσταση έτσι όπως τη θέλει ο ίδιος, προσφέροντας σήμερα το αίμα του για να την αποχτήσει. Οι μακεδόνες κομμουνιστές στέκονται πάντα επικεφαλής στην πάλη του λαού τους…»[44]Η αλλαγή αυτή της θέσης του ΚΚΕ στο Μακεδονικό δεν έγινε κατανοητή τότε από τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ, που πειθάρχησαν τελικά στον Ζαχαριάδη και ψήφισαν υπέρ. Μετά το 1949, στα πλαίσια της αναζήτησης των αιτιών της ήττας του Δημοκρατικού Στρατού, συζητήθηκε και κατά πόσο η επιστροφή στην θέση του 1924 υπήρξε τελικά επιζήμια για το Κόμμα. Στην Έβδομη Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ (14-18 Μαίου 1950) ο Ζαχαριάδης έδωσε την ακόλουθη εξήγηση:
«… Γενικώτερα ήταν ότι σε ευρύτερα πλαίσια αυτό το πράγμα τότε άμεσα δεν μας εξυπηρετούσε. Αλλά το πρώτο που έμπαινε τότε μπροστά μας ήταν ότι τη μάχη στο Βίτσι εμείς έπρεπε να την κερδίσουμε. Όλα τα άλλα ήταν τότε δευτερεύοντα. Αυτή ήταν η σκέψη μου, η δική μου τουλάχιστο, και όταν το πρότεινα και όταν το έγραψα και όταν το εξήγησα. Εμείς θάπρεπε να κινήτοποιήσουμε όλες τις δυνάμεις του σλαβομακεδονικού λαού, να σταματήσουμε τις λιποταξίες, την υπονομευτική και διαλυτική δουλειά που έκαμναν οι πράκτορες του Tito, βάζοντας τους ένα πολιτικό εμπόδιο. Και αυτό το πολιτικό εμπόδιο εμείς το βάλαμε και αποτρέψαμε τον άμεσο κίνδυνο απτή δουλειά αυτή. Σταματήσαμε αυτόν τον άμεσο τότε κίνδυνο. Μα θάταν η ζημιά μεγαλύτερη ή λιγώτερη; Μέσα στις συγκεκριμένες συνθήκες που εμείς ρίξαμε το σύνθημα το κέρδος θα ήταν πολύ μεγάλο αν εμείς κερδίζαμε την μάχη του Βιτσίου κινητοποιώντας και αυτό τον παράγοντα. Πολύ μεγάλο θάταν το κέρδος μας. Χάσαμε την μάχη. Και τώρα στην εκτίμηση μας υπεισέρχονται και άλλοι παράγοντες. Αυτό όμως δεν πάει να πει, πως το σύνθημα μας είτανε λαθεμένο..»Από το επιχείρημα του Ζαχαριάδη προκύπτει ότι με το νέο σύνθημα το ΚΚΕ αποσκοπούσε σε μία πολιτική αντιπερισπασμού προς την φιλογιουγκοσλαβική ομάδα των Keramidziev, Goce και Ajianovski-Oce και στην εξασφάλιση μεγαλύτερης συμμετοχής των Σλαβομακεδόνων στην επικείμενη μάχη για την κατάληψη της Φλώρινας, όπου επρόκειτο να εγκατασταθεί η ΠΔΚ. Όπως είναι γνωστό, η επιχείρηση αυτή απέτυχε στα μέσα Φεβρουαρίου 1949. Πόσο μεγαλύτερη όμως μπορούσε να είναι η συνεισφορά των Σλαβομακεδόνων, που στις αρχές του 1949 αποτελούσαν τις 14.000 σε σύνολο περίπου 25.000 μαχητών του Δημοκρατικού Στρατού; Τα όρια της στρατολόγησης είχαν εξαντληθεί και το νέο σύστημα ήταν αμφίβολο αν θα επέφερε ουσιαστική μεταβολή της κατάστασης. Κατά πόσο επίσης η «αυτοδιάθεση και εθνική αποκατάσταση του μακεδονικού λαού» εξέφραζε το σύνολο των Σλαβομακεδόνων; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κύριος λόγος της αλλαγής του συνθήματος ήταν βαθύτερος. Πρέπει να αναζητηθεί στην προσπάθεια που κατέβαλαν η Βουλγαρία και η Αλβανία, με την συγκατάθεση της Σοβιετικής Ένωσης, να υπονομεύσουν την κυριαρχία του Tito στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία. αυτοδιάθεση του «μακεδονικού λαού» της «Μακεδονίας του Αιγαίου» κατά τους Κeramidziev, Goce και Ajanovski-Oce σήμαινε απόσχιση από το ελληνικό κράτος και συνένωση με την γιουγκοσλαβική Μακεδονία. Αυτοδιάθεση του «μακεδονικού λαού» κατά τον Ζαχαριάδη σήμαινε απόσχιση της ελληνικής και γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας από την κυριαρχία του ελληνικού και του γιουγκοσλαβικού κράτους και ίδρυση ενός ανεξάρτητου μακεδονικού κράτους. Η κύρια αιχμή της απόφασης της Πέμπτης Ολομέλειας στρεφόταν κατά της Γιουγκοσλαβίας, δέσμευε όμως το ΚΚΕ να προβεί σε παραχωρήσεις προς τους Σλαβομακεδόνες που προλείαναν το έδαφος για μια μελλοντική απόσχιση. Για το ζήτημα αυτό στην Έβδομη Ολομέλεια ο Ζαχαριάδης εκφράστηκε ως εξής:
«…Η προοπτική που δίναμε είτανε απελευθέρωση όχι μονάχα απτό μοναρχοφασισμό, μα και από τον Τίτο που την Μακεδονία την ξαναρρίχνει, την ξανάρριξε στον ιμπεριαλιστικό ζυγό και την ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση. Αλλά σε μας ο μακεδονικός λαός στο τμήμα το δικό μας, στο Βίτσι, πάλευε για την εθνική του αποκατάσταση κι εμείς αυτό το πράγμα δεν μπορούσαμε να το αρνηθούμε. Το λέω αυτό γιατί δεν πρόκειται περί μανούβρας πολιτικής της στιγμής…».[46]Λόγω της πολυσημίας όμως του όρου «αυτοδιάθεση» και της σαφούς αναφοράς στην Πέμπτη Ολομέλεια σε μια «Ενιαία και Ανεξάρτητη Μακεδονία σε μία Βαλκανική Ομοσπονδία» δεν προκλήθηκαν αρχικά αρνητικές αντιδράσεις στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας. Οι σχέσεις βέβαια μεταξύ των δύο κομμάτων διέρχονταν μία κρίσιμη φάση. Η συμπόρευση του ΚΚΕ με την Kominform, η κυκλοφορία βουλγαρικών εφημερίδων στην ελληνική Μακεδονία, η απαγόρευση στους Σλαβομακεδόνες να καταφεύγουν στην Γιουγκοσλαβία και η βίαιη μεταφορά τους στην Αλαβανία, το ζήτημα των Σλαβομακεδόνων λιποτακτών του Δημοκρατικού Στρατού είχαν επιδεινώσει τις σχέσεις μεταξύ των δύο κομμάτων. Και οι δύο πλευρές εφάρμοζαν ωστόσο μία πολιτική λεπτών ισορροπιών. Όταν έγινε φανερό κατά ποιο τρόπο το ΚΚΕ ερμήνευε τον όρο «αυτοδιάθεση και εθνική αποκατάσταση του μακεδονικού λαού» το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας εξέφρασε την δυσαρέσκεια του.
Στις 3 Φεβρουαρίου 1949 συνήλθε η Δεύτερη Ολομέλεια του Κεντρικού Συμβουλίου του ΝOF. Στον λόγο του ο Ζαχαριάδης αναφέρθηκε στις παραχωρήσεις του ΚΚΕ προς τους Σλαβομακεδόνες: Ανασχηματισμός της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης με Σλαβομακεδόνα Υπουργό, εκπροσώπηση του NOF στο Γενικό Επιτελείο του Δημοκρατικού Στρατού, μετονομασία της 11ης Μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού σε «Μακεδονική Μεραρχία» και ίδρυση «Μακεδονικής» Κομμουνιστικής Οργάνωσης.[47] Για να απομονωθεί περισσότερο η ομάδα των Keramidziev, Goce, Ajanovski-Oce, στη Γραμματεία του NOF έγιναν δεκτοί οι P. Mitrevski, P. Rakovski.[48] Κύρια αποστολή του Κεντρικού Συμβουλίού ήταν η σύγκληση τον Μάρτιο του 1949 του Δεύτερου Συνεδρίου του ΝOF, το οποίο θα επισημοποιούσε την νέα γραμμή στο Μακεδονικό.: Διακήρυξη της «Ένωσης της Μακεδονίας σε ένα ενιαίο ανεξάρτητο, ισότιμο μακεδονικό κράτος μέσα στην λαϊκοδημοκρατική Ομοσπονδία των Βαλκανικών λαών που είναι η δικαίωση των πολύχρονων αιματηρών αγώνων του.»[49]
Είναι σαφές ότι ο Ζαχαριάδης προσπάθησε να μετατρέψει το NOFσε όργανο κατά της Γιουγκοσλαβίας, θέτοντας σε αμφισβήτηση το ρόλο της γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας ως του Πεδεμοντίου της «μακεδονικής» ενοποίησης. Η γραμμή του ΚΚΕ προκάλεσε ικανοποίηση στην Σόφια. Η εφημερίδα Trud έγραφε χαρακτηριστικά:
«…Σε αντίθεση με τους Τιτοϊκούς, που χωρίς να ρωτούν κανέναν θέλουν να εξωθούν όλους τους Μακεδόνες να αισθάνονται ως Γιουγκοσλάβοι και να θεωρούν το Μακεδονικό Ζήτημα ως καθαρά γιουγκοσλαβικό ζήτημα, οι ηγέτες της ελληνικής δημοκρατικής επανάστασης δηλώνουν ότι ο μακεδονικός λαός θα λύσει τα προβλήματα του όπως ο ίδιος θέλει. Σ' αυτές τις δύο διαφορετικές θέσεις ερχόμαστε αντιμέτωποι με δύο διαφορετικές τάσεις: Στην πρώτη θέση - των Τιτοϊστών- με την βία και τον εξαναγκασμό και στην δεύτερη με την δημοκρατική αρχή. Είναι φυσικό οι συμπάθειες όλων των Μακεδόνων να είναι με το μέρος της άποψης του ΚΚΕ που είναι και άποψη του ΚΚ Βουλγαρίας. Χρησιμοποιώντας αυτή την ελευθερία οι Μακεδόνες δεν θα παύσουν ποτέ να αγαπούν την ελευθερία της Μακεδονίας, να μένουν πιστοί στην σταθερή συμμαχία με τον ελληνικό λαό και πάντοτε να έχουν ως αφετηρία την πεποίθηση ότι το Μακεδονικό Ζήτημα θα βρει την λύση του στην ομοσπονδία των λαϊκο-δημοκρατικών εξουσιών όλων των βαλκανικών χωρών».[50]Μετά την Δεύτερη Ολομέλεια του Κεντρικού Συμβουλίου του ΝOF o Mιλτιάδης Πορφυρογέννης, ως εκπρόσωπος του ΚΚΕ, και οι P. Mitrevski, K. Mangovski και M. Elkova, ως εκπρόσωποι του ΝOF, αναχώρησαν για τα Σκόπια. Κύριος σκοπός της αποστολής ήταν η στρατολόγηση 5.000 Σλαβομακεδόνων προσφύγων για την κάλυψη των εφεδρειών του Δημοκρατικού Στρατού και την επάνδρωση της «Μακεδονικής» Μεραρχίας ενόψει της επικείμενης μάχης για την κατάληψη της Φλώρινας, όπως και η σύγκληση μιας συνδιάσκεψης για την εκλογή αντιπροσώπων των Σλαβομακεδόνων προσφύγων για το Δεύτερο Συνέδριο του NOF. Mε δεδομένη όμως τη θέση του ΚΚΕ για το γιουγκοσλαβικό και ειδικότερα για το Μακεδονικό οι συναντήσεις με τους L. Kolisevski και C. Uzunovski στις 8 και 9 Φεβρουαρίου 1949 απέβησαν άκαρπες.[51] Από το Βελιγράδι ήρθε η εντολή να μην επιτραπεί στην αντιπροσωπεία επίσκεψη στους καταυλισμούς των προσφύγων.[52] Χωρίς αποτέλεσμα, όπως αναμενόταν, ήταν και η συνάντηση με τους Goce, Keramidziev και Ajanovski-Oce που δεν έμειναν ενθουσιασμένοι από τις παραχωρήσεις του ΚΚΕ προς το NOF και θεώρησαν εσφαλμένη την πολιτική του ΚΚΕ στο Μακεδονικό.