Τις τελευταίες δυο δεκαετίες, μεταξύ των πολλών άλλων ξεδιάντροπων υποσχέσεων που ακούμε προεκλογικά, από τα δυο κόμματα εξουσίας, είναι η φορολόγηση των μεγάλων εισοδημάτων, την οποία ουδέποτε είδαμε να πραγματοποιείται. Αντ’ αυτού, οι πολιτικοί άνδρες, προκειμένου να εισέλθουν στην συνομοταξία της υπό φορολόγηση αυτής τάξης, μας οδήγησαν στην οικονομική κατάρρευση. Μια αρνητική επίδοση με ιστορία που κρατάει από ιδρύσεως του νέο-ελληνικού κράτους. Η χυδαιότητα της ταύτισης του κράτους με την πολιτεία, και αλίμονο με την πατρίδα.
Η σημερινή κυβέρνηση του «Μνημονίου», πασχίζει άπελπις να συμμαζέψει το φορολογικό κομφούζιο, δίχως κανένα αποτέλεσμα, όπως δείχνουν οι σχετικοί αριθμοί που κατατίθενται από τις οικονομικές αναλύσεις, που ανακοινώνει ακόμη και η ίδια. Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα, όπως λέει και το παρακάτω τραγουδάκι:
«Μια πατάτες μια σαλάτα και ελίτσες Καλαμών, κι άιντε πάλι από τα ίδια, μια ζωή πατερημών».
Επωδός (ρεφραίν) τραγουδιού του ρεμπέτη Καπλάνη, μισό αιώνα πίσω.
Τι να φταίει άραγε και ο Ρωμιός δεν θέλει, με κανέναν θεό, να είναι συνεπής προς τις φορολογικές του υποχρεώσεις; Φαίνεται όμως ότι η ιστορία αυτή είναι πολύ παλιά. Ξεκινά από τότε που άρχισαν να εμφανίζονται στο προσκήνιο της Ιστορίας, οι πρώτες καλά οργανωμένες πόλεις, στη γη των Ελλήνων. Μια περίπτωση λοιπόν του προβλήματος αυτού, αλλά κυρίως την λύση που επέλεξαν οι πολίτες οι ίδιοι, για την αντιμετώπιση του συγκεκριμένου προβλήματος – λύση τέλεια όπως θα δούμε – θα καταθέσω στην συνέχεια.
ΑΝΤΙΔΟΣΙΣΈνα μέτρο με το οποίο κατέστησαν αδύνατη την φοροδιαφυγή των πλούσιων πολιτών οι Αθηναίοι. Ένα μέτρο που εάν εφαρμόζονταν σήμερα θα έλυνε το ζήτημα της φοροδιαφυγής των μεγάλων εισοδημάτων.
Οι Αθηναίοι υποχρέωναν τους πλουσιότερους των δέκα φυλών να κατασκευάζουν πολεμικά πλοία. Κάθε φυλή εξέλεγε 120 πρόσωπα μεταξύ των πλουσιοτέρων. Οι μισοί απ’ αυτούς που ονομάζονταν συμμορία, συνενώνονταν μ’ όλες τις συμμορίες των άλλων φυλών και διαιρούνταν, όλοι μαζί σε τέσσερις συμμορίες των 300 ατόμων η κάθε μια.
Οι εναπομένοντες μισοί των δέκα φυλών, που περιελάμβαναν τους λιγότερο πλούσιους, παρέμεναν επικουρικοί και συνεισέφεραν ανάλογα. Η κάθε μια από τις τέσσερις συμμορίες είχε δικό της στρατό και δικό της ρήτορα. Πλούσιοι θεωρούνταν όσοι είχαν περιουσία δέκα ταλάντων.
Εάν κάποιος από τους πλούσιους, που τους υποδείκνυε η κάθε φυλή, ζητούσε την απαλλαγή του από την τριηραρχία (έξοδα κατασκευής, συντήρησης), με την δικαιολογία ότι δεν είναι πλούσιος, τότε δικαιούνταν ο οποιοσδήποτε άλλος πολίτης να δηλώσει αποδοχή του αξιώματος, υπό τον όρο να ανταλλάξει την περιουσία του με την περιουσία του ενιασταμένου. Η πράξη αυτή καλούνταν αντίδοσις.Είναι ολοφάνερο ότι κανείς πλούσιος δεν θα ήταν πρόθυμος να ζητήσει απαλλαγή από την τριηραρχία, κινδυνεύοντας ν’ ανταλλάξει την περιουσία του με την περιουσία κάποιου, ο οποίος διέθετε μικρότερη από την δική του. Η αντίδοση ίσχυε στην τριηραρχία, στην χορηγία, στην εστίαση και στην γυμνασιαρχία. Οι δημόσιες αυτές λειτουργίες ήταν ετήσιες και επομένως κάθε χρόνο γίνονταν αντιδόσεις.
Ο ενιστάμενος, αυτός δηλαδή που ζητούσε απαλλαγή, όφειλε να υποδείξει αυτόν που θεωρούσε πλουσιότερό του. Εάν ο τελευταίος αυτός αμφισβητούσε τον ισχυρισμό του ενισταμένου, ακολουθούσε δίκη, ειδική για την περίπτωση αυτή. Κατ’ αυτή ο καθένας τους ορκίζονταν ότι ορθώς και δικαίως αποφαίνονταν για την περιουσία του, και εντός τριημέρου υπέβαλλε λεπτομερή κατάστασή της. Μετά απ’ αυτό παραπέμπονταν η υπόθεση στο αρμόδιο δικαστήριο, στο οποίο γίνονταν συζήτηση περί της αξίας της περιουσίας, περί των βαρών της κλπ. (Δημοσθ. Προς Φαίν. 5).
Εν τω μεταξύ, καθένας από τους διάδικους προφυλακτικώς μπορούσε να κατάσχει την περιουσία του αντιδίκου του και να την σφραγίσει (Δημοσθ. Κατά Μειδίου 79). Η εναλλαγή της περιουσίας (αντίδοση) λάμβανε χώρα πριν από την έκδοση της δικαστικής απόφασης (Ισοκρ. περί αντιδόσεως 5).
Στην αντίδοση περιλαμβάνονταν η εναλλαγή όλης της περιουσίας, τα ζώα οι δούλοι (Λυσίου περί αντιδ. 1), οι αποκτήσεις (Δημοσθ. Κατ’ Αφόβου Β, 17), και τα χρήματα (Δημοσθ. Προς Λεπτίνη). Κατ’ εξαίρεση απαλλάσσονταν από την αντίδοση τα μεταλλεία («πλην των εν τοις έργοις τοις αργυρίοις»), οι κληρουχίες (Δημοσθ. Περι Συμμοτιών 16), τα κοινωνικά δηλαδή τα αδιαίρετα και οι περιουσίες που συνεπάγονται προσωποπαγείς υποχρεώσεις, όπως η διατροφή της μητρός.
Κατά την συζήτηση της αντίδοσης ήταν δυνατόν να συζητηθούν ορισμένες εξαιρέσεις των ανταλλακτέων.
Είναι αξιοθαύμαστη η απλότητα αλλά και η αποτελεσματικότητα του φορολογικού αυτού μέτρου. Παραδίδει η πολιτεία τους πλούσιους πολίτες στο έλεγχο της υποχρεωτικής ειλικρίνειας του καθενός, και προς την πολιτεία και προς στους ανθρώπους της ίδιας οικονομικής επιφάνειας.
Από τις πολλές αναφορές σε συγκεκριμένα περιστατικά που διαθέτουμε, από τους ρήτορες της εποχής, είναι φανερό ότι η διαδικασία αυτή εφαρμόζονταν συχνά. Και ο Ισοκράτης και ο Δημοσθένης υπήρξαν αντίδικοι σε περιπτώσεις αντιδόσεων.
Βιβλιογραφία: «ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ». Συγγραφέας, Ι. Δ. Ζέπος
Πηγή
http://www.athriskos.gr/modules/news/article.php?storyid=2179