Του Νίκου Λυγερού
Μέσω του ορισμού της η ΑΟΖ έχει αναδείξει το θέμα της επικάλυψης. Βέβαια αυτό υπάρχει και στα 6 ΝΜ, 10 ΝΜ και 12 ΝΜ, μόνο που αυτές οι μικρές αποστάσεις δεν δείχνουν το μέγεθος. Ενώ με τα 200 ΝΜ, η ΑΟΖ προσφέρει άλλες δυνατότητες ακόμα και αν πρέπει να υπάρχει ταυτόχρονα η ιδιότητα της οικονομικής δραστηριότητας. Όσον αφορά στην Ελλάδα, ένας απλός υπολογισμός μέσω διαγραμμάτων Voronoi αποδεικνύει ότι όλα τα νησιά που δεν έχουν ΑΟΖ επικαλύπτονται από τα άλλα, τα οποία διαθέτουν μια ΑΟΖ. Κατά συνέπεια, δεν φαίνεται να παρουσιάζεται κανένα πρόβλημα. Αν όμως εξετάσουμε το θέμα της επικάλυψης πιο προσεχτικά και ορθολογικά αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχει το φαινόμενο του ορίζοντα για τα ακριτικά νησιά. Σε αυτήν την περίπτωση τα 200 ΝΜ δεν επαρκούν για να λύσουν το πρόβλημα, διότι πρέπει να συμπεριληφθεί η επίδραση του ξένου κράτους για το ίδιο νησί. Όντως αυτό παράγει δύο μεγάλες κατηγορίες. Η μία εκπροσωπεύεται από τη Γαύδο, η οποία καλύπτεται από την ΑΟΖ της Κρήτης και η άλλη από το Καστελλόριζο, το οποίο δεν καλύπτει η ΑΟΖ της Ρόδου. Με άλλα λόγια, το Καστελλόριζο αν δεν έχει ΑΟΖ, δεν θα ανήκει στην ελληνική ΑΟΖ, ενώ η Γαύδος θα ανήκει λόγω της Κρήτης. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να δώσουμε τον ίδιο αγώνα για τις δύο κατηγορίες, απλώς η μεθοδολογία δεν είναι απαραίτητα η ίδια, έτσι ώστε να αντικρούσουμε τα επιχειρήματα των διάφορων κρατών. Υπάρχει όμως ένα σημείο στο οποίο πρέπει να δώσουμε έμφαση με το θέμα των ακριτικών νησιών, ανεξαρτήτως αν υπάρχει επικάλυψη. Η συμβολή των νησιών στην ελληνική ΑΟΖ δεν προέρχεται από την επικάλυψη των άλλων, αλλά από το εμβαδόν που καλύπτουν και κανένα άλλο ελληνικό στοιχείο δεν το καλύπτει. Οι υπολογισμοί μέσω διαγραμμάτων Voronoi δείχνουν ότι αυτά τα ακριτικά νησιά ελέγχουν περιοχές οι οποίες είναι τεράστιες σε σχέση με το εμβαδόν τους. Οι επόμενοι χάρτες δείχνουν με λεπτομέρειες που επαρκούν τη συμβολή αυτών των νησιών. Με άλλα λόγια είναι σημαντικό να εξετάσουμε την κάλυψη ενός ακριτικού νησιού, όταν δεν υπάρχει ελληνική αλληλοεπικάλυψη. Με αυτόν τον τρόπο αντιλαμβανόμαστε πρακτικά όχι μόνο το εθνικό θέμα που αποτελούν, αλλά και τις οικονομικές επιπτώσεις μέσα στα γεωπολιτικά και γεωοικονομικά πλαίσια. Εδώ βλέπουμε επί του πρακτέου τη συμβολή της τοποστρατηγικής σε αυτά τα θέματα. Διότι μέσω της ανάλυσης του μαθηματικού πυρήνα ανεξαρτήτως από τα άλλα δεδομένα αγγίζουν άμεσα την ουσία του θέματος και προτείνουν στρατηγικές συμπεριφορές, τις οποίες μπορούμε να ακολουθήσουμε ακόμα και αν δεν είμαστε τα γεράκια της Μάλτας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου