ΑΡΜΑΤΟΛΟΙ ΚΑΙ ΚΛΕΦΤΕΣ ΤΑ ΕΝΟΠΛΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821------
Γράφει ο
Παναγιώτης Ι. Παπαδόπουλος
Φιλόλογος-Καθηγητής------
Είναι γεγονός ότι η οικονομική και πνευματική ανάπτυξη των Ελλήνων στα χρόνια της Τουρκοκρατίας οδήγησε στην εθνική αφύπνιση.
Μέσα στους νάρθηκες των εκκλησιών και των απομακρυσμένων μοναστηριών σφυρηλατήθηκε η ψυχή των Ελλήνων για να είναι έτοιμη όταν έρθει η ώρα να διεκδικήσει την ελευθερία. Εκεί μέσα έσπαζαν οι κρίκοι της αλυσίδας που κρατούσε δέσμια την αγάπη για την ελευθερία.
Έτσι, δεν άργησε, όταν η τουρκική αυθαιρεσία περνούσε τα ανθρώπινα όρια, να γεμίσουν τα βουνά του Ολύμπου και της Πίνδου από τους ατίθασους και απείθαρχους αντάρτες. Τότε γεννήθηκε η κλεφτουριά που έγραψε τις δικές της σελίδες στην ιστορία του έθνους. Άπειρα είναι τα ποιήματα και τα τραγούδια του λαού με τα οποία εξύμνησε τα ηρωικά κατορθώματα των κλεφτών. Αλλά για ποιους κλέφτες μιλάμε. Είναι εκείνοι που αρνήθηκαν το ζυγό, αρνήθηκαν την ταπείνωση και τον εξευτελισμό.
Πήραν τα βουνά της Πίνδου και του Ολύμπου. Κλέφτες τους ονόμαζαν οι Τούρκοι στους Έλληνες των χωριών και των πόλεων στην προσπάθειά τους να τους πείσουν να αρνηθούν τον εφοδιασμό των ανταρτών με τρόφιμα και ρουχισμό. Η ελληνική, όμως, ψυχή αγιοποίησε τη λέξη «κλέφτης» ώστε να συμβολίζει τον γενναίο, τον τολμηρό που καλείται να υπερασπιστεί τις ζωές και τις περιουσίες των συμπατριωτών του αλλά και τα ιδεώδη μιας ολόκληρης φυλής.
Κάποιες φορές, όμως, οι αντάρτες από τα Άγραφα κατεβαίνουν στην θεσσαλική πεδιάδα, ληστεύουν τις ιδιοκτησίες των Τούρκων. Με την πάροδο του χρόνου εξελίχθησαν οι κλέφτες, οι τιμωροί των Τούρκων στην προσπάθειά τους να περιορίσουν τις αυθαιρεσίες τους αλλά πολλές φορές και για να εξασφαλίσουν τα αναγκαία τρόφιμα για την επιβίωσή τους.
«Ο κλέφτης της ελληνικής εκείνης εποχής, δεν είναι ούτε ο άριστος τύπος των ανθρώπων, ούτε ο άσχημος, ούτε ο αστός, ούτε ο χωριάτης, ούτε ο γεωργός, αλλά είναι και θα είναι και θα παραμένει στην ιστορία αυτός που είναι. Είναι ατόφιος, ο Έλληνας, ο κλέφτης με την ξεχωριστή και την ιδιόρρυθμη λεβεντιά του, την γεμάτη περηφάνια και ανδρεία. Μια γονιμότητα και μια δύναμη είναι φωλιασμένη στην ψυχή του». (1)
Η ζωή του κλέφτη επάνω στου βουνό έχει τις δικές της δυσκολίες, κυρίως, τις εποχές του χειμώνα όταν επικρατούν συνθήκες ακραίων καιρικών φαινομένων. Όταν όλα γύρω του είναι χιονισμένα και παγωμένα. Πρώτα η αναζήτηση στέγης σε κάποια σπηλιά μαζί με τα άγρια ζώα, σε κάποια ξεχασμένη μάντρα ή και τα σπίτια κάποιου απομακρυσμένου χωριού.
Δεν είναι μόνο οι στερήσεις των φυσικών αγαθών. Είναι και οι στερήσεις των δικών τους προσώπων στο χωριό ή στην πόλη. Αναρωτήθηκε κανείς γιατί την ώρα της Ανάστασης, το Πάσχα, ή της πρωτοχρονιάς επικράτησε σήμερα το έθιμο να πυροβολούν στον αέρα; Η απάντηση βρίσκεται στην ιστορία. Η οικογένεια του αντάρτη ειδοποιούσε με τον τρόπο αυτό την ώρα της Ανάστασης, για να τσουγκρίσει το κόκκινο αυγό με τον συμπολεμιστή του. Του έλειπε η οικογένεια, τα παιδιά και αυτό δεν διαρκούσε κάποια χρόνια, παρά ολόκληρη τη ζωή του.
Κάποια στιγμή θα ανέβαινε στο βουνό και το παιδί του, είτε παρασυρμένο από το κλέφτικο τραγούδι, γοητευμένο από τα κατορθώματα του πατέρα του ή και από την εκδικητική μανία των Τούρκων όταν αναζητούσε το παιδί του.
Ήταν υποχρεωμένος ο αντάρτης-κλέφτης να γυμνάζεται μαζί με τους συμπολεμιστές του. Να ασκεί το σώμα του αλλά και τη ψυχή του. Να ασκείται στην σκοποβολή για να έχει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα αφού τα πυρομαχικά του είναι πάντα περιορισμένα έναντι των Τούρκων.
Ήταν συνήθως ηλιοκαμένος, λεπτός και αδύνατος. Φορούσε την παραδοσιακή ενδυμασία της φουστανέλας ζωσμένος στη μέση με τις πιστόλες της εποχής εκείνης και τα μαχαίρια για την προσωπική του ασφάλεια αλλά και για την υπεράσπιση των ιδανικών του.
Αχώριστος σύντροφος των κλεφτών είναι το καριοφίλι, το ντουφέκι του, γύρω από το οποίο η λαϊκή μούσα έχει πλέον τα ομορφότερα τραγούδια.
«Πολλά τουφέκια πέφτουνε, μιλιόνια, καριοφίλια» (2)
Στην προσπάθειά τους οι Τούρκοι να περιορίσουν τις δραστηριότητες των ανταρτών αναγκάστηκαν να εξοπλίσουν, να αρματώσουν Έλληνες με σκοπό να επιβάλουν την τάξη και να προστατέψουν τους τουρκικούς πληθυσμούς, ίδρυσαν το αρματολίκι. Δηλαδή μια συγκεκριμένη περιοχή την οποία αναλάμβαναν οι αρματολοί να διαφυλάξουν με ανταλλάγματα, φυσικά οικονομικά. Αμοιβές, φοροαπαλλαγές και, κυρίως, απαλλαγές των παιδιών τους από την υποχρέωση των γενιτσάρων. Το τελευταίο ήταν μια καλή ευκαιρία να γλιτώσει το παιδί από τα χέρια του δυνάστη, αλλά και να εκπαιδευτεί ο πατέρας στα όπλα, ήταν κάτι που υπολόγιζε ο σκλαβωμένος Έλληνας.
Για να προστατευτούν, λοιπόν, οι Τούρκοι από τις επιδρομές των ανταρτών-κλεφτών αναγκάστηκαν να δημιουργήσουν το θεσμό του αρματολού. Του ένοπλου, δηλαδή στρατευμένου Έλληνα που θα προστάτευε τις ζωές και τις περιουσίες των Τούρκων και των Ελλήνων. Ο σουλτάνος Μουράτ Β’ (1421-1451) λίγα χρόνια πριν την άλωση της Πόλης αναγκάζεται να δημιουργήσει το πρώτο αρματολίκι στην περιοχή του ελλαδικού-τουρκοκρατούμενου χώρου, αναθέτοντας σε ένα από τους παλιούς κλέφτες.
Σκοπός του ήταν η τήρηση της τάξης. Βέβαια, τη θέση αυτή δεν την κρατούσε πολύ γιατί κάποιες ενέργειες του κλέφτη-αρματολού θα κινούσαν την υποψία των Τούρκων ότι εξυπηρετεί τους Έλληνες ή τους ευρωπαίους χριστιανούς. Ο αρματολός αφού έπεσε στη δυσμένεια των Τούρκων, ξαναγύριζε στο βουνό κοντά στους συμπατριώτες του για να ζήσει κοντά τους υπερασπιζόμενος τους Έλληνες και τα ιδανικά τους.
Ο θεσμός των αρματολών θα γενικευτεί σε πολλά μέρη της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδος, της Ηπείρου και της Μακεδονίας, κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. Πολλοί αρματολοί φρόντισαν να κάνουν τα αρματολίκια τους κληρονομικά με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί τελικά μια κλειστή σχεδόν τάξη, τα «τζάκια» που προκάλεσε και την εχθρότητα των Ελλήνων.
Στην ιστορία έγιναν γνωστά πάντως τα αρματολίκια των Αγράφων και του Ολύμπου γιατί στις περιοχές εκείνες είχαν καταφύγει στα βουνά της οι κλέφτες από πολλές περιοχές. (3)
Εκείνο, όμως, που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι: στις δύο αυτές ομάδες πολεμιστών στηρίχθηκε η ελληνική επανάσταση. Αυτοί αποτέλεσαν τον ένοπλο πυρήνα του στρατού που θα πήγαινε μπροστά για να συγκρουστεί με τον τακτικό στρατό της Τουρκίας. Κοντά τους θα συσπειρωθούν πολλοί Έλληνες την ημέρα του ξεσηκωμού. Μέσα από αυτούς θα προκύψουν και πολέμαρχοι που θα τους οδηγήσουν στη νίκη.
Συνεχίζεται
Βιβλιογραφία
1.Η κλεφτουριά του Μωριά, Ανδρέα Μιχαλόπουλου. Αθήνα 1963
2.Το κλέφτικο τραγούδι, Γιάννη Αποστολάκη Εκδ. Ι. Κολλάρου
3.Ν. Ελληνική ιστορία του Απ. Βακαλόπουλου. Εκδ. Βάσια σελ. 93-95
Έτσι, δεν άργησε, όταν η τουρκική αυθαιρεσία περνούσε τα ανθρώπινα όρια, να γεμίσουν τα βουνά του Ολύμπου και της Πίνδου από τους ατίθασους και απείθαρχους αντάρτες. Τότε γεννήθηκε η κλεφτουριά που έγραψε τις δικές της σελίδες στην ιστορία του έθνους. Άπειρα είναι τα ποιήματα και τα τραγούδια του λαού με τα οποία εξύμνησε τα ηρωικά κατορθώματα των κλεφτών. Αλλά για ποιους κλέφτες μιλάμε. Είναι εκείνοι που αρνήθηκαν το ζυγό, αρνήθηκαν την ταπείνωση και τον εξευτελισμό.
Πήραν τα βουνά της Πίνδου και του Ολύμπου. Κλέφτες τους ονόμαζαν οι Τούρκοι στους Έλληνες των χωριών και των πόλεων στην προσπάθειά τους να τους πείσουν να αρνηθούν τον εφοδιασμό των ανταρτών με τρόφιμα και ρουχισμό. Η ελληνική, όμως, ψυχή αγιοποίησε τη λέξη «κλέφτης» ώστε να συμβολίζει τον γενναίο, τον τολμηρό που καλείται να υπερασπιστεί τις ζωές και τις περιουσίες των συμπατριωτών του αλλά και τα ιδεώδη μιας ολόκληρης φυλής.
Κάποιες φορές, όμως, οι αντάρτες από τα Άγραφα κατεβαίνουν στην θεσσαλική πεδιάδα, ληστεύουν τις ιδιοκτησίες των Τούρκων. Με την πάροδο του χρόνου εξελίχθησαν οι κλέφτες, οι τιμωροί των Τούρκων στην προσπάθειά τους να περιορίσουν τις αυθαιρεσίες τους αλλά πολλές φορές και για να εξασφαλίσουν τα αναγκαία τρόφιμα για την επιβίωσή τους.
«Ο κλέφτης της ελληνικής εκείνης εποχής, δεν είναι ούτε ο άριστος τύπος των ανθρώπων, ούτε ο άσχημος, ούτε ο αστός, ούτε ο χωριάτης, ούτε ο γεωργός, αλλά είναι και θα είναι και θα παραμένει στην ιστορία αυτός που είναι. Είναι ατόφιος, ο Έλληνας, ο κλέφτης με την ξεχωριστή και την ιδιόρρυθμη λεβεντιά του, την γεμάτη περηφάνια και ανδρεία. Μια γονιμότητα και μια δύναμη είναι φωλιασμένη στην ψυχή του». (1)
Η ζωή του κλέφτη επάνω στου βουνό έχει τις δικές της δυσκολίες, κυρίως, τις εποχές του χειμώνα όταν επικρατούν συνθήκες ακραίων καιρικών φαινομένων. Όταν όλα γύρω του είναι χιονισμένα και παγωμένα. Πρώτα η αναζήτηση στέγης σε κάποια σπηλιά μαζί με τα άγρια ζώα, σε κάποια ξεχασμένη μάντρα ή και τα σπίτια κάποιου απομακρυσμένου χωριού.
Δεν είναι μόνο οι στερήσεις των φυσικών αγαθών. Είναι και οι στερήσεις των δικών τους προσώπων στο χωριό ή στην πόλη. Αναρωτήθηκε κανείς γιατί την ώρα της Ανάστασης, το Πάσχα, ή της πρωτοχρονιάς επικράτησε σήμερα το έθιμο να πυροβολούν στον αέρα; Η απάντηση βρίσκεται στην ιστορία. Η οικογένεια του αντάρτη ειδοποιούσε με τον τρόπο αυτό την ώρα της Ανάστασης, για να τσουγκρίσει το κόκκινο αυγό με τον συμπολεμιστή του. Του έλειπε η οικογένεια, τα παιδιά και αυτό δεν διαρκούσε κάποια χρόνια, παρά ολόκληρη τη ζωή του.
Κάποια στιγμή θα ανέβαινε στο βουνό και το παιδί του, είτε παρασυρμένο από το κλέφτικο τραγούδι, γοητευμένο από τα κατορθώματα του πατέρα του ή και από την εκδικητική μανία των Τούρκων όταν αναζητούσε το παιδί του.
Ήταν υποχρεωμένος ο αντάρτης-κλέφτης να γυμνάζεται μαζί με τους συμπολεμιστές του. Να ασκεί το σώμα του αλλά και τη ψυχή του. Να ασκείται στην σκοποβολή για να έχει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα αφού τα πυρομαχικά του είναι πάντα περιορισμένα έναντι των Τούρκων.
Ήταν συνήθως ηλιοκαμένος, λεπτός και αδύνατος. Φορούσε την παραδοσιακή ενδυμασία της φουστανέλας ζωσμένος στη μέση με τις πιστόλες της εποχής εκείνης και τα μαχαίρια για την προσωπική του ασφάλεια αλλά και για την υπεράσπιση των ιδανικών του.
Αχώριστος σύντροφος των κλεφτών είναι το καριοφίλι, το ντουφέκι του, γύρω από το οποίο η λαϊκή μούσα έχει πλέον τα ομορφότερα τραγούδια.
«Πολλά τουφέκια πέφτουνε, μιλιόνια, καριοφίλια» (2)
Στην προσπάθειά τους οι Τούρκοι να περιορίσουν τις δραστηριότητες των ανταρτών αναγκάστηκαν να εξοπλίσουν, να αρματώσουν Έλληνες με σκοπό να επιβάλουν την τάξη και να προστατέψουν τους τουρκικούς πληθυσμούς, ίδρυσαν το αρματολίκι. Δηλαδή μια συγκεκριμένη περιοχή την οποία αναλάμβαναν οι αρματολοί να διαφυλάξουν με ανταλλάγματα, φυσικά οικονομικά. Αμοιβές, φοροαπαλλαγές και, κυρίως, απαλλαγές των παιδιών τους από την υποχρέωση των γενιτσάρων. Το τελευταίο ήταν μια καλή ευκαιρία να γλιτώσει το παιδί από τα χέρια του δυνάστη, αλλά και να εκπαιδευτεί ο πατέρας στα όπλα, ήταν κάτι που υπολόγιζε ο σκλαβωμένος Έλληνας.
Για να προστατευτούν, λοιπόν, οι Τούρκοι από τις επιδρομές των ανταρτών-κλεφτών αναγκάστηκαν να δημιουργήσουν το θεσμό του αρματολού. Του ένοπλου, δηλαδή στρατευμένου Έλληνα που θα προστάτευε τις ζωές και τις περιουσίες των Τούρκων και των Ελλήνων. Ο σουλτάνος Μουράτ Β’ (1421-1451) λίγα χρόνια πριν την άλωση της Πόλης αναγκάζεται να δημιουργήσει το πρώτο αρματολίκι στην περιοχή του ελλαδικού-τουρκοκρατούμενου χώρου, αναθέτοντας σε ένα από τους παλιούς κλέφτες.
Σκοπός του ήταν η τήρηση της τάξης. Βέβαια, τη θέση αυτή δεν την κρατούσε πολύ γιατί κάποιες ενέργειες του κλέφτη-αρματολού θα κινούσαν την υποψία των Τούρκων ότι εξυπηρετεί τους Έλληνες ή τους ευρωπαίους χριστιανούς. Ο αρματολός αφού έπεσε στη δυσμένεια των Τούρκων, ξαναγύριζε στο βουνό κοντά στους συμπατριώτες του για να ζήσει κοντά τους υπερασπιζόμενος τους Έλληνες και τα ιδανικά τους.
Ο θεσμός των αρματολών θα γενικευτεί σε πολλά μέρη της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδος, της Ηπείρου και της Μακεδονίας, κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. Πολλοί αρματολοί φρόντισαν να κάνουν τα αρματολίκια τους κληρονομικά με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί τελικά μια κλειστή σχεδόν τάξη, τα «τζάκια» που προκάλεσε και την εχθρότητα των Ελλήνων.
Στην ιστορία έγιναν γνωστά πάντως τα αρματολίκια των Αγράφων και του Ολύμπου γιατί στις περιοχές εκείνες είχαν καταφύγει στα βουνά της οι κλέφτες από πολλές περιοχές. (3)
Εκείνο, όμως, που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι: στις δύο αυτές ομάδες πολεμιστών στηρίχθηκε η ελληνική επανάσταση. Αυτοί αποτέλεσαν τον ένοπλο πυρήνα του στρατού που θα πήγαινε μπροστά για να συγκρουστεί με τον τακτικό στρατό της Τουρκίας. Κοντά τους θα συσπειρωθούν πολλοί Έλληνες την ημέρα του ξεσηκωμού. Μέσα από αυτούς θα προκύψουν και πολέμαρχοι που θα τους οδηγήσουν στη νίκη.
Συνεχίζεται
Βιβλιογραφία
1.Η κλεφτουριά του Μωριά, Ανδρέα Μιχαλόπουλου. Αθήνα 1963
2.Το κλέφτικο τραγούδι, Γιάννη Αποστολάκη Εκδ. Ι. Κολλάρου
3.Ν. Ελληνική ιστορία του Απ. Βακαλόπουλου. Εκδ. Βάσια σελ. 93-95
http://mathainoumeellinikiistoria.blogspot.gr/2010/09/1821.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου