Οι Έλληνες χωρικοί διατύπωναν με επιγραμματικό τρόπο την κατάστασή τους. Όταν κάποιος τους ρωτούσε ποιος ήταν το αφεντικό τους, απαντούσαν ότι δούλευαν για τρεις
μάστιγες: τους Τούρκους, τους παπάδες και τους κοτζαμπάσηδες. Κοτζαμπάσης στα τούρκικα σημαίνει ο προεστός, ο κοινοτάρχης. Υπήρξαν η οικονομική ολιγαρχία της εποχής, οι έχοντες και κατέχοντες, οι αντιπρόσωποι των τουρκικών συμφερόντων προεπαναστατικά και των δυτικών μετεπαναστατικά. Βαθύτατα συντηρητικοί, προσκυνημένοι και φιλότουρκοι. Οι Έλληνες τους ονόμαζαν «χριστιανούς Τούρκους». Ντύνονταν και συμπεριφέρονταν σαν Τούρκοι και έπαιρναν τους φόρους από τους εξαθλιωμένους ραγιάδες για να τους παραδώσουν στα αφεντικά τους και φυσικά να κρατήσουν το μερίδιό τους. Επέβαλλαν φυσικά και την «τάξη» καθώς είχαν προσωπικούς στρατούς από ένοπλους μπράβους, κυρίως Ρουμελιώτες, για να τρομοκρατούν τους κακόμοιρους χωρικούς.
Οι πιο πλούσιοι ήταν οι Μοραΐτες κοτζαμπάσηδες και αυτό όχι μόνο λόγω του πλούτου του Μοριά αλλά κυρίως χάρη στους βεκίληδες. Η κατάκτηση του Μοριά δεν επήλθε εύκολα αν και οι προύχοντες της περιοχής είχαν οικειοθελώς προσχωρήσει στους Τούρκους προτιμώντας τους από τους Βενετούς. Η αντίσταση του απλού λαού ανάγκασε τους Τούρκους να κρατούν ομήρους στην Πύλη έναν αριθμό προκρίτων, τους επονομαζόμενους βεκίληδες. Χάρη σ’ αυτούς απέκτησαν διασυνδέσεις με την κεντρική εξουσία και μεγάλα πλούτη και δημιούργησαν τα «τζάκια» που ακόμη και σήμερα επιβιώνουν και υπερηφανεύονται κάποιοι για την καταγωγή τους...
Δεν επιθυμούσαν επ’ ουδενί την απελευθέρωση της Ελλάδας. Από τη στιγμή που περνάγανε καλά με τους Τούρκους και τα έσοδά τους ήταν υψηλά γιατί να μπλέξουν σε περιπέτειες; Όταν τα γεγονότα τους ξεπερνούν και βλέπουν τον ξεσηκωμό των Ελλήνων να φουντώνει κάνουν αγωνιώδεις προσπάθειες να μην απωλέσουν τα κεκτημένα. Το στοίχημα ήταν να διατηρήσουν την εξουσία και να μην επιτρέψουν στους οπλαρχηγούς και τον λαό ν’ αποκτήσουν μερίδιο σ’ αυτή. Ο Γάλλος πρόξενος στα Ιωάννινα Πουκεβίλ γράφει επ’ αυτού: «Όταν οι κοτζαμπάσηδες μιλάνε για ελευθερίες δεν είναι για να καλυτερέψει η θέση του λαού, αλλά για να μπουν οι ίδιοι στη θέση των Τούρκων».
Όταν έρχεται ο Δημήτριος Υψηλάντης στην Ελλάδα, ως αντιπρόσωπος της Φιλικής Εταιρείας, για να αναλάβει την εξουσία της Επανάστασης, κάνουν τα πάντα για να τον διώξουν σε αγαστή συνεργασία με τους Φαναριώτες και την Εκκλησία. Ο δημοκρατικός τρόπος διακυβέρνησης που προτείνει ο Υψηλάντης δεν τους βρίσκει σύμφωνους. Προτιμούν μια «δημοκρατία» που θα την ελέγχουν αυτοί. Όταν τον Ιούνιο του 1821 ο Υψηλάντης αναχωρεί από την Ελλάδα αηδιασμένος οι εξαγριωμένοι στρατιώτες και ο λαός κινείται απειλητικά εναντίον τους και σώζονται μόνο χάρη στην παρέμβαση του Κολοκοτρώνη.
Στις τρεις Εθνοσυνελεύσεις της Επανάστασης κυριαρχούν και επιβάλλουν τη θέλησή τους στους βασανισμένους Έλληνες.
Κι όταν με την παρέμβαση των Μ. Δυνάμεων η Ελλάδα γίνεται ανεξάρτητο κράτος η έλευση του Καποδίστρια τους δημιουργεί πλείστα προβλήματα. Η επιθυμία του Κυβερνήτη να συγκροτήσει κεντρική εξουσία και να διαλύσει τα τοπικά καπετανάτα τους εξαγριώνει. Ο Καποδίστριας έθετε σε κίνδυνο τα συμφέροντά τους, καθώς ήθελαν να εισπράττουν ακόμη τους φόρους, να απονέμουν δικαιοσύνη και να διατηρούν στρατό. Στο τέλος δολοφονούν τον Καποδίστρια και τον βγάζουν από τη μέση. Σημασία γι’ αυτούς έχει το προσωπικό τους συμφέρον και όχι το συμφέρον της πατρίδας.
Άλλωστε για την εκάστοτε εξουσία σε όλους τους χρόνους και απανταχού, ό,τι είναι καλό γι’ αυτή είναι καλό και για τον λαό…
(Από clicARTA)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου