Του Αθανάσιου Τσακνάκη
.
.
Ο Έλληνας ήρωας Αρισταίος ήταν γιός τού
Θεού Απόλλωνα και τής Νύμφης Κυρήνης, τής όμορφης θυγατέρας τού Υψέα,
που ήταν γιός τού Πηνειού. Σχετικά με την γέννησή του, ο Διόδωρος ο
Σικελιώτης αναφέρει: «ο Απόλλων ερωτεύτηκε μία παρθένο κόρη, η οποία
ανατρεφόταν στο Πήλιο, ονομαζόταν Κυρήνη και ξεχώριζε στην ομορφιά, και
την μετέφερε σ’ εκείνη την περιοχή τής Λιβύης, στην οποία αργότερα
έχτισε πόλη, που εξαιτίας της ονομάστηκε Κυρήνη, ενώ σ’ εκείνο το μέρος ο
Απόλλων απέκτησε από την Κυρήνη έναν γιό, τον Αρισταίο, τον οποίο, όταν
ήταν νήπιο, παρέδωσε στις Νύμφες, γιά να τον αναθρέψουν, και αυτές
έδωσαν στο παιδί τρία ονόματα, αποκαλώντας τον Νόμιο και Αρισταίο και
Αγρέα».
Ζώντας ανάμεσα στις αθάνατες Νύμφες, ο
φιλομαθής Αρισταίος διδάχθηκε την πήξη τού γάλακτος και την κατασκευή
τού τυριού, την δημιουργία κυψελών γιά την εκτροφή μελισσών και την
παραγωγή μελιού, καθώς και την καλλιέργεια τής πολύτιμης ελιάς, ενός
ιερού γιά τους Έλληνες δέντρου. Πρώτος αυτός, σύμφωνα με την μυθολογική
παράδοση, δίδαξε στους ανθρώπους τις ανωτέρω γνώσεις, μαζί με πολλές
άλλες, σχετικές με την καλλιέργεια τής γης, την κτηνοτροφία και την
φροντίδα των καρποφόρων δένδρων. Η προσφορά του στον ανθρώπινο πολιτισμό
ήταν τόσο αξιόλογη, ώστε «εξαιτίας τής χρησιμότητας αυτών των
ανακαλύψεων, οι ευεργετημένοι άνθρωποι τίμησαν τον Αρισταίο με ισόθεες
τιμές, όπως είχε γίνει και με τον Διόνυσο».
Αργότερα ο Αρισταίος ταξίδεψε στην
Βοιωτία, αγάπησε και νυμφεύτηκε την Αυτονόη, μία από τις περιζήτητες
θυγατέρες τού Κάδμου, και απέκτησε έναν γιό, τον Ακτέωνα, που είχε την
ατυχία να κατασπαραχθεί από τα ίδια τα σκυλιά του. Η αιτία ενός τόσο
φριχτού θανάτου ήταν η ακόλουθη: ο Ακτέων συνήθιζε να αφιερώνει τα
καλύτερα θηράματά του στο ιερό τής Αρτέμιδας, προς τιμήν τής Θεάς,
αποβλέποντας σε μελλοντικό γάμο του μαζί της, και παράλληλα ισχυριζόταν
ότι στο κυνήγι ήταν καλύτερος από την ίδια την Αρχιθηρεύτρια Παρθένο
Αρτέμιδα. Η Θεά, λοιπόν, εξοργίστηκε από την υβριστική συμπεριφορά τού
νεαρού και τον τιμώρησε αυστηρότατα.
Σχετικά με αυτή την τιμωρία, ο Διόδωρος αναφέρει: «είτε,
λοιπόν, επειδή χρησιμοποιούσε την λεία του γιά να ικανοποιήσει την
επιθυμία του με την Θεά, η οποία δεν έχει σχέση με τον γάμο, είτε επειδή
τόλμησε να πει ότι ο ίδιος είναι ικανότερος κυνηγός από την Θεά, στην
οποία οι Θεοί έχουν παραχωρήσει την απαράμιλλη ικανότητα στο κυνήγι, η
οργή τής Θεάς εναντίον του ήταν ομολογουμένως δίκαιη. Είναι, επίσης,
πολύ πιθανό να μεταμορφώθηκε και να έλαβε την όψη των θηραμάτων του και
να εξοντώθηκε από τα σκυλιά, τα οποία υποτάσσουν τ’ άλλα θηρία». Η
αλληγορία τού διδακτικότατου μύθου είναι σαφής: όσοι κυνηγοί – και όχι
μόνον αυτοί – δεν σέβονται την παρθενικότητα τής φύσης και τους
ακατάλυτους νόμους τού φυσικού περιβάλλοντος, όσοι δεν τηρούν το εύλογο
μέτρο και δεν επιδεικνύουν σύνεση και σωφροσύνη κατά την θηρευτική – και
όχι μόνον αυτή – δραστηριότητά τους, και όσοι αποκτούν έπαρση με τις
κατά καιρούς επιτυχίες τους σε διάφορους τομείς τού βίου τους, επισύρουν
την δίκαιη τιμωρία τής Αειπαρθένου Αρτέμιδας, ισχυρής προστάτιδας τής
Μητέρας Φύσης, σοφής επιτηρήτριας τής ορθής εφαρμογής τού φυσικού νόμου
και εξέχουσας επόπτριας τής αναγκαίας φυσικής ισορροπίας.
Μετά τον τραγικό θάνατο τού Ακτέωνα, ο
Αρισταίος επισκέφθηκε το Μαντείο των Δελφών, όπου ο Απόλλων, ο πατέρας
του, τού προείπε την μετάβασή του στην νήσο Κέα και τις τιμές που θα
δεχόταν από τους Κείους. Η Μυθολογία μάς αποκαλύπτει ενδιαφέρουσες
λεπτομέρειες γιά το ταξίδι στο νησί: «εκείνος, λοιπόν, έπλευσε σ’
αυτό το νησί και – επειδή είχε εξαπλωθεί λοιμός στην Ελλάδα – έκανε
θυσία υπέρ όλων των Ελλήνων. Η θυσία έγινε κατά την ανατολή τού άστρου
τού Σείριου, τότε που πνέουν οι ετησίες, οπότε σταμάτησε η λοιμώδης
νόσος. Μόνον αυτό αν συλλογιζόταν κάποιος, δικαιολογημένα θα θαύμαζε την
ιδιαιτερότητα των περιστάσεων: εκείνος που είδε τον γιό του να πεθαίνει
από τα σκυλιά, ο ίδιος έβαλε τέλος στην επίδραση τού ουράνιου αστέρα –
που είχε το ίδιο όνομα, και γιά τον οποίον πίστευαν ότι εξοντώνει τους
ανθρώπους – και έγινε αίτιος σωτηρίας των άλλων ανθρώπων». Ως
απαραίτητη διευκρίνιση ας σημειωθεί, σε αυτό το σημείο, ότι το άστρο τού
Σείριου ήταν γνωστό και ως άστρο τού Κυνός, δηλαδή τού Σκύλου. Αρκετοί
Έλληνες, μεταξύ των οποίων και ο διάσημος φιλόσοφος Σωκράτης, συνήθιζαν
να ορκίζονται στο όνομα αυτού τού άστρου, χρησιμοποιώντας την έκφραση
«μα τον Κύνα».
Σημαντικότατη, εξάλλου, υπήρξε η συμβολή
τού Αρισταίου στον εκπολιτισμό και εξευγενισμό των πληθυσμών τής
Σαρδηνίας και τής Σικελίας. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει περιληπτικά
ότι «ο Αρισταίος άφησε απογόνους στην Κέα και μετά επανήλθε στην
Λιβύη, απ’ όπου κατέπλευσε στην νήσο Σαρδηνία, ωθούμενος σ’ αυτή την
αναχώρηση από την Νύμφη μητέρα του. Εγκαταστάθηκε εκεί, αγάπησε το νησί
λόγω τού κάλλους του, έκανε φυτείες και εξημέρωσε τον τόπο που πριν ήταν
άγριος. Εκεί, επίσης, απέκτησε δύο παιδιά: τον Χάρμο και τον
Καλλίκαρπο. Μετά επισκέφτηκε και άλλα νησιά, ενώ στην Σικελία παρέμεινε
γιά αρκετό καιρό και, λόγω τής αφθονίας των καρπών τού νησιού, και τού
πλήθους των ζώων που έβοσκαν εκεί, φιλοτιμήθηκε να επιδείξει στους
εντόπιους τις δικές του ευεργεσίες. Γι’ αυτό – λένε – ο Αρισταίος
τιμήθηκε ιδιαιτέρως, ως Θεός, από τους κατοίκους τής Σικελίας, και
μάλιστα από εκείνους που μαζεύουν τον καρπό τής ελιάς».
Ο ήρωας, ωστόσο, περιηγήθηκε και πολλές
άλλες περιοχές τής Μεσογείου, ενώ το τέλος του – αποθέωση ή φυσικός
θάνατος; – παρέμεινε από τότε ένα άλυτο μυστήριο. Από την ίδια πάντοτε
πηγή μαθαίνουμε ότι «βρέθηκε στην Θράκη γιά να συμμετάσχει στις
οργιαστικές τελετές τού Διονύσου, συναναστράφηκε τον Θεό και από αυτόν
έμαθε πολλά χρήσιμα πράγματα. Αφού, λοιπόν, κατοίκησε γιά αρκετό χρόνο
στο όρος που ονομάζεται Αίμος, έγινε άφαντος και τού έλαχαν αθάνατες
τιμές, όχι μόνον από τους εκεί βαρβάρους, αλλά και από τους Έλληνες».
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου