Ο «Δείκτης Ανθρώπινης Ανάπτυξης» (ΔΑΑ) καταρτίζεται και δημοσιεύεται κάθε χρόνο. Ο δείκτης αυτός χρησιμοποιείται από τον ΟΗΕ ως ένας πιο πραγματικός δείκτης μέτρησης της συνολικής ανάπτυξης κάθε κράτους. Πιο πραγματικός και αντιπροσωπευτικός από τους συμβατικούς δείκτες που μετρούν την οικονομική ανάπτυξη, το ατομικό εισόδημα ή το συνολικό εισόδημα ενός κράτους. Με τον ΔΑΑ ο ΟΗΕ επιδιώκει να ορίσει ευρύτερα και αντικειμενικά την ευημερία ενός κράτους και να συμπεριλάβει όλους τους παράγοντες που καταδεικνύουν το επίπεδο ζωής, υγείας, μόρφωσης και το χρηματικό εισόδημα των πληθυσμών του συγκεκριμένου αυτού κράτους. Ο ΔΑΑ συνοδεύεται από την «Έκθεση Ανθρώπινης Ανάπτυξης» (ΕΑΑ) που καλύπτει 169 χώρες από τις 200 περίπου που αθροίζονται στον πλανήτη. Η ΕΑΑ σκοπεύει να δώσει την πραγματική εικόνα ευημερίας σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο για κάθε χώρα και να προσδιορίσει τις μεγάλες διαφορές ευημερίας και δυνατοτήτων που παρατηρούνται μεταξύ κρατών και περιοχών.
Ειδικά για την Ελλάδα η ΕΑΑ του 2010 δείχνει ότι από το 1980 μέχρι σήμερα ο ΔΑΑ για τη χώρα μας αυξάνεται σταθερά με μέσο ετήσιο ρυθμό 0,6%, πράγμα που το 2010 τοποθετεί τη χώρα μας ως 22η στην παγκόσμια κατάταξη των χωρών στις οποίες εφαρμόζονται οι δείκτες και στην κατηγορία των πολύ υψηλά αναπτυγμένων χωρών. Η κατάταξη περιλαμβάνει τέσσερις κατηγορίες: τις χώρες τις πολύ υψηλά αναπτυγμένες (1-42), τις χώρες με υψηλή ανάπτυξη (43-85), τις χώρες με μέση ανάπτυξη (86-127) και, τέλος, τις χώρες με χαμηλή ανάπτυξη (128-169). Πρώτη στην κατάταξη αυτή είναι η Νορβηγία με τέταρτες τις ΗΠΑ, 10η τη Γερμανία, 11η την Ιαπωνία, 14η τη Γαλλία και 20ή την Ισπανία. Η χώρα μας βρίσκεται μπροστά από την Ιταλία (23η), την Αυστρία (25η), το Ηνωμένο Βασίλειο (26ο), την Κύπρο (35ο), την Πορτογαλία (40ή), τη Βουλγαρία (58η) και όλες τις χώρες της περιφέρειάς μας με 83η την Τουρκία.
Ναι, έτσι είναι, όσο και αν φαίνεται απίστευτο. Και μάλιστα ο δείκτης αυτός φέρει την Ελλάδα σε πολύ καλή θέση για πολλά χρόνια. Βέβαια, υποθέτουμε ότι δεν γίνεται καμιά μέτρηση της δημοσιονομικής κατάστασης κάθε χώρας. Υποθέτουμε επίσης κάποια υποχώρηση για το 2011, όταν το Φθινόπωρο δημοσιευθεί ο σχετικός πίνακας.
Ένα σημαντικό στοιχείο στην έκθεση ΕΑΑ για το 2010 είναι η σημασία που δίνεται στη συνεχιζόμενη αδυναμία να αντιμετωπισθεί το φαινόμενο της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΗΕ η αποτυχία αυτή βάζει σε κίνδυνο την πρόοδο που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια για τη βελτίωση της ζωής στις φτωχές περιοχές του πλανήτη. Αλλά και η παραγωγή και η κατανάλωση, που αναλώνουν πόρους που δεν αναπληρώνονται, αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή στον αγώνα κατά της φτώχειας και της στέρησης.
Ενδιαφέρον είναι το ότι η οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008 έχει κοστίσει κατά τον ΟΗΕ 34 εκατομμύρια ανέργους σε όλο τον κόσμο, ενώ 64 εκατομμύρια άτομα έχουν εκπέσει στο έσχατο επίπεδο φτώχειας, με εισόδημα κάτω του 1,25 δολάρια την ημέρα.
Οπωσδήποτε, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 ο δείκτης ΔΑΑ έχει βελτιωθεί κατά μέσο παγκόσμιο ποσοστό 18% και μόνο τρεις χώρες: η Δημοκρατία του Κογκό, η Τσιμπάμπουε και η Ζάμπια έχουν σήμερα δείκτη ΔΑΑ μικρότερο από αυτόν του 1980. Σημαντικές βελτιώσεις έχουν γίνει στην υποσαχάρια Αφρική, όμως εκεί η κλιματική αλλαγή είναι δυνατόν να τα υπονομεύσει όλα. Σύμφωνα με πρόσφατους υπολογισμούς, μια διατροφική κρίση λόγω της κλιματικής αλλαγής είναι πολύ πιθανή. Σύμφωνα με τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις, το 2050 η παγκόσμια κατανάλωση δημητριακών θα περιορισθεί κατά 25% προσθέτοντας 25 εκατομμύρια υποσιτιζόμενα παιδιά. Παρά το ότι κατά τα 20 χρόνια της εφαρμογής των μετρήσεων του δείκτη ΔΑΑ το χάσμα μεταξύ ανεπτυγμένων και φτωχών χωρών συνεχώς περιορίζεται, η κλιματική αλλαγή ενδέχεται να ανατρέψει αυτή την τάση με τρόπο δραματικό.
Κατά τα παρελθόντα 40 χρόνια το ¼ των υπό ανάπτυξη χωρών επέτυχε να βελτιώσει τον δείκτη ΔΑΑ σε ποσοστό περισσότερο από 65%, ενώ από τις υπόλοιπες υπό ανάπτυξη χώρες το ¼ του συνόλου βελτίωσε τον δείκτη ΔΑΑ σε ποσοστό μικρότερο του 20%. Η μεγάλη αυτή διαφορά οφείλεται βέβαια σε διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης, αλλά παρατηρείται ότι οι πολιτικές και πολιτισμικές συνθήκες και επιλογές είναι σε μεγάλο βαθμό οι πρόξενοι βελτίωσης ή καθυστέρησης.
Ειδικά για την Ελλάδα η ΕΑΑ του 2010 δείχνει ότι από το 1980 μέχρι σήμερα ο ΔΑΑ για τη χώρα μας αυξάνεται σταθερά με μέσο ετήσιο ρυθμό 0,6%, πράγμα που το 2010 τοποθετεί τη χώρα μας ως 22η στην παγκόσμια κατάταξη των χωρών στις οποίες εφαρμόζονται οι δείκτες και στην κατηγορία των πολύ υψηλά αναπτυγμένων χωρών. Η κατάταξη περιλαμβάνει τέσσερις κατηγορίες: τις χώρες τις πολύ υψηλά αναπτυγμένες (1-42), τις χώρες με υψηλή ανάπτυξη (43-85), τις χώρες με μέση ανάπτυξη (86-127) και, τέλος, τις χώρες με χαμηλή ανάπτυξη (128-169). Πρώτη στην κατάταξη αυτή είναι η Νορβηγία με τέταρτες τις ΗΠΑ, 10η τη Γερμανία, 11η την Ιαπωνία, 14η τη Γαλλία και 20ή την Ισπανία. Η χώρα μας βρίσκεται μπροστά από την Ιταλία (23η), την Αυστρία (25η), το Ηνωμένο Βασίλειο (26ο), την Κύπρο (35ο), την Πορτογαλία (40ή), τη Βουλγαρία (58η) και όλες τις χώρες της περιφέρειάς μας με 83η την Τουρκία.
Ναι, έτσι είναι, όσο και αν φαίνεται απίστευτο. Και μάλιστα ο δείκτης αυτός φέρει την Ελλάδα σε πολύ καλή θέση για πολλά χρόνια. Βέβαια, υποθέτουμε ότι δεν γίνεται καμιά μέτρηση της δημοσιονομικής κατάστασης κάθε χώρας. Υποθέτουμε επίσης κάποια υποχώρηση για το 2011, όταν το Φθινόπωρο δημοσιευθεί ο σχετικός πίνακας.
Ένα σημαντικό στοιχείο στην έκθεση ΕΑΑ για το 2010 είναι η σημασία που δίνεται στη συνεχιζόμενη αδυναμία να αντιμετωπισθεί το φαινόμενο της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΗΕ η αποτυχία αυτή βάζει σε κίνδυνο την πρόοδο που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια για τη βελτίωση της ζωής στις φτωχές περιοχές του πλανήτη. Αλλά και η παραγωγή και η κατανάλωση, που αναλώνουν πόρους που δεν αναπληρώνονται, αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή στον αγώνα κατά της φτώχειας και της στέρησης.
Ενδιαφέρον είναι το ότι η οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008 έχει κοστίσει κατά τον ΟΗΕ 34 εκατομμύρια ανέργους σε όλο τον κόσμο, ενώ 64 εκατομμύρια άτομα έχουν εκπέσει στο έσχατο επίπεδο φτώχειας, με εισόδημα κάτω του 1,25 δολάρια την ημέρα.
Οπωσδήποτε, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 ο δείκτης ΔΑΑ έχει βελτιωθεί κατά μέσο παγκόσμιο ποσοστό 18% και μόνο τρεις χώρες: η Δημοκρατία του Κογκό, η Τσιμπάμπουε και η Ζάμπια έχουν σήμερα δείκτη ΔΑΑ μικρότερο από αυτόν του 1980. Σημαντικές βελτιώσεις έχουν γίνει στην υποσαχάρια Αφρική, όμως εκεί η κλιματική αλλαγή είναι δυνατόν να τα υπονομεύσει όλα. Σύμφωνα με πρόσφατους υπολογισμούς, μια διατροφική κρίση λόγω της κλιματικής αλλαγής είναι πολύ πιθανή. Σύμφωνα με τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις, το 2050 η παγκόσμια κατανάλωση δημητριακών θα περιορισθεί κατά 25% προσθέτοντας 25 εκατομμύρια υποσιτιζόμενα παιδιά. Παρά το ότι κατά τα 20 χρόνια της εφαρμογής των μετρήσεων του δείκτη ΔΑΑ το χάσμα μεταξύ ανεπτυγμένων και φτωχών χωρών συνεχώς περιορίζεται, η κλιματική αλλαγή ενδέχεται να ανατρέψει αυτή την τάση με τρόπο δραματικό.
Κατά τα παρελθόντα 40 χρόνια το ¼ των υπό ανάπτυξη χωρών επέτυχε να βελτιώσει τον δείκτη ΔΑΑ σε ποσοστό περισσότερο από 65%, ενώ από τις υπόλοιπες υπό ανάπτυξη χώρες το ¼ του συνόλου βελτίωσε τον δείκτη ΔΑΑ σε ποσοστό μικρότερο του 20%. Η μεγάλη αυτή διαφορά οφείλεται βέβαια σε διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης, αλλά παρατηρείται ότι οι πολιτικές και πολιτισμικές συνθήκες και επιλογές είναι σε μεγάλο βαθμό οι πρόξενοι βελτίωσης ή καθυστέρησης.
Δημήτρης Μαυρίδης
http://www.antibaro.gr/node/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου