Η ΠΛΗΡΗΣ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ - ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ-ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ ΚΑΙ ΟΝΟΜΑΤΩΝ - ΣΥΝΕΧΗΣ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ - ΟΛΑ ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΠΟΙΑ ΣΗΜΑΣΙΑ - ΤΑ ΕΠΩΝΥΜΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ - ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ - ΚΑΛΗ ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΦΙΛΙΣΤΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΜΑΘΕΙΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ

Παρασκευή 27 Μαΐου 2011

ΤΑ ΠΥΡΠΟΛΙΚΑ ΤΟΥ 1821

 ΠΑΝ. ΠΑΠΑΓΑΡΥΦΑΛΛΟΥ
Το Κείμενο αυτό είναι απόσπασμα από ένα ογκώδες έργο, με τον τίτλο «Περί του πνεύματος της συνεργασίας εις τον οικονομικόν τομέα εν Ελλάδι κατά τας παραμονάς της Ελληνικής Επαναστάσεως». Ο συγγραφεύς του κ. Παναγιώτης Παπαγαρυφάλλου, διδάκτωρ των Πολιτικών Επιστημών και δικηγόρος, που μας το παρεχώρησε, έχει τιμηθή από την Ακαδημία Αθηνών για το έργο αυτό, καθώς και για ένα προηγούμενό του.

ΑΡΧΙΚΩΣ πρέπει να υπογραμμίσωμεν ότι, ως προς την έμπνευσιν της χρησιμοποιήσεως και της κατασκευής των θρυλικών πυρπολικών, υφίσταται ζωηρά διάστασις απόψεων μεταξύ των ασχοληθέντων με τον κατά θάλασσαν αγώνα των τριών ναυτικών νήσων συγγραφέων. Η διαφωνία δε αύτη περιορίζεται αποκλειστικώς και μόνον ως προς το πρόσωπον, το οποίον το πρώτον είχε την ιδέαν της χρησιμοποιήσεως και της κατασκευής πυρπολικών.
Πρόκειται, πλέον συγκεκριμένως, επί του ζητήματος εάν την ιδέαν της κατασκευής και της χρησιμοποιήσεως είχεν ο εκ Πάργας καταγόμενος Ιωάννης Δημολίτσας ή Πατατούκος, ο Ψαριανός Καλαφάτης, ή εάν αύτη ανήκεν εις τον Ρώσον ναυτικόν Ivan Afenachief. Οι πλείστοι των συγγραφέων αναγνωρίζουν τον Έλληνα Ιωάννην Δημολίτσαν ή Πατατούκον, ως έχοντα το πρώτον την ιδέαν της κατασκευής πυρπολικών, τα οποία σημειωθήτω εβελτιώθησαν σημαντικώτατα από της πρώτης χρήσεως αυτών υπό του Παπανικολή.
Κατά τον Δ. Σπανόν, από τας αρχάς της επαναστάσεως η Βουλή των Ψαρών συνεσκέπτετο μετά των πλοιάρχων και ιδιοκτητών των πλοίων, περί της εξευρέσεως των μέσων δια τον απόπλουν των πλοίων. Εις μιαν των συσκέψεων τούτων ο πλοίαρχος Γεώργιος Καλαφάτης, έχων πλοίον βραδυκίνητον, εδήλωσεν ότι:
«Άρχοντες, έχω και εγώ πλοίον και περί εμού κανείς δεν ομιλεί• εγώ θα έβγω εις την εκστρατείαν και το πλοίον θα το κάμω μπουρλότο (πυρπολικόν) και θα το διευθύνω μόνος».
«Το μετατραπέν εις πυρπολικόν πλοίον του Καλαφάτη», συνεχίζει ο Σπανός, «ηδυνήθη να πυρπολήση τουρκικόν δίκροτον εις τον λιμένα της Ερεσσού και η πρώτη αύτη, υπό του Παπανικολή, επιτυχία εγένετο αφορμή να διαδοθή η κατασκευή και η χρησιμοποίησις εις ευρείαν κλίμακα εναντίον του τουρκικού στόλου».
Ούτω λοιπόν, κατά τον Σπανόν, «την αφορμήν της χρησιμοποιήσεως πυρπολικών έδωσεν ο Ψαριανός Γεώργιος Καλαφάτης, αλλά την βελτίωσιν αυτών επέτυχεν ο Ιωάννης Δημολίτσας ή Πατατούκος», τον οποίον οι Ψαριανοί, αποθανόντα κατά τον μήνα Μάρτιον του 1823 «εκήδευσαν μεγαλοπρεπώς ως σωτήρα της Ελλάδος... και τον ανεκήρυξαν δημότην Ψαρών τιμής ένεκεν». Σημειούμεν ενταύθα ότι η εύφλεκτος ύλη του πυρπολικού του Καλαφάτη συνίστατο εκ ρεικίων και άνθρακος, ενώ το βελτιωμένον πυρπολικόν του Πατατούκου, ως εφλέκτους ύλας εχρησιμοποίει πίσσαν, νάφθην, θείον, ρητινώδη ξυλείαν και πυρίτιδα.
Κατά τον Δ. Κόκκινον, κατασκευαστής του πυρπολικού ήτο ο Ιωάννης Δημολίτσας ή Πατατούκος, ο οποίος διετέλεσε διδάσκαλος της πρακτικής ναυτικής και «εθεωρείτο σοφός εις ο,τι αφορούσε την ναυπηγικήν. Η πρότασίς του λοιπόν δια την κατασκευήν πυρπολικού επροκάλεσεν αμέσως την εμπιστοσύνην».
Κατά τον ναύαρχον Κ. Νικόδημον, ο οποίος αφιερώνει το Υπόμνημα περί κατασκευής των πυρπολικών εις τον Πατατούκον, «κατασκευασθέντος του πρώτου πυρπολικού εις Ψαρά, ούτε λόγον εποίησας εκ της μετριοφροσύνης σου -υπονοεί τον Πατατούκον- ότι επίστασαι την κατασκευήν αυτού• ότε δε εις Έρισσόν επέστη ανάγκη κατασκευής πυρπολικών, τότε αυτοκλήτως παρουσιασθείς προ του ναυάρχου των Ψαρών και αναγγείλας αυτώ τας περί κατασκευής αυτού γνώσεις σου, διετάχθης και ενήργησες την σωτήριον κατασκευήν αυτού». Κατ' αυτόν δε, η ιδέα της χρησιμοποιήσεως πυρπολικών ερρίφθη το πρώτον εις την Βουλήν των Ψαρών, κατά τον Μάιον του 1821.
Κατά τον Ε. Κυριακίδην, όταν κατά μήνα Μάιον του 1821, ο προς την Σάμον κατευθυνόμενος Τουρκικός στόλος συνήντησεν τον εις συνάντησιν τούτου αποπλεύσαντα ελληνικόν, παρά την Λέσβον, και μία των προπορευομένων τουρκικών φρεγατών ηναγκάσθη να τραπή προς τον λιμένα της Ερεσσού, οι νησιώται πολεμισταί «...εσκέφθησαν περί κατασκευής πυρπολικού, ήτοι παλαιού πλοίου πεπληρωμένου πίσσης και εκρηκτικών υλών, όπερ τολμηροί ναύται ωδήγουν και προσεκόλλων εις το εχθρικόν σκάφος, ενώ οι επιβαίνοντες άμα ως μετέδιδον το πυρ ανεχώρουν δι' ετέρου μικρού πλοίου• τοιούτον πλοίον κατεσκεύασεν ο Ιωάννης Πατατούκος, κατωρθώθη δε η επιτυχία δια του ατρομήτου Ψαρριανού Παπανικολή, όστις ανετίναξε την τουρκικήν φρεγάταν μεθ' όλου αυτής του πληρώματος...» Υπέρ της απόψεως, ότι η κατασκευή του πυρπολικού ανήκεν αρχικώς εις τον Πατατούκον ή Δημολίτσαν τάσσεται και ο Ν. Κοτζιάς, ενώ ο Κ. Αλεξανδρής φαίνεται αποδεχόμενος την άποψιν ότι η χρήσις των πυρπολικών «ήτο γνωστή εις τους Έλληνας ναυτικούς, όταν απεδύθησαν εις τον υπέρ των όλων αγώνα», και ανενδοιάστως υιοθετεί τα περί της κατασκευής του πρώτου πυρπολικού από του Πατατούκου, όστις απέβλεψεν «εις την πρόχειρον διασκευήν του πρώτου πυρπολικού».
Μεταξύ δε των Ελλήνων ναυτικών, οι οποίοι εγνώριζον την κατασκευήν του πυρπολικού, ο Αλεξανδρής αναφέρει τον πλοίαρχον των Ψαρών Καλαφάτην. Κατά τον Σ. Τρικούπην γενομένου συμβουλίου μεταξύ των ναυάρχων του ελληνικού στόλου περί του πρακτέου δια την προσβολήν του τουρκικού στόλου εις τον λιμένα της Ερεσσού, ο ναύαρχος της Ύδρας Ιάκωβος Τομπάζης, ανέφερε ότι συνήντησε εν πλώ Άγγλον ναυτικόν, και ούτος του συνέστησε να χρησιμοποιήσουν πυρπολικά κατά του τουρκικού στόλου. Αποδίδει τοιουτοτρόπως την ιδέαν των πυρπολικών εις τον Τομπάζην.
 Προς την άποψιν δε ταύτην τείνουν και τα εν τω Άρχείω των αδελφών Τομπάζη αναγραφόμενα, ότι πολλοί συγγραφείς αποδίδουν την πρότασιν της χρησιμοποιήσεως πυρπολικών εις τον Ιάκωβον Τομπάζην, «άλλ' ουδείς εν τω συμβουλίω εγνώριζε τα της παρασκευής αυτών, και ότι προσελθών ο Ιωάννης Πατατούκος εδήλωσεν ότι γνωρίζει την παρασκευήν των πυρπολικών.
Συνεχίζων δε ο Σ. Τρικούπης, γράφει: «Μεταξύ τούτων -υπονοεί των εν τω συμβουλίω- ήτο και τις Γιάννης Πάργιος, επονομαζόμενος Πατατούκος, κάτοικος Ψαρών, όπου επηγγέλλετο τον διδάσκαλον της πρακτικής ναυτικής. Ούτος είπεν ότι ήξευρε πως παρεσκευάζετο το πυρπολικόν, και παρεσκεύασεν εν τω άμα εν των πλοίων της εκστρατείας, όπερ ερρίφθη επί το δίκροτον την νύκτα, αλλά δεν εκόλλησε και εκάη εις μάτην.
 Ο Πατατούκος παρεσκεύασεν άλλο σταλέν επί τοιαύτη χρήσει εκ Ψαρών, μετεποίησε και ο Καλαφάτης Ψαριανός το πλοίον του εις πυρπολικόν, και την 27ην -υπονοεί Μαΐου- ερρίφθησαν αμφότερα επί το δίκροτο τρίτην ώραν προ μεσημβρίας... Και το μεν του Καλαφάτη, ανεπιτηδίως παρασκευασθέν, εκάη ανωφελώς, το δε άλλο, υπό τον Δημήτρην Παπανικολή, Ψαριανών και αυτόν, έπεσεν επί την πρώραν του δικρότου, εκόλλησε και μετέδωκεν εν τω άμα τας Φλόγας». ‘Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι η μεταξύ των συγγραφέων διαφωνία ως προς τον πρώτον κατασκευαστήν των πυρπολικών είναι ποικίλη και ότι οι περισσότεροι τούτων αποκλίνουν υπέρ της το πρώτον κατασκευής των υπό του Ιωάννου Δημολίτσα η Πατατούκου.
Το τρωτόν της θεμελιώσεως της τοιαύτης απόψεως, έγκειται εις το γεγονός, ότι ουδέν έγγραφον στοιχείον προσκομίζεται εξ ου να προκύπτη αδιασείστως, ότι κατασκευαστής του πρώτου πυρπολικού υπήρξεν ο Πατατούκος. Το κενόν τούτο καλύπτει η αντίθετος άποψις, ότι δηλαδή κατασκευαστής του πρώτου ελληνικού πυρπολικού είναι ό Ρώσος ναυτικός Ιβάν Αφανάσιεφ, θεμελιούσα τον ισχυρισμόν της επί σχετικής επιστολής του ως άνω Ρώσου, η οποία υφίσταται εν τω Άρχείω Ύδρας. Εκ της επιστολής ταύτης ορμώμενος ο Α. Λιγνός, γράφει: «Υπάρχει εις το Αρχείον Ύδρας έγγραφον, εκ του οποίου προκύπτει πασιδήλως ότι ήτο -υπονοεί κατασκευαστής του πυρπολικού- ο Ρώσος Ιβάν Αφανάσιεφ». Προς θεμελίωσιν δε του ισχυρισμού τούτου παραθέτει την από 19.9.1822 επιστολήν του Αφανάσιεφ, προς τους προκρίτους Ύδρας, ήτις μεταξύ άλλων, γράφει:
«... Σάς είναι γνωστόν ότι εγώ πρώτος επρόβαλα των πυρπολικών την κατασκευήν, ότι με επροστάξατε αμέσως να κατασκευάσω τινά εξ αυτών και ότι παρευρέθην εις την Μυτιλήνην, όταν το ελληνικόν πυρ απετέφρωσε το υπερήφανον δελίνι των βαρβάρων... .
Ο Τ. Κωνσταντινίδης ποιών χρήσιν της ανωτέρω επιστολής, η μάλλον της αναφοράς του Ρώσου, γράφει, καταλήγων: «Εκ των ανωτέρω λοιπόν αποδεικνύεται ότι ο Αφανάσιεφ καταλέγεται μεταξύ των πρώτων διδαξάντων τα της κατασκευής των πυρπολικών, μεταδώσας εις τους Έλληνας την ην κατείχεν εκ του Ρωσικού Ναυτικού πείραν». Και αλλού:
«Ο Ρώσος ναυτικός Ιβάν Αφανάσιεφ διδαχθείς τα περί πυρπολικών εν τω Ρωσικώ Ναυτικώ και Έλληνες τινές ναυτικοί παρόντες κατά την επιχείρησιν ταύτην και επιζώντες κατά την έκρηξιν της Επαναστάσεως του 1821, εισηγήθησαν την εισαγωγήν πυρπολικών εν τω Ελληνικώ Στόλω και επεστάτησαν εις την προπαρασκευήν των πρώτων τοιούτων σκαφών». Εν προκειμένω διαπιστούται κάποια απομάκρυνσις εκ της κατηγορηματικής απόψεως του Κωνσταντινίδου και μάλιστα ότι μόνον ό Ρώσος Αφανάσιεφ υπήρξεν ο κατασκευαστής των πυρπολικών.
Δέχεται ότι εις την εν Τσεσμέ πυρπόλησιν του τουρκικού στόλου υπό του ρωσικού, το έτος 1770, ήσαν παρόντες και Έλληνες ναυτικοί, πλην του Αφανάσιεφ, οι οποίοι «επιζώντες κατά την έκρηξιν της Επαναστάσεως του 1821, εισηγήθησαν την εισαγωγήν πυρπολικών».
Κατά την ημετέραν άποψιν, και εκ των όσων στοιχείων παραθέτομεν ευθύς κατωτέρω, οι Έλληνες ναυτικοί και μάλιστα οι εκ τούτων προχωρημένης ηλικίας, εγνώριζον την κατασκευήν των πυρπολικών και εισηγήθησαν ήδη ευθύς μετά την έκρηξιν της Επαναστάσεως την εισαγωγήν τούτων. Δεδομένου δε ότι η προς τους προκρίτους της Ύδρας, ως άνω επιστολή του Ρώσου Αφανάσιεφ έχει ως αίτημα οικονομικόν περιεχόμενον, δια τας προσφερθείσας υπ' αυτού υπηρεσίας, ως γράφει εις αυτήν, δυνάμεθα να κάμωμεν την υπόθεσιν ότι οι Έλληνες ναυτικοί προσφερόμενοι εις τον υπέρ πατρίδος αγώνα ουδένα λόγον είχον ούτε εγγράφους αποδείξεις να ζητήσουν, ούτε οικονομικά αιτήματα δια τας προσφερομένας υπ' αυτών υπηρεσίας.
Πέραν τούτων, οι σεμνοί και απλοί καραβοκύρηδες των νήσων, λόγω της μετριοφροσύνης των, ως ανωτέρω γράφει και ο Κ. Νικόδημος, ουδένα λόγον είχον να διατυμπανίσουν τας ιδέας των, τους αγώνας των και την προς την πατρίδα προσφοράν των. Εξ άλλου, υφίσταται μεν η αναφορά αύτη του Αφανάσιεφ, πλην όμως, ως μη υπάρχουσα, ουδεμία απάντησις των προκρίτων της Ύδρας έπ' αυτής προσκομίζεται, γεγονός το οποίον θα απετέλει «πασίδηλον κατασκευήν του πυρπολικού υπό του Ρώσου ναυτικού.
Συνεπώς, του ότι ούτος ισχυρίζεται ότι διετάχθη να κατασκευάση το πυρπολικόν δεν έπεται ότι τούτο είναι και εκτός πάσης αμφισβητήσεως, ως ουδενός στοιχείου αναγνωρίσεως η ομολογίας υπάρχοντος εκ της Αρχής προς την οποίαν απευθύνεται.
Αντιθέτως δε προκύπτει ότι οι Έλληνες ναυτικοί ήσαν ήδη γνώσται των πυρπολικών και μάλιστα εχρησιμοποίουν ταύτα εις τον ρωσοτουρκικών πόλεμον του 1770, ως γράφει ο διακεκριμένος τότε Γάλλος ερευνητής των συνεταιρικών πραγμάτων εν Ελλάδι Φ. Μπουλανζέ: «Κατά τον ρωσοτουρκικόν πόλεμον, εν έτει 1771, υπήρχον εν τω ρωσικώ στόλω πλείστα ελληνικά πλοία, έ ν ο ί ς και π υ ρ π ο λ ι κ ά (η υπογράμμισις ιδική μας). Έχομεν την γνώμην ότι η αυθεντική αύτη μαρτυρία, προερχομένη από την γραφίδα ενός ερευνητού ως ο Φ. Μπουλανζέ, πρέπει να μας πείση περί της ελληνικής προελεύσεως της ιδέας της χρησιμοποιήσεως των πυρπολικών κατά την επανάστασιν.
Ενταύθα, πέραν των υπό του Φ. Μπουλανζέ γραφομένων και προς τον σκοπόν όπως παράσχωμεν μιαν πληρεστέραν, κατά το δυνατόν, εικόνα περί της γενέσεως του πυρπολικού, καταφεύγομεν και εις τα υπό του Κ. Νικοδήμου γραφόμενα, κατά διηγήσεις Ψαριανών και ιδίως του Γεωργίου Χατζή Κυριάκου, ο οποίος συλληφθείς μετά του πλοιαρίου του υπό του ρωσικού στόλου, κατά τον ρωσοτουρκικόν πόλεμον του 1769, υπήρξε μάρτυς της κατασκευής του πυρπολικού.
 Κατά τας διηγήσεις τούτων των Ψαριανών: «Πλοίαρχος τις Άγγλος, επί φρεγάτας ρωσικής, εγνωμοδότησε τα εξής: "Δια να εξολοθρευθή", είπεν, "ο οθωμανικός στόλος, πρέπει να κατασκευασθή πυρπολικόν..." Η γνώμη του Άγγλου πλοιάρχου έγινε παραδεκτή• ως πυρπολικόν δε απεφάσισαν την ρηθείσαν σακολεύαν του ειρημένου πλοιάρχου Χατσή Γεωργίου Χ. Κυριάκου Ψαριανού... Μετά την κατασκευήν του πυρπολικού εζήτησαν παρά του στόλου πυρπολιστάς και δεν ευρέθησαν, ειμή δύο, ο εις Άγγλος και ο έτερος Έλλην Μυκώνιος...».
Ούτως έχουν τα πράγματα κατά τας διηγήσεις αυτοπτών μαρτύρων. Συνεπώς εάν αποδεχθώμεν τας διηγήσεις ταύτας, σημαίνει ότι ο Ρώσος Αφανάσιεφ, εάν βρίσκετο εις την ναυμαχίαν του Τσεσμέ, δεν εγνώριζε, τουλάχιστον τότε, την κατασκευήν και την χρήσιν του πυρπολικού. Αντιθέτως προκύπτει, εκ των ανωτέρω, ότι μεταξύ των δύο χρησιμοποιηθέντων πυρπολιστών, ο εις ήτο «Έλλην Μυκώνιος».
Κλείοντες το κεφάλαιον τούτο, περί της το πρώτον κατασκευής των πυρπολικών, θεωρούμεν αναγκαίον να προσφύγωμεν και πάλιν εις τα υπό του υποναυάρχου Κ. Νικοδήμου γραφόμενα. Κατ' αυτόν, ενώ συνεζητείτο ό τρόπος της αντιμετωπίσεως του εχθρικού στόλου εις την Βουλήν των Ψαρών, ο εις την συζήτησιν ταύτην παρευρισκόμενος Καλαφάτης, είπεν ότι έχει ένα παλαιόν πλοίον το οποίον θα μετασκευάση εις «μπουρλότον, και ήρχισεν ούτος την προπαρασκευήν του πλοίου του.
 Όταν δε δύο πλοία μετέβησαν εκ του λιμένος της Έρεσσού, όπου είχον εκστρατεύσει, εις τα Ψαρά να παραλάβουν το πυρπολικόν του Καλαφάτη, αλλά συνεπεία πνέοντος ανέμου ήτο δυσχερής η εκ του λιμένος έξοδος του πυρπολικού, τότε «συναχθέντες άνδρες και γυναίκες εκεί εβοήθησαν και εξήγαγον αυτό εκ του λιμένος». Πέραν τούτου οι Ψαριανοί ήδη προ της 26ης Απριλίου 1821, δηλαδή πριν εκπλεύση η μοίρα των, είχον προωρισμένον δια πυρπολικών το πλοίον του Ψαριανού Γιαννίτσα, εις το οποίον η Βουλή των Ψαρών, επειδή δεν είχε περατωθή εισέτι η μετατροπή του, έθεσε τας αναγκαίας εις πυρπολικόν ναυτικάς ύλας και το έστειλεν αμέσως εκεί «δια να μη μείνη ο ελληνικός στόλος χωρίς πυρπολικόν».
Παραλλήλως η κοινότης των Ψαρών προέβη εις την αγοράν τεσσάρων πλοίων και διέταξε την Επιτροπήν Λειών Πολέμου (Κομιοταριάτον) να παραχωρήση το αναγκαίον υλικόν «προς μετασχηματισμόν των πλοίων εις πυρπολικά εις τον Πατατούκον, όστις τα μετεσκεύασε».
Τέλος, επί του προκειμένου, θα ηδυνάμεθα να προσθέσωμεν και το εξής γεγονός, το οποίον δηλοί αν όχι πασιδήλως πάντως αρκούντως, ότι οι επιχειρήσαντες την πυρπόλησιν των εχθρικών πλοίων εις τον λιμένα της Έρεσσού ήσαν μόνον Έλληνες ναυτικοί. Ούτω, δια ανταλλαγείσης αλληλογραφίας μεταξύ του Ελληνικού Μινιστερίου των Ναυτικών, του Προέδρου του Εκτελεστικού και του Προέδρου του Βουλευτικού, εγένετο αποδεκτή πρότασις του πρώτου όπως χορηγηθούν βραβεία, παράσημα και χρηματική ενίσχυσις εις τους Έλληνας πυρπολητάς, ακόμη δε και τινα στρέμματα γης «όσα κριθώσιν εύλογον από την υπερτάτην Διοίκησιν».
Ενώ δε εις την αλληλογραφίαν ταύτην των υπευθύνων διοικητικών οργάνων της χώρας, γράφονται πλείστα όσα δια την δράσιν των πυρπολικών και των πυρπολιστών, ουδαμού αναφέρεται περί του Ρώσου Ιβάν Αφανάσιεφ. Και ναι μεν η περί ης ό λόγος αλληλογραφία αφορά εις μεταγενέστερα κατορθώματα των πυρπολιστών πλήν όμως έχομεν την ακλόνητον πεποίθησιν ότι η Ελλάς δεν θα ήτο τόσον αγνώμων, ώστε να παρέλειπε να τιμήση τούτον, έστω και δι' ενός παρασήμου.
 Εξ άλλου δε, έπ' ευκαιρία των αμοιβών και παρασήμων τούτων, η Βουλή των Ψαρών, κατόπιν αναγνώσεως των ονομάτων των τιμηθέντων πυρπολιστών εις την συνέλευσιν του λαού, «έπεμψε και τον κατάλογον των πυρπολιστών του Κανάρη εις την Διοίκησιν ίνα ενεργήση τα νομοθετήματα». Συγχρόνως και κατόπιν διαταγών της Διοικήσεως απέστειλαν προς αυτήν «και τους καταλόγους των πληρωμάτων των πυρπολησάντων το δίκροτον εις Ερεσσόν, του Παπανικολή και του Καλαφάτη, ίνα χορηγήση και εις αυτούς τας νενομοθετημένας αμοιβάς. Οφείλονται δε και εις αυτούς διότι τότε δεν τας έλαβον».
Συνεπώς, εξ όλων τούτων προκύπτει ότι ουδαμού εμφανίζεται ο Ιβάν Αφανάσιεφ, ως λαβών μέρος εις τας επιχειρήσεις πυρπολήσεως. Η Ελληνική Κυβέρνησις θεσπίσασα νόμον περί της αμοιβής των πυρπολιστών, ουδένα λόγον είχε -και ούτε ηδύνατο- να εξαιρέση τον «πυρπολητήν Ιβάν Αφανάσιεφ, ο οποίος ενώ από του Ιουνίου -κατά τον οποίον λαμβάνουν χώραν τα γεγονότα ταύτα- θα ηδύνατο να προσφύγη εις την Έλληνικήν Κυβέρνησιν αιτούμενος ικανοποίησιν και δικαιοσύνην, δεν πράπει τούτο, αλλά στρέφεται δι' αναφοράς του προς τους προκρίτους Ύδρας την 19 Σεπτεμβρίου 1822, αιτούμενος χρηματικήν ικανοποίησιν.
Το μέγα λοιπόν ερώτημα δια τον ρόλον του Αφανάσιεφ εις την υπόθεσιν των πυρπολικών είναι τούτο: Διατί ενώ υφίστατο ειδική ελληνική νομοθεσία δια τους πυρπολιστάς δεν προσέφυγε, και μάλιστα εγκαίρως, εις την Ελληνικήν Κυβέρνησιν, αλλά εις τους προκρίτους Ύδρας μετά πάροδον σχεδόν τριμήνου; Καθ' ημάς και πάλιν η απάντησις καθίσταται επιπλέον κατηγορηματική : δια τον απλούστατον λόγον, ότι ό Ρώσος Αφανάσιεφ ουδεμίαν σχέσιν είχε με τα ελληνικά πυρπολικά.
Πέραν δε των όσων ήδη επί του θέματος ανωτέρω εξεθέσαμε, και τα οποία πείθουν σοβαρώς περί της μη αναμίξεως του Ιβάν Αφανάσιεφ επί της χρησιμοποιήσεως και κατασκευής των ελληνικών πυρπολικών, συνηγορεί και εν εισέτι επιχείρημα, αναγόμενον εις λόγους καθαρώς βιολογικούς:
Η υπό του Α. Λιγνού και Τ. Κωνσταντινίδη υποστηριζομένη άποψις, ότι ο Ρώσος Αφανάσιεφ είναι «πασιδήλως» ο κατασκευαστής του πρώτου ελληνικού πυρπολικού, το οποίον εχρησιμοποιήθη εις την πυρπόλησιν του τουρκικού στόλου εις Ερεσσόν, υποστηρίζει συγχρόνως ότι ούτος έλαβε μέρος εις την επιχείρησιν της πυρπολήσεως του τουρκικού στόλου εις Τσεσμέν, κατά τον ρωσοτουρκικόν πόλεμον του 1770.
Συνεπώς, έκτοτε και μέχρι του έτους 1821 παρήλθον 51 έτη. Το ερώτημα το οποίον προκύπτει εκ του γεγονότος τούτου είναι: Τι ηλικίας ήτο ο Αφανάσιεφ το έτος 1770; Εάν δεχθώμεν εις την πλέον ευμενή περίπτωσιν ότι ήγε τότε το 20όν έτος, αφού μάλιστα εχρησιμοποιήθη εις επιχείρησιν απαιτούσαν ναυτικήν εμπειρίαν, τούτο σημαίνει ότι ούτος κατά το 1821 ήτο τουλάχιστον 71 ετών. Και εκ του δεδομένου τούτου των εβδομήκοντα και ενός ετών ανακύπτει περαιτέρω το ερώτημα:
Ήτο βιολογικώς δυνατόν και πολεμικώς ενδεδειγμένον να χρησιμοποιηθή εις την επιχείρησιν της πυρπολήσεως εις γέρων αυτής της ηλικίας; Ήτο δυνατόν μία επιχείρησις, ως η των πυρπολικών, απαιτούσα ευκινησίαν, ταχύτητα και λοιπάς δεξιότητας να πραγματωθή με γέροντα αυτής της ηλικίας;
Ομολογούμεν, ότι δυσκολευόμεθα να αποδεχθώμεν την άποψιν ταύτην. Άρα εν κατακλείδι αντιστρέφοντες την κατηγορηματικότητα του Α. Λιγνού, δυνάμεθα να την διατυπώσωμεν ως εξής: Εξ όλων των ανωτέρω εκτεθέντων, προκύπτει πασιδήλως ότι ο Αφανάσιεφ δεν ήτο ο πρώτος ο οποίος έρριψε την ιδέαν της χρησιμοποιήσεως των πυρπολικών, αλλά ότι η ιδέα αύτη ήτο ελληνική, ως περαιτέρω προκύπτει και εκ της κάτωθι επιστολής.
Εις την από 9 Ιουνίου 1821 επιστολήν των οι κάτοικοι της νήσου Ύδρας, απενθυνόμενοι προς τους καπετανέους και συντροφοναύτας συμπολίτας των, οι οποίοι επολιόρκουν τα καστέλια της Ναυπάκτου, έδιδον προς τούτους οδηγίας του τρόπου καταστροφής του εχθρικού στόλου δια της υπ' αυτών χρησιμοποιήσεως των πυρπολικών.
Ούτω, μεταξύ άλλων, έγραφαν εις την εν λόγω επιστολήν: . .διο γράφοντες περί τούτου σάς λέγομεν, άμα οπού λάβετε το παρόν μας, να προσπαθήσετε παντί τρόπω να κατακαύσετε τα εχθρικά εις Ναύπακτον καράβια με ένα μπουρλότον... Είναι επάναγκες να κατακαώσιν αυτά, δια να αδυνατίσωμεν την θαλάσσιον δύναμιν του εχθρού προς ασφάλειαν της πατρίδος μας και της Ελλάδος όλης... Ιδού ό τρόπος δια να κατακαύσετε τα εχθρικά αυτά καράβια, και χωρίς τον αφανισμόν αυτών μη, προς Θεού, μην αναχωρήσετε. Ιδού τα αναγκαία φλογιστικά είδη, τα οποία το ογληγορώτερον να προβλέψετε:
»Καντάρια 50 ρετζίνην
»50 κατράμι
Οκάδες 60 θειάφι
»100 νέφτι
» 2.000 δαδί.
»Αυτά όλα βάζοντας εις την πλώρην κάτω ενός πλοίου Γαλαξιδιώτου, το οποίον αν δεν δώσουν θεληματικώς να το πάρετε και δυναστικώς χωρίς αργοπορίας, και βάζοντας και πλήθος κλαριά αλειμμένα με το νέφτι, όταν το πλησιάσετε εις το κορβέτον και λοιπά πλοία να προσέξετε να περιτυλιχθή, και να δώσουν φωτιάν οι ολίγοι άνθρωποι όπου θέλει κυβερνούν το μπουρλότον• του μπουρλότου αυτού να έχετε ανοικτήν όλην την πρύμνην, και τα παραπέτα χαλασμένα, όπου δίδοντας φωτιάν, οι άνθρωποι και οι βάρκες να είναι έτοιμοι εις την πρύμνην να φύγωσιν.
Ούτω κατέκαυσαν το μέγα εκείνο ντελίνιον, και εις το πέλαγος μάλιστα. Αύτη είναι η μεγαλυτέρα ανδραγαθία όπου ημπορείτε να κάμετε αγαπητοί, και όπού είναι ευκολωτάτη, όντα τα εχθρικά καράβια εις την γην ακίνητα. ..».
Εκ της επιστολής ταύτης πληροφορούμεθα κατά τον πλέον αυθεντικόν τρόπον, τόσον τας χρησιμοποιουμένας ευφλέκτους ύλας υπό των θρυλικών πυρπολικών, όσον και τον τρόπον ενεργείας τούτων. Εν προκειμένω χαρακτηριστική είναι η εντολή των κατοίκων της Ύδρας προς τους ηρωικούς της ναυμάχους: Χωρίς τον αφανισμόν του εχθρικού στόλου «μη, προς Θεού, μην αναχωρήσετε».
Εκ της επιστολής ταύτης προκύπτει αδιασείστως ότι ήδη δύο μόλις μήνας από της εκρήξεως της επαναστάσεως, η Ύδρα εγνώριζε το της κατασκευής των πυρπολικών εις όλας των τας λεπτομερείας. Δεν πιστεύομεν δε ότι εντός του ελαχίστου τούτου χρόνου εδιδάχθη την τέχνην της κατασκευής από τον Αφανάσιεφ, ο οποίος και μετά την κατά το έτος 1826 γενομένην ρύθμισιν του θέματος των πυρπολικών και του ύψους των απαιτήσεων των Ψαριανών εκ της διαθέσεως πλοίων δια την μετασκευήν των, ουδαμού αναφέρεται, μολονότι η σχετική αλληλογραφία είναι πλουσία.

Πηγή: Περιοδικό Ιστορία, τεύχ. 75, Σεπτέμβριος 1974.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Πηγή


http://eistorias.wordpress.com/




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts with Thumbnails