[53] Ατελέσφορη υπήρξε και η μετάβαση του Πορφυρογέννη στο Βελιγράδι. Το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας ζήτησε μία συνάντηση υψηλού επιπέδου με το ΚΚΕ για την διευθέτηση ορισμένων ζητημάτων αρχής και κατά την συνομιλία του Πορφυρογέννη με τον Κ. Popivoda διαφάνηκαν οι διαφορές μεταξύ των δύο κομμάτων.[54] Το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας δεν έτρεφε αυταπάτες σχετικές με τις επιπτώσεις που είχε στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία η νέα θέση του ΚΚΕ και μία γαλούχηση των Σλαβομακεδόνων προσφύγων με το πολιτικό σύνθημα της «Ανεξάρτητης Μακεδονίας» θα καθιστούσε εντονότερα τα εσωτερικά προβλήματα που ήδη υπήρχαν στην χώρα.
Μετά την επιστροφή της αντιπροσωπείας, ο Μitrevski υπέβαλε στις 4 Μαρτίου 1949 την ακόλουθη έκθεση στον Ζαχαριάδη για τις συζητήσεις με τον Kolisevski, στην οποία εκφράζονται τα σημεία τριβής μεταξύ του ΚΚΕ από τη μια πλευρά και του ΚΚ «Μακεδονίας» και Γιουγκοσλαβίας από την άλλη.
«Σχετικά με την έκθεση που ζητήσατε χτες γύρω από τις συνομιλίες και τα ζητήματα που συζητήσαμε με τον σ. Λάζο σημειώνω τα πιο κάτω.Υπό το κλίμα αυτό της ψύχρανσης των σχέσεων με το ΚΚ «Μακεδονίας» η αποστολή Πορφυρογέννη ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Στις 3 Μαρτίου 1949 και επίσημα το ΚΚ Γιουγκοσλαβίας ζήτησε εξήγηση από το ΚΚΕ για την θέση «ανεξάρτητη Μακεδονία», που την χαρακτήρισε ως στρεφόμενη κατά της Γιουγκοσλαβίας.[56] Στις 6 Μαρτίου το ΚΚΕ απάντησε ότι η θέση του Κόμματος σχετικά με την «Αιγιακή Μακεδονία», παραμένει η απόφαση της Πέμπτης Ολομέλειας για την αυτοδιάθεση και ότι η απόφαση του NOF υπαγορεύτηκε από την θέση της ομάδας του Keramidziev, η οποία ανοικτά προπαγάνδιζε ότι η «Μακεδονία του Αιγαίου» πρέπει να ενωθεί με την «Μακεδονία του Βαρδάρη».[57] Η εξήγηση αυτή δεν θεωρήθηκε πειστική στο Βελιγράδι που συνέχισε να ανακινεί το θέμα.
1. Το πνεύμα του ήταν πολύ φιλικό για το ελληνικό δημοκρατικό κίνημα. Είπε πως αυτοί βοήθησαν και θα συνεχίσουν να βοηθούν όσο μπορούν τον αγώνα του ελληνικού λαού και του Μακεδονικού λαού της Μακεδονίας του Αιγαίου, για την νίκη της Δημοκρατίας στην χώρα μας, γεγονός που αποφασιστικά θα βοηθήσει στην ειρήνη και την δημοκρατική-σοσιαλιστική ανοικοδόμηση και σταθεροποίηση στα Βαλκάνια. Κι ότι η χώρα τους από την ίδια τη θέση της και τη λαϊκοδημοκρατική-σοσιαλιστική υπόσταση ήταν , είναι και θα παραμείνει παράγοντας για την νίκη του λαϊκοδημοκρατικού κινήματος στην χώρα μας.
2. Μιλήσαμε με τους ξεσπιτωμένους από την τρομοκρατία του μοναρχοφασισμού μακεδόνες. Μου είπε, πως οι ξεσπιτωμένοι μακεδόνες πρόσφυγες εκδήλωσαν ανοικτά την επιθυμία τους να περάσουν στην Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας και ότι εμείς τους εμποδίζαμε κα τους βάλαμε το ερώτημα ή να πάνε στην Αλβανία ή να γυρίσουν στα σπίτια τους. Και σε συνέχεια ότι πολλοί από αυτούς παρά την θέληση τους στάλθηκαν στην Αλβανία. Υποστήριξε πως αυτό το μέτρο δεν είναι σωστό, γιατί γεννάει το αίσθημα της δυσπιστίας, έρχεται σε σύγκρουση με την πραγματική θέληση των μακεδόνων του Αιγαίου και σπάει την ενότητα ανάμεσα στον ίδιο τον μακεδονικό λαό. Στην συνέχεια είναι και μία εκδήλωση που δείχνει μια όχι σωστή εκτίμηση και διάθεση απέναντι στην Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας.
3. Υποστήριξε πως είναι δυσάρεστο και του προξενεί πικρία η στάση μας απέναντι στους λιποτάκτες και ανυπότακτους μακεδόνες που περνούν τα σύνορα μας. Εμείς είπε, αυτούς τους γυρίσαμε πίσω. Ο Δ.Σ όμως, αντί να εφαρμόσει την πολιτική διαπαιδαγώγισης, να δει και εξαλείψει τις αιτίες της φυγής τους, αντίθετα τους περνάει από τα στρατοδικεία και πολλοί από αυτούς εκτελέσθηκαν σαν προδότες. Αυτό λέει, εμείς δεν το βλέπουμε σωστό, γιατί αυτοί δεν πήγαν στο εχθρικό στρατόπεδο, ούτε φύγαν γιατί είναι εχθροί του κινήματος και του Δ.Σ, αλλά η ενέργεια τους εξηγείται και από τις δύσκολες αντικειμενικές συνθήκες του αγώνα και από άλλες αιτίες και ζητήματα των μακεδόνων μαχητών που αυτοί οι λιποτάκτες τα θεωρούν ότι δεν λύθηκαν. Εδώ η πολιτική σας απέναντι σ' αυτή την κατηγόρια των ανθρώπων πρέπει να είναι πιο συγκεκριμένη-ρεαλιστική, προσαρμοστική στην ψυχολογία και στην ιδιαίτερη κατάσταση των μακεδόνων…
4. Σε συνέχεια μου είπε, πως δεν είναι σωστό, από τη μια μεριά να αποκλείετε τον μακεδονικό τύπο της Μακεδονίας του Βαρδάρη και από την άλλη να επιτρέπετε την κυκλοφορία του βουλγάρικου τύπου στην Μακεδονία του Αιγαίου. Αυτό δεν είναι σύμφωνο με τα πραγματικά αισθήματα και τον πόθο των μακεδόνων του Αιγαίου, δημιουργεί σύγχυση και αντιθέσεις στις γραμμές του αγωνιστικού μακεδονικού κινήματος και στο τέλος σπάει την ενότητα του λαού.
5. Επίσης υποστήριξε, πως εδώ σε μας, υπάρχει μία τάση να παραγνωριστεί ο ρόλος, η συμβολή και η βοήθεια της Γιουγκοσλαβίας στον αγώνα μας. Το να καλλιεργείται αυτό το πνεύμα και παρόμοιες εκδηλώσεις, αυτό δεν βοηθάει στο σύνολο του το δημοκρατικό κίνημα στην χώρα μας, ζημιώνει την ενότητα μέσα στον ίδιο το Μακεδονικό λαό και την ενότητα με τον ελληνικό λαό, δημιουργεί αστάθεια και δυσαρέσκεια στις μακεδονικές μάζες των Μακ. του Αιγαίου και υποβιβάζει την αγωνιστικότητα του. Οι μακεδονικές μάζες αγαπούν και θα αγαπούν την Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας, γιατί την θεωρούν σαν κατάκτηση γενικά του Μακεδονικού λαού. Κάθε προσπάθεια να μετατοπιστεί ή να παραγνωριστεί αυτή η πραγματικότητα μόνο αρνητική επίδραση μπορεί να έχει στον αγώνα του ελληνικού και του Μακεδονικού λαού της Μακεδονίας του Αιγαίου.
6. Για τη θέση μας γύρω από το μακεδονικό ζήτημα όπως διατυπώνεται στις αποφάσεις της II.Ολομέλειας του Κ.Σ του ΝΟΦ, διατύπωσε την άποψη ότι αυτή δεν είναι σωστή και δεν τοποθετεί σωστά το ζήτημα. Η βαλκανική φεντεράτσια είναι μελλοντική υπόθεση και δεν πρέπει να μπει σαν προγραμματική διεκδίκηση στις σημερινές διακηρύξεις της οργάνωσης ΝΟΦ και του μακεδονικού λαϊκοδημοκρατικού κινήματος. Το ίδιο και η θέση για ανεξάρτητο κι ενιαίο μακεδονικό κράτος στα πλαίσια της βαλκανικής φεντεράτσιας δεν εκφράζει τις συγκεκριμένες επιδιώξεις του Μακεδονικού λαού στις δοσμένες στιγμές. Μαζί μ' αυτό δημιουργεί αιχμή και στις μεγαλοελλαδικές σωβινιστικές επιδιώξεις και τάσεις που την εκμεταλλεύεται και την καλλιεργεί ο μοναρχοφασισμός στις ελληνικές μάζες σε βάρος του δημοκρατικού κινήματος. Το κύριο και αποφασιστικό κίνητρο στον αγώνα του Μακ. Λαού της Μακεδονίας του Αιγαίου, είπε ότι είναι , με την ενωμένη πάλη με τον ελληνικό λαό , να συντριβεί ο μοναρχοφασισμός και οι αγγλοαμερικάνοι κατακτητές. Σωστή εθνική προγραμματική θέση είπε ότι αποτελεί η διακήρυξη ότι ο Μακ. Λαός της Μακεδονίας του Αιγαίου με την νίκη της Λαϊκής Δημοκρατίας στην Ελλάδα θα πραγματοποιήσει τα εθνικά του δίκαια και το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και εθνικής αποκατάστασης. … Τελικά μου είπε πως από την πλευρά τους υπάρχει κάθε διάθεση να λυθούν αυτά τα ζητήματα, όπως σε συνέχεια κι όλα τα γνωστά ζητήματα που μας ενδιαφέρουν και μας απασχολούν…»[55]
Στην Αθήνα η ανακοίνωση της απόφασης του Κεντρικού Συμβουλίου του NOF από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης προκάλεσε μεγάλη αναταραχή και το ΚΚΕ καταγγέλθηκε ως κόμμα προδοτικό. Αλλά και μέσα στις τάξεις του Δημοκρατικού Στρατού εκφράστηκαν διαφωνίες με την νέα γραμμή. Η ηγεσία του ΚΚΕ, εκτεθειμένη στα πυρά της ελληνικής κυβέρνησης και της τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας και συνειδητοποιώντας τις εύλογες αντιδράσεις του ελληνικού λαού, προσπάθησε να μετριάσεις τις αλγεινές εντυπώσεις που προκάλεσε το σύνθημα «Ανεξάρτητη Μακεδονία» και δήλωσε ότι γραμμή του Κόμματος παραμένει η απόφαση της Πέμπτης Ολομέλειας.[58] Ήταν επόμενο η υπαναχώρηση αυτή που επιβλήθηκε για λόγους τακτικής, να μην έχει πειστική δύναμη.
Στις 25 και 26 Μαρτίου 1949 στην εκκλησία του χωριού Ψαράδες (Nivici), κοντά στις Πρέσπες, συνήλθε το Δεύτερο Συνέδριο του NOF, στο οποίο έλαβαν μέρος 700 αντιπρόσωποι. Στον λόγο του ο Ζαχαριάδης αναφέρθηκε στα επιτεύγματα του «μακεδονικού» λαού για την κοινή νίκη, την οποία χαρακτήρισε δύσκολη.[59] Το συνέδριο υπογράμμισε την ενότητα του ελληνικού λαού με το «μακεδονικό» λαό, στράφηκε κατά της ομάδας των Keramidziev, Goce και Ajanovski-Oce[60] και διακήρυξε το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του μακεδονικού λαού.[61] Στις 27 Μαρτίου 1949 ιδρύθηκε η «Κομμουνιστική Οργάνωση της Μακεδονίας του Αιγαίου (ΚΟΕΜ)», ως τμήμα του ΚΚΕ. Στην ιδρυτική Συνδιάσκεψη έλαβαν μέρος 163 Σλαβομακεδόνες κομμουνιστές, αντιπρόσωποι στο Δεύτερο Συνέδριο , οι οποίοι και εξέλεξαν μία οργανωτική επιτροπή αποτελούμενη από τους M. Malio, V. Kojcev, P. Mitrevski, S. Kocev, V. Nikolova, V. Nicev, U. Pirovska, H. Kolencev και T. Hadzijanev. Αποστολή της επιτροπής ήταν η σύγκληση μιας πανεθνικής συνδιάσκεψης για την εκλογή της ηγεσίας του κόμματος. Είναι σαφές ότι η ΚΟΕΜ αποτελούσε ένα αντίβαρο στο ΚΚ «Μακεδονίας». Στις 3 Απριλίου 1949 ανασχηματίστηκε η ΠΔΚ. Όπως είχε προαναγγελθεί, ο P. Mitrevski έγινε Υπουργός Επισιτισμού, ο V. Kojicev μέλος του Ανώτατου Πολεμικού Συμβουλίου του ΔΣ και ο S. Kocev Πρόεδρος της Διεύθυνσης Εθνικών Μειονοτήτων. Με τις παραχωρήσεις αυτές το ΚΚΕ υπολόγιζε ότι θα μπορούσε να στρατολογήσει περισσότερους Σλαβομακεδόνες και να δελεάσει τους πρόσφυγες που είχαν καταφύγει στην Γιουγκοσλαβία και όσους είχαν μεταναστεύσει νωρίτερα στην Βουλγαρία να επιστρέψουν στην Ελλάδα και να αγωνιστούν στον Δημοκρατικό Στρατό.
Στις 7 Απριλίου 1949 ο Ζαχαριάδης ανέθεσε στον P.Rakovski να μεταβεί μέσω των Σκοπίων με τον Μ. Πορφυρογέννη στην Πράγα για να μιλήσει στο Παγκόσμιο Συνέδριο της Ειρήνης και στους T.Naumov, T.Kocev-Victor και V. Nicev να μεταβούν στην Βουλγαρία για να στρατολογήσουν μαχητές για το Δημοκρατικό Στρατό. Προφανώς ο Ζαχαριάδης υπολόγιζε ότι με τις νέες παραχωρήσεις προς το NOF θα επερχόταν διάσπαση στην ομάδα των Goce, Keramidziev, Ajanovski-Oce.[62] Αλλά κατά την συνάντηση τους με τον Rakovski δεν διαπιστώθηκε καμιά διαφοροποίηση στις απόψεις τους. Η αντιπροσωπεία του NOF που έφθασε στα μέσα Απριλίου στην Βουλγαρία δεν μπόρεσε να εκπληρώσει την αποστολή της, γιατί ήδη είχε δοθεί η εντολή του Stalin για τερματισμό του εμφυλίου πολέμου.
Στις αρχές Απριλίου η ελληνική κυβέρνηση, φοβούμενη ότι η Κομινφόρμ στο άμεσο μέλλον θα ανακήρυσσε ένα ανεξάρτητο «μακεδονικό» κράτος ως μέσο για άσκηση πίεσης στον Tito, υπέβαλε ένα μνημόνιο στο Λονδίνο και την Ουάσιγκτον προτείνοντας την ανάληψη δράσης κατά της Αλβανίας, ώστε να ανατραπεί η χρησιμοποίηση της χώρας ως βάσης κατά του Tito και να αποκοπεί από τον Δημοκρατικό Στρατό, συμβάλλοντας έτσι στην ήττα του.[63] Η ελληνική πρόταση δεν υποστηρίχτηκε σθεναρά. Η Σοβιετική Ένωση ίσως μέσω κατασκόπων της πληροφορήθηκε το περιεχόμενο του ελληνικού μνημονίου και φοβούμενη μία κατάληψη της Αλβανίας από τις δυτικές δυνάμεις , την οποία λόγω της ρήξης με την Γιουγκοσλαβία δύσκολα μπορούσε να υπερασπιστεί, ζήτησε από τον Ζαχαριάδη στα μέσα Απριλίου να σταματήσει τον ένοπλο αγώνα μέχρι το τέλος Μαΐου 1949. Στις 20 Απριλίου το ΚΚΕ υπέβαλε στην ελληνική κυβέρνηση τις ακόλουθες προτάσεις ειρήνης: Παύση της τρομοκρατίας και των μαζικών εκτελέσεων, αποκατάσταση των δημοκρατικών δικαιωμάτων, χορήγηση γενικής αμνηστίας και προκήρυξη εκλογών.[64] Η αντιπροσωπεία του NOF στην Βουλγαρία επέστρεψε άπρακτη και οι Βούλγαροι έκλεισαν προσωρινά τα ελληνο-βουλγαρικά σύνορα.[65] Κατά την επιστροφή του από την Πράγα τον Μάιο του 1949 ο Rakovski συναντήθηκε πάλι με τους Keramidziev και Goce, οι οποίοι του επέδωσαν επιστολή ειδικά για την ηγεσία του ΚΚΕ. Η επιστολή αυτή αποτελεί πραγματικό λίβελλο κατά του ΚΚΕ για την πολιτική του στο Μακεδονικό, για την μη ανάδειξη «μακεδονικών» στελεχών στον Δημοκρατικό Στρατό και στις κομματικές οργανώσεις, για την προώθηση ανθρώπων (Kocev, Kojcev) που είναι ξένοι στην «μακεδονική πραγματικότητα».
«…Με την σημερινή σας πολιτική όσον αφορά το ΝΟΦ και τον μακεδονικό λαό δεν λύνεται σωστά το μακεδονικό ζήτημα (όπως κι ως τις 8/8/48), αλλά τουναντίον μεγαλώνει η δυσπιστία του μακεδονικού λαού και των μακεδόνων παρτιζάνων προς την ειλικρινή καθοδήγηση για την τύχη του μακεδόνικου λαού, δημιουργούνται ακόμα πιο πολλές συνθήκες λιποταξιών μακεδόνων μαχητών από το ΔΣΕ, πέφτει η μαχητική επίδοση των μακεδόνικων μαζών, μαζί με όλα αυτά αφαιρέσατε την δυνατότητα να βρεθούν μέσα στον μακεδονικό λαό νέες μαχητικές δυνάμεις για την συνέχιση του αγώνα στην Ελλάδα, όπως μέχρι τα χτες έτσι και σήμερα το πιο φλέγον ζήτημα ήταν και παραμένει το ζήτημα των εφεδρειών του ΔΣΕ γεγονός που με τις ίδιες σας διαπιστώσεις ήταν και είναι η κύρια αιτία που ως τα σήμερα προοπτικές σας και αποφάσεις απέτυχαν σε βάρος του δημοκρατικού κινήματος και σ' όφελος του κοινού εχθρού. .. Όλη η πολιτική και ταχτική της ΚΕ του ΚΚΕ από το 1941 και δώθε δεν ήταν σωστή και τέτοια που άρμοζε για τον μακεδονικό λαό και το μακεδονικό ζήτημα και μαζί μ'αυτό για μας, εσείς είστε προκαταλημμένοι προς το ΝΟΦ και τον μακεδόνικο λαό ή πάλι χωρίς την επαναστατική εκείνη δίκαια πρωτοβουλία να λύσετε το πιο λεπτό και σοβαρό ζήτημα στην ιστορία του δημοκρατικού κινήματος της Ελλάδας, δηλαδή το μακεδόνικο ζήτημα, κι αυτό σημαίνει ότι εσείς πολύ λίγο ή καθόλου δεν βλέπετε ότι όταν λυθεί αυτό το ζήτημα ή λύνεται σωστά αυξάνουν αναμφισβήτητα στον ανώτατο βαθμό οι υποκειμενικές και αντικειμενικές συνθήκες, όχι μονάχα για την επιτυχή συνέχιση του δημοκρατικού κινήματος στην Ελλάδα αλλά και για την τελική νίκη.. Όμως σας λέμε πως εμείς σα Μακεδόνες και κομμουνιστές και γραπτά δηλώνουμε ότι ο Τίτο, το Κ.Κ.Γ. και το Κ.Κ.Μ. πιο ορθά, πιο άξια το έλυσαν, το λύνουν και θέλουν να το λύσουν στο σύνολο τους το μακεδονικό ζήτημα, και ότι μαζί μ' αυτό απότι βλέπουμε στην πράξη εδώ, δεν μπορούμε να πιστέψουμε ότι ο συν. Τίτο, το Κ.Κ.Γ. και Κ.Κ.Μ. έγιναν προδότες, ότι πέρασαν ή θα περάσουν στο στρατόπεδο των ιμπεριαλιστών…».Μεταξύ των άλλων προϋποθέσεων που έθεσαν για την επιστροφή τους στο Δημοκρατικό Στρατό ήταν και οι ακόλουθες:
1) Ν' αρχίσει αμέσως κι ενεργητικά από κοινού η δημιουργία μακεδόνικων μονάδων με δικό τους μακεδονικό επιτελείο σαν αναπόσπαστο τμήμα του Δ.Σ.Ε και κάτω από την καθοδήγηση του Γ.Λ. του Δ.Σ.Ε…4) Καθοδηγητές των μονάδων αυτών ναναι μακεδόνες, που ολοκληρωτικά θα γίνουν δεκτοί κι επιθυμητοί απτούς μαχητές και στελέχη των μακεδόνικων μονάδων. 5) Ν' αντικατασταθούν απτά πόστα τους οι συν. Κόϊτσεφ, Κωτσόπουλος και Α. Γουσόπουλος (Μάκης) με μακεδόνικα στελέχη που θα προτείνει το ΚΣ-ΝΟΦ και τα στελέχη τω μακεδόνικων μονάδων…9) Ν' αποκατασταθούν λεύτερες εκπολιτιστικές σχέσεις ανάμεσα στο μακεδονικό λαό της Μακεδονίας του Αιγαίου (λεύτερη περιοχή) και τους μακεδόνες της Μακεδονιας του Βαρδάρη, μάλιστα αμοιβαίες επισκέψεις για την ίδια δουλειά ανάμεσα στις καθοδηγήσεις του μακεδόνικου λαού απτά δύο αυτά τμήματα της Μακεδονίας. 10) Από μέρους του ΝΟΦ να εκλαϊκεύεται λεύτερα πως το ΚΚΓ έλυσε το μακεδόνικο ζήτημα και πως το μακεδόνικο ζήτημα είναι λυμένο από το ΚΚ Βουλγαρίας…12) Να σταματήσει ανάμεσα στους μακεδόνες αντάρτες και τα μετόπισθεν η προπαγάνδα ενάντια στον Τίτο και υπέρ του γραφείου πληροφοριών και το αντίθετο , ή πάλι αφού επιτρέπεται η προπαγάνδα υπέρ του ενός να επιτραπεί και υπέρ του άλλου. 14) Όχι μόνο προφορικά μα και γραπτά ν' αναγνωρίσει η Κ.Ε-Κ.Κ.Ε ότι αυτή φταίει περισσότερο για όλες τις μέχρι τα τώρα αδικίες στο ΝΟΦ και στο μακεδόνικο ζήτημα, ότι εμείς είμαστε οι λιγώτερο φταίχτες και γι' αυτό από μέρους τους να δοθεί ηθική αναγνώριση (ικανοποίηση) για την ορθότητα για του τα μέχρι τα τώρα αγώνα μας αρχών. 15) Να μην ζητηθούν ευθύνες για όλους που έφυγαν στην Γιουγκοσλαβία. (Ο.Λ.Δ) μακεδόνες-σες απτίς τάξεις του ΔΣΕ, δηλαδή να μην θεωρούνται λιποτάκτες και προδότες.[66]
Η ηγεσία του ΚΚΕ έλαβε την επιστολή, όντας πλέον πεπεισμένη για την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού. Η επιστολή αυτή πρόσφερε στο ΚΚΕ την χρυσή ευκαιρία να επιρριφθεί προκαταβολικά η ευθύνη για την επερχόμενη ήττα αποκλειστικά στην «προδοσία του Tito και στην υπονομευτική δραστηριότητα των πρακτόρων του στο NOF και στον Δημοκρατικό Στρατό. Οι αμερικανοσοβιετικές διαπραγματεύσεις του Μαΐου 1949 για το ελληνικό ζήτημα δεν είχαν επιφέρει ουσιαστικά αποτελέσματα λόγω κυρίως της πρόθεσης της Μόσχας να εξασφαλίσει τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ στην πολιτική ζωή της Ελλάδας, ώστε να μπορέσει να συνεχίσει ένα δυναμικό εσωτερικό αγώνα.[67] Στον Ζαχαριάδη δόθηκε εντολή να αναστείλει προσωρινά τα σχέδια για υποχώρηση και να εντείνει τις επιθετικές ενέργειες. Προφανώς οι Σοβιετικοί γνώριζαν για τις επαφές του Tito με τους Δυτικούς[68] και θεωρούσαν το κλείσιμο των ελληνογιουγκοσλαβικών συνόρων υπόθεση χρόνου. Κωλυσιεργώντας στην εξεύρεση μιας πολιτικής λύσης με τους Δυτικούς για το ελληνικό ζήτημα, η σοβιετική πλευρά ήθελε να παρουσιάσει τον Tito ως πράκτορα του ιμπεριαλισμού και προδότη του ελληνικού δημοκρατικού κινήματος, αν ληφθεί υπόψη ότι το 1949 η αντιγιουγκοσλαβική εκστρατεία της Kominform ήταν ιδιαίτερα έντονη Στις 15 Ιουνίου 1948 το ΚΚΕ, με αφορμή την επιστολή των Goce-Keramidziev, σενέταξε μια διακήρυξη, η οποία στις 20 Ιουνίου , με πίεση του Ζαχαριάδη και του Ιωαννίδη, εγκρίθηκε από την Κομμουνιστική Οργάνωση της «Μακεδονίας του Αιγαίου» και παρουσιάστηκε ως απόφαση της. Στην διακήρυξη αυτή κατηγορείται η ομάδα του Keramidziev ότι διέσπασε την αγωνιστική ενότητα μεταξύ του ελληνικού και του «μακεδονικού» λαού, καταδικάζεται η πολιτική του Κομμουνιστικού Κόμματος Γιουγκοσλαβίας ως επιδιώκουσα από το 1943 την ενσωμάτωση της ελληνικής Μακεδονία στην γιουγκοσλαβική, και οι Keramidziv και Goce χαρακτηρίζονται ως πράκτορες του Tito που ίδρυσαν στα Σκόπια με την συνδρομή των γιουγκοσλαβικών αρχών ειδική υπηρεσία για την οργάνωση λιποταξιών από τον Δημοκρατικό Στρατό. Το πέρασμα του Tito στο στρατόπεδο των ιμπεριαλιστών θεωρείται αποδεδειγμένο γεγονός και καταδικάζεται η προδοσία των Λαϊκών Δημοκρατικών και η παράδοση των λαών της Γιουγκοσλαβίας, συμπεριλαμβανομένου και του «μακεδονικού» λαού, στα χέρια των ιμπεριαλιστών.[69]
Και οι μετέπειτα πολιτικές κινήσεις του Ζαχαριάδη δεν αποτελούν παρά σπασμωδικές κινήσεις στρεφόμενες κατά της Γιουγκοσλαβίας. Στις 2 Αυγούστου, μετά από την πανωλεθρία της 24ης Μεραρχίας του Δημοκρατικού Στρατού στις 5 Ιουλίου 1949 στο Καϊμακτσαλάν και το κλείσιμο των ελληνογιουγκοσλαβικών συνόρων στις 10 Ιουλίου, συνήλθε η Πρώτη «Πανεθνική» Συνδιάσκεψη της ΚΟΕΜ, η οποία εξέλεξε την νέα ηγεσία της. Στον λόγο του ο Ζαχαριάδης χαρακτήρισε την ΚΟΕΜ ως την δύναμη εκείνη που θα καθοδηγεί ιδεολογικά τον αγώνα του NOF προς την Λαϊκή Δημοκρατία. Η απουσία της κομματικής καθοδήγησης του NOFχαρακτηρίστηκε ως η κύρια αιτία των λαθών του NOF και της διείσδυσης του σωβινισμού στις τάξεις του.[70] Είναι σαφές ότι η ΚΟΕΜ στρεφόταν κατά του ΚΚ «Μακεδονίας», του οποίου αμφισβητούσε τον ηγεμονικό ρόλο. Στην απόφαση της Συνδιάσκεψης τονίζονταν η ενότητα του ελληνικού με τον «μακεδονικό λαό», η αφοσίωση του στις Λαϊκές Δημοκρατίες με επικεφαλής την Σοβιετική Ένωση και καλούνταν ο «μακεδονικός» λαός να αγωνιστεί με αυταπάρνηση για την υπεράσπιση των ελεύθερων βουνών του Γράμμου και του Βίτσι.[71] Προφανώς ο Ζαχαριάδης κατέβαλε μια τελευταία προσπάθεια να κινητοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερους Σλαβομακεδόνες ενόψει των επικείμενων μαχών στο Γράμμο και Βίτσι , υπολογίζοντας ότι σε περίπτωση αποτυχίας των κυβερνητικών δυνάμεων να καταλάβουν τα τελευταία οχυρά του Δημοκρατικού Στρατού η κυβέρνηση των Αθηνών ίσως αποδεχόταν τους όρους του ΚΚΕ για ειρήνευση. Οι τελευταίες όμως επιχειρήσεις (3-30 Αυγούστου 1949) στον Γράμμο και το Βίτσι έληξαν με ολοκληρωτική ήττα των ανταρτών, που υποχώρησαν στην Αλβανία.
Όπως είναι γνωστό ο Ζαχαριάδης απέδωσε την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού κυρίως στην «προδοσία» του Tito. Τα «εξιλαστήρια θύματα» αναζητήθηκαν και μέσα στους κόλπους του NOF, στα άτομα δηλαδή εκείνα τα οποία ο Ζαχαριάδης στήριξε το 1949 ως αντίβαρο στην φιλογιουγκοσλαβική ομάδα του Keramidziev. Στις 7 Οκτωβρίου 1949 στο Μπουρέλι της Αλβανίας συνελήφθηκαν οι «τιτοϊκοί πράκτορες», υπεύθυνοι για την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, οι P. Mitrevski, E. Nikolovska-Bera, MMaljo, M. Fotev, P. Rakovski, U. Jurukova, L. Colakov, L. Poplazarov, H. Kolencev, T. Hadzijanev. Το 1952 καταδικάστηκαν στην Σοβιετική Ένωση σε καταναγκαστικά έργα και μεταφέρθηκαν στην Σιβηρία.[72] Τον Μάρτιο του 1952 διαλύθηκε το NOFκαι στις αρχές Απριλίου ιδρύθηκε στην Πολωνία από Σλαβομακεδόνες που είχαν ακολουθήσει την ηγεσία του ΚΚΕ στις Ανατολικές χώρες η οργάνωση «Ilinden» στρεφόμενη κυρίως κατά της «μακεδονικής» πολιτικής της Γιουγκοσλαβίας. Μετά την άνοδο στην εξουσία του Chruscev και την σοβιετο-γιουγκοσλαβική προσέγγιση των ετών 1955-57 στα καταδικασθέντα μέλη του NOF απονεμήθηκε χάρη. Οι περισσότεροι επέστρεψαν στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία, γενόμενοι δεκτοί ως «εθνικοί ήρωες».
Συμπερασματικά μπορεί να λεχθεί ότι οι σχέσεις ΚΚΕ και NOF στην διάρκεια του εμφυλίου δεν αποτελούν παρά την ιστορία μιας περιπέτειας. Επιβεβαιώνουν την τυχοδιωκτική πολιτική του ΚΚΕ στο Μακεδονικό, που αποτελεί μέρος της γενικότερης αντιφατικής του πολιτικής μετά το 1944. δέσμιο της θέσης του για την ύπαρξη «μακεδονικού» έθνους, εξαρτημένο από την γιουγκοσλαβική βοήθεια και επειγόμενο να στρατολογήσει όσο το δυνατόν περισσότερους Σλαβομακεδόνες στο Δημοκρατικό Στρατό το ΚΚΕ αποδείχτηκε αδύναμο να αναχαιτίσει την αλυτρωτική και προπαγανδιστική δραστηριότητα που ασκούσαν τα φιλογιουγκοσλαβικά στοιχεία του NOFστους Σλαβομακεδόνες. Και μετά την απομάκρυνση των στοιχείων αυτών το 1948, το ΚΚΕ, αντί να εντάξει τους Σλαβομακεδόνες οργανικά στον κορμό του ελληνικού έθνους και κράτους προτίμησε να αποδεχτεί την βουλγαρική θέση της «ανεξάρτητης Μακεδονίας», η οποία, αν και κατά βάθος στρεφόταν κατά της κυριαρχίας του Tito στην γιουγκοσλαβική Μακεδονία, δέσμευε το ΚΚΕ να υιοθετήσει τη γραμμή της απόσχισης του «μακεδονικού» λαού από το ελληνικό κράτος.
πηγη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